52007PC0747




[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 28.11.2007

COM(2007) 747 τελικό

2007/0267 (CNS)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/112/EΚ σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, όσον αφορά τη μεταχείριση ασφαλιστικών και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών

(υποβληθείσα από την Επιτροπή) { SEC(2007) 1554}{SEC(2007) 1555}

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ Ιστορικό της προτασησ |

110 | Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης Η πρόταση έχει δύο στόχους: - αύξηση της ασφάλειας δικαίου για τους οικονομικούς φορείς και τις εθνικές φορολογικές διοικήσεις, μείωση του διοικητικού φόρτου που συνεπάγεται η ορθή εφαρμογή των κανόνων περί απαλλαγής των ασφαλιστικών και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών από τον ΦΠΑ· - μείωση του αντίκτυπου του συγκεκαλυμμένου ΦΠΑ στο κόστος των φορέων παροχής ασφαλιστικών και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Οι στόχοι αυτοί επιτυγχάνονται με τα τρία μέτρα που περιλαμβάνει η πρόταση: - αποσαφήνιση των κανόνων που διέπουν την απαλλαγή ασφαλιστικών και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών από τον ΦΠΑ, - διεύρυνση της υφιστάμενης δυνατότητας επιλογής της φορολόγησης με μεταφορά του δικαιώματος επιλογής από τα κράτη μέλη στους οικονομικούς φορείς· - εισαγωγή του θεσμού του ομίλου αναδιανομής του κόστους που επιτρέπει στους οικονομικούς φορείς τη σύσταση ομίλου συλλογικής πραγματοποίησης επενδύσεων με σκοπό την αναδιανομή του κόστους των επενδύσεων αυτών από τον όμιλο στα μέλη του, απαλλαγμένου από τον ΦΠΑ. Αποσαφήνιση των κανόνων Η αποσαφήνιση των κανόνων που διέπουν την απαλλαγή ασφαλιστικών και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών από τον ΦΠΑ αποβλέπει στην πιο ομοιόμορφη εφαρμογή της απαλλαγής από τον ΦΠΑ, αυξάνοντας την ασφάλεια δικαίου για τους οικονομικούς φορείς και μειώνοντας τον διοικητικό φόρτο που συνεπάγεται η συμμόρφωσή τους με τους κανόνες. Η αποσαφήνιση αυτή συνίσταται στα εξής: - οι όροι εφαρμογής της απαλλαγής από τον ΦΠΑ βασίζονται σε αντικειμενικά οικονομικά κριτήρια που δεν επιτρέπουν την ερμηνεία βάσει των εννοιών του εθνικού ιδιωτικού δικαίου, που αποτελεί έναν από τους βασικότερους λόγους για τις παρατηρούμενες αποκλίσεις στην ερμηνεία και στην εφαρμογή μεταξύ των κρατών μελών (π.χ. μια ασφαλιστική σύμβαση πρέπει να καλύπτει έναν κίνδυνο και να προβλέπει την καταβολή αποζημίωσης ή άλλο αντιστάθμισμα)· με τα αντικειμενικά αυτά οικονομικά κριτήρια εξασφαλίζεται επίσης ότι οι νέες υπηρεσίες που θα αναπτυχθούν στο μέλλον θα απαλλάσσονται από τον ΦΠΑ εφόσον πληρούνται τα εν λόγω κριτήρια· - οι νέοι κανόνες εισάγουν το στοιχείο της απαλλαγής από τον ΦΠΑ οιουδήποτε συστατικού στοιχείου μιας ασφαλιστικής ή χρηματοπιστωτικής υπηρεσίας το οποίο συνιστά αυτοτελές σύνολο και αποτελεί συγκεκριμένο και ουσιώδες στοιχείο της σχετικής απαλλασσόμενης υπηρεσίας· - εισαγωγή ενός κοινού εναρμονισμένου ορισμού της διαμεσολάβησης για ασφαλιστικές και χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες· - όπου είναι δυνατό οι νέοι ορισμοί αυξάνουν επίσης τη συνοχή με τους κανόνες της εσωτερικής αγοράς (π.χ. επενδυτικά κεφάλαια). Η πρόταση οδηγίας συνοδεύεται από πρόταση κανονισμού όπου απαριθμούνται με μη εξαντλητικό τρόπο περιπτώσεις ασφαλιστικών και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών που καλύπτονται ή αποκλείονται από την απαλλαγή από τον ΦΠΑ. Δικαίωμα επιλογής της φορολόγησης Βάσει του διευρυμένου δικαιώματος επιλογής της φορολόγησης, ο οικονομικός φορέας είναι εκείνος που αποφασίζει εάν θέλει να είναι πλήρως υπόχρεος για την καταβολή του φόρου. Ασκώντας το δικαίωμα αυτό θα μπορεί να αφαιρεί τον ΦΠΑ εισροών που έχει καταβάλλει για τις επενδύσεις του όπως κάθε άλλος οικονομικός φορέας. Με τον τρόπο αυτόν δημιουργείται ένα πλαίσιο ισότιμης μεταχείρισης στον χρηματοπιστωτικό κλάδο το οποίο δεν έχει επιτευχθεί μέχρι σήμερα διότι πολύ λίγα κράτη μέλη έχουν παράσχει τη δυνατότητα αυτή σε επιχειρήσεις και μάλιστα υπό διαφορετικούς όρους. Ταυτόχρονα, παρέχεται στα κράτη μέλη η αναγκαία ευελιξία να προσδιορίσουν τα ίδια τους κανόνες εφαρμογής του δικαιώματος αυτού προσαρμόζοντάς το στις δικές τους εθνικές δομές φορολογικής εποπτείας. Εφόσον αποδειχθεί σκόπιμη, είναι δυνατή η θέσπιση διατάξεων εφαρμογής σε κοινοτικό επίπεδο βάσει του άρθρου 397 της οδηγίας. Αναδιανομή του κόστους Βάσει του προτεινόμενου υποδείγματος αναδιανομής του κόστους, ιδίως οι μικρές επιχειρήσεις δύνανται να συσπειρώνονται σε ομίλους με σκοπό την πραγματοποίηση επενδύσεων (π.χ. τεχνολογία υπολογιστών ειδικευμένου προσωπικού). Οι όμιλοι αυτοί μπορούν να επιτύχουν καλύτερους όρους στην αγορά για τις επενδύσεις αυτές και να αναδιανείμουν το κόστος των επενδύσεων στα μέλη τους απαλλαγμένο από τον ΦΠΑ. |

