15.3.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 81/6


Τετάρτη, 5 Μαΐου 2010
Εξουσία ανάθεσης νομοθετικού έργου

P7_TA(2010)0127

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2010 σχετικά με την αρμοδιότητα νομοθετικής εξουσιοδότησης (2010/2021(INI))

2011/C 81 E/02

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το άρθρο 290 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ΣΛΕΕ»),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 23ης Σεπτεμβρίου 2008 με συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με την προσαρμογή των νομοθετικών πράξεων στην νέα απόφαση για την Επιτροπολογία (1),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με τον νέο ρόλο και τις νέες αρμοδιότητες του Κοινοβουλίου στο πλαίσιο της εφαρμογής της Συνθήκης της Λισαβόνας (2),

έχοντας υπόψη τη θέση του της 24ης Νοεμβρίου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί προσαρμογής σειράς πράξεων που υπόκεινται στη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης στην απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, σχετικά με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο –Προσαρμογή στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο – μέρος πέμπτο (3),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 9ης Δεκεμβρίου 2009 σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 290 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (COM(2009)0673),

έχοντας υπόψη την από 29 Ιανουαρίου 2010 επιστολή του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προς τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με τα άρθρα 290 και 291 ΣΛΕΕ,

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A7-0110/2010),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας κατοχυρώνει τις νομοθετικές αρμοδιότητες και εισάγει μια ιεράρχηση των κανονιστικών διατάξεων στην έννομη τάξη της Ένωσης, ενισχύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο το δημοκρατικό χαρακτήρα της Ένωσης και εξορθολογίζοντας την έννομη τάξη της· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας εισάγει την νέα έννοια της νομοθετικής πράξης, γεγονός που επιφέρει ευρύτατες συνέπειες,

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ένα από τα στοιχεία της νομοθετικής εξουσίας έγκειται, σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ, στη δυνατότητα του νομοθέτη να εκχωρεί με νομοθετική πράξη (εφεξής «η βασική πράξη») μέρος των αρμοδιοτήτων του στην Επιτροπή,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η νομοθετική εξουσιοδότηση είναι μία ευαίσθητη λειτουργία με την οποία ανατίθεται στην Επιτροπή η άσκηση μιας εξουσίας που είναι σύμφυτη με το ρόλο του νομοθέτη· λαμβάνοντας υπόψη ότι αφετηρία για την εξέταση του ζητήματος της νομοθετικής εξουσιοδότησης πρέπει συνεπώς πάντοτε να είναι η ελευθερία του νομοθέτη,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η εκχωρούμενη αυτή αρμοδιότητα μπορεί να συνίσταται μόνο στη συμπλήρωση ή τροποποίηση τμημάτων μιας νομοθετικής πράξης την οποία ο νομοθέτης δεν θεωρεί ουσιώδη· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι κατ' εξουσιοδότηση πράξεις που θα εκδίδει στη συνέχεια η Επιτροπή θα είναι μη νομοθετικές πράξεις γενικής ισχύος· λαμβάνοντας υπόψη ότι η βασική πράξη πρέπει να ορίζει ρητώς τους στόχους, το περιεχόμενο, την έκταση και τη διάρκεια της εξουσιοδότησης αυτής και πρέπει να θεσπίζει τους όρους στους οποίους υπόκειται η εξουσιοδότηση,

