52003PC0446

Πρόταση οδηγίας του Ευρωαπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου Για την τροποποίηση της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ όσον αφορά την αμοιβαία συνδρομή από τις αρμόδιες αρχές των κρατών-μελών στον τομέα της άμεσης και έμμεσης φορολογίας /* COM/2003/0446 τελικό - COD 2003/0170 */


Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Για την τροποποίηση της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ όσον αφορά την αμοιβαία συνδρομή από τις αρμόδιες αρχές των κρατών-μελών στον τομέα της άμεσης και έμμεσης φορολογίας

(υποβληθείσα από την Επιτροπή)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η οδηγία περί αμοιβαίας συνδρομής χρονολογείται από το 1977. Προβλέπει τους κανόνες βάσει των οποίων οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών παρέχουν αμοιβαία συνδρομή και ανταλλάσσουν πληροφορίες με στόχο την αποτελεσματική εφαρμογή της νομοθεσίας περί φορολογίας.

Το όργανο αυτό ήταν αναγκαίο καθώς αυξανόταν σταδιακά ο κίνδυνος οι πρακτικές της διασυνοριακής φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής να οδηγήσουν σε απώλειες στον προϋπολογισμό και σε παραβιάσεις της αρχής της δικαιοσύνης στη φορολογία. Επιπλέον, οι παραβιάσεις αυτές θα προκαλούσαν στρεβλώσεις στην κυκλοφορία των κεφαλαίων και στους όρους του ανταγωνισμού με αρνητικές συνέπειες για τη λειτουργία της κοινής αγοράς (της καλούμενης σήμερα εσωτερικής αγοράς).

Μολονότι στις περισσότερες περιπτώσεις, τα κράτη μέλη συνήψαν διμερείς συνθήκες ύστερα από διαπραγματεύσεις με άλλα κράτη-μέλη, αυτές δεν θεωρήθηκαν κατάλληλες για την αντιμετώπιση νέων μορφών φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής που λάμβαναν σταδιακά πολυεθνικό χαρακτήρα. Έτσι, έγινε σαφής η ανάγκη για την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των φορολογικών υπηρεσιών των κρατών-μελών σύμφωνα με ένα σύστημα κοινών αρχών και κανόνων.

Η οδηγία προβλέπει τρία είδη ανταλλαγής πληροφοριών: ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήσεως, αυτόματη ανταλλαγή και αυθόρμητη ανταλλαγή πληροφοριών. Περιέχει επίσης ρήτρες διασφάλισης σχετικά με το απόρρητο ώστε κάθε πληροφορία που ανταλλάσσεται να αντιμετωπίζεται με τον δέοντα σεβασμό και προσοχή όσον αφορά τα δικαιώματα των φορολογουμένων. Επιπλέον, υπάρχουν όρια όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών με στόχο τη διασφάλιση της αμοιβαιότητας όσον αφορά τα είδη πληροφοριών που μπορεί να αποτελέσουν αντικείμενο ανταλλαγής. Ένα κράτος-μέλος δεν μπορεί να ζητήσει πληροφορίες από άλλο κράτος-μέλος σε περίπτωση που η νομοθεσία ή οι διοικητικές διατάξεις του κράτους που υποβάλλει το αίτημα απαγορεύουν την απόκτηση παρόμοιων πληροφοριών.

Η οδηγία επιτρέπει επίσης τη συνεργασία μεταξύ κρατών-μελών και της Επιτροπής με στόχο τη συστηματική μελέτη του τρόπου με τον οποίο λειτουργούν στην πράξη οι διαδικασίες συνεργασίας, ώστε η Επιτροπή να είναι σε θέση να αποφασίσει εάν πρέπει να προτείνει τους κατάλληλους κοινοτικούς κανόνες με στόχο να επιτευχθούν οι απαραίτητες βελτιώσεις.

Όταν εγκρίθηκε ίσχυε μόνον για τους άμεσους φόρους. Αργότερα αυτό άλλαξε και συμπεριλήφθηκαν στο πεδίο εφαρμογής της, πρώτα ο φόρος προστιθέμενης αξίας και έπειτα οι φόροι κατανάλωσης. Πρόσφατα, η Επιτροπή υπέβαλε πρόταση [COM (2001) 294 τελικό] για τη θέσπιση ενός ξεχωριστού οργάνου για το φόρο προστιθέμενης αξίας και θα υποβληθεί άλλη πρόταση για ένα νέο όργανο με αποκλειστικό στόχο την εξέταση των φόρων κατανάλωσης. Η οδηγία ισχύει εδώ και μια εικοσιπενταετία και σχεδιάστηκε για συνθήκες εντελώς διαφορετικές από αυτές που ισχύουν σήμερα. Συνεπώς, η παρούσα στιγμή είναι η κατάλληλη για την επανεξέταση της αρχικής οδηγίας με στόχο τον εκσυγχρονισμό της, αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα ότι υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των διαφόρων ειδών φόρων, για τη στενότερη ευθυγράμμιση των διατάξεών της με τις ρυθμίσεις περί διοικητικής συνεργασίας και για την αμοιβαία ενίσχυση όσον αφορά τους έμμεσους φόρους.

