23.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 318/69


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή: Προς μια ευρωπαϊκή στρατηγική σε θέματα ηλεκτρονικής δικαιοσύνης (e-Justice)»

COM(2008) 329 τελικό

2009/C 318/13

Εισηγητής: ο κ. J. ΡΕGADO LIZ

Στις 30 Μαΐου 2008, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα:

«Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή: Προς μια ευρωπαϊκή στρατηγική σε θέματα ηλεκτρονικής δικαιοσύνης (e-Justice)»

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 9 Σεπτεμβρίου 2009 με βάση εισηγητική έκθεση του κ. J. PEGADO LIZ.

Κατά την 456η σύνοδο ολομέλειας, της 30ής Σεπτεμβρίου και 1ης Οκτωβρίου 2009 (συνεδρίαση της 30ής Σεπτεμβρίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε ομόφωνα την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την υπό εξέταση ανακοίνωση της Επιτροπής «Προς μια ευρωπαϊκή στρατηγική σε θέματα ηλεκτρονικής δικαιοσύνης (e-Justice)» για τη σκοπιμότητά της, καθώς και για τον δομημένο και θεμελιωμένο σχεδιασμό και παρουσίασή της, που δικαιολογεί την πρωτοβουλία της ΕΟΚΕ να καταρτίσει γνωμοδότηση επί του θέματος, παρότι κάτι τέτοιο δεν της είχε αρχικά ζητηθεί.

1.2

Η συμφωνία που επετεύχθη εν τω μεταξύ ανάμεσα στο ΕΚ, το Συμβούλιο και την Επιτροπή σε ό,τι αφορά το σχέδιο δράσης για τον συγκεκριμένο τομέα έως το 2013, η οποία αναφέρεται στο ψήφισμα του Συμβουλίου Υπουργών Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων της 28ης Νοεμβρίου 2008, και οι συστάσεις σχετικά με το πεδίο της πρωτοβουλίας και τη μελλοντική της ανάπτυξη αποτελούν κρίσιμα ζητήματα που πρέπει να ληφθούν υπόψη.

1.3

Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ βλέπει σε γενικές γραμμές θετικά τις κατευθύνσεις που θα διέπουν τις μελλοντικές δράσεις. Το πράττει, ωστόσο, στη βάση ορισμένων προϋποθέσεων, σύμφωνα με ορισμένα κριτήρια και διατηρώντας ορισμένες επιφυλάξεις ως προς τον τρόπο ανάπτυξής των και τη μορφή της εφαρμογής των.

1.4

Τονίζει, ωστόσο, την ανάγκη ορθότερης οριοθέτησης αυτού καθαυτού του πεδίου της ηλεκτρονικής δικαιοσύνης, σε σχέση με τις λοιπές εφαρμογές των νέων τεχνολογιών της πληροφορίας σε διάφορες πτυχές της ζωής του πολίτη και της δημόσιας διοίκησης γενικά.

1.5

Τονίζει επίσης τους απώτερους στόχους της απονομής δικαιοσύνης —τη λεγόμενη «δίκαια δικαιοσύνη»— ούτως ώστε οι αξιέπαινες πρωτοβουλίες της απλούστευσης και της ομογενοποίησης των πράξεων και των διαδικασιών να εξυπηρετούν πραγματικά τα συμφέροντα των πολιτών εν γένει και των οικονομικών και κοινωνικών φορέων ειδικότερα ως προς την πρόσβαση στη δικαιοσύνη και να είναι αποδεκτές και επιθυμητές από τους επαγγελματίες του κλάδου.

1.6

Εκφράζει την ανησυχία μήπως οποιαδήποτε σχετική πρωτοβουλία θίξει τα θεμελιώδη δικαιώματα των ευρωπαίων πολιτών, και ιδίως την προστασία των προσωπικών δεδομένων, και συνιστά ένθερμα να αναπτυχθούν οι μελλοντικές δράσεις σύμφωνα με τις κοινές σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη θεμελιώδεις αρχές του διεθνούς συμβατικού δικαίου και της εκάστοτε εθνικής πολιτικής δικονομίας.

1.7

Καλεί την Επιτροπή να λαμβάνει πάντα δεόντως υπόψη τις ιδιαιτερότητες και τα χαρακτηριστικά του εκάστοτε εθνικού δικαίου, τα οποία ανακλούν διατηρητέες πολιτισμικές προσταγές και εθνικές αξίες, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, καθώς επίσης να διενεργεί αξιολόγηση κόστους-οφέλους για κάθε νέα πρωτοβουλία, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας.

