14.1.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 8/291


Τετάρτη, 24 Σεπτεμβρίου 2008
Δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών ***I

P6_TA(2008)0449

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 24ης Σεπτεμβρίου 2008 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/21/ΕΚ σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, της οδηγίας 2002/19/ΕΚ σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους, και της οδηγίας 2002/20/ΕΚ για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (COM(2007)0697 — C6-0427/2007 — 2007/0247(COD))

2010/C 8 E/45

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2007)0697),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 95 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0427/2007),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων, της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας, της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A6-0321/2008),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


Τετάρτη, 24 Σεπτεμβρίου 2008
P6_TC1-COD(2007)0247

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 24 Σεπτεμβρίου 2008 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2008/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 2002/21/ΕΚ σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, 2002/19/ΕΚ σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς εγκαταστάσεις, καθώς και με τη διασύνδεσή τους, και 2002/20/ΕΚ για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής ,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η λειτουργία των πέντε οδηγιών που συγκροτούν το υφιστάμενο πλαίσιο κανονιστικών ρυθμίσεων για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (4) («οδηγία πλαίσιο»), οδηγία 2002/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους (5) («οδηγία για την πρόσβαση»), οδηγία 2002/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (6) (οδηγία για την αδειοδότηση), οδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (7) («οδηγία για την καθολική υπηρεσία») και οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (8) («οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες») (ονομαζόμενες ομού «οδηγία πλαίσιο» και «ειδικές οδηγίες») υπάγεται σε περιοδική ανασκόπηση εκ μέρους της Επιτροπής, αποβλέποντας ιδίως στον καθορισμό της ανάγκης τροποποίησης υπό το φως των εξελίξεων στην τεχνολογία και την αγορά.

(2)

Το 2007 πραγματοποιήθηκε αναθεώρηση της οδηγίας 89/552/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 1989, για το συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων («Οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων»)  (9) , με στόχο να διασφαλιστούν άριστες συνθήκες ανταγωνιστικότητας και ασφάλειας δικαίου για την τεχνολογία των πληροφοριών και τις επιχειρήσεις και υπηρεσίες μέσων επικοινωνίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και να προστατευτεί η πολιτιστική και γλωσσική ποικιλομορφία. Ένα δίκαιο και ισόρροπο ρυθμιστικό πλαίσιο για τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών αποτελεί ζωτικής σημασίας πυλώνα για ολόκληρο τον οπτικοακουστικό τομέα στην ΕΕ.

(3)

Η Επιτροπή υπέβαλε εν προκειμένω τα αρχικά της πορίσματα, στην ανακοίνωσή της της 29ης Ιουνίου 2006, προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών, σχετικά με την ανασκόπηση του κοινοτικού πλαισίου κανονιστικών ρυθμίσεων για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Με βάση τα αρχικά αυτά ευρήματα πραγματοποιήθηκε δημόσια διαβούλευση, όπου ως πλέον σημαντική πτυχή που πρέπει να αντιμετωπιστεί με μεταρρύθμιση του πλαισίου κανονιστικών ρυθμίσεων προσδιορίστηκε η συνεχιζόμενη έλλειψη εσωτερικής αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Διαπιστώθηκε ιδίως ότι ο κατακερματισμός στην κανονιστική ρύθμιση και οι ασυνέπειες στις δραστηριότητες των εθνικών ρυθμιστικών αρχών απειλούν όχι μόνο την ανταγωνιστικότητα του τομέα, αλλά και τα σημαντικά οφέλη για τους καταναλωτές από τον διασυνοριακό ανταγωνισμό.

(4)

Πρέπει κατά συνέπεια να μεταρρυθμιστεί το κοινοτικό πλαίσιο κανονιστικών ρυθμίσεων για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στοχεύοντας στην ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών με την ενίσχυση, του κοινοτικού μηχανισμού κανονιστικής ρύθμισης των φορέων εκμετάλλευσης που διαθέτουν σημαντική ισχύ στις βασικές αγορές. Στη μεταρρύθμιση περιλαμβάνεται επίσης ο καθορισμός αποτελεσματικής και συντονισμένης στρατηγικής για τη διαχείριση του ραδιοφάσματος με στόχο την επίτευξη ενιαίου ευρωπαϊκού χώρου της πληροφορίας και την ενίσχυση των διατάξεων υπέρ χρηστών με αναπηρίες, με σκοπό την επίτευξη μιας κοινωνίας της πληροφορίας χωρίς αποκλεισμούς.

(5)

Πρωταρχικός στόχος του κοινού κανονιστικού πλαισίου της ΕΕ για τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών είναι η δημιουργία ενός βιώσιμου «οικοσυστήματος» για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες, που θα βασίζεται στην προσφορά και τη ζήτηση: στην πρώτη μέσω πραγματικά ανταγωνιστικών αγορών προϊόντων και υπηρεσιών, και στη δεύτερη χάρη στην επιτάχυνση των εξελίξεων στην κοινωνία της πληροφορίας.

(6)

Περαιτέρω στόχος του κανονιστικού πλαισίου της ΕΕ για τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών είναι να μειωθούν σταδιακά οι ιδιαίτερες ανά τομέα εκ των προτέρων ρυθμίσεις, καθώς θα αναπτύσσεται ο ανταγωνισμός στην αγορά ηλεκτρονικών επικοινωνιών ώστε, τελικά, οι ηλεκτρονικές επικοινωνίες να ρυθμίζονται μόνο από τη νομοθεσία περί ανταγωνισμού. Μολονότι οι αγορές ηλεκτρονικών επικοινωνιών έδειξαν ισχυρή δυναμική ανταγωνισμού κατά τα τελευταία έτη, είναι σημαντικό, προληπτικές κανονιστικές υποχρεώσεις να επιβάλλονται μόνο όπου δεν υπάρχει ουσιαστικός και βιώσιμος ανταγωνισμός. Η ανάγκη για τη συνέχιση προληπτικής ρύθμισης θα πρέπει να αναθεωρηθεί το αργότερο τρία έτη από την ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας.

(7)

Για να εξασφαλισθεί μια προσέγγιση αναλογική και προσαρμοσμένη σε ποικίλες συνθήκες ανταγωνισμού, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να είναι σε θέση να ορίζουν αγορές στη βάση εθνικής υποδιαίρεσης και να αίρουν κανονιστικές υποχρεώσεις σε αγορές ή γεωγραφικές περιοχές όπου υπάρχει πραγματικός ανταγωνισμός στην υποδομή. Τούτο θα πρέπει να ισχύει ακόμη και στην περίπτωση που οι γεωγραφικές περιοχές δεν προσδιορίζονται ως χωριστές αγορές.

(8)

Προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της Ατζέντας της Λισσαβώνας, είναι αναγκαία η παροχή κατάλληλων κινήτρων για επενδύσεις σε νέα δίκτυα υψηλής ταχύτητας που να υποστηρίζουν την καινοτομία σε πλούσιες σε περιεχόμενο υπηρεσίες διαδικτύου και να ενισχύουν τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτά τα δίκτυα διαθέτουν τεράστιες δυνατότητες από τις οποίες μπορούν να επωφεληθούν οι καταναλωτές και οι επιχειρήσεις σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι, επομένως, ζωτικής σημασίας η προώθηση βιώσιμων επενδύσεων σε αυτά τα δίκτυα και, ταυτόχρονα, η διασφάλιση του ανταγωνισμού και η αύξηση της προσφοράς επιλογών στους καταναλωτές μέσω της ρυθμιστικής προβλεψιμότητας και συνέπειας.

(9)

Στην ανακοίνωσή της, της 20ής Μαρτίου 2006, «Η γεφύρωση του ευρυζωνικού φάσματος»  (10) , η Επιτροπή αναγνώριζε την ύπαρξη ενός γεωγραφικού διαχωρισμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όσον αφορά την πρόσβαση σε γρήγορες ευρυζωνικές υπηρεσίες. Παρά τη γενική αύξηση της ευρυζωνικής συνδεσιμότητας, η πρόσβαση σε πολλές περιοχές παραμένει περιορισμένη, εξαιτίας του υψηλού κόστους που οφείλεται στη χαμηλή πυκνότητα πληθυσμού και στις αποστάσεις. Τα εμπορικά κίνητρα για την πραγματοποίηση επενδύσεων με στόχο την ανάπτυξη των ευρυζωνικών υπηρεσιών σε τέτοιες περιοχές, συχνά αποδεικνύονται ανεπαρκή. Είναι, ωστόσο, θετικό το γεγονός ότι η τεχνολογική καινοτομία μειώνει το κόστος της εγκατάστασης υποδομών. Για να εξασφαλισθεί η πραγματοποίηση επενδύσεων σε νέες τεχνολογίες στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες, η ρύθμιση των ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να είναι σύμφωνη με τα μέτρα που λαμβάνονται σε άλλους τομείς πολιτικής, όπως η πολιτική για τις κρατικές ενισχύσεις, οι διαρθρωτικοί πόροι ή ευρύτεροι στόχοι βιομηχανικής πολιτικής.

(10)

Οι επενδύσεις σε έρευνα και ανάπτυξη είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη της νέας γενιάς δικτύων οπτικών ινών και την επίτευξη ευέλικτης και αποτελεσματικής πρόσβασης στο ραδιοφάσμα με την προαγωγή της έντασης του ανταγωνισμού και της ανάπτυξης καινοτόμων εφαρμογών και υπηρεσιών προς όφελος των καταναλωτών. Η πρόκληση συνίσταται στη δημιουργία της επόμενης γενιάς εκτεταμένων και εναρμονισμένων, δικτύου και υποδομής υπηρεσιών ηλεκτρονικών υπηρεσιών, πληροφορικής και μέσων επικοινωνίας.

(11)

Η δημόσια πολιτική θα πρέπει να διαδραματίσει ρόλο στη συμπλήρωση της αποτελεσματικής λειτουργίας των αγορών ηλεκτρονικών τηλεπικοινωνιών, με ενέργειες τόσο στην πλευρά της προσφοράς όσο και στην πλευρά της ζήτησης, για την τόνωση του φαύλου κύκλου όπου η ανάπτυξη καλύτερου περιεχομένου και καλύτερων υπηρεσιών εξαρτάται από την υποδομή, και αντιστρόφως. Η δημόσια παρέμβαση θα πρέπει να είναι αναλογική και να μην στρεβλώνει τον ανταγωνισμό ούτε να εμποδίζει τις ιδιωτικές επενδύσεις, να ενισχύει τα κίνητρα για επενδύσεις και να περιορίζει τους φραγμούς για την είσοδο στην αγορά. Στο πλαίσιο αυτό, οι δημόσιες αρχές μπορούν να ενισχύουν την ανάπτυξη μελλοντοστραφούς υποδομής υψηλής δυναμικότητας. Για τούτο, η δημόσια ενίσχυση θα πρέπει να χορηγείται με ανοικτές, διαφανείς και ανταγωνιστικές διαδικασίες, να μην ευνοεί εκ των προτέρων καμιά δεδομένη τεχνολογία και να παρέχει πρόσβαση στην υποδομή χωρίς διακρίσεις.

(12)

Το ρυθμιστικό πλαίσιο της ΕΕ για τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών πρέπει επίσης να προωθεί την προστασία των καταναλωτών στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, μέσω της προσφοράς αξιόπιστων και διεξοδικών πληροφοριών με τη χρήση κάθε πρόσφορου μέσου προς τον σκοπό αυτόν, να παρέχει διαφάνεια σε σχέση με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις, και να επιβάλει υψηλό επίπεδο προδιαγραφών στην παροχή των υπηρεσιών· θα πρέπει επίσης να αναγνωρίζει πλήρως τον ρόλο των ενώσεων καταναλωτών στις δημόσιες διαβουλεύσεις και να διασφαλίζει τη διάθεση στις αρμόδιες αρχές των απαιτούμενων εξουσιών για την πρόληψη ενδεχόμενων απόπειρων εξαπάτησης και την καταπολέμηση των περιπτώσεων απάτης.

(13)

Η Επιτροπή πρέπει να λαμβάνει υπόψη της τις απόψεις των εθνικών ρυθμιστικών αρχών και των φορέων των επιχειρήσεων κατά τη λήψη μέτρων στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας μέσω της πραγματοποίησης αποτελεσματικών διαβουλεύσεων με στόχο τη διασφάλιση της διαφάνειας και της αναλογικότητας. Η Επιτροπή πρέπει να εκδίδει λεπτομερή έγγραφα όσον αφορά τη διαβούλευση, αναπτύσσοντας τις διάφορες προτεινόμενες δράσεις, πρέπει δε να παρέχεται στους ενδιαφερόμενους φορείς εύλογος χρόνος για να απαντήσουν. Σε συνέχεια της διαβούλευσης και αφού εξετάσει τις απαντήσεις, η Επιτροπή πρέπει να αιτιολογεί τη απόφασή της με μια δήλωση η οποία να περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο έχουν ληφθεί υπόψη οι απαντήσεις αυτές.

(14)

Για να καταστεί δυνατό οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να ανταποκριθούν στους στόχους που έχουν οριστεί στην οδηγία πλαίσιο και στις ειδικές οδηγίες, ιδίως όσον αφορά τη διατερματική διαλειτουργικότητα, το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας πρέπει να επεκταθεί ώστε να καλύψει ραδιοεξοπλισμό και τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό, όπως ορίζεται στην οδηγία 1999/5/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Μαρτίου 1999 σχετικά με ραδιοεξοπλισμό και τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό και την αμοιβαία αναγνώριση της συμμόρφωσής τους (11), καθώς επίσης και καταναλωτικό εξοπλισμό που χρησιμοποιείται στην ψηφιακή τηλεόραση.

(15)

Με την επιφύλαξη της οδηγίας 1999/5/ΕΚ είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστεί η εφαρμογή πτυχών του τερματικού εξοπλισμού όσον αφορά την πρόσβαση αναπήρων τελικών χρηστών, ώστε να διασφαλίζεται διαλειτουργικότητα μεταξύ του τερματικού εξοπλισμού και των δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

(16)

Ορισμένοι ορισμοί πρέπει να αποσαφηνιστούν ή να μεταβληθούν ώστε να ληφθούν υπόψη εξελίξεις στην αγορά και την τεχνολογία, και για να απαλειφθούν αμφιβολίες που έχουν εντοπισθεί κατά την υλοποίηση του πλαισίου των κανονιστικών ρυθμίσεων.

(17)

Οι δραστηριότητες των εθνικών ρυθμιστικών αρχών και της Επιτροπής στο πλαίσιο του ρυθμιστικού πλαισίου της ΕΕ για τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών τηλεπικοινωνιών συμβάλλουν στην εκπλήρωση ευρύτερων πολιτικών στόχων δημόσιας πολιτικής στους τομείς του πολιτισμού, της απασχόλησης, του περιβάλλοντος, της κοινωνικής συνοχής, της περιφερειακής ανάπτυξης και της χωροταξίας.

(18)

Οι εθνικές αγορές ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα εξακολουθήσουν να διαφέρουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι επομένως αναγκαίο, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές και ο φορέας Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών στις Τηλεπικοινωνίες (BERT) να διαθέτουν τις απαιτούμενες αρμοδιότητες και γνώσεις για τη διαμόρφωση ενός ανταγωνιστικού ευρωπαϊκού «οικοσυστήματος» στις αγορές και τις υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών, και επίσης να κατανοούν, ταυτοχρόνως, τις εθνικές και περιφερειακές διαφορές και να τηρούν την αρχή της επικουρικότητας .

(19)

Η ανεξαρτησία των εθνικών ρυθμιστικών αρχών πρέπει να ενισχυθεί ώστε να εξασφαλιστεί αποτελεσματικότερη εφαρμογή του πλαισίου των κανονιστικών ρυθμίσεων και να αυξηθεί το κύρος τους και η προβλεψιμότητα των αποφάσεων τους. Για το σκοπό αυτό πρέπει να υπάρξει ρητή πρόβλεψη στην εθνική νομοθεσία που θα εξασφαλίσει ότι κατά την άσκηση των καθηκόντων της, μια εθνική ρυθμιστική αρχή προστατεύεται έναντι εξωτερικών παρεμβάσεων ή πολιτικών πιέσεων που ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο την ανεξάρτητη αξιολόγησή της στα θέματα που επιλαμβάνεται. Η εξωτερική αυτή επιρροή καθιστά έναν εθνικό νομοθετικό φορέα ακατάλληλο να αναλάβει δράση ως εθνική ρυθμιστική αρχή στο πλαίσιο των κανονιστικών ρυθμίσεων. Προς τούτο πρέπει να θεσπιστούν εκ των προτέρων κανόνες αναφορικά με τους λόγους για την απόλυση του επικεφαλής της εθνικής ρυθμιστικής αρχής, ώστε να αρθεί κάθε εύλογη αμφιβολία ως προς την ουδετερότητα του εν λόγω φορέα και την θωράκισή του έναντι εξωτερικών παραγόντων. Είναι σημαντικό οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να έχουν δικό τους προϋπολογισμό, που να τους παρέχει ιδίως τη δυνατότητα να προσλαμβάνουν επαρκή αριθμό ειδικευμένου προσωπικού. Για την εξασφάλιση διαφάνειας πρέπει ο προϋπολογισμός να δημοσιεύεται ετησίως.

(20)

Παρατηρήθηκε μεγάλη ποικιλία στον τρόπο με τον οποίο όργανα προσφυγής εφάρμοσαν προσωρινά μέτρα για να αναστείλουν αποφάσεις των εθνικών ρυθμιστικών αρχών. Για επίτευξη μεγαλύτερης συνέπειας στην προσέγγιση πρέπει να ισχύσει κοινό πρότυπο σύμφωνα με την κοινοτική νομολογία. Δεδομένης της σημασίας των προσφυγών στη συνολική λειτουργία του πλαισίου των κανονιστικών ρυθμίσεων, πρέπει να συγκροτηθεί μηχανισμός για τη συλλογή πληροφοριών σχετικά με προσφυγές και τις αποφάσεις αναστολής που λαμβάνουν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές σε όλα τα κράτη μέλη, καθώς και για την υποβολή σχετικών εκθέσεων στην Επιτροπή.

(21)

Για να είναι σε θέση οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να διεξάγουν αποτελεσματικά τα ρυθμιστικά τους καθήκοντα πρέπει στα δεδομένα που συλλέγουν να περιλαμβάνονται λογιστικά δεδομένα για τις αγορές λιανικής που συνδέονται με αγορές χονδρικής στις περιπτώσεις που φορέας εκμετάλλευσης διαθέτει σημαντική ισχύ στην αγορά και επομένως υπόκειται σε ρύθμιση εκ μέρους της εθνικής ρυθμιστικής αρχής, πρέπει επίσης να περιλαμβάνονται δεδομένα που θα παρέχουν στην εθνική ρυθμιστική αρχή τη δυνατότητα αξιολόγησης του πιθανού αντίκτυπου από προγραμματισμένη αναβάθμιση ή αλλαγή στην τοπολογία δικτύου για την εξέλιξη του ανταγωνισμού ή σε προϊόντα χονδρικής που διατίθενται σε άλλα μέρη.

(22)

Η εθνική διαβούλευση που προβλέπεται στο άρθρο 6 της οδηγίας πλαίσιο πρέπει να διεξάγεται πριν από την κοινοτική διαβούλευση που προβλέπεται στο άρθρο 7 της εν λόγω οδηγίας, ώστε να είναι δυνατό να εκφραστούν οι απόψεις των ενδιαφερόμενων μερών στην κοινοτική διαβούλευση. Έτσι θα αποφευχθεί η ανάγκη δεύτερης κοινοτικής διαβούλευσης σε περίπτωση αλλαγών σε σχεδιαζόμενο μέτρο ως αποτέλεσμα της εθνικής διαβούλευσης.

(23)

Η διακριτική ευχέρεια των εθνικών ρυθμιστικών αρχών πρέπει να συμβιβαστεί με την ανάπτυξη συνεκτικής ρυθμιστικής πρακτικής και με τη συνεπή εφαρμογή του πλαισίων των κανονιστικών ρυθμίσεων ώστε να υπάρξει αποτελεσματική συμβολή στην ανάπτυξη και ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει επομένως να υποστηρίζουν τις δραστηριότητες εσωτερικής αγοράς της Επιτροπής και τις αντίστοιχες του BERT , που πρέπει να συνιστούν το αποκλειστικό βήμα συνεργασίας μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους στο πλαίσιο των κανονιστικών ρυθμίσεων.

(24)

Ο κοινοτικός μηχανισμός που παρέχει στην Επιτροπή το δικαίωμα να απαιτεί από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές να αποσύρουν σχεδιαζόμενα μέτρα αναφορικά με τον καθορισμό της αγοράς και φορέων εκμετάλλευσης που διαθέτουν σημαντική ισχύ στην αγορά έχει συμβάλλει σημαντικά στην επίτευξη συνεκτικής προσέγγισης όσον αφορά τον προσδιορισμό των συνθηκών στις οποίες είναι δυνατό να υπάρξει εκ των προτέρων κανονιστική ρύθμιση, στην οποία να υπάγονται οι φορείς εκμετάλλευσης. Δεν υπάρχει, ωστόσο, ανάλογος μηχανισμός για την εφαρμογή επανορθωτικών μέτρων. Από την παρακολούθηση της αγοράς από την Επιτροπή και, ιδίως, από την εμπειρία της διαδικασίας του άρθρου 7 της οδηγίας πλαίσιο προκύπτει ότι ανακολουθίες στην εφαρμογή επανορθωτικών μέτρων από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, ακόμα και υπό παρόμοιες συνθήκες αγοράς, υπονομεύουν την εσωτερική αγορά ηλεκτρονικών επικοινωνιών, δεν εξασφαλίζουν ισότιμες συνθήκες ανταγωνισμού μεταξύ των φορέων εκμετάλλευσης που είναι εγκατεστημένοι σε διάφορα κράτη μέλη και εμποδίζουν την επίτευξη οφέλους για τους καταναλωτές από τον διασυνοριακό ανταγωνισμό και υπηρεσίες. Πρέπει να δοθούν στην Επιτροπή εξουσίες ώστε να απαιτεί από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές την απόσυρση σχεδίων μέτρων για τα επανορθωτικά μέσα που επιλέγουν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Για την εξασφάλιση συνεπούς εφαρμογής του πλαισίου των κανονιστικών ρυθμίσεων στην Κοινότητα πρέπει η Επιτροπή πριν από τη λήψη της απόφασής της να συμβουλεύεται τον BERT .

(25)

Είναι σημαντική η έγκαιρη εφαρμογή του πλαισίου των κανονιστικών ρυθμίσεων. Όταν η Επιτροπή έχει λάβει απόφαση με την οποία απαιτεί από εθνική ρυθμιστική αρχή να αποσύρει σχεδιαζόμενο μέτρο, πρέπει οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να υποβάλουν αναθεωρημένο μέτρο στην Επιτροπή. Ορίζεται καταληκτική ημερομηνία για την κοινοποίηση του αναθεωρημένου μέτρου στην Επιτροπή, βάσει του άρθρου 7 της οδηγίας πλαίσιο ώστε οι συντελεστές της αγοράς να μπορούν να γνωρίζουν τη διάρκεια της ανασκόπησης της αγοράς ώστε να αυξάνεται η ασφάλεια δικαίου.

(26)

Παρομοίως, ενόψει της ανάγκης αποφυγής ρυθμιστικού κενού σε έναν τομέα που χαρακτηρίζεται από μεγάλη κινητικότητα, εάν η θέσπιση του επανακοινοποιημένου σχεδίου μέτρου θα συνέχιζε να αποτελεί φραγμό για την ενιαία αγορά ή θα συνέχιζε να είναι ασύμβατο με την κοινοτική νομοθεσία, η Επιτροπή, αφού συμβουλευθεί τον BERT , πρέπει να είναι σε θέση να απαιτεί από την σχετική εθνική ρυθμιστική αρχή να επιβάλει ειδικό επανορθωτικό μέτρο εντός καθορισμένου χρονικού περιθωρίου.

(27)

Εν όψει των στενών χρονικών περιθωρίων στον κοινοτικό μηχανισμό διαβούλευσης, πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εξουσίες για θέσπιση εκτελεστικών μέτρων που να αποβλέπουν σε απλούστευση των διαδικασιών ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ της Επιτροπής και των εθνικών ρυθμιστικών αρχών —π.χ. σε περιπτώσεις σταθερών αγορών ή ελασσόνων αλλαγών σε προηγουμένως κοινοποιημένα μέτρα— ή σε δυνατότητα εξαίρεσης κοινοποίησης για την εξομάλυνση των διαδικασιών σε ορισμένες περιπτώσεις.

(28)

Σύμφωνα με τους στόχους του Ευρωπαϊκού Χάρτη για τα θεμελιώδη δικαιώματα και της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες, το πλαίσιο των κανονιστικών ρυθμίσεων πρέπει να εξασφαλίζει ότι όλοι οι χρήστες, συμπεριλαμβανομένων των τελικών χρηστών με αναπηρίες, των ηλικιωμένων, καθώς και χρηστών με ειδικές κοινωνικές ανάγκες, έχουν εύκολη πρόσβαση σε οικονομικά προσιτές υπηρεσίες υψηλής ποιότητας. Στη δήλωση 22, η οποία προσαρτάται στην τελική πράξη του Άμστερνταμ, προβλέπεται ότι τα θεσμικά όργανα της Κοινότητας λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες ατόμων με αναπηρίες κατά την κατάρτιση μέτρων στο πλαίσιο του άρθρου 95 της Συνθήκης.

(29)

Οι ραδιοσυχνότητες θεωρούνται σπάνιος δημόσιος πόρος με σημαντική δημόσια και αγοραία αξία. Η αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη δυνατή διαχείριση του ραδιοφάσματος, από οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική άποψη, με συνεκτίμηση των στόχων της πολιτιστικής ποικιλότητας και της πολυφωνίας των μέσων επικοινωνίας , καθώς και η σταδιακή άρση των εμποδίων στην αποδοτική του χρήση είναι προς το δημόσιο συμφέρον.

