52003XC1014(03)

Δημοσίευση αιτήσεως καταχωρίσεως κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2081/92 για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 246 της 14/10/2003 σ. 0010 - 0014


Δημοσίευση αιτήσεως καταχωρίσεως κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2081/92 για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων

(2003/C 246/05)

Η δημοσίευση αυτή παρέχει το δικαίωμα υποβολής ενστάσεως κατά την έννοια των άρθρων 7 και 12δ του εν λόγω κανονισμού. Οποιαδήποτε ένσταση στην αίτηση αυτή πρέπει να διαβιβάζεται μέσω της αρμοδίας αρχής ενός κράτους μέλους, ενός κράτους μέλους του ΠΟΕ ή μιας αναγνωρισμένης τρίτης χώρας σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 3, εντός προθεσμίας έξι μηνών από την παρούσα δημοσίευση. Η δημοσίευση αιτιολογείται από τα στοιχεία που ακολουθούν, ιδίως το στοιχείο 4.6, με τα οποία θεωρείται ότι η αίτηση δικαιολογείται κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2081/92.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 2081/92 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΙΤΗΣΗ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗΣ: ΑΡΘΡΟ 5

ΠΟΠ ( ) ΠΓΕ (x)

Εθνικός αριθμός φακέλου: 87

1. Αρμόδια υπηρεσία του κράτους μέλους Ονομασία: Subdirección General de Sistemas de Calidad Diferenciada - Dirección General de Alimentación - Secretaría General de Agricultura y Alimentación del Ministerio de Agricultura, Pesca y Alimentación de España

Διεύθυνση: Infanta Isabel, 1, E-28071 Madrid

Τηλ. (34) 913 47 54 94

Φαξ (34) 913 47 54 10.

2. Αιτούσα ομάδα 2.1.-2.2. Ονομασία και διεύθυνση: Asociación Nacional Avileña-Negra Ibérica: Plaza de Sofraga, 1 - E-05001 Avila

Asociación de Criadores de Charolais de España: Lonja de Extremadura-Avda. Rodríguez de Ledesma, 3 - E-10001 Cáceres

Asociación Nacional de Carne de Retinto: C/ Murcia, 5-1o A - E-28045 Madrid

Asociación Extremeña de Limusin: Lonja de Extremadura-Avda. Rodríguez de Ledesma, 3 - E-10001 Cáceres

Asociación de Productores Agroganaderos de Monfragüe y su Entorno (APAME): Plaza de España, 1 - E-10520 Toril (Cáceres)

Asociación de ganaderos de Berrenda (Berrenda): C/ Adelardo Covarsí, 1 - E-06005 Badajoz

Matadero Municipal de Badajoz: Polígono Industrial El Nevero, s/n E-06004 Badajoz

Asociación de Cooperativas de Regantes de Extremadura (Acorex): Avda. Juan Carlos I, 41 - E-06800 Mérida

Asociación Ganaderos del Reino: C/ Agustina de Aragón, 16 - E-06004 Badajoz

Fabricantes de Pienso: C/ San José, 68 - E-06200 Almendralejo

SS. Cooperativa Comercialización "Dehesa de Extremadura": Lonja de Extremadura-Avda. Rodríguez de Ledesma, 3 - E-10001 Cáceres

Sociedad Cooperativa "Cuatro Lugares": Lonja de Extremadura-Avda. Rodríguez de Ledesma, 3 - E-10001 Cáceres

Asociación de Mujeres Familiares de Ámbito Rural (Amfar): Lonja de Extremadura-Avda. Rodríguez de Ledesma, 3 - E-10001 Cáceres.

2.3. Σύνθεση: Παραγωγός/μεταποιητής (x) Άλλος (x).

3. Τύπος του προϊόντος: Κατηγορία 1.1 - Νωπό βόειο κρέας.

4. Συγγραφή υποχρεώσεων (σύνοψη των όρων του άρθρου 4, παράγραφος 2)

4.1. Ονομασία: "Ternera de Extremadura".

