52003PC0856

Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ινδίας για τη συνεργασία και την αμοιβαία συνδρομή σε τελωνειακά ζητήματα /* COM/2003/0856 τελικό - ACC 2003/0335 */


Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ινδίας για τη συνεργασία και την αμοιβαία συνδρομή σε τελωνειακά ζητήματα

(υποβληθείσα από την Επιτροπή)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. Στις 27-28 Ιανουαρίου 2003 το Συμβούλιο υιοθέτησε απόφαση που εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να διενεργήσει διαπραγματεύσεις για τη σύναψη εξ ονόματος της Κοινότητας συμφωνίας τελωνειακής συνεργασίας με την Ινδία. Το Συμβούλιο καθορίζει ότι οι διαπραγματεύσεις αυτές πρέπει να διεξαχθούν σύμφωνα με τις οδηγίες που αναφέρονται στην απόφαση του Συμβουλίου του 1993.

2. Η απόφαση απαιτεί να διεξαχθούν οι διαπραγματεύσεις σύμφωνα με τις οδηγίες που αναφέρονται στην απόφασή της του Απριλίου 1993 σχετικά με τον Καναδά, το Χονγκ-Κονγκ, την Ιαπωνία, την Κορέα και τις Ηνωμένες Πολιτείες, που επεκτάθηκε το Μάιο 1997 στις χώρες ASEAN και στην Κίνα. Οι συμφωνίες αυτές έχουν υπογραφεί μέχρι σήμερα με τη Δημοκρατία της Κορέας (1997), τις ΗΠΑ (1997), τον Καναδά (1997) και το Χονγκ-Κονγκ (1999).

3. Για την Ινδία ακολουθήθηκε η ίδια διαδικασία με εκείνη που ίσχυσε για την επέκταση της εντολής στην Ινδία και στις χώρες ASEAN. Η πρόταση δεν απαιτεί επίσημη πρόταση της Επιτροπής, εφόσον η αρχική εντολή του Συμβουλίου του 1993 προβλέπει ήδη τη δυνατότητα επέκτασης της εντολής για διαπραγματεύσεις.

4. Πραγματοποιήθηκαν ορισμένες συναντήσεις με τις αρχές της Ινδίας, τόσο στο Δελχί όσο και στις Βρυξέλλες. Σε συνέχεια των συζητήσεων που έλαβαν χώρα στο Δελχί, στις 20 Οκτωβρίου, τα μέρη συμφώνησαν σχετικά με το κείμενο της συμφωνίας που επισυνάπτεται.

5. Για να καταστεί δυνατή η υπογραφή της συμφωνίας για τη συνεργασία και την αμοιβαία συνδρομή σε τελωνειακά ζητήματα το ταχύτερο δυνατό, η Επιτροπή προτείνει στο Συμβούλιο, να εγκρίνει τη συνημμένη πρόταση απόφασης για την υπογραφή και τη σύναψη συμφωνίας.

2003/0335 (ACC)

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ινδίας για τη συνεργασία και την αμοιβαία συνδρομή σε τελωνειακά ζητήματα

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη :

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 133, σε συνδυασμό με το άρθρο 300 παράγραφος 2, πρώτη υποπαράγραφο, πρώτη πρόταση,

την πρόταση της Επιτροπής [1],

[1] EE C [...] [...],

Εκτιμώντας τα εξής :

(1) Στις 27-28 Ιανουαρίου 2003, το Συμβούλιο εξουσιοδότησε την Επιτροπή να διαπραγματευθεί εξ ονόματος της Κοινότητας, συμφωνία τελωνειακής συνεργασίας με την Ινδία.

(2) Είναι σκόπιμο να εγκριθεί η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και Δημοκρατίας της Ινδίας για τη συνεργασία και την αμοιβαία διοικητική συνδρομή σε τελωνειακά ζητήματα.

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ινδίας για τη συνεργασία και την αμοιβαία συνδρομή σε τελωνειακά ζητήματα εγκρίνεται εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Το κείμενο της συμφωνίας επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

Η Επιτροπή, επικουρούμενη από εκπροσώπους των κρατών μελών, θα εκπροσωπήσει την Κοινότητα στο πλαίσιο της μικτής επιτροπής τελωνειακής συνεργασίας που συγκροτήθηκε βάσει του άρθρου 21 της συμφωνίας.

Άρθρο 3

Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου εξουσιοδοτείται να ορίσει τα πρόσωπα που είναι αρμόδια να υπογράψουν τη συμφωνία εξ ονόματος της Κοινότητας, ώστε να εκφραστεί η συγκατάθεση της Κοινότητας προς δέσμευση.

Άρθρο 4

Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου προβαίνει εξ ονόματος της Κοινότητας [2] στη γνωστοποίηση που προβλέπεται στο άρθρο 22 της συμφωνίας.

[2] Η ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας θα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου.

Βρυξέλλες, [...]