2. Η ειδικη ομαδα εργασιασ για τη Φορολογική Απάτη

Το Σεπτέμβριο του 1999, η Επιτροπή Μονίμων Αντιπροσώπων (COREPER) συγκρότησε ομάδα εργασίας αποτελούμενη από εκπρόσωπο της Επιτροπής και από υψηλόβαθμους εφοριακούς υπαλλήλους αρμόδιους για το φορολογικό έλεγχο, διορισμένους από τα κράτη-μέλη. Το κράτος-μέλος που είχε την προεδρία του Συμβουλίου εξασφάλιζε και την προεδρία της ομάδας και έως τις 30 Μαΐου 2000, απαιτούνταν η υποβολή έκθεσης στην COREPER με στόχο την υποβολή της στο Συμβούλιο ECOFIN. Οι όροι εντολής της ειδικής ομάδας εργασίας περιλάμβαναν τα ακόλουθα θέματα:

* την αξιολόγηση της κατάστασης όσον αφορά τη φορολογική απάτη την εν λόγω περίοδο

* τη μελέτη ενδεχόμενων αδυναμιών στους υφιστάμενους κοινοτικούς κανόνες και στα συστήματα ελέγχου.

* τη μελέτη της αποτελεσματικότητας των υφιστάμενων ρυθμίσεων όσον αφορά τη διοικητική συνεργασία για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και της απάτης στους τομείς τόσο της έμμεσης όσο και της άμεσης φορολογίας. και

* την εξέταση της πιθανότητας βελτίωσης της διοικητικής συνεργασίας στους εν λόγω τομείς, μέσω της υποβολής προτάσεων για κάθε νέα ρύθμιση ή μέτρο που έκρινε κατάλληλο. Τη συνεκτίμηση όλου του έργου που έχει πραγματοποιηθεί από παρόμοια όργανα.

Η ομάδα εργασίας υπέβαλε την έκθεσή της εγκαίρως. (Το έγγραφο 8668/00 FISC 67 CRIMORG 83 του Συμβουλίου) Η έκθεση αυτή περιείχε πολλές συστάσεις. Ορισμένες από αυτές συνδέονταν με θέματα που περιλάμβαναν τους υφιστάμενους κανόνες διοικητικής συνεργασίας και αμοιβαίας συνδρομής, όπου τα κράτη-μέλη διαθέτουν ήδη την εξουσία να εισάγουν αλλαγές οργανωτικής φύσης, δίχως να χρειάζεται πρόσθετη νομοθεσία.

Ωστόσο, η έκθεση ανάφερε την ανάγκη για αλλαγές τόσο στην εθνική όσο και στην κοινοτική νομοθεσία. Σημείωνε ότι η υφιστάμενη οδηγία έπρεπε να βελτιωθεί με στόχο την εξάλειψη ορισμένων αδυναμιών που είχαν επισημάνει οι συντάκτες της έκθεσης.

Ύστερα από τη συνεκτίμηση του περιεχομένου της έκθεσης από το Συμβούλιο ECOFIN, η Επιτροπή ανέλαβε να εξετάσει τους τρόπους για την προώθηση των συστάσεων της ειδικής ομάδας εργασίας, όσον αφορά την άμεση φορολογία. Ακολούθως, η Επιτροπή ξεκίνησε συνομιλίες εντός του πλαισίου ομάδας εργασίας στην οποία προέδρευε η Επιτροπή, όπου περιλαμβάνονταν εμπειρογνώμονες από τα κράτη-μέλη. Στο φόρουμ αυτό λήφθηκαν αποφάσεις κατά τη διάρκεια τριών συναντήσεων με στόχο την αναζήτηση σύγκλησης απόψεων.

3. Περιγραφή των προτεινομενων αλλαγών στα υφισταμενα αρθρα και νεες διαταξεις που βασιζονται σε προτασεις τησ ισπανικησ πλευρασ

1. 'Aρθρο 1. Το άρθρο αυτό προβλέπει αλλαγές που προτείνονται όσον αφορά τα υφιστάμενα άρθρα της βασικής οδηγίας.

