28.6.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 157/99


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την πρόσβαση στην κοινοτική εξωτερική βοήθεια»

(COM(2004) 313 τελικό — 2004/0048 COD)

(2005/C 157/18)

Στις 15 Αυγούστου 2004 και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την ανωτέρω πρόταση.

Το ειδικευμένο τμήμα «Εξωτερικές Σχέσεις», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 9 Νοεμβρίου 2004 με βάση εισηγητική έκθεση του κ. ZUFIAUR NARVAIZA.

Κατά την 413η σύνοδο ολομέλειάς της, στις 15 και 16 Δεκεμβρίου 2004 (συνεδρίαση της 15ης Δεκεμβρίου 2004), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 145 ψήφους υπέρ και 5 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Εισαγωγή

1.1.

Η επιδίωξη μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας της αναπτυξιακής βοήθειας, με μείωση του κόστους των σχετικών συναλλαγών, επιβάλλει στην κοινότητα των χορηγών μια συνεχή προσπάθεια προσαρμογής, η οποία έχει αντικατοπτριστεί στις θέσεις της Επιτροπής Αναπτυξιακής Βοήθειας (ΕΑΒ) του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), ως οργάνου που συνενώνει τους χορηγούς και προσπαθεί να εναρμονίσει τις πολιτικές τους.

1.2.

Κατόπιν της πείρας πολλών δεκαετιών, υπάρχει σήμερα σαφής συναίνεση ότι η άμεση ή έμμεση σύνδεση της βοήθειας με την αγορά αγαθών ή υπηρεσιών από τη χορηγό χώρα δεν είναι μόνο ασύμβατη με τους στόχους της προαγωγής της ανάπτυξης, αλλά μειώνει και την αποτελεσματικότητά της. Το γεγονός ότι οι αγορές αγαθών και υπηρεσιών θα πρέπει να πραγματοποιούνται από τις δημόσιες ή ιδιωτικές επιχειρήσεις της δωρήτριας χώρας, με την προφανή έλλειψη ανταγωνισμού, συνεπαγόταν πρόσθετο κόστος και ευνοούσε, επιπλέον, τις πρακτικές διαφθοράς. Αυτού του είδους οι πρακτικές δημιουργούσαν σειρά στρεβλώσεων στην εσωτερική αγορά και συνιστούσαν παράβαση των κανόνων της ΕΕ για τον ανταγωνισμό και, βασικά, των αρχών της ίσης μεταχείρισης και της απαγόρευσης των διακρίσεων.

1.3.

Γι' αυτό, τα τελευταία χρόνια αυτή η ανησυχία απασχόλησε τα προγράμματα εργασίας των χορηγών χωρών και συγκεκριμενοποιήθηκε τον Μάρτιο του 2001, όταν η Επιτροπή Αναπτυξιακής Βοήθειας (ΕΑΒ) του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) υιοθέτησε μία «Σύσταση για την αποδέσμευση της επίσημης αναπτυξιακής βοήθειας στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες». Η λογική που υπάρχει πίσω από τη σύσταση της ΕΑΒ είναι η μείωση του κόστους συναλλαγών της βοήθειας κατά 15-30 %. Σύμφωνα με δεδομένα της Παγκόσμιας Τράπεζας, η συνολική αποδέσμευση της ενίσχυσης θα μπορούσε να επιφέρει μείωση του κόστους συναλλαγών κατά 25 %.

1.4.

