18.12.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 347/1


460ή ΣΫΝΟΔΟΣ ΟΛΟΜΈΛΕΙΑΣ ΤΗΣ 17 ΗΣ ΚΑΙ 18ΗΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΊΟΥ 2010

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την προσαρμογή των δεξιοτήτων στις ανάγκες των μεταλλασσόμενων βιομηχανιών και υπηρεσιών — Τα οφέλη της ενδεχόμενης σύστασης τομεακών συμβουλίων για την απασχόληση και τις δεξιότητες σε ευρωπαϊκό επίπεδο

(διερευνητική γνωμοδότηση)

(2010/C 347/01)

Εισηγητής: ο κ. KRZAKLEWSKI

Συνεισηγητής: ο κ. SZÜCS

Σε επιστολή της με ημερομηνία 29 Ιουνίου 2009, η Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Margot Wallström ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή να καταρτίσει, σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, διερευνητική γνωμοδότηση με θέμα:

Προσαρμογή των δεξιοτήτων στις ανάγκες των μεταλλασσόμενων βιομηχανιών και υπηρεσιών - Τα οφέλη της ενδεχόμενης σύστασης τομεακών συμβουλίων για την απασχόληση και τις δεξιότητες σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Η Συμβουλευτική Επιτροπή Βιομηχανικών Μεταλλαγών, στην οποία ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή της στις 4 Φεβρουαρίου 2010.

Κατά την 460ή σύνοδο ολομελείάς της, της 17ης και 18ης Φεβρουαρίου 2010 (συνεδρίαση της 17ης Φεβρουαρίου 2010), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 149 ψήφους υπέρ, 6 ψήφους κατά και 5 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1   Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή επιδοκιμάζει την ιδέα της σύστασης τομεακών συμβουλίων για την απασχόληση και τις δεξιότητες σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Κατά την άποψή της, τα τομεακά συμβούλια με την κατάλληλη οργάνωση και διαχείριση, στα οποία θα συμμετέχουν διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη, αναμένεται να παράσχουν σημαντική υποστήριξη στη διαδικασία διαχείρισης των τομεακών αλλαγών και, ειδικότερα, στην πρόβλεψη της εξέλιξης των αναγκών όσον αφορά την απασχόληση και τις δεξιότητες και στην αντιστοίχιση των δεξιοτήτων προς την προσφορά και τη ζήτηση.

1.2   Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι τα ευρωπαϊκά τομεακά συμβούλια (ΕΤΣ) θα μπορούσαν να υποστηρίξουν τη διαχείριση των τομεακών αλλαγών και να συμβάλουν στους στόχους της πρωτοβουλίας «Νέες δεξιότητες για νέες θέσεις εργασίας», ενώ θα ήταν χρήσιμο να ζητείται η γνώμη τους όποτε λαμβάνονται αποφάσεις σχετικά με τομεακές μεταλλαγές σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

1.3   Έπειτα από ανάλυση των πλεονεκτημάτων και των μειονεκτημάτων που αξιολογήθηκαν σε μελέτη σκοπιμότητας των πολιτικών επιλογών για τις διάφορες δυνατές μορφές αυτών των συμβουλίων, η ΕΟΚΕ τείνει προς την υποστήριξη της ιδέας κοινωνικών συμβουλίων εμπνευσμένων από τον ευρωπαϊκό κοινωνικό διάλογο. Τα τομεακά συμβούλια θα μπορούσαν να ωφεληθούν σημαντικά από την επαφή (σε βάση συνεργασίας) με τις διαρθρώσεις του ευρωπαϊκού τομεακού κοινωνικού διαλόγου (ΕΤΚΔ) και με τις πολιτικές τους δραστηριότητες.

Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, οι δραστηριότητες των τομεακών επιτροπών του ευρωπαϊκού κοινωνικού διαλόγου (ΤΕΕΚΔ) θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως πρότυπο για τη λειτουργία των ΕΤΣ.

1.4.1   Πρέπει, ωστόσο, να τονιστεί ότι τα ΕΤΣ ενδέχεται να καλύπτουν ευρύτερο πεδίο, από την άποψη του αριθμού των ενδιαφερόμενων μερών που θα τα απαρτίζουν, και να έχουν πιο ανεξάρτητο ρόλο από ό,τι οι ΤΕΕΚΔ, καθώς θα επικεντρώνονται περισσότερο στις δεξιότητες και στην αγορά εργασίας παρά στον κοινωνικό διάλογο.

1.4.2   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι και εκείνοι οι τομείς που δεν διαθέτουν διαρθρώσεις ΕΚΤ θα πρέπει να έχουν επίσης την ευκαιρία να συγκροτήσουν ΕΤΣ. Αυτό το νέο ΕΤΣ θα μπορούσε έπειτα να χρησιμεύσει ως έμπνευση για τη συγκρότηση νέας ΤΕΕΚΔ.

1.5   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι τα μελλοντικά ΕΤΣ θα πρέπει να διατηρούν στενή και τακτική συνεργασία με τα αντίστοιχα εθνικά. Συνιστά δε όπως τα ΕΤΣ υποστηρίξουν τη σύσταση εθνικών συμβουλίων, εκεί όπου δεν υπάρχουν ακόμη, παρέχοντάς τους συμβουλές και παραδείγματα βέλτιστων πρακτικών.

1.6   Η ΕΟΚΕ πιστεύει πως τα πιο σημαντικά καθήκοντα που θα μπορούσαν να επιτελούν τα ΕΤΣ, πέρα από την υποστήριξη της διαχείρισης των τομεακών αλλαγών, θα ήταν τα εξής:

ανάλυση των ποσοτικών και των ποιοτικών τάσεων της αγοράς εργασίας στον τομέα τους·

συστάσεις για την κάλυψη και την εξάλειψη των ποσοτικών και ποιοτικών χασμάτων που υπάρχουν στην αγορά εργασίας του τομέα τους και εφαρμογή προγραμμάτων και μέτρων για την επίτευξη αυτού του στόχου·

υποστήριξη της συνεργασίας των επιχειρήσεων με τους παρόχους ΕΕΚ (1).