(30)

Παρότι η διαχείριση του ραδιοφάσματος παραμένει εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων των κρατών μελών, μόνο ο συντονισμός και, όπου είναι σκόπιμο, η εναρμόνιση σε κοινοτικό επίπεδο μπορούν να εξασφαλίσουν στους χρήστες του ραδιοφάσματος τα πλήρη οφέλη της εσωτερικής αγοράς, αλλά και την αποτελεσματική υπεράσπιση των συμφερόντων της ΕΕ σε διεθνές επίπεδο.

(31)

Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας για τη διαχείριση του ραδιοφάσματος πρέπει να είναι συμβατές με το έργο των διεθνών και περιφερειακών οργανισμών που ασχολούνται με τη διαχείριση του ραδιοφάσματος, όπως η Διεθνής Ένωση Τηλεπικοινωνιών (ITU) και η Ευρωπαϊκή Διάσκεψη Ταχυδρομικών και Τηλεπικοινωνιακών Διοικήσεων (CEPT), ώστε να εξασφαλισθεί η αποτελεσματική διαχείριση και η εναρμονισμένη χρήση του ραδιοφάσματος, τόσο σε κοινοτικό επίπεδο, όσο και διεθνώς.

(32)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να συγκαλέσουν το 2010 διάσκεψη κορυφής για το ραδιοφάσμα, ως συμβολή στην επίτευξη των στόχων που καθορίζονται στο άρθρο 8α της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο), με τη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της Επιτροπής και όλων των ενδιαφερομένων. Η διάσκεψη κορυφής θα συμβάλλει ιδιαίτερα στη διασφάλιση μεγαλύτερης συνοχής της πολιτικής της ΕΕ για το ραδιοφάσμα γενικότερα, στην ελέυθέρωση φάσματος για νέες υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών μετά την ψηφιακή μετάβαση και στην παροχή καθοδήγησης στο πλαίσιο της στροφής από την αναλογική στην ψηφιακή επίγεια τηλεόραση.

(33)

Η στροφή από την αναλογική στην ψηφιακή επίγεια τηλεόραση, λόγω της μεγαλύτερης απόδοσης της ψηφιακής τεχνολογίας μετάδοσης, αναμένεται να ελευθερώσει σημαντικό μέρος του φάσματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το λεγόμενο «ψηφιακό μέρισμα». Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ελευθερώσουν τα ψηφιακά τους μερίσματα το ταχύτερο δυνατόν, επιτρέποντας στους πολίτες να επωφεληθούν πλήρως από την ανάπτυξη νέων, καινοτόμων και ανταγωνιστικών υπηρεσιών. Για τον σκοπό αυτό, τα εμπόδια που υπάρχουν σε εθνικό επίπεδο όσον αφορά την αποτελεσματική κατανομή ή ανακατανομή του ψηφιακού μερίσματος θα πρέπει να εξαλειφθούν και να επιδιωχθεί μια συνεκτικότερη και πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση στην κατανομή του ψηφιακού μερίσματος στην Κοινότητα.

(34)

Η διαχείριση των ραδιοσυχνοτήτων αποβλέπει στην εξασφάλιση της αποφυγής επιβλαβών παρεμβολών. Η βασική αυτή έννοια των επιβλαβών παρεμβολών πρέπει επομένως να οριστεί κατάλληλα, με βάση υπάρχοντα, διεθνώς συμφωνημένα σχέδια συχνοτήτων, ώστε να εξασφαλιστεί ότι η ρυθμιστική παρέμβαση περιορίζεται στον βαθμό που είναι απαραίτητος για την αποτροπή αυτών των παρεμβολών.

(35)

Η τρέχουσα διαχείριση του ραδιοφάσματος και το σύστημα διανομής βασίζονται εν γένει σε διοικητικές αποφάσεις που δεν διαθέτουν επαρκή ευελιξία ώστε να προσαρμόζονται στις τεχνολογικές και οικονομικές εξελίξεις, ιδίως με την ταχεία ανάπτυξη ασύρματων τεχνολογιών και την αυξανόμενη ζήτηση ζωνικού εύρους. Ο περιττός κατακερματισμός μεταξύ εθνικών πολιτικών επιφέρει αυξανόμενο κόστος και απώλεια ευκαιριών αγοράς για χρήστες του ραδιοφάσματος, ενώ επιβραδύνει την καινοτομία σε βάρος της εσωτερικής αγοράς, των καταναλωτών και της οικονομίας στο σύνολό της. Επιπλέον, οι όροι πρόσβασης και χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ενδέχεται να ποικίλουν ανάλογα με τον τύπο του φορέα εκμετάλλευσης, ενώ οι ηλεκτρονικές υπηρεσίες που παρέχονται από τους εν λόγω φορείς εκμετάλλευσης αλληλεπικαλύπτονται διαρκώς περισσότερο, προκαλώντας έτσι εντάσεις μεταξύ των κατόχων δικαιωμάτων, ανισότητες στο κόστος πρόσβασης στο ραδιοφάσμα και δυνητικές στρεβλώσεις στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

(36)

Τα εθνικά σύνορα παίζουν όλο και μικρότερο ρόλο για τον καθορισμό της βέλτιστης χρήσης τους ραδιοφάσματος. Ο κατακερματισμός της διαχείρισης της πρόσβασης σε δικαιώματα ραδιοφάσματος περιορίζει τις επενδύσεις και την καινοτομία και δεν παρέχει στους φορείς εκμετάλλευσης και τους κατασκευαστές εξοπλισμού τη δυνατότητα πραγματοποίησης οικονομιών κλίμακας, παρεμποδίζοντας έτσι την ανάπτυξη εσωτερικής αγοράς για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που χρησιμοποιούν ραδιοφάσμα.

(37)

Η ευελιξία στη διαχείριση του ραδιοφάσματος και η πρόσβαση σε αυτό πρέπει να αυξηθούν, στο πλαίσιο αδειών ουδέτερων από άποψη τεχνολογίας και υπηρεσίας, ώστε οι χρήστες του ραδιοφάσματος να μπορούν να επιλέγουν την εφαρμογή των βέλτιστων τεχνολογιών και υπηρεσιών σε ζώνες συχνοτήτων διαθέσιμες σε υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών όπως αυτές αναφέρονται στους εθνικούς πίνακες παραχώρησης συχνοτήτων και στους κανονισμούς της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών (ITU) (εφεξής «αρχές ουδετερότητας ως προς τεχνολογία και υπηρεσίες»). Ο διοικητικός καθορισμός τεχνολογιών και υπηρεσιών θα πρέπει να εφαρμόζεται όταν διακυβεύονται στόχοι γενικού συμφέροντος .

(38)

Περιορισμοί στην αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας πρέπει να ενδείκνυνται και να αιτιολογούνται από την ανάγκη αποφυγής επιβλαβών παρεμβολών, λόγου χάρη με την επιβολή μάσκας εκπομπών και στάθμης ισχύος, ή για την εξασφάλιση της προστασίας της δημόσιας υγείας με τον περιορισμό της έκθεσης του κοινού σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία, ή την εξασφάλιση κατάλληλου μερισμού του ραδιοφάσματος, ιδίως όπου η χρήση του υπάγεται μόνο σε γενικές άδειες, ή για τη συμμόρφωση προς στόχο γενικού συμφέροντος σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο.

(39)

Οι χρήστες του ραδιοφάσματος πρέπει επίσης να είναι σε θέση να επιλέγουν ελεύθερα τις υπηρεσίες που επιθυμούν να προσφέρουν μέσω του ραδιοφάσματος με την επιφύλαξη μεταβατικών μέτρων για την διαχείριση κεκτημένων δικαιωμάτων, και των διατάξεων των εθνικών σχεδίων κατανομής συχνοτήτων και των κανονισμών ραδιοφωνίας της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών (ITU). Πρέπει να επιτρέπονται εξαιρέσεις στην αρχή της ουδετερότητας ως προς την υπηρεσία, όπου απαιτείται η παροχή συγκεκριμένης υπηρεσίας, ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες της εθνικής δημόσιας πολιτικής, ή για την κάλυψη σαφώς προσδιορισμένων στόχων γενικού συμφέροντος, όπως, για παράδειγμα, η ασφάλεια της ζωής, η ανάγκη προαγωγής της κοινωνικής, περιφερειακής και εδαφικής συνοχής, η αποδοτική χρήση των ραδιοσυχνοτήτων και η αποτελεσματική διαχείριση του ραδιοφάσματος . Οι στόχοι αυτοί περιλαμβάνουν και την προαγωγή στόχων σε σχέση με την εθνική πολιτική για τα οπτικοακουστικά μέσα , τον πολιτισμό και τα μέσα ενημέρωσης, την πολιτιστική και γλωσσική ποικιλομορφία και την πολυφωνία των μέσων επικοινωνίας, όπως ορίζεται στην εθνική νομοθεσία, σε συμμόρφωση με την κοινοτική νομοθεσία. Εκτός περιπτώσεων που είναι απαραίτητες για την προστασία της ασφάλειας της ζωής, ή για την εξασφάλιση της επίτευξης των παραπάνω στόχων, οι εξαιρέσεις δεν πρέπει να συνεπάγονται αποκλειστική χρήση ορισμένων υπηρεσιών, αλλά συνιστούν παραχώρηση προτεραιότητας ώστε να μπορούν να συνυπάρχουν στην ίδια ζώνη και άλλες υπηρεσίες ή τεχνολογίες, στο βαθμό του δυνατού. Για να μπορεί ο κάτοχος της άδειας να επιλέγει ελεύθερα τα πλέον αποδοτικά μέσα για τη μεταφορά του περιεχομένου των υπηρεσιών που παρέχονται μέσω ραδιοσυχνοτήτων, πρέπει στις άδειες χρήσης ραδιοσυχνοτήτων να μην υπάγεται σε κανονιστική ρύθμιση το περιεχόμενο.

(40)

Ο καθορισμός του πεδίου εφαρμογής και του χαρακτήρα κάθε εξαίρεσης που αφορά την προαγωγή της γλωσσικής και πολιτιστικής ποικιλομορφίας, της εθνικής πολιτικής για τα οπτικοακουστικά μέσα και τα μέσα επικοινωνίας και της πολυφωνίας των μέσων επικοινωνίας εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών σύμφωνα με την οικεία εθνική νομοθεσία.

(41)

Καθώς η κατανομή ραδιοφάσματος σε ειδικές τεχνολογίες ή υπηρεσίες αποτελεί εξαίρεση των αρχών της ουδετερότητας ως προς τεχνολογία και υπηρεσίες και περιορίζει την ελευθερία επιλογής της παρεχόμενης υπηρεσίας ή της χρησιμοποιούμενης τεχνολογίας, κάθε πρόταση τέτοιας κατανομής πρέπει να είναι διαφανής και να υπάγεται σε δημόσια διαβούλευση.

(42)

Προς το συμφέρον της ευελιξίας και αποτελεσματικότητας, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει επίσης να παρέχουν στους χρήστες του ραδιοφάσματος τη δυνατότητα, σε ζώνες που ταυτοποιούνται κατά εναρμονισμένο τρόπο, να μεταβιβάζουν ελεύθερα ή να χρονομισθώνουν τα δικαιώματα χρήσης τους σε τρίτους, πράγμα που θα επιτρέψει τη δυνατότητα αποτίμησης του ραδιοφάσματος από την αγορά. Καθώς είναι αρμόδιες για την εξασφάλιση αποδοτικής χρήσης του ραδιοφάσματος, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να αναλαμβάνουν δράση για να εξασφαλίζουν ότι η εμπορία δεν καταλήγει σε στρέβλωση του ανταγωνισμού όπου παραμένει αχρησιμοποίητο ραδιοφάσμα.

(43)

Για σκοπούς της εσωτερικής αγοράς στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες ενδέχεται επίσης να απαιτηθεί εναρμόνιση σε κοινοτικό επίπεδο της ταυτοποίησης ζωνών εμπορεύσιμων ραδιοσυχνοτήτων, των όρων εμπορευσιμότητας ή μετάβασης σε εμπορεύσιμα δικαιώματα σε συγκεκριμένες ζώνες, του ελάχιστου μορφότυπου για εμπορεύσιμα δικαιώματα, των απαιτήσεων για την εξασφάλιση της κεντρικής διάθεσης, της προσβασιμότητας και της αξιοπιστίας των απαραίτητων υπηρεσιών για εμπορία ραδιοφάσματος, καθώς και των απαιτήσεων για την προστασία του ανταγωνισμού και για την αποτροπή αποθεματοποίησης (δέσμευσης) ραδιοφάσματος. Πρέπει, κατά συνέπεια, να δοθούν στην Επιτροπή εξουσίες θέσπισης εκτελεστικών μέτρων για την εν λόγω εναρμόνιση. Στα εν λόγω εκτελεστικά μέτρα πρέπει να λαμβάνεται δεόντως υπόψη το κατά πόσο έχουν χορηγηθεί μεμονωμένα δικαιώματα σε εμπορική ή σε μη εμπορική βάση.

(44)

Για την εισαγωγή της αρχής της ουδετερότητας ως προς τεχνολογία και υπηρεσίες και της εμπορευσιμότητας υφιστάμενων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος ενδέχεται να απαιτηθούν μεταβατικοί κανόνες, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για την εξασφάλιση θεμιτού ανταγωνισμού, καθώς το νέο σύστημα ενδέχεται να παρέχει το δικαίωμα σε ορισμένους χρήστες ραδιοφάσματος να ανταγωνιστούν χρήστες ραδιοφάσματος που έχουν αποκτήσει τα σχετικά δικαιώματά τους υπό επαχθέστερους όρους και προϋποθέσεις. Αντίθετα, όπου έχουν χορηγηθεί δικαιώματα ως παρέκκλιση από τους γενικούς κανόνες ή σύμφωνα με κριτήρια που δεν είναι αντικειμενικά, διαφανή, αναλογικά και αμερόληπτα αποβλέποντας στην επίτευξη στόχων γενικού συμφέροντος, δεν πρέπει να βελτιωθεί η κατάσταση των κατόχων των εν λόγω δικαιωμάτων σε βάρος των νέων ανταγωνιστών τους πέρα από τον απαραίτητο βαθμό για την επίτευξη των εν λόγω στόχων γενικού συμφέροντος. Κάθε τμήμα ραδιοφάσματος που έχει καταστεί περιττό για την επίτευξη στόχων δημοσίου συμφέροντος πρέπει να ανακτάται και να επανεκχωρείται σύμφωνα με την οδηγία για την αδειοδότηση.

(45)

Για την προαγωγή της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και για την υποστήριξη της ανάπτυξης διασυνοριακών υπηρεσιών, θα πρέπει η Επιτροπή να μπορεί να συμβουλεύεται τον BERT στο πεδίο της αριθμοδότησης. Εξάλλου, για να δοθεί η δυνατότητα σε πολίτες των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων ταξιδιωτών και ατόμων με αναπηρίες, να έχουν πρόσβαση σε ορισμένες υπηρεσίες χρησιμοποιώντας τους ίδιους αναγνωρίσιμους αριθμούς σε παρόμοιες τιμές σε όλα τα κράτη μέλη, πρέπει οι εξουσίες της Επιτροπής για θέσπιση εκτελεστικών μέτρων να περιλαμβάνουν επίσης, όπου απαιτείται, την ισχύουσα αρχή ή μηχανισμό τιμολόγησης, καθώς και τη θέσπιση ενός ενιαίου ευρωπαϊκού αριθμού κλήσης εντός της ΕΕ, ώστε να εξασφαλίζεται η ευχερής πρόσβαση των χρηστών στις υπηρεσίες αυτές.

(46)

Οι εκδιδόμενες άδειες για επιχειρήσεις που παρέχουν δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών επιτρέποντάς τους να αποκτήσουν πρόσβαση σε δημόσια ή ιδιωτική ιδιοκτησία αποτελούν βασικούς παράγοντες για την καθιέρωση δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή για νέα στοιχεία δικτύων. Περιττές περιπλοκές και καθυστερήσεις στις διαδικασίες χορήγησης δικαιωμάτων διέλευσης ενδέχεται επομένως να αποτελούν σημαντικά εμπόδια στην ανάπτυξη του ανταγωνισμού. Κατά συνέπεια, η απόκτηση δικαιωμάτων διέλευσης από εξουσιοδοτημένες επιχειρήσεις πρέπει να απλουστευθεί. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να είναι σε θέση να συντονίζουν την απόκτηση δικαιωμάτων διέλευσης, παρέχοντας σχετικές πληροφορίες στους δικτυακούς τόπους τους.

(47)

Είναι απαραίτητο να ενισχυθούν οι εξουσίες των κρατών μελών όσον αφορά κατόχους δικαιωμάτων διέλευσης ώστε να εξασφαλιστεί η είσοδος ή εγκατάσταση νέου δικτύου κατά δίκαιο, αποτελεσματικό και περιβαλλοντικά υπεύθυνο τρόπο και ανεξάρτητα από κάθε υποχρέωση φορέα εκμετάλλευσης με σημαντική ισχύ στην αγορά να παραχωρεί πρόσβαση στο δικό του δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να είναι σε θέση να επιβάλλουν, κατά περίπτωση, μερισμό στοιχείων του δικτύου και συναφών εγκαταστάσεων όπως αγωγών, ιστών και κεραιών, την είσοδο σε κτίρια και καλύτερο συντονισμό τεχνικών έργων. Ο βελτιωμένος μερισμός ευκολιών μπορεί να βελτιώσει σημαντικά τον ανταγωνισμό και να μειώσει το συνολικό χρηματοοικονομικό και περιβαλλοντικό κόστος ανάπτυξης και εγκατάστασης υποδομής ηλεκτρονικών επικοινωνιών για τις επιχειρήσεις, και ιδίως νέων δικτύων πρόσβασης με τη χρήση οπτικών ινών. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να είναι ιδίως σε θέση να επιβάλουν στους φορείς εκμετάλλευσης την υποχρέωση να καταθέτουν μια προσφορά αναφοράς για την εξασφάλιση της πρόσβασης στους αγωγούς τους κατά τρόπο δίκαιο και αμερόληπτο.

(48)

Η αξιόπιστη και ασφαλής επικοινωνία πληροφοριών μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών καταλαμβάνει διαρκώς κεντρικότερη θέση στο σύνολο της οικονομίας και της κοινωνίας εν γένει. Ο σύνθετος χαρακτήρας των συστημάτων, τεχνικές αστοχίες ή ανθρώπινα λάθη, ατυχήματα ή προσβολές ενδέχεται να έχουν συνέπειες για τη λειτουργία και τη διάθεση των υλικών υποδομών που παρέχουν υπηρεσίες καθοριστικής σημασίας για την ευημερία των ευρωπαίων πολιτών, συμπεριλαμβανομένων και υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει συνεπώς να προωθούν την ακεραιότητα και την ασφάλεια των δημόσιων επικοινωνιακών δικτύων. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών (ENISA)  (12) πρέπει να συμβάλλει στην επίτευξη βελτιωμένου επιπέδου ασφάλειας ηλεκτρονικών επικοινωνιών, μεταξύ άλλων, παρέχοντας εμπειρογνωμοσύνη και συμβουλές και προάγοντας την ανταλλαγή βέλτιστης πρακτικής. Τόσο ο ENISA όσο και οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να διαθέτουν τα απαραίτητα μέσα για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, συμπεριλαμβανομένων εξουσιών για απόκτηση επαρκούς πληροφόρησης ώστε να είναι σε θέση να εκτιμήσουν το επίπεδο της ασφάλειας δικτύων ή υπηρεσιών, καθώς επίσης και περιεκτικά και αξιόπιστα δεδομένα σχετικά με τρέχοντα συμβάντα ασφάλειας που είχαν σημαντικό αντίκτυπο στη λειτουργία δικτύων ή υπηρεσιών. Έχοντας υπόψη ότι η επιτυχής εφαρμογή επαρκούς βαθμού ασφάλειας δεν πρόκειται για ενέργεια που πραγματοποιείται άπαξ αλλά για συνεχή διαδικασία εφαρμογής, ανασκόπησης και επικαιροποίησης, πρέπει να απαιτείται από τους παρόχους δικτύου και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να λαμβάνουν μέτρα για τη διασφάλιση της ακεραιότητας και της ασφάλειάς τους σύμφωνα με τους κινδύνους που έχουν εκτιμηθεί, λαμβάνοντας υπόψη το πλέον προηγμένο τεχνολογικό επίπεδο των εν λόγω μέτρων.

(49)

Εφόσον υπάρχει ανάγκη συμφωνίας επί κοινής δέσμης απαιτήσεων ασφάλειας, πρέπει να παρέχεται στην Επιτροπή η εξουσία προσαρμογής τεχνικών μέτρων εφαρμογής για την επίτευξη επαρκούς στάθμης ασφάλειας δικτύου και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην εσωτερική αγορά. Ο ENISA πρέπει να συμβάλλει στην εναρμόνιση των κατάλληλων τεχνικών και οργανωτικών μέτρων ασφάλειας παρέχοντας την εμπειρογνωμοσύνη της. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να διαθέτουν την εξουσία να εκδίδουν δεσμευτικές οδηγίες αναφορικά με τεχνικά μέτρα εφαρμογής που θεσπίζονται σύμφωνα με την οδηγία πλαίσιο. Για την εκτέλεση των καθηκόντων τους πρέπει να διαθέτουν εξουσία για διερεύνηση και επιβολή κυρώσεων σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης.

(50)

Από την εμπειρία της εφαρμογής του πλαισίου των κανονιστικών ρυθμίσεων προκύπτει ότι η αγορά όπου ασκείται η επιρροή της σημαντικής ισχύος δεν συνιστά την πηγή του προβλήματος αλλά το αντικείμενο του αποτελέσματός της. Κατά συνέπεια, η σημαντική ισχύς σε μια αγορά πρέπει να αντιμετωπίζεται από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές στην πηγή και όχι σε παρακείμενες αγορές όπου γίνονται αισθητά τα αποτελέσματά της.

(51)

Σε περίπτωση αγορών που έχουν ταυτοποιηθεί ως διακρατικές, η διαδικασία ανασκόπησης της αγοράς πρέπει να απλουστευθεί και να καταστεί αποτελεσματικότερη διευκολύνοντας την Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη τη γνώμη του BERT , να ορίσει τις επιχειρήσεις με σημαντική ισχύ στην αγορά και να επιβάλλει μια ή περισσότερες ειδικές υποχρεώσεις, καθιστώντας έτσι δυνατή την απευθείας αντιμετώπιση θεμάτων με διακρατικά χαρακτηριστικά σε κοινοτικό επίπεδο.

(52)

Για να γνωρίζουν με βεβαιότητα οι συντελεστές της αγοράς τους όρους των κανονιστικών ρυθμίσεων, απαιτείται καθορισμός χρονικού ορίου για τις περιπτώσεις ανασκόπησης της αγοράς. Είναι σημαντικό να διεξάγεται ανάλυση της αγοράς σε τακτική βάση και σε εύλογο και ενδεδειγμένο χρονικό πλαίσιο. Στο εν λόγω πλαίσιο πρέπει να συνεκτιμάται το κατά πόσο η συγκεκριμένη αγορά υπήρξε κατά το παρελθόν αντικείμενο ανάλυσης και αν έχει κοινοποιηθεί δεόντως. Εάν μια εθνική ρυθμιστική αρχή δεν αναλύσει μια αγορά εντός του χρονικού περιθωρίου ενδέχεται να τεθεί σε κίνδυνο η εσωτερική αγορά, ενώ οι κανονικές διαδικασίες επί παραβάσει ενδέχεται να μην έχουν τα επιθυμητά αποτελέσματά τους εγκαίρως. Η Επιτροπή πρέπει συνεπώς να είναι σε θέση να ζητήσει από τον BERT να επικουρήσει την συγκεκριμένη εθνική ρυθμιστική αρχή στα καθήκοντα της, ιδίως να εκδώσει γνώμη συμπεριλαμβανομένου σχεδίου μέτρου, ανάλυσης της σχετικής αγοράς και των ενδεδειγμένων υποχρεώσεων που στη συνέχεια μπορεί να επιβάλλει η Επιτροπή.

(53)

Λόγω του υψηλού επιπέδου τεχνολογικής καινοτομίας και των πολύ δυναμικών αγορών στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών πρέπει να είναι δυνατή η ταχεία προσαρμογή των κανονιστικών ρυθμίσεων κατά συντονισμένο και εναρμονισμένο τρόπο σε ευρωπαϊκή κλίμακα, καθώς, όπως προκύπτει από την εμπειρία, οι αποκλίσεις μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών στην υλοποίηση του πλαισίου των κανονιστικών ρυθμίσεων ενδέχεται να προκαλέσουν φραγμούς στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς. Πρέπει επομένως να αποκτήσει η Επιτροπή εξουσίες για την θέσπιση εκτελεστικών μέτρων σε πεδία όπως η κανονιστική αντιμετώπιση νέων υπηρεσιών, η αριθμοδότηση, η ονοματοδοσία και διευθυνσιοδότηση, θέματα καταναλωτών συμπεριλαμβανομένης της ηλε-προσβασιμότητας και λογιστικών μέτρων κανονιστικού χαρακτήρα.

(54)

Ένα σημαντικό καθήκον που έχει ανατεθεί στον BERT είναι η κατά περίπτωση έκδοση γνώμης σε σχέση με διασυνοριακές διαφορές. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει επομένως να λαμβάνουν υπόψη ενδεχόμενες γνώμες του BERT σε ανάλογες περιπτώσεις.

(55)

Από την εμπειρία κατά την υλοποίηση του πλαισίου των κανονιστικών ρυθμίσεων προκύπτει ότι οι υφιστάμενες διατάξεις που παρέχουν στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές την εξουσία να επιβάλλουν πρόστιμα απέτυχαν να αποτελέσουν επαρκές κίνητρο συμμόρφωσης με τις κανονιστικές απαιτήσεις. Κατάλληλες εξουσίες επιβολής μπορούν να συμβάλλουν στην έγκαιρη υλοποίηση του πλαισίου των κανονιστικών ρυθμίσεων και επομένως να ενισχύσουν την κανονιστική ασφάλεια, που αποτελεί σημαντικό συντελεστή για επενδύσεις. Η έλλειψη αποτελεσματικών εξουσιών σε περίπτωση μη συμμόρφωσης ισχύει για ολόκληρο το πλαίσιο των κανονιστικών ρυθμίσεων. Η εισαγωγή μιας νέας διάταξης στην οδηγία πλαίσιο για την αντιμετώπιση αθέτησης υποχρεώσεων που προβλέπονται στην οδηγία πλαίσιο και στις ειδικές οδηγίες πρέπει επομένως να εξασφαλίζει την εφαρμογή συνεπών και συνεκτικών αρχών επιβολής, καθώς και κυρώσεις για ολόκληρο το πλαίσιο των κανονιστικών ρυθμίσεων.