1.8

Συνιστά, συνεπώς, στην Επιτροπή να λαμβάνει πάντα υπόψη τη θεώρηση των πολιτών για την απονομή της δικαιοσύνης κατά τον σχεδιασμό των διαφόρων πρωτοβουλιών που προγραμματίζει, ούτως ώστε να τίθενται οι ΤΠΕ (τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών) στην υπηρεσία της δικαιοσύνης και όχι το αντίστροφο.

1.9

Συνιστά, συγκεκριμένα, ιδιαίτερη προσοχή και αυξημένη σύνεση κατά την εισαγωγή μηχανισμών αποϋλοποίησης των δικαστικών διαδικασιών, ούτως ώστε να διασφαλίζονται οι απαιτήσεις ως προς τον τύπο και ως προς την ύπαρξη σταθερού μέσου, οι οποίες εγγυώνται την ασφάλεια δικαίου.

1.10

Καλεί, τέλος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς την ανάπτυξη των διαφόρων προγραμματισμένων δράσεων, ελέγχοντας την εφαρμογή τους υπό το πρίσμα των αξιών και των προτύπων των αντιστοίχων ψηφισμάτων τους, τα οποία και συμμερίζεται η ΕΟΚΕ.

2.   Εισαγωγή και αιτιολογικό υπόμνημα

2.1   Το ζήτημα της ηλεκτρονικής δικαιοσύνης εξετάσθηκε για πρώτη φορά με συστηματικό τρόπο κατά την ιταλική Προεδρία του 2003, στα πλαίσια μιας κοινής συνδιάσκεψης με το Συμβούλιο της Ευρώπης, η οποία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «πάνω από όλα, οι συζητήσεις σχετικά με τα οφέλη, τις ευκαιρίες και τους κινδύνους του Internet μάς οδηγούν πάντα τελικά σε ανησυχία αναφορικά με τις αξίες και τα δικαιώματα που κατοχυρώνονται, ειδικότερα, στις Συμβάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την προστασία των δεδομένων» (1).

2.2   Κατά τα επόμενα χρόνια, διάφορα κράτη μέλη ανέπτυξαν τα δικά τους συστήματα ηλεκτρονικής δικαιοσύνης, ορισμένα με εκτενή θεωρητική προετοιμασία και μέριμνα για την πρακτική εφαρμογή (2), αλλά χωρίς μεταξύ τους συντονισμό.

2.3   Σε κοινοτικό επίπεδο, το ζήτημα ετέθη αρχικά στα πλαίσια της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και ιδίως, ως συνέχεια των εγγράφων eEurope 2002 και eEurope 2005 που ενεκρίθησαν αντίστοιχα από το Συμβούλιο της Feira το 2000 και της Σεβίλλης το 2002, στο έγγραφο για τη στρατηγική i2010 (3).

2.3.1

Εξάλλου, στα πλαίσια του 6ου προγράμματος-πλαισίου, ξεκίνησε το πρόγραμμα e-Justice, ως ένα από τα πρώτα «ολοκληρωμένα σχέδια», αλλά με στόχους ακόμη περιορισμένους και πειραματικούς. Το ζήτημα τίθεται συγκεκριμένα μόλις κατά την άτυπη σύνοδο των Υπουργών Δικαιοσύνης στη Δρέσδη τον Ιανουάριο του 2007, ενώ αναπτύσσεται περαιτέρω στη συνδιάσκεψη «Work on e-Justice» τον Μάιο του 2007 στη Βρέμη (4).

2.4   Πραγματικά μεγαλύτερη ώθηση, πάντως, δόθηκε στο θέμα κατά την πορτογαλική Προεδρία (5), πρώτα στην άτυπη σύνοδο των Υπουργών Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (ΔΕΥ) της 1ης και 2ας Οκτωβρίου 2007, όπου καθορίσθηκαν τα κεντρικά ζητήματα των μελλοντικών εναλλακτικών λύσεων· έπειτα στο Συμβούλιο ΔΕΥ της 6ης και 7ης Δεκεμβρίου 2007, όπου έγινε ο απολογισμός των εργασιών που είχαν πραγματοποιηθεί και ορίστηκε το τέλος του Α' εξαμήνου του 2008 ως λήξη του προγράμματος· και, τέλος, στα συμπεράσματα του Συμβουλίου Υπουργών της 14ης Δεκεμβρίου 2007, όπου χαιρετίσθηκε η πρόοδος στο πεδίο της ηλεκτρονικής δικαιοσύνης και έγινε έκκληση για τη συνέχιση των εργασιών.

2.5   Σε συνέχεια των ανωτέρω, η Επιτροπή κατήρτισε την υπό εξέταση ανακοίνωση προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, στην οποία όμως δεν υποβλήθηκε για διαβούλευση. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ αποφάσισε να λάβει η ίδια την πρωτοβουλία να εκφράσει τη γνώμη της για την ανακοίνωση.