1.7   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι, για την αποτελεσματική λειτουργία των ΕΤΣ, είναι σημαντικό:

να αποτελούν πλατφόρμα, η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει τους κοινωνικούς εταίρους, τους οργανισμούς και τα ιδρύματα εκπαίδευσης και κατάρτισης, τα δημόσια ιδρύματα, οργανισμούς και αρχές, τις επαγγελματικές οργανώσεις, τα ιδρύματα που παρέχουν επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση (ΕΕΚ) και αρχική επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση (ΑΕΕΚ)·

να έχουν τομεακή επικέντρωση, δηλ. να εστιάζουν σε –ευρέως νοούμενους– τομείς και να ασχολούνται με τα συγκεκριμένα επαγγέλματα αυτών των τομέων·

να λαμβάνουν υπόψη τις δυναμικές αλλαγές στο πεδίο των διάφορων τομέων και τη δημιουργία νέων τομέων·

να διασφαλίζουν ότι στη διαχείριση συμμετέχουν εκπρόσωποι των εργοδοτών και των εργαζομένων, καθώς επίσης –όποτε χρειάζεται– και των διοργανωτών της κατάρτισης και των πολιτικών αρχών·

να διαθέτουν ισχυρές στρατηγικές εταιρικές σχέσεις, δηλαδή να αναπτύσσουν σχέσεις με τα δευτεροβάθμια σχολεία, τα ιδρύματα παροχής μεταλυκειακής επαγγελματικής κατάρτισης, τις πανεπιστημιακές σχολές, τις επιχειρήσεις, τα τομεακά συμβούλια και τις περιφερειακές αρχές·

να εφαρμόζουν ορθές και παραγωγικές στρατηγικές εργασίας, με εστίαση στη βιομηχανική πραγματικότητα και στις επείγουσες ανάγκες, όπως η ανάγκη πληροφοριών σχετικά με την αγορά εργασίας και τους τρόπους προσέλκυσης και διατήρησης των εργαζομένων στον τομέα, και να λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες των ΜΜΕ·

να λαμβάνουν υπόψη, κατά πρώτον λόγο, την κατάσταση και τις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας με γνώμονα την ευρωπαϊκή προοπτική·

να ενθαρρύνουν την ανάπτυξη μιας προσέγγισης, η μεθοδολογία της οποίας θα είναι κοινή και θα βασίζεται στην αποστολή (τα αποτελέσματα) των επιχειρήσεων, προκειμένου να είναι σαφής η διαδρομή ελέγχου από το τι γίνεται στο χώρο εργασίας έως την τελική κατάρτιση, την εκπαίδευση και τα προσόντα.

1.8   Για να ενισχυθεί η επιρροή των ΕΤΣ στις τομεακές αλλαγές, η ΕΟΚΕ συνιστά να προσέξουν το θέμα της συνεχούς εκπαίδευσης σε όλα τα επίπεδα και, ιδιαίτερα, της συνεχούς επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης (ΣΕΕΚ) – η οποία να συνοδεύεται από αρχική επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση (ΑΕΕΚ) – καθώς και άλλες μορφές της διά βίου ανάπτυξης και αναγνώρισης των δεξιοτήτων.

1.9   Η ΕΟΚΕ προτείνει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στους τομείς που έχουν έντονο το στοιχείο της γνώσης, προπάντων σε συσχέτιση με πτυχές όπως η «πράσινη οικονομία».

Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, η σύσταση των τομεακών συμβουλίων θα πρέπει να βασιστεί στα επιτεύγματα πολιτικών διεργασιών όπως το ευρωπαϊκό πλαίσιο επαγγελματικών προσόντων (ΕΠΕΠ), το ευρωπαϊκό σύστημα μεταφοράς και σώρευσης ακαδημαϊκών μονάδων για την τριτοβάθμια εκπαίδευση (ECTS), το ευρωπαϊκό σύστημα μεταφοράς μονάδων για την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση (ECVET), το ευρωπαϊκό πλαίσιο αναφοράς για τη διασφάλιση της ποιότητας στην επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση (EQARF) και το Europass και να συμβάλει στην περαιτέρω ανάπτυξή τους.

1.10.1   Είναι σημαντικό τα ΕΤΣ να προσανατολιστούν, εφαρμόζοντας την ανοιχτή μέθοδο συντονισμού, προς την εναρμόνιση της πολιτικής για τη συνεχή κατάρτιση.

1.11   Η ΕΟΚΕ συνιστά να αναπτύσσουν τα σχεδιαζόμενα ΕΤΣ συνεχή συνεργασία με τα ευρωπαϊκά ανώτατα και ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα, πράγμα που αναμένεται να συμβάλει στη σύνδεση της βιομηχανίας με τις πανεπιστημιακές έρευνες που αφορούν την κατάρτιση. Ως προς αυτό το θέμα, το φόρουμ πανεπιστημίων-επιχειρήσεων έχει καταδείξει τα οφέλη που έχει αυτή η συνεργασία για τη βιομηχανία και για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. (2)

1.12   Εξετάζοντας τις σχέσεις μεταξύ των ευρωπαϊκών τομεακών συμβουλίων, αφενός, και του Ευρωπαϊκού Κέντρου για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (Cedefop) και του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας (Eurofοund), αφετέρου, η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι η υποστήριξη του έργου των ευρωπαϊκών συμβουλίων, σε επίπεδο διάρθρωσης και πληροφοριών, από το Cedefop και το Eurofοund θα πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά τον προσδιορισμό των καθηκόντων των ανωτέρω ιδρυμάτων. Προς τούτο, απαιτείται να τους χορηγηθούν πρόσθετοι πόροι.

