52006DC0763




[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 6.12.2006

COM(2006) 763 τελικό

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ Η ΕΥΡΩΠΗ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ

Τα μέσα εμπορικής άμυνας της Ευρώπης σε μια μεταβαλλόμενη παγκόσμια οικονομία Πράσινη Βίβλος για δημόσια διαβούλευση

Η ΕΥΡΩΠΗ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ

Τα μέσα εμπορικής άμυνας της Ευρώπης σε μια μεταβαλλόμενη παγκόσμια οικονομία Πράσινη Βίβλος για δημόσια διαβούλευση

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) |

Εισαγωγή

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως και οι περισσότερες άλλες εισαγωγικές οικονομίες, εφαρμόζει ένα σύστημα μέσων εμπορικής άμυνας. Τα μέσα αυτά – μέτρα αντιντάμπινγκ, αντεπιδοτήσεων και διασφάλισης – επιτρέπουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση να προστατεύσει τους παραγωγούς της έναντι εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο αθέμιτων εμπορικών πρακτικών ή επιδοτήσεων και έναντι έντονων αλλαγών των εμπορικών ροών στο βαθμό που είναι επιζήμιες για την οικονομία της ΕΕ. Είναι σημαντικό να χρησιμοποιούμε αυτά τα μέσα με αποτελεσματικότητα και ακρίβεια για να εξασφαλίσουμε την τήρηση των διεθνών εμπορικών κανόνων και την προστασία των ευρωπαϊκών συμφερόντων έναντι του αθέμιτου εμπορίου.

Η ΕΕ χρησιμοποιεί αυτά τα μέσα βάσει των κανόνων των συμφωνιών του ΠΟΕ που θεσπίζουν τα μέσα εμπορικής άμυνας και τις αρχές που διέπουν την εφαρμογή τους ως θεμιτό στοιχείο του πολυμερούς συστήματος ελεύθερου εμπορίου. Όπως και οι ύψιστης σημασίας εργασίες για την καταστολή της παραποίησης/απομίμησης και της κλοπής πνευματικής ιδιοκτησίας, μεταξύ άλλων μέσω της κατάχρησης των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, η άμυνα κατά του αθέμιτου εμπορίου αποτελεί, από πολιτική και οικονομική άποψη, καίρια συνιστώσα της προάσπισης του ελεύθερου εμπορίου. Μας επιτρέπει να υποστηρίξουμε τα συμφέροντα των ευρωπαίων εργαζομένων και την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα και, συνεπώς, αποτελεί σημαντικό στοιχείο που βοηθά την Ευρώπη να διαχειριστεί τις συνέπειες της παγκοσμιοποίησης.

Ο οικονομικός λόγος που καθιστά αναγκαία τα μέτρα αντιντάμπινγκ και αντεπιδοτήσεων ως μέσα εμπορικής άμυνας είναι κυρίως το γεγονός ότι η διεθνής οικονομία δεν διαθέτει έναν μηχανισμό αντιμετώπισης των αντιανταγωνιστικών πρακτικών, ανάλογο με τις αρχές ανταγωνισμού που λειτουργούν σε όλες σχεδόν τις εθνικές οικονομίες. Επιπλέον, πολύ λίγες έννομες τάξεις διαθέτουν επίσημους κανόνες ή θεσμούς ελέγχου των επιδοτήσεων ανάλογους με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα μέσα εμπορικής άμυνας αναπτύχθηκαν στο διεθνές δίκαιο ως μέσο αποκατάστασης των στρεβλώσεων του εμπορίου που απορρέουν από αντιανταγωνιστικές πρακτικές σε διεθνές επίπεδο.

Η δράση της ΕΕ στον τομέα της εμπορικής άμυνας εξάλειψε την τελευταία δεκαετία τις στρεβλώσεις του εμπορίου λόγω του ντάμπινγκ σε σημαντικούς τομείς όπως ο χάλυβας, τα χημικά προϊόντα και οι μικροεπεξεργαστές, οι οποίες απειλούσαν τη βιωσιμότητα των κλάδων αυτών και τους χιλιάδες εργαζομένους τους στην Ευρώπη.

Η ΕΕ έχει προχωρήσει περισσότερο από κάθε άλλο μέλος του ΠΟΕ στη μονομερή αξιοποίηση των κανόνων του ΠΟΕ, αποσκοπώντας στον καθορισμό αυστηρών προϋποθέσεων χρήσης των μέσων εμπορικής άμυνας και στην ακριβέστερη εστίαση των επιπτώσεών τους στην αγορά της. Το σύστημα μέσων εμπορικής άμυνας που έχει δημιουργήσει η ΕΕ είναι πιθανώς το πιο ανοικτό και ισόρροπο από όλα τα αντίστοιχα συστήματα των μελών του ΠΟΕ. Η ΕΕ πρωταγωνίστησε επίσης στο δημόσιο διάλογο σχετικά με τη μεταρρύθμιση των κανόνων εμπορικής άμυνας του ΠΟΕ, η οποία αποτέλεσε αναπόσπαστο τμήμα του Γύρου της Ντόχα. Η πιστή εφαρμογή αυτών των διεθνώς συμφωνημένων κανόνων από όλα τα μέλη του ΠΟΕ έχει καίρια σημασία για τη λειτουργία του διεθνούς εμπορικού συστήματος. Αυτή η επιμονή για πιστή εφαρμογή των συμφωνημένων κανόνων από όλα τα μέρη στον εν λόγω τομέα πρέπει να παραμείνει κατευθυντήριος στόχος για την πολιτική μας στο μέλλον.

Ωστόσο, στη δεκαετία που μεσολάβησε από τη συμφωνία του 1994 για το αντιντάμπινγκ και την τελευταία ευρεία μεταρρύθμιση των μέσων εμπορικής άμυνας της ΕΕ σημειώθηκαν βαθιές αλλαγές στην παγκόσμια οικονομία και στη διάρθρωση της οικονομίας της ΕΕ. Οι αλλαγές αυτές επηρέασαν σημαντικά τις γενικές προτεραιότητες της παρούσας Επιτροπής στην προώθηση ενός νέου προγράμματος ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας. Οι προτεραιότητες αυτές ορίζονται στη συνεισφορά της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Hampton Court: Ευρωπαϊκές αξίες και παγκοσμιοποίηση.

Πολύ περισσότερες εταιρείες της ΕΕ παράγουν πλέον προϊόντα εκτός ΕΕ με σκοπό την εισαγωγή τους στην ΕΕ ή διαθέτουν εφοδιαστικές αλυσίδες που εκτείνονται πέραν της αγοράς της ΕΕ. Οι αλλαγές αυτές καθιστούν αναγκαίο τον επαναπροσδιορισμό του τι νοείται κοινώς ως παραγωγή της ΕΕ και οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ. Επειδή αυτά τα πράγματα ακριβώς επιχειρούν να προασπίσουν τα μέσα εμπορικής άμυνας, μια περιοδική αναθεώρηση μπορεί να μας βοηθήσει να εξασφαλίσουμε ότι τα μέσα εμπορικής άμυνας της ΕΕ παραμένουν αποτελεσματικό μέσο αντιμετώπισης των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών. Τούτο μπορεί επίσης να συμβάλει στο να διατηρηθεί ισχυρή η πολιτική στήριξη της χρήσης των απαραίτητων αυτών μέσων σε ολόκληρη την ΕΕ.

Η Επιτροπή σκιαγράφησε πρόσφατα μια νέα προγραμματική πολιτική με στόχο την ενίσχυση της ικανότητας της ΕΕ να ανταγωνίζεται σε μια παγκόσμια οικονομία χαρακτηριζόμενη από την αυξανόμενη κατάτμηση και περιπλοκότητα της διαδικασίας παραγωγής και των εφοδιαστικών αλυσίδων και την ανάπτυξη σημαντικών νέων οικονομικών φορέων, ιδίως στην Ασία ( Η Ευρώπη στον κόσμο: η συμμετοχή της στον παγκόσμιο ανταγωνισμό ). Ο προβληματισμός σχετικά με τα μέσα εμπορικής άμυνας της ΕΕ αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα αυτού του προγράμματος. Η Πράσινη Βίβλος δεν θέτει υπό αμφισβήτηση τη θεμελιώδη αξία των μέσων εμπορικής άμυνας, αλλά απευθύνει πρόσκληση για δημόσιο προβληματισμό σχετικά με το πώς μπορεί η ΕΕ να εξακολουθήσει να τα χρησιμοποιεί, εξυπηρετώντας κατά τον καλύτερο τρόπο το ευρωπαϊκό συμφέρον.