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι κατ' εξουσιοδότηση πράξεις θα έχουν σημαντικές συνέπειες σε πολλούς τομείς· λαμβάνοντας επομένως υπόψη ότι έχει υψίστη σημασία, ιδίως όσον αφορά τις κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, να αναπτύσσονται και να αποφασίζονται με πλήρη διαφάνεια που επιτρέπει πράγματι στους συννομοθέτες να ελέγχουν με δημοκρατικό τρόπο την άσκηση των αρμοδιοτήτων που εκχωρούνται στην Επιτροπή, συμπεριλαμβανομένου, εφόσον κριθεί αναγκαίο, του δημοσίου διαλόγου στο Κοινοβούλιο,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο θα πρέπει να έχει πλήρη ισοτιμία με το Συμβούλιο όσον αφορά όλες τις πτυχές της αρμοδιότητας νομοθετικής εξουσιοδότησης,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η «διαδικασία Lamfalussy» προλείανε το έδαφος για τον ισχύοντα μηχανισμό της εξουσιοδότησης με πλήρη έλεγχο από το νομοθέτη· λαμβάνοντας υπόψη ότι η δήλωση 39 της Διάσκεψης των εκπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών της 23 Ιουλίου 2007, που προσαρτήθηκε στη Συνθήκη της Λισαβόνας, αναγνώρισε τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών· λαμβάνοντας υπόψη ότι το νέο καθεστώς των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων δεν μπορεί με κανένα τρόπο να υπονομεύσει τα υφιστάμενα δικαιώματα του Κοινοβουλίου στον τομέα αυτό, ιδίως όσον αφορά την έγκαιρη διαβίβαση εγγράφων και πληροφοριών,

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η εξουσιοδότηση μπορεί να θεωρηθεί ως ένα μέσο για τη βελτίωση της νομοθεσίας, στόχος του οποίου είναι να διασφαλιστεί ότι η νομοθεσία μπορεί να είναι απλή και συγχρόνως να συμπληρώνεται και να ενημερώνεται χωρίς ανάγκη προσφυγής σε επαναληπτικές νομοθετικές διαδικασίες, ταυτόχρονα δε ο νομοθέτης θα μπορεί να διατηρεί τη βασική του αρμοδιότητα και ευθύνη,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 291 ΣΛΕΕ, σε αντίθεση με τη διαδικασία που ισχύει στο άρθρο 290 ΣΛΕΕ σχετικά με τα μέτρα εφαρμογής, δεν περιλαμβάνει μια νομική βάση για την έγκριση οριζόντιας πράξης που θεσπίζει τους κανόνες και τις γενικές αρχές που διέπουν την εκχώρηση αρμοδιοτήτων· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι προϋποθέσεις αυτές πρέπει συνεπώς να θεσπίζονται σε κάθε βασική πράξη,

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη την ευθύνη της Επιτροπής ενώπιων του Κοινοβουλίου· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αρμόδιος για τις διοργανικές σχέσεις και τη διοίκηση Επίτροπος ανέλαβε κατά την ακρόασή του ενώπιον της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων στις 18 Ιανουαρίου 2010 τη δέσμευση να συνεργαστεί στενά με το Κοινοβούλιο, προκειμένου να διασφαλίσει ότι η Επιτροπή θα ασκεί τις κατ' εξουσιοδότηση αρμοδιότητές της κατά τρόπο που θα ικανοποιεί το Κοινοβούλιο,

Πτυχές που πρέπει να καθορίζονται στη βασική πράξη

1.

θεωρεί ότι οι στόχοι, το περιεχόμενο, η έκταση και η διάρκεια μιας εξουσιοδότησης σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ πρέπει να ορίζονται ρητώς και λεπτομερώς σε κάθε βασική πράξη·

2.

τονίζει ότι το άρθρο 290 ΣΛΕΕ παρέχει στο νομοθέτη την ελευθερία να επιλέγει ποιο μηχανισμό (ποιους μηχανισμούς) ελέγχου θα θεσπίσει· θεωρεί ότι οι δύο δυνατότητες που απαριθμεί το άρθρο 290 παράγραφος 2, δηλαδή η έκφραση αντιρρήσεων και η ανάκληση, έχουν αμιγώς ενδεικτικό χαρακτήρα και ότι η εκχώρηση αρμοδιοτήτων θα μπορούσε να υπαχθεί και σε άλλα μέσα ελέγχου, όπως μια ρητή έγκριση από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για κάθε κατ' εξουσιοδότηση πράξη ή η δυνατότητα ακύρωσης μεμονωμένων κατ' εξουσιοδότηση πράξεων που έχουν τεθεί ήδη σε ισχύ·

3.