1.13   Η ΕΟΚΕ θα ήθελε να υπογραμμίσει τη σύσταση τα τομεακά συμβούλια να συνεργαστούν και να αναπτύξουν μάλιστα συνδέσμους –όσο στο ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και στο εθνικό– με τα παρατηρητήρια της απασχόλησης και των δεξιοτήτων και με τα εθνικά και τα ευρωπαϊκά τους δίκτυα. Η σύσταση αυτή αφορά εκείνα τα συμβούλια που δεν διαθέτουν τέτοια παρατηρητήρια στην εσωτερική τους διάρθρωση. Συνιστάται στα κράτη μέλη που θα συγκροτήσουν τομεακά συμβούλια να υποστηρίξουν τη δημιουργία τέτοιων παρατηρητηρίων, εκεί όπου δεν υπάρχουν ακόμη, και τη δικτύωσή τους με τα τοπικά παρατηρητήρια.

Όσον αφορά τη χρηματοδότηση της διαδικασίας συγκρότησης και λειτουργίας των τομεακών συμβουλίων ευρωπαϊκού επιπέδου, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι οι πόροι για τον σκοπό αυτό πρέπει να δεσμευτούν από την έναρξη της εν λόγω διαδικασίας. Επιπροσθέτως, είναι σκόπιμο να προβλεφθούν πόροι για την υποστήριξη των συμβουλίων και για την ανάπτυξη των παρατηρητηρίων της αγοράς εργασίας και των δεξιοτήτων που θα συνεργάζονται με αυτά τα συμβούλια ή θα είναι ενσωματωμένα στη δομή τους.

1.14.1   Η ΕΟΚΕ συνιστά στην Επιτροπή, κατά τη διαμόρφωση του πιλοτικού σχεδίου για τα ΕΤΣ, να εξετάσει ως ενδεχόμενο τη δημιουργία περιορισμένου αρχικά αριθμού συμβουλίων, αντί να προβεί αμέσως στη συγκρότηση συμβουλίων για 20 τομείς. Αυτό σχετίζεται με τις δημοσιονομικές απαιτήσεις. Θα είναι ευκολότερο να εξασφαλιστεί χρηματοδότηση για τη δρομολόγηση 4-5 συμβουλίων ετησίως. Αυτή η μεσοπρόθεσμη χρηματοδοτική εξασφάλιση για το σχέδιο των ΕΤΣ φαίνεται πως αποτελεί ζήτημα νευραλγικής σημασίας.

1.15   Η ΕΟΚΕ ζητεί καλύτερη επαγγελματική διαχείριση των εκπαιδευτικών καινοτομιών. Η βελτίωση των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης της ΕΕ είναι ουσιώδης για την αύξηση της απασχολησιμότητας και τη μείωση των ανισοτήτων. Οι θεσμικές αλλαγές στην εκπαίδευση μετά βίας συμβαδίζουν με τις ανάγκες της κοινωνίας. Τα εκπαιδευτικά ιδρύματα πρέπει να λάβουν υπόψη την ανάγκη στενής σχέσης μεταξύ των αλλαγών, της καινοτομίας, της εκπαίδευσης και της κατάρτισης.

1.16   Η ΕΟΚΕ απευθύνει έκκληση να ενταχθεί και πάλι η εκπαίδευση και κατάρτιση στην πραγματική ζωή και να έλθει πιο κοντά τόσο στις ανάγκες της κοινωνίας όσο και στις συνήθειες των νέων γενεών μαθητών.

2.   Ιστορικό της γνωμοδότησης πρωτοβουλίας

Σε επιστολή της με ημερομηνία 29 Ιουνίου 2009, η Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Margot Wallström ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή να καταρτίσει διερευνητική γνωμοδότηση με θέμα «Προσαρμογή των δεξιοτήτων στις ανάγκες των μεταλλασσόμενων βιομηχανιών και υπηρεσιών - Τα οφέλη της ενδεχόμενης σύστασης τομεακών συμβουλίων ευρωπαϊκού επιπέδου για την απασχόληση και τις δεξιότητες».

2.1.1   Η επιστολή αναφέρεται στην τρέχουσα κρίση και στα μέτρα που μπορούν να ληφθούν στην αγορά εργασίας, για την προσαρμογή της στις ανάγκες της παραγωγής και για την ενίσχυση της κοινωνικής διαχείρισης των μεταλλαγών που συντελούνται στις υπηρεσίες και στη βιομηχανία.

2.1.2   Κατά την άποψη της Επιτροπής, για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, οι σημερινοί και οι μελλοντικοί εργαζόμενοι πρέπει να εφοδιαστούν με τις δεξιότητες που χρειάζονται οι επιχειρήσεις, οι οποίες θα τους επιτρέψουν να προσαρμοστούν στις αλλαγές. Αυτό ήταν το θέμα πρόσφατης ανακοίνωσης της Επιτροπής με τίτλο «Νέες δεξιότητες για νέες θέσεις εργασίας» [COM(2008) 868 τελικό], η οποία αποσκοπούσε στον εντοπισμό και στην αξιολόγηση των αναγκών της Ευρώπης σε δεξιότητες για την περίοδο έως το 2020 και στην ανάπτυξη στην ΕΕ της ικανότητας που θα καθιστά δυνατή την καλύτερη πρόβλεψη και αντιστοίχιση των δεξιοτήτων και των θέσεων εργασίας.

2.1.3   Στις 4 Νοεμβρίου 2009, η ΕΟΚΕ υιοθέτησε γνωμοδότηση με θέμα την ανακοίνωση (3).

2.2   Μετά τη δημοσίευση της ανακοίνωσης, διενεργείται επί του παρόντος, κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής, μελέτη σκοπιμότητας σχετικά με τη σύσταση τομεακών συμβουλίων ευρωπαϊκού επιπέδου για την απασχόληση και τις δεξιότητες. Η ΕΟΚΕ είχε πρόσβαση σε μια προσωρινή μορφή αυτής της μελέτης κατά την κατάρτιση της παρούσας γνωμοδότησης (4).

