31.1.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 24/90


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ο κοινωνικός διάλογος και η συμμετοχή των εργαζομένων, βασικά στοιχεία για την πρόβλεψη και τη διαχείριση των βιομηχανικών μεταλλαγών»

(2006/C 24/17)

Την 1η Ιουλίου 2004, και σύμφωνα με το άρθρο 29, παράγραφος 2 του εσωτερικού της κανονισμού, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση με θέμα: «Ο κοινωνικός διάλογος και η συμμετοχή των εργαζομένων, βασικά στοιχεία για την πρόβλεψη και τη διαχείριση των βιομηχανικών μεταλλαγών».

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση» στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 12 Σεπτεμβρίου 2005 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. ZÖHRER.

Κατά την 420ή σύνοδο ολομέλειας της 28ης και 29ης Σεπτεμβρίου 2005 (συνεδρίαση της 29ης Σεπτεμβρίου) η ΕΟΚΕ υιοθέτησε με 138 ψήφους υπέρ, 2 κατά και 7 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Εισαγωγή και στόχοι

1.1

Οι βιομηχανικές μεταλλαγές αποτελούν συνεχή διαδικασία κατά την οποία ο εκάστοτε βιομηχανικός κλάδος προσαρμόζεται στις μεταβαλλόμενες συνθήκες που σημειώνονται στο οικονομικό του περιβάλλον, προκειμένου να διατηρήσει την ανταγωνιστικότητά του και να δημιουργήσει πρόσφορες ευκαιρίες ανάπτυξης.

1.2

Συνεπώς, οι βιομηχανικές μεταλλαγές συνιστούν αναγκαία προσαρμογή στις μεταβολές των αγορών, των τεχνολογιών, του νομικού, κοινωνικού ή οικονομικοπολιτικού πλαισίου καθώς και της κοινωνίας ως συνόλου. Στην ιδανική περίπτωση, οι αλλαγές αυτές προβλέπονται ή επιδιώκονται συνειδητά, ώστε ο εκάστοτε κλάδος να έχει τη δυνατότητα να αντιδράσει με προενεργό τρόπο, να προσαρμοστεί σταδιακά και να περιορίσει στο ελάχιστο τις αρνητικές συνέπειές τους.

1.3

Αν δεν υπάρξει καμία ή μόνο καθυστερημένη αντίδραση στις μεταλλαγές, θα περιοριστεί η ανταγωνιστικότητα, ενώ υπάρχει ο κίνδυνος απώλειας θέσεων απασχόλησης. Οι αναδιαρθρώσεις που εφαρμόζονται εκ των υστέρων συνεπάγονται ως επί το πλείστον οδυνηρές επιπτώσεις κυρίως για την απασχόληση και τους όρους εργασίας. Η κακή διαχείριση της αναδιάρθρωσης μπορεί να οδηγήσει σε ζημία για την εικόνα της επιχείρησης ή ακόμη και ενός ολόκληρου κλάδου, δημιουργώντας γενικά ένα αρνητικό για τις μεταλλαγές κλίμα.

1.4

Οποιαδήποτε και αν είναι η μορφή τους, οι βιομηχανικές μεταλλαγές αποτελούν μια συνεχή διαδικασία για την οικονομία, η οποία, κατά βάση, μπορεί και πρέπει να διαμορφώνεται από τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους. Οι μεταλλαγές συντελούνται στις επιχειρήσεις και συνεπάγονται επιπτώσεις για όλους τους ενδιαφερόμενους στο εκάστοτε περιβάλλον τους (εργαζόμενοι, εργοδότες, περιφέρειες…).

1.5

Δείκτη μέτρησης της επιτυχίας της εν λόγω διαδικασίας αποτελεί αφενός η ανταγωνιστικότητα και η ικανότητα καινοτομίας των επιχειρήσεων ή ενός κλάδου, και, αφετέρου, η διασφάλιση των θέσεων απασχόλησης καθώς και η αποτελεσματική αντιμετώπιση του αρνητικού κοινωνικού αντίκτυπου.

1.6

Αναμφισβήτητα αυτή η επιτυχία μπορεί να υλοποιηθεί με τον καλύτερο τρόπο, εφόσον οι ενδιαφερόμενοι φορείς συμμετέχουν στη διαχείριση της αλλαγής. Το γεγονός ότι η διαχείριση της αλλαγής πραγματοποιείται σε όλα τα επίπεδα τόσο των κλάδων όσο και της επιχείρησης, και όχι μόνο στο επίπεδο της διεύθυνσης μιας επιχείρησης, είναι καθοριστικής σημασίας όχι μόνο για μια επιτυχημένη και συναινετική διαδικασία προσαρμογής, αλλά και για την ανταγωνιστικότητα. Ως εκ τούτου, ο κοινωνικός διάλογος καθώς και η συμμετοχή και συμβολή των εργαζομένων, συνιστούν βασικό συστατικό στοιχείο του ευρωπαϊκού κοινωνικού προτύπου.

