11.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 88/1


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση προγράμματος κοινοτικής δράσης στον τομέα της υγείας και της προστασίας των καταναλωτών για την περίοδο 2007-2013»

COM (2005) 115 τελικό — 2005/0042 (COD)

(2006/C 88/01)

Στις 2 Ιουνίου 2005, το Συμβούλιο αποφάσισε, σύμφωνα με τα άρθρα 152 και 153 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την ανωτέρω πρόταση

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 23 Ιανουαρίου 2006 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. PEGADO LIZ.

Κατά την 424η σύνοδο ολομέλειάς της, στις 14 και 15 Φεβρουαρίου 2006 (συνεδρίαση της 14ης Φεβρουαρίου), η ΕΟΚΕ υιοθέτησε, με 130 ψήφους υπέρ, 2 κατά και 1 αποχή, την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Κύρια σημεία

1.1

Η Επιτροπή υπέβαλε πρόταση απόφασης για τη θέσπιση «ενιαίου ολοκληρωμένου προγράμματος» της Κοινότητας στους τομείς της δημόσιας υγείας και της προστασίας των καταναλωτών για την περίοδο 2007-2013. Η ανωτέρω πρόταση στηρίζεται σε ένα έγγραφο στρατηγικής, το οποίο αποτελείται από μια ανακοίνωση και μια εκτεταμένη αξιολόγηση του αντίκτυπου υπό την μορφή επισυναπτόμενου εγγράφου εργασίας.

1.2

Αυτή είναι η πρώτη φορά που η Επιτροπή προσδιορίζει μια κοινή στρατηγική για την πολιτική στους τομείς της δημόσιας υγείας και της προστασίας των καταναλωτών, και μάλιστα για μια τόσο μακρά χρονική περίοδο (επτά έτη). Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει τις προσπάθειες που καταβάλλει η Επιτροπή προκειμένου να δώσει νέα ώθηση σε αυτούς τους δύο τομείς πολιτικής, οι οποίοι σε διοικητικό επίπεδο έχουν πλέον ενσωματωθεί σε μια κοινή Γενική Διεύθυνση.

1.3

Η Επιτροπή αιτιολογεί αυτήν την καινοτομία με νομικά, οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά επιχειρήματα. Η ΕΟΚΕ επικροτεί το πλήθος των παρεχόμενων πληροφοριών και την επιμέλεια με την οποία παρουσιάζονται λεπτομερώς οι διάφορες εναλλακτικές δυνατότητες στο πλαίσιο της αξιολόγησης του αντίκτυπου.

1.4

Η ευρεία ακρόαση που διοργάνωσε η ΕΟΚΕ, όπου συμμετείχαν εκπρόσωποι των διαφόρων ενδιαφερόμενων κοινωνικών εταίρων και φορέων, καθώς και μία σειρά από πρωτοβουλίες που αναλήφθηκαν εντωμεταξύ από την Επιτροπή ή αναπτύχθηκαν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έδωσαν τη δυνατότητα να εκφραστούν οι ποικίλες απόψεις σχετικά με τη διατύπωση, το περιεχόμενο και τη μορφή παρουσίασης, καθώς και σχετικά με τις βασικές αρχές των προτάσεων της Επιτροπής.

1.5

Η ΕΟΚΕ εξέτασε τα έγγραφα που υπέβαλε η Επιτροπή και το πλήθος των παρεχόμενων πρόσθετων πληροφοριών, καθώς και τις συμβολές των εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών, οι οποίοι ενέχονται άμεσα στους τομείς της δημόσιας υγείας και της προστασίας των καταναλωτών. Υπό το φως των ανωτέρω και αφού ελήφθησαν υπόψη και οι ποικίλες γραπτές συμβολές που υπέβαλε ένα ευρύ φάσμα αντιπροσωπευτικών οργανώσεων που δραστηριοποιούνται στους εν λόγω τομείς, η ΕΟΚΕ κατέληξε στη βασική διαπίστωση ότι η πρόταση για τη θέσπιση κοινοτικού προγράμματος δράσης στον τομέα της δημόσιας υγείας και της προστασίας των καταναλωτών δεν στοιχειοθετείται αρκετά και δεν διευκρινίζονται οι επιμέρους πτυχές του: τα διατυπωθέντα επιχειρήματα δεν φαίνεται να επαρκούν προκειμένου να πείσουν σχετικά με την ορθότητα της πραγματοποιηθείσας επιλογής.

1.6

Ειδικότερα κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, δεν έχει καταδειχθεί ότι από τα κοινά και συμπληρωματικά σημεία αυτών των δύο τομέων της κοινοτικής πολιτικής αναπτύχθηκαν συνέργιες. Αυτά τα σημεία θα μπορούσαν να αναπτυχθούν και να εφαρμοσθούν μέσω συγκεκριμένων δράσεων συνεργασίας και συντονισμού, οι οποίες να εστιάζονται στο θεμελιωδώς οριζόντιο χαρακτήρα αυτών των δύο πολιτικών τομέων, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της περιβαλλοντικής πολιτικής.

1.7

Η νομική βάση των δύο πολιτικών, οι οποίες ορίζονται αντίστοιχα από τα άρθρα 152 και 153 της Συνθήκης, είναι ριζικά διαφορετική. Κατά συνέπεια, απαιτείται η επίδειξη προσοχής με στόχο να αποφευχθούν δύο αρνητικές συνέπειες: Αφενός η πολιτική για την προστασία των καταναλωτών θα ήταν αυστηρά προσανατολισμένη στα κριτήρια συμπληρωματικότητας και επικουρικότητας που ισχύουν για την πολιτική στον τομέα της δημόσιας υγείας, γεγονός που θα απέβαινε εις βάρος των εξουσιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της προστασίας των καταναλωτών. Αφετέρου, αυτό θα οδηγούσε σε ανεπιθύμητη «καταναλωτικοποίηση» της πολιτικής στον τομέα της υγείας, στο πλαίσιο της οποίας οι όροι «χρήστης» και «καταναλωτής» θα ερμηνεύονταν βάσει κοινών κριτηρίων, περιορίζοντάς τους σε κοινές πτυχές του όρου «πολίτες».