Στο κοινοτικό πλαίσιο, αυτή η προσέγγιση συγκεκριμενοποιήθηκε τον Μάρτιο του 2002 στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων που πραγματοποιήθηκε ταυτόχρονα με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Βαρκελώνης για την προετοιμασία της Διεθνούς Διάσκεψης για τη Χρηματοδότηση της Ανάπτυξης στο Monterrey. Το Συμβούλιο αυτό κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα εφαρμόσει τη σύσταση της ΕΑΒ σχετικά με την αποδέσμευση της αναπτυξιακής βοήθειας προς τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, διατηρώντας ταυτόχρονα το υφιστάμενο σύστημα προτιμησιακών τιμών στο πλαίσιο των σχέσεων της ΕΕ με τις χώρες ΑΚΕ. Οι θέσεις του Συμβουλίου και αργότερα του Κοινοβουλίου (Έκθεση σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με τίτλο: «Αποδέσμευση: αύξηση της αποτελεσματικότητας της βοήθειας», COM(2002)639 — 2002/2284 (INI), A5-0190/2003) υποστηρίζουν την αποδέσμευση βάσει τριών προτεραιοτήτων που θα πρέπει να τηρηθούν: περιφερειακή και διαπεριφερειακή ολοκλήρωση, ενίσχυση της θεσμικής ικανότητας των αποδεκτριών χωρών και αποφυγή της στρέβλωσης του ανταγωνισμού μεταξύ των χορηγών και των δικαιούχων χωρών. Σε αυτές προστίθεται και η αρχή της αμοιβαιότητας και της συνεργασίας με τους διεθνείς οργανισμούς.

1.5.

Αυτή η θέση αναπτύχθηκε σε μεταγενέστερες ανακοινώσεις των κοινοτικών οργάνων, οι οποίες παρατίθενται στην πρόταση κανονισμού. Έμεναν ακόμη να θεσπιστούν και συγκεκριμενοποιηθούν περαιτέρω οι όροι πρόσβασης στα διάφορα μέσα της κοινοτικής εξωτερικής βοήθειας και σε αυτό ανταποκρίνεται η παρούσα πρόταση.

1.6.

Δεδομένου ότι παραμένει διαφορετική η νομική φύση των μέσων που εμπίπτουν στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης και εκείνων που εμπίπτουν στον κοινοτικό προϋπολογισμό, χρειάζονται δύο παράλληλες διαδικασίες. Η πρόσφατη ανακοίνωση της Επιτροπής «Η οικοδόμηση του κοινού μας μέλλοντος. Προκλήσεις πολιτικής και δημοσιονομικά μέσα της διευρυμένης Ένωσης 2007-2013»  (1) θεσπίζει το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται αυτή πρόταση κανονισμού. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, ωστόσο, ότι η διαδικασία εγγραφής του ΕΤΑ στον προϋπολογισμό θα έχει επίδραση στο μέλλον, εάν τελικά το ΕΤΑ αποτελέσει τμήμα του κοινοτικού προϋπολογισμού. Για τον λόγο αυτό, η παρούσα πρόταση κανονισμού καλύπτει μόνο τα μέσα που εμπίπτουν στον κοινοτικό προϋπολογισμό. Όταν το ΕΤΑ ενταχθεί στον κοινοτικό προϋπολογισμό, τότε θα διέπεται και αυτό από τον κανονισμό που αναλύεται σήμερα (2).

1.7.

Η πρόταση κανονισμού για την πρόσβαση στην εξωτερική κοινοτική βοήθεια φαίνεται, συνεπώς, σκόπιμη και σαφώς δικαιολογημένη, τόσο για τους προαναφερθέντες λόγους σχετικά με τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει τα κοινοτικά όργανα όσο και βάσει των κριτηρίων της επικουρικότητας και της αναλογικότητας που αναφέρονται στην αιτιολογική έκθεση της πρότασης κανονισμού.

2.   Σχολιασμός των επιμέρους άρθρων

Άρθρο 1. Πεδίο εφαρμογής

2.1.

Η ΕΟΚΕ δεν έχει καμία αντίρρηση και θεωρεί το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού ενδεδειγμένο, καθώς διευκρινίζεται σαφώς ότι ορισμένα μέσα όπως η στήριξη του προϋπολογισμού παραμένουν εκτός αυτού του πεδίου. Ο κατάλογος που παρατίθεται στο παράρτημα Ι είναι ικανοποιητικός.

Άρθρο 2. Ορισμός

2.2.

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με τη θέση που εκφράζεται στον κανονισμό σχετικά με την ερμηνεία του βάσει των όρων του δημοσιονομικού κανονισμού και των υπόλοιπων μέσων που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 3. Κανόνες επιλεξιμότητας

2.3.

