19.2.2009   

EL

Επίσημη Εφη μερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 41/14


Ψήϕισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2008σχετικά με την κοινοτική στρατηγική 2007-2012 για την υγεία και την ασϕάλεια στην εργασία (2007/2146(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Βελτίωση της ποιότητας και της παραγωγικότητας στην εργασία: κοινοτική στρατηγική 2007-2012 για την υγεία και την ασϕάλεια στην εργασία»(COM(2007)0062) και τα συνοδευτικά έγγραϕα εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής (SEC(2007)0214), (SEC(2007)0215) και (SEC(2007)0216),

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη ΕΚ, και ειδικότερα τα άρθρα 2, 136, 137, 138, 139, 140, 143 και 152,

έχοντας υπόψη τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1), και ειδικότερα τα άρθρα 27, 31 και 32,

έχοντας υπόψη τις συμβάσεις και τις συστάσεις της ΔΟΕ στον τομέα της υγείας και της ασϕάλειας στην εργασία,

έχοντας υπόψη την οδηγία 89/391/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 12ης Ιουνίου 1989σχετικά με την εϕαρμογή μέτρων για την προώθηση της βελτίωσης της ασϕάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία (οδηγία πλαίσιο) (2) και τις ειδικές οδηγίες που την συνοδεύουν,

έχοντας υπόψη την οδηγία 2000/54/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Σεπτεμβρίου 2000 για την προστασία των εργαζομένων από κινδύνους που διατρέχουν λόγω της έκθεσής τους σε βιολογικούς παράγοντες κατά την εργασία (3),

έχοντας υπόψη την οδηγία 2007/30/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2007, σχετικά με την τροποποίηση της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των ειδικών οδηγιών της καθώς και των οδηγιών του Συμβουλίου 83/477/ΕΟΚ, 91/383/ΕΟΚ, 92/29/ΕΟΚ και 94/33/ΕΚ, με σκοπό την απλούστευση και τον εξορθολογισμό των εκθέσεων εϕαρμογής (4),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της Προεδρίας μετά τη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 8 και 9 Μαρτίου 2007,

έχοντας υπόψη το από 23ης Οκτωβρίου 2002ψήϕισμά του σχετικά με την κοινοτική στρατηγική υγείας και ασϕάλειας στην εργασία 2002-2006 (5),

έχοντας υπόψη το από 24ης Φεβρουαρίου 2005ψήϕισμά του σχετικά με την προώθηση της υγείας και της ασϕάλειας στους χώρους εργασίας (6),

έχοντας υπόψη το από 6ης Ιουλίου 2006ψήϕισμά του με συστάσεις στην Επιτροπή σχετικά με την προστασία του νοσηλευτικού προσωπικού στην Ευρώπη από λοιμώξεις που μεταδίδονται με το αίμα και προκαλούνται από τραυματισμούς από βελόνες (7),

έχοντας υπόψη το από 23ης Μαΐου 2007ψήϕισμά του σχετικά με την προώθηση της αξιοπρεπούς εργασίας για όλους (8),

έχοντας υπόψη το από 13ης Νοεμβρίου 2007ψήϕισμά του σχετικά με κοινοτικές στατιστικές στους τομείς της δημόσιας υγείας και της υγείας και ασϕάλειας στην εργασία (9),

έχοντας υπόψη την δήλωσή του της 29ης Μαρτίου 2007 για την ηπατίτιδα C (10),

έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασϕάλειας των Τροϕίμων, της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας και της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (A6-0518/2007),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι υϕίσταται θετική συσχέτιση μεταξύ της ποιότητας των προτύπων υγείας και ασϕάλειας στον χώρο εργασίας και των οικονομικών επιδόσεων όσον αϕορά τη συνολική απόδοση, τις απουσίες από την εργασία, τον ρυθμό ανανέωσης του προσωπικού, τη δημιουργία κινήτρων στους εργαζόμενους, τη βελτίωση της εταιρικής εικόνας και την παραγωγικότητα,

B.

σημειώνοντας ότι οι ανταγωνιστικότερες οικονομίες έχουν τις καλύτερες επιδόσεις στο πεδίο της υγείας και της ασϕάλειας στην εργασία (ΥΑΕ), καθώς και ότι τα υψηλά επίπεδα προστασίας της υγείας και της ασϕάλειας έχουν θετικό αντίκτυπο στα δημόσια οικονομικά από την άποψη της οικονομικής ευρωστίας των ταμείων κοινωνικής ασϕάλισης και της αυξημένης παραγωγικότητας, και έχοντας υπόψη ότι η υγεία και η ασϕάλεια στην εργασία όχι μόνο συμβάλλουν στην παραγωγικότητα, στην απόδοση και στην ευεξία των εργαζομένων, αλλά επιπλέον αποϕέρουν εξοικονόμηση κόστους σε επίπεδο κοινωνίας και οικονομίας,

Γ.

εκτιμώντας ότι είναι αναγκαίο να πραγματοποιηθούν περισσότερες έρευνες επί των μακροπρόθεσμων συνεπειών ορισμένων εργασιακών δραστηριοτήτων για την υγεία προκειμένου να προστατεύονται καλύτερα οι εργαζόμενοι, καθότι ορισμένες ασθένειες εκδηλώνονται πολλά χρόνια μετά την πραγματοποίηση της εργασίας που τις προκάλεσε,

Δ.

θεωρώντας ανησυχητικό το γεγονός ότι η μείωση του αριθμού των περιπτώσεων εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών δεν έχει κατανεμηθεί ομοιόμορϕα, δεδομένου ότι ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων (π.χ. μετανάστες, εργαζόμενοι με επισϕαλείς συμβάσεις, γυναίκες, νέοι και ηλικιωμένοι εργαζόμενοι), ορισμένες επιχειρήσεις (κυρίως οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) και οι επιχειρήσεις πολύ μικρού μεγέθους), ορισμένοι τομείς δραστηριότητας (ιδίως ο κατασκευαστικός τομέας, η αλιεία, η γεωργία και οι μεταϕορές) και ορισμένα κράτη μέλη παρουσιάζουν πολύ υψηλότερα ποσοστά εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ,

Ε.

εκτιμώντας ότι τα μέτρα για την υγεία και την ασϕάλεια στην εργασία πρέπει να αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του επιχειρηματικού πνεύματος και ότι το πνεύμα αυτό πρέπει να είναι αλληλένδετο με την διά βίου κατάρτιση και επιμόρϕωση εργαζομένων και διευθυντικών στελεχών,

ΣΤ.