1.8

Περαιτέρω, η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι στην πολιτική προστασίας των καταναλωτών θα μπορούσαν να καταγραφούν απώλειες σε περίπτωση γενικού υπολογισμού του προϋπολογισμού σε ενιαία βάση. Ο διαχωρισμός που εφαρμόζεται μέχρι σήμερα θα είχε πλεονεκτήματα και για τους δύο τομείς πολιτικής, ειδικά αν συνεκτιμηθούν η τρέχουσα θεσμική κρίση και οι αβεβαιότητες σχετικά με τις δημοσιονομικές προοπτικές.

1.9

Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι στην παρούσα πρόταση απόφασης όχι απλώς δεν ρυθμίζονται ορισμένες θεμελιώδεις πτυχές των δύο πολιτικών, μη εξασφαλίζοντας τη δέουσα χρηματοδότηση, αλλά και παραβλέπονται ενδεχομένως ορισμένα καθοριστικά, ουσιαστικά και κρίσιμα ζητήματα. Στις προτεινόμενες διατάξεις όσον αφορά την εφαρμογή, παρακολούθηση και αξιολόγηση θα πρέπει να προαχθεί περαιτέρω το πνεύμα καινοτομίας, η ρητή διατύπωση και η ανάληψη δέσμευσης.

1.10

Τέλος, η ΕΟΚΕ ζητά την ανάθεση σαφέστερα προσδιορισμένων αρμοδιοτήτων και καθηκόντων στο Ινστιτούτο Καταναλωτών το οποίο δεν θα πρέπει να υπάγεται ως εξαρτώμενο τμήμα στον Εκτελεστικό Οργανισμό για τη Δημόσια Υγεία. Μόνον έτσι μπορεί να επιτευχθεί η αποφασιστική συμβολή που θα ήταν ενδεδειγμένη για την καλύτερη εφαρμογή της υφιστάμενης νομοθεσίας και για τη βελτίωση της ενημέρωσης και της εκπαίδευσης των καταναλωτών.

2.   Εισαγωγή: Κύρια σημεία της ανακοίνωσης και της πρότασης απόφασης της Επιτροπής

2.1

Στην ανακοίνωσή της με θέμα «Καλύτερη υγεία, μεγαλύτερη ασφάλεια και περισσότερη εμπιστοσύνη για τους πολίτες: μια στρατηγική για την υγεία και την προστασία των καταναλωτών», η Επιτροπή υποβάλλει προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο πρόταση απόφασης για τη θέσπιση κοινοτικού προγράμματος δράσης στον τομέα της υγείας και της προστασίας των καταναλωτών για την περίοδο 2007-2013.

2.2

Η Επιτροπή υπέβαλε, για πρώτη φορά με τη νέα στρατηγική και το κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την περίοδο 2007-2013, μια κοινή προσέγγιση για την πολιτική στον τομέα της υγείας και της προστασίας των καταναλωτών.

2.3

Στην ανακοίνωσή της, η Επιτροπή διευκρινίζει τους λόγους για την υιοθέτηση αυτής της νέας προσέγγισης και παραπέμπει σχετικά στους κοινούς στόχους που έχουν τεθεί στους δύο τομείς και τη σημασία τους στην καθημερινή ζωή των πολιτών. Επιπλέον, η Επιτροπή παρουσιάζει τα πλεονεκτήματα του νέου κοινού προγράμματος βάσει των συνεργιών που καθιστούν δυνατή την εξοικονόμηση πόρων και την απλοποίηση των διοικητικών διαδικασιών και, εν τέλει, συνεπάγονται μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα.

2.4

Αυτή η στρατηγική επιλογή της Επιτροπής θεμελιώνεται στην ανάγκη ανάπτυξης συνεργιών μεταξύ των δύο τομέων πολιτικής, οι οποίες μπορούν να συμβάλλουν στην επίτευξη οικονομιών κλίμακας και την απλοποίηση των διαδικασιών διαχείρισης, βελτιώνοντας ταυτόχρονα την διοικητική αποτελεσματικότητα. Εκτός αυτού, διασφαλίζεται μεγαλύτερη συνεκτικότητα μεταξύ των επιμέρους μέτρων, ενώ τα εν λόγω ζητήματα τοποθετούνται στο επίκεντρο της πολιτικής ημερήσιας διάταξης.

2.5

Σύμφωνα με την Επιτροπή, οι κοινοί στόχοι που επιδιώκονται μέσω αυτής της συνδυασμένης πολιτικής είναι οι εξής:

η προστασία των πολιτών από τους κινδύνους και τις απειλές που ξεφεύγουν από τον έλεγχο των μεμονωμένων ατόμων·

η αύξηση της ικανότητας των πολιτών να λαμβάνουν καλύτερες αποφάσεις για τα συμφέροντά τους στον τομέα της υγείας αλλά και ως καταναλωτών·

η ένταξη των στόχων της πολιτικής που εφαρμόζεται στους τομείς της υγείας και της προστασίας των καταναλωτών στις άλλες κοινοτικές πολιτικές.

2.6

Ειδικά στον τομέα της πολιτικής για την υγεία επισημαίνονται οι ακόλουθοι στόχοι:

η προστασία των πολιτών από τις απειλές για την υγεία·

η προώθηση πολιτικών που οδηγούν σε υγιέστερο τρόπο ζωής·

η συμβολή στη μείωση της επίπτωσης σημαντικών νόσων στην ΕΕ·

η βελτίωση της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας των συστημάτων υγείας·

η παροχή περισσότερων και καλύτερων πληροφοριών σχετικά με θέματα υγείας.

2.7

Για τον τομέα της πολιτικής καταναλωτών επισημαίνονται οι ακόλουθοι στόχοι·

η εξασφάλιση κοινού υψηλού επιπέδου προστασίας για όλους τους καταναλωτές της ΕΕ·

η αύξηση της ικανότητας των καταναλωτών να προασπίζουν τα συμφέροντά τους·

η διεύρυνση του πεδίου αρμοδιοτήτων του Εκτελεστικού Οργανισμού για τη Δημόσια Υγεία μέσω της σύστασης ενός Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Καταναλωτών.