Η Πράσινη Βίβλος βασίζεται στην εμπειρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από τη διαχείριση της χρήσης μέσων εμπορικής άμυνας, καθώς και στα αποτελέσματα μιας πρόσφατης μελέτης αξιολόγησής τους. Αντικατοπτρίζει επίσης τις άτυπες επαφές με κράτη μέλη της ΕΕ και με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και μια σειρά εγγράφων που υποβλήθηκαν στον αρμόδιο για θέματα εμπορίου Επίτροπο της ΕΕ, κ. Peter Mandelson, από εμπειρογνώμονες του τομέα των μέσων εμπορικής άμυνας τον Ιούλιο του 2006[1].

Η Πράσινη Βίβλος εντάσσει τα θέματα σε έξι κατηγορίες:

1. ο ρόλος των μέσων εμπορικής άμυνας σε μια μεταβαλλόμενη παγκόσμια οικονομία·

2. η στάθμιση των διαφόρων συμφερόντων της ΕΕ στις έρευνας εμπορικής άμυνας·

3. η κίνηση και η διενέργεια ερευνών εμπορικής άμυνας·

4. η μορφή, ο χρόνος εφαρμογής και η διάρκεια των μέτρων εμπορικής άμυνας·

5. η διαφάνεια των ερευνών εμπορικής άμυνας και

6. η θεσμική διάρθρωση των ερευνών εμπορικής άμυνας.

Για κάθε κατηγορία θεμάτων τίθεται μια σειρά ερωτήσεων στις οποίες καλούνται να απαντήσουν οι συμμετέχοντες στη διαβούλευση.

Ένθετο 1: Τα ευρωπαϊκά μέσα εμπορικής άμυνας

Αντιντάμπινγκ. Οι κανόνες αντιντάμπινγκ είναι το πιο ευρέως χρησιμοποιούμενο μέσο εμπορικής άμυνας της ΕΕ. Τα μέτρα αντιντάμπινγκ αντιμετωπίζουν την εισαγωγή προϊόντων στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε τιμές χαμηλότερες από την κανονική αξία των προϊόντων στην εγχώρια αγορά τους – συνήθως ως αποτέλεσμα έλλειψης ανταγωνισμού ή/και κρατικής παρέμβασης στη διαδικασία παραγωγής που επιτρέπει σε έναν εξαγωγέα να μειώσει τεχνητά το κόστος της εξαγωγής. Το ντάμπινγκ δεν βλάπτει μόνο τους παραγωγούς της ΕΕ, αλλά και άλλους παραγωγούς σε τρίτες χώρες που ανταγωνίζονται για να αποκτήσουν πρόσβαση στην αγορά της ΕΕ. Τυπικά παραδείγματα στρεβλώσεων που οδηγούν σε ντάμπινγκ είναι μεταξύ άλλων τα εξής: σημαντικοί δασμολογικοί και μη δασμολογικοί φραγμοί, αναποτελεσματική εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού, μείωση φόρου κατά την εξαγωγή, τεχνητά χαμηλές τιμές πρώτων υλών ή/και ενέργειας. Όταν μια έρευνα της ΕΕ δείχνει ότι οι εισαγωγές αυτές βλάπτουν τους παραγωγούς της ΕΕ, οι κανόνες αντιντάμπινγκ επιτρέπουν την εφαρμογή μέτρων αποκατάστασης για την επανόρθωση της ζημίας. Κατά κανόνα τα μέτρα αυτά συνίστανται σε επιβολή δασμού στην εισαγωγή που αποτελεί αντικείμενο ντάμπινγκ.

Αντεπιδοτήσεις. Τα μέτρα αντεπιδοτήσεων είναι παρόμοια με τα μέτρα αντιντάμπινγκ, με τη διαφορά ότι αφορούν ειδικά την άρση των στρεβλώσεων του εμπορίου που προκαλούνται από χορήγηση επιδοτήσεων σε ξένους παραγωγούς για τις οποίες μπορεί να ζητηθεί έννομη προστασία στο πλαίσιο του ΠΟΕ, εφόσον αποδεικνύεται ότι οι επιδοτήσεις αυτές βλάπτουν τους παραγωγούς της ΕΕ.

Μέτρα διασφάλισης. Τα μέτρα διασφάλισης διαφέρουν κατά το ότι δεν επικεντρώνονται στο αν το εμπόριο είναι θεμιτό ή όχι, αλλά σε αιφνίδιες και μεγάλης κλίμακας αλλαγές του όγκου των εισαγωγών, με αποτέλεσμα να αδυνατούν αντικειμενικά οι παραγωγοί της ΕΕ να προσαρμοστούν στις αλλαγές των εμπορικών ροών. Υπό τις συνθήκες αυτές, οι κανόνες του ΠΟΕ και της ΕΕ επιτρέπουν των επιβολή βραχυπρόθεσμων περιορισμών των εισαγωγών, ώστε να ανακουφιστεί προσωρινά η βιομηχανία και να μπορέσει να προσαρμοστεί στην απότομη αυτή αλλαγή. Η προσωρινή αυτή ανάπαυλα συνδυάζεται με τη σαφή υποχρέωση αναδιάρθρωσης.

Μεταξύ Ιανουαρίου 1996 και Δεκεμβρίου 2005 η ΕΕ επέβαλε 194 οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου οι χώρες με τη συχνότερη ανάμειξη σε πρακτικές ντάμπινγκ ήταν η Κίνα (38 μέτρα) και η Ινδία (16 μέτρα). Την 31η Οκτωβρίου 2006 ίσχυαν 12 μέτρα αντεπιδοτήσεων της ΕΕ. Η ΕΕ έχει επιβάλει συνολικά μόλις οκτώ οριστικά μέτρα διασφάλισης βάσει των κανόνων του ΠΟΕ: μόνο ένα από αυτά εξακολουθεί να ισχύει. Στην ΕΕ, τα μέτρα αντιντάμπινγκ και αντεπιδοτήσεων κατά του αθέμιτου εμπορίου αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το 0,45% της αξίας του συνόλου των εισαγωγών.

Συγκριτικά, οι ΗΠΑ επέβαλαν 201 οριστικά μέτρα, ενώ η Ινδία επέβαλε 309 οριστικά μέτρα μεταξύ του 1996 και του 2005. Κατά την ίδια περίοδο κινήθηκαν 294 έρευνες στην ΕΕ, 352 στις ΗΠΑ και 419 στην Ινδία.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι υπεύθυνη για τη διενέργεια ερευνών αντιντάμπινγκ, αντεπιδοτήσεων και μέτρων διασφάλισης. Επιπλέον, αποφασίζει αν θα διεξαχθεί έρευνα κατόπιν καταγγελίας από τη βιομηχανία και είναι υπεύθυνη για τις επανεξετάσεις κατά τη διάρκεια ισχύος ενός μέτρου. Μπορεί επίσης να επιβάλει προσωρινά μέτρα και να προτείνει οριστικά μέτρα στο Συμβούλιο, όταν δικαιολογούνται. Το Συμβούλιο επιβάλλει οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ/αντεπιδοτήσεων με απλή πλειοψηφία, ενώ για τα μέτρα διασφάλισης απαιτείται η στήριξη ειδικής πλειοψηφίας των κρατών μελών.

