52008PC0249

Πρόταση Αποφασησ του Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 122 παράγραφος 2 της Συνθήκης για την υιοθέτηση του ενιαίου νομίσματος από τη Σλοβακία την 1η Ιανουαρίου 2009 /* COM/2008/0249 τελικό - CNS 2008/0095 */


[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 7.5.2008

COM(2008) 249 τελικό

2008/0095 (CNS)

Πρόταση

ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σύμφωνα με το άρθρο 122 παράγραφος 2 της Συνθήκης για την υιοθέτηση του ενιαίου νομίσματος από τη Σλοβακία την 1η Ιανουαρίου 2009

(υποβληθείσα από την Επιτροπή)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Πρόταση της Επιτροπής για έκδοση απόφασης του Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 122 παράγραφος 2

Στις 3 Μαΐου 1998, το Συμβούλιο αποφάσισε ότι το Βέλγιο, η Γερμανία, η Ισπανία, η Γαλλία, η Ιρλανδία, η Ιταλία, το Λουξεμβούργο, οι Κάτω Χώρες, η Πορτογαλία, η Αυστρία και η Φινλανδία πληρούσαν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση του ενιαίου νομίσματος από την 1η Ιανουαρίου 1999. Η Δανία και το Ηνωμένο Βασίλειο έκαναν χρήση των ρητρών εξαίρεσης και, συνεπώς, δεν αξιολογήθηκαν από το Συμβούλιο. Η Ελλάδα και η Σουηδία θεωρήθηκαν από το Συμβούλιο ως κράτη μέλη με παρέκκλιση. Στις 19 Ιουνίου 2000, το Συμβούλιο αποφάσισε ότι η Ελλάδα πληρούσε τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση του ευρώ από την 1η Ιανουαρίου 2001. Οι χώρες που προσχώρησαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση την 1η Μαΐου 2004 (Τσεχική Δημοκρατία, Εσθονία, Κύπρος, Λετονία, Λιθουανία, Ουγγαρία, Μάλτα, Πολωνία, Σλοβενία και Σλοβακία) έγιναν κράτη με παρέκκλιση κατ’ εφαρμογή του άρθρου 4 της αντίστοιχης Πράξης Προσχώρησης. Στις 11 Ιουλίου 2006, το Συμβούλιο αποφάσισε ότι η Σλοβενία πληρούσε τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση του ευρώ από την 1η Ιανουαρίου 2007. Η Βουλγαρία και η Ρουμανία, που προσχώρησαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση την 1η Ιανουαρίου 2007, έγιναν κράτη μέλη με παρέκκλιση κατ’ εφαρμογή του άρθρου 5 της αντίστοιχης Πράξης Προσχώρησης. Στις 10 Ιουλίου 2007, το Συμβούλιο αποφάσισε ότι η Κύπρος και η Μάλτα πληρούσαν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση του ευρώ από την 1η Ιανουαρίου 2008.

Tο άρθρο 122 παράγραφος 2 καθορίζει τις διαδικασίες για την κατάργηση των παρεκκλίσεων. Οι διαδικασίες αυτές κινούνται τουλάχιστον μία φορά κάθε δύο χρόνια, ή όποτε το ζητήσει κράτος μέλος με παρέκκλιση. Σύμφωνα με τις εν λόγω διαδικασίες, η Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα οφείλουν να υποβάλουν έκθεση προς το Συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 121 παράγραφος 1, σχετικά με την πρόοδο που έχουν επιτελέσει τα κράτη μέλη με παρέκκλιση στην εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους για την επίτευξη της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης. Βασιζόμενη στην έκθεσή της και σε εκείνη της ΕΚΤ, η Επιτροπή μπορεί να υποβάλει στο Συμβούλιο πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για την κατάργηση της παρέκκλισης για τα κράτη μέλη που πληρούν τις αναγκαίες προϋποθέσεις.

