52005PC0375

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές για τη μετανάστευση και τη διεθνή προστασία /* COM/2005/0375 τελικό - COD 2005/0156 */


[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 14.9.2005

COM(2005) 375 τελικό

2005/0156 (COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές για τη μετανάστευση και τη διεθνή προστασία

(υποβληθείσα από την Επιτροπή)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

- Βάση και στόχοι της πρότασης

Η ανάπτυξη των κοινοτικών πολιτικών και της νομοθεσίας σχετικά με τη μετανάστευση και το άσυλο επισήμανε την ανάγκη να υπάρξουν συνολικές και συγκρίσιμες ευρωπαϊκές στατιστικές σχετικά με ένα φάσμα θεμάτων που συνδέονται με τη μετανάστευση. Η περαιτέρω ανάπτυξη, εφαρμογή και παρακολούθηση κοινών συστημάτων για τη μετανάστευση και το άσυλο απαιτεί πολύ καλύτερα στατιστικά στοιχεία από αυτά που ήδη υπάρχουν. Στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Θεσσαλονίκης, της 20ής Ιουνίου 2003, αναφερόταν ότι απαιτούνται αποτελεσματικότεροι μηχανισμοί για τη συγκέντρωση και την ανάλυση των στοιχείων που αφορούν τη μετανάστευση και το άσυλο στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε ψήφισμά του, στις 6 Νοεμβρίου 2003, σημείωνε ότι απαιτείται να υπάρξει νομοθεσία για να εξασφαλιστεί η παραγωγή συνολικών στατιστικών, οι οποίες είναι αναγκαίες για την ανάπτυξη δίκαιων και αποτελεσματικών κοινοτικών πολιτικών σχετικά με τη μετανάστευση.

- Γενικό πλαίσιο

Σημαντικές προσπάθειες έχουν καταβληθεί από τη θέση σε ισχύ της συνθήκης του Άμστερνταμ κι έπειτα για την ανάπτυξη κοινών συστημάτων για το άσυλο και τη μετανάστευση στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Έτσι σχηματίστηκε ένα σημαντικό μέρος ενός φιλόδοξου προγράμματος εργασίας για τη δημιουργία ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, που είχε χαρακτηριστεί προτεραιότητα για την Ευρωπαϊκή Ένωση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Τάμπερε το 1999. Τον Απρίλιο του 2003, η Επιτροπή δημοσίευσε ένα σχέδιο δράσης (COM (2003) 179 τελικό)[1] καθορίζοντας τους βραχυπρόθεσμους και τους μεσοπρόθεσμους στόχους της για την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων της στον τομέα των στατιστικών για τη μετανάστευση και το άσυλο. Η παρούσα πρόταση αποτελεί την υλοποίηση της πρόθεσης της Επιτροπής που αναφέρεται στο σχέδιο δράσης να εισαγάγει μια νομοθετική βάση για τις στατιστικές αυτές.

- Υπάρχουσες διατάξεις στον τομέα της πρότασης / Κατάργηση υπάρχουσας νομοθεσίας

Οι νέες ανάγκες της Κοινότητας για στατιστικά στοιχεία σχετικά με τη μετανάστευση και το άσυλο καθιστούν παρωχημένες τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 311/76 του Συμβουλίου της 9ης Φεβρουαρίου 1976 περί τηρήσεως στατιστικών για τους αλλοδαπούς εργαζόμενους[2] ο οποίος, κατά συνέπεια, πρέπει να καταργηθεί.

ΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

- Περίληψη της προτεινόμενης δράσης

Στόχος του παρόντος κανονισμού είναι να δημιουργηθεί ένα κοινό πλαίσιο για τη συλλογή και την κατάρτιση κοινοτικών στατιστικών στοιχείων σχετικά με τη διεθνή μετανάστευση και το άσυλο. Έχει διαπιστωθεί ότι υπάρχουν μεγάλες διαφορές μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο παράγονται οι στατιστικές για τη μετανάστευση, και ιδίως όσον αφορά τον ορισμό των μεταναστών για τις στατιστικές αυτές. Η κατάσταση των αναγκών για διάφορα είδη στατιστικών στοιχείων σχετικά με τη μετανάστευση και τη διαθεσιμότητα των διαφόρων πηγών δεδομένων δεν είναι στατική. Ο παρών κανονισμός επιχειρεί να συμβιβάσει τις μεγάλες διαφορές που υπάρχουν σε όλη την Ευρώπη όσον αφορά τα διοικητικά συστήματα και τις πηγές των δεδομένων με την αυξανόμενη ανάγκη για συγκρίσιμα στατιστικά στοιχεία σχετικά με τη μετανάστευση για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη της. Παρά το γεγονός ότι σκοπός της νομοθεσίας είναι να περιορίσει τον αντίκτυπο αυτών των διαφορών που έχουν οι ορισμοί και οι πηγές των δεδομένων στη συγκρισιμότητα των στατιστικών, είναι κατανοητό ότι η εναρμόνιση δεν μπορεί παρά να γίνει σταδιακά. Η προτεινόμενη νομοθεσία υποχρεώνει τα κράτη μέλη να αξιοποιήσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα διαθέσιμα δεδομένα με σκοπό την παραγωγή στατιστικών που να ανταποκρίνονται όσο το δυνατόν περισσότερο σε εναρμονισμένους ορισμούς. Ωστόσο, δεν προτείνεται να επιβληθεί στα κράτη μέλη η εισαγωγή εντελώς νέων πηγών δεδομένων ή η υποχρεωτική αλλαγή των διοικητικών τους συστημάτων για τη μετανάστευση ή το άσυλο. Τα κράτη μέλη θα πρέπει όμως να εξηγήσουν αφενός την επιλογή των πηγών των δεδομένων και αφετέρου τις προβλεπόμενες επιπτώσεις των πηγών των δεδομένων στο βαθμό συμμόρφωσης με τους εναρμονισμένους ορισμούς. Οι πληροφορίες αυτές θα χρησιμοποιηθούν ως οδηγός στην ερμηνεία των στατιστικών.