3.   Αξιολόγηση της ανακοίνωσης και της πρότασης της Επιτροπής

3.1   Γενικές παρατηρήσεις: το πρόγραμμα στο σύνολό του

3.1.1

Η νομική βάση της πολιτικής για την υγεία και η αντίστοιχη της πολιτικής για την προστασία των καταναλωτών είναι εντελώς διαφορετικές. Η πολιτική για την υγεία εμπίπτει κατά κύριο λόγο στην αρμοδιότητα των κρατών μελών, ενώ η δράση της Κοινότητας συμπληρώνει απλώς τις εθνικές πολιτικές λαμβανομένων υπόψη των επιμέρους πτυχών που συμπεριλαμβάνονται στο άρθρο 152 (1). Αντιθέτως, η πολιτική προστασίας των καταναλωτών, όπως καθορίστηκε στη Συνθήκη, ειδικά μετά τη Συνθήκη του Άμστερνταμ, διακρίνεται για τον κοινοτικό της χαρακτήρα, και συμβάλλει στην προώθηση των δικαιωμάτων των καταναλωτών και την προστασία των συμφερόντων τους, ειδικά σε ό,τι αφορά δράσεις στο πλαίσιο της ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς (2).

3.1.2

Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για μια εικαζόμενη κοινή νομική «ταυτότητα» μεταξύ των άρθρων 152 και 153, τα οποία μπορούν να λειτουργήσουν ως κοινή νομική βάση για ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα δράσης στους τομείς της δημόσιας υγείας και της προστασίας των καταναλωτών.

3.1.3

Επιπλέον, ο νομικός και θεσμικός χαρακτήρας του δικαιώματος στην υγειονομική περίθαλψη στα επιμέρους κράτη μέλη διαφοροποιείται πλήρως από τα δικαιώματα των καταναλωτών, ενώ ακόμη και η προστασία αυτών των δικαιωμάτων παρουσιάζεται σε διάφορες μορφές.

3.1.4

Αυτό δεν σημαίνει ότι η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι τα θέματα που συνδέονται με τη δημόσια υγεία δεν έχουν επί του παρόντος θεμελιώδη σημασία, η οποία θα αιτιολογούσε από μόνη της μία ισχυρή πολιτική για την ευρωπαϊκή δημόσια υγεία, μία πολιτική που θα μπορούσε να θεωρηθεί και ως μέσον καταπολέμησης της φτώχειας και του αποκλεισμού. Είναι λυπηρό το γεγονός ότι η μη επικύρωση του συνταγματικού κειμένου συνέβαλε στην έλλειψη σημαντικής προόδου προς αυτή την κατεύθυνση.

3.1.5

Πράγματι, η ΕΟΚΕ πρέπει να επισημάνει ότι οι έννοιες του «καταναλωτή» και του «ασθενούς» δεν συμπίπτουν και ότι τα χαρακτηριστικά που τις καθορίσουν δεν πρέπει να συγχέονται, κατά πρώτον επειδή ο όρος «καταναλωτές» δεν παραπέμπει αποκλειστικά σε άτομα που η επιλογή τους κατευθύνεται από κυρίως οικονομικά αίτια, ενώ ως «ασθενείς» δεν μπορούν να θεωρούνται εκείνοι που είναι απλώς καταναλωτές φαρμάκων και ιατρικών υπηρεσιών. Τα δικαιώματά τους είναι, πράγματι, διαφορετικής φύσης και όχι μόνο οικονομικής τάξης και αυτά δεν είναι δυνατόν να συγκριθούν παρά μόνο με τα δικαιώματα για δικαιοσύνη και εκπαίδευση, των οποίων ο σεβασμός μεταφράζεται στην παροχή από τα κράτη υπηρεσιών κοινής ωφέλειας.

3.1.6

Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι υπάρχουν κοινές πτυχές μεταξύ των δύο πολιτικών, αλλά θεωρεί ότι αυτά τα κοινά στοιχεία δεν εντοπίζονται μόνο στους εν λόγω τομείς αλλά και σε πολλούς άλλους. (3) Εξάλλου, η Επιτροπή δεν έχει καταδείξει ωστόσο, κατά τρόπο αναμφισβήτητο, ότι οι κοινές πτυχές των δράσεων που πρέπει να πραγματοποιηθούν μπορούν να επιτευχθούν μόνο μέσω της κατάρτισης και εφαρμογής ενός κοινού ενιαίου προγράμματος, ή ακόμη ότι αυτός είναι ο πλέον κατάλληλος και αποτελεσματικός τρόπος για την επίτευξη του ανωτέρω στόχου (4).

3.1.7

Αυτή η ολοκληρωμένη προσέγγιση παρουσιάζει, σύμφωνα με την άποψη κάποιων οργανώσεων καταναλωτών, μια σειρά μειονεκτημάτων μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται ορισμένα τα οποία συμμερίζεται η ΕΟΚΕ και είναι, παραδείγματος χάρη, τα εξής:

η πιθανή μείωση της προβολής της πολιτικής για την προστασία των καταναλωτών και ο ευρύτερος περιορισμός του ρόλου της λόγω του προσανατολισμού της ή/και της υπόταξής της στην πολιτική για την υγεία· στο πλαίσιο αυτό ελλοχεύει ο κίνδυνος η πολιτική προστασίας των καταναλωτών να υποβαθμιστεί σε συμπληρωματικό σκέλος των πολιτικών των κρατών μελών (5).

επιπλέον δυσχέρειες όσον αφορά το διάλογο και τη διασύνδεση με τις οργανώσεις και τις αρμόδιες εθνικές οντότητες, οι οποίες στην πλειονότητα των περιπτώσεων, δεν διαχειρίζονται από κοινού τους δύο σχετικούς τομείς.

πρόσθετες πιθανόν δυσκολίες για τις ΜΚΟ που εργάζονται σε όλους τους τομείς για την πρόσβαση σε χρηματοδοτήσεις και τη συγχρηματοδότηση δράσεων του επιμέρους ενδιαφέροντός τους, εξαιτίας είτε περιορισμένων πόρων είτε πόρων που διοχετεύονται σε άλλους φορείς.

3.1.8

Αντιθέτως, καμία από τις έξι βασικές αίτιες που παρατίθενται στην αξιολόγηση των επιπτώσεων (σελίδα 6/7) δεν συνιστά ισχυρό επιχείρημα υπέρ της υιοθέτησης μιας κοινής προσέγγισης για τις δύο πολιτικές. Οι τεθειμένοι στόχοι μπορούν να επιτευχθούν και μέσω κατάλληλου συντονισμού των πολιτικών, πρωτίστως μέσω της εφαρμογής της εξαιρετικής πρωτοβουλίας της Επιτροπής σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών (6).

