52003DC0830

Ανακοίνωση της Επιτροπής για τη χάραξη κατευθύνσεων ώστε να διευκολυνθούν τα κράτη μέλη κατά την εφαρμογή των κριτηρίων που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ της οδηγίας 2003/87/ΕΚ σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της οδηγίας του Συμβουλίου 96/61/ΕΚ καθώς και τις περιστάσεις υπό τις οποίες αναγνωρίζεται η ύπαρξη ανωτέρας βίας /* COM/2003/0830 Τελικό */


ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ για τη χάραξη κατευθύνσεων ώστε να διευκολυνθούν τα κράτη μέλη κατά την εφαρμογή των κριτηρίων που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ της οδηγίας 2003/87/ΕΚ σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της οδηγίας του Συμβουλίου 96/61/ΕΚ καθώς και τις περιστάσεις υπό τις οποίες αναγνωρίζεται η ύπαρξη ανωτέρας βίας

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

για τη χάραξη κατευθύνσεων ώστε να διευκολυνθούν τα κράτη μέλη κατά την εφαρμογή των κριτηρίων που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ της οδηγίας 2003/87/ΕΚ σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της οδηγίας του Συμβουλίου 96/61/ΕΚ καθώς και τις περιστάσεις υπό τις οποίες αναγνωρίζεται η ύπαρξη ανωτέρας βίας

1. Εισαγωγή

1. Η οδηγία 2003/87/ΕΚ [1] προβλέπει την καθιέρωση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων που συμβάλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου από το 2005. Σύμφωνα με το άρθρο 9 της ως άνω οδηγίας, έκαστο των κρατών μελών έχει την υποχρέωση να εκπονεί περιοδικά εθνικό σχέδιο κατανομής. Τα εν λόγω σχέδια κατανομής επιβάλλεται να βασίζονται σε αντικειμενικά και διαφανή κριτήρια, συμπεριλαμβανομένων των κριτηρίων που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ της οδηγίας. Τα πρώτα εθνικά σχέδια κατανομής πρέπει να δημοσιευθούν και να κοινοποιηθούν στην Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη έως τις 31 Μαρτίου 2004. Για τα κράτη που καθίστανται μέλη της Ένωσης από 1ης Μαΐου 2004, η υποχρέωση δημοσίευσης και κοινοποίησης των εθνικών σχεδίων κατανομής αρχίζει να ισχύει αποκλειστικά και μόνο από την ημερομηνία προσχώρησης. Η Επιτροπή προτρέπει τα ως άνω μελλοντικά κράτη μέλη να δημοσιεύσουν και να κοινοποιήσουν τα εθνικά σχέδια κατανομής επίσης έως τις 31 Μαρτίου 2004.

[1] ΕΕ L 275, 25.10.2003, σ. 32.

2. Με το άρθρο 9 δίνεται εντολή στην Επιτροπή να χαράξει κατευθύνσεις σε ό,τι αφορά την εφαρμογή των κριτηρίων του παραρτήματος ΙΙΙ έως τις 31 Δεκεμβρίου 2003. Το άρθρο 29 καλεί την Επιτροπή να διατυπώσει μέχρι την προαναφερόμενη ημερομηνία κατευθυντήριες γραμμές οι οποίες να περιγράφουν τις περιστάσεις υπό τις οποίες θεωρείται ότι αποδεδειγμένα υφίσταται ανωτέρα βία. Ο στόχος του παρόντος εγγράφου ως προς τη χάραξη κατευθύνσεων είναι τριπλός:

- κατά πρώτον να διευκολυνθούν τα κράτη μέλη κατά την εκπόνηση των εθνικών σχεδίων κατανομής, διευκρινίζοντας τα ερμηνευτικά περιθώρια που αποδέχεται η Επιτροπή ως προς τα κριτήρια του παραρτήματος ΙΙΙ .

- κατά δεύτερον, να υποστηριχθεί η αξιολόγηση εκ μέρους της Επιτροπής των κοινοποιημένων εθνικών σχεδίων κατανομής, σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 3.

- κατά τρίτον, να περιγραφούν οι περιστάσεις υπό τις οποίες θεωρείται αποδεδειγμένη η ύπαρξη ανωτέρας βίας.

3. Η Οδηγία αποτελεί καθοριστικής σημασίας στοιχείο της κοινοτικής πολιτικής για την αλλαγή του κλίματος και στόχος της είναι να προαχθεί η μείωση των εκπομπών των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου κατά τρόπο οικονομικά αποδοτικό που να εξασφαλίζει την ικανοποιητική αξιοποίηση των δαπανών. Ως εκ τούτου είναι σημαντικό το σύστημα για την εμπορία δικαιωμάτων εκπομπής να έχει θετική περιβαλλοντική κατάληξη. Τα εθνικά σχέδια κατανομής αποτελούν το μέσο για την επίτευξη του ως άνω στόχου. Το γεγονός αυτό λαμβάνεται υπόψη στις κατευθύνσεις που χαράσσονται με το παρόν έγγραφο.

4. Η Επιτροπή θα παρακολουθεί την εφαρμογή των κατευθύνσεων και θα μεριμνά για τροποποιήσεις στις περιπτώσεις που θεωρεί ότι επιβάλλονται, ιδίως κατόπιν τυχόν τροποποιήσεων του παραρτήματος ΙΙΙ σύμφωνα με τα άρθρα 22 και/ή 30, παράγραφος 2, εδάφιο γ) της οδηγίας.

2. Κατευθύνσεις σχετικά με την εφαρμογή των κριτηρίων του παραρτήματος ΙΙΙ

5. Το παράρτημα ΙΙΙ της οδηγίας 2003/87/ΕΚ περιλαμβάνει 11 κριτήρια σχετικά με τα εθνικά σχέδια κατανομής. Οι σχέσεις μεταξύ των ως άνω κριτηρίων καθίστανται εμφανείς εάν ταξινομηθούν ποικιλοτρόπως.

Πίνακας 1: Ταξινόμηση των κριτηρίων

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

6. Μία μέθοδος είναι να ταξινομούνται τα κριτήρια σε κατηγορίες βάσει του κατά πόσον η εφαρμογή τους είναι υποχρεωτική ή προαιρετική. Κάθε κράτος μέλος υποχρεούται να εφαρμόσει όλα τα στοιχεία των κριτηρίων (2), (5), (9) και (10) και ορισμένα στοιχεία των κριτηρίων (1), (3) και (4). Κατά συνέπεια δύναται να επιλέξει εάν επιθυμεί να αναλάβει ειδικά δράση για ορισμένα στοιχεία των κριτηρίων (1), (3) και (4) και των κριτηρίων (6), (7), (8) και (11). Η Επιτροπή δεν θα απορρίπτει σχέδια στις περιπτώσεις που όλα τα υποχρεωτικά κριτήρια και τα υποχρεωτικά στοιχεία των κριτηρίων εφαρμόζονται ορθά. Η Επιτροπή δεν θα απορρίπτει σχέδια εάν δεν έχουν εφαρμοσθεί τα προαιρετικά κριτήρια ή τα προαιρετικά στοιχεία των κριτηρίων. Ωστόσο εάν έχουν εφαρμοσθεί τα ως άνω προαιρετικά κριτήρια ή τα προαιρετικά στοιχεία των κριτηρίων ή επιπλέον διαφανή και αντικειμενικά κριτήρια, η Επιτροπή θα αξιολογεί την εφαρμογή τους. Εν πάση περιπτώσει, η Επιτροπή θα ζητεί πληροφορίες από τα κράτη μέλη σε ό,τι αφορά τα κριτήρια (7) και (8), ακόμη και εάν αυτό θα χρησιμεύσει αποκλειστικά και μόνο για να αναφερθεί ότι το κριτήριο δεν έχει εφαρμοσθεί. Ως προς το κριτήριο (6) τα κράτη μέλη έχουν την υποχρέωση να αναφέρουν τον τρόπο με τον οποίο οι νεοεισερχόμενοι δύνανται να αρχίσουν να συμμετάσχουν στο κοινοτικό σύστημα στο εκάστοτε κράτος μέλος.

7. Ένας δεύτερος τρόπος ταξινόμησης των κριτηρίων σε κατηγορίες είναι να επιχειρηθεί η διάκριση μεταξύ αυτών ανάλογα με το κατά πόσο ισχύουν για την κατανομή των δικαιωμάτων εκπομπής στο επίπεδο όλων των καλυπτόμενων μονάδων, ή σε επίπεδο δραστηριότητας ή τομέα ή σε επίπεδο μονάδας. Η ερμηνεία της Επιτροπής συνοψίζεται στον πίνακα 1.

8. Το επισυναπτόμενο κοινό δελτίο απηχεί το γεγονός ότι τα κριτήρια εφαρμόζονται σε διαφορετικά επίπεδα ενώ παράλληλα αντιμετωπίζουν διαφορετικές πτυχές, όπως οι τεχνικές πτυχές και η κοινοτική νομοθεσία ή πολιτική. Για λόγους σαφήνειας και με στόχο να διευκολυνθεί η χρήση του εκ μέρους των κρατών μελών, επισυνάπτεται πρότυπο δελτίο του οποίου συνίσταται η χρήση κατά την εκπόνηση και κοινοποίηση των εθνικών σχεδίων κατανομής. Το κοινό δελτίο θα διευκολύνει περαιτέρω τα κράτη μέλη κατά τη διαμόρφωση του σχεδίου και, επιπλέον, θα επιτρέψει σε έκαστο εξ αυτών να ελέγχει κατά πολύ ευκολότερα τα αντίστοιχα σχέδια κατανομής των υπολοίπων, βελτιώνοντας παράλληλα την προσπέλαση των ενδιαφερομένων στα εθνικά σχέδια κατανομής.

2.1. Κατευθύνσεις για τα επιμέρους κριτήρια

9. Εν συνεχεία, η Επιτροπή χαράσσει κατευθύνσεις σχετικά με την εφαρμογή των επιμέρους κριτηρίων. Τα κριτήρια αντιμετωπίζονται χωριστά με τη σειρά που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ της οδηγίας. Οι διασταυρούμενες αναφορές πραγματοποιούνται με στόχο να αναδειχθούν οι σχέσεις μεταξύ των επιμέρους κριτηρίων. Οι κατευθύνσεις αποτελούνται από ένα εισαγωγικό και ένα αναλυτικό μέρος.

2.1.1. Κριτήριο (1) - Οι δεσμεύσεις του Κυότο

Ποσοτικά τα δικαιώματα εκπομπής που θα κατανεμηθούν συνολικά για την αντίστοιχη περίοδο θα πρέπει να συμβαδίζουν προς την υποχρέωση των κρατών μελών για περιορισμό των εκπομπών τους σύμφωνα με την απόφαση 2002/358/ΕΚ και του Πρωτοκόλλου του Κυότο, λαμβάνοντας υπόψη αφενός ποιο ποσοστό των συνολικών εκπομπών αντιπροσωπεύουν τα εν λόγω δικαιώματα εκπομπής συγκριτικά προς τις εκπομπές από πηγές που δεν καλύπτονται από την οδηγία και, αφετέρου, τις εθνικές πολιτικές ενέργειας, ενώ παράλληλα θα πρέπει να συνάδουν προς τα εθνικά προγράμματα για την αλλαγή του κλίματος. Ποσοτικά τα συνολικώς διανεμόμενα δικαιώματα δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν τις αναμενόμενες ανάγκες για την αυστηρή εφαρμογή των κριτηρίων του παραρτήματος. Πριν από το 2008, οι αντίστοιχες ποσότητες επιβάλλεται να συμβαδίζουν τουλάχιστον με την πλήρη επίτευξη των θεσπιζόμενων στόχων για κάθε κράτος μέλος, δυνάμει της απόφασης 2002/358/ΕΚ και του Πρωτοκόλλου του Κυότο.

2.1.1.1. Εισαγωγή

10. Το κριτήριο (1) συνδέει τη συνολική ποσότητα των δικαιωμάτων εκπομπής με τους επιμέρους στόχους των κρατών μελών, βάσει της απόφασης του Συμβουλίου 2002/358/ΕΚ [2] για την από κοινού τήρηση των δεσμεύσεων δυνάμει του Πρωτοκόλλου του Κυότο ή βάσει του Πρωτοκόλλου του Κυότο. Για τα νέα κράτη μέλη που δεν αναφέρονται στην απόφαση, σημείο αναφοράς του κριτηρίου αποτελούν οι αντίστοιχοι στόχοι δυνάμει του Πρωτοκόλλου του Κυότο. Ενώ οι δεσμεύσεις που καθιερώνονται για έκαστο των κρατών μελών θα πρέπει να τηρούνται, το κριτήριο επιτρέπει στα κράτη μέλη να υπερβούν τους στόχους του «Κυότο». Η κατανομή των προσπαθειών για την επίτευξη των ως άνω στόχων αποτελεί εγχείρημα «μηδενικού αθροιστικού αποτελέσματος», δεδομένου ότι το ίδιο αποτέλεσμα μπορεί να επιτευχθεί ανεξάρτητα του τρόπου με τον οποίο κατανέμονται οι προσπάθειες μεταξύ καλυπτόμενων και μη καλυπτόμενων μονάδων και δραστηριοτήτων καθώς και μεταξύ των επιμέρους καλυπτόμενων μονάδων.

[2] ΕΕ L 130, 15.5.2002, σ. 1.