1.7

Ένας απολογισμός και μόνο των πρωτοβουλιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στον τομέα της βιομηχανικής πολιτικής τα τελευταία χρόνια αρκεί για να διαπιστώσει κανείς την όλο και μεγαλύτερη σημασία που αποδίδει η Επιτροπή στην επιδίωξη συνεργιών και στη συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων για την επιτυχή υλοποίηση των διαρθρωτικών μεταλλαγών. Οι ενέργειες αυτές μπορούν να καταστήσουν δυνατή τη διαχείριση των βιομηχανικών μεταλλαγών με κοινωνικά αποδεκτό τρόπο, όταν διασφαλίζεται η συστηματική συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων στην πρόβλεψη και διαχείριση των αλλαγών και επιδιώκεται με συνέπεια ο διττός στόχος της διασφάλισης της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και της ελαχιστοποίησης των αρνητικών κοινωνικών συνεπειών.

1.8

Στη γνωμοδότησή της με θέμα «Βιομηχανικές μεταλλαγές: σημερινή κατάσταση και προοπτικές» (1) η ΕΟΚΕ συνέστησε μεταξύ άλλων την επικέντρωση των μελλοντικών εργασιών της ΣΕΒΜ στα ακόλουθα πεδία:

Αναζήτηση κοινών μεθόδων προσέγγισης για την πρόβλεψη και την ορθή διαχείριση της βιομηχανικής μεταλλαγής και αναζήτηση τρόπων με τους οποίους η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη της θα μπορούσαν να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα και την αποδοτικότητα των επιχειρήσεων με τον κοινωνικό διάλογο και τη συνεργασία όλων των ενδιαφερομένων πλευρών.

Αναζήτηση κοινών μεθόδων προσέγγισης της αειφόρου ανάπτυξης και της βελτίωσης της κοινωνικής και περιφερειακής συνοχής, προκειμένου να δοθεί νέα ώθηση στη στρατηγική της την Λισσαβόνας. Βελτίωση του πλαισίου και των συνθηκών που επιτρέπουν την υλοποίηση της βιομηχανικής μεταλλαγής με τρόπο ο οποίος συνάδει τόσο με τις ανάγκες των επιχειρήσεων από την άποψη της ανταγωνιστικότητας όσο και με την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή

1.9

Για την επιτυχή αντιμετώπιση των μεταλλαγών απαιτείται φυσικά η ανάληψη πλήθους δράσεων σε διάφορα επίπεδα. Σε κοινοτικό επίπεδο οι μεταλλαγές πρέπει να εξεταστούν βάσει μιας οριζόντιας προοπτικής και πρέπει να συνοδευτούν από πολλές διαφορετικές ενέργειες (παραδείγματος στο πλαίσιο των βασικών μακροοικονομικών όρων, της πολιτικής απασχόλησης και της κοινωνικής πολιτικής, των χρηματοδοτικών μέσων στήριξης, της βιομηχανικής πολιτικής, κλπ.).

1.10

Στόχος της παρούσας γνωμοδότησης είναι να αναδειχθεί η σημασία του κοινωνικού διαλόγου καθώς και της συμμετοχής και συμβολής των εργαζομένων, ως βασικών στοιχείων για την επιτυχή αντιμετώπιση των βιομηχανικών μεταλλαγών και να εξαχθούν συμπεράσματα σχετικά με τη μελλοντική ανάπτυξη του κοινωνικού διαλόγου και των κοινοτικών δράσεων.

2.   Η συμβολή του κοινωνικού διαλόγου στη διαμόρφωση των βιομηχανικών μεταλλαγών

2.1

Ο κοινωνικός διάλογος διενεργείται σε διάφορα επίπεδα με διαφορετικούς κάθε φορά ενδιαφερόμενους φορείς. Κάθε επίπεδο, εθνικό, περιφερειακό, ευρωπαϊκό, επιχειρηματικό, τομεακό ή διατομεακό μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στην προετοιμασία για την εφαρμογή των μεταλλαγών και την αντιμετώπισή τους με κοινωνικά αποδεκτό τρόπο. Ωστόσο, προκειμένου να ανταποκριθεί στο ρόλο που του αναλογεί, ο κοινωνικός διάλογος πρέπει να πληροί συγκεκριμένες προϋποθέσεις, ενώ κρίνεται απαραίτητος ο συντονισμός μεταξύ των διαφορετικών επιπέδων δράσης.

2.1.1

Προκειμένου να διαμορφωθούν οι μεταλλαγές με προνοητικό τρόπο, είναι απαραίτητο να αναπτύξουν οι κοινωνικοί εταίροι κοινές μακροπρόθεσμες προοπτικές. Προϋπόθεση αποτελεί η ύπαρξη σταθερής εταιρικής σχέσης που να διακρίνεται από πνεύμα εμπιστοσύνης και διαλόγου ώστε να είναι εφικτή η επίτευξη συναινετικών λύσεων σε περιόδους κρίσης Σημαντική προϋπόθεση για την ανάληψη δράσεων είναι, επίσης, η ύπαρξη αντιπροσωπευτικών και σταθερών δομών οργάνωσης των κοινωνικών εταίρων.