120 | Γενικό πλαίσιο Οι ορισμοί για τις απαλλασσόμενες ασφαλιστικές και χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες είναι παρωχημένοι και έχουν οδηγήσει σε ανομοιόμορφη ερμηνεία και εφαρμογή των απαλλαγών αυτών από τα κράτη μέλη. Οι ενδιαφερόμενοι έρχονται αντιμέτωποι με αρκετά πολύπλοκες από νομική άποψη και ποικίλες διοικητικές πρακτικές, πράγμα που δημιουργεί έλλειψη ασφάλειας δικαίου για τις επιχειρήσεις και τις φορολογικές αρχές. Η έλλειψη ασφάλειας δικαίου έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του αριθμού των δικαστικών υποθέσεων, καθώς και την αύξηση του διοικητικού φόρτου για τις επιχειρήσεις και τις διοικήσεις που εφαρμόζουν τις εν λόγω απαλλαγές. Συνεπώς, είναι απαραίτητο να αποσαφηνιστούν οι κανόνες που διέπουν την απαλλαγή των ασφαλιστικών και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών από τον ΦΠΑ με στόχο τη δημιουργία μεγαλύτερης ασφάλειας δικαίου και τη μείωση του διοικητικού φόρτου για επιχειρήσεις και διοικήσεις. Η δημόσια διαβούλευση με τους ενδιαφερόμενους που πραγματοποιήθηκε το 2006 και η «Μελέτη για τη βελτίωση της κατανόησης των οικονομικών επιπτώσεων της απαλλαγής ασφαλιστικών και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών από τον ΦΠΑ», που εκπόνησε ανεξάρτητος σύμβουλος εξ ονόματος της Επιτροπής, επιβεβαίωσαν το συμπέρασμα αυτό. Το δεύτερο πρόβλημα είναι ο συγκεκαλυμμένος ΦΠΑ στη διάρθρωση του κόστους των ασφαλιστικών και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Στον τομέα των χρηματοπιστωτικών και των ασφαλιστικών υπηρεσιών όλοι οι οικονομικοί φορείς προσπαθούν να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητά τους καθώς εκτίθενται όλο και περισσότερο τόσο σε μεταξύ τους ανταγωνισμό λόγω της τάσης δημιουργίας μιας ενιαίας πανευρωπαϊκής αγοράς, όσο και σε ανταγωνισμό εκ μέρους επιχειρήσεων εκτός ΕΕ. Οι ενοποιήσεις εντός του κλάδου οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στην ανάγκη αύξησης της αποδοτικότητας. Όμως, οι στρατηγικές μείωσης του κόστους λαμβάνουν διάφορες μορφές. Οι εξελίξεις αυτές επιταχύνονται λόγω της διαμόρφωσης ενός ευρύτερου κανονιστικού πλαισίου για μια ολοκληρωμένη ευρωπαϊκή αγορά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών κατά τα όσα ορίζει το Σχέδιο Δράσης για τις Χρηματοπιστωτικές Υπηρεσίες. Το κανονιστικό αυτό πλαίσιο αυξάνει τον ανταγωνισμό μεταξύ παρόχων ασφαλιστικών και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών λόγω της σταθερής προόδου στο θέμα της ισότιμης μεταχείρισης. Στο περιβάλλον αυτό, οι οικονομικοί φορείς έχουν αναπτύξει διάφορες τεχνικές βελτίωσης της ανταγωνιστικότητάς τους. Ορισμένες από τις συνηθέστερες βασικές τεχνικές είναι: - εξωτερική ανάθεση δραστηριοτήτων (με σκοπό τη μείωση του διοικητικού και εργατικού κόστους· π.χ. έκδοση πιστοποιητικών κατοχής μετοχών, διοικητικά καθήκοντα κλπ)· - συλλογική δραστηριότητα (με σκοπό την αναδιανομή του κόστους, π.χ. από κοινού ανάπτυξη συστημάτων υπολογιστών και λογισμικού για διάφορες τράπεζες, σύσταση μονάδων παραγωγής πιστώσεων (credit factories) είτε προς τον σκοπό είτε λόγω ενοποίησης)· - υπεργολαβική ανάθεση (παρεμβολή ενός επιπρόσθετου διανεμητικού επιπέδου για χρηματοπιστωτικά ή ασφαλιστικά προϊόντα). Οι τεχνικές αυτές συνεπάγονται λιγότερη παραγωγή πρόσθετης αξίας από τους ίδιους τους παρόχους ασφαλιστικών και χρηματοπιστωτικών προϊόντων την οποία, ωστόσο, αυτοί προμηθεύονται από ανεξάρτητους τρίτους υπό μορφή υπηρεσιών. Όμως, ανακύπτει το πρόβλημα ότι οι εξωτερικές αυτές υπηρεσίες δεν δύνανται πλέον να υπαχθούν στην απαλλαγή που καλύπτει τις χρηματοπιστωτικές και ασφαλιστικές υπηρεσίες με αποτέλεσμα να χρεώνονται με τον ΦΠΑ. Ο ΦΠΑ αυτός συχνά δεν είναι εκπεστέος για τον πελάτη, ο οποίος δεν δικαιούται έκπτωση διότι παρέχει ο ίδιος απαλλασσόμενες ασφαλιστικές και χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Αυτός ο μη εκπεστέος ΦΠΑ ενσωματώνεται, συνεπώς, στο κόστος του. Η πρόταση περιλαμβάνει ορισμένα στοιχεία που μειώνουν τον αντίκτυπο αυτόν στο κόστος. |

