15.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 10/39


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: Αειφόρος παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα: προς σχεδόν μηδενικές εκπομπές άνθρακα μετά το 2020»

COM (2006) 843 τελικό

(2008/C 10/10)

Στις 10 Ιανουαρίου 2007 και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την ανωτέρω πρόταση.

Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές και κοινωνία των πληροφοριών», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 5 Σεπτεμβρίου 2007 με εισηγητή τον κ. Zboril.

Κατά την 438η σύνοδο ολομέλειάς της, της 26ης και 27ης Σεπτεμβρίου 2007 (συνεδρίαση της 27ης Σεπτεμβρίου 2007), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 135 ψήφους υπέρ 1 κατά και 4 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την Ανακοίνωση της Επιτροπής και συμφωνεί με την ανάλυση και περιγραφή που περιλαμβάνονται στο έγγραφο της Επιτροπής. Η αποτελεσματική ανταπόκριση στους κινδύνους της παγκόσμιας κλιματικής αλλαγής με παράλληλη συνέχιση της κάλυψης της υψηλής ζήτησης ενέργειας είναι μια σημαντική διεθνής πρόκληση.

1.2

Οι εκπομπές CO2 από μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα στην ΕΕ αποτελούν το 24 % των συνολικών εκπομπών CO2 της ΕΕ. Επομένως, οι εν λόγω μονάδες ηλεκτροπαραγωγής είναι οι πλέον πρόσφορες για τη δημιουργία εγκαταστάσεων CCS. Τούτο σημαίνει εφαρμογή συστημάτων δέσμευσης και μόνιμης αποθήκευσης CO2.

1.3

Πιθανότατα ο άνθρακας θα παραμείνει στη σύνθεση των ενεργειακών πηγών της Ευρώπης κατά τις επόμενες δεκαετίες. Λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του — του βαθμού στον οποίο είναι διαθέσιμος, της προσιτής τιμής του και του ρόλου του στη σταθεροποίηση των αγορών ενέργειας — ο άνθρακας θα συνεχίσει να αποτελεί την πρωταρχική πηγή καυσίμου για την οικονομική παραγωγή ενέργειας. Τα αποθέματα άνθρακα είναι άνισα κατανεμημένα στον κόσμο και στην ΕΕ. Η τεχνολογία σε ό,τι αφορά την ενέργεια που παράγεται από τον άνθρακα έχει τη δυνατότητα να μειώσει σημαντικά τις εκπομπές CO2  (1). Τούτο, απαιτεί, βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, ένα πλαίσιο της αγοράς και ένα κανονιστικό πλαίσιο που να ενθαρρύνουν τις επενδύσεις στις τελευταίες τεχνολογίες που θα αυξήσουν την απόδοση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύση άνθρακα και έτσι θα μειώσουν τις συγκεκριμένες εκπομπές CO2.

1.4

Επί του παρόντος, δεν υφίστανται εμπορικά μέσα με αποδεδειγμένα καλή σχέση κόστους/οφέλους για την κατακράτηση και απομόνωση των περισσότερων από τις εκπομπές CO2 από μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα. Τούτο αποτελεί ακόμη μια αναδυόμενη τεχνολογία. Ωστόσο, υπάρχουν θετικές προοπτικές για την ανάπτυξη και εμποριοποίηση παρόμοιων τεχνολογιών άνθρακα σχεδόν μηδενικών εκπομπών (ZET) κατά τις επόμενες δύο δεκαετίες.

1.5

Η ΕΟΚΕ επιβεβαιώνει την άποψή της ότι η κλίμακα της πρόκλησης της μείωσης των εκπομπών σημαίνει ότι όλες οι δυνητικά αειφόρες ενέργειες και τεχνολογίες πρέπει να αναπτυχθούν στο μέτρο των πρακτικών και εμπορικών δυνατοτήτων τους. Η μετάβαση στην αειφόρο ενέργεια έχει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο για τον άνθρακα, τα άλλα ορυκτά καύσιμα και την πυρηνική ενέργεια καθώς και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τη διατήρηση της ενέργειας, ενώ κάθε μία από τις προαναφερόμενες μορφές ενέργειας συμβάλλει σε χρόνο και βαθμό που καθορίζεται από το κατά πόσον είναι τεχνικά εφικτή και οικονομικά προσιτή.

1.6

Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι, μακροπρόθεσμα, μετά το 2020, η δέσμευση και αποθήκευση CO2 θα παράσχει τη δυνατότητα σχεδόν μηδενικών εκπομπών CO2 από μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα. Χρειάζονται περίπου 350 GW νέας ικανότητας παραγωγής ηλεκτρικής ενεργείας με καύση άνθρακα έως το 2020 και περίπου 500 GW έως το 2030, ενώ το κόστος των αντίστοιχων επενδύσεων υπολογίζεται σε ποσό 600-800 δισεκατομμυρίων ευρώ. Για την υλοποίηση αυτής της δυνατότητας επιλογής απαιτείται να υπάρξει τώρα συντονισμένη έρευνα, ανάπτυξη και επίδειξη (ΕΑ&Ε).

1.7

Αν συνεχιστεί η αύξηση της απόδοσης στον τομέα των μονάδων παραγωγής ενέργειας και της ανάπτυξης τεχνολογιών σχεδόν μηδενικών εκπομπών, ο άνθρακας θα συμβάλει στην ικανοποίηση των απαιτήσεων της προληπτικής προστασίας του κλίματος. Παρά το γεγονός ότι έχουν καταγραφεί πολλά υποσχόμενες εμπειρίες CCS, τούτο δεν θα πρέπει να οδηγήσει στο να υιοθετούνται ήδη από τώρα στρατηγικές και στόχοι ενεργειακής πολιτικής ως «δεσμευτικό μέτρο» με βάση την ευρεία παρουσία τεχνολογιών CCS.

1.8

Η απλούστευση των διαδικασιών χορήγησης άδειας καθώς και η βαθμιαία εναρμόνισή τους μέσω της συνεργασίας μεταξύ των εθνικών κανονιστικών αρχών είναι απαραίτητες προκειμένου να επιβραχυνθούν όσο το δυνατό περισσότερο τα μεγάλα χρονικά περιθώρια για τα σχέδια κατασκευής, χωρίς ωστόσο να διακυβεύεται η τήρηση των υψηλότερων δυνατών προτύπων ασφαλείας.