(56)

Χρειάζεται ενθάρρυνση τόσο των επενδύσεων όσο και του ανταγωνισμού, προκειμένου να προστατευτεί και να μην υπονομευτεί η δυνατότητα επιλογής των καταναλωτών.

(57)

Το υφιστάμενο πλαίσιο κανονιστικών ρυθμίσεων περιελάμβανε ορισμένες διατάξεις για τη διευκόλυνση της μετάβασης από το παλαιό πλαίσιο του 1998 στο νέο, του 2002. Η μετάβαση αυτή ολοκληρώθηκε σε όλα τα κράτη μέλη και τα εν λόγω μέτρα πρέπει να καταργηθούν καθώς είναι πλέον περιττά.

(58)

Στο παράρτημα I της οδηγίας πλαίσιο προσδιορίστηκε ο κατάλογος των αγορών που πρέπει να περιληφθούν στη σύσταση για τις σχετικές αγορές προϊόντων και υπηρεσιών που ενδέχεται να επιδέχονται εκ των προτέρων κανονιστική ρύθμιση. Το εν λόγω παράρτημα πρέπει να καταργηθεί δεδομένου ότι εκπληρώθηκε ο σκοπός του να εξυπηρετήσει ως βάση για την κατάρτιση της αρχικής έκδοσης της σύστασης (13).

(59)

Στο παράρτημα ΙΙ της οδηγίας πλαίσιο απαριθμούνται τα κριτήρια που πρέπει να χρησιμοποιηθούν από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές όταν αξιολογούν την ενδεχόμενη ύπαρξη από κοινού δεσπόζουσας θέσης σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 14 παράγραφος 2 της εν λόγω οδηγίας. Το εν λόγω παράρτημα ενδέχεται να είναι παραπλανητικό για τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές που διεξάγουν ανάλυση της αγοράς. Ως εκ τούτου, η έννοια της από κοινού δεσπόζουσας θέσης εξαρτάται επίσης από τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Κατά συνέπεια το παράρτημα ΙΙ θα πρέπει να καταργηθεί.

(60)

Ο σκοπός του λειτουργικού διαχωρισμού, όπου ο καθετοποιημένος φορέας εκμετάλλευσης απαιτείται να καθιερώσει λειτουργικά διακριτές επιχειρηματικές οντότητες, προορίζεται για την εξασφάλιση της παροχής προϊόντων με πλήρως ισότιμη πρόσβαση σε όλους του κατάντη φορείς εκμετάλλευσης, συμπεριλαμβανομένων των κατάντη τμημάτων του ίδιου του καθετοποιημένου φορέα εκμετάλλευσης. Ο λειτουργικός διαχωρισμός θα μπορούσε να έχει τη δυνατότητα βελτίωσης του ανταγωνισμού σε διάφορες σχετικές αγορές, μειώνοντας σημαντικά το κίνητρο για διακριτική μεταχείριση και καθιστώντας ευκολότερη την επαλήθευση και επιβολή της συμμόρφωσης με υποχρεώσεις αμεροληψίας. Για την αποφυγή στρεβλώσεων του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά οι προτάσεις λειτουργικού διαχωρισμού πρέπει να εγκρίνονται εκ των προτέρων από την Επιτροπή.

(61)

Η εφαρμογή λειτουργικού διαχωρισμού δεν αποκλείει κατάλληλους μηχανισμούς συντονισμού μεταξύ των διάφορων διακριτών επιχειρηματικών οντοτήτων ώστε να εξασφαλιστεί η προστασία των δικαιωμάτων οικονομικής και διαχειριστικής εποπτείας της μητρικής εταιρίας.

(62)

Η συνέχιση της ολοκλήρωσης των αγορών στην εσωτερική αγορά δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και δικτύων επιβάλλει στο μέλλον μεγαλύτερο συντονισμό της εφαρμογής προληπτικής ρύθμισης όπως προβλέπεται στο ρυθμιστικό πλαίσιο της ΕΕ για τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

(63)

Σε περίπτωση που καθετοποιημένη επιχείρηση επιλέξει να διαθέσει σημαντικό μέρος ή το σύνολο των στοιχείων του δικτύου τοπικής πρόσβασής της σε διακριτή νομική οντότητα υπό διαφορετική ιδιοκτησία ή ιδρύοντας διακριτή επιχειρηματική οντότητα που ασχολείται με προϊόντα πρόσβασης, η εθνική ρυθμιστική αρχή πρέπει να εκτιμά το αποτέλεσμα της σκοπούμενης συναλλαγής στο σύνολο των υφιστάμενων ρυθμιστικών υποχρεώσεων που έχουν επιβληθεί στον καθετοποιημένο φορέα εκμετάλλευσης ώστε να εξασφαλιστεί η συμβατότητα ενδεχόμενων νέων συμφωνιών με την οδηγία 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση) και την οδηγία 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία). Η σχετική εθνική ρυθμιστική αρχή πρέπει να αναλαμβάνει νέα ανάλυση των αγορών όπου δραστηριοποιείται η διαιρεμένη οντότητα και, ανάλογα, να επιβάλλει, να διατηρεί, να τροποποιεί ή να αίρει υποχρεώσεις. Για το σκοπό αυτό, η εθνική ρυθμιστική αρχή πρέπει να είναι σε θέση να ζητεί πληροφορίες από την επιχείρηση.

(64)

Ενώ σε ορισμένες περιστάσεις είναι ενδεδειγμένο μια εθνική ρυθμιστική αρχή να επιβάλει υποχρεώσεις σε φορείς εκμετάλλευσης που δεν διαθέτουν σημαντική ισχύ στην αγορά αποβλέποντας στην επίτευξη στόχων όπως η διατερματική συνδετικότητα ή η διαλειτουργικότητα υπηρεσιών , ή στην προώθηση της αποδοτικότητας, του βιώσιμου ανταγωνισμού και της μεγιστοποίησης του οφέλους για τους καταναλωτές , είναι ωστόσο απαραίτητο να εξασφαλίζεται ότι τέτοιες υποχρεώσεις επιβάλλονται σε συμμόρφωση με το πλαίσιο των κανονιστικών ρυθμίσεων και, ειδικότερα, με τις διαδικασίες κοινοποίησης που προβλέπονται σε αυτόν.

(65)

Η Επιτροπή έχει την εξουσία εφαρμογής εκτελεστικών μέτρων με σκοπό την προσαρμογή των όρων πρόσβασης σε υπηρεσίες ψηφιακής τηλεόρασης και ραδιοφώνου, οι οποίες ορίζονται στο παράρτημα I, με τις εξελίξεις στις αγορές και την τεχνολογία. Τούτο ισχύει επίσης για τον ελάχιστο κατάλογο θεμάτων, στο παράρτημα II, τα οποία πρέπει να δημοσιευθούν για την κάλυψη της υποχρέωσης της διαφάνειας.

(66)

Η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλει νομοθετική πρόταση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, για τη λήψη μέτρων εναρμόνισης που υπερβαίνουν τα τεχνικά μέτρα εφαρμογής, για την υλοποίηση της κοινοτικής πολιτικής για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες.

(67)

Η διευκόλυνση της πρόσβασης σε πόρους ραδιοσυχνοτήτων για τους συντελεστές της αγοράς θα συμβάλει στην άρση των εμποδίων για την είσοδο στην αγορά. Εξάλλου, η τεχνολογική πρόοδος περιορίζει τον κίνδυνο επιβλαβών παρεμβολών σε ορισμένες ζώνες συχνοτήτων και επομένως την ανάγκη για μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης. Κατά συνέπεια, οι όροι για την χρήση ραδιοφάσματος με σκοπό την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών πρέπει κατά κανόνα να καθορίζονται στο πλαίσιο γενικών αδειών, εκτός εάν απαιτούνται ειδικές άδειες, λαμβάνοντας υπόψη την χρήση του ραδιοφάσματος, για προστασία έναντι επιζήμιων παραγόντων ή για κάλυψη συγκεκριμένου στόχου γενικού συμφέροντος. Αποφάσεις σχετικά με την ανάγκη μεμονωμένων δικαιωμάτων πρέπει να λαμβάνονται με διαφανή και αναλογικό τρόπο.

(68)

Η εισαγωγή των απαιτήσεων της ουδετερότητας ως προς την υπηρεσία και την τεχνολογία στις αποφάσεις εκχώρησης και κατανομής, μαζί με την αυξημένη πιθανότητα μεταφοράς δικαιωμάτων μεταξύ επιχειρήσεων, αναμένεται ότι θα αυξήσουν την ελευθερία και τους τρόπους διανομής ηλεκτρονικών επικοινωνιών και περιεχομένου και υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων επικοινωνίας στο κοινό, διευκολύνοντας έτσι την επίτευξη στόχων γενικού συμφέροντος. Ωστόσο, ορισμένες υποχρεώσεις γενικού συμφέροντος που επιβάλλονται σε ραδιοτηλεοπτικούς φορείς για την διανομή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων επικοινωνίας μπορεί να απαιτούν την εφαρμογή συγκεκριμένων κριτηρίων για την εκχώρηση ραδιοφάσματος όταν αυτό κρίνεται αναγκαίο για την κάλυψη συγκεκριμένου στόχου γενικού συμφέροντος που ορίζεται στην εθνική νομοθεσία. Οι διαδικασίες που συνδέονται με την επίτευξη στόχων γενικού συμφέροντος πρέπει να είναι σε κάθε περίπτωση διαφανείς, αντικειμενικές, αναλογικές και αμερόληπτες.

(69)

Κάθε ολική ή μερική εξαίρεση από την υποχρέωση καταβολής τελών ή επιβαρύνσεων που ορίζονται για τη χρήση του ραδιοφάσματος πρέπει να είναι αντικειμενική και διαφανής και να βασίζεται στην ύπαρξη άλλων υποχρεώσεων γενικού συμφέροντος που ορίζονται στο εθνικό δίκαιο.

(70)

Από την άποψη του περιοριστικού αντίκτυπού του στην ελεύθερη πρόσβαση σε ραδιοφάσμα, η ισχύς ενός μεμονωμένου δικαιώματος χρήσης που δεν είναι εμπορεύσιμο πρέπει να είναι περιορισμένη χρονικά. Σε περίπτωση που δικαιώματα χρήσης περιλαμβάνουν διάταξη ανανέωση της ισχύος τους, τα κράτη μέλη πρέπει να διεξάγουν πρώτα ανασκόπηση, συμπεριλαμβανομένης δημόσιας διαβούλευσης, συνεκτιμώντας τις αγορές, την κάλυψη και τεχνολογικές εξελίξεις. Ενόψει της σπανιότητας του ραδιοφάσματος, τα μεμονωμένα δικαιώματα που χορηγούνται σε επιχειρήσεις πρέπει να υφίστανται τακτική ανασκόπηση. Κατά την διεξαγωγή της εν λόγω ανασκόπησης, τα κράτη μέλη πρέπει να σταθμίζουν όπου αυτό είναι δυνατό τα συμφέροντα των κατόχων δικαιωμάτων με την ανάγκη ενίσχυσης της εισαγωγής εμπορίας ραδιοφάσματος, καθώς και με περισσότερο ευέλικτη χρήση ραδιοφάσματος μέσω γενικών αδειών.

(71)

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να διαθέτουν την εξουσία για εξασφάλιση αποδοτικής χρήσης ραδιοφάσματος και αριθμών και, εφόσον παραμένουν αχρησιμοποίητοι πόροι ραδιοφάσματος ή αριθμοδότησης, να αναλαμβάνουν δράση για την αποτροπή αποθεματοποίησης που αντιβαίνει στον ανταγωνισμό, και η οποία μπορεί να παρεμποδίσει νέες εισόδους στην αγορά.

(72)

Η άρση νομικών και διοικητικών φραγμών για γενική άδεια ή δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος ή αριθμών με ευρωπαϊκή απήχηση πρέπει να ευνοεί την ανάπτυξη της τεχνολογίας και των υπηρεσιών και να συμβάλει στην βελτίωση του ανταγωνισμού. Ενώ ο συντονισμός των τεχνικών όρων για τη διάθεση και αποδοτική χρήση των ραδιοσυχνοτήτων διοργανώνεται σύμφωνα με την απόφαση αριθ. 676/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με ένα κανονιστικό πλαίσιο για την πολιτική του ραδιοφάσματος στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (απόφαση ραδιοφάσματος)  (14), ενδέχεται επίσης να απαιτηθεί, για την επίτευξη στόχων της εσωτερικής αγοράς, ο συντονισμός ή η εναρμόνιση των διαδικασιών επιλογής και των όρων που ισχύουν για δικαιώματα και άδειες σε ορισμένες ζώνες, σε δικαιώματα χρήσης για αριθμούς και σε γενικές άδειες. Τούτο ισχύει ιδίως για τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, οι οποίες έχουν από την φύση τους διάσταση εσωτερικής αγοράς ή διασυνοριακό δυναμικό, όπως οι δορυφορικές υπηρεσίες, η ανάπτυξη των οποίων θα παρεμποδίζονταν από ανακολουθίες στην εκχώρηση ραδιοφάσματος μεταξύ κρατών μελών και μεταξύ της ΕΕ και τρίτων χωρών, λαμβανομένων υπόψη των αποφάσεων των ITU και CEPT . Η Επιτροπή, επικουρούμενη από την Επιτροπή Επικοινωνιών και λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη την γνώμη του BERT , πρέπει επομένως να είναι σε θέση να θεσπίζει τεχνικά εκτελεστικά μέτρα για την επίτευξη τέτοιων στόχων. Τα εκτελεστικά μέτρα που θεσπίζει η Επιτροπή ενδέχεται να απαιτούν από τα κράτη μέλη να διαθέτουν δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος ή/και αριθμών σε όλη την έκταση της επικράτειάς τους και, εφόσον απαιτηθεί, να αποσύρουν κάθε άλλο υφιστάμενο εθνικό δικαίωμα χρήσης. Στις περιπτώσεις αυτές, τα κράτη μέλη δεν χορηγούν νέο δικαίωμα χρήσης για την σχετική ζώνη ραδιοφάσματος ή την περιοχή αριθμών βάσει εθνικών διαδικασιών.

(73)

Οι εξελίξεις στην τεχνολογία και την αγορά κατέστησαν δυνατή την εγκατάσταση υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που εκτείνονται πέρα από τα γεωγραφικά σύνορα των κρατών μελών. Με το άρθρο 16 της οδηγίας για την αδειοδότηση απαιτείτο από την Επιτροπή να προβαίνει σε ανασκόπηση της λειτουργίας των εθνικών συστημάτων αδειοδότησης και της εξέλιξης της διασυνοριακής παροχής υπηρεσιών στην Κοινότητα. Οι διατάξεις του άρθρου 8 της οδηγίας για την αδειοδότηση αναφορικά με την εναρμονισμένη εκχώρηση ραδιοσυχνοτήτων αποδείχθηκαν αναποτελεσματικές όσον αφορά την ανταπόκριση στις ανάγκες μιας επιχείρησης που επιθυμεί να παρέχει υπηρεσίες σε κοινοτική κλίμακα και κατά συνέπεια πρέπει να τροποποιηθούν.

(74)

Ενώ η χορήγηση αδειών και η παρακολούθηση της συμμόρφωσης με όρους χρήσης πρέπει να παραμείνει αρμοδιότητα κάθε κράτους μέλους, τα κράτη μέλη πρέπει να απέχουν από επιβολή περαιτέρω όρων, κριτηρίων ή διαδικασιών που θα περιόριζαν, θα αλλοίωναν ή θα καθυστερούσαν την ορθή εφαρμογή μιας διαδικασίας εναρμονισμένης ή συντονισμένης επιλογής ή αδειοδότησης. Όπου δικαιολογείται για την διευκόλυνση της εφαρμογής τους, στα εν λόγω μέτρα συντονισμού ή εναρμόνισης θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν μεταβατικές παρεκκλίσεις ή, στην περίπτωση του ραδιοφάσματος, μεταβατικοί μηχανισμοί μερισμού ραδιοφάσματος που θα εξαιρούσαν ένα κράτος μέλος από την εφαρμογή ανάλογων μέτρων, υπό την προϋπόθεση ότι τούτο δεν θα προκαλούσε αδικαιολόγητες διαφορές στην ανταγωνιστική ή ρυθμιστική κατάσταση μεταξύ κρατών μελών.

(75)

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να είναι σε θέση να αναλαμβάνουν αποτελεσματική δράση για την παρακολούθηση και ασφαλή συμμόρφωση με τους όρους και προϋποθέσεις της γενικής άδειας ή των δικαιωμάτων χρήσης, συμπεριλαμβανομένης της εξουσίας επιβολής αποτελεσματικών οικονομικών ή/και διοικητικών κυρώσεων σε περίπτωση παραβίασης των εν λόγω όρων και προϋποθέσεων.

(76)

Οι όροι που μπορούν να επισυναφθούν σε άδειες καλύπτουν ειδικούς όρους που διέπουν την προσβασιμότητα για χρήστες με αναπηρίες και την ανάγκη δημόσιων αρχών και των υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης για επικοινωνία μεταξύ τους και με το ευρύ κοινό πριν, κατά την διάρκεια και έπειτα από καταστροφές μεγάλης κλίμακας. Επίσης, ενόψει της σημασίας της τεχνικής καινοτομίας, τα κράτη μέλη πρέπει να είναι σε θέση να εκδίδουν άδειες χρήσης ραδιοφάσματος για πειραματικούς σκοπούς, οι οποίες θα υπόκεινται σε συγκεκριμένους περιορισμούς και όρους που δικαιολογούνται αυστηρά λόγω του πειραματικού χαρακτήρα των δικαιωμάτων αυτών.

(77)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2887/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την αδεσμοποίητη πρόσβαση στον τοπικό βρόχο (15) απεδείχθη αποτελεσματικός κατά την αρχική φάση του ανοίγματος της αγοράς. Με την οδηγία πλαίσιο η Επιτροπή καλείται να παρακολουθήσει την μετάβαση από το πλαίσιο κανονιστικών ρυθμίσεων του 1998 σε αυτό του 2002 και, να παρουσιάσει προτάσεις για την κατάργηση του εν λόγω κανονισμού. Βάσει του πλαισίου του 2002, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές έχουν καθήκον ανάλυσης της χονδρικής αγοράς αδεσμοποίητης πρόσβασης σε μεταλλικούς βρόχους και υποβρόχους για σκοπούς παροχής ευρυζωνικών και φωνητικών υπηρεσιών, όπως ορίζεται στην σύσταση για τις σχετικές αγορές προϊόντων και υπηρεσιών. Δεδομένου ότι όλα τα κράτη μέλη έχουν αναλύσει τουλάχιστον μία φορά την εν λόγω αγορά και ότι έχουν τεθεί οι κατάλληλες υποχρεώσεις βάσει του πλαισίου του 2002, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2887/2000 κατέστη περιττός και κατά συνέπεια πρέπει να καταργηθεί.

(78)

Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (16).

(79)

Εν προκειμένω, η Επιτροπή πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίσει εκτελεστικά μέτρα σε σχέση με τις κοινοποιήσεις δυνάμει του άρθρου 7 της οδηγίας πλαίσιο· την εναρμόνιση στα πεδία του ραδιοφάσματος και της αριθμοδότησης, καθώς και σε θέματα που άπτονται της ασφάλειας δικτύων και υπηρεσιών· την ταυτοποίηση διακρατικών αγορών· την υλοποίηση των προτύπων· την εναρμονισμένη εφαρμογή των διατάξεων του πλαισίου κανονιστικών ρυθμίσεων. Πρέπει επίσης να εξουσιοδοτηθεί για τη θέσπιση εκτελεστικών μέτρων για την επικαιροποίηση των παραρτημάτων Ι και ΙΙ της οδηγίας για την πρόσβαση με βάση τις εξελίξεις της τεχνολογίας και των αγορών και για τη θέσπιση εκτελεστικών μέτρων για εναρμόνιση των κανόνων αδειοδότησης, των διαδικασιών και των όρων αδειοδότησης για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Δεδομένου ότι τα εν λόγω μέτρα είναι γενικής εμβέλειας και έχουν ως αντικείμενο τη συμπλήρωση της παρούσας οδηγίας με την προσθήκη νέων μη ουσιαστικών στοιχείων, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ. Δεδομένου ότι η εφαρμογή της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο εντός των συνήθων προθεσμιών θα μπορούσε, σε ορισμένες εξαιρετικές καταστάσεις, να εμποδίσει την έγκαιρη έγκριση μέτρων εφαρμογής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή πρέπει να ενεργούν ταχέως για να εξασφαλίζουν την έγκαιρη έγκριση αυτών των μέτρων.

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις στην οδηγία 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο)

Η οδηγία 2002/21/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

(1)

Στο άρθρο 1 το σημείο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η παρούσα οδηγία θεσπίζει εναρμονισμένο πλαίσιο για τη ρύθμιση υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συναφών ευκολιών και συναφών υπηρεσιών, καθώς και ορισμένων πτυχών τερματικού εξοπλισμού για τη διευκόλυνση της πρόσβασης τελικών χρηστών με αναπηρία και την ενθάρρυνση της χρήσης ηλεκτρονικών επικοινωνιών από μειονεκτούντες χρήστες . Καθορίζει τα καθήκοντα των εθνικών κανονιστικών αρχών και θεσπίζει σύνολο διαδικασιών για την εξασφάλιση εναρμονισμένης εφαρμογής του κανονιστικού πλαισίου σε ολόκληρη την Κοινότητα.»

(2)

Στο άρθρο 2:

α)

το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

«Διακρατικές αγορές»: οι αγορές που καλύπτουν την Κοινότητα ή σημαντικό μέρος της, μεγαλύτερο από ένα κράτος μέλος.»

β)

το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ)

«Δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών»: το δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών, το οποίο χρησιμοποιείται, εξ ολοκλήρου ή κυρίως, για την παροχή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που υποστηρίζουν τη μεταφορά πληροφοριών μεταξύ τερματικών σημείων δικτύου, συμπεριλαμβανομένων και μη ενεργών στοιχείων δικτύου·»

γ)

το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ε)

«Συναφείς ευκολίες»: οι ευκολίες που σχετίζονται με δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή/και υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών, και καθιστούν δυνατή ή/και στηρίζουν την παροχή υπηρεσιών μέσω του εν λόγω δικτύου και/ή υπηρεσίας, περιλαμβάνοντας, μεταξύ άλλων, συστήματα μετατροπής αριθμών ή διευθύνσεων, συστήματα υπό όρους πρόσβασης και οδηγούς ηλεκτρονικών προγραμμάτων, καθώς και υλική υποδομή, όπως εισόδους σε κτίρια, καλωδιώσεις κτιρίων, πύργους και άλλες υψηλές κατασκευές στήριξης , αγωγούς, σωληνώσεις, ιστούς, κεραίες, φρεάτια και κυτία σύνδεσης , καθώς και κάθε άλλο ανενεργό στοιχείο δικτύου ·»

δ)

Το στοιχείο (ιβ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ιβ)

«Ειδικές οδηγίες»: η οδηγία 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση), η οδηγία 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση), η οδηγία 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία) και η οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Ιουλίου 2002σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (17)

ε)

Προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία (ιζ), (ιη), και (ιθ):

«ιζ)

«κατανομή»: ο καθορισμός δεδομένης ζώνης συχνοτήτων ή περιοχής αριθμών προς χρήση ενός ή περισσότερων τύπων υπηρεσιών, κατά περίπτωση, υπό ειδικές συνθήκες.

ιη)

«εκχώρηση»: η άδεια που δίδεται από εθνική ρυθμιστική αρχή σε νομική οντότητα [ή σε φυσικό άτομο] για χρήση ραδιοσυχνότητας ή καναλιού ραδιοσυχνότητας, ή αριθμού (ή ομάδας(ων) αριθμών).

ιθ)

«επιβλαβείς παρεμβολές»: οι παρεμβολές οι οποίες θέτουν σε κίνδυνο τη λειτουργία υπηρεσίας ραδιοπλοήγησης ή άλλων υπηρεσιών ασφάλειας ή οι οποίες, καθ' οιονδήποτε τρόπο, υποβαθμίζουν σοβαρά, εμποδίζουν ή επανειλημμένα διακόπτουν μια ραδιοεπικοινωνιακή υπηρεσία που λειτουργεί σύμφωνα με τους εφαρμοστέους διεθνείς, κοινοτικούς ή εθνικούς κανονισμούς.»

(3)

Το άρθρο 3 παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την ανεξαρτησία, την αμεροληψία, τη διαφάνεια και την έγκαιρη δράση των εθνικών κανονιστικών αρχών κατά την άσκηση των εξουσιών τους. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δεν ζητούν ούτε λαμβάνουν οδηγίες από κανέναν άλλον φορέα σε σχέση με την εκτέλεση των τρεχόντων καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί βάσει εθνικών νομοθετικών ρυθμίσεων που υλοποιούν την κοινοτική νομοθεσία. Εξουσία αναστολής ή ακύρωσης αποφάσεων των εθνικών ρυθμιστικών αρχών διαθέτουν αποκλειστικά όργανα προσφυγής που έχουν συγκροτηθεί σύμφωνα με το άρθρο 4 ή εθνικά δικαστήρια.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο επικεφαλής εθνικής ρυθμιστικής αρχής ή ο αντικαταστάτης του μπορεί να απολυθεί μόνον εφόσον δεν καλύπτει πλέον τους απαιτούμενους όρους για την εκτέλεση των καθηκόντων του όπως αυτά καθορίζονται εκ των προτέρων στην εθνική νομοθεσία, ή εάν έχει διαπράξει βαρύ παράπτωμα. Η απόφαση απόλυσης του επικεφαλής της εθνικής ρυθμιστικής αρχής περιλαμβάνει δήλωση των λόγων και δημοσιεύεται κατά τη χρονική στιγμή της απόλυσης.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διαθέτουν επαρκείς οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους για την διεξαγωγή των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί και ότι διαθέτουν χωριστούς ετήσιους προϋπολογισμούς. Οι προϋπολογισμοί δημοσιοποιούνται.