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΙΝΔΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΣΕ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ

Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα και Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔημοκρατίαΣ της Ινδίας (ΕΦΕΞΗΣ ΤΑ "ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ")

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ τη σημασία των εμπορικών δεσμών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ινδίας και επιθυμώντας να συμβάλουν, προς όφελος και των δύο συμβαλλομένων μερών, στην αρμονική ανάπτυξη των δεσμών αυτών,

ΠΙΣΤΕΥΟΝΤΑΣ ότι, για να επιτευχθεί ο συγκεκριμένος στόχος, χρειάζεται να αναληφθεί υποχρέωση για ανάπτυξη της τελωνειακής συνεργασίας,

ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ υπόψη την ανάπτυξη της τελωνειακής συνεργασίας μεταξύ των συμβαλλομένων μερών όσον αφορά τις τελωνειακές διαδικασίες,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι πράξεις που παραβιάζουν την τελωνειακή νομοθεσία ζημιώνουν τα οικονομικά, φορολογικά και εμπορικά συμφέροντα και των δύο συμβαλλομένων μερών και αναγνωρίζοντας τη σημασία διασφάλισης του ορθού υπολογισμού των δασμών και άλλων επιβαρύνσεων,

ΜΕ ΤΗΝ ΠΕΠΟΙΘΗΣΗ ότι η δράση κατά των πράξεων αυτών μπορεί να γίνει περισσότερο αποτελεσματική με τη συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων τελωνειακών αρχών,

ΕΧΟΝΤΑΣ υπόψη τις υποχρεώσεις που έχουν επιβληθεί στο πλαίσιο διεθνών συμβάσεων οι οποίες έχουν γίνει ήδη αποδεκτές ή εφαρμόζονται από τα συμβαλλόμενα μέρη καθώς επίσης και τη σύσταση που διετύπωσε το Συμβούλιο Τελωνειακής Συνεργασίας (Παγκόσμια Οργάνωση Τελωνείων) για την αμοιβαία διοικητική συνδρομή στις 5 Δεκεμβρίου 1953, καθώς και τις συναφείς δραστηριότητες που έχει αναλάβει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου.

ΟΤΙ η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ινδίας για εταιρική σχέση και ανάπτυξη υπογράφηκε στις 20 Δεκεμβρίου 1993.

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ ΤΑ ΕΞΗΣ:

ΤΙΤΛΟΣ I ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας :

α) ως "τελωνειακή νομοθεσία" νοούνται οι νόμοι, οι ρυθμίσεις και άλλα επίσημα νομικά. έγγραφα που έχουν θεσπιστεί από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα ή την Ινδία και διέπουν την εισαγωγή, την εξαγωγή, τη διαμετακόμιση και την υπαγωγή εμπορευμάτων σε οποιαδήποτε τελωνειακή διαδικασία, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων απαγόρευσης, περιορισμού και ελέγχου που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των τελωνειακών και άλλων διοικητικών αρχών.

β) ως "τελωνειακή αρχή" νοούνται, στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, οι αρμόδιες υπηρεσίες της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και οι τελωνειακές αρχές των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και, στην Ινδία, η υπηρεσία τελωνείων και ειδικών φόρων κατανάλωσης του τμήματος εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

γ) ως "αιτούσα αρχή" νοείται η ειδικώς ορισθείσα από το συμβαλλόμενο μέρος αρμόδια διοικητική αρχή, η οποία υποβάλλει αίτηση συνδρομής βάσει της παρούσας συμφωνίας.

δ) ως "αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση" νοείται η ειδικώς ορισθείσα από το συμβαλλόμενο μέρος αρμόδια διοικητική αρχή, στην οποία υποβάλλεται η αίτηση συνδρομής βάσει της παρούσας συμφωνίας.

ε) ως "προσωπικά στοιχεία" νοούνται όλες οι πληροφορίες που έχουν σχέση με προσδιοριζόμενο ή δυνάμενο να προσδιοριστεί άτομο.

στ) ως "πράξη κατά παράβαση της τελωνειακής νομοθεσίας" νοείται κάθε παραβίαση ή απόπειρα παραβίασης της τελωνειακής νομοθεσίας.

ζ) ως "πρόσωπο" νοείται φυσικό ή νομικό πρόσωπο

η) ως "πληροφορία" νοούνται στοιχεία που έχουν υποστεί επεξεργασία ή ανάλυση και έγγραφα, εκθέσεις και άλλες κοινοποιήσεις σε οποιαδήποτε μορφή, συμπεριλαμβανομένων ηλεκτρονικών ή θεωρημένων ή επικυρωμένων αντιγράφων.

Άρθρο 2

Εδαφική εφαρμογή

Η παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται στα εδάφη στα οποία εφαρμόζεται η συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, αφενός, υπό τους όρους που καθορίζονται στην εν λόγω συνθήκη, και στην Ινδία, αφετέρου.