1.9

Η ΕΟΚΕ επισημαίνει επίσης το γεγονός ότι, ενώ είναι το πιο σημαντικό καύσιμο για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και έχει ζωτικής σημασίας συμβολή στην παραγωγή χάλυβα και σε άλλες βιομηχανικές διεργασίες, ο άνθρακας θα έχει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην κάλυψη των μελλοντικών αναγκών ενέργειας συμβάλλοντας στη μετάβαση προς την Οικονομία του Υδρογόνου. Η υγροποίηση του άνθρακα καθιστά δυνατό να ενεργεί ο άνθρακας ως υποκατάστατο του αργού πετρελαίου. Από τον άνθρακα μπορεί επίσης να παραχθεί συνθετικό αέριο.

1.10

Για την εξόρυξη του γηγενούς λιγνίτη και του λιθάνθρακα χρειάζεται επίσης το κατάλληλο πολιτικό και οικονομικό πλαίσιο. Η εξόρυξη άνθρακα και ο μετασχηματισμός της ενέργειας μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην τοπική ευημερία και στην απασχόληση. Η διατήρηση του μεριδίου της παραγωγής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα (με βάση τον άνθρακα) στο σημερινό επίπεδο έχει επίσης εξαιρετική σημασία, αν ληφθεί υπόψη η κοινωνική κατάσταση στα νέα κράτη μέλη: από το συνολικό ανθρώπινο δυναμικό των 286 500 εργαζομένων στον κλάδο εξόρυξης άνθρακα της ΕΕ, στα νέα κράτη μέλη απασχολούνται στον κλάδο εξόρυξης άνθρακα 212 100 εργαζόμενοι. Οι επιχειρήσεις εκμετάλλευσης ορυχείων σε ολόκληρη την ΕΕ πρέπει να δώσουν σημασία στη σημαντική βελτίωση των πολύ σκληρών συνθηκών εργασίας των ανθρακωρύχων, των επαγγελματικών δεξιοτήτων τους, της ασφάλειάς τους κατά την εργασία και του περιβάλλοντος εργασίας τους.

1.11

Η ΕΟΚΕ εκφράζει επίσης τη σκέψη ότι η Επιτροπή, στο έγγραφό της και στο σχετικό χρονοδιάγραμμα, είναι αισιόδοξη σε ό, τι αφορά το χρονικό πλαίσιο των τεχνολογιών CCS και τις χρονικές απαιτήσεις έναρξης λειτουργίας τους. Η Επιτροπή θα πρέπει τώρα να επικεντρώσει τις προσπάθειές της στη λήψη μέτρων που θα έχουν ως αποτέλεσμα να λειτουργήσουν 10-12 μονάδες επίδειξης το 2015 και να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο για τις CCS που να καλύπτει τους κυριότερους κινδύνους, να είναι αξιόπιστο και, συγχρόνως, όχι υπερβολικά περιοριστικό. Το ενδιάμεσο στάδιο παραγωγής υψηλότερης απόδοσης είναι πολύ επιθυμητό και η υπερβολική επίσπευση και ένα υπερβολικά περιοριστικό κανονιστικό πλαίσιο θα μπορούσαν να βλάψουν σοβαρά το γενικά σημαντικό αυτό σχέδιο.

1.12

Η ΕΟΚΕ ζητά επίσης να πραγματοποιηθεί εντατική έρευνα και ανάπτυξη σε ό,τι αφορά τις ανανεώσιμες και εναλλακτικές πηγές ενέργειας, που θα πρέπει να συμβάλουν σε μια ασφαλή σύνθεση των ενεργειακών πηγών της ΕΕ. Συγχρόνως, η ολοκληρωμένη αγορά ενέργειας της ΕΕ θα πρέπει να αρχίσει να λειτουργεί πλήρως χωρίς υπερβολική καθυστέρηση.

2.   Εισαγωγή

2.1

Η ΕΟΚΕ έχει ήδη ασχοληθεί με το θέμα των ορυκτών καυσίμων σε ορισμένες άλλες γνωμοδοτήσεις της, και πιο πρόσφατα στη διερευνητική γνωμοδότηση «Ο ενεργειακός εφοδιασμός της ΕΕ: Στρατηγική για το βέλτιστο ενεργειακό μείγμα» (2) όπου αναφέρεται ότι η ΕΕ θα πρέπει να καταβάλει σοβαρές προσπάθειες σε ό,τι αφορά τις καθαρές τεχνολογίες άνθρακα — αύξηση της απόδοσης των μονάδων παραγωγής ενέργειας και των εμπορικών εφαρμογών της δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα. Η χρησιμοποίηση του φυσικού αερίου έχει αυξηθεί και συνεχίζει να αυξάνεται προωθούμενη από πολιτικές επιλογές. Είναι τώρα πλέον προφανές ότι η συνέχιση της τάσης αυτής είναι προβληματική. Το φυσικό αέριο δεν μπορεί να συνεχίσει να υποκαθιστά τον άνθρακα, ούτε μπορεί να υποκαταστήσει την πυρηνική ενέργεια για λόγους εκπομπών, δεδομένου ότι είναι μια πολύτιμη πρώτη ύλη για βιομηχανική χρήση υψηλής προστιθέμενης αξίας, όπως άλλωστε είναι και το πετρέλαιο.

2.2

Το παρόν σχέδιο «Αειφόρος παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα» δημοσιεύθηκε από την Επιτροπή στα πλαίσια της ενεργειακής και κλιματικής δέσμης «Μια ενεργειακή πολιτική για την Ευρώπη — η ανάγκη για δράση» στις 10 Ιανουαρίου 2007.

2.3

Τα άλλα μέρη της δέσμης καλύπτουν, πρώτον, ως προς την κλιματική αλλαγή, μια πρόταση για στόχους μείωσης κατά 30 % των αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου για τις ανεπτυγμένες χώρες, ή, οπωσδήποτε, κατά 20 % μόνο για την ΕΕ. Η δέσμη εξετάζει επίσης τα θέματα της εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, των διασυνδέσεων στα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, του μελλοντικού ρόλου της πυρηνικής ενέργειας στην πρόταση για το Ενδεικτικό Πυρηνικό Πρόγραμμα, ενός οδικού χάρτη για την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, και συγκεκριμένα των βιοκαυσίμων για τις μεταφορές, και ενός μελλοντικού Ευρωπαϊκού Σχεδίου για μια Ενεργειακή Στρατηγική Τεχνολογία. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 9ης Μαρτίου 2007 υποστήριξε τους στόχους και τα κύρια στοιχεία πολιτικής της δέσμης.