Η θέσπιση διαφορετικών κατηγοριών σε συνάρτηση με τα διάφορα μέσα φαίνεται λογική. Ο ειδικός χαρακτήρας των μέσων με γεωγραφικό πεδίο εφαρμογής φαίνεται επίσης κατάλληλος ως τρόπος ενίσχυσης της περιφερειακής ικανότητας και ολοκλήρωσης. Λόγω της υφιστάμενης επί δεκαετίες παράδοσης της συνδεδεμένης βοήθειας και των αδρανειών που προκάλεσε, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να επιμείνει στην αναγκαιότητα ενθάρρυνσης της συμμετοχής φυσικών και νομικών προσώπων από τις αναπτυσσόμενες χώρες ή τις χώρες σε στάδιο μετάβασης που αναφέρονται στους καταλόγους της ΕΑΒ του ΟΟΣΑ. Η εφαρμογή της αρχής της αποσύνδεσης και του ανοίγματος των δημόσιων συμβάσεων αναμένεται να αποβεί επωφελής για τις παραλήπτριες χώρες της κοινοτικής βοήθειας.

Άρθρο 4. Κανόνες καταγωγής

2.4.

Σε συνοχή με το προηγούμενο άρθρο, η ΕΟΚΕ συμφωνεί με κάθε διασαφήνιση σχετικά με την προμήθεια υλικών και τους κανόνες καταγωγής. Η ΕΟΚΕ εφιστά την προσοχή στην αναγκαιότητα της αυστηρότατης απαίτησης συμμόρφωσης με τα διεθνώς αναγνωρισμένα πρότυπα και το σύνολο της εργασιακής και οικολογικής νομοθεσίας και των κανόνων για τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως έχει δηλώσει και σε προηγούμενες περιπτώσεις (3). Η αποδέσμευση της ενίσχυσης και το άνοιγμα των αγορών πρέπει να είναι συμβατά με την τήρηση υψηλών επιπέδων κοινωνικής και περιβαλλοντικής προστασίας.

Άρθρο 5. Αμοιβαιότητα με τρίτες χώρες

2.5.

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί πλήρως με την προσέγγιση του άρθρου να αξιολογείται όχι μόνο η τυπική αμοιβαιότητα, αλλά και η πραγματική. Η πείρα του παρελθόντος αυτό σε σχέση με το θέμα συνιστά αυτή τη στοιχειώδη επιφύλαξη και τη χορήγηση αμοιβαιότητας βάσει κριτηρίων διαφάνειας, συνοχής και αναλογικότητας. Η συμπερίληψη της φράσης «σε μέγιστο βαθμό» με αναφορά στις δικαιούχους χώρες στην παράγραφο 5 παραμένει για την ΕΟΚΕ επαχθής. Η ΕΟΚΕ θα πρότεινε να γίνει αναφορά στην αρχή της εταιρικής σχέσης (partnership), θεμελιώδη πυλώνα της κοινοτικής αναπτυξιακής πολιτικής, όπως και της ΕΑΒ, προκειμένου να αυξηθεί το ενδιαφέρον για τη συμμετοχή των δικαιούχων χωρών.

Άρθρο 6. Αποκλίσεις από τους κανόνες επιλεξιμότητας και καταγωγής

2.6.

Για την ΕΟΚΕ η ύπαρξη εξαιρέσεων σε αυτού του τύπου τους κανονισμούς είναι λογική, προς όφελος της απαραίτητης ευελιξίας κατά την εφαρμογή τους. Οι λόγοι που αναφέρονται στον κανονισμό, δηλαδή η επείγουσα ανάγκη ή η μη διαθεσιμότητα των προϊόντων ή των υπηρεσιών στην αγορά, καθιστούν αυτές τις εξαιρέσεις επιβεβλημένες σε δεόντως δικαιολογημένες περιπτώσεις.

Άρθρο 7. Λειτουργίες στις οποίες ενέχονται διεθνή ιδρύματα ή τρίτες χώρες

2.7.

Το γεγονός ότι ένα μεγάλο τμήμα της ενίσχυσης παρέχεται μέσω πολυμερών μηχανισμών ή μηχανισμών άλλου τύπου και ότι πολλές από τις δράσεις συγχρηματοδοτούνται επιβάλλει μιαν αναφορά του τύπου αυτού, η οποία είναι συνεπώς ενδεδειγμένη. Θα πρέπει να υπάρχει μέριμνα, ιδίως στις περιπτώσεις αυτές, για τη διασφάλιση της ίσης μεταχείρισης των χορηγών και της αμοιβαιότητας.