2.1.2

Για το λόγο αυτό είναι επίσης καθοριστικής σημασίας η υποστήριξη των νέων κρατών μελών της ΕΕ κατά την ανάπτυξη και ενίσχυση των δομών του κοινωνικού διαλόγου, ώστε να είναι εφικτή η κοινή αντιμετώπιση των προκλήσεων των βιομηχανικών μεταλλαγών που συνεπάγεται η διαδικασία της ολοκλήρωσης.

2.1.3

Για την προώθηση θετικής στάσης απέναντι στις μεταλλαγές κρίνεται αναγκαία η έγκαιρη ανάπτυξη, — στη βάση μιας επιχειρηματικής νοοτροπίας που ευνοεί τη συμμετοχική προσέγγιση —, κοινής αντίληψης όσον αφορά την αλλαγή και τις δυνατότητες διαχείρισής της από τους κοινωνικούς εταίρους. Ταυτόχρονα είναι δυνατή η προετοιμασία για την αντιμετώπιση των μεταλλαγών με μακροπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα μέσω της ανάληψης δράσεων σε τομείς όπως π.χ. η εκπαίδευση, η διαφοροποίηση των προσόντων και η διά βίου μάθηση. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να εφαρμόζονται πρωτίστως και με στόχο την απασχολησιμότητα των εργαζομένων.

2.2

Στο πλαίσιο της ακρόασης που διοργάνωσε η Επιτροπή τον Ιανουάριο του 2002, οι κοινωνικοί εταίροι εξέτασαν το ζήτημα των αναδιαρθρώσεων, των συνεπειών τους καθώς και της αντιμετώπισής τους. Βάσει παραδειγμάτων συγκεκριμένων περιπτώσεων αναπτύχθηκαν ορθές πρακτικές. Ως αποτέλεσμα αυτών, οι κοινωνικοί εταίροι καθόρισαν «Κατευθυντήριες γραμμές για τη διαχείριση της αλλαγής». Η ΕΟΚΕ εύχεται να συνεχιστούν και να συγκεκριμενοποιηθούν οι εργασίες αυτές

2.3

Η πρόβλεψη των αλλαγών προϋποθέτει τη γνώση των αιτιών στις οποίες οφείλονται καθώς και τη σχέση τους με άλλους παράγοντες. Ως εκ τούτου, έχει καθοριστική σημασία να ανταλλάσσουν οι κοινωνικοί εταίροι τακτικά απόψεις και πληροφορίες σχετικά με τις προοπτικές του εκάστοτε κλάδου ή της επιχείρησής τους. Το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο της Αλλαγής, του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας, με έδρα το Δουβλίνο, μπορεί να συμβάλλει καθοριστικά σε αυτό.

2.4

Επιπλέον, μείζονος σημασίας είναι και οι τομεακές πρωτοβουλίες της ΕΕ, οι οποίες, με βάση την ανάλυση της κατάστασης και των προοπτικών ενός τομέα, οδηγούν, στο πλαίσιο ευρείας διαδικασίας διαβούλευσης με τους κοινωνικούς εταίρους, στη διατύπωση συγκεκριμένων προτάσεων για τη λήψη μέτρων για την επίτευξη και διατήρηση της ανταγωνιστικότητας.

2.5

Η Συνθήκη ΕΚΑΧ καθιέρωσε το πρώτο παράδειγμα τομεακού κοινωνικού διαλόγου σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η ανάπτυξη συνεχούς κοινωνικού διαλόγου σε συνδυασμό με τα μέσα που προβλέπει η Συνθήκη ΕΚΑΧ, όπως διαρκής παρακολούθηση της αγοράς, ερευνητικά προγράμματα και προγράμματα καινοτομίας, πολιτική τιμών και ανταγωνισμού, μέτρα προσαρμογής για τους εργαζομένους και τις περιφέρειες, κατέδειξε ότι οι βιομηχανικές μεταλλαγές και οι αναδιαρθρώσεις μπορούν να διαμορφωθούν κατά έναν κοινωνικά αποδεκτό τρόπο. Ακόμη και σήμερα θα πρέπει να αξιοποιηθούν όλα τα διαθέσιμα μέσα που καθορίζονται στις Συνθήκες, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι μεταλλαγές.

2.5.1

Ακόμη και μετά τη λήξη ισχύος της Συνθήκης ΕΚΑΧ κρίνεται σκόπιμο να ληφθεί υπόψη η ανωτέρω ευρεία προσέγγιση στις εργασίες των τρεχουσών τομεακών διαλόγων της ΕΕ που διεξάγονται στο πλαίσιο των επιτροπών για τον τομεακό κοινωνικό διάλογο. Έτσι, οι εν λόγω επιτροπές μπορούν, παράλληλα με την εξέταση κοινωνικών θεμάτων, να λειτουργήσουν ακόμη περισσότερο ως συμβουλευτικά όργανα για όλες τις πρωτοβουλίες της ΕΕ που επηρεάζουν τη βιομηχανική ανάπτυξη ενός συγκεκριμένου τομέα.