4.2. Περιγραφή: Ο τύπος κρέατος "Ternera de Extremadura" που προστατεύεται από την ΠΓΕ προέρχεται αποκλειστικά από σφάγια ζώων που έχουν εκτραφεί σε εκτατικό καθεστώς παραγωγής· πρόκειται για ζώα των αυτοχθόνων φυλών "Retinta", "Avileña-Negra Ibérica", "Morucha", "Blanca Cacereña", "Berrendas", και τις διασταυρώσεις τους, καθώς και τις διασταυρώσεις με τις φυλές "Charolesa" και "Limusina" που είναι άριστα προσαρμοσμένες στο φυσικό περιβάλλον και η πρώτη γενιά των οποίων χρησιμοποιείται για αναπαραγωγή ενώ η δεύτερη προορίζεται αποκλειστικά για σφαγή.

Τα ζώα κατατάσσονται στις δύο παρακάτω κατηγορίες, αναλόγως της ηλικίας και του είδους διατροφής:

- TERNERAS (δαμαλίδες): Ζώα προοριζόμενα για σφαγή ηλικίας από 7 έως 12 μηνών μείον μία ημέρα. Η διατροφή τους έγκειται βασικά στο μητρικό γάλα, παρότι μπορεί να συμπληρωθεί με προεγκεκριμένη τροφή.

- AÑOJOS (μοσχάρια): Ζώα προοριζόμενα για σφαγή ηλικίας από 12 έως 16 μηνών μείον μία ημέρα. Διατρέφονται με προεγκεκριμένες τροφές.

- NOVILLOS (ταυρίδια): Ζώα προοριζόμενα για σφαγή ηλικίας από 16 έως 36 μηνών. Διατρέφονται με προεγκεκριμένες τροφές.

Τα χαρακτηριστικά του κρέατος που καλύπτεται από την Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη (ΠΓΕ) "Ternera de Extremadura" είναι τα εξής:

I. Δαμαλίδα: Το κρέας των ζώων αυτών είναι χρώματος φωτεινού ερυθρού, ελαφρώς υγρό, με λίπος λευκού χρώματος, συνεκτική σύσταση και λεπτή υφή.

II. Μόσχος: Το κρέας των ζώων αυτών εμφανίζει χρώμα από ανοικτό έως σκούρο ερυθρό, έχει λίπος λευκού χρώματος, σύσταση συνεκτική στην αφή, ελαφρώς υγρή και με λεπτή υφή.

III. Ταυρίδιο: Το κρέας των ζώων αυτών είναι ερυθρό στο χρώμα του κερασιού, με λίπος χρώματος κρεμ, σύσταση συνεκτική στην αφή και ελαφρώς υγρή, λεπτή υφή και μέτρια επίπεδα ενδομυϊκού λίπους.

Τα σφάγια συμμορφώνονται με τα ακόλουθα πρότυπα:

1. Σφάγια των κατηγοριών A και E όπως αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1208/81 του Συμβουλίου.

2. Διάπλαση: E, U, R, O.

3. Κατάσταση πάχυνσης: 2, 3, και 4.

4. Υγιεινή: Εφαρμογή των κοινοτικών και εθνικών κανόνων.

5. Το pH στο μυ Longissimus dorsi στο ύψος της 5-6ης πλευράς πρέπει να είναι χαμηλότερο του 6, ένα 24ωρο μετά τη σφαγή.

4.3. Γεωγραφική ζώνη: Η γεωγραφική ζώνη παραγωγής των ζώων, το κρέας των οποίων κρίνεται επιλέξιμο για την Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη (ΠΓΕ) "Ternera de Extremadura", βρίσκεται εντός των ορίων των δήμων των ακόλουθων περιοχών: Alburquerque, Almendralejo, Azuaga, Badajoz, Brozas, Cáceres, Castuera, Coria, Don Benito, Herrera del Duque, Hervás, Jaraíz de la Vera, Jerez de los Caballeros, Logrosán, Llerena, Mérida, Navalmoral de la Mata, Olivenza, Plasencia, Puebla de Alcocer, Trujillo και Valencia de Alcántara.

