52005PC0410

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοßούλιο σύμφωνα με το άρθρο 251, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο της συνθήκης EK σχετικά με την Κοινή θέση που καθόρισε το Συμβούλιο σχετικά με την έκδοση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εφαρμογή, στα όργανα και στους οργανισμούς της Κοινότητας, των διατάξεων της Σύμβασης του Aarhus σχετικά με την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα /* COM/2005/0410 τελικό - COD 2003/0242 */


[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 31.8.2005

COM(2005) 410 τελικό

2003/0242 (COD)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ σύμφωνα με το άρθρο 251, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο της συνθήκης EK σχετικά με την

Κοινή θέση που καθόρισε το Συμβούλιο σχετικά με την έκδοση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εφαρμογή, στα όργανα και στους οργανισμούς της Κοινότητας, των διατάξεων της Σύμβασης του Aarhus σχετικά με την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα

2003/0242 (COD)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ σύμφωνα με το άρθρο 251, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο της συνθήκης EK σχετικά με την

Κοινή θέση που καθόρισε το Συμβούλιο σχετικά με την έκδοση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εφαρμογή, στα όργανα και στους οργανισμούς της Κοινότητας, των διατάξεων της Σύμβασης του Aarhus σχετικά με την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα

1- ΙΣΤΟΡΙΚΟ

Ημερομηνία διαβίβασης της πρότασης στο ΕΚ και στο Συμβούλιο (έγγραφο COM(2003)622 τελικό – 2003/0242 (COD)): | 24 Οκτωβρίου 2003 |

Ημερομηνία γνωμοδότησης της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής: | 29 Απριλίου 2004 |

Ημερομηνία γνωμοδότησης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πρώτη ανάγνωση: | 31 Μαρτίου 2004 |

Ημερομηνία έγκρισης της κοινής θέσης: | 18 Ιουλίου 2005 |

2- ΣΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Η πρόταση της Επιτροπής αποβλέπει στην εφαρμογή των διατάξεων της σύμβασης της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη (ΟΕΕ/ΟΗΕ) (Aarhus) σχετικά με την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα, στα θεσμικά όργανα και οργανισμούς (φορείς) της Κοινότητας. Η σύμβαση επικυρώθηκε από την Κοινότητα στις 17 Φεβρουαρίου 2005 και κατέστη δεσμευτική για αυτή, λόγω της ιδιότητας της ως Μέρους σε αυτήν, 90 ημέρες ογρότερα. Η Σύμβαση του Aarhus, στο οικείο άρθρο 2 παράγραφος 2 περίπτωση (δ) – ορισμός της “δημόσιας αρχής” – υπάγει, ρητά, στο πεδίο εφαρμογής της Σύμβασης “τα θεσμικά όργανα κάθε οργανισμού περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης που αναφέρεται στο άρθρο 17 και ο οποίος αποτελεί Μέρος στην παρούσα Σύμβαση”. Δεδομένου ότι η έννοια της “δημόσιας αρχής”, όπως αυτή ορίζεται στη Σύμβαση, είναι ευρεία, δεν θα περιελάμβανε μόνο τα κοινοτικά θεσμικά όργανα που ορίζονται στο άρθρο 7 της Συνθήκης ΕΚ, αλλά, κατά κανόνα, όλους τους φορείς (οργανισμούς) που θεσπίστηκαν από ή βάσει της Συνθήκης ΕΚ και που διεκπεραιώνουν δημόσιο έργο.

Η πρόταση αφορά τρεις πυλώνες της Σύμβασης και αναφέρεται, ειδικότερα,στις περιπτώσεις όπου επιδρούν στη λήψη αποφάσεων σε κοινοτικό επίπεδο.

Εις ότι αφορά την πρόσβαση στις περιβαλλοντικές πληροφορίες, στηρίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, για τη πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εφαρμογή του οποίου επεκτείνεται σε όλα τα κοινοτικά θεσμικά όργανα και φορείς, όπως αυτοί (-ά) ορίζονται, ενώ θεσπίζονται πρόσθετες διατάξεις, ιδίως όσον αφορά την ενεργό διάχυση των περιβαλλοντικών πληροφοριών.

