28.7.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 175/84


Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση για απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της απόφασης 2001/470/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού δικαστικού δικτύου για αστικές και εμπορικές υποθέσεις»

COM(2008) 380-2008/0122 (COD)

(2009/C 175/15)

Στις 12 Νοεμβρίου 2008 και σύμφωνα με τα άρθρα 61γ και 67, παρ.5 της ΣΕΚ, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για το ακόλουθο θέμα:

«Πρόταση για απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της απόφασης 2001/470/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού δικαστικού δικτύου για αστικές και εμπορικές υποθέσεις»

COM(2008) 380 τελικό — 2008/0122 (COD).

Στις 8 Ιουλίου 2008, το Προεδρείο ανέθεσε στο ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», την προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ.

Λόγω του επείγοντος των εργασιών, κατά την 449η σύνοδο ολομέλειας, που πραγματοποιήθηκε στις 3 και 4 Δεκεμβρίου 2008 (συνεδρίαση της 3ης Δεκεμβρίου 2008), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή απεφάσισε να ορίσει γενική εισηγήτρια την κυρία SÁNCHEZ MIGUEL και υιοθέτησε με ψήφους 124 υπέρ, 2 ψήφους κατά και 1 αποχή την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Συμπεράσματα

1.1   Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την πρόταση για την τροποποίηση της απόφασης 2001/470/ΕΚ με την οποία θεσπίστηκε ευρωπαϊκό δικαστικό δίκτυο για αστικές και εμπορικές υποθέσεις, όχι μόνο επειδή ανταποκρίνεται στην εντολή αναθεώρησης που ορίζεται στην ίδια την πρόταση, αλλά και επειδή αυτό συμβαίνει με βάση πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν την ίδια περίοδο σχετικά με τη λειτουργία του, και αποσκοπεί στην επίτευξη καλύτερων αποτελεσμάτων σε ό,τι αφορά στο στόχο της πληροφόρησης των ευρωπαίων πολιτών.

1.2   Πρέπει να δοθεί προσοχή στο βέλτιστο συντονισμό μεταξύ των αρχών που συναποτελούν το ευρωπαϊκό δίκτυο και των εθνικών αρμοδίων επαφής, που διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία και τη λειτουργία του δικτύου, ενώ το ίδιο ισχύει και για την απλούστευση των πληροφοριών με τη χρήση των κατάλληλων τεχνολογιών. Όλα αυτά θα συμβάλουν στη διευκόλυνση της πρόσβασης των νομικών επαγγελμάτων αλλά και των ενδιαφερομένων πολιτών που επιθυμούν να πληροφορηθούν σχετικά με τις δυνατότητες που υπάρχουν για τη διευθέτηση διασυνοριακών αστικών και εμπορικών διαφορών.

1.3   Με τη συμμετοχή όχι μόνο των δικαστικών αρχών, αλλά και των νομικών επαγγελμάτων θα προσδιοριστούν τα νομικά μέσα τα οποία είναι κατάλληλα για την τήρηση των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των ευρωπαίων πολιτών στις διάφορες αστικές και εμπορικές δραστηριότητές τους. Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ ενός όσο το δυνατό περισσότερο ανοικτού και προσπελάσιμου δικτύου για όλους τους ενδιαφερόμενους, με στόχο την ενίσχυση της διαφάνειας και της διαδικασίας για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.

2.   Εισαγωγή

2.1   Την επομένη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Τάμπερε, στις 15 και 16 Οκτωβρίου 1999, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κίνησε μια διαδικασία για την εναρμόνιση και τη δημιουργία νομικών μέσων που θα επέτρεπαν την δημιουργία ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, και θα εξασφάλιζαν την ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων εντός των συνόρων της Ε.Ε.. Ένα από τα πιο σημαντικά από αυτά τα μέσα είναι ο κανονισμός για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (1), ο οποίος καθιερώνει, μεταξύ άλλων, απλοποιημένες διαδικασίες εφαρμογής, τροποποιήσεις των προστατευτικών μέτρων για την εξασφάλιση της εφαρμογής αποφάσεων και την αναγνώριση προστατευτικών μέτρων που ισχύουν σε όλη την Ευρώπη.

2.2   Με γνώμονα την ίδια προσέγγιση, η Επιτροπή εξέδωσε την απόφαση 2001/470/ΕΚ (2), με την οποία δημιουργήθηκε ευρωπαϊκό δικαστικό δίκτυο για αστικές και εμπορικές υποθέσεις, με βασικό στόχο τη θέσπιση ευρωπαϊκού μέσου δικαστικής συνεργασίας για την πληροφόρηση των νομικών επαγγελμάτων, ιδρυμάτων, διοικητικών φορέων και του ευρύτερου κοινού σχετικά με τα δικαιώματα που ισχύουν στα διάφορα κράτη-μέλη της Ε.Ε. και τις διαδικασίες για την διευθέτηση διασυνοριακών νομικών διαφορών.

