12.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 172/7


Δημοσίευση αιτήσεως καταχωρίσεως κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2081/92 για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων

(2005/C 172/05)

Η δημοσίευση αυτή παρέχει το δικαίωμα υποβολής ενστάσεως κατά την έννοια των άρθρων 7 και 12δ του εν λόγω κανονισμού. Οποιαδήποτε ένσταση στην αίτηση αυτή πρέπει να διαβιβάζεται μέσω της αρμοδίας αρχής ενός κράτους μέλους, ενός κράτους μέλους του ΠΟΕ ή μιας αναγνωρισμένης τρίτης χώρας σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 3, εντός προθεσμίας έξι μηνών από την παρούσα δημοσίευση. Η δημοσίευση αιτιολογείται από τα στοιχεία που ακολουθούν, ιδίως το στοιχείο 4.6, με τα οποία θεωρείται ότι η αίτηση δικαιολογείται κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2081/92.

ΣΥΝΟΠΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΟΚ) ΑΡΙΘ. 2081/92 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

«HUILE D'OLIVE DE NICE»

ΑΡΙΘ. ΕΚ: FR/00322/29.10.2003

ΠΟΠ (X) ΠΓΕ ( )

Το δελτίο αυτό αποτελεί περίληψη που συντάσσεται για λόγους πληροφόρησης. Για πλήρη πληροφόρηση, ειδικότερα για τους παραγωγούς των προϊόντων που καλύπτονται από τη σχετική ΠΟΠ ή ΠΓΕ, πρέπει να συμβουλεύεστε την πλήρη διατύπωση της συγγραφής υποχρεώσεων είτε σε εθνικό επίπεδο, είτε στις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (1).

1.   Αρμόδια εθνική αρχή:

Ονομασία:

Institut National des Appellations d'Origine

Διεύθυνση:

138, Champs-Elysées — F-75008 Paris

Από την 1η Ιανουαρίου 2005: 51 rue d'Anjou F-75 008 Paris

Τηλ:

01 53 89 80 00

Φαξ:

01 42 25 57 97

2.   Ομάδα:

2.1

Ονομασία:

Syndicat Interprofessionnel de l'Olive de Nice

2.2

Διεύθυνση:

Box 116 — MIN FLEURS 6 — F-06296 Nice Cedex 3

Τηλ:

 04 97 25 76 40

Φαξ:

04 97 25 76 59

2.3

Σύνθεση:

Μέλη: Όλα τα νομικά ή φυσικά πρόσωπα που παράγουν, μεταποιούν συσκευάζουν ή διαθέτουν στο εμπόριο ελιές και ελαιομάζα της ελεγχομένης ονομασίας προέλευσης «Olive de Nice» και ελαιόλαδο της ελεγχομένης ονομασίας προέλευσης «Huile d'olive de Nice».

Διοικητικό συμβούλιο: τα 12 μέλη του διοικητικού συμβουλίου αποτελούνται από 6 εκπροσώπους των παραγωγών, 3 εκπροσώπους των συνεταιρισμών, 2 εκπροσώπους των ιδιωτών μεταποιητών και 1 εκπρόσωπο των συσκευαστών.

3.   Τύπος προϊόντος:

Κλάση 1-5 Ελαιόλαδο

4.   Περιγραφή κατά τη συγγραφή υποχρεώσεων:

(σύνοψη των όρων που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2)

4.1   Ονομασία: «Huile d'olive de Nice»

4.2   Περιγραφή: Το «huile d'olive de Nice» (ελαιόλαδο Νίκαιας) είναι ελαιόλαδο απαλό, με διακριτική οσμή και καλή λεπτότητα, με αρώματα ώριμου μήλου και ξηρών καρπών (φουντούκι, αμύγδαλο). Προέρχεται βασικά από την ποικιλία Cailletier. Η περιεκτικότητά του σε ελαϊκό οξύ είναι κατ' ανώτατο όριο 1,5 γραμμάρια ανά 100 γραμμάρια.

