22.9.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 227/7


Τελική έκθεση του συμβούλου ακροάσεων στην υπόθεση COMP/C-3/37.990 — Intel (1)

2009/C 227/06

Η υπόθεση Intel υπήρξε μέχρι στιγμής μία από τις πλέον περίπλοκες από άποψη διαδικαστικών θεμάτων. Το πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ της καταγγέλλουσας, εταιρείας Advanced Micro Devices («AMD») και της εταιρείας Intel Corporation («Intel») είναι κατά πολύ ευρύτερο της ευρωπαϊκής σκηνής. Το γεγονός αυτό λειτούργησε ως πρόκληση, με αποτέλεσμα όλα τα μέρη και οι πάροχοι πληροφοριών να θέσουν πολλαπλά θέματα διαδικασίας. Διάφορα από τα θέματα αυτά, πολλά από τα οποία αναφέρονται ρητά στο σχέδιο απόφασης, αφορούσαν τις κύριες αρμοδιότητες της συμβούλου ακροάσεων και απαίτησαν την εκτίμησή της στην παρούσα τελική έκθεση.

Μετά την αποχώρηση του προηγούμενου συμβούλου ακροάσεων κ. Serge Durande, στις 31 Δεκεμβρίου 2007, ο αρμόδιος σύμβουλος ακροάσεων για την εξεταζόμενη υπόθεση άλλαξε.

Το σχέδιο απόφασης οδηγεί στις ακόλουθες παρατηρήσεις:

I.   ΓΡΑΠΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.   Κοινοποίηση των Αιτιάσεων

Η Κοινοποίηση των Αιτιάσεων («ΚΑ») εκδόθηκε από την Επιτροπή στις 25 Ιουλίου 2007. Η Intel είχε προθεσμία 10 εβδομάδων, μέχρι τις 11 Οκτωβρίου 2007, για να απαντήσει. Ύστερα από αιτιολογημένη αίτηση της Intel, ο σύμβουλος ακροάσεων παρέτεινε την προθεσμία μέχρι τις 4 Ιανουαρίου 2008 και στη συνέχεια μέχρι τις 7 Ιανουαρίου 2009, κυρίως λόγω ανεπίλυτων τότε προβλημάτων πρόσβασης στο φάκελο και του γεγονότος ότι η διενέργεια πλήρους ανάλυσης όσον αφορά το σχετικό μέσο κόστος της Intel που μπορούσε να αποφευχθεί, κρίθηκε νόμιμη άμυνα σε σχέση με τη χρήση περίπλοκων εκτιμήσεων στα οικονομικά μοντέλα που χρησιμοποιήθηκαν στην ΚΑ όσον αφορά τις εκπτώσεις (2). Ο σύμβουλος ακροάσεων εκτίμησε ότι, μολονότι η απόδειξη στο πλαίσιο οικονομικής εκτίμησης ότι οι υπό όρους εκπτώσεις ήταν δυνατό ή πιθανό να προκαλέσουν αντιανταγωνιστικό αποκλεισμό δεν ήταν, σύμφωνα με το σχέδιο απόφασης, «απαραίτητη» για τη διαπίστωση κατάχρησης στην προκειμένη περίπτωση (3), όφειλε να δώσει την ευκαιρία πλήρους άσκησης των δικαιωμάτων υπεράσπισης.

Η Intel απάντησε εμπρόθεσμα στην ΚΑ.

2.   Συμπληρωματική Κοινοποίηση των Αιτιάσεων

Η Συμπληρωματική Κοινοποίηση των Αιτιάσεων («ΣΚΑ») εκδόθηκε από την Επιτροπή στις 17 Ιουλίου 2008. Ταυτόχρονα, η Επιτροπή πρόσθεσε τα σχετικά στοιχεία της υπόθεσης COMP/C-3/39.493 στη διαδικασία που ακολουθείται στην υπόθεση COMP/C-3/37.990 και συνέχισε τη διαδικασία ως υπόθεση COMP/C-3/37.990.

Η Intel είχε προθεσμία 8 εβδομάδων για να απαντήσει στην ΣΚΑ. Με επιστολή της 15ης Σεπτεμβρίου 2008, η σύμβουλος ακροάσεων χορήγησε στην Intel, μετά από αιτιολογημένη αίτηση, παράταση της προθεσμίας μέχρι τις 17 Οκτωβρίου 2008, κυρίως λόγω της πολυπλοκότητας της προστεθείσας τώρα υπόθεσης και της ευρύτητας των εικαζόμενων παραβάσεων που χρονολογούνται μέχρι το 1997 και απαιτούν πρόσθετες έρευνες εντός της Intel.