3.   Τάσεις και καινοτομίες στον τομέα της εκπαίδευσης και της κατάρτισης στην ΕΕ

α)   Ανάγκη καινοτομίας στα συστήματα μάθησης

3.1   Για την πλήρη αξιοποίηση των δυνατοτήτων του ευρωπαϊκού εργατικού δυναμικού, πρέπει οπωσδήποτε να ενισχυθεί το ανθρώπινο κεφάλαιο. Αυτό είναι σημαντικό από την άποψη της απασχολησιμότητας, της απασχόλησης, της ικανότητας προσαρμογής στις αλλαγές –ιδίως στο πλαίσιο της τρέχουσας οικονομικής κρίσης– αλλά και από την άποψη της κοινωνικής συνοχής.

3.2   Η ανάγκη μεγαλύτερης κινητικότητας των πολιτών στο εσωτερικό της Ευρώπης αποτελεί σημαντικό στόχο που αναγνωρίζεται στη Συνθήκη της Λισσαβώνας. Για να είναι εφικτή η κινητικότητα των εργαζομένων μεταξύ των διάφορων χωρών και κλάδων, οι εργοδότες πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να συγκρίνουν και να προσαρμόσουν τις δεξιότητες του εν δυνάμει νέου εργαζομένου (αποτελέσματα) στις ανάγκες της επιχείρησης. Αυτή είναι η βασική αρχή πίσω από το αίτημα της Επιτροπής για την «Προσαρμογή των δεξιοτήτων στις ανάγκες των βιομηχανιών».

3.3   Τα ΕΤΣ που θα συσταθούν θα πρέπει να ενθαρρύνουν μια προσέγγισης, η μεθοδολογία της οποίας θα είναι κοινή και θα βασίζεται στην αποστολή (τα αποτελέσματα) των επιχειρήσεων, προκειμένου να είναι σαφής η διαδρομή ελέγχου, από το τι γίνεται στον χώρο εργασίας έως την τελική κατάρτιση, την εκπαίδευση και τα προσόντα.

3.4   Η ΕΟΚΕ ζητεί καλύτερη επαγγελματική διαχείριση των εκπαιδευτικών καινοτομιών. Η βελτίωση των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης της ΕΕ είναι ουσιώδης για την αύξηση της απασχολησιμότητας και τη μείωση των ανισοτήτων. Οι θεσμικές αλλαγές στην εκπαίδευση με δυσκολία ακολουθούν τις μεταβολές των κοινωνικών αναγκών. Τα εκπαιδευτικά ιδρύματα πρέπει να λάβουν υπόψη την ανάγκη στενής σχέσης μεταξύ των αλλαγών, της καινοτομίας, της εκπαίδευσης και της κατάρτισης.

3.5   Η εκπαιδευτική καινοτομία συνδέεται σημαντικά με την κοινωνία της γνώσης και των πληροφοριών. Τα ιδρύματα κατάρτισης θα πρέπει να μελετήσουν τους νέους τρόπους μάθησης και να τους αποδώσουν τη δέουσα προσοχή. Οι νέες μέθοδοι μάθησης, όπως τα συνεργατικά μοντέλα με τη βοήθεια ΤΠΕ, αναμένεται να διευκολύνουν τον συντονισμό μεταξύ των διάφορων συνιστωσών της διά βίου μάθησης –όπως η εκπαίδευση των ενηλίκων, η τριτοβάθμια εκπαίδευση, η σχολική εκπαίδευση και η άτυπη μάθηση– μειώνοντας έτσι τον θεσμικό διαχωρισμό τους.

3.6   Η απόδοση μεγαλύτερης σημασίας στις γνώσεις που έχουν αποκτηθεί στο παρελθόν και η πιστοποίησή τους έχουν στρατηγικές συνέπειες, ιδίως επειδή ενθαρρύνουν τους εργαζόμενους να επωφεληθούν από τις δυνατότητες της διά βίου μάθησης. Τα συστήματα διαπίστευσης και τα επαγγελματικά προσόντα θα πρέπει να συνδέονται όλο και περισσότερο με τα μαθησιακά αποτελέσματα ενώ θα πρέπει να μειωθούν οι γραφειοκρατικοί φραγμοί.

3.7   Οι πολιτικές θα πρέπει να καλύπτουν τόσο την άτυπη όσο και τη μη τυπική μάθηση, αναγνωρίζοντας ότι η διά βίου μάθηση αποτελεί πλέον πραγματικότητα, χάρη –μεταξύ άλλων– στα ψηφιακά και τα κοινωνικά μαθησιακά δίκτυα.

β)   Επιδίωξη μεγαλύτερης συμμετοχής των ενδιαφερομένων

3.8   Η εν εξελίξει σήμερα διεργασία της παγκοσμιοποίησης, σε συνδυασμό με τις ραγδαίες τεχνολογικές μεταβολές, δημιουργεί προβλήματα ανεπάρκειας δεξιοτήτων μεταξύ του εργατικού δυναμικού και ανάγκη καλύτερης ολοκλήρωσης μεταξύ της εκπαίδευσης, της κατάρτισης και της εργασίας. Η μεγαλύτερη συμμετοχή των ενδιαφερομένων στη διά βίου μάθηση αναμένεται ότι θα συμβάλει στη δημιουργία καλύτερων συνθηκών για τον σχεδιασμό, την εφαρμογή και την αξιολόγηση των καινοτομιών στο εκπαιδευτικό σύστημα, για την αποτελεσματική διαχείριση του μεταβαλλόμενου φάσματος των δεξιοτήτων και των ικανοτήτων. Η βελτίωση της γνώσης, της συνειδητοποίησης και της συμμετοχής των επιχειρήσεων σ’ αυτή τη διεργασία αποτελεί επιτακτική ανάγκη.

3.9   Οι εργοδότες θα πρέπει να κατανοήσουν ακόμα περισσότερο ότι η κατάρτιση του εργατικού δυναμικού δεν συμβάλλει μόνο στη δημιουργία πραγματικών οικονομικών συνθηκών, αλλά αποτελεί και εργαλείο για τη βελτίωση του εργατικού δυναμικού μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.