4.3   Γεωγραφική περιοχή: Η γεωγραφική περιοχή εκτείνεται σε 99 κοινότητες του διαμερίσματος των Alpes-Maritimes: Aiglun, Antibes, Aspremont, Auribeau-sur-Siagne, Le Bar-sur-Loup, Beaulieu-sur-mer, Bendejun, Berre-les-Alpes, Biot, Blauzasc, La Bollène-Vésubie, Bonson, Bouyon, Breil-sur-Roya, Le Broc, Cabris, Cagnes sur mer, Cannes, Le Cannet, Cantaron, Carros, Castagniers, Castellar, Castillon, Châteauneuf-Villevieille, Châteauneuf-de-Grasse, Clans, Coaraze, La Colle sur Loup, Colomars, Conségudes, Contes, Cuébris, Drap, Duranus, L'Escarène, Eze, Falicon, Les Ferres, Fontan, Gattières, La Gaude, Gilette, Gorbio, Gourdon, Grasse, Lantosque, Levens, Lucéram, Malaussène, Mandelieu-la-Napoule, Massoins, Menton, Mouans-Sartoux, Mougins, Nice, Opio, Pégomas, Peille, Peillon, Peymeinade, Pierrefeu, Revest-les-Roches, Roquebillière, Roquefort-les-Pins, Roquestéron, Roquestéron-Grasse, La Roquette-sur Siagne, La Roquette-sur-Var, Le Rouret, Saint-André, Saint-Blaise, Saint-Cézaire-sur-Siagne, Saint-Jeannet, Saint-Laurent-du-Var, Saint-Martin-du-Var, Saint-Paul, Sainte-Agnès, Saorge, Sigale, Sospel, Spéracédès, Le Tignet, Toudon, Touet-Escarène, La Tour-sur-Tinée, Tourette-du-Château, Tourette-Levens, Tourette-sur-Loup, Tournefort, La Trinité, La Turbie, Utelle, Valbonne, Vallauris, Vence, Villars-sur-Var, Villefranche-sur-mer, Villeneuve-Loubet.

Η περιοχή αυτή αντιστοιχεί στις παραδοσιακές συνήθειες φύτευσης του ελαιώνα και στην καλλιέργεια της ποικιλίας Cailletier (η παρουσία ή μη της ποικιλίας αυτής στους ελαιώνες συνιστά ένα καλό δείκτη του γεωγραφικού πλαισίου που χαρακτηρίζει την ονομασία προέλευσης), στις συνήθειες εγκατάστασης των μονάδων μεταποίησης και βασίζεται στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του φυσικού περιβάλλοντος (τοπογραφία, εδαφολογία, κλιματολογία).

Τα βόρεια όρια της καλλιέργειας συμπίπτουν γενικά με το βόρειο όριο της καλλιέργειας της ελιάς και το νότιο όριο της θερμοβροχομετρικής ζώνης «αλπική, υποαλπική ορεινή». Τα όρια αυτά είναι σαφή γιατί συναρτήσει του υψομέτρου και του γεωγραφικού πλάτους, το ψύχος καθίσταται περιοριστικός παράγων.

Τα νότια όρια σχηματίζονται από τη Μεσόγειο Θάλασσα.

Τα ανατολικά όρια αντιστοιχούν στα σύνορα μεταξύ της Γαλλίας και της Ιταλίας.

Τα δυτικά όρια καθορίζονται από την κοιλάδα του La Siagne στον ελαιώνα της περιοχής Vare και συμπίπτουν γενικά με τα όρια επεκτάσεως της ποικιλίας Cailletier.

4.4   Απόδειξη καταγωγής: Τα ελαιόλαδα μπορούν να διατεθούν στο εμπόριο με την ελεγχομένη ονομασία προέλευσης «Huile d'olive de Nice» μόνο αφού λάβουν πιστοποιητικό έγκρισης, που εκδίδεται από το Institut national des appellations d'origine (Εθνικό Ίδρυμα Ονομασιών Προέλευσης) με τους όρους που ορίζονται από διατάγματα και αποφάσεις που αφορούν την έγκριση των προϊόντων της ελαιοκαλλιέργειας που επωφελούνται ελεγχόμενης ονομασίας προέλευσης.