Άρθρο 3

Μελλοντικές εξελίξεις

Τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν την ευχέρεια να αποφασίσουν από κοινού την επέκταση της παρούσας συμφωνίας με στόχο την αύξηση και τη συμπλήρωση της τελωνειακής συνεργασίας βάσει της ισχύουσας σ´αυτά τελωνειακής νομοθεσίας, μέσω συμφωνιών επί συγκεκριμένων τομέων ή ζητημάτων.

Άρθρο 4

Έκταση της συνεργασίας

1. Οι τελωνειακές αρχές αναλαμβάνουν να αναπτύξουν την τελωνειακή συνεργασία. Τα συμβαλλόμενα μέρη προσπαθούν, ιδίως, να συνεργάζονται όσον αφορά :

(α) τη δημιουργία και τη διατήρηση διαύλων επικοινωνίας μεταξύ των τελωνειακών αρχών τους, ώστε να διευκολυνθεί η ασφαλής και ταχεία ανταλλαγή πληροφοριών.

(β) τη διευκόλυνση αποτελεσματικού συντονισμού μεταξύ των τελωνειακών αρχών τους.

(γ) οποιοδήποτε άλλο διοικητικό θέμα σχετικό με την παρούσα συμφωνία, που ενδέχεται να απαιτεί από καιρού εις καιρόν κοινή δράση αυτών.

2. Τα συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν επίσης την ανάπτυξη ενεργειών διευκόλυνσης των συναλλαγών στον τελωνειακό τομέα σύμφωνα με διεθνή πρότυπα.

3. Στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας, η τελωνειακή συνεργασία περιλαμβάνει όλα τα θέματα εφαρμογής της τελωνειακής νομοθεσίας.

Άρθρο 5

Πεδίο εφαρμογής

1. Τα συμβαλλόμενα μέρη παρέχουν αμοιβαία συνδρομή, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους και των διαθέσιμων πόρων, με τον τρόπο και υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει η παρούσα συμφωνία, ώστε να διασφαλίζεται η ορθή εφαρμογή της τελωνειακής νομοθεσίας, ιδιαίτερα με την πρόληψη, την έρευνα και τη δίωξη των πράξεων που διενεργούνται κατά παράβαση της εν λόγω νομοθεσίας.

2. Η συνδρομή σε τελωνειακά ζητήματα, όπως ορίζεται στην παρούσα συμφωνία, παρέχεται μεταξύ των τελωνειακών και άλλων διοικητικών αρχών των συμβαλλομένων μερών, που είναι αρμόδιες για την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, τηρουμένων των διατάξεων που διέπουν την αμοιβαία συνδρομή σε ποινικές υποθέσεις. Δεν ισχύει για πληροφορίες που συγκεντρώνονται στο πλαίσιο εξουσίας που ασκείται κατ' αίτηση δικαστικής αρχής.

3. Η συνδρομή στον τομέα της ανάκτησης δασμών, φόρων ή προστίμων δεν καλύπτεται από την παρούσα συμφωνία.

Άρθρο 6

Υποχρεώσεις που επιβάλλονται στο πλαίσιο άλλων συμφωνιών

1. Λαμβανομένων υπόψη των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών, οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας :

(α) δεν θίγουν τις υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών που επιβάλλονται στο πλαίσιο άλλων διεθνών συμβάσεων ή συμφωνιών.

(β) θεωρείται ότι συμπληρώνουν συμφωνίες για την τελωνειακή συνεργασία και την αμοιβαία συνδρομή που έχουν συναφθεί ή πρόκειται να συναφθούν μεταξύ μεμονωμένων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ινδίας.

(γ) δεν θίγουν τις κοινοτικές διατάξεις που διέπουν τη γνωστοποίηση, μεταξύ των αρμοδίων υπηρεσιών της Επιτροπής και των τελωνειακών αρχών των κρατών μελών, πληροφοριών που λαμβάνονται στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας και οι οποίες θα ήταν δυνατό να ενδιαφέρουν την Κοινότητα.

2. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας υπερισχύουν των διατάξεων των διμερών συμφωνιών για την τελωνειακή συνεργασία και την αμοιβαία διοικητική συνδρομή που έχουν συναφθεί ή ενδέχεται να συναφθούν μεταξύ των επιμέρους κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ινδίας, εφόσον οι διατάξεις αυτών έρχονται σε αντίθεση με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

3. Όσον αφορά θέματα εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας, τα συμβαλλόμενα μέρη διενεργούν διαβουλεύσεις για την αντιμετώπισή τους στο πλαίσιο της μικτής επιτροπής τελωνειακής συνεργασίας, η οποία συγκροτείται βάσει του άρθρου 21 της παρούσας συμφωνίας.