3.1.9

Επιπλέον η Επιτροπή δεν κατόρθωσε να καταδείξει ποιες διαρθρωτικές και μακροπρόθεσμες συνέργιες μπορούν πραγματικά να αναπτυχθούν μέσω της ανωτέρω κοινής προσέγγισης, ούτε να ποσοτικοποιήσει τις οικονομίες κλίμακας που μπορούν να δημιουργηθούν. Από την αξιολόγηση των επιπτώσεων προκύπτει ότι η προτεινόμενη λύση είναι δημοσιονομικά ουδέτερη και η απλή συγχώνευση των δύο τομέων, σε ό,τι αφορά το κόστος, συνεπάγεται το ίδιο δημοσιονομικό πλαίσιο (7).

3.1.10

Αντιθέτως, σε μια τέτοια κρίσιμη στιγμή για τις δημοσιονομικές προοπτικές της ΕΕ, η χωριστή διαχείριση των δύο τομέων ενδέχεται να διαθέτει το πλεονέκτημα της ανάπτυξης διαπραγματεύσεων σε δύο μέτωπα και της καλύτερης προβολής των βασικών πτυχών κάθε τομέα. Κατ' αυτόν τον τρόπο, θα μπορούσαν να επιτευχθούν καλύτερα αποτελέσματα με τις πιστώσεις που διατίθενται για καθένα από τα δύο πεδία πολιτικής, σύμφωνα με τις αντιπροσωπευτικές οργανώσεις.

3.1.11

Η ΕΟΚΕ ανησυχεί ιδιαίτερα για την περίπτωση δραστικών περικοπών στις δημοσιονομικές προοπτικές 2007-2013, γεγονός το οποίο δεν θα καθιστούσε μεν το πρόγραμμα μη βιώσιμο, αν και αυτό διαθέτει ήδη περιορισμένους πόρους, αλλά θα προκαλούσε τουλάχιστον τον πλήρη ανασχεδιασμό του και την εκ νέου υποβολή του με νέες προτεραιότητες και δράσεις. Για πρακτικούς λόγους, δεν θα είχε νόημα απλώς να γίνουν περικοπές στον προϋπολογισμό σε ποσοστό ανάλογο της μείωσης του προϋπολογισμού στο σύνολό του.

3.1.12

Τέλος, οι προβληθείσες κοινές πτυχές των δύο πολιτικών θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο κοινών συντονισμένων ενεργειών σε επίπεδο Ένωσης, καθώς και σε εθνικό επίπεδο, όπως εφαρμόζεται σε άλλους τομείς της κοινοτικής πολιτικής όπως περιβάλλον, ανταγωνισμός, εκπαίδευσης και πολιτισμός. Ο οριζόντιος χαρακτήρας των δύο τομέων πολιτικής επιβάλλει το συνυπολογισμό τους σε όλα τα άλλα πεδία πολιτικής, το οποίο επιβεβαιώνει και η ίδια η Επιτροπή σε μια σειρά από παραδείγματα που παρατίθενται στο παράρτημα 2 της ανακοίνωσης (σ. 16).

3.2   Ειδικές παρατηρήσεις

3.2.1

Μετά από τη διοργάνωση δημόσιας ακρόασης με τους βασικούς εκπροσώπους της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών, τους άμεσα ενδιαφερόμενους από το πρόγραμμα της Επιτροπής, στην οποία έλαβαν μέρος περισσότερα από 70 άτομα, είναι δυνατή η εξέταση της ανακοίνωσης και της πρότασης που παρουσιάζονται επί του παρόντος, παρά τους υφιστάμενους διοικητικούς περιορισμούς, που μειώνουν δραστικά τη δυνατότητα διενέργειας μιας εμπεριστατωμένης ανάλυσης των επιμέρους πτυχών και στοιχείων, με σκοπό την πραγματοποίηση αξιολόγησης όσον αφορά τον καθορισμό των απώτερων στόχων, των επιδιωκόμενων επιμέρους στόχων, των απαιτούμενων μέσων και της κατάλληλης χρησιμοποίησής του, καθώς και των δράσεων που θα πρέπει να αναληφθούν βάσει αυτών των μέσων για την υλοποίηση των επιδιωκόμενων στόχων.

3.2.2   Η πτυχή «καταναλωτές»

3.2.2.1

Η Επιτροπή επισημαίνει ορθά διάφορες δράσεις, οι οποίες πρέπει να αναληφθούν για τη διασφάλιση της δέουσας προστασίας των καταναλωτών στην ΕΕ. Στο πλαίσιο αυτό στόχο της αποτελεί η εξασφάλιση ενός ελάχιστου επιπέδου προστασίας. Βάσει αυτού του στοιχείου η πρόταση αποτελεί ως προς τον προσανατολισμό της συνέχεια των πρόσφατων νομοθετικών πρωτοβουλιών, όπου η Επιτροπή θέτει σαφώς σε προτεραιότητα την πλήρη εναρμόνιση με τη διασφάλιση ενός χαμηλού επιπέδου προστασίας. Εξάλλου, η ΕΟΚΕ ανησυχεί για τη συστηματική επίκληση στην αρχή της εφαρμογής της ισχύουσας στην χώρα καταγωγής νομοθεσίας και προειδοποιεί για τον κίνδυνο μίας περιοριστικής αντίληψης όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών, η οποία θα μπορούσε να καταλήξει σε μια απλή ενημέρωση σχετικά με αγαθά και υπηρεσίες (8).

3.2.2.2

Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η Επιτροπή θα μπορούσε να φανεί περισσότερο καινοτόμος (9) και ότι οι νέες προτάσεις που υποβλήθηκαν θα μπορούσαν να είναι πιο σαφείς (10). Η ΕΟΚΕ έχει ήδη επιστήσει την προσοχή της Επιτροπής σε μία σειρά ελλείψεων στη γνωμοδότησή της με θέμα τη στρατηγική για την προστασία των καταναλωτών 2002-2006 (11), ωστόσο οι ελλείψεις αυτές εξακολουθούν να υφίστανται. Ακόμη πιο πρόσφατα, η ΕΟΚΕ υιοθέτησε γνωμοδότηση πρωτοβουλίας, στην οποία εξετάστηκαν λεπτομερώς και εμπεριστατωμένα αυτά τα ζητήματα και στα συμπεράσματα της οποίας παραπέμπεται ο αναγνώστης (12).