- Νομική βάση: άρθρο 285 της συνθήκης ΕΚ

Το άρθρο 285 αποτελεί τη νομική βάση για τις κοινοτικές στατιστικές. Το Συμβούλιο, ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία της συναπόφασης, θα υιοθετήσει μέτρα για την παραγωγή στατιστικών, όπου αυτό είναι αναγκαίο, για την εκτέλεση των δραστηριοτήτων της Κοινότητας. Το άρθρο αυτό καθορίζει τις προϋποθέσεις που αφορούν την παραγωγή των κοινοτικών στατιστικών και απαιτεί τη συμμόρφωση με τα πρότυπα αμεροληψίας, αξιοπιστίας, αντικειμενικότητας, επιστημονικής ανεξαρτησίας, σχέσης κόστους-αποτελεσματικότητας και στατιστικού απορρήτου.

- Η αρχή της επικουρικότητας

Σήμερα υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί στατιστικοί ορισμοί και αντιλήψεις όσον αφορά τη μετανάστευση. Έτσι δεν είναι δυνατόν να υπάρξει παραγωγή συγκρίσιμων στατιστικών για τη μετανάστευση. Εδώ και κάποια χρόνια γίνονται προσπάθειες να συγκεντρώνονται δεδομένα βάσει εναρμονισμένων ορισμών, χρησιμοποιώντας μια σειρά από συμφωνίες κυρίων, αλλά τα κράτη μέλη δεν εφάρμοσαν τους ορισμούς αυτούς. Σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας όπως καθορίζεται στο άρθρο 5 της συνθήκης ΕΚ, ο στόχος της προτεινόμενης ενέργειας, η συστηματική, δηλαδή, παραγωγή εναρμονισμένων κοινοτικών στατιστικών σχετικά με τη διεθνή μετανάστευση και το άσυλο, δεν μπορεί να επιτευχθεί σε ικανοποιητικό βαθμό εάν τα κράτη μέλη ενεργούν μεμονωμένα, αλλά μπορεί να επιτευχθεί από την Κοινότητα. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο ψήφισμά του, της 6ης Νοεμβρίου 2003, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι για να σημειωθεί περαιτέρω πρόοδος όσον αφορά τη βελτίωση των στατιστικών στοιχείων για τη μετανάστευση απαιτείται νομοθεσία. Εκτός από τη βελτίωση της μέτρησης των αριθμών των μεταναστών, υπάρχει μεγάλη ανάγκη για καλύτερα δημογραφικά και κοινωνικοοικονομικά στοιχεία σχετικά με τους μετανάστες. Παραδείγματος χάρη, στην περίπτωση των στατιστικών σχετικά με τα μέτρα εφαρμογής κατά της παράνομης μετανάστευσης, είναι σημαντικό να εξελιχθεί η συλλογή των δεδομένων έτσι ώστε να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με την ηλικία και το φύλο των συγκεκριμένων ατόμων. Οι λεπτομέρειες αυτές, οι οποίες σήμερα δεν είναι διαθέσιμες, είναι απαραίτητες για να αξιολογηθούν οι πολιτικές κατά της εμπορίας ανθρώπων. Επίσης, απαιτούνται καλύτερες κοινωνικοοικονομικές πληροφορίες για τη διερεύνηση ζητημάτων, όπως είναι η ενσωμάτωση των μεταναστών και η συμμετοχή τους στις αγορές εργασίας.

Οι μεμονωμένες ενέργειες των κρατών μελών δεν επαρκούν για να εξασφαλίσουν τη διαθεσιμότητα των συγκρίσιμων στατιστικών που απαιτούνται για την ανάπτυξη και την παρακολούθηση δίκαιων και αποτελεσματικών κοινοτικών πολιτικών σχετικά με τη μετανάστευση και το άσυλο. Η αυξανόμενη σπουδαιότητα της μετανάστευσης ως παράγοντα σε πολλούς τομείς δημόσιας πολιτικής υπογραμμίζει την ανάγκη ύπαρξης αξιόπιστων και συγκρίσιμων στατιστικών στοιχείων από τα κράτη μέλη. Παραδείγματος χάρη, χρειάζονται σωστές πληροφορίες σχετικά με τη μετανάστευση για την πρόβλεψη των μελλοντικών εξελίξεων στην αγορά εργασίας. Οι ενέργειες μόνον από την πλευρά των κρατών μελών, χωρίς συντονισμό και εναρμόνιση σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποτελούν ανεπαρκή και αναποτελεσματική προσέγγιση για την ικανοποίηση της ανάγκης αυτής.