εκτιμώντας ότι ένα πνεύμα υγείας και ασϕάλειας στην εργασία που θα εϕαρμόζεται με συνέπεια στις επιχειρήσεις μπορεί να συμβάλει στην μη γραϕειοκρατική εϕαρμογή των διαδικασιών ΥΑΕ, εξασϕαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο αποτελεσματική προστασία της υγείας και της ασϕάλειας,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι περίοδοι ανάπαυσης είναι υψίστης σημασίας για την επίτευξη υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας και της ασϕάλειας των εργαζομένων,

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΔΟΕ εκτιμά ότι περίπου 167 000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στην ΕΕ από εργατικά ατυχήματα ή ασθένειες που σχετίζονται με την εργασία το 2006, και ότι η Επιτροπή στην προαναϕερθείσα ανακοίνωση της για τη βελτίωση της ποιότητας και της παραγωγικότητας στην εργασία εκτιμά ότι κάθε χρόνο 300 000 εργαζόμενοι αποκτούν μόνιμη αναπηρία διαϕόρων βαθμών,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μια γνήσια στρατηγική για την ασϕάλεια και την υγεία στην εργασία πρέπει να βασίζεται στον σωστό συνδυασμό των εξής μέσων: επαρκής ενημέρωση όλων, επικεντρωμένη εκπαίδευση και κατάρτιση, κατάλληλες υπηρεσίες και εκστρατείες πρόληψης, κοινωνικός διάλογος και συμμετοχή των εργαζομένων, κατάλληλη νομοθεσία και εϕαρμογή, ιδιαίτερη προσοχή σε ειδικές ομάδες, τομείς δραστηριότητας και είδη επιχειρήσεων, αποτελεσματικές επιθεωρήσεις και αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές ποινές,

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ηλικιωμένοι εργαζόμενοι θα πρέπει να διατηρούν την υγεία και την ικανότητα εργασίας και απασχόλησης για όσο το δυνατόν μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και ότι θα πρέπει να λαμβάνονται ανάλογα μέτρα γι αυτόν τον σκοπό,

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι επιθεωρήσεις παίζουν σημαντικό ρόλο στην επιβολή της υϕιστάμενης νομοθεσίας και, επομένως, στην πρόληψη της εκμετάλλευσης στον χώρο εργασίας, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στην προαγωγή της ιδέας της αξιοπρεπούς εργασίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι επιθεωρητές πρέπει να έχουν τη στήριξη μιας ενισχυμένης συνεργασίας και ανταλλαγής πληροϕοριών μεταξύ των επιθεωρητών των διαϕόρων κρατών μελών,

ΙΒ.

εκτιμώντας ότι η αξιολόγηση του κινδύνου σε επίπεδο επιχείρησης δεν μπορεί να θεωρείται εϕάπαξ δραστηριότητα, αλλά πρέπει να διενεργείται σε περιοδική βάση και να προσαρμόζεται στις νέες συνθήκες και/ή κινδύνους· εκτιμώντας ότι η απουσία της ή η ακατάλληλη διενέργειά της αντιβαίνουν στη νομοθεσία και συγκαταλέγονται στα κύρια αίτια των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών,

ΙΓ.

εκτιμώντας ότι δεν υπάρχουν διαθέσιμες στατιστικές όσον αϕορά τις αρνητικές επιπτώσεις των πυρκαγιών στην υγεία και την ασϕάλεια στην εργασία,

ΙΔ.

εκτιμώντας ότι οι εργαζόμενοι στον τομέα της ιατροϕαρμακευτικής περίθαλψης διατρέχουν κίνδυνο μόλυνσης από περισσότερους από 20 επικίνδυνους για τη ζωή ιούς, συμπεριλαμβανομένων των ιών της ηπατίτιδας Β, της ηπατίτιδας C, και του HIV/Aids,

ΙΕ.

εκτιμώντας ότι ένας από τους στόχους της Στρατηγικής της Λισαβόνας είναι ένα συνολικό ποσοστό απασχόλησης της τάξης του 70 % καθώς και ποσοστό απασχόλησης 60 % για τις γυναίκες και 50 % για τους ηλικιωμένους εργαζόμενους έως το 2010· ότι οι εργαζόμενοι με χρόνιες ασθένειες ή με ασθένειες μακράς διαρκείας συχνά δεν επιστρέϕουν στην εργασία τους, παρά το γεγονός ότι κρίνονται ικανοί να επιστρέψουν, και ότι όσοι επιστρέϕουν αντιμετωπίζουν συχνά πολλαπλές διακρίσεις, όπως για παράδειγμα μείωση του μισθού τους· ότι τούτο ισχύει ιδιαίτερα για τους καρκινοπαθείς, δεδομένου ότι οι περισσότερες πρόσϕατες μελέτες καταδεικνύουν ότι ένα πέμπτο των γυναικών που νόσησαν στο παρελθόν από καρκίνο του μαστού δεν επιστρέϕουν στην εργασία τους, παρόλο που θα ήταν σε θέση να το κάνουν,

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το ποσοστό των γυναικών που απασχολούνται στη «μαύρη» ανασϕάλιστη αγορά εργασίας είναι μεγαλύτερο σε σχέση με αυτό των ανδρών, γεγονός με αναπόϕευκτα σημαντικές συνέπειες ως προς τις συνθήκες ασϕάλειας και υγείας της απασχόλησής τους,

ΙΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι γυναίκες και οι άνδρες δεν συνιστούν ομοιογενή ομάδα και επομένως οι στρατηγικές και τα μέτρα για τη βελτίωση της ΥΑΕ πρέπει να προσαρμόζονται στους συγκεκριμένους χώρους εργασίας, λαμβανομένου υπόψη ότι μερικοί παράγοντες μπορεί να επιδρούν διαϕορετικά στις γυναίκες από ό,τι στους άνδρες,

1.

χαιρετίζει τον ϕιλόδοξο στόχο της Επιτροπής για μείωση κατά 25 % κατά μέσο όρο των ατυχημάτων στον χώρο εργασίας σε ολόκληρη την ΕΕ· αναγνωρίζει ότι ο αριθμός αυτός ενδέχεται να διαϕέρει από χώρα σε χώρα λόγω διαϕορετικών αϕετηριών, ϕρονεί όμως ότι εξακολουθεί να είναι σημαντική η ύπαρξη σαϕών και στοχευμένων μέτρων σε συνδυασμό με οικονομικές δεσμεύσεις και χρονοδιαγράμματα, τα οποία να μπορούν στη συνέχεια να μετρηθούν και να αξιολογηθούν· ελλείψει τέτοιων μέτρων, χρονοδιαγραμμάτων και δεσμεύσεων, καλεί την Επιτροπή να παρουσιάσει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σχετικά με την πρόοδό της, στα μέσα της περιόδου εϕαρμογής της στρατηγικής·

2.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να λάβουν υπόψη τους και να δεσμευθούν υπέρ της μείωσης, όχι μόνο των διαϕορών μεταξύ διαϕόρων κρατών μελών, αλλά και των διαϕορών στο εσωτερικό των ίδιων των κρατών μελών·

3.

σημειώνει τις προτάσεις της Επιτροπής για χρήση μη δεσμευτικών μέσων όταν οι δεσμευτικοί νόμοι είναι ανέϕικτοι ή απρόσϕοροι, ώστε να παρέχεται στα κράτη μέλη η ευχέρεια να βρίσκουν λύσεις που να διασϕαλίζουν τα καλύτερα αποτελέσματα όσον αϕορά την υγεία και την ασϕάλεια με γνώμονα τις ειδικές συνθήκες που επικρατούν σε αυτά·

4.

επιδοκιμάζει την αυξημένη έμϕαση που αποδίδει η Επιτροπή στην απλούστευση των κανονιστικών ρυθμίσεων και στην ελάττωση του διοικητικού ϕόρτου, και επισημαίνει ότι, ενώ η απλούστευση παρέχει αυξημένα οϕέλη στους πολίτες, βοηθά τόσο τους εργοδότες όσο και τους εργαζόμενους να επικεντρώσουν την προσοχή τους περισσότερο στην πρακτική διαχείριση της υγείας και της ασϕάλειας, ώστε να διασϕαλιστούν καλύτερα αποτελέσματα σε αυτούς τους τομείς· θεωρεί ότι έχει πρωταρχική σημασία να μην υπονομεύσει κατά κανένα τρόπο η απλούστευση αυτή το επίπεδο προστασίας των εργαζομένων·

5.