2.6   Βεβαίως, στο μεταξύ, τόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (6) όσο το Συμβούλιο (7) είχαν ήδη την ευκαιρία να τοποθετηθούν ως προς την ανακοίνωση αυτή και, ειδικότερα, ως προς το συνημμένο σε αυτήν Σχέδιο Δράσης. Δεδομένου, ωστόσο, ότι πρόκειται για πρόγραμμα μέτρων σε βάθος πενταετίας, δεν θα πρέπει να αγνοηθούν οι παρατηρήσεις και οι συστάσεις που ακολουθούν, καθώς αποτελούν τη συμβολή των εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών, την οποία ενδιαφέρουν και επηρεάζουν ιδιαίτερα οι πρωτοβουλίες που θα αναληφθούν σε αυτό το πεδίο. Θα μπορούσαν δε να ληφθούν υπόψη κατά την εφαρμογή των διαφόρων μέτρων που σχεδιάζονται (8).

3.   Σύντομη επισκόπηση της ανακοίνωσης της Επιτροπής  (9)

4.   Γενικές παρατηρήσεις

4.1   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει, σε γενικές γραμμές, την πρωτοβουλία της Επιτροπής, που έχει πλέον συμπληρωθεί με τις προτάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και με τις κατευθυντήριες γραμμές του Συμβουλίου.

4.1.1

Το πράττει, ωστόσο, στη βάση ορισμένων προϋποθέσεων, σύμφωνα με συγκεκριμένα κριτήρια και διατηρώντας ορισμένες επιφυλάξεις.

4.2   Πρώτα απ’ όλα, είναι απαραίτητος ο ορθός καθορισμός του πεδίου εφαρμογής της ηλεκτρονικής δικαιοσύνης. Παρότι μπορεί να ενταχθεί σε ευρύτερες έννοιες όπως η ηλεκτρονική δημοκρατία ή η ηλεκτρονική διακυβέρνηση, των οποίων αποτελεί μέρος και δη ζωτικό, και παρά το γεγονός ότι συνδέεται άμεσα με το ηλεκτρονικό δίκαιο —που αποσκοπεί στη διευκόλυνση της ηλεκτρονικής πρόσβασης τόσο σε νομικά κείμενα και στην σε πραγματικό χρόνο παραγωγή τους, είτε αυτά αφορούν ουσιαστικό ή δικονομικό, θετικό ή ενδοτικό δίκαιο, όσο και στη νομολογία των δικαστηρίων και στις διοικητικές αποφάσεις—, η ηλεκτρονική δικαιοσύνη πρέπει να περιορίζεται στις δικονομικές πτυχές της απονομής δικαιοσύνης στους τομείς του αστικού, του εμπορικού και ενδεχομένως του διοικητικού δικαίου, δηλαδή στις δικαιοδοτικές πρακτικές και διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένης της διαιτητικής διαδικασίας (10).

4.3   Από την άλλη πλευρά, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι, σε οποιοδήποτε πρόγραμμα σχετικό με την απονομή της δικαιοσύνης, η υπέρτατη αξία δεν είναι η ταχύτητα, η αποτελεσματικότητα, το κόστος ή η απλούστευση της δικαιοσύνης, αλλά η ΔΙΚΑΙΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ (11), με πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ιδίως της προστασίας των προσωπικών δεδομένων των πολιτών.

4.3.1

Με την επισήμανση αυτή, η ΕΟΚΕ προειδοποιεί ενάντια σε κάθε υπερβολή στην απλούστευση, την αποτελεσματικότητα, τη μείωση του κόστους ή την ταχύτητα, που θίγει αυτήν τη θεμελιώδη αξία της δικαιοσύνης και που, αντί να διευκολύνει την πρόσβαση σε αυτήν, την καθιστά δυσχερέστερη ή πολυπλοκότερη.

4.4   Εξίσου σημαντικό είναι να διασφαλισθεί ότι μία ορισμένη —και επιθυμητή— αποϋλοποίηση ή απλούστευση των δικαστικών εγγράφων και ομογενοποίηση των μεθόδων και διαδικασιών εργασίας δεν θα αλλοιώνει χαρακτηριστικά που είναι κατ’ ανάγκη διαφορετικά και δεν θα απορρίπτει, μαζί με τα περιττά ή τα περιστασιακά, στοιχεία που είναι αναγκαία και τα οποία δεν πρέπει απαραιτήτως να είναι παντού τα ίδια, ενδεχομένως μάλιστα πρέπει να μην είναι.

4.4.1

Πρέπει να διασφαλισθεί ότι οποιοδήποτε πρόγραμμα εφαρμογής των τεχνολογιών της πληροφορίας θα ανταποκρίνεται πράγματι στις ανάγκες τόσο των ευρωπαίων πολιτών εν γένει όσο και των οικονομικών και κοινωνικών φορέων ειδικότερα, καθώς και των επαγγελματιών του κλάδου, και δεν θα βλάπτει τα συμφέροντά τους.