Άρθρο 8. Ανθρωπιστική βοήθεια

2.8.

Ο ειδικός χαρακτήρας της ανθρωπιστικής βοήθειας, όλο και πιο απαραίτητης στη διεθνή σκηνή, οδήγησε στο να αναγνωριστούν ήδη στον κανονισμό 1257/96 ορισμένες εξαιρέσεις σε σχέση με την υπόλοιπη κοινοτική νομοθεσία και η νέα σύμβαση-πλαίσιο σύνδεσης που συνάπτει η Υπηρεσία Ανθρωπιστικής Βοήθειας (ECHO) με τις χρηματοδοτούμενες οργανώσεις διατηρεί αυτή τη λογική. Τούτο κρίνεται σκόπιμο, για λόγους ταχύτητας και αποτελεσματικότητας της αντίδρασης στις κρίσεις· σκόπιμη κρίνεται επίσης η εφαρμογή του παρόντα κανονισμού σε περίπτωση που απαιτείται δημόσια διαδικασία ανάθεσης συμβάσεως.

Άρθρο 9. Μηχανισμός Ταχείας Αντίδρασης

2.9.

Είναι λογικό, όπως και στην προηγούμενη περίπτωση, που γι' αυτόν τον τύπο μηχανισμών υφίστανται έκτακτες διαδικασίες και κριτήρια. Το σημείο που τροποποιείται είναι το άρθρο 6 (4) β.

Άρθρο 10. Εφαρμογή του κανονισμού

2.10.

Σε συνοχή με τον στόχο του, ο κανονισμός τροποποιεί ειδικές παραγράφους των προηγούμενων κανονισμών που αναφέρονται στο παράρτημα. Η μεγάλη κανονιστική ανάπτυξη της δεκαετίας του 1990 και η ποικιλία των μέσων που αναπτύχθηκαν τότε καθιστούν σκόπιμη αυτή την εξειδίκευση σε καθένα από αυτά. Ωστόσο, ο όρος «περιστασιακά» δεν κρίνεται ιδιαίτερα ορθός.

Άρθρο 11. Έναρξη ισχύος

2.11.

Η ΕΟΚΕ δεν έχει ιδιαίτερες παρατηρήσεις ως προς αυτό το σημείο.

3.   Γενική αξιολόγηση

3.1.

Η παρούσα πρόταση κανονισμού σχετικά με την πρόσβαση στην κοινοτική εξωτερική βοήθεια συμφωνεί με τις επικρατούσες αντιλήψεις μεταξύ των χορηγών χωρών και με τις προηγούμενες θέσεις των κοινοτικών οργάνων και των κρατών μελών. Η ΕΟΚΕ δεν βρίσκει, συνεπώς, σε αυτήν τίποτε το ασύμβατο ή το αρνητικό για την αναπτυξιακή συνεργασία ή για την εξωτερική δράση της Ένωσης. Αντιθέτως θεωρεί ότι η πρόταση συμβάλλει στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της κοινοτικής συνεργασίας και στον σεβασμό των περίφημων «τριών σίγμα»: συνοχή, συμπληρωματικότητα και συντονισμός.

3.2.

Ωστόσο, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να επιμείνει σε ορισμένες σημαντικές ιδέες και να συστήσει ορισμένες πτυχές που ο κανονισμός θα μπορούσε να ενσωματώσει με μεγαλύτερη αυστηρότητα και ακρίβεια:

3.3.

Να επιμείνει στον πρωταγωνιστικό ρόλο που θα πρέπει να έχουν οι δικαιούχοι χώρες ως βασικοί παράγοντες της ανάπτυξής τους. Η αποδέσμευση δεν πρέπει να αποδειχθεί επιζήμια για τις χώρες αυτές και θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να προωθήσει τη μεγαλύτερη σύνδεση μαζί τους, όπως συνίσταται στα προαναφερθέντα διεθνή κείμενα και στις θέσεις των ίδιων των κοινοτικών οργάνων. Με τις ανωτέρω επιφυλάξεις, θα πρέπει να γίνει σύσταση στις δικαιούχες χώρες να συμπεριλάβουν και να εφαρμόσουν τις αρχές της διαφάνειας, της ισότητας, της αμοιβαίας αναγνώρισης και της αναλογικότητας στις δημόσιες συμβάσεις τους, παράλληλα με πρακτικές χρηστής διακυβέρνησης, που θα τους επιτρέψουν να προοδεύσουν τόσο πολιτικά όσο και οικονομικά και κοινωνικά.