130 | Ισχύουσες διατάξεις στον τομέα της πρότασης Άρθρα 135 παράγραφος 1 στοιχείο α) έως ζ) και 137 παράγραφος 1 στοιχείο α) και παράγραφος 2 |

140 | Συνοχή με άλλες πολιτικές και στόχους της Ένωσης Όπου είναι δυνατό, οι νέοι ορισμοί αυξάνουν επίσης τη συνοχή με τους κανόνες της εσωτερικής αγοράς (π.χ. επενδυτικά κεφάλαια, πιστοληπτική αξιολόγηση, παράγωγα). Η πρόταση αποτελεί μέρος της Στρατηγικής της Επιτροπής για την Απλούστευση του Ρυθμιστικού Περιβάλλοντος (τμήμα 66 του εγγράφου COM(2006) 690). Τόσο οι οικονομικοί φορείς όσο και οι φορολογικές αρχές των κρατών μελών θα ωφεληθούν από τις απλουστεύσεις αυτές. Ωστόσο, τα σχετικά οφέλη δεν μπορούν να ποσοτικοποιηθούν. Η πρόταση θα αυξήσει τα επίπεδα ασφάλειας δικαίου και θα μειώσει τον διοικητικό φόρτο οικονομικών φορέων και εθνικών φορολογικών αρχών. Δεδομένου ότι θα έχει θετική επίδραση στο κόστος, δεν πρόκειται να έχει αρνητικές επιπτώσεις στο κόστος των λιανικών καταναλωτικών ασφαλιστικών και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. |

Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη και εκτίμηση των επιπτώσεων |

Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη |

211 | Μέθοδοι διαβούλευσης, κύριοι τομείς που αφορά η πρόταση και γενικά χαρακτηριστικά των ερωτηθέντων Σεμινάριο Fiscalis, Δεκέμβριος 2004, Δουβλίνο, με τη συμμετοχή εκπροσώπων του ασφαλιστικού και του χρηματοπιστωτικού κλάδου και των φορολογικών αρχών των κρατών μελών. Συνέδριο φορολογίας, 11 Μαΐου 2006, Βρυξέλλες, με τη συμμετοχή εκπροσώπων του ασφαλιστικού και του χρηματοπιστωτικού κλάδου και των φορολογικών αρχών των κρατών μελών. Δημόσια διαβούλευση με τους ενδιαφερόμενους, Ιούνιος 2006. Σεμινάριο Fiscalis, Μάρτιος 2007. Δημοσίευση εγγράφων εργασίας με τα πρώτα νομοθετικά σχέδια στον δικτυακό τόπο της γενικής διεύθυνσης, Ιούνιος 2007. Σύσκεψη στρογγυλής τραπέζης με τους ενδιαφερόμενους, Ιούλιος 2007. |