3α.     Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι στόχοι του φορέα ευρωπαϊκών ρυθμιστικών αρχών στις τηλεπικοινωνίες (BERT) όσον αφορά την προώθηση μεγαλύτερου ρυθμιστικού συντονισμού και συνέπειας υποστηρίζονται ενεργά από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές .

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διαθέτουν επαρκείς οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους για να επιτελούν τα καθήκοντα που τους έχουν ανατεθεί και για να μπορούν να συμμετέχουν και να συμβάλλουν ενεργά στον BERT. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να διαθέτουν χωριστούς ετήσιους προϋπολογισμούς και οι προϋπολογισμοί δημοσιοποιούνται.

3β.     Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη τις κοινές θέσεις που εκδίδει ο BERT όταν εγκρίνουν τις αποφάσεις τους για τις πάτριες αγορές. »

(4)

Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

«1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την ύπαρξη αποτελεσματικών μηχανισμών σε εθνικό επίπεδο, βάσει των οποίων κάθε χρήστης ή επιχείρηση που παρέχει δίκτυα ή/και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών έχει, όταν επηρεάζεται από απόφαση εθνικής κανονιστικής αρχής, δικαίωμα προσφυγής κατά της απόφασης, ενώπιον οργάνου προσφυγής ανεξάρτητου από τα εμπλεκόμενα μέρη. Το εν λόγω όργανο προσφυγής, το οποίο μπορεί να είναι δικαστήριο, διαθέτει την απαιτούμενη εμπειρία για την αποτελεσματική εκτέλεση των καθηκόντων του. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της υπόθεσης, ότι υπάρχει αποτελεσματικός μηχανισμός προσφυγής και ότι οι διαδικασίες ενώπιον του οργάνου προσφυγής δεν είναι υπερβολικά μακροχρόνιες. Τα κράτη μέλη θέτουν χρονικά όρια στην εξέταση των προσφυγών αυτών.

Μέχρι την ολοκλήρωση της εν λόγω διαδικασίας προσφυγής, ισχύει η απόφαση της εθνικής ρυθμιστικής αρχής, εκτός εάν ληφθούν προσωρινά μέτρα. Τα προσωρινά μέτρα λαμβάνονται , σύμφωνα με τη σχετική εθνική νομοθεσία, λόγω επείγουσας ανάγκης αναστολής των αποτελεσμάτων της απόφασης για την αποτροπή σοβαρής και μη επανορθώσιμης βλάβης του μέρους που αιτείται την λήψη των εν λόγω μέτρων και εφόσον τούτο απαιτείται από την στάθμιση των συμφερόντων.»

β)

Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι :

« 3.     Τα όργανα προσφυγής μπορούν να ζητούν τη γνώμη του BERT πριν λάβουν απόφαση κατά την εκδίκαση προσφυγής.

4.   Τα κράτη μέλη συλλέγουν πληροφορίες σχετικά με τις προσφυγές, τον αριθμό των αιτημάτων προσφυγής, την διάρκεια των διαδικασιών προσφυγής, τον αριθμό των αποφάσεων για λήψη προσωρινών μέτρων που λαμβάνονται σύμφωνα με την παράγραφο 1, καθώς και την αιτιολογία των εν λόγω αποφάσεων. Τα κράτη μέλη διαθέτουν τις πληροφορίες αυτές στην Επιτροπή και στον BERT σε ετήσια βάση.»

(5)

Το άρθρο 5 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι επιχειρήσεις παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να διαβιβάζουν στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές όλες τις πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των χρηματοοικονομικών πληροφοριών, που απαιτούνται για να διασφαλίζεται η συμμόρφωσή τους προς τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας και των ειδικών οδηγιών και προς τις αποφάσεις που λαμβάνονται κατ' εφαρμογή τους. Οι επιχειρήσεις αυτές παρέχουν τις πληροφορίες αυτές αμέσως, κατόπιν αιτήματος, και σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα και το βαθμό λεπτομέρειας που απαιτεί η εθνική ρυθμιστική αρχή. Οι πληροφορίες που ζητεί η εθνική ρυθμιστική αρχή πρέπει να είναι ανάλογες προς την εκτέλεση του συγκεκριμένου καθήκοντος. Η εθνική ρυθμιστική αρχή αιτιολογεί το αίτημά της για παροχή πληροφοριών και συμμορφούται προς το κοινοτικό και εθνικό δίκαιο σχετικά με τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των επιχειρήσεων

(6)

Τα άρθρα 6 και 7 αντικαθίστανται ως εξής:

«Άρθρο 6

Μηχανισμός διαβούλευσης και διαφάνειας

Εκτός περιπτώσεων που εμπίπτουν στα άρθρα 7 παράγραφος 10, 20 ή 21, και εκτός αν ορίζεται άλλως στα εκτελεστικά μέτρα που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 3, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, σε περίπτωση που εθνικές ρυθμιστικές αρχές προτίθενται να λάβουν μέτρα σύμφωνα με την παρούσα οδηγία ή με τις ειδικές οδηγίες, ή σε περίπτωση που προτίθενται να παρεκκλίνουν από τις αρχές της ουδετερότητας ως προς υπηρεσίες και τεχνολογία βάσει αιτιολόγησης κατ' εφαρμογή του του άρθρου 9 παράγραφοι 3 και 4 , τα οποία έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην σχετική αγορά , παρέχουν στα ενδιαφερόμενα μέρη δυνατότητα σχολιασμού του σχεδίου μέτρου εντός εύλογης χρονικής περιόδου.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δημοσιοποιούν τις εθνικές τους διαδικασίες διαβούλευσης.

Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη δημιουργία ενιαίου σημείου ενημέρωσης όπου παρατίθενται όλες οι τρέχουσες διαβουλεύσεις.

Η εθνική ρυθμιστική αρχή δημοσιοποιεί τα αποτελέσματα της διαδικασίας διαβούλευσης, με εξαίρεση τις πληροφορίες εμπιστευτικού χαρακτήρα σύμφωνα με την κοινοτική και την εθνική νομοθεσία σχετικά με το επιχειρηματικό απόρρητο. Σε περίπτωση αδικαιολόγητης μετάδοσης εμπιστευτικών πληροφοριών, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μεριμνούν, μετά από αίτηση των ενδιαφερόμενων επιχειρήσεων, για την λήψη των ενδεδειγμένων μέτρων, το συντομότερο.

Άρθρο 7

Εδραίωση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών

1.   Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας και των ειδικών οδηγιών, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν ιδιαίτερα υπόψη τους στόχους που καθορίζονται στο άρθρο 8, και στο βαθμό που αυτοί σχετίζονται με τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

2.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές συμβάλλουν στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς συνεργαζόμενες με την Επιτροπή και με τον BERT κατά τρόπο διαφανή, ώστε να εξασφαλίζεται η συνεπής εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας και των ειδικών οδηγιών σε όλα τα κράτη μέλη. Προς το σκοπό αυτό, συνεργάζονται, ιδιαίτερα, με την Επιτροπή και τον BERT για τον προσδιορισμό των τύπων των μέσων και των επανορθωτικών μέτρων που ενδείκνυνται σε συγκεκριμένες καταστάσεις στην αγορά.

3.   Εκτός όπου προβλέπεται αλλιώς σε εκτελεστικές διατάξεις που θεσπίζονται κατ' εφαρμογή του άρθρου , έπειτα από ολοκλήρωση της διαβούλευσης που αναφέρεται στο άρθρο 6, σε περίπτωση που εθνική ρυθμιστική αρχή προτίθεται να λάβει μέτρο, το οποίο:

α)

εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 15 ή του άρθρου 16 της παρούσας οδηγίας, του άρθρου 5 ή του άρθρου 8 της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση), και

β)

είναι πιθανό να επηρεάσει τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών,

ενδέχεται να απαιτήσει η Επιτροπή, ιδίως εάν της ζητηθεί σχετικά από τον ΒΕΡΤ ή από εθνική ρυθμιστική αρχή, να καταστήσει το σχέδιο μέτρου προσβάσιμο ταυτόχρονα στην Επιτροπή, στον BERT και τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές σε άλλα κράτη μέλη, μαζί με την αιτιολόγηση επί της οποίας στηρίζεται το μέτρο, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές , ο BERT και η Επιτροπή μπορούν εντός ενός μηνός να διαβιβάσουν τα σχόλιά τους στην ενδιαφερόμενο εθνική ρυθμιστική αρχή. Η μηνιαία προθεσμία δεν μπορεί να παραταθεί.

4.   Αν το σχεδιαζόμενο μέτρο που καλύπτεται από την παράγραφο 3 αποσκοπεί:

α)

στον καθορισμό μιας σχετικής αγοράς που διαφέρει από εκείνες που ορίζονται στη σύσταση σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1, ή

β)

στην απόφαση καθορισμού ή όχι επιχείρησης ως διαθέτουσας, είτε μεμονωμένα είτε από κοινού με άλλους, σημαντική ισχύ στην αγορά, βάσει του άρθρου 16 παράγραφοι 3, 4 ή 5·

και είναι πιθανό να επηρεάσει τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών, ενώ η Επιτροπή έχει επισημάνει στην εθνική ρυθμιστική αρχή ότι θεωρεί πως το σχέδιο μέτρου θα δημιουργούσε φραγμό στην εσωτερική αγορά ή εάν έχει σοβαρές αμφιβολίες ως προς την συμβατότητά του με την κοινοτική νομοθεσία και ιδίως με τους στόχους που αναφέρονται στο άρθρο 8, αναβάλλεται η θέσπιση του σχεδίου μέτρου επί δύο περαιτέρω μήνες. Η εν λόγω προθεσμία δεν μπορεί να παραταθεί.

5.   Εντός της δίμηνης χρονικής περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 4, μπορεί η Επιτροπή να λάβει απόφαση ζητώντας από την ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή να αποσύρει το σχέδιο μέτρου. Η Επιτροπή λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη την γνώμη του BERT που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της … [για την ίδρυση του Φορέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών στον τομέα των Τηλεπικοινωνιών (BERT)] (18) πριν από την έκδοση απόφασης. Η απόφαση συνοδεύεται από λεπτομερή και αντικειμενική ανάλυση των λόγων για τους οποίους η Επιτροπή θεωρεί ότι το σχέδιο μέτρου δεν πρέπει να θεσπιστεί, καθώς και από συγκεκριμένες προτάσεις για την τροποποίηση του σχεδίου μέτρου.

6.   Εντός τριμήνου από την έκδοση απόφασης της Επιτροπής με την οποία ζητείται από την εθνική ρυθμιστική αρχή να αποσύρει σχέδιο μέτρου, η εθνική ρυθμιστική αρχή τροποποιεί ή αποσύρει το σχέδιο μέτρου. Σε περίπτωση που το σχέδιο μέτρου τροποποιείται, η εθνική ρυθμιστική αρχή διοργανώνει δημόσια διαβούλευση σύμφωνα με τις διαδικασίες που αναφέρονται στο άρθρο 6, και επανακοινοποιεί το τροποποιημένο σχέδιο μέτρου στην Επιτροπή σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3.

7.   Η ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη τις παρατηρήσεις εθνικών ρυθμιστικών αρχών , του BERT και της Επιτροπής και, εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4, μπορεί να θεσπίζει το προκύπτον σχέδιο μέτρου και, εφόσον το πράξει, το ανακοινώνει στην Επιτροπή. Κάθε άλλος εθνικός φορέας που ασκεί καθήκοντα στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας ή των ειδικών οδηγιών λαμβάνει επίσης ιδιαιτέρως υπόψη τα σχόλια της Επιτροπής.

8.   Σε εξαιρετικές περιστάσεις, όταν μια εθνική κανονιστική αρχή κρίνει ότι πρέπει επειγόντως να αναληφθεί δράση, κατά παρέκκλιση από τη διαδικασία των παραγράφων 3 και 4, προκειμένου να διασφαλισθεί ο ανταγωνισμός και να προστατευθούν τα συμφέροντα των χρηστών, μπορεί να λαμβάνει αμέσως αναλογικά και προσωρινά μέτρα. Ανακοινώνει αμελλητί στην Επιτροπή, στις άλλες εθνικές ρυθμιστικές αρχές και στον BERT τα μέτρα αυτά, πλήρως αιτιολογημένα. Η απόφαση της εθνικής ρυθμιστικής αρχής να καταστήσει αυτά τα μέτρα μόνιμα ή να επεκτείνει τον χρόνο για τον οποίο είναι εφαρμοστέα υπόκειται στις διατάξεις της παραγράφου 3 και 4.

(7)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 7α

Διαδικασία για τη συνεκτική εφαρμογή των επανορθωτικών μέτρων

1.     Όταν μια εθνική ρυθμιστική αρχή προτίθεται να θεσπίσει ένα μέτρο που αποσκοπεί στην επιβολή, τροποποίηση ή άρση υποχρέωσης φορέα εκμετάλλευσης κατ' εφαρμογή του άρθρου 16 σε συνδυασμό με τα άρθρα 5 και 9 έως 13α της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση) και του άρθρου 17 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία), η Επιτροπή και οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές των άλλων κρατών μελών έχουν στη διάθεσή τους χρονική περίοδο εννέα μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης του σχεδίου μέτρου, εντός της οποίας μπορούν να διατυπώσουν τα σχόλιά τους προς την αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή.

2.     Εάν το σχέδιο μέτρου αφορά την επιβολή, τροποποίηση ή άρση υποχρέωσης φορέα εκμετάλλευσης άλλης από εκείνη που ορίζεται στο άρθρο 13 α της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση), η Επιτροπή μπορεί, εντός της ίδιας περιόδου, να γνωστοποιήσει στην αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή και στον BERT τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι το σχέδιο μέτρου δημιουργεί εμπόδια στην ενιαία αγορά ή ότι αμφιβάλλει σοβαρά για τη συμβατότητά του με την κοινοτική νομοθεσία. Σε μια τέτοια περίπτωση, το σχέδιο μέτρου δεν εγκρίνεται για δύο ακόμη μήνες μετά την κοινοποίηση της Επιτροπής.

Εάν δεν υπάρξει τέτοια κοινοποίηση, η αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή μπορεί να εγκρίνει το μέτρο, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη οιαδήποτε σχόλια της Επιτροπής ή οιασδήποτε άλλης εθνικής ρυθμιστικής αρχής.

3.     Κατά τη δίμηνη περίοδο στην οποία αναφέρεται η παράγραφος 2, η Επιτροπή, ο BERT και η αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή συνεργάζονται στενά με στόχο την εξεύρεση του καταλληλότερου και πιο αποτελεσματικού μέτρου υπό το πρίσμα των στόχων που ορίζονται στο άρθρο 8, λαμβάνοντας ταυτόχρονα δεόντως υπόψη τις απόψεις των φορέων της αγοράς και την ανάγκη να εξασφαλισθεί η ανάπτυξη συνεκτικής ρυθμιστικής πρακτικής.

Κατά την ίδια δίμηνη περίοδο, ο BERT διατυπώνει, αποφασίζοντας με απόλυτη πλειοψηφία, γνώμη για την επιβεβαίωση της καταλληλότητας και της αποτελεσματικότητας του σχεδίου μέτρου, ή για να σημειώσει ότι το σχέδιο μέτρου πρέπει να τροποποιηθεί, καταθέτοντας ταυτόχρονα συγκεκριμένες προτάσεις προς τον σκοπό αυτόν. Η ανωτέρω γνώμη πρέπει να τεκμηριώνεται και να δημοσιοποιείται.

Εάν ο BERT έχει επιβεβαιώσει την καταλληλότητα και την αποτελεσματικότητα του σχεδίου μέτρου, η αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή μπορεί να εγκρίνει το μέτρο, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη τυχόν παρατηρήσεις της Επιτροπής και του BERT. Η εθνική ρυθμιστική αρχή δημοσιεύει πώς έλαβε υπόψη τις εν λόγω παρατηρήσεις.

Εάν ο BERT επισημαίνει ότι το σχέδιο μέτρου πρέπει να τροποποιηθεί, η Επιτροπή μπορεί, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη τη γνώμη του BERT, να εγκρίνει απόφαση που να επιβάλλει στην εθνική ρυθμιστική αρχή να τροποποιήσει το σχέδιο μέτρου, αναφέροντας τους λόγους και υποβάλλοντας συγκεκριμένες προτάσεις προς τον σκοπό αυτόν.

4.     Εάν το σχέδιο μέτρου αφορά την επιβολή, τροποποίηση ή άρση υποχρέωσης που ορίζεται στο άρθρο 13 α της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση), το σχέδιο μέτρου δεν εγκρίνεται για δύο ακόμη μήνες από τη λήξη της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Εντός της δίμηνης περιόδου του πρώτο εδαφίου, η Επιτροπή, ο BERT και η αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή συνεργάζονται στενά προκειμένου να κρίνουν εάν το προτεινόμενο σχέδιο μέτρου συνάδει με τις διατάξεις του άρθρου 13α της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγίας για την πρόσβαση), και, ιδίως, εάν συνιστά το καταλληλότερο και αποτελεσματικότερο μέτρο. Προς τον σκοπό αυτόν θα πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι απόψεις των φορέων της αγοράς και η ανάγκη διασφάλισης της ανάπτυξης συνεκτικής ρυθμιστικής πρακτικής. Κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος εκ μέρους του BERT ή της Επιτροπής, η δίμηνη αυτή περίοδος εκτείνεται σε δύο περαιτέρω μήνες

Εντός της μεγίστης περιόδου που καθορίζεται στο δεύτερο εδάφιο, ο BERT διατυπώνει, αποφασίζοντας με απόλυτη πλειοψηφία, γνώμη για την επιβεβαίωση της καταλληλότητας και της αποτελεσματικότητας του σχεδίου μέτρου, ή για να επισημάνει ότι το σχέδιο μέτρου δεν πρέπει να εγκριθεί. Η ανωτέρω γνώμη πρέπει να τεκμηριώνεται και να δημοσιοποιείται.

Μόνο εάν η Επιτροπή και ο BERT έχουν επιβεβαιώσει την καταλληλότητα και την αποτελεσματικότητα του σχεδίου μέτρου, η αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή μπορεί να εγκρίνει το μέτρο, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη τυχόν παρατηρήσεις της Επιτροπής και του BERT. Η εθνική ρυθμιστική αρχή δημοσιεύει πώς έλαβε υπόψη τις εν λόγω παρατηρήσεις.

5.     Εντός τριμήνου από την έγκριση εκ μέρους της Επιτροπής αιτιολογημένης απόφασης σύμφωνα με την παράγραφο 3, τέταρτο εδάφιο, που επιβάλλει στην αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή να τροποποιήσει το σχέδιο μέτρου, η εθνική ρυθμιστική αρχή τροποποιεί το μέτρο αυτό ή το αποσύρει. Σε περίπτωση που το σχέδιο μέτρου πρέπει να τροποποιηθεί, η εθνική ρυθμιστική αρχή διοργανώνει δημόσια διαβούλευση σύμφωνα με τη διαδικασία διαβούλευσης και διαφάνειας που αναφέρεται στο άρθρο 6, και γνωστοποιεί εκ νέου το τροποποιημένο σχέδιο μέτρου στην Επιτροπή σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 7.

6.     Η εθνική ρυθμιστική αρχή μπορεί να αποσύρει το προτεινόμενο σχέδιο μέτρου σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας.

Άρθρο 7β

Διατάξεις εφαρμογής

Η Επιτροπή , λαμβάνοντας πλήρως υπόψη τη γνώμη του BERT , μπορεί να θεσπίζει συστάσεις και/ή κατευθυντήριες γραμμές που καθορίζουν την μορφή, το περιεχόμενο και το επίπεδο λεπτομέρειας των κοινοποιήσεων κατ' εφαρμογή του άρθρου 7, σε περίπτωση που απαιτούνται κοινοποιήσεις, καθώς και τον καθορισμό των χρονικών περιθωρίων του άρθρου 7.

»

(8)

Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Με επιφύλαξη του άρθρου 9 αναφορικά με το ραδιοφάσμα ή άλλων απαιτήσεων για την εκπλήρωση των στόχων που περιγράφονται στις παραγράφους 2 έως 4 , τα κράτη μέλη λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη την επιθυμία για τεχνολογικώς ουδέτερους κανονισμούς και, κατά την διεξαγωγή των κανονιστικών καθηκόντων που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία και στις ειδικές οδηγίες, ιδίως όσων προβλέπονται για την διασφάλιση αποτελεσματικού ανταγωνισμού, εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πράττουν ανάλογα.»

β)

στην παράγραφο 2 τα στοιχεία α), β) και γ) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

μεριμνώντας ώστε οι χρήστες, συμπεριλαμβανομένων των μειονεκτούντων χρηστών, των ηλικιωμένων χρηστών και των χρηστών με ειδικές κοινωνικές ανάγκες να αποκομίζουν το μέγιστο όφελος όσον αφορά την επιλογή, την τιμή και την ποιότητα , και οι πάροχοι να αποζημιώνονται για οποιοδήποτε πρόσθετο κόστος μπορούν να αποδείξουν ότι προέκυψε λόγω της επιβολής τέτοιων υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας ·

β)

μεριμνώντας ώστε να μην υφίσταται στρέβλωση ούτε περιορισμός του ανταγωνισμού στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ιδίως όσον αφορά τη διανομή περιεχομένου και την πρόσβαση σε αυτό και τις υπηρεσίες σε όλα τα δίκτυα·

γ)

ενθαρρύνοντας και διευκολύνοντας τις αποδοτικές και με κίνητρα αγοράς επενδύσεις σε υποδομές, καθώς και προωθώντας την καινοτομία· και»

γ)

Η παράγραφος 3 τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο (γ) διαγράφεται .

ii)

το στοιχείο (δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(δ)

της συνεργασίας με την Επιτροπή και με τον BERT , ώστε να εξασφαλίζονται, η ανάπτυξη συνεπούς ρυθμιστικής πρακτικής και συνεπής εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και των ειδικών οδηγιών.»

δ)

Η παράγραφος 4 τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο (ε) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ε)

ανταποκρινόμενες στις ανάγκες συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων, και ιδίως των μειονεκτούντων χρηστών, των ηλικιωμένων χρηστών και των χρηστών με ειδικές κοινωνικές ανάγκες·»

ii)

προστίθενται τα στοιχεία (ζ) και (η):

«ζ)

κατευθυνόμενες από την αρχή ότι οι τελικοί χρήστες πρέπει να είναι σε θέση να έχουν πρόσβαση και να διανέμουν κάθε έννομο περιεχόμενο και να χρησιμοποιούν κάθε έννομη εφαρμογή ή/και υπηρεσία της επιλογής τους συμβάλλοντας στο πλαίσιο αυτό στην προαγωγή έννομου περιεχομένου σύμφωνα με το άρθρο 33 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγίας για την καθολική υπηρεσία) .

η)

εφαρμόζοντας την αρχή σύμφωνα με την οποία δεν μπορεί να επιβάλλεται κανένας περιορισμός επί των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των τελικών χρηστών, χωρίς να προηγηθεί δικαστική απόφαση, ιδίως σύμφωνα με το άρθρο 11 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ελευθερία της έκφρασης και της ενημέρωσης, εκτός από περιπτώσεις όπου απειλείται η ασφάλεια των πολιτών και στις οποίες τα προς λήψη μέτρα θα είναι αντίστοιχα

στ)

Προστίθεται η ακόλουθη νέα παράγραφος:

5.    « Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, επιδιώκοντας την επίτευξη των στόχων στους οποίους αναφέρονται οι παράγραφοι 2, 3 και 4, εφαρμόζουν αντικειμενικές, διαφανείς, αμερόληπτες και αναλογικές αρχές, με τους εξής τρόπους:

α)

προωθώντας τη ρυθμιστική προβλεψιμότητα με την κατάλληλη συνέχεια των επανορθωτικών μέσων στο πλαίσιο των ανασκοπήσεων της αγοράς·

β)

εξασφαλίζοντας ότι, σε παρόμοιες περιπτώσεις, δεν γίνονται διακρίσεις στην αντιμετώπιση των επιχειρήσεων κατασκευής και παροχής υπηρεσιών δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών·

γ)

διασφαλίζοντας τον ανταγωνισμό προς όφελος των καταναλωτών και προωθώντας τον ανταγωνισμό για την υποδομή όπου είναι δυνατόν·

δ)

προωθώντας επενδύσεις ανάλογα με τις απαιτήσεις της αγοράς σε νέα και βελτιωμένη υποδομή, μεταξύ άλλων με την ενθάρρυνση της κατανομής των κινδύνων μεταξύ του επενδυτή και των επιχειρήσεων που έχουν πρόσβαση στις νέες εγκαταστάσεις·

ε)

λαμβάνοντας κατάλληλα υπόψη την ποικιλία συνθηκών, όσον αφορά τον ανταγωνισμό και τους καταναλωτές, που επικρατούν στα κράτη μέλη και τις διάφορες γεωγραφικές περιοχές εντός των κρατών μελών·

στ)

επιβάλλοντας προληπτικές κανονιστικές υποχρεώσεις μόνον όπου δεν υπάρχει πραγματικός και αυτοσυντηρούμενος ανταγωνισμός και χαλαρώνοντας ή αίροντας τις υποχρεώσεις αυτές μόλις πληρωθεί αυτή η προϋπόθεση. »

(9)

Προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 8α

Επιτροπή Πολιτικής Ραδιοφάσματος

1.     Δημιουργείται Επιτροπή Πολιτικής Ραδιοφάσματος («ΕΠΡ») με σκοπό να συμβάλει στην εκπλήρωση των στόχων που τίθενται στο άρθρο 8β, παράγραφοι 1, 3 και 5.

Η ΕΠΡ παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή, σε σχέση με ζητήματα πολιτικής ραδιοφάσματος.

Η ΕΠΡ απαρτίζεται από υψηλού επιπέδου εκπροσώπους των αρμόδιων εθνικών αρχών για την πολιτική ραδιοφάσματος σε κάθε κράτος μέλος. Κάθε κράτος μέλος διαθέτει μία ψήφο, ενώ η Επιτροπή δεν ψηφίζει.

2.     Η ΕΠΡ, αποφασίζοντας με απόλυτη πλειοψηφία, εκδίδει γνωμοδοτήσεις, είτε μετά από αίτημα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου ή της Επιτροπής, είτε με δική της πρωτοβουλία.