3.4.

Προκειμένου να καταστεί ακόμη πιο αποτελεσματική και αποδοτική η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να αναλυθεί σε βάθος ο κύκλος της κοινοτικής βοήθειας σε ό,τι αφορά το κόστος παροχής, το πραγματικό κόστος μεταφοράς και κινητοποίησης των πόρων κλπ., για να εντοπιστούν με μεγαλύτερη ακρίβεια οι συμφορήσεις του συστήματος και οι ανεπάρκειές του. Μολονότι το πνεύμα και το γράμμα του κανονισμού φαίνεται να κατευθύνονται προς απλοποιήσεις και βελτιώσεις, η ΕΟΚΕ παρατηρεί με ανησυχία ότι ενδέχεται να δημιουργηθούν νέοι ανελαστικοί κανόνες που αυξάνουν τη γραφειοκρατία και επιβραδύνουν την ταχεία χορήγηση της βοήθειας.

3.5.

Ο σεβασμός των διεθνών κανόνων για κοινωνικοεργασιακά και περιβαλλοντικά θέματα θα πρέπει να διέπει όλο τον κανονισμό και θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι τίποτε στον κανονισμό δεν ευνοεί μέτρα εργασιακού, κοινωνικού ή περιβαλλοντικού «dumping». Ο σεβασμός του πρωταγωνιστικού ρόλου των κοινωνικών εταίρων των παραληπτριών χωρών της κοινοτικής βοήθειας και η ενθάρρυνση της αρχής του συνεταιρίζεσθαι δεν θα πρέπει να παραβλέψουν τον σεβασμό άλλων εργασιακών, οικολογικών και κοινωνικών κανόνων. Το άρθρο 4 της πρότασης κανονισμού θα πρέπει να συμπεριλάβει ρητή αναφορά σε αυτό το θέμα.

3.6.

Το υπερβολικό βάρος της σύνδεσης της ενίσχυσης θεωρείται ομόφωνα ως ένας από τους περιορισμούς που παρουσίαζε το κυρίαρχο πρότυπο αναπτυξιακής συνεργασίας με συνέπεια τη μείωση της αποτελεσματικότητας και της αξιοπιστίας του, δεδομένου ότι παρείχε προτεραιότητα στα αγαθά και τις υπηρεσίες των «χορηγών». Η αποσύνδεση δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά θα πρέπει να εννοηθεί ως μέσο για μεγαλύτερο αντίκτυπο με χαμηλότερο κόστος. Με την έννοια αυτή, η μεγαλύτερη συμμετοχή των δικαιούχων χωρών είναι το κλειδί για να πάρουν στα δικά τους χέρια την ανάπτυξή τους, ενθαρρύνοντας τη συμμετοχή των κοινωνικών, εργατικών και εργοδοτικών οργανώσεων κάθε τύπου στη διαδικασία αυτή.

Βρυξέλλες, 15 Δεκεμβρίου 2004

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  COM(2004) 101 τελικό της 10.2.2004.

(2)  Είναι δύσκολο να προβλεφθεί αυτή τη στιγμή πότε θα ολοκληρωθεί αυτή η διαδικασία εγγραφής του ΕΤΑ στον κοινοτικό προϋπολογισμό.

(3)  Βλ. σχετικά τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Τα ανθρώπινα δικαιώματα στην εργασία», εισηγητές: οι κ.κ. Putzhammer και Gafo Fernández, ΕΕ C 260 της 17.9.2001, σελ. 79-85. Επίσης τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για το «Σύστημα Γενικευμένων Προτιμήσεων (ΣΓΠ)», εισηγητής: ο κ. Pezzini, ΕΕ C 112 της 30.4.2004.