ΜΕΡΟΣ 1. Ποιος είναι ο ρόλος των μέτρων εμπορικής άμυνας σε μια παγκόσμια οικονομία;

Η οικονομική δικαιολόγηση των μέτρων αντιντάμπινγκ βασίζεται κυρίως στον ατελή ανταγωνισμό στις διεθνείς αγορές – δεν υπάρχει διεθνής αρχή ανταγωνισμού που να αντιμετωπίζει την αντιανταγωνιστική συμπεριφορά μεταξύ χωρών. Σε αντίθεση με μια εσωτερική αγορά όπως αυτή της ΕΕ, υπάρχουν λίγοι κανόνες που ρυθμίζουν την επιχειρηματική συμπεριφορά στις διεθνείς αγορές.

Τα μέτρα αντιντάμπινγκ είναι το μοναδικό εργαλείο που προβλέπεται στο διεθνές δίκαιο για την αντιμετώπιση των συνεπειών που έχει στη βιομηχανία της ΕΕ η εισαγωγή προϊόντων από τέτοιες αγορές υπό αθέμιτους εμπορικούς όρους. Τα μέτρα αντεπιδοτήσεων αντιμετωπίζουν την αθέμιτη επιδότηση παραγωγών τρίτων χωρών απουσία πλήρως ανεπτυγμένων διεθνών μέσων για τον περιορισμό τέτοιων παρεμβάσεων. Τα μέτρα διασφάλισης αφορούν τις εισαγωγές που αυξάνονται με τέτοιους ρυθμούς ώστε να προκαλούν ή να απειλούν να προκαλέσουν σοβαρή ζημία στη βιομηχανία της ΕΕ.

Επί του παρόντος η ΕΕ διεξάγει πολύ περισσότερες έρευνες αντιντάμπινγκ σε σχέση με τις έρευνες αντεπιδοτήσεων. Ένας λόγος για τον οποίο οι επιχειρήσεις διστάζουν να ζητήσουν τη διενέργεια έρευνας αντεπιδοτήσεων είναι ότι φοβούνται αντίποινα από τις οικείες κυβερνήσεις. Μια λύση θα ήταν να κινεί η ίδια η Επιτροπή περισσότερες τέτοιες έρευνες.

Το κατά πόσον τα μέσα εμπορικής άμυνας δικαιολογούνται οικονομικά είναι αμφιλεγόμενο μεταξύ των οικονομολόγων. Ορισμένοι δικαιολογούν την αναγκαιότητα των μέσων εμπορικής άμυνας, επικαλούμενοι την απουσία διεθνώς συμφωνημένων κανόνων ανταγωνισμού. Άλλοι πιστεύουν ότι τα μέσα εμπορικής άμυνας δεν μπορούν να δικαιολογηθούν οικονομικά υπό την προοπτική της όλης ευημερίας μιας χώρας. Άλλοι υποστηρίζουν ότι είναι δυνατόν να γίνει κατάχρησή τους από τομεακά συμφέροντα που επιδιώκουν την έξωθεν προστασία από ανταγωνιστικές εισαγωγές. Ωστόσο, άλλοι υποστηρίζουν ότι τα μέτρα αντιντάμπινγκ δικαιολογούνται μόνο όταν ένας εξαγωγέας τρίτης χώρας επωφελείται από την απουσία ή ανεπαρκή εφαρμογή των εγχώριων κανόνων ανταγωνισμού.

Ερώτηση 1: Ποιος είναι ο ρόλος των μέσων εμπορικής άμυνας στη σύγχρονη παγκόσμια οικονομία; Παραμένουν τα μέσα εμπορικής άμυνας βασικό εργαλείο για να εξασφαλιστεί η τήρηση των διεθνών εμπορικών κανόνων και η προστασία των ευρωπαϊκών συμφερόντων; Πρέπει η ΕΕ να εξετάσει πιθανούς τρόπους βελτίωσής τους;

Ερώτηση 2: Πρέπει η ΕΕ να χρησιμοποιεί περισσότερο τα μέτρα αντεπιδοτήσεων και διασφάλισης παράλληλα με τα μέτρα αντιντάμπινγκ; Πρέπει η Επιτροπή, σε ιδιαίτερες περιπτώσεις, να είναι πρόθυμη να κινήσει έρευνες εμπορικής άμυνας με δική της πρωτοβουλία, εφόσον διαθέτει τα απαιτούμενα αποδεικτικά στοιχεία;

Ερώτηση 3: Υπάρχουν λύσεις εναλλακτικές της χρήσης μέσων εμπορικής άμυνας, λαμβανομένης υπόψη της απουσίας διεθνώς συμφωνημένων κανόνων ανταγωνισμού;

ΜΕΡΟΣ 2. Στάθμιση των διαφόρων συμφερόντων της ΕΕ στις έρευνες εμπορικής άμυνας

Τα μέτρα εμπορικής άμυνας πρέπει να εξυπηρετούν το γενικό οικονομικό συμφέρον της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένου του συμφέροντος των παραγωγών και των εργαζομένων. Οι κανόνες της ΕΕ πρέπει να εξακολουθήσουν να αντιμετωπίζουν καταστάσεις όπου οι χαμηλότερες τιμές των εισαγωγών δεν προκύπτουν μόνο από αληθινά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα όσον αφορά το κόστος εργασίας και παραγωγής σε τρίτες χώρες, αλλά αντικατοπτρίζουν το γεγονός ότι αυτά τα πλεονεκτήματα συνοδεύονται από αθέμιτες συνθήκες ανταγωνισμού, όπως οι επιδοτήσεις ή άλλες στρεβλώσεις λόγω κρατικής παρέμβασης.

Οι αλλαγές της διάρθρωσης τόσο της παγκόσμιας οικονομίας όσο και της οικονομίας της ΕΕ έχουν καταστήσει πιο περίπλοκο τον ορισμό των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ. Η παγκοσμιοποίηση αυξάνει το διεθνή καταμερισμό της εργασίας, καθώς το κόστος μεταφοράς και επικοινωνίας έχει μειωθεί σημαντικά. Ολοένα και περισσότερο οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις χρησιμοποιούν παραγωγικές βάσεις εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ διατηρούν σημαντικές δραστηριότητες και θέσεις εργασίας στην Ευρώπη. Από τη σκοπιά των μέσων εμπορικής άμυνας, τίθεται το ερώτημα αν οι κανόνες της ΕΕ λαμβάνουν δεόντως υπόψη την πραγματικότητα της εξωτερικής ανάθεσης παραγωγικών δραστηριοτήτων από ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, οι οποίες στη συνέχεια ανταγωνίζονται επιχειρήσεις με την παραγωγική τους βάση εντός της ΕΕ και ενδέχεται να υποστούν δυσμενείς συνέπειες από τα μέτρα εμπορικής άμυνας.

Το μακροπρόθεσμο συμφέρον της ΕΕ δεν εξυπηρετείται από την ανοχή του ντάμπινγκ, ακόμη και όταν ωφελούνται από αυτό ευρωπαϊκές εταιρείες που έχουν αναθέσει εξωτερικά την παραγωγή τους σε τρίτες χώρες. Ωστόσο, πρέπει να αναλογιστούμε το γεγονός ότι η δράση για τον περιορισμό της ζημίας που προκαλείται από το ντάμπινγκ μπορεί να έχει επιπτώσεις στις θέσεις εργασίας και τη βιωσιμότητα εταιρειών της ΕΕ που λειτουργούν νόμιμα μέσω ανάθεσης της παραγωγής σε τρίτους. Η εξεύρεση της σωστής ισορροπίας μεταξύ ελεύθερου εμπορίου και θεμιτού εμπορίου έχει καίρια σημασία. Χρειαζόμαστε σαφείς κανόνες που θα μας βοηθήσουν να αντιμετωπίσουμε αυτή την κατάσταση.

Το παρόν τμήμα της Πράσινης Βίβλου πραγματεύεται τέσσερα καίρια θέματα που σχετίζονται με την εξέταση του κοινοτικού συμφέροντος.