Όλες οι εργασίες που αφορούν την παραγωγή της πρώτης ύλης και την επεξεργασία πρέπει να πραγματοποιούνται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής.

Όσον αφορά την παραγωγή της πρώτης ύλης, η διαδικασία προβλέπει:

ταυτοποίηση του αγροτεμαχίου: η ταυτοποίηση αυτή συγκεκριμενοποιείται με την έκδοση του καταλόγου των αναγνωρισμένων αγροτεμαχίων που είναι κατάλληλα για να παράγουν την ονομασία προέλευσης «huile d'olive de Nice», δηλαδή τα αγροτεμάχια που έχουν δηλωθεί από τον παραγωγό, και πληρούν τα κριτήρια όσον αφορά τον τόπο φύτευσης και τους κανόνες παραγωγής (ποικιλία, τρόπος μόρφωσης του ελαιώνα),

δήλωση της συγκομιδής: η δήλωση αυτή συντάσσεται ετησίως από τον ελαιοπαραγωγό, ο οποίος δηλώνει την έκταση που βρίσκεται σε παραγωγή, την ποσότητα των ελιών που παρήχθησαν με τήρηση της καθορισμένης απόδοσης, τον προορισμό των ελιών.

Όσον αφορά την επεξεργασία η διαδικασία προβλέπει:

δήλωση παρασκευής: αυτή συντάσσεται από τον παρασκευαστή, ο οποίος δηλώνει ετησίως τη συνολική ποσότητα του παρασκευασθέντος προϊόντος,

αίτηση πιστοποιητικού εγκρίσεως: αυτό επιτρέπει να ταυτοποιείται ο τόπος αποθήκευσης των προϊόντων καθώς και όλοι οι περιέκτες που περιέχουν τα προϊόντα αυτά.

Η διαδικασία συμπληρώνεται από αναλυτική και οργανοληπτική εξέταση, με τις οποίες ελέγχεται η τήρηση της ποιότητας και της τυπικότητας των προϊόντων.

Τέλος, κάθε παραγωγός ή παρασκευαστής ο οποίος έχει λάβει πιστοποιητικό έγκρισης υποχρεούται να συντάσσει ετησίως δήλωση των αποθεμάτων του.

4.5   Μέθοδος παραγωγής:

Ποικιλία και τρόπος μόρφωσης του ελαιώνα

Το έλαιο προέρχεται αποκλειστικά από ελιές της ποικιλίας Cailletier.

Εντούτοις, επιτρέπεται εντός κάθε ελαιώνα, η φύτευση ελαιοδέντρων επικονιαστριών ποικιλιών ή παλαιών τοπικών ποικιλιών, κυρίως Arabanier, Blanquetier, Blavet, Nostral, Ribeyrou, όταν είναι διατεταγμένες κατά τρόπο αρμονικό και χωρίς ο αριθμός τους να υπερβαίνει το 5 % του αριθμού των ελαιοδέντρων σε κάθε εξεταζόμενη καλλιεργητική ενότητα. Επιτρέπεται τη χρήση των ελιών που προέρχονται από τις επικονιάστριες ποικιλίες ή από τις παλαιές τοπικές ποικιλίες αποκλειστικά για την παραγωγή ελαιολάδου με την προϋπόθεση ότι η αναλογία των ελιών αυτών δεν θα υπερβαίνει το 5 % του συνόλου των χρησιμοποιούμενων ελιών.

Κάθε ελαιόδεντρο πρέπει να διαθέτει μια ελάχιστη επιφάνεια 24 τετραγωνικών μέτρων.