3.   Η συμμετοχή και συμβολή των εργαζομένων και η σημασία τους για τις βιομηχανικές μεταλλαγές

3.1

Οι βιομηχανικές μεταλλαγές έχουν συνέπειες για τους εργαζομένους, οι οποίες μπορούν να εκτείνονται από διαφοροποιημένες απαιτήσεις όσον αφορά τις επαγγελματικές δεξιότητες, λόγω τεχνολογικών καινοτομιών και μεταβολών στην οργάνωση και τις συνθήκες εργασίας, ως και την απώλεια θέσεων απασχόλησης. Επομένως, έχει καθοριστική σημασία ο τρόπος προσαρμογής των εργαζομένων στις νέες συνθήκες, αλλά και η μορφή των μέτρων που λαμβάνονται για την ελαχιστοποίηση των αρνητικών συνεπειών που υφίστανται και τη βελτιστοποίηση του θετικού αντίκτυπου. Στο πλαίσιο αυτό έχει σημασία το ερώτημα αν οι εργαζόμενοι ενημερώνονται εγκαίρως και με κατάλληλο τρόπο σχετικά με τις αλλαγές.

3.2

Μόνον έτσι καθίσταται δυνατή η κατανόηση και η αποδοχή των μεταλλαγών όχι μόνο στο επίπεδο της διεύθυνσης της επιχείρησης, αλλά και στη συνείδηση των απασχολούμενων. Εάν δεν καταστεί δυνατή η αντιμετώπιση των βιομηχανικών μεταλλαγών κατά κοινωνικά αποδεκτό τρόπο για τους εργαζομένους, θα προκληθούν κοινωνικές συγκρούσεις.

3.3

Συνεπώς, η συμμετοχή και συμβολή των εργαζομένων (καθώς και των εκπροσώπων τους στην επιχείρηση και των συνδικαλιστικών οργανώσεων) στη διαχείριση της αλλαγής, συνιστούν σημαντικό βήμα προς μια κοινωνικά αποδεκτή αντιμετώπιση των μεταλλαγών, προς τη διατήρηση της απασχολησιμότητας των εργαζομένων και, ως εκ τούτου, προς την αποφυγή συγκρούσεων. Στην ιδανική περίπτωση, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να εξελιχθούν σε διαλογικούς οργανισμούς που λειτουργούν με προενεργό τρόπο. Αυτό θα συμβάλει όχι μόνο στην προώθηση της καινοτομίας στην επιχείρηση αλλά σε τελική ανάλυση και στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς της.

3.4

Δεδομένου ότι οι επιχειρηματικές αποφάσεις λαμβάνονται όλο και περισσότερο σε ένα παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον και συχνά στο πλαίσιο των πολυεθνικών ομίλων επιχειρήσεων, παράλληλα με τις δυνατότητες και τα μέσα συμμετοχής των εργαζομένων σε εθνικό επίπεδο, αυξάνεται και η σημασία των διασυνοριακών δομών εκπροσώπησης των εργαζομένων .

3.5

Οι ευρωπαϊκές επιτροπές επιχείρησης διαδραματίζουν σε αυτό το πλαίσιο έναν ιδιαίτερο ρόλο. Υπάρχουν ήδη ορισμένα παραδείγματα συμφωνιών σχετικά με μέτρα αναδιάρθρωσης τις οποίες έχουν συνάψει επιχειρήσεις με ευρωπαϊκές επιτροπές επιχείρησης. Εξίσου υφίστανται συμφωνίες που έχουν συναφθεί με ευρωπαϊκές ενώσεις συνδικαλιστικών οργανώσεων. Λαμβανομένου υπόψη του κινδύνου, κυρίως στους διεθνείς ομίλους επιχειρήσεων, να αποβεί ο περιορισμός των κοινωνικών συνεπειών σε έναν τόπο εγκατάστασης σε βάρος άλλου τόπου εγκατάστασης, οι εμπειρίες που αποκομίστηκαν πρέπει να θεωρηθούν θετικές.

3.6

Μπορεί να θεωρηθεί βέβαιο ότι ο διασυνοριακός κοινωνικός διάλογος σε επίπεδο επιχειρήσεων θα συνεχίσει να αναπτύσσεται δυναμικά. Στο πλαίσιο αυτό η ΕΟΚΕ οφείλει ωστόσο να υπογραμμίσει ότι η εξέλιξη δεν αυτή δεν θα είναι ανώδυνη για τους ενδιαφερόμενους. Οι συμφωνίες αυτές δεν διαθέτουν αξιόπιστο νομικό πλαίσιο το οποίο να ρυθμίζει τι είναι νομικά δεσμευτικό και να λαμβάνει υπόψη τη νομιμότητα καθώς και τους παραδοσιακούς ρόλους, των κοινωνικών εταίρων, δηλαδή των εργοδοτών και των νόμιμων εκπροσώπων των εργαζομένων. Υπό αυτό το πρίσμα πρέπει να εξεταστεί και η πρόταση σχετικά με τη δημιουργία ενός προαιρετικού πλαισίου για τις διεθνικές συλλογικές διαπραγματεύσεις την οποία προτίθεται η Επιτροπή να υποβάλει όπως δήλωσε στην ανακοίνωσή της για την ατζέντα κοινωνικής πολιτικής για την περίοδο 2005-2010.