Οι τελευταίες εκθέσεις σύγκλισης της Επιτροπής και της ΕΚΤ εγκρίθηκαν τον Δεκέμβριο του 2006. Η Δανία και το Ηνωμένο Βασίλειο δεν έχουν εκφράσει την επιθυμία να υιοθετήσουν το ενιαίο νόμισμα. Επομένως, η αξιολόγηση της σύγκλισης 2008 καλύπτει τα ακόλουθα δέκα κράτη μέλη με παρέκκλιση: Βουλγαρία, Τσεχική Δημοκρατία, Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία, Ουγγαρία, Πολωνία, Ρουμανία, Σλοβακία και Σουηδία. Η Βουλγαρία και η Ρουμανία, οι οποίες προσχώρησαν στην ΕΕ την 1η Ιουνουαρίου 2007, εξετάζονται για πρώτη φορά. Παράλληλα, στις 4 Απριλίου 2008 η Σλοβακία υπέβαλε αίτημα για την αξιολόγηση της εκπλήρωσης των αναγκαίων προϋποθέσεων για την υιοθέτηση του ευρώ από την 1η Ιανουαρίου 2009.

Η έκθεση σύγκλισης 2008 που συνέταξε η Επιτροπή εγκρίθηκε από το Σώμα των Επιτρόπων στις 7 Μαΐου 2008. Η ΕΚΤ ενέκρινε τη δική της έκθεση στις 6 Μαΐου. Οι εκθέσεις περιλαμβάνουν εξέταση της συμβατότητας της εθνικής νομοθεσίας, συμπεριλαμβανομένου του καταστατικού της κάθε εθνικής κεντρικής τράπεζας, με τα άρθρα 108 και 109 της Συνθήκης και το καταστατικό του ΕΣΚΤ και της ΕΚΤ. Στις εκθέσεις εξετάζεται επίσης η επίτευξη υψηλού βαθμού διατηρήσιμης σύγκλισης με γνώμονα την ικανοποίηση των κριτηρίων σύγκλισης και λαμβάνονται υπόψη διάφοροι άλλοι παράγοντες που προβλέπονται στο τελευταίο εδάφιο του άρθρου 121 παράγραφος 1.

Στην έκθεση σύγκλισης, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, μεταξύ των αξιολογηθέντων κρατών μελών, μόνο η Σλοβακία εκπληρώνει τις προϋποθέσεις για την υιοθέτηση του ευρώ, εφόσον το Συμβούλιο ακολουθήσει τη σύσταση της Επιτροπής για την κατάργηση της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος.

Με βάση την έκθεσή της και εκείνη της ΕΚΤ, η Επιτροπή ενέκρινε τη συνημμένη πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για την κατάργηση της παρέκκλισης αναφορικά με τη Σλοβακία, με ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2009.

2008/0095 (CNS)

Πρόταση

ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σύμφωνα με το άρθρο 122 παράγραφος 2 της Συνθήκης για την υιοθέτηση του ενιαίου νομίσματος από τη Σλοβακία την 1η Ιανουαρίου 2009

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 122 παράγραφος 2,

την πρόταση της Επιτροπής,

την έκθεση της Επιτροπής[1],

την έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας[2],

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

τη συζήτηση του θέματος στο Συμβούλιο, το οποίο συνήλθε σε επίπεδο αρχηγών κρατών ή κυβερνήσεων,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1. Το τρίτο στάδιο της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (εφεξής «ΟΝΕ») άρχισε την 1η Ιανουαρίου 1999. Το Συμβούλιο, το οποίο συνήλθε στις 3 Μαΐου 1998 στις Βρυξέλλες σε επίπεδο αρχηγών κρατών ή κυβερνήσεων, αποφάσισε ότι το Βέλγιο, η Γερμανία, η Ισπανία, η Γαλλία, η Ιρλανδία, η Ιταλία, το Λουξεμβούργο, οι Κάτω Χώρες, η Αυστρία, η Πορτογαλία και η Φινλανδία πληρούσαν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση του ενιαίου νομίσματος από την 1η Ιανουαρίου 1999[3].

2. Με την απόφαση 2000/427/ΕΚ[4], το Συμβούλιο αποφάσισε ότι η Ελλάδα πληρούσε τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση του ενιαίου νομίσματος από την 1η Ιανουαρίου 2001. Με την απόφαση 2006/495/ΕΚ[5], το Συμβούλιο αποφάσισε ότι η Σλοβενία πληρούσε τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση του ενιαίου νομίσματος από την 1η Ιανουαρίου 2007. Με τις αποφάσεις 2007/503/ΕΚ[6] και 2007/504/ΕΚ[7], το Συμβούλιο αποφάσισε ότι η Κύπρος και η Μάλτα πληρούσαν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση του ενιαίου νομίσματος από την 1η Ιανουαρίου 2008.

3. Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του Πρωτοκόλλου σχετικά με ορισμένες διατάξεις που αφορούν το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη, το Ηνωμένο Βασίλειο γνωστοποίησε στο Συμβούλιο ότι δεν σκόπευε να προχωρήσει στο τρίτο στάδιο της ΟΝΕ την 1η Ιανουαρίου 1999. Η γνωστοποίηση αυτή δεν έχει μεταβληθεί. Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του Πρωτοκόλλου σχετικά με ορισμένες διατάξεις που αφορούν τη Δανία, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη, και με την απόφαση που λήφθηκε τον Δεκέμβριο του 1992 στο Εδιμβούργο από τους αρχηγούς κρατών ή κυβερνήσεων, η Δανία γνωστοποίησε στο Συμβούλιο ότι δεν θα συμμετάσχει στο τρίτο στάδιο της ΟΝΕ. Η Δανία δεν ζήτησε να κινηθεί η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 122 παράγραφος 2 της Συνθήκης.

4. Με την απόφαση 1998/317/ΕΚ, η Σουηδία τυγχάνει παρέκκλισης κατά την έννοια του άρθρου 122 της Συνθήκης. Σύμφωνα με το άρθρο 4 της Πράξης Προσχώρησης του 2003[8], η Τσεχική Δημοκρατία, η Εσθονία, η Λετονία, η Λιθουανία, η Ουγγαρία, η Πολωνία, και η Σλοβακία τυγχάνουν παρέκκλισης κατά την έννοια του άρθρου 122 της Συνθήκης. Σύμφωνα με το άρθρο 5 της Πράξης Προσχώρησης του 2005[9], η Βουλγαρία και η Ρουμανία τυγχάνουν παρέκκλισης κατά την έννοια του άρθρου 122 της Συνθήκης.

5. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (εφεξής «ΕΚΤ») ιδρύθηκε την 1η Ιουλίου 1998. Το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα αντικαταστάθηκε από ένα μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών, η δημιουργία του οποίου συμφωνήθηκε με ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 1997, για τη θέσπιση ενός μηχανισμού συναλλαγματικών ισοτιμιών στο τρίτο στάδιο της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης[10]. Οι διαδικασίες για τη δημιουργία του μηχανισμού συναλλαγματικών ισοτιμιών στο τρίτο στάδιο της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΜΣΙ ΙΙ) καθορίστηκαν στη συμφωνία της 16ης Μαρτίου 2006 μεταξύ της ΕΚΤ και των εθνικών κεντρικών τραπεζών των κρατών μελών εκτός της ζώνης ευρώ για τη θέσπιση των λειτουργικών διαδικασιών του μηχανισμού συναλλαγματικών ισοτιμιών κατά το τρίτο στάδιο της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης[11].

6. Το άρθρο 122 παράγραφος 2 της Συνθήκης καθορίζει τις διαδικασίες για την κατάργηση της παρέκκλισης των σχετικών κρατών μελών. Σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο, τουλάχιστον μία φορά κάθε δύο χρόνια, ή όποτε το ζητήσει κράτος μέλος με παρέκκλιση, η Επιτροπή και η ΕΚΤ υποβάλλουν έκθεση στο Συμβούλιο ακολουθώντας τη διαδικασία του άρθρου 121 παράγραφος 1 της Συνθήκης. Οι τελευταίες εκθέσεις σύγκλισης της Επιτροπής και της ΕΚΤ εγκρίθηκαν τον Μάιο του 2008. Η Σλοβακία υπέβαλε επίσημο αίτημα για την αξιολόγηση της σύγκλισής της στις 4 Απριλίου 2008.

7. Η εθνική νομοθεσία των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων των καταστατικών των εθνικών κεντρικών τραπεζών, πρέπει να προσαρμόζεται δεόντως προκειμένου να εξασφαλιστεί η συμφωνία με τα άρθρα 108 και 109 της Συνθήκης και με το καταστατικό του ευρωπαϊκού συστήματος κεντρικών τραπεζών (εφεξής «καταστατικό του ΕΣΚΤ»). Οι εκθέσεις της Επιτροπής και της ΕΚΤ παρέχουν λεπτομερή αξιολόγηση της συμβατότητας της νομοθεσίας της Σλοβακίας με τα άρθρα 108 και 109 της Συνθήκης και με το καταστατικό του ΕΣΚΤ.