3.10   Θα πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στην αξία της ανάπτυξης του επιχειρηματικού πνεύματος. Θα πρέπει επίσης να δοθεί μεγαλύτερη σημασία στην ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων και στην ενθάρρυνση της κινητικότητας του εργατικού δυναμικού κατά τη διαμόρφωση των αγορών εργασίας. Χρειάζονται περισσότερες και καλύτερες διαθέσιμες πληροφορίες για τις αγορές εργασίας, τις τάσεις τους και τις ανάγκες τους σε δεξιότητες, καθώς και καλύτερες υπηρεσίες καθοδήγησης και υποστήριξης των ατόμων που αναζητούν εργασία.

γ)   Εκπαίδευση και κατάρτιση πιο κοντά στην πραγματική ζωή

3.11   Η ΕΟΚΕ ζητεί να ενσωματωθεί εκ νέου η εκπαίδευση και κατάρτιση στην πραγματική ζωή και να έλθει πιο κοντά τόσο στις ανάγκες της κοινωνίας όσο και στις συνήθειες των νέων γενεών μαθητών. Οι καινοτόμοι μορφές εκπαίδευσης θα πρέπει να παρέχουν ευκαιρίες αποδοτικών επενδύσεων στον εκπαιδευτικό τομέα και να φέρνουν τις δυνατότητες μάθησης πιο κοντά στις επιχειρήσεις.

3.12   Απαιτείται στροφή από την κατάρτιση με βάση τον κύκλο μαθημάτων στην κατάρτιση η οποία προσανατολίζεται προς τα μαθησιακά αποτελέσματα και τα επαγγελματικά προσόντα.

3.13   Η εργασία και η μάθηση επικαλύπτονται όλο και περισσότερο στην κοινωνία της γνώσης. Θα πρέπει, συνεπώς, να ενθαρρύνονται όλες οι μορφές μάθησης εντός του χώρου εργασίας. Η ενίσχυση των προσωπικών κινήτρων για μάθηση, όπως και η περαιτέρω δέσμευση των επιχειρήσεων να παρέχουν κίνητρα για μάθηση στους υπαλλήλους τους, θα πρέπει να αποτελούν προτεραιότητες σ' αυτό το πλαίσιο.

4.   Ιστορικό των τομεακών και των οριζόντιων συμβουλίων (5) σε διάφορα επίπεδα.

4.1   Σκοπός των τομεακών και των οριζόντιων (6) συμβουλίων είναι να σχηματισθεί πλήρης εικόνα της πιθανής εξέλιξης της κατάστασης όσον αφορά τις ανάγκες απασχόλησης και παροχής δεξιοτήτων, έτσι ώστε να διαμορφωθεί η σχετική πολιτική. Το έργο των συμβουλίων μπορεί να περιορίζεται στην ανάλυση, αλλά μπορεί να περιλαμβάνει και την προσαρμογή και την εφαρμογή της πολιτικής.

4.2   Τα συμβούλια αυτά λειτουργούν με οργανωμένο και συνεχή τρόπο και αποτελούν μάλιστα δίαυλο επικοινωνίας για τα διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη που συμμετέχουν στη λειτουργία τους. Τα κυριότερα ενδιαφερόμενα μέρη είναι τα δημόσια όργανα, οργανισμοί και αρχές, οι κοινωνικοί εταίροι και τα ιδρύματα εκπαίδευσης, κατάρτισης και έρευνας.

Τομεακά συμβούλια μπορούν να οργανωθούν σε διάφορα γεωγραφικά επίπεδα. Σκοπός τους είναι να μελετήσουν τις αλλαγές στη ζήτηση δεξιοτήτων για μία ή περισσότερες συγκριμένες ομάδες επαγγελμάτων, βιομηχανικούς τομείς ή σύνολα τομέων. Σε ορισμένες περιπτώσεις τα εθνικά τομεακά συμβούλια έχουν και περιφερειακά παραρτήματα.

4.3.1   Κατά το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα του Δουβλίνου (Eurofound), το περιφερειακό ή το τομεακό επίπεδο είναι καθοριστικό στοιχείο της έννοιας του συμβουλίου. Το Ίδρυμα τονίζει ότι τα συμβούλια του εθνικού και του ευρωπαϊκού επιπέδου πρέπει να λειτουργούν σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας. Για τη διευκόλυνση της επικοινωνίας μεταξύ των διοικητικών οργάνων των περιφερειακών/τομεακών συμβουλίων, είναι σημαντικό να καταβληθεί προσπάθεια αξιοποίησης των δυνατών συνεργιών, π.χ. όσον αφορά την παρακολούθηση και την ακαδημαϊκή έρευνα.

4.4   Τα συμβούλια εθνικού επιπέδου χωρίζονται σε εκείνα που ασχολούνται με την αρχική επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση (ΑΕΕΚ) και εκείνα που ασχολούνται με τη συνεχή επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση (ΣΕΕΚ). Σε ορισμένες χώρες ενδέχεται να καλύπτουν και τις δύο, γεγονός που δημιουργεί αποτέλεσμα συνέργειας και εξασφαλίζει την αποφυγή των επικαλύψεων.

4.5   Τα συμβούλια που αναλύθηκαν στη μελέτη σκοπιμότητας έχουν τον ίδιο γενικό σκοπό: τη βελτίωση της αντιστοίχισης της προσφοράς και της ζήτησης στην αγορά εργασίας, από άποψη ποσοτική (θέσεις απασχόλησης) και ποιοτική (δεξιότητες και ικανότητες). Υπάρχουν, ωστόσο, διαφορές ως προς τον τρόπο με τον οποίο επιτυγχάνεται αυτός ο γενικός στόχος, καθώς επίσης και μεταξύ των συμβουλίων που εστιάζουν στην αρχική επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση (ΑΕΕΚ) αφενός, και εκείνων που καλύπτουν και τη συνεχή επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση (ΣΕΕΚ), αφετέρου (αυτό αφορά τις χώρες όπου η κατάρτιση χωρίζεται σε ΑΕΕΚ και ΣΕΕΚ).

4.6   Στα περισσότερα κράτη μέλη, ο κύριος στόχος των εθνικών οριζόντιων (διατομεακών) συμβουλίων είναι ο εντοπισμός, η ποσοτική ανάλυση και η πρόβλεψη των μακροπρόθεσμων τάσεων της αγοράς εργασίας και η διατύπωση προτάσεων για την ανάληψη δράσεων ως ανταπόκριση στις διαφαινόμενες τάσεις.