2.4

Στην Ανακοίνωση, παρουσιάζεται μια συνολική εικόνα των δράσεων που απαιτούνται για να συνεχιστεί η συμβολή των ορυκτών καυσίμων και ιδιαίτερα του άνθρακα στην ασφάλεια και διαφοροποίηση του ενεργειακού εφοδιασμού σε ευρωπαϊκό και σε παγκόσμιο επίπεδο κατά τρόπο που να είναι συμβατός με τους στόχους της στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη και της πολιτικής για την αλλαγή του κλίματος. Λαμβάνεται υπόψη το έργο που έχει επιτελεστεί και οι γνώμες που διατυπώθηκαν το 2006 στο πλαίσιο του Δεύτερου Ευρωπαϊκού Προγράμματος για την Αλλαγή του Κλίματος (ECCPII), της Ομάδας Υψηλού Επιπέδου για την Ενέργεια, το Περιβάλλον και την Ανταγωνιστικότητα (HLG), των προπαρασκευαστικών εργασιών για το 7ο Πρόγραμμα-Πλαίσιο (FP7) Έρευνας και της Τεχνολογικής Πλατφόρμας για Μονάδες Ηλεκτροπαραγωγής με Ορυκτά Καύσιμα Μηδενικών Εκπομπών.

3.   Κύρια σημεία του εγγράφου της επιτροπής

3.1

Στο έγγραφο της Επιτροπής εξετάζεται η θέση που κατέχουν τα ορυκτά καύσιμα στην παραγωγή ενέργειας. Τα ορυκτά καύσιμα αποτελούν σημαντικό στοιχείο της σύνθεσης των ενεργειακών πηγών στην Ευρωπαϊκή Ένωση καθώς και σε πολλές άλλες οικονομίες. Έχουν ιδιαίτερη σημασία για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας: πάνω από το 50 % της ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ προέρχεται σήμερα από ορυκτά καύσιμα (κυρίως άνθρακα και φυσικό αέριο), ενώ σε ορισμένες χώρες το ποσοστό αυτό ανέρχεται ακόμη και σε 80 % (Πολωνία, Ελλάδα). Ο άνθρακας έχει μεγάλη συμβολή στην ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της ΕΕ, πράγμα που θα συνεχιστεί και στο μέλλον. Ο άνθρακας είναι το ορυκτό καύσιμο με τα κατά πολύ μεγαλύτερα και ευρέως κατανεμημένα αποθέματα παγκοσμίως, που εκτιμάται ότι θα διαρκέσουν για περίπου 130 χρόνια για το λιγνίτη και 200 χρόνια για τον λιθάνθρακα.

3.2

Ωστόσο, ο άνθρακας μπορεί να συνεχίσει να έχει πολύτιμη συμβολή στην ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού και στην οικονομία τόσο της ΕΕ όσο και του πλανήτη συνολικά μόνο με τεχνολογίες που να επιτρέπουν τη δραστική μείωση του «αποτυπώματος του άνθρακα» (δηλ. των προκαλούμενων εκπομπών CO2 κατά την καύση του). Εάν αναπτυχθούν παρόμοιες τεχνολογίες σε επαρκή κλίμακα, μπορούν επίσης να παράσχουν λύσεις για διεργασίες καύσης με τη χρησιμοποίηση και άλλων ορυκτών καυσίμων, συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με φυσικό αέριο. Συνεπώς, η ΕΕ πρέπει να αναπτύξει τεχνολογικές λύσεις για αειφόρο χρήση του άνθρακα όχι μόνο για να διατηρήσει τον άνθρακα στην ευρωπαϊκή σύνθεση ενεργειακών πηγών αλλά και για να διασφαλίσει ότι η παγκόσμια αύξηση της χρήσης άνθρακα θα είναι δυνατή χωρίς αμετάκλητη ζημία στο κλίμα του πλανήτη.

3.3

Οι τεχνολογίες «καθαρού άνθρακα» έχουν πλέον αναπτυχθεί και χρησιμοποιούνται σήμερα ευρέως στον τομέα ηλεκτροπαραγωγής με συνακόλουθη σημαντική μείωση των εκπομπών SO2, NOx, σωματιδίων και σκόνης από μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα. Στις τεχνολογίες καθαρού άνθρακα οφείλεται επίσης η σταθερή αύξηση της ενεργειακής απόδοσης της μετατροπής του άνθρακα σε ηλεκτρική ενέργεια. Τα εν λόγω επιτεύγματα αποτελούν σημαντικά ενδιάμεσα στάδια για περαιτέρω πρόοδο προς νέες τεχνολογικές λύσεις με την ονομασία «αειφόρος άνθρακας» στις οποίες ενσωματώνονται οι έννοιες της δέσμευσης και αποθήκευσης CO2 (CCS) στις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα.

3.4

Η Επιτροπή κρίνει ότι υπάρχει αξιοσημείωτη πιθανότητα να επιτευχθεί η εμπορική βιωσιμότητα των τεχνολογιών αειφόρου άνθρακα κατά τα επόμενα δέκα έως δεκαπέντε έτη. Αυτό, όμως, απαιτεί τολμηρές βιομηχανικές επενδύσεις σε σειρά μονάδων επίδειξης, τόσο εντός όσο και εκτός της ΕΕ, και σχετικές πρωτοβουλίες πολιτικής για μια σχετικά παρατεταμένη χρονική περίοδο, που στην πράξη αρχίζει τώρα και πιθανόν να διαρκέσει έως το 2020 και ίσως και περισσότερο.

