27.10.2007 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 255/48 |
ΠΡΌΤΑΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΫ (EΚ) αριθ. …/… ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της […]
που τροποποιεί τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 773/2004 σχετικά με τη διεξαγωγή των διαδικασιών διευθέτησης διαφορών σε υποθέσεις συμπράξεων
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
(2007/C 255/19)
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο,
τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της συνθήκης (1), και ιδίως το άρθρο 33,
αφού δημοσίευσε προσχέδιο αυτού του κανονισμού (2),
μετά από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή συμπράξεων και δεσποζουσών θέσεων,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Ο κανονισμός (EΚ) αριθ. 773/2004 της Επιτροπής, της 7ης Απριλίου 2004, σχετικά με τη διεξαγωγή από την Επιτροπή των διαδικασιών δυνάμει των άρθρων 81 και 82 της συνθήκης ΕΚ (3) θεσπίζει κανόνες για τη συμμετοχή των ενδιαφερομένων μερών στις διαδικασίες αυτές. |
(2) |
Τα εμπλεκόμενα μέρη πρέπει να είναι διατεθειμένα να παραδεχτούν τη συμμετοχή τους σε σύμπραξη κατά παράβαση του άρθρου 81 της συνθήκης και την ευθύνη τους όσον αφορά τη συμμετοχή αυτή, εάν δύνανται να προβλέψουν ευλόγως τα αναμενόμενα πορίσματα της Επιτροπής όσον αφορά τη συμμετοχή τους στην παράβαση και το ύψος των ενδεχομένων προστίμων και συμφωνούν με τα πορίσματα αυτά. Η Επιτροπή θα έπρεπε να είναι σε θέση να αποκαλύψει σ' αυτά τα μέρη, όπου είναι κατάλληλο, τις αιτιάσεις που σκοπεύει να τους απευθύνει όσον αφορά τα αποδεικτικά στοιχεία που περιέχονται στον φάκελο και τα σχετικά πρόστιμα που ενδεχομένως θα τους επιβληθούν. Αυτή η έγκαιρη αποκάλυψη θα επέτρεπε στα εμπλεκόμενα μέρη να εκφράσουν τις απόψεις τους επί των αιτιάσεων τις οποίες σκοπεύει να τους απευθύνει η Επιτροπή, καθώς και την ενδεχόμενη ευθύνη τους. |
(3) |
Όταν η Επιτροπή, στην κοινοποίηση αιτιάσεων, αναφέρει τις υποβληθείσες εγγράφως προτάσεις διευθέτησης διαφορών των μερών και, κατά συνέπεια τα μέρη στις απαντήσεις τους επιβεβαιώνουν ότι η κοινοποίηση αιτιάσεων αντιστοιχεί στο περιεχόμενο των γραπτών προτάσεών τους προς διευθέτηση των διαφορών, η Επιτροπή θα έπρεπε να προβεί άμεσα στην έκδοση της απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 7 και το άρθρο 23 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1/2003, μετά από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή για τις συμπράξεις και τις δεσπόζουσες θέσεις σύμφωνα με το άρθρο 14 του ιδίου κανονισμού. |
(4) |
Συνεπώς, είναι αναγκαία η θέσπιση μιας διαδικασίας διευθέτησης διαφορών που θα επιτρέψει στην Επιτροπή να επεξεργάζεται ταχύτερα τις υποθέσεις συμπράξεων μέσω συμφωνίας με τα μέρη. |
(5) |
Η πείρα αποδεικνύει ότι η συστηματική διαβίβαση στους καταγγέλλοντες μιας μη απόρρητης εκδοχής της κοινοποίησης των αιτιάσεων δύναται να έχει αρνητικές επιπτώσεις στη βούληση των εμπλεκομένων μερών να συνεργαστούν με την Επιτροπή. Ενώ οι καταγγέλλοντες θα έπρεπε να συνεχίσουν να αποτελούν μέρος της διαδικασίας, να ενημερώνονται σχετικά και να είναι σε θέση να παρέχουν τις απόψεις τους σχετικά με τη φύση και το αντικείμενο της διαδικασίας εγγράφως, η Επιτροπή από την πλευρά της θα έπρεπε να καθορίσει με ποιον τρόπο αυτές οι έγγραφες πληροφορίες πρέπει να δοθούν σε μια συγκεκριμένη υπόθεση. |
(6) |
Κατά συνέπεια, ο κανονισμός (EΚ) αριθ. 773/2004 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Ο κανονισμός (EΚ) αριθ. 773/2004 τροποποιείται ως εξής:
1. |