Η Intel δεν απάντησε στη ΣΚΑ εντός της παραταθείσας προθεσμίας. Αντ’αυτού, στις 10 Οκτωβρίου 2008, η Intel υπέβαλε στο Πρωτοδικείο αίτηση ζητώντας, μεταξύ άλλων, ακύρωση της απόφασης της συμβούλου ακροάσεων της 15ης Σεπτεμβρίου 2008 με την οποία χορηγήθηκε η παράταση της προθεσμίας, και ζήτησε επιπλέον τη λήψη προσωρινών μέτρων.

Με εντολή της 27ης Ιανουαρίου 2009, ο Πρόεδρος του Πρωτοδικείου απέρριψε την αίτηση της Intel για τη λήψη προσωρινών μέτρων, με το επιχείρημα ότι η κύρια αίτηση της Intel ήταν, εκ πρώτης όψεως, προδήλως απαράδεκτη. Ταυτόχρονα, απορρίφθηκε η αίτηση της Intel για περαιτέρω παράταση της προθεσμίας της 17 Οκτωβρίου 2008 για να απαντήσει στη ΣΚΑ της 17ης Ιουλίου 2008.

3.   Επιστολή των πραγματικών περιστατικών

Στις 19 Δεκεμβρίου 2008, η Επιτροπή απέστειλε στην Intel επιστολή εφιστώντας την προσοχή της σε συγκεκριμένα αποδεικτικά στοιχεία που αφορούσαν τις αντιρρήσεις της Επιτροπής και που η Επιτροπή επρόκειτο ενδεχομένως να χρησιμοποιήσει σε πιθανή τελική απόφαση (επιστολή των πραγματικών περιστατικών, «ΕΠΠ»). Η Επιτροπή έθεσε στην Intel προθεσμία μέχρι τις 19 Ιανουαρίου 2009 για να αποστείλει τις παρατηρήσεις της σχετικά με τα στοιχεία αυτά. Η προθεσμία αυτή παρατάθηκε από τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού μέχρι τις 23 Ιανουαρίου 2009. Η ΕΠΠ δεν τροποποιεί ουσιαστικά τα αποδεικτικά στοιχεία που αποτέλεσαν τη βάση των αιτιάσεων της Επιτροπής κατά της Intel και βασίζονται στην ΚΑ και όχι στη ΣΚΑ. Η Intel ζήτησε παράταση της προθεσμίας με το επιχείρημα ότι ο φάκελος ήταν ελλιπής [βλ. κατωτέρω I.4. (δ)]και ότι εκκρεμούσε αίτησή της για προφορική ακρόαση όσον αφορά συγκεκριμένα έγγραφα (βλ. κατωτέρω II.2). Με επιστολή, της 22ας Ιανουαρίου 2009, η σύμβουλος ακροάσεων απέρριψε την αίτηση αυτή.

4.   Πρόσβαση στον φάκελο

α)   Προετοιμασία της πρόσβασης στο φάκελο: Οι συμφωνίες μη κοινολόγησης

Ο φάκελος στην εξεταζόμενη υπόθεση ήταν εξαιρετικά ογκώδης. Στο πλαίσιο της προετοιμασίας της πρόσβασης στο φάκελο, διάφορες κατασκευαστικές εταιρείες αρχικού εξοπλισμού συνήψαν με την Intel συμφωνίες μη κοινολόγησης, οι οποίες διαφέρουν μόνο στις λεπτομέρειες. Για ειδικές περιπτώσεις, ορισμένες από τις εν λόγω εταιρείες ζήτησαν από τη σύμβουλο ακροάσεων να λάβει απόφαση σε περίπτωση ασυμφωνίας μεταξύ των μερών. Ξεχωριστά, η Intel παραιτήθηκε εν μέρει έναντι της Επιτροπής του δικαιώματός της πρόσβασης στο φάκελο, σε περίπτωση που το δικαίωμα πρόσβασης που είχε αποκτήσει από τις συγκεκριμένες εταιρείες θα περιόριζε τα δικαιώματα πρόσβασής της βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 773/2004 (4), ενώ κάθε ενδιαφερόμενη εταιρεία παραιτήθηκε των δικαιωμάτων της προστασίας του επιχειρηματικού απορρήτου ή άλλων στοιχείων εμπιστευτικού χαρακτήρα όσον αφορά τις πληροφορίες που ανταλλάχθηκαν διμερώς βάσει των συμφωνιών με την Intel. Η σύμβουλος ακροάσεων συμμετείχε στην κατάρτιση των εν λόγω συμφωνιών και υποστήριξε τη σύναψή τους στην εξεταζόμενη υπόθεση.