3.5

Για να διευκολυνθεί η εξέλιξη αυτή, η Επιτροπή θα αυξήσει σημαντικά τη χρηματοδότηση της Ε&Α στον τομέα της ενέργειας εισάγοντας την επίδειξη τεχνολογιών αειφόρων ορυκτών καυσίμων μεταξύ των προτεραιοτήτων για το 2007-2013. Ένα στρατηγικό ευρωπαϊκό σχέδιο ενεργειακών τεχνολογιών θα αποτελέσει ένα κατάλληλο μέσο για το συνολικό συντονισμό παρόμοιων προσπαθειών Ε&Α και επίδειξης και για τη μεγιστοποίηση των συνεργιών τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε εθνικό επίπεδο. Η Επιτροπή, βασιζόμενη στα επιτυχή αποτελέσματα των σχεδίων Ε&Α, θα προσδιορίσει ποιος είναι ο πλέον κατάλληλος τόπος για να υποστηριχθεί ο σχεδιασμός, η κατασκευή και η λειτουργία έως 12 μονάδων επίδειξης μεγάλης κλίμακας τεχνολογιών αειφόρων ορυκτών καυσίμων στην εμπορική παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας έως το 2015.

3.6

Η Επιτροπή θα εκτιμήσει, με βάση τις πρόσφατες και προγραμματισμένες επενδύσεις, κατά πόσον οι νέες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με ορυκτά καύσιμα που έχουν κατασκευαστεί ή πρόκειται να κατασκευαστούν στην ΕΕ χρησιμοποιούν τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνολογίες όσον αφορά την απόδοση και κατά πόσον, εφόσον δεν είναι εξοπλισμένες με CCS, οι νέες εγκαταστάσεις με καύση άνθρακα και φυσικού αερίου είναι προετοιμασμένες για τη μεταγενέστερη προσθήκη τεχνολογιών CCS («με ικανότητα δέσμευσης»). Σε αντίθετη περίπτωση, η Επιτροπή θα εξετάσει το ενδεχόμενο να προτείνει νομικά δεσμευτικά μέσα το ταχύτερο δυνατό, έπειτα από κατάλληλη εκτίμηση του αντίκτυπου.

3.7

Το 2007, η Επιτροπή θα εκτιμήσει τους δυνητικούς κινδύνους που συνεπάγονται οι τεχνολογίες CCS και θα καθορίσει τις απαιτήσεις για τη χορήγηση άδειας για δραστηριότητες CCS και για την κατάλληλη διαχείριση των κινδύνων και επιπτώσεων που έχουν εντοπιστεί. Εφόσον αναπτυχθεί ένα ενδεδειγμένο πλαίσιο διαχείρισης, θα μπορέσει να συνδυαστεί με αλλαγές στο ισχύον περιβαλλοντικό κανονιστικό πλαίσιο σε επίπεδο ΕΕ, έτσι ώστε να αρθούν τυχόν αδικαιολόγητοι φραγμοί στις τεχνολογίες CCS. Η Επιτροπή θα εκτιμήσει επίσης κατά πόσον πρέπει να τροποποιήσει τα ισχύοντα μέσα (όπως η οδηγία για την εκτίμηση του περιβαλλοντικού αντίκτυπου ή η Οδηγία για την Ολοκληρωμένη Πρόληψη και Έλεγχο της Ρύπανσης) ή να προτείνει ένα αυτόνομο κανονιστικό πλαίσιο. Θα εκτιμήσει επίσης ποιες πτυχές του κανονιστικού πλαισίου είναι προτιμότερο να εξεταστούν σε επίπεδο ΕΕ και ποιες σε εθνικό επίπεδο.

3.8

Η Επιτροπή θεωρεί ότι απαιτείται ένα σαφές και προβλέψιμο μακροπρόθεσμο πλαίσιο για τη διευκόλυνση της ομαλής και ταχείας μετάβασης στην ηλεκτροπαραγωγή με καύση άνθρακα με εξοπλισμό CCS. Τούτο απαιτείται προκειμένου οι επιχειρήσεις ηλεκτροπαραγωγής να μπορούν να αναλάβουν τις απαιτούμενες επενδύσεις και έρευνα ώστε να γνωρίζουν με βεβαιότητα ότι και οι ανταγωνιστές τους θα ακολουθήσουν παρόμοια πορεία. Με βάση τα μέχρι σήμερα διαθέσιμα στοιχεία, η Επιτροπή πιστεύει ότι, από το έτος 2020 και μετά, όλες οι νέες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα θα πρέπει να κατασκευάζονται με εξοπλισμό CCS. Οι υπάρχουσες μονάδες θα πρέπει τότε να ακολουθήσουν προοδευτικά την ίδια προσέγγιση. Η Επιτροπή θα αξιολογήσει ποιο θα είναι το βέλτιστο χρονοδιάγραμμα μετασκευής για τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με ορυκτά καύσιμα για την περίοδο μετά από την απόδειξη της εμπορικής βιωσιμότητας των τεχνολογιών αειφόρου άνθρακα.

3.9

Οι εκτιμήσεις του κόστους για τη δέσμευση CO2 από την ηλεκτροπαραγωγή και την επακόλουθη αποθήκευση στο σημερινό επίπεδο ανάπτυξης της αντίστοιχης τεχνολογίας ανέρχονται κατ' ανώτατο όριο σε 70 ευρώ ανά τόνο CO2, πράγμα που καθιστά τη σε μεγάλη κλίμακα χρησιμοποίηση των τεχνολογιών αυτών απαγορευτικά δαπανηρή επί του παρόντος. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα πρότυπα και μελέτες με μεσοπρόθεσμη έως μακροπρόθεσμη προοπτική, εκτιμάται, επομένως, το κόστος των CCS έως το 2020 σε περίπου 20-30 ευρώ ανά τόνο CO2. Τούτο σημαίνει ότι το κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύση άνθρακα με CCS έως το 2020 ή αμέσως μετά θα είναι κατά 10 % υψηλότερο ή ακόμα και θα κυμαίνεται στα σημερινά επίπεδα.

3.10

Οι δυνητικές αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις από τη συνεχή χρήση ορυκτών καυσίμων και τεχνολογιών CCS προέρχονται κυρίως από πιθανή διαρροή στα συστήματα αποθήκευσης CO2. Οι επιπτώσεις της διαρροής μπορούν να γίνονται αισθητές τόσο σε τοπικό επίπεδο (στην τοπική βιόσφαιρα) τόσο και σε παγκόσμιο (στο κλίμα). Ωστόσο, η σχετική έκθεση της Διεθνούς Επιτροπής για την Αλλαγή του Κλίματος καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, με βάση την υπάρχουσα εμπειρία, το ποσοστό του CO2 που συγκρατείται σε ορθά επιλεγμένους και διαχειριζόμενους χώρους αποθήκευσης πιθανότατα θα υπερβεί το 99 % τα επόμενα 100 χρόνια. Η επιλογή και η διαχείριση των χώρων αποτελούν, επομένως, τους βασικούς παράγοντες ελαχιστοποίησης του κινδύνου. Στην εκτίμηση αντικτύπου της Επιτροπής σε ό, τι αφορά το νομικό πλαίσιο, θα προσδιορίζονται όλοι οι δυνητικοί κίνδυνοι και θα προτείνονται τα κατάλληλα μέτρα ασφαλείας.