Ένθετο 2: Περιπτωσιακή μελέτη – Μέτρα αντιντάμπινγκ για τα δερμάτινα υποδήματα, Αύγουστος 2006

Τον Οκτώβριο του 2006 η Ευρωπαϊκή Ένωση επέβαλε δασμούς ύψους 16,5% και 10% σε ορισμένα δερμάτινα υποδήματα που εισάγονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι δασμοί αυτοί ήταν αποτέλεσμα έρευνας που κατέληξε στη διαπίστωση ότι οι εν λόγω εξαγωγές αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ από ορισμένες τρίτες χώρες και συνακόλουθα ζημίωναν τους παραγωγούς της ΕΕ. Η εφαρμογή των κανόνων της ΕΕ και του ΠΟΕ στην ιδιαίτερα περίπλοκη αυτή υπόθεση προκάλεσε διάσταση μεταξύ οικονομικών φορέων της ΕΕ και κρατών μελών της ΕΕ. Η υπόθεση μπορεί να χρησιμεύσει ως παράδειγμα για δύο σημαντικά θέματα που θίγονται στην παρούσα Πράσινη Βίβλο.

Εξωτερική ανάθεση από παραγωγούς της ΕΕ. Παρόλο που πολλές εταιρείες της ΕΕ εξακολουθούν να παράγουν δερμάτινα υποδήματα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αρκετές εταιρείες της ΕΕ αναθέτουν εξωτερικά την παραγωγή υποδημάτων σε τρίτες χώρες, ενώ διατηρούν άλλα τμήματα των δραστηριοτήτων τους στην ΕΕ. Οι κοινοτικές αυτές εταιρείες που παράγουν δερμάτινα υποδήματα σε τρίτες χώρες υπόκεινται στο δασμό αντιντάμπινγκ. Επιπλέον, βάσει των ισχυόντων κανόνων για τις έρευνες αντιντάμπινγκ, μόνον οι παραγωγοί που διατηρούν την παραγωγή τους εντός της ΕΕ λήφθηκαν υπόψη για να διαπιστωθεί αν υπάρχει το απαιτούμενο ποσοστό της κοινοτικής βιομηχανίας για να κινηθεί έρευνα. Ωστόσο, ο αριθμός των εταιρειών που μεταφέρουν στοιχεία της παραγωγής τους αυξάνεται και οι εταιρείες αυτές προσφέρουν χιλιάδες θέσεις εργασίας στην ΕΕ.

Συμφέρον τον καταναλωτών . Η υπόθεση των υποδημάτων αναδεικνύει επίσης άλλο ένα πρόβλημα σχετικά με το ποιο είναι το ευρύτερο οικονομικό συμφέρον της ΕΕ. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, ιδίως σε όσες δεν αφορούν καταναλωτικά προϊόντα, οι επιπτώσεις των μέτρων αντιντάμπινγκ στις τιμές που πληρώνει ο καταναλωτής κατά κανόνα δεν είναι σημαντικές. Ωστόσο, είναι σημαντικό να διερευνηθεί το ερώτημα αν και κατά πόσον μπορούν να συνεκτιμώνται περισσότερο τα συμφέροντα των καταναλωτών στις έρευνες αντιντάμπινγκ και στα μέτρα που τυχόν λαμβάνονται.

2.1. Η εξέταση του κοινοτικού συμφέροντος. Η ΕΕ είναι ένας από τους λίγους χρήστες μέσων εμπορικής άμυνας που εξετάζει το κοινό συμφέρον με τη μορφή του κανόνα του κοινοτικού συμφέροντος πριν από την εφαρμογή μέτρων αντιντάμπινγκ. Σύμφωνα με τον κανόνα του κοινοτικού συμφέροντος, μπορούν να επιβληθούν μέτρα μόνον όταν η Επιτροπή αποφαίνεται ότι η επιβολή τους δεν αντιβαίνει στο ευρύτερο συμφέρον της οικονομίας της ΕΕ. Η εφαρμογή ενός τέτοιου κριτηρίου δεν απαιτείται από τη συμφωνία του ΠΟΕ για το αντιντάμπινγκ, αλλά αποδείχθηκε χρήσιμο εργαλείο για τη στάθμιση των συμφερόντων σε υποθέσεις αντιντάμπινγκ.

Ωστόσο, ορισμένοι υποστηρίζουν ότι κατά την εξέταση του κοινοτικού συμφέροντος βαραίνουν περισσότερο τα συμφέροντα των παραγωγών της ΕΕ και δεν λαμβάνονται επαρκώς υπόψη οι επιπτώσεις των μέτρων στις εισαγωγικές επιχειρήσεις που έχουν μεταφέρει ένα μέρος της παραγωγής τους εκτός ΕΕ. Υπάρχει επίσης η ανησυχία ότι τα συμφέροντα των καταναλωτών δεν σταθμίζονται επαρκώς, ιδίως όταν τα μέσα εμπορικής άμυνας εφαρμόζονται σε τελικά καταναλωτικά προϊόντα. Ενώ το κύριο μέλημα των μέσων της ΕΕ είναι η αντιμετώπιση των συνεπειών του αθέμιτου ανταγωνισμού, στο πλαίσιο πρόσφατων υποθέσεων τέθηκε το ζήτημα της χρήσης της εξέτασης του κοινοτικού συμφέροντος για τη στάθμιση των συνεπειών των μέτρων στη γενικότερη συνοχή της πολιτικής της ΕΕ. Για παράδειγμα, η ΕΕ θα μπορούσε να εξετάσει αν σε ορισμένες περιπτώσεις τα μέτρα αντιντάμπινγκ μειώνουν την αποτελεσματικότητα της αναπτυξιακής βοήθειας της ΕΕ σε συγκεκριμένες χώρες.

Ερώτηση 4: Πρέπει η ΕΕ να αναθεωρήσει την τρέχουσα ισορροπία συμφερόντων μεταξύ των διαφόρων οικονομικών φορέων κατά την εξέταση του κοινοτικού συμφέροντος στο πλαίσιο ερευνών εμπορικής άμυνας; Μαζί με τα συμφέροντα των παραγωγών της Ευρώπης και των εργαζομένων τους, πώς πρέπει να συνεκτιμώνται τα συμφέροντα εταιρειών που διατηρούν σημαντικές δραστηριότητες και θέσεις εργασίας στην Ευρώπη, καίτοι έχουν μεταφέρει ένα μέρος της παραγωγής τους εκτός ΕΕ; Πώς πρέπει να συνεκτιμώνται τα συμφέροντα των εισαγωγέων ή των παραγωγών που επεξεργάζονται τις θιγόμενες εισαγωγές;

Ερώτηση 5: Πρέπει να αναθεωρήσουμε τον τρόπο με τον οποίο συνεκτιμώνται τα συμφέροντα των καταναλωτών στο πλαίσιο ερευνών εμπορικής άμυνας; Πρέπει η Επιτροπή να είναι πιο προορατική στο να ζητά τη γνώμη των ενώσεων καταναλωτών; Πώς μπορεί να σταθμίζεται αυτή η γνώμη; Με ποιον τρόπο θα μπορούσαν να αξιολογούνται και να παρακολουθούνται οι επιπτώσεις των μέτρων εμπορικής άμυνας στους καταναλωτές;

Ερώτηση 6: Πρέπει η ΕΕ να λαμβάνει υπόψη ευρύτερους παράγοντες κατά την εκτίμηση των κοινοτικών συμφερόντων στο πλαίσιο ερευνών εμπορικής άμυνας, όπως η συνοχή με άλλες πολιτικές της ΕΕ; Όσον αφορά την αναπτυξιακή πολιτική, πρέπει η ΕΕ να προβαίνει σε τυπικό διαχωρισμό μεταξύ των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών και των αναπτυσσόμενων χωρών κατά την εφαρμογή μέτρων εμπορικής άμυνας;

Ερώτηση 7: Τι είδους οικονομικές αναλύσεις μπορούν να συμβάλουν στη διενέργεια αυτών των εκτιμήσεων;