β)   Η συμφωνία μη κοινολόγησης με την Dell-AMD

Πριν την προφορική ακρόαση για την ΚΑ, η AMD πληροφόρησε τη σύμβουλο ακροάσεων ότι είχε συνάψει συμφωνία μη κοινολόγησης με την Dell, βάσει της οποίας απέκτησε πρόσβαση στις δηλώσεις της Dell που είχαν χρησιμοποιηθεί στην ΚΑ. Σε αντίθεση με τις συμφωνίες διαφύλαξης του απορρήτου με την Intel, μια τέτοια συμφωνία, η οποία συνάπτεται από ενδιαφερόμενο που δεν έχει δικαιώματα υπεράσπισης ούτε πρόσβασης στο φάκελο, ήταν αποκλειστικά διμερής και δεν συνεπαγόταν ούτε δικαιώματα ούτε υποχρεώσεις για την Επιτροπή. Ως εκ τούτου, και παρά τις παρερμηνείες εκ μέρους της Intel, η σύμβουλος ακροάσεων συνέχισε να θεωρεί ότι όλες οι δηλώσεις της Dell στην ΚΑ που κρίθηκαν ως εμπιστευτικές σε σχέση με την καταγγέλλουσα AMD, παραμένουν εμπιστευτικές έναντι της AMD για το σκοπό όλης της διοικητικής διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένης της προφορικής ακρόασης.

γ)   Ολοκλήρωση της πρόσβασης στο φάκελο

Παρά τις συμφωνίες μη κοινολόγησης που αναφέρονται ανωτέρω [I.4.(α)], η πολυπλοκότητα του φακέλου και οι πολλαπλές εμπιστευτικές πληροφορίες που αυτός περιείχε, πυροδότησαν πολυάριθμες αιτήσεις εκ μέρους της Intel για την παροχή πρόσβασης στο φάκελο. Για να χορηγηθεί στην Intel η μέγιστη δυνατή πρόσβαση στο φάκελο, η σύμβουλος ακροάσεων έπρεπε προσωπικά να ελέγξει μεγάλο αριθμό εγγράφων που η Intel ισχυριζόταν ότι της ήταν απαραίτητα για την αποτελεσματική υπεράσπισή της. Αφού εκτιμήθηκε η επιχειρηματολογία της Intel, διάφορα από τα αιτήματά της έγιναν δεκτά.

Η Intel διαμαρτυρήθηκε για την έλλειψη πλήρους πρόσβασης σε έγγραφα που σχετίζονταν με συνάντηση η οποία πραγματοποιήθηκε μεταξύ της Επιτροπής και μίας εταιρείας. (5). Μετά από αιτιολογημένη αίτηση της Intel, η σύμβουλος ακροάσεων διερεύνησε εάν υπήρχαν έγγραφα σχετικά με το θέμα της εν λόγω συνάντησης. Η Γενική Διεύθυνση αποκάλυψε την ύπαρξη «σημειώματος για τον φάκελο» με ημερομηνία 29 Αυγούστου 2006, που τοποθετήθηκε στο φάκελο μετά από απόφαση της σύμβουλου ακροάσεων στις 7 Μαΐου 2008. Ταυτόχρονα, η σύμβουλος ακροάσεων αποφάσισε ότι το σημείωμα αυτό είχε εσωτερικό χαρακτήρα βάσει του άρθρου 27 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 και του άρθρου 15 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 773/2004. Η αντικειμενική τήρηση πρακτικών ή η σύνταξη του κατάλληλου εγγράφου για την εν λόγω συνάντηση είναι θέμα χρηστής διοίκησης και ως εκ τούτου δεν πρέπει να εξεταστεί σε τελική έκθεση από τη σύμβουλο ακροάσεων.

Η σύμβουλος ακροάσεων θεωρεί ότι η Intel είχε πλήρη πρόσβαση στο φάκελο.