Το άρθρο 2 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο «1. Η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει ανά πάσα στιγμή την κίνηση διαδικασίας ενόψει της έκδοσης απόφασης δυνάμει του κεφαλαίου III του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1/2003, αλλά όχι αργότερα από την ημερομηνία κατά την οποία καταρτίζει την προκαταρκτική εκτίμηση όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού, ή κοινοποιεί τις αιτιάσεις, ή ζητάει από τα μέρη να εκφράσουν το ενδιαφέρον τους να συμμετάσχουν σε συζητήσεις διευθέτησης διαφορών ή από την ημερομηνία δημοσίευσης της ανακοίνωσης δυνάμει του άρθρου 27 παράγραφος 4 του ίδιου κανονισμού, με υπερισχύουσα την πρώτη χρονολογικά ημερομηνία.» |
2. |
Η παράγραφος 1 του άρθρου 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «1. Οσάκις η Επιτροπή προβαίνει σε κοινοποίηση αιτιάσεων σχετικά με υπόθεση για την οποία έχει λάβει καταγγελία, ενημερώνει εγγράφως τον καταγγέλλοντα σχετικά με τη φύση και το αντικείμενο της διαδικασίας, και τάσσει προθεσμία εντός της οποίας ο καταγγέλλων μπορεί να γνωστοποιήσει εγγράφως τις απόψεις του. Η Επιτροπή δύναται επίσης να παράσχει στον καταγγέλλοντα αντίγραφο της μη απόρρητης εκδοχής της κοινοποίησης των αιτιάσεων.» |
3. |
Στο άρθρο 10, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «1. Η Επιτροπή ενημερώνει τα εμπλεκόμενα μέρη σχετικά με τις αιτιάσεις που διατυπώνονται εναντίον τους. Η κοινοποίηση αιτιάσεων γνωστοποιείται εγγράφως χωριστά σε κάθε εμπλεκόμενο μέρος για το οποίο διατυπώνονται αιτιάσεις.» |
4. |
Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 10α: «Άρθρο 10α Διαδικασία διευθέτησης διαφορών σε υποθέσεις συμπράξεων 1. Μετά την έναρξη της διαδικασίας σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 6 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1/2003 του Συμβουλίου, η Επιτροπή δύναται να ορίσει προθεσμία εντός της οποίας τα μέρη έχουν τη δυνατότητα να δηλώσουν εγγράφως εάν είναι διατεθειμένα να συμμετάσχουν σε συζητήσεις διευθέτησης διαφορών ενόψει της πιθανής υποβολής προτάσεων διευθέτησης διαφορών. Η Επιτροπή δεν υποχρεούται να λάβει υπόψη της προτάσεις που παρελήφθησαν μετά τη λήξη της προθεσμίας. Εάν δύο ή περισσότερα μέρη που ανήκουν στην ίδια επιχείρηση δηλώσουν ότι είναι διατεθειμένα να συμμετάσχουν σε συζητήσεις διευθέτησης διαφορών σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, αυτά τα μέρη ορίζουν κοινούς εντεταλμένους εκπροσώπους που θα συμμετάσχουν εξ ονόματός τους στις συζητήσεις με την Επιτροπή. 2. Η Επιτροπή δύναται να ενημερώσει τα μέρη που είναι διατεθειμένα να υποβάλουν προτάσεις διευθέτησης διαφορών σχετικά με:
Σε περίπτωση που οι συζητήσεις διευθέτησης διαφορών φθάσουν σε ένα στάδιο στο οποίο οι προαναφερθείσες πληροφορίες έχουν αποκαλυφθεί στα μέρη κατόπιν αιτήσεώς τους ή κατ' άλλον τρόπο, η Επιτροπή δύναται να ορίσει προθεσμία εντός της οποίας τα μέρη θα δεσμεύονται να υποβάλουν έγγραφες προτάσεις διευθέτησης διαφορών που να αντικατοπτρίζουν τα αποτελέσματα των συζητήσεων που διεξήχθησαν και στις οποίες αναγνωρίζουν τη συμμετοχή τους σε παράβαση του άρθρου 81 της Συνθήκης, καθώς και την ευθύνη τους. Η Επιτροπή δεν υποχρεούται να λάβει υπόψη έγγραφες προτάσεις διευθέτησης διαφορών που παρελήφθησαν μετά τη λήξη της προθεσμίας 3. Όταν η γνωστοποιηθείσα στα μέρη κοινοποίηση αιτιάσεων εγκρίνει το περιεχόμενο των προτάσεών τους διευθέτησης διαφορών, η έγγραφη απάντηση στην κοινοποίηση αιτιάσεων από πλευράς των εμπλεκομένων μερών θα επιβεβαιώνει, εντός της προθεσμίας που όρισε η Επιτροπή, ότι η κοινοποίηση αιτιάσεων που τους απεστάλη αντιστοιχεί στο περιεχόμενο των προτάσεών τους διευθέτησης διαφορών. Η Επιτροπή δύναται τότε να προβεί άμεσα στην έκδοση της απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 7 και το άρθρο 23 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1/2003 του Συμβουλίου μετά από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή συμπράξεων και δεσποζουσών θέσεων σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1/2003 του Συμβουλίου.» |