2.2. Χρησιμοποίηση της εξέτασης του κοινοτικού συμφέροντος για τη διαφοροποίηση των μέτρων εμπορικής άμυνας. Επί του παρόντος, η εξέταση του κοινοτικού συμφέροντος μπορεί να καταλήξει είτε στο ότι πρέπει να επιβληθούν είτε στο ότι δεν πρέπει να επιβληθούν μέτρα. Κατ’ αρχήν, το δίπολο αυτό δεν επιτρέπει να χρησιμοποιηθεί η εξέταση του κοινοτικού συμφέροντος ως έρεισμα για την προσαρμογή ή τροποποίηση των μέτρων. Ωστόσο, θα ήταν ίσως σκόπιμο να υπάρχει μεγαλύτερη ευελιξία στο πλαίσιο αυτό, υπό τον όρο ότι η τυχόν προσαρμογή των μέτρων θα αντικατοπτρίζει πλήρως τα αντικειμενικά ευρήματα μιας υπόθεσης. Η ευελιξία αυτή θα περιορίζεται σε προσαρμογές προς τα κάτω βάσει του κανόνα του χαμηλότερου δασμού της ΕΕ, που ορίζει ότι οι δασμοί ισούνται με το χαμηλότερο από τα δύο περιθώρια, το περιθώριο ντάμπινγκ και το περιθώριο ζημίας. Θεωρητικά θα μπορούσε επίσης να επεκταθεί στη δυνατότητα απαλλαγής ορισμένων προϊόντων από τους δασμούς για λόγους κοινοτικού συμφέροντος.

Ερώτηση 8: Πρέπει να προβλεφθεί ρητά ότι το ύψος των προτεινόμενων μέτρων θα μπορεί να προσαρμόζεται προς τα κάτω κατόπιν των αποτελεσμάτων της εξέτασης του κοινοτικού συμφέροντος στο πλαίσιο ερευνών εμπορικής άμυνας; Πρέπει η ΕΕ να προβλέψει ρητά την απαλλαγή ορισμένων ειδών προϊόντων για λόγους κοινοτικού συμφέροντος; Αν ναι, τι κριτήρια πρέπει να εφαρμόζονται;

2.3. Απόφαση για το χρόνο εξέτασης του κοινοτικού συμφέροντος. Επί του παρόντος, το κοινοτικό συμφέρον εξετάζεται μόνο μετά την έναρξη έρευνας, όταν πρέπει να καθοριστούν τα μέτρα. Οι κανόνες του ΠΟΕ που απαγορεύουν τη δημοσιοποίηση καταγγελιών αντιντάμπινγκ πριν από την κίνηση έρευνας δεν επιτρέπουν σήμερα την εξέταση του κοινοτικού συμφέροντος όταν εκτιμάται η βασιμότητα μιας αρχικής καταγγελίας. Ωστόσο, ορισμένοι ενδιαφερόμενοι πιστεύουν ότι η ΕΕ πρέπει να ασκήσει πίεση για την αλλαγή αυτών των κανόνων.

Ερώτηση 9: Πρέπει η ΕΕ να επιδιώξει να αλλάξουν οι κανόνες του ΠΟΕ, ώστε να επιτρέπεται η χρήση της εξέτασης του κοινοτικού συμφέροντος στο στάδιο υποβολής καταγγελίας στο πλαίσιο ερευνών αντιντάμπινγκ και αντεπιδοτήσεων; Υπάρχουν άλλες περιπτώσεις στις οποίες θα ήταν σκόπιμη η εξέταση του κοινοτικού συμφέροντος – για παράδειγμα, πριν από την έναρξη της επανεξέτασης εν όψει της λήξης της ισχύος ενός μέτρου;

2.4. Εκτίμηση της βιωσιμότητας . Η γενικότερη βιωσιμότητα της βιομηχανίας της ΕΕ είναι ένα στοιχείο που ερευνάται στο πλαίσιο της εξέτασης του κοινοτικού συμφέροντος. Όταν υπάρχουν καλές προοπτικές για τη βιωσιμότητα ενός συγκεκριμένου τομέα, ο παράγοντας αυτός διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην απόφαση για το αν θα επιβληθούν μέτρα εμπορικής άμυνας.

Ερώτηση 10: Είναι η εκτίμηση της βιωσιμότητας συναφής όταν αποφασίζεται αν θα χρησιμοποιηθούν μέσα εμπορικής άμυνας; Αν ναι, ποια κριτήρια πρέπει να χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση της βιωσιμότητας των βιομηχανιών της ΕΕ σε έρευνες εμπορικής άμυνας, π.χ. ύψος παραγωγής, απασχόληση, μερίδιο αγοράς;

ΜΕΡΟΣ 3. Η κίνηση και η διενέργεια ερευνών εμπορικής άμυνας

Οι ενδιαφερόμενοι επεσήμαναν ορισμένα τεχνικά θέματα σχετικά με την κίνηση και τη διενέργεια ερευνών στον τομέα της εμπορικής άμυνας που θα μπορούσαν να βελτιώσουν περαιτέρω την αναλογικότητα, αποτελεσματικότητα και αμεροληψία των ερευνών της ΕΕ στον τομέα της εμπορικής άμυνας. Οκτώ από αυτά τα θέματα αναλύονται στη συνέχεια.

3.1. Διαβουλεύσεις με τις τρίτες χώρες εξαγωγής σε πρώιμο στάδιο. Ενώ οι κανόνες του ΠΟΕ απαγορεύουν την επαφή με τις εταιρείες που ενδέχεται να ερευνηθούν πριν από την κίνηση έρευνας, ορισμένοι ενδιαφερόμενοι πρότειναν να γίνονται επαφές με τις κυβερνήσεις των τρίτων χωρών εξαγωγής πριν από την έναρξη της έρευνας, ούτως ώστε να αποφεύγονται οι πολιτικές εντάσεις και να γίνονται συζητήσεις σχετικά με τα προϊόντα και τις πρακτικές που ενδέχεται να αποτελέσουν αντικείμενο έρευνας.

Ερώτηση 11: Πρέπει η ΕΕ να μελετήσει το ενδεχόμενο διαβούλευσης με εξάγουσες τρίτες χώρες μετά την υποβολή καταγγελίας και πριν από την κίνηση έρευνας αντιντάμπινγκ;

3.2. Η χρήση του μέσου αντεπιδοτήσεων σε οικονομίες σε μεταβατικό στάδιο. Κατά την τρέχουσα πρακτική, δεν κινούνται έρευνες αντεπιδοτήσεων σε υποθέσεις που αφορούν οικονομίες σε μεταβατικό στάδιο λόγω της ευρείας διάδοσης στρεβλώσεων κόστους και τιμών σε τέτοιες οικονομίες. Ωστόσο, η χρήση του μέσου αντεπιδοτήσεων θα μπορούσε να εξετάζεται στην περίπτωση μεμονωμένων εταιρειών οικονομιών σε στάδιο μετάβασης που τυγχάνουν μεταχείρισης οικονομίας της αγοράς.

Ερώτηση 12: Πρέπει η ΕΕ ειδικότερα να προβλέψει τη χρήση του μέσου αντεπιδοτήσεων σε υποθέσεις που αφορούν εταιρείες σε οικονομίες σε μεταβατικό στάδιο, στις οποίες αναγνωρίζεται καθεστώς οικονομίας της αγοράς;

3.3. Νομιμοποιητικές απαιτήσεις . Για να κινηθεί έρευνα εμπορικής άμυνας στην ΕΕ πρέπει να πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Οι κανόνες του ΠΟΕ προβλέπουν ότι κανονικά μπορεί να κινηθεί έρευνα μόνον όταν οι παραγωγοί που ρητά υποστηρίζουν την καταγγελία αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 25% της συνολικής παραγωγής του προϊόντος στη σχετική αγορά.

Βάσει των ισχυόντων κανόνων, οι επιχειρήσεις που παράγουν και ταυτόχρονα εισάγουν το προϊόν που φέρεται να αποτελεί αντικείμενο ντάμπινγκ είναι δυνατόν να εξαιρεθούν από την εκτίμηση της νομιμοποίησης. Έτσι, μειώνεται ο αριθμός των εταιρειών που απαιτούνται για να υπάρξει νομιμοποίηση σε μια δεδομένη υπόθεση και εξαιρούνται εταιρείες που μπορεί να διατυπώσουν αντιρρήσεις κατά μιας καταγγελίας. Ορισμένοι ενδιαφερόμενοι θεωρούν ότι αυτές οι λεγόμενες «νομιμοποιητικές απαιτήσεις» είναι πολύ ελαστικές.