Η πρόταση προβλέπει τη συμμετοχή του κοινού στην κατάρτιση των σχεδίων και προγραμμάτων που αφορούν το περιβάλλον, εκ μέρους των κοινοτικών θεσμικών οργάνων και οργανισμών (φορέων). Ενώ η Σύμβαση του Aarhus και η νομοθεσία εφαρμογής της προβλέπουν, επίσης, συμμετοχή στη αδειοδότηση έργων που έχουν σημαντικό περιβαλλοντικό αντίτυπο, το γεγονός αυτό δεν έχει σημασία εν προκειμένω, δεδομένου ότι τα προαναφερθέντα έργα αδειοδοτούνται σε επίπεδο κρατών μελών.

Τέλος, η πρόταση προβλέπει διαδικασία επανεξέτασης των πράξεων και παραλείψεων των κοινοτικών θεσμικών οργάνων υπό το πρίσμα του κοινοτικού περιβαλλοντικού δικαίου.

3- ΣΧΟΛΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΘΕΣΕΩΣ

3.1 Γενικά σχόλια

Στην εν ολομελεία συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η Επιτροπή έκανε δεκτές εν όλω, εν μέρει ή κατ΄αρχήν, 8 εκ των 40 τροπολογιών που πρότεινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε πρώτη ανάγνωση. Η κοινή θέση ενσωματώνει ορισμένες εκ των τροπολογιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση, είτε αυτολεξεί είτε εν πνεύματι.

Οι τροπολογίες που έκανε δεκτές η Επιτροπή επεδίωκαν την αποσαφήνιση ή εξειδίκευση της πρότασης σε πολλούς τομείς, κωδικοποιώντας,λ.χ., τις διαδικαστικές ρυθμίσεις στο πνεύμα της Σύμβασης του Aarhus.

Στην κοινή θέση του, το Συμβούλιο αποσαφήνισε και κωδικοποίησε διαδικαστικές ρυθμίσεις που αφορούν την πρόσβαση στις περιβαλλοντικές πληροφορίες προς την κατεύθυνση ορισμένων τροπολογιών του ΕΚ. Η κοινή θέση υιοθετεί σειρά στοιχείων - πλην όμως χωρίς όλες τις λεπτομερείς ρυθμίσεις τους - τροπολογιών του ΕΚ που αφορούν τη συμμετοχή του κοινού στην κατάρτιση των σχεδίων και προγραμμάτων που σχετίζονται με το περιβάλλον.

Εις ό,τι αφορά την πρόσβαση στη δικαιοσύνη, η κοινή θέση απλουστεύει, επίσης, τα κριτήρια και τις διαδικασίες νομιμοποίησης για την υποβολή αίτησης εσωτερικής επανεξέτασης πράξεων των κοινοτικών θεσμικών οργάνων και φορέων· ειδικότερα, προκειμένου κάποια μη κυβερνητική οργάνωση να νομιμοποιείται όσον αφορά την υποβολή τέτοιου αιτήματος, δεν απαιτείται πλέον ρητά να δραστηριοποιείται σε κοινοτικό επίπεδο· πλην όμως, οι τυχόν σχετικές αιτήσεις οφείλουν να θίγουν ζητήματα κοινοτικού επιπέδου, δηλαδή να είναι συνεπείς με τον ορισμό του περιβαλλοντικού δικαίου στο άρθρο 2 περίπτωση στ).

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η κοινή θέση που εγκρίθηκε με ειδική πλειοψηφία στις 18 Ιουλίου 2005 δεν μεταβάλλει την προσέγγιση ή τους στόχους της πρότασης και είναι σε θέση να την υποστηρίξει ως έχει.

3.2 Λεπτομερή σχόλια

3.2.1 Τροπολογίες του Κοινοβουλίου που έκανε δεκτές η Επιτροπή και τις οποίες ενσωμάτωσε πλήρως, εν μέρει ή κατ΄αρχήν, στην κοινή θέση

Η τροπολογία 6 υιοθετείται στην κοινή θέση στο άρθρο 1 παράγραφος 1 περίπτωση α) με ελαφρά τροποποιημένη διατύπωση, ούτως ώστε να διευκρινίζεται ότι και οι πληροφορίες που ‘παραλαμβάνονται ή προέρχονται’ από όργανα της Κοινότητας χρειάζονται να βρίσκονται υπό την κατοχή τους, ούτως ώστε να παρέχουν δικαίωμα πρόσβασης σε περιβαλλοντικές πληροφορίες.