δ)   Πρόσβαση σε έγγραφα εκτός φακέλου

Όπως περιγράφεται λεπτομερώς στο σχέδιο απόφασης (6), με επιστολή της 4ης Σεπτεμβρίου 2008, η Intel ζήτησε από την Επιτροπή να πάρει από την AMD και να δώσει στην Intel κατάλογο 81 κατηγοριών εγγράφων που σχετίζονται με ιδιωτικές διαφορές μεταξύ της Intel και της AMD ενώπιον του δικαστηρίου Federal District Court του Delaware στις Ηνωμένες Πολιτείες, έγγραφα, που, σύμφωνα με την Intel θα ήταν απαλλακτικά. Στη συνέχεια, στις 25 Σεπτεμβρίου 2008, η Intel ζήτησε από την Επιτροπή «τουλάχιστον να ζητήσει από την AMD να προσκομίσει όλα τα εσωτερικά έγγραφα που αφορούσαν τις εικαζόμενες παραβάσεις τόσο στην ΚΑ όσο και στην ΣΚΑ». Με επιστολές της 17ης και της 29ης Σεπτεμβρίου 2008, η Intel διαμαρτυρήθηκε στη σύμβουλο ακροάσεων ότι «ο φάκελος ήταν ελλιπής» και ότι ως αποτέλεσμα εθίγησαν τα δικαιώματα υπεράσπισής της.

Η σύμβουλος ακροάσεων απάντησε με επιστολή της 7ης Οκτωβρίου 2008, παραπέμποντας σε προγενέστερες επιστολές της 22ας Αυγούστου 2008 και της 15ης Σεπτεμβρίου 2008 για το συγκεκριμένο θέμα, ότι το ερώτημα εάν ο φάκελος είναι ή δεν είναι πλήρης διαφέρει από το ερώτημα εάν δίνεται ή όχι πλήρης πρόσβαση σε υποθετικά ελλιπή φάκελο. Κατά συνέπεια, το επιχείρημα ότι ένας φάκελος είναι θεωρητικά ελλιπής δεν συνεπάγεται αναγκαία ότι η πρόσβαση στο φάκελο στην κατάσταση που είναι σε μία συγκεκριμένη χρονική στιγμή δεν είναι πλήρης.

Επιπλέον, παρά την ευθύνη του συμβούλου ακροάσεων βάσει της αιτιολογικής σκέψης 3 της εντολής να συμβάλλει στην αντικειμενικότητα, τη διαφάνεια και την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας, ούτε η τρέχουσα εντολή ούτε η νομολογία δεν εξουσιοδοτούν το σύμβουλο ακροάσεων να διατάξει έρευνα με σκοπό να συμπληρωθεί ένας θεωρητικά ελλιπής φάκελος. Για το λόγο αυτό, ανεξάρτητα από το αν τα συγκεκριμένα έγγραφα ήταν ή όχι σχετικά με τα δικαιώματα υπεράσπισης, δεν εμπίπτει στην εντολή της συμβούλου ακροάσεων να αποφασίσει εάν ορισμένες κατηγορίες εγγράφων σε άλλη δικαιοδοσία, ακόμη και σε περίπτωση που αυτά θα είχαν απαλλακτικό χαρακτήρα, περιγράφονται κατά τρόπο επαρκώς συγκεκριμένο και ουσιαστικό ή/και αν θα έπρεπε να εξεταστούν ή όχι. Ως εκ τούτου, το αίτημα της Intel κρίθηκε ultra vires.

ε)   Μη εμπιστευτική εκδοχή της ΚΑ και της ΣΚΑ για την καταγγέλουσα AMD

Από το άρθρο 6 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 773/2004 προκύπτει ότι ο καταγγέλλων έχει δικαίωμα να λάβει μη εμπιστευτική εκδοχή της ΚΑ και της ΣΚΑ. Το δικαίωμα αυτό θα υπονομευόταν σοβαρά και ο κανόνας θα καθίστατο άνευ αντικειμένου εάν η εκδοχή που θα λάμβανε τελικά ο αποδέκτης δεν θα ήταν κατανοητή.