καλεί την Επιτροπή, να αποδώσει, στο πλαίσιο της στρατηγικής της, προτεραιότητα στις δραστηριότητες και στους τομείς που εγκυμονούν τον μεγαλύτερο κίνδυνο, όπως μεταλλουργία, κατασκευές, ηλεκτρισμό ή δασοκομία·

6.

καλεί την Επιτροπή να διασϕαλίσει μεγαλύτερη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασϕάλεια και την Υγεία στην Εργασία στην εν λόγω διαδικασία και συγκεκριμένα να του ζητήσει να υποβάλει αξιολόγηση, με την οποία θα εξακριβωθεί σε ποιους τομείς υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών και με ποιον τρόπο μπορεί να αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά ο κίνδυνος αυτός·

7.

εξαίρει την ιδιαίτερη εστίαση της Επιτροπής στην παροχή συνδρομής στις ΜΜΕ προκειμένου να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους στο πεδίο της υγείας και της ασϕάλειας, και στηρίζει πλήρως αυτή την προσέγγιση·

8.

εκϕράζει τη λύπη του διότι στην ανακοίνωση της Επιτροπής δεν γίνεται αναϕορά σε στόχους για τη μείωση των επαγγελματικών ασθενειών, αλλά αντιλαμβάνεται τις δυσκολίες που συνεπάγεται η προσπάθεια ποσοτικής εκτίμησης της εμϕάνισης επαγγελματικών ασθενειών· παροτρύνει, συνεπώς, την Επιτροπή να επανεξετάσει τη χρησιμοποίηση και εϕαρμογή των υπαρχουσών στατιστικών διαδικασιών ώστε να υπάρχει ορθός εντοπισμός και ποσοτική εκτίμηση των επαγγελματικών ασθενειών, και ιδιαίτερα των επαγγελματικών καρκίνων, ενόψει του καθορισμού στόχων για τη μείωσή τους· υποδεικνύει στην Επιτροπή να εξετάσει το ενδεχόμενο να αντικαταστήσει τη σύσταση της Επιτροπής 2003/670/ΕΚ σχετικά με τον ευρωπαϊκό κατάλογο των επαγγελματικών ασθενειών (11) με οδηγία·

9.

δίνει έμϕαση στην ανάγκη να εϕαρμόζεται η ισότητα των ϕύλων όταν αντιμετωπίζονται ζητήματα σχετικά με την υγεία και την ασϕάλεια στην εργασία, και χαιρετίζει την πρωτοβουλία της Επιτροπής να ζητήσει την επεξεργασία ιδιαίτερων μεθόδων εκτίμησης επιπτώσεων επί της υγείας και ασϕάλειας κατά την εργασία, που θα συνεξετάζουν την ιδιαιτερότητα του ϕύλου· επικρίνει ωστόσο την Επιτροπή, επειδή δεν έλαβε επαρκώς υπόψη την ισότητα των ϕύλων στην ανακοίνωσή της ή στους «Στόχους της Κοινοτικής Στρατηγικής 2007-2012» ή στις «Αξιολογήσεις Επιπτώσεων»·

10.

καλεί την Επιτροπή να εκτιμήσει κατά πόσο υπάρχουν διαθέσιμα στατιστικά δεδομένα σε κοινοτικό επίπεδο ξεχωριστά για το κάθε ϕύλο σχετικά με θανατηϕόρες και μη θανατηϕόρες ασθένειες που συνδέονται με την εργασία·

11.

προτρέπει τα κράτη μέλη να εϕαρμόσουν τις ισχύουσες οδηγίες για την ΥΑΕ με μεγαλύτερη ευαισθησία ως προς τον παράγοντα «ϕύλο» και να διενεργήσουν μια εκτίμηση επιπτώσεων ως προς το ϕύλο για τις οδηγίες αυτές·

12.

υπογραμμίζει ότι η αποκατάσταση και η επανένταξη των εργαζομένων έπειτα από προβλήματα υγείας ή εργατικό ατύχημα είναι ζωτικής σημασίας και επικροτεί την ιδιαίτερη έμϕαση στην αποκατάσταση και την επανένταξη που ζητείται στις εθνικές στρατηγικές· οι κυβερνήσεις είναι σημαντικό να διασϕαλίσουν, στο πλαίσιο των στρατηγικών τους για την υγεία και την ασϕάλεια στην εργασία, την υποχρέωση της διατήρησης της απασχόλησης (μέσω κατάρτισης, ανακατανομής καθηκόντων κλπ.) για τους ανθρώπους που προσβλήθηκαν από σωματική ή ψυχική ασθένεια κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής ζωής τους·

13.

καλεί την Επιτροπή να συλλέξει περισσότερα αριθμητικά στοιχεία και δεδομένα για τους εργαζόμενους με χρόνιες ασθένειες, να αναλύσει τις συνθήκες εργασίας τους και να καταρτίσει χάρτη για την προστασία των δικαιωμάτων των καρκινοπαθών και των ανθρώπων που πάσχουν από άλλες χρόνιες επαγγελματικές ασθένειες, με στόχο να απαιτηθεί από τις επιχειρήσεις να παρέχουν στους ασθενείς τη δυνατότητα να διατηρούν την θέση απασχόλησής τους κατά τη διάρκεια της θεραπείας και να επιστρέϕουν στην αγορά εργασίας μετά την λήξη της·

14.

εκϕράζει τη βαθιά ανησυχία του για το υπερβολικά υψηλό ποσοστό ατυχημάτων μεταξύ των εργαζομένων με σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου ή με σχέση πρόσκαιρης εργασίας καθώς και μεταξύ των εργαζομένων χαμηλής ειδίκευσης, το οποίο σε ορισμένα κράτη μέλη είναι τουλάχιστον διπλάσιο από αυτό των άλλων εργαζομένων, αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα την σχέση μεταξύ αυτών των κατηγοριών απασχολουμένων και της απασχόλησής τους σε βιομηχανικούς τομείς υψηλού κινδύνου, όπως οι κατασκευές· επισημαίνει δε ότι η οδηγία 91/383/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 25ης Ιουνίου 1991 για τη συμπλήρωση των μέτρων που αποσκοπούν να προαγάγουν τη βελτίωση της ασϕάλειας και της υγείας κατά την εργασία των εργαζομένων με σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου ή με σχέση πρόσκαιρης εργασίας (12) ορίζει ως γενικό κανόνα ότι οι εργαζόμενοι με σχέση πρόσκαιρης εργασίας έχουν τα ίδια δικαιώματα υγείας στην εργασία με εκείνους που έχουν μόνιμη σύμβαση εργασίας, όμως δεν καθορίζει συγκεκριμένους μηχανισμούς που θα καταστήσουν την αρχή αυτή εϕαρμόσιμη στην πράξη· καλεί, ως εκ τούτου, την Επιτροπή να αντιμετωπίσει επειγόντως τις ελλείψεις αυτές·

15.

επισημαίνει επίσης τον αυξανόμενο αριθμό ιδιότυπων συμβάσεων εργασίας, και τονίζει ότι οι περιλαμβανόμενοι σε αυτές όροι δεν πρέπει να ενέχουν κινδύνους για την υγεία και την ασϕάλεια των μισθωτών και των συμβασιούχων·

16.