Η τροπολογία 17 ενσωματώνεται στην κοινή θέση με ελαφρά τροποποιημένη διατύπωση ως νέα παράγραφος 2 του άρθρου 1, όπου εισάγει την αντίληψη του άρθρου 3 παράγραφος 2 της Σύμβασης του Aarhus, σύμφωνα με την οποία οι διοικήσεις οφείλουν να επικουρούν το κοινό εις ό,τι αφορά την πρόσβασή του στις πληροφορίες, τη συμμετοχή του στη διαδικασία λήψεως αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη επί περιβαλλοντικών ζητημάτων.

Η τροπολογία 25, στο μέρος το οποίο η Επιτροπή κάνει δεκτό, υιοθετείται από την κοινή θέση στο άρθρο 10 παράγραφος 1, όπου τώρα διευκρινίζεται ότι η έναρξη της προθεσμίας για αίτηση εσωτερικής επανεξέτασης υπολογίζεται “από την έκδοση, κοινοποίηση ή δημοσίευση της διοικητικής πράξης, ανάλογα με το ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη”.

3.2.2 Τροποποιήσεις του Κοινοβουλίου που απερρίφθησαν από την Επιτροπή, οι οποίες, πλην όμως, ενσωματώθηκαν πλήρως, εν μέρει ή κατ΄αρχήν στην κοινή θέση

Η τροπολογία 18, στο απορριφθέν από την Επιτροπή μέρος της, ενσωματώνεται κατ΄αρχήν και εν μέρει στην κοινή θέση όπου προστίθενται, σε νέο άρθρο 6, διατάξεις σχετικές με την “εφαρμογή εξαιρέσεων όσον αφορά τις αιτήσεις πρόσβασης σε περιβαλλοντικές πληροφορίες”. Ακολουθώντας μεν τη βασική προσέγγιση για την επέκταση του κανονισμού αριθ. 1049/2001 για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα όλων των κοινοτικών θεσμικών οργάνων και φορέων, το Συμβούλιο διαπίστωσε ότι ορισμένες διατάξεις του εν λόγω κανονισμού που αφορούν εξαιρέσεις έπρεπε να πληρούν τις προϋποθέσεις αιτήσεων για περιβαλλοντικές πληροφορίες, ούτως ώστε να εξασφαλίζεται η πλήρης συμμόρφωση με τη Σύμβαση του Aarhus. Αυτές ενσωματώνονται στο νέο άρθρο 6.

Οι τροπολογίες 21, 46 και 22, οι οποίες αφορούν τις διατάξεις για τη συμμετοχή του κοινού απερρίφθησαν από την Επιτροπή, με το σκεπτικό ότι, χωρίς αυτό να χρειάζεται, υπεισέρχονται σε λεπτομέρειες των διοικητικών διαδικασιών. Ωστόσο, ενσωματώνονται κατ΄αρχήν και εν μέρει στην κοινή θέση με το αναδιατυπωμένο άρθρο 9 (άρθρο 8 της πρότασης της Επιτροπής).

Οι τροπολογίες 33, 35 και 58 που αφορούν τα κριτήρια αναγνώρισης των νομιμοποιούμενων φορέων απορρίφθηκαν από την Επιτροπή. Ορισμένα στοιχεία των εν λόγω τροπολογιών ενσωματώθηκαν στο άρθρο 11 της κοινής θέσης, το οποίο διαλαμβάνει τα “κριτήρια νομιμοποίησης σε κοινοτικό επίπεδο”. Ειδικότερα, δεν ισχύει πλέον η απαίτηση για τις μη κυβερνητικές οργανώσεις, προκειμένου αυτές να αναγνωριστούν, να δραστηριοποιούνται στο καθαυτό κοινοτικό·επίπεδο. ¨Ομως, οι εκ μέρους τους τυχόν αιτήσεις εσωτερικής επανεξέτασης πρέπει να αναφέρονται σε ζητήματα κοινοτικού επιπέδου, δηλαδή να είναι συνεπείς με τον ορισμό του “κοινοτικού δικαίου”. Επιπλέον, σε σύγκριση με την πρόταση της Επιτροπής, η κοινή θέση δεν απαιτεί πλέον από τη μη κυβερνητική οργάνωση να “έχει πιστοποιημένη από επίσημο ελεγκτή την ετήσια κατάσταση των λογαριασμών της.”