Ερώτηση 13: Πρέπει η ΕΕ να αναθεωρήσει τις «νομιμοποιητικές απαιτήσεις» για τον ορισμό της κοινοτικής βιομηχανίας σε υποθέσεις αντιντάμπινγκ και αντεπιδοτήσεων; Το επίπεδο υποστήριξης που απαιτείται για να υποβληθεί καταγγελία και, κατ’ επέκταση, για να κινηθεί μια έρευνα είναι το ενδεικνυόμενο; Πρέπει να αναθεωρηθεί η δυνατότητα εξαίρεσης από την εκτίμηση της νομιμοποίησης των εταιρειών που είναι εισαγωγείς ή συνδέονται με τους εξαγωγείς;

3.4. Κανόνες de-minimis για το ντάμπινγκ, τις επιδοτήσεις και τη ζημία. Βάσει των ισχυόντων κανόνων, υπάρχουν όρια κάτω από τα οποία οι υπό έρευνα υποθέσεις δεν θεωρούνται αρκούντως σημαντικές για να δικαιολογήσουν την παρέμβαση της ΕΕ. Το κοινοτικό δίκαιο αντιντάμπινγκ προβλέπει ότι μια έρευνα περατώνεται όταν το περιθώριο ντάμπινγκ είναι μικρότερο του 2% επί της τιμής εξαγωγής – πρόκειται για το λεγόμενο «όριο de-minimis ».

Το όριο de-minimis εφαρμόζεται επίσης στον καθορισμό της ζημίας από τα προϊόντα που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ. Δεν κινείται διαδικασία κατά χωρών των οποίων οι εισαγωγές αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το 1% της αγοράς της ΕΕ. Τα τρέχοντα όρια de-minimis θα μπορούσαν να γίνουν υψηλότερα ή χαμηλότερα, ανάλογα με το πώς αντιλαμβάνεται κανείς τον αντίκτυπο των χαμηλών ορίων σχετικά με το περιθώριο ντάμπινγκ/επιδοτήσεων και ζημίας.

Εκτός από τα ποσοστιαία αυτά όρια, θα μπορούσε να θεσπιστεί ένας ακόμη « de-minimis έλεγχος», εξαρτώντας την κίνηση μιας διαδικασίας από την αξία των εισαγωγών σε ευρώ.

Ερώτηση 14: Πρέπει η ΕΕ να αλλάξει τα όρια de-minimis (ως ποσοστό και σε απόλυτες τιμές) που εφαρμόζονται σήμερα στο ντάμπινγκ και στη ζημία στο πλαίσιο ερευνών εμπορικής άμυνας;

3.5. Υπολογισμός περιθωρίου ντάμπινγκ. Σημαντικό μέρος της έρευνας αντιντάμπινγκ αποτελεί ο καθορισμός του κόστους παραγωγής και της κανονικής αξίας ενός προϊόντος στην εγχώρια αγορά. Ορισμένοι ενδιαφερόμενοι ανέφεραν ότι η ΕΕ δεν λαμβάνει επαρκώς υπόψη το βαθμό στον οποίο ο χαμηλός όγκος της παραγωγής και των πωλήσεων στο στάδιο εκκίνησης ενός προϊόντος μπορεί να στρεβλώσει το μοναδιαίο κόστος, κάνοντάς το να φαίνεται μη ρεαλιστικά υψηλό. Τούτο, με τη σειρά του, μπορεί να οδηγήσει σε διόγκωση των περιθωρίων ντάμπινγκ.

Ερώτηση 15: Πρέπει η Επιτροπή να προσαρμόσει την προσέγγιση σχετικά με το «κόστος εκκίνησης» για τον υπολογισμό του περιθωρίου ντάμπινγκ σε έρευνες αντιντάμπινγκ, ούτως ώστε να παραχωρείται μεγαλύτερη «περίοδος χάριτος» στους εξαγωγείς που βρίσκονται σε φάση εκκίνησης;

Ερώτηση 16: Υπάρχουν άλλες αλλαγές της μεθοδολογίας υπολογισμού του περιθωρίου ντάμπινγκ σε έρευνες αντιντάμπινγκ – για παράδειγμα, υπάρχοντες κανόνες σχετικά με την «εξέταση των συνήθων εμπορικών πράξεων» - που πρέπει να εξεταστούν;

3.6. Μεταχείριση νέων εξαγωγέων. Οι ενδιαφερόμενοι πρότειναν να προσαρμοστούν οι διατάξεις σχετικά με τη μεταχείριση των νέων εξαγωγέων που αρχίζουν να εξάγουν προϊόντα ενώ βρίσκεται υπό εξέλιξη μια έρευνα. Το πρόβλημα με τους νέους εξαγωγείς είναι ότι τα συμπεράσματα βασίζονται σε πολύ μικρό αριθμό συναλλαγών. Η Επιτροπή, επί του παρόντος, μπορεί να ασχοληθεί με νέους εξαγωγείς που ξεκινούν τις δραστηριότητές τους κατά τη διάρκεια έρευνας μόνο στο πλαίσιο επανεξέτασης σχετικά με νεοεισερχόμενο.

Ερώτηση 17: Πρέπει η ΕΕ να προσαρμόσει τις διατάξεις σχετικά με τη μεταχείριση των νέων εξαγωγέων σε έρευνες αντιντάμπινγκ και αντεπιδοτήσεων; Πρέπει η ΕΕ να θεσπίσει τη δυνατότητα ταχύτερης εξέτασης νεοεισερχόμενων που αρχίζουν τις δραστηριότητές τους κατά τη διάρκεια έρευνας της κύριας υπόθεσης;

3.7. Σχέδια υποχρεωτικής αναδιάρθρωσης. Ορισμένοι ενδιαφερόμενοι πιστεύουν ότι οι παραγωγοί της ΕΕ πρέπει να υποχρεούνται να υποβάλουν σχέδιο αναδιάρθρωσης προτού επωφεληθούν από μέτρα αντιντάμπινγκ. Άλλοι υποστηρίζουν ότι, όταν τα προβλήματα μιας βιομηχανίας αποτελούν άμεση απόρροια αθέμιτων εμπορικών πρακτικών, η αναδιάρθρωση είναι αλυσιτελής.

Ερώτηση 18: Η υποβολή αποδείξεων αναδιάρθρωσης από μια βιομηχανία της ΕΕ είναι με κάποιο τρόπο συναφής με τις έρευνες αντιντάμπινγκ και αντεπιδοτήσεων; Αν ναι, με ποιο τρόπο και σε ποιο στάδιο;

3.8. Ανάμειξη ΜΜΕ. Πολλοί ενδιαφερόμενοι πιστεύουν ότι οι ΜΜΕ δυσκολεύονται να κινήσουν και να συμμετάσχουν σε έρευνες εμπορικής άμυνας λόγω της περιπλοκότητας και του υψηλού κόστους που συνεπάγεται κάτι τέτοιο.

Ερώτηση 19: Ποια είναι συγκεκριμένα τα εμπόδια για τη συμμετοχή ΜΜΕ σε έρευνες εμπορικής άμυνας και πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν;

ΜΕΡΟΣ 4. Η μορφή, ο χρόνος εφαρμογής και η διάρκεια των μέτρων εμπορικής άμυνας

Οι ενδιαφερόμενοι εντόπισαν ορισμένες πτυχές της επιβολής, της μορφής, της διάρκειας και της λήξης ισχύος των μέτρων εμπορικής άμυνας που θα μπορούσαν να αναθεωρηθούν. Στο μέρος αυτό πραγματευόμαστε τέσσερα τέτοια θέματα.