φρονεί ωστόσο ότι τα δύο παραδείγματα πιθανών προϋποθέσεων που μνημονεύει το άρθρο 290 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ, δηλαδή η έκφραση αντιρρήσεων και η ανάκληση, μπορούν να θεωρηθούν ως οι πλέον συνήθεις τρόποι ελέγχου της άσκησης εκχωρούμενων αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή και πρέπει αμφότεροι να περιλαμβάνονται σε κάθε βασική πράξη·

4.

υποστηρίζει ότι οι διαδικασίες ελέγχου που θεσπίζει ο νομοθέτης πρέπει να τηρούν ορισμένες γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου και ότι, ειδικότερα, πρέπει:

να είναι απλές και εύκολα κατανοητές,

να εξασφαλίζουν ασφάλεια του δικαίου,

να διευκολύνουν την Επιτροπή να ασκεί αποτελεσματικά τις εκχωρούμενες αρμοδιότητες, και

να διευκολύνουν το νομοθέτη να παρακολουθεί με τον δέοντα τρόπο την άσκηση των εκχωρούμενων αρμοδιοτήτων·

5.

θεωρεί ότι η άσκηση από το Κοινοβούλιο του δικαιώματος να εκφράσει αντιρρήσεις εξαρτάται αναγκαστικά από τον κοινοβουλευτικό του ρόλο και τους τόπους εργασίας του· φρονεί ότι δεν είναι απαραίτητο να θεσπιστεί μια συγκεκριμένη προθεσμία για την έκφραση αντιρρήσεων που να ισχύει για όλες τις νομοθετικές πράξεις και ότι η προθεσμία αυτή πρέπει να θεσπίζεται κατά περίπτωση σε κάθε βασική πράξη, λαμβάνοντας υπόψη το βαθμό πολυπλοκότητας των θεμάτων, και να είναι επαρκής ώστε να καθίσταται δυνατός ο αποτελεσματικός έλεγχος της εξουσιοδότησης, χωρίς να καθυστερείται αναίτια η έναρξη ισχύος των μη αμφιλεγόμενων κατ' εξουσιοδότηση πράξεων·

6.

πιστεύει ότι σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, για παράδειγμα σε ζητήματα ασφάλειας, υγείας ή σε ανθρωπιστικές κρίσεις, θα πρέπει να εισάγεται στην ίδια τη βασική πράξη μια διαδικασία κατεπείγοντος·

7.

πιστεύει, ωστόσο, ότι στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων για τις οποίες απαιτείται ταχεία έγκριση πράξεων κατ' εξουσιοδότηση, μπορεί να εφαρμοστεί μια ευέλικτη διαδικασία που θα προβλέπει την έγκαιρη αποδοχή τους από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις·

8.

υποστηρίζει ότι η διάρκεια ισχύος της εξουσιοδότησης μπορεί να είναι απεριόριστη, λαμβάνοντας υπόψη ότι η εξουσιοδότηση μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή· φρονεί, ωστόσο, ότι μια εξουσιοδότηση περιορισμένης διάρκειας θα μπορούσε να παρέχει τη δυνατότητα περιοδικών ανανεώσεων μετά από ρητή αίτηση της Επιτροπής· θεωρεί ότι η εξουσιοδότηση μπορεί να ανανεωθεί μόνο εφόσον τόσο το Κοινοβούλιο όσο και το Συμβούλιο δεν εκφράσουν αντιρρήσεις εντός μιας συγκεκριμένης προθεσμίας·

9.

αντιτίθεται με έμφαση στην προσθήκη στις βασικές πράξεις διατάξεων που επιβάλλουν στο νομοθέτη πρόσθετες υποχρεώσεις πέραν εκείνων που προβλέπει ήδη το άρθρο 290 ΣΛΕΕ·

Πρακτικές ρυθμίσεις

10.