4.4.2

Είναι επίσης αναγκαίο να διασφαλισθεί ότι οποιοδήποτε σύστημα πρόκειται να εισαχθεί ή να αναπτυχθεί θα αποκλείει τις ενδεχόμενες παρεμβάσεις τρίτων, είτε από δόλο είτε από απλή αμέλεια —οι οποίες θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την ασφάλεια και την αξιοπιστία της χρήσης—, καθώς και τη δυνατότητα τροποποίησης, εν μέρει ή εν όλω, των φακέλων και των περιεχομένων τους.

4.5   Θα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη ορισμένοι τύποι που μπορεί να φαντάζουν υπερβολικοί και περιττοί σε όσους δεν γνωρίζουν το αντικείμενο, αλλά συμβάλλουν καθοριστικά στην αντίληψη του κοινού περί των δικαστών και περί της ίδιας της απονομής της δικαιοσύνης ή αποτελούν εγγύηση του σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων κατά την απονομή αυτή (12).

4.6   Επιπλέον, καθώς το δικονομικό δίκαιο, ως τέτοιο, λειτουργεί επικουρικά προς το ουσιαστικό δίκαιο, και επειδή το ουσιαστικό δίκαιο συνιστά απόρροια των πολιτιστικών διαφορών μεταξύ των κρατών μελών και δεν είναι δυνατή ούτε θεμιτή ή σκόπιμη η ομογενοποίησή του, δεν θα πρέπει ούτε είναι δυνατόν να ομογενοποιηθούν βασικές πτυχές των παραγώγων δικονομικών διαδικασιών, που κατά συνέπεια είναι διαφορετικές, ώστε να μη θιγούν τα ουσιαστικά δικαιώματα που αυτές οφείλουν να προστατεύουν και να εγγυώνται.

4.7   Δεδομένου ότι το δίκαιο, και ειδικά το δικονομικό, αποτελεί ένα σύνολο νομοτεχνικών μέσων, που αποσκοπούν στην απονομή δικαιοσύνης και χρησιμοποιούνται από νομικούς με εξειδικευμένη κατάρτιση και ανάλογη επαγγελματική εμπειρία, είναι φυσικό να χρησιμοποιείται, κατά τον ορισμό και τη χρήση του, η οικεία τεχνική ορολογία του κλάδου.

4.7.1

Μια υπερβολική τάση «υπεραπλούστευσης» και «προσβασιμότητας σε όλους γενικά» μπορεί να οδηγήσει στην απώλεια της ακρίβειας και του τεχνικού νοήματος, το οποίο επίσης δεν είναι και δεν πρέπει απαραίτητα να είναι το ίδιο στο εθνικό δίκαιο όλων των κρατών.

4.7.2

Και στον τομέα αυτόν, αντί της ομοιογένειας, πρέπει να αναζητηθεί ένας «πίνακας αντιστοιχιών» ή ένα «κοινό πλαίσιο αναφορών» μεταξύ των διαφόρων δικαστικών μέσων.

4.8   Κρίνεται, τέλος, ότι, για την αποτελεσματική εφαρμογή οποιουδήποτε συστήματος εφαρμογής των νέων τεχνολογιών στη δικαιοσύνη, είναι απαραίτητη προϋπόθεση να διασφαλισθούν η συνάφειά του με τις ανάγκες και τους οργανωτικούς στόχους, η συμβατότητά του με τα υπάρχοντα πληροφορικά συστήματα, η πρότερη διεξαγωγή ελέγχου των τρεχουσών διαδικασιών και η δυνατότητα ταχείας και ολιγοδάπανης προσαρμογής του συστήματος σε ενδεχόμενες νέες συνθήκες και νέους στόχους.

4.8.1

Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στη γενική σχέση κόστους/οφέλους της πρωτοβουλίας, στο σύνολο και σε κάθε στάδιο της εφαρμογής της, καθώς είναι γεγονός ότι, από τη μελέτη αντικτύπου της Επιτροπής (που δυστυχώς διατίθεται μόνο σε μία εκ των επισήμων γλωσσών), δεν προκύπτει η ποσοτική της εκτίμηση· αντίθετα, αναγνωρίζεται ρητώς ότι «το σχετικό κόστος είναι βέβαιο, αλλά δεν μπορεί να εκτιμηθεί … » και δεν μπορεί να προσδιορισθεί παρά μόνο «κατά περίπτωση», ενώ σε ότι αφορά το όφελος, «σε γενικές γραμμές ο οικονομικός αντίκτυπος είναι δύσκολο να εκτιμηθεί, αν και αδιαμφισβήτητος» – κάτι που καταδεικνύει τεράστια υποκειμενικότητα, που δύσκολα μπορεί να γίνει αποδεκτή σε ένα σχέδιο τέτοιων διαστάσεων (13).

