52007DC0295




EL

Βρυξέλλες, 6.6.2007

COM(2007) 295 τελικό

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Αλιευτικές δυνατότητες για το 2008

Δήλωση Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Αλιευτικές δυνατότητες για το 2008

Δήλωση Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

1. Εισαγωγή (...)3

2. Απολογισμός (...)4

2.1. Μεταρρύθμιση της ΚΑλΠ (...)4

2.2. Επιστημονικές γνωματεύσεις και αποφάσεις για τα TAC για το 2003-2007 (...)5

2.3. Οικονομικές πτυχές. (...)7

2.4. Αλιευτική προσπάθεια (...)8

2.5. Αποτελέσματα (...)10

3. Μελλοντικά Βήματα (...)10

3.1. Καθορισμός των TAC για αποθέματα για τα οποία δεν υπάρχει ποσοτική πρόβλεψη σε σχέση με τα προληπτικά όρια (...)11

3.1.1. Αποθέματα για τα οποία έχει υποβληθεί γνωμοδότηση από αρμόδιους επιστημονικούς οργανισμούς (...)11

3.1.2. Αποθέματα για τα οποία δεν διατίθενται επιστημονικές γνωμοδοτήσεις (...)13

3.2. Καθορισμός των TAC για τα αποθέματα που βρίσκονται εκτός των ασφαλών βιολογικών ορίων (...)13

3.3. Καθορισμός των TAC για τα αποθέματα γάδου που υπάγονται σε σχέδιο αποκατάστασης του γάδου (...)14

3.4. Οι αλιευτικές δυνατότητες σε σχέση με τη διαχείριση της αλιευτικής προσπάθειας (...)14

4. Τεχνικά μέτρα (...)15

5. Άλλα θέματα (...)16

6. Συμπέρασμα (...)16

1. Εισαγωγή

Βάσει της ανακοίνωσης αριθ. COM(2006)246 της Επιτροπής «Βελτίωση των διαβουλεύσεων για τη διαχείριση της κοινοτικής αλιείας» προβλέπεται μια νέα μέθοδος εργασίας όσον αφορά τη λήψη αποφάσεων για τις ετήσιες αλιευτικές δυνατότητες. Σύμφωνα με τη νέα αυτή μέθοδο η Επιτροπή παρουσιάζει στην παρούσα ανακοίνωση τις προθέσεις της σχετικά με τις αλιευτικές δυνατότητες για το 2008. Τα κύρια θέματα που εξετάζονται στην παρούσα Δήλωση Πολιτικής αφορούν, όπως και στο παρελθόν, τις αλιευτικές δυνατότητες στο Βορειοανατολικό Ατλαντικό και στη Βαλτική Θάλασσα.

Η Επιτροπή επιβεβαιώνει τη δέσμευσή της υπέρ της διαχείρισης των αποθεμάτων με βάση την κατάρτιση μακροπρόθεσμων σχεδίων. Θα καταρτιστούν νέα σχέδια ενώ τα υφιστάμενα σχέδια θα επανεξεταστούν αφού προηγουμένως τεθούν σε εφαρμογή. Όσον αφορά τα αποθέματα η διαχείριση των οποίων δεν πραγματοποιείται με βάση μακροπρόθεσμα σχέδια, θα θεσπιστούν κανόνες γενικής κατεύθυνσης. Η Επιτροπή υπέβαλε επίσης ανακοίνωση το 2006 με τίτλο: «Εφαρμογή της αειφορίας στην αλιεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω της μέγιστης βιώσιμης απόδοσης (ΜΒΑ)» [1] και το 2007 θα καλέσει σε διαβούλευση τους ενδιαφερόμενους φορείς και θα συγκεντρώσει επιστημονικές γνωμοδοτήσεις για την εξεύρεση τρόπων διαχείρισης της αλιείας με στόχο τη μείωση του κόστους, την αύξηση των ποσοτήτων αλιευμάτων και των εισοδημάτων. Η προσέγγιση αυτή θα αποτελέσει την κύρια κατευθυντήρια γραμμή για την κατάρτιση μακροπρόθεσμων σχεδίων στο μέλλον.

Παράλληλα με την κατάρτιση μακροπρόθεσμων σχεδίων με στόχο τη μέγιστη βιώσιμη απόδοση (ΜΒΑ), οι αλιευτικές δυνατότητες πρέπει να καθοριστούν σε επίπεδα τέτοια ώστε να έχουν ως αποτέλεσμα είτε τη διατήρηση των αποθεμάτων εντός των ασφαλών βιολογικών ορίων (ΑΒΟ), είτε, για τα αποθέματα που βρίσκονται εκτός ΑΒΟ την προσέγγισή τους προς αυτά ή την (έστω και σταδιακή) επανένταξή τους εντός αυτών, οπωσδήποτε όμως οι αλιευτικές δυνατότητες δεν πρέπει να οδηγούν σε επιδείνωση της κατάστασης με την απομάκρυνση των αποθεμάτων από τα ασφαλή όρια. Επίσης, δεν πρέπει να καθοριστούν αλιευτικές δυνατότητες οι οποίες να οδηγούν στην απομάκρυνση από τους στόχους της ΜΒΑ.

Η Επιτροπή επαναβεβαιώνει επίσης τη δέσμευσή της για διαβούλευση με τους ενδιαφερόμενους φορείς και με τα κράτη μέλη σχετικά με τον καθορισμό των αλιευτικών δυνατοτήτων. Η διαβούλευση αυτή θα αφορά τις μεθόδους και τους κανόνες που θα πρέπει να χρησιμοποιούνται μακροπρόθεσμα και θα περιλαμβάνει την εξέταση του πιθανού αντικτύπου της προτεινόμενης προσέγγισης, αντικτύπου που θα αφορά και οικονομικές και κοινωνικές πτυχές. Η πρώτη «Δήλωση Πολιτικής» δημοσιεύθηκε με μεγάλη καθυστέρηση το 2006 με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η έγκαιρη πραγματοποίηση αποτελεσματικής διαδικασίας διαβούλευσης πριν από το Συμβούλιο του Δεκεμβρίου. Ωστόσο, η Επιτροπή βασίστηκε στους κανόνες και στις κατευθυντήριες γραμμές που περιέχονται στην εν λόγω ανακοίνωση για τη διατύπωση των προτάσεών της. Πολλά από τα στοιχεία που περιείχαν οι προτάσεις της έγιναν δεκτά από τα κράτη μέλη στο Συμβούλιο. Το 2007 η Δήλωση Πολιτικής υποβλήθηκε έγκαιρα και η Επιτροπή αναμένει από τους ενδιαφερόμενους φορείς και από τα κράτη μέλη να ξεκινήσουν εποικοδομητική συζήτηση σχετικά με τις μεθόδους που πρέπει να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό των αλιευτικών δυνατοτήτων με βάση την ορθή επιστημονική προσέγγιση και λαμβάνοντας υπόψη τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις.