3.     Η ΕΠΡ υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων.

Άρθρο 8β

Στρατηγικός σχεδιασμός και συντονισμός της πολιτικής για το ραδιοφάσμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση

1.     Τα κράτη μέλη συνεργάζονται μεταξύ τους και με την Επιτροπή για τον στρατηγικό σχεδιασμό, το συντονισμό και την εναρμόνιση της χρήσης του ραδιοφάσματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Για τον σκοπό αυτό, λαμβάνουν υπόψη, μεταξύ άλλων, τις πτυχές των πολιτικών της ΕΕ που αφορούν την οικονομία, την ασφάλεια, την υγεία, το δημόσιο συμφέρον, την ελευθερία έκφρασης, τον πολιτισμό, την επιστήμη και την τεχνολογία, τις κοινωνικές πτυχές, καθώς και τα διάφορα συμφέροντα των κοινοτήτων χρηστών του ραδιοφάσματος, προκειμένου να βελτιστοποιήσουν τη χρήση του ραδιοφάσματος και να αποφύγουν τις επιβλαβείς παρεμβολές.

2.     Οι δραστηριότητες στο πλαίσιο της πολιτικής για το ραδιοφάσμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση λαμβάνουν χώρα με την επιφύλαξη

α)

των μέτρων που λαμβάνονται σε κοινοτικό ή εθνικό επίπεδο, τηρουμένης της κοινοτικής νομοθεσίας, για την επιδίωξη στόχων γενικού συμφέροντος, ιδίως σχετικά με τη ρύθμιση περιεχομένου και την πολιτική στον οπτικοακουστικό τομέα και τα μέσα επικοινωνίας·

β)

των διατάξεων της οδηγίας 1999/5/ΕΚ· και

γ)

του δικαιώματος των κρατών μελών να οργανώνουν και να χρησιμοποιούν το ραδιοφάσμα τους για σκοπούς δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας και άμυνας.

3.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν το συντονισμό όσον αφορά τις προσεγγίσεις πολιτικής για το ραδιοφάσμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και, όπου χρειάζεται, την εναρμόνιση των συνθηκών σε σχέση με τη διαθεσιμότητα και την αποδοτική χρήση του ραδιοφάσματος, που είναι αναγκαία για την υλοποίηση και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς σε τομείς πολιτικής της ΕΕ όπως οι ηλεκτρονικές επικοινωνίες, οι μεταφορές, και η έρευνα και ανάπτυξη.

4.     Η Επιτροπή, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τη γνώμη της ΕΠΡ, μπορεί να υποβάλει νομοθετική πρόταση για τη θέσπιση προγράμματος δράσης για το ραδιοφάσμα, με στόχο την εναρμόνιση της χρήσης του ραδιοφάσματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή τη λήψη άλλων νομοθετικών μέτρων για τη βελτιστοποίηση της χρήσης του ραδιοφάσματος και την αποφυγή επιβλαβών παρεμβολών.

5.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τον ουσιαστικό συντονισμό των συμφερόντων της ΕΕ στο πλαίσιο διεθνών οργανισμών, αρμόδιων για θέματα ραδιοφάσματος. Όταν είναι αναγκαίο για την εξασφάλιση του αποτελεσματικού συντονισμού, η Επιτροπή μπορεί, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής Πολιτικής Ραδιοφάσματος (ΕΠΡ), να προτείνει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο κοινούς στόχους πολιτικής συμεπριλαμβανομένης, αν χρειαστεί, διαπραγματευτικής εντολής. »

(10)

Το άρθρο 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 9

Διαχείριση ραδιοφάσματος για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών

1.    Λαμβάνοντας δεόντως υπόψη ότι οι ραδιοσυχνότητες είναι δημόσιο αγαθό με σημαντική κοινωνική, πολιτισμική και οικονομική αξία, τα κράτη μέλη μεριμνούν για την αποτελεσματική διαχείριση του ραδιοφάσματος για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην επικράτειά τους σύμφωνα με τα άρθρα 8 και 8β . Εξασφαλίζουν ότι η κατανομή και η εκχώρηση των ραδιοσυχνοτήτων αυτών από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, βασίζονται σε αντικειμενικά, διαφανή, αμερόληπτα και αναλογικά κριτήρια. Στο πλαίσιο αυτό, τηρούν τις διεθνείς συμφωνίες και μπορεί να λαμβάνουν υπόψη τους προβληματισμούς που αφορούν την δημόσια πολιτική.

2.   Τα κράτη μέλη προάγουν την εναρμόνιση της χρήσης των ραδιοσυχνοτήτων σε ολόκληρη την Κοινότητα, σύμφωνα με την ανάγκη εξασφάλισης της αποτελεσματικής και αποδοτικής χρήσης τους και επιδιώκοντας οφέλη για τους καταναλωτές, όπως οικονομίες κλίμακας και διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών. Στο πλαίσιο αυτό, τηρούν τις διατάξεις των άρθρων 8β και 9γ της παρούσας οδηγίας, και της απόφασης αριθ. 676/2002/ΕΚ (απόφαση για το ραδιοφάσμα).

3.   Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στo δεύτερο εδάφιο ή στα μέτρα που θεσπίζονται κατ' εφαρμογή του άρθρου 9γ, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι κάθε τύπος τεχνολογίας που χρησιμοποιείται για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών μπορεί να χρησιμοποιείται στις ζώνες ραδιοσυχνοτήτων που είναι διαθέσιμες για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, σύμφωνα με τις ραδιοφωνικές ρυθμίσεις της ΔΕΤ .

Τα κράτη μέλη μπορούν, ωστόσο, να προβλέπουν αναλογικούς και αμερόληπτους περιορισμούς στους τύπους της χρησιμοποιούμενης τεχνολογίας για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών όπου τούτο αιτιολογείται:

α)

προς αποφυγή της πιθανότητας επιβλαβών παρεμβολών·

β)

για την προστασία της δημόσιας υγείας από ηλεκτρομαγνητικά πεδία,

γ)

για τη διασφάλιση τεχνικής ποιότητας υπηρεσιών,

δ)

για την εξασφάλιση της μεγιστοποίησης του μερισμού ραδιοφάσματος,

ε)

για τη διασφάλιση της αποδοτικής χρήσης του ραδιοφάσματος,

στ)

για την επίτευξη στόχου γενικού συμφέροντος σύμφωνα με την παράγραφο 4 παρακάτω.

4.   Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στο δεύτερο εδάφιο, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι κάθε τύπος υπηρεσιών ηλεκτρικών επικοινωνιών μπορεί να παρέχεται στις ζώνες ραδιοσυχνοτήτων που είναι διαθέσιμες για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, σύμφωνα με τους εθνικούς τους πίνακες κατανομής συχνοτήτων και τις ραδιοφωνικές ρυθμίσεις της ΔΕΤ . Τα κράτη μέλη μπορούν, ωστόσο, να προβλέπουν αναλογικούς και αμερόληπτους περιορισμούς για τους παρεχόμενους τύπους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Μέτρα που επιβάλλουν την παροχή μιας υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε συγκριμένη ζώνη αιτιολογούνται με σκοπό να εξασφαλιστεί η κάλυψη στόχου γενικού συμφέροντος που καθορίζεται στην εθνική νομοθεσία σε συμμόρφωση με την κοινοτική νομοθεσία, όπως η ασφάλεια της ζωής, η προαγωγή της κοινωνικής, περιφερειακής ή εδαφικής συνοχής, ή η αποφυγή αναποτελεσματικής χρήσης ραδιοφάσματος, ή η προαγωγή στόχων πολιτικής για τον πολιτισμό και τα μέσα επικοινωνίας όπως η πολιτιστική και γλωσσική ποικιλομορφία και η πολυμορφία στα μέσα επικοινωνίας.

Μέτρο που απαγορεύει την παροχή κάθε άλλης υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε συγκεκριμένη ζώνη μπορεί να προβλέπεται μόνον όπου τούτο αιτιολογείται από την ανάγκη προστασίας υπηρεσιών για την ασφάλεια της ζωής.

5.   Τα κράτη μέλη επανεξετάζουν τακτικά την αναγκαιότητα των περιορισμών και μέτρων που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4 και δημοσιεύουν τα αποτελέσματα .

6.   Οι παράγραφοι 3 και 4 εφαρμόζονται για κατανομή και εκχώρηση ραδιοσυχνοτήτων από την … (19).

(11)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα 9α, 9β και 9γ:

«Άρθρο 9α

Επανεξέταση περιορισμών υφισταμένων δικαιωμάτων

1.   Για πενταετή χρονική περίοδο από την … (20), τα κράτη μέλη μπορούν να μεριμνούν ώστε οι κάτοχοι δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων που έχουν χορηγηθεί πριν από την εν λόγω ημερομηνία και θα ισχύουν τουλάχιστον για μια πενταετία από την ημερομηνία αυτή να μπορούν να υποβάλλουν αίτηση στην αρμόδια εθνική αρχή για επανεξέταση των περιορισμών των δικαιωμάτων τους σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφοι 3 και 4.

Πριν εκδώσει την απόφασή της, η αρμόδια εθνική αρχή γνωστοποιεί στον κάτοχο των δικαιωμάτων την επανεκτίμησή της σχετικά με τους περιορισμούς και του παρέχει εύλογο χρονικό διάστημα ώστε να αποσύρει την αίτησή του.

Εάν ο κάτοχος των δικαιωμάτων αποσύρει την αίτησή του, το δικαίωμα παραμένει αμετάβλητο έως τη λήξη της ισχύος του ή το αργότερο έως το τέλος της πενταετούς περιόδου.

2.   Εφόσον ο αναφερόμενος στην παράγραφο 1 κάτοχος των δικαιωμάτων είναι πάροχος υπηρεσιών περιεχομένου ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών εκπομπών και το δικαίωμα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων έχει χορηγηθεί για την εκπλήρωση ειδικού στόχου γενικού συμφέροντος, περιλαμβανομένης της προσφοράς υπηρεσιών ραδιοφωνικών εκπομπών, το δικαίωμα χρήσης του μέρους των ραδιοσυχνοτήτων που είναι απαραίτητο για την εκπλήρωση του εν λόγω στόχου παραμένει αναλλοίωτο . Το μέρος των ραδιοσυχνοτήτων που καθίσταται περιττό για την εκπλήρωση του εν λόγω στόχου επανεκχωρείται σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφοι 3 και 4 της παρούσας οδηγίας και με το άρθρο 7, παράγραφος 2 της οδηγίας για την αδειοδότηση.

3.   Έπειτα από την πενταετή περίοδο της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα απαιτούμενα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι το άρθρο 9 παράγραφοι 3 και 4 εφαρμόζεται σε όλες τις εναπομένουσες εκχωρήσεις και κατανομές ραδιοσυχνοτήτων που υφίσταντο κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.

4.   Κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη λαμβάνουν ενδεδειγμένα μέτρα για την εγγύηση θεμιτού ανταγωνισμού.

Άρθρο 9β

Μεταβίβαση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι επιχειρήσεις να μπορούν να μεταβιβάζουν ή να χρονομισθώνουν σε άλλες επιχειρήσεις μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων στις ζώνες όπου αυτό προβλέπεται στα εκτελεστικά μέτρα που έχουν θεσπιστεί κατ' εφαρμογή του άρθρου 9γ, υπό την προϋπόθεση ότι αυτή η μεταβίβαση ή χρονομίσθωση είναι σύμφωνη με τις εθνικές διαδικασίες και τα εθνικά σχέδια κατανομής συχνοτήτων .

Σε άλλες ζώνες, τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να προβλέπουν την δυνατότητα επιχειρήσεων να μεταβιβάζουν ή να χρονομισθώνουν μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος σε άλλες επιχειρήσεις σύμφωνα με τις εθνικές διαδικασίες.

2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την κοινοποίηση στην αρμόδια εθνική αρχή που έχει την ευθύνη της εκχώρησης μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων και τη δημοσίευση της πρόθεσης μιας επιχείρησης να μεταβιβάσει δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος καθώς και της διενέργειας αυτής της μεταβίβασης . Σε περίπτωση που η χρήση ραδιοσυχνοτήτων έχει εναρμονιστεί με εφαρμογή του άρθρου 9γ και της απόφασης για το ραδιοφάσμα ή άλλων κοινοτικών μέτρων, κάθε τέτοια μεταβίβαση συμμορφώνεται με την εν λόγω εναρμονισμένη χρήση.

Άρθρο 9γ

Μέτρα εναρμόνισης της διαχείρισης ραδιοσυχνοτήτων

Ως συμβολή στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς και αποβλέποντας στην επίτευξη των αρχών των άρθρων 8β, 9, 9α και 9β , η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει κατάλληλα τεχνικά εκτελεστικά μέτρα με σκοπό:

α)

την εφαρμογή του προγράμματος δράσης για το ραδιοφάσμα που θεσπίζεται με βάση το άρθρο 8β, παράγραφος 4·

β)

την ταυτοποίηση των ζωνών στις οποίες οι επιχειρήσεις μπορούν να μεταβιβάζουν ή να χρονομισθώνουν δικαιώματα χρήσης μεταξύ τους·

γ)

την εναρμόνιση των όρων που επισυνάπτονται στην χορήγηση των δικαιωμάτων αυτών ·

δ)

τον προσδιορισμό των ζωνών για τις οποίες εφαρμόζεται η αρχή της ουδετερότητας ως προς υπηρεσία ·

Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3.

(12)

Το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μεριμνούν ώστε τα σχέδια και οι διαδικασίες αριθμοδότησης να εφαρμόζονται κατά τρόπο ο οποίος εξασφαλίζει ίση μεταχείριση σε όλους τους παρόχους και χρήστες αριθμών σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση . Ειδικότερα, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι μια επιχείρηση στην οποία εκχωρείται περιοχή αριθμών δεν προβαίνει σε διακρίσεις σε βάρος άλλων παρόχων και χρηστών όσον αφορά την ακολουθία αριθμών που χρησιμοποιούνται για πρόσβαση στις υπηρεσίες τους.»

β)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Τα κράτη μέλη υποστηρίζουν την εναρμόνιση ορισμένων αριθμών ή περιοχών αριθμοδότησης στην Κοινότητα όπου αυτή προάγει την λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ή υποστηρίζει την ανάπτυξη πανευρωπαϊκών υπηρεσιών. Η Επιτροπή μπορεί να λάβει κατάλληλα τεχνικά εκτελεστικά μέτρα στο θέμα αυτό, τα οποία μπορούν να περιλαμβάνουν τη διασφάλιση διασυνοριακής πρόσβασης στην εθνική αριθμοδότηση για αναγκαίες υπηρεσίες όπως οι υπηρεσίες πληροφοριών καταλόγου. Με τα εκτελεστικά μέτρα μπορούν να χορηγούνται στον BERT ειδικές αρμοδιότητες κατά την εφαρμογή των εν λόγω μέτρων.

Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3.»

(13)

Στο άρθρο 11 παράγραφος 1, η τρίτη περίπτωση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ενεργεί βάσει απλών, διαφανών και προσιτών στο κοινό διαδικασιών που εφαρμόζονται χωρίς διακρίσεις και χωρίς καθυστέρηση, και σε κάθε περίπτωση λαμβάνει την απόφασή της εντός τετραμήνου από την υποβολή της αίτησης, και»

(14)

Το άρθρο 12 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 12

Συντοπισμός και μερισμός στοιχείων δικτύου και συναφών ευκολιών για παρόχους δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών

1.   Όταν μια επιχείρηση παροχής δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών έχει το δικαίωμα, δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας, να εγκαθιστά ευκολίες επί, υπεράνω ή υποκάτω δημόσιου ή ιδιωτικού ακινήτου, ή δύναται να επωφελείται διαδικασίας για την απαλλοτρίωση ή τη χρήση ακινήτου, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές είναι σε θέση να επιβάλουν μερισμό (κοινή χρήση) των ευκολιών ή του ακινήτου αυτού, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη την αρχή της αναλογικότητας , συμπεριλαμβανομένων εισόδων σε κτίρια, καλωδιώσεων κτιρίων, ιστών, κεραιών, πύργων και άλλων κατασκευών στήριξης, αγωγών, φρεατίων και κυτίων σύνδεσης , και κάθε άλλου μη ενεργού στοιχείου δικτύου .

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τους κατόχους των αναφερόμενων στην παράγραφο 1 δικαιωμάτων το μερισμό χρήσεων ή ακινήτων (συμπεριλαμβανομένου φυσικού συντοπισμού) ή τη λήψη μέτρων διευκόλυνσης του συντονισμού δημόσιων έργων λόγω ανάγκης προστασίας του περιβάλλοντος, της δημόσιας υγείας ή της δημόσιας ασφάλειας, ή της επίτευξης πολεοδομικών ή χωροταξικών στόχων μόνον έπειτα από κατάλληλη περίοδο δημόσιας διαβούλευσης, κατά τη διάρκεια της οποίας παρέχεται σε όλους τους ενδιαφερόμενους η δυνατότητα έκφρασης των απόψεών τους. Οι ρυθμίσεις αυτές για μερισμό ή συντοπισμό μπορούν να περιλαμβάνουν κανόνες για την κατανομή των δαπανών της από κοινού χρήσης ευκολιών ή ακινήτου. Οι ρυθμίσεις αυτές για μερισμό ή συντονισμό μπορούν να περιλαμβάνουν κανόνες για την κατανομή των δαπανών του μερισμού ευκολιών ή ακινήτου.

3.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διαθέτουν εξουσία να απαιτούν, κατόπιν εύλογης περιόδου δημόσιας διαβούλευσης, κατά τη διάρκεια της οποίας παρέχεται σε όλους τους ενδιαφερόμενους η δυνατότητα έκφρασης των απόψεών τους, από τους κατόχους των αναφερόμενων στην παράγραφο 1 δικαιωμάτων το μερισμό χρήσεων ή ακινήτων (συμπεριλαμβανομένου φυσικού συντοπισμού) για την ενθάρρυνση της πραγματοποίησης αποτελεσματικών επενδύσεων στην υποδομή και την προώθηση της καινοτομίας, Οι ρυθμίσεις αυτές για μερισμό ή συντονισμό μπορεί να περιλαμβάνουν κανόνες για την κατανομή των δαπανών της από κοινού χρήσης εγκαταστάσεων ή ακινήτου, και διασφαλίζουν την κατάλληλη κατανομή των κινδύνων μεταξύ ενδιαφερομένων επιχειρήσεων.

4.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πραγματοποιούν λεπτομερή καταγραφή της φύσης, της διαθεσιμότητας και της γεωγραφικής θέσης των εγκαταστάσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, με βάση πληροφορίες τις οποίες παρέχουν οι κάτοχοι δικαιωμάτων που αναφέρονται στην εν λόγω παράγραφο, και ότι θέτουν τα αποτελέσματα της καταγραφής στη διάθεση των ενδιαφερόμενων μερών.

5.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την καθιέρωση, από τις αρμόδιες αρχές, κατάλληλων διαδικασιών συντονισμού, σε συνεργασία με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, για τα δημόσια έργα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και για άλλες δημόσιες εγκαταστάσεις ή ακίνητα. Σε αυτές τις εγκαταστάσεις ή τα ακίνητα μπορούν να περιλαμβάνονται διαδικασίες που διασφαλίζουν την ενημέρωση των ενδιαφερομένων μερών σχετικά με τις δημόσιες εγκαταστάσεις ή ακίνητα και για υπό κατασκευή ή προγραμματισμένα δημόσια έργα, την έγκαιρη κοινοποίηση τέτοιων έργων, και τη διευκόλυνση του μερισμού στο μέγιστο δυνατό βαθμό.

6.   Τα μέτρα που λαμβάνονται από εθνική ρυθμιστική αρχή σύμφωνα με το παρόν άρθρο είναι αντικειμενικά, διαφανή, αμερόληπτα και αναλογικά.»

(15)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο κεφάλαιο ΙΙΙα:

«Κεφάλαιο ΙΙΙα

ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΑΚΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΔΙΚΤΥΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Άρθρο 13α

Ασφάλεια και ακεραιότητα

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμες στο κοινό να λαμβάνουν κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για την κατοχύρωση της ασφάλειας των δικτύων ή των υπηρεσιών τους. Λαμβανομένων υπόψη των πλέον πρόσφατων τεχνικών δυνατοτήτων, τα μέτρα αυτά πρέπει να εξασφαλίζουν επίπεδο ασφάλειας ανάλογο προς τον υπάρχοντα κίνδυνο. Ιδιαιτέρως, λαμβάνονται μέτρα για την αποτροπή και ελαχιστοποίηση του αντίκτυπου συμβάντων που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια σε χρήστες και διασυνδεμένα δίκτυα.

2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για την εξασφάλιση της ακεραιότητας των δικτύων τους με σκοπό την εξασφάλιση της συνέχειας της παροχής υπηρεσιών που διανέμονται μέσω των δικτύων αυτών. Πριν λάβουν ειδικά μέτρα για την ασφάλεια και την ακεραιότητα των δικτύων ηλεκτρονικών τηλεπικοινωνιών, οι αρμόδιες εθνικές αρχές, διεξάγουν διαβουλεύσεις με όλους τους παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών τηλεπικοινωνιών.

3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε επιχειρήσεις που παρέχουν πρόσβαση σε δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή σε υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που διατίθενται στο κοινό να κοινοποιούν στην αρμόδια εθνική αρχή παραβιάσεις της ασφάλειας ή απώλεια ακεραιότητας με σημαντικό αντίκτυπο στην λειτουργία δικτύων ή υπηρεσιών.

Κατά περίπτωση, η αρμόδια εθνική αρχή ενημερώνει τις αρμόδιες εθνικές αρχές στα άλλα κράτη μέλη, καθώς και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών (ENISA) . Σε περίπτωση που η αποκάλυψη της παραβίασης είναι προς το δημόσιο συμφέρον, η αρμόδια εθνική αρχή μπορεί να ενημερώνει το κοινό.

Η αρμόδια εθνική αρχή υποβάλει μία φορά ετησίως στην Επιτροπή συνοπτική έκθεση σχετικά με τις κοινοποιήσεις που έχει παραλάβει και την δράση που έχει αναλάβει σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο.

4.   Η Επιτροπή, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη την γνώμη του ENISA , μπορεί να εγκρίνει κατάλληλα τεχνικά εκτελεστικά μέτρα αποβλέποντας στην εναρμόνιση των μέτρων που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3, συμπεριλαμβανομένων μέτρων που ορίζουν τις περιστάσεις, την μορφή και τις διαδικασίες που ισχύουν για απαιτήσεις κοινοποίησης. Η λήψη τέτοιων τεχνικών εκτελεστικών μέτρων δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να θεσπίζουν επιπλέον απαιτήσεις για την επίτευξη των στόχων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2.

Τα τεχνικά εκτελεστικά μέτρα που αφορούν την κοινοποίηση λαμβάνονται σύμφωνα με την οδηγία 2002/58/ΕΚ με τη συμπλήρωση της με νέα, μη ουσιώδη στοιχεία .

Τα εν λόγω εκτελεστικά μέτρα, που αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 22, παράγραφος 3.

Άρθρο 13β

Εφαρμογή και επιβολή

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες εθνικές ρυθμιστικές αρχές διαθέτουν την εξουσία έκδοσης δεσμευτικών οδηγιών προς τις επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμες στο κοινό, με σκοπό την εφαρμογή του άρθρου 13α. Οι δεσμευτικές οδηγίες πρέπει να είναι αναλογικές και οικονομικά και τεχνικά βιώσιμες και να εφαρμοστούν μέσα σε εύλογο χρονικό πλαίσιο.

2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες εθνικές αρχές να διαθέτουν την εξουσία να απαιτούν από επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμες στο κοινό:

α)

να παρέχουν πληροφορίες απαραίτητες για την εκτίμηση της ασφάλειας και ακεραιότητας των υπηρεσιών και δικτύων τους, συμπεριλαμβανομένων τεκμηριωμένων πολιτικών ασφάλειας· και

β)

να απευθύνουν εντολή σε ειδικευμένο ανεξάρτητο φορέα για την διεξαγωγή ελέγχου ασφάλειας και διάθεση των σχετικών πορισμάτων στην εθνική ρυθμιστική αρχή.

3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες εθνικές αρχές να διαθέτουν όλες τις απαραίτητες εξουσίες για την διερεύνηση περιπτώσεων μη συμμόρφωσης , και των επιπτώσεών τους στην ασφάλεια και ακεραιότητα των δικτύων.

4.   Οι εν λόγω διατάξεις θεσπίζονται με την επιφύλαξη του άρθρου 3 της παρούσας οδηγίας.»

(16)

Το άρθρο 14, παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«Όταν μια επιχείρηση έχει σημαντική ισχύ σε μια συγκεκριμένη αγορά και όταν οι δεσμοί μεταξύ των δύο αγορών είναι τέτοιοι ώστε να είναι δυνατή η μεταφορά της ισχύος από τη μία αγορά στην άλλη, με αποτέλεσμα να ενισχύεται η ισχύς της επιχείρησης, μπορούν να εφαρμοστούν επανορθωτικά μέτρα για την πρόληψη της επιρροής στην συνδεδεμένη αγορά, σύμφωνα με τα άρθρα 9, 10, 11 και 13 της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση). Σε περίπτωση που αυτού του είδους τα επανορθωτικά μέτρα δεν αρκούν, σύμφωνα με το άρθρο 17 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία). »

(17)

Το άρθρο 15 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η επικεφαλίδα αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Διαδικασία ταυτοποίησης και ορισμού αγορών»

β)

Στην παράγραφο 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Έπειτα από δημόσια διαβούλευση και διαβούλευση με τον BERT , η Επιτροπή εκδίδει σύσταση σχετικά με σχετικές αγορές προϊόντων και υπηρεσιών (εφεξής καλούμενη «σύσταση»). Στην απόφαση ταυτοποιούνται οι εν λόγω αγορές προϊόντων και υπηρεσιών στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, τα χαρακτηριστικά των οποίων δύναται να αιτιολογούν την επιβολή κανονιστικών υποχρεώσεων στις ειδικές οδηγίες, με την επιφύλαξη αγορών που σε συγκεκριμένες περιπτώσεις μπορεί να ορίζονται βάσει της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού. Η Επιτροπή καθορίζει τις αγορές σύμφωνα με τις αρχές της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού.»