5.   Ειδικές παρατηρήσεις

5.1   Καθότι η δίκη αποτελεί ένα σύνολο δικονομικών πράξεων που πρέπει να καταγράφονται, για λόγους ασφαλείας δικαίου και διασφάλισης των δικαιωμάτων των διαδίκων, το ζήτημα της καταγραφής σε σταθερό μέσον του συνόλου της δίκης θέτει όρια στον προφορικό λόγο και στην αποϋλοποίηση σε ένα κράτος δικαίου.

5.1.1

Αυτό ακριβώς είναι το σκεπτικό με βάση το οποίο θα πρέπει να αναλυθούν και να σταθμιστούν ορισμένες πτυχές των δράσεων που προβλέπονται σε αυτή την «σφαιρική στρατηγική».

5.2   Όσον αφορά τη διαδικτυακή πύλη e-justice, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι θα πρέπει να προηγηθεί εκτενής κατάρτιση όλων των δικαστικών φορέων (δικαστών, εισαγγελέων, δικαστικών λειτουργών, διοικητικών αρχών, δημοσίων αξιωματούχων και όλων των επαγγελματιών του χώρου) προκειμένου αυτή να αποτελέσει χρήσιμο και βιώσιμο εργαλείο για όλους τους ενδιαφερομένους.

5.2.1

Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η πύλη μπορεί να αποτελέσει κέντρο πληροφόρησης και δικαστικών υπηρεσιών και χώρο διασύνδεσης μεταξύ πολιτών, επιχειρήσεων και δικαστικών φορέων που θα συμβάλλει στην επίλυση των νομικών προβλημάτων.

5.2.2

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η πύλη μπορεί να αποτελέσει χρήσιμο και βιώσιμο εργαλείο καθημερινής χρήσης για όλους τους δικαστικούς φορείς· ωστόσο, προς τούτο είναι θεμελιώδης η εγγύηση της αξιοπιστίας και της γνησιότητας των πληροφοριών που περιέχονται σε αυτήν και είναι σκόπιμο να έχει πολλαπλά επίπεδα πρόσβασης και δικαιώματα πρόσβασης ανάλογα με το είδος της πληροφορίας, ώστε να εξασφαλίζεται η προστασία των ενδιαφερομένων.

5.2.3

Πρέπει, επίσης, να λειτουργεί ως δίαυλος πρόσβασης στην κοινοτική και στην εθνική νομοθεσία, κατά το πρότυπο του Ευρωπαϊκού Δικαστικού Δικτύου για αστικές και εμπορικές υποθέσεις (14), παρέχοντας ελεύθερη πρόσβαση στο κοινό και επιτρέποντας καλύτερη παροχή νομικών συμβουλών και συνδρομής γενικού χαρακτήρα για τα νομικά ζητήματα.

5.3   Όσον αφορά τη βιντεοδιάσκεψη, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι θα πρέπει να διεξαχθεί διεξοδικός έλεγχος σε όλα τα δικαστήρια των κρατών μελών (15), προκειμένου να προσδιορισθεί η ύπαρξη ή μη οπτικοακουστικού υλικού που να επιτρέπει τη γενίκευση της χρήσης της, καθώς αυτή τη στιγμή δεν είναι βέβαιο ότι όλα τα κράτη μέλη έχουν εξοπλίσει τα δικαστήριά τους με το υλικό που απαιτείται για τη βιντεοδιάσκεψη, ούτε ότι το υλικό αυτό είναι συμβατό, ούτε καν ότι λειτουργεί όπως πρέπει (16).

5.3.1

Εξάλλου, και στις περιπτώσεις όπου η βιντεοδιάσκεψη αποσκοπεί στη συλλογή μαρτυρικών καταθέσεων ή στην κοινοποίηση δικαστικών πράξεων ή αποφάσεων, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι θα πρέπει να υπάρξει πραγματική νομοθετική εναρμόνιση ως προς τις καταθέσεις και τη βιντεοδιάσκεψη μεταξύ των κρατών μελών, προκειμένου να αποφευχθούν οι διαφορετικές ερμηνείες και εφαρμογές της νομοθεσίας για το ζήτημα, καθώς χωρίς την απαραίτητη νομοθετική διάρθρωση, η βιντεοδιάσκεψη θα αντιμετωπίσει νομικούς ή ακόμα και πολιτισμικούς φραγμούς από τα διάφορα κράτη μέλη.