2.3   Το δίκτυο αποσκοπούσε επίσης στη διευκόλυνση της πρόσβασης των πολιτών στη δικαιοσύνη και ιδιαιτέρως στην περίπτωση διασυνοριακών διαφορών, όπως υποδείχθηκε ήδη, στην περίπτωση των οποίων δεν υπάρχει πάντα σύμπτωση ως προς το περιεχόμενο ούτε ως προς τη διαδικασία. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο δίνεται ιδιαίτερη σημασία στους αρμόδιους επαφής στους οποίους έχουν άμεση πρόσβαση όλοι οι ενδιαφερόμενοι, επαγγελματίες και μη. Η Επιτροπή αναφέρθηκε στην κατάσταση στις αρχές του 2008, επισημαίνοντας ότι υπάρχουν 102 αρμόδιοι επαφής, 140 κεντρικές αρχές, 12 δικαστές-σύνδεσμοι και 181 δικαστικές αρχές που συμμετέχουν στο δίκτυο δικαστικής συνεργασίας.

2.4   Σ' αυτά πρέπει να προστεθεί ότι στην οδηγία 2008/52/ΕΚ (3) για ορισμένα θέματα διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, γίνεται αναφορά στο δίκτυο ως απαραίτητο μέσο για την αποτελεσματική διαμεσολάβηση στην περίπτωση διασυνοριακών νομικών διαφορών.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1   Όπως αναφέρεται στο άρθρο 19 της απόφασης 2001/470/ΕΚ, η Επιτροπή πρέπει να υποβάλει ανά πενταετία έκθεση σχετικά με τα αποτελέσματα του δικτύου την ίδια περίοδο, στηριζόμενη σε πληροφορίες που παρέχονται από τους αρμόδιους επαφής στα κράτη μέλη. Με βάση τις πληροφορίες αυτές, μπορούν να προταθούν τροποποιήσεις. Αυτός είναι ο σκοπός της τροποποιημένης απόφασης, έτσι ώστε να υλοποιηθούν οι στόχοι που έχουν οριστεί και έχουν ως νομική βάση το άρθρο 61γ της Συνθήκης, και να τηρηθούν οι αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας.

3.2   Μέχρι στιγμής, το δίκτυο έχει επιτύχει την ενίσχυση της συνεργασίας και τη βελτίωση της πληροφόρησης μεταξύ δικαστών και νομικών επαγγελμάτων εντός της Ε.Ε.. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι αρμόδιοι επαφής πρέπει να προσφέρονται ως ολοκληρωμένα κέντρα πληροφόρησης για θέματα εθνικής νομοθεσίας και διαδικασιών που ισχύουν στην περίπτωση διασυνοριακών νομικών διαφορών. Θα ήταν ευκταία η πρόσβαση των πολιτών στο δίκτυο πληροφόρησης.

3.3   Η προτεινόμενη μεταρρύθμιση δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να τελειοποιεί ένα μηχανισμό, το δίκτυο, που θα επιτρέψει την ενίσχυση των προγραμματισμένων στόχων, ιδιαιτέρως σε ό,τι αφορά στον εξοπλισμό και τους ανθρώπινους πόρους που διατίθενται σε αυτό.

Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την προτεινόμενη μεταρρύθμιση, όχι μόνο λόγω των μέτρων για την ενίσχυση της λειτουργίας του δικτύου, αλλά και για την διασαφήνιση της ορολογίας η οποία θα επιτρέψει τη χρήση του με μεγαλύτερη νομική ακρίβεια.

3.4.1   Στην τροποποίηση του άρθρου 2 της απόφασης, για παράδειγμα, αναφέρεται ότι στόχος του δικτύου είναι η «δικαστική συνεργασία σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις», αντί της προηγούμενης γενικής διατύπωσης «συνεργασία σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις».

3.4.2   Επίσης, λαμβάνεται μέριμνα για το συντονισμό των αρμόδιων επαφής, στην περίπτωση που υπάρχουν περισσότεροι του ενός σε ένα κράτος μέλος, με την απαίτηση για τον ορισμό κύριου αρμόδιου επαφής.

3.4.3   Ο κύριος αρμόδιος επαφής επικουρείται από δικαστή ο οποίος όχι μόνο είναι μέλος του δικτύου αλλά και λειτουργεί ως σύνδεσμος με τις τοπικές δικαστικές αρχές.