3.7

Η ΕΟΚΕ έχει πλήρη συνείδηση του γεγονότος ότι τα μέσα και οι δομές για τη συμμετοχή των εργαζομένων στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις δεν έχουν αναπτυχθεί στον ίδιο βαθμό όπως σε επίπεδο μεγάλων επιχειρήσεων. Κρίνει όμως ότι, παρά το γεγονός ότι οι συνθήκες είναι διαφορετικές, η ανάπτυξη εταιρικής σχέσης αποτελεί βασική προϋπόθεση για την αντιμετώπιση των μεταλλαγών και στις επιχειρήσεις αυτές.

4.   Η πολιτική της Κοινότητας όσον αφορά τις βιομηχανικές μεταλλαγές

4.1   Νομικές διατάξεις

4.1.1

Υπάρχει ήδη μια σειρά κοινοτικών διατάξεων οι οποίες συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με τις βιομηχανικές μεταλλαγές και τις αναδιαρθρώσεις αλλά και με τις συνέπειές τους. Τα δικαιώματα ενημέρωσης και διαβούλευσης καθώς και προστασίας των εργαζομένων από τις συνέπειες των αναδιαρθρώσεων καθορίζονται σε διάφορες οδηγίες (ευρωπαϊκές επιτροπές επιχείρησης, ευρωπαϊκή εταιρεία, πλαίσιο για την ενημέρωση και διαβούλευση σε εθνικό επίπεδο, το πλαίσιο για ενημέρωση και διαβούλευση σε εθνικό επίπεδο, αφερεγγυότητα του εργοδότη, μεταβιβάσεις επιχειρήσεων, μαζικές απολύσεις, δικαιώματα διαβούλευσης κατά τις διαδικασίες ανταγωνισμού).

4.1.2

Όλες αυτές οι νομοθετικές διατάξεις αναφέρονται είτε σε ένα πολύ γενικό πλαίσιο για την ενημέρωση και τη διαβούλευση, είτε σε πολύ συγκεκριμένες συνέπειες των μεταλλαγών και κατ' επέκταση των αναδιαρθρώσεων. Συνεπώς, μπορούν να εφαρμόζονται έως ·έναν βαθμό χωριστά. Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, το κοινοτικό δίκαιο πρέπει να αξιολογηθεί, να εδραιωθεί και, ενδεχομένως, να αναπτυχθεί περαιτέρω στη βάση αυτή, ενόψει της πρόβλεψης των μεταλλαγών.

4.2   Βιομηχανική πολιτική

4.2.1

Με την ανακοίνωσή της: «Υποστήριξη των διαρθρωτικών αλλαγών: Μια βιομηχανική πολιτική για τη διευρυμένη Ευρώπη», που εξέδωσε τον Απρίλιο του 2004, η Επιτροπή δρομολόγησε μια νέα εποχή στην ευρωπαϊκή βιομηχανική πολιτική. Στη γνωμοδότηση που υιοθέτησε το Δεκέμβριο του 2004, η ΕΟΚΕ επιδοκίμασε τον στρατηγικό προσανατολισμό της Επιτροπής. Ιδιαίτερα αξίζει να υπογραμμιστεί εκ νέου η αλλαγή στάσης που πραγματοποίησε η Επιτροπή θέτοντας κατ' αυτόν τον τρόπο τη βιομηχανική πολιτική ξανά στην κορυφή της ημερήσιας διάταξης της Ευρώπης.

4.2.2

Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι, επί του παρόντος, κύριο μέλημα πρέπει να αποτελεί η εμβάθυνση της τομεακής προσέγγισης, η οποία καθιστά δυνατή την εύρεση προσεγγίσεων προσαρμοσμένων στους επιμέρους κλάδους. Ωστόσο, δεν πρέπει να ληφθούν υπόψη μόνο οι οικονομικοί τομείς που διανύουν κρίση, αλλά να διενεργηθούν αναλύσεις σε όσο το δυνατό περισσότερους σημαντικούς για την Ευρώπη τομείς, προκειμένου να αντιμετωπιστούν εγκαίρως οι μεταλλαγές και να εφαρμοστεί η προληπτική αντιμετώπισή τους. Ο κοινωνικός διάλογος πρέπει να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στο πλαίσιο αυτό.

4.3   Ο κοινωνικός διάλογος

4.3.1

Στην εαρινή σύνοδο κορυφής του 2004, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κάλεσε τα κράτη μέλη να συνάψουν εταιρικές σχέσεις για την αλλαγή, στις οποίες να συμμετέχουν οι κοινωνικοί εταίροι, η κοινωνία των πολιτών και οι κρατικές αρχές.

4.3.2

Λαμβάνοντας υπόψη αυτήν την έκκληση και στο πλαίσιο της ενδιάμεσης αξιολόγησης της στρατηγικής της Λισσαβόνας, η Επιτροπή δημοσίευσε την ανακοίνωσή της: «Σύμπραξη για την αλλαγή σε μια διευρυμένη Ευρώπη — ενίσχυση του ρόλου του ευρωπαϊκού κοινωνικού διαλόγου».

4.3.3

Σκοπός αυτής της ανακοίνωσης είναι να επιτευχθεί η ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης για τα αποτελέσματα του ευρωπαϊκού κοινωνικού διαλόγου και η καλύτερη κατανόησή τους, να βελτιωθεί ο αντίκτυπός τους και να προωθηθούν περαιτέρω εξελίξεις με βάση την αποτελεσματική διαλογική σχέση μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων σε διάφορα επίπεδα.