Η Επιτροπή συγκεντρώνει επιστημονικές γνωματεύσεις με στόχο τη διερεύνηση των μακροπρόθεσμων συνεπειών που θα επιφέρει η εφαρμογή των κανόνων της «Δήλωσης Πολιτικής». Η προσέγγισή της μπορεί να προσαρμοστεί ανάλογα με τις γνωματεύσεις που θα συγκεντρώσει, καθώς και ανάλογα με τις αντιδράσεις που θα δεχθεί από κράτη μέλη και από ενδιαφερόμενους φορείς. Κατά την υποβολή της πρότασής της, ωστόσο, η Επιτροπή προτίθεται να τηρήσει τις μακροπρόθεσμες συμφωνημένες προσεγγίσεις εκτός εάν οι επιστημονικές γνωματεύσεις το 2008 αναδείξουν σημαντικά και μη αναμενόμενα νέα στοιχεία.

Οι κανόνες που περιέχονται στη «Δήλωση Πολιτικής» πρέπει να είναι σύμφωνοι με άλλες κοινοτικές πολιτικές όπως είναι το «Σχέδιο δράσης για τη βιοποικιλότητα στον τομέα της αλιείας» («Action Plan on Fisheries Biodiversity») καθώς και η προταθείσα στρατηγική για τις θάλασσες. Μολονότι η εν λόγω στρατηγική είναι ακόμη υπό συζήτηση, αναμένεται ότι θα επιτευχθούν παρόμοιοι στόχοι μέσω των προαναφερόμενων προσεγγίσεων.

2. Απολογισμός

2.1. Μεταρρύθμιση της ΚΑλΠ

Στο πλαίσιο των προπαρασκευαστικών εργασιών για τη μεταρρύθμιση της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής το 2002 η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι [2] πολλά αποθέματα βρίσκονταν εκτός των ασφαλών βιολογικών ορίων, ότι υφίσταντο υπερεκμετάλλευση, ή ότι διέθεταν μικρές ποσότητες ώριμων ψαριών. Η κατάσταση αυτή οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στον καθορισμό ετήσιων ορίων αλιευμάτων υψηλότερων από εκείνα που πρότεινε η Επιτροπή βάσει επιστημονικών γνωματεύσεων και στην κατάρτιση σχεδίων διαχείρισης του αλιευτικού στόλου με στόχους λιγότερο φιλόδοξους από εκείνους που απαιτούνταν. Η κατάσταση επιδεινώθηκε λόγω της χαλαρής επιβολής της νομοθεσίας και οδήγησε τον κλάδο σε δεινή θέση καθώς και σε μείωση της κερδοφορίας. Οι ενδιαφερόμενοι φορείς δεν συμμετείχαν επαρκώς στη διαχείριση της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής. Τα συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC) δεν αρκούσαν ως μέτρα διατήρησης λόγω της πρακτικής της απόρριψης, της ψευδούς δήλωσης των ποσοτήτων αλιευμάτων καθώς και λόγω της μη τήρησης των TAC. Την Επιτροπή απασχόλησαν επίσης επιστημονικές γνωματεύσεις σχετικά με τα οικοσυστήματα, τη συλλογή δεδομένων και τη δειγματοληψία καθώς και με την επάρκεια των επιστημονικών πόρων, τη μεγαλύτερη συμμετοχή του κοινού σε θέματα που άπτονται του τομέα της επιστήμης καθώς και την πιο ενδελεχή ανάλυση εν όψει της λήψης αποφάσεων. Η οικονομική και η κοινωνική διάσταση του προβλήματος αποτέλεσαν επίσης σημαντική πηγή προβληματισμού.

Στη μεταρρύθμιση του 2002 εισήχθησαν ουσιαστικές αλλαγές. Συστάθηκαν οι Περιφερειακές Συμβουλευτικές Επιτροπές. Η Επιτροπή ενέτεινε τις διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερόμενους φορείς, ενσωμάτωσε στις προτάσεις της ουσιαστικά στοιχεία προερχόμενα από τη διαβούλευση με τους εν λόγω φορείς και έλαβε περισσότερο υπόψη τις κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις. Αυξήθηκε ο αριθμός των αποθεμάτων που περιελήφθησαν σε μακροπρόθεσμα σχέδια. Η διαχείριση της αλιευτικής προσπάθειας εισήχθη ευρύτερα ως πρόσθετο μέσο διατήρησης. Καταβλήθηκαν σημαντικές προσπάθειες για τη βελτίωση του ελέγχου και της επιβολής. Η Επιτροπή ενσωμάτωσε σε όλο το φάσμα της πολιτικής της σχετικά με τα TAC και τις ποσοστώσεις ένα σημαντικό αίτημα των ενδιαφερόμενων φορέων – να περιορίσει τις διακυμάνσεις των TAC σε ποσοστό 15%. Οι απόψεις των κρατών μελών ελήφθησαν δεόντως υπόψη στο Συμβούλιο και πολύ σπάνια μόνον το Συμβούλιο ενέκρινε αλιευτική δυνατότητα δίχως τη σύμφωνη γνώμη του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους. Ορισμένα κράτη μέλη εισήγαγαν σημαντικές βελτιώσεις στα συστήματα ελέγχου και επιβολής.

2.2. Επιστημονικές γνωματεύσεις και αποφάσεις για τα TAC για το 2003-2007

Πριν εξετάσουμε τις αποφάσεις για το 2008 θα ήταν σκόπιμο να γίνει μια σύντομη ανασκόπηση των πρόσφατων εξελίξεων. Οι μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις διαχείρισης όσον αφορά τον μερλούκιο Βόρειας Θάλασσας, τη γλώσσα του Βισκαϊκού Κόλπου, τον εγκλεφίνο Βόρειας Θάλασσας, το σκουμπρί και το νταούκι Ατλαντικού ωφέλησαν τον κλάδο και συνέβαλαν στην εύρυθμη διαχείριση των αποθεμάτων. Το απόθεμα μερλούκιου Βόρειας Θάλασσας αποκαταστάθηκε και βρίσκεται εκ νέου εντός ασφαλών βιολογικών ορίων ενώ αυξήθηκαν τα TAC για το σολωμό του Βισκαϊκού Κόλπου και της Δυτικής Μάγχης παράλληλα με τη μείωση της θνησιμότητας λόγω αλιείας. Εντούτοις, τα μέτρα αποκατάστασης και το σχέδιο αποκατάστασης του γάδου δεν απέδωσαν τις αναμενόμενες βελτιώσεις.

