2.12.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 351/61


Τετάρτη 7 Ιουλίου 2010
Διαχείριση της διασυνοριακής κρίσης στον τραπεζικό τομέα

P7_TA(2010)0276

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Ιουλίου 2010 που περιέχει συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με τη διαχείριση της διασυνοριακής κρίσης στον τραπεζικό τομέα (2010/2006(INI))

2011/C 351 E/09

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το άρθρο 225 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του επί της ανακοίνωσης της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή του πλαισίου για τις χρηματοπιστωτικές αγορές: σχέδιο δράσης (1), της 13ης Απριλίου 2000,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 20ής Οκτωβρίου 2009 με τίτλο «Κοινοτικό πλαίσιο για τη διαχείριση της διασυνοριακής κρίσης στον τραπεζικό τομέα» (COM(2009)0561),

έχοντας υπόψη την πρόταση κανονισμού της 23ης Σεπτεμβρίου 2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την κοινοτική μακροπροληπτική εποπτεία του χρηματοπιστωτικού συστήματος και τη σύσταση Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (COM(2009)0499),

έχοντας υπόψη την πρόταση απόφασης της 23ης Σεπτεμβρίου 2009 του Συμβουλίου για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όσον αφορά τη λειτουργία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (COM(2009)0500),

έχοντας υπόψη την πρόταση κανονισμού της 23ης Σεπτεμβρίου 2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (COM(2009)0501),

έχοντας υπόψη την οδηγία 2006/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 2006 σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων (2),

έχοντας υπόψη την οδηγία 2006/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 2006 για την επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων των επιχειρήσεων επενδύσεων και των πιστωτικών ιδρυμάτων (3),

έχοντας υπόψη την οδηγία 94/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30ής Μαΐου 1994 περί των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων (4),

έχοντας υπόψη την οδηγία 2001/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 4ης Απριλίου 2001 για την εξυγίανση και την εκκαθάριση των πιστωτικών ιδρυμάτων (5),

έχοντας υπόψη τη δεύτερη οδηγία 77/91/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 13ης Δεκεμβρίου 1976 περί συντονισμού των εγγυήσεων που απαιτούνται στα κράτη μέλη εκ μέρους των εταιρειών, για την προστασία των συμφερόντων των εταίρων και των τρίτων με σκοπό να καταστούν οι εγγυήσεις αυτές ισοδύναμες όσον αφορά τη σύσταση της ανωνύμου εταιρείας και τη διατήρηση και τις μεταβολές του κεφαλαίου της (6), την τρίτη οδηγία 78/855/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 9ης Οκτωβρίου 1978 περί των συγχωνεύσεων των ανωνύμων εταιρειών (7) και την έκτη οδηγία 82/891/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 1982, για τη διάσπαση των ανωνύμων εταιρειών (8),

έχοντας υπόψη το μνημόνιο συμφωνίας της 1ης Ιουνίου 2008 για τη συνεργασία μεταξύ των χρηματοοικονομικών εποπτικών αρχών, των κεντρικών τραπεζών και των υπουργείων οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη διασυνοριακή χρηματοοικονομική σταθερότητα,

έχοντας υπόψη τη σύσταση 13 της έκθεσης της ομάδας υψηλού επιπέδου για τη χρηματοπιστωτική εποπτεία υπό την προεδρία του Jacques de Larosière, η οποία υποβλήθηκε στον Πρόεδρο Barroso στις 25 Φεβρουαρίου 2009 και αναφέρει ότι «η ομάδα ζητεί ένα συνεκτικό και λειτουργικό ρυθμιστικό πλαίσιο για τη διαχείριση κρίσεων στην ΕΕ»,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 42 και 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0213/2010),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στην Ένωση υπάρχει μια εσωτερική αγορά τραπεζικών υπηρεσιών και όχι ένα αμάλγαμα υπηρεσιών ανεξάρτητων μεταξύ τους, και ότι αυτή η εσωτερική αγορά έχει καίρια σημασία για την παγκόσμια ανταγωνιστικότητα της Ένωσης,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι επί του παρόντος το διεθνές ρυθμιστικό πλαίσιο όσον αφορά τη διαχείριση κρίσεων στον τραπεζικό τομέα είναι ανεπαρκές,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι υφιστάμενοι ενωσιακοί και διεθνείς εποπτικοί μηχανισμοί για τον χρηματοπιστωτικό τομέα έχουν αποδειχθεί αναποτελεσματικοί όσον αφορά την πρόληψη ή τον επαρκή περιορισμό της μετάδοσης μιας κρίσης,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το κόστος της διαχείρισης της κρίσης επιβάρυνε υπερβολικά τους φορολογούμενους, την ανάπτυξη και τις θέσεις εργασίας,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η συμμετοχή των μετόχων και εν συνεχεία των πιστωτών στον επιμερισμό των βαρών έχει κρίσιμη σημασία προκειμένου να μειωθεί στο ελάχιστο το κόστος για τους φορολογουμένους από οποιαδήποτε κρίση των χρηματοπιστωτικών αγορών και ιδρυμάτων,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η απουσία ή η αδυναμία των ρυθμίσεων και της εποπτείας της Ένωσης είχε ως αποτέλεσμα ασυντόνιστες δράσεις εκ μέρους των εθνικών αρχών, αύξησε τον κίνδυνο προστατευτικής συμπεριφοράς και στρέβλωσης του ανταγωνισμού, μεταξύ άλλων μέσω κρατικών ενισχύσεων, και απείλησε τη δημιουργία εσωτερικής αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μια ενιαία προσέγγιση για την πρόληψη της πτώχευσης ενός τραπεζικού ομίλου θα ήταν πιο κοντά στην έννοια μιας εσωτερικής αγοράς,