Η ζώνη παραγωγής συμπίπτει με τη ζώνη επεξεργασίας.

Η γεωγραφική ζώνη που καλύπτεται από την προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη αντιστοιχεί βασικά σε κτηνοτροφικά συστήματα δασικής βόσκησης, που αποτελούν το καλύτερο παράδειγμα εκτατικών εκμεταλλεύσεων γύρω από τη Μεσόγειο Θάλασσα.

Συγκεκριμένα η "dehesa" της Εστρεμαδούρας αποτελεί παράδειγμα γεωργικού, κτηνοτροφικού και δασικού συστήματος στο πλαίσιο του οποίου η διατήρηση της βιοποικιλότητας έχει επιτρέψει να διατηρηθούν τα οικολογικά ενδιαιτήματα σε καλή κατάσταση, αξιοποιώντας όλους τους διαθέσιμους πόρους και πολυποίκιλα παραγωγικά είδη. Σ' αυτό το μοναδικό πλαίσιο αναπτύσσεται η κτηνοτροφία μας.

Η επιφάνεια των δασοφυών βοσκότοπων της Εστρεμαδούρας ανέρχεται περίπου σε 1800000 εκτάρια (ήτοι στο 43 % της επιφάνειας της αυτόνομης κοινότητας), εκ των οποίων περίπου 1000000 εκτάρια είναι δενδρόφυτοι λειμώνες. Τα ανωτέρω είναι ενδεικτικά της σημασίας του ως άνω συστήματος για την παραγωγή της Εστρεμαδούρας.

4.4. Απόδειξη προέλευσης: Μόνο τα ζώα των αυτοχθόνων φυλών "Retinta", "Avileña-Negra Ibérica", "Morucha", "Blanca Cacereña", "Berrendas" και οι διασταυρώσεις μεταξύ τους, καθώς και με τις φυλές, "Charolesa" και "Limusina", άριστα προσαρμοσμένων στο περιβάλλον και η πρώτη γενιά των οποίων χρησιμοποιείται για αναπαραγωγή, ενώ η δεύτερη γενιά προορίζεται αποκλειστικά για σφαγή, και που η εκτροφή τους έχει γίνει σε εκτατικό καθεστώς παραγωγής, ενδείκνυνται για προστασία από την ΠΓΕ.

Η διασφάλιση της ποιότητας και της προέλευσης του προστατευόμενου προϊόντος που παρέχεται στον καταναλωτή επιτυγχάνεται μέσω των αντίστοιχων ελέγχων και αναλύσεων που πραγματοποιεί το ρυθμιστικό συμβούλιο στις κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις, στις εγκαταστάσεις πάχυνσης, στα σφαγεία και στα εργαστήρια τεμαχισμού που είναι εγγεγραμμένα στα διάφορα μητρώα της Γεωγραφικής Ένδειξης, σύμφωνα με τις διατάξεις του εγχειριδίου ποιότητας και του εγχειριδίου διαδικασιών.

Με την ολοκλήρωση όλων των προαναφερθέντων ελέγχων, η επιτροπή πιστοποίησης του ρυθμιστικού συμβουλίου, που απαρτίζεται από εκπροσώπους όλων των ενδιαφερόμενων μερών, θα αξιολογήσει τα αποτελέσματα για να λάβει αμερόληπτη και αντικειμενική απόφαση. Εφόσον η επιτροπή πιστοποίησης αποφανθεί θετικά, το ρυθμιστικό συμβούλιο χορηγεί στον εγγεγραμμένο το αντίστοιχο πιστοποιητικό. Το προϊόν κυκλοφορεί στην αγορά φέροντας την εγγύηση της προέλευσής του, η οποία έχει τη μορφή μιας αριθμημένης ετικέτας ή μιας συμπληρωματικής ετικέτας του ρυθμιστικού συμβουλίου.