ζητεί μέτρα για την παρακολούθηση της ασϕάλειας και υγείας των γυναικών σε μορϕές αδήλωτης εργασίας όπως των γυναικών που ϕροντίζουν αρρώστους κατ' οίκον·

17.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να λάβουν πλήρως υπόψη τις επιπτώσεις της δημογραϕικής αλλαγής στην υγεία και την ασϕάλεια στην εργασία· ειδικότερα, καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τα προληπτικά μέτρα και να θεσπίσουν μέτρα που να αποσκοπούν στην αντιστάθμιση της σωματικής εξασθένησης, κυρίως μέσω της εργονομίας και της διαρρύθμισης του χώρου εργασίας καθώς και μέσω μέτρων και κινήτρων που να αποσκοπούν στη διατήρηση του ζήλου, των ικανοτήτων και της υγείας των εργαζομένων πιο προχωρημένης ηλικίας·

18.

επισημαίνει την επιστημονικά αποδεδειγμένη αλληλεξάρτηση μεταξύ του αυξανόμενου άγχους στον χώρο εργασίας και των ασθενειών που οϕείλονται σε αυτό, ιδίως στους τομείς των χρόνιων ασθενειών, των καρδιαγγειακών νοσημάτων και των ασθενειών του μυοσκελετικού συστήματος·

19.

θεωρεί ότι είναι άκρως σημαντικό να εξασϕαλιστεί καλύτερη εϕαρμογή των υϕιστάμενων νομοθετικών μέσων για την ΥΑΕ και, συνεπώς, καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να χρησιμοποιήσουν κάθε δυνατό μέσο για την επίτευξη αυτού του στόχου· τα προς εξέταση μέτρα πρέπει, μεταξύ άλλων, να περιλαμβάνουν:

α)

ελάχιστες απαιτήσεις για την ποιότητα των υπηρεσιών πρόληψης και επιθεώρησης της εργασίας,

β)

αυστηρότερες κυρώσεις,

γ)

καλύτερες αξιολογήσεις όσον αϕορά την εϕαρμογή της νομοθεσίας,

δ)

ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών,

ε)

ενίσχυση της νοοτροπίας της πρόληψης και των συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης, συμπεριλαμβανομένης της ευρύτερης πρόσβασης της κοινωνίας στην πληροϕόρηση σχετικά με τις συνθήκες απασχόλησης και ασϕάλειας στον χώρο εργασίας,

στ)

αυξημένη συμμετοχή των εργαζομένων στους χώρους εργασίας,

ζ)

παροχή κινήτρων στους εργοδότες ώστε να ανταποκριθούν στις δεσμεύσεις τους στον τομέα της επαγγελματικής ασϕάλειας και της υγείας στην εργασία,

η)

ενίσχυση της χρήσης των συμϕωνιών κοινωνικού διαλόγου·

20.

ϕρονεί ότι η Επιτροπή δεν διαθέτει καθόλου επαρκείς πόρους ώστε να ελέγχει δεόντως την αποτελεσματική μεταϕορά στο εθνικό δίκαιο και την εϕαρμογή των οδηγιών για την ασϕάλεια στην εργασία· ϕρονεί ότι η Επιτροπή θα πρέπει να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή της, συμπεριλαμβανομένης μιας ευρύτερης χρήσης των διαδικασιών επί παραβάσει·

21.

επισημαίνει ότι η προστασία της ΥΑΕ πρέπει να ισχύει στον ίδιο βαθμό για όλους τους εργαζόμενους στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ότι η προστασία αυτή βασίζεται σε τελική ανάλυση στο θεμελιώδες δικαίωμα της σωματικής ακεραιότητας και ότι οιεσδήποτε αυτοεξαιρέσεις από τη νομοθεσία περί προστασίας της ΥΑΕ θέτουν σε κίνδυνο την υγεία των εργαζομένων και την ισότητα των ευκαιριών και μπορούν να καταλήξουν σε μια εξίσωση προς τα κάτω·

22.

ζητεί από την Επιτροπή να δώσει την ίδια έμϕαση στις εκτιμήσεις επιπτώσεων στην υγεία και την ασϕάλεια στην εργασία όπως και στις εκτιμήσεις περιβαλλοντικών επιπτώσεων·

23.

θεωρεί ότι οι επιθεωρήσεις εργασίας αποτελούν ζωτική συνιστώσα της προσπάθειας εϕαρμογής της νομοθεσίας για την υγεία και την ασϕάλεια·

α)

καλεί, συνεπώς, την Επιτροπή:

i)

να προσϕέρει στην Επιτροπή Ανωτέρων Επιθεωρητών Εργασίας τους αναγκαίους πόρους που θα διασϕαλίσουν την αποτελεσματική λειτουργία της, ύστερα από μια εξέταση των τρόπων με τους οποίους θα μπορούσε να γίνει αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη·

ii)

να αναπτύξει περαιτέρω τα συστήματα ανταλλαγής γνώσεων ώστε να διασϕαλίζεται η αποτελεσματική ανταπόκριση σε αιτήματα για παροχή πληροϕοριών και συνεργασία,

iii)

να ξεκινήσει έρευνα αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας και του αντικτύπου των επιθεωρήσεων, όπως προτείνει η Επιτροπή Ανωτέρων Επιθεωρητών Εργασίας, προκειμένου να θεσπιστούν κοινοί ποσοτικοί και ποιοτικοί στόχοι επιθεώρησης, ενθαρρύνοντας με αυτόν τον τρόπο την χρήση των ϕορέων επιθεώρησης ως παραγόντων διευκόλυνσης της δημιουργίας αποτελεσματικού και πραγματικού πνεύματος υγείας και ασϕάλειας σε ολόκληρο το εργατικό δυναμικό,

iv)

να θεσπίσει μεθόδους και μέσα αξιολόγησης των εθνικών συστημάτων επιθεωρήσεων, ειδικότερα μέσω της δημιουργίας πινάκων αποτελεσμάτων,

β)

καλεί δε τα κράτη μέλη:

i)

να διαθέσουν επαρκείς ανθρώπινους και χρηματοδοτικούς πόρους στις εθνικές τους υπηρεσίες επιθεωρήσεων,

ii)

να αυξήσουν τον αριθμό των επιθεωρητών εργασίας, ώστε να διασϕαλίζεται αναλογία τουλάχιστον 1 προς 10 000 εργαζόμενους, σύμϕωνα με τις συστάσεις της ΔΟΕ,

iii)

να βελτιώσουν την ποιότητα των επιθεωρητών εργασίας, προσϕέροντάς τους περισσότερο διεπιστημονική κατάρτιση σε πεδία όπως η ψυχολογία, η εργονομία, η υγιεινή, οι περιβαλλοντικοί κίνδυνοι και η τοξικολογία,

iv)

να εστιάσουν τις επιθεωρήσεις σε περιοχές, τομείς και επιχειρήσεις προτεραιότητας, με υψηλό κίνδυνο ατυχημάτων και με υψηλά ποσοστά ευάλωτων ομάδων, όπως οι μετακινούμενοι εργαζόμενοι, οι εργαζόμενοι εταιρειών προσωρινής απασχόλησης, οι εργαζόμενοι χαμηλής ειδίκευσης, οι νέοι και ηλικιωμένοι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενοι με αναπηρίες·

24.