212 | Σύνοψη των απαντήσεων και τρόπος με τον οποίο ελήφθησαν υπόψη Στο σεμινάριο Fiscalis που πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβριο του 2004 στο Δουβλίνο αναλύθηκαν οι διάφοροι προβληματικοί για τις επιχειρήσεις τομείς και ιδίως το φαινόμενο της εξωτερικής ανάθεσης και τόσο οι οικονομικοί φορείς όσο και τα κράτη μέλη κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι απαιτείται νομοθετική πρωτοβουλία από μέρους των υπηρεσιών της Επιτροπής. Στη συνέχεια, οι υπηρεσίες της ΓΔ TAXUD ανέθεσαν την εκπόνηση μελέτης σε ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα με σκοπό την καλύτερη κατανόηση των οικονομικών επιπτώσεων της απαλλαγής των χρηματοπιστωτικών και ασφαλιστικών υπηρεσιών από τον ΦΠΑ και διεξήγαγε μια σειρά διμερών διαβουλεύσεων με τα κράτη μέλη και τη ΓΔ MARKT, η οποία κατέληξε στην εκπόνηση ενός βασικού εγγράφου (έγγραφο εργασίας Taxud 1802/06) στο οποίο περιγράφονται τα βασικά προβλήματα που εντοπίσθηκαν και τα δυνατά τεχνικά μέτρα αντιμετώπισής τους. Το έγγραφο αυτό συζητήθηκε με τους ενδιαφερόμενους και τα κράτη μέλη κατά τη διάρκεια του συνεδρίου φορολογίας που πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες τον Μάιο του 2006. Τον Μάρτιο του 2007 πραγματοποιήθηκε δεύτερο σεμινάριο Fiscalis με στόχο την εξοικείωση των αρμόδιων υπαλλήλων των εθνικών φορολογικών αρχών με τις πολιτικές που αποβλέπουν στην αλλαγή του ρυθμιστικού πλαισίου και με τις οικονομικές δυνάμεις που ωθούν σε διασυνοριακή χρηματοπιστωτική ολοκλήρωση. Το πρόγραμμα κάλυψε, επίσης, ζητήματα πρακτικής εφαρμογής της ισχύουσας νομοθεσίας. Τα νομοθετικά σχέδια συζητήθηκαν εκτενώς με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. |

213 | Από τις 09/05/2006 έως τις 09/06/2006 διενεργήθηκε ανοικτή διαβούλευση μέσω του διαδικτύου. Η Επιτροπή έλαβε 82 απαντήσεις. Τα αποτελέσματα διατίθενται στην εξής διεύθυνση: http://europa.eu.int/comm/taxation_customs/common/consultations/tax/index_en.htm. |

Προσφυγή στη γνώμη εμπειρογνωμόνων |

221 | Σχετικοί επιστημονικοί τομείς/τομείς εμπειρογνωμοσύνης Μελέτη για τη βελτίωση της κατανόησης των οικονομικών επιπτώσεων της απαλλαγής χρηματοπιστωτικών και ασφαλιστικών υπηρεσιών από τον ΦΠΑ (Διαγωνισμός αριθ. taxud/2005/AO-006) |

222 | Χρησιμοποιηθείσα μέθοδος Ανεξάρτητη εξωτερική μελέτη |

223 | Κυριότεροι οργανισμοί/εμπειρογνώμονες που συμμετείχαν στις διαβουλεύσεις Price Waterhouse Coopers |

2249 | Σύνοψη των απόψεων που διατυπώθηκαν και ελήφθησαν υπόψη Δεν έχει αναφερθεί η ύπαρξη δυνητικά σοβαρών κινδύνων με μη αναστρέψιμες συνέπειες. |

225 | Υπήρξε μεγάλη συνοχή ανάμεσα στα συμπεράσματα της μελέτης, στην ανάλυση της ίδιας της Επιτροπής στο έγγραφο εργασίας Taxud 1802/06 και στις αντιδράσεις των ενδιαφερομένων κατά τη δημόσια διαβούλευση, πράγμα το οποίο επέτρεψε στη Γενική Διεύθυνση Φορολογίας και Τελωνειακής Ένωσης να επιβάλει τις αναγκαίες προτεραιότητες και να εστιάσει τις εργασίες στις καταλληλότερες λύσεις. |

226 | Μέσα που χρησιμοποιήθηκαν για τη δημοσιοποίηση των απόψεων των εμπειρογνωμόνων Δημοσίευση στον δικτυακό τόπο της Γενικής Διεύθυνσης http://ec.europa.eu/taxation_customs/common/publications/studies/index_en.htm |

230 | Εκτίμηση των επιπτώσεων Οι εναλλακτικές δυνατότητες που μελετήθηκαν περιγράφονται εκτενώς στην εκτίμηση των επιπτώσεων Μηδενικός συντελεστής, σ. 31 Επέκταση του πεδίου εφαρμογής για την απαλλαγή υπηρεσιών, σ. 32 Ενιαία περιορισμένη έκπτωση του φόρου εισροών, σ. 33 Δικαίωμα επιλογής της φορολόγησης, σ. 34 Διασυνοριακοί φορείς ΦΠΑ, σ. 37 Ενιαία νομικά πρόσωπα και διασυνοριακές συναλλαγές, σ. 37 Ομαδοποίηση για σκοπούς ΦΠΑ, σ. 38 Αναδιανομή κόστους, σ. 41 Μειωμένος συντελεστής ΦΠΑ για υπηρεσίες ανατιθέμενες σε εξωτερικούς συνεργάτες, σ. 44 Άλλες δυνατότητες, σ. 44 |