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μια ισχυρή εσωτερική αγορά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών είναι ιδιαίτερα σημαντική για την παγκόσμια ανταγωνιστικότητα της Ένωσης,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αναγκαία ανάληψη ευθύνης εκ μέρους των τραπεζικών φορέων θα πρέπει να συμβάλει στην επίτευξη του πρωταρχικού στόχου αναδόμησης των χρηματοπιστωτικών αγορών υπέρ της χρηματοδότησης της οικονομίας,

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη, λόγω της κρίσης, ότι είναι προφανές και ότι οι πολίτες αναμένουν ότι τα θεσμικά όργανα της ΕΕ θα πρέπει να δημιουργήσουν επειγόντως, σε συνεργασία με την G20 και άλλα διεθνή φόρα, ένα επαρκές πλαίσιο το οποίο, σε περίπτωση κρίσης, θα διατηρεί τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, θα ελαχιστοποιεί το κόστος για τους φορολογούμενους, θα διαφυλάσσει τις βασικές τραπεζικές υπηρεσίες και θα προστατεύει τους καταθέτες,

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η χρηματοπιστωτική σταθερότητα και οι ενοποιημένες χρηματοπιστωτικές αγορές απαιτούν διασυνοριακή εποπτεία των διασυνοριακών και συστημικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων,

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στόχος ενός νομοθετικού πλαισίου της ΕΕ για τη διαχείριση διασυνοριακών κρίσεων είναι να εξουσιοδοτεί τις αρχές να εγκρίνουν μέτρα που περιλαμβάνουν και την παρέμβαση στη διαχείριση τραπεζικών ομίλων, όταν αυτό κρίνεται αναγκαίο (ιδίως, αλλά όχι αποκλειστικά, στις τράπεζες καταθέσεων, όταν υπάρχει πιθανότητα συστημικού κινδύνου),

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στόχος ενός νομοθετικού πλαισίου της ΕΕ για τη διαχείριση διασυνοριακών κρίσεων είναι επίσης να ρυθμίζει τους διασυνοριακούς τραπεζικούς ομίλους και τις επιμέρους τράπεζες που προβαίνουν σε διασυνοριακές πράξεις αποκλειστικά μέσω υποκαταστημάτων· λαμβάνοντας υπόψη ότι θα πρέπει να υπάρχει ενιαία ρύθμιση σε ό,τι αφορά τους διασυνοριακούς τραπεζικούς ομίλους,

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μια ισχυρή αντίδραση στην κρίση απαιτεί συνεκτική και ολοκληρωμένη προσέγγιση που συνεπάγεται καλύτερη εποπτεία (εφαρμογή της νέας εποπτικής διάρθρωσης της ΕΕ), καλύτερους κανονισμούς (εν εξελίξει πρωτοβουλίες όπως αυτές σχετικά με την οδηγία 2006/48/ΕΚ, την οδηγία 2006/49/ΕΚ, την οδηγία 94/19/ΕΚ, και τις αμοιβές διοικητικών στελεχών) και ένα αποτελεσματικό ενωσιακό πλαίσιο διαχείρισης κρίσεων για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα,

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» θα πρέπει να επεκταθεί στον χρηματοπιστωτικό τομέα λόγω των καταστροφικών επιπτώσεων των πτωχεύσεων στις χώρες, τους επιμέρους τομείς και σε ολόκληρη την οικονομία γενικότερα,

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η έγκαιρη παρέμβαση σε τραπεζικές κρίσεις και η επίλυσή τους θα πρέπει να ενεργοποιούνται με βάση σαφώς καθορισμένα κριτήρια, στα οποία συμπεριλαμβάνονται η υποκεφαλαιοποίηση, η μειωμένη ρευστότητα και η υποβάθμιση της ποιότητας ή αξίας των στοιχείων του ενεργητικού· λαμβάνοντας υπόψη ότι η παρέμβαση θα πρέπει να συνδέεται με συστήματα εγγύησης των καταθέσεων,

ΙΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι απαιτείται αυστηρός ενωσιακός κώδικας συμπεριφοράς για τη διαχείριση, καθώς και μηχανισμοί για την αποτροπή ανάρμοστων συμπεριφορών, που θα πρέπει να αναπτυχθούν σύμφωνα με παρόμοιες διεθνείς πρωτοβουλίες,

ΙΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι σημαντικό να πραγματοποιεί η Επιτροπή πλήρεις εκτιμήσεις αντικτύπου σε κάθε εξέταση του ερωτήματος εάν θα ήταν σκόπιμη η έκδοση νέων κατευθυντηρίων γραμμών για τη διαχείριση των εταιρειών,

ΙΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μετά την παρέλευση τριετίας από τη θέση σε λειτουργία της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΑΤ), ενός ενωσιακού καθεστώτος εξυγίανσης για τις τράπεζες, του ταμείου χρηματοπιστωτικής σταθερότητας της ΕΕ και μιας μονάδας εξυγίανσης, η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάσει την καταλληλότητα της επέκτασης του πεδίου εφαρμογής του πλαισίου διαχείρισης κρίσεων σε άλλα μη τραπεζικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, μεταξύ άλλων, αλλά όχι περιοριστικά, σε ασφαλιστικές εταιρίες και διαχειριστές κεφαλαίων και περιουσιακών στοιχείων και θα πρέπει επίσης να εξετάσει τη σκοπιμότητα και την καταλληλότητα εγκαθίδρυσης δικτύου εθνικών ταμείων σταθερότητας για όλα τα ιδρύματα που δεν συμμετέχουν στο ταμείο χρηματοπιστωτικής σταθερότητας της ΕΕ, όπως προτείνεται στη σύσταση 3 του παραρτήματος,

Κ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι θα πρέπει να αποφευχθεί ο ηθικός κίνδυνος προκειμένου να αποτραπεί η υπερβολική ανάληψη κινδύνων, και ότι απαιτείται ένα πλαίσιο το οποίο να προστατεύει το σύστημα, όχι τους παραβάτες που συμμετέχουν στο σύστημα, και ότι, ειδικότερα, δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται ταμεία εξυγίανσης για την εξάλειψη των απωλειών των μετόχων των τραπεζών ή για την ανταμοιβή των διαχειριστών για τις αποτυχίες τους· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα ιδρύματα που προσφεύγουν σε ενωσιακό καθεστώς εξυγίανσης τραπεζών θα πρέπει να υπόκεινται σε συνέπειες, όπως διοικητικά και επανορθωτικά μέτρα· λαμβάνοντας υπόψη ότι η εξάλειψη του ηθικού κινδύνου θα πρέπει να αποτελεί κατευθυντήρια αρχή της μελλοντικής χρηματοπιστωτικής εποπτείας,

ΚΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα τρέχοντα οικονομικά, χρηματοπιστωτικά και κοινωνικά προβλήματα, καθώς και οι πολλαπλές νέες κανονιστικές απαιτήσεις που επιβάλλονται στις τράπεζες, απαιτούν μια σταδιακή και ευαίσθητη προσέγγιση, αλλά δεν θα πρέπει να λειτουργούν αποτρεπτικά προς μια φιλόδοξη και επείγουσα ατζέντα,

ΚΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η μεταφορά περιουσιακών στοιχείων εντός τραπεζικού ομίλου δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να θέτει σε κίνδυνο τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και την επάρκεια ρευστότητας του εκχωρούντος και θα πρέπει να πραγματοποιείται σε δίκαιη αγοραία αξία ή δίκαιες τιμές αγοράς· λαμβάνοντας υπόψη ότι θα πρέπει να αναπτυχθούν σαφείς αρχές για την εκτίμηση απομειωμένων περιουσιακών στοιχείων και για τη μεταχείριση θυγατρικών ιδρυμάτων και υποκαταστημάτων που έχουν την έδρα τους στις χώρες υποδοχής,

ΚΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ένωση θα πρέπει να καταλήξει σε κοινή συμφωνία σχετικά με το «ποιος» πρέπει να κάνει «τι», «πότε» και «πώς» σε περίπτωση κρίσης στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα,

ΚΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα μέτρα που εφαρμόζονται στον τραπεζικό τομέα θα πρέπει να ενθαρρύνουν την πραγματική οικονομία στις βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες χρηματοπιστωτικές και επενδυτικές ανάγκες της,

ΚΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι μεγάλες διαφορές μεταξύ των εθνικών κανονιστικών καθεστώτων και καθεστώτων αφερεγγυότητας θα πρέπει να γεφυρωθούν μέσω ενός εναρμονισμένου πλαισίου και της ενίσχυσης του διαλόγου μεταξύ των εθνικών εποπτικών φορέων και αρχών εντός των ομίλων διασυνοριακής σταθερότητας,

ΚΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το αυξανόμενο μέγεθος, η πολυπλοκότητα και οι αλληλεπιδράσεις τόσο σε περιφερειακό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο έχουν αποδείξει ότι η χρεοκοπία χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, ανεξαρτήτως μεγέθους, μπορεί να έχει αλυσιδωτές επιδράσεις σε ολόκληρο το χρηματοπιστωτικό σύστημα και, επομένως, απαιτείται ένα αποτελεσματικό πλαίσιο επίλυσης κρίσεων, το οποίο θα τεθεί σταδιακά σε ισχύ για όλες τις τράπεζες και θα εστιάσει, κατ' αρχάς, στις τράπεζες που παρουσιάζουν τον υψηλότερο κίνδυνο· λαμβάνοντας υπόψη ότι ένα τέτοιο πλαίσιο επίλυσης κρίσεων θα πρέπει να λάβει υπόψη όσο το δυνατό περισσότερο παρόμοιες προσπάθειες που καταβάλλουν εν προκειμένω διεθνή φόρα,

ΚΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ένας περιορισμένος αριθμός τραπεζών (διασυνοριακές συστημικές τράπεζες) αντιπροσωπεύει ένα εξαιρετικά υψηλό επίπεδο συστημικού κινδύνου λόγω του μεγέθους τους, της περιπλοκότητας και της διασύνδεσής τους σε ολόκληρη την Ένωση, πράγμα που απαιτεί την επείγουσα θέσπιση στοχοθετημένου ειδικού καθεστώτος· γενικότερα, απαιτούνται ισότιμα καθεστώτα εξυγίανσης για άλλα διασυνοριακά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα,

ΚΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ένα ενωσιακό πλαίσιο επίλυσης κρίσεων, προκειμένου να υποστηρίζει αποτελεσματικά τις παρεμβάσεις, απαιτεί κοινή δέσμη κανόνων, κατάλληλη εμπειρογνωμοσύνη και χρηματοδοτικούς πόρους που θα πρέπει, συνεπώς, να αποτελούν τους βασικούς πυλώνες του προτεινόμενου καθεστώτος προτεραιότητας για τις διασυνοριακές συστημικές τράπεζες,

ΚΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η εποπτεία, οι εξουσίες έγκαιρης παρέμβασης και τα μέτρα που συνδέονται με την εξυγίανση θα πρέπει να θεωρούνται ως τρεις αλληλοσυνδεόμενες βαθμίδες ενός κοινού πλαισίου,

Λ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το κατά προτεραιότητα ειδικό καθεστώς για τις διασυνοριακές συστημικές τράπεζες θα πρέπει να εξελιχθεί μεσοπρόθεσμα/μακροπρόθεσμα σε ένα καθολικό καθεστώς που θα καλύπτει όλα τα διασυνοριακά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στην Ένωση και το οποίο θα περιλαμβάνει ένα εναρμονισμένο ενωσιακό καθεστώς αφερεγγυότητας,

ΛΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ένα ταμείο σταθερότητας που θα αναπτυχθεί σε ενωσιακή βάση θα πρέπει να προορίζεται αυστηρά και μόνο για μελλοντική επίλυση κρίσεων και να μη μπορεί να χρησιμοποιηθεί στο πλαίσιο χρηματοπιστωτικών παρεμβάσεων για αποπληρωμές παρελθόντων χρόνων ή για προβλήματα που απορρέουν από τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2007/2008,

1.

ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει στο Κοινοβούλιο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2010, βάσει του άρθρου 50 και του άρθρου 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μία ή περισσότερες νομοθετικές προτάσεις σχετικά με ένα ενωσιακό πλαίσιο διαχείρισης κρίσεων, ένα ταμείο χρηματοπιστωτικής σταθερότητας της ΕΕ (Ταμείο) και μια μονάδα εξυγίανσης, ακολουθώντας τις λεπτομερείς συστάσεις που παρατίθενται στο Παράρτημα, λαμβάνοντας υπόψη τις πρωτοβουλίες που ανέλαβαν διεθνείς φορείς, όπως η G20 και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, προκειμένου να διασφαλιστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού παγκοσμίως, και βασιζόμενη σε μια ενδελεχή ανάλυση όλων των διαθέσιμων εναλλακτικών δυνατοτήτων, συμπεριλαμβανομένης της εκτίμησης αντικτύπου·

2.

επιβεβαιώνει ότι οι συστάσεις αυτές σέβονται την αρχή της επικουρικότητας και τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών·

3.

εκτιμά ότι οι δημοσιονομικές επιπτώσεις της ζητούμενης πρότασης θα πρέπει να καλυφθούν μέσω κατάλληλων κονδυλίων του προϋπολογισμού (εξαιρουμένων των εισφορών στο Ταμείο, την ευθύνη για τις οποίες φέρουν οι συμμετέχουσες τράπεζες)·

4.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα καθώς και τις επισυναπτόμενες λεπτομερείς συστάσεις στην Επιτροπή, στο Συμβούλιο, καθώς και στα κοινοβούλια και τις κυβερνήσεις των κρατών μελών.


(1)  ΕΕ C 40, 7.2.2001, σ. 453.

(2)  ΕΕ L 177, 30.6.2006, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 177, 30.6.2006, σ. 201.

(4)  ΕΕ L 135, 31.5.1994, σ. 5.

(5)  ΕΕ L 125, 5.5.2001, σ. 15.

(6)  ΕΕ L 26, 31.1.1977, σ. 1.

(7)  ΕΕ L 295, 20.10.1978, σ. 36.

(8)  ΕΕ L 378, 31.12.1982, σ. 47.