γ)

Παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

« 2α.     Έως την… (21), η Επιτροπή δημοσιεύει κατευθυντήριες γραμμές για τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές όσον αφορά αποφάσεις που αποσκοπούν στην επιβολή, τροποποίηση ή κατάργηση των υποχρεώσεων των επιχειρήσεων με σημαντική ισχύ στην αγορά .

δ)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τη σύσταση και τις κατευθυντήριες γραμμές, ορίζουν τις σχετικές αγορές που αντιστοιχούν στις εθνικές συνθήκες, ιδίως τις σχετικές γεωγραφικές αγορές εντός της επικράτειάς τους, σύμφωνα με τις αρχές της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ακολουθούν τη διαδικασία των άρθρων 6 και 7, πριν από τον ορισμό αγορών διαφορετικών από εκείνες που ταυτοποιούνται στη σύσταση.»

ε)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Η Επιτροπή λαμβάνοντας ιδιαιτέρως την γνώμη του BERT που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2008 [για την ίδρυση του Φορέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών στον τομέα των Τηλεπικοινωνιών], μπορεί να εκδίδει απόφαση για την ταυτοποίηση διακρατικών αγορών.

Η παρούσα απόφαση που αποσκοπεί σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με συμπλήρωσή της, θεσπίζενται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3.»

(18)

Το άρθρο 16 τροποποιείται ως εξής:

α)

Οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διεξάγουν ανάλυση των σχετικών αγορών λαμβάνοντας υπόψη τις αγορές αυτές που απαριθμούνται στη σύσταση, και λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η ανάλυση αυτή να διεξάγεται, κατά περίπτωση, σε συνεργασία με τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού.

2.   Όταν εθνική ρυθμιστική αρχή, δυνάμει των παραγράφων 3 ή 4 του άρθρου 17 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία), ή του άρθρου 8 της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση), πρέπει να καθορίσει εάν θα επιβληθούν, θα διατηρηθούν, θα τροποποιηθούν ή θα αρθούν υποχρεώσεις επιχειρήσεων, καθορίζει, με βάση την ανάλυση αγοράς που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, κατά πόσον μια σχετική αγορά είναι όντως ανταγωνιστική.»

β)

Οι παράγραφοι 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Στην περίπτωση των διακρατικών αγορών που καθορίζονται στην απόφαση, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 4, η Επιτροπή απαιτεί από τον BERT να πραγματοποιήσει την ανάλυση αγοράς, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές και γνωμοδοτήσει για την τυχόν επιβολή, διατήρηση, τροποποίηση ή άρση των κανονιστικών υποχρεώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

Η Επιτροπή, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη την γνώμη του BERT , μπορεί να εκδώσει απόφαση για τον καθορισμό μιας ή περισσότερων επιχειρήσεων που διαθέτουν σημαντική ισχύ στην εν λόγω αγορά, και να επιβάλουν μία ή περισσότερες ειδικές υποχρεώσεις βάσει των άρθρων 9 έως 13α της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση) και του άρθρο 17 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία). Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή ακολουθεί τους στόχους πολιτικής που ορίζονται στο άρθρο 8.

6.   Τα μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 3, και 4 του παρόντος άρθρου, υπόκεινται στη διαδικασία των άρθρων 6 και 7. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διεξάγουν ανάλυση της σχετικής αγοράς:

α)

εντός διετίας από προηγούμενη κοινοποίηση σχεδίου μέτρου που αναφέρεται στην εν λόγω αγορά·

β)

για αγορές που δεν έχουν προηγουμένως κοινοποιηθεί στην Επιτροπή, εντός έτους από την έγκριση αναθεωρημένης σύστασης για σχετικές αγορές, ή

γ)

για κράτη μέλη που έχουν προσχωρήσει πρόσφατα στην Ένωση, εντός έτους από την προσχώρησή τους.»

γ)

Παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 7:

«7.   Σε περίπτωση που εθνική ρυθμιστική αρχή δεν έχει ολοκληρώσει την ανάλυσή της για σχετική αγορά που προσδιορίζεται στην σύσταση εντός της χρονικής προθεσμίας που ορίζει το άρθρο 16 παράγραφος 6, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από τον BERT να εκδώσει γνώμη, συμπεριλαμβανομένου σχεδίου μέτρου, για την ανάλυση της συγκεκριμένης αγοράς και των ειδικών υποχρεώσεων που θα επιβληθούν. Ο BERT διεξάγει δημόσια διαβούλευση για το σχετικό σχέδιο μέτρου.

»

(19)

Το άρθρο 17 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην πρώτη πρόταση της παραγράφου 1, οι λέξεις «του άρθρου 22 παράγραφος 2» αντικαθίστανται από τις λέξεις «του άρθρου 22 παράγραφος 3»· στη δεύτερη πρόταση, οι λέξεις «ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 22 παράγραφος 2,» αντικαθίστανται από τις λέξεις «να λάβει κατάλληλα εκτελεστικά μέτρα».

β)

Στην παράγραφο 2, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ελλείψει αυτών των προτύπων και/ή προδιαγραφών, τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν την εφαρμογή διεθνών προτύπων ή συστάσεων που εγκρίνουν η Διεθνής Ένωση Τηλεπικοινωνιών, η Ευρωπαϊκή Διάσκεψη Διοικήσεων Ταχυδρομείων και Τηλεπικοινωνιών (CEPT) , ο Διεθνής Οργανισμός Τυποποίησης (ISO) ή η Διεθνής Ηλεκτροτεχνική Επιτροπή (IEC).»

γ)

Στην παράγραφο 6, οι λέξεις «τα αποσύρει από τον κατάλογο των προτύπων ή/και προδιαγραφών που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 22 παράγραφος 3» αντικαθίστανται από τις λέξεις «λαμβάνει τα κατάλληλα εκτελεστικά μέτρα και αποσύρει αυτά τα πρότυπα ή/και προδιαγραφές από τον κατάλογο των προτύπων ή/και προδιαγραφών που αναφέρεται στην παράγραφο 1».

δ)

Παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 6α:

«6α.   Τα αναφερόμενα στις παραγράφους 1, 4 και 6 εκτελεστικά μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιαστικών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3.»

(20)

Το άρθρο 18 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1 προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο (γ):

«γ)

τους παρόχους υπηρεσιών και εξοπλισμού ψηφιακής τηλεόρασης να συνεργαστούν στην παροχή διαλειτουργικών τηλεοπτικών υπηρεσιών για τελικούς χρήστες με αναπηρίες.»

β)

Διαγράφεται η παράγραφος 3.

(21)

Το άρθρο 19 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 19

Διαδικασίες εναρμόνισης

1.   Με επιφύλαξη του άρθρου 9 της παρούσας οδηγίας και των άρθρων 6 και 8 της οδηγίας 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση), εφόσον η Επιτροπή διαπιστώσει ότι η ύπαρξη αποκλίσεων κατά την υλοποίηση, εκ μέρους των εθνικών ρυθμιστικών αρχών, των ρυθμιστικών καθηκόντων που προσδιορίζονται στην παρούσα οδηγία και στις ειδικές οδηγίες αποτελεί φραγμό στην εσωτερική αγορά η Επιτροπή, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη την γνώμη του BERT , εάν υπάρχει, μπορεί να εκδώσει απόφαση για την εναρμονισμένη εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας και των ειδικών οδηγιών με σκοπό την προσαρμογή της επίτευξης των στόχων του άρθρου 8.

2.   Όταν η Επιτροπή θεσπίζει δεσμευτικά μέτρα κατ' εφαρμογή της παραγράφου 1, τα μέτρα αυτά, τα οποία αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιαστικών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3.

3.   Μέτρα που θεσπίζονται κατ' εφαρμογή της παραγράφου 1 μπορούν να περιλαμβάνουν προσδιορισμό εναρμονισμένης ή συντονισμένης μεθόδου για την αντιμετώπιση των ακόλουθων θεμάτων:

α)

συνεκτική εφαρμογή κανονιστικών μεθόδων, συμπεριλαμβανομένων, της κανονιστικής ρύθμισης νέων υπηρεσιών , επιμέρους αγορών και διασυνοριακών υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών για επιχειρήσεις.

β)

θέματα αριθμοδότησης, ονοματοδοσίας και διευθυνσιοδότησης, συμπεριλαμβανομένων πεδίων αριθμών, φορητότητας αριθμών και αναγνωριστικών, συστημάτων μετατροπής αριθμών και διευθύνσεων, καθώς και πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης (αριθμός 112)·

γ)

θέματα καταναλωτών που δεν καλύπτονται από την οδηγία 2002/22/ΕΚ (οδηγία περί καθολικής υπηρεσίας), ιδιαίτερα δε η προσβασιμότητα σε υπηρεσίες και εξοπλισμό ηλεκτρονικών επικοινωνιών εκ μέρους τελικών χρηστών με αναπηρίες·

δ)

λογιστική προβλεπόμενη από την κανονιστική ρύθμιση, συμπεριλαμβανομένου του υπολογισμού του επενδυτικού κινδύνου.

»

(22)

Η πρώτη παράγραφος του άρθρου 20 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Σε περίπτωση διαφοράς μεταξύ παρόχων υπηρεσιών σε σχέση με υποχρεώσεις που απορρέουν από την παρούσα οδηγία ή τις ειδικές οδηγίες, κατά την οποία ένα από τα μέρη είναι επιχείρηση παροχής δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ένα κράτος μέλος, η ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή εκδίδει, κατόπιν αιτήματος ενός εκ των μερών και υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 2, δεσμευτική απόφαση για την επίλυση της διαφοράς, το ταχύτερο δυνατό και, πάντως, εντός τεσσάρων μηνών, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις. Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος απαιτεί την πλήρη συνεργασία όλων των μερών με την εθνική ρυθμιστική αρχή.»

(23)

Το άρθρο 21 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 21

Επίλυση διασυνοριακών διαφορών

1.   Σε περίπτωση διασυνοριακής διαφοράς στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας ή των ειδικών οδηγιών μεταξύ μερών σε διαφορετικά κράτη μέλη, αν η διαφορά αυτή εμπίπτει στην αρμοδιότητα εθνικών ρυθμιστικών αρχών δύο τουλάχιστον κρατών μελών, εφαρμόζεται η διαδικασία των παραγράφων 2, 3 και 4.

2.   Κάθε μέρος μπορεί να παραπέμψει τη διαφορά στις ενδιαφερόμενες εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Οι αρμόδιες εθνικές ρυθμιστικές αρχές συντονίζουν τις προσπάθειές τους με τον BERT για την επίλυση της διαφοράς, στο μέτρο του δυνατού με τη λήψη κοινής απόφασης , σύμφωνα με τους στόχους του άρθρου 8. Οι υποχρεώσεις που μπορoύν να επιβάλλουν οι εθνικές κανονιστικές αρχές σε μια επιχείρηση, στο πλαίσιο της επίλυσης διαφοράς, πρέπει να είναι σύμφωνες προς τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας ή των ειδικών οδηγιών.

Κάθε εθνική ρυθμιστική αρχή που διαθέτει αρμοδιότητα σε τέτοια διαφορά μπορεί να ζητήσει από τον BERT να εκδώσει σύσταση κατ' εφαρμογή του άρθρου 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2008 [για την ίδρυση του φoρέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών στον τομέα των τηλεπικοινωνιών (BERT)] ως προς την δράση που πρέπει να αναληφθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας πλαίσιο ή/και των ειδικών οδηγιών για επίλυση της διαφοράς.

Εφόσον έχει διατυπωθεί ανάλογο αίτημα προς τον BERT , κάθε εθνική ρυθμιστική αρχή που διαθέτει αρμοδιότητα σε οποιαδήποτε πτυχή της διαφοράς αναμένει την σύσταση του BERT κατ' εφαρμογή του άρθρου 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2008 [για την ίδρυση του φoρέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών στον τομέα των τηλεπικοινωνιών (BERT)] προτού αναλάβει δράση για επίλυση της διαφοράς, με την επιφύλαξη της δυνατότητας οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να λάβουν επείγοντα μέτρα όπου αυτό είναι απαραίτητο.

Οποιαδήποτε υποχρέωση που η εθνική ρυθμιστική αρχή επιβάλει σε επιχείρηση για επίλυση διαφοράς γίνεται με τήρηση των διατάξεων της παρούσας οδηγίας ή των ειδικών οδηγιών και λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη την σύσταση που εκδίδει ο BERT σύμφωνα με το άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2008 [για την ίδρυση του φoρέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών στον τομέα των τηλεπικοινωνιών (BERT)].

3.   Τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να αρνούνται από κοινού την επίλυση διαφοράς, εάν υπάρχουν άλλοι μηχανισμοί, συμπεριλαμβανομένης της διαμεσολάβησης, οι οποίοι θα μπορούσαν να συμβάλλουν καλύτερα σε έγκαιρη επίλυση της διαφοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8.

Τα μέρη ενημερώνονται σχετικά, αμελλητί. Εάν, έπειτα από τέσσερις μήνες, η διαφορά δεν έχει επιλυθεί, εάν η διαφορά δεν έχει παραπεμφθεί στα δικαστήρια από το μέρος του οποίου εθίγησαν τα δικαιώματα , και το ζητεί το ένα από τα μέρη, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές συντονίζουν τις προσπάθειές τους για να επιτευχθεί επίλυση της διαφοράς, στο μέτρο του δυνατού με τη λήψη κοινής απόφασης , σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 και λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη κάθε σύσταση που εκδίδεται από την Αρχή σύμφωνα με το άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2008 [για την ίδρυση του φoρέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών στον τομέα των τηλεπικοινωνιών (BERT)].

4.   Η διαδικασία που αναφέρεται στην παράγραφο 2 δεν στερεί από κανένα μέρος τη δυνατότητα να ασκήσει αγωγή ενώπιον των δικαστηρίων.»

(24)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 21α:

«Άρθρο 21α

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη καθορίζουν το σύστημα των κυρώσεων που επιβάλλονται για παραβάσεις των εθνικών διατάξεων κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και των ειδικών οδηγιών, και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να εξασφαλίζεται η εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι προσήκουσες , αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις εν λόγω διατάξεις στην Επιτροπή έως την (22) το αργότερο και την ενημερώνουν αμελλητί σχετικά με οποιαδήποτε επακόλουθη τροποποίηση που τις επηρεάζει.»

(25)

Το άρθρο 22 τροποποιείται ως εξής:

α)

Προστίθεται η ακόλουθη νέα παράγραφος:

« 1α.     Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, για τη θέσπιση μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 9γ, η Επιτροπή επικουρείται από την Επιτροπή Ραδιοφάσματος που συγκροτείται με βάση το άρθρο 3 παράγραφος 1 της απόφασης αριθ. 676/2002/ΕΚ. »

β)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.»

γ)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

4.   « Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1, 2, 4 και 6 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.»

(26)

Διαγράφεται το άρθρο 27.

(27)

Το Παράρτημα I διαγράφεται. Το παράρτημα II τροποποιείται σύμφωνα με το Παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

Τροποποιήσεις στην οδηγία 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση)

Η οδηγία 2002/19/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

(1)

Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

το στοιχείο (α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

«Πρόσβαση»: η διάθεση ευκολιών ή/και υπηρεσιών σε άλλη επιχείρηση, βάσει καθορισμένων όρων, σε αποκλειστική ή μη βάση, για τον σκοπό παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών συμπεριλαμβανομένης της διανομής υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας ή υπηρεσιών περιεχομένου ρ/τ εκπομπών. Μεταξύ άλλων καλύπτει: πρόσβαση σε στοιχεία του δικτύου και συναφείς ευκολίες, που μπορούν να αφορούν τη σύνδεση εξοπλισμού με σταθερά ή μη σταθερά μέσα (περιλαμβάνεται ιδίως η πρόσβαση στον τοπικό βρόχο και σε ευκολίες και υπηρεσίες απαραίτητες για την παροχή υπηρεσιών μέσω τοπικού βρόχου)· πρόσβαση σε υλική υποδομή, που περιλαμβάνει κτίρια, αγωγούς και ιστούς· πρόσβαση σε συναφή συστήματα λογισμικού, που περιλαμβάνουν συστήματα λειτουργικής υποστήριξης· πρόσβαση σε μετατροπή αριθμών ή σε συστήματα που παρέχουν παρόμοιες λειτουργικές δυνατότητες· πρόσβαση στις αναγκαίες πληροφορίες για τους συνδρομητές και σε μηχανισμούς για την επιστροφή ποσών που έχουν χρεωθεί σε τελικούς καταναλωτές στους παρόχους υπηρεσιών καταλόγου· πρόσβαση σε σταθερά και κινητά δίκτυα, ιδίως για περιαγωγή· πρόσβαση σε συστήματα υπό όρους πρόσβασης για υπηρεσίες ψηφιακής τηλεόρασης· και πρόσβαση σε υπηρεσίες εικονικού δικτύου.»

β)

το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

« ε)

«Τοπικός βρόχος»: φυσικό κύκλωμα που συνδέει το σημείο τερματισμού του δικτύου […] με κεντρικό κατανεμητή ή με την αντίστοιχη ευκολία στο σταθερό δημόσιο δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών. »

(2)

Το άρθρο 4 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Οι φορείς εκμετάλλευσης δημόσιων δικτύων επικοινωνιών έχουν το δικαίωμα και, εφόσον ζητείται από άλλες επιχειρήσεις που διαθέτουν τη σχετική άδεια σύμφωνα με το άρθρο 4 της οδηγίας 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση), την υποχρέωση, να διαπραγματεύονται τη μεταξύ τους διασύνδεση για παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που είναι διαθέσιμες στο κοινό, ή την εκπομπή ραδιοτηλεοπτικού περιεχομένου ή την παροχή υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, προκειμένου να εξασφαλίζεται η παροχή και η διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών σε ολόκληρη την Κοινότητα. Οι φορείς εκμετάλλευσης παρέχουν πρόσβαση και διασύνδεση σε άλλες επιχειρήσεις υπό όρους και προϋποθέσεις συμβατούς με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές σύμφωνα με τα άρθρα 5 έως 8. Ωστόσο, οι όροι και οι συνθήκες για τη διασύνδεση δεν πρέπει να εισάγουν αδικαιολόγητους φραγμούς στη διαλειτουργικότητα. »

(3)

Το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:

α)

Οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

« Οι εθνικές κανονιστικές αρχές, ενεργώντας με γνώμονα την επίτευξη των στόχων του άρθρου 8 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο), ενθαρρύνουν και, κατά περίπτωση, εξασφαλίζουν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, την κατάλληλη πρόσβαση και διασύνδεση, καθώς και τη διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών, ασκώντας τις αρμοδιότητές τους κατά τρόπο ο οποίος εξασφαλίζει οικονομική απόδοση, βιώσιμο ανταγωνισμό, επενδύσεις και καινοτομία, και παρέχει το μέγιστο όφελος στους τελικούς χρήστες.

Ειδικότερα, και με την επιφύλαξη των μέτρων που μπορούν να ληφθούν για τις επιχειρήσεις με σημαντική ισχύ στην αγορά, σύμφωνα με το άρθρο 8, οι εθνικές κανονιστικές αρχές πρέπει να μπορούν να επιβάλλουν:

α)

στο βαθμό που αυτό είναι απαραίτητο για να εξασφαλισθεί η δυνατότητα τελικής διασύνδεσης ή δίκαιης και εύλογης πρόσβασης σε υπηρεσίες τρίτων, όπως υπηρεσίες καταλόγου, υποχρεώσεις σε επιχειρήσεις που ελέγχουν την πρόσβαση στους τελικούς χρήστες, συμπεριλαμβανομένης, σε δικαιολογημένες περιπτώσεις, της υποχρέωσης να διασυνδέουν τα δίκτυά τους ή να το πράττουν με αμεροληψία, όταν αυτό δεν συμβαίνει ήδη, ή να καθιστούν τις υπηρεσίες τους διαλειτουργικές, μεταξύ άλλων με μηχανισμούς για την επιστροφή σε παρόχους, ποσών που έχουν χρεωθεί σε τελικούς καταναλωτές, με δίκαιους, διαφανείς και λογικούς όρους·

β)

στο βαθμό που αυτό είναι απαραίτητο για να εξασφαλίζεται η δυνατότητα πρόσβασης των τελικών χρηστών σε υπηρεσίες ψηφιακών ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών που προσδιορίζει το κράτος μέλος, υποχρεώσεις σε φορείς εκμετάλλευσης να παρέχουν πρόσβαση στις λοιπές ευκολίες οι οποίες αναφέρονται στο παράρτημα Ι, μέρος ΙΙ, υπό δίκαιες, εύλογες και αμερόληπτες προϋποθέσεις.

2.   Οι υποχρεώσεις και οι προϋποθέσεις που επιβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 είναι αντικειμενικές, διαφανείς, αναλογικές και αμερόληπτες, και εφαρμόζονται με τη διαδικασία των άρθρων 6, 7 και 7α της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).

Κατά την εξέταση της αναλογικότητας των προς επιβολή μέτρων και όρων, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν υπόψη τους τους διαφορετικούς όρους ανταγωνισμού που υπάρχουν στους διάφορους τομείς εντός του κράτους μέλους τους. »

β)

Διαγράφονται οι παράγραφοι 3 και 4.

(4)

Στο άρθρο 6, το σημείο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Υπό το φως των εξελίξεων στην αγορά και την τεχνολογία, η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει εκτελεστικά μέτρα για την τροποποίηση του Παραρτήματος I. Τα μέτρα αυτά, που προβλέπονται για την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3.

Κατά την κατάρτιση των διατάξεων που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, η Επιτροπή μπορεί να επικουρείται από τον Φορέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών στον τομέα των Τηλεπικοινωνιών («BERT»). »

(5)

Διαγράφεται το άρθρο 7.

(6)

Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, οι λέξεις «άρθρα 9 έως 13» αντικαθίστανται από «άρθρα 9 έως 13α»

β)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

« 2.     Εφόσον, έπειτα από ανάλυση της αγοράς η οποία πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο), ο φορέας εκμετάλλευσης ορίζεται ως έχων σημαντική ισχύ στη συγκεκριμένη αγορά, οι εθνικές κανονιστικές αρχές επιβάλλουν, κατά περίπτωση, τις υποχρεώσεις οι οποίες αναφέρονται στα άρθρα 9 έως13 της παρούσας οδηγίας, σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 7α της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο). »

γ)

Η παράγραφος 3 τροποποιείται ως εξής:

(i)

Το πρώτο εδάφιο τροποποιείται ως εξής:

στην πρώτη περίπτωση, οι λέξεις «του άρθρου 5 παράγραφοι 1 και 2 και του άρθρου 6» αντικαθίστανται από τις λέξεις «του άρθρου 5 παράγραφος 1 και του άρθρου 6».

στην δεύτερη περίπτωση, οι λέξεις «της οδηγίας 97/66/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Δεκεμβρίου 1997 περί επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων και προστασίας της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των τηλεπικοινωνιών (23)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «οδηγίας 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (24) (οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες)».

(ii)

Η ακόλουθη πρόταση περιλαμβάνεται ως δεύτερη πρόταση στο δεύτερο εδάφιο:

«Η Επιτροπή λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη την γνώμη του BERT που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 3, στοιχείο (ιγ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2008 [για την ίδρυση του φoρέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών στον τομέα των τηλεπικοινωνιών (BERT)].»

(7)

Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής :

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

« 1.     Οι εθνικές κανονιστικές αρχές μπορούν, σύμφωνα με το άρθρο 8, να επιβάλλουν υποχρεώσεις διαφάνειας όσον αφορά τη διασύνδεση και/ή την πρόσβαση, βάσει των οποίων απαιτείται από τους φορείς εκμετάλλευσης να δημοσιοποιούν συγκεκριμένες πληροφορίες, όπως πληροφορίες λογιστικής φύσεως, τεχνικές προδιαγραφές, χαρακτηριστικά δικτύου, περιορισμούς στην πρόσβαση σε υπηρεσίες και εφαρμογές, διαχείριση φόρτου, πολιτικές, όρους και προϋποθέσεις παροχής και χρήσης, καθώς και τιμές. »

β)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο :

« 4.     Ανεξάρτητα από την παράγραφο 3, όταν διαπιστώνεται ότι ένας φορέας εκμετάλλευσης διαθέτει σημαντική ισχύ στην αγορά, σύμφωνα με το άρθρο 14 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο) όσον αφορά την τοπική πρόσβαση σε σταθερό σημείο, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν τη δημοσίευση προσφοράς αναφοράς που περιέχει τουλάχιστον τα στοιχεία που εκτίθενται στο παράρτημα ΙΙ. »

γ)

Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει τις απαραίτητες τροποποιήσεις στο παράρτημα II για την προσαρμογή του στις εξελίξεις της τεχνολογίας και της αγοράς. Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3. Για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης, η Επιτροπή μπορεί να προσφύγει στη διαδικασία επείγοντος στην οποία παραπέμπει το άρθρο 14 παράγραφος 4. Στην εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου, η Επιτροπή μπορεί να επικουρείται από τον BERT

(8)

Το άρθρο 12 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο :

«Άρθρο 12

Υποχρέωση3πρόσβασης και χρήση ειδικών εγκαταστάσεων δικτύου

1.     Η εθνική κανονιστική αρχή δύναται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8, να επιβάλλει, σε φορείς εκμετάλλευσης, υποχρεώσεις να ικανοποιούν εύλογες αιτήσεις για πρόσβαση ή χρήση ειδικών στοιχείων του δικτύου και συναφών ευκολιών, μεταξύ άλλων σε περιπτώσεις όπου η εθνική κανονιστική αρχή κρίνει ότι η άρνηση πρόσβασης ή οι παράλογοι όροι και προϋποθέσεις με ανάλογο αποτέλεσμα, θα δυσχέραιναν τη δημιουργία βιώσιμης ανταγωνιστικής αγοράς, σε επίπεδο λιανικού εμπορίου ή ότι δεν θα ήταν προς το συμφέρον των τελικών χρηστών.