Όσον αφορά πληροφορίες που υποβάλλουν τρίτα μέρη και οι οποίες κοινοποιούνται όχι μόνο στους αποδέκτες μιας ΚΑ αλλά και στον καταγγέλλοντα, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να γίνει διάκριση μεταξύ πληροφοριών που δεν μπορούν να θεωρηθούν εμπιστευτικές και πληροφοριών για τις οποίες ζητήθηκε αιτιολογημένα να παραμείνουν εμπιστευτικές, αλλά που θα πρέπει να κοινοποιηθούν ώστε να γίνει κατανοητή η μη εμπιστευτική εκδοχή. Τα επαγγελματικά μυστικά δεν κοινοποιούνται, και, κατ’αρχήν, ο κανόνας εμπιστευτικότητας έναντι του καταγγέλλοντα είναι απόλυτος. Ωστόσο, εάν η κοινοποίηση των σχετικών πληροφοριών είναι απολύτως αναπόφευκτη για να γίνει κατανοητή η κύρια αιτίαση στην ΚΑ, αφορά πληροφορίες που είναι απαραίτητες για να αποδειχθεί παράβαση, και είναι απολύτως αναγκαία για να συμμετάσχει ο καταγγέλλων στη διαδικασία ώστε να είναι σε θέση να υποβάλει ενημερωμένες παρατηρήσεις, αυτή η κοινοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών είναι δυνατή μετά από σταθμισμένη και αιτιολογημένη εκτίμηση του συμβούλου ακροάσεων.

Τόσο για την ΚΑ όσο και για τη ΣΚΑ, η σύμβουλος ακροάσεων απέρριψε τα αιτήματα της Intel για σχεδόν απόλυτη εμπιστευτικότητα και χρειάστηκε να αξιολογήσει εξαιρετικά υψηλό αριθμό αιτιολογημένων και διεξοδικών αιτημάτων εμπιστευτικότητας τόσο από την Intel όσο και από άλλους παρόχους πληροφοριών. Αυτό επιτεύχθηκε χωρίς να ληφθεί απόφαση βάσει του άρθρου 9 της εντολής για την κίνηση της λεγόμενης διαδικασίας «AKZO» (7) είτε από την Intel είτε από άλλη ενδιαφερόμενη επιχείρηση.

Τον Οκτώβριο του 2008, η Intel κοινοποίησε την πλήρη εμπιστευτική εκδοχή της ΚΑ στην AMD στο πλαίσιο της διαδικασίας στις ΗΠΑ. Η Intel ισχυρίζεται ότι η κοινοποίηση αυτή ήταν ακούσια. Η Intel πληροφόρησε σχετικά την Επιτροπή στις 17 Μαρτίου 2009.

στ)   Τρίτα μέρη

Τρεις εταιρείες ζήτησαν επίσημη πρόσβαση στη διαδικασία ως ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη. Η σύμβουλος ακροάσεων ενέκρινε τις σχετικές αιτήσεις της Silicon Graphics Inc. (25 Σεπτεμβρίου 2007), της International Business Machines («IBM»·2 Οκτωβρίου 2007) και — ακριβώς πριν την προφορική ακρόαση — της Hewlett Packard Company («HP», 10 Μαρτίου 2008). Επιπλέον, έγιναν δεκτές δύο οργανώσεις καταναλωτών ως ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη, αφού τεκμηρίωσαν ικανοποιητικά το ειδικό ενδιαφέρον και την ιδιότητά τους: Η European Consumers Organisation Bureau Européen des Unions des Consommateurs («BEUC»22 Φεβρουαρίου 2008) και η Union Fédérale des Consommateurs - Que Choisir, γαλλική οργάνωση καταναλωτών («FC»6 Μαρτίου 2008). Όλα τα μέρη ζήτησαν και έλαβαν μη εμπιστευτική περίληψη της ΚΑ και της ΣΚΑ. Κανένα μέρος δεν υπέβαλε γραπτές παρατηρήσεις.

ζ)   Πρόσθετη ΣΚΑ που ζητήθηκε για αντικειμενική αιτιολόγηση

Η Intel υποστήριξε στην απάντησή της στην ΚΑ (8) ότι για μια αντικειμενική αιτιολόγηση θα ήταν αναγκαία η έκδοση πρόσθετης κοινοποίησης των αιτιάσεων. Ωστόσο, η πρόσθετη ΣΚΑ δεν ήταν απαραίτητη μόνο για την αντικειμενική αιτιολόγηση. Ενώ η απουσία αντικειμενικής αιτιολόγησης αποτελεί αρνητικό όρο για τη διαπίστωση κατάχρησης (9), το βάρος της απόδειξης φέρει το μέρος που θέτει θέμα αντικειμενικής αιτιολόγησης. Η Επιτροπή εξέτασε κάθε αντικειμενική αιτιολόγηση της Intel για τα διάφορα είδη συμπεριφοράς τα οποία εικάζονται στη ΚΑ. Ως εκ τούτου, το δικαίωμα ακρόασης έγινε σεβαστό.

II.   H ΠΡΟΦΟΡΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.   Η προφορική διαδικασία για την ΚΑ

Η προφορική διαδικασία για την ΚΑ πραγματοποιήθηκε στις 11 και 12 Μαρτίου 2008. Εκτός από την Intel και την AMD, τρία ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη παρέστησαν στην ακρόαση και παρουσίασαν τις απόψεις τους: Οι HP, UFC Que Choisir και BEUC. Εκτός από τους εκπροσώπους των κρατών μελών, συμμετείχε και εκπρόσωπος της Federal Trade Commission ως παρατηρητής, βάσει των διοικητικών ρυθμίσεων του 1999. Επιπλέον, και πέραν των ρυθμίσεων με τις ΗΠΑ, η σύμβουλος ακροάσεων κάλεσε και τον Γενικό Εισαγγελέα της πολιτείας της Νέας Υόρκης (10) να συμμετάσχει στην ακρόαση ως παρατηρητής. Η Intel συμφώνησε ρητά όσον αφορά τη συμμετοχή των εν λόγω ενδιαφερομένων. Πριν γίνει δεκτός στην προφορική ακρόαση, ο Γενικός Εισαγγελέας ανέλαβε ρητές δεσμεύσεις σχετικά με το απόρρητο και τη χρήση των πληροφοριών.

Η προφορική ακρόαση, παρά τις διάφορες συνεδριάσεις κεκλεισμένων των θυρών για νόμιμους λόγους εμπιστευτικότητας, ήταν πολύτιμη για την Intel, δεδομένου ότι της πρόσφερε την ευκαιρία να παρουσιάσει τις απόψεις της για τις εικαζόμενες παραβάσεις, το σχετικό σκεπτικό (11) και την οικονομική εκτίμηση. Από την άποψη αυτή, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι στη διάρκεια της ακρόασης η Επιτροπή κατέστησε σαφές στην Intel και η Intel αντιλήφθηκε ότι η οικονομική εκτίμηση δεν αποτελούσε προϋπόθεση για τη διαπίστωση κατάχρησης.

Στη βάση αυτή, δεν είναι απαραίτητο για τη σύμβουλο ακροάσεων να λάβει θέση σχετικά με την οικονομική εκτίμηση και το συμπέρασμα ότι οι πληρωμές της Intel θα ήταν δυνατό ή πιθανό να οδηγήσουν σε αντιανταγωνιστικό αποκλεισμό (12).

2.   Η προφορική ακρόαση που ζητήθηκε για τη ΣΚΑ και την ΕΠΠ

Η Intel ζήτησε προφορική ακρόαση για (α) μέρη της ΕΠΠ και (β) τη ΣΚΑ.

α)

Μετά την ΕΠΠ, η Intel, με επιστολή της 20ης Ιανουαρίου 2009, ζήτησε προφορική ακρόαση σχετικά με ορισμένα έγγραφα της AMD που είχαν υποβληθεί στην Επιτροπή στις 28 Μαΐου 2008 («τα έγγραφα AMD Delaware»). Στις 22 Ιανουαρίου 2009, η σύμβουλος ακροάσεων υπενθύμισε ότι η Intel δεν είχε δικαίωμα να ζητήσει ούτε η Επιτροπή υποχρέωση να παράσχει προφορική ακρόαση για να γίνουν σεβαστά τα δικαιώματα υπεράσπισης της Intel σε σχέση με την επιστολή των πραγματικών περιστατικών.

Επιπλέον, η προφορική ακρόαση δεν ήταν δυνατό να πραγματοποιηθεί μόνο για το θέμα των εγγράφων AMD Delaware, διότι η πρόσβαση στα εν λόγω έγγραφα είχε παραχωρηθεί στο πλαίσιο της διαδικασίας πρόσβασης στο φάκελο που επακολούθησε της έκδοσης της ΣΚΑ, βάσει της οποίας η Intel είχε την ευκαιρία να απαντήσει και να ζητήσει ήδη προφορική ακρόαση, και διότι το θέμα μιας προφορικής ακρόασης καθορίζεται ανάλογα με το περιεχόμενο της ΚΑ ή/και της ΣΚΑ και όχι από τον ενδιαφερόμενο. Προφορική ακρόαση αποκλειστικά για την παρουσίαση απόψεων όσον αφορά επιλεγμένα έγγραφα δεν ήταν δυνατό να πραγματοποιηθεί.