Η Επιτροπή επανεξέτασε τις επιστημονικές γνωματεύσεις και αποφάσεις από το 2002 (Πίνακας 1):

Πίνακας 1. Συνοπτική ανασκόπηση των επιστημονικών γνωμοδοτήσεων και των αποφάσεων για τα TAC από το 2002 [3]

(...PICT...)

Ο ανωτέρω πίνακας παρουσιάζει ορισμένες πρόσφατες τάσεις. Για παράδειγμα, οι επιστήμονες βασίζονται πλέον όλο και λιγότερο σε βραχυπρόθεσμες προβλέψεις για τη διατύπωση γνωμοδοτήσεων.

Ο αριθμός των προβλέψεων μειώθηκε από 40 σε 29, μολονότι οι ειδικοί συνέχισαν να υποβάλλουν τον ίδιο περίπου αριθμό γνωμοδοτήσεων όσον αφορά τα αλιεύματα. Η μείωση αυτή μπορεί να οφείλεται είτε σε μείωση της ποιότητας των δεδομένων είτε στην αύξηση της συνειδητοποίησης ως προς τις περιορισμένες δυνατότητές τους. Οι ειδικοί έχουν απλουστεύσει τη διατύπωση των γνωμοδοτήσεων π.χ. αναφέρουν ότι δεν είναι σκόπιμη η αύξηση της αλιείας ενός αποθέματος εφόσον δεν είναι γνωστό εάν θα είναι βιώσιμη η αύξηση αυτή. Η απλούστευση αυτή συνάδει και με την προληπτική προσέγγιση που περιέχεται στους στόχους της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής και αποτελεί ενδεδειγμένη βάση για τις προτάσεις όσον αφορά τα TAC.

Ο αριθμός των αποθεμάτων που απειλούνται παραμένει αμετάβλητος. Τα τέσσερα πέμπτα των αποθεμάτων περίπου βρίσκονται εκτός των γνωστών ασφαλών βιολογικών ορίων. Ο αριθμός των αποθεμάτων για τα οποία συνιστάται μηδενικό αλίευμα σταθεροποιήθηκε στα 13 περίπου αποθέματα [4]. Στις αποφάσεις για τα συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC) καθορίζονταν κατά μέσο όρο ποσότητες πολύ υψηλότερες σε σχέση με τα ετήσια αλιεύματα που συνιστούσαν οι επιστημονικές γνωμοδοτήσεις, μολονότι τα ποσοστά ποικίλλουν ανάλογα με το απόθεμα. Αυτό οδήγησε σε πολύ μικρή μείωση του αντικτύπου στην αλιεία. Τρία μόνον αποθέματα που υπόκεινται σε TAC (τα αποθέματα του εγκλεφίνου της Βόρειας Θάλασσας, του νταουκιού της Βόρειας Θάλασσας και της ζαγκέτας του Βισκαϊκού Κόλπου) αλιεύονται σύμφωνα με τις δεσμεύσεις που ελήφθησαν κατά την Παγκόσμια Σύνοδο Κορυφής για την Αειφόρο Ανάπτυξη, που πραγματοποιήθηκε στο Γιοχάνεσμπουργκ το 2002 όσον αφορά τη ΜΒΑ. Η συνεχιζόμενη παραβίαση των συνιστώμενων TAC έθεσε τα αλιεύματα σε κατάσταση υψηλού κινδύνου. Πολύ περισσότερο δε καθώς πολλά από τα εν λόγω TAC ουσιαστικά δεν τηρούνται λόγω ανεπαρκούς επιβολής.

2.3. Οικονομικές πτυχές.

Οι οικονομικές πτυχές της αλιείας έχουν επίσης μεταβληθεί. Το 2006 οι ονομαστικές τιμές ήταν υψηλότερες για πολλά αλιευτικά προϊόντα. Οι τιμές όσον αφορά ορισμένα σημαντικά είδη, είτε παρέμειναν σταθερές είτε μειώθηκαν, εμφάνισαν ωστόσο σημαντική βραχυπρόθεσμη αστάθεια στις κοινοτικές αγορές. Άλλοι παράγοντες, όπως είναι η διάρθρωση του κόστους κάθε στόλου, είχαν μεγάλο αντίκτυπο στην οικονομική απόδοση κατά το διάστημα αυτό.

Η οικονομική απόδοση της κοινοτικής αλιείας ποικίλλει μεταξύ στόλων, κρατών μελών και περιοχών, συναρτήσει του οικονομικού καθαρού ισοζυγίου των τάσεων που παρουσιάζονται στις τιμές, στις εκφορτώσεις, στις δαπάνες λειτουργίας (και ειδικότερα στις δαπάνες καυσίμων), στα πάγια έξοδα και στη συνολική παραγωγικότητα της οικονομίας. Αυτές οι οικονομικές διαφορές εξηγούνται βάσει των διαφορών έντασης του κεφαλαίου, της διάρθρωσης της οικονομίας, της δραστηριότητας και της συμπεριφοράς των τοπικών αγορών αλιείας.

Οι στόλοι τρατών, που έχουν υψηλή κατανάλωση καυσίμων, υπέστησαν τη μεγαλύτερη επιδείνωση της οικονομικής τους κατάστασης τα τελευταία έτη λόγω του υψηλού κόστους των καυσίμων, ενώ τα σκάφη τα οποία χρησιμοποιούν αλιευτικές μεθόδους που απαιτούν μικρότερη κατανάλωση καυσίμων σημείωσαν σχετική βελτίωση της οικονομικής τους κατάστασης.