8. Σύμφωνα με το άρθρο 1 του Πρωτοκόλλου σχετικά με τα κριτήρια σύγκλισης που καθορίζονται στο άρθρο 121 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το κριτήριο της σταθερότητας των τιμών, που προβλέπεται στο άρθρο 121 παράγραφος 1 πρώτη περίπτωση της Συνθήκης, σημαίνει ότι ένα κράτος μέλος έχει σταθερές επιδόσεις στο θέμα των τιμών και μέσο ποσοστό πληθωρισμού, καταγεγραμμένο επί ένα έτος πριν από την εξέταση, που δεν υπερβαίνει περισσότερο από 1,5 εκατοστιαίες μονάδες εκείνο των τριών, το πολύ, κρατών μελών με τις καλύτερες επιδόσεις από άποψη σταθερότητας τιμών. Για τους σκοπούς του κριτηρίου της σταθερότητας των τιμών, ο πληθωρισμός υπολογίζεται βάσει των εναρμονισμένων δεικτών τιμών καταναλωτή (ΕνΔΤΚ), όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2494/95 του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 1995 για τη θέσπιση εναρμονισμένων δεικτών τιμών καταναλωτή[12]. Για την αξιολόγηση του κριτηρίου της σταθερότητας των τιμών, ο πληθωρισμός ενός κράτους μέλους έχει μετρηθεί ως ποσοστό της μεταβολής του αριθμητικού μέσου 12 μηνιαίων δεικτών έναντι του μέσου αριθμητικού των 12 μηνιαίων δεικτών της προηγούμενης περιόδου. Κατά την ετήσια περίοδο που έληξε τον Μάρτιο του 2008, τα τρία κράτη μέλη με τις καλύτερες επιδόσεις από άποψη σταθερότητας των τιμών ήταν η Μάλτα, οι Κάτω Χώρες και η Δανία, με ποσοστά πληθωρισμού, αντιστοίχως, 1,5 τοις εκατό, 1,7 τοις εκατό και 2,0 τοις εκατό. Στις εκθέσεις της Επιτροπής και της ΕΚΤ λήφθηκε υπόψη τιμή αναφοράς η οποία υπολογίστηκε ως ο απλός αριθμητικός μέσος των ποσοστών πληθωρισμού των τριών κρατών μελών με τις καλύτερες επιδόσεις από άποψη σταθερότητας των τιμών συν 1,5 ποσοστιαίες μονάδες. Στη βάση αυτή, η τιμή αναφοράς για την ετήσια περίοδο που έληξε τον Μάρτιο του 2008 ήταν 3,2 τοις εκατό.

9. Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Πρωτοκόλλου σχετικά με τα κριτήρια σύγκλισης που καθορίζονται στο άρθρο 121 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το κριτήριο της δημοσιονομικής κατάστασης που προβλέπεται στο άρθρο 121 παράγραφος 1 δεύτερη περίπτωση της Συνθήκης σημαίνει ότι, τη στιγμή της εξέτασης, δεν έχει ληφθεί απόφαση του Συμβουλίου για το κράτος μέλος όσον αφορά την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος σύμφωνα με το άρθρο104 παράγραφος 6 της Συνθήκης.

10. Σύμφωνα με το άρθρο 3 του Πρωτοκόλλου σχετικά με τα κριτήρια σύγκλισης που καθορίζονται στο άρθρο 121 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το κριτήριο της συμμετοχής στο μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών του ευρωπαϊκού νομισματικού συστήματος, που προβλέπεται στο άρθρο 121 παράγραφος 1 τρίτη περίπτωση της Συνθήκης, σημαίνει ότι ένα κράτος μέλος έχει τηρήσει τα κανονικά περιθώρια διακύμανσης που προβλέπει ο μηχανισμός συναλλαγματικών ισοτιμιών (ΜΣΙ) του ευρωπαϊκού νομισματικού συστήματος χωρίς σοβαρές εντάσεις κατά τα δύο, τουλάχιστον, έτη πριν από την εξέταση. Ειδικότερα, το κράτος μέλος δεν πρέπει να έχει υποτιμήσει την κεντρική διμερή ισοτιμία του νομίσματός του έναντι του νομίσματος οποιουδήποτε άλλου κράτους μέλους, με δική του πρωτοβουλία, μέσα στο ίδιο χρονικό διάστημα. Από την 1η Ιανουαρίου 1999, ο ΜΣΙ ΙΙ παρέχει το πλαίσιο για την αξιολόγηση της ικανοποίησης του κριτηρίου της συναλλαγματικής ισοτιμίας. Κατά την εξέταση της ικανοποίησης του εν λόγω κριτηρίου στις εκθέσεις τους, η Επιτροπή και η ΕΚΤ εξέτασαν τη διετή περίοδο που έληξε στις 18 Απριλίου 2008.