Τα ελαιόδεντρα πρέπει να κλαδεύονται τουλάχιστον μία φορά ανά διετία. Τα απόκλαδα πρέπει να απομακρύνονται από τους ελαιώνες πριν από την επόμενη συγκομιδή.

Οι ετήσιες καλλιέργειες επιτρέπονται μόνο σε αρδευόμενους ελαιώνες στους οποίους τα δέντρα έχουν ηλικία κάτω των 5 ετών.

Οι ελαιώνες πρέπει να συντηρούνται κάθε χρόνο, αλλά απαγορεύεται οποιαδήποτε όργωμα από την 1η Σεπτεμβρίου έως το τέλος της συγκομιδής κάθε ελαιώνα, με εξαίρεση τις εργασίες που έχουν σκοπό τη σπορά για χλωρά λίπανση και οι οποίες μπορούν να γίνουν έως και 30 Οκτωβρίου.

Επιτρέπεται η άρδευση κατά την περίοδο της βλάστησης και μέχρι την ωρίμανση.

Συγκομιδή των ελιών

Εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις, η συνολική απόδοση των ελαιώνων, ανεξαρτήτως του προορισμού τους, δεν πρέπει να υπερβαίνει τους έξι τόνους ελιών ανά εκτάριο.

Η ημερομηνία έναρξης της συγκομιδής των ελιών καθορίζεται με νομαρχιακή απόφαση μετά από πρόταση των υπηρεσιών του Institut national des appellations d'origine.

Οι ελιές πρέπει να συγκομίζονται το νωρίτερο από την αρχή της ωρίμανσης, ήτοι όταν το 50 % τουλάχιστον των ελιών έχουν χρώμα οινολάσπης.

Οι ελιές πρέπει να συλλέγονται απευθείας από το δέντρο χωρίς τη χρήση προϊόντων που προκαλούν πτώση του καρπού ή να συγκομίζονται με παραδοσιακό ράβδισμα ή με ράβδισμα που υποβοηθείται με μηχανικούς δονητές, με υποχρεωτική συγκέντρωση των καρπών σε ελαιόπανα ή σε άλλους αποδέκτες κάτω από το δέντρο.

Οι ελιές που συλλέγονται από το έδαφος ή έχουν πέσει στα ελαιόπανα ή στους άλλους αποδέκτες πριν από τη συγκομιδή, πρέπει να διατηρούνται ξεχωριστά από τις παρτίδες των ελιών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την παραγωγή ελαιολάδου με την ονομασία προέλευσης.

Οι ελιές πρέπει να αποθηκεύονται και να μεταφέρονται σε κιβώτια ή σε καφασωτά παλετοκιβώτια.

Συνθήκες επεξεργασίας

Η διάρκεια διατήρησης των ελιών μεταξύ της συλλογής και της χρησιμοποιήσεώς τους δεν δύναται να υπερβεί τις επτά ημέρες. Η διαδικασία εξαγωγής γίνεται μόνο με μηχανικές μεθόδους, χωρίς θέρμανση της ελαιομάζας πέραν μιας ανώτατης θερμοκρασίας 30 ° Κελσίου. Οι μόνες επεξεργασίες που επιτρέπονται είναι το πλύσιμο, η απόχυση (διαχωρισμός με καθίζηση), η φυγοκέντρηση και η διήθηση. Εκτός από το νερό, απαγορεύεται η χρήση προσθετικών ουσιών για να διευκολυνθεί η εξαγωγή των ελαίων. Το λαμβανόμενο έλαιο πρέπει να είναι παρθένο ελαιόλαδο, του οποίου η ελεύθερη οξύτητα, εκφρασμένη σε ελαϊκό οξύ, να είναι κατ' ανώτατο όριο 1,5 γραμμάρια ανά 100 γραμμάρια.

4.6   Δεσμός: Το έλαιο με την ονομασία ελεγχομένης προέλευσης «Huile d'olive de Nice» ενσωματώνεται το φυσικό περιβάλλον, την ιστορία και την τεχνογνωσία της περιοχής.

