52009PC0194




[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 21.4.2009

COM(2009)194 τελικό

2009/0060 (COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1905/2006, για τη θέσπιση μηχανισμού χρηματοδότησης της αναπτυξιακής συνεργασίας και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1889/2006, για την καθιέρωση ενός χρηματοδοτικού μέσου για την προαγωγή της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων του ανθρώπου παγκοσμίως

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Τα διάφορα χρηματοδοτικά μέσα που εφαρμόζονται στο πλαίσιο της εξωτερικής συνεργασίας της Κοινότητας παρουσιάζουν ασυνέπειες όσον αφορά την επιλεξιμότητα δαπανών που αφορούν φόρους, τέλη, δασμούς και άλλες επιβαρύνσεις της κοινοτικής χρηματοδότησης.

Το μέσο συνεργασίας για την ανάπτυξη (DCI) και το μέσο για τα ανθρώπινα δικαιώματα (EIDHR) είναι τα μόνα που δεν προβλέπουν εξαίρεση στην αρχή της μη επιλεξιμότητάς για την κοινοτική χρηματοδότηση. Για τα άλλα μέσα ορίζεται ότι κατ’αρχήν η ενίσχυση της Κοινότητας δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη χρηματοδότηση των δαπανών αυτών. Επιτρέπεται ως εκ τούτου κάποια ελαστικότητα ανάλογα με την περίπτωση, ο δε αρμόδιος διατάκτης μπορεί να αποφασίσει κατά περίπτωση αν θα δεχθεί την ανάληψή τους εφόσον αυτό είναι σκόπιμο για την ορθή εκτέλεση των προγραμμάτων και σχεδίων.

Η ελαστικότητα αυτή είναι ωστόσο απαραίτητη λόγω ορισμένων επαναλαμβανόμενων καταστάσεων εμπλοκής που εμφανίζονται όταν δεν προβλέπονται ή δεν εφαρμόζονται μηχανισμοί απαλλαγής (λόγω, π.χ. άκρως πολύπλοκων διαδικασιών στη δικαιούχο χώρα). Στις περιπτώσεις αυτές, η αυστηρή διατύπωση στις πράξεις DCI και EIDHR μπορεί να καταστήσει ιδιαίτερα δυσχερή τη διεξαγωγή της χρηματοδοτούμενης από την εξωτερική βοήθεια ενέργειας ιδιαίτερα στο πλαίσιο των σχεδίων EIDHR. Επισημαίνεται επίσης ότι η απαγόρευση χρηματοδότησης των φόρων βάσει της ισχύουσας διατύπωσης αφορά μόνο τους φόρους που θα πρέπει να καταβληθούν «στη δικαιούχο χώρα», πράγμα που προσθέτει στο πρόβλημα της επιλεξιμότητας μια ερμηνευτική δυσκολία (ιδίως στην περίπτωση περιφερειακού σχεδίου). Μια άλλη υποθετική περίπτωση αφορά την επιβολή τοπικών φόρων (ισοδύναμων προς τον ΦΠΑ) που δεν μπορούν να ανακτηθούν λόγω της απουσίας μηχανισμών απαλλαγής και τους οποίους πρέπει να επωμισθεί ο δικαιούχος εφόσον απαγορεύεται αυστηρά η ανάληψη των εν λόγω φόρων.

Για παράδειγμα, οι δυσκολίες όσον αφορά την επιλεξιμότητα παρουσιάζονται -και όχι μόνο- στις ακόλουθες περιπτώσεις:

- Όταν πρόκειται για μικρόποσες αγορές επί τόπου ή/και για αγορές το ποσό των οποίων επιστρέφεται οι μηχανισμοί που ισχύουν στη χώρα δικαιούχο για την εξαίρεση από τον ΦΠΑ πολλές φορές εφαρμόζονται δύσκολα ή δεν προβλέπονται καθόλου.

- Η ανάληψη των φόρων προστιθέμενης αξίας από την κοινοτική επιδότηση, υπό την προϋπόθεση ότι οι φόροι αυτοί δεν είναι επιστρέψιμοι και ότι η βασική πράξη δεν το αποκλείει, προβλέπεται από τις λεπτομέρειες του δημοσιονομικού κανονισμού (άρθρο 172 α παράγραφος 2, στοιχείο γ). Κάθε επιδότηση που χορηγείται υπό συγκεντρωτική διαχείριση δεν απαιτεί την προηγούμενη έγκριση της χώρας στην οποία εφαρμόζεται το σχέδιο. Εάν η νομοθεσία της χώρας αυτής δεν προβλέπει κανένα μηχανισμό εξαίρεσης, ο δικαιούχος της επιχορήγησης πρέπει να επωμισθεί τους φόρους επί της προστιθέμενης αξίας ή τους ισοδύναμους προς τον ΦΠΑ τοπικούς φόρους χωρίς να μπορεί να λάβει χρηματοδότηση από τα ταμεία της ΕΚ.

- Στο πλαίσιο των σχεδίων «EIDHR», λαμβανομένης υπόψη της ιδιομορφίας του πλαισίου παρέμβασης, ορισμένες χώρες δεν είναι ιδιαίτερα διατεθειμένες να χορηγούν απαλλαγές για σχέδια που δεν στηρίζουν οι ίδιες. Απουσία συμβάσεων που να προβλέπουν τη φορολογική απαλλαγή για τα σχέδια που χρηματοδοτεί η Κοινότητα, τους φόρους τους καταβάλλουν οι δικαιούχοι οργανισμοί. Αυτό μπορεί να αποτελέσει τροχοπέδη για την εφαρμογή ιδιαίτερα ευαίσθητων από πολιτική άποψη σχεδίων.