Η εισαγωγή εναρμονισμένων κοινοτικών στατιστικών σχετικά με τη μετανάστευση και το άσυλο είναι μια πολύπλοκη διαδικασία, κατά την οποία πρέπει να ληφθούν υπόψη οι ανάγκες της πολιτικής για στατιστικά στοιχεία, οι διεθνείς πρακτικές και συστάσεις και τα πρακτικά θέματα της εφαρμογής των ορισμών σε καθένα από τα κράτη μέλη. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να γίνουν διαβουλεύσεις και να υπάρξει συντονισμός και σχεδιασμός σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης· η Επιτροπή είναι στην καταλληλότερη θέση για να τα αναλάβει όλα αυτά. Είναι καθοριστικό να υπάρξει διαθέσιμη ευρεία πληροφόρηση για την ΕΕ για την παρακολούθηση της εξέλιξης και της εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας και πολιτικής. Σε γενικές γραμμές, η σημερινή πρακτική δεν εξασφαλίζει επαρκώς την ενιαία, τακτική, έγκαιρη και ταχεία παροχή και διάδοση δεδομένων ούτε την ελεύθερη πρόσβαση σε αυτά. Τα στατιστικά στοιχεία που θα συγκεντρωθούν με βάση την προτεινόμενη νομοθεσία θα είναι, στο μέτρο του δυνατού, σύμφωνα με τις συστάσεις των Ηνωμένων Εθνών για τις στατιστικές στον τομέα της διεθνούς μετανάστευσης. Οι στατιστικές που καλύπτονται βασίζονται κυρίως στην υπάρχουσα ετήσια συλλογή δεδομένων της Eurostat για την μετανάστευση και στις μηνιαίες συλλογές δεδομένων για το άσυλο και τα μέτρα επιβολής κατά της παράνομης μετανάστευσης. Ένα ακόμη σχετικό θέμα που θα καλυφθεί είναι η νόμιμη μετανάστευση ατόμων που δεν είναι υπήκοοι της ΕΕ. Το θέμα αυτό εμφανίζεται σε πολλές από τις εξελίξεις που αφορούν τη νομοθεσία και την πολιτική της Επιτροπής.

Δρώντας μεμονωμένα, παρά τις εκτεταμένες μη νομοθετικές προσπάθειες της Επιτροπής για να βελτιώσει το συντονισμό στον τομέα αυτόν, τα κράτη μέλη δεν μπόρεσαν να προσφέρουν στην Επιτροπή τα εναρμονισμένα δεδομένα που είναι αναγκαία για την παραγωγή συγκρίσιμων κοινοτικών στατιστικών σχετικά με τη μετανάστευση και το άσυλο. Παρά το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών υπήρξαν εξελίξεις και βελτιώσεις, είναι σαφές ότι οι διαθέσιμες ευρωπαϊκές στατιστικές για τη μετανάστευση και το άσυλο δεν επαρκούν για την προετοιμασία και την παρακολούθηση της νομοθεσίας και της πολιτικής. Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί το γεγονός ότι λείπει μεγάλος αριθμός δεδομένων από τις συλλογές δεδομένων. Υπάρχουν επίσης σοβαρά προβλήματα που αφορούν την έλλειψη εναρμόνισης – τόσο σχετικά με τις πηγές των δεδομένων που χρησιμοποιούνται όσο και σχετικά με τους ορισμούς που εφαρμόζονται στις στατιστικές.

Η Επιτροπή βρίσκεται μεν στην καταλληλότερη θέση για να οργανώσει τη συλλογή των κοινοτικών στατιστικών, αλλά για την οργάνωση και τη λειτουργία των εθνικών στατιστικών συστημάτων είναι τα κράτη μέλη. Η πρόταση αφορά αποκλειστικά τις στατιστικές για τη διεθνή μετανάστευση και το άσυλο που παρέχονται στην Επιτροπή με σκοπό την παραγωγή κοινοτικών στατιστικών. Δεν υπάρχει άμεσος αντίκτυπος στην παραγωγή στατιστικών για εθνικούς λόγους ή σε άλλα είδη στατιστικών του πληθυσμού, όπως είναι η εσωτερική μετανάστευση μέσα στην επικράτεια ενός κράτους μέλους. Οι ενδεδειγμένοι κανόνες καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 322/97 του Συμβουλίου, της 17ης Φεβρουαρίου 1997, σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές[3].

Η εν λόγω νομοθεσία θεωρείται αναγκαία ενέργεια για τη βελτίωση της διαθεσιμότητας των εναρμονισμένων κοινοτικών στατιστικών σχετικά με ένα θέμα το οποίο έχει αναγνωριστεί ότι αποτελεί υψηλή προτεραιότητα τόσο σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και σε επίπεδο κρατών μελών. Εάν δεν εγκριθεί ο κανονισμός και τα αντίστοιχα μέτρα εφαρμογής θα υπάρξει σοβαρός αρνητικός αντίκτυπος στην ανάπτυξη και στην παρακολούθηση της πολιτικής.

- Η αρχή της αναλογικότητας

Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, ο παρών κανονισμός περιορίζεται στο ελάχιστο αναγκαίο για την επίτευξη αυτού του στόχου και δεν υπερβαίνει τα απολύτως απαραίτητα για το σκοπό αυτό. Λόγω των μεγάλων διαφοροποιήσεων που υπάρχουν σε όλη την ΕΕ όσον αφορά τις πηγές των δεδομένων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή στατιστικών σχετικά με τη μετανάστευση, δεν είναι εφικτό να υπάρξει νομοθεσία για μια συγκεκριμένη πηγή δεδομένων η οποία να χρησιμοποιείται σε κάθε κράτος μέλος. Αντίθετα, ο στόχος είναι η νομοθεσία να επιτρέψει ένα βαθμό ευελιξίας στις εθνικές διοικήσεις ώστε να χρησιμοποιούν τις καλύτερες διαθέσιμες πηγές δεδομένων για την παροχή στατιστικών βάσει εναρμονισμένων ορισμών. Μια σημαντική πτυχή θα είναι η παροχή αναλυτικών μεταδεδομένων για την εξήγηση των πηγών δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν και για την αξιολόγηση των πιθανών επιπτώσεων αυτών των πηγών δεδομένων στο βαθμό που οι στατιστικές συμμορφώνονται με τους εναρμονισμένους ορισμούς.