4.7   Σε πολλές περιπτώσεις, τα οριζόντια συμβούλια δεν εστιάζουν μόνο σε ποσοτικά, αλλά και σε ποιοτικά θέματα. Τα μέλη αυτών των συμβουλίων, όπως π.χ. τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης της Δανίας, συμβουλεύουν τον Υπουργό Παιδείας με βάση τις τάσεις της αγοράς εργασίας, όχι μόνο για τον προσδιορισμό νέων επαγγελματικών προσόντων και τη συγχώνευση ή την κατάργηση των υπαρχόντων, αλλά και για γενικές πτυχές της επαγγελματικής εκπαίδευσης όπως ο συντονισμός των προγραμμάτων κατάρτισης.

4.8   Σε ορισμένες χώρες τα περιφερειακά οριζόντια συμβούλια έχουν τους ίδιους στόχους με τους εθνικούς τους ομολόγους. Παρέχουν στα ερευνητικά ιδρύματα περιφερειακά δεδομένα, με στόχο τον υπολογισμό του αριθμού των μελλοντικών θέσεων εργασίας και των αναγκών σε δεξιότητες. Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι ορισμένα περιφερειακά οριζόντια συμβούλια καταβάλλουν κάθε προσπάθεια να αντιστοιχίσουν τις μελλοντικές ποιοτικές ανάγκες από άποψη δεξιοτήτων με τα τρέχοντα ποσοτικά δεδομένα για την είσοδο των νέων στην ΑΕΕΚ.

4.9   Ο κύριος στόχος των εθνικών τομεακών συμβουλίων που ασχολούνται με την ΑΕΕΚ είναι να εξασφαλίζουν ότι οι νέοι που εισέρχονται στην αγορά εργασίας διαθέτουν τις κατάλληλες βασικές δεξιότητες.

4.10   Ο κύριος στόχος των εθνικών τομεακών συμβουλίων που ασχολούνται με τη συνεχή επαγγελματική κατάρτιση (ΣΕΚ) είναι η αναβάθμιση των δεξιοτήτων των ατόμων που έχουν ήδη ενταχθεί στην αγορά εργασίας. Για τον σκοπό αυτό, τα συμβούλια προσδιορίζουν τις επιμορφωτικές ανάγκες των εργαζομένων και είτε παρέχουν την επιμόρφωση τα ίδια είτε χρηματοδοτούν μαθήματα άλλων παρόχων.

Τα εθνικά και τα περιφερειακά συμβούλια διαφέρουν ως προς τα καθήκοντα που επιτελούν. Παραδείγματα καθηκόντων που επιτελούνται από τα τομεακά και τα οριζόντια συμβούλια είναι:

ανάλυση των ποσοτικών τάσεων της αγοράς εργασίας·

ανάλυση των ποιοτικών τάσεων της αγοράς εργασίας·

πρόταση πολιτικών για την κάλυψη των ποσοτικών ελλείψεων·

πρόταση πολιτικών για την αντιμετώπιση των ποιοτικών ελλείψεων·

διατύπωση προτάσεων για την ενημέρωση των προσόντων και των πιστοποιητικών·

προαγωγή της συνεργασίας μεταξύ των επιχειρήσεων και των παρόχων ΕΕΚ·

εφαρμογή προγραμμάτων και δράσεων για την αντιμετώπιση των (ποσοτικών και ποιοτικών) ελλείψεων.

4.11.1   Μόνο λίγα τομεακά συμβούλια στα κράτη μέλη επιτελούν όλα αυτά τα καθήκοντα. Σχεδόν όλα τα τομεακά και οριζόντια συμβούλια διενεργούν αναλύσεις των ποσοτικών και ποιοτικών τάσεων της αγοράς εργασίας, μικρότερος αριθμός τους όμως καταρτίζει και προτάσεις πολιτικής. Η πλειοψηφία τους διενεργεί ή αναθέτει έρευνες.

4.11.2   Πολύ πιο συχνά, τα συμβούλια αναλύουν τις ποιοτικές τάσεις της αγοράς εργασίας και καταρτίζουν προτάσεις πολιτικής, π.χ. για την ανάπτυξη προγραμμάτων διδασκαλίας της επαγγελματικής κατάρτισης, ή περιγράφουν τρόπους αντιμετώπισης των ποιοτικών ελλείψεων. Πολλά συμβούλια ασχολούνται με την υποστήριξη της συνεργασίας μεταξύ των επιχειρήσεων και των παρόχων ΕΕΚ.

4.11.3   Μερικά εθνικά συμβούλια επιδίδονται στην εφαρμογή προγραμμάτων και δράσεων με στόχο τον περιορισμό των ελλείψεων δεξιοτήτων στην αγορά εργασίας. Ιδίως τα περιφερειακά οριζόντια συμβούλια στα νέα κράτη μέλη διατυπώνουν προτάσεις πολιτικής για την κάλυψη των ποιοτικών ελλείψεων.

Τα μέσα που χρησιμοποιούν τα διάφορα συμβούλια συνδέονται στενά με τους στόχους και τα καθήκοντά τους. Ιδιαίτερα σημαντικά για τα συμβούλια είναι τα δεδομένα για τις ποσοτικές και τις ποιοτικές τάσεις της αγοράς εργασίας. Η γενική τάση είναι η συλλογή και ανάλυση αυτών των δεδομένων από εξωτερικούς οργανισμούς, εκτός από τις περιπτώσεις όπου η διάρθρωση των συμβουλίων περιλαμβάνει π.χ. παρατηρητήριο της αγοράς εργασίας.

4.12.1   Θα πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ της διαδικασίας συλλογής και ανάλυσης των δεδομένων για την αγορά εργασίας, από τη μία πλευρά, και της λήψης πολιτικών αποφάσεων όσον αφορά την αντίδραση σε αυτές τις τάσεις.