2. Η πρώτη αλλαγή που προτείνεται αφορά το άρθρο 2 της οδηγίας περί ανταλλαγής πληροφοριών ύστερα από υποβολή αιτήματος. Το άρθρο 2.2 αναγνωρίζει ότι η αρμόδια αρχή ενός κράτους-μέλους πρέπει να πραγματοποιεί συχνά έρευνα με στόχο την απόκτηση των απαιτούμενων πληροφοριών για να απαντήσει σε αιτήματα της αρμόδιας αρχής άλλου κράτους-μέλους.

3. Σε σειρά νομοθεσιών κρατών-μελών προβλέπονται διαδικασίες που απαιτούν να κοινοποιείται στον εκάστοτε φορολογούμενο ότι έχει διαβιβαστεί αίτημα για συνδρομή από την αρμόδια αρχή άλλου κράτους-μέλους. Η ειδική ομάδα εργασίας επεσήμανε το προαναφερόμενο σημείο ως αδυναμία στην υφιστάμενη διαδικασία καθώς συχνά περιορίζει το κέρδος που αποκομίζει το κράτος-μέλος που έχει υποβάλει αίτηση από οιαδήποτε πληροφορία λαμβάνει ακολούθως, και καθυστερεί τη διαδικασία συγκέντρωσης πληροφοριών. Η καθυστέρηση αυτού του είδους μπορεί να αποτελέσει τροχοπέδη για τη διαδικασία έρευνας και εξυπηρετεί μόνον τα συμφέροντα του φοροφυγά.

4. Δεν υπάρχει παρόμοια απαίτηση στην περίπτωση που τα εν λόγω κράτη-μέλη πραγματοποιούν έρευνα εξ ονόματός τους. Το αποτέλεσμα των διαφορετικών αυτών διαδικασιών είναι ότι η απόκτηση πληροφοριών καθυστερεί πολύ περισσότερο όταν ζητείται εξ ονόματος άλλου κράτους-μέλους παρά όταν ζητούνται πληροφορίες για έρευνα στο εσωτερικό ενός κράτους-μέλους. Η καθυστέρηση αυτή είναι επιζήμια τόσο για τα συμφέροντα του κράτους-μέλους που προσπαθεί να επιβάλλει τη νομοθεσία του περί φορολογίας όσο και για τα συμφέροντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο σύνολό της καθώς επηρεάζεται και η ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

5. Η πρόταση προβλέπει την τροποποίηση της οδηγίας ώστε κάθε αίτηση για πληροφορίες να εξετάζεται σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και την πρακτική του κράτους στο οποίο εδρεύει η αρχή που συγκεντρώνει τις πληροφορίες. Το κείμενο της προτεινόμενης τροποποίησης είναι ίδιο με εκείνο που περιέχεται στην πρόταση που αφορά το ΦΠΑ στο άρθρο 5(3). [1]

[1] COM(2001) 294 τελικό

6. Ένας άλλος τομέας αδυναμίας που επεσήμανε η ειδική ομάδα εργασίας στην υφιστάμενη οδηγία βρίσκεται στο σημερινό άρθρο 7.1. Σήμερα είναι δυνατή η παροχή πληροφοριών μόνον όταν το εγκρίνει η αρμόδια αρχή του κράτους-μέλους που την παρέχει. Η ειδική ομάδα εργασίας επεσήμανε ότι το υφιστάμενο κείμενο είναι ασαφές. Κατά ορισμένα κράτη-μέλη, πρέπει να χορηγείται ρητή άδεια της αρμόδιας αρχής στην οποία έχει υποβληθεί αίτηση για πληροφορίες πριν από τη χρησιμοποίησή τους σε δικαστικές διαδικασίες. Άλλα κράτη-μέλη είχαν την αντίθετη άποψη, ότι δηλαδή η μη-διατύπωση αντίρρησης μπορεί να εκληφθεί ως σιωπηρή έγκριση. Στόχος του κειμένου είναι η εξάλειψη κάθε ενδεχομένου καθυστέρησης, καθιστώντας άχρηστη την αναστολή της δικαστικής δράσης ενόσω εκκρεμεί η αποσαφήνιση, σε εκείνα τα κράτη-μέλη που κρίνουν ότι χρειάζεται ρητή έγκριση. Η θέση θα είναι σαφέστατη από την αρχή.