Ο προτεινόμενος κανονισμός εφαρμόζει εναρμονισμένους στατιστικούς ορισμούς μόνο για τη μετανάστευση και το άσυλο. Τα κράτη μέλη διατηρούν την ευχέρεια να συγκεντρώνουν τις στατιστικές αυτές χρησιμοποιώντας τις καταλληλότερες εθνικές πηγές δεδομένων, λαμβάνοντας υπόψη τα εθνικά στατιστικά συστήματα και πρακτικές. Δεν υπάρχει υποχρέωση να επιφέρουν αλλαγές στα διοικητικά συστήματα που συνδέονται με τη μετανάστευση και το άσυλο. Σε εθνικό επίπεδο, η αρμοδιότητα για τις στατιστικές σχετικά με τη μετανάστευση και το άσυλο ανήκει πολύ διαφορετικούς φορείς. Εκτιμάται ότι η νομοθεσία μπορεί, για ορισμένα κράτη μέλη, να επιφέρει κάποιες αλλαγές στις υπάρχουσες δραστηριότητές τους σχετικά με τις στατιστικές για τη μετανάστευση - π.χ. συλλογή πρόσθετων μεταβλητών ή μείωση της χρονικής καθυστέρησης στη διαθεσιμότητα των δεδομένων. Η Eurostat θα εξακολουθήσει να συνεργάζεται στενά με τις αρμόδιες εθνικές αρχές και θα επιδιώξει να ελαχιστοποιήσει τις ενδεχόμενες δυσκολίες που θα δημιουργηθούν από τον κανονισμό-πλαίσιο και τα επακόλουθα μέτρα εφαρμογής της Επιτροπής.

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

Η πρόταση δεν έχει επίπτωση στον κοινοτικό προϋπολογισμό.

2005/0156 (COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές για τη μετανάστευση και τη διεθνή προστασία

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 285 παράγραφος 1,

την πρόταση της Επιτροπής[4],

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[5],

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών[6],

αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που θεσπίζεται στο άρθρο 251 της Συνθήκης[7],

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1. Στα συμπεράσματά του της 28-29 Μαΐου 2001 το Συμβούλιο Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ανέφερε, σχετικά με την κοινή ανάλυση και τη βελτιωμένη ανταλλαγή στατιστικών για το άσυλο και τη μετανάστευση, ότι υπάρχει ανάγκη συνολικού και συνεκτικού πλαισίου για μελλοντική δράση που θα αποβλέπει στη βελτίωση των στατιστικών.

2. Τον Απρίλιο του 2003, η Επιτροπή υπέβαλε ανακοίνωση στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με σχέδιο δράσης για τη συλλογή και ανάλυση κοινοτικών στατιστικών στον τομέα της μετανάστευσης[8]. Το σχέδιο αυτό περιελάμβανε αρκετές σημαντικές αλλαγές με σκοπό τη βελτίωση της πληρότητας και του βαθμού εναρμόνισης των στατιστικών αυτών. Σύμφωνα με το σχέδιο δράσης, η Επιτροπή σκοπεύει να προτείνει νομοθεσία σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές για τη μετανάστευση και το άσυλο.

3. Στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Θεσσαλονίκης, της 20ής Ιουνίου 2003, αναφερόταν ότι απαιτούνται αποτελεσματικότεροι μηχανισμοί για τη συγκέντρωση και την ανάλυση των στοιχείων που αφορούν τη μετανάστευση και το άσυλο στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

4. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε ψήφισμά του, στις 6 Νοεμβρίου 2003, σημείωνε ότι απαιτείται να υπάρξει νομοθεσία για να εξασφαλιστεί η παραγωγή συνολικών στατιστικών, οι οποίες είναι αναγκαίες για την ανάπτυξη δίκαιων και αποτελεσματικών κοινοτικών πολιτικών σχετικά με τη μετανάστευση. Το ψήφισμα υποστηρίζει τα σχέδια της Επιτροπής για την πρόταση νομοθεσίας σχετικά με τη μετανάστευση και το άσυλο.

5. Η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης προσέθεσε μια νέα γεωγραφική και πολιτική διάσταση στη σειρά των φαινομένων που συνδέονται με τη μετανάστευση. Έκανε την απαίτηση για ακριβή, έγκαιρα και εναρμονισμένα στατιστικά στοιχεία ακόμη πιο έντονη. Διαρκώς μεγαλύτερη γίνεται επίσης η ανάγκη για στατιστικά στοιχεία σχετικά με το επάγγελμα, την εκπαίδευση, τα προσόντα και τον τύπο δραστηριότητας των μεταναστών.

6. Οι εναρμονισμένες και συγκρίσιμες κοινοτικές στατιστικές για τη μετανάστευση και το άσυλο είναι ιδιαίτερα σημαντικές για την ανάπτυξη και την παρακολούθηση της κοινοτικής νομοθεσίας και των πολιτικών που συνδέονται με τη μετανάστευση και το άσυλο και την ελεύθερη κυκλοφορία των ατόμων.

7. Πρέπει να ενισχυθεί η ανταλλαγή στατιστικών στοιχείων για το άσυλο και τη μετανάστευση και να βελτιωθεί η ποιότητα των κοινοτικών στατιστικών συλλογών και αποτελεσμάτων που έχουν προκύψει έως τώρα βάσει των «συμφωνιών κυρίων».

8. Είναι σημαντικό να υπάρξει διαθέσιμη πληροφόρηση για όλη την ΕΕ με σκοπό την παρακολούθηση της εξέλιξης και της εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας και πολιτικής. Σε γενικές γραμμές, η σημερινή πρακτική δεν εξασφαλίζει επαρκώς την ενιαία, τακτική, έγκαιρη και ταχεία παροχή και διάδοση εναρμονισμένων δεδομένων.

9. Οι νέες ανάγκες της Κοινότητας για στατιστικά στοιχεία σχετικά με τη μετανάστευση και το άσυλο δεν καλύπτονται από τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 311/76 του Συμβουλίου, της 9ης Φεβρουαρίου 1976, περί τηρήσεως στατιστικών για τους αλλοδαπούς εργαζόμενους[9].

10. Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 311/76 πρέπει να καταργηθεί.