3.2.2.2.1

Η ΕΟΚΕ προτείνει να συμπεριληφθούν στο πρόγραμμα τα ακόλουθα ζητήματα:

το ζήτημα της υπερχρέωσης των νοικοκυριών·

η επανεξέταση των κανόνων σχετικά με την ευθύνη λόγω ελαττωματικών προϊόντων και την ολοκλήρωση της επανεξέτασης της οδηγίας σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές καθώς και η επανενεργοποίηση της βάσης δεδομένων CLAB·

επανεξέταση του ζητήματος της ευθύνης για την ελαττωματική παροχή υπηρεσιών·

η ενίσχυση της ασφάλειας του ηλεκτρονικού εμπορίου·

η ανάγκη βελτίωσης της πρόσβασης στη δικαιοσύνη και κυρίως η επέκταση των δυνατοτήτων προστασίας των συλλογικών συμφερόντων μέσων νομικών μέσων·

η προώθηση των συνεργιών μεταξύ ενώσεων καταναλωτών στα παλιά και νέα κράτη μέλη·

ο συνυπολογισμός των ειδικών συνθηκών που διαπιστώνονται στα νέα κράτη μέλη και στις χώρες που αναμένεται να προσχωρήσουν πριν από την ολοκλήρωση του προγράμματος (13)·

επιπλέον το συνολικό πρόγραμμα θα πρέπει να εξεταστεί σε σχέση με την αειφόρο κατανάλωση και το θεμιτό εμπόριο.

3.2.2.3

Όσον αφορά τις σχεδιαζόμενες πρωτοβουλίες, τις οποίες η ΕΟΚΕ επικροτεί και υποστηρίζει, σε πολλές περιπτώσεις, διαπιστώνεται έλλειψη πληροφοριών σχετικά με το πώς και έως πότε θα πρέπει αυτές να εφαρμοστούν. Αυτό ισχύει π.χ. για τις ακόλουθες πτυχές:

ανάπτυξη ενός κοινού πλαισίου αναφοράς για το ευρωπαϊκό δίκαιο των συμβάσεων που καθορίζεται στο σημείο 4.2.2 του εγγράφου της Επιτροπής·

δημιουργία ενός συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης για την εντοπισμό των ανέντιμων εμπόρων που ορίζεται στο σημείο 4.2.3·

εξασφάλιση ότι η γνώμη των καταναλωτών λαμβάνεται υπόψη και ενίσχυση των ικανοτήτων των ενώσεων των καταναλωτών που προβλέπονται στα σημεία 4.2.2 και 4.2.4·

συνεκτίμηση των συμφερόντων των καταναλωτών στα πλαίσια των άλλων πολιτικών που αναφέρεται στα σημεία 4.1 και 4.2.2 χωρίς ωστόσο να επισημαίνεται συγκεκριμένα πως θα επιτευχθεί ο στόχος αυτός.

3.2.2.4

Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει ότι, όσον αφορά τους στόχους για τη μεγαλύτερη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών και των ενδιαφερόμενων μερών στην επεξεργασία των πολιτικών και της ενσωμάτωσης της πολιτικής για την κατανάλωση στις λοιπές κοινοτικές πολιτικές. Προσθέτει ακόμη ότι οι δείκτες για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση των συνεργιών του προγράμματος δεν είναι προσαρμοσμένοι, εξαιρουμένου του πρώτου, στην πολιτική για την κατανάλωση.

3.2.2.5

Εξάλλου, η ΕΟΚΕ κρίνει σκόπιμο τον καθορισμό άλλων δεικτών αξιολόγησης της πολιτικής των καταναλωτών, κατά τρόπο, ώστε να διασφαλίζεται περισσότερη αξιοπιστία και να εγκαθιδρύεται η στενότερη σύνδεση με τους στόχους που ορίζονται στο παράρτημα 3 του προγράμματος.

3.2.2.6

Εκτός αυτού θα πρέπει αφενός να καταρτιστούν «ετήσια προγράμματα εργασίας» για την εφαρμογή του επταετούς προγράμματος· ωστόσο το προβλεπόμενο μέσο, ήτοι η επανεξέταση του τρέχοντος κυλιόμενου προγράμματος ενεργειών 2002-2006 (14), προφανώς δεν θα χρησιμοποιηθεί, μολονότι στην παρούσα περίπτωση της αύξησης της διάρκειας του προγράμματος σε επτά έτη κρίνεται άκρως απαραίτητη.

3.2.2.7

Η ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι οργάνωση και η λειτουργία του Ινστιτούτου Καταναλωτών, το οποίο θα υπάγεται Εκτελεστικό Οργανισμό, δεν έχουν ακόμη προσδιοριστεί. Συνιστά να διασφαλισθεί η ανεξαρτησία και αυτονομία του στο πλαίσιο κατάλληλα καθορισμένων αποστολών και αρμοδιοτήτων, ήτοι να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να καταστεί ένας περιττός γραφειοκρατικός μηχανισμός.

3.2.2.8

Σε ό,τι αφορά τους δημοσιονομικούς πόρους που προβλέπονται για την πολιτική προστασίας των καταναλωτών διαπιστώνεται ότι συνιστούν λιγότερο από το 20 % των συνολικών πιστώσεων, και, ως εκ τούτου, για την επταετή περίοδο εφαρμογής του προγράμματος σε κάθε καταναλωτή αναλογούν επτά λεπτά ετησίως. Αφενός οι δημοσιονομικοί πόροι έχουν διπλασιαστεί σε σύγκριση με το προηγούμενο πρόγραμμα, ωστόσο δεν πρέπει να παραβλεφθεί το γεγονός ότι η περίοδος του προγράμματος έχει αυξηθεί από τέσσερα σε επτά έτη.