4.5. Μέθοδος παραγωγής: Οι πρακτικές εκμετάλλευσης των αγελάδων μητέρων αντιστοιχούν στις τεχνικές, πρακτικές και μεθόδους παραδοσιακής εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων που είναι χαρακτηριστικές σε ένα εκτατικό καθεστώς ζωικής παραγωγής, με υπαίθρια διαμονή άνευ σταβλισμού καθόλη τη διάρκεια του έτους. Η διατροφή τους βασίζεται στους βοσκοτόπους ή σε άλλες βοσκές αυτόχθονες στο οικοσύστημα της Extremadura που καταναλώνονται καθ' όλη τη διάρκεια του έτους και συμπληρώνονται, εν ανάγκη, με άχυρα, ξηρά χόρτα, σιτηρά, όσπρια και συμπυκνωμένες ινώδεις ζωοτροφές.

Οι δαμαλίδες παραμένουν θηλάζουσες μαζί με τις μητέρες τους έως ότου φθάσουν τουλάχιστον σε ηλικία πέντε μηνών.

Η διαχείριση των βοοειδών που εκτρέφονται σε δασόφυτους λειμώνες καθιστά απαραίτητο οι αναπαραγωγικές συνευρέσεις να συγκεντρώνονται στην ίδια περίοδο ώστε οι τοκετοί να λαμβάνουν χώρα την περίοδο κατά την οποία μεγιστοποιούνται οι διαθέσιμοι βοσκητικοί πόροι. Τοιουτοτρόπως εναρμονίζονται οι διατροφικές ανάγκες των εκτρεφόμενων ζώων με την εποχιακή παραγωγή των δενδρόφυτων λειμώνων, δεδομένου ότι η περίοδος του θηλασμού συμπίπτει με τη μεγιστοποίηση των ενεργειακών αναγκών.

Η σφαγή των ζώων, όπως και ο τεμαχισμός των σφαγίων, πραγματοποιούνται στην επικράτεια της Αυτόνομης Κοινότητας της Extremadura και αποκλειστικά στα σφαγεία και τα εργαστήρια τεμαχισμού που έχει προηγουμένως εγκρίνει και καταχωρίσει το ρυθμιστικό συμβούλιο.

4.6. Δεσμός: Το οικοσύστημα των δασόφυτων λειμώνων, έχει διαμορφωθεί κατόπιν μακραίωνων ανθρώπινων παρεμβάσεων στα μεσογειακά δάση και καλύπτει μεγάλες περιοχές της Εστρεμαδούρας, κατά παράδοση κτηνοτροφικές δραστηριότητες πρωτίστως εκτατικού χαρακτήρα, στο πλαίσιο των οποίων τα ζωικά είδη (οικόσιτα ή εν αγρία καταστάσει), το φυσικό περιβάλλον και οι ανθρώπινες παρεμβάσεις βρίσκονταν πάντοτε σε ισορροπία.

Η έννοια της εκτατικοποίησης συνδέεται στενά με την εκμετάλλευση μεγάλων εκτάσεων γης μέσω της χρήσης ενός συστήματος κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης το οποίο, λόγω της αντοχής του, είναι απολύτως προσαρμοσμένο στο περιβάλλον. Οι δυσμενείς κλιματικές συνθήκες και η χαμηλή ποιότητα των εδαφών έχουν ευνοήσει την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας.

Χαρακτηριστικό των συστημάτων dehesa είναι η αξιοποίηση εκ μέρους της κτηνοτροφίας των αντιστοίχων λειμώνων, των οποίων η φυτική παραγωγή καλύπτει ως επί το πλείστον τις ενεργειακές ανάγκες των εκτρεφόμενων ζώων.