ΤΙΤΛΟΣ II ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ

Άρθρο 7

Συνεργασία σχετικά με τις τελωνειακές διαδικασίες

Τα συμβαλλόμενα μέρη επιβεβαιώνουν την υποχρέωση που ανέλαβαν όσον αφορά τη διευκόλυνση της νόμιμης κυκλοφορίας εμπορευμάτων και προτίθενται να ανταλλάσσουν πληροφορίες και εμπειρίες σχετικά με τα μέτρα που απαιτούνται για τη βελτίωση των τελωνειακών τεχνικών και διαδικασιών καθώς και με τα συστήματα πληροφορικής με σκοπό την επίτευξη του στόχου αυτού σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας

Άρθρο 8

Τεχνική βοήθεια

Οι τελωνειακές αρχές δύνανται να παράσχουν τεχνική βοήθεια μεταξύ τους και να προβαίνουν σε ανταλλαγές προσωπικού και εμπειρίας σχετικά με μέτρα για την προώθηση της κατανόησης των τελωνειακών τεχνικών και διαδικασιών καθώς και των συστημάτων μηχανοργάνωσης με σκοπό την επίτευξη των στόχων αυτών σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 9

Συζητήσεις στο πλαίσιο διεθνών οργανισμών

Οι τελωνειακές αρχές επιδιώκουν την ανάπτυξη και ενίσχυση της συνεργασίας τους σε θέματα κοινού ενδιαφέροντος με σκοπό τη διευκόλυνση των συζητήσεων για τελωνειακά ζητήματα στο πλαίσιο διεθνών οργανισμών.

ΤΙΤΛΟΣ III ΤΗΝ ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗ

Άρθρο 10

Συνδρομή κατόπιν αιτήσεως

1. Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση παρέχει στην αιτούσα αρχή κάθε σχετική πληροφορία που θα της επιτρέψει να εξασφαλίσει την ορθή εφαρμογή της τελωνειακής νομοθεσίας, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με πράξεις που διενεργήθηκαν ή που σχεδιάζονται κατά παράβαση, διαπιστωθείσα ή ενδεχόμενη, της τελωνειακής νομοθεσίας.

Κατόπιν αιτήσεως, οι τελωνειακές αρχές παρέχουν αμοιβαία πληροφορίες σχετικά με πράξεις που ενδεχομένως γίνονται κατά παράβαση στο έδαφος του άλλου συμβαλλόμενου μέρους, π.χ. ανακριβείς τελωνειακές διασαφήσεις και πιστοποιητικά καταγωγής, τιμολόγια ή άλλα έγγραφα τα οποία είναι γνωστό ή εικάζεται, ότι είναι ανακριβή ή παραποιημένα.

2. Κατόπιν αιτήσεως της αιτούσας αρχής, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση οφείλει να την ενημερώνει :

(α) σχετικά με το εάν εμπορεύματα που εξήχθησαν από το έδαφος ενός από τα συμβαλλόμενα μέρη εισήχθησαν δεόντως στο έδαφος του άλλου συμβαλλομένου μέρους, προσδιορίζοντας, όταν κρίνεται σκόπιμο, το εφαρμοσθέν τελωνειακό καθεστώς.

(β) σχετικά με το εάν εμπορεύματα που εισήχθησαν στο έδαφος ενός από τα συμβαλλόμενα μέρη εξήχθησαν δεόντως από το έδαφος του άλλου μέρους, προσδιορίζοντας, όταν κρίνεται σκόπιμο, το εφαρμοσθέν τελωνειακό καθεστώς.

3. Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση υποχρεούται, κατόπιν αιτήσεως της αιτούσας αρχής και στο πλαίσιο των ισχυόντων νόμων, ρυθμίσεων ή άλλων επίσημων νομικών εγγράφων, να ασκεί ειδική επιτήρηση :

(α) των προσώπων τα οποία, σύμφωνα με βάσιμες υποψίες, συμμετέχουν ή συμμετείχαν σε πράξεις που διενεργήθηκαν κατά παράβαση της τελωνειακής νομοθεσίας.

(β) των χώρων όπου έχουν συγκεντρωθεί ή ενδέχεται να συγκεντρωθούν αποθέματα εμπορευμάτων υπό συνθήκες τέτοιες ώστε να πιθανολογείται με βεβαιότητα ότι προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για πράξεις που διενεργούνται κατά παράβαση της τελωνειακής νομοθεσίας.

(γ) των εμπορευμάτων τα οποία μεταφέρονται κατά τρόπο που δημιουργεί βάσιμες υποψίες ότι πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για πράξεις που διενεργούνται κατά παράβαση της τελωνειακής νομοθεσίας.

(δ) των μεταφορικών μέσων για τα οποία υπάρχουν βάσιμες υποψίες ότι χρησιμοποιούνται ή ενδέχεται να χρησιμοποιηθούν για πράξεις που διενεργούνται κατά παράβαση της τελωνειακής νομοθεσίας.