7. Το υφιστάμενο κείμενο του άρθρου 8.1 κρίθηκε από ορισμένες πλευρές ότι επιδέχεται περισσότερες από μια ερμηνείες. Η Επιτροπή επιθυμεί με την ευκαιρία αυτή να αναθεωρήσει το κείμενο ώστε να το απαλλάξει από παρόμοιες ασάφειες. Κατά τη διάρκεια των συζητήσεων στην ομάδα εργασίας των εμπειρογνωμόνων, τα κράτη-μέλη συμφώνησαν με την ερμηνεία της Επιτροπής, πως η υφιστάμενη διατύπωση δεν επέτρεπε σε ένα κράτος-μέλος να αρνηθεί να αποκτήσει και να ανταλλάξει πληροφορίες, με βάση το επιχείρημα ότι οι εν λόγω πληροφορίες δεν απαιτούνταν για σκοπούς που αφορούν την φορολογία στο εσωτερικό του εν λόγω κράτους-μέλους. Αυτό ίσχυε μόνον για είδη πληροφοριών που το κράτος-μέλος δεν μπορεί να συγκεντρώσει ή να χρησιμοποιήσει ακόμη και για εθνικούς λόγους. Η αναδιατύπωση της παραγράφου έχει ως στόχο να εξασφαλιστεί ότι δεν πρόκειται για θέμα ερμηνείας αλλά ότι τώρα διατυπώνεται ρητά.

8. Οι όροι του υφιστάμενου κειμένου της παραγράφου 8.3 αποτέλεσαν επίσης λόγο πιθανής ασάφειας όσον αφορά τον εντοπισμό του «ενδιαφερόμενου κράτους.» Αυτό αναφέρεται στο κράτος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση για πληροφορίες ή στο κράτος που υποβάλλει την αίτηση; Σύμφωνα με την άποψη της Επιτροπής, αυτό αποτελεί αναφορά αποκλειστικά στο κράτος που υποβάλλει την αίτηση για πληροφορίες. Τα κράτη-μέλη συμφώνησαν ότι αυτή είναι η σωστή ερμηνεία και η τροποποίηση σχεδιάζεται με στόχο την εξάλειψη οιασδήποτε ασάφειας.

9. Η προτεινόμενη νέα οδηγία εισάγει επίσης νέο υλικό που αντανακλά προτάσεις που υποβλήθηκαν κατά τη διάρκεια των συναντήσεων που πραγματοποιήθηκαν στην ομάδα εργασίας των εμπειρογνωμόνων. Αυτές έχουν σχεδιαστεί περισσότερο με στόχο να ευθυγραμμίσουν πιο στενά τις διατάξεις που αφορούν την άμεση παρά την έμμεση φορολογία.

10. Τα προτεινόμενο νέο άρθρο 8α ορίζει τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθηθεί όπου είναι αναγκαίο να κοινοποιηθούν σε έναν φορολογούμενο οι πράξεις ή οι αποφάσεις που προέρχονται από τις διοικητικές αρχές του κράτους-μέλους όπου προκύπτει η φορολογική οφειλή.

11. Η απαίτηση για τέτοιου είδους κοινοποίηση δεν υπάρχει σε όλα τα κράτη-μέλη. Ωστόσο, θα ήταν πολύ ευεργετικό για εκείνα τα κράτη-μέλη όπου απαιτείται κοινοποίηση, αν οι διαδικασίες μπορούσαν να πραγματοποιηθούν εξ ονόματός τους από την αρμόδια αρχή άλλου κράτους-μέλους. Σε περίπτωση που το τελευταίο κράτος δεν απαιτεί τέτοιου είδους διαδικασίες, σε σχέση με την επιβολή ή την ανάκτηση φορολογικών οφειλών βάσει της εθνικής του νομοθεσίας, είναι πιθανόν οι εφοριακοί του υπάλληλοι να μην γνωρίζουν τη σημασία τους για το κράτος-μέλος που υποβάλλει την αίτηση. Η προτεινόμενη τροποποίηση της οδηγίας θα τονίζει τη σημασία τέτοιου είδους διαδικασιών και θα διευκολύνει την περαιτέρω δράση βάσει της οδηγίας που αφορά την αμοιβαία συνδρομή για την είσπραξη των απαιτήσεων.