3.11

Οι τεχνολογίες αειφόρων ορυκτών καυσίμων, και ιδιαίτερα οι CCS, αναμένεται να επιφέρουν σημαντικά θετικά αποτελέσματα. Μπορούν πράγματι να εξαλείψουν έως το 90 % των εκπομπών άνθρακα από μονάδες ηλεκτροπαραγωγής ορυκτών καυσίμων. Τούτο θα μπορούσε να σημαίνει συνολική μείωση, στην ΕΕ-27, των εκπομπών CO2 κατά 25-30 % έως το 2030 σε σύγκριση με το 2000. Αν οι τρίτες χώρες συμμετάσχουν σε πρώιμο στάδιο στην ανάπτυξη και χρησιμοποίηση τεχνολογιών αειφόρου άνθρακα, και ιδιαίτερα της συνιστώσας CCS, τούτο θα έχει βασική σημασία για την παγκόσμια αειφόρο οικονομική ανάπτυξη και για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, σε ένα σενάριο με αυξανόμενη παγκόσμια χρήση των πόρων άνθρακα. Αν σημειωθεί επιτυχία σε ό,τι αφορά τον αειφόρο άνθρακα, και ιδιαίτερα την εμπορία CCS σε μεγάλη κλίμακα, θα υπάρξει καλύτερη πρόσβαση στην ενέργεια στα πιο φτωχά μέρη του κόσμου τα οποία στερούνται ακόμη τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν την ενέργεια.

4.   Γενικές παρατηρήσεις

4.1

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την Ανακοίνωση της Επιτροπής και συμφωνεί με την ανάλυση και περιγραφή που παρατίθενται στο έγγραφο της Επιτροπής. Το να υπάρξει αποτελεσματική ανταπόκριση στους κινδύνους της παγκόσμιας κλιματικής αλλαγής με παράλληλη συνέχιση της ικανοποίησης των υψηλών ενεργειακών απαιτήσεων των ώριμων οικονομιών και των ταχέως αυξανόμενων ενεργειακών απαιτήσεων των αναπτυσσόμενων οικονομιών, είναι μια σημαντική διεθνής πρόκληση.

4.2

Οι εκπομπές CO2 από μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα στην ΕΕ αποτελούν το 24 % των συνολικών εκπομπών CO2 στην ΕΕ. Οι εκπομπές από ηλεκτροπαραγωγή σε μονάδες που λειτουργούν με ορυκτά καύσιμα έχουν υψηλή συγκέντρωση λόγω της υψηλής κατανάλωσης καυσίμων σε μεγάλες μονάδες καύσης και, επομένως, οι εν λόγω μονάδες ηλεκτροπαραγωγής είναι οι πλέον κατάλληλες για την εγκατάσταση εξοπλισμών CCS. Τούτο σημαίνει εφαρμογή συστημάτων δέσμευσης και μόνιμης αποθήκευσης CO2. Τα συστήματα αυτά αποτελούνται από τρία σχετικά ανεξάρτητα στάδια:

α.

Δέσμευση και διαχωρισμός του CO2 από τα καυσαέρια στον τόπο όπου εκλύονται (συνήθως πίσω από έναν καυστήρα)

β.

Μεταφορά του CO2 στο χώρο μόνιμης αποθήκευσής του (συνήθως μέσω αγωγών)

γ.

Τελική και μόνιμη αποθήκευση του CO2 (στους κατάλληλους γεωλογικούς σχηματισμούς ή σε θάλασσες με την τήρηση των όσο το δυνατόν αυστηρότερων απαιτήσεων ασφαλείας της αποθήκευσης).

4.3

Πιθανότατα ο άνθρακας θα παραμείνει στη σύνθεση των ενεργειακών πηγών της Ευρώπης κατά τις επόμενες δεκαετίες. Λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του — του βαθμού στον οποίο είναι διαθέσιμος, της προσιτής τιμής του και του ρόλου του στη σταθεροποίηση των αγορών ενέργειας — ο άνθρακας θα συνεχίσει να αποτελεί την πρωταρχική πηγή καυσίμου για την οικονομική παραγωγή ενέργειας. Τα αποθέματα άνθρακα είναι άνισα κατανεμημένα στον κόσμο και στην ΕΕ. Γενικά, είναι ενθαρρυντικό το γεγονός ότι τα μεγαλύτερα κοιτάσματα άνθρακα βρίσκονται στις χώρες που παρουσιάζουν οικονομική ανάπτυξη και πολιτική σταθερότητα. Τα κοιτάσματα στις ανεπτυγμένες χώρες της ΕΕ έχουν εξαντληθεί σε σημαντικό βαθμό λόγω μακροχρόνιων εξορυκτικών δραστηριοτήτων κατά την πρόσφατη χρονική περίοδο και ορισμένες χώρες της ΕΕ έχουν επιλέξει τη βαθμιαία μείωση ή ακόμη και την παύση της λειτουργίας των ανθρακωρυχείων.

4.4

Μόνο το ένα τρίτο των κρατών της ΕΕ μπορεί να στηριχθεί στα γηγενή κοιτάσματα άνθρακα, ενώ τα υπόλοιπα δύο τρίτα των κρατών εξαρτώνται από τις εισαγωγές κυρίως λιθάνθρακα. Η εξόρυξη λιθάνθρακα στην ΕΕ αντιπροσώπευε 161,6 εκατ. τόνων το 2006, ενώ εισήχθησαν 235,3 εκατ. τόνοι. Η κατανάλωση λιγνίτη ανήλθε σε 373,8 εκατ. τόνους κατά το ίδιο έτος και καλύφθηκε πλήρως από γηγενείς πηγές. Από όλα αυτά συνάγεται ότι πρέπει να αναπτυχθούν και να υιοθετηθούν ευρέως βιώσιμα μέσα για την ουσιαστική μείωση των συγκεκριμένων εκπομπών CO2 από τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα.