Άρθρο 11

Αυθόρμητη συνδρομή

Τα συμβαλλόμενα μέρη παρέχουν, με δική τους πρωτοβουλία και εντός του πλαισίου των νόμων, ρυθμίσεων και άλλων νομικώς δεσμευτικών εγγράφων, αμοιβαία συνδρομή, εφόσον θεωρούν ότι αυτή είναι αναγκαία για την ορθή εφαρμογή της τελωνειακής νομοθεσίας, ιδιαίτερα σε περιστάσεις που ενδέχεται να επιφέρουν σημαντική ζημία στην οικονομία, στη δημόσια υγεία, στη δημόσια ασφάλεια ή σε παρόμοιο ζωτικό συμφέρον του άλλου μέρους, παρέχοντας ιδίως, τις πληροφορίες που συγκεντρώνουν σχετικά με:

(α) πράξεις οι οποίες διενεργούνται ή ενδέχεται να διενεργηθούν κατά παράβαση της τελωνειακής νομοθεσίας και οι οποίες δυνατόν να ενδιαφέρουν το άλλο συμβαλλόμενο μέρος.

(β) νέα μέσα ή μεθόδους που χρησιμοποιούνται κατά τη διενέργεια τέτοιων πράξεων.

(γ) εμπορεύματα, που είναι γνωστό ότι αποτελούν αντικείμενο πράξεων που διενεργούνται κατά παράβαση της τελωνειακής νομοθεσίας.

(δ) φυσικά και νομικά πρόσωπα για τα οποία υπάρχουν βάσιμες υποψίες ότι αναμιγνύονται ή έχουν αναμιχθεί σε πράξεις που διενεργούνται κατά παράβαση της τελωνειακής νομοθεσίας.

(ε) μεταφορικά μέσα για τα οποία πιθανολογείται με βεβαιότητα ότι έχουν χρησιμοποιηθεί, χρησιμοποιούνται ή ενδέχεται να χρησιμοποιηθούν για τη διενέργεια πράξεων κατά παράβαση της τελωνειακής νομοθεσίας.

Άρθρο 12

Παράδοση, κοινοποίηση

1. Κατόπιν αιτήσεως της αιτούσας αρχής, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση λαμβάνει, σύμφωνα με τους οικείους νόμους, ρυθμίσεις ή άλλα νομικώς δεσμευτικά έγγραφα, όλα τα αναγκαία μέτρα ούτως ώστε :

(α) να παραδίδονται όλα τα έγγραφα διοικητικού χαρακτήρα.

(β) να κοινοποιούνται όλες οι αποφάσεις, που προέρχονται από την αιτούσα αρχή και εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας, σε παραλήπτη που διαμένει ή είναι εγκατεστημένος στην επικράτεια της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση.

2. Οι αιτήσεις παράδοσης εγγράφων ή κοινοποίησης αποφάσεων πρέπει να έχουν συνταχθεί γραπτώς σε επίσημη γλώσσα της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ή σε γλώσσα αποδεκτή από αυτήν. Η προϋπόθεση αυτή δεν ισχύει για έγγραφα που παραδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Άρθρο 13

Τύπος και ουσία των αιτήσεων συνδρομής

1. Οι αιτήσεις βάσει της παρούσας συμφωνίας υποβάλλονται γραπτώς. Τα δικαιολογητικά των αιτήσεων επισυνάπτονται σ' αυτές. Προφορικές αιτήσεις είναι δυνατόν να γίνονται αποδεκτές, εφόσον το απαιτεί ο επείγων χαρακτήρας της περίπτωσης, αλλά πρέπει αμέσως να επιβεβαιώνονται γραπτώς.

2. Οι αιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν τα παρακάτω στοιχεία :

(α) την αιτούσα αρχή.

(β) το ζητούμενο μέτρο.

(γ) το αντικείμενο και τον λόγο της αίτησης.

(δ) τους νόμους, τις κανονιστικές ρυθμίσεις και άλλα νομικώς δεσμευτικά έγγραφα.

(ε) στοιχεία όσο το δυνατόν ακριβή και εμπεριστατωμένα, σχετικά με τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που αποτελούν αντικείμενο ερευνών.

(στ) περίληψη των σχετικών πραγματικών γεγονότων και των ερευνών που έχουν ήδη διεξαχθεί.

3. Οι αιτήσεις συντάσσονται σε μία από τις επίσημες γλώσσες της τελωνειακής αρχής στην οποία υποβάλλονται ή σε γλώσσα αποδεκτή από αυτή. Αυτό δεν ισχύει για τυχόν έγγραφα τα οποία συνοδεύουν την αίτηση σύμφωνα με την παράγραφο 1.

4. Εάν κάποια αίτηση δεν πληροί τις τυπικές απαιτήσεις που προαναφέρθηκαν, είναι δυνατόν να ζητηθεί η διόρθωση ή η συμπλήρωσή της. ενδέχεται, επίσης, να διαταχθεί η λήψη προληπτικών μέτρων.