3.2.2.9

Πρέπει επίσης να επισημανθεί ότι η επικείμενη προσχώρηση νέων κρατών μελών θα έπρεπε να είχε συνυπολογιστεί σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό στον προϋπολογισμό· η προγραμματισμένη αύξηση των πόρων όμως σχετίζεται απλώς με τη διάρκεια του προγράμματος. Οι προβλεπόμενες πιστώσεις δεν επαρκούν για τις προγραμματισμένες δράσεις· σημαντικό μέρος τους θα διατεθεί για την κάλυψη του κόστους λειτουργίας του Ινστιτούτου.

3.2.3   Η πτυχή «δημόσια υγεία»

3.2.3.1

Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να επισημάνει τις θετικές πλευρές του προγράμματος της Επιτροπής και ειδικότερα την πρόθεσή της να δώσει ώθηση στην πολιτική για τη δημόσια υγεία, θεωρώντας τη ως προτεραιότητα, αποδίδοντάς της μεγαλύτερη ορατότητα και υιοθετώντας αποτελεσματικότερα μέσα, τα οποία αποτελούσαν επείγουσα αναγκαιότητα. Δεν χρειάζεται να αναφερθούμε στον κίνδυνο πανδημίας από τη γρίπη των πτηνών για να κατανοήσουμε την ανάγκη διαβούλευσης σε κοινοτικό επίπεδο σχετικά με τις σημαντικότερες πτυχές της δημόσιας υγείας, την οποία ορθώς προβάλει η Επιτροπή (15).

3.2.3.2

Υπό αυτή την έννοια, η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τις βασικές κατευθυντήριες γραμμές που αφορούν την δημόσια υγεία που διέπουν το πρόγραμμα δημόσιας υγείας και ειδικότερα την ιδέα ενσωμάτωσης των σχετικών ανησυχιών της στις λοιπές κοινοτικές πολιτικές, το γεγονός ότι δίνεται βαρύτητα στην πρόληψη, την ανάλυση των πληροφοριών, την ενίσχυση της συνεργασίας και της ανταλλαγής γνώσεων, καθώς και στη βελτίωση της διάδοσης των πληροφοριών.

3.2.3.3

Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει, επίσης, την προτεραιότητα που αποδίδει η Επιτροπή στην καταπολέμηση των ανισοτήτων όσον αφορά την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη, στην ανάγκη προώθησης της υγείας των παιδιών, καθώς και στις καταστάσεις των ηλικιωμένων ατόμων που είναι ακόμη ενεργά στην αγορά εργασίας.

3.2.3.4

Εξάλλου, η ΕΟΚΕ συμμερίζεται τις ανησυχίες της Επιτροπής για τις παγκόσμιες απειλές για την υγεία, καθώς και για την όλο και σημαντικότερη θέση που καταλαμβάνουν οι ασθένειες οι συνδεόμενες με ορισμένους τρόπους ζωής και εγκρίνει τη στρατηγική που περιγράφεται στο πρόγραμμα με σκοπό την ενίσχυση της δράσης για τους συντελεστές της υγείας.

3.2.3.5

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ακόμη την προσπάθεια της Επιτροπής για την ενθάρρυνση των οργανώσεων που δραστηριοποιούνται στον τομέα της υγείας, μέσω της ενίσχυσης της παρουσίας τους στους κόλπους των οργάνων διαλόγου, του ενδιαφέροντος για την κινητικότητα των ασθενών, της υποστήριξης της συνεργασίας μεταξύ των εθνικών συστημάτων υγείας, προκειμένου αυτά να ανταποκριθούν στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν, καθώς και της ενίσχυσης των μηχανισμών ανταλλαγής πληροφοριών για θέματα δημόσιας υγείας.

3.2.3.6

Ούτως, η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι η πρόταση της Επιτροπής για την υγεία ανταποκρίνεται καλύτερα στις απαιτήσεις του εν λόγω τομέα, ειδικά σε ό,τι αφορά τον προσδιορισμό στόχων, το σχεδιασμό δράσεων και τη διάθεση δημοσιονομικών πόρων. Οι δημοσιονομικοί πόροι έχουν σχεδόν τριπλασιαστεί σε σχέση με το προηγούμενο πρόγραμμα και ο προϋπολογισμός για τη δημόσια υγεία είναι τέσσερις φορές μεγαλύτερος σε σύγκριση με τον αντίστοιχο για την προστασία των καταναλωτών.

3.2.3.7

Ωστόσο, ακόμη και σε αυτόν τον τομέα η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι δεν διαπιστώνονται ουσιαστικές καινοτομίες (16), σε σύγκριση με το περιεχόμενο προηγούμενων προγραμμάτων. Ως εκ τούτου, οι παρατηρήσεις της ΕΟΚΕ για το πρόγραμμα 2001-2006 και το ευρωπαϊκό σχέδιο δράσης για τη σχέση περιβάλλοντος και υγείας 2004-2010 εξακολουθούν να ισχύουν, ειδικά όσον αφορά τη συνεχιζόμενη έλλειψη συγκεκριμένων και αντικειμενικά αξιολογήσιμων στόχων και τον καθορισμό ακριβούς χρονοδιαγράμματος για την εφαρμογή του προγράμματος (17).

3.2.3.8

Η ΕΟΚΕ θα επιθυμούσε το πρόγραμμα να εξέθετε με σαφήνεια τους προς επίτευξη στόχους, σε συνάρτηση με πτυχές που αποτελούσαν τμήμα του προηγούμενου προγράμματος και έχουν παραλειφθεί στον τρέχον πρόγραμμα όπως λ.χ. θέματα που αφορούν την καταπολέμηση της άνισης μεταχείρισης στον τομέα της υγείας, ειδικά μεταξύ των δύο φύλων, καθώς και η κατάσταση που αντιμετωπίζουν οι ηλικιωμένοι άνθρωποι, οι πλέον μειονεκτικές ομάδες και όσοι ζουν στο περιθώριο του κοινωνικού συνόλου, η προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, οι προσωπικοί και βιολογικοί παράγοντες και οι βλαβερές επιπτώσεις της ακτινοβολίας και του θορύβου, καθώς και η ανθεκτικότητα στα αντιβιοτικά.

3.2.3.9

Εξάλλου, η ΕΟΚΕ θα επιθυμούσε να είχαν ενταχθεί στο πρόγραμμα με την δέουσα συνοχή ζωτικά ζητήματα (π.χ. η παχυσαρκία, HIV/AIDS, η ψυχική υγεία (18), η παιδική υγεία και παιδικές ασθένειες, καθώς και η γήρανση), στα οποία γίνεται αφενός μνεία στην περιγραφή του προγράμματος, ωστόσο δεν καλύπτονται επαρκώς στο πλαίσιο της πρότασης απόφασης.