231 | Η Επιτροπή προέβη σε εκτίμηση των επιπτώσεων που καταγράφεται στο πρόγραμμα εργασίας και η σχετική έκθεση είναι διαθέσιμη στο έγγραφο Taxud 15570. |

Νομικα στοιχεια της προτασησ |

305 | Συνοπτική παρουσίαση της προτεινόμενης δράσης Η παρούσα πρόταση περιλαμβάνει τρία μέτρα: - αποσαφήνιση των κανόνων που διέπουν την απαλλαγή των ασφαλιστικών και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών από τον ΦΠΑ, - διεύρυνση της υφιστάμενης δυνατότητας φορολόγησης με μεταφορά του δικαιώματος επιλογής από τα κράτη μέλη στους οικονομικούς φορείς, - εισαγωγή του θεσμού του ομίλου αναδιανομής του κόστους που επιτρέπει στους οικονομικούς φορείς τη σύσταση ομίλου συλλογικής πραγματοποίησης επενδύσεων με σκοπό την αναδιανομή του κόστους των επενδύσεων αυτών από τον όμιλο στα μέλη του, απαλλαγμένου από τον ΦΠΑ. |

310 | Νομική βάση Άρθρο 93 της Συνθήκης |

329 | Αρχή της επικουρικότητας Η πρόταση υπάγεται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας. Κατά συνέπεια, η αρχή της επικουρικότητας δεν ισχύει. |

Αρχή της αναλογικότητας Η πρόταση συνάδει με την αρχή της αναλογικότητας για τον ακόλουθο λόγο ή λόγους. |

331 | Οι προτάσεις περιλαμβάνονται σε σχέδιο οδηγίας. Οι κανόνες που διέπουν την απαλλαγή ασφαλιστικών και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών από τον ΦΠΑ επιδέχονται, σε ολόκληρη την Κοινότητα, μόνον μια ορθή ερμηνεία. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνον με την τροποποίηση των παλαιών κανόνων της οδηγίας 2006/112/EΚ. Προκειμένου να επιτραπεί στους παρόχους απαλλασσόμενων από τον ΦΠΑ ασφαλιστικών και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών να συσπειρώνονται προς τον σκοπό της πραγματοποίησης επενδύσεων σε έναν όμιλο και μέσω αυτού να τις αναδιανέμουν μεταξύ τους απαλλαγμένες από τον ΦΠΑ, απαιτείται ένα κατάλληλο όχημα το οποίο θα μπορεί να σταθεί και σε διασυνοριακό επίπεδο. Η δημιουργία ενός τέτοιου οχήματος μπορεί να επιτευχθεί μόνον με τροποποίηση της οδηγίας 2006/112/EΚ. |

332 | Η ύπαρξη σαφών κανόνων βασιζόμενων σε οικονομικά κριτήρια μειώνει τα περιθώρια για δικαστικές διενέξεις και, ως εκ τούτου, δημιουργεί ένα περιβάλλον ασφάλειας δικαίου εντός του οποίου μειώνεται σημαντικά ο διοικητικός φόρτος που συνεπάγεται η συνεννόηση, ενδεχομένως με περισσότερα κράτη μέλη, ως προς τον τρόπο ερμηνείας και εφαρμογής των κανόνων. |

Επιλογή μέσων |

341 | Προτεινόμενα νομικά μέσα: οδηγία. |

342 | Η χρήση άλλης νομικής πράξης δεν ενδείκνυται για τον ακόλουθο λόγο ή λόγους. Η υφιστάμενη οδηγία 2006/112/EΚ του Συμβουλίου μπορεί να τροποποιηθεί μόνον με άλλη οδηγία. |

Δημοσιονομικές επιπτωσεισ |

409 | Η πρόταση δεν έχει επιπτώσεις στον κοινοτικό προϋπολογισμό. |

Συμπληρωματικές πληροφορίες |

510 | Απλούστευση |

511 | Η πρόταση απλουστεύει τη νομοθεσία. |

512 | Η πρόταση περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία απλούστευσης: - βασίζει τους όρους εφαρμογής της απαλλαγής από τον ΦΠΑ σε αντικειμενικά οικονομικά κριτήρια που διευκολύνουν τη διαχείριση της απαλλαγής από τον ΦΠΑ, - αποσαφηνίζει ότι η απαλλαγή καλύπτει την παροχή οιουδήποτε από τα συστατικά στοιχεία μιας ασφαλιστικής ή χρηματοπιστωτικής υπηρεσίας, το οποίο συνιστά αυτοτελές σύνολο και αποτελεί συγκεκριμένο και ουσιώδες στοιχείο της σχετικής απαλλασσόμενης υπηρεσίας· αυτό μειώνει τα περιθώρια δικαστικών διενέξεων, - εισάγει έναν κοινό εναρμονισμένο ορισμό της διαμεσολάβησης για ασφαλιστικές και χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Οι ασφαλιστικές και οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες διέπονται από τις ίδιες αρχές. |