5.3.2

Εφόσον η βιντεοδιάσκεψη υιοθετηθεί με τους προτεινόμενους όρους, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι θα πρέπει να ζητείται πάντα από τα ενδιαφερόμενα δικαστήρια και συμφωνεί ότι η πύλη μπορεί να συνδράμει στην εφαρμογή της βιντεοδιάσκεψης μεταξύ των ενδιαφερομένων δικαστηρίων, καθώς περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία στοιχεία προς τούτο (17).

5.4   Αναφορικά με τη συνεργασία μεταξύ των αρχών και ειδικότερα, τη διασύνδεση των ποινικών μητρώων, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι αυτή η συνεργασία, δεδομένης της ευαίσθητης φύσης του θέματος, θα πρέπει να υπακούει στις αυστηρότερες απαιτήσεις ασφαλείας και προστασίας των δεδομένων, προκειμένου να προφυλαχθεί η ιδιωτική ζωή των ενδιαφερομένων πολιτών (18).

5.4.1

Ωστόσο, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι θα πρέπει επίσης να προηγηθεί ανάλυση των εθνικών νομοθεσιών και των πραγματικών συνθηκών που επικρατούν σε κάθε κράτος μέλος, ούτως ώστε, σε ένα τόσο ευαίσθητο ζήτημα, να μην υφίστανται διαφορετικές εφαρμογές και διαδικασίες ανταλλαγής πληροφοριών ποινικού χαρακτήρα.

5.5   Σχετικά με τη μεταφραστική συνδρομή, η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι η πύλη e-justice πρέπει να είναι πολυγλωσσική και να παρέχει τις πληροφορίες σε όλες τις γλώσσες της ΕΕ. Ένα σύστημα αυτόματης μετάφρασης, για να είναι χρήσιμο, θα πρέπει να επιτρέπει την ταυτόχρονη μετάφραση και διερμηνεία της ιστοσελίδας, ούτως ώστε να είναι προσβάσιμη στους πολίτες της ΕΕ.

5.5.1

Για να συνδράμει τους επαγγελματίες του νομικού κλάδου, η πύλη e-justice μπορεί να περιλαμβάνει βάση δεδομένων νομικών μεταφραστών και διερμηνέων και, επιπλέον, όλα τα απαραίτητα έντυπα, ορθώς μεταφρασμένα στην οικεία ορολογία του νομικού συστήματος του εκάστοτε κράτους μέλους.

5.5.2

Οι εικαζόμενες τεράστιες δαπάνες που θα πρέπει να επενδυθούν για ένα αποτελεσματικό σύστημα αυτόματης και ταυτόχρονης μετάφρασης σε όλες τις κοινοτικές γλώσσες πρέπει να σταθμιστούν με προσοχή όσον αφορά το εφικτό και την αναλογικότητά τους σε συνάρτηση με τα αποτελέσματα που είναι δυνατόν να επιτευχθούν και με την πρακτική εφαρμογή του συστήματος αυτού.

5.6   Ιδιαίτερης προσοχής και επιφύλαξης χρήζουν οι πρωτοβουλίες που αφορούν συγκεκριμένα την πλήρη αποϋλοποίηση της διαδικασίας έκδοσης ευρωπαϊκής διαταγής πληρωμής (19) και της ευρωπαϊκής διαδικασίας μικροδιαφορών (20) και, ακόμη περισσότερο, τη δημιουργία άλλων «πλήρως ηλεκτρονικών ευρωπαϊκών διαδικασιών», τις πλήρως ηλεκτρονικές μεθόδους επίδοσης ή κοινοποίησης των δικαστικών πράξεων, την ηλεκτρονική πληρωμή δικαστικών εξόδων ή την ηλεκτρονική επικύρωση εγγράφων.

5.6.1

Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, η ΕΟΚΕ συνιστά μεγίστη προσοχή κατά την εισαγωγή τους και προσεκτική στάθμιση της σχέσης κόστους-οφέλους, ενώ επισημαίνει την ανάγκη για εκτεταμένες περιόδους δοκιμής και πειραματισμού πριν από τη γενικευμένη τους υιοθέτηση, και πάντοτε με απόλυτη διασφάλιση της συμμόρφωσής τους με τους κοινούς στα κράτη δικαίου κανόνες δικονομικού δικαίου.

Βρυξέλλες, 30 Σεπτεμβρίου 2009.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοιννωικής Επιτροπής

Mario SEPI


(1)  Συνδιάσκεψη «Internet Strategies and e-Justice in Europe», Ρώμη, 13 και 14 Νοεμβρίου 2003.