3.2.3.10

Περαιτέρω η ΕΟΚΕ εκφράζει την έκπληξή της για το ότι η Επιτροπή παραβλέπει στην πρότασή της ορισμένα από τα βασικά ζητήματα της δημόσιας υγείας, όπως π.χ. η οδοντική υγεία, η υγεία των οφθαλμών, οι καταπραϋντικές θεραπείες και η καταπολέμηση του πόνου.

3.2.3.11

Κατά βάση η ΕΟΚΕ θα επιθυμούσε από την Επιτροπή να επιδείξει περισσότερο ενδιαφέρον σε ό,τι αφορά συγκεκριμένες πτυχές όπως η ποιότητα των παρεχόμενων πληροφοριών σε όλα τα επίπεδα και σε όλους τους τομείς, η σφαιρική πρόληψη των κινδύνων, η δημιουργία εταιρικών σχέσεων μεταξύ των δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα και η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών.

3.2.3.12

Τέλος, η ΕΟΚΕ θα εκτιμούσε ακόμη εάν το πρόγραμμα περιλάμβανε συγκεκριμένες δράσεις που να επιτρέπουν τη συγκρισιμότητα των διαφόρων συστημάτων υγείας της ΕΕ (19), να προωθούν την προστασία των ασθενών που μετακινούνται εντός της ΕΕ («υγειονομική ασφάλιση εντός της ΕΕ»), να ενθαρρύνουν αποτελεσματικότερα την υιοθέτηση «ορθών πρακτικών», και να συμβάλουν στη δημιουργία και την ανάπτυξη «κέντρων αριστείας», καθώς και στην ίδρυση ενός κέντρου επιδημιολογίας.

Βρυξέλλες, 14 Φεβρουαρίου 2006

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  Όπως το υπενθύμισαν ο Γενικός Διευθυντής της ΓΔ SANCO, κ. Robert MADELIN, επ' ευκαιρία του «Ανοιχτού Φόρουμ Υγείας 2005» (7 και 8 Νοεμβρίου 2005, στις Βρυξέλλες), καθώς και οι ευρωβουλευτές, Miroslav MIKOLASIK και Dorette CORBEY, της σοσιαλιστικής ομάδας, στις παρεμβάσεις τους στο πλαίσιο παράλληλης συνεδρίασης κατά τη διάρκεια του φόρουμ.

(2)  Βλέπε σχετικά την ερμηνεία των Vandersenden, Dubois, Latham, Van den Abeele, Capouet, Van Ackere-Pietry, Gerard και Ayral στα σχόλια του Megret για τη Συνθήκη, τόμος VIII, 2η έκδοση 1996, σ. 16 κ.εξ. και 41 κ.εξ Στο σχέδιο Συνταγματικής Συνθήκης (ΕΕ C 169 της 18ης Ιουλίου 2003) η κατάσταση διατυπώνεται ακόμη πιο σαφώς: οι διατάξεις του άρθρου III-132 για την προστασία των καταναλωτών που περιέχονται στον Τίτλο ΙΙΙ, Κεφάλαιο ΙΙΙ «Πολιτική σε άλλους ειδικούς τομείς» είναι πλήρως ισοδύναμες με τις αντίστοιχες που αφορούν την κοινωνική πολιτική, τη γεωργία και την πολιτική στον τομέα του περιβάλλοντος. Το άρθρο ΙΙΙ-179 σχετικά με τη δημόσια υγεία περιλαμβάνεται στο Κεφάλαιο V στους τομείς όπου η Ένωση μπορεί μόνο να διεξάγει συντονιστικές, συμπληρωματικές ή υποστηρικτικές δράσεις. Στο ίδιο κεφάλαιο μαζί με τη δημόσια υγεία συμπεριλαμβάνονται οι τομείς πολιτισμός, νεολαία και αθλητισμός ή πολιτική προστασία.

(3)  Εντοπίζονται πολύ περισσότερα σημεία τομής μεταξύ της πολιτικής για την προστασία των καταναλωτών και για τη δημόσια υγεία και άλλων τομέων όπως περιβάλλον, τουρισμός, ανταγωνισμός, εσωτερική αγορά ή δικαιοσύνη, όπου θεωρητικά θα μπορούσε επίσης να αναπτυχθεί μια κοινή προσέγγιση.

(4)  Η παραπομπή στις «Δημοσιονομικές προοπτικές 2007-2013» (COM(2004)487 τελικό της 14.7.2005, σημείο 3.3, σ. 24) δεν συνιστά από μόνη της πειστικό επιχείρημα, ειδικά εάν ληφθεί υπόψη το τρέχον πάγωμα των διαπραγματεύσεων. Το μόνο που καταδεικνύεται είναι η συνεκτικότητα της πρότασης της Επιτροπής. Αυτό ωστόσο δεν ισοδυναμεί με αιτιολόγηση ή επαρκή τεκμηρίωση της ορθότητας αυτής της απόφασης. Στην πραγματικότητα, ήταν η αντίθετη άποψη που προέκυψε σαφώς από το Ανοιχτό Φόρουμ Υγείας 2005, στο οποίο έγινε αποδεκτή η ανάγκη ενίσχυσης μίας ανεξάρτητης σε ευρωπαϊκό επίπεδο πολιτικής για τη δημόσια υγεία.

(5)  Όπως εξάλλου επιβεβαιώνει η ίδια η Επιτροπή: «Το προτεινόμενο πρόγραμμα και η στρατηγική στοχεύουν στην εφαρμογή των άρθρων 152 και 153 της Συνθήκης ΕΚ σε ό,τι αφορά τις κοινοτικές δράσεις στους τομείς της προστασίας της υγείας και των καταναλωτών μέσω της συμπλήρωσης των εθνικών δράσεων με μέτρα που αποδίδουν προστιθέμενη αξία και δεν μπορούν να ληφθούν σε εθνικό επίπεδο» (νομοθετικό δημοσιονομικό δελτίο, σ. 41).

(6)  Κανονισμός 2006/2004, ΕΕ L 364 της 9.12.2004.