12. Το προτεινόμενο νέο άρθρο 8β αφορά ταυτόχρονους ελέγχους των υποθέσεων ενός μεμονωμένου φορολογούμενου που υπάγεται στα φορολογικά συστήματα δύο ή περισσοτέρων κρατών-μελών. Οι ταυτόχρονοι έλεγχοι θεωρούνται ως ο πιο αποτελεσματικός τρόπος ανταλλαγής πληροφοριών για τις αρμόδιες αρχές. Η ειδική ομάδα εργασίας τόνισε ότι πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην αντιμετώπιση καταχρήσεων που περιλαμβάνουν την υποτιμολόγηση και την υπερτιμολόγηση, σε περίπτωση διασυνοριακών συναλλαγών που πραγματοποιούνται μεταξύ συνδεόμενων οντοτήτων (τιμές μεταβίβασης), επιταχύνοντας την ανταλλαγή πληροφοριών. Πρότεινε ότι οι συγχρονισμένες έρευνες μπορεί να αποτελούν τρόπο ανάπτυξης μεγαλύτερης συνεργασίας μεταξύ φορολογικών διοικήσεων. Η τροποποίηση της οδηγίας θα καταστήσει δυνατούς τους ελέγχους αυτού του είδους αλλά μόνον όπου οι αρμόδιες αρχές έχουν συμφωνήσει ότι επιθυμούν να λάβουν μέρος.

2003/0170 (CNS)

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Για την τροποποίηση της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ όσον αφορά την αμοιβαία συνδρομή από τις αρμόδιες αρχές των κρατών-μελών στον τομέα της άμεσης και έμμεσης φορολογίας

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 95,

την πρόταση της Επιτροπής [2],

[2] ΕΕ C [...], [...], σ. [...].

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής [3],

[3] ΕΕ C [...], [...], σ. [...].

Εκτιμώντας τα εξής:

(1) Η οδηγία 77/799/ΕΟΚ της 19ης Δεκεμβρίου 1977 για την αμοιβαία συνδρομή των αρμοδίων αρχών στον τομέα της άμεσης και της έμμεσης φορολογίας [4] θέσπισε τους βασικούς κανόνες για τη διοικητική συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών-μελών με στόχο τον εντοπισμό και την πρόληψη της φοροδιαφυγής και της φορολογικής απάτης. Είναι αναγκαίο οι κανόνες αυτοί να βελτιωθούν, να επεκταθούν και να εκσυγχρονιστούν.

[4] ΕΕ αριθ. L 336, της 27.12.1977, σ. 15.

(2) Όταν ένα κράτος-μέλος διεξάγει έρευνα για την απόκτηση πληροφοριών ύστερα από αίτημα για παροχή πληροφοριών, θεωρείται ότι λειτουργεί για ίδιο λογαριασμό. έτσι, ισχύει μια μόνον δέσμη κανόνων για τη διαδικασία συγκέντρωσης πληροφοριών, ανεξαρτήτως από τον τόπο εγκατάστασης του εν λόγω φορολογουμένου και η έρευνα δεν παρεμποδίζεται λόγω καθυστερήσεων.

(3) Με στόχο την αποτελεσματικότητα της καταπολέμησης της φορολογικής απάτης, δεν ενδείκνυται, ένα κράτος-μέλος που έχει λάβει πληροφορίες από άλλο κράτος-μέλος να πρέπει να κάνει άλλη αίτηση για να του χορηγηθεί η άδεια χρησιμοποίησης στοιχείων σε δικαστήριο ή σε άλλες διαδικασίες.

(4) Πρέπει να γίνει σαφές ότι ένα κράτος-μέλος δεν υποχρεούται να διεξαγάγει έρευνα για την απόκτηση πληροφοριών για να ανταποκριθεί σε ένα αίτημα για συνδρομή όταν, είτε οι νομοθετικές είτε οι διοικητικές του πρακτικές δεν επιτρέπουν στην αρμόδια αρχή του να διεξάγει έρευνες ή να συγκεντρώνει τέτοιου είδους στοιχεία.

(5) Η αρμόδια αρχή ενός κράτους-μέλους πρέπει να μπορεί να αρνηθεί να παράσχει στοιχεία ή συνδρομή όταν το κράτος-μέλος που τα ζητά δεν είναι σε θέση να παράσχει το ίδιο είδος πληροφοριών, είτε για πραγματικούς είτε για νομικούς λόγους.

(6) Λόγω της νομικής απαίτησης σε ορισμένα κράτη-μέλη για κοινοποίηση σε έναν φορολογούμενο των αποφάσεων και των πράξεων που αφορούν τη φορολογική του οφειλή και των συνακόλουθων δυσκολιών για τις φορολογικές αρχές σε περιπτώσεις που ο φορολογούμενος έχει επαν-εγκατασταθεί σε άλλο κράτος-μέλος,είναι επιθυμητό, στις περιπτώσεις αυτές, οι αρχές εκείνες να είναι σε θέση να ζητήσουν τη συνδρομή των αρμόδιων αρχών του κράτους-μέλους στο οποίο έχει μετακινηθεί ο φορολογούμενος.