3.2.3 Τροπολογίες του Κοινοβουλίου που απέρριψε η Επιτροπή και το Συμβούλιο και δεν ενσωματώθηκαν στην κοινή θέση

Η τροπολογία 1 ήδη καλύπτεται από τη διατύπωση της αιτιολογικής σκέψης 7.

Οι τροπολογίες 40, 41 δεν έγιναν δεκτές από την Επιτροπή και δεν ενσωματώθηκαν στην κοινή θέση, επειδή θα επέκτειναν το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού και τους οργανισμούς του νομιμοποιούμενους να έχουν πρόσβαση σε διαδικασία επανεξέτασης πέραν της «περιβαλλοντικής προστασίας», στην «προαγωγή της αειφόρου ανάπτυξης». Η Σύμβαση του Aarhus αναγνωρίζει προνομιούχο καθεστώς στις μη κυβερνητικές οργανώσεις που προωθούν την περιβαλλοντική προστασία, γεγονός που αντανακλάται στην πρόταση της Επιτροπής. Επίσης, η Επιτροπή απέρριψε τις τροπολογίες 8 και 44 που διευρύνουν τον ορισμό των ‘νομιμοποιούμενων φορέων’ σε οργανώσεις που έχουν ως στόχο την ‘προαγωγή της αειφόρου ανάπτυξης’. Επιπλέον, οι τροπολογίες αυτές απέβλεπαν, επίσης, στην κατά περίπτωσιν υπαγωγή τοπικών οργανώσεων οι οποίες δεν ανταποκρίνονται στην προσέγγιση της πρότασης της Επιτροπής σχετικά με την κάλυψη ζητημάτων κοινοτικής κλίμακας. Για την κοινή θέση, και οι δύο τροπολογίες είναι πλέον άνευ αντικειμένου, δεδομένου η έννοια των ‘νομιμοποιούμενων φορέων’ απαλείφθηκε από το κείμενο (όσον αφορά την ‘Κοινοτική κλίμακα’, πρβλ. την ανωτέρω παράγραφο 3.2.2)

Η τροπολογία 56 σχετικά με την αιτιολογική σκέψη 15 δεν έγινε δεκτή από την Επιτροπή, δεδομένου ότι αναφερόταν στις διατάξεις της οδηγίας 2003/4 για τις εξαιρέσεις όσον αφορά την πρόσβαση στις περιβαλλοντικές πληροφορίες. Η τροπολογία αυτή δεν ενσωματώθηκε στην κοινή θέση, η οποία, ωστόσο, προσθέτει σειρά στοιχείων στην πρόταση της Επιτροπής όσον αφορά την πρόσβαση στις περιβαλλοντικές πληροφορίες (πρβλ. 3.2.5).

Η σχετική με την αιτιολογική σκέψη 18 τροπολογία 3 απερρίφθη από την Επιτροπή και δεν ενσωματώθηκε στην κοινή θέση, δεδομένου ότι οι σχετικές επιχειρησιακές διατάξεις για τη συμμετοχή του κοινού δεν περιέχουν αναφορά στη “χρήση μέσων όπως οι ειδικοί δικτυακοί τόποι”.

Η τροπολογία 4 η οποία αφορά νέα αιτιολογική σκέψη 20 α), και η οποία αποβλέπει στην εξαίρεση οργανώσεων “οι οποίες ενδέχεται να μην έχουν γνήσιους στόχους περιβαλλοντικής προστασίας” απερρίφθη από την Επιτροπή και δεν ενσωματώθηκε στην κοινή θέση.

Η τροπολογία 5 (νέα αιτιολογική σκέψη 20β) η σχετική με την ανάγκη των κοινοτικών θεσμικών οργάνων να ”επιταχύνουν τις διαδικασίες” δεν συνδέεται με ειδική επιχειρησιακή διάταξη και δεν ενσωματώθηκε.

Η τροπολογία 9, η οποία αποβλέπει στην ενσωμάτωση του ορισμού της “περιβαλλοντικής πληροφορίας” στην εξέλιξη των διαδικασιών επί παραβάσει, απερρίφθη από την Επιτροπή. Δεν ενσωματώθηκε στην κοινή θέση, όπου ο ορισμός ελήφθη από την οδηγία 2003/4/ΕΚ σχετικά με την πρόσβαση του κοινού σε περιβαλλοντικές πληροφορίες.