Σύμφωνα με τα τελευταία οικονομικά στοιχεία η παραγωγικότητα σε ορισμένους κοινοτικούς στόλους αυξήθηκε. Σε συνδυασμό με πιο θετικές εξελίξεις όσον αφορά τις τιμές σε ορισμένες αγορές, η αύξηση αυτή μπορεί να λειτουργήσει ενθαρρυντικά και να δημιουργήσει κλίμα αισιοδοξίας για μια συνολική βελτίωση της οικονομικής απόδοσης. Τα προαναφερόμενα πρέπει να εξεταστούν περαιτέρω ώστε να αξιολογηθούν οι διαφορετικές τάσεις μεταξύ στόλων, κρατών και περιοχών.

2.4. Αλιευτική προσπάθεια

Μετά τη μεταρρύθμιση ορίστηκαν περιορισμοί της αλιευτικής προσπάθειας για τα Δυτικά ύδατα [5], για τα είδη βαθέων υδάτων [6] και για τα αποθέματα που αποτελούν αντικείμενο αποκατάστασης [7].

Σύμφωνα με στοιχεία που παρείχαν τα κράτη μέλη στην ΕΤΟΕΑ η συνολική αλιευτική προσπάθεια το 2005 είχε μειωθεί σε σχέση με το 2000 κατά 15% περίπου στο Kattegat, κατά 20% περίπου στη Βόρειο Θάλασσα, στο Skagerrak και στην ανατολική Μάγχη, κατά 35% περίπου στη Δυτική Σκωτία και επίσης κατά 35% περίπου στη Θάλασσα της Ιρλανδίας. Παρατηρήθηκαν μεταβολές στο είδος των χρησιμοποιούμενων αλιευτικών εργαλείων και μειώσεις στην αλιευτική προσπάθεια με τράτες με μεγάλο μέγεθος ματιών, (άνω των 100mm) και αυξήσεις στην αλιευτική προσπάθεια με τράτες με μικρότερο μέγεθος ματιών (70-99mm) (Πίνακας 2).

Πίνακας 2. Αλιευτική προσπάθεια που χρησιμοποιήθηκε (kW*ημέρες στη θάλασσα) ανά ομάδα αλιευτικών εργαλείων. Άνω σειρά: αριστερά, Kattegat, δεξιά, Βόρειος Θάλασσα και Skagerrak. Κάτω σειρά, αριστερά, Θάλασσα Ιρλανδίας. Δεξιά, Δυτική Σκωτία. Πηγή: ΕΤΟΕΑ.

(...PICT...)

(...PICT...)

(...PICT...)

(...PICT...)

Παρά τις εν λόγω φθίνουσες τάσεις στη συνολική αλιευτική προσπάθεια, σημειώθηκε αύξηση της αλιευτικής προσπάθειας με εργαλεία με μικρότερο μέγεθος ματιών (70-89mm). Αυτή η αύξηση είναι δυνατόν να οδήγησε στην αλίευση μεγαλύτερων ποσοτήτων γάδου μικρού μεγέθους. Αναμένεται επιστημονική γνωμοδότηση ως προς το θέμα αυτό.

Η φθίνουσα αλιευτική προσπάθεια που παρατηρείται παραπάνω ενδεχομένως να μην συνδέεται άμεσα με τις μειώσεις των ημερών στη θάλασσα βάσει του παραρτήματος II του κανονισμού περί «αλιευτικών δυνατοτήτων». Οι εν λόγω μειώσεις ξεκίνησαν πολύ πριν την εισαγωγή των ορίων όσον αφορά τις ημέρες στη θάλασσα και δεν σημειώθηκε καμιά αλλαγή στο ποσοστό μείωσης όταν το εν λόγω σύστημα τέθηκε σε εφαρμογή. Επίσης, σύμφωνα με στοιχεία που παρείχαν τα κράτη μέλη, μόνον 72% της επιτρεπόμενης αλιευτικής προσπάθειας χρησιμοποιήθηκε πραγματικά το 2006, στοιχείο το οποίο καταδεικνύει ότι, κατά μέσο όρο, το σύστημα δεν ευθύνεται για τον περιορισμό της δραστηριότητας του στόλου.

Αυτό δείχνει ότι ο περιορισμός των «ημερών στη θάλασσα» δεν συμβάλλει ακόμη επαρκώς στην αποκατάσταση των αποθεμάτων. Επίσης, η διαχείριση του συστήματος αποδείχθηκε δύσκολη τόσο για τα κράτη μέλη όσο και για την Επιτροπή. Το ίδιο το σύστημα χαρακτηρίστηκε επίσης ως υπερβολικά περίπλοκο, αδιαφανές και δύσκολο στην παρακολούθηση. Διαπιστώνεται τέλος ότι υπάρχει επικάλυψη με άλλα καθεστώτα ελέγχου της αλιευτικής προσπάθειας.

Εντούτοις, το σύστημα διαχείρισης της αλιευτικής προσπάθειας επέτρεψε τη μεγαλύτερη κατανόηση της λειτουργίας των αλιευτικών στόλων, γεγονός το οποίο σε ορισμένες περιπτώσεις ευνόησε τη χρήση πιο επιλεκτικών μηχανισμών και μπορεί να χρησιμεύσει ως βάση για περαιτέρω βελτιώσεις στο μέλλον.

2.5. Αποτελέσματα

Συνολικά, από το 2002:

· Τα αποθέματα δεν σημειώνουν τάση αποκατάστασης ή μεγαλύτερης επανένταξής τους σε ασφαλή βιολογικά όρια – αντίθετα, ο κλάδος εξακολουθεί να βρίσκεται σε κατάσταση υψηλού κινδύνου. Η κατάσταση είναι δυσμενέστερη όσον αφορά τα αποθέματα βαθέων υδάτων και ευνοϊκότερη για τα μικρά πελαγικά αποθέματα.;

· Παρόλο που η οικονομική απόδοση επιδεινώθηκε τα τελευταία έτη, ορισμένες βελτιώσεις στην παραγωγικότητα και οι αυξήσεις των τιμών για ορισμένα είδη ίσως φέρουν ευνοϊκό αποτέλεσμα;

· το σύστημα των ημερών στη θάλασσα δεν έχει συχνά περιοριστικό αντίκτυπο στη συνολική αλιευτική προσπάθεια: φαίνεται δε πως είναι δυσανάλογα πολύπλοκο όσον αφορά τη διαχείριση σε σχέση με το κόστος.