4.5

Η τεχνολογία που βασίζεται στον άνθρακα έχει τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει σημαντικές μειώσεις των εκπομπών CO2  (3). Σε βραχυπρόθεσμο έως μεσοπρόθεσμο επίπεδο, τούτο απαιτεί ένα πλαίσιο αγοράς και ένα κανονιστικό πλαίσιο που να ενθαρρύνουν τις επενδύσεις στις τελευταίες τεχνολογίες που θα αυξήσουν την απόδοση της ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα και έτσι θα μειώσουν τις συγκεκριμένες εκπομπές CO2. Απαιτείται επίσης συνεργασία μεταξύ της Επιτροπής, των κυβερνήσεων των κρατών μελών και της βιομηχανίας προκειμένου να ενθαρρυνθεί σε παγκόσμιο επίπεδο η συντονισμένη έρευνα, ανάπτυξη και επίδειξη τεχνολογιών καθαρού άνθρακα, όπως η δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα, που θα καταστήσουν δυνατές μακροπρόθεσμα τις σχεδόν μηδενικές εκπομπές CO2 από τη χρήση άνθρακα.

4.6

Επί του παρόντος δεν υφίστανται μέσα με αποδεδειγμένα καλή σχέση κόστους/οφέλους για την κατακράτηση και απομόνωση των περισσότερων από τις εκπομπές CO2 από μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα. Τούτο αποτελεί ακόμη μια αναδυόμενη τεχνολογία. Ωστόσο, υπάρχουν θετικές προοπτικές για την ανάπτυξη και εμποριοποίηση παρόμοιων τεχνολογιών άνθρακα σχεδόν μηδενικών εκπομπών (ΖΕΤ) κατά τις επόμενες δύο δεκαετίες. Οι εγκαταστάσεις CCS σε μονάδες ηλεκτροπαραγωγής θεωρείται ότι θα μειώνουν την απόδοση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας λόγω της εσωτερικής τους κατανάλωσης ενέργειας. Η συνολική απόδοση διαφέρει ανάλογα με τη χρησιμοποιούμενη τεχνολογία: η τεχνολογία OXYFUEL, η οποία έχει την προτίμηση των περισσοτέρων παραγωγών, χρειάζεται 8 % έως 10 % της παραγόμενης ενέργειας και οι άλλες τεχνολογίες χρειάζονται ακόμη περισσότερη ενέργεια. Τούτο σημαίνει ότι θα χρειάζονται περισσότερα καύσιμα ανά MWh παρεχόμενης ενέργειας και έχει βασική σημασία να υπάρχει μεγαλύτερη απόδοση στην παραγωγή. Οι μελλοντικές εκ των υστέρων τοποθετήσεις CCS θα χρειάζονται ακόμη μεγαλύτερη εσωτερική κατανάλωση ενέργειας για τη λειτουργία τους.

4.7

Εν τω μεταξύ, η αύξηση της απόδοσης των υφιστάμενων και νέων μονάδων ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα είναι ένας οικονομικά αποδοτικός τρόπος για να περιοριστεί η αύξηση των εκπομπών CO2. Οι αρμόδιοι για το σχεδιασμό θα πρέπει να εστιάσουν τις προσπάθειές τους στην εγκατάσταση της καλύτερης διαθέσιμης εμπορικής τεχνολογίας για ένα σημαντικό τμήμα της νέας ικανότητας καύσης άνθρακα που θα πρέπει να οικοδομηθεί στο άμεσο μέλλον. Στις περιπτώσεις που τούτο είναι πρακτικά εφικτό, είναι πολύ επιθυμητό οι εν λόγω μονάδες ηλεκτροπαραγωγής να σχεδιάζονται έτσι ώστε να καθίσταται δυνατή η οικονομικά αποδοτική εκ των υστέρων εγκατάσταση CCS όταν η εν λόγω τεχνολογία καταστεί διαθέσιμη για εμπορική εφαρμογή.

4.8

Η ΕΟΚΕ επιβεβαιώνει την άποψή της ότι η κλίμακα της πρόκλησης του περιορισμού των εκπομπών σημαίνει ότι όλες οι δυνητικά βιώσιμες ενεργειακές πηγές και τεχνολογίες θα πρέπει να αναπτυχθούν στο πλήρες πρακτικό και εμπορικό δυναμικό τους. Η μετάβαση στη βιώσιμη ενέργεια έχει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο για τον άνθρακα, τα άλλα ορυκτά καύσιμα καθώς και τις πυρηνικές τεχνολογίες και τις τεχνολογίες των ανανεώσιμων πηγών και τη διατήρηση της ενέργειας, ενώ η καθεμία θα συμβάλλει σε χρόνο και βαθμό που καθορίζονται από το κατά πόσον είναι τεχνικά εφικτή και οικονομικά προσιτή.

4.9

Όσο υποσχόμενες προσδοκίες και αν παρέχουν λογικά οι τεχνολογίες CCS, τούτο δεν θα πρέπει να οδηγήσει στο να υιοθετούνται ήδη από τώρα στρατηγικές και στόχοι ενεργειακής πολιτικής ως «δεσμευτικό μέτρο», σαν να υπήρχε ήδη ως βάση ευρεία παρουσία τέτοιων τεχνολογιών.

5.   Ειδικές παρατηρήσεις

5.1

Ο άνθρακας διαδραματίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη, αλλά το 70 % της ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα καταγράφεται σε μονάδες παλαιότητας άνω των 20 ετών. Από τις μικρές αυξήσεις στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας και από μεγάλο μέρος της υφιστάμενης ικανότητας των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής που πλησιάζουν το τέλος της τεχνικής/οικονομικής διάρκειας ζωής τους θα προκύψει ανάγκη περίπου 350 GW νέας ικανότητας ηλεκτροπαραγωγής έως το 2020 και περίπου 500 GW έως το 2030. Το υπολογιζόμενο κόστος των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα με CCS στην ΕΕ βασίζεται στην αισιόδοξη δομή κόστους μιας νέας μονάδας ηλεκτροπαραγωγής, δυναμικότητας 300 MW, που ανέρχεται σε 500 εκατ. ευρώ (περίπου 1,7 εκατ. ανά MW εγκατεστημένης δυναμικότητας). Για τον εκ των υστέρων εξοπλισμό μιας σύγχρονης μονάδας ηλεκτροπαραγωγής που θα δημιουργείται στο εξής έως το 2020, χρειάζονται 0,5-0,7 εκατ. ευρώ ανά MW εγκατεστημένης δυναμικότητας και το κόστος του εκ των υστέρων εξοπλισμού των υφιστάμενων εγκαταστάσεων ανέρχεται στο ακόμη υψηλότερο ποσό του ενός εκατομμυρίου ευρώ ανά MW εγκατεστημένης δυναμικότητας. Εάν, έως το έτος 2030, οι 500 GW ικανότητας παραγωγής αναπτυχθούν στο πλέον εξελιγμένο επίπεδο τεχνολογίας με CCS, το υπολογιζόμενο επενδυτικό κόστος θα ανέρχεται σε 600-800 δισεκατομμύρια ευρώ.

