16.12.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 341/12


Απόσπασμα της απόφασης σχετικά με την Landsbanki Íslands hf. βάσει της οδηγίας 2001/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εξυγίανση και την εκκαθάριση των πιστωτικών ιδρυμάτων

2010/C 341/05

Το Πρωτοδικείο του Ρέικιαβικ διέταξε, στις 22 Νοεμβρίου 2010, ότι η Landsbanki Íslands hf., Reg. No 540291-2259, Austurstræti 16, Reykjavík, (εφεξής «η Τράπεζα») θα τεθεί υπό εκκαθάριση σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες του Τμήματος B του Κεφαλαίου XII του νόμου αριθ. 161/2002, τηρουμένων των σημείων 3 και 4 της μεταβατικής διάταξης V του ιδίου αυτού νόμου και υπό την επιφύλαξη των νομικών συνεπειών τις οποίες συνεπάγεται το σημείο 2 της εν λόγω μεταβατικής διάταξης, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του νόμου αριθ. 132/2010.

Στις 7 Οκτωβρίου 2008, η ισλανδική αρχή χρηματοπιστωτικής εποπτείας (Financial Supervisory Authority) ανέλαβε τις ευθύνες Συνέλευσης των μετόχων και προέβη στον διορισμό επιτροπής προσωρινής διαχείρισης (Resolution Committee) της Τράπεζας. Όπως επιτρέπει ο νόμος αριθ. 129/2008, με παραπομπή στον νόμο αριθ. 21/1991, χορηγήθηκε στην Τράπεζα, με δικαστική απόφαση της 5ης Δεκεμβρίου 2008, άδεια αναστολής πληρωμής των χρεών της. Η ισχύς της άδειας αυτής παρατάθηκε τρεις φορές, και ο νόμος δεν επιτρέπει άλλη παράταση μετά την τελευταία, της 31ης Αυγούστου 2010, με καταληκτική ημερομηνία την 5η Δεκεμβρίου 2010.

Ο νόμος αριθ. 44/2009 άρχισε να ισχύει στις 22 Απριλίου 2009, γεγονός που συνεπαγόταν μεταβολές ως προς τη φύση και το ουσιαστικό περιεχόμενο χρεωστασίων που είχαν χορηγηθεί σε επιχειρήσεις του χρηματοπιστωτικού τομέα. Σύμφωνα με το σημείο 2 της μεταβατικής διάταξης II του νόμου αριθ. 44/2009 (Μεταβατική διάταξη V του νόμου αριθ. 161/2002), το χρεωστάσιο υπέκειτο στις διατάξεις της πρώτης παραγράφου του άρθρου 101, και των άρθρων 102, 103 και 103 α) του νόμου αριθ. 161/2002, όπως τροποποιήθηκαν από την πρώτη παράγραφο ουσιαστικού δικαίου των άρθρων 5, 6, 7 και 8 του νόμου αριθ. 44/2009, λογιζομένου ότι η επιχείρηση είχε τεθεί, με δικαστική απόφαση, σε διαδικασία εκκαθάρισης από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του εν λόγω νόμου. Προβλεπόταν, ωστόσο, ότι καθόσον χρόνο θα παρέμενε σε ισχύ η άδεια αναστολής πληρωμής των χρεών, η διαδικασία εκκαθάρισης θα έπρεπε να θεωρείται ως εγκριθέν χρεωστάσιο. Με τον νόμο αριθ. 44/2009 προβλεπόταν επίσης ότι, με τη λήξη της άδειας, η επιχείρηση, χωρίς άλλη ειδική διάταξη του δικαστηρίου, θα λογιζόταν ότι έχει τεθεί σε κατάσταση εκκαθάρισης σύμφωνα με τους γενικώς ισχύοντες κανόνες. Η επιτροπή εκκαθάρισης διορίστηκε με απόφαση του Πρωτοδικείου του Ρέικιαβικ στις 29 Απριλίου 2009.

Δημοσιεύτηκε ειδοποίηση προς τους πιστωτές να προβούν σε αναγγελία των απαιτήσεών τους και η σχετική προθεσμία έληξε στις 30 Οκτωβρίου 2009. Επιπλέον, δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης αριθ. 2009/C 125/08 ειδοποίηση για την παράταση της αναστολής πληρωμών της Τράπεζας. Η ειδοποίηση αυτή περιείχε πρόσκληση αναγγελίας των απαιτήσεων και εφιστούσε την προσοχή στις τηρητέες προθεσμίες. Οι αναγγελθείσες απαιτήσεις απασχόλησαν τρεις συνελεύσεις πιστωτών, ενώ ακόμη δύο συνελεύσεις έχουν προγραμματιστεί για την 1η Δεκεμβρίου 2010 και για τις 19 Μαΐου 2011. Το τελευταίο αυτό χρονικό σημείο έχει σχεδιαστεί να σημάνει και το πέρας των συζητήσεων όσον αφορά την αποδοχή των απαιτήσεων.