αναγνωρίζει την κεντρική σημασία της πρόληψης και καλεί την Επιτροπή, στο πλαίσιο της στρατηγικής της:

α)

να διασϕαλίσει ότι οι εργοδότες αναγνωρίζουν και ανταποκρίνονται στις ευθύνες τους για παροχή πρόσϕορων υπηρεσιών πρόληψης σε όλους τους χώρους εργασίας, αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα τη σπουδαιότητα μιας υπεύθυνης στάσης των εργαζομένων απέναντι στη δική τους υγεία και ασϕάλεια,

β)

να ενθαρρύνει τις υπηρεσίες πρόληψης να καταστούν πλήρως διεπιστημονικές και να αντικατοπτρίζουν την ιεράρχηση των μέτρων που προβλέπεται στην οδηγία πλαίσιο 89/391/ΕΟΚ,

γ)

να υπογραμμίσει ότι η εκτίμηση κινδύνων πρέπει να είναι διαδικασία διαρκής και εξελισσόμενη —να μην αντιμετωπίζεται δηλαδή ως εϕάπαξ υποχρέωση— με πλήρη συμμετοχή των εργαζομένων,

δ)

να διασϕαλίσει ότι οι δραστηριότητες πρόληψης διεκπεραιώνονται, στον βαθμό του δυνατού, στο εσωτερικό της επιχείρησης,

ε)

να διασϕαλίσει ότι η παρακολούθηση της υγείας συμβαδίζει με την πρόληψη,

στ)

να προσαρμόζει τη νομοθεσία για την υγεία και την ασϕάλεια στην εργασία σε τακτική βάση, ώστε να αντανακλά την τεχνολογική πρόοδο·

25.

υπογραμμίζει ότι είναι σημαντικό τα κράτη μέλη να διασϕαλίσουν ότι η πρόσβαση στα τεχνικά έγγραϕα και στους κανόνες που αϕορούν την υγεία και την ασϕάλεια στον χώρο εργασίας σε εθνικό επίπεδο θα είναι δωρεάν·

26.

συγχαίρει την Επιτροπή για τις προτάσεις της στον τομέα της εκπαίδευσης και κατάρτισης οι οποίες περιέχονται στην ανακοίνωσή της και θεωρεί ότι η εν λόγω πτυχή αποτελεί καίριο παράγοντα για την ανάπτυξη νοοτροπίας πρόληψης, καθώς και ότι πρέπει να είναι μια διαδικασία συνεχής και εξελισσόμενη, προσαρμοσμένη στα νέα τεχνολογικά δεδομένα στον χώρο εργασίας, που θα εϕαρμόζεται επίσης και στους εργαζόμενους που επιστρέϕουν στο εργατικό δυναμικό μετά από ασθένεια ή διακοπές της σταδιοδρομίας λόγω ευθυνών οικογενειακής ϕροντίδας·

27.

ϕρονεί ότι πρέπει να παρέχεται ειδικά προσαρμοσμένη επαγγελματική κατάρτιση και επανειδίκευση στον τομέα της υγείας και της ασϕάλειας στην εργασία στους εργαζομένους και στους εκπροσώπους του τομέα, στο πλαίσιο της οποίας πρέπει να δίδεται ειδική προσοχή στις υπεργολαβίες, στην προσωρινή εργασία, στην μερική απασχόληση, στις γυναίκες και στους διακινούμενους εργαζόμενους· ϕρονεί ότι για τον σκοπό αυτό πρέπει να εξακολουθήσουν να χρησιμοποιούνται εθνικά και κοινοτικά κονδύλια·

28.

θεωρεί ότι οι εργοδότες πρέπει να υποχρεούνται να διευκολύνουν τις ιατρικές επισκέψεις για τους ημερήσιους εργαζόμενους και το προσωπικό το οποίο έχει συμβάσεις εργασίας μερικής απασχόλησης·

29.

καλεί την Επιτροπή να εξαντλήσει τα υπάρχοντα κοινοτικά κονδύλια (κυρίως του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου) για ζητήματα που σχετίζονται με την υγεία και την ασϕάλεια (πρόληψη και ανάπτυξη πνεύματος πρόληψης, ευαισθητοποίηση, επαγγελματική κατάρτιση, δια βίου μάθηση, αποκατάσταση και επανένταξη των εργαζομένων που υπέστησαν εργατικό ατύχημα ή εκδήλωσαν επαγγελματική ασθένεια) και αϕορούν ιδιαίτερα τις ΜΜΕ· καλεί την Επιτροπή να διαθέσει τα λοιπά κοινοτικά κονδύλια (για παράδειγμα, αυτά που προέρχονται από το 7ο πρόγραμμα-πλαίσιο για την έρευνα) και τα εθνικά κονδύλια για την έρευνα στον τομέα των επαγγελματικών ασθενειών·

30.

λαμβάνοντας υπόψη τον αυξανόμενο κίνδυνο στον οποίο εκτίθενται οι εργαζόμενοι στους τομείς των ορυχείων, της μεταλλουργίας, της σιδηρουργίας και της ναυπηγικής βιομηχανίας, θεωρεί σημαντικό να διαθέσουν τα κράτη μέλη και η Επιτροπή τις απαραίτητες πιστώσεις στις επενδύσεις που θα επιτρέψουν να εξασϕαλισθεί η υγεία και η ασϕάλεια στον τόπο εργασίας·

31.

ζητεί από τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να διασϕαλίσουν μια συστηματική προσέγγιση που θα λαμβάνει υπόψη τον παράγοντα «ϕύλο», όταν αναπτύσσουν εθνικές και κοινοτικές στρατηγικές ΥΑΕ και όταν συγκεντρώνουν στατιστικά στοιχεία, εκπονούν μελέτες και διεξάγουν έρευνες ως προς την ΥΑΕ· καλεί τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να εκμεταλλευθούν τις δυνατότητες χρηματοδότησης που προσϕέρει το πρόγραμμα Progress επί του θέματος, και ειδικότερα στο μέρος του που αϕορά την ισότητα ανδρών και γυναικών·

32.

καλεί τα κράτη μέλη να αξιολογήσουν τη θέσπιση οικονομικών κινήτρων για την προαγωγή της υγείας και της ασϕάλειας στον χώρο εργασίας, όπως ϕορολογικές εκπτώσεις ή προτίμηση, κατά τις προσκλήσεις υποβολής προσϕορών, σε ασϕαλείς επιχειρήσεις και επιχειρήσεις οι οποίες έχουν πιστοποίηση υγείας και ασϕάλειας, θέσπιση συστήματος «bonus-malus»στα ασϕαλιστήρια συμβόλαια και στις εισϕορές κοινωνικής ασϕάλισης, καθώς και οικονομικά κίνητρα για την αντικατάσταση παρωχημένου ή μη ασϕαλούς εξοπλισμού·

33.

προτείνει επιπλέον να εξετασθεί από τα κράτη μέλη η δυνατότητα ενσωμάτωσης ορισμένων προδιαγραϕών υγείας και ασϕάλειας στις αναθέσεις δημοσίων συμβάσεων·

34.

εκτιμώντας τις συνεχιζόμενες κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές, που επηρεάζουν και μεταβάλλουν και την αγορά εργασίας, καλεί την Επιτροπή να προωθήσει σωστές πολιτικές στον τομέα της απασχόλησης και αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας, και να ενθαρρύνει τους εργοδότες στην προώθηση υγειών τρόπων ζωής στον τόπο εργασίας, με εκστρατείες προώθησης της υγείας στην εργασία, την εϕαρμογή της απαγόρευσης του καπνίσματος στον τόπο εργασίας, καθώς και προγράμματα στήριξης των εργαζομένων που επιθυμούν να σταματήσουν το κάπνισμα , να εξασϕαλίσει δε συνοχή πολιτικής με άλλους τομείς, ειδικότερα της δημόσιας υγείας·

35.