Από τους φορείς εκμετάλλευσης απαιτείται, μεταξύ άλλων:

α)

η παροχή σε τρίτους πρόσβασης σε καθορισμένα στοιχεία και/ή ευκολίες του δικτύου, συμπεριλαμβανομένης της αδεσμοποίητης πρόσβασης στον τοπικό βρόχο·

β)

η καλόπιστη διαπραγμάτευση με επιχειρήσεις που ζητούν πρόσβαση·

γ)

η μη ανάκληση ήδη χορηγηθείσας πρόσβασης σε εγκαταστάσεις·

δ)

η παροχή συγκεκριμένων υπηρεσιών χονδρικώς για μεταπώληση από τρίτους·

ε)

η χορήγηση ελεύθερης πρόσβασης σε τεχνικές διεπαφές, πρωτόκολλα ή άλλες βασικές τεχνολογίες που είναι απαραίτητες για τη διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών ή των υπηρεσιών εικονικού δικτύου·

στ)

η παροχή συντοπισμού ή άλλων μορφών από κοινού χρήσης ευκολιών, συμπεριλαμβανομένων αγωγών, κτιρίων ή εισόδων σε κτίρια, κεραιών , πύργων και άλλων κατασκευών στήριξης, ιστών, φρεατίων, κυτίων σύνδεσης· και άλλων μη ενεργών στοιχείων δικτύου·

(στα)

την παροχή, σε τρίτα μέρη, μιας ενός προτύπου προσφοράς για την παροχή πρόσβασης σε αγωγούς·

ζ)

η παροχή συγκεκριμένων υπηρεσιών που είναι αναγκαίες για τη διασφάλιση της διαλειτουργικότητας διατερματικών υπηρεσιών που παρέχονται σε χρήστες, συμπεριλαμβανομένων των ευκολιών για υπηρεσίες ευφυών δικτύων ή περιαγωγής σε κινητά δίκτυα·

η)

η παροχή πρόσβασης σε συστήματα επιχειρησιακής υποστήριξης ή παρόμοια συστήματα λογισμικού, απαραίτητα για την εξασφάλιση ισότιμου ανταγωνισμού στην παροχή των υπηρεσιών·

θ)

η διασύνδεση δικτύων ή ευκολιών δικτύου·

ι)

η παροχή πρόσβασης σε συναφείς υπηρεσίες, όπως ταυτοποίηση, εντοπισμός θέσης και ικανότητα παρουσίας.

Οι εθνικές κανονιστικές αρχές μπορούν να συνοδεύουν τις υποχρεώσεις αυτές, με όρους ισότιμου, εύλογου και έγκαιρου χαρακτήρα.

2.     Όταν οι εθνικές κανονιστικές αρχές εξετάζουν εάν θα επιβάλλουν τις υποχρεώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ιδίως όταν εκτιμούν κατά πόσο οι υποχρεώσεις αυτές είναι ανάλογες προς τους στόχους που ορίζει το άρθρο 8 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο), λαμβάνουν υπόψη τους εξής ιδίως παράγοντες:

α)

την τεχνική και οικονομική βιωσιμότητα της χρήσης ή της εγκατάστασης ανταγωνιστικών εγκαταστάσεων, ανάλογα με τον ρυθμό ανάπτυξης της αγοράς, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση και τον τύπο της διασύνδεσης και της πρόσβασης περί των οποίων πρόκειται, συμπεριλαμβανομένης της βιωσιμότητας άλλων προϊόντων ανάντη πρόσβασης όπως η πρόσβαση σε αγωγούς·

β)

τη σκοπιμότητα παροχής της προτεινόμενης πρόσβασης σε συνάρτηση με τις διαθέσιμες δυνατότητες·

γ)

την αρχική επένδυση του κατόχου της ευκολίας, έχοντας υπόψη δημόσιες επενδύσεις που έχουν πραγματοποιηθεί και τους συναφείς με την υλοποίηση της επένδυσης κινδύνους, συμπεριλαμβανομένου κατάλληλου μερισμού των κινδύνων μεταξύ των επιχειρήσεων που διαθέτουν πρόσβαση στις νέες αυτές εγκαταστάσεις·

δ)

η ανάγκη μακροπρόθεσμης διασφάλισης του ανταγωνισμού, ιδιαίτερα όσον αφορά την υποδομή·

ε)

κατά περίπτωση, τα συναφή δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας·

στ)

την παροχή πανευρωπαϊκών υπηρεσιών.

3.   Στο πλαίσιο της επιβολής υποχρεώσεων σε φορέα εκμετάλλευσης για παροχή πρόσβασης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να καθορίζουν τεχνικές ή λειτουργικές προϋποθέσεις που οφείλει να πληροί ο πάροχος ή/και οι δικαιούχοι αυτής της πρόσβασης εφόσον αυτό είναι απαραίτητο για την εξασφάλιση της ομαλής λειτουργίας του δικτύου. Οι υποχρεώσεις για την τήρηση συγκεκριμένων τεχνικών προτύπων ή προδιαγραφών ικανοποιούν τα πρότυπα και τις προδιαγραφές που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 17 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο)»

(9)

Το άρθρο 13 αντικαθίσταται ως εξής :

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

« 1.     Η εθνική κανονιστική αρχή μπορεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8, να επιβάλλει υποχρεώσεις σχετικά με την ανάκτηση κόστους και ελέγχους τιμών, που περιλαμβάνουν υποχρέωση καθορισμού των τιμών με γνώμονα το κόστος και υποχρέωση όσον αφορά τα συστήματα κοστολόγησης, για την παροχή ειδικών τύπων διασύνδεσης και/ή πρόσβασης, σε περιπτώσεις όπου η ανάλυση της αγοράς καταδεικνύει ότι η έλλειψη πραγματικού ανταγωνισμού σημαίνει ότι ο ενδιαφερόμενος φορέας εκμετάλλευσης μπορεί να διατηρεί τις τιμές σε υπερβολικά υψηλά επίπεδα ή να συμπιέζει τις τιμές, εις βάρος των τελικών χρηστών. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν υπόψη τις επενδύσεις που έχει πραγματοποιήσει ο φορέας εκμετάλλευσης και του επιτρέπουν εύλογο ποσοστό απόδοσης του επενδυθέντος κεφαλαίου, και, με την επιφύλαξη του άρθρου 19 παράγραφος 3, στοιχείο δ) της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο), λαμβάνουν υπόψη τους σχετικούς κινδύνους και τον κατάλληλο μερισμό τους μεταξύ του επενδυτή και των επιχειρήσεων που διαθέτουν πρόσβαση στις νέες ευκολίες, συμπεριλαμβανομένων διαφοροποιημένων βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων μερισμού. »

β)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

« 5.     Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διασφαλίζουν ότι η ρύθμιση των τιμών πρόσβασης για μακροπρόθεσμες συμβάσεις μερισμού κινδύνου είναι σύμφωνες με το μακροπρόθεσμο σωρευτικό κόστος ενός αποδοτικού φορέα εκμετάλλευσης, λαμβάνοντας υπόψη τον υπολογιζόμενο βαθμό διείσδυσης του φορέα εκμετάλλευσης σε νέες αγορές και το γεγονός ότι οι τιμές πρόσβασης για βραχυπρόθεσμες συμβάσεις περιλαμβάνουν ασφάλιστρο κινδύνου. Το ασφάλιστρο κινδύνου καταργείται σταδιακά με την αυξανόμενη διείσδυση στην αγορά νέας πρόσβασης. Οι δοκιμές συρρίκνωσης περιθωρίου δεν εφαρμόζονται σε βραχυπρόθεσμες συμβάσεις αν χρεώνεται ασφάλιστρο κινδύνου. »

(10)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα 13α και 13β:

«Άρθρο 13α

Λειτουργικός διαχωρισμός

1.   Μια εθνική ρυθμιστική αρχή μπορεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8, και ιδίως του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 3, να επιβάλει υποχρέωση, ως έκτακτο μέτρο , σε καθετοποιημένες επιχειρήσεις να μεταθέσουν δραστηριότητες που σχετίζονται με την χονδρική παροχή προϊόντων σταθερής πρόσβασης σε επιχειρησιακή μονάδα που λειτουργεί ανεξάρτητα.

Η εν λόγω επιχειρησιακή μονάδα προμηθεύει προϊόντα και υπηρεσίες πρόσβασης σε όλες τις επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων και άλλων επιχειρησιακών μονάδων στην θυγατρική εταιρία, με τα ίδια χρονικά περιθώρια, όρους και προϋποθέσεις, συμπεριλαμβανομένων όσον αφορούν επίπεδα τιμών και στάθμης υπηρεσιών, καθώς και μέσω των ίδιων συστημάτων και διαδικασιών.

2.   Εφόσον η εθνική ρυθμιστική αρχή προτίθεται να επιβάλει υποχρέωση λειτουργικού διαχωρισμού, υποβάλλει πρόταση στην Επιτροπή, η οποία περιλαμβάνει:

α)

τεκμηρίωση ότι η θέσπιση και η επιβολή μέσα σε εύλογο χρονικό πλαίσιο κατάλληλων υποχρεώσεων μεταξύ των οριζόμενων στα άρθρα 9-13 , στη βάση βέλτιστων ρυθμιστικών πρακτικών, για την επίτευξη αποτελεσματικού ανταγωνισμού έπειτα από συντονισμένη ανάλυση των σχετικών αγορών σύμφωνα με την διαδικασία ανάλυσης της αγοράς που ορίζεται στο άρθρο 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο) έχει αποτύχει και ότι θα συνεχίσει σε σταθερή βάση να αποτυγχάνει την επίτευξη αποτελεσματικού ανταγωνισμού και ότι σε διάφορες από τις αγορές χονδρικής προϊόντων που έχουν αναλυθεί έχουν εντοπιστεί σημαντικά και επίμονα προβλήματα ανταγωνισμού/περιπτώσεις αποτυχίας της αγοράς·

β)

στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι οι προοπτικές ανάπτυξης ανταγωνισμού με βάση την υποδομή μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα είναι ελάχιστες ή μηδαμινές·

γ)

ανάλυση του αναμενόμενου αντίκτυπου στην ρυθμιστική αρχή, στην επιχείρηση και ιδιαίτερα στο εργατικό δυναμικό της, καθώς και στα κίνητρα της επιχείρησης για επένδυση στο δίκτυό της, καθώς και σε άλλους ενδιαφερόμενους, συμπεριλαμβανομένων ιδίως του αναμενόμενου αντίκτυπου στον ανταγωνισμό υποδομών και συγκεκριμένα ενδεχόμενων αποτελεσμάτων στους καταναλωτές·

δ)

ανάλυση των λόγων για τους οποίους η υποχρέωση αυτή θα αποτελούσε το αποτελεσματικότερο μέσο επιβολής επανορθωτικών μέτρων για την αντιμετώπιση των προσδιοριζόμενων προβλημάτων του ανταγωνισμού ή περιπτώσεων δυσλειτουργίας της αγοράς·

3.    Η εθνική ρυθμιστική αρχή περιλαμβάνει στην πρότασή της σχέδιο του προτεινόμενου μέτρου, το οποίο περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

τον ακριβή χαρακτήρα και το επίπεδο του διαχωρισμού ·

β)

προσδιορισμό των στοιχείων ενεργητικού της χωριστής επιχειρηματικής οντότητας, καθώς και των προϊόντων ή υπηρεσιών που θα προμηθεύει η εν λόγω οντότητα·

γ)

τις οργανωτικές ρυθμίσεις για την εξασφάλιση της ανεξαρτησίας του προσωπικού που απασχολείται από την χωριστή επιχειρηματική οντότητα, και την αντίστοιχη διάρθρωση κινήτρων·

δ)

κανόνες για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις·

ε)

κανόνες για την εξασφάλιση της διαφάνειας επιχειρησιακών διαδικασιών, ιδίως έναντι άλλων ενδιαφερομένων·

στ)

πρόγραμμα παρακολούθησης για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένης δημοσίευσης ετήσιας έκθεσης.

4.   Έπειτα από την απόφαση της Επιτροπής για το σχέδιο μέτρου που ελήφθη σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3, η εθνική ρυθμιστική αρχή διεξάγει συντονισμένη ανάλυση των διάφορων αγορών που σχετίζονται με το δίκτυο πρόσβασης σύμφωνα με την διαδικασία που ορίζει το άρθρο 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο). Βάσει της αξιολόγησής της, η εθνική ρυθμιστική αρχή επιβάλει, διατηρεί, τροποποιεί ή καταργεί υποχρεώσεις, σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 7 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).

5.   Επιχείρηση στην οποία έχει επιβληθεί λειτουργικός διαχωρισμός μπορεί να υπάγεται σε οποιαδήποτε από τις υποχρεώσεις που ορίζονται στα άρθρα 9-13 σε οποιαδήποτε επιμέρους αγορά όπου έχει καθοριστεί ως διαθέτουσα σημαντική ισχύ σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο), ή σε κάθε άλλη υποχρέωση που έχει εγκριθεί από την Επιτροπή κατ' εφαρμογήν της παραγράφου 3 του άρθρου 8.

Άρθρο 13β

Εθελούσιος διαχωρισμός από καθετοποιημένη επιχείρηση

1.   Επιχειρήσεις που έχουν οριστεί ως διαθέτουσες σημαντική ισχύ σε μία ή περισσότερες σχετικές αγορές σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο) ενημερώνουν την εθνική ρυθμιστική αρχή εκ των προτέρων εφόσον προτίθενται να μεταβιβάσουν στοιχεία του τοπικού δικτύου πρόσβασής τους ή σημαντικό μέρος τους σε χωριστή νομική οντότητα υπό διαφορετική ιδιοκτησία, ή να καθιερώσουν χωριστή επιχειρηματική οντότητα για την παροχή πλήρως ισότιμων προϊόντων πρόσβασης σε όλους τους παρόχους λιανικής, συμπεριλαμβανομένων και των δικών της τμημάτων λιανικής.

2.   Η εθνική ρυθμιστική αρχή αξιολογεί το αποτέλεσμα της σκοπούμενης μεταβίβασης υφιστάμενων ρυθμιστικών υποχρεώσεων βάσει της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).

Για τον σκοπό αυτό, η εθνική ρυθμιστική αρχή διεξάγει συντονισμένη ανάλυση των διάφορων αγορών που σχετίζονται με το δίκτυο πρόσβασης σύμφωνα με την διαδικασία του άρθρου 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).

Με βάση την αξιολόγησή της, η εθνική ρυθμιστική αρχή επιβάλει, διατηρεί, τροποποιεί ή καταργεί υποχρεώσεις, σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 7 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).

3.   Η νομικά ή/και λειτουργικά χωριστή επιχειρηματική οντότητα μπορεί να υπάγεται σε οποιαδήποτε από τις υποχρεώσεις των άρθρων 9-13 σε οποιαδήποτε συγκεκριμένη αγορά όπου έχει οριστεί ως διαθέτουσα σημαντική ισχύ σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο), ή οποιασδήποτε άλλη υποχρέωση που έχει εγκριθεί από την Επιτροπή κατ' εφαρμογή της παραγράφου 3 του άρθρου 8.»

(11)

Στο άρθρο 14 η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του άρθρου 8 της εν λόγω απόφασης.»

(12)

Το παράρτημα II τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας οδηγίας

Άρθρο 3

Τροποποιήσεις στην οδηγία 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση)

Η οδηγία 2002/20/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

(1)

Το άρθρο 2 παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Εφαρμόζεται επίσης ο ακόλουθος ορισμός:

«Γενική άδεια»: νομικό πλαίσιο που θεσπίζεται από το κράτος μέλος και εξασφαλίζει δικαιώματα για την παροχή δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών υπηρεσιών και θεσπίζει ειδικές υποχρεώσεις ανά τομέα που είναι δυνατόν να εφαρμόζονται σε όλους ή σε συγκεκριμένους τύπους δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.»

(2)

Το άρθρο 3 παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

Τα άρθρα 5, 6 και 7 αντικαθίσταται από τα άρθρα 5, 6, 6α και 7.

β)

Προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

« Επιχειρήσεις που παρέχουν διασυνοριακές υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε διάφορα κράτη μέλη, αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο σε όλα τα κράτη μέλη και υπέχουν υποχρέωση για μία μόνο απλουστευμένη κοινοποίηση ανά ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. »

(3)

Το άρθρο 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 5

Δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων και αριθμών

1.   Τα κράτη μέλη διευκολύνουν τη χρήση ραδιοσυχνοτήτων με βάση γενικές άδειες. Τα κράτη μέλη μπορούν να χορηγούν μεμονωμένα δικαιώματα με σκοπό:

α)

την αποφυγή της πιθανότητας επιβλαβών παρεμβολών,

β)

τη διασφάλιση τεχνικής ποιότητας υπηρεσιών,

γ)

την διασφάλιση της αποδοτικής χρήσης του φάσματος·

δ)

την εκπλήρωση άλλων στόχων γενικού συμφέροντος που καθορίζονται στην εθνική νομοθεσία και είναι σύμφωνοι με την κοινοτική νομοθεσία· ή

ε)

τη συμμόρφωση με μέτρο σύμφωνα με το άρθρο 6α·

2.    Τα κράτη μέλη χορηγούν μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης, κατόπιν αιτήματος, σε κάθε επιχείρηση, με την επιφύλαξη των άρθρων 6, 6α, 7 και του άρθρου 11, παράγραφος 1 στοιχείο γ) της παρούσας οδηγίας και των λοιπών κανόνων που διασφαλίζουν την αποδοτική χρήση των εν λόγω πόρων σύμφωνα με την οδηγία 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).

Με την επιφύλαξη ειδικών κριτηρίων και διαδικασιών που θεσπίζουν τα κράτη μέλη για την χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων σε παρόχους υπηρεσιών περιεχομένου ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών εκπομπών αποβλέποντας στην επίτευξη στόχων γενικού συμφέροντος σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία, τα εν λόγω δικαιώματα χρήσης χορηγούνται μέσω ανοικτών, αντικειμενικών, διαφανών, αμερόληπτων και αναλογικών διαδικασιών, και, στην περίπτωση των ραδιοσυχνοτήτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο). Οι διαδικασίες μπορεί σε εξαιρετικές περιπτώσεις να μην είναι ανοικτές, σε περιπτώσεις όπου η χορήγηση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης για ραδιοσυχνότητες στους παρόχους υπηρεσιών περιεχομένου ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών εκπομπών είναι αποδεδειγμένα ουσιαστικής σημασίας για την επίτευξη συγκεκριμένης υποχρέωσης που ορίζεται και αιτιολογείται εκ των προτέρων από τα κράτη μέλη και η οποία είναι απαραίτητη για την επίτευξη στόχου γενικού συμφέροντος σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία.

Κατά την χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης, τα κράτη μέλη προσδιορίζουν κατά πόσο τα εν λόγω δικαιώματα μπορούν να μεταβιβαστούν από τον κάτοχο των δικαιωμάτων, καθώς και υπό ποιους όρους. Στην περίπτωση των ραδιοσυχνοτήτων, οι εν λόγω διατάξεις είναι σύμφωνες με το άρθρο 9 και 9β της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).

Σε περίπτωση που κράτη μέλη χορηγούν δικαιώματα χρήσης για περιορισμένη χρονική περίοδο, η διάρκεια είναι κατάλληλη για την σχετική υπηρεσία ενόψει του επιδιωκόμενου στόχου, λαμβανομένης δεόντως υπόψη της αναγκαίας περιόδου για την απόσβεση της επένδυσης .

Όταν μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων χορηγούνται για δέκα χρόνια ή περισσότερο και δεν μπορούν να μεταβιβαστούν ή να χρονομισθωθούν μεταξύ επιχειρήσεων όπως επιτρέπεται από το άρθρο 9β της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγίας πλαίσιο), η αρμόδια εθνική αρχή πρέπει να διασφαλίσει τα μέσα για να ελέγξει κατά πόσον τα κριτήρια για τη χορήγηση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης εξακολουθούν να ισχύουν και να τηρούνται καθ' όλη τη διάρκεια ισχύος της άδειας . Εάν τα κριτήρια αυτά δεν ισχύουν πλέον, τα μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης μεταβάλλονται σε γενική άδεια για χρήση ραδιοσυχνοτήτων, υποκείμενη σε προηγούμενη ειδοποίηση και μετά από εύλογη προθεσμία ή καθίστανται ελεύθερα μεταβιβάσιμα ή χρονομισθώσιμα μεταξύ των επιχειρήσεων.

3.   Οι αποφάσεις για τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης λαμβάνονται, ανακοινώνονται και δημοσιοποιούνται, το συντομότερο δυνατό, μετά την παραλαβή της πλήρους αίτησης από την εθνική ρυθμιστική αρχή, εντός τριών εβδομάδων στην περίπτωση αριθμών που έχουν χορηγηθεί για συγκεκριμένους σκοπούς στο πλαίσιο του εθνικού σχεδίου αριθμοδότησης και εντός έξι εβδομάδων στην περίπτωση ραδιοσυχνοτήτων που έχουν κατανεμηθεί για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών , στο πλαίσιο του εθνικού προγράμματος συχνοτήτων. Η εν λόγω τελευταία προθεσμία ισχύει με την επιφύλαξη ισχυουσών διεθνών συμφωνιών που αφορούν τη χρήση ραδιοσυχνοτήτων ή τροχιακών θέσεων.

4.   Όταν αποφασίζεται, έπειτα από διαβούλευση με τους ενδιαφερομένους, σύμφωνα με το άρθρο 6 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο), ότι τα δικαιώματα χρήσης αριθμών εξαιρετικής οικονομικής αξίας πρέπει να χορηγούνται με διαδικασίες ανταγωνιστικής ή συγκριτικής επιλογής, τα κράτη μέλη μπορούν να παρατείνουν την μέγιστη χρονική περίοδο των τριών εβδομάδων κατά τρεις ακόμη εβδομάδες το πολύ.

Για τις διαδικασίες ανταγωνιστικής ή συγκριτικής επιλογής ραδιοφάσματος εφαρμόζεται το άρθρο 7.

5.   Τα κράτη μέλη δεν περιορίζουν τον αριθμό των προς χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης, εκτός εάν τούτο είναι απαραίτητο για τη εξασφάλιση αποδοτικής χρήσης των ραδιοσυχνοτήτων σύμφωνα με το άρθρο 7.

6.   Οι αρμόδιες εθνικές αρχές εξασφαλίζουν αποδοτική και αποτελεσματική χρήση των ραδιοσυχνοτήτων σύμφωνα με το άρθρο 8, παράγραφος 2 και το άρθρο 9 παράγραφος 2 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο). Εξασφαλίζουν επίσης ότι δεν στρεβλώνεται ο ανταγωνισμός ως αποτέλεσμα οποιασδήποτε μεταβίβασης ή συσσώρευσης δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων.»

(4)

Το άρθρο 6 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η γενική αδειοδότηση για την παροχή δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και τα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων και δικαιώματα χρήσης αριθμών μπορούν να υπάγονται μόνον στους όρους που απαριθμούνται στο παράρτημα I. Οι εν λόγω όροι είναι αμερόληπτοι, αναλογικοί και διαφανείς, και, στην περίπτωση των δικαιωμάτων χρήσης για ραδιοσυχνότητες, είναι σύμφωνη με το άρθρο 9 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).»

β)

Στην παράγραφο 2, οι λέξεις «άρθρα 16, 17, 18 και 19 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 17 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία)».

γ)

Στην παράγραφο 3, η λέξη «παράρτημα» αντικαθίσταται από «παράρτημα I».

(5)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 6α:

«Άρθρο 6α

Μέτρα εναρμόνισης

1.    Με την επιφύλαξη του άρθρου 5 παράγραφοι 1 και 2 της παρούσας οδηγίας και των άρθρων 8β και 9 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο), η Επιτροπή δύναται να θεσπίσει εκτελεστικά μέτρα:

α)

για την ταυτοποίηση ζωνών ραδιοσυχνοτήτων για την χρήση των οποίων απαιτούνται γενικές άδειες ·

β)

για την ταυτοποίηση των περιοχών αριθμοδότησης που θα εναρμονιστούν σε κοινοτικό επίπεδο·

γ)

για την εναρμόνιση διαδικασιών χορήγησης γενικών αδειών μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ή αριθμών σε επιχειρήσεις παροχής πανευρωπαϊκών δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ·

δ)

για την εναρμόνιση των όρων που προσδιορίζονται στο παράρτημα II και αναφέρονται σε γενικές άδειες ή μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ή αριθμών σε επιχειρήσεις παροχής πανευρωπαϊκών δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών .

Τα μέτρα αυτά , που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 14α παράγραφος 3.

2.   Τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν, κατά περίπτωση, να προβλέπουν για τα κράτη μέλη την δυνατότητα υποβολής αιτιολογημένου αιτήματος για τμηματική εξαίρεση ή/και χρονική παρέκκλιση από την εφαρμογή των εν λόγω μέτρων.

Η Επιτροπή αξιολογεί την αιτιολόγηση του αιτήματος, συνεκτιμώντας την συγκεκριμένη κατάσταση στο κράτος μέλος, και δύναται να χορηγήσει μερική εξαίρεση ή χρονική παράταση ή και τα δύο, υπό την προϋπόθεση ότι τούτο δεν καθυστερεί αδικαιολόγητα την υλοποίηση των μέτρων εφαρμογής που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ή δεν δημιουργεί αδικαιολόγητες ανισότητες μεταξύ των κρατών μελών στην κατάσταση του ανταγωνισμού ή στο ρυθμιστικό πλαίσιο.

»

(6)

Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

(i)

Η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Στην περίπτωση που ένα κράτος μέλος εξετάζει εάν πρέπει να περιορίσει τον αριθμό των προς παροχή δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ή να παρατείνει την διάρκεια υφισταμένων δικαιωμάτων κατ' άλλο τρόπο απ' ό,τι σύμφωνα με τους όρους που προσδιορίζονται στα εν λόγω δικαιώματα, μεταξύ άλλων:»

(ii)

Το στοιχείο (γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

δημοσιεύει οποιαδήποτε απόφασή του να περιορίσει την χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης, ή την ανανέωση δικαιωμάτων χρήσης, δηλώνοντας τους σχετικούς λόγους·»

β)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Εάν απαιτείται περιορισμός της χορήγησης δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων, τα κράτη μέλη παρέχουν τα εν λόγω δικαιώματα βάσει αντικειμενικών, διαφανών, αμερόληπτων, και αναλογικών κριτηρίων επιλογής. Όλα τα εν λόγω κριτήρια επιλογής πρέπει να σταθμίζουν δεόντως την επίτευξη των στόχων του άρθρου 8 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο) και των απαιτήσεων του άρθρου 9 της εν λόγω οδηγίας.»