3. Μελλοντικά Βήματα

Είναι σαφές ότι η κατάσταση διατήρησης των αποθεμάτων στην Ευρώπη δεν έχει σημειώσει ακόμη την απαιτούμενη βελτίωση. Για την επανένταξη των αποθεμάτων σε ασφαλή βιολογικά όρια και για τη βελτίωση των μακροπρόθεσμων οικονομικών προοπτικών πρέπει να εξακολουθήσουν να καταβάλλονται σημαντικές προσπάθειες τόσο όσον αφορά τα TAC όσο και αναφορικά με τη διαχείριση της αλιευτικής προσπάθειας. Οι κανόνες που διέπουν τη διαχείριση της αλιευτικής προσπάθειας πρέπει να απλουστευθούν και να καταστούν πιο αποτελεσματικοί όσον αφορά τον έλεγχο της αλιείας. Οι βελτιώσεις αυτές πρέπει να επιτευχθούν στο πλαίσιο μιας συλλογικής προσέγγισης, στην οποία σημαντικό ρόλο θα παίξει τόσο η διαβούλευση με τους ενδιαφερόμενους φορείς όσο και η βελτίωση της συμμόρφωσης προς κανονισμούς περί αλιευτικών δυνατοτήτων.

Στο πλαίσιο της εν λόγω προσέγγισης πρέπει επίσης να εξασφαλιστεί ότι τα μέτρα που λαμβάνει το Συμβούλιο συνεκτιμούν δεόντως τις ιδιαιτερότητες του κλάδου της αλιείας σε διαφορετικά μέρη της ΕΕ.

Ούτως ει άλλως, και για να είναι σύμφωνη με τις αρχές της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, η Επιτροπή, με την πρότασή της σχετικά με τις αλιευτικές δυνατότητες και τη διαχείριση των αποθεμάτων επιδιώκει τον περιορισμό του αριθμού των αποθεμάτων που βρίσκονται εκτός των προληπτικών ορίων. Στις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες η θνησιμότητα λόγω αλιείας υπερβαίνει τα προληπτικά όρια, πρέπει να καθορίζονται αλιευτικές δυνατότητες με στόχο τη μείωση της θνησιμότητας λόγω αλιείας σε ποσοστά που προσεγγίζουν τα όρια αυτά. Η Επιτροπή συνιστά ένθερμα στο Συμβούλιο να λάβει αποφάσεις οι οποίες δεν θα οδηγήσουν σε αύξηση του αριθμού των αποθεμάτων τα οποία βρίσκονται εκτός των ασφαλών βιολογικών ορίων.

Απαιτείται να καταρτιστούν επιπλέον μακροπρόθεσμα σχέδια αποκατάστασης και διαχείρισης και, όπου αυτό κρίνεται σκόπιμο, να επανεξεταστούν τα υφιστάμενα σχέδια για αποθέματα ιχθύων τα οποία πρέπει να ενταχθούν σε ΑΒΟ ή να διατηρηθούν εντός αυτών. Απαιτούνται μεγαλύτερες προσπάθειες για να εξασφαλιστεί ότι οι επιστημονικές γνωμοδοτήσεις διατίθενται εγκαίρως και ότι αυτές συνιστούν αξιόπιστη επιστημονική βάση για τις αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν εντός της ΚΑλΠ.

Η Επιτροπή δεσμεύεται να βελτιώσει την εκτίμηση του κοινωνικού και οικονομικού αντικτύπου των αποφάσεων που λαμβάνονται. Οι ενδιαφερόμενοι φορείς πρέπει να συμβάλουν σε αυτή την εκτίμηση. Η Επιτροπή θα συγκεντρώσει επίσης επιστημονικές γνωμοδοτήσεις σχετικά με τις κοινωνικοοικονομικές πτυχές, στις οποίες θα βασιστούν οι τελικές της προτάσεις.

Η Επιτροπή προτίθεται να προετοιμάσει δυο προτάσεις κανονισμών σχετικά με τις αλιευτικές δυνατότητες για το 2008: η πρώτη πρόταση κανονισμού αφορά τα αποθέματα στη Βαλτική Θάλασσα και θα υποβληθεί το Σεπτέμβριο του 2007 και η δεύτερη αφορά τα αποθέματα σε άλλες περιοχές και θα υποβληθεί το Νοέμβριο του 2007.

Δεν προβλέπεται η υποβολή νέας πρότασης σχετικά με τα αποθέματα ιχθύων βαθέων υδάτων καθώς ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2015/2006 του Συμβουλίου σχετικά με τις αλιευτικές δυνατότητες για τα αποθέματα ιχθύων βαθέων υδάτων ισχύει και για το 2008.

Η Επιτροπή έχει ήδη καθορίσει τις αρχές που διέπουν τις προτάσεις σχετικά με τις αλιευτικές δυνατότητες στην προηγούμενή της «Δήλωση πολιτικής». Οι ίδιες αρχές και οι κανόνες που ίσχυαν κατά την επεξεργασία της πρότασης περί αλιευτικών δυνατοτήτων για το 2007 ισχύουν και για το 2008. Εντούτοις, εξακολουθούν να υφίστανται ζητήματα τα οποία πρέπει να αναλυθούν στο πλαίσιο της διαβούλευσης ενδιαφερόμενων φορέων-κρατών μελών. Πρόκειται για τα εξής:

3.1. Καθορισμός των TAC για αποθέματα για τα οποία δεν υπάρχει ποσοτική πρόβλεψη σε σχέση με τα προληπτικά όρια

3.1.1. Αποθέματα για τα οποία έχει υποβληθεί γνωμοδότηση από αρμόδιους επιστημονικούς οργανισμούς

Οι αρμόδιοι επιστημονικοί οργανισμοί γνωμοδοτούν κατά τρόπο λιγότερο ποσοτικό σε σχέση με το παρελθόν, βασιζόμενοι σε προληπτικά κριτήρια, με διατυπώσεις όπως: «πρέπει να μειωθεί σημαντικά η αλιευτική προσπάθεια», δίχως να είναι σαφείς ως προς την ποσότητα. Γνωμοδοτήσεις οι οποίες διατυπώνονται κατ’αυτόν τον τρόπο προκύπτουν μετά από εξέταση των τάσεων των στοιχείων και των αποτελεσμάτων μοντελλοποίησης, έστω και εάν αυτές δεν υποβληθούν. Γνωμοδοτήσεις τέτοιου τύπου πρέπει να λαμβάνονται υπόψη το ίδιο σοβαρά όσο και μια γνωμοδότηση υπό τη μορφή μαθηματικού μοντέλου που υποβάλλεται αρμόδιους. Σε αντίθετη περίπτωση το αποτέλεσμα θα ήταν ο αδικαιολόγητος περιορισμός των γνωμοδοτήσεων των εμπειρογνωμόνων: δεν θα ήταν ορθό να απαιτούμε από τους εμπειρογνώμονες να παρουσιάζουν μαθηματικά μοντέλα για να λαμβάνουμε σοβαρά υπόψη τις γνωμοδοτήσεις τους. Επιπλέον, αξιόλογες αλλά μη ποσοτικοποιημένες παρατηρήσεις σχετικά με την κατάσταση ενός αποθέματος αλιευμάτων πρέπει να μετατρέπονται σε μέτρα στην πράξη. Λαμβάνοντας αυτά τα σημεία υποψη η Επιτροπή εκτιμά ότι πρέπει να εφαρμοστούν οι εξής κατευθυντήριες γραμμές :