Φυσικό περιβάλλον

Η γαλλική ελαιοκομική ζώνη βρίσκεται στο κλιματικό όριο της καλλιέργειας της ελιάς. Ως εκ τούτου, η εξάπλωση της καλλιέργειας αυτής έχει το χαρακτήρα εποικισμού με επιλογή και προσαρμογή. Σε δύσκολες κλιματικές συνθήκες και για ένα δεδομένο τύπο εδάφους, μόνο η ποικιλία που βρίσκεται σε τέλεια αρμονία με το φυσικό περιβάλλον επιβάλλεται και φθάνει στην παραγωγή. Αυτό ισχύει για την ποικιλία Cailletier για την ονομασία προέλευσης «Huile d'olive de Nice».

Ο ελαιώνας της περιοχής της Νίκαιας βρίσκεται στο κέντρο μιας περιοχής που χαρακτηρίζεται από έντονο ανάγλυφο και ανθρακικά εδάφη. Η καλλιέργεια γίνεται σε λοφώδεις περιοχές, παράκτια οροπέδια και σε εδάφη με απότομες κλίσεις, τα οποία έχουν διευθετηθεί σε αναβαθμίδες.

Το κλίμα της ελαιοκομικής ζώνης είναι παραλλαγή του μεσογειακού κλίματος με επιδράσεις ορεινού κλίματος, με ήπιες θερμοκρασίες, σημαντικότερες βροχοπτώσεις απ' ό,τι στην Basse Provence, εξαιρετική ηλιοφάνεια και κυρίως χαρακτηρίζεται από μετρίους ανέμους.

Σ' αυτό το πλαίσιο που κυρίως χαρακτηρίζεται από την απουσία ισχυρών ανέμων, η ποικιλία Cailletier έχει επιβληθεί διαμέσου των αιώνων ως η κυριαρχούσα ποικιλία στον ελαιώνα της περιοχής της Νίκαιας.

Η ποικιλία αυτή συνδέεται σε τέτοιο βαθμό με την ελαιοκομική περιοχή της Νίκαιας, ώστε υπάρχουν συνώνυμα που τη συσχετίζουν με αυτή, όπως: Petite olive de Nice, Olivier de Grasse (ονομασία κοινότητας που βρίσκεται πλησίον της Νίκαιας), Grassenc.

Ιστορία

Περισσότερο από δύο χιλιάδες χρόνια συναντάμε την ελαιοκαλλιέργεια στην περιοχή των Alpes-Maritimes και μάλιστα σε 102 κοινότητες επί συνόλου 163 κοινοτήτων του διαμερίσματος. Την παρουσία της ελαιοκαλλιέργειας μαρτυρούν τα υπεραιωνώδη ελαιόδεντρα που συγκαλλιεργούνται με ελαιώνες που βρίσκονται σε παραγωγή και το γεγονός ότι υπάρχουν ακόμη πέντε ελαιοτριβεία τα οποία λειτουργούν με το «système génois» (σύστημα της Γένοβας — περιγράφεται στο παράρτημα), όπως το ελαιοτριβείο του Contes, το οποίο ανάγεται στο XIII αιώνα και είναι διατηρητέο, με μύλο που κινείται με υδατόπτωση και φέρει ξύλινα γρανάζια.

Αρχικά υπήρξε ελαιοκαλλιέργεια στην παράκτια ζώνη και στους λόφους που βρίσκονται στην ακτή μετά από διαδοχικές κατακτήσεις των Φοινίκων, των Ελλήνων και των Ρωμαίων και στη συνέχεια η καλλιέργεια εξαπλώθηκε διαμέσου των αιώνων στην ενδοχώρα και στα υψίπεδα μέχρι υψομέτρου 700 μέτρων.

Χάρη στο ελαιόλαδο, η ελιά υπήρξε πάντοτε μία από τις βασικές καλλιέργειες των πληθυσμών της «Comté de Nice» και της Côte d'Azur (βλ. συνημμένο βιβλιογραφικό κείμενο σχετικό με την κοιλάδα της Tinée).