Οι βοσκότοποι συμβάλλουν στη μεγαλύτερη προσφορά ενεργειακών πόρων στο σύστημα και αποτελούνται από χλωρίδα υψηλής ποικιλότητας, όπου αφθονούν τα αυτοφυή ετήσια φυτά.

Η σημασία των αντιστοίχων δεδροφυών εκτάσεων οφείλεται στις ποικίλες δυνατότητες και εναλλακτικές λύσεις που προσφέρει το περιβάλλον αυτό στην ανθρώπινη διαχείριση του όλου συστήματος.

Οι δασόφυτοι λειμώνες απαντούν σε σχιστολιθικά και γρανιτώδη εδάφη, όπου σχηματίζονται τα χαρακτηριστικά φαιά εδάφη του νότου. Πρόκειται για περιορισμένου βάθους, υψηλής οξύτητας και ευδιάβρωτα εδάφη.

Τα δένδρα των βοσκοτόπων είναι κυρίως τα είδη της άριας δρυός (Quercus ilex) και της φελλοφόρου δρυός (Quercus suber), ενώ παράλληλα υφίστανται και άλλα μικρότερης σημασίας όπως η λουζιτανική δρυς, οι καστανιές (Castanea sativa) και η ευρωπαϊκή δρυς (Quercus robur). Τα δένδρα παράγουν ποικίλα προϊόντα όπως τα βελανίδια, τα φρύγανα και τα ξερά φύλλα που επιτρέπουν τη συντήρηση των εκτρεφόμενων ζώων όταν η ποώδης βλάστηση είναι περιορισμένη.

Τα πλέον χαρακτηριστικά είδη της λόχμης εν προκειμένω είναι ο κίστος ο λαδανοφόρος (Cistus ladaniferus), ο σαρόθαμνος ο σαρωματικός (Sarothamnus scoparius) το είδος Cistus monspeliense και ο ράχος ο ευρωπαϊκός (Genista sp.)

Οι λειμώνες μπορούν να ταξινομηθούν, ανάλογα με το έδαφος επί του οποίου αναπτύσσονται ως εξής:

- Λειμώνες σε γρανιτώδη εδάφη

Σε αμμώδη χαλαρά εδάφη: πρόκειται για βοσκοτόπους χαμηλής ποιότητας και παραγωγικότητας. Ξηραίνονται γρήγορα μετά από τη λήξη των ανοιξιάτικων βροχών. Σε αυτούς δεσπόζουν τα ετήσια αγρωστώδη μικρής εξάπλωσης (Vulpia periballia) και τα ψυχανθή που δεν έχουν ιδιαίτερη αξία σε ό,τι αφορά τη βόσκηση (T. angustifolium y stellatum).

Σε αμμώδη εδάφη: πρόκειται για εδάφη πιο εύφορα στα οποία σχηματίζονται λειμώνες υψηλότερης αποδοτικότητας και ποιότητας, των οποίων η ξήρανση επέρχεται αργότερα. Απαρτίζονται ως επί το πλείστον από ευρωστότερα και μεγαλύτερης ικανότητας εκβλάστησης παραφυάδων αγρωστώδη (Agrostis, Poa, κ.λπ.) και από ετήσια ψυχανθή που παρουσιάζουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον σε ό,τι αφορά τη βόσκηση (Ornithopus, T. cherleri, T. arvense, T. campestre, κ.λπ.).

- Λειμώνες σε σχιστολιθικά εδάφη

Λειμώνες σε σκελετώδη σχιστολιθικά εδάφη: πρόκειται για βοσκοτόπους λίαν περιορισμένης παραγωγής και ιδιαίτερα χαμηλής ποιότητας, που απαρτίζονται από ισχνά αγρωστώδη και σε μικρό ποσοστό από ψυχανθή. Είναι γνωστοί υπό την επωνυμία "pastos finos" (λεπτά λιβάδια).