4.1. Χρόνος εφαρμογής των προσωρινών μέτρων. Ορισμένοι ενδιαφερόμενοι έθεσαν το ζήτημα της ταχύτερης λήψης προσωρινών μέτρων αντιντάμπινγκ. Σήμερα τα μέτρα αυτά εγκρίνονται από την Επιτροπή δύο έως εννέα μήνες μετά την έναρξη της έρευνας, αν τα αρχικά αποδεικτικά στοιχεία δείχνουν ότι υφίσταται επιζήμιο ντάμπινγκ.

Ερώτηση 20: Έχοντας κατά νου ότι οι μικρότερες προθεσμίες μπορεί να επιβάλουν περιορισμούς στη διεξαγωγή και τη διαφάνεια των ερευνών, πρέπει η ΕΕ να εξετάσει το ενδεχόμενο συντόμευσης των προθεσμιών στο πλαίσιο ερευνών αντιντάμπινγκ και αντεπιδοτήσεων εντός των οποίων αποφασίζεται αν θα επιβληθούν ή όχι προσωρινά μέτρα; Πρέπει οι προθεσμίες αυτές να γίνουν πιο ευέλικτες;

4.2. Μορφή, χρόνος εφαρμογής και διάρκεια των μέτρων. Πολλοί ενδιαφερόμενοι ανέφεραν ότι η ΕΕ πρέπει να έχει στη διάθεσή της περισσότερες επιλογές ως προς τα πιθανά μέτρα πέραν των συνήθων μέτρων, όπως οι δασμοί κατ’ αξία, οι σταθεροί δασμοί, οι ελάχιστες τιμές και η ανάληψη υποχρεώσεων σχετικά με τις τιμές. Τούτο θα παρείχε μεγαλύτερη ευελιξία στην εξέταση περίπλοκων υποθέσεων που αφορούν σημαντικά καταναλωτικά προϊόντα. Για παράδειγμα, πρέπει η Επιτροπή, στο βαθμό που της το επιτρέπουν οι διεθνείς υποχρεώσεις της Κοινότητας, να έχει εν γένει τη δυνατότητα να επιβάλει ένα δασμό που αυξάνεται προοδευτικά με την πάροδο του χρόνου ή ανάλογα με τον όγκο των εισαγωγών, ώστε να δοθεί στην αγορά χρόνος προσαρμογής;

Ορισμένοι ενδιαφερόμενοι ανέφεραν επίσης ότι κατά τη λήψη μέτρων πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι συνέπειες των μέτρων για προϊόντα που έχουν παραγγελθεί πολύ προτού εγκριθούν τα μέτρα ή που βρίσκονται υπό μεταφορά όταν εγκρίνονται τα μέτρα.

Επί του παρόντος, τα μέτρα ισχύουν κατά κανόνα για πέντε έτη – ανώτατο όριο στο πλαίσιο του ΠΟΕ. Διατυπώθηκε η πρόταση για μικρότερη διάρκεια των μέτρων, ανάλογα, για παράδειγμα, με το είδος του προϊόντος, την κατάσταση της αγοράς ή τα χαρακτηριστικά μιας βιομηχανίας. Η διάρκεια των μέτρων που επιβάλλονται έπειτα από επανεξέταση εν όψει της λήξης της ισχύος μέτρων θα μπορούσε επίσης να είναι μικρότερη.

Ερώτηση 21: Πρέπει η ΕΕ να χρησιμοποιεί ευρύτερα πιο ευέλικτα μέτρα στο πλαίσιο ερευνών αντιντάμπινγκ και αντεπιδοτήσεων;

Ερώτηση 22: Πρέπει να προσαρμοστούν τα μέτρα της ΕΕ σε έρευνες αντιντάμπινγκ και αντεπιδοτήσεων, ούτως ώστε να λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος παραγγελίας ή μεταφοράς των προϊόντων; Αν ναι, τι είδους προσαρμογές πρέπει να γίνουν;

Ερώτηση 23: Πρέπει να προβλεφθεί ρητά η δυνατότητα να είναι μικρότερη από 5 έτη η διάρκεια των οριστικών μέτρων σε έρευνες αντιντάμπινγκ και αντεπιδοτήσεων; Αν ναι, σε ποιες περιπτώσεις δικαιολογείται μικρότερη διάρκεια;

4.3. Επιστροφή δασμών μετά την επανεξέταση εν όψει της λήξης της ισχύος. Επί του παρόντος η ισχύς των μέτρων λήγει έπειτα από πέντε έτη, εκτός αν διενεργηθεί επανεξέταση εν όψει της λήξης πριν από την ημερομηνία αυτή. Κατά τη διάρκεια της επακόλουθης έρευνας (η οποία μπορεί να διαρκέσει μέχρι και 15 μήνες πέραν της πενταετίας), τα μέτρα παραμένουν σε ισχύ. Αν η εν λόγω επανεξέταση οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι δεν πρέπει να διατηρηθούν τα μέτρα, είναι δυνατόν να εξεταστεί η επιστροφή των δασμών που τυχόν εισπράχθηκαν πέραν της «κανονικής» πενταετίας. Εναλλακτικά, θα ήταν δυνατόν να διενεργούνται και να ολοκληρώνονται οι επανεξετάσεις εν όψει της λήξης πριν από το πέρας της ανώτατης περιόδου ισχύος ενός μέτρου. Σε τέτοια περίπτωση, δεν τίθεται ζήτημα επιστροφής.

Ερώτηση 24: Πρέπει οι δασμοί που έχουν εισπραχθεί μετά το πέρας της πενταετούς διάρκειας των μέτρων σε έρευνες αντιντάμπινγκ και αντεπιδοτήσεων να επιστρέφονται αν η επανεξέταση εν όψει της λήξης της λήξης της ισχύος οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν πρέπει να συνεχιστούν τα μέτρα;

Ερώτηση 25: Πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα ώστε οι επανεξετάσεις εν όψει της λήξης της ισχύος των μέτρων σε έρευνες αντιντάμπινγκ και αντεπιδοτήσεων να ολοκληρώνονται με το πέρας της πενταετούς διάρκειας των μέτρων, αντί να ξεκινούν αυτή την ημερομηνία;

4.4. Υψηλότερα όρια για τις επανεξετάσεις εν όψει της λήξης της ισχύος. Ορισμένοι ενδιαφερόμενοι πιστεύουν ότι είναι υπερβολικά εύκολο να ανανεωθούν τα μέτρα αντιντάμπινγκ. Βάσει των κανόνων του ΠΟΕ και της ΕΕ, η βιομηχανία πρέπει να δείξει ότι υπάρχει «πιθανότητα επανάληψης ζημιογόνου ντάμπινγκ». Ένα υψηλότερο όριο για τη βιομηχανία θα μπορούσε να είναι μια «σαφώς προβλέψιμη και επικείμενη απειλή ζημίας».

Ερώτηση 26: Πρέπει η ΕΕ να αυξήσει τα όρια για τις επανεξετάσεις εν όψει τη λήξης της ισχύος μέτρων σε έρευνες αντιντάμπινγκ και αντεπιδοτήσεων; Για παράδειγμα, θα μπορούσε η ΕΕ να εξετάσει την αντικατάσταση του κανόνα της «πιθανότητας επανάληψης» από την «απειλή ζημίας»;

ΜΕΡΟΣ 5. Διαφάνεια των ερευνών εμπορικής άμυνας

Η αποτελεσματική διαφάνεια έχει ζωτική σημασία για την αξιοπιστία των μέσων εμπορικής άμυνας. Οι κανόνες της ΕΕ επιτυγχάνουν μια ισορροπία μεταξύ της διαφάνειας στη διενέργεια ερευνών και της ανάγκης τήρησης της εμπιστευτικότητας εμπορικών πληροφοριών. Η ποιότητα της ανάλυσης και των προτάσεων που προκύπτουν εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ποιότητα των εμπιστευτικών πληροφοριών που παρέχονται κατά τη διάρκεια της έρευνας. Οι ενδιαφερόμενοι πρότειναν, ωστόσο, διάφορους τρόπους με τους οποίους η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα μπορούσε να βελτιώσει τη διαφάνεια των ερευνών εμπορικής άμυνας. Στη συνέχεια θίγονται τέσσερις πτυχές σχετικά με τη διαφάνεια:

5.1. Σύμβουλος ακροάσεων . Οι ισχύοντες κανόνες της ΕΕ παρέχουν τη δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα μέρη να ζητήσουν τη διενέργεια ακρόασης. Ορισμένοι ενδιαφερόμενοι υποστήριξαν ότι ένας σύμβουλος ακροάσεων θα συνέβαλλε στο να εξασφαλιστεί η καλύτερη άσκηση του δικαιώματος ακρόασης των μερών στο πλαίσιο ερευνών εμπορικής άμυνας και ο πληρέστερος σεβασμός των δικαιωμάτων των μερών.