Τα διοικητικά συμβούλια των τομεακών συμβουλίων που λειτουργούν σήμερα εντός και εκτός της ΕΕ περιλαμβάνουν στη σύνθεσή τους εκπροσώπους των εργοδοτών (συνήθως με διευθυντικό ρόλο), των εργαζομένων και, σε ορισμένες περιπτώσεις, των παρόχων κατάρτισης και της κυβέρνησης (των τοπικών αρχών στην περίπτωση των περιφερειακών συμβουλίων). Το διοικητικό συμβούλιο είναι είτε μικρό (προκειμένου να διευκολύνει τη διαδικασία λήψης αποφάσεων) είτε αρκετά πολυπρόσωπο (προκειμένου να μεγιστοποιηθεί η αντιπροσωπευτικότητά του). Κατά κανόνα, τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου πρέπει να προέρχονται από τη βιομηχανία και να απολαύουν σημαντικού κύρους και αξιοπιστίας στον τομέα τους.

4.13.1   Κατά την αξιολόγηση της διοίκησης των συμβουλίων, τονίζεται ότι η ημερήσια διάταξή τους δεν πρέπει να περιλαμβάνει θέματα που αφορούν τις εργασιακές σχέσεις, τα οποία αποτελούν αρμοδιότητα της επιτροπής τομεακού διαλόγου. Από την άλλη πλευρά, χάρη στην ενασχόληση με πολλά άλλα θέματα που έχουν μεγάλη σημασία για τους εργοδότες και τους εργαζόμενους, η δραστηριότητα των συμβουλίων συμβάλλει στον κατευνασμό των εντάσεων που εμφανίζονται στον κοινωνικό διάλογο.

4.13.2   Τα τομεακά συμβούλια συχνά συνεργάζονται μεταξύ τους στο πλαίσιο μιας οργάνωσης. Στον Καναδά αυτή η οργάνωση είναι η Ένωση Τομεακών Συμβουλίων (Alliance of Sector Councils), όπου ανταλλάσσονται πληροφορίες και εργαλεία και σχεδιάζονται κοινές διαδικασίες, π.χ. για την ανάπτυξη εθνικών επαγγελματικών προτύπων.

5.   Ειδικές παρατηρήσεις

Τα παρατηρητήρια της αγοράς εργασίας ως σημαντική βάση για την αποτελεσματική συνεργασία των τομεακών συμβουλίων

Στα κράτη μέλη της ΕΕ λειτουργούν διάφορα παρατηρητήρια της αγοράς εργασίας σε επίπεδο εθνικό, τομεακό και περιφερειακό. Άλλοτε εντάσσονται στη δομή των υπαρχόντων συμβουλίων για την απασχόληση και άλλοτε λειτουργούν με άλλη ονομασία.

5.1.1   Τα παρατηρητήρια αυτά:

παρακολουθούν τις τάσεις της αγοράς εργασίας και τις σχετικές πολιτικές·

συλλέγουν, αναλύουν και ερμηνεύουν τα δεδομένα·

διαβιβάζουν τα δεδομένα στους χρήστες ανάλογα με τις ανάγκες τους.

5.1.2   Η σύνδεση των παρατηρητηρίων σε εθνικά και διεθνή δίκτυα έχει νευραλγική σημασία. Σε μια ευρωπαϊκή και παγκόσμια αγορά που χαρακτηρίζεται από ευελιξία, τα παρατηρητήρια δεν μπορούν να λειτουργούν απομονωμένα το ένα από το άλλο.

5.1.3   Κάθε παρατηρητήριο, ως προγνωστικό μέσο για την καλύτερη πρόβλεψη των αλλαγών στην αγορά εργασίας, θα αναπτυχθεί και θα γίνει σημαντικότερο εάν, ενώ επικεντρώνεται στους δικούς του στόχους, διατηρεί παράλληλα τακτικές και συστηματικές επαφές με άλλα παρατηρητήρια.

5.2   Καθήκον των παρατηρητηρίων της απασχόλησης και των δεξιοτήτων είναι να παρέχουν στρατηγικές πληροφορίες στους διάφορους φορείς που επηρεάζονται από τις αλλαγές. Εκτός από τους κοινωνικούς εταίρους και τις εθνικές αρχές, άλλα ενδιαφερόμενα μέρη είναι οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), τα ιδρύματα παροχής επαγγελματικής κατάρτισης, η τοπική αυτοδιοίκηση, οι υπηρεσίες απασχόλησης και οι υπηρεσίες υποστήριξης των επιχειρήσεων.

5.3   Οι δραστηριότητες των παρατηρητηρίων της αγοράς εργασίας θα πρέπει να περιλαμβάνουν:

τον εντοπισμό των προτεραιοτήτων της κατάρτισης και την εξασφάλιση αποτελεσματικότερης αλληλεπίδρασης μεταξύ της ανάπτυξης δεξιοτήτων και της δημιουργίας θέσεων εργασίας·

την παρακολούθηση των αλλαγών και των αναγκών της αγοράς εργασίας·

την ανάλυση των στατιστικών σχετικά με την απασχόληση και την εκπαίδευση·

την παροχή υπηρεσιών ενημέρωσης και διευκόλυνσης της μετάβασης από το ίδρυμα εκπαίδευσης ή κατάρτισης στην εργασία, με κύριο στόχο:

την παρακολούθηση της πορείας της εκπαίδευσης και της κατάρτισης που οδήγησε στην απασχόληση,

τον εντοπισμό μεταβολών και αλληλεξαρτήσεων μεταξύ της προσφοράς και της ζήτησης στους διάφορους οικονομικούς τομείς και τα διάφορα επαγγέλματα·

τον συντονισμό των ερευνών και των μελετών και τη συμβολή στην προαγωγή της καινοτομίας και της αναπτυξιακής πολιτικής·

τη διάδοση των πληροφοριών για την απασχόληση και τις δεξιότητες στις διάφορες στοχευόμενες ομάδες.