5.2

Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι, μακροπρόθεσμα, μετά το 2020, η δέσμευση και αποθήκευση CO2 θα παράσχει τη δυνατότητα σχεδόν μηδενικών εκπομπών CO2 από μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα. Για την υλοποίηση αυτής της δυνατότητας επιλογής απαιτείται να υπάρξει τώρα συντονισμένη έρευνα, ανάπτυξη και επίδειξη (ΕΑ&Ε).

5.2.1

Κατά την επόμενη δεκαετία, μπορούν να προκύψουν οικονομικά αποδοτικές μειώσεις των εκπομπών CO2 από τις αυξημένες βελτιώσεις της αποτελεσματικότητας της καύσης άνθρακα που θα επιτευχθούν με την ευρύτερη χρήση της τεχνολογίας αιχμής των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα.

5.2.2

Οι αντίστοιχες στρατηγικές είναι συμπληρωματικές και βασίζονται σε τεχνικές λύσεις των οποίων η καταλληλότητα χρειάζεται να αποδειχθεί: η ανάπτυξη σύγχρονων, αποδοτικών τεχνολογιών ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα βραχυπρόθεσμα έως μεσοπρόθεσμα μπορεί να καταστήσει δυνατή τη δέσμευση άνθρακα με χαμηλότερο κόστος μακροπρόθεσμα, εάν οι εν λόγω μονάδες ηλεκτροπαραγωγής σχεδιαστούν κατά τόπο ώστε να καθίσταται δυνατός ο οικονομικά αποδοτικός εκ των υστέρων εξοπλισμός για τη δέσμευση του άνθρακα όταν η εν λόγω τεχνολογία καταστεί διαθέσιμη για εμπορική εφαρμογή.

5.2.3

Σύμφωνα με το Έβδομο Πρόγραμμα-Πλαίσιο, η ριζική μετατροπή του ενεργειακού συστήματος σε ένα αξιόπιστο, ανταγωνιστικό και αειφόρο ενεργειακό σύστημα με μειωμένες ή μηδενικές εκπομπές CO2 απαιτεί νέες τεχνολογίες και νέα υλικά που συνεπάγονται υψηλούς κινδύνους και έχουν αβέβαιες προοπτικές κέρδους με αποτέλεσμα οι ιδιωτικές επιχειρήσεις να μην είναι διατεθειμένες να πραγματοποιήσουν τις απαιτούμενες επενδύσεις για την έρευνα, ανάπτυξη, επίδειξη και εγκατάσταση. Οι CCS και ο «καθαρός άνθρακας» περιλαμβάνονται στον προϋπολογισμό του 7ου Προγράμματος-Πλαίσιο για την ενέργεια που ανέρχεται σε 2.350 εκατ. ευρώ από το 2007 έως το 2013.

5.2.4

Η έννοια «με ικανότητα δέσμευσης» πρέπει να προσδιοριστεί δεόντως. Για να εξασφαλιστεί η επιτυχία της εφαρμογής, απαιτείται να συνεργαστούν μεταξύ τους οι ρυθμιστικοί φορείς και η βιομηχανία — οι εμπορικές αγορές δεν παράγουν αποτελέσματα χωρίς κατάλληλα και σταθερά πλαίσια πολιτικής.

5.2.5

Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι υπάρχει επείγουσα ανάγκη για αύξηση της ικανότητας και εκσυγχρονισμό των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής. Ενόψει της προβλεπόμενης αύξησης της κάλυψης των αναγκών με εισαγόμενη ενεργεία σε ποσοστό που θα ανέρχεται σε 69 % έως το 2030, είναι απαραίτητο να υπάρχει ένα ευρέως διαφοροποιημένο ενεργειακό μείγμα για λόγους ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού. Η σταθεροποίηση της της χρήσης του άνθρακα στην ηλεκτροπαραγωγή μπορεί να αποτελέσει σημαντική συμβολή σε κοινή σας στο λύση του ενεργειακού εφοδιασμού στην ΕΕ.

5.2.6

Αν συνεχιστεί η αύξηση της απόδοσης στον τομέα των μονάδων παραγωγής ενέργειας και της ανάπτυξης τεχνολογιών σχεδόν μηδενικών εκπομπών, ο άνθρακας θα συμβάλει στην ικανοποίηση των απαιτήσεων της προληπτικής προστασίας του κλίματος. Κατά τον προσδιορισμό των κανόνων για την εμπορία εκπομπών σε κάθε κράτος μέλος της ΕΕ, οι προσπάθειες θα πρέπει να επικεντρωθούν στην βελτίωση της αποτελεσματικότητας σε ό,τι αφορά τις μειώσεις των αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου.

5.2.7

Η απλούστευση των διαδικασιών χορήγησης άδειας και η βαθμιαία εναρμόνισή τους μέσω της συνεργασίας μεταξύ των εθνικών κανονιστικών αρχών είναι απαραίτητες προκειμένου να επιβραχυνθούν όσο το δυνατό περισσότερο τα μεγάλα χρονικά περιθώρια για τα σχέδια κατασκευής, χωρίς ωστόσο να διακυβεύεται η τήρηση των υψηλότερων δυνατών προτύπων ασφαλείας.