11. Στο πλαίσιο των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει έκαστο κράτος μέλος για την αλλαγή του κλίματος, τα κράτη μέλη τα οποία εφαρμόζουν αποτελεσματικές πολιτικές και μέτρα για πηγές που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του συστήματος εμπορίας των δικαιωμάτων εκπομπής θα είναι αναμφίβολα σε θέση να κατανέμουν περισσότερα δικαιώματα εκπομπής στις αντίστοιχες μονάδες. Οι εθνικές πολιτικές ενέργειας μπορούν επίσης να οδηγήσουν σε προσαρμογές των σχετικών συνεισφορών για την τήρηση των δεσμεύσεων όσον αφορά την αλλαγή του κλίματος. Εάν ένα κράτος μέλος έχει αναλάβει τη δέσμευση να εξαλείψει σταδιακά τις πυρηνικές εγκαταστάσεις από το έδαφός του, θα πρέπει να ληφθούν μέτρα που να εξασφαλίζουν τα απαιτούμενα επίπεδα ηλεκτρικής ενέργειας. Η σταδιακή εξάλειψη της πυρηνικής ενέργειας ενδέχεται σε ορισμένες περιπτώσεις να οδηγήσει σε αύξηση των εκπομπών των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, αλλά θα ήταν αδικαιολόγητο το αντίστοιχο κράτος μέλος να μην ανταποκριθεί για το λόγο αυτό στις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει δυνάμει της απόφασης 2002/358/ΕΚ.

12. Η έννοια της «πορείας» απηχεί το γεγονός ότι, πριν από την περίοδο 2008-2012, τα κράτη μέλη δεν έχουν ποσοτικούς στόχους αλλά αντιθέτως καλούνται βάσει του άρθρου 3, παράγραφος 2 του πρωτοκόλλου του Κυότο να πραγματοποιήσουν απτές προόδους έως το 2005 για την επίτευξη των ποσοτικών τους δεσμεύσεων όσον αφορά την περίοδο 2008-2012. Τα δικαιώματα εκπομπής για την περίοδο 2005 έως 2007 θα πρέπει να διαμορφώνονται με γνώμονα τους στόχους για την περίοδο

13. 2008-2012. Κατά συνέπεια, γίνεται αντιληπτό ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιτύχουν προόδους σε ό,τι αφορά την τήρηση των δεσμεύσεων για την περίοδο 2008-2012 ήδη από την πρώτη περίοδο εμπορίας των δικαιωμάτων εκπομπής, ήτοι από το 2005 έως το 2007. Η πορεία γίνεται αντιληπτή ως γραμμή τάσεων, όχι απαραίτητα ευθεία, αλλά με κατεύθυνση προς ή και πέραν των μειώσεων και περιορισμών που επιβλήθηκαν με το Πρωτόκολλο του Κυότο και την απόφαση 2002/358/ΕΚ.

2.1.1.2. Ανάλυση

14. Το κριτήριο (1) είναι προφανώς υποχρεωτικού χαρακτήρα και θα πρέπει να εφαρμοσθεί κατά τον ποσοτικό καθορισμό των συνολικών δικαιωμάτων εκπομπής.

15. Ενώ η οδηγία καλύπτει μέρος των εκπομπών των αερίων θερμοκηπίου των κρατών μελών, ο στόχος του Κυότο ισχύει για όλες τις εκπομπές των κρατών μελών που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου. Ως εκ τούτου κάθε κράτος μέλος καλείται να αποφασίσει στο εθνικό του σχέδιο ποια συμβολή πρέπει να έχουν οι μονάδες στην τήρηση ή την υπέρβαση των συνολικών δεσμεύσεων κατά την περίοδο 2008 έως 2012 και ποια πορεία θα ακολουθήσει κατά την περίοδο 2005 έως 2007.

16. Το κράτος μέλος καλείται να αποδείξει πως οι συνολικώς επιλεχθείσες ποσότητες για τα δικαιώματα εκπομπής συμβαδίζουν με την επίτευξη ή την υπέρβαση των στόχων του Κυότο λαμβάνοντας υπόψη αφενός, την αναλογία που αντιπροσωπεύουν τα εν λόγω δικαιώματα εκπομοπής επί του συνόλου των εκπομπών συγκριτικά προς τις εκπομπές που δεν καλύπτει η οδηγία, και, αφετέρου, τις εθνικές πολιτικές ενέργειας. Το κράτος μέλος καλείται να παρουσιάσει την πορεία που επέλεξε για την επίτευξη ή την υπερκάλυψη των στόχων βάσει της απόφασης 2002/358/ΕΚ και του Πρωτοκόλλου του Κυότο και να εξηγήσει πώς επιτυγχάνεται η συνέπεια μεταξύ της προβλεπόμενης χορήγησης ποσοστώσεων και της αντίστοιχης πορείας.

17. Κατά τη λήψη αποφάσεων για τη συνολική ποσότητα, λαμβάνεται υπόψη ως πρώτο στοιχείο η αναλογία των συνολικών εκπομπών των καλυπτόμενων μονάδων προς τις συνολικές εκπομπές. Τα κράτη μέλη καλούνται να χρησιμοποιούν τα πλέον πρόσφατα διαθέσιμα δεδομένα για να καθορίζουν την ως άνω αναλογία. Σε περίπτωση που τα κράτη μέλη αποκλίνουν ουσιαστικά από την προαναφερόμενη αναλογία, καλούνται να εξηγήσουν τους λόγους των παρεκκλίσεων. Ανάλογοι λόγοι μπορεί να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τις αναμενόμενες διαρθρωτικές μεταβολές στην οικονομία και την εθνική πολιτική ενέργειας. Η συνέπεια προς την εθνική πολιτική ενέργειας μπορεί να αποτελεί λόγο για αύξηση ή μείωση της αναλογίας. Ένα κράτος μέλος που βρίσκεται στη φάση της σταδιακής εξάλειψης των πυρηνικών εγκαταστάσεων κατά την υπό εξέταση περίοδο, μπορεί να αυξήσει την αναλογία, εφόσον αναμένεται ότι οι εν λόγω εγκαταστάσεις δεν θα αντικατασταθούν χρησιμοποιώντας εναλλακτικές δυνατότητες δίχως κατανάλωση άνθρακα. Τα κράτη μέλη που προτίθενται να αυξήσουν το μερίδιο των ανανεώσιμων μορφών ενέργειας ή της συνδυασμένης παραγωγής ηλεκτρικής και θερμικής ενέργειας ή άλλων μορφών παραγωγής ηλεκτρικής και θερμικής ενέργειας με περιορισμένη ή μηδενική ανάλωση άνθρακα, θα πρέπει να μειώσουν την αναλογία. Η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι βάσει των διατάξεων της οδηγίας 2001/77/ΕΚ [3] για την προαγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές στην εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας όλα τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένων των μελλοντικών, έχουν αναλάβει τη δέσμευση να αυξήσουν το μερίδιο της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

[3] ΕΕ L 283, 27.10.2001, σ. 33.

18. Οι ποσοστώσεις που θα μπορούσαν ενδεχομένως να διατεθούν για τις μονάδες που καλύπτονται από το σύστημα εμπορίας θα πρέπει να είναι συνεπείς προς τις προβλεπόμενες αυξήσεις ή μειώσεις για τις μη καλυπτόμενες δραστηριότητες. Συνεπώς κάθε κράτος μέλος οφείλει να περιλαμβάνει στο εθνικό σχέδιο κατανομής σαφείς, ρεαλιστικές και τεκμηριωμένες παρεκτάσεις (προβλέψεις) όσον αφορά την αποτελεσματικότητα των πολιτικών για τις μη καλυπτόμενες δραστηριότητες. Επιπλέον, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να καθιερώσει συμπληρωματικές πολιτικές και μέτρα για τον έλεγχο των εκπομπών από μη καλυπτόμενες δραστηριότητες ώστε στην επίτευξη του στόχου της απόφασης 2002/358/ΕΚ και του Πρωτοκόλλου του Κυότο να συμβάλουν όλοι οι αντίστοιχοι τομείς.

19. Η Επιτροπή αντιλαμβάνεται την έκφραση "ενδέχεται να χρειάζεται" ως μελλοντοστραφή και συνδεόμενη με τις προβλεπόμενες εκπομπές των καλυπτόμενων μονάδων συνολικά, δεδομένου ότι το κριτήριο αυτό αναφέρεται στη συνολική ποσότητα των προς κατανομή δικαιωμάτων εκπομπής. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η έκφραση «αυστηρή εφαρμογή των κριτηρίων του παρόντος παραρτήματος» καλύπτει τα κριτήρια υποχρεωτικού χαρακτήρα ή όσα περιέχουν στοιχεία υποχρεωτικού χαρακτήρα - ήτοι τα κριτήρια (1), (2), (3), (4), και (5) [4]. Για να ικανοποιηθεί η ως άνω απαίτηση και να τηρηθούν τα υποχρεωτικού χαρακτήρα κριτήρια και στοιχεία τους, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να μην κατανέμει ποσοστώσεις μεγαλύτερες από τις αναγκαίες ή εγκεκριμένες σύμφωνα με το περιοριστικότερο εξ αυτών. Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι οιαδήποτε εφαρμογή των θεωρητικών στοιχείων του παραρτήματος ΙΙΙ δεν θα πρέπει να συνεπάγεται την ποσοτική αύξηση των δικαιωμάτων εκπομπής.

[4] Τα κριτήρια (9) και (10) δεν σχετίζονται με τον καθορισμό των ποσοτήτων που κατανέμονται και ως εκ τούτου θεωρούνται εν προκειμένω άσχετα.

20. Η επιλεχθείσα αναλογία, λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια (1), (2), (3), (4) και (5), θα πρέπει να πολλαπλασιάζεται με τον ετήσιο μέσο όρο επιτρεπόμενων εκπομπών δυνάμει της απόφασης 2002/358/ΕΚ και, για τα νέα κράτη μέλη, δυνάμει του Πρωτοκόλλου του Κυότο για την περίοδο 2008-2012. Τα ως άνω αριθμητικά δεδομένα μπορεί να αποκλιμακώνονται χρησιμοποιώντας τον ενδεδειγμένο συντελεστή, εφόσον το κράτος μέλος προτίθεται να υπερβεί τους στόχους του Κυότο κατά την περίοδο 2008-2012. Για τον υπολογισμό της συνολικής ποσότητας κατά την περίοδο 2005-2007 το κράτος μέλος θα πρέπει να σταθμίζει το αντίστοιχο ποσό ως προς την επιλεχθείσα πορεία και να πολλαπλασιάζει τα αριθμητικά δεδομένα επί τρία.

21. Ως συμβαλλόμενο μέρος του Πρωτοκόλλου του Κυότο, κάθε κράτος μέλος μπορεί να χρησιμοποιεί τους μηχανισμούς που προβλέπονται στα άρθρα 6, 12 και 17 (κοινή εφαρμογή, μηχανισμός καθαρής ανάπτυξης, και διεθνής εμπορία εκπομπών) με στόχο να συμμορφωθεί προς τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει βάσει του Πρωτοκόλλου για την περίοδο 2008-2012. Εφόσον ένα κράτος μέλος επιθυμεί να χρησιμοποιήσει τους ως άνω μηχανισμούς, μπορεί να προσαρμόζει τις επιτρεπόμενες μέσες ετήσιες εκπομπές βάσει της οδηγίας 2002/358/ΕΚ και του Πρωτοκόλλου του Κυότο για την περίοδο 2008-2012. Στο εκάστοτε εθνικό σχέδιο κατανομής, το κράτος μέλος καλείται να τεκμηριώνει κάθε ανάλογη πρόθεση χρησιμοποίησης των μηχανισμών του Κυότο. Η Επιτροπή θα βασίσει την αξιολόγησή της στην πρόοδο της αντίστοιχης νομοθεσίας ή των διατάξεων εφαρμογής σε εθνικό επίπεδο.

Κάθε κράτος μέλος καλείται να προσδιορίσει τη συνολική ποσότητα για τα δικαιώματα εκπομπής συναρτήσει της αναλογίας των συνολικών εκπομπών των καλυπτόμενων μονάδων επί του συνόλου των εκπομπών. Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να χρησιμοποιεί τα πλέον πρόσφατα διαθέσιμα δεδομένα για τον καθορισμό της ως άνω αναλογίας. Εφόσον ένα κράτος μέλος αποκλίνει ουσιαστικά από την τρέχουσα αναλογία, οφείλει να αιτιολογεί κάθε αντίστοιχη παρέκκλιση.

Το κράτος μέλος πρέπει να παραθέτει τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να χρησιμοποιήσει τους μηχανισμούς του Κυότο.

2.1.2. Κριτήριο (2) - Αξιολογήσεις της εξέλιξης των εκπομπών

Τα κατανεμόμενα δικαιώματα εκπομπής θα πρέπει ως προς τη συνολική τους ποσότητα να συμβαδίζουν με τις αξιολογήσεις των ήδη επιτευχθεισών ή των προσδοκώμενων προόδων όσον αφορά τη συμβολή των κρατών μελών στην τήρηση των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η Κοινότητα δυνάμει της απόφασης 93/389/ΕΟΚ.

2.1.2.1. Εισαγωγή

22. Σύμφωνα με την απόφαση 93/389/ΕΟΚ για ένα μηχανισμό παρακολούθησης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2) και άλλων αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου μέσα στην Κοινότητα [5], η Επιτροπή επιχειρεί ετήσια αξιολόγηση των εκπομπών των κρατών μελών που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί ή προβλέπεται να πραγματοποιηθούν, συνολικά ανά τομέα και φυσικό αέριο. Οι αξιολογήσεις αυτές προπαρασκευάζονται σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη. Το κριτήριο (2) έχει ως στόχο να εξασφαλισθεί ότι η συνολική κατανομή συμβαδίζει με τις προϋπάρχουσες, δημοσιοποιημένες και αντικειμενικές αξιολογήσεις των εκπομπών που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί ή των εκπομπών που προβλέπεται να πραγματοποιηθούν. Οι εκθέσεις που συνοψίζουν τις ως άνω αξιολογήσεις έχουν ως εξής: COM(2000)749, COM(2001)708, COM(2002)702 και COM(2003)735. Οι εκθέσεις για το 2000 και το 2001 καλύπτουν αποκλειστικά και μόνο τα ήδη υφιστάμενα κράτη μέλη και ως εκ τούτου δεν αφορούν τα νέα κράτη μέλη. Οι εκθέσεις για το 2002 και 2003 καλύπτουν και τα νέα κράτη μέλη.