Λειμώνες σε σχιστολιθικά εδάφη μετρίου βάθους: καλύπτουν μεγάλες εκτάσεις της ζώνης παραγωγής. Στους λειμώνες αυτούς δεσπόζουν τα ετήσια αγρωστώδη (Dactylis, Phalaris) και τα ψυχανθή με υψηλή αξία σε ό,τι αφορά τη βόσκηση (T. resupinatum, T. subterraneum, Ornithopus Biserrula, κ.λπ.). Θεωρούνται αποδεκτής παραγωγικότητας και ποιότητας. Διατηρούν κάπως το νερό και ξηραίνονται αργότερα από τους βοσκοτόπους σε αμμώδη χαλαρά εδάφη.

Λειμώνες σε σχιστολιθικά εδάφη επαρκούς βάθους: αντιστοιχούν σε βοσκοτόπους των οποίων το βάθος υπερβαίνει τα 20 εκατοστά. Όπως και με την προηγούμενη κατηγορία, καλύπτουν μεγάλες εκτάσεις. Η σύστασή τους είναι πλούσια σε αγρωστώδη και ψυχανθή, με αποτέλεσμα να βελτιώνονται περαιτέρω τα χαρακτηριστικά που ήδη επισημαίνονται στην αμέσως προηγούμενη κατηγορία.

- Λειμώνες σε ιζηματογενή εδάφη της τριτογενούς και της τεταρτογενούς

Πρόκειται για λειμώνες χαμηλής ποιότητας στους οποίους σπάνια απαντούν αγρωστώδη και ψυχανθή. Σε αυτούς αφθονούν τα βούρλα και οι ασφόδελοι, λόγω της ανεπαρκούς απορροής των υδάτων κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Αποξηραίνονται τάχιστα μετά τη λήξη των βροχών.

- Λειμώνες σταβλισμού (μανδρισμού)

Πρόκειται για πρόωρους λειμώνες που ξηραίνονται αργά, εξαιρετικής παραγωγικότητας και ποιότητας, οι οποίοι καλύπτουν πολύ περιορισμένες εκτάσεις. Εμφανίζονται σε όλους τους τύπους εδάφους και είναι το αποτέλεσμα του επαναλαμβανόμενου μανδρισμού και σταβλισμού και της συνακόλουθης αύξησης του οργανικού υλικού. Εν προκειμένω χαρακτηριστικά είδη αποτελούν τα Poa bulbosa, T. subterraneum, μαζί με το τριφύλλι, το Scorpiurus, το Medicago, τη Biserrula που είναι υψηλής διατροφικής αξίας.

- Άλλοι λειμώνες σε ειδικούς θύλακες: πρόκειται για λειμώνες που απαντούν σε ορεινές περιοχές

Τα βοοειδή των εκμεταλλεύσεων είναι άριστα προσαρμοσμένα και επιτρέπουν την αξιοποίηση όλων αυτών των ειδών λειμώνων, οι οποίοι διαφέρουν ιδιαίτερα ως προς την ποσοτική και την ποιοτική παραγωγή, συμπεριλαμβανομένων μάλιστα και των θεωρουμένων ιδιαιτέρως ενδεών.

Επιβάλλεται να υπενθυμιστεί ότι πέραν των βοσκοτόπων, το συγκεκριμένο οικοσύστημα παράγει βελανίδια, σιτηρά για ζωοτροφές [σιτάρι, κριθάρι, βρώμη, σίκαλη και τριτικάλ (σικαλόσιτο)], όσπρια (ρεβίθια, φάβα, κ.λπ.), φελλό, ξύλο για θέρμανση, άνθρακα και άλλα χρήσιμα υλικά. Ως εκ τούτου είναι αναμφίβολο ότι στο πλαίσιο μίας πρωτίστως γεωργικής κοινότητας, όπως η Εστρεμαδούρα, η dehesa αποτελεί φαινόμενο πρώτιστης οικονομικής σημασίας, στο οποίο οφείλεται το 45 % της τελικής γεωργικής παραγωγής.