α) Στις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες η ΕΤΟΕΑ συνιστά τον περιορισμό των αλιευμάτων σε ένα συγκεκριμένο επίπεδο, αυτό πρέπει να αντιμετωπίζεται κατά τον ίδιο τρόπο, ανεξάρτητα από το εάν συνοδεύεται από πίνακα προβλεπόμενης ποσότητας αλιευμάτων – ο κανόνας σύμφωνα με τον οποίο τα TAC πρέπει να πλησιάζουν το συνιστώμενο επίπεδο αλιεύματος με μέγιστο ετήσιο ρυθμό 15% πρέπει να ακολουθείται λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές ανάγκες του συγκεκριμένου τύπου αλιείας καθώς και τις συναφείς κοινωνικές και οικονομικές πτυχές.

β) Σε περίπτωση που συνιστάται η μείωση της αλιευτικής προσπάθειας, πρέπει να ζητείται από την ΕΤΟΕΑ να μετρά τα επίπεδα αλιευτικής προσπάθειας και να συνιστά ένα επιτρεπόμενο επίπεδο προσπάθειας. Όσο δε διαρκούν οι σχετικές μελέτες, τα TAC πρέπει να μειώνονται σε ποσοστό έως 15%.

γ) Στις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες υφίσταται μη – ποσοτικοποιημένη ένδειξη ότι τα μεγέθη των αποθεμάτων αυξάνονται λόγω μεγάλης εισόδου στο απόθεμα, τότε πρέπει να εφαρμόζεται αύξηση ύψους 15% στα TAC. Αντίθετα, στις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες υφίσταται μη ποσοτικοποιημένη ένδειξη ότι ένα απόθεμα απειλείται ή ότι μειώνεται λόγω μικρής εισόδου στο απόθεμα, πρέπει να εφαρμόζεται μείωση σε ποσοστό έως 15% λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη για το συγκεκριμένο είδος αλιείας και των συναφών κοινωνικοοικονομικών πτυχών.

δ) Στις περιπτώσεις εκείνες όπου υφίσταται πολύ ισχυρή– αλλά όχι ποσοτικοποιημένη – ένδειξη ότι ένα απόθεμα εξαντλείται και γίνεται σύσταση για μηδενικά αλιεύματα ή για μείωση στο χαμηλότερο δυνατόν επίπεδο, η Επιτροπή προτείνει μείωση σε επίπεδο τέτοιο που να είναι συμβατή με οιεσδήποτε πτυχές αφορούν τη μικτή αλιεία καθώς και με συναφείς κοινωνικοοικονομικές πτυχές. Σε περίπτωση που ισχύει σχέδιο αποκατάστασης σχετικά με το απόθεμα, προτείνεται η καλύτερη δυνατή προσέγγιση στους κανόνες του σχεδίου αποκατάστασης με βάση τις υφιστάμενες επιστημονικές γνώσεις. Σε κάθε περίπτωση, η προτεινόμενη μείωση δεν θα είναι μικρότερη από τη μείωση που προκύπτει βάσει των προαναφερόμενων γενικών αρχών.

Η Επιτροπή επιθυμεί να εξασφαλίσει ότι κανένα προτεινόμενο επίπεδο TAC δεν θα επηρεάσει τη βιώσιμη εκμετάλλευση του αντίστοιχου αποθέματος. Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους φορείς και τα κράτη μέλη να βελτιώσουν τα στοιχεία σχετικά με τα αποθέματα που αλιεύουν, καθώς και σχετικά με την οικονομική απόδοση· τους καλεί επίσης να υποβάλουν τα σχόλιά τους σχετικά με την εφαρμογή των επιστημονικών γνωμοδοτήσεων σύμφωνα με τις προαναφερόμενες κατευθυντήριες γραμμές.

3.1.2. Αποθέματα για τα οποία δεν διατίθενται επιστημονικές γνωμοδοτήσεις

Για πολλά αποθέματα η ΕΤΟΕΑ δεν διαθέτει γνωμοδοτήσεις ή πληροφορίες βιολογικού χαρακτήρα. Στις περιπτώσεις αυτές η προληπτική προσέγγιση, όπως έχει ενσωματωθεί στην Κοινή Αλιευτική Πολιτική [8], μπορεί να εφαρμόζεται ανεξάρτητα από επιστημονικές γνωμοδοτήσεις. Στην εν λόγω περίπτωση, η κατευθυντήρια αρχή μπορεί να είναι ότι δεν πρέπει να επιτραπεί η επέκταση της αλιείας λόγω της απουσίας επιστημονικών δεδομένων τα οποία να δείχνουν ότι μια τέτοια επέκταση μπορεί να είναι βιώσιμη. Στις περιπτώσεις εκείνες όπου τα υφιστάμενα TAC είναι πολύ υψηλότερα σε σχέση με τα πραγματικά πρόσφατα αλιεύματα, αυτά θα προσαρμόζονται έτσι ώστε να προσεγγίζουν τα πραγματικά αλιεύματα με ρυθμό 15% ετησίως.

3.2. Καθορισμός των TAC για τα αποθέματα που βρίσκονται εκτός των ασφαλών βιολογικών ορίων

Η πρόσφατη εμπειρία (βλ. 2.5.) δείχνει ότι οι αποφάσεις οι οποίες έχουν ληφθεί σχετικά με τις αλιευτικές δυνατότητες ύστερα από διαβούλευση με τους ενδιαφερόμενους φορείς δεν έχουν οδηγήσει, γενικά, σε βελτιώσεις ως προς την κατάσταση του αποθέματος σε σχέση με προληπτικά σημεία αναφοράς. Πολλά αποθέματα του κλάδου της αλιείας εξακολουθούν να απειλούνται.