(7)  Στο σημείο 4.4 της αξιολόγησης των επιπτώσεων (σ. 32) αναφέρεται ότι από αμιγώς δημοσιονομική σκοπιά τα πλεονεκτήματα από την αύξηση των δημοσιονομικών πιστώσεων που διατίθενται για τα δύο προγράμματα χωριστά ή για ένα ενιαίο κοινό πρόγραμμα είναι ουσιαστικά όμοια.

(8)  Αυτή η κατεύθυνση διαπιστώνεται σαφώς στην πρόταση οδηγίας για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές και στο παρελθόν και στην πρόταση οδηγίας για τις πιστώσεις που χορηγούνται στους καταναλωτές, η οποία τροποποιήθηκε σημαντικά σε πρώιμο στάδιο και αντικαταστάθηκε από μία βελτιωμένη πρόταση, και σε αρκετά μεγάλο βαθμό στην οδηγία σχετικά με ορισμένες πτυχές της πώλησης και των εγγυήσεων καταναλωτικών αγαθών.

(9)  Η ίδια η Επιτροπή αναγνωρίζει: «Πραγματικά, οι εν λόγω στόχοι δεν έχουν μεταβληθεί σε σύγκριση με τη στρατηγική προστασίας των καταναλωτών 2002-2006». (Νομοθετικό δημοσιονομικό δελτίο, σ. 58).

(10)  Ωστόσο, εν προκειμένω επιβάλλεται η αναφορά σε δύο ιδιαίτερα σημαντικά θέματα, το ένα θετικό, δηλαδή στη δημοσιοποίηση, επιτέλους, νέας πρότασης οδηγίας σχετικά με την πίστωση στην κατανάλωση (COM (2005) 438 τελικό, της 7.10.05) και το άλλο αρνητικό, όσον αφορά την απόφαση για την απόσυρση της πρότασης κανονισμού σχετικά με την προώθηση των πωλήσεων (COM (2005) 462 τελικό, της 27.09.05).

(11)  EE C 95 της 23.4.2003.

(12)  ΕΕ C 221 της 8.9.2005.

(13)  Το εν λόγω θέμα αποτελεί αντικείμενο εξέτασης ενός σχεδίου έκθεσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (εισηγητής ο βουλευτής κ. Henrik Dam Kristensen [έγγραφο 2004/2157(INI) της 31.5.2005])..

(14)  Στην προκειμένη περίπτωση η επανεξέταση διενεργήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου 2003 SEC(2003) 1387, που δημοσιεύθηκε στις 27.11.2003.

(15)  Όπως αυτό προκύπτει σαφώς από το σύνολο των σχετικών αποφάσεων που έλαβε και δημοσιοποίησε πρόσφατα η Επιτροπή: αποφάσεις C (2005) 3074 και 3705 της 6ης Οκτωβρίου, 4068 της 13ης Οκτωβρίου, 3877 και 3920 της 17ης Οκτωβρίου 4135 και 4163 της 19ης Οκτωβρίου και 4176 της 20ης Οκτωβρίου, 4197 και 4199 της 21ης Οκτωβρίου, που δημοσιεύθηκαν αντίστοιχα στις ΕΕ L 263 της 8ης Οκτωβρίου, 269 της 14ης Οκτωβρίου, 274 της 20ης Οκτωβρίου, 276 της 21ης Οκτωβρίου και 179 της 22ας Οκτωβρίου.

(16)  Μια συγκριτική ανάλυση των προγραμμάτων 2007-2013 και 2001-2006 καταδεικνύει ότι τα σημεία 1.1, 1.2 1.3, 1.4, 1.6, 3.1, 3.2, 3.3, 3.4, 5.4, 5.7 και 6 της παρούσας πρότασης συμπίπτουν από άποψη περιεχομένου με το προηγούμενο πρόγραμμα, απλώς η αρίθμησή τους έχει αλλάξει. Στο σημείο 1.5 υπάρχουν κάποιες καινοτομίες, καθώς και στην αναλυτική παρουσίαση του σημείου 2, μολονότι οι ενέργειες σε περιπτώσεις έκτακτων αναγκών περιέχονταν ήδη στο προηγούμενο πρόγραμμα· το ίδιο ισχύει και για τα σημεία 3.5, 3.6 και 3.7· επίσης σε όλο το σημείο 4, στο οποίο περιέχονταν αδρές μόνο αναφορές στην ανακοίνωση της Επιτροπής για το προηγούμενο πρόγραμμα, καθώς και στα σημεία 5.1, 5.2, 5.3, 5.5 και 5.8. Αντιθέτως, στο τρέχον πρόγραμμα δεν συμπεριλαμβάνεται καμία αναφορά σε δράσεις στον τομέα της συνεργασίας με υποψήφιες προς ένταξη χώρες και τρίτες χώρες· και στην παρούσα ανακοίνωση της Επιτροπής γίνεται απλή αναφορά στο συγκεκριμένο σημείο (2.2).

(17)  ΕΕ C 116 της 20.4.2001 και ΕΕ C 157 της 28.6.2005.

(18)  Γεγονός που προκαλεί ακόμη μεγαλύτερη έκπληξη, δεδομένου ότι η Επιτροπή πρόσφατα δημοσίευσε ένα εξαιρετικό Πράσινο Βιβλίο, με θέμα μία στρατηγική σχετικά με την ψυχική υγεία για την Ευρωπαϊκή Ένωση (COM(2005) 484 τελικό, της 14ης Οκτωβρίου 2005), μετά από μία σειρά δραστηριοτήτων που διοργανώθηκαν από το 1997 στον τομέα αυτό, στο οποίο λαμβάνεται σοβαρά υπόψη η έκθεση του καθηγητή Ville Lehtinen του Δεκεμβρίου 2004 και καταδεικνύεται σαφώς ότι η Επιτροπή έχει τη δυνατότητα να εκτελεί, με τρόπο αυτόνομο, δράσεις υψηλού ενδιαφέροντος σε σημαντικούς τομείς της δημόσιας υγείας, οι οποίοι δεν έχουν καμία σχέση με την πολιτική των καταναλωτών.

(19)  Την αναγκαιότητα αυτού ορθώς υπογράμμισε ο Δρ. Yves CHARPAK, του ΠΟΥ, στο «Ανοιχτό Φόρουμ Υγείας 2005».