(7) Εφόσον οι επιχειρήσεις συχνά οργανώνονται κατά τρόπον τέτοιο που υπάρχουν θυγατρικές και συνδεδεμένοι φορείς εγκατεστημένοι σε πολλά κράτη-μέλη και οι φορείς αυτοί συνάπτουν μεταξύ τους επιχειρηματικές συναλλαγές, συχνά είναι αναγκαίο να εξασφαλίζεται ότι έχουν εφαρμοστεί τιμές υπό μη-προνομιακούς όρους και να προσδιορίζεται εάν μια ενδεχόμενη απώλεια φόρου μπορεί να προκύψει σε ένα ή περισσότερα κράτη-μέλη. Συνεπώς, πρέπει να είναι δυνατή η εφαρμογή ταυτόχρονων ελέγχων στις επιχειρήσεις αυτές από δύο ή περισσότερα κράτη-μέλη με στόχο την ανταλλαγή πληροφοριών ώστε να γίνεται ορθή αξιολόγηση της φορολογικής οφειλής για κάθε συνδεδεμένο φορέα.

(8) Συνεπώς, η οδηγία 77/799/ΕΟΚ πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής:

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ :

Άρθρο 1

Η οδηγία 77/799/ΕΟΚ τροποποιείται ως εξής:

(1) Στο άρθρο 2(2), προστίθεται η εξής υποπαράγραφος :

«Για τη λήψη των ζητούμενων πληροφοριών, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ή η διοικητική αρχή προς την οποία η τελευταία παρέπεμψε το θέμα, ενεργεί όπως θα ενεργούσε και για ίδιο λογαριασμό ή μετά από αίτηση άλλης αρχής της χώρας της.»

(2) Στο δεύτερο εδάφιο της δεύτερης υποπαραγράφου του άρθρου 7(1), το δεύτερο μέρος της φράσης αντικαθίσταται από τα ακόλουθα:

αυτού το είδους οι πληροφορίες ωστόσο, είναι δυνατόν να αποκαλυφθούν κατά τη διάρκεια δημόσιων ακροάσεων ή αποφάσεων εάν η αρμόδια αρχή του κράτους-μέλους που παρέχει τις πληροφορίες δεν έχει αντίρρηση την πρώτη φορά που παρέχει την πληροφορία.»

(3) Το άρθρο 8 τροποποιείται ως ακολούθως:

α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η παρούσα οδηγία δεν επιβάλλει την υποχρέωση στο κράτος-μέλος από το οποίο ζητείται η πληροφορία για έναρξη διαδικασίας έρευνας ή για την κοινοποίηση πληροφοριών, εφόσον δεν το επιτρέπουν οι νομοθετικές ή διοικητικές πρακτικές της αρμόδιας αρχής του εν λόγω κράτους να διεξάγει έρευνα ή να συγκεντρώσει τις ζητούμενες πληροφορίες.»

(β) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η αρμόδια αρχή ενός κράτους-μέλους μπορεί να αρνηθεί να διαβιβάσει πληροφορίες εφόσον το κράτος-μέλος που τις ζητά δεν είναι σε θέση, είτε για πραγματικούς είτε για νομικούς λόγους, να παράσχει το ίδιο είδος πληροφοριών.»

(4) Εισάγονται τα ακόλουθα άρθρα 8α και 8β:

«Άρθρο 8a

Κοινοποίηση

1. Ύστερα από αίτημα της αρμόδιας αρχής ενός κράτους-μέλους, η αρμόδια αρχή άλλου κράτους-μέλους, κοινοποιεί στον παραλήπτη, σύμφωνα με τους κανόνες που διέπουν την κοινοποίηση παρόμοιων πράξεων στα κράτη-μέλη στα οποία είναι εγκατεστημένη, όλες τις πράξεις και αποφάσεις που προέρχονται από τις διοικητικές αρχές του κράτους-μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένη η αιτούσα αρχή και αφορούν την εφαρμογή στο έδαφος της εν λόγω χώρας, της νομοθεσίας περί άμεσης φορολογίας.

2. Η αίτηση κοινοποίησης, περιλαμβάνει το αντικείμενο της πράξης ή της απόφασης προς κοινοποίηση και διευκρινίζει το όνομα και τη διεύθυνση του παραλήπτη, καθώς και κάθε άλλη πληροφορία χρήσιμη για την εξακρίβωση της ταυτότητάς του.

3. Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ενημερώνει αμέσως την αιτούσα αρχή για τη συνέχεια που δίδει στην αίτηση κοινοποίησης και ειδικότερα για την ημερομηνία κατά την οποία η απόφαση ή η πράξη διαβιβάστηκε στον παραλήπτη .

Άρθρο 8β

Ταυτόχρονοι έλεγχοι

1. Όταν η φορολογική κατάσταση ενός ή περισσοτέρων φορολογουμένων είναι κοινού ή συμπληρωματικού ενδιαφέροντος για δύο ή περισσότερα κράτη-μέλη, τα κράτη μέλη αυτά διενεργούν ταυτόχρονους ελέγχους, με στόχο την ανταλλαγή των πληροφοριών που έχουν αποκτηθεί.

Αυτοί οι ταυτόχρονοι έλεγχοι διενεργούνται όταν φαίνεται ότι είναι πιο αποτελεσματικοί από ό,τι οι έλεγχοι που διενεργεί ένα μεμονωμένο κράτος-μέλος.

2. Η αρμόδια αρχή κάθε κράτους-μέλους ορίζει κατά τρόπο ανεξάρτητο τους φορολογούμενους έναντι των οποίων προτίθεται να προτείνει τη διενέργεια ταυτόχρονου ελέγχου. Ενημερώνει την αρμόδια αρχή των άλλων ενδιαφερομένων κρατών μελών για το σύνολο των περιπτώσεων οι οποίες ενδέχεται να αποτελέσουν το αντικείμενο ταυτόχρονων φορολογικών ελέγχων. Αιτιολογεί την επιλογή αυτή, στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, παρέχοντας τις πληροφορίες που την οδήγησαν σε αυτή την απόφαση. Προσδιορίζει τη χρονική περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας πρέπει να διενεργούνται οι εν λόγω έλεγχοι.

3. Η αρμόδια αρχή κάθε κράτους-μέλους αποφασίζει στη συνέχεια αν επιθυμεί να συμμετάσχει στους εν λόγω ταυτόχρονους ελέγχους. Η αρμόδια αρχή στην οποία προτείνεται η διενέργεια ταυτόχρονου ελέγχου επιβεβαιώνει γραπτώς στην αντίστοιχη αρχή την αποδοχή ή την απόρριψη του αιτήματος διενέργειας του συγκεκριμένου ελέγχου.

4. Οι αρμόδιες αρχές των ενδιαφερόμενων κρατών-μελών ορίζουν αντιπρόσωπο υπεύθυνο να κατευθύνει και να συντονίζει τον έλεγχο.»

Άρθρο 2

Τα κράτη μέλη θα εγκρίνουν και θα δημοσιεύσουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία, το αργότερο έως [...]. Τα κράτη μέλη υποχρεούνται να ενημερώσουν άμεσα την Επιτροπή σχετικά με το κείμενο των εν λόγω διατάξεων και να υποβάλουν πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ αυτής της οδηγίας και των εθνικών διατάξεων που έχουν θεσπισθεί.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, οι τελευταίες αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος αυτός παραπομπής καθορίζεται από τα κράτη μέρη.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα Κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, [...]

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

H Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

[...] [...]

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΕΝΤΥΠΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ

ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΣΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ, ΙΔΙΩΣ ΣΤΙΣ ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΙ ΜΕΣΑΙΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ (ΜΜΕ)

Τίτλος της πρότασης: οδηγία του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ όσον αφορά την αμοιβαία συνδρομή από τις αρμόδιες αρχές των κρατών-μελών στον τομέα της άμεσης φορολογίας

Αριθμός αναφοράς του εγγράφου: [...]

Η πρόταση

Οι πρακτικές φοροδιαφυγής και φορο-αποφυγής που εκτείνονται πέραν των συνόρων των κρατών-μελών, οδηγούν σε απώλειες του προϋπολογισμού και παραβιάζουν την αρχή της δίκαιης φορολογίας. Επιπλέον, οδηγούν σε στρεβλώσεις στην κυκλοφορία των κεφαλαίων και στους όρους του ανταγωνισμού και επηρεάζουν αρνητικά το έργο της ενιαίας αγοράς. Συνεπώς, συμφέρον της Κοινότητας είναι να είναι σε θέση τα κράτη-μέλη να επιβάλλουν αποτελεσματικά τις νομοθεσίες τους περί φορολογίας. Η διασυνοριακή φύση αυτών των εγκληματικών πρακτικών σημαίνει ότι τα εθνικά μέτρα δεν επαρκούν. Συνεπώς πρέπει να προβλεφθεί η συνεργασία μεταξύ των κρατών-μελών και η παροχή αμοιβαίας συνδρομής.