11. Δεδομένου ότι οι στόχοι της προβλεπόμενης δράσης για τη θέσπιση κοινών κανόνων σχετικά με τη συλλογή και την τήρηση κοινοτικών στατιστικών για τη μετανάστευση και τη διεθνή προστασία δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη και εφόσον είναι δυνατόν, λόγω της κλίμακας της δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη των στόχων αυτών.

12. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 322/97 του Συμβουλίου, της 17ης Φεβρουαρίου 1997, σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές αποτελεί το πλαίσιο αναφοράς για τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού. Απαιτεί ιδίως συμμόρφωση προς τα πρότυπα αμεροληψίας, αξιοπιστίας, αντικειμενικότητας, επιστημονικής ανεξαρτησίας, σχέσης κόστους-αποτελεσματικότητας και στατιστικού απορρήτου[10].

13. Τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/EΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή[11].

14. Ζητήθηκε η γνώμη της επιτροπής στατιστικού προγράμματος, που συστάθηκε με την απόφαση 89/382/ΕΟΚ, Ευρατόμ, του Συμβουλίου, της 19ης Ιουνίου 1989 για τη σύσταση επιτροπής του στατιστικού προγράμματος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων[12], σύμφωνα με το άρθρο 3 της εν λόγω απόφασης,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Aντικείμενο

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κοινούς κανόνες για τη συλλογή και την τήρηση κοινοτικών στατιστικών σχετικά με:

α) τη μετανάστευση από και προς τις επικράτειες των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων των ροών από την επικράτεια ενός κράτους μέλους στην επικράτεια άλλου κράτους μέλους και των ροών μεταξύ της επικράτειας ενός κράτους μέλους και της επικράτειας μιας τρίτης χώρας·

β) την υπηκοότητα και τη χώρα γέννησης των φυσικών προσώπων που συνήθως διαμένουν στην επικράτεια των κρατών μελών·

γ) τις διοικητικές και νομικές διαδικασίες στα κράτη μέλη που αφορούν τη μετανάστευση, τη χορήγηση άδειας παραμονής, υπηκοότητας, ασύλου και άλλων μορφών διεθνούς προστασίας και αποτροπής της παράνομης μετανάστευσης.

Άρθρο 2

Ορισμοί

1. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α) «συνήθης διαμονή» είναι ο τόπος στον οποίο ένα άτομο περνά τις καθημερινές ώρες ανάπαυσης, ανεξάρτητα από την περιστασιακή απουσία του για λόγους αναψυχής, διακοπών, επισκέψεων σε φίλους και συγγενείς, εργασίας, ιατρικής περίθαλψης ή θρησκευτικού προσκυνήματος·

β) «εισερχόμενη μετανάστευση» είναι η ενέργεια κατά την οποία ένα φυσικό πρόσωπο επιλέγει ως συνήθη τόπο διαμονής και εγκαθίσταται στην επικράτεια ενός κράτους μέλους για μια περίοδο η οποία είναι, ή αναμένεται να είναι, δώδεκα μήνες τουλάχιστον, ενώ προηγουμένως ο συνήθης τόπος διαμονής του ήταν σε άλλο κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα·

γ) «εξερχόμενη μετανάστευση» είναι η ενέργεια κατά την οποία ένα φυσικό πρόσωπο το οποίο είχε προηγουμένως το συνήθη τόπο διαμονής του στην επικράτεια ενός κράτους μέλους, παύει να έχει το συνήθη τόπο διαμονής του στο κράτος μέλος αυτό για μια περίοδο η οποία είναι, ή αναμένεται να είναι, δώδεκα μήνες τουλάχιστον·

δ) «εισερχόμενος μετανάστης» είναι το φυσικό πρόσωπο το οποίο πραγματοποιεί εισερχόμενη μετανάστευση·

ε) «εξερχόμενος μετανάστης» είναι το φυσικό πρόσωπο το οποίο πραγματοποιεί εξερχόμενη μετανάστευση·

στ) «επί μακρόν διαμένων» είναι ο επί μακρόν διαμένων όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο β) της οδηγίας 2003/109/ΕΚ[13]·

ζ) «υπήκοος τρίτης χώρας» είναι κάθε πρόσωπο που δεν είναι πολίτης της Ένωσης κατά την έννοια του άρθρου 17 παράγραφος 1 της Συνθήκης, συμπεριλαμβανομένων των απάτριδων·

η) «αίτηση παροχής διεθνούς προστασίας» είναι η αίτηση παροχής διεθνούς προστασίας όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο ζ) της οδηγίας 2004/83/ΕΚ[14] του Συμβουλίου·

θ) «καθεστώς πρόσφυγα» είναι το καθεστώς πρόσφυγα όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο δ) της οδηγίας 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου·

ι) «καθεστώς επικουρικής προστασίας» είναι το καθεστώς επικουρικής προστασίας όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο στ) της οδηγίας 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου·

ια) «μέλη της οικογένειας» είναι τα μέλη της οικογένειας όπως ορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο θ) του κανονισμού 2003/343/ΕΚ[15] του Συμβουλίου·

ιβ) «προσωρινή προστασία» είναι προσωρινή προστασία όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο α) της οδηγίας 2001/55/ΕΚ[16] του Συμβουλίου·

ιγ) «ασυνόδευτοι ανήλικοι» είναι οι ασυνόδευτοι ανήλικοι όπως ορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο θ) της οδηγίας 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου·

ιδ) «μετεγκατάσταση» είναι η χορήγηση έγκρισης σε υπηκόους τρίτων χωρών να παραμείνουν σε κάποιο κράτος μέλος για λόγους διεθνούς προστασίας μέσα στο πλαίσιο ενός εθνικού ή κοινοτικού συστήματος μετεγκατάστασης.