[5] ΕΕ L 167, 9.7.1993, σ. 31. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 1999/296/ΕΚ (ΕΕ L 117, 5.5.1999, σ. 35).

23. Η απόφαση 93/389/ΕΟΚ θα καταργηθεί αντικαθιστάμενη στις αρχές του 2004 από την απόφαση 2004/xx/ΕΚ για μηχανισμό παρακολούθησης των εκπομπών των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου και την εφαρμογή του Πρωτοκόλλου του Κυότο [6].

[6] Η απόφαση αυτή, που βασίζεται στην πρόταση της Επιτροπής COM(2003) 51, αποτελεί αντικείμενο συμφωνίας για πρώτη ανάγνωση βάσει των τροπολογιών που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 21 Οκτωβρίου 2003 και αναμένεται να τεθεί σε ισχύ στις αρχές του 2004.

2.1.2.2. Ανάλυση

24. Το κριτήριο (2) είναι υποχρεωτικού χαρακτήρα και πρέπει να εφαρμόζεται κατά τον καθορισμό της συνολικής ποσότητας που καλύπτουν τα δικαιώματα εκπομπής.

25. Η Επιτροπή εκτελεί τις αξιολογήσεις βάσει της απόφασης 93/389/ΕΟΚ σε συνεργασία με τα κράτη μέλη. Οι αξιολογήσεις καλύπτουν τις πρόσφατες εξελίξεις των εκπομπών που έχουν πραγματοποιηθεί στα κράτη μέλη καθώς και των προβλεπόμενων εκπομπών για την περίοδο 2008-2012 συνολικά, ανά τομέα ή αέριο.

26. Θεωρείται ότι επιτυγχάνεται συνέπεια προς τις αξιολογήσεις σύμφωνα με την απόφαση 93/389/ΕΟΚ, εφόσον τα κατανεμόμενα δικαιώματα εκπομπής για τις καλυπτόμενες εγκαταστάσεις δεν υπερβαίνουν την ποσότητα που κρίνεται απαραίτητη αν ληφθούν υπόψη από κοινού οι πραγματικές και οι προβλεπόμενες εκπομπές που αναφέρονται στις εν λόγω αξιολογήσεις. Θεωρείται ότι δεν έχει επιτευχθεί συνέπεια στις περιπτώσεις κατά τις οποίες κράτος μέλος επιχειρεί να κατανείμει συνολικά δικαιώματα εκπομπής επιπλέον των παρατηρούμενων ή προβλεπόμενων εκπομπών για τις καλυπτόμενες εγκαταστάσεις ως αναφέρεται στην αξιολόγηση για την αντίστοιχη περίοδο.

Θεωρείται ότι επιτυγχάνεται συνέπεια προς τις αξιολογήσεις σύμφωνα με την απόφαση 93/389/ΕΟΚ εφόσον τα κατανεμόμενα δικαιώματα εκπομπής για τις καλυπτόμενες εγκαταστάσεις δεν υπερβαίνουν συνολικά την ποσότητα που κρίνεται απαραίτητη αν ληφθούν υπόψη οι πραγματικές και οι προβλεπόμενες εκπομπές που αναφέρονται στις εν λόγω αξιολογήσεις.

2.1.3. Κριτήριο (3) - Δυνατότητες μείωσης των εκπομπών

Τα προς κατανομή δικαιώματα εκπομπής θα πρέπει να συμβαδίζουν ποσοτικά με το διαθέσιμο δυναμικό, συμπεριλαμβανόμενου και του τεχνολογικού δυναμικού, των δραστηριοτήτων που καλύπτονται από το εν λόγω σύστημα για τη μείωση των εκπομπών. Τα κράτη μέλη μπορούν να βασίσουν την κατανομή των δικαιωμάτων εκπομπής στις μέσες εκπομπές αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου ανά προϊόν για κάθε δραστηριότητα και ανάλογα με τις επιτυγχανόμενες προόδους για κάθε δραστηριότητα.

2.1.3.1. Εισαγωγή

27. Δεν επιχειρήθηκε ορισμός ή περαιτέρω διευκρίνηση του όρου «δυναμικό» και ως εκ τούτου το δυναμικό δεν θα πρέπει να περιορίζεται νοηματικά στο τεχνολογικό δυναμικό αλλά μεταξύ άλλων θα πρέπει να περιλαμβάνει το οικονομικό δυναμικό. Δεδομένου ότι οι διαθέσιμες τεχνικές εναλλακτικές δυνατότητες για τη μείωση των εκπομπών ανά τόνο του διοξειδίου του άνθρακα καθώς και το αντίστοιχο κόστος ποικίλουν ανάλογα με τις δραστηριότητες, ενδέχεται να επιδιωχθεί η κατανομή να αντανακλά το γεγονός ότι σε ορισμένες περιπτώσεις είναι δυνατό να επιτευχθεί μείωση με χαμηλότερο κόστος ενώ σε άλλες περιπτώσεις ισοδύναμη μείωση μπορεί να είναι δαπανηρότερη. Αυτό συνεπάγεται ότι οι επιδιώξεις ως προς τις δραστηριότητες στις οποίες είναι δυνατόν να επιτευχθούν φθηνότερες μειώσεις ενδέχεται να είναι υψηλότερες από ό,τι για τις δραστηριότητες στις οποίες οι αντίστοιχες μειώσεις είναι δαπανηρές.

28. Η δεύτερη πρόταση του κριτηρίου αναφέρεται ρητά στη δυνατότητα των κρατών μελών να χρησιμοποιούν δείκτες αναφοράς ανά προϊόν για κάθε δραστηριότητα και τη δυνατότητα επίτευξης προόδων για κάθε δραστηριότητα. Στο πλαίσιο αυτής της προσέγγισης βάσει των συγκριτικών αξιολογήσεων, θα καθιερωθεί μέσος όρος εκπομπών ανά μονάδα παραγωγής και οι κατανομές θα πραγματοποιηθούν συναρτήσει της παρελθοντικής, τρέχουσας ή αναμενόμενης ποσοτικής παραγωγής. Σε κάθε εγκατάσταση με χαμηλότερες εκπομπές ανά μονάδα παραγωγής θα πρέπει να εκχωρούνται υψηλότερες ποσοστώσεις εν συγκρίσει προς τις τρέχουσες εκπομπές από τις εγκαταστάσεις των οποίων οι εκπομπές ήταν υψηλότερες ανά μονάδα παραγωγής.

29. Το κριτήριο (3) αναφέρεται στα προϊόντα κάθε δραστηριότητας, δίχως να ορίζει την έννοια του προϊόντος, Αναγνωρίζεται έμμεσα ότι κάθε δραστηριότητα θα μπορούσε να καλύπτει πολλά προϊόντα με αποτέλεσμα να μην χρειάζεται η κάθε δραστηριότητα να αντιμετωπίζεται συνολικά. Για παράδειγμα οι πρόοδοι που είναι δυνατό να επιτευχθούν σε ό,τι αφορά την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με την καύση άνθρακα αποτελεί αποδεκτό υπόβαθρο για τον καθορισμό της συγκριτικής αξιολόγησης των επιδόσεων. Τα πιθανά επιτεύγματα συνεπεία της χρήσης διαφορετικών τεχνολογιών καύσης άνθρακα είναι πιο περιορισμένα από τα αποτελέσματα που ενδεχομένως θα μπορούσαν να επιτευχθούν με την στροφή σε επίπεδο καυσίμων, ήτοι από τον άνθρακα στο φυσικό αέριο. Ωστόσο, δεν θα επηρεαζόταν το κίνητρο για στροφή προς καύσιμα μικρότερης έντασης ως προς τον άνθρακα.

30. Σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 2 της Συνθήκης, η Επιτροπή θα εξετάζει μελλοντικά κατά πόσο θα ήταν σκόπιμη η ανάπτυξη δεικτών αναφοράς σε κοινοτικό επίπεδο ως βάσης για την κατανομή. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι θα ήταν ανέφικτο να εφαρμοστούν ενιαίοι δείκτες αναφοράς για ολόκληρη την Κοινότητα στα πρώτα εθνικά σχέδια κατανομής.

2.1.3.2. Ανάλυση

31. Το κριτήριο (3) είναι εν μέρει υποχρεωτικό. Θα πρέπει να εφαρμόζεται για το συνολικό ποσοτικό καθορισμό των δικαιωμάτων εκπομπής και θα μπορούσε να εφαρμόζεται κατά τον καθορισμό των αντίστοιχων ποσοτήτων ανά δραστηριότητα.

32. Κάθε κράτος μέλος οφείλει να καθορίζει τη συνολική ποσότητα που καλύπτουν τα δικαιώματα εκπομπής συνεπεία της εφαρμογής του ως άνω κριτηρίου, συγκρίνοντας το δυναμικό των δραστηριοτήτων που καλύπτονται από το σύστημα για τη μείωση των εκπομπών προς το δυναμικό των μη καλυπτόμενων δραστηριοτήτων. Θεωρείται ότι το συγκεκριμένο κριτήριο έχει ικανοποιηθεί εφόσον η κατανομή αντανακλά τις σχετικές διαφορές δυναμικού μεταξύ του συνόλου των καλυπτόμενων και του συνόλου των μη καλυπτόμενων δραστηριοτήτων.

33. Κάθε κράτος μέλος δύναται να εφαρμόσει το κριτήριο αυτό για να καθορίζει χωριστές ποσότητες ανά δραστηριότητα. Οφείλει δε να συγκρίνει το δυναμικό των επιμέρους δραστηριοτήτων που καλύπτονται από το σύστημα για τη μείωση των εκπομπών μεταξύ τους. Εάν ένα κράτος μέλος εφαρμόζει το εν λόγω κριτήριο για τον καθορισμό χωριστών ποσοτήτων ανά δραστηριότητα, θεωρείται ότι το κριτήριο έχει ικανοποιηθεί εφόσον η κατανομή απηχεί τις σχετικές διαφορές δυναμικού μεταξύ των επιμέρους καλυπτόμενων δραστηριοτήτων.

34. Κάθε κράτος μέλος δύναται να χρησιμοποιήσει τον αντίστοιχο μέσο όρο εκπομπών για τα καλυπτόμενα αέρια που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου ανά γενικό τύπο προϊόντος και τις επιτεύξιμες προόδους για κάθε δραστηριότητα κατά τον καθορισμό των ποσοτήτων ανά δραστηριότητα. Σε περίπτωση που το κράτος μέλος αποφασίσει να ενεργήσει τοιουτοτρόπως, οφείλει να καθορίσει τις πραγματικές μέσες εκπομπές ανά προϊόν χρησιμοποιώντας εθνικά δεδομένα και να αξιολογεί τις μέσες εκπομπές ανά προϊόν που θα μπορούσαν να επιτευχθούν στην αντίστοιχη περίοδο λαμβάνοντας υπόψη τις επιτεύξιμες προόδους. Το κράτος μέλος οφείλει να αναφέρει το μέσο όρο που χρησιμοποίησε το εθνικό σχέδιο κατανομής και να αιτιολογεί γιατί θεωρεί ότι ο επιλεχθείς μέσος όρος αποτελεί κατάλληλη εκτίμηση για την ενσωμάτωση των επιτεύξιμων προόδων. Οι ποσότητες που καλύπτουν τα δικαιώματα εκπομπής ανά δραστηριότητα επιβάλλεται να βασίζονται στην αναμενόμενη παραγωγή ανά δραστηριότητα κατά την αντίστοιχη περίοδο. Κάθε κράτος μέλος οφείλει να αναφέρει τις προβλέψεις που χρησιμοποιήθηκαν και να αιτιολογεί γιατί θεωρεί ότι η τελικώς επιλεχθείσα πρόβλεψη αποτελεί την πλέον πιθανή εξέλιξη. Εν προκειμένω κάθε κράτος μέλος οφείλει επίσης να λαμβάνει δεόντως υπόψη τις πρόσφατες εξελίξεις ως προς την κατάληξη των αντίστοιχων δραστηριοτήτων.

35. Σε αντίθεση με το κριτήριο (7), στο πλαίσιο του οποίου οι δείκτες αναφοράς μπορεί να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό της ποσότητας που καλύπτουν τα δικαιώματα εκπομπής ανά εγκατάσταση, κατά την εφαρμογή του παρόντος κριτηρίου ο δείκτης αναφοράς χρησιμεύει για τον καθορισμό της ποσότητας που καλύπτουν τα δικαιώματα εκπομπής ανά δραστηριότητα.

36. Επιχειρείται διάκριση μεταξύ του τεχνολογικού και του άλλου δυναμικού των επιμέρους δραστηριοτήτων σε ό,τι αφορά τη μείωση των εκπομπών. Η αξιοποίηση του τεχνολογικού δυναμικού για τη μείωση των εκπομπών στο πλαίσιο κάποιας συγκεκριμένης περιόδου εμπορίας περιορίζεται από παράγοντες όπως το χρονοδιάγραμμα, η οικονομική βιωσιμότητα και οι νομοθετικές διατάξεις.