Η Νίκαια υπήρξε μάλιστα κέντρο του διεθνούς εμπορίου ελαιολάδου του τύπου «rivièra» από τα τέλη του XIX αιώνα έως και το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (βλ. παλιές ετικέτες που επισυνάπτονται σε παράρτημα).

Η ελαιοκαλλιέργεια των Alpes Maritimes υποχώρησε σημαντικά μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και τους καταστροφικούς παγετούς του 1929 και του 1956.

Εδώ και περισσότερο από 25 χρόνια, χάρη στη δράση των επαγγελματικών οργανώσεων, η αποδοτικότερη ελαιοκαλλιέργεια των Alpes-Maritimes διατηρείται και τείνει να αναπτυχθεί στη μεταπαραλιακή ζώνη, όπου μπόρεσε να επανακτήσει τις πλαγιές όπου υπήρχε ανθοκαλλιέργεια.

Η εγκατάσταση και στη συνέχεια η διάδοση διαμέσου των αιώνων μιας και της αυτής ποικιλίας, που ονομάζεται «Cailletier» και είναι περισσότερο γνωστή με την ονομασία «olive de Nice», (ελιά της Νίκαιας) δύναται να θεωρηθεί ως το γεγονός της προσαρμογής της στο περιβάλλον και της ποιοτικής και εμπορικής αναγνώρισης των προϊόντων της.

Τεχνογνωσία

Οι εκμεταλλεύσεις που συντηρούσαν βασικά από την ελαιοκαλλιέργεια ήταν πάντοτε ολιγάριθμες, αν και σήμερα ολοένα περισσότερες εκμεταλλεύσεις έχουν εισόδημα που βασίζεται στ προϊόντα αυτά.

Στις αναβαθμίσεις των ελαιώνων, που τοπικά ονομάζονται «planches», καλλιεργούσαν επίσης σιτηρά ή κηπευτικά. Το ράβδισμα των ελιών με ραβδιά από φουντουκιά ή από καστανιά γινόταν το χειμώνα, από Ιανουάριο έως Μάρτιο, περίοδο κατά την οποία δεν καλλιεργείται το έδαφος. Είθισται να συγκομίζουν τον «tournante» ή ώριμο ελαιόκαρπο.

Η ποικιλία Cailletier παρουσιάζει την ιδιαιτερότητα να είναι ποικιλία διπλής χρήσης εμφανίζουσα ποιοτικές δυνατότητες τόσο για την ελαιουργία όσο και για τη ζαχαροπλαστική. Ανέκαθεν η ποικιλία αυτή είναι γνωστή για την ιδιότητά της να παράγει απαλό ελαιόλαδο, τόσο περισσότερο απαλό όσο πιο όψιμα συγκομίζονται οι ελιές.

Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι η όψιμη συγκομιδή ωρίμων και ξηρών ελιών συνδυαζόταν ευνοϊκά με την έκθλιψη με το σύστημα «génois», την προσθήκη ύδατος (ιδιαίτερα διαθέσιμο σ' αυτή την ορεινή περιοχή) σε δεξαμενές από πέτρα βελτιώνοντας την ποιότητα της εργασίας· το ελαιόλαδο ήταν κατά συνέπεια σχετικά απαλό.

Η τεχνογνωσία αυτή, που οφείλεται σε μακραίωνη παράδοση, εκφράζεται:

με τη γνώση του ελαιώνα εκ μέρους του ελαιοκαλλιεργητή, ο οποίος, με την πείρα που απόκτησε θα προσανατολίσει την παραγωγή των αγροτεμαχίων του (γεωγραφική θέση, ηλικία του ελαιώνα, δυνατότητες ωρίμανσης, …) ή ενός συγκεκριμένου δέντρου (κλάδεμα του δέντρου, φορτίο σε ελιές, μέγεθος των ελιών, ομοιογένεια της ωρίμανσης, …) προς την ελαιουργία αντί της ζαχαροπλαστικής.