Τετάρτη 7 Ιουλίου 2010
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤΟ ΨΗΦΙΣΜΑ:

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΣ ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΖΗΤΟΥΜΕΝΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Σύσταση 1 σχετικά με ένα κοινό ενωσιακό πλαίσιο διαχείρισης κρίσεων

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι η νομοθετική πράξη που πρόκειται να εγκριθεί θα πρέπει να αποβλέπει στις εξής ρυθμίσεις:

1.

Να δημιουργήσει ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο διαχείρισης κρίσεων με κοινή στοιχειώδη δέσμη κανόνων και, τελικά, να θεσπίσει κοινή νομοθεσία για την εξυγίανση και την αφερεγγυότητα, η οποία θα ισχύει για όλα τα τραπεζικά ιδρύματα που αναπτύσσουν δραστηριότητα στην Ένωση και θα αποσκοπεί στα εξής:

προώθηση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος·

περιορισμός ή αποτροπή της μετάδοσης μιας χρηματοπιστωτικής κρίσης·

περιορισμός του δημόσιου κόστους των παρεμβάσεων·

βελτιστοποίηση της θέσης των καταθετών και διασφάλιση της ίσης μεταχείρισής τους σε όλη την Ένωση·

διαφύλαξη της παροχής βασικών τραπεζικών υπηρεσιών·

αποτροπή του ηθικού κινδύνου και ανάληψη του κόστους από τον κλάδο και τους μετόχους και εσωτερικός καταλογισμός του εξωτερικού κόστους που προκαλούν οι χρηματοπιστωτικές αγορές και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα·

διασφάλιση της ίσης μεταχείρισης κάθε ομάδας πιστωτών στην Ένωση, συμπεριλαμβανομένης της ισότιμηςμεταχείρισης όλων των θυγατρικών και υποκαταστημάτων του ίδιου διασυνοριακού ιδρύματος σε όλα τα κράτη μέλη·

διασφάλιση ότι τυγχάνουν σεβασμού τα δικαιώματα των μισθωτών·

ενίσχυση της εσωτερικής αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και της ανταγωνιστικότητάς της.

2.

Να συγκλίνει προοδευτικά τις υφιστάμενες εθνικές νομοθεσίες εξυγίανσης και αφερεγγυότητας και τις εποπτικές εξουσίες και, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, να θεσπίσει ένα αποτελεσματικό ενιαίο ενωσιακό καθεστώς.

3.

Μόλις ολοκληρωθεί η διαδικασία που σχετίζεται με την εναρμόνιση των διατάξεων περί αφερεγγυότητας και εποπτείας, στο τέλος της μεταβατικής περιόδου, πρέπει να ιδρυθεί μια ενιαία ενωσιακή αρχή εξυγίανσης, υπό μορφή αυτοτελούς οργάνου ή μονάδας εντός της ΕΑΤ.

4.

Προκειμένου να βελτιωθεί η συνεργασία και η διαφάνεια, οι ομότιμες αξιολογήσεις εκ μέρους των εποπτικών αρχών πρέπει να διεξάγονται σε τακτική βάση υπό την ηγεσία της ΕΑΤ και να βασίζονται σε προηγούμενη αυτοαξιολόγηση.

5.

Όποτε προκύπτει ανάγκη εξυγίανσης ή εκκαθάρισης ενός διασυνοριακού ιδρύματος, πρέπει να διενεργείται διεξοδική έρευνα από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, οριζόμενους από την ΕΑΤ, με σκοπό την ανάδειξη των αιτίων και των ευθυνών. Το Κοινοβούλιο πρέπει να ενημερώνεται για τα αποτελέσματα των ερευνών.

6.

Να αναθέσει στον αρμόδιο εποπτικό φορέα την αρμοδιότητα για τη διαχείριση κρίσεων (συμπεριλαμβανομένων εξουσιών έγκαιρης παρέμβασης) και για την έγκριση του σχεδίου έκτακτης ανάγκης κάθε τράπεζας, με τον εξής τρόπο:

για διασυνοριακές συστημικές τράπεζες: στην ΕΑΤ, σε στενή συνεργασία με το σώμα εθνικών εποπτικών αρχών και τους ομίλους διασυνοριακής σταθερότητας (όπως ορίζονται στο μνημόνιο συμφωνίας της 1ης Ιουνίου 2008)·

για άλλες διασυνοριακές μη συστημικές τράπεζες: στον ενοποιημένο επόπτη εντός του σώματος (στο πλαίσιο συμφωνίας στον τομέα της διακυβέρνησης), υπό τον συντονισμό της ΕΑΤ και σε διαβούλευση με τους ομίλους διασυνοριακής σταθερότητας·

για τοπικές τράπεζες: στον τοπικό εποπτικό φορέα.

7.

Να σχεδιάσει μια κοινή δέσμη κανόνων διαχείρισης κρίσεων, συμπεριλαμβανομένων κοινών μεθοδολογιών και ορισμών και κοινής ορολογίας, καθώς και δέσμη σχετικών κριτηρίων για προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων σε σχέση με τις διασυνοριακές τράπεζες.

8.