37. Τα κράτη μέλη οφείλουν να εξετάσουν κατά πόσον ορισμένα μέτρα θα μπορούσαν να εφαρμοστούν με επιπτώσεις στις εκπομπές βραχυπρόθεσμα, ενώ κάποια άλλα μπορεί να είναι πιο μακροπρόθεσμου χαρακτήρα και να εξαρτώνται από τους κύκλους των επενδύσεων. Η εξέταση του δυναμικού των μέτρων με χρονοδιάγραμμα μεγαλύτερο από τη διάρκεια της περιόδου εμπορίας, θα δημιουργήσει κίνητρο για την έγκαιρη δραστηριοποίηση των φορέων εκμετάλλευσης.

38. Το οικονομικό δυναμικό των δραστηριοτήτων, σε ό,τι αφορά τη μείωση των εκπομπών CO2 , επιβάλλεται να βασίζεται στην αξιολόγηση του κόστους δέσμευσης ανά τόνο ισοδυνάμου CO2 και όχι στην οικονομική βιωσιμότητα των επιμέρους εταιρειών ή εγκαταστάσεων που ανήκουν στην εκάστοτε δραστηριότητα ή δραστηριότητες.

39. Κάθε κράτος μέλος δύναται να χρησιμοποιεί τα κείμενα αναφοράς βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών (BREF) κατά την αξιολόγηση του δυναμικού των δραστηριοτήτων. Ως «βέλτιστη» διαθέσιμη τεχνική ορίζεται η τεχνική, που θεωρείται ως η «πλέον αποτελεσματική για την επίτευξη υψηλού γενικού επιπέδου προστασίας του περιβάλλοντος». Ως εκ τούτου, δεν παρατηρείται απαραίτητα πλήρης συνέπεια μεταξύ της χρήσης μίας βέλτιστης διαθέσιμης τεχνικής και των επιδόσεων μιας εγκατάστασης ως προς τις καλυπτόμενες εκπομπές.

40. Στο εθνικό σχέδιο κατανομής, το κράτος μέλος οφείλει να περιγράφει τη μεθοδολογία που χρησιμοποίησε για την αξιολόγηση του δυναμικού μείωσης των εκπομπών. Επιβάλλεται επίσης κατά προτίμηση να βασίζει την αξιολόγηση του δυναμικού σε μελέτη που να έχει εκτελεστεί για το εθνικό σχέδιο κατανομής. Στις περιπτώσεις για τις οποίες λόγω περιστάσεων ή χρόνου δεν είναι δυνατή η εκτέλεση ανάλογης μελέτης κατά τη διαδικασία εκπόνησης του εθνικού σχεδίου κατανομής, μπορεί να χρησιμοποιούνται ήδη υφιστάμενες αξιολογήσεις και δευτερογενείς πηγές (π.χ. μελέτες επανεξέτασης από ομοτίμους). Κάθε κράτος μέλος πρέπει να αναφέρει τις πηγές που χρησιμοποίησε συνοψίζοντας παράλληλα τη μεθοδολογία που εφάρμοσε (συμπεριλαμβανομένων των σημαντικών υποθέσεων επί των οποίων βασίστηκε) καθώς και τα αντίστοιχα αποτελέσματα.

Κάθε κράτος μέλος οφείλει να εφαρμόζει το συγκεκριμένο κριτήριο για να καθορίζει τη συνολική ποσότητα που καλύπτουν τα δικαιώματα εκπομπής. Το κράτος μέλος μπορεί να εφαρμόζει το κριτήριο για τον καθορισμό των ποσοτήτων ανά δραστηριότητα.

2.1.4. Κριτήριο (4) - Συνέπεια προς την υπόλοιπη νομοθεσία

Το σχέδιο πρέπει να συνάδει προς την υπόλοιπη κοινοτική νομοθεσία και τα αντίστοιχα πολιτικά μέσα. Επιβάλλεται να λαμβάνονται υπόψη οι αναπόφευκτες αυξήσεις των εκπομπών συνεπεία των νέων νομοθετικών απαιτήσεων.

2.1.4.1. Εισαγωγή

41. Το κριτήριο (4) αφορά τη σχέση μεταξύ των δικαιωμάτων εκπομπής που προβλέπει η οδηγία 2003/87/ΕΚ και της υπόλοιπης κοινοτικής νομοθεσίας και των αντίστοιχων μέσων άσκησης πολιτικής. Καθιερώνεται ως απαίτηση η συνέπεια μεταξύ κατανομής ποσοστώσεων και της υπόλοιπης νομοθεσίας με στόχο να εξασφαλιστεί ότι η κατανομή των δικαιωμάτων εκπομπής δεν έρχεται σε αντίθεση προς τις λοιπές διατάξεις νομοθετικού περιεχομένου. Καταρχήν, δεν θα πρέπει να κατανέμονται ποσοστώσεις στις περιπτώσεις κατά τις οποίες προκύπτει από άλλες νομοθετικές διατάξεις ότι οι καλυπτόμενες εκπομπές έπρεπε ή θα πρέπει να μειωθούν ακόμη και δίχως την καθιέρωση του συστήματος εμπορίας των εκπομπών. Παράλληλα για την επίτευξη συνεπούς στάσης θα πρέπει, εάν λόγω άλλων νομοθετικών διατάξεων προκαλείται αύξηση των εκπομπών ή περιορίζεται το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας σε ό,τι αφορά τη μείωση των αντιστοίχων εκπομπών, να λαμβάνεται δεόντως υπόψη η ως άνω αύξηση.

2.1.4.2. Ανάλυση

42. Η πρώτη πρόταση του κριτηρίου είναι υποχρεωτικού χαρακτήρα ενώ η δεύτερη είναι προαιρετική.

43. Η πρώτη πρόταση του κριτηρίου (4) εφαρμόζεται κατά τον καθορισμό της συνολικής ποσότητας, εφόσον η κοινοτική νομοθεσία και τα αντίστοιχα πολιτικά μέσα επηρεάζουν όλες τις καλυπτόμενες μονάδες, ή, στις υπόλοιπες περιπτώσεις, κατά τον καθορισμό των ποσοτήτων για τις επηρεαζόμενες μονάδες.

44. Σύμφωνα με την πρώτη πρόταση του κριτηρίου, η συνέπεια προς την υπόλοιπη κοινοτική νομοθεσία και τα αντίστοιχα πολιτικά μέτρα πρέπει να επιδιώκεται συμμετρικά. Όχι μόνο επιβάλλεται να λαμβάνεται δεόντως υπόψη κάθε αναπόφευκτη αύξηση των καλυπτόμενων εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου λόγω της νέας κοινοτικής νομοθεσίας και των πολιτικών μέσων, αλλά και κάθε μείωση των καλυπτόμενων εκπομπών συνεπεία αναλόγων μέτρων.

45. Κάθε κράτος μέλος έχει την υποχρέωση να συντάσσει κατάλογο όλων των εξετασθέντων κοινοτικών νομοθετικών και πολιτικών μέσων αναφέροντας τα εξ αυτών ληφθέντα υπόψη.

46. Ως «νέες» νομοθετικές απαιτήσεις πρέπει να νοούνται οι νομοθετικές διατάξεις και τα πολιτικά μέσα που εγκρίθηκαν πριν από την ημερομηνία υποβολής του εθνικού σχεδίου κατανομής, συνεπεία των οποίων επιβάλλονται συναφείς υποχρεώσεις στις μονάδες που καλύπτει το σύστημα μετά από την εν λόγω ημερομηνία και πριν την ολοκλήρωση της περιόδου που αφορά το εθνικό σχέδιο κατανομής. Εν προκειμένω περιλαμβάνεται η εφαρμογή των αντιστοίχων μερών του κοινοτικού κεκτημένου από τα νέα κράτη μέλη μετά την προσχώρησή τους το Μάιο του 2004.

47. Για να λαμβάνεται υπόψη κάθε αναπόφευκτη μεταβολή των εκπομπών, έκαστο κράτος μέλος οφείλει να εξετάζει, κατά πρώτον, εάν η μεταβολή των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τις καλυπτόμενες μονάδες οφείλεται όντως στις νέες απαιτήσεις και, κατά δεύτερον, κατά πόσον ανάλογη μεταβολή είναι αναπόφευκτη.

Για να απλοποιηθούν τα διοικητικά καθήκοντα, η Επιτροπή συστήνει κάθε κράτος μέλος να εξετάζει τα επιμέρους κοινοτικά μέσα νομοθετικού ή πολιτικού χαρακτήρα μόνο στο βαθμό που αναμένεται να οδηγήσουν, ανά τομέα ή συνολικά, σε ουσιαστική αύξηση ή μείωση (π.χ. 10%) των καλυπτόμενων εκπομπών.

2.1.5. Κριτήριο (5) - Αμερόληπτη αντιμετώπιση εταιρειών ή τομέων

Στο σχέδιο δεν επιχειρείται διάκριση μεταξύ εταιρειών ή τομέων που θα είχε αποτέλεσμα να ευνοηθούν αδικαιολόγητα ορισμένες επιχειρήσεις ή δραστηριότητες σύμφωνα με τις απαιτήσεις της συνθήκης και ιδίως στα άρθρα 85 και 88.

48. Θα ισχύσουν οι συνήθεις κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων.

2.1.6. Κριτήριο (6) - Νεοεισερχόμενοι

Το σχέδιο επιβάλλεται να περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι νεοεισερχόμενοι θα είναι σε θέση να αρχίσουν να συμμετέχουν στο κοινοτικό σύστημα στα αντίστοιχα κράτη μέλη.

2.1.6.1. Εισαγωγή

49. Η αντιμετώπιση των νεοεισερχομένων, ήγουν των μονάδων που αρχίζουν να λειτουργούν κατά τη διάρκεια κάποιας περιόδου εμπορίας, είναι μία από τις σημαντικές επιλογές κατά το σχεδιασμό οιουδήποτε συστήματος εμπορίας των εκπομπών. Οι εναλλακτικές δυνατότητες διαφέρουν ανάλογα με την επιλεγόμενη μέθοδο κατανομής για τις υφιστάμενες μονάδες. Εάν όλες οι ποσοστώσεις πωλούνται από την κυβέρνηση, δεν χρειάζονται ειδικές αποφάσεις για τους νεοεισερχόμενους. Εάν αντιθέτως οι ποσοστώσεις αποδίδονται (στην πλειοψηφία τους) δωρεάν, υπάρχουν πολλές εναλλακτικές δυνατότητες για την ένταξη των νεοεισερχομένων στο συγκεκριμένο σύστημα.

50. Ο ορισμός των νεοεισερχομένων στο άρθρο 3 της οδηγίας [7] έχει ως αποτέλεσμα οι νέες μονάδες να αντιμετωπίζονται ισότιμα προς τις ήδη υφιστάμενες που διευρύνουν το δυναμικό τους. Όσον αφορά την ανανέωση της άδειας ο ορισμός ισχύει αποκλειστικά και μόνο για την επέκταση μονάδας και όχι για ολόκληρη τη μονάδα ούτε για τη μεγαλύτερη χρήση του δυναμικού ήδη υφιστάμενης μονάδας.

[7] Βλέπε άρθρο 3 (η) στην οδηγία 2003/87/ΕΚ.

51. Το κριτήριο προβλέπει υποχρέωση ενημέρωσης ώστε να διαπιστώνεται με ποιο τρόπο οι νεοεισερχόμενοι θα είναι σε θέση να αρχίσουν να συμμετέχουν στο κοινοτικό σύστημα. Εν προκειμένω προβλέπονται τρεις εναλλακτικές δυνατότητες για την εφαρμογή του κριτηρίου στο πλαίσιο των αντίστοιχων διατάξεων της συνθήκης. Ωστόσο, η Επιτροπή θα αξιολογήσει επίσης και κάθε άλλη εναλλακτική δυνατότητα της κοινοποιηθεί στο πλαίσιο εθνικού σχεδίου κατανομής.

2.1.6.2. Ανάλυση

52. Η υποχρέωση που προκύπτει από το κριτήριο (6) θεωρείται ότι εκπληρώθηκε εφόσον το κράτος μέλος εξηγήσει στο εθνικό σχέδιο κατανομής με ποιο τρόπο προτίθεται να εξασφαλίσει την πρόσβαση των νεοεισερχομένων στις ποσοστώσεις εκπομπής. Ως εκ τούτου το κριτήριο θεωρείται ότι τηρήθηκε εφόσον ένα κράτος μέλος αναφέρει ότι αποφάσισε να επιτρέψει την αγορά όλων των διακινούμενων δικαιωμάτων εκπομπής από τους νεοεισερχομένους. Υπάρχουν επίσης και άλλες εναλλακτικές δυνατότητες σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση των νεοεισερχομένων. Εν πάση περιπτώσει, η κατευθυντήρια γραμμή είναι η ισότιμη μεταχείριση.

53. Επιβάλλεται να τηρούνται οι διατάξεις της συνθήκης ΕΚ σχετικά με το δικαίωμα εγκατάστασης στην εσωτερική αγορά. Είναι καθοριστικής σημασίας οι νεοεισερχόμενοι να έχουν πρόσβαση στις ποσοστώσεις, δεδομένου ότι ειδάλλως θα παρεμποδίζεται η συγκρότηση επιχειρήσεων από τους φορείς εκμετάλλευσης σε τομείς που αναπτύσσουν τις αντιστοίχως καλυπτόμενες δραστηριότητες. Η εγγύηση της ως άνω ελευθερίας αποτελεί την ουσία της δεύτερης πρότασης του άρθρου 11, παράγραφος 3 της οδηγίας. Επιπλέον, το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τον ανταγωνισμό θα ίσχυε σε περίπτωση που χρησιμοποιηθούν πρακτικές σχετικά με τα δικαιώματα εκπομπής που θεωρείται ότι υπονομεύουν τον ανταγωνισμό και παρεμποδίζουν την είσοδο στην εκάστοτε αγορά.