550 | Πίνακας αντιστοιχίας Απαιτείται από τα κράτη μέλη να κοινοποιήσουν στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων μεταφοράς της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο, καθώς και πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ αυτών και των διατάξεων της παρούσας οδηγίας. |

1. 2007/0267 (CNS)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/112/EΚ σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, όσον αφορά τη μεταχείριση ασφαλιστικών και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 93,

την πρόταση της Επιτροπής[1],

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου[2],

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[3],

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Ο κλάδος των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών συμβάλλει σημαντικά στην ανάπτυξη, την ανταγωνιστικότητα και τη δημιουργία απασχόλησης, αλλά μπορεί να εκπληρώσει τον ρόλο αυτόν μόνον υπό ουδέτερες συνθήκες ανταγωνισμού σε μια εσωτερική αγορά. Είναι αναγκαίο να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο το οποίο θα παρέχει ασφάλεια δικαίου όσον αφορά την μεταχείριση που επιφυλάσσεται, από άποψη φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ), σε χρηματοπιστωτικά προϊόντα και στην εμπορία και διαχείρισή τους.

(2) Οι υφιστάμενοι κανόνες περί απαλλαγής χρηματοπιστωτικών και ασφαλιστικών προϊόντων από τον ΦΠΑ που θεσπίζονται από την οδηγία 2006/112/EΚ της 28ης Νοεμβρίου 2006 σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας[4] είναι παρωχημένοι και έχουν οδηγήσει σε ανομοιόμορφη ερμηνεία και εφαρμογή. Η πολυπλοκότητα των κανόνων και η ποικιλομορφία των διοικητικών πρακτικών δημιουργεί έλλειψη ασφάλειας δικαίου για τις επιχειρήσεις και τις φορολογικές αρχές. Η εν λόγω έλλειψη ασφάλειας δικαίου αυτή έχει οδηγήσει σε σημαντικό αριθμό δικαστικών διενέξεων και έχει αυξήσει τον διοικητικό φόρτο. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να αποσαφηνιστεί ποιες ασφαλιστικές και χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες απαλλάσσονται και με τον τρόπο αυτόν να αυξηθεί ο βαθμός ασφάλειας δικαίου και να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος επιχειρήσεων και αρχών.

(3) Προκειμένου να εξασφαλιστεί φορολογική ουδετερότητα, οι απαλλαγές πρέπει να συνδέονται με τη φύση των σχετικών υπηρεσιών, με βάση αντικειμενικά οικονομικά κριτήρια και όχι με τα πρόσωπα που τις παρέχουν.

(4) Αβεβαιότητα δημιουργείται ιδίως σε περίπτωση εξωτερικής ανάθεσης υπηρεσιών από τους οικονομικούς φορείς σε ανεξάρτητους παρόχους ή σε περίπτωση από κοινού άσκησης ορισμένων δραστηριοτήτων από περισσότερους οικονομικούς φορείς. Για να αποφευχθεί αβεβαιότητα του είδους αυτού, είναι σκόπιμο να καταστεί σαφές ότι οι δραστηριότητες που αποτελούν συστατικό στοιχείο ασφαλιστικής ή χρηματοπιστωτικής υπηρεσίας, συνιστούν διακριτό σύνολο και αποτελούν συγκεκριμένα και ουσιώδη στοιχεία της απαλλασσόμενης υπηρεσίας υπάγονται στην απαλλαγή που ισχύει για τη σχετική υπηρεσία.

(5) Οι ασφαλιστικές και οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες απαιτούν παρόμοιες μορφές διαμεσολάβησης. Συνεπώς, η διαμεσολάβηση στις ασφαλιστικές υπηρεσίες και η διαμεσολάβηση στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες πρέπει να χαίρουν της ίδιας μεταχείρισης.

(6) Ο εκσυγχρονισμός των απαλλαγών για ασφαλιστικές και χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες αποβλέπει επίσης στην εξασφάλιση συνοχής με τις διατάξεις για την εσωτερική αγορά, ιδίως εκείνες του Σχεδίου Δράσης για τις Χρηματοπιστωτικές Υπηρεσίες[5] και τους κανόνες που διέπουν τους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες. Ωστόσο, προκειμένου να τηρηθεί η υποχρέωση της αυστηρής ερμηνείας των απαλλαγών από τον ΦΠΑ απαιτούνται, σε ορισμένες περιπτώσεις, περιοριστικότεροι ορισμοί ως προς τις απαλλασσόμενες ασφαλιστικές και χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες από εκείνους που προβλέπουν οι κανόνες για την εσωτερική αγορά.