(2)  Χρήζει αναφοράς η περίπτωση του Βελγίου, όπου η επιτροπή που ανέλαβε να δώσει σάρκα και οστά στο Σχέδιο e-Justice συμπεριελάμβανε ορισμένους από τους διαπρεπέστερους ακαδημαϊκούς και επαγγελματίες του τομέα της δικαιοσύνης, όπως οι καθηγητές Georges de LEVAL, επί των τρόπων προσφυγής στη δικαιοσύνη και των μέσων επικοινωνίας μεταξύ των φορέων του δικαστικού κόσμου, και Yves POULLET, επί των κανόνων περί των αποδείξεων, ή η περίπτωση της Πορτογαλίας, όπου, ως καρπός μιας εις βάθος διαβούλευσης με τίτλο «Για ένα νέο δικαστικό σύστημα: ποιότητα και αποτελεσματικότητα στη διαχείριση των αστικών διαδικασιών», στα πλαίσια του Μονίμου Παρατηρητηρίου της Πορτογαλικής Δικαιοσύνης, υπό τη διεύθυνση του καθ. Boaventura de Sousa Santos και υπό τον συντονισμό της καθ. Conceição Gomes, πραγματοποιήθηκε σε βάθος μελέτη της εισαγωγής των νέων τεχνολογιών στα διάφορα στάδια των δικαστικών διαδικασιών.

(3)  COM(2005) 229 τελικό, της 01.06.2005. Βλ. σχετική γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ (ΕΕ C 110 της 9.5.2006, σ. 83), με εισηγητή τον κ. LAGERHOLM.

(4)  Είναι ακόμα ενδεικτικό το γεγονός ότι στο «Πρόγραμμα της Χάγης: Δέκα προτεραιότητες για την επόμενη πενταετία» του 2005 (COM(2005) 184 τελικό της 10ης Μαΐου 2005), δεν γίνεται καμία αναφορά στη χρήση των νέων τεχνολογιών και των εφαρμογών τους στο πεδίο της δικαιοσύνης. Η έλλειψη φιλοδοξίας αυτού του προγράμματος επικρίθηκε, εξάλλου, στη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με εισηγητή τον κ. PARIZA (ΕΕ C 65 της 17.3.2006, σ. 120). Βλ. πρόσφατη έκθεση της Επιτροπής για την εφαρμογή του προγράμματος της Χάγης για το 2007 (COM(2008) 373 τελικό της 02.07.2008), όπου εκφράζεται η άποψη πως «η γενική συνολική εκτίμηση μάλλον δεν κρίνεται ικανοποιητική».

(5)  Αξίζει να αναφερθεί σχετικά η απόφαση αριθ. 1149/2007/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Σεπτεμβρίου 2007, για τη θέσπιση, για την περίοδο 2007-2013, του ειδικού προγράμματος «Αστική δικαιοσύνη» στο πλαίσιο του γενικού προγράμματος «Θεμελιώδη δικαιώματα και δικαιοσύνη» (ΕΕ L 257 της 3.10.2007, σ. 16).

(6)  Βλ. Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2008, που περιέχει συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με την ηλεκτρονική δικαιοσύνη (εισηγήτρια: Diana Wallis - 2008/2125(INI) - P6_TA(2008)0637) και Γνωμοδότηση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (εισηγητής: Luca Romagnoli – A6-0467/2008) της 5ης Νοεμβρίου 2008.

(7)  Βλ. Ανακοινωθέν Τύπου για την 2908η σύνοδο του Συμβουλίου «Δικαιοσύνη και Εσωτερικές Υποθέσεις» της 27ης και 28ης Νοεμβρίου 2008 (16325/08) και, ως έγγραφο αναφοράς, το έγγρ. 15315/08 της 7ης Νοεμβρίου 2008 της Προεδρίας προς την ΕΜΑ και το Συμβούλιο (JURINFO 71, JAI 612, JUSTCIV 239, COPEN 216).

(8)  Εξάλλου, αυτό ήταν το συμπέρασμα των τοποθετήσεων και των συζητήσεων στο Φόρουμ για τη δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις, που πραγματοποιήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου 2008 στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στις Βρυξέλλες, κατά τη διάρκεια της γαλλικής Προεδρίας, και ειδικότερα της δεύτερης συνεδρίας του με θέμα «Ηλεκτρονική δικαιοσύνη: εργαλείο για τους πολίτες, τους επαγγελματίες και τις επιχειρήσεις».

(9)  Για λόγους που συνδέονται με τους περιορισμούς ως προς το μέγεθος των γνωμοδοτήσεων, παραλείπεται η περίληψη και θεωρείται ότι επαναλαμβάνονται εδώ, στο σύνολό τους, η ανακοίνωση της Επιτροπής και τα σχετικά ψηφίσματα του ΕΚ και του Συμβουλίου.