54. Είναι σημαντικό να ληφθεί υπόψη ότι το θέμα των νεοεισερχομένων είναι προσωρινό. Καταρχήν κάθε μονάδα που θεωρείται νεοεισερχόμενη σε μια περίοδο εμπορίας δεν θα πρέπει πλέον να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του αντίστοιχου ορισμού κατά την κοινοποίηση του εθνικού σχεδίου κατανομής για την επόμενη περίοδο.

55. Από τον ορισμό προκύπτει ότι νεοεισερχόμενη θεωρείται η μονάδα για την οποία δεν έχει εκδοθεί ή ανανεωθεί άδεια εκπομπής αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου έως την ημερομηνία κατά την οποία κοινοποιείται το εθνικό σχέδιο κατανομής στην Επιτροπή. Έκαστο κράτος μέλος δύναται να εκδίδει ή να ενημερώνει άδειες εκπομπής αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου για μονάδες οι οποίες θα αρχίσουν ή θα διευρύνουν τις δραστηριότητές τους κατά πάσα πιθανότητα κατά την αντίστοιχη περίοδο εμπορίας. Πριν από την έκδοση ή την ενημέρωση της άδειας εκπομπής αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, συστήνεται σε έκαστο κράτος μέλος να απαιτεί από τον εκάστοτε φορέα εκμετάλλευσης να αποδεικνύει ότι έχει ήδη άδεια κατασκευής καθώς και τις άλλες σχετικές άδειες. Αφ' ης στιγμής μια μονάδα που αναμένεται να αρχίσει να διευρύνει τις δραστηριότητές της κατά την περίοδο εμπορίας, διαθέτει άδεια εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου ή αντίστοιχη ανανέωση άδειας, μπορεί να περιληφθεί στο εθνικό σχέδιο κατανομής και να της αποδοθούν ποσοστώσεις όπως και για τις υφιστάμενες εγκαταστάσεις. Ο αριθμός των ποσοστώσεων που κατανέμονται σε μια εγκατάσταση που αναμένεται να τεθεί σε επιχειρησιακή λειτουργία κατά τη διάρκεια της περιόδου εμπορίας, θα πρέπει να είναι ανάλογος προς την αναμενόμενη διάρκεια των «διευρυμένων» λειτουργιών της εγκατάστασης ως μερίδιο της διάρκειας της περιόδου εμπορίας. Το κράτος μέλος δεν μπορεί να κατακρατήσει προβλεπόμενες ποσοστώσεις, σε περίπτωση που η εγκατάσταση δεν αρχίσει να διευρύνει τις δραστηριότητές της ή δεν αρχίσει να διευρύνει τις δραστηριότητές της κατά την προβλεπόμενη περίοδο, εφόσον δεν ανακληθεί η άδεια εκπομπής αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου.

56. Το κράτος μέλος διαθέτει τουλάχιστον τρεις εναλλακτικές δυνατότητες για να διευκολύνει τη συμμετοχή των νεοεισερχομένων: δύναται να επιτρέψει σε όλους τους νεοεισερχόμενους να αγοράσουν όλες τις διακινούμενες ποσοστώσεις, δύναται να χρησιμοποιήσει τη δυνατότητα αποθεματοποίησης ορισμένων ποσοστώσεων για περιοδική δημοπράτηση, και δύναται να προβλέψει απόθεμα στο εθνικό σχέδιο κατανομής για τη δωρεάν χορήγηση ποσοστώσεων στους νεοεισερχομένους.

Η αγορά όλων των διακινούμενων ποσοστώσεων από τους νεοεισερχόμενους

57. Έκαστο κράτος μέλος δύναται να αποφασίσει να εφαρμόσει το ως άνω κριτήριο επιτρέποντας στους νεοεισερχόμενους να αγοράσουν όλες τις διακινούμενες ποσοστώσεις, όπως μπορεί να πράξει κάθε πρόσωπο (συμπεριλαμβανομένων των φορέων εκμετάλλευσης) στην Κοινότητα με ή δίχως καλυπτόμενες μονάδες. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι το να επιτραπεί στους νεοεισερχόμενους να αγοράσουν τα διακινούμενα δικαιώματα εκπομπής είναι σύμφωνο με την αρχή της ισότιμης αντιμετώπισης για τους εξής λόγους. Κατά πρώτον, η Επιτροπή επισημαίνει ότι το μέγεθος της αγοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ό,τι αφορά τα δικαιώματα εκπομπής εγγυάται ορθές προϋποθέσεις ρευστότητας, εξασφαλίζοντας ότι οι νεοεισερχόμενοι θα έχουν πρόσβαση σε δικαιώματα εκπομπής. Κατά δεύτερον οι ήδη εμπλεκόμενοι πραγματοποίησαν τις επενδύσεις τους δίχως να είναι σε θέση να λάβουν υπόψη το κόστος του άνθρακα, σε αντίθεση με τους νεοεισερχόμενους, που μπορούν να ελαχιστοποιήσουν τις δαπάνες τους σχετικά με τον άνθρακα μέσω των επενδυτικών τους επιλογών. Κατά τρίτον, οι νέες μονάδες ανταποκρίνονται στον ορισμό του νεοεισερχομένου μόνο για περιορισμένη χρονική περίοδο, ήγουν για μέρος της περιόδου εμπορίας, και το κόστος των εν λόγω ποσοστώσεων για τη συγκεκριμένη περιορισμένη περίοδο (που κατά πάσα πιθανότητα δεν υπερβαίνει τη διετία κατά την πρώτη περίοδο), μπορεί να ληφθεί δεόντως υπόψη στις αποφάσεις σχετικά με τις επενδύσεις και τα χρονοδιαγράμματα. Η οδηγία εγγυάται ότι ύστερα από κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή στους νεοεισερχόμενους θα κατανέμονται δικαιώματα εκπομπής με τον ίδιο τρόπο όπως και για όλες τις ήδη υφιστάμενες εγκαταστάσεις για τον υπόλοιπο χρόνο ζωής της εκάστοτε μονάδας.

Δημοπράτηση

58. Κάθε κράτος μέλος μπορεί να επιτρέψει στους νεοεισερχόμενους να αρχίσουν να συμμετέχουν στο κοινοτικό σύστημα και να εξασφαλίσει την προσπέλαση σε ποσοστώσεις βάσει διαδικασίας περιοδικών δημοπρατήσεων. Σύμφωνα με τους κανόνες της εσωτερικής αγοράς κάθε κράτος μέλος υποχρεούται να επιτρέπει σε κάθε πρόσωπο στην Κοινότητα να συμμετέχει σε ανάλογες διαδικασίες δημοπρασίας. Έκαστο κράτος μέλος οφείλει να τηρεί το άρθρο 10 της οδηγίας, σύμφωνα με το οποίο κανένα κράτος μέλος δεν έχει το δικαίωμα να δημοπρατεί ποσοστό μεγαλύτερο του 5% της συνολικής ποσότητας που καλύπτουν τα δικαιώματα εκπομπής τα οποία έχουν καταμεριστεί για την πρώτη περίοδο εμπορίας και του 10% για τη δεύτερη περίοδο εμπορίας.

59. Κάθε κράτος μέλος οφείλει να διευκρινίζει πώς θα χρησιμοποιήσει τις ποσοστώσεις που αποτελούν αντικείμενο δημοπρασίας αλλά δεν αγοράζονται τελικά. Το κράτος μέλος μπορεί να ακυρώσει τα εν λόγω δικαιώματα εκπομπής και να προβλέψει δημοπρασία κατά την επόμενη περίοδο για αντίστοιχη ποσόστωση. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι στο τέλος της πρώτης περιόδου η εν λόγω εναλλακτική δυνατότητα προσφέρεται αποκλειστικά και μόνο εφόσον η εθνική νομοθεσία του κράτους μέλος προβλέπει το ενδεχόμενο επανεκχώρησης (π.χ. μέσω συσσώρευσης) ποσοστώσεων σύμφωνα με το άρθρο 13, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο.

60. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι η δυνατότητα να αγοράσουν οι νεοεισερχόμενοι δικαιώματα εκπομπής στο πλαίσιο δημοπρασίας είναι σύμφωνη με την αρχή της ίσης μεταχείρισης για τους ίδιους λόγους που αναφέρθηκαν προηγουμένως όσον αφορά τη δυνατότητα των νεοεισερχομένων να αποκτήσουν ποσοστώσεις μέσω της αγοράς.

Η δημιουργία αποθέματος

61. Κάθε κράτος μέλος δύναται να προβλέψει την πρόσβαση σε δωρεάν δικαιώματα εκπομπής από ένα απόθεμα ποσοστώσεων. Εάν έχει δημιουργηθεί ανάλογο απόθεμα ποσοστώσεων, το κράτος μέλος οφείλει να αναφέρει στο εθνικό σχέδιο κατανομής το μέγεθος του αποθέματος διευκρινίζοντας την απόλυτη ποσότητα των δικαιωμάτων εκπομπής επί του συνόλου των προβλεπόμενων ποσοστώσεων. Το κράτος μέλος καλείται να αιτιολογήσει το μέγεθος του αποθέματος αναφερόμενο σε ενημερωμένους υπολογισμούς για τον αναμενόμενο αριθμό νεοεισερχομένων κατά την περίοδο εμπορίας. Μέχρις εξαντλήσεως των ποσοτήτων που προβλέπονται στο απόθεμα, στους νεοεισερχόμενους εκχωρούνται δωρεάν δικαιώματα εκπομπής σύμφωνα με διαφανείς και αντικειμενικούς κανόνες και διαδικασίες που καθορίζονται στο εθνικό σχέδιο κατανομής. Κάθε κράτος μέλος οφείλει να περιγράφει τη μεθοδολογία βάσει της οποίας χορηγούνται στους νεοεισερχομένους οι ποσοστώσεις. Εφόσον χρησιμοποιείται ανάλογη μέθοδος, η Επιτροπή συστήνει κάθε κράτος μέλος να εξασφαλίζει στους αιτούντες που ήδη διαθέτουν προσφάτως χορηγηθείσα ή ανανεωθείσα άδεια εκπομπής αερίων θερμοκηπίου πρόσβαση στα αντίστοιχα δικαιώματα εκπομπής με σειρά προτεραιότητας συναρτήσει του χρόνου υποβολής του σχετικού αιτήματος.

62. Για να τηρηθεί η αρχή της ίσης μεταχείρισης, η μεθοδολογία που χρησιμοποιεί ένα κράτος μέλος για την κατανομή των ποσοστώσεων στους νεοεισερχόμενους θα πρέπει κατά το δυνατό να ταυτίζεται με τη χρησιμοποιούμενη για συγκρίσιμους ήδη υφιστάμενους φορείς. Ωστόσο πρέπει να επιτρέπονται οι δεόντως αιτιολογημένες προσαρμογές (βλέπε κατευθύνσεις για το κριτήριο (5)). Αντιστοίχως όλοι οι νεοεισερχόμενοι επιβάλλεται να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο. Για παράδειγμα, η Επιτροπή συνιστά κάθε κράτος μέλος να μη δημιουργεί διαφορετικά αποθέματα για επιμέρους δραστηριότητες, τεχνολογίες ή ειδικούς σκοπούς, δεδομένου ότι θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ανισότιμη μεταχείριση των νεοεισερχομένων.

63. Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να διευκρινίζει περαιτέρω με ποιον τρόπο σκοπεύει να χρησιμοποιήσει τις ποσοστώσεις που εξακολουθούν να παραμένουν στο απόθεμα μέχρι το τέλος της εκάστοτε περιόδου. Το κράτος μέλος δύναται να δημοπρατεί τα υπολειπόμενα δικαιώματα εκπομπής, τηρώντας παράλληλα το άρθρο 10 τη οδηγίας. Όπως και στην περίπτωση των ποσοστώσεων που δημοπρατούνται αλλά δεν αγοράζονται, κάθε κράτος μέλος δύναται να ακυρώνει τις υπολειπόμενες ποσοστώσεις και να καταχωρίζει δικαιώματα εκπομπής για αντίστοιχες ποσότητες στο απόθεμα για την επόμενη περίοδο. Και πάλι η Επιτροπή επισημαίνει ότι στο τέλος της πρώτης περιόδου η εν λόγω εναλλακτική δυνατότητα προσφέρεται αποκλειστικά και μόνον εφόσον η εθνική νομοθεσία του κράτους μέλους προβλέπει δυνατότητα επανεκχώρησης (π.χ. μέσω συσσώρευσης) ποσοστώσεων σύμφωνα με το άρθρο 13, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο.

64. Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει επίσης να αναφέρει στο εθνικό σχέδιο κατανομής τη διαφανή διαδικασία που προτίθεται να ακολουθήσει, σε περίπτωση που οι νεοεισερχόμενοι υποβάλλουν αιτήσεις για ποσοστώσεις και το αντίστοιχο απόθεμα για την εν λόγω περίοδο έχει ήδη εξαντληθεί.

65. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι η χρήση αποθέματος για τους νεοεισερχόμενους αυξάνει την πολυπλοκότητα και το διοικητικό κόστος του συστήματος εμπορίας των εκπομπών.

Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος αποφασίσει να δημιουργήσει απόθεμα από το οποίο να χορηγεί δωρεάν ποσοστώσεις, η Επιτροπή συνιστά το αντίστοιχο κράτος μέλος να μη δημιουργεί χωριστά αποθέματα για επιμέρους δραστηριότητες, τεχνολογίες ή σκοπούς.