2. Εάν χρειαστεί, οι ορισμοί της παραγράφου 1 είναι δυνατόν να προσαρμοστούν, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 11 παράγραφος 2.

3. Εάν χρειαστεί, για να εξασφαλιστεί η εναρμόνιση των στατιστικών που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό, είναι δυνατόν να εγκριθούν περαιτέρω ορισμοί εκτός από αυτούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 11 παράγραφος 2.

4. Το γεγονός ότι ένα κράτος μέλος δεν δεσμεύεται από ένα ή περισσότερα από τα νομικά κείμενα που αναφέρονται στους ορισμούς της παραγράφου 1 δεν απαλλάσσει το κράτος μέλος αυτό από την υποχρέωση να παρέχει τις στατιστικές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 3

Στατιστικές σχετικά με τη διεθνή μετανάστευση, τον συνήθως διαμένοντα πληθυσμό και την απόκτηση υπηκοότητας

1. Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή (Eurostat) στατιστικά στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των:

α) εισερχόμενων μεταναστών που μετακινούνται στην επικράτεια ενός κράτους μέλους κατά:

i) υπηκοότητα κατά ηλικία και φύλο·

ii) χώρα γέννησης κατά ηλικία και φύλο·

iii) χώρα προηγούμενης συνήθους διαμονής κατά ηλικία και φύλο·

β) εξερχόμενων μεταναστών που μετακινούνται από την επικράτεια ενός κράτους μέλους κατά:

i) υπηκοότητα κατά ηλικία και φύλο·

ii) χώρα γέννησης κατά ηλικία και φύλο·

iii) χώρα επόμενης συνήθους διαμονής κατά ηλικία και φύλο·

γ) των φυσικών προσώπων που έχουν τη συνήθη διαμονή τους στο κράτος μέλος κατά:

i) υπηκοότητα κατά ηλικία και φύλο·

ii) χώρα γέννησης κατά ηλικία και φύλο·

δ) των φυσικών προσώπων που έχουν αποκτήσει την υπηκοότητα του κράτους μέλους και είχαν προηγουμένως την υπηκοότητα άλλου κράτους μέλους ή τρίτης χώρας ή ήταν προηγουμένως απάτριδες, κατά ηλικία και φύλο, και κατά την προηγούμενη υπηκοότητα των συγκεκριμένων προσώπων και κατά το αν τα πρόσωπα ήταν προηγουμένως απάτριδες.

2. Οι στατιστικές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 συνδέονται με τις περιόδους αναφοράς ενός ημερολογιακού έτους και παρέχονται στην Επιτροπή (Eurostat) εντός δέκα μηνών από το τέλος του έτους αναφοράς. Το πρώτο έτος αναφοράς είναι το 2006.

Άρθρο 4

Στατιστικές σχετικά με τη διεθνή προστασία

1. Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή (Eurostat) στατιστικά στοιχεία σχετικά με τους αριθμούς των:

α) προσώπων που έχουν υποβάλει αίτηση παροχής διεθνούς προστασίας ή έχουν συμπεριληφθεί σε τέτοιου είδους αίτηση ως μέλη οικογένειας·

β) προσώπων που καλύπτονται από αιτήσεις παροχής διεθνούς προστασίας οι οποίες εξετάζονται από τις αρμόδιες εθνικές αρχές στο τέλος της περιόδου αναφοράς·

γ) των πρωτοβάθμιων αποφάσεων που απορρίπτουν αιτήσεις για παροχή διεθνούς προστασίας, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων που θεωρούν τις αιτήσεις μη αποδεκτές ή αβάσιμες·

δ) των πρωτοβάθμιων αποφάσεων που χορηγούν ή απορρίπτουν το καθεστώς πρόσφυγα·

ε) των πρωτοβάθμιων αποφάσεων που χορηγούν ή απορρίπτουν το καθεστώς επικουρικής προστασίας·

στ) των πρωτοβάθμιων αποφάσεων που χορηγούν ή απορρίπτουν την προσωρινή προστασία·

ζ) άλλων πρωτοβάθμιων αποφάσεων που χορηγούν, αρνούνται ή απορρίπτουν την έγκριση παραμονής για ανθρωπιστικούς ή άλλους λόγους σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία·

η) αιτήσεων για διεθνή προστασία που έχουν αποσυρθεί.

Τα στατιστικά αυτά στοιχεία πρέπει να αναλύονται κατά ηλικία και φύλο, και κατά υπηκοότητα των συγκεκριμένων προσώπων. Αναφέρονται σε περιόδους αναφοράς ενός ημερολογιακού έτους και παρέχονται στην Επιτροπή (Eurostat) εντός δέκα μηνών από το τέλος του μήνα αναφοράς. Ο πρώτος μήνας αναφοράς είναι ο Ιανουάριος 2006.

2. Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή (Eurostat) στατιστικά στοιχεία σχετικά με τους αριθμούς των:

α) αιτούντων παροχή διεθνούς προστασίας που θεωρούνται από την αρμόδια εθνική αρχή ασυνόδευτοι ανήλικοι·

β) αποφάσεων απόρριψης αιτήσεων παροχής διεθνούς προστασίας, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων που θεωρούν τις αιτήσεις μη αποδεκτές ή αβάσιμες, οι οποίες έχουν ληφθεί διοικητικά ή δικαστικά όργανα ύστερα από έφεση ή επανεξέταση·

γ) αποφάσεων για τη χορήγηση ή την αναστολή του καθεστώτος του πρόσφυγα που ελήφθησαν από διοικητικά ή νομικά όργανα ύστερα από έφεση ή επανεξέταση·

δ) αποφάσεων για τη χορήγηση ή την αναστολή του καθεστώτος επικουρικής προστασίας που ελήφθησαν από διοικητικά ή νομικά όργανα ύστερα από έφεση ή επανεξέταση·

ε) αποφάσεων για τη χορήγηση ή την αναστολή του καθεστώτος προσωρινής προστασίας που ελήφθησαν από διοικητικά ή νομικά όργανα ύστερα από έφεση ή επανεξέταση·

στ) άλλων αποφάσεων που ελήφθησαν από διοικητικά ή νομικά όργανα ύστερα από έφεση ή επανεξέταση για τη χορήγηση, την άρνηση ή την αναστολή εγκρίσεων παραμονής για ανθρωπιστικούς ή άλλους λόγους σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο·

ζ) των αιτήσεων και μεταφορών που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 343/2003 και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1560/2003[17]·

η) των ατόμων που έχουν επιλεγεί για μετεγκατάσταση στο κράτος μέλος.