Το όριο του 15% που ισχύει για τις μειώσεις των TAC μπορεί να είναι προβληματικό σε τέτοιες περιπτώσεις. Για παράδειγμα, το όριο 15% στις μειώσεις των TAC δεν θα είχε συμβάλει στην αποφυγή της μείωσης του γάδου δυτικής Σκωτίας.

Το εν λόγω απόθεμα βρέθηκε εκτός των ασφαλών βιολογικών ορίων το 1985 και έκτοτε το μέγεθος του αποθέματος μειώθηκε κατά περίπου 10% ετησίως. Σε περίπτωση που τα TAC μειώνονταν κατά 15% ετησίως κατά τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου, η θνησιμότητα λόγω αλιείας θα είχε μειωθεί μόνον κατά 5% ετησίως. Ο ρυθμός αυτός είναι πολύ αργός για να εξασφαλίσει την ασφαλή αποκατάσταση ενός αποθέματος. Στις περιπτώσεις αυτές είναι πιθανόν να απαιτούνται μειώσεις μεγαλύτερες του 15% ετησίως ώστε να επιτυγχάνονται σημαντικές βελτιώσεις στον τύπο της αλιείας.

Για την επανένταξη αυτών των αποθεμάτων σε ασφαλή όρια πρέπει να καθοριστούν αλιευτικές δυνατότητες τέτοιες οι οποίες να συμβάλουν στη μείωση της θνησιμότητας λόγω αλιείας, κάτι το οποίο μπορεί να σημαίνει μείωση των TAC κατά ποσοστό άνω του 15%. Μολονότι στη «Δήλωση Πολιτικής» για το 2007 προβλεπόταν να μην προταθούν αλιευτικές δυνατότητες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης του αποθέματος, ενδεχομένως να απαιτείται μια πιο θετική προσέγγιση η οποία θα οδηγήσει, π.χ. στην ταχύτερη προσέγγιση σε ασφαλή βιολογικά όρια.

Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους φορείς να γνωμοδοτήσουν σχετικά με μεθόδους μείωσης των μακροπρόθεσμων κινδύνων μέσω της χρησιμοποίησης εναλλακτικών μεθόδων καθορισμού των αλιευτικών δυνατοτήτων και ειδικότερα μέσω της ταχύτερης αποκατάστασης των αποθεμάτων που βρίσκονται εκτός ασφαλών βιολογικών ορίων, του περιορισμού αυτών των αποθεμάτων, και της μείωσης των ποσοστών θνησιμότητας λόγω αλιείας όπου αυτά υπερβαίνουν τα προληπτικά ποσοστά

3.3. Καθορισμός των TAC για τα αποθέματα γάδου που υπάγονται σε σχέδιο αποκατάστασης του γάδου

Όσον αφορά τα αποθέματα γάδου, η Επιτροπή θα προτείνει αλιευτικές δυνατότητες για το 2008 σύμφωνα με τις διατάξεις του σχεδίου αποκατάστασης εφόσον η ΕΤΟΕΑ είναι σε θέση να εκτιμήσει το μέγεθος του αποθέματος και τη θνησιμότητα λόγω αλιείας ώστε να είναι δυνατή η άμεση εφαρμογή του σχεδίου.

Από το 2006 δεν έχει παρατηρηθεί ανιχνεύσιμη μείωση της θνησιμότητας του γάδου ούτε σημαντική αποκατάσταση του αποθέματος στις περισσότερες περιοχές. Καθώς οι ρυθμίσεις διαχείρισης δεν έχουν μεταβληθεί ιδιαίτερα από το 2004, αναμένεται ότι θα ισχύουν οι ίδιες και το 2007. Τα μέτρα διατήρησης του γάδου θα αναθεωρηθούν το 2007. Παρά το γεγονός ότι δεν θα υποβληθεί νέος κανονισμός σχετικά με την αποκατάσταση του γάδου έως το 2008, τα διδάγματα που αντλήθηκαν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αναθεώρησης θα ληφθούν υπόψη κατά την υποβολή προτάσεων όσον αφορά τις αλιευτικές δυνατότητες για το γάδο το 2008.

Τα μέτρα διατήρησης του γάδου της Κελτικής Θάλασσας τα οποία θα υποβληθούν έως ότου το εν λόγω απόθεμα συμπεριληφθεί στον κανονισμό περί αποκατάστασης του γάδου θα είναι συγκρίσιμα και ανάλογα με εκείνα που ισχύουν για τα υπόλοιπα αποθέματα γάδου.

Θα πραγματοποιηθεί ειδική διαβούλευση σχετικά με τη λήψη μέτρων αποκατάστασης του γάδου με βάση τα αποτελέσματα του «Συμποσίου για την αποκατάσταση του γάδου» που πραγματοποιήθηκε στο Εδιμβούργο το Μάρτιο του 2007. Τα διδάγματα που θα αντληθούν θα χρησιμοποιηθούν τόσο κατά την υποβολή της πρότασης για τις αλιευτικές δυνατότητες το 2008 στο πλαίσιο του υφιστάμενου σχεδίου, όσο και στη μελλοντική της αναθεώρηση

3.4. Οι αλιευτικές δυνατότητες σε σχέση με τη διαχείριση της αλιευτικής προσπάθειας

Η Επιτροπή θα προτείνει προσαρμογές στα επίπεδα της επιτρεπόμενης αλιευτικής προσπάθειας σύμφωνα με τα ισχύοντα μακροπρόθεσμα σχέδια διαχείρισης και αποκατάστασης.

Η Επιτροπή θα ξεκινήσει συζήτηση το 2007 με στόχο τη διερεύνηση, από κοινού με όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς και τα κράτη μέλη, τρόπων απλούστευσης, βελτίωσης και παγίωσης των υφιστάμενων συστημάτων διαχείρισης της αλιευτικής προσπάθειας. Η πρωτοβουλία αυτή θα ξεκινήσει με συζήτηση σχετικά με τον καθορισμό των δεικτών αλιευτικής ικανότητας και αλιευτικής προσπάθειας (COM(2007)39), η οποία θα βασιστεί στο «Συμπόσιο για την αποκατάσταση του γάδου». Η Επιτροπή θα βασιστεί στα αποτελέσματα της συζήτησης αυτής για τη θέσπιση κοινών κανόνων οι οποίοι θα καλύπτουν τα υφιστάμενα συστήματα διαχείρισης της αλιευτικής προσπάθειας. Έτσι θα βελτιωθούν η δυνατότητα επιβολής και η αποτελεσματικότητα των κανόνων, με συνέπεια την ταχύτερη αποκατάσταση του γάδου. Οι προτάσεις που ενδεχομένως υποβληθούν το 2007 για τον καθορισμό των μεταβατικών μέτρων για το 2008, θα βασιστούν επίσης στα αποτελέσματα της συζήτησης αυτής.