(7) Οι πάροχοι ασφαλιστικών και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών είναι όλο και περισσότερο σε θέση να συνδέουν επακριβώς τον ΦΠΑ εισροών που έχουν καταβάλει για πραγματοποιηθείσες δαπάνες, με την εκάστοτε φορολογητέα εκροή. Όταν παρέχουν υπηρεσίες έναντι προκαθορισμένης αμοιβής, μπορούν εύκολα να προσδιορίζουν το φορολογητέο ποσό που αντιστοιχεί στις υπηρεσίες αυτές. Συνεπώς είναι σκόπιμο να επεκταθεί η δυνατότητα επιλογής της φορολόγησης στους οικονομικούς αυτούς φορείς.

(8) Ενισχύοντας τη διασυνοριακή συνεργασία, οι πάροχοι ασφαλιστικών και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών μπορούν να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητά τους και να συμβάλουν στην υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς. Επομένως, με την επιφύλαξη της τήρησης της αρχής της φορολογικής ουδετερότητας, οι σχετικοί οικονομικοί φορείς πρέπει να έχουν το δικαίωμα να επιλέξουν να φορολογούνται και να συνεργάζονται μεταξύ τους προς τον σκοπό της αναδιανομής του κόστους.

(9) Ως εκ τούτου, η οδηγία 2006/112/EΚ πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Η οδηγία 2006/112/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

(1) Το άρθρο 135 τροποποιείται ως εξής:

α) Τα στοιχεία α) έως ζ) της παραγράφου 1 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«α) την ασφάλιση και αντασφάλιση,

β) τη χορήγηση πιστώσεων και εγγύηση χρεών που οφείλονται στη χορήγηση πιστώσεων,

γ) τις πράξεις που αφορούν χρηματοπιστωτικές καταθέσεις και τήρηση λογαριασμού,

δ) την ανταλλαγή νομισμάτων και χορήγηση μετρητών,

ε) την παροχή κινητών αξιών,

στ) τη διαμεσολάβηση σε ασφαλιστικές και χρηματοπιστωτικές πράξεις κατά τα όσα αναφέρονται στα σημεία α) έως ε),

ζ) τη διαχείριση επενδυτικών κεφαλαίων,»

β) Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 1α, 1β και 1γ:

«1α. Η απαλλαγή που προβλέπεται στα στοιχεία α) έως ε) της παραγράφου 1 καλύπτει την παροχή οιουδήποτε από τα συστατικά στοιχεία μιας ασφαλιστικής ή χρηματοπιστωτικής υπηρεσίας το οποίο συνιστά διακριτό σύνολο και αποτελεί συγκεκριμένο και ουσιώδες στοιχείο της απαλλασσόμενης υπηρεσίας.

1β. Όταν μια πολυσύνθετη πράξη περιλαμβάνει ένα στοιχείο ασφάλισης το οποίο προσδιορίζεται αυτοτελώς, η ασφάλιση αποτελεί διακριτή υπηρεσία απαλλασσόμενη βάσει του στοιχείου α) της παραγράφου 1.

1γ. Όταν η παροχή αγαθών ή υπηρεσιών περιλαμβάνει χορήγηση πιστώσεων η οποία δεν προσδιορίζεται αυτοτελώς, η χορήγηση πιστώσεων δεν αποτελεί διακριτή υπηρεσία απαλλασσόμενη βάσει του στοιχείου β) της παραγράφου 1.

(2) Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 135α:

«Άρθρο 135a

Προς τον σκοπό της εφαρμογής των απαλλαγών που προβλέπονται στα στοιχεία α) έως ζ) της παραγράφου 1 του άρθρου 135, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

(1) ασφάλιση και αντασφάλιση: δέσμευση δια της οποίας ένα πρόσωπο αναλαμβάνει, έναντι πληρωμής, την υποχρέωση να καταβάλει σε άλλο πρόσωπο, σε περίπτωση υλοποίησης ενός κινδύνου, αποζημίωση ή παροχή προσδιοριζόμενες κατά την ανάληψη της υποχρέωσης,

(2) χορήγηση πιστώσεων: χορήγηση ή υπόσχεση χορήγησης χρηματικού δανείου,

(3) εγγύηση οφειλών: αποδοχή ευθύνης για την οφειλή άλλου προσώπου,

(4) χρηματικές καταθέσεις: χρηματικό ποσό τηρούμενο εξ ονόματος του καταθέτη επί του οποίου αυτός διατηρεί δικαιώματα και το οποίο πρέπει να του επιστραφεί βάσει των εφαρμοστέων νομικών και συμβατικών όρων,

(5) τήρηση λογαριασμού: τήρηση χρηματικού λογαριασμού για έναν πελάτη,

(6) ανταλλαγή νομισμάτων: υπηρεσία στο πλαίσιο της οποίας ένα πρόσωπο αλλάζει το νόμισμα στο οποίο εκφράζονται τραπεζογραμμάτια και κέρματα που χρησιμοποιούνται κανονικά ως νόμιμο χρήμα, καταθέσεις ή ένα ποσό κατατεθειμένο σε χρηματικό λογαριασμό με βάση τις ισχύουσες συναλλαγματικές ισοτιμίες μεταξύ νομισμάτων διαφόρων χωρών,