11. Σύμφωνα με το άρθρο 4 του Πρωτοκόλλου σχετικά με τα κριτήρια σύγκλισης που καθορίζονται στο άρθρο 121 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το κριτήριο της σύγκλισης των επιτοκίων που προβλέπεται στο άρθρο 121 παράγραφος 1 τέταρτη περίπτωση της Συνθήκης σημαίνει ότι το υπό παρατήρηση κράτος μέλος, επί διάστημα ενός έτους πριν από την εξέταση, έχει μέσο ονομαστικό μακροπρόθεσμο επιτόκιο το οποίο δεν υπερβαίνει εκείνο των τριών, το πολύ, κρατών μελών με τις καλύτερες επιδόσεις από άποψη σταθερότητας των τιμών, περισσότερο από δύο ποσοστιαίες μονάδες. Για τους σκοπούς του κριτηρίου σύγκλισης των επιτοκίων χρησιμοποιήθηκαν συγκρίσιμα επιτόκια δεκαετών κρατικών ομολόγων. Για την αξιολόγηση της ικανοποίησης του κριτηρίου της σύγκλισης των επιτοκίων, στις εκθέσεις της Επιτροπής και της ΕΚΤ λήφθηκε υπόψη τιμή αναφοράς η οποία υπολογίστηκε με βάση τον απλό αριθμητικό μέσο των ονομαστικών μακροπρόθεσμων επιτοκίων των τριών κρατών μελών με τις καλύτερες επιδόσεις από άποψη σταθερότητας των τιμών συν δύο εκατοστιαίες μονάδες. Στη βάση αυτή, η τιμή αναφοράς για την ετήσια περίοδο που έληξε τον Μάρτιο 2008 ήταν 6,5 τοις εκατό.

12. Σύμφωνα με το άρθρο 5 του Πρωτοκόλλου σχετικά με τα κριτήρια σύγκλισης που καθορίζονται στο άρθρο 121 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται στην παρούσα αξιολόγηση ικανοποίησης των κριτηρίων σύγκλισης παρέχονται από την Επιτροπή. Τα στοιχεία για την εκπόνηση της παρούσας πρότασης παρασχέθηκαν από την Επιτροπή. Τα δημοσιονομικά δεδομένα παρασχέθηκαν από την Επιτροπή μετά την υποβολή εκθέσεων από τα κράτη μέλη μέχρι την 1η Απριλίου 2008, σύμφωνα με τον κανονισμό αριθ. 3605/93 του Συμβουλίου, της 22ας Νοεμβρίου 1993, για την εφαρμογή του Πρωτοκόλλου σχετικά με τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος, το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας[13].

13. Βάσει των εκθέσεων που υπέβαλαν η Επιτροπή και η ΕΚΤ για την πρόοδο που σημειώθηκε όσον αφορά την εκπλήρωση από τη Σλοβακία των υποχρεώσεών της για την επίτευξη της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, η Επιτροπή διατυπώνει τα ακόλουθα συμπεράσματα:

(α) Η εθνική νομοθεσία της Σλοβακίας, συμπεριλαμβανομένου του καταστατικού της εθνικής κεντρικής τράπεζας, είναι συμβατή με τα άρθρα 108 και 109 της Συνθήκης και με το καταστατικό του ΕΣΚΤ και της ΕΚΤ.