Ο νόμος αριθ. 132/2010, ο οποίος άρχισε να ισχύει στις 17 Νοεμβρίου 2010, τροποποιεί περαιτέρω τον νόμο αριθ. 161/2002, προβλέποντας ότι πριν από την εκπνοή της αναστολής πληρωμών που έχει χορηγηθεί στην επιχείρηση, η επιτροπή προσωρινής διαχείρισης και η επιτροπή εκκαθάρισης μπορούν, από κοινού, να ζητήσουν να τεθεί η επιχείρηση, με απόφαση του δικαστηρίου, υπό εκκαθάριση βάσει των γενικώς ισχυόντων κανόνων, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούται η ουσιαστικού δικαίου διάταξη του σημείου 3 της δευτέρας παραγράφου του άρθρου 101 του εν λόγω νόμου. Σε περίπτωση που το σχετικό αίτημα γίνει δεκτό, εξακολουθούν να ισχύουν, ως είχαν, οι ενέργειες που έγιναν κατά τη διάρκεια του χρεωστασίου της επιχείρησης, μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αριθ. 44/2009.

Το αίτημα δικαστικής διάταξης υποβλήθηκε και η συναφής διάταξη της 22ας Νοεμβρίου 2010 εκδόθηκε, δυνάμει της τροποποίησης που επήλθε με τον νόμο αριθ. 132/2010. Στην απόφασή του, το δικαστήριο συμπεραίνει ότι πληρούνται οι εκ του νόμου προϋποθέσεις για την έκδοση αποφάσεως για διαδικασία εκκαθάρισης. Τα περιουσιακά στοιχεία της Τράπεζας ανέρχονται περίπου στο ποσό των 1 138 δις ISK (με βάση τις τρέχουσες αποτιμήσεις εκποίησης και τιμή συναλλάγματος της κορώνας Ισλανδίας ISK στις 30 Σεπτεμβρίου 2010), οι δε υποχρεώσεις της ανέρχονται σε περίπου 3 427 δις ISK. Κατά συνέπεια, η Τράπεζα είναι αφερέγγυα και σε αδυναμία πλήρους καταβολής των χρεών της στους πιστωτές, ενώ αποκλείστηκε και η πιθανότητα οι δυσχέρειες πληρωμών να είναι παροδικής φύσεως, με αναφορά στο σημείο 3 της δευτέρας παραγράφου του άρθρου 101 του νόμου αριθ. 161/2002. Με την απόφαση του δικαστηρίου επιβεβαιώνεται επίσης ότι σύμφωνα με την ως άνω διάταξη, όπως αυτή ισχύει μετά τη θέση σε ισχύ του νόμου αριθ. 132/2010, τα μέτρα που έχουν ληφθεί κατά τη διάρκεια χρεωστασίου μιας επιχείρησης, μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αριθ. 44/2009, παραμένουν αναλλοίωτα, πράγμα το οποίο σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι οι διορισμοί της επιτροπής προσωρινής διαχείρισης και της επιτροπής εκκαθάρισης της Τράπεζας εξακολουθούν να ισχύουν, και το ίδιο ισχύει όσον αφορά όλα τα μέτρα που έχουν ληφθεί βάσει των άρθρων 101, 102, 103 και 103 α) του νόμου αριθ. 161/2002, με αναφορά στο σημείο 2 της μεταβατικής διάταξης V του ιδίου νόμου. Με αυτό επιβεβαιώνεται επίσης ότι η κατάταξη των απαιτήσεων και τα λοιπά έννομα αποτελέσματα τα οποία κανονικά προσδιορίζονται με βάση την ημερομηνία έκδοσης μιας αποφάσεως για τη θέση επιχείρησης υπό εκκαθάριση, θα προσδιοριστούν, στη συγκεκριμένη περίπτωση, από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αριθ. 44/2009, ήτοι από τις 22 Απριλίου 2009.

Ρέικιαβικ, 25 Νοεμβρίου 2010.

Η επιτροπή εκκαθάρισης της Landsbanki Íslands hf.

Halldór H. BACKMAN, δικηγόρος στο Ανώτατο Δικαστήριο

Herdís HALLMARSDÓTTIR, δικηγόρος στο Ανώτατο Δικαστήριο

Kristinn BJARNASON, δικηγόρος στο Ανώτατο Δικαστήριο

Η επιτροπή προσωρινής διαχείρισης της Landsbanki Íslands hf.

Lárentsínus KRISTJÁNSSON, δικηγόρος στο Ανώτατο Δικαστήριο

Einar JÓNSSON, δικηγόρος στο Πρωτοδικείο