β)

Υποβάλλοντας τις παρατηρήσεις της στις 5 Φεβρουαρίου 2009 και με επιστολή της 10ης Φεβρουαρίου 2009, η Intel ζήτησε προφορική ακρόαση για τη ΣΚΑ.

Οι αποφάσεις σχετικά με προφορικές ακροάσεις, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων έγκρισης ή απόρριψης αίτησης για προφορική ακρόαση που υποβάλλεται μετά την προθεσμία απάντησης σε κοινοποίηση των αιτιάσεων, εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του συμβούλου ακροάσεων βάσει της εντολής.

Με επιστολή, της 17ης Φεβρουαρίου 2009, η σύμβουλος ακροάσεων απάντησε στην Intel ότι το υποκειμενικό δικαίωμα προφορικής ακρόασης ισχύει μόνο μέχρι τη λήξη της προθεσμίας απάντησης στην κοινοποίηση των αιτιάσεων. Η μη υποβολή αίτησης προφορικής ακρόασης εντός της τεθείσας προθεσμίας δεν συνεπάγεται αυτόματα ότι είναι αδύνατη η πραγματοποίηση ακρόασης σε όλες τις περιπτώσεις. Το άρθρο 10 παράγραφος 2, σε συνδυασμό με το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 773/2004, δεν απαγορεύει απαραίτητα σε ένα μέρος να ζητήσει προφορική ακρόαση. Η μη τήρηση της προθεσμίας σημαίνει ότι δεν υφίσταται πλέον υποχρέωση παραχώρησης προφορικής ακρόασης. Η σύμβουλος ακροάσεων έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση να ασκήσει τη διακριτική της ευχέρεια σε περίπτωση υποβολής εκπρόθεσμης και δεόντως αιτιολογημένης αίτησης.

Η προθεσμία απάντησης στη ΣΚΑ δεν παρατάθηκε. Η σύμβουλος ακροάσεων έλαβε υπόψη της τη θέση των υπηρεσιών της Επιτροπής, όπως αυτή εκφράστηκε στην επιστολή τους προς την Intel της 2ας Φεβρουαρίου 2009 (13), σύμφωνα με την οποία η ορθή διενέργεια της διαδικασίας δεν απαιτούσε την πραγματοποίηση προφορικής ακρόασης. Επίσης, έλαβε υπόψη της όλα τα επιχειρήματα υπέρ της παραχώρησης προφορικής ακρόασης που πρόβαλε η Intel, που αφορούσαν κυρίως το «απεριόριστο» δικαίωμά της να της παραχωρηθεί προφορική ακρόαση.

Κατά την άσκηση της διακριτικής της ευχέρειας, η σύμβουλος ακροάσεων έχει την υποχρέωση να λάβει υπόψη, μεταξύ άλλων, την ανάγκη αποτελεσματικής εφαρμογής των κανόνων του ανταγωνισμού, σημαντικό μέρος των οποίων είναι η υποχρέωση της Επιτροπής να εκδίδει αποφάσεις εντός εύλογου χρονικού διαστήματος. Μολονότι οι χρονικοί περιορισμοί που είναι εγγενείς του τρόπου οργάνωσης της διαδικασίας ανταγωνισμού, δεν δικαιολογούν παράβαση του θεμελιώδους δικαιώματος της ακρόασης, ανάλογο πρόβλημα δεν ανέκυψε στην εξεταζόμενη υπόθεση. Στην εξεταζόμενη υπόθεση, τίποτε δεν εμπόδιζε την Intel να συντάξει και να υποβάλει, σε εύθετο χρόνο, την απάντησή της στην ΣΚΑ, βάσει των πληροφοριών που είχε στη διάθεσή της, τουλάχιστον προληπτικά, πόσο μάλλον δεδομένου ότι η σύμβουλος ακροάσεων χορήγησε παράταση της προθεσμίας. Η Intel είχε το χρόνο να ζητήσει προφορική ακρόαση από την ημερομηνία έκδοσης της ΣΚΑ τον Ιούλιο του 2008 μέχρι το τέλος της — παράτασης — της προθεσμίας τον Οκτώβριο του 2008. Δεν θα ήταν αδύνατη η πραγματοποίηση ακρόασης ακόμη και μετά την εν λόγω ημερομηνία, εάν η Intel το είχε ζητήσει — το οποίο όμως δεν έπραξε. Τίποτε δεν θα εμπόδιζε τη σύμβουλο ακροάσεων να ορίσει τις ημερομηνίες ακρόασης κατά τρόπο σύμφωνο με την υποβληθείσα αίτηση για προσωρινά μέτρα, γεγονός που θα εξασφάλιζε πλήρη τήρηση της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου. Κατ’αυτόν τον τρόπο, ενώ η Intel στη διάρκεια όλης της διαδικασίας μέχρι την κατάθεση της προσφυγής της στο Πρωτοδικείο ενήργησε σε γενικές γραμμές με ταχύτητα και εντός των προθεσμιών, η πλήρης άσκηση των δικαιωμάτων υπεράσπισής της που θα επέτρεπε την πραγματοποίηση προφορικής ακρόασης υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις στις 17 Φεβρουαρίου 2009, θα έθετε σε σοβαρό κίνδυνο την έγκαιρη πρόοδο της διαδικασίας. Για αυτόν και άλλους λόγους που αφορούν ειδικά την εξεταζόμενη υπόθεση, η αίτηση έπρεπε να απορριφθεί.