ζητεί από την Επιτροπή να αναλάβει πρωτοβουλία αναθεώρησης της οδηγίας 92/85/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19ης Οκτωβρίου 1992σχετικά με την εϕαρμογή μέτρων που αποβλέπουν στη βελτίωση της υγείας και της ασϕάλειας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων (13)·

36.

ϕρονεί ότι τα προβλήματα υγείας που σχετίζονται με την έκθεση στον αμίαντο είναι ευρέως γνωστά και ότι οι ευρωπαϊκές ρυθμίσεις σχετικά με τον αμίαντο είναι επαρκείς· υπογραμμίζει ότι το ποσοστό των ασθενειών που οϕείλονται στον αμίαντο στην Ευρώπη θα είναι, σύμϕωνα με τις προγνώσεις, πολύ υψηλό για πολλά ακόμα χρόνια· καλεί, ως εκ τούτου, την Επιτροπή να οργανώσει ακρόαση σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης των τεράστιων προβλημάτων υγείας και ασϕάλειας στην εργασία που σχετίζονται με την ύπαρξη αμιάντου σε κτίρια και άλλες κατασκευές, όπως πλοία, τρένα και μηχανές· καλεί επίσης τα κράτη μέλη να καταρτίσουν εθνικά προγράμματα δράσης για την κατάργηση του αμιάντου, συμπεριλαμβανομένων υποχρεώσεων χαρτογράϕησης του αμιάντου σε κτίρια, και να μεριμνήσουν για την ασϕαλή αϕαίρεση του αμιάντου·

37.

εκϕράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι, παρά τα επανειλημμένα και ειδικά αιτήματα του Κοινοβουλίου, η Επιτροπή δεν έχει ακόμα καταθέσει πρόταση τροποποίησης της οδηγίας 2000/54/EΚ για την αντιμετώπιση των σοβαρών κινδύνων που απορρέουν από την εργασία με βελόνες και ιατρικά αιχμηρά εργαλεία· καλεί την Επιτροπή να επισπεύσει την ολοκλήρωση της εκτίμησης επιπτώσεων μέσω του διαγωνισμού 2007/S 139-171103 και αναμένει να εγκριθεί κατάλληλη τροποποίηση της οδηγίας πολύ πριν από τη λήξη της κοινοβουλευτικής περιόδου στα μέσα του 2009, σύμϕωνα με το προαναϕερθέν ψήϕισμά του· καλεί την Επιτροπή να εϕαρμόσει κατάλληλα μέτρα πρόληψης και ελέγχου για την μείωση του κινδύνου μετάδοσης ασθενειών που μεταδίδονται μέσω του αίματος, όπως η ηπατίτιδα C·

38.

καλεί την Επιτροπή να πρωτοστατήσει στην ανάπτυξη και έγκριση ενός κώδικα πρακτικής της ΕΕ για την πρόληψη των λοιμώξεων που συνδέονται με την ιατροϕαρμακευτική περίθαλψη·

39.

καλεί την Επιτροπή να βελτιώσει την υγεία και την ασϕάλεια στα ιδρύματα ιατροϕαρμακευτικής περίθαλψης, συμπεριλαμβανομένων των ιδρυμάτων κοινωνικής πρόνοιας, μέσω της δρομολόγησης μέτρων ενθάρρυνσης της υποβολής του προσωπικού σε ιατρικούς ελέγχους ρουτίνας, ώστε να επιτραπεί η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία και να μειωθούν με αυτόν τον τρόπο οι λοιμώξεις που έχουν μεταδοθεί ή μπορούν να μεταδοθούν στο πλαίσιο της εργασίας, όπως το μικρόβιο MRSA (Χρυσίζων σταϕυλόκοκκος ανθεκτικός στη μεθικιλλίνη)·

40.

χαιρετίζει την υποχρέωση των κρατών μελών να καταρτίσουν εθνικές στρατηγικές· τονίζει ότι οι εν λόγω στρατηγικές πρέπει να καλύπτουν την ίδια χρονική περίοδο και να ξεκινήσουν κατά το ίδιο έτος, ώστε να διευκολυνθεί η σύγκριση των εθνικών στρατηγικών και των αποτελεσμάτων τους, αλλά και ότι πρέπει να θέτουν σαϕείς και μετρήσιμους στόχους, με ιδιαίτερη εστίαση στις ΜΜΕ και σε ευάλωτες ομάδες όπως οι μετακινούμενοι εργαζόμενοι, οι νέοι ή οι ηλικιωμένοι εργαζόμενοι, οι γυναίκες, οι εργαζόμενοι εταιρειών προσωρινής απασχόλησης και οι εργαζόμενοι με αναπηρίες·

41.

υπογραμμίζει ότι είναι ουσιώδες ο χώρος εργασίας να καταστεί προσβάσιμος και ασϕαλής για τους εργαζόμενους με αναπηρία, μέσω της διασϕάλισης εύλογων προσαρμογών, ειδικού εξοπλισμού προσαρμοσμένου στις ατομικές ανάγκες και μέσω της διασϕάλισης των υπηρεσιών ιατροϕαρμακευτικής περίθαλψης που χρειάζονται τα άτομα με αναπηρία, ειδικά λόγω της αναπηρίας τους, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών που αποσκοπούν στην ελαχιστοποίηση και την πρόληψη περαιτέρω αναπηριών·

42.

καλεί τόσο την Επιτροπή όσο και τα κράτη μέλη να εϕαρμόσουν και να επιβάλουν την οδηγία πλαίσιο και τις υϕιστάμενες διατάξεις στον τομέα της υγείας και της ασϕάλειας πλήρως, και ασχέτως του νομικού καθεστώτος τους, για όλους τους εργαζόμενους και να τροποποιήσουν την ισχύουσα νομοθεσία για ορισμένα επαγγέλματα υψηλού κινδύνου αν έχει αποδειχθεί αναποτελεσματική, συμπεριλαμβανομένων ομάδων οι οποίες συχνά αγνοούνται, όπως οι εργαζόμενοι σε γεωργικές εκμεταλλεύσεις, οι εργαζόμενοι στον τομέα της ιατροϕαρμακευτικής περίθαλψης, οι επαγγελματίες οδηγοί οχημάτων, το οικιακό προσωπικό, οι κατ' οίκον εργαζόμενοι και οι στρατιωτικοί, εϕόσον είναι ενδεδειγμένο, και να διασϕαλίσουν την πλήρη εϕαρμογή και επιβολή στην πράξη της οδηγίας 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2000 για τον καθορισμό γενικών διατάξεων που διέπουν την ίση μεταχείριση όσον αϕορά απασχόληση και επάγγελμα (14)· καλεί επίσης την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εξετάσουν όλες τις διαθέσιμες επιλογές προκειμένου οι κοινοτικές διατάξεις για την υγεία και την ασϕάλεια να καλύπτουν επίσης τους αυτοαπασχολούμενους και τις προστατευόμενες υπηρεσίες απασχόλησης που παρέχονται στους ανθρώπους με αναπηρία·

43.

καλεί τα κράτη μέλη να λάβουν σοβαρά υπόψη τους διαϕορετικούς κινδύνους σχετικά με την ασϕάλεια και υγεία στην απασχόληση μεταξύ γυναικών και ανδρών εργαζομένων και να εξασϕαλίσουν διαϕορετική κοινωνική και υλική υποδομή για την αντιμετώπισή τους·

44.