4.3.4

Στην ανακοίνωσή της η Επιτροπή δηλώνει ότι ο κοινωνικός διάλογος πρέπει να αποφέρει απτά αποτελέσματα. Για το σκοπό αυτό συνιστά στους κοινωνικούς εταίρους να ενισχύσουν τη δημοσιότητα των εγγράφων που εκπονούν, τη διαφάνεια κατά την κατάρτισή τους και την βελτίωση της διατύπωσής τους (λόγου χάρη με τη χρήση μιας εύκολα κατανοητής γλώσσας), να παρακολουθούν τη συνέχεια που δίνεται στα έγγραφά τους και να ενοποιήσουν τις κατηγορίες των κειμένων. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί ότι η αποτελεσματικότητα του ευρωπαϊκού κοινωνικού διαλόγου καθορίζεται όλο και περισσότερο από την ποιότητα των εργασιακών σχέσεων σε εθνικό επίπεδο.

4.3.5

Στην ανακοίνωσή της η Επιτροπή διατυπώνει μια σειρά προτάσεων σχετικά με την βελτίωση των συνεργιών σε διάφορα επίπεδα (ευρωπαϊκό, εθνικό, τομεακό, επιχειρηματικό) καθώς και την ενίσχυση των δομών του κοινωνικού διαλόγου, του αντίκτυπού του και της συνέχειας που δίνεται στο διάλογο.

4.3.6

Η ΕΟΚΕ δεν επιθυμεί να σχολιάσει προς το παρόν λεπτομερέστερα τις προτάσεις της Επιτροπής, δεδομένου ότι κατ' αρχάς αυτό συνιστά αρμοδιότητα των κοινωνικών εταίρων στο πλαίσιο της αυτονομίας τους.

4.3.6.1

Επικροτεί, ωστόσο, κάθε προσπάθεια που στοχεύει στην ενίσχυση του κοινωνικού διαλόγου. Τούτο αφορά κυρίως την ανάπτυξη του κοινωνικού διαλόγου στα νέα κράτη μέλη, όπου υφίστανται ακόμη σημαντικές ελλείψεις. Τονίζει όμως ότι, όσον αφορά την εκπαίδευση, την ενίσχυση των δομών καθώς και την τεχνική υποστήριξη, χρειάζεται να καταβληθούν εκτενείς προσπάθειες, κυρίως οικονομικής φύσης. Στο πλαίσιο αυτό, η πρόταση της Επιτροπής όσον αφορά την αξιοποίηση μέρους των πιστώσεων των διαρθρωτικών ταμείων για το σκοπό αυτό κρίνεται ως λογική και συνεπής.

Οι διαδικασίες αναδιάρθρωσης που εφαρμόζονται στα νέα κράτη μέλη προκαλούν σημαντικές απώλειες θέσεων εργασίας και συχνά συνοδεύονται από ιδιωτικοποιήσεις επιχειρήσεων. Είναι, συνεπώς, απαραίτητο να διεξαχθεί αποτελεσματικός διάλογος ήδη στο αρχικό στάδιο των διαδικασιών αυτών, ώστε να επιτευχθεί η διαπραγμάτευση ενός συνόλου κατάλληλων κοινωνικών μέτρων αλλά και να διασφαλισθεί η επιβολή των μέτρων αυτών.

4.3.6.2

Η ΕΟΚΕ στηρίζει και την πρόθεση της Επιτροπής να παροτρύνει νέους τομείς να αναπτύξουν τον κοινωνικό διάλογο και να συμβάλλουν στις προσπάθειες για την επίτευξη των στόχων της Λισσαβόνας.

4.4   Αναδιάρθρωση και απασχόληση

4.4.1

Η ατζέντα κοινωνικής πολιτικής που εγκρίθηκε στις 9 Φεβρουαρίου 2005 προβλέπει, όπως και η ανακοίνωση σχετικά με την αναθεώρηση της στρατηγικής για τη βιώσιμη ανάπτυξη, ότι η Επιτροπή θα αναπτύξει μια στρατηγική για την αντιμετώπιση της αναδιάρθρωσης. Προβλέπει, επίσης, ότι θα επιδιώξει την καλύτερη εναρμόνιση των σχετικών ευρωπαϊκών πολιτικών, τη μεγαλύτερη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων, την ενισχυμένη συνέργια μεταξύ των πολιτικών μέτρων και των οικονομικών μέσων και την αναπροσαρμογή του νομικού πλαισίου και του πλαισίου συλλογικών διαπραγματεύσεων.

4.4.2

Η ανακοίνωση που εξέδωσε η Επιτροπή στις 31 Μαρτίου 2005 με τίτλο: «Αναδιαρθρώσεις και απασχόληση» (2) καθορίζει τις ενέργειες που πρέπει να αναπτυχθούν ή να ενισχυθούν προκειμένου να επιστρατεύσει η Ένωση όλες τις δυνατότητες που διαθέτει. Σε αυτό το πλαίσιο δίδεται τόσο οριζόντια όσο και τομεακή προοπτική ενώ προτείνεται μια σειρά μέτρων στους διάφορους τομείς των κοινοτικών πολιτικών.