(7) μετρητά: τραπεζογραμμάτια και κέρματα που κανονικά χρησιμοποιούνται ως νόμιμο χρήμα ή διαπραγματεύσιμο μέσο πληρωμής,

(8) παροχή κινητών αξιών: παροχή διαπραγματεύσιμων τίτλων πλην εκείνων που συνιστούν τίτλο επί εμπορευμάτων ή επί των αναφερόμενων στο άρθρο 15 παράγραφος 2 δικαιωμάτων, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν οικονομική αξία και αντικατοπτρίζουν ένα ή περισσότερα από τα κάτωθι:

α) μερίδιο επί του κεφαλαίου μιας εταιρείας ή άλλης ένωσης προσώπων,

β) απαιτήσεις έναντι οφειλέτη,

γ) κατοχή μεριδίων σε οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες που αναφέρονται στα στοιχεία α) ή β), σε άλλα απαλλασσόμενα χρηματοπιστωτικά μέσα που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως δ) της παραγράφου 1 του άρθρου 135 ή σε άλλους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων,

(9) διαμεσολάβηση σε ασφαλιστικές και χρηματοπιστωτικές πράξεις: παροχή υπηρεσιών προς έναν αντισυμβαλλόμενο έναντι αμοιβής ως διακριτή πράξη μεσολάβησης για ασφαλιστικές ή χρηματοπιστωτικές πράξεις αναφερόμενες στα στοιχεία α) έως ε) της παραγράφου 1 του άρθρου 135,

(10) επενδυτικά κεφάλαια: οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων στα απαλλασσόμενα χρηματοπιστωτικά μέσα που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως ε) της παραγράφου 1 του άρθρου 135 και σε ακίνητα,

(11) διαχείριση επενδυτικών κεφαλαίων: δραστηριότητες που αποσκοπούν στην υλοποίηση των επενδυτικών στόχων του εκάστοτε επενδυτικού κεφαλαίου.»

(3) Στο άρθρο 137 παράγραφος 1, το στοιχείο α) διαγράφεται.

(4) Προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα 137α και 137β:

"Άρθρο 137a

1. Από 1ης Ιανουαρίου 2012 τα κράτη μέλη χορηγούν στα φορολογούμενα πρόσωπα το δικαίωμα να επιλέγουν να φορολογηθούν για τις υπηρεσίες που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως ζ) της παραγράφου 1 του άρθρου 135.

2. Το Συμβούλιο εγκρίνει τα απαιτούμενα για την εφαρμογή της παραγράφου 1 μέτρα δυνάμει της διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 397. Ενόσω το Συμβούλιο δεν έχει εγκρίνει μέτρα του είδους αυτού, τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίσουν λεπτομερείς κανόνες για την άσκηση του δικαιώματος που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 137β

Τα κράτη μέλη απαλλάσσουν τις υπηρεσίες που παρέχει ένας όμιλος φορολογούμενων προσώπων στα μέλη του εφόσον πληρούνται οι εξής προϋποθέσεις:

(1) ο όμιλος και όλα τα μέλη του εδρεύουν ή κατοικούν μόνιμα στην Κοινότητα,

(2) ο όμιλος αναπτύσσει αυτόνομη δραστηριότητα και ενεργεί ως ανεξάρτητη οντότητα έναντι των μελών του,

(3) τα μέλη του ομίλου παρέχουν υπηρεσίες απαλλασσόμενες βάσει του άρθρου 135 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως ζ) ή άλλες υπηρεσίες για τις οποίες δεν θεωρούνται φορολογούμενα πρόσωπα,

(4) οι υπηρεσίες παρέχονται από τον όμιλο μόνον προς τα μέλη του και είναι απαραίτητες ώστε αυτά να είναι σε θέση να παρέχουν υπηρεσίες απαλλασσόμενες βάσει του άρθρου 135 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως ζ),

(5) ο όμιλος αξιώνει από τα μέλη του να καταβάλουν μόνον το ακριβές ποσό του μεριδίου τους επί των κοινών δαπανών, εξαιρουμένης κάθε προσαρμογής των τιμών μεταβίβασης πραγματοποιούμενης για λόγους άμεσης φορολογίας.»

(5) Στο άρθρο 174 παράγραφος 2, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

«γ) το ποσό του κύκλου εργασιών που αναφέρεται στις χρηματοπιστωτικές πράξεις που προβλέπονται στο άρθρο 135 παράγραφος 1 στοιχεία β) έως ζ), εφόσον πρόκειται για παρεπόμενες πράξεις.»

Άρθρο 2 Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το αργότερο ως τις 31 Δεκεμβρίου 2009. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων, καθώς και πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ των εν λόγω διατάξεων και των διατάξεων της παρούσας οδηγίας.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την […] ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, […]

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

[…]

[1] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[2] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[3] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[4] ΕΕ L 347 της 11.12.2006, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2006/138/ΕΚ (ΕΕ L 384 της 29.12.2006, σ. 92).

[5] COM(1999) 232.