Η τροπολογία 16 απερρίφθη από την Επιτροπή, ως περιέχουσα αριθμό απαιτήσεων σχετικών με την ενεργό διάχυση των περιβαλλοντικών πληροφοριών, η οποία ξεπερνά τις απαιτήσεις της Σύμβασης του Aarhus. Αλλά ούτε και η κοινή θέση ενσωματώνει την εν λόγω τροπολογία, η οποία θα συνεπαγόταν περιττά διοικητικά βάρη.

Η τροπολογία 19 απερρίφθη από την Επιτροπή, ως ήδη προβλεπόμενη, κατ΄ουσίαν, από την πρόταση. Ούτε εξάλλου και η κοινή θέση ενσωματώνει την εν λόγω τροπολογία..

Οι τροπολογίες 7 και 10 που αφορούν το εύρος των διατάξεων της δημόσιας συμμετοχής – επέκταση στις ‘πολιτικές που αφορούν το περιβάλλον’ και υπαγωγή των σχεδίων των προγραμμάτων ‘υπόκεινται σε χρηματοδότηση από θεσμικό όργανο ή φορέα της Κοινότητας’, απερρίφθησαν από την Επιτροπή, δεδομένου ότι υπερβαίνουν τις νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις της Σύμβασης του Aarhus και δεν ευθυγραμμίζονται με την προσέγγιση που ακολουθείται από τα κράτη μέλη. Ούτε εξάλλου και η κοινή θέση τις ενσωματώνει.

Η τροπολογία 23, η οποία αφορά λεπτομερείς ρυθμίσεις για τον χειρισμό των αποτελεσμάτων της συμμετοχής του κοινού, απερρίφθη από την Επιτροπή (όπως και οι σχετικές τροπολογίες 21, 46 και 22, πρβλ. 3.2.2), ως υπεισερχόμενες, σε υπερβολικό βαθμό, σε διοικητικές λεπτομέρειες. Ούτε εξάλλου και η κοινή θέση, ενώ επιφέρει σειρά τροποποιήσεων στις διατάξεις που διέπουν τη δημόσια συμμετοχή, ενσωματώνει τον κορμό της εν λόγω τροπολογίας.

Η τροπολογία 45, η οποία αποβλέπει στην τροποποίηση του ορισμού του ‘περιβαλλοντικού δικαίου’, ώστε να περιλαμβάνεται η κοινοτική νομοθεσία η οποία έχει ως πρωτεύοντα ή δευτερεύοντα στόχο την προστασία του περιβάλλοντος, απερρίφθη από την Επιτροπή, με το σκεπτικό ότι δημιουργεί δυνητική αβεβαιότητα ως προς την ερμηνεία του. Ούτε εξάλλου ενσωματώνεται και στην κοινή θέση, η οποία, ωστόσο, τροποποίησε σημαντικά τον ορισμό στην πρόταση της Επιτροπής.

Οι τροπολογίες 30, 42, 47, 48, 49, 50, 52 και 53 που αφορούν τις αιτήσεις επανεξέτασης από ιδιώτες, απερρίφθησαν από την Επιτροπή και δεν ενσωματώθηκαν στην κοινή θέση. Η Σύμβαση του Aarhus προβλέπει τη δυνατότητα θέσπισης κριτηρίων από Μέρη, σχετικών με την πρόσβαση στη δικαιοσύνη, τα οποία η πρόταση της Επιτροπής υιοθέτησε εις ό,τι αφορά τα κριτήρια για τις μη κυβερνητικές οργανώσεις (“νομιμοποιούμενοι φορείς”). Ενώ τα κριτήρια νομιμοποίησης για την υποβολή αίτησης για εσωτερική επανεξέταση απλουστεύθηκαν στην κοινή θέση, η τελευταία, όπως και η πρόταση της Επιτροπής, εξακολουθεί να βασίζεται με συνέπεια στις διατάξεις των άρθρων 230 παράγραφος 4 και 232 παράγραφος 3 της Συνθήκης ΕΚ.

Η τροπολογία 51, η οποία αποβλέπει στην προσθήκη νέου άρθρου 10β σχετικά με τις προσφυγές στον Διαμεσολαβητή, απερρίφθη από την Επιτροπή, προκειμένου να μην υπάρχει αλληλεπικάλυψη με το άρθρο 195 της Συνθήκης ΕΚ η οποία προβλέπει διαδικασία προσφυγής στον Διαμεσολαβητή. Η κοινή θέση δεν ενσωματώνει την εν λόγω τροπολογία.