(10)  Εξαιρουμένων, όμως, των μηχανισμών εναλλακτικής επίλυσης των διαφορών, οι οποίοι οδηγούν μεν στην επίλυση διαφορών, δεν υπάγονται όμως στην εφαρμογή του δικαίου, αλλά στην εθελούσια και εξωδικαστική εξισορρόπηση συμφερόντων.

(11)  Όπως υποδειγματικά αναφέρεται στο λατινικό ρητό «Justitia est constans et perpetua voluntas jus suum cuique tribuendi».

(12)  Συγκεκριμένα, αναφερόμαστε στις λεγόμενες «θεμελιώδεις αρχές» του δικονομικού δικαίου, οι οποίες εξασφαλίζουν τη «δίκαια δίκη» και στις οποίες περιλαμβάνονται η αμεροληψία του δικαστή, η αρχή της ισότητας των διαδίκων, η αρχή της διάθεσης και της συζήτησης, η αρχή της εκατέρωθεν ακρόασης των διαδίκων, η δημοσιότητα της δίκης, το δικαίωμα προσκόμισης αποδείξεων, η μη διακοπή της δίκης και το νομότυπο της επίδοσης ή κοινοποίησης όλων των δικαστικών εγγράφων (βλ. για όλα τα παραπάνω, Miguel Teixeira de Sousa, Estudos sobre o Novo Processo Civil (Μελέτες πάνω στη νέα πολιτική δικονομία), Εκδ. LEX, Lisboa, 1997).

(13)  Βλ. Ανάλυση αντικτύπου (SEC(2008) 1947 της 30ής Μαΐου 2008) σημεία 5.3.2. και 5.3.3., σ. 30 και 31 (στα γαλλικά).

(14)  Λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη το γεγονός ότι, με την πρόσφατη πρόταση απόφασης της Επιτροπής για την τροποποίηση της απόφασης 2001/470/ΕΚ, περιορίζεται το πεδίο χρήσης του δικτύου αποκλειστικά στους επαγγελματίες του δικαίου. Βλ. γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 3.12.2008, με εισηγήτρια την κ. Sánchez Miguel (ΕΕ C 175 της 28.7.2009, σ. 84).

(15)  Η τσεχική Προεδρία του Συμβουλίου ζήτησε ήδη από τα κράτη μέλη όλες τις πληροφορίες για τον οπτικοακουστικό εξοπλισμό που διαθέτουν τα δικαστήριά τους και δημοσίευσε όλες τις ληφθείσες απαντήσεις σε σύνοψη με τίτλο «Summary of the replies of the EU Member States to the request of the Czech Minister of Justice for information on national vídeoconferencing equipment in the judiciary».

(16)  Εξάλλου, το ζήτημα της διαλειτουργικότητας των συστημάτων επισημάνθηκε πρόσφατα από την Επιτροπή στο έγγραφο COM(2008) 583 τελικό, που αποτελεί αντικείμενο της γνωμοδότησης της ΕΟΚΕ της 25.2.2009 (ΕΕ C 218 της 11.9.2009, σ. 36, εισηγητής ο κ. A. Pezzini), στις παρατηρήσεις της οποίας και παραπέμπουμε, καθώς και στον εμπεριστατωμένο κατάλογο διαφόρων άλλων γνωμοδοτήσεων της ΕΟΚΕ επί του θέματος.

(17)  Τονίζεται το έργο που έχει ήδη παραγάγει η Ομάδα «Νομική Πληροφορική» (Ηλεκτρονική Δικαιοσύνη) του Συμβουλίου και συγκεκριμένα η έκθεση πεπραγμένων της 15ης Μαΐου 2009 με θέμα την επεξεργασία νομικών δεδομένων (έγγρ. 9362/09), καθώς και το στρατηγικό έγγραφο για τη χρήση της τηλεεικονοδιάσκεψης (έγγρ. 9365/09), το Εγχειρίδιο για τους χρήστες (έγγρ. 9863/09) και το ενημερωτικό φυλλάδιο για το κοινό (έγγρ. 9862/09), όλα με ημερομηνία 15 Μαΐου 2009, που ορθά εκφράζουν προβληματισμούς ίδιους με αυτούς που εκτίθενται στην παρούσα γνωμοδότηση.

(18)  Γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων Σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή - Προς μία ευρωπαϊκή στρατηγική σε θέματα ηλεκτρονικής δικαιοσύνης (EE C 128 της 06.06.2009, σ. 13).

(19)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1896/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, για τη θέσπιση διαδικασίας ευρωπαϊκής διαταγής πληρωμής (ΕΕ L 399 της 30.12.2006, σ. 1).

(20)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 861/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2007, για τη θέσπιση ευρωπαϊκής διαδικασίας μικροδιαφορών (ΕΕ L 199 της 31.7.2007, σ. 1).