13.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 161/23


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου περί των έμμεσων φόρων των επιβαλλόμενων επί των συγκεντρώσεων κεφαλαίων (Αναδιατυπωμένη έκδοση)

COM(2006) 760 τελικό — 2006/0253 (CNS)

(2007/C 161/04)

Στις 16 Ιανουαρίου 2007 και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την ανωτέρω πρόταση.

Το ειδικευμένο τμήμα «Οικονομική και νομισματική ένωση, οικονομική και κοινωνική συνοχή», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 23 Φεβρουαρίου 2007 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. BURANI.

Κατά την 434 σύνοδο ολομέλειάς της, της 14ης και 15ης Μαρτίου 2007 (συνεδρίαση της 14ης Μαρτίου 2007), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 159 ψήφους υπέρ, καμία ψήφο κατά και 6 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Αιτιολογία

1.1

H υπό εξέταση πρόταση αφορά την αναδιατύπωση της οδηγίας 69/335/EOK του Συμβουλίου η οποία αναφέρεται στον φόρο εισφοράς του κεφαλαίου των επιχειρήσεων και έχει τροποποιηθεί επανειλημμένα. Η οδηγία αυτή — η οποία στην αρχή είχε σκοπό να εναρμονίσει τα φορολογικά συστήματα και να αποτρέψει τα κράτη μέλη από την επιβολή άλλων παρόμοιων φόρων — τροποποιήθηκε με διάφορες ευκαιρίες, μέχρις ότου το 1985 η οδηγία 85/303/ΕΟΚ αναγνώρισε ότι ο φόρος εισφοράς πρέπει να καταργηθεί λόγω των αρνητικών οικονομικών του επιπτώσεων στις επιχειρήσεις.

1.2

Η απώλεια φορολογικών εσόδων που θα προέκυπτε από την κατάργηση του φόρου θεωρήθηκε ωστόσο απαράδεκτη από ορισμένα κράτη μέλη. Συνεπώς, η οδηγία του 1985 έπρεπε να χορηγήσει παρέκκλιση, αναγνωρίζοντας στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να απαλλάσσουν τις πράξεις από το φόρο εισφοράς ή να επιβάλλουν φόρο με ενιαίο συντελεστή ο οποίος δεν θα υπερέβαινε το 1 %.

1.3

Στην υπό εξέταση πρόταση οδηγίας, που αποτελεί απλή αναδιατύπωση των προηγούμενων κειμένων, ισχύει φυσικά η ίδια αρχή. Η ΕΟΚΕ λαμβάνει απλώς γνώση και εγκρίνει. Η έκθεση της Επιτροπής δίδει λαβή για ορισμένες σκέψεις τις οποίες το Συμβούλιο θα μπορούσε ίσως να εκμεταλλευτεί σε μεταγενέστερες πρωτοβουλίες.

2.   Συμπεράσματα και συστάσεις

2.1

Τα περισσότερα από τα 25 κράτη μέλη υιοθέτησαν τις κατευθυντήριες γραμμές του Συμβουλίου του 1985 και κατήργησαν εντελώς το φόρο. Προς το παρόν μόνο 7 κράτη μέλη τον επιβάλλουν ακόμη: η Πολωνία και η Πορτογαλία με συντελεστή 0,50 % ή χαμηλότερο, η Κύπρος με 0,60 %, ενώ η Ελλάδα, η Ισπανία, το Λουξεμβούργο και η Αυστρία επιβάλλουν ολόκληρο το 1 %. Αυτή η άνιση μεταχείριση δημιουργεί εμπόδιο στην επίτευξη ίσης μεταχείρισης έναντι των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, που είναι μία από τις συνθήκες για την καλή λειτουργία της ενιαίας αγοράς. Αληθεύει βέβαια ότι στον φορολογικό τομέα υφίστανται ακόμη άλλες αποκλίσεις και εμπόδια, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα έπρεπε να καταργηθεί εξολοκλήρου αυτός ο φόρος.

2.2

Τα κράτη μέλη που ακόμη κάνουν χρήση της παρέκκλισης θα μπορούσαν να αντιπαραθέσουν τα πλεονεκτήματα που προκύπτουν από τα φορολογικά έσοδα στην πιθανή (και σε ένα βαθμό μετρήσιμη) απώλεια των επενδύσεων από άλλες κοινοτικές ή τρίτες χώρες, που αποθαρρύνονται από την επιβολή ενός φόρου που έχει πλέον εξαλειφθεί σχεδόν παντού. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η αποποίηση της παρέκκλισης θα αποτελούσε πλεονέκτημα για τους ενδιαφερόμενους και ένα βήμα προς τα εμπρός για την καλή λειτουργία της ενιαίας αγοράς στο σύνολό της.

2.3

Η ΕΟΚΕ επιθυμεί άλλωστε να επιστήσει την προσοχή σε μια πρακτική που υιοθέτησαν ορισμένα κράτη μέλη: την εισαγωγή νέων επιβαρύνσεων μετά την κατάργηση του φόρου, που κατ' αυτό τον τρόπο αντικαθίσταται κατά τρόπο αθέμιτο. Σε ορισμένες περιπτώσεις η Επιτροπή επενέβη και έθεσε σε κίνηση μια διαδικασία παραβάσεως, αλλά δεν θα πρέπει να αποκλεισθεί η πιθανότητα και άλλων επεισοδίων που δεν επισημάνθηκαν. Η επαγρύπνηση των κοινωνικών εταίρων θα μπορούσε να συνεισφέρει στην εξάλειψή τους.

Βρυξέλλες, 14 Μαρτίου 2007.

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Δημήτρης ΔΗΜΗΤΡΙΆΔΗΣ