Η τροπολογία 37 απερρίφθη από την Επιτροπή και δεν ενσωματώθηκε στη κοινή θέση, δεδομένου ότι δεν υποχρεούνται όλα τα κοινοτικά θεσμικά όργανα και φορείς να προσαρμόσουν τον εσωτερικό κανονισμό τους, και, σε περίπτωση που θα υποχρεούντο, χρειάζεται κάποιος χρόνος προκειμένου να επιτευχθεί κάτι τέτοιο.

3.2.4 Τροπολογίες του Κοινοβουλίου που έγιναν δεκτές πλήρως, εν μέρει ή κατ΄αρχήν από την Επιτροπή, οι οποίες, όμως, δεν ενσωματώθηκαν στην κοινή θέση

Η τροπολογία 39 η οποία αφορά την αιτιολογική σκέψη 1 έγινε δεκτή κατ΄αρχήν από την Επιτροπή, λόγω της διακηρυκτικής φύσεώς της· ωστόσο δεν ενσωματώθηκε στην κοινή θέση.

Το τμήμα της τροπολογίας 43 που έγινε δεκτό από την Επιτροπή, όπου προστίθεται η διατύπωση “σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο” στον ορισμό του “κοινού” δεν ενσωματώνεται στην κοινή θέση.

Το τμήμα της τροπολογίας 18 που έγινε δεκτό από την Επιτροπή, το οποίο αναφέρεται στην υποχρέωση ενημέρωσης, ‘το ταχύτερο δυνατόν’, του ενδιαφερόμενου που έχει υποβάλει αίτηση, εφόσον οι πληροφορίες αυτές δεν κατέχονται από θεσμικά όργανα ή φορείς της Κοινότητας ‘ή,το αργότερο εντός 15 εργασίμων ημερών’ δεν ενσωματώθηκε στην κοινή θέση (νυν άρθρο 7).

Η τροπολογία 36 σχετικά με τις δυνατότητες ‘νομιμοποιούμενου φορέα’ (μη κυβερνητικής οργάνωσης /ΜΚΟ) για την προσφυγή κατ’ αποφάσεως της Επιτροπής για την ακύρωση της αναγνώρισής του είναι πλέον άνευ αντικειμένου, δεδομένου ότι το αντίστοιχο άρθρο που διέπει τη συγκεκριμένη διαδικασία αναγνώρισης δεν ενσωματώνεται στην κοινή θέση.

Η τροπολογία 38 που αφορά την εφαρμογή του κανονισμού έξι μήνες μετά την ημερομηνία θέσεώς του σε ισχύ δεν ενσωματώνεται στην κοινή θέση, όπου, εξάλλου, η εν λόγω ημερομηνία δεν προσδιορίζεται.

4- ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Οι τροποποιήσεις που εισήγαγε το Συμβούλιο συμβάλλουν στην αποσαφήνιση της πρότασης υπό το πρίσμα των διατάξεων της Σύμβασης του Aarhus, ιδίως σε σχέση με την πρόσβαση στις περιβαλλοντικές πληροφορίες. Επίσης, είναι σαφέστερες όσον αφορά τη συμμετοχή του κοινού, αφήνοντας στα εμπλεκόμενα θεσμικά όργανα και φορείς την αναγκαία ευελιξία για διαδικαστικές ρυθμίσεις μέσω πρακτικών ή/και άλλων διατάξεων. Ενώ απλουστεύθηκαν τα κριτήρια και η διαδικασία νομιμοποίησης μη κυβερνητικών οργανώσεων όσον αφορά την υποβολή αιτήσεως για εσωτερική επανεξέταση, η Επιτροπή χαιρετίζει το γεγονός ότι μεταξύ των κυριότερων κριτηρίων νομιμοποίησης παραμένει η προϋπόθεση ότι κύριος στόχος μιας τέτοιας οργάνωσης πρέπει να είναι η προαγωγή της περιβαλλοντικής προστασίας στο πλαίσιο της κοινοτικής περιβαλλοντικής πολιτικής. Συνεκτιμώντας τα ως άνω, η Επιτροπή υποστηρίζει την κοινή θέση που εγκρίθηκε με ειδική πλειοψηφία στις 18 Ιουλίου 2005.