4.4.3

Η ΕΟΚΕ προτίθεται να διατυπώσει τις απόψεις της για την παρούσα ανακοίνωση στο πλαίσιο ειδικής γνωμοδότησης. Σε κάθε περίπτωση επικροτεί την ευρεία, διατομεακή προσέγγιση που επέλεξε η Επιτροπή. Υπό το πρίσμα της παρούσας γνωμοδότησης πρέπει να υπογραμμιστούν ορισμένες προτάσεις της Επιτροπής.

4.4.3.1

Ιδιαίτερη βαρύτητα πρέπει να δοθεί στην ανάπτυξη του τομεακού κοινωνικού διαλόγου. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την άποψη της Επιτροπής ότι οι κοινωνικοί εταίροι, λόγω των γνώσεων που διαθέτουν σχετικά με τους επιμέρους τομείς, μπορούν να συμβάλουν στην προειδοποίηση. Ωστόσο, το μέσο αυτό δεν πρέπει να εφαρμόζεται μόνο σε καταστάσεις κρίσεων, αλλά σε όλες τις καταστάσεις όπου οι κοινωνικοί εταίροι εντοπίζουν την ανάγκη ανάληψης δράσης και όχι μόνον όταν διαπιστώνουν «μια ανησυχητική εξέλιξη». Αυτή η πρακτική ανταποκρίνεται καλύτερα στις απαιτήσεις για πρόβλεψη και πλαισίωση των διαδικασιών αναδιάρθρωσης.

4.4.3.2

Η ΕΟΚΕ αναμένει με ενδιαφέρον την εξαγγελθείσα ανακοίνωση σχετικά με την κοινωνική ευθύνη των επιχειρήσεων, αντικείμενο της οποίας θα αποτελέσουν κατά κύριο λόγο οι θετικές πρωτοβουλίες που αναλαμβάνουν οι επιχειρήσεις σε συνεργασία με τα ενδιαφερόμενα μέρη στην περίπτωση μιας αναδιάρθρωσης. Ωστόσο, πέρα από την περαιτέρω ανάπτυξη της νομικής βάσης κρίνεται αναγκαία και η προβολή και προώθηση περαιτέρω ορθών πρακτικών για τη διαχείριση της αλλαγής. Η ΕΟΚΕ εφιστά πρωτίστως την προσοχή στο γεγονός ότι στις διαδικασίες αναδιάρθρωσης μιας επιχείρησης πρέπει να συνυπολογίζονται και οι έμμεσα ενδιαφερόμενοι παράγοντες (π.χ. προμηθευτές, πάροχοι υπηρεσιών, κλπ.).

4.4.3.3

Επιπλέον, η ΕΟΚΕ εκφράζει την υποστήριξή της για την σύσταση ενός «Φόρουμ για τις αναδιαρθρώσεις». Αποστολή του φόρουμ πρέπει να αποτελέσει η παρακολούθηση των σχετικών εξελίξεων και η προώθηση του συντονισμού των επιμέρους πρωτοβουλιών. Στο φόρουμ αυτό θα συμμετάσχουν πέρα από την Επιτροπή και άλλα ευρωπαϊκά όργανα και οι κοινωνικοί εταίροι, αλλά και εκπρόσωποι από την επιστημονική κοινότητα. Το φόρουμ αυτό συνιστά συνέχεια της προσέγγισης της ανωτέρω ανακοίνωσης η οποία καλύπτει πολλαπλές πολιτικές. Η ΕΟΚΕ συμμετέχει με προθυμία στη διοργάνωση του εν λόγω φόρουμ, στο οποίο και θα συμβάλει με την εμπειρογνωμοσύνη της.

4.4.3.4

Επιπλέον, η Επιτροπή σχεδιάζει τη διενέργεια μιας δεύτερης φάσης ακρόασης των κοινωνικών εταίρων για τις αναδιαρθρώσεις επιχειρήσεων και τις ευρωπαϊκές επιτροπές επιχείρησης. Όπως ήδη προαναφέρθηκε στα σημεία 2.2, 3.5 και 3.6, η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει την ανάγκη ανάληψης δράσης για τα θέματα αυτά.

5.   Συμπεράσματα

5.1

Η επιτυχημένη διαχείριση των βιομηχανικών μεταλλαγών, διατηρώντας και αποκαθιστώντας την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και κλάδων, συνιστά μια καθοριστική πρόκληση στην οποία πρέπει να ανταποκριθεί η Ευρώπη συμβάλλοντας ουσιαστικά στην επίτευξη των στόχων της διαδικασίας της Λισσαβόνας.

Η επιτυχία αυτών των μεταλλαγών μετριέται όχι μόνο με κριτήριο την ανταγωνιστικότητα, αλλά και την κοινωνική αντιμετώπιση του αντίκτυπου.

5.2

Πέρα από το πλήθος μέτρων που εφαρμόζονται σε διάφορα επίπεδα, ο κοινωνικός διάλογος και η συμμετοχή και συμβολή των εργαζομένων, διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην επιτυχημένη διαχείριση των βιομηχανικών μεταλλαγών.