Τα στατιστικά αυτά στοιχεία πρέπει να αναλύονται κατά ηλικία και φύλο, και κατά υπηκοότητα των συγκεκριμένων προσώπων. Συνδέονται με περιόδους αναφοράς ενός ημερολογιακού έτους και παρέχονται στην Επιτροπή (Eurostat) εντός τριών μηνών από το τέλος του έτους αναφοράς. Το πρώτο έτος αναφοράς είναι το 2006.

Άρθρο 5

Στατιστικές σχετικά με την αποτροπή της παράνομης εισόδου και παραμονής

1. Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή (Eurostat) στατιστικά στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των:

α) υπηκόων τρίτων χωρών στους οποίους απαγορεύτηκε η είσοδος στην επικράτεια του κράτους μέλους στα εξωτερικά του σύνορα·

β) υπηκόων τρίτων χωρών που βρίσκονται παράνομα στην επικράτεια του κράτους μέλους σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία που διέπει τη μετανάστευση.

Τα στατιστικά αυτά στοιχεία πρέπει να αναλύονται κατά ηλικία και φύλο, και κατά υπηκοότητα των συγκεκριμένων προσώπων.

2. Οι στατιστικές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 συνδέονται με τις περιόδους αναφοράς ενός ημερολογιακού έτους και παρέχονται στην Επιτροπή (Eurostat) εντός τριών μηνών από το τέλος του έτους αναφοράς. Το πρώτο έτος αναφοράς είναι το 2006.

Άρθρο 6

Στατιστικές σχετικά με τις άδειες παραμονής και την παραμονή υπηκόων τρίτων χωρών

1. Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή (Eurostat) στατιστικές σχετικά με:

α) τον αριθμό των αδειών παραμονής που εκδίδονται για άτομα που είναι υπήκοοι τρίτων χωρών κατά:

i) άδειες που εκδόθηκαν στη διάρκεια της περιόδου αναφοράς κατά την οποία χορηγήθηκε στο άτομο άδεια παραμονής για πρώτη φορά, κατά υπηκοότητα, κατά αιτιολογία έκδοσης της άδειας και κατά διάρκεια ισχύος της άδειας·

ii) άδειες που εκδόθηκαν στη διάρκεια της περιόδου αναφοράς κατά την οποία ένα άτομο άλλαξε καθεστώς μετανάστη ή αιτία παραμονής, κατά υπηκοότητα, κατά αιτιολογία έκδοσης της άδειας και κατά διάρκεια ισχύος της άδειας·

iii) έγκυρες άδειες την περίοδο αναφοράς (αριθμός αδειών που εκδόθηκαν, δεν ανεστάλησαν και δεν έληξαν) κατά υπηκοότητα, κατά αιτιολογία έκδοσης της άδειας και κατά διάρκεια ισχύος της άδειας·

β) τον αριθμό των επί μακρόν διαμενόντων κατά υπηκοότητα.

2. Όταν η εθνική νομοθεσία και οι διοικητικές πρακτικές επιτρέπουν σε ένα κράτος μέλος τη χορήγηση ειδικών κατηγοριών μακροπρόθεσμης θεώρησης ή καθεστώτος μετανάστη, η μέτρηση αυτών των θεωρήσεων και χορηγήσεων ειδικού καθεστώτος περιλαμβάνονται στις στατιστικές που απαιτούνται σύμφωνα με την παράγραφο 1.

3. Οι στατιστικές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 συνδέονται με περιόδους αναφοράς ενός ημερολογιακού έτους και παρέχονται στην Επιτροπή (Eurostat) εντός έξι μηνών από το τέλος του έτους αναφοράς. Το πρώτο έτος αναφοράς είναι το 2006.

Άρθρο 7

Στατιστικές σχετικά με την επιστροφή

1. Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή (Eurostat) στατιστικές σχετικά με τον αριθμό των υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι επιστρέφουν στις χώρες καταγωγής, διαμετακόμισης ή άλλες τρίτες χώρες, είτε οικειοθελώς είτε διά της βίας, ύστερα από διοικητική ή δικαστική απόφαση ή πράξη με την οποία επιβάλλεται η υποχρέωση επιστροφής, κατά ηλικία και φύλο και κατά υπηκοότητα των ατόμων που επιστρέφουν.

2. Οι στατιστικές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 συνδέονται με περιόδους αναφοράς ενός ημερολογιακού έτους και παρέχονται στην Επιτροπή (Eurostat) εντός τριών μηνών από το τέλος του έτους αναφοράς. Το πρώτο έτος αναφοράς είναι το 2006.