Ερώτηση 27: Η Επιτροπή προτίθεται να δημιουργήσει τη θέση συμβούλου ακροάσεων για τις έρευνες εμπορικής άμυνας – ποιο θα έπρεπε να είναι το έργο αυτού του συμβούλου;

5.2. Δημόσιες ακροάσεις για τις αποφάσεις αναγνώρισης καθεστώτος οικονομίας της αγοράς σε μια χώρα. Ορισμένες χώρες δεν θεωρούνται οικονομίες της αγοράς για τους σκοπούς των ερευνών εμπορικής άμυνας – η Κίνα και το Βιετνάμ, για παράδειγμα. Στις χώρες αυτές μπορεί να αναγνωριστεί καθεστώς οικονομίας της αγοράς, εφόσον πληρούν ορισμένα τεχνικά κριτήρια. Λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία, την περιπλοκότητα και την πολιτική ευαισθησία των αποφάσεων αναγνώρισης καθεστώτος οικονομίας της αγοράς σε μια χώρα, πολλοί ενδιαφερόμενοι συνιστούν τη διενέργεια δημόσιων ακροάσεων προτού η Επιτροπή προτείνει την αναγνώριση του εν λόγω καθεστώτος σε μια χώρα.

Ερώτηση 28: Πρέπει η Επιτροπή να διενεργεί δημόσιες ακροάσεις στο πλαίσιο ερευνών αντιντάμπινγκ σχετικά με τις αποφάσεις αναγνώρισης καθεστώτος οικονομίας της αγοράς σε μια χώρα;

5.3. Ισότιμοι όροι πληροφόρησης. Οι ενδιαφερόμενοι εξέφρασαν ανησυχία σχετικά με την αβεβαιότητα που προκαλούν οι φήμες για πιθανές καταγγελίες ή έρευνες. Διατυπώθηκε επίσης το ερώτημα αν μπορεί να υπάρξει μεγαλύτερη διαφάνεια στις εργασίες της συμβουλευτικής επιτροπής αντιντάμπινγκ.

Ερώτηση 29: Πρέπει να υπάρχει μεγαλύτερη διαφάνεια σχετικά με τις εργασίες της Επιτροπής Αντιντάμπινγκ, π.χ. δημοσίευση του προγράμματος εργασίας της ή/και των πρακτικών των συνεδριάσεών της;

5.4. Καλύτερη πρόσβαση σε μη εμπιστευτικούς φακέλους. Αν τα μέρη επιθυμούν να συμβουλευθούν τον μη εμπιστευτικό φάκελο μιας έρευνας αντιντάμπινγκ, επί του παρόντος πρέπει να το πράξουν αυτοπροσώπως στις εγκαταστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Θα ήταν δυνατόν να δοθεί πρόσβαση on-line στο υλικό αυτό. Ωστόσο, ορισμένοι ενδιαφερόμενοι μπορεί να κρίνουν ότι τούτο συνιστά μη επιθυμητή ευρεία διάδοση μη εμπιστευτικών επιχειρηματικών στοιχείων.

Ερώτηση 30: Θα ήταν επιθυμητό να είναι προσβάσιμοι μέσω του Διαδικτύου οι μη εμπιστευτικοί φάκελοι που αφορούν έρευνες εμπορικής άμυνας; Μήπως θα ήταν πιο πρόσφορη μια ενδιάμεση λύση – για παράδειγμα, η δημοσίευση ενός ευρετηρίου φακέλων;

ΜΕΡΟΣ 6. Θεσμική διαδικασία

Ενώ η χρήση μέσων εμπορικής άμυνας μπορεί να είναι ευαίσθητη πολιτικά, η αξιοπιστία αυτών των μέσων εξαρτάται από τη διαφανή, προβλέψιμη και υποκείμενη σε αυστηρή επανεξέταση χρήση τους. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται πρέπει να βασίζονται στα αποτελέσματα που προκύπτουν από την έρευνα. Η σημερινή θεσμική διάρθρωση, όπως ορίζεται στο βασικό κανονισμό της ΕΕ σχετικά με τα μέσα εμπορικής άμυνας, επιμερίζει τις ευθύνες μεταξύ της Επιτροπής και του Συμβουλίου. Οι αποφάσεις υπόκεινται σε έλεγχο από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και πρέπει επίσης να είναι σύμφωνες με τις υποχρεώσεις της ΕΕ έναντι του ΠΟΕ. Το θεσμικό πλαίσιο έχει λειτουργήσει καλά, αλλά ορισμένοι ενδιαφερόμενοι εκφράζουν την ανησυχία ότι το υπάρχον πλαίσιο δίνει τη δυνατότητα μερικές φορές να επηρεάζονται οι αποφάσεις από παράγοντες που δεν σχετίζονται άμεσα με τα υπό έρευνα στοιχεία.

Ερώτηση 31: Πρέπει να διατηρηθούν οι ισχύουσες θεσμικές ρυθμίσεις για την έκδοση μέτρων αντιντάμπινγκ, αντεπιδοτήσεων και διασφάλισης; Υπάρχουν τρόποι βελτίωσης του τρόπου λήψης αποφάσεων;

Συνεισφορά στη διαβούλευση στο πλαίσιο της παρούσας Πράσινης Βίβλου

Όλοι οι ενδιαφερόμενοι, συμπεριλαμβανομένου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των κρατών μελών, καλούνται να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τις ερωτήσεις που τίθενται στην παρούσα Πράσινη Βίβλο. Ένα διαρθρωμένο ερωτηματολόγιο είναι διαθέσιμο on-line για να βοηθηθούν οι απαντώντες και η Επιτροπή θεωρεί ευπρόσδεκτες τις απόψεις όλων των ενδιαφερομένων, συμπεριλαμβανομένων των δημόσιων αρχών τρίτων χωρών.

Η Επιτροπή καλεί τους απαντώντες να θέσουν ζητήματα σχετικά με τα μέσα εμπορικής άμυνας της ΕΕ που δεν θίγονται άμεσα στις ανωτέρω ερωτήσεις.

Ερώτηση 32: Υπάρχει κάποια άλλη πτυχή των μέσων εμπορικής άμυνας της ΕΕ που θα θέλατε να θίξετε;

Τα έντυπα απάντησης στη διαβούλευση είναι διαθέσιμα στη διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/trade/issues/respectrules/anti_dumping/comu061206_en.htm.

Οι απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο πρέπει να παραληφθούν από την Επιτροπή μέχρι την 31η Μαρτίου 2007. Οι παρατηρήσεις που θα υποβληθούν θα είναι διαθέσιμες on-line, εκτός αν υποβληθεί αίτημα εμπιστευτικότητας, οπότε θα γίνει μόνο αναφορά στο συντάκτη τους. Προς το τέλος της περιόδου διαβούλευσης οι υπηρεσίες της Επιτροπής σκοπεύουν να οργανώσουν σεμινάριο με τους ενδιαφερομένους. Έπειτα από αυτή τη δημόσια συζήτηση, η Επιτροπή θα κοινοποιήσει τα αποτελέσματα της διαβούλευσης και θα κρίνει αν απαιτούνται περαιτέρω ενέργειες.

[1] http://ec.europa.eu/trade/issues/respectrules/anti_dumping/legis/index_en.htm#txts.