2.1.7. Κριτήριο (7) - Ανάληψη προληπτικής δράσης

Το σχέδιο μπορεί να αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο προληπτικής δράσης και να περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο λαμβάνεται δεόντως υπόψη κάθε ανάλογη δράση. Οι δείκτες συγκριτικής αξιολόγησης από τα κείμενα αναφοράς σχετικά με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνολογίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τα κράτη μέλη κατά τη διαμόρφωση των εθνικών σχεδίων κατανομής τους και οι εν λόγω δείκτες συγκριτικής αξιολόγησης των επιδόσεων μπορούν να ενσωματώνουν στοιχεία σχετικά με την ανάληψη έγκαιρης δράσης.

2.1.7.1. Εισαγωγή

66. Η αντιμετώπιση της έγκαιρης δράσης θεωρείται επιθυμητή για λόγους δικαιοσύνης. Οι μονάδες που έχουν ήδη μειώσει τις εκπομπές αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου παρά την απουσία ή πέραν των επιταγών της νομοθεσίας δεν θα πρέπει να περιέλθουν σε μειονεκτική θέση έναντι μονάδων που δεν έχουν καταβάλλει ανάλογες προσπάθειες. Η εφαρμογή του εν λόγω κριτηρίου συνεπάγεται απαραίτητα τη διάθεση μικρότερων ποσοστώσεων για τις μονάδες που δεν έχουν αναλάβει προληπτική δράση.

67. Ούτε το κριτήριο ούτε η οδηγία περιλαμβάνουν ορισμό της προληπτικής δράσης και τον τρόπο με τον οποίο θα έπρεπε να αντιμετωπισθεί. Ως εκ τούτου έκαστο κράτος μέλος διαθέτει κάποια ερμηνευτικά περιθώρια ως προς τον ορισμό και το αν και πώς θα αξιοποιήσει τις δυνατότητες προληπτικής δράσης. Η ελευθερία αυτή περιορίζεται από τα άλλα κριτήρια του παραρτήματος ΙΙΙ και τις παράγωγες διατάξεις της Συνθήκης. Οι κατευθύνσεις σχετικά με το συγκεκριμένο κριτήριο σκιαγραφούν τους περιορισμούς που επιβάλλονται από τα άλλα κριτήρια και τις διατάξεις, και περιλαμβάνουν τις εναλλακτικές δυνατότητες σχετικά με τον τρόπο που πρέπει να αντιμετωπίζεται η προληπτική δράση, εφόσον βέβαια κάποιο κράτος μέλος θα επιθυμούσε να το πράξει.

68. Η δεύτερη πρόταση του κριτηρίου βασίζεται στην αναφορά των δεικτών συγκριτικής αξιολόγησης του κριτηρίου (3). Εν προκειμένω, επαναλαμβάνεται ότι τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν δείκτες αναφοράς και επισημαίνεται ότι ανάλογοι δείκτες αποτελούν μία από τις εναλλακτικές δυνατότητες για την αντιμετώπιση της προληπτικής δράσης. Επιπλέον, ως πιθανή πηγή για την ανάπτυξη δεικτών αναφοράς αναφέρονται τα κείμενα αναφοράς που εκπονούνται δυνάμει της οδηγίας 96/61/ΕΚ σε ό,τι αφορά την ολοκληρωμένη πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης [8].

[8] ΕΕ L 257, 10.10.1996, σ. 26.

2.1.7.2. Ανάλυση

69. Το κριτήριο (7) είναι προαιρετικό και θα πρέπει, εάν εφαρμοστεί, να χρησιμοποιείται κατά τον καθορισμό της ποσότητας που καλύπτουν τα δικαιώματα εκπομπής τα οποία κατανέμονται στις επιμέρους μονάδες.

70. Ως «προληπτική δράση» θεωρούνται οι ενέργειες που αναλαμβάνονται στις καλυπτόμενες εγκαταστάσεις με στόχο να μειωθούν οι αντίστοιχες εκπομπές πριν από τη δημοσίευση και κοινοποίηση στην Επιτροπή των σχετικών εθνικών σχεδίων κατανομής. Σύμφωνα με το κριτήριο (4), ως προληπτική δράση μπορούν να θεωρηθούν αποκλειστικά και μόνο μέτρα που λαμβάνουν οι φορείς εκμετάλλευσης με αποτέλεσμα να υπερκαλύπτουν τις απαιτήσεις που απορρέουν από την κοινοτική νομοθεσία. Οι αυστηρότερες διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας, για όλες τις καλυπτόμενες μονάδες συνολικά ή όσες φέρουν εις πέρας συγκεκριμένη δραστηριότητα, θα αντανακλάται στις δυνατότητες μείωσης των εκπομπών (βλέπε κριτήριο (3)). Ως εκ τούτου η προληπτική δράση περιορίζεται σε μειώσεις των καλυπτόμενων εκπομπών, πέραν των μειώσεων που πραγματοποιούνται σύμφωνα με την κοινοτική εθνική νομοθεσία, ή περιορίζεται σε δράσεις που αναλαμβάνονται σε περιπτώσεις για τις οποίες απουσιάζει κάθε ανάλογη νομοθεσία. Είναι δυνατό να επιχειρηθεί παραλληλισμός προς τις διατάξεις του κοινοτικού πλαισίου κρατικών ενισχύσεων υπέρ της προστασίας του περιβάλλοντος που απαγορεύουν δημόσιες επενδυτικές ενισχύσεις σε ό,τι αφορά τις επενδύσεις που απλώς επιτρέπουν την ευθυγράμμιση των εταιρειών προς τα κοινοτικά πρότυπα που ήδη εγκριθέντα δεν έχουν τεθεί σε ισχύ.

71. Τα κράτη μέλη έχουν πολλές εναλλακτικές δυνατότητες για να αντιμετωπίσουν την προληπτική δράση που ενδεχομένως έχουν αναλάβει οι φορείς εκμετάλλευσης των ήδη υφιστάμενων μονάδων. Κατωτέρω εξετάζονται τρεις πιθανές μέθοδοι, αλλά η Επιτροπή θα εξετάσει και άλλες εναλλακτικές δυνατότητες.

Η επιλογή πρώιμης περιόδου αναφοράς

72. Η πρώτη εναλλακτική δυνατότητα για την αντιμετώπιση της προληπτικής δράσης είναι να βασισθεί η κατανομή σε ιστορικές εκπομπές χρησιμοποιώντας μία σχετικά πρώιμη περίοδο αναφοράς. Εάν στους φορείς εκμετάλλευσης αποδίδονται ποσοστώσεις σύμφωνα με την αναλογική συμμετοχή των επιμέρους μονάδων στις ιστορικές εκπομπές, στους φορείς εκμετάλλευσης που έχουν πραγματοποιήσει επενδύσεις για τη μείωση των εκπομπών μετά από την περίοδο αναφοράς θα χορηγηθούν δικαιώματα εκπομπής τα οποία καλύπτουν μεγαλύτερο μερίδιο των σημερινών εκπομπών από ό,τι τα προβλεπόμενα για τους φορείς εκμετάλλευσης που δεν έχουν πραγματοποιήσει ανάλογες επενδύσεις. Κάθε κράτος μέλος το οποίο χρησιμοποιεί την ως άνω προσέγγιση θα πρέπει να εξακριβώνει εάν η διαφορά που παρατηρείται με την πάροδο του χρόνου στα επίπεδα εκπομπής δεν οφείλεται στην υποχρέωση των μονάδων να συμμορφωθούν προς τις απαιτήσεις που επέβαλε η νομοθεσία.

73. Το μειονέκτημα της προσέγγισης αυτής είναι ότι είναι πιθανό να μην διατίθενται αξιόπιστα και συγκρίσιμα δεδομένα για τις εκπομπές στην πρώιμη περίοδο αναφοράς και ότι ο αριθμός των αλλαγών των φορέων της εκμετάλλευσης από την περίοδο αναφοράς θα αυξάνει με την πάροδο του χρόνου, καθιστώντας ολοένα δυσχερέστερη την τήρηση αξιόπιστων και πλήρων αρχείων.

74. Εναλλακτική δυνατότητα αποτελεί η χρησιμοποίηση πρόσφατης πολυετούς περιόδου αναφοράς επιτρέποντας εν συνεχεία στους φορείς εκμετάλλευσης να επιλέξουν ένα αρχικό έτος κατά το οποίο είχαν υψηλότερες εκπομπές. Τα δεδομένα για τις εκπομπές από ένα από τα έτη κατά την πρόσφατη περίοδο στη συνέχεια θα αντικαθίστανται από τα δεδομένα από το αρχικό αυτό έτος. Τοιουτοτρόπως αυξάνονται οι μέσες ετήσιες εκπομπές επί των οποίων βασίζεται η ποσόστωση. Σύμφωνα με τους προαναφερόμενους περιορισμούς, κάθε κράτος μέλος το οποίο επιθυμεί να υποκαταστήσει τοιουτοτρόπως δεδομένα πρέπει να εξακριβώνει κατά πόσον η παρατηρούμενη διαφορά στα επίπεδα εκπομπής με την πάροδο του χρόνου δεν οφειλόταν απλώς και μόνο στη τήρηση εκ μέρους των μονάδων των προβλεπόμενων από τη νομοθεσία απαιτήσεων.

Η κατανομή των ποσοστώσεων σε επίπεδο μονάδων σε δύο γύρους

75. Μετά από τον καθορισμό των συνολικών ποσοτήτων που καλύπτουν τα δικαιώματα εκπομπής, ένα μέρος των διαθέσιμων ποσοστώσεων αποθεματοποιείται. Οι ποσοστώσεις που έχουν κατακρατηθεί θα χρησιμοποιούνται σε ένα δεύτερο γύρο, μετά την αρχική κατανομή σε όλες τις μονάδες ώστε να επιβραβεύονται επιπλέον οι εγκαταστάσεις των οποίων οι φορείς εκμετάλλευσης έχουν αναλάβει προληπτική δράση. Οι φορείς εκμετάλλευσης θα πρέπει να υποβάλλουν προς τούτο αιτήσεις ώστε να λαμβάνονται υπόψη κατά το δεύτερο γύρο και υποχρεούνται να καταδείξουν ότι τα μέτρα που προτείνουν ως αποδείξεις για την εκ μέρους τους ανάληψη προληπτικής δράσης ανταποκρίνονται σε ήδη καθιερωμένο ορισμό για την προληπτική δράση. Κάθε κράτος μέλος καλείται να αναφέρει στο εθνικό σχέδιο κατανομής τον κατάλογο των μέτρων που αναγνωρίζονται ως προληπτική δράση, διευκρινίζοντας για τις αντίστοιχες μονάδες ποια μέτρα θεωρήθηκαν μέτρα προληπτικής δράσης καθώς και τον αντίστοιχο αριθμό καταλογισθεισών ποσοστώσεων.

Η χρήση των δεικτών αναφοράς

76. Κάθε κράτος μέλος ενδέχεται να αντιμετωπίζει την προληπτική δράση χρησιμοποιώντας δείκτες συγκριτικής αξιολόγησης που να προκύπτουν από τα κείμενα αναφοράς σχετικά με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές. Οι εν λόγω δείκτες αναφοράς αντιμετωπίζουν την προκαταληπτική δράση επειδή συνεπάγονται ότι στις εγκαταστάσεις οι οποίες είναι αποδοτικότερες ως προς τον άνθρακα αποδίδονται μεγαλύτερες ποσοστώσεις από ό,τι στις εγκαταστάσεις που είναι χαμηλότερης αποδοτικότητας ως προς τον άνθρακα, ενώ αυτό δεν συμβαίνει απαραίτητα με τη μέθοδο που βασίζει την κατανομή των δικαιωμάτων εκπομπής στην περίοδο αναφοράς.

77. Σε αντίθεση με το κριτήριο (3), στο οποίο οι δείκτες αναφοράς (μέσες εκπομπές ανά προϊόν συνυπολογίζοντας την επιτεύξιμη πρόοδο) μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό των ποσοτήτων που καλύπτουν οι αντίστοιχες ποσοστώσεις ανά δραστηριότητα, βάσει του παρόντος κριτηρίου οι δείκτες αναφοράς χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό των ποσοτήτων που καλύπτουν τα αντίστοιχα δικαιώματα εκπομπής ανά μονάδα.

78. Για να εφαρμοστεί η προσέγγιση που βασίζεται στους δείκτες αναφοράς, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει καταρχήν να κατατάξει σε ομογενείς ομάδες τις επιμέρους μονάδες και στη συνέχεια να εφαρμόσει δείκτη αναφοράς για έκαστη των εν λόγω ομάδων. Οι μονάδες που κατατάσσονται στην ίδια κατηγορία θα πρέπει να είναι επαρκώς ομογενείς όσον αφορά τα χαρακτηριστικά των εισερχόμενων υλικών ή των παραγόμενων προϊόντων, ώστε να είναι εφικτή η χρήση του ιδίου τύπου δεικτών αναφοράς. Εάν η συγκριτική αξιολόγηση χρησιμοποιείται για να καθορισθούν οι ποσοστώσεις που κατανέμονται ανά μονάδα που φέρει εις πέρας ενεργειακές δραστηριότητες, η Επιτροπή συνιστά οι μονάδες να ομαδοποιούνται ανάλογα με τα καύσιμα που χρησιμοποιούν και να χρησιμοποιούνται χωριστοί δείκτες αναφοράς βάσει των εισερχόμενων υλικών. Στο εθνικό σχέδιο κατανομής θα πρέπει να εξηγείται βάσει ποιων κριτηρίων επιχειρήθηκε η ομαδοποίηση των μονάδων καθώς και οι αντιστοίχως επιλεχθέντες δείκτες αναφοράς (βλέπε κριτήριο (3)).