5.4   Το παρατηρητήριο μπορεί να παρέχει συστηματικές αναλύσεις της αγοράς εργασίας σε εθνικό ή και σε τοπικό και τομεακό επίπεδο. Διενεργεί συγκριτικές αναλύσεις σε τομεακό επίπεδο και εξετάζει τις ανάγκες διαφόρων επαγγελμάτων και ειδικοτήτων σε περιφερειακό, τοπικό και τομεακό επίπεδο, προκειμένου να προσδιορίσει τη μελλοντική ζήτηση δεξιοτήτων.

5.5   Τα παρατηρητήρια μπορούν να επιτελούν τα ακόλουθα καθήκοντα, προς υποστήριξη ή συμπλήρωση της λειτουργίας των τομεακών και των οριζόντων συμβουλίων για την απασχόληση και τις δεξιότητες:

διενέργεια και ανάλυση προβλέψεων για τις κοινωνικές και τις οικονομικές μεταβολές σε εθνικό, τομεακό και περιφερειακό επίπεδο, ώστε να μπορούν να προσδιοριστούν και να περιγραφούν οι νέες θέσεις εργασίας που δημιουργούνται, ιδίως σε τομείς ή περιφέρειες που διατρέχουν σοβαρούς κινδύνους·

ενημέρωση των ορισμών των παραδοσιακών τομέων, για την αποτελεσματικότερη προσαρμογή των δεξιοτήτων των εργαζομένων·

ενθάρρυνση της ανάπτυξης εταιρικών σχέσεων στον τομέα των αλλαγών και των καινοτόμων δραστηριοτήτων μέσω:

της σύστασης δικτύων σύνδεσης με άλλα παρατηρητήρια και με τους ενδιαφερομένους

της ανάπτυξης στρατηγικών για τη συνεχή επιμόρφωση

της παροχής επαγγελματικών συμβουλών

της ανάπτυξης προγραμμάτων κατάρτισης με τη συμμετοχή των επιχειρήσεων, των τομέων και των τοπικών πρωτοβουλιών που αφορούν την απασχόληση.

5.6   Τα παρατηρητήρια της αγοράς εργασίας που συγκεντρώνουν διάφορους ενδιαφερομένους θα πρέπει να συμμετέχουν επίσης στις συζητήσεις που διεξάγουν αυτοί οι ενδιαφερόμενοι π.χ. στα τομεακά και στα οριζόντια συμβούλια για την απασχόληση ή στις συζητήσεις για την ευρωπαϊκή, εθνική, τομεακή, περιφερειακή και τοπική οικονομία. Τα παρατηρητήρια διαδραματίζουν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στον προσδιορισμό των νέων θέσεων εργασίας και στην κατανόηση των νέων οικονομικών δραστηριοτήτων, των νέων χαρακτηριστικών της απασχόλησης και των νέων δεξιοτήτων.

Όσον αφορά τις σημερινές σχέσεις μεταξύ των τομεακών συμβουλίων και των παρατηρητηρίων της αγοράς εργασίας, σε ορισμένες χώρες της ΕΕ (όπως η Γαλλία και η Σουηδία) υπάρχουν τομεακά παρατηρητήρια της αγοράς εργασίας που εντοπίζουν εκπαιδευτικές ανάγκες του τομέα εκ μέρους εθνικών τομεακών συμβουλίων ΔΕΕΚ (στη Γαλλία το παρατηρητήριο διεξάγει σχετική έρευνα για λογαριασμό της Επιτροπής τομεακών κονδυλίων κατάρτισης (5)).

5.7.1   Κατόπιν αιτήσεως των περιφερειακών οριζοντίων συμβουλίων, τα περιφερειακά παρατηρητήρια της αγοράς εργασίας εντοπίζουν σε ορισμένα κράτη μέλη τους τομείς που αναπτύσσονται ή φθίνουν. Το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας είναι μια διευρυμένη και συνεχής μορφή ενημέρωσης που λαμβάνεται υπόψη από τις περιφερειακές αρχές, τους κοινωνικούς εταίρους και τους φορείς κατάρτισης κατά τη συζήτηση ως προς τα είδη μαθημάτων ΑΕΕΚ και ΕΕΚ που χρειάζονται και εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιότητας των περιφερειακών οργανισμών κατάρτισης.

5.7.2   Όσον αφορά τα σχεδιαζόμενα ΕΤΣ, κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ ο ρόλος των Ευρωπαϊκών παρατηρητηρίων που συνεργάζονται με αυτά θα μπορούσε να αναληφθεί από το Ίδρυμα του Δουβλίνου (Eurofound) και το Cedefop, ιδίως κατά τη φάση των πιλοτικών προγραμμάτων. Στο μέλλον, τα ΕΤΣ θα μπορούσαν να συνεργάζονται με υπερεθνικές δομές δικτύων των παρατηρητηρίων της αγοράς εργασίας.

Βρυξέλλες, 17 Φεβρουαρίου 2010

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνική Επιτροπής

Mario SEPI


(1)  ΕΕΚ – Επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση.

(2)  Ανακοίνωση της Επιτροπής «Μια νέα εταιρική σχέση για τον εκσυγχρονισμό των πανεπιστημίων: το φόρουμ της ΕΕ για το διάλογο πανεπιστημίων-επιχειρησεων», COM(2009) 158 τελικό, 2 Απριλίου 2009.

(3)  ΕΕ C 128 της 18.5.2010, σ. 74.

(4)  Μελέτη σκοπιμότητας σχετικά με τη σύσταση τομεακών συμβουλίων για την απασχόληση και τις δεξιότητες σε ευρωπαϊκό επίπεδου, που διεξήγαγε η ECORYS / KBA (2009) για λογαριασμό της ΓΔ Απασχόλησης, κοινωνικών υποθέσεων και ισότητας ευκαιριών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

(5)  Βάσει της μελέτης σκοπιμότητας (βλ. υποσημείωση 4).

(6)  Εάν οι εργασίες του συμβουλίου καλύπτουν όλους τους εργαζομένους και όλες τις επιχειρήσεις μιας περιοχής, τότε το συμβούλιο χαρακτηρίζεται οριζόντιο (διατομεακό).