3.5   Σε συμφωνία με τον βασικό στόχο της μεταρρύθμισης, το άρθρο 5 τροποποιείται για να επεκταθεί η συνεργασία σε ό,τι αφορά στην πληροφόρηση εντός του δικτύου και των δικαστικών αρχών, έτσι ώστε να διευκολυνθεί η εφαρμογή της νομοθεσίας σε κάθε μεμονωμένη περίπτωση, ακόμη και αν η νομοθεσία αυτή προέρχεται από άλλο κράτος μέλος ή αποτελεί διεθνές νομικό μέσο. Η ΕΟΚΕ θα θεωρούσε ότι προκύπτει προστιθέμενη αξία αν το δίκτυο αυτό χρησίμευε για την ενημέρωση του κοινού σχετικά με την υφιστάμενη δικαστική συνεργασία και τα διάφορα δικαιοδοτικά συστήματα. Αυτή η λειτουργική επέκταση θα αποσκοπούσε στην κατοχύρωση και την εξασφάλιση των δικαιωμάτων που απόκτησαν οι πολίτες στα πλαίσια των αστικών και εμπορικών σχέσεων που ανέπτυξαν εντός της ΕΕ.

3.6   Ένα σημαντικό στοιχείο είναι η τροποποίηση που επήλθε στη διαδικασία πληροφόρησης — με την αναδιατύπωση του άρθρου 8 — η οποία αναγνωρίζει το ηλεκτρονικό μητρώο που θα τηρείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να κάνει ένα μόνο σχόλιο επί του σημείου αυτού: Για να τεθεί το συντομότερο δυνατό σε εφαρμογή το ηλεκτρονικό μητρώο, πρέπει να διατεθούν τα τεχνικά και οικονομικά μέσα που είναι απαραίτητα για την αποτελεσματική λειτουργία του.

4.   Ειδικές παρατηρήσεις

4.1   Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με το περιεχόμενο της προτεινόμενης μεταρρύθμισης, καθώς και με τη μέθοδο που χρησιμοποιείται για την προώθησή της. Επιπλέον, το δίκτυο συνεργασίας μεταξύ δικαστικών αρχών και νομικών επαγγελμάτων στα κράτη μέλη μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστά μείζον επίτευγμα.

4.2   Παρότι αναγνωρίζεται ότι έχει θετικό χαρακτήρα, πρέπει να επισημανθεί ότι η θέση της Δανίας ως παρατηρητή στο δίκτυο εγκαταλείπει ένα μέρος του κοινού ευρωπαϊκού χώρου χωρίς δικαστικό συντονισμό, παρόλο που καλύπτεται από την ίδια κοινοτική νομοθεσία. Εντούτοις, το νέο άρθρο 11α προβλέπει τη συμμετοχή παρατηρητών στο δίκτυο, καθώς και των νέων κρατών μελών και τρίτων χωρών που θα έχουν προσχωρήσει στη νέα σύμβαση του Λουγκάνο (4) που θα μπορούν να συμμετέχουν σε ορισμένες συνεδριάσεις του δικτύου.

4.3   Ένα σημείο στο οποίο θεωρούμε ότι έπρεπε να υπάρχει περισσότερη ευελιξία είναι η μικρή προθεσμία απάντησης σε αιτήματα δικαστικής συνεργασίας. Παρότι αναγνωρίζουμε τη σημερινή αποτελεσματικότητα, πρέπει να γίνει κατανοητό ότι με τη βελτίωση των πληροφοριών και την αύξηση των χωρών που συμμετέχουν, θα είναι αδύνατο να τηρηθούν οι προθεσμίες. Πρέπει να ληφθούν υπόψη διάφορες καταστάσεις που έχουν σχέση με την οργάνωση αλλά και τα τεχνικά μέσα που υφίσταται στα διάφορα κράτη, ακόμη και σε περιφερειακό επίπεδο. Θα πρέπει να αναμείνουμε τα αποτελέσματα της νέας μεταρρύθμισης, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στα τεχνικά μέσα που παρέχονται στους αρμόδιους επαφής και το δίκτυο, και ιδιαιτέρως τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το μητρώο.

Βρυξέλλες, 3 Δεκεμβρίου 2008

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI

Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Martin WESTLAKE


(1)  Κανονισμός του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 44/2001 της 22ας Δεκεμβρίου 2000 — ΕΕ L 12 της 16.1.2001.

Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ — ΕΕ C 117 της 26.4.2000, σ. 6.

(2)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ — ΕΕ C 139 της 11.5.2001, σ. 6.

(3)  Οδηγία 2008/52/EC του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2008; ΕΕ L 136 της 24.5.2008.

Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ — ΕΕ C 286 της 17.11.2005, σ. 1.

(4)  Υιοθετήθηκε στις 30.10.2007.