Η Intel δεν απευθύνθηκε στη σύμβουλο ακροάσεων όσον αφορά την κατάσταση των γραπτών παρατηρήσεων που υπέβαλε στις 5 Φεβρουαρίου 2009.

III.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Με βάση τα ανωτέρω, θεωρώ ότι στην παρούσα υπόθεση έγιναν σεβαστά τα δικαιώματα των μερών να ακουστούν οι απόψεις τους.

Το σχέδιο απόφασης αφορά μόνον τις αιτιάσεις σχετικά με τις οποίες δόθηκε στην Intel η δυνατότητα να καταστήσει γνωστές τις απόψεις της.

Karen WILLIAMS


(1)  Σύμφωνα με τα άρθρα 15 και 16 της απόφασης της Επιτροπής (2001/462/ΕΚ,ΕΚΑΧ), της 23ης Μαΐου 2001, σχετικά με τα καθήκοντα του συμβούλου ακροάσεων σε ορισμένες διαδικασίες ανταγωνισμού (ΕΕ L 162 της 19.6.2001, σ. 21), στο εξής «η εντολή».

(2)  Βλ. παραγράφους 1045 έως 1156 του σχεδίου απόφασης για την εν λόγω ανάλυση, π.χ. παράγραφοι 1066 και εξής για την ανάλυση παλινδρόμησης που εφάρμοσε η Intel.

(3)  Όπως αναφέρεται ρητά στην παράγραφο 925 του σχεδίου απόφασης, επισημαίνεται στην παράγραφο 337 της ΚΑ και αναφέρεται στην παράγραφο 260 της ΣΚΑ.

(4)  ΕΕ L 123 της 27.4.2004, σ. 18.

(5)  Για λεπτομέρειες βλ. παραγράφους 39 και εξής του σχεδίου απόφασης.

(6)  Παράγραφος 71 και επόμενες.

(7)  ΔΕΚ, υπόθεση 53/85, AKZO Chemie BV και AKZO Chemie UK Ltd κατά Επιτροπής, [1986] Συλλογή, σ. 1965.

(8)  Βλ. παραγράφους 823.

(9)  ΔΕΚ, υπόθεση C-95/04 P British Airways κατά Επιτροπής, Συλλογή 1997, I-2331, παράγραφος 69· Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-468/06 έως C-478/06 Σωτ. Λέλος και Σια και άλλοι [2008] δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί, παράγραφος 39, και πιο πρόσφατα, υπόθεση 52/07, Kanal 5 Ltd. [2008] δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί , απόφαση της 11ης Δεκεμβρίου 2009, παράγραφος 47.

(10)  Βλ. παράγραφο 35 του σχεδίου απόφασης.

(11)  Βλ. π.χ. παραγράφους 281 και εξής του σχεδίου απόφασης.

(12)  Βλ. παραγράφους 1002-1578 του σχεδίου απόφασης.

(13)  Βλ. παράγραφο 24 του σχεδίου απόφασης.