5.3

Ο κοινωνικός διάλογος πρέπει να οικοδομηθεί στη βάση μιας σταθερής εταιρικής σχέσης που να διακρίνεται από πνεύμα εμπιστοσύνης και διαλόγου και να στηρίζεται σε αντιπροσωπευτικές και σταθερές δομές. Η ΕΟΚΕ επικροτεί κάθε προσπάθεια στόχος της οποίας αποτελεί η ενίσχυση του κοινωνικού διαλόγου. Τούτο αφορά κυρίως την ανάπτυξη του κοινωνικού διαλόγου στα νέα κράτη μέλη, όπου υφίστανται ακόμη σημαντικές ελλείψεις.

5.4

Τα μέσα ανάλυσης που έχουν στη διάθεσή τους οι κοινωνικοί εταίροι πρέπει να ενισχυθούν. Το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο της Αλλαγής, του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας, με έδρα το Δουβλίνο, μπορεί να συμβάλλει καθοριστικά σε αυτό.

5.5

Ιδιαίτερη σημασία έχουν οι τομεακές πρωτοβουλίες της ΕΕ, οι οποίες, με βάση την ανάλυση της κατάστασης και των προοπτικών ενός τομέα, οδηγούν, στο πλαίσιο ευρείας διαδικασίας διαβούλευσης με τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων, στη διατύπωση συγκεκριμένων συστάσεων για την ανάληψη δράσεων για την επίτευξη και διατήρηση της ανταγωνιστικότητας. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ στηρίζει την πρόθεση της Επιτροπής να παροτρύνει νέους τομείς να αναπτύξουν τον κοινωνικό διάλογο και να συμβάλουν στις προσπάθειες για την επίτευξη των στόχων της Λισσαβόνας.

5.5.1

Ωστόσο, δεν πρέπει να ληφθούν υπόψη μόνο οι οικονομικοί τομείς που διανύουν κρίση, αλλά να διενεργηθούν αναλύσεις σε όσο το δυνατό περισσότερους σημαντικούς για την Ευρώπη τομείς, προκειμένου να αντιμετωπιστούν εγκαίρως οι μεταλλαγές και να εφαρμοστεί η προληπτική αντιμετώπισή τους.

5.6

Η συμμετοχή και συμβολή των εργαζομένων (καθώς και των εκπροσώπων των εργαζομένων στην επιχείρηση και των συνδικαλιστικών τους οργανώσεων) συνιστούν μείζονα συμβολή στην κοινωνικά αποδεκτή αντιμετώπιση και διαμόρφωση των μεταλλαγών σε επίπεδο επιχείρησης. Κατ' αυτόν τον τρόπο προωθείται μεταξύ άλλων όχι μόνο η καινοτομία, αλλά και η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων.

5.7

Οι ευρωπαϊκές επιτροπές επιχείρησης διαδραματίζουν σε αυτό το πλαίσιο έναν ιδιαίτερο ρόλο. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο διεθνικός κοινωνικός διάλογος σε επίπεδο επιχειρήσεων θα συνεχίσει να αναπτύσσεται δυναμικά, όπως καταδεικνύουν παραδείγματα συμφωνιών σχετικά με μέτρα αναδιάρθρωσης τις οποίες έχουν συνάψει οι επιχειρήσεις με τις ευρωπαϊκές επιτροπές επιχείρησης ή με τις ευρωπαϊκές ενώσεις συνδικαλιστικών οργανώσεων. Υπό αυτό το πρίσμα πρέπει να εξεταστεί και η πρόταση σχετικά με τη δημιουργία ενός προαιρετικού πλαισίου για τις διεθνικές συλλογικές διαπραγματεύσεις την οποία προτίθεται η Επιτροπή να υποβάλει, όπως δήλωσε στην ανακοίνωσή της σχετικά με την ατζέντα κοινωνικής πολιτικής για την περίοδο 2005-2010.

5.8

Η ΕΟΚΕ επικροτεί την ευρεία διατομεακή προσέγγιση που επέλεξε η Επιτροπή στην ανακοίνωση που δημοσίευσε στις 31 Μαρτίου 2005«Αναδιαρθρώσεις και απασχόληση» (3). Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην ανάπτυξη του τομεακού κοινωνικού διαλόγου που μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στην πρόβλεψη και παρακολούθηση των διαδικασιών αναδιάρθρωσης.

5.8.1

Η ΕΟΚΕ αναμένει με ενδιαφέρον την εξαγγελθείσα ανακοίνωση σχετικά με την κοινωνική ευθύνη των επιχειρήσεων.

5.8.2

Η ΕΟΚΕ συμμετέχει με προθυμία στη διοργάνωση του φόρουμ για τις αναδιαρθρώσεις, στο οποίο και θα συμβάλει με την εμπειρογνωμοσύνη της.

Βρυξέλλες, 29 Σεπτεμβρίου 2005

H Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  CESE 1180/2003 (CCMI/002)· Εισηγητής: ο Van Iersel· Συνεισηγητής ο κ. Varea Nieto

(2)  COM (2005) 120 τελικό

(3)  COM (2005) 120 τελικό