κατά τη συγκομιδή, η οποία διενεργείται μία μόνο φορά ανά δέντρο, με οπτική επιλογή των ελιών που προορίζονται είτε για την ελαιουργία είτε για τη ζαχαροπλαστική, συναρτήσει του μεγέθους τους, του βαθμού ωρίμανσης και χρωματισμού και της λείας μορφής της επιδερμίδας (ζαχαροπλαστική) ή της ρυτιδωμένης μορφής (ελαιουργία)...

Συνοψίζοντας, τα ελαιόλαδα με την ονομασία προέλευσης «Huile d'olive de Nice» οφείλουν την ιδιαιτερότητά τους:

στο φυσικό περιβάλλον, το οποίο χαρακτηρίζεται από κλίμα στο οποίο κυριαρχεί ο μεσογειακός χαρακτήρας και από μέτριους ανέμους,

στην ποικιλία, που βρήκε τον οικολογικό θώκο της και κυριαρχεί του τοπικού πληθυσμού ελαιοδέντρων που είναι φυτευμένα σε αναβαθμίδες,

στις συνήθειες συγκομιδής με ράβδισμα των μεγάλων δέντρων, μια φορά στην όψιμη συγκομιδή ώριμων καρπών που παρουσιάζουν διαφορετικές αποχρώσεις,

στην τεχνογνωσία των ελαιοκαλλιεργητών και των μεταποιητών,

στις τεχνικές επεξεργασίας που είναι προσαρμοσμένες στην ποικιλία και διατηρούν τα χαρακτηριστικά της πρώτης ύλης.

4.7   Οργανισμός επιθεώρησης:

Ονομασία:

I.N.A.O.

Διεύθυνση:

138, Champs Elysées F-75008 Paris

Από 1ης Ιανουαρίου 2005: 51 rue d'Anjou F-75008 Paris

Ονομασία:

D.G.C.C.R.F.

Διεύθυνση:

59, Bd V.Auriol F-75703 Paris Cedex 13

4.8   Επισήμανση: Εκτός από τις υποχρεωτικές ενδείξεις που προβλέπονται από τη νομοθεσία που αφορά την επισήμανση και την παρουσίαση των τροφίμων, στη επισήμανση των ελαιολάδων που επωφελούνται της ελεγχομένης ονομασίας προέλευσης Huile d'olive de Nice πρέπει να περιλαμβάνονται οι εξής ενδείξεις:

η ονομασία προέλευσης: «Huile d'olive de Nice»,

η ένδειξη «appellation d'origine contrôlée» ή «AOC». Όταν στην ετικέτα, ανεξάρτητα από τη διεύθυνση, εμφανίζεται το όνομα μιας εκμετάλλευσης ή ένα εμπορικό σήμα, μεταξύ των λέξεων «appellation» και «contrôlée» πρέπει να επαναλαμβάνεται η ονομασία προέλευσης.

Οι ενδείξεις αυτές πρέπει να είναι συγκεντρωμένες στο ίδιο οπτικό πεδίο και στην ίδια ετικέτα.

Πρέπει να εμφανίζονται με χαρακτήρες ευκρινείς, ευανάγνωστους, ανεξίτηλους και αρκετά μεγάλους, οι οποίοι πρέπει ώστε να προβάλλονται στο πλαίσιο στο οποίο είναι τυπωμένοι, ώστε οι ενδείξεις αυτές να διακρίνονται σαφώς από το σύνολο των άλλων γραπτών ενδείξεων και σχεδίων.

4.9   Εθνικές απαιτήσεις: Διάταγμα σχετικό με την ελεγχομένη ονομασία προέλευσης «Huile d'olive de Nice»


(1)  Ευρωπαϊκή Επιτροπή — Γενική Διεύθυνση Γεωργίας — Μονάδα Πολιτικής για την Ποιότητα των Γεωργικών Προϊόντων — B-1049 Βρυξέλλες.