Το πεδίο εφαρμογής της πρότασης είναι η τροποποίηση σειράς υφιστάμενων διατάξεων της οδηγίας ώστε να γίνει πιο σαφής η διατύπωσή τους και να επισπευσθούν ορισμένες από τις διαδικασίες που χρειάζεται να ακολουθηθούν όταν υποβάλλεται αίτημα για συνδρομή. Επιπλέον, υπάρχουν κάποια νέα στοιχεία. Ένα από αυτά αφορά την κοινοποίηση, σε ένα κράτος-μέλος, των πράξεων ή αποφάσεων που λαμβάνει άλλο κράτος-μέλος σε περίπτωση που ένας φορολογούμενος έχει μετακινηθεί σε δεύτερο κράτος-μέλος. Ένα άλλο προβλέπει τη διεξαγωγή ταυτόχρονων ελέγχων από τα κράτη-μέλη όσον αφορά μια επιχείρηση που λειτουργεί σε σειρά διαφορετικών κρατών. Η οδηγία ισχύει όσον αφορά την άμεση φορολογία μόνον λόγω της έγκρισης ξεχωριστής πράξης για το ΦΠΑ και λόγω του ότι θα εγκριθεί άλλη για το φόρο κατανάλωσης. Είναι σημαντικό οι δύο αυτές πράξεις να είναι εναρμονισμένες ακόμη και εάν οι άμεσοι φόροι εμπίπτουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα των κρατών-μελών.

ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Ποιος θίγεται από την πρόταση;

Η πρόταση έχει σχεδιαστεί με στόχο τη βελτίωση των διατάξεων μιας υφιστάμενης οδηγίας βάσει της οποίας οι αρμόδιες αρχές των φορολογικών αρχών των κρατών μελών συνεργάζονται για τη συνδρομή στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής. Η ανάγκη εκσυγχρονισμού της οδηγίας τονίστηκε στην έκθεση [5] που υπέβαλε το Μάιο του 2000 η ειδική ομάδα εργασίας του Συμβουλίου περί φορολογικής απάτης. Οι μόνοι φορείς που θα επηρεαστούν από αυτό είναι οι υπηρεσίες της άμεσης φορολογίας των κρατών-μελών.

[5] Έγγραφο του Συμβουλίου 8668/00 FISC 67 CRIMORG 83

Τι οφείλουν να πράξουν οι επιχειρήσεις για να συμμορφωθούν με την πρόταση;

Οι επιχειρήσεις δεν επηρεάζονται από την πρόταση καθώς επιβαρύνονται επιπλέον λόγω αυτής. Έτσι, δεν θα χρειαστεί να πράξουν ο,τιδήποτε προκειμένου να συμμορφωθούν με την πρόταση.

Ποιες είναι οι πιθανές οικονομικές συνέπειες της πρότασης;

Στόχος είναι να εξασφαλιστεί η καλύτερη συμμόρφωση με τις φορολογικές υποχρεώσεις και να εξασφαλιστεί η δικαιοσύνη στη φορολογία, που θα βοηθήσει στην άρση των στρεβλώσεων στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Δεν αναμένεται να υπάρχει άμεσος αντίκτυπος στα επίπεδα της απασχόλησης, στη δημιουργία νέων επιχειρήσεων ή στον ανταγωνισμό των επιχειρήσεων γενικά.

Η πρόταση περιέχει μέτρα για να ληφθεί υπόψη η ιδιαίτερη κατάσταση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (μειωμένες ή διαφορετικές απαιτήσεις κλπ.);

Συνεπώς, δεν υπάρχει τίποτα στην πρόταση που πρέπει να ληφθεί υπόψη όσον αφορά τις ειδικές θέσεις των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Διαβουλεύσεις

Κατάλογος των οργανώσεων των οποίων ζητήθηκε η γνώμη για την πρόταση καθώς και γενική παρουσίαση των απόψεών τους.

Δεν υπήρξαν διαβουλεύσεις με οργανώσεις άλλες από τις εθνικές φορολογικές αρχές των κρατών-μελών. Το περιεχόμενο της πρότασης συζητήθηκε εντός του πλαισίου ομάδας εργασίας στην οποία προέδρευε η Επιτροπή, όπου περιλαμβάνονταν εμπειρογνώμονες από τα κράτη-μέλη. Στο φόρουμ αυτό λήφθηκαν αποφάσεις κατά τη διάρκεια τριών συναντήσεων με στόχο την αναζήτηση σύγκλησης απόψεων. Η πρόταση αντανακλά τα θέματα που αφορούν τις συμφωνίες που επετεύχθησαν.