Άρθρο 14

Εκτέλεση αιτήσεων

1. Για να ικανοποιήσει αίτηση συνδρομής, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ενεργεί, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων και των διαθέσιμων πόρων της, όπως θα ενεργούσε και δια ίδιον λογαριασμό ή για άλλη αρχή του ίδιου συμβαλλομένου μέρους, διαβιβάζοντας τα στοιχεία που διαθέτει, διεξάγοντας τις κατάλληλες έρευνες ή μεριμνώντας για τη διεξαγωγή τους. Η διάταξη αυτή ισχύει επίσης για οιαδήποτε άλλη αρχή, στην οποία διαβιβάζεται η αίτηση δυνάμει της παρούσας συμφωνίας από την αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, όταν αυτή αδυνατεί να ενεργήσει αφ' εαυτής.

2. Οι αιτήσεις συνδρομής διεκπεραιώνονται σύμφωνα με τους νόμους, τις ρυθμίσεις και άλλα νομικώς δεσμευτικά έγγραφα του συμβαλλόμενου μέρους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση.

3. Δεόντως εξουσιοδοτημένοι υπάλληλοι συμβαλλόμενου μέρους είναι δυνατόν, με τη σύμφωνη γνώμη του άλλου ενδιαφερόμενου συμβαλλόμενου μέρους και υπό τις προϋποθέσεις που αυτό ορίζει, να λαμβάνουν από τα γραφεία της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ή από άλλη ενδιαφερόμενη αρχή σύμφωνα με την παράγραφο 1, στοιχεία σχετικά με πράξεις που διενεργούνται κατά παράβαση, βέβαιη ή ενδεχόμενη, της τελωνειακής νομοθεσίας, τα οποία η αιτούσα τελωνειακή αρχή χρειάζεται για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας.

4. Δεόντως εξουσιοδοτημένοι υπάλληλοι συμβαλλόμενου μέρους είναι δυνατόν, με τη σύμφωνη γνώμη του άλλου συμβαλλόμενου μέρους και υπό τις προϋποθέσεις που αυτό ορίζει, να παρίστανται κατά τις έρευνες που διεξάγονται υπό την δικαιοδοσία του τελευταίου σε συγκεκριμένες περιπτώσεις.

5. Σε περίπτωση που η αίτηση δεν μπορεί να ικανοποιηθεί, η αιτούσα αρχή ενημερώνεται αμέσως με αναφορά των λόγων καθώς και κάθε άλλης πληροφορίας που η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση θεωρεί ότι μπορεί να φανεί χρήσιμη στην αιτούσα αρχή.

Άρθρο 15

Μορφή υπό την οποία πρέπει να ανακοινώνονται τα στοιχεία

1. Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ανακοινώνει γραπτώς τα αποτελέσματα των ερευνών στην αιτούσα αρχή, υποβάλλοντας ταυτόχρονα όλα τα έγγραφα, τα επικυρωμένα αντίγραφα ή άλλα στοιχεία.

2. Οι πληροφορίες αυτές είναι δυνατόν να διαβιβάζονται ηλεκτρονικώς.

3. Πρωτότυπα έγγραφα διαβιβάζονται μόνο κατόπιν αιτήσεως, εφόσον τα επικυρωμένα αντίγραφα αποδειχθούν ανεπαρκή. Τα πρωτότυπα αυτά επιστρέφονται το συντομότερο δυνατόν. Δεν θίγονται τα δικαιώματα της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ή τρίτων μερών όσον αφορά τα πρωτότυπα.

Άρθρο 16

Εξαιρέσεις από την υποχρέωση παροχής συνδρομής

1. Τα συμβαλλόμενα μέρη δύνανται να αρνηθούν την παροχή συνδρομής ή να την υποβάλουν σε ορισμένες προϋποθέσεις, όταν θεωρούν ότι η συνδρομή στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας:

(α) θα ήταν ενδεχόμενο να παραβλάψει τα συμφέροντα της Ινδίας ή κάποιου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σε περίπτωση που ζητηθεί η παροχή συνδρομής σύμφωνα με την παρούσα συμφωνία.

(β) θα ήταν ενδεχόμενο να παραβλάψει τη δημοσία τάξη, την ασφάλεια ή άλλα σημαντικά συμφέροντα, ιδίως, αυτά που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 2. ή

(γ) παραβιάζει το βιομηχανικό, εμπορικό ή επαγγελματικό απόρρητο.

2. Η παροχή της συνδρομής είναι δυνατό να αναβληθεί από την αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, σε περίπτωση που αυτή έχει σχέση με διεξαγόμενη έρευνα, δίωξη ή διαδικασία. Σ' αυτή την περίπτωση, η αρχή στην οποία υποβάλλεται αίτηση διενεργεί διαβουλεύσεις με την αιτούσα αρχή για να εξεταστεί, αν είναι δυνατό να παρασχεθεί βοήθεια υπό τους γενικούς και ειδικούς όρους που αυτή κρίνει αναγκαίους.