79. Για να καθορισθούν οι ποσοστώσεις που κατανέμονται σε μια εγκατάσταση, ο δείκτης αναφοράς θα πρέπει να πολλαπλασιάζεται με μία τιμή παραγωγής. Κάθε κράτος μέλος οφείλει να αναφέρει στο εθνικό σχέδιο κατανομής τις τιμές παραγωγής που ισχύουν και να παραθέτει τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι οι εν λόγω τιμές είναι ενδεδειγμένες. Κάθε κράτος μέλος μπορεί να χρησιμοποιεί τα πλέον πρόσφατα και ενημερωμένα δεδομένα παραγωγής ή προβλέψεις για την περίοδο εμπορίας, που θα πρέπει να αιτιολογούνται δεόντως στο εθνικό σχέδιο κατανομής.

80. Λόγω του ότι η απόφαση σχετικά με την κατανομή των ποσοστώσεων λαμβάνεται ως εκ φύσεως εκ των προτέρων σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 1 κανένα κράτος μέλος δεν έχει το δικαίωμα να βασίζει την κατανομή των ποσοστώσεων σε μία μονάδα, στα σύγχρονα δεδομένα παραγωγής για την περίοδο εμπορίας, ήγουν σε δεδομένα τα οποία δεν ήταν γνωστά κατά το χρόνο εκπόνησης του εθνικού σχεδίου κατανομής αλλά είναι γνωστά κατά την περίοδο εμπορίας.

81. Η εφαρμογή προσέγγισης η οποία βασίζεται στους δείκτες αναφοράς δεν θα πρέπει να οδηγεί στην κατανομή στις μονάδες που ασχολούνται με συγκεκριμένη δραστηριότητα μεγαλύτερων δικαιωμάτων εκπομπής από τα προβλεπόμενα ανά δραστηριότητα σύμφωνα με το κριτήριο 3. Κάθε κράτος μέλος οφείλει να εξακριβώνει κατά πόσον οι μονάδες των οποίων οι εκπομπές είναι χαμηλότερες από το δείκτη αναφοράς δεν έχουν επιτύχει το συγκεκριμένο επίπεδο εκπομπών, συνεπεία της εφαρμογής απλώς και μόνο των απαιτήσεων της νομοθεσίας.

82. Εναλλακτικά, κάθε κράτος μέλος δύναται να χρησιμοποιεί δείκτες αναφοράς με απλοποιημένο τρόπο για να αντιμετωπίζει την προκαταληπτική δράση. Εάν ένα κράτος μέλος ορίζει την κατανομή ποσοστώσεων σε επίπεδο μονάδων βάσει αρχικής περιόδου αναφοράς, μπορεί να χρησιμοποιεί δείκτες αναφοράς με στόχο τον καθορισμό και την εφαρμογή διορθωτικού συντελεστή για τις εγκαταστάσεις στην εξίσωση που βασίζεται στην περίοδο αναφοράς. Τοιουτοτρόπως η κατανομή ποσοστώσεων στις μονάδες που έχουν καλύτερες επιδόσεις από το μέσο όρο αυξάνει, ενώ η κατανομή δικαιωμάτων εκπομπής στις εγκαταστάσεις με επιδόσεις χαμηλότερες του μέσου όρου μειώνεται. Ανάλογες διορθώσεις θα πρέπει να έχουν ως αποτέλεσμα η τελική εκκαθάριση να ισούται με μηδέν για όλες τις εμπλεκόμενες μονάδες.

Εφόσον ένα κράτος μέλος εφαρμόζει το κριτήριο, αυτό θα πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τον καθορισμό της ποσότητας που καλύπτουν τα κατανεμόμενα δικαιώματα εκπομπής στις επιμέρους εγκαταστάσεις. Κανένα κράτος μέλος δεν θα πρέπει να θεωρεί προληπτική δράση μέτρα τα οποία ελήφθησαν για να επιτευχθεί η συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις του νόμου.

Εάν χρησιμοποιηθούν δείκτες αναφοράς για τον καθορισμό των κατανεμόμενων δικαιωμάτων εκπομπής ανά μονάδα σε ό,τι αφορά τις ενεργειακές δραστηριότητες, η Επιτροπή συνιστά να ταξινομούνται οι μονάδες ανά καύσιμο και να χρησιμοποιούνται χωριστοί δείκτες αναφοράς βάσει των χρησιμοποιούμενων αρχικών υλικών.

2.1.8. Κριτήριο (8) - Καθαρή τεχνολογία

Το σχέδιο πρέπει να περιέχει πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι καθαρές τεχνολογίες, συμπεριλαμβανομένων των τεχνολογιών αποδοτικής αξιοποίησης της ενέργειας.

2.1.8.1. Εισαγωγή

83. Το κριτήριο επιτρέπει σε έκαστο κράτος μέλος να λαμβάνει υπόψη τις καθαρές τεχνολογίες κατά τον καθορισμό της κατανομής των δικαιωμάτων εκπομπής, δίχως εντούτοις να ορίζει τις καθαρές τεχνολογίες.

84. Ενώ η εμπορία των εκπομπών προάγει και ενισχύει την εφαρμογή τεχνολογιών που συνεπάγονται περιορισμένη κατανάλωση άνθρακα, το κριτήριο αυτό σχετίζεται με τα κριτήρια που αφορούν το δυναμικό και την προληπτική δράση. Εν συνεχεία το κείμενο αναφέρεται στις εν λόγω σχέσεις.

2.1.8.2. Ανάλυση

85. Το κριτήριο (8) είναι προαιρετικό και θα πρέπει, αν εφαρμοσθεί, να χρησιμοποιείται για τον ποσοτικό προσδιορισμό των δικαιωμάτων εκπομπής που κατανέμονται σε επίπεδο μονάδων.

86. Τα κράτη μέλη καλούνται να παράσχουν πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή του κριτηρίου (8). Ως εκ τούτου το κριτήριο θεωρείται ότι τηρήθηκε εφόσον το κράτος μέλος αναφέρει ότι δεν υφίστανται ειδικές διατάξεις με στόχο να ληφθούν υπόψη οι καθαρές τεχνολογίες, συμπεριλαμβανομένων και των τεχνολογιών για την αποτελεσματική αξιοποίηση της ενέργειας.

87. Το κριτήριο (8) μπορεί να θεωρηθεί ως προέκταση του κριτηρίου (3) σε επίπεδο μονάδων. Μία μονάδα που χρησιμοποιεί καθαρή τεχνολογία ή τεχνολογία αποτελεσματικής αξιοποίησης της ενέργειας έχει μικρότερες δυνατότητες μείωσης των εκπομπών με τεχνολογικά μέσα από ό,τι κάποια ανάλογη μονάδα που δεν χρησιμοποιεί αντίστοιχη τεχνολογία. Ως εκ τούτου η χρήση καθαρών τεχνολογιών ή τεχνολογιών αποτελεσματικής αξιοποίησης της ενέργειας δεν θα πρέπει να ενισχύεται με βάση το κριτήριο αυτό ως προς εγκαταστάσεις που σχετίζονται με δραστηριότητα η οποία έχει σχετικά χαμηλές δυνατότητες μείωσης των εκπομπών με τεχνολογικά μέσα. Οι περιορισμένες τεχνολογικές δυνατότητες μείωσης των εκπομπών αναλόγων εγκαταστάσεων θα πρέπει να καλύπτονται ήδη με την εφαρμογή του κριτηρίου (3).

88. Επιπλέον, υφίσταται σχέση συνάφειας μεταξύ του κριτηρίου (7) για την προληπτική δράση και του κριτηρίου (8), δεδομένου ότι κάθε προληπτική δράση αποτελεί συνήθως χαρακτηριστικό παράδειγμα επενδύσεων σε καθαρή τεχνολογία ή τεχνολογία αποτελεσματικής αξιοποίησης της ενέργειας. Η Επιτροπή συνιστά έκαστο κράτος μέρος να μην εφαρμόζει τα δύο κριτήρια (7) και (8) στην ίδια εγκατάσταση, εφόσον δεν αποδεικνύεται ότι η προληπτική δράση αποτελούσε επένδυση σε καθαρή τεχνολογία ή τεχνολογία αποτελεσματικής αξιοποίησης της ενέργειας.

89. Επιπλέον, η χρήση καθαρών τεχνολογιών, συμπεριλαμβανομένων των τεχνολογιών αποτελεσματικής αξιοποίησης της ενέργειας, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη βάσει τους ως άνω κριτηρίου αποκλειστικά και μόνο για τις εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούσαν ανάλογες τεχνολογίες πριν από τη δημοσίευση του εθνικού σχεδίου κατανομής και την κοινοποίησή του στην Επιτροπή. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι το εν λόγω κριτήριο δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται για τις καθαρές τεχνολογίες που δεν επηρεάζουν τις εκπομπές που καλύπτονται από την οδηγία.

90. Η Επιτροπή θεωρεί καθαρές τεχνολογίες ή τεχνολογίες αποτελεσματικής αξιοποίησης της ενέργειας τις τεχνολογίες που έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση των άμεσων εκπομπών των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου και καλύπτονται από την οδηγία ως προς τις εναλλακτικές τεχνολογίες που θα μπορούσαν εναλλακτικά να έχουν χρησιμοποιηθεί από την εκάστοτε μονάδα. Κατά τον καθορισμό της διαφοράς των επιπέδων εκπομπής μεταξύ άμεσων εκπομπών από τη συνδυασμένη παραγωγή θερμικής και ηλεκτρικής ενέργειας αφενός και των εναλλακτικών τεχνολογικών λύσεων αφετέρου, οι τελευταίες μπορεί να αποτελούνται από επιτόπια χωριστή παραγωγή ηλεκτρικής και θερμικής ενέργειας.

91. Ως προς την παραγωγή ενέργειας, η Επιτροπή δέχεται ως καθαρές τεχνολογίες ή τεχνολογίες αποτελεσματικής αξιοποίησης της ενέργειας εκείνες για τις οποίες έχουν εγκριθεί κρατικές ενισχύσεις βάσει του κοινοτικού πλαισίου κρατικών ενισχύσεων υπέρ της προστασίας του περιβάλλοντος. Ο κάτωθι κατάλογος δεν θεωρείται εξαντλητικός:

- Συνδυασμένη παραγωγή θερμικής και ηλεκτρικής ενέργειας υψηλής απόδοσης. Τα κράτη μέλη δύνανται να εφαρμόσουν τους εθνικούς ορισμούς για την συμπαραγωγή «υψηλής απόδοσης», εφόσον δεν έχει εγκριθεί ανάλογος ορισμός στο κοινοτικό δίκαιο.

- Περιφερειακή θέρμανση εκτός από την υψηλής απόδοσης συνδυασμένη παραγωγή θερμικής και ηλεκτρικής ενέργειας.

92. Σε ό,τι αφορά άλλες βιομηχανικές τεχνολογίες εκτός από την παραγωγή ενέργειας, έκαστο κράτος μέλος καλείται να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους θεωρεί κάποια συγκεκριμένη τεχνολογία ως καθαρή ή αποδοτική ενεργειακά. Ελάχιστη απαίτηση αποτελεί η τεχνολογία να συνιστά «βέλτιστη διαθέσιμη τεχνική» ως ορίζεται στην οδηγία του Συμβουλίου 96/61/ΕΚ της 24ης Σεπτεμβρίου 1996 σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης καθώς και να χρησιμοποιείτο από τη μονάδα κατά την ημερομηνία υποβολής του εθνικού σχεδίου κατανομής. Ωστόσο, δεδομένου ότι ως «βέλτιστη» διαθέσιμη τεχνική ορίζεται η τεχνική που είναι η «πλέον αποτελεσματική για την επίτευξη υψηλού γενικού επιπέδου προστασίας του περιβάλλοντος συνολικά» θα πρέπει επιπλέον να αποδεικνύεται ότι η τεχνική είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική όσον αφορά τον περιορισμό των εκπομπών των καλυπτόμενων αερίων του θερμοκηπίου.

93. Όταν καυσαέρια κάποιας παραγωγικής διαδικασίας χρησιμοποιούνται ως καύσιμα από άλλο φορέα εκμετάλλευσης, η κατανομή των ποσοστώσεων μεταξύ των δύο εγκαταστάσεων επαφίεται στο κράτος μέλος. Προς τούτο έκαστο κράτος μέλος μπορεί να επιλέξει να αποδώσει δικαιώματα εκπομπής στον φορέα εκμετάλλευσης της μονάδας που μεταφέρει τα καυσαέρια, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό συμβαίνει βάσει προκαθορισμένου κριτηρίου, συμβατού προς τα υφιστάμενα κριτήρια του παραρτήματος ΙΙΙ, και τη συνθήκη. Η παρούσα παράγραφος ισχύει ανεξαρτήτως του κατά πόσον το κράτος μέλος επιλέγει να εφαρμόσει το κριτήριο 7 ή το κριτήριο 8 σύμφωνα με την παράγραφο 108.

Εάν ένα κράτος μέλος λαμβάνει υπόψη την καθαρή τεχνολογία, συμπεριλαμβανομένων των τεχνολογιών αποδοτικής αξιοποίησης της ενέργειας, θα πρέπει να εφαρμόζει το κριτήριο (7) ή το κριτήριο (8) αλλά όχι και τα δύο ταυτόχρονα.

2.1.9. Κριτήριο (9) - Συμμετοχή του κοινού

Το σχέδιο θα περιλαμβάνει διατάξεις για διατύπωση σχολίων εκ μέρους του κοινού και πληροφορίες σχετικά με τις προβλεπόμενες ρυθμίσεις ώστε να λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα ως άνω σχόλια πριν την απόφαση για την κατανομή των ποσοστώσεων.