(β) Όσον αφορά την ικανοποίηση από τη Σλοβακία των κριτηρίων σύγκλισης που προβλέπονται στις τέσσερις περιπτώσεις του άρθρου 121 παράγραφος 1 της Συνθήκης:

- το μέσο ποσοστό πληθωρισμού στη Σλοβακία κατά το έτος που έληξε τον Μάρτιο του 2008 ανήλθε στο 2,2 τοις εκατό, δηλαδή σε επίπεδο σαφώς χαμηλότερο από την τιμή αναφοράς, είναι δε πιθανό να διατηρηθεί κάτω από την εν λόγω τιμή αναφοράς και κατά τους επόμενους μήνες, αν και με συρρικνούμενο περιθώριο·

- το δημοσιονομικό έλλειμμα της Σλοβακίας έχει μειωθεί κατά αξιόπιστο και διατηρήσιμο τρόπο κάτω από το όριο του 3 τοις εκατό του ΑΕΠ· κατά συνέπεια, η Επιτροπή εισηγείται στο Συμβούλιο να καταργήσει την απόφαση για την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στη Σλοβακία·

- η Σλοβακία συμμετέχει στον ΜΣΙ ΙΙ από τις 28 Νοεμβρίου 2005· κατά τη διετή περίοδο που έληξε στις 18 Απριλίου 2008, η σλοβακική κορώνα (SKK) δεν υπέστη σοβαρές πιέσεις και η Σλοβακία δεν έχει υποτιμήσει, με δική της πρωτοβουλία, τη διμερή κεντρική ισοτιμία της SSK έναντι του ευρώ·

- κατά την ετήσια περίοδο που έληξε τον Μάρτιο του 2008, το μακροπρόθεσμο επιτόκιο της Σλοβακίας κινήθηκε, κατά μέσο όρο, στο 4,5 τοις εκατό, δηλαδή σε επίπεδο χαμηλότερο από την τιμή αναφοράς·

(γ) Με βάση το αποτέλεσμα της αξιολόγησης της νομικής συμβατότητας και κατόπιν της εκπλήρωσης των κριτηρίων σύγκλισης καθώς και των πρόσθετων παραγόντων, και εφόσον καταργηθεί από το Συμβούλιο η απόφαση για την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος, η Σλοβακία πληροί τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση του ευρώ.

14. Το Συμβούλιο, ενεργώντας ύστερα από σύσταση της Επιτροπής, κατήργησε την απόφαση του Συμβουλίου για την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στη Σλοβακία στις 3 Ιουνίου 2008.[14]

15. Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία μετά από πρόταση της Επιτροπής, αποφασίζει ποια κράτη μέλη με παρέκκλιση πληρούν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση του ενιαίου νομίσματος και καταργεί τις παρεκκλίσεις για τα εν λόγω κράτη μέλη,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η Σλοβακία πληροί τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση του ενιαίου νομίσματος. Η παρέκκλιση υπέρ της Σλοβακίας, που αναφέρεται το άρθρο 4 της Πράξης Προσχώρησης, καταργείται με ισχύ από 1ης Ιανουαρίου 2009.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης .

Βρυξέλλες,

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος[pic][pic][pic]

[1] Έκθεση που εγκρίθηκε στις 7 Μαΐου 2008 - COM(2007) 248.

[2] Έκθεση που εγκρίθηκε στις 6 Μαΐου 2008.

[3] Απόφαση 1998/317/ΕΚ του Συμβουλίου της 3ης Μαΐου 1998 (ΕΕ L 139 της 11.5.1998, σ. 30).

[4] ΕΕ L 167 της 7.7.2000, σ. 19.

[5] ΕΕ L 195 της 15.7.2006, σ. 25.

[6] ΕΕ L 186 της 18.7.2007, σ. 29.

[7] ΕΕ L 186 της 18.7.2007, σ. 32.

[8] ΕΕ L 236 της 23.9.2003, σ. 33.

[9] ΕΕ L 157 της 21.6.2005, σ. 203.

[10] ΕΕ C 236 της 2.8.1997, σ. 5.

[11] ΕΕ C 73 της 25.3.2006, σ. 21. Συμφωνία όπως τροποποιήθηκε από τη συμφωνία της 14ης Δεκεμβρίου 2007 (ΕΕ C 319 της 29.12.2007, σ. 7).

[12] ΕΕ L 257 της 27.10.1995, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

[13] ΕΕ L 332 της 31.12.1993, σ. 7. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2103/2005 του Συμβουλίου (ΕΕ L 337 της 22.12.2005, σ. 1).

[14] ΕΕ L […] της […], σ. […].