Τέλος, επισημαίνεται ότι ακόμα και αν η συνολική χρηματοδότηση της δράσης μπορεί να προβλέπεται υπό ορισμένους όρους στο πλαίσιο εξωτερικών δράσεων, αυτό δεν αρκεί πάντα για να επιτραπεί η ανάληψη των φόρων, οι οποίοι εξακολουθούν να αποτελούν μη επιλέξιμες δαπάνες. Η πλήρης χρηματοδότηση εφαρμόζεται εν πάση περιπτώσει μόνο στις επιλέξιμες δαπάνες της δράσης.

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω και δεδομένου ότι οι φορολογικές διατάξεις στις δικαιούχους χώρες εξελίσσονται, κρίνεται πρωταρχικής σημασίας η διατήρηση μιας κάποιας ελαστικότητας, ώστε ο αρμόδιος διατάκτης να είναι σε θέση να αξιολογεί σε κάθε μεμονωμένη περίπτωση την ανάγκη να γίνει δεκτή η επιλεξιμότητα των φόρων για την κοινοτική χρηματοδότηση βάσει του DCI και του EIDHR, όπως αυτό μπορεί να γίνει στο πλαίσιο άλλων μέσων της εξωτερικής βοήθειας της ΕΚ, εφόσον οι φόροι αυτοί δεν υπερβαίνουν τους προβλεπόμενους από το κοινό δίκαιο.

Προτείνεται κατά συνέπεια η ευθυγράμμιση των σχετικών διατάξεων των δύο αυτών μέσων με τα υπόλοιπα.

2009/0060 (COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1905/2006, για τη θέσπιση μηχανισμού χρηματοδότησης της αναπτυξιακής συνεργασίας και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1889/2006, για την καθιέρωση ενός χρηματοδοτικού μέσου για την προαγωγή της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων του ανθρώπου παγκοσμίως

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη ίδρυσης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 179 παράγραφος 1 και το άρθρο 181 πρώτο εδάφιο,

την πρόταση της Επιτροπής,

αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 251 της Συνθήκης[1],

Εκτιμώντας τα εξής:

(1) Με σκοπό την αύξηση της αποτελεσματικότητας και της διαφάνειας της εξωτερικής βοήθειας της Κοινότητας, καθορίστηκε το 2006 ένα νέο πλαίσιο που διέπει τον σχεδιασμό και την παροχή των δραστηριοτήτων αρωγής που περιλαμβάνει τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1085/2006 του Συμβουλίου, της 17ης Ιουλίου 2006, για τη θέσπιση μηχανισμού προενταξιακής βοήθειας (IPA)[2], τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1638/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 2006, για τον καθορισμό γενικών διατάξεων σχετικά με τη θέσπιση ευρωπαϊκού μηχανισμού γειτονίας και εταιρικής σχέσης[3], τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1934/2006 του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τη θέσπιση χρηματοδοτικού μέσου για τη συνεργασία με τις εκβιομηχανισμένες και τις λοιπές υψηλού εισοδήματος χώρες και εδάφη [4], τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1717/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Νοεμβρίου 2006, για τη θέσπιση μηχανισμού σταθερότητας[5], τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 300/2007 του Συμβουλίου, της 19ης Φεβρουαρίου 2007, για τη θέσπιση μηχανισμού συνεργασίας στον τομέα της πυρηνικής ασφάλειας[6], τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1889/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, για την καθιέρωση ενός χρηματοδοτικού μέσου για την προαγωγή της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων του ανθρώπου παγκοσμίως[7] και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1905/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για τη θέσπιση μηχανισμού χρηματοδότησης της αναπτυξιακής συνεργασίας [8].

(2) Κατά την εφαρμογή των κανονισμών αυτών προέκυψαν ασυνέπειες όσον αφορά την εξαίρεση από την αρχή της μη επιλεξιμότητας των δαπανών που αφορούσαν φόρους, τέλη, δασμούς και άλλες φορολογικές επιβαρύνσεις της χρηματοδότησης της ΕΚ. Για τον λόγο αυτό, προτείνεται η τροποποίηση των σχετικών διατάξεων των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1905/2006 και (ΕΚ) αριθ. 1889/2006 ώστε να ευθυγραμμισθούν με τις υπόλοιπες πράξεις.

(3) Ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει ό,τι είναι αναγκαίο για την επίτευξη των επιδιωκόμενων στόχων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 τρίτο εδάφιο, της Συνθήκης.

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Στο άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1905/2006, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Η κοινοτική βοήθεια δεν χρησιμοποιείται κατ’αρχήν για την καταβολή φόρων, τελών ή δασμών στις δικαιούχους χώρες.»

Άρθρο 2

Στο άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1889/2006, η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6. Η ενίσχυση της Κοινότητας δεν χρησιμοποιείται καρ’αρχήν για την καταβολή φόρων, τελών ή δασμών στις δικαιούχους χώρες.»

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 21.4.2009

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο πρόεδρος Ο πρόεδρος

[1] Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της XX (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση του Συμβουλίου της XX (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα), και κοινή θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της XX (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα)

[2] ΕΕ L 210 της 31.7.2006, σ. 82

[3] ΕΕ L 310 της 9.11.2006, σ. 1.

[4] ΕΕ L 405 της 30.12.2006, σ. 37.

[5] ΕΕ L 327 της 15.11.2006, σ. 1.

[6] ΕΕ L 81 της 22.3.2007, σ. 1.

[7] ΕΕ L 386 της 29.12.2006, σ. 1.

[8] ΕΕ L 378 της 27.12.2006, σ. 41.