Οι αρμόδιοι φορείς και τα κράτη μέλη καλούνται να συμμετάσχουν ενεργά στη συζήτηση αυτή.

4. Τεχνικά μέτρα

Ο αριθμός των τεχνικών μέτρων που περιλαμβάνονται στους ετήσιους κανονισμούς σχετικά με τις αλιευτικές δυνατότητες θα μειωθεί λόγω της μεταφοράς μέτρων σε τρεις άλλους κανονισμούς.

Το Μάιο του 2007 το Συμβούλιο πρόκειται να εγκρίνει πρόταση σχετικά με μέτρα διατήρησης και επιβολής στη ζώνη της NAFO. Εκτός από την τρέχουσα αναθεώρηση των τεχνικών μέτρων για την αλιεία στα ύδατα του Ατλαντικού προβλέπεται και η υποβολή πρότασης για την αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 850/98 του Συμβουλίου το φθινόπωρο του 2007. Η Επιτροπή θα προτείνει επίσης κανονισμό σχετικά με τα τεχνικά μέτρα που συνιστά η Διεθνής Επιτροπή για τη Διατήρηση των Θυννοειδών του Ατλαντικού (ICCAT) το πρώτο εξάμηνο του 2007.

Η αναθεώρηση των μέτρων σχετικά με τα απλάδια βαθέων υδάτων θα διεξαχθεί στο πλαίσιο της γενικής αναθεώρησης των τεχνικών μέτρων. Στο «Παράρτημα III» ενδεχομένως να προταθεί η λήψη μεταβατικών μέτρων για το 2008.

Η Επιτροπή θα συζητήσει με τους ενδιαφερόμενους φορείς και τα κράτη μέλη σχετικά με την εφαρμογή των μέτρων για τη διαχείριση της αλιείας στη Μεσόγειο. Σε περίπτωση που συμφωνηθεί ότι είναι σκόπιμη η ταχεία έγκριση των μέτρων, η Επιτροπή μπορεί να προτείνει τα μέτρα αυτά στο «Παράρτημα III».

Το θέμα της μείωσης των απορρίψεων εξετάζεται ενδελεχώς σε ξεχωριστή ανακοίνωση [9]. Κατά περίπτωση, είναι πιθανόν να προταθούν ορισμένα αρχικά μέτρα για τη μείωση των απορρίψεων και στο «Παράρτημα III».

5. Άλλα θέματα

Τα κράτη μέλη δεσμεύτηκαν να παράσχουν στοιχεία σχετικά με τα αλιεύματα σκυλόψαρου το 2007. Με βάση τα προαναφερόμενα η Επιτροπή θα προτείνει ένα ή περισσότερα TAC και κατανομές στα κράτη μέλη με στόχο την προστασία του εν λόγω εξαντλούμενου αποθέματος.

Η Επιτροπή θα επεξεργαστεί μακροπρόθεσμο σχέδιο για το απόθεμα μερλούκιου Βόρειας Θάλασσας το 2007, στο οποίο θα περιλαμβάνονται η αξιολόγηση των επιπτώσεων και διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερόμενους φορείς. Αυτό το μακροπρόθεσμο σχέδιο πρέπει να είναι συμβατό με την απόφαση που ελήφθη στην Παγκόσμια Διάσκεψη για την Αειφόρο Ανάπτυξη το 2002 σχετικά με τη μέγιστη βιώσιμη απόδοση.

Όσον αφορά τη λάμνα, η Επιτροπή, ύστερα από διαβούλευση με τα κράτη μέλη, θα προτείνει σύσταση στο Διεθνές Συμβούλιο για τη Διατήρηση των Θυννοειδών του Ατλαντικού το 2007. Αντίστοιχα μέτρα θα προταθούν στο πλαίσιο των «αλιευτικών δυνατοτήτων» για το 2008.

6. Συμπέρασμα

Οι αρμόδιοι φορείς και τα κράτη μέλη καλούνται να εξετάσουν λεπτομερώς τα θέματα που τέθηκαν. Για να είναι δυνατή η έγκαιρη χρησιμοποίηση των αποτελεσμάτων της διαβούλευσης, η Επιτροπή ζητά να έχουν ολοκληρωθεί οι εισηγήσεις έως την 31η Ιουλίου 2007.

[1] Στόχος εδώ ήταν η τήρηση των υποχρεώσεων που ανέλαβε η Κοινότητα κατά την Παγκόσμια Διάσκεψη για την Αειφόρο Ανάπτυξη το 2002· COM (2006) 360

[2] Πράσινη Βίβλος. Το μέλλον της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής. Λουξεμβούργο, Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, 2001 ISBN 92-894-0904-5. σελ. 47.

[3] Τα τεχνικά στοιχεία στα οποία βασίζεται ο παρών πίνακας διατίθενται κατόπιν αιτήσεως στις υπηρεσίες της Επιτροπής.

[4] Με εξαίρεση τα αποθέματα για τα οποία έχει γίνει σύσταση απαγόρευσης σε βάση μικτούς τύπους αλιείας το 2002 και χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η νέα σύσταση σχετικά με τα εξαντλημένα αποθέματα καρχαρία και σελαχιών που εκδόθηκε το 2006

[5] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1954/2003

[6] Κανονισμός (EΚ) αριθ. 2340/2002 και οι επόμενες προσαρμογές

[7] Όπως ορίζονται στους ετήσιους κανονισμούς για τα TAC και τις ποσοστώσεις από το 2003 και για το 2007 στο παράρτημα II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 41/2007

[8] Άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2002, για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής ΕΕ L 358 της 31.12.2002 σ. 59.

[9] Πολιτική μείωσης ανεπιθύμητων παρεμπιπτόντων αλιευμάτων και εξάλειψης των απορρίψεων στην Ευρωπαϊκή αλιεία COM (2007) 136 τελικό.

--------------------------------------------------