5. |
Το άρθρο 11 παράγραφος 1, αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «1. Η Επιτροπή παρέχει στα μέρη προς τα οποία αποστέλλει κοινοποίηση αιτιάσεων τη δυνατότητα να τύχουν ακρόασης, πριν ζητήσει τη γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής του άρθρου 14 παράγραφος 1 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1/2003.» |
6. |
Το άρθρο 12 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «1. Η Επιτροπή παρέχει στα μέρη προς τα οποία αποστέλλει κοινοποίηση αιτιάσεων τη δυνατότητα να αναπτύξουν τα επιχειρήματα τους σε προφορική εξέταση, εάν ζητήσουν τούτο στο πλαίσιο των υποβαλλόμενων από αυτούς γραπτών παρατηρήσεων. 2. Εντούτοις, όταν τα μέρη υποβάλλουν εγγράφως τις προτάσεις τους διευθέτησης διαφορών θα επιβεβαιώνουν στην Επιτροπή ότι θα ζητήσουν μόνο να τους δοθεί η ευκαιρία να αναπτύξουν τα επιχειρήματά τους κατά τη διάρκεια προφορικής εξέτασης, εάν η κοινοποίηση αιτιάσεων δεν εγκρίνει το περιεχόμενο των εγγράφων προτάσεών τους διευθέτησης διαφορών.» |
7. |
Στο άρθρο 15 η ακόλουθη παράγραφος προστίθεται ως παράγραφος 1α: «1α. Μετά την έναρξη της διαδικασίας σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 6 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1/2003, η Επιτροπή κάνει γνωστά, όπου είναι προσήκον, τα αποδεικτικά στοιχεία που στηρίζουν τις προβλεπόμενες αιτιάσεις στα μέρη που προτίθενται να υποβάλουν προτάσεις διευθέτησης διαφορών ώστε να τους επιτρέψει να το πράξουν. Ενόψει αυτών, τα μέρη στην υποβολή των προτάσεών τους διευθέτησης διαφορών θα επιβεβαιώνουν στην Επιτροπή ότι, εάν η κοινοποίηση αιτιάσεων δεν εγκρίνει το περιεχόμενο των εγγράφων προτάσεών τους διευθέτησης διαφορών, θα ζητήσουν μόνο πρόσβαση στον φάκελο μετά από παραλαβή της κοινοποίησης αιτιάσεων.» |
8. |
Το άρθρο 17 παράγραφος 1 και το άρθρο 17 παράγραφος 3 αντικαθίστανται ως εξής: «1. Οσάκις τάσσει τις προθεσμίες που προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφος 3, στο άρθρο 4 παράγραφος 3, στο άρθρο 6 παράγραφος 1, στο άρθρο 7 παράγραφος 1, στο άρθρο 10α παράγραφος 2, στο άρθρο 10α παράγραφος 3 και στο άρθρο 16 παράγραφος 3, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τόσο τον χρόνο που απαιτείται για την προετοιμασία των προς υποβολή παρατηρήσεων όσο και τον επείγοντα χαρακτήρα της υπόθεσης.» «3. Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3, στο άρθρο 4 παράγραφος 3, στο άρθρο 10α παράγραφος 1, στο άρθρο 10α παράγραφος 2 και στο άρθρο 16 παράγραφος 3 και στο άρθρο 16 παράγραφος 3 δεν μπορεί να είναι βραχύτερη από δύο εβδομάδες. Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 10α παράγραφος 3 δεν μπορεί να είναι βραχύτερη από μία εβδομάδα.» |
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την … [ημερομηνία].
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη.
Βρυξέλλες, […]
Για την Επιτροπή
Neelie KROES
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 1 της 4.1.2003, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 1419/2006 (ΕΕ L 269 της 28.9.2006, σ. 1.)
(2) ΕΕ C 255 της 27.10.2007, σ. 48
(3) ΕΕ L 123 της 27.4.2004, σ. 18· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 1792/2006 (ΕΕ L 362 της 20.12.2006, σ. 1.)