Να καταστήσει τα σχέδια εξυγίανσης υποχρεωτική κανονιστική απαίτηση: τα σχέδια εξυγίανσης θα πρέπει να συμπεριλαμβάνουν μια εις βάθος αυτοαξιολόγηση του ιδρύματος και λεπτομέρειες μιας εύλογης κατανομής των περιουσιακών στοιχείων και του κεφαλαίου, με την ενδεδειγμένη ανάκτηση των μεταφορών από θυγατρικές και υποκαταστήματα προς άλλες μονάδες, και προσδιορισμό διαχωριστικών γραμμών που επιτρέπουν τον διαχωρισμό αυτοτελών λειτουργικών ενοτήτων, ιδίως όσων παρέχουν ζωτική υποδομή, όπως οι υπηρεσίες πληρωμών. Η απαίτηση για το περιεχόμενο αυτών των σχεδίων θα πρέπει να είναι ανάλογη με το μέγεθος της τράπεζας, τις δραστηριότητές της και τη γεωγραφική της επέκταση. Θα πρέπει να διασφαλισθεί ότι αυτά τα σχέδια εξυγίανσης θα πρέπει να εκσυγχρονίζονται σε τακτικά διαστήματα.

9.

Να καταρτίσει, πριν από τον Δεκέμβριο του 2011, ένα ευρωπαϊκό σύστημα εποπτικής αξιολόγησης για τράπεζες («Πίνακας κινδύνου»), βάσει κοινής ομάδας ποσοτικών και ποιοτικών δεικτών, οι οποίοι όμως θα πρέπει να αξιολογούνται ανάλογα με τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα κάθε ιδρύματος ενώ συγχρόνως θα τηρείται το απόρρητο. Το εν λόγω σύστημα θα πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον τις εξής παραμέτρους:

κεφάλαιο·

μόχλευση·

ρευστότητα·

αναντιστοιχία ημερομηνίας λήξης, επιτοκίου και νομισμάτων·

ρευστότητα περιουσιακών στοιχείων·

μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα και συγκεντρώσεις κινδύνου·

αναμενόμενες απώλειες·

ευαισθησία στις τιμές της αγοράς, τα επιτόκια και τις συναλλαγματικές ισοτιμίες·

πρόσβαση στη χρηματοδότηση·

αποτελέσματα των προσομοιώσεων ακραίων καταστάσεων·

αποτελεσματικότητα των εσωτερικών ελέγχων·

ποιότητα διαχείρισης και εταιρική διακυβέρνηση·

περιπλοκότητα και αδιαφάνεια·

προοπτικές κινδύνου·

συμμόρφωση με τη νομοθεσία ή τις κανονιστικές απαιτήσεις.

10.

Να δώσει στους εποπτικούς φορείς το δικαίωμα να παρεμβαίνουν βάσει ορίων της εποπτικής αξιολόγησης, σε πλήρη συμφωνία με την αρχή της αναλογικότητας, και να παρέχει εύλογες περιόδους επανόρθωσης ώστε τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να επιλύουν τα ίδια τις αδυναμίες τους.

11.

Να παρέχει στους εποπτικούς φορείς τα κατάλληλα νομικά μέσα παρέμβασης, τροποποιώντας την σχετική τομεακή νομοθεσία ή εισάγοντας νέα τομεακή νομοθεσία, ώστε:

να απαιτούν ρυθμίσεις κεφαλαίου (πάνω από τις ελάχιστες κανονιστικές απαιτήσεις), ρευστότητας, και μεταβολές στο μίγμα επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και στις εσωτερικές διαδικασίες·

να συστήνουν ή επιβάλλουν αλλαγές στο επίπεδο της διοίκησης·

να επιβάλλουν παρακράτηση μερισμάτων και συναφείς περιορισμούς, με στόχο την εξυγίανση από πλευράς κεφαλαιακών απαιτήσεων· να περιορίζουν τους όρους των αδειών λειτουργίας τραπεζών·

να μπορούν οι εποπτικές αρχές να ενεργοποιούν τον διαχωρισμό αυτοτελών λειτουργικών ενοτήτων, τόσο προβληματικών όσο και επιτυχημένων, από το ίδρυμα, ώστε να εξασφαλίζεται η δυνατότητα συνέχισης των βασικών λειτουργιών·

να επιβάλλουν ολική ή μερική πώληση·

να προβαίνουν σε μεταφορά περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων προς άλλα ιδρύματα, με στόχο την εξασφάλιση της συνέχειας συστημικά σημαντικών λειτουργιών·

να δημιουργούν μια «ενδιάμεση τράπεζα» ή μια «καλή τράπεζα»/«κακή τράπεζα»·

να απαιτούν μετοχοποίηση χρεών, ή τη μετατροπή τους σε άλλες μορφές μετατρέψιμου κεφαλαίου ανάλογα με τη φύση του ιδρύματος, με τα κατάλληλα περιθώρια ασφαλείας·

να προβαίνουν σε προσωρινές κρατικοποιήσεις·

να επιβάλλουν προσωρινή αναστολή (μορατόριουμ) της ικανοποίησης αξιώσεων ορισμένων μορφών έναντι της τράπεζας·

να ελέγχουν τις διαδικασίες μεταφοράς περιουσιακών στοιχείων εντός των ομίλων·

να διορίζουν ειδικό διαχειριστή σε επίπεδο ομίλου·

να διευθετούν εκκαθαρίσεις·

να επιτρέπουν στην ΕΑΤ να εγκρίνει παρέμβαση του ταμείου χρηματοπιστωτικής σταθερότητας της ΕΕ για έκτακτη μεσοπρόθεσμη χρηματοδότηση, εισροή κεφαλαίων και εγγυήσεις·

να επιβάλλουν διοικητικά και επανορθωτικά μέτρα για εκείνα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που χρησιμοποιούν το Ταμείο.