5.3

Η ΕΟΚΕ επισημαίνει επίσης το γεγονός ότι, ενώ είναι το πιο σημαντικό καύσιμο για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και έχει ζωτικής σημασίας συμβολή στην παραγωγή χάλυβα και σε άλλες βιομηχανικές διεργασίες, ο άνθρακας θα έχει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην κάλυψη των μελλοντικών αναγκών ενέργειας συμβάλλοντας στη μετάβαση προς την Οικονομία του Υδρογόνου. Η υγροποίηση του άνθρακα καθιστά δυνατό να ενεργεί ο άνθρακας ως υποκατάστατο του αργού πετρελαίου. Από τον άνθρακα μπορεί επίσης να παραχθεί συνθετικό αέριο. Οι αντίστοιχες τεχνολογίες και εφαρμογές θα διαδραματίσουν ενδεχομένως ζωτικό ρόλο στην αειφόρο σύνθεση ενεργειακών πηγών. Το σχέδιο της Επιτροπής δεν καλύπτει αυτούς τους σημαντικούς τομείς της παρούσας και μελλοντικής χρήσης του άνθρακα.

5.4

Η τρέχουσα έντονη δημόσια συζήτηση σχετικά με το δυναμικό της χρησιμοποίησης του άνθρακα κατά τις επόμενες δεκαετίες έθεσε σε δεύτερη μοίρα τα θέματα που αφορούν την εξόρυξη άνθρακα. Ωστόσο, για την εξόρυξη του γηγενούς λιγνίτη και του λιθάνθρακα, εξακολουθεί να απαιτείται το κατάλληλο πολιτικό και οικονομικό πλαίσιο. Η εξόρυξη και μετατροπή της ενέργειας μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην τοπική ευημερία και στην απασχόληση. Κατά την καύση του άνθρακα, η προστιθέμενη αξία της εξόρυξης, της μετατροπής και της διανομής παραμένει εντός της ΕΕ. Όταν χρησιμοποιείται πετρέλαιο και φυσικό αέριο, το 75 % της τιμής χρειάζεται για να καλυφθεί το κόστος εισαγωγής.

5.5

Η διατήρηση του μεριδίου της παραγωγής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα (με βάση τον άνθρακα) στο σημερινό επίπεδο έχει επίσης εξαιρετική σημασία, αν ληφθεί υπόψη η κοινωνική κατάσταση στα νέα κράτη μέλη: από το συνολικό ανθρώπινο δυναμικό των 286 500 εργαζομένων στον κλάδο εξόρυξης άνθρακα της ΕΕ, στα νέα κράτη μέλη απασχολούνται στον κλάδο εξόρυξης άνθρακα 212 100 εργαζόμενοι. Πρέπει να ληφθεί μέριμνα κατά τρόπο υπεύθυνο για τις πολύ σκληρές συνθήκες εργασίας των ανθρακωρύχων σε ολόκληρη την ΕΕ.

5.6

Οι μειώσεις των περιοχών των ανθρακωρυχείων στα πλαίσια της περιφερειακής χωροταξίας καθώς και η υπερβολική πίεση που ασκείται από τους κανονισμούς για την προστασία του περιβάλλοντος επέφεραν συχνά στο παρελθόν περιττές καθυστερήσεις και πρόσθετες επιβαρύνσεις για τα ανθρακωρυχεία. Από τη θέση των κοιτασμάτων και την κινητικότητα της εξορυκτικής δραστηριότητας σε ό,τι αφορά τις πρώτες ύλες προκύπτουν ιδιαίτερες προκλήσεις σε σύγκριση με άλλους βιομηχανικούς τομείς. Αυτή η ειδική κατάσταση πρέπει να ληφθεί ειδικά υπόψη κατά τη θέσπιση του νομικού πλαισίου για τα περιβαλλοντικά θέματα, όπως π.χ. η νομοθεσία για τα απόβλητα, η νομοθεσία για την προστασία του εδάφους και η νομοθεσία για τα ύδατα.

5.7

Η ΕΟΚΕ εκφράζει επίσης τη σκέψη ότι η Επιτροπή, στο έγγραφό της και στο σχετικό χρονοδιάγραμμα, είναι αισιόδοξη σε ό,τι αφορά το χρονικό πλαίσιο των τεχνολογιών CCS και τις χρονικές απαιτήσεις έναρξης λειτουργίας τους. Αν και οι αρχές είναι γνωστές, μια τεχνολογική λύση απαιτεί αρκετά περισσότερο χρόνο, ενώ δεν μπορεί να αναμένεται κάποιο ιδιαίτερα επιτυχές αποτέλεσμα το οποίο να μπορέσει να αντισταθμίσει το συνεχές και εντατικό έργο που απαιτείται για την υλοποίηση του σχεδίου αυτού. Η Επιτροπή θα πρέπει τώρα να επικεντρώσει τις προσπάθειές της στη λήψη μέτρων που θα έχουν ως αποτέλεσμα να λειτουργήσουν 10-12 μονάδες επίδειξης το 2015 και να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο για τις CCS που να καλύπτει τους κυριότερους κινδύνους, να είναι αξιόπιστο και, συγχρόνως, όχι υπερβολικά περιοριστικό. Το ενδιάμεσο στάδιο παραγωγής υψηλότερης απόδοσης είναι πολύ επιθυμητό και η υπερβολική επίσπευση και ένα υπερβολικά περιοριστικό κανονιστικό πλαίσιο θα μπορούσαν να βλάψουν σοβαρά το σημαντικό αυτό σχέδιο.

5.8

Η ΕΟΚΕ ζητά επίσης να πραγματοποιηθεί εντατική έρευνα και ανάπτυξη σε ό, τι αφορά τις ανανεώσιμες και εναλλακτικές πηγές ενέργειας, που θα πρέπει να συμβάλουν σε μια ασφαλή σύνθεση των ενεργειακών πηγών της ΕΕ. Συγχρόνως, η ολοκληρωμένη αγορά ενέργειας της ΕΕ θα πρέπει να αρχίσει να λειτουργεί πλήρως χωρίς υπερβολική καθυστέρηση.

Βρυξέλλες, 27 επτεμβρίου 2007.

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Δημήτρης ΔΗΜΗΤΡΙΆΔΗΣ


(1)  IPCC, 2005: Ειδική έκθεση για τη δέσμευση και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα που εκπονήθηκε από την Ομάδα εργασίας ΙΙΙ της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την κλιματική αλλαγή {Metz, B., O. Davidson, H. C. de Coninck, M. Loos and L. A. Meyer (eds)}. Cambridge University Press, Cambridge, United Kingdom and New York, NY USA, σελ. 442.

(2)  ΕΕ C 318, 23.12.2006, σ. 185-194.

(3)  βλ. υποσημείωση 1.