τονίζει ότι η ανάγκη να αναλύονται οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζουν γυναίκες και άνδρες και να λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα δεν σημαίνει την επαναϕορά προστατευτικών πολιτικών αποκλεισμού ούτε την ανάπτυξη διαϕορετικών επαγγελμάτων για γυναίκες και άνδρες·

45.

θεωρεί ότι, ενώ οι υποχρεώσεις των εργοδοτών στον τομέα της ασϕάλειας περιορίζονται αυστηρά και μόνο στους δικούς τους εργαζόμενους, θα πρέπει, προκειμένου η πολιτική για την υγεία και την ασϕάλεια να ενσωματωθεί στην πολιτική για την εταιρική κοινωνική ευθύνη, να ενθαρρυνθούν οι εργοδότες να εξετάζουν, όποτε είναι δυνατόν, την πολιτική υγείας και ασϕάλειας των υπεργολάβων τους και της υπεργολαβικής αλυσίδας·

46.

αναμένει το αποτέλεσμα της δεύτερης ϕάσης της διαβούλευσης των κοινωνικών εταίρων σχετικά με τις μυοσκελετικές διαταραχές (ΜΣΔ) και ζητεί από την Επιτροπή να εξετάσει την υποβολή πρότασης οδηγίας, δεδομένης της αυξανόμενης εμϕάνισης μυοσκελετικών διαταραχών και του γεγονότος ότι η τρέχουσα νομοθεσία ϕαίνεται ανεπαρκής, καθότι δεν καλύπτει όλες τις επαγγελματικές συνθήκες ή όλους τους κινδύνους όσον αϕορά τις μυοσκελετικές διαταραχές οι οποίες συνδέονται με την εργασία· ζητεί να λαμβάνονται πλήρως υπόψη οι επιστημονικές αρχές·

47.

αναμένει το αποτέλεσμα της δεύτερης ϕάσης της διαβούλευσης των κοινωνικών εταίρων σχετικά με την αναθεώρηση της οδηγίας του 2004 για τις καρκινογόνες ουσίες και θεωρεί ότι η προτιμότερη επιλογή θα ήταν ίσως να τροποποιηθεί η εν λόγω οδηγία, έτσι ώστε να συμπεριληϕθούν οι τοξικές για την αναπαραγωγή ουσίες, καθώς επίσης να προταθεί η αναθεώρηση των δεσμευτικών οριακών τιμών επαγγελματικής έκθεσης για τις καρκινογόνες και μεταλλαξιογόνες ουσίες που απαριθμούνται στην οδηγία και να οριστούν νέες οριακές τιμές επαγγελματικής έκθεσης για ορισμένες καρκινογόνες, μεταλλαξιογόνες ή τοξικές για την αναπαραγωγή ουσίες οι οποίες δεν περιλαμβάνονται ακόμη στην οδηγία·

48.

υπενθυμίζει ότι κίνδυνοι για την υγεία και την ασϕάλεια στην εργασία δεν υπάρχουν μόνο στις χειρωνακτικές εργασίες· ζητεί να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στις αιτίες που βρίσκονται πίσω από την εκδήλωση ψυχικών παθήσεων, καθώς και στην ψυχική υγεία, την εξάρτηση από τους κινδύνους ψυχολογικής ϕύσης στον τόπο εργασίας, όπως το στρες, η παρενόχληση, η ηθική παρενόχληση και η άσκηση βίας·ζητεί δε επιπλέον να δοθεί μεγαλύτερη έμϕαση στις πολιτικές των εργοδοτών για την προώθηση καλής ϕυσικής και πνευματικής υγείας·

49.

κρίνει ουσιώδους σημασίας την ενίσχυση του συντονισμού με το νέο Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων (ECHA) του Ελσίνκι, και την διευκρίνιση ορισμένων προβλημάτων που αϕορούν τις σχέσεις μεταξύ του κανονισμού (ΕΚ) 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2006 για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) (15), και άλλων οδηγιών που αϕορούν την υγεία στον τόπο εργασίας·

50.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να λάβουν υπόψη τους την σύγχρονη εϕαρμογή της κοινοτικής στρατηγικής και του κανονισμού REACH και το γεγονός ότι η στρατηγική πρέπει να επικεντρώνεται στη συμπλήρωση του REACH στον τομέα της προστασίας από τους χημικούς κινδύνους και να επωϕεληθεί της ευκαιρίας για βελτίωση της πρόληψης έναντι των κινδύνων από χημικές ουσίες στον τόπο εργασίας, στο πλαίσιο της εϕαρμογής του REACH·

51.

χαιρετίζει την πρόσϕατη σύναψη της συμϕωνίας-πλαισίου μεταξύ των κοινωνικών εταίρων σχετικά με τη βία και την παρενόχληση στον χώρο εργασίας· εκϕράζει, εντούτοις, τη λύπη του για το γεγονός ότι στην εν λόγω συμϕωνία δεν καλύπτεται ρητώς το ζήτημα της άσκησης βίας από τρίτους· καλεί, συνεπώς, τους κοινωνικούς εταίρους να διαβουλευθούν επί του θέματος αυτού·

52.

επισημαίνει τις δυσχερείς συνθήκες εργασίας για πολλούς οδηγούς ϕορτηγών οχημάτων που διέρχονται την Ευρώπη, λόγω ανεπαρκούς πρόσβασης σε κατάλληλες εγκαταστάσεις ανάπαυσης: στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006, για τον χρόνο οδήγησης και ανάπαυσης (16), αναγνωρίζεται ρητά η σπουδαιότητα της ύπαρξης επαρκούς αριθμού ασϕαλών και προστατευμένων εγκαταστάσεων ανάπαυσης για τους επαγγελματίες οδηγούς σε ολόκληρο το δίκτυο αυτοκινητοδρόμων της ΕΕ·παροτρύνει, ως εκ τούτου την Επιτροπή να δώσει συνέχεια στο πιλοτικό σχέδιο για τους προστατευμένους χώρους στάθμευσης που ξεκίνησε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, λαμβάνοντας υπόψη τα μέτρα που συνιστώνται στην γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με τους ασϕαλείς και προστατευμένους χώρους στάθμευσης (17)·

53.

καλεί την Επιτροπή να διενεργήσει έρευνα με αντικείμενο την σκοπιμότητα και τα οϕέλη, τόσο για την υγεία και την ασϕάλεια στην εργασία όσο και για την κοινωνία στο σύνολό της, της απαίτησης να τοποθετηθούν σε όλα τα νέα κτίρια που προορίζονται να χρησιμεύσουν ως χώροι εργασίας πυροσβεστικά συστήματα καταιονισμού, εϕόσον η τοποθέτηση αυτή είναι ασϕαλής·

54.

υπογραμμίζει τη σημασία του συνεχούς διαλόγου μεταξύ όλων των ενδιαϕερομένων πλευρών, περιλαμβανομένων των δημοσίων αρχών, των εργοδοτών, των εργαζομένων, των εκπροσώπων τους και της κοινωνίας των πολιτών ως μέσου καίριας σημασίας για την αποτελεσματική ανάπτυξη υψηλών προτύπων υγείας και ασϕάλειας· ο διάλογος αυτός θα οδηγήσει σε βαθύτερη κατανόηση των πραγματικών κινδύνων για την υγεία και την ασϕάλεια των εργαζομένων καθώς και των ειδικών αναγκών και απαιτήσεων ορισμένων ομάδων εργαζομένων σε επίπεδο επιχειρήσεων και κλάδων και στην ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών·

55.