γ)

Στην παράγραφο 5 οι λέξεις «άρθρο 9» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 9β».

(7)

Το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

α)

Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές παρακολουθούν και επιβλέπουν την συμμόρφωση με τους όρους της γενικής άδειας ή των δικαιωμάτων χρήσης και με τις ειδικές υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2, σύμφωνα με το άρθρο 11.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να ζητούν από τις επιχειρήσεις που παρέχουν δίκτυα ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών υπηρεσιών, τα οποία καλύπτονται από τη γενική άδεια, ή που απολαύουν δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ή αριθμών, να παρέχουν τις πληροφορίες που απαιτούνται για τον έλεγχο της συμμόρφωσης προς τους όρους της γενικής άδειας ή των δικαιωμάτων χρήσης ή προς τις ειδικές υποχρεώσεις, που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2, σύμφωνα με το άρθρο 11.

2.   Εάν η εθνική ρυθμιστική αρχή διαπιστώσει ότι μια επιχείρηση δεν τηρεί έναν ή περισσότερους όρους της γενικής άδειας ή των δικαιωμάτων χρήσης, ή τις ειδικές υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2, κοινοποιεί στην επιχείρηση την εν λόγω διαπίστωση και παρέχει στην επιχείρηση την ευκαιρία να εκθέσει τις απόψεις της εντός εύλογου χρονικού διαστήματος.

3.   Η αρμόδια αρχή έχει την δυνατότητα να απαιτήσει την παύση της παράβασης που αναφέρεται στην παράγραφο 2, είτε άμεσα ή εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, και λαμβάνει κατάλληλα και αναλογικά μέτρα που αποβλέπουν στην εξασφάλιση συμμόρφωσης.

Εν προκειμένω, τα κράτη μέλη εξουσιοδοτούν τις αρμόδιες αρχές να επιβάλλουν:

α)

κατά περίπτωση αποτρεπτικές οικονομικές κυρώσεις, οι οποίες μπορεί να περιλαμβάνουν περιοδικές ποινές με αναδρομικό αποτέλεσμα · και

β)

διαταγή να διακοπεί η παροχή υπηρεσίας ή δέσμης υπηρεσιών η οποία, εάν συνεχιζόταν, θα κατέληγε σε σοβαρή στρέβλωση του ανταγωνισμού, ενώ εκκρεμεί η συμμόρφωση με υποχρεώσεις πρόσβασης που έχουν επιβληθεί μετά από ανάλυση αγοράς σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο). »

β)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3, τα κράτη μέλη εξουσιοδοτούν την αρμόδια αρχή να επιβάλει οικονομικές κυρώσεις κατά περίπτωση σε επιχειρήσεις για την μη υποβολή πληροφοριών σύμφωνα με τις υποχρεώσεις βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 1 σημεία (α) ή (β) της παρούσας οδηγίας ή με το άρθρο 9 της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση) εντός εύλογης χρονικής περιόδου που ορίζεται από την εθνική ρυθμιστική αρχή.»

γ)

Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Σε περιπτώσεις σοβαρών ή επανειλημμένων παραβάσεων των όρων της γενικής άδειας ή των δικαιωμάτων χρήσης, ή των ειδικών υποχρεώσεων, που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2, εάν τα μέτρα για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης, που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, δεν φέρουν αποτέλεσμα, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να εμποδίζουν την περαιτέρω παροχή δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών από μια επιχείρηση ή να αναστέλλουν ή να αποσύρουν τα δικαιώματα χρήσης. Μπορούν να επιβληθούν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις και ποινές που θα καλύπτουν την χρονική περίοδο κάθε παράβασης, ακόμα και εάν η παράβαση έχει στην συνέχεια διορθωθεί.»

δ)

Η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Ανεξάρτητα από τις παραγράφους 2, 3 και 5 του παρόντος άρθρου, εάν η αρμόδια αρχή έχει αποδείξεις ότι η παράβαση των όρων της γενικής άδειας, των δικαιωμάτων χρήσης ή των ειδικών υποχρεώσεων, που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2, συνιστά άμεση και σοβαρή απειλή για τη δημόσια ασφάλεια, τη δημόσια τάξη ή τη δημόσια υγεία ή ότι θα προξενήσει σοβαρά οικονομικά ή λειτουργικά προβλήματα σε άλλους παρόχους ή σε χρήστες δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ή άλλους χρήστες του ραδιοφάσματος , μπορεί να λαμβάνει έκτακτα προσωρινά μέτρα προς αντιμετώπιση της κατάστασης, πριν από τη λήψη τελικής απόφασης. Στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση παρέχεται εν συνεχεία εύλογη δυνατότητα να εκθέσει την άποψή της και να προτείνει επανορθωτικά μέτρα. Κατά περίπτωση, η σχετική αρχή μπορεί να επιβεβαιώνει τα προσωρινά μέτρα, τα οποία ισχύουν για χρονική περίοδο 3 μηνών το πολύ.»

ε)

Παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

« 6α.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία τους, ότι τα μέτρα που λαμβάνουν οι εθνικές αρχές σύμφωνα με τις παραγράφους 5 και 6 υπόκεινται σε δικαστική αναθεώρηση. »

(8)

Το άρθρο 11, παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

στα στοιχεία α) και β) η λέξη «παράρτημα» αντικαθίσταται με τη λέξη «παράρτημα Ι».

β)

στο πρώτο εδάφιο προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

« ζ)

ενθάρρυνση της αποτελεσματικής χρήσης και διασφάλιση της αποτελεσματικής διαχείρισης των ραδιοσυχνοτήτων. »

(9)

Το άρθρο 14 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 14

Τροποποίηση δικαιωμάτων και υποχρεώσεων

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα δικαιώματα, οι όροι και οι διαδικασίες που αφορούν γενικές άδειες και δικαιώματα χρήσης ή δικαιώματα για εγκατάσταση ευκολιών μπορούν να τροποποιηθούν μόνο σε αντικειμενικά αιτιολογημένες περιπτώσεις και κατά αναλογικό τρόπο, συνεκτιμώντας, κατά περίπτωση, τις ειδικές συνθήκες που ισχύουν για μεταβιβάσιμα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων. Η πρόθεση διενέργειας των σχετικών τροποποιήσεων γνωστοποιείται καταλλήλως και παρέχεται στους ενδιαφερομένους, συμπεριλαμβανομένων των χρηστών και των καταναλωτών, επαρκές χρονικό διάστημα, το οποίο, εκτός εκτάκτων περιπτώσεων, είναι τουλάχιστον τέσσερις εβδομάδες, ώστε να μπορέσουν να διατυπώσουν τις απόψεις τους επί των προτεινόμενων τροποποιήσεων.

2.   Τα κράτη μέλη δεν περιορίζουν ούτε καταργούν δικαιώματα εγκατάστασης ευκολιών ή δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων πριν από τη λήξη της χρονικής περιόδου για την οποία αυτά έχουν χορηγηθεί, εκτός αιτιολογημένων περιπτώσεων και, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις σχετικές εθνικές διατάξεις όσον αφορά την παροχή αντισταθμιστικού ανταλλάγματος λόγω ανάκλησης δικαιώματος.»

(10)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 14α:

«Άρθρο 14α

Επιτροπή επικοινωνιών

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή επικοινωνιών.

2.     Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, για τη θέσπιση μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 6α παράγραφος 1, στοιχεία (α), (γ) και (δ), η Επιτροπή επικουρείται από την Επιτροπή Ραδιοφάσματος που συγκροτείται με βάση το άρθρο 3 παράγραφος 1 της απόφασης αριθ. 676/2002/ΕΚ.

3.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται τα άρθρα 3 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

4.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, ισχύουν το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του άρθρου 8 της εν λόγω απόφασης.

»

(11)

Στο άρθρο 15, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όλες οι συναφείς πληροφορίες για δικαιώματα, όρους, διαδικασίες, επιβαρύνσεις, τέλη και αποφάσεις που αφορούν γενικές άδειες, δικαιώματα χρήσης και δικαιώματα εγκατάστασης ευκολιών δημοσιεύονται και επικαιροποιούνται με κατάλληλο τρόπο, ώστε οι εν λόγω πληροφορίες να είναι ευχερώς προσιτές σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη.»

(12)

Στο άρθρο 17 οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 9α της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο), τα κράτη μέλη ευθυγραμμίζουν τις άδειες που υφίστανται ήδη στις 31 Δεκεμβρίου 2009 με τα άρθρα 5, 6, 7 και το παράρτημα I της παρούσας οδηγίας το αργότερο έως την [31η Δεκεμβρίου 2010].

2.   Εφόσον η εφαρμογή της παραγράφου 1 επιφέρει περιορισμό των δικαιωμάτων ή επέκταση των υποχρεώσεων βάσει ήδη υφιστάμενων αδειών, τα κράτη μέλη μπορούν να παρατείνουν την ισχύ αυτών των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων έως το πολύ 9 μήνες έπειτα από την [30ή Σεπτεμβρίου 2011], υπό τον όρο ότι, με τον τρόπο αυτό, δεν θίγονται τα δικαιώματα άλλων επιχειρήσεων βάσει του κοινοτικού δικαίου. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις επεκτάσεις αυτές και δηλώνουν τους σχετικούς λόγους.»

(13)

Το παράρτημα τροποποιείται όπως ορίζεται στο παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

(14)

Προστίθεται νέο παράρτημα II, το κείμενο του οποίου παρατίθεται στο παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 4

Διαδικασία προσφυγής

1.     Η Επιτροπή […] προβαίνει σε περιοδική επανεξέταση της λειτουργίας της παρούσας οδηγίας και των οδηγιών 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο), 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση) και 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση) και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, το αργότερο τρία έτη από την ημερομηνία εφαρμογής που αναφέρεται στο άρθρο 6, παράγραφος 1. Στην έκθεση αυτή, η Επιτροπή εκτιμά εάν, υπό το φως των εξελίξεων της αγοράς και σε συνάρτηση με τον ανταγωνισμό και την προστασία των καταναλωτών, παραμένει η ανάγκη για τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας σχετικά με ειδική κατά τομέα προληπτική ρύθμιση, σύμφωνα με τα άρθρα 8 έως 13α της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση) και το άρθρο 17 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία), ή αν χρειάζεται τροποποίηση ή κατάργησή τους. Για τον σκοπό αυτό η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές και τον BERT πληροφορίες, οι οποίες παρέχονται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

2.     Σε περίπτωση που η Επιτροπή διαπιστώσει ότι οι διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 χρειάζεται να τροποποιηθούν ή να καταργηθούν, υποβάλλει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση πρόταση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

Άρθρο 5

Καταργούμενες διατάξεις

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2887/2000 καταργείται.

Άρθρο 6

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν έως […] το αργότερο τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων καθώς και πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ αυτών των διατάξεων και της παρούσας οδηγίας.

Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από […].

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, οι τελευταίες αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 7

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την […] ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 8

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

, …

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)   ΕΕ C 224 της 30.8.2008, σ. 50.

(2)  Γνώμη της 19ης Ιουνίου 2008 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 24ης Σεπτεμβρίου 2008.

(4)  ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 33.

(5)  ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 7.

(6)  ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 21.

(7)  ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 51.

(8)  ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37.

(9)   ΕΕ L 298 της 17.10.1989, σ. 23 .

(10)   EE C 151 της 29.6.2006, σ. 15.

(11)  ΕΕ L 91 της 7.4.1999, σ. 10.

(12)   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 460/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 77 της 13.3.2004, σ. 1).

(13)  Σύσταση της Επιτροπής της 11ης Φεβρουαρίου 2003, για τις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών που επιδέχονται εκ των προτέρων ρύθμιση σύμφωνα με την οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (ΕΕ L 114 της 8.5.2003, σ. 45).

(14)  ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 1.

(15)  ΕΕ L 336 της 30.12.2000, σ. 4.

(16)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23. .

(17)   ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37

(18)  ΕΕ L …»

(19)   Ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στη νομοθεσία των κρατών μελών. »

(20)   Ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο των κρατών μελών. »

(21)   Ημερομηνία έναρξης ισχύος της οδηγίας 2008/…/ΕΚ [του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της … [για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/21/ΕΚ]. »

(22)  Προθεσμία για την εφαρμογή της οδηγίας 2008/…/ΕΚ (για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/21/ΕΚ.

(23)  ΕΕ L 24 της 30.1.1998, σ. 1.

(24)  ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37.

Τετάρτη, 24 Σεπτεμβρίου 2008
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

(1)

Το Παράρτημα ΙΙ της οδηγίας 2002/21/ΕΚ αντικαθίσταται από το εξής:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Κριτήρια προς χρήση από τις εθνικές κανονιστικές αρχές κατά την εκτίμηση της κοινής δεσπόζουσας θέσης, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Δύο ή περισσότερες επιχειρήσεις θεωρείται ότι έχουν κοινή δεσπόζουσα θέση, κατά την έννοια του άρθρου 14, εάν, ακόμη και αν δεν υπάρχουν διαρθρωτικοί ή άλλοι δεσμοί μεταξύ τους, λειτουργούν σε μια αγορά, η οποία χαρακτηρίζεται από έλλειψη ουσιαστικού ανταγωνισμού και στην οποία καμιά μεμονωμένη επιχείρηση δεν διαθέτει σημαντική ισχύ. Με την επιφύλαξη της νομολογίας του Δικαστηρίου σχετικά με την κοινή δεσπόζουσα θέση, εκτιμάται ότι συντρέχει τέτοια περίπτωση, εάν η αγορά είναι συγκεντρωμένη και παρουσιάζει ορισμένα κατάλληλα χαρακτηριστικά, από τα οποία τα ακόλουθα μπορεί να είναι τα σημαντικότερα στο πλαίσιο των ηλεκτρονικών επικοινωνιών:

χαμηλή ελαστικότητα ζήτησης

παρεμφερή μερίδια αγοράς

υψηλοί νομικοί ή οικονομικοί φραγμοί στην είσοδο

κάθετη ολοκλήρωση με συλλογική άρνηση εφοδιασμού

έλλειψη αντισταθμιστικής αγοραστικής ισχύος

έλλειψη δυνητικού ανταγωνισμού

Ο ανωτέρω κατάλογος είναι ενδεικτικός και όχι εξαντλητικός, και τα κριτήρια δεν είναι σωρευτικά. Ο κατάλογος προορίζεται για την παράθεση μόνο των αποδεικτικών στοιχείων που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τη στήριξη των ισχυρισμών περί ύπαρξης κοινής δεσπόζουσας θέσης. »

(2)

Στο Παράρτημα II της οδηγίας 2002/19/ΕΚ ο τίτλος, οι ορισμοί, το μέρος Α και το μέρος Β, σημείο 1 αντικαθίστανται ως εξής :

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Στοιχειώδης κατάλογος στοιχείων που πρέπει να περιλαμβάνονται σε προσφορά αναφοράς για πρόσβαση σε δίκτυο υποδομής χονδρικής, συμπεριλαμβανομένης της χονδρικής ή πλήρως αδεσμοποίητης πρόσβασης σε σταθερό σημείο, ο οποίος πρέπει να δημοσιεύεται από τους φορείς εκμετάλλευσης με σημαντική ισχύ στην αγορά (ΣΙΑ)

Για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

«τοπικός υπο-βρόχος» ο μερικός τοπικός βρόχος που συνδέει το σημείο τερματισμού του δικτύου με σημείο συγκέντρωσης ή προσδιορισμένο ενδιάμεσο σημείο πρόσβασης στο σταθερό δημόσιο δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών·

β)

«αδεσμοποίητη πρόσβαση στον τοπικό βρόχο» η πλήρως αδεσμοποίητη πρόσβαση στον τοπικό βρόχο και η μεριζόμενη πρόσβαση στον τοπικό βρόχο· Η πρόσβαση αυτή δεν συνεπάγεται αλλαγές στο καθεστώς ιδιοκτησίας του τοπικού βρόχου·

γ)

«πλήρως αδεσμοποίητη πρόσβαση στον τοπικό βρόχο» η παροχή σε δικαιούχο πρόσβασης στον τοπικό βρόχο ή στον τοπικό υπο-βρόχο του φορέα εκμετάλλευσης με ΣΙΑ, η οποία επιτρέπει τη χρήση της πλήρους δυναμικότητας της υποδομής του δικτύου·

δ)

«μεριζόμενη πρόσβαση στον τοπικό βρόχο» η παροχή σε δικαιούχο πρόσβασης στον τοπικό βρόχο ή στον τοπικό υπο-βρόχο του φορέα εκμετάλλευσης με ΣΙΑ, η οποία επιτρέπει τη χρήση της δυναμικότητας ενός συγκεκριμένου τμήματος της υποδομής του δικτύου, όπως μέρους της συχνότητας ή ισοδύναμου·

A.     Όροι αδεσμοποίητης πρόσβασης

1.

Στοιχεία δικτύου στα οποία παρέχεται η πρόσβαση που καλύπτει ειδικότερα τα ακόλουθα στοιχεία, μαζί με τις αντίστοιχες σχετικές εγκαταστάσεις:

α)

αδεσμοποίητη πρόσβαση σε τοπικούς βρόχους και υποβρόχους·

β)

μεριζόμενη πρόσβαση σε κατάλληλα σημεία του δικτύου, που επιτρέπει ισοδύναμη λειτουργικότητα προς την αδεσμοποίητη πρόσβαση σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η τελευταία δεν είναι εφικτή τεχνικά ή οικονομικά·

γ)

πρόσβαση σε αγωγούς που επιτρέπουν την εγκατάσταση δικτύων πρόσβασης και οπισθόζευξης·

2.

Πληροφορίες που αφορούν τις θέσεις των τόπων φυσικής πρόσβασης, συμπεριλαμβανομένων οδικών κυτίων πρόσβασης και πλαισίων διανομής, και την ύπαρξη τοπικών βρόχων και υποβρόχων, αγωγών και ευκολιών οπισθόζευξης σε συγκεκριμένα σημεία του δικτύου πρόσβασης και τη διαθεσιμότητα στους αγωγούςç

3.

Τεχνικές προϋποθέσεις που αφορούν την πρόσβαση και τη χρήση των τοπικών βρόχων, υποβρόχων και αγωγών, συμπεριλαμβανομένων των τεχνικών χαρακτηριστικών του στρεπτού ζεύγους μεταλλικών αγωγών και ή οπτικών ινών, διανεμητών καλωδίων, αγωγών και συναφών ευκολιών.

4.

Διαδικασίες παραγγελιών και εφοδιασμού, περιορισμοί χρήσης

Β.     Υπηρεσίες συνεγκατάστασης

1.

Πληροφορίες σχετικά με τους υπάρχοντες τόπους ή τα σημεία εξοπλισμού του φορέα εκμετάλλευσης με ΣΙΑ και την προγραμματισμένη αναβάθμισή τους. »

(3)

Το παράρτημα της οδηγίας 2002/20/ΕΚ (οδηγία αδειοδότησης) τροποποιείται ως εξής:

(1)

Η επικεφαλίδα «Παράρτημα» αντικαθίσταται από την επικεφαλίδα «Παράρτημα Ι».

(2)

Η πρώτη παράγραφος αντικαθίσταται από την ακόλουθη επικεφαλίδα:

«Οι όροι που απαριθμούνται στο παρόν παράρτημα παρέχουν τον μέγιστο κατάλογο όρων που δύνανται να συνοδεύουν γενικές άδειες (μέρος Α), δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων (μέρος Β) και δικαιώματα χρήσης αριθμών (μέρος Γ), όπως αναφέρονται στο άρθρο 6, παράγραφος 1 και στο άρθρο 11 παράγραφος 1 στοιχείο α), εντός των επιτρεπόμενων ορίων των άρθρων 5, 6, 7, 8 και 9 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).»

(3)

Το μέρος A τροποποιείται ως εξής:

α)

Το σημείο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.

Προσβασιμότητα αριθμών των εθνικών σχεδίων αριθμοδότησης των κρατών μελών για τελικούς χρήστες, αριθμών από τα πεδία ETNS και UIFN, καθώς και όρων σύμφωνα με την οδηγία 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία).»

β)

Το σημείο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.

Προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής, ιδίως για τον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών σύμφωνα με την οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των τηλεπικοινωνιών (προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (1)»

γ)

Το σημείο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8.

Κανόνες προστασίας των καταναλωτών, ιδίως για τον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένων όρων, σύμφωνα με την οδηγία 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία), καθώς και όρων προσβασιμότητας για χρήστες με αναπηρίες σύμφωνα με το άρθρο 7 της εν λόγω οδηγίας.»

δ)

Στα σημεία 11 και 16, «οδηγία 97/66/ΕΚ» αντικαθίσταται από «οδηγία 2002/58/ΕΚ».

ε)

Προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο 11α:

«11α.

Όροι χρήσης για επικοινωνία των δημόσιων αρχών με το κοινό για προειδοποίηση του κοινού σχετικά με επικείμενες απειλές και για περιορισμό των συνεπειών από μείζονες καταστροφές.»

στ)

Στο σημείο 12 διαγράφονται οι λέξεις «και οι ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές προς το ευρύ κοινό».

ζ)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

« 19.

Υποχρεώσεις διαφάνειας επί των παρόχων δημόσιων δικτύων επικοινωνιών για τη διασφάλιση διατερματικής συνδετικότητας, συμπεριλαμβανομένης της απεριόριστης πρόσβασης σε περιεχόμενο, υπηρεσίες και εφαρμογές, σύμφωνα με τους στόχους και τις αρχές που ορίζονται στο άρθρο 8 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ, αποκάλυψη σε σχέση με τους περιορισμούς επί της προσβάσεως σε υπηρεσίες και εφαρμογές και σε σχέση με τις πολιτικές διαχείρισης της κίνησης και, όπου είναι αναγκαίο και αναλογικό, πρόσβαση των εθνικών ρυθμιστικών αρχών σε τέτοιες πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την επαλήθευση της εν λόγω αποκάλυψης. »

(4)

Το μέρος B τροποποιείται ως εξής:

α)

Το σημείο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.

Υποχρέωση παροχής υπηρεσίας ή χρήσης τύπου τεχνολογίας για τα οποία χορηγήθηκαν τα δικαιώματα χρήσης της συχνότητας, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, απαιτήσεων κάλυψης.»

(β)

Το στοιχείο 2 διαγράφεται.

γ)

Το σημείο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.

Εθελούσιες υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η επιχείρηση, η οποία αποκτά το δικαίωμα χρήσης κατά τη διαδικασία ανταγωνιστικής ή συγκριτικής επιλογής. Αν τέτοια υποχρέωση αντιστοιχεί εκ των πραγμάτων σε μια ή περισσότερες από τις υποχρεώσεις που παρατίθενται στα άρθρα 9 έως 13α της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση), η εν λόγω υποχρέωση θεωρείται ότι λήγει από την 1η Ιανουαρίου 2010 το αργότερο. »

δ)

Προστίθεται το ακόλουθο σημείο 9:

«9.

Υποχρεώσεις που διέπουν πειραματική χρήση του ραδιοσυχνοτήτων.»

(5)

Το μέρος Γ τροποποιείται ως εξής: :

α)

το σημείο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

« 1.

Καθορισμός της υπηρεσίας για την οποία χρησιμοποιείται ο αριθμός, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε απαιτήσεων που συνδέονται με την παροχή της εν λόγω υπηρεσίας και, προς αποφυγήν αμφιβολιών, των αρχών τιμολόγησης και των μέγιστων τιμών για συγκεκριμένα πεδία αριθμών για τους σκοπούς της εξασφάλισης της προστασίας των καταναλωτών, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 4 στοιχείο β), της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο). »

(β)

Το ║ σημείο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8.

Εθελούσιες υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η επιχείρηση, η οποία αποκτά το δικαίωμα χρήσης κατά τη διαδικασία ανταγωνιστικής ή συγκριτικής επιλογής.»

(4)

Το ακόλουθο παράρτημα II προστίθεται στην οδηγία 2002/20/ΕΚ (οδηγία αδειοδότησης):

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Όροι που μπορούν να εναρμονιστούν σύμφωνα με το στοιχείο (δ) της παραγράφου 1 του άρθρου 6

(1)

Όροι που συνοδεύουν δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων:

α)

η διάρκεια των δικαιωμάτων χρήσης των ραδιοσυχνοτήτων·

β)

το χωρικό πεδίο εφαρμογής των δικαιωμάτων·

γ)

η δυνατότητα μεταφοράς δικαιώματος σε άλλους χρήστες του ραδιοσυχνοτήτων, καθώς και οι σχετικοί όροι και διαδικασίες·

δ)

η μέθοδος καθορισμού τελών χρήσης για το δικαίωμα χρήσης των ραδιοσυχνοτήτων, με την επιφύλαξη των συστημάτων που ορίζονται από τα κράτη μέλη στα οποία η υποχρέωση καταβολής τελών χρήσης αντικαθίστανται από την υποχρέωση εκπλήρωσης συγκεκριμένων στόχων γενικού συμφέροντος ·

ε)

ο αριθμός δικαιωμάτων χρήσης που χορηγούνται σε κάθε επιχείρηση·

στ)

όροι που απαριθμούνται στο μέρος Β του παραρτήματος Ι.

(2)

Όροι που συνοδεύουν δικαιώματα χρήσης αριθμών:

ζ)

η διάρκεια των δικαιωμάτων χρήσης των σχετικών αριθμών·

η)

το χωρικό πεδίο ισχύος τους·

θ)

ενδεχόμενες επιμέρους υπηρεσίες ή χρήσεις για τις οποίες πρέπει να δεσμευτούν αριθμοί·

ι)

η μεταφορά και η φορητότητα των δικαιωμάτων χρήσης·

κ)

[η μέθοδος καθορισμού τελών χρήσης (εάν υπάρχουν) για το δικαίωμα χρήσης των αριθμών]·

λ)

όροι που απαριθμούνται στο μέρος Γ του παραρτήματος I.»


(1)  ΕΕ L 201 της ║ 31.7.2002, σ. 37.