θεωρεί ότι ορισμένες πρακτικές ρυθμίσεις μπορούν να συντονίζονται καλύτερα με κοινή συνεννόηση μεταξύ των θεσμικών οργάνων, που δύναται να λάβει τη μορφή διοργανικής συμφωνίας και θα καλύπτει μεταξύ άλλων:

τις διαβουλεύσεις κατά την προετοιμασία και την κατάρτιση των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων,

την αμοιβαία ανταλλαγή πληροφοριών, ιδίως σε περίπτωση ανάκλησης,

τις ρυθμίσεις για τη διαβίβαση εγγράφων,

τις ελάχιστες προθεσμίες για την έκφραση αντιρρήσεων από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο,

τον υπολογισμό των χρονικών περιόδων,

τη δημοσίευση των πράξεων στην Επίσημη Εφημερίδα στα διάφορα στάδια της διαδικασίας·

11.

υπογραμμίζει ότι, κατά την επεξεργασία και κατάρτιση των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων, η Επιτροπή πρέπει:

να διασφαλίζει την έγκαιρη και συνεχή διαβίβαση πληροφοριών και σχετικών εγγράφων στις αρμόδιες επιτροπές του Κοινοβουλίου, συμπεριλαμβανομένων των διαδοχικών σχεδίων των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων καθώς και οιωνδήποτε έγγραφων συνεισφορών· προς τον σκοπό αυτό θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί το σημερινό μητρώο επιτροπολογίας ως υπόδειγμα για ένα βελτιωμένο ψηφιακό σύστημα ενημέρωσης·

να δίδει στο Κοινοβούλιο πρόσβαση στις σχετικές προπαρασκευαστικές συνεδριάσεις, στις ανταλλαγές απόψεων και στις διαβουλεύσεις·

12.

φρονεί ότι η ανταλλαγή πληροφοριών πριν από την ανάκληση πρέπει να πραγματοποιείται για λόγους διαφάνειας, αβροφροσύνης και εντίμου συνεργασίας μεταξύ των ενδιαφερόμενων θεσμικών οργάνων, διασφαλίζοντας έτσι ότι όλα τα όργανα έχουν εγκαίρως πλήρη επίγνωση της δυνατότητας ανάκλησης· θεωρεί, ωστόσο, περιττή και προκαλούσα σύγχυση τη θέσπιση μιας ειδικής νομικής υποχρέωσης στις βασικές πράξεις για την αιτιολόγηση των λόγων έγκρισης ορισμένων νομοθετικών πράξεων, επιπλέον της γενικής απαίτησης που θεσπίζει το άρθρο 296 ΣΛΕΕ που ισχύει για όλες τις νομοθετικές πράξεις·

13.

προτείνει να θεσπίζεται σε κάθε μελλοντική συμφωνία μια ελάχιστη προθεσμία για την έκφραση αντιρρήσεων, με τη διευκρίνηση ότι η προθεσμία αυτή δεν πρέπει να είναι άκαμπτη αλλά να αποτελεί ένα ελάχιστο όριο χωρίς το οποίο ο δημοκρατικός έλεγχος του Κοινοβουλίου θα καθίστατο αλυσιτελής· θεωρεί ότι η ελάχιστη προθεσμία για την έκφραση αντιρρήσεων πρέπει να ανέρχεται σε δύο μήνες με δυνατότητα παράτασης κατά δύο ακόμη μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου· τονίζει ωστόσο ότι η προθεσμία για την έκφραση αντιρρήσεων πρέπει να εξαρτάται από τη φύση των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων·

14.

επιμένει, στο πλαίσιο κάθε μελλοντικής συμφωνίας, ότι οι διάφορες προθεσμίες ελέγχου των πράξεων κατ' εξουσιοδότηση πρέπει να ξεκινούν μόνο μετά τη διαβίβαση όλων των γλωσσικών τους εκδόσεων από την Επιτροπή και πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη την αναστολή εργασιών και τις περιόδους εκλογών του Κοινοβουλίου·

15.

τονίζει, στο πλαίσιο κάθε μελλοντικής συμφωνίας, ότι οι πράξεις κατ' εξουσιοδότηση που υπόκεινται σε δικαίωμα έκφρασης αντιρρήσεων μπορούν να δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα και συνεπώς να τίθενται σε εφαρμογή μόνο μετά τη λήξη της προθεσμίας για την έκφραση αντιρρήσεων, με εξαίρεση την περίπτωση κατά την οποία έχει εφαρμοστεί μια διαδικασία έγκαιρης αποδοχής· θεωρεί περιττή μια ρητή διάταξη που θα επιβάλλει σε κάθε βασική πράξη στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να δημοσιεύουν αποφάσεις που ελήφθησαν κατά τον έλεγχο της άσκησης των εκχωρούμενων αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή·

Τελικές παρατηρήσεις

16.