3. Σε περίπτωση που η αιτούσα αρχή επιδιώξει παροχή συνδρομής που η ίδια δεν θα ήταν σε θέση να παράσχει εάν της ζητηθεί, εφιστά στην αίτησή της την προσοχή επί του γεγονότος αυτού. Σε αυτήν την περίπτωση, εναπόκειται στην αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση να επιλέξει τον τρόπο με τον οποίο θα ανταποκριθεί στη συγκεκριμένη αίτηση.

4. Στις περιπτώσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2, η απόφαση της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση και η αιτιολόγησή της πρέπει να ανακοινώνονται αμελλητί στην αιτούσα αρχή.

Άρθρο 17

Ανταλλαγή πληροφοριών και εμπιστευτικότητα

1. Κάθε πληροφορία που ανακοινώνεται υπό οποιαδήποτε μορφή σύμφωνα με την παρούσα συμφωνία έχει εμπιστευτικό ή απόρρητο χαρακτήρα, ανάλογα με τις ρυθμίσεις που ισχύουν σε καθένα από τα συμβαλλόμενα μέρη. Καλύπτεται από την υποχρέωση τήρησης του υπηρεσιακού απορρήτου και χαίρει της πρόσθετης προστασίας που προσφέρουν οι σχετικοί νόμοι που εφαρμόζονται στο συμβαλλόμενο μέρος που την έλαβε και οι αντίστοιχες διατάξεις που ισχύουν για τις αρχές της Κοινότητας.

2. Η ανταλλαγή προσωπικών στοιχείων επιτρέπεται μόνον όταν το συμβαλλόμενο μέρος που τα λαμβάνει δεσμεύεται να τα προστατεύσει με τρόπο τουλάχιστον ισοδύναμο προς αυτόν που ισχύει στη συγκεκριμένη περίπτωση στο συμβαλλόμενο μέρος που τα παρέχει. Το συμβαλλόμενο μέρος που παρέχει τις πληροφορίες δεν δύναται να επιβάλλει όρους επαχθέστερους από αυτούς που ισχύουν στην επικράτειά του.

Τα συμβαλλόμενα μέρη ενημερώνονται μεταξύ τους για, τις ισχύουσες σ' αυτά ρυθμίσεις συμπεριλαμβανομένων, ενδεχομένως, των νομικών διατάξεων που ισχύουν στα κράτη μέλη της Κοινότητας.

3. Η παρούσα συμφωνία ουδόλως αποκλείει τη χρησιμοποίηση πληροφοριών ή εγγράφων που ελήφθησαν δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, στο πλαίσιο δικαστικών ή διοικητικών διαδικασιών σχετικά με πράξεις που διενεργήθηκαν κατά παράβαση της τελωνειακής νομοθεσίας. Συνεπώς, τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν τη δυνατότητα, στα αρχεία αποδεικτικών στοιχείων που τηρούν, στις εκθέσεις και τις μαρτυρίες καθώς και σε διαδικασίες και καταγγελίες που παραπέμπονται στα δικαστήρια, να χρησιμοποιούν ως αποδεικτικά στοιχεία πληροφορίες που έχουν λάβει και έγγραφα που συμβουλεύθηκαν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Η αρμόδια αρχή που χορήγησε τις πληροφορίες αυτές ή που επέτρεψε την πρόσβαση στα έγγραφα ενημερώνεται για τη χρησιμοποίηση αυτή.

4. Οι πληροφορίες που λαμβάνονται πρέπει να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας. Αν κάποιο συμβαλλόμενο μέρος επιθυμεί να επιτραπεί η χρήση τους για άλλους σκοπούς, οφείλει να ζητεί τη γραπτή συγκατάθεση της αρχής, η οποία τις παρέσχε. Σε μια τέτοια περίπτωση υπόκειται στους περιορισμούς που θέτει η συγκεκριμένη αρχή.

5. Οι πρακτικές λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου καθορίζονται από τη μικτή επιτροπή τελωνειακής συνεργασίας που συγκροτείται σύμφωνα με το άρθρο 21.

Άρθρο 18

Εμπειρογνώμονες και μάρτυρες

Υπάλληλος της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση είναι δυνατόν να εξουσιοδοτηθεί να παραστεί, εντός των ορίων της αδείας, υπό την ιδιότητα του εμπειρογνώμονα ή του μάρτυρα ενώπιον αρχής άλλου συμβαλλόμενου μέρους για ζητήματα που καλύπτει η παρούσα συμφωνία και να προσκομίσει αντικείμενα, έγγραφα ή επικυρωμένα αντίγραφα αυτών τα οποία, ενδεχομένως, είναι αναγκαία για τις διαδικασίες. Η αίτηση παραστάσεως πρέπει να αναφέρει επακριβώς ενώπιον ποιας αρχής, για ποιο ζήτημα και υπό ποίαν ιδιότητα ή αρμοδιότητα θα εξετασθεί ο υπάλληλος.