Άρθρο 8

Επιπλέον στοιχεία

1. Επιπλέον στοιχεία, όπως καθορίζονται πιο κάτω, μπορεί να ζητηθούν από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 2 για τις ακόλουθες στατιστικές:

α) για τις στατιστικές που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 3 στοιχεία κατά:

i) καθεστώς απασχόλησης,

ii) επάγγελμα,

iii) κλάδο,

iv) επίπεδο εκπαίδευσης και κατάρτισης,

v) έτος πρώτης άφιξης,

β) για τις στατιστικές που απαιτούνται σύμφωνα με τα στοιχεία α), β) και γ) του άρθρου 3 παράγραφος 1 αναλυτικά στοιχεία κατά:

περιφέρεια τρέχουσας συνήθους διαμονής,

γ) για τις στατιστικές που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 4 στοιχεία κατά:

i) αριθμό ατόμων που εμπίπτουν στη διοικητική απόφαση,

ii) κατηγορία προστασίας που εφαρμόζεται,

iii) έτος υποβολής της αίτησης,

δ) για τις στατιστικές που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 5 στοιχεία κατά:

i) αιτιολογία άρνησης ή σύλληψης,

ii) τόπο άρνησης ή σύλληψης,

ε) για τις στατιστικές που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 6 στοιχεία κατά:

i) το έτος το οποίο χορηγήθηκε πρώτη φορά άδεια παραμονής,

ii) επάγγελμα,

iii) οικονομική δραστηριότητα,

iv) ηλικία,

v) φύλο,

στ) για τις στατιστικές που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 7 στοιχεία κατά:

αιτιολογία επιστροφής.

2. Η Επιτροπή, κατά τη λήψη της απόφασής της σχετικά με το εάν θα ζητήσει επιπλέον στοιχεία σύμφωνα με την παράγραφο 1, θα μελετήσει την αναγκαιότητα των πληροφοριών αυτών για τους σκοπούς της ανάπτυξης και της παρακολούθησης των κοινοτικών πολιτικών και θα εξετάσει τη διαθεσιμότητα των κατάλληλων πηγών δεδομένων.

Άρθρο 9

Πηγές δεδομένων και πρότυπα ποιότητας

1. Οι στατιστικές θα βασίζονται στις ακόλουθες πηγές δεδομένων σύμφωνα με τη διαθεσιμότητά τους στο κράτος μέλος και σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και τις εθνικές πρακτικές:

α) αρχεία διοικητικών και δικαστικών πράξεων·

β) μητρώα που συνδέονται με τις διοικητικές πράξεις·

γ) μητρώα του πληθυσμού των φυσικών προσώπων ή μια ειδικής υποομάδας του πληθυσμού αυτού·

δ) απογραφές·

ε) δειγματοληπτικές έρευνες·

στ) άλλες κατάλληλες πηγές.

2. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν έκθεση στην Επιτροπή (Eurostat) σχετικά με τις πηγές δεδομένων που χρησιμοποίησαν, τους λόγους για τους οποίους επέλεξαν τις συγκεκριμένες πηγές και τις συνέπειες των επιλεγμένων πηγών δεδομένων στην ποιότητα των στατιστικών.

3. Εάν ζητηθεί από την Επιτροπή (Eurostat) τα κράτη μέλη παρέχουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την αξιολόγηση της ποιότητας, της συγκρισιμότητας και της πληρότητας των στατιστικών στοιχείων.

4. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή (Eurostat) χωρίς καθυστέρηση σχετικά με τις αναθεωρήσεις και διορθώσεις των στατιστικών που παρέχουν σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό καθώς και για οποιαδήποτε αλλαγή στις μεθόδους και στις πηγές δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν.

5. Οι κατάλληλοι μορφότυποι για τη διαβίβαση των δεδομένων θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 11 παράγραφος 2.

Άρθρο 10

Μέτρα εφαρμογής

Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων που απαιτούνται για να ληφθούν υπόψη οι οικονομικές και τεχνικές αλλαγές, εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 2. Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν ιδίως:

α) την προσαρμογή των ορισμών και την έγκριση πρόσθετων ορισμών όπως προβλέπεται από το άρθρο 2·

β) τα πρόσθετα αναλυτικά στοιχεία και τα επίπεδα ανάλυσης που εφαρμόζονται στις μεταβλητές σύμφωνα με το άρθρο 8·

γ) τα χρονικά όρια για τη διαβίβαση των δεδομένων στην Επιτροπή·

δ) τους κανόνες για την ακρίβεια και τα πρότυπα ποιότητας·

ε) τους κανόνες για τους κατάλληλους μορφότυπους διαβίβασης των δεδομένων όπως προβλέπεται από το άρθρο 9.

Άρθρο 11

Διαδικασία

1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή στατιστικού προγράμματος που έχει συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 1 της απόφασης 89/382/ΕΟΚ, Ευρατόμ.

2. Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται η διαδικασία της κανονιστικής επιτροπής που προβλέπεται από τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της εν λόγω απόφασης.

Η περίοδος που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται σε τρεις μήνες.

3. Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

Άρθρο 12

Έκθεση

Η Επιτροπή, εντός πενταετίας από την ημερομηνία της έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού και στη συνέχεια ανά τριετία, υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τις στατιστικές που καταρτίζονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και την ποιότητά τους.

Άρθρο 13

Κατάργηση

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 311/76 καταργείται.

Άρθρο 14

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης .

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

[1] Εγκρίθηκε από την Επιτροπή στις 15.4.2003.

[2] ΕΕ L 39 της 14.2.1976, σ. 1.

[3] ΕΕ L 52 της 22.2.1997, σ. 61. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε την τελευταία φορά από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

[4] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[5] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[6] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[7] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[8] COM (2003) 179.

[9] ΕΕ L 39 της 14.2.1976, σ. 1.

[10] ΕΕ L 52 της 22.2.1997, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε την τελευταία φορά από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

[11] ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

[12] ΕΕ L 181 της 28.6.1989, σ. 47.

[13] ΕΕ L 16 της 23.1.2004, σ. 44.

[14] ΕΕ L 304 της 30.9.2004, σ. 12.

[15] ΕΕ L 50 της 25.2.2003, σ. 1.

[16] ΕΕ L 212 της 7.8.2001, σ. 1.

[17] ΕΕ L 222 της 5.9.2003, σ. 3.