καλεί όλες τις επιτροπές του να ανταλλάσσουν και να ανανεώνουν τακτικά τις βέλτιστες πρακτικές και να θεσπίσουν ένα μηχανισμό προκειμένου να διασφαλιστεί η μεγαλύτερη δυνατή συνεκτικότητα των ενεργειών του Κοινοβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ· υπογραμμίζει την ανάγκη καθεμία εκ των επιτροπών του να οργανώνει τις εργασίες της με τρόπο που συνάδει με την ειδική της φύση και αξιοποιεί τη συσσωρευμένη της εμπειρογνωμοσύνη·

17.

απαιτεί από τη διοίκηση του Κοινοβουλίου να δημιουργήσει μέσω ανακατανομής (ουδέτερα ως προς τον προϋπολογισμό) τις απαραίτητες θέσεις για να εξασφαλιστεί η ανάλογη υποστήριξη της εκτέλεσης καθηκόντων που συνδέονται με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ· ζητεί μια θεσμική προσέγγιση στην αξιολόγηση των διοικητικών δομών και του ανθρώπινου δυναμικού για την ανάπτυξη των κατ' εξουσιοδότηση αρμοδιοτήτων·

18.

καλεί μετ’ επιτάσεως την Επιτροπή να υποβάλει κατά προτεραιότητα τις νομοθετικές προτάσεις που απαιτούνται για την προσαρμογή του κεκτημένου στις διατάξεις των άρθρων 290 και 291 ΣΛΕΕ; θεωρεί σε σχέση με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ, ότι η προσαρμογή αυτή δεν πρέπει να περιοριστεί σε εκείνα τα μέτρα που ρυθμίζονταν στο παρελθόν στο πλαίσιο της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο, αλλά πρέπει να αφορά όλα τα κατάλληλα μέτρα γενικής ισχύος, ανεξάρτητα από τη διαδικασία λήψης αποφάσεων ή τη διαδικασία επιτροπολογίας που εφαρμοζόταν σε αυτά πριν από την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας·

19.

εμμένει ότι πρώτη προτεραιότητα πρέπει να είναι η προσαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου στους τομείς της πολιτικής που ρυθμίζονταν χωρίς συναπόφαση πριν από την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας· ζητεί να εξετάζονται κατά περίπτωση προκειμένου να διασφαλίζεται ότι, ιδίως όλα τα κατάλληλα μέτρα γενικής ισχύος που εγκρίνονταν μέχρι τώρα βάσει των άρθρων 4 και 5 της απόφασης του Συμβουλίου 1999/468/ΕΚ της 28ης Ιουνίου 1999 σχετικά με τις διαδικασίες για την άσκηση εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που εκχωρούνται στην Επιτροπή (4), θα ορίζονται πλέον ως κατ' εξουσιοδότηση πράξεις·

20.

θεωρεί ότι, προκειμένου να διαφυλάσσονται πλήρως τα προνόμια του νομοθέτη, θα πρέπει να δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στη σχετική χρήση των άρθρων 290 και 291 ΣΛΕΕ και στις πρακτικές συνέπειες της προσφυγής στο ένα ή το άλλο άρθρο, είτε κατά τη διάρκεια της προαναφερόμενης προσαρμογής είτε κατά την εξέταση προτάσεων βάσει της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας· επιμένει ότι οι συννομοθέτες έχουν την αρμοδιότητα να αποφασίζουν ότι τα θέματα τα οποία προηγουμένως εγκρίνονταν σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο (ΚΔΕ) μπορούν να εγκριθούν είτε σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ είτε σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία·

*

* *

21.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 8 E, 14.1.2010, σ. 22.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0373.

(3)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2009)0083.

(4)  ΕΕ L 184, 17.7.1999, σ. 23.