Ο κτηνοτροφικός τομέας, λόγω των διαθέσιμων καλλιεργειών ποωδών φυτών, επικεντρώνεται αποκλειστικά σχεδόν στην παραγωγή κρέατος, ενώ μόνο στις αρδευόμενες περιοχές συναντάται μικρής έκτασης γαλακτοπαραγωγικός πληθυσμός.

Σήμερα, παράλληλα με την εκτατικοποίηση των κτηνοτροφικών συστημάτων, προβάλλει η ανάγκη διατήρησης και προώθησης των αυτoχθόνων φυλετικών γενοτύπων.

Σε εκπονηθείσες μελέτες (Espejo Díaz, M; García Torres, S, Características específicas y diferenciadoras de las carnes de ganado Bovino de las dehesas españolas - "Ειδικά και διακριτικά χαρακτηριστικά του κρέατος των βοοειδών που εκτρέφονται στους ισπανικούς βοσκοτόπους"), καταδεικνύεται ότι οι παράμετροι ποιότητας που ζητεί κατά κύριο λόγο ο καταναλωτής βελτιώνονται αισθητά στα ζώα που εκτρέφονται στους βοσκοτόπους.

4.7. Δομή του ελέγχου Ονομασία: Consejo Regulador de la Indicación Geográfica Protegida "Ternera de Extremadura"

Διεύθυνση: Avda. Ruta de la Plata, 4 - E-10001 Cáceres

Τηλ. (34) 927 62 91 46

Φαξ (34) 927 62 91 47

Το ρυθμιστικό συμβούλιο της προστατευόμενης γεωγραφικής ένδειξης "Ternera de Extremadura" πληροί το πρότυπο UNE-EN 45.011.

4.8. Σήμανση: Το πρόσωπο που ορίζει το ρυθμιστικό συμβούλιο προβαίνει σε σήμανση των σφαγίων τα τμήματα των οποίων προστατεύονται από την ΠΓΕ, ούτως ώστε να είναι αναγνωρίσιμα και να παρέχεται εγγύηση της προέλευσής τους.

Η σήμανση πραγματοποιείται στο εξωτερικό μέρος εκάστου εκ των δύο τεμαχίων του σφαγίου με τρόπο ώστε τα δύο τεμάχια να αναγνωρίζονται εύκολα μετά το διαχωρισμό τους.

Το ρυθμιστικό συμβούλιο εκδίδει τις αντίστοιχες αριθμημένες συμπληρωματικές ετικέτες που συνοδεύουν τα τεμάχια που προορίζονται για πώληση. Στις ετικέτες αυτές εμφαίνονται ευκρινώς τόσο το λογότυπο της ΠΓΕ και η ένδειξη "Ternera de Extremadura", καθώς και όλα τα άλλα στοιχεία που σύμφωνα με το ρυθμιστικό συμβούλιο θα αποτελέσουν εγγύηση της ιχνηλασιμότητας του προστατευόμενου προϊόντος, πάντοτε σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.

4.9. Εθνικές απαιτήσεις - Νόμος 25/1970, της 2ας Δεκεμβρίου, καθεστώς της αμπέλου, του οίνου και των αλκοολών και ο κανονισμός του που εγκρίθηκε με το διάταγμα αριθ. 835/1972, της 23ης Μαρτίου.

- Διάταξη της 25ης Ιανουαρίου 1994, με την οποία διευκρινίζεται η αντιστοιχία μεταξύ της ισπανικής νομοθεσίας και του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2081/1992, για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων διατροφής.

- Βασιλικό διάταγμα αριθ. 1643/99, της 22ας Οκτωβρίου, που διέπει τη διαδικασία υποβολής των αιτήσεων εγγραφής στο κοινοτικό μητρώο των προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης.

Αριθ. ΕΚ: ES/00220/02.01.10.

Ημερομηνία παραλαβής του φακέλου: 29 Ιουλίου 2003.