12.

Όλα τα μέσα που αναφέρονται στην παράγραφο 11 θα εφαρμόζονται σε πλήρη συμμόρφωση με τους κανόνες ανταγωνισμού της ΕΕ και την αρχή της ίσης μεταχείρισης των πιστωτών και των καταθετών σε όλα τα κράτη μέλη.

Σύσταση 2 σχετικά με τις διασυνοριακές συστημικές τράπεζες

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι η νομοθετική πράξη που πρόκειται να εγκριθεί θα πρέπει να αποβλέπει στις εξής ρυθμίσεις:

1.

Οι διασυνοριακές συστημικές τράπεζες, λόγω του ειδικού ρόλου τους στην εσωτερική αγορά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, απαιτείται να υπαχθούν επειγόντως σε ένα νέο ειδικό καθεστώς, το οποίο θα ονομάζεται Ευρωπαϊκό Εταιρικό Τραπεζικό Δίκαιο και πρόκειται να έχει σχεδιαστεί μέχρι τα τέλη του 2011. Ένα γενικότερο καθεστώς για όλες τις άλλες διασυνοριακές τράπεζες θα προταθεί επίσης.

2.

Οι διασυνοριακές συστημικές τράπεζες θα τηρούν το νέο ενισχυμένο ειδικό καθεστώς· το εν λόγω καθεστώς θα υπερβεί τα νομικά εμπόδια για την ανάληψη αποτελεσματικής διασυνοριακής δράσης, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα τη σαφή, ισότιμη και προβλέψιμη μεταχείριση των μετόχων, των καταθετών, των πιστωτών, των εργαζομένων και άλλων ενδιαφερόμενων, ιδιαίτερα μετά τις μεταφορές περιουσιακών στοιχείων εντός των ομίλων. Αυτό θα συμπεριλάβει ένα ειδικό «28ο» καθεστώς για τη διαδικασία αφερεγγυότητας για τις διασυνοριακές συστημικές τράπεζες, το οποίο αργότερα μπορεί να επεκταθεί σε όλες τις διασυνοριακές τράπεζες.

3.

Η Επιτροπή εγκρίνει μέτρο για τη θέσπιση, πριν από τον Απρίλιο του 2011, κριτηρίων για τον ορισμό των διασυνοριακών συστημικών τραπεζών. Με βάση αυτά τα κριτήρια, οι εν λόγω τράπεζες θα καθορίζονται τακτικά από το συμβούλιο εποπτών, μετά από διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικών Κινδύνων (άρθρο 12β της έκθεσης της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής της 17ης Μαΐου 2010 σχετικά με πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών («η έκθεση ΕΑΤ»).

4.

Για καθεμία από τις διασυνοριακές συστημικές τράπεζες, η ΕΑΤ θα ασκεί εποπτεία και θα ενεργεί μέσω των αρμοδίων εθνικών αρχών (σύμφωνα με την έκθεση ΕΑΤ).

5.

Η Επιτροπή θα εγκρίνει μέτρο που θα προτείνει ένα μηχανισμό μεταφοράς περιουσιακών στοιχείων εντός των διασυνοριακών συστημικών τραπεζών, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την ανάγκη προστασίας των δικαιωμάτων του κράτους υποδοχής.

6.

Ένα ταμείο χρηματοπιστωτικής σταθερότητας της ΕΕ και μια μονάδα εξυγίανσης θα υποστηρίζουν τις παρεμβάσεις της ΕΑΤ σχετικά με τη διαχείριση κρίσεων, την εξυγίανση ή την αφερεγγυότητα, όσον αφορά τις διασυνοριακές συστημικές τράπεζες.

Σύσταση 3 σχετικά με το ταμείο χρηματοπιστωτικής σταθερότητας της ΕΕ

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι η νομοθετική πράξη που πρόκειται να εγκριθεί θα πρέπει να αποβλέπει στις εξής ρυθμίσεις:

1.

Δημιουργείται Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της ΕΕ («Ταμείο»), υπό την ευθύνη της EAT, για τη χρηματοδότηση παρεμβάσεων (αποκατάσταση ή ομαλή εκκαθάριση) με στόχο τη διατήρηση της σταθερότητας του συστήματος και τον περιορισμό της μετάδοσης των αρνητικών επιπτώσεων από αφερέγγυες τράπεζες. Η Επιτροπή θα παρουσιάσει στο Κοινοβούλιο, έως τον Απρίλιο του 2011, πρόταση με λεπτομέρειες σχετικά με το καταστατικό, τη δομή, τη διαχείριση, το μέγεθος, το μοντέλο λειτουργίας του Ταμείου, καθώς και ακριβές χρονοδιάγραμμα υλοποίησης (σύμφωνα με τα σημεία 2 και 3 παρακάτω).