Άρθρο 19

Δαπάνες συνδρομής

1. Τα συμβαλλόμενα μέρη παραιτούνται αμοιβαίως από κάθε διεκδίκηση επιστροφής δαπανών τις οποίες επισύρει η εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, εκτός, όπου κρίνεται σκόπιμο, από τις δαπάνες για εμπειρογνώμονες και μάρτυρες και για διερμηνείς και μεταφραστές, οι οποίοι δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι.

2. Εάν κατά την εκτέλεση μιας αίτησης καθίσταται εμφανές ότι η ολοκλήρωση της εκτέλεσης της αίτησης συνεπάγεται έκτακτες δαπάνες, οι τελωνειακές αρχές διαβουλεύονται για να καθορίσουν τους όρους και τις συνθήκες υπό τις οποίες δύναται να συνεχιστεί η εκτέλεση.

ΤΙΤΛΟΣ IV ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 20

Εφαρμογή

1. Η εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας ανατίθεται, αφενός, στις αρμόδιες υπηρεσίες της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και, ενδεχομένως, στις τελωνειακές αρχές των κρατών μελών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, και στην υπηρεσία τελωνείων και ειδικών φόρων κατανάλωσης, τμήμα εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών της Ινδίας, αφετέρου. Οι προαναφερθείσες αρχές αποφασίζουν σχετικά με όλα τα πρακτικά μέτρα και τις ρυθμίσεις που απαιτούνται για την εφαρμογή της, λαμβάνοντας υπόψη τους ισχύοντες κανόνες, ιδίως στον τομέα της προστασίας των δεδομένων. Μπορούν, επίσης, να προτείνουν στις αρμόδιες αρχές τις τροποποιήσεις που, κατά τη γνώμη τους, θα πρέπει να επέλθουν στην παρούσα συμφωνία.

2. Τα συμβαλλόμενα μέρη συνεννοούνται και αλληλοενημερώνονται σχετικά με τους λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής που θεσπίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 21

Μικτή επιτροπή τελωνειακής συνεργασίας

1. Συγκροτείται μικτή επιτροπή τελωνειακής συνεργασίας αποτελούμενη από αντιπροσώπους της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ινδίας. Συνέρχεται σε τόπο, σε ημερομηνία και με ημερήσια διάταξη που καθορίζονται με αμοιβαία συμφωνία.

2. Η μικτή επιτροπή τελωνειακής συνεργασίας μεταξύ άλλων :

(α) φροντίζει για την ορθή λειτουργία της συμφωνίας.

(β) εξετάζει όλα τα θέματα που προκύπτουν από την εφαρμογή της.

(γ) λαμβάνει μέτρα αναγκαία για την τελωνειακή συνεργασία σύμφωνα με τους στόχους της παρούσας συμφωνίας.

(δ) ανταλλάσσει απόψεις επί κάθε θέματος κοινού ενδιαφέροντος σχετικά με την τελωνειακή συνεργασία, συμπεριλαμβανομένων μελλοντικών μέτρων και των πόρων που προορίζονται γι' αυτά.

(ε) προτείνει λύσεις που αποσκοπούν στην επίτευξη των στόχων της παρούσας συμφωνίας.

3. Η μικτή επιτροπή τελωνειακής συνεργασίας θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

4. Η μικτή επιτροπή τελωνειακής συνεργασίας υποβάλει ετήσια έκθεση στη μικτή επιτροπή που συγκροτείται βάσει του άρθρου 22 της συμφωνίας συνεργασίας για εταιρική σχέση και ανάπτυξη μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ινδίας.

Άρθρο 22

Έναρξη ισχύος και διάρκεια

1. Η παρούσα συμφωνία αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί την ημερομηνία κατά την οποία τα συμβαλλόμενα μέρη γνωστοποιούν αμοιβαίως την ολοκλήρωση των διαδικασιών που απαιτούνται για το σκοπό αυτό.

2. Οποιοδήποτε από τα συμβαλλόμενα μέρη δύναται να θέσει τέρμα στην παρούσα συμφωνία με σχετική γραπτή γνωστοποίηση στο άλλο μέρος. Στην περίπτωση αυτή, η συμφωνία παύει να ισχύει τρεις μήνες μετά την ημερομηνία γνωστοποίησης στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος. Οι αιτήσεις για συνδρομή που έχουν ληφθεί πριν από την περάτωση της συμφωνίας ολοκληρώνονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 23

Αυθεντικά κείμενα

Η παρούσα συμφωνία συντάσσεται σε δύο αντίτυπα στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, ινδική, ισπανική, ιταλική, ολλανδική, πορτογαλική, σουηδική και φινλανδική γλώσσα και όλα τα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά.

Σε πίστωση των ανωτέρω, οι υπογράφοντες πληρεξούσιοι έθεσαν την υπογραφή τους κάτω από την παρούσα συμφωνία.

Βρυξέλλες, [...]

Για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Για τη Δημοκρατία της Ινδίας