καλεί τα κράτη μέλη να εξασϕαλίσουν τη δέουσα εκπροσώπηση των γυναικών στη λήψη αποϕάσεων σε σχέση με την ΥΑΕ σε όλα τα επίπεδα·

56.

θεωρεί την Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη αποτελεσματικό εργαλείο για την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, την διασϕάλιση καλύτερης υγείας και ασϕάλειας στην εργασία και τη βελτίωση του εργασιακού περιβάλλοντος, και ενθαρρύνει εν προκειμένω την ανταλλαγή ορθών πρακτικών σε τοπικό, εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο μεταξύ των κρατών μελών και παγκοσμίως σε πολυεθνικό επίπεδο, καθώς και την περαιτέρω εϕαρμογή της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης σε εθελοντική βάση, αλλά ως αναπόσπαστου τμήματος των επιχειρηματικών στρατηγικών ανάπτυξης·

57.

θεωρεί ότι η εκπροσώπηση των εργαζομένων έχει μείζονα σημασία για κάθε πολιτική που αϕορά την υγεία και την ασϕάλεια στον χώρο εργασίας· εκτιμά ότι ο θετικός συσχετισμός μεταξύ της ύπαρξης εκπροσώπων για την υγεία και την ασϕάλεια στον χώρο εργασίας και της βελτίωσης των επιδόσεων δεν πρέπει να υποτιμηθεί, και καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προωθήσουν τη συμμετοχική προσέγγιση και να διασϕαλίσουν ότι κατά το δυνατόν όλοι οι εργαζόμενοι θα έχουν πρόσβαση σε εκπροσώπους για θέματα υγείας και ασϕάλειας·

58.

θεωρεί ότι οι υπερβολικές ώρες εργασίας/ανεπαρκείς περίοδοι ανάπαυσης είναι αποϕασιστικός παράγοντας αύξησης της συχνότητας των ατυχημάτων και των ασθενειών στην εργασία και ζητεί την επίτευξη κατάλληλης ισορροπίας μεταξύ της επαγγελματικής και της οικογενειακής ζωής·

59.

συγχαίρει τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασϕάλεια και την Υγεία στην Εργασία και το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα για τη Βελτίωση των Όρων Διαβίωσης και Εργασίας για το έργο που έχουν επιτελέσει μέχρι σήμερα και ϕρονεί ότι η πραγματογνωσία και οι αρμοδιότητες αυτών των ϕορέων πρέπει να αξιοποιηθούν πλήρως· ϕρονεί ότι οι οργανισμοί αυτοί πρέπει να εξακολουθήσουν να χρησιμοποιούνται ως μέσα ευαισθητοποίησης, συλλογής, ανάλυσης και ανταλλαγής πληροϕοριών, ανταλλαγής ορθών πρακτικών και έρευνας για την πρόβλεψη νέων και αναδυόμενων κινδύνων, είτε αυτοί προκαλούνται λόγω κοινωνικών μεταβολών είτε σχετίζονται με την τεχνολογική καινοτομία·

60.

θεωρεί ότι είναι ζωτικής σημασίας ο έγκαιρος εντοπισμός και παρακολούθηση των νέων και αναδυόμενων κινδύνων — π.χ. ψυχοκοινωνικοί κίνδυνοι· συγχαίρει, ως εκ τούτου, το παρατηρητήριο κινδύνων του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασϕάλεια και την Υγεία στην Εργασία για το έργο του και καλεί την Επιτροπή να αναλαμβάνει δράση με βάση τα ευρήματά του και να καταθέτει τις αναγκαίες προτάσεις όταν εντοπίζονται νέοι κίνδυνοι·

61.

συνιστά στα κράτη μέλη να θέσουν σε εϕαρμογή τα απαραίτητα μέτρα ώστε η εργασία που πραγματοποιείται σε βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα να συνδυάζεται με αντίστοιχα δικαιώματα κοινωνικής προστασίας, τα οποία οι ενδιαϕερόμενοι εργαζόμενοι θα μπορούν να απαιτούν τόσο κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής ζωής τους όσο και μετά τη συνταξιοδότησή τους·

62.

συνιστά στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασϕάλεια και την Υγεία στην Εργασία να διενεργήσει συγκεκριμένες έρευνες σχετικά με τα ειδικά προβλήματα και τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι προσωρινά απασχολούμενοι και οι εργαζόμενοι σε εταιρείες προσωρινής απασχόλησης, καθώς και οι εργαζόμενοι σε επιχειρήσεις υπεργολαβίας, προκειμένου να διευκολυνθούν οι προσπάθειες της Επιτροπής και των κρατών μελών για την καταπολέμηση των κινδύνων και την ορθή εϕαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας που αϕορά τις εν λόγω ομάδες· αναγνωρίζει ότι οι τομείς εργασίας στους οποίους απασχολούνται αυτές οι ομάδες, όπως ο κατασκευαστικός τομέας, ενέχουν σε ορισμένα κράτη μέλη εκ ϕύσεως μεγαλύτερο κίνδυνο ατυχημάτων·

63.

εκϕράζει την άποψη ότι, σε ένα παγκόσμιο περιβάλλον, είναι αναγκαία η συνεργασία με διεθνείς οργανισμούς όπως ο ΠΟΕ, η ΠΟΥ και η ΔΟΕ και η διασϕάλιση της έγκρισης και εϕαρμογής των διεθνών συμβάσεων και συμϕωνιών από όλες τις πλευρές στο πεδίο της ασϕάλειας και της υγείας στην εργασία· ϕρονεί δε ότι αυτός είναι ένας σημαντικός παράγοντας για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας της ΕΕ και την αποϕυγή της μετεγκατάστασης κοινοτικών επιχειρήσεων, σε αναζήτηση λιγότερο αυστηρού νομοθετικού περιβάλλοντος για θέματα υγείας και ασϕάλειας· θεωρεί, άλλωστε, ότι το εν λόγω θέμα άπτεται της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πρέπει, ως εκ τούτου, να θίγεται στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων με τρίτες χώρες·

64.

καλεί, συνεπώς, τα κράτη μέλη να σέβονται τις διεθνείς διατάξεις στο πεδίο της υγείας και της ασϕάλειας και, ειδικότερα, να κυρώσουν τη Σύμβαση C-187 της ΔΟΕ και να εϕαρμόσουν τη σύσταση R-197·

65.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήϕισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.


(1)  ΕΕ C 303 της 14.12.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 183 της 29.6.1989, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 262 της 17.10.2000, σ. 21.

(4)  EE L 165 της 27.6.2007, σ. 21.

(5)  ΕΕ C 300 Ε της 11.12.2003, σ. 290.

(6)  ΕΕ C 304 Ε της 1.12.2005, σ. 400.

(7)  ΕΕ C 303 E της 13.12.2006, σ. 754.

(8)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2007)0206.

(9)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2007)0501.

(10)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2007)0102.

(11)  ΕΕ L 238 της 25.9.2003, σ. 28.

(12)  ΕΕ L 206 της 29.7.1991, σ. 19.

(13)  EE L 348 της 28.11.1992, σ. 1.

(14)  ΕΕ L 303 της 2.12.2000, σ. 16.

(15)  ΕΕ L 396 της 30.12.2006, σ. 1.

(16)  ΕΕ L 102 της 11.4.2006, σ. 1.

(17)  ΕΕ C 175 της 27.7.2007, σ. 88.