2.

Το Ταμείο:

θα είναι πανευρωπαϊκό·

θα χρηματοδοτείται εκ των προτέρων από τις διασυνοριακές συστημικές τράπεζες, με γνώμονα βασιζόμενα στην αξιολόγηση κινδύνων αντικυκλικά κριτήρια και λαμβάνοντας υπόψη τον συστημικό κίνδυνο που θέτει κάθε επιμέρους τράπεζα. Οι τράπεζες που συνεισφέρουν στο Ταμείο δεν θα έχουν την υποχρέωση να συνεισφέρουν σε παρόμοια ταμεία σταθερότητας ή μονάδες εξυγίανσης στις χώρες τους·

θα διακρίνεται και θα είναι ανεξάρτητοαπό τα συστήματα εγγύησης καταθέσεων·

θα έχει επαρκές μέγεθος για να στηρίζει τις προσωρινές παρεμβάσεις (όπως δάνεια, αγορές περιουσιακών στοιχείων, εισροές κεφαλαίων) και να καλύπτει το κόστος των διαδικασιών εξυγίανσης ή αφερεγγυότητας·

θα συσταθεί σταδιακά, αναγνωρίζοντας το τρέχον οικονομικό περιβάλλον·

θα σχεδιαστεί κατά τρόπο ώστε να μη δημιουργεί ηθικό κίνδυνο και να μη χρησιμοποιείται για τη διάσωση των μετόχων των τραπεζών, ούτε για ανταμοιβή των διαχειριστών για τη δική τους αποτυχία.

3.

Η Επιτροπή θα ασχοληθεί επίσης με:

τις κατευθυντήριες οδηγίες επενδύσεων για τα περιουσιακά στοιχεία του Ταμείου (κίνδυνος, ρευστότητα, ευθυγράμμιση με τους στόχους της ΕΕ)·

τα κριτήρια επιλογής για τον φορέα διαχείρισης των περιουσιακών στοιχείων του Ταμείου (εσωτερικός ή μέσω τρίτου μέρους από τον ιδιωτικό ή τον δημόσιο τομέα, όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων)·

τη δυνατότητα να λαμβάνονται οι εισφορές υπόψη στον υπολογισμό των κανονιστικών συντελεστών κεφαλαιακής επάρκειας·

διοικητικά μέτρα (ποινές ή συστήματα αποζημίωσης) για όσες διασυνοριακές συστημικές τράπεζες προσφεύγουν στο Ταμείο·

τις προϋποθέσεις για ενδεχόμενη επέκταση του πεδίου δράσης του Ταμείου, προκειμένου να συμπεριλαμβάνονται όλες οι διασυνοριακές τράπεζες πέραν των διασυνοριακών συστημικών τραπεζών·

την εμβέλεια (και την καταλληλότητα) της δημιουργία δικτύου εθνικών ταμείων για την κάλυψη των αναγκών όλων των ιδρυμάτων που δεν συμμετέχουν στο Ταμείο. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα ενωσιακό πλαίσιο για τη ρύθμιση υφισταμένων και μελλοντικών εθνικών ταμείων, το οποίο θα συμμορφώνεται με μια ενιαία και δεσμευτική σειρά κοινών κανόνων.

Σύσταση 4 σχετικά με τη μονάδα εξυγίανσης

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι η νομοθετική πράξη που πρόκειται να εγκριθεί θα πρέπει να αποβλέπει στις εξής ρυθμίσεις:

Θα συγκροτηθεί ανεξάρτητη μονάδα εξυγίανσης εντός της ΕΑΤ προκειμένου να καθοδηγεί τις διαδικασίες εξυγίανσης και αφερεγγυότητας για τις διασυνοριακές συστημικές τράπεζες. Η συγκεκριμένη μονάδα:

θα λειτουργεί εντός των αυστηρών ορίων που προσδιορίζονται από το νομικό πλαίσιο και τις αρμοδιότητες της ΕΑΤ·

θα περιλαμβάνει δεξαμενή εμπειρογνωμόνων του νομικού και χρηματοπιστωτικού τομέα, ιδιαίτερα πεπειραμένων σε αναδιαρθρώσεις, ανακάμψεις και εκκαθαρίσεις τραπεζών·

θα συνεργάζεται στενά με τις εθνικές αρχές όσον αφορά την εφαρμογή, την τεχνική συνδρομή και την ανταλλαγή προσωπικού·

θα προτείνει εκταμιεύσεις από το Ταμείο·

όποτε προκύπτει ανάγκη εξυγίανσης ή εκκαθάρισης ενός διασυνοριακού ιδρύματος, θα πρέπει να διενεργεί διεξοδική έρευνα με ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, οριζομένους από την ΕΑΤ, με σκοπό την ανάδειξη των αιτίων και των ευθυνών. Το Κοινοβούλιο θα πρέπει να ενημερώνεται για τα αποτελέσματα των ερευνών.