2.1.9.1. Ανάλυση

94. Το εν λόγω κριτήριο είναι υποχρεωτικού χαρακτήρα.

95. Κάθε κράτος μέλος θεωρείται ότι εφάρμοσε το κριτήριο (9), εφόσον περιγράφει στο εθνικό σχέδιο κατανομής τον τρόπο με τον οποίο διέθεσε το σχέδιο στο κοινό για σχολιασμό, και τον τρόπο με τον οποίο προβλέπει να λαμβάνονται υπόψη τα τυχόν υποβαλλόμενα σχόλια. Το σχέδιο θα πρέπει να διατεθεί κατά τρόπο που να επιτρέψει στο κοινό να το σχολιάζει ουσιαστικά και σε αρχικό στάδιο. Αυτό σημαίνει ότι το κοινό ενημερώνεται, είτε με δημόσιες ανακοινώσεις είτε με άλλα ενδεδειγμένα μέσα όπως τα ηλεκτρονικά, σχετικά με το σχέδιο, συμπεριλαμβανομένου του κειμένου του διαθέτοντας παράλληλα κάθε άλλη σχετική πληροφορία, συμπεριλαμβανομένων μεταξύ άλλων των στοιχείων σχετικά με την αρμόδια αρχή στην οποία πρέπει να υποβληθούν αντίστοιχα σχόλια ή ερωτήσεις.

96. Κάθε κράτος μέλος οφείλει να προβλέπει εύλογο χρονοδιάγραμμα για την υποβολή σχολίων και να συντονίζει τις αντιστοίχως προβλεπόμενες προθεσμίες για την υποβολή σχολίων εκ μέρους του κοινού με την εθνική διαδικασία λήψης αποφάσεων, ώστε να λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα σχόλια πριν από την οριστική απόφαση για το εθνικό σχέδιο κατανομής. Εν προκειμένω θα πρέπει να θεωρείται ότι τα σχόλια «λαμβάνονται δεόντως υπόψη» εφόσον θεωρηθούν σημαντικά βάσει των κριτηρίων του παραρτήματος ΙΙΙ ή οιωνδήποτε άλλων αντικειμενικών και διαφανών κριτηρίων εφαρμόζει το κράτος μέλος στο εθνικό σχέδιο κατανομής. Κάθε κράτος μέλος οφείλει να ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με την πρόθεσή του να επιφέρει τροποποιήσεις στο εθνικό σχέδιο κατανομής συνεπεία της συμμετοχής του κοινού κατόπιν της δημοσίευσης και κοινοποίησης του εν λόγω σχεδίου και πριν να ληφθεί τελική απόφαση δυνάμει του άρθρου 11. Επιβάλλεται να προβλέπεται η αναδραστική ενημέρωση, με ενιαία μορφή, του κοινού σχετικά με την απόφαση που έχει ληφθεί και τα κύρια σημεία του σκεπτικού επί του οποίου βασίζεται.

97. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η δυνατότητα διατύπωσης σχολίων εκ μέρους του κοινού με θέμα το εθνικό σχέδιο κατανομής που προβλέπει το παρόν κριτήριο αποτελεί δεύτερο γύρο δημόσιας διαβούλευσης. Σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 της οδηγίας, τα σχόλια τα οποία προκύπτουν από τον πρώτο γύρο της διαβούλευσης με το κοινό βάσει της υποβαλλόμενης πρότασης για το αντίστοιχο σχέδιο θα πρέπει, εφόσον θεωρούνται εύστοχα, να έχουν ήδη ενσωματωθεί στο εθνικό σχέδιο κατανομής πριν από την κοινοποίησή του στην Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη. Για να θεωρηθεί ουσιαστική η συνολική συμμετοχή του κοινού (σε επίπεδο διαβούλευσης και αξιοποίησης των σχολίων), είναι ιδιαίτερα σημαντικό να έχει πραγματοποιηθεί ο πρώτος γύρος της δημόσιας διαβούλευσης. Οι κανόνες που περιγράφονται σχετικά με το κριτήριο αυτό θα πρέπει επίσης να ισχύουν κατά τον πρώτο γύρο των διαβουλεύσεων.

Κάθε κράτος μέλος οφείλει να ενημερώνει την Επιτροπή εφόσον προτίθεται να τροποποιήσει το εθνικό σχέδιο κατανομής μετά από τη δημοσίευση και την κοινοποίησή του, πριν να λάβει την αντίστοιχη τελική απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 11.

2.1.10. Κριτήριο (10) - Κατάλογος μονάδων

Το σχέδιο περιλαμβάνει κατάλογο των μονάδων που καλύπτονται από την οδηγία και τις ποσότητες των δικαιωμάτων εκπομπής που υπάρχει πρόθεση να κατανεμηθούν σε έκαστη εξ αυτών.

2.1.10.1. Εισαγωγή

98. Το κριτήριο αφορά τη διαφάνεια του εθνικού σχεδίου κατανομής. Συνεπάγεται τη ρητή αναφορά των ποσοτήτων που καλύπτουν τα αντίστοιχα δικαιώματα εκπομπής ανά εγκατάσταση και ως εκ τούτου καθιστά εμφανείς τις ποσότητες αυτές στο ευρύ κοινό, όταν το σχέδιο υποβάλλεται στην Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.

2.1.10.2. Ανάλυση

99. Το κριτήριο θεωρείται ότι τηρήθηκε εφόσον κάποιο κράτος μέλος ανταποκρίθηκε στην υποχρέωσή του για σύνταξη καταλόγου των εγκαταστάσεων που καλύπτει η οδηγία. Εν προκειμένω περιλαμβάνονται οι εγκαταστάσεις που προσωρινά αποκλείσθηκαν κατά την πρώτη περίοδο σύμφωνα με το άρθρο 27 και οι εγκαταστάσεις που μπορεί να περιληφθούν μονομερώς σε οιαδήποτε περίοδο σύμφωνα με το άρθρο 24.

100. Όπως αναφέρθηκε στο κριτήριο (5) οι εγκαταστάσεις καύσης με ονομαστική θερμική ισχύ μεγαλύτερη των 20 MW απαντούν σε πολλούς τομείς. Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει κατά συνέπεια να αναφέρει την κύρια δραστηριότητα που εκτελείται στην έδρα της μονάδας καύσης, π.χ. «χάρτης» για τις εγκαταστάσεις καύσης που συνιστούν τμήμα της όλης διαδικασίας παραγωγής χάρτη. Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να ταξινομεί τις εγκαταστάσεις ανά κύρια δραστηριότητα και να παρέχει επιμέρους συνολικές εκτιμήσεις για τα δεδομένα σε επίπεδο δραστηριότητας.

101. Κάθε κράτος μέλος οφείλει να αναφέρει τη συνολική ποσότητα των ποσοστώσεων που προτίθεται να κατανείμει σε έκαστη εγκατάσταση διευκρινίζοντας παράλληλα την ποσότητα που προβλέπεται για κάθε χρόνο και κάθε εγκατάσταση σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 4.

102. Το άρθρο 11, παράγραφος 4 συνεπάγεται υποχρεωτική εκχώρηση μεριδίου της συνολικής ποσότητας σε έκαστη εγκατάσταση κάθε χρόνο. Ως εκ τούτου ένα κράτος μέλος μπορεί να εκχωρήσει μεγάλο ποσοστό των δικαιωμάτων εκπομπής κατά το πρώτο έτος ή τα πρώτα έτη μίας περιόδου και να εκχωρήσει μικρό μόνο μερίδιο για τα υπόλοιπα έτη. Εναλλακτικά, ένα κράτος μέλος μπορεί να εκχωρήσει περιορισμένο ποσοστό των δικαιωμάτων εκπομπής κατά το πρώτο έτος ή τα πρώτα έτη μίας περιόδου και να εκχωρήσει μεγάλο μερίδιο για τα επόμενα έτη της περιόδου. Ανάλογες προσεγγίσεις, ιδιαίτερα εάν υιοθετηθούν από πολλά κράτη μέλη, ενδέχεται να οδηγήσουν σε χαμηλή ρευστότητα στην αγορά κατά τα αρχικά έτη με αποτέλεσμα να μην μπορέσει η αγορά να προσφέρει επαρκώς έντονο σήμα ως προς τις τιμές. Ανάλογο σήμα θα είναι καθοριστικής σημασίας όσον αφορά την αγορά των ποσοστώσεων, δεδομένου ότι επιδρά προσανατολιστικά στους φορείς εκμετάλλευσης των καλυπτόμενων εγκαταστάσεων ως προς το κατά πόσον θα πρέπει να προτιμήσουν να εφαρμόσουν επιτόπια μέτρα ή να αποκτήσουν δικαιώματα εκπομπής. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή συστήνει να ανακοινώνονται κάθε χρόνο οι προβλεπόμενες σχετικές αναλογίες.

103. Επιπλέον, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει καταρχήν να εκχωρεί σε όλους τους φορείς εκμετάλλευσης που περιλαμβάνονται στο σχέδιο ισοδύναμα, αλλά όχι απαραίτητα ίσα, ετήσια μερίδια ώστε να αποφεύγονται τυχόν αρνητικές διακρίσεις (βλέπε κριτήριο 5)).

Η Επιτροπή συστήνει έκαστο κράτος μέλος να εκχωρεί ετησίως μερίδιο το οποίο να μην αποκλίνει ουσιαστικά από ίσες αναλογίες κατά τη διάρκεια της περιόδου.

2.1.11. Κριτήριο (11) - Ανταγωνισμός εκτός της Ένωσης

Το σχέδιο μπορεί να περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο λαμβάνεται υπόψη η ύπαρξη ανταγωνισμού από χώρες ή φορείς εκτός της Ένωσης.

2.1.11.1. Εισαγωγή

104. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει κατ' επανάληψη επιβεβαιώσει ότι προτίθεται να τηρήσει τη δέσμευση που έχει αναλάβει σε ό,τι αφορά τους στόχους του Κυότο. Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Ένωση, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβώνας το Μάρτιο του 2000, όρισε ως στρατηγικό της στόχο ότι θα επιδιώξει να καταστεί η πλέον ανταγωνιστική και δυναμική οικονομία με βάση τη γνώση ανά την υφήλιο, ικανή για αειφόρο οικονομική ανάπτυξη με περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας και μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή. Η εμπορία των δικαιωμάτων εκπομπής αποτελεί μέσο αποτελεσματικής αξιοποίησης των δαπανών, που επιτρέπει να διατηρηθεί χαμηλό το κόστος της συμβολής των βιομηχανικών δραστηριοτήτων που καλύπτει η οδηγία στην τήρηση των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η Κοινότητα όσον αφορά την αλλαγή του κλίματος. Η εφαρμογή του Πρωτοκόλλου του Κυότο θα δώσει στις εταιρείες της Ευρωπαϊκής Ένωσης την ευκαιρία να έχουν το προβάδισμα σε ό,τι αφορά τη σταδιακή μετάβαση προς μία παγκόσμια οικονομία με περιορισμένη χρήση του άνθρακα, δεδομένου ότι η αποτελεσματική αξιοποίηση του άνθρακα θα αποτελέσει ενδεχομένως μελλοντικά σημαντική πηγή ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων που θα είναι κατά πάσα πιθανότητα εξίσου καθοριστικά προς τα πλεονεκτήματα που προσφέρει η παραγωγικότητα του ανθρώπινου δυναμικού ή του κεφαλαίου σήμερα. Βραχυπρόθεσμα ανάλογες δεσμεύσεις ενδεχομένως συνεπάγονται κλιμάκωση του κόστους για ορισμένες εταιρείες και τομείς.

2.1.11.2. Ανάλυση

105. Το κριτήριο (11) είναι προαιρετικό και θα πρέπει να χρησιμοποιείται αποκλειστικά και μόνο εφόσον θεωρείται σκόπιμο κατά τον ποσοτικό προσδιορισμό των δικαιωμάτων εκπομπής ανά δραστηριότητα, δεδομένου ότι οι τυχόν επιπτώσεις στον ανταγωνισμό από χώρες ή φορείς εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναμένεται να επηρεάσουν όλες τις μονάδες που ασχολούνται με τη συγκεκριμένη δραστηριότητα.

106. Κάθε κράτος μέλος δεν θα πρέπει να προσφεύγει στη χρήση του ως άνω κριτηρίου απλώς και μόνο λόγω της ύπαρξης ανταγωνισμού εκτός Ένωσης. Η Επιτροπή θεωρεί ότι το κριτήριο είναι εφαρμόσιμο αποκλειστικά και μόνο στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι καλυπτόμενες εγκαταστάσεις συγκεκριμένης δραστηριότητας θα κινδύνευαν να καταστούν πολύ λιγότερο ανταγωνιστικές, άμεσα και πρωτίστως συνεπεία κάποιας μείζονος διαφοράς μεταξύ των πολιτικών που ασκούνται για το κλίμα στην ΕΕ και τις τρίτες χώρες. Κατά την αξιολόγηση τυχόν αναλόγων διαφορών ως προς την πολιτική για το κλίμα, κάθε κράτος μέλος οφείλει να λαμβάνει υπόψη τυχόν μέτρα στα οποία υπόκεινται ενδεχομένως οι ανταγωνιστές εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των εθελοντικών πρωτοβουλιών, των τεχνικών ρυθμίσεων, των φόρων και της εμπορίας των εκπομπών και να μην αποφαίνεται αποκλειστικά και μόνο βάσει του κατά πόσον η εκάστοτε χώρα έχει αναλάβει ποσοτικοποιημένες δεσμεύσεις ως προς τις εκπομπές και έχει επικυρώσει το Πρωτόκολλο του Κυότο.

107. Κανένα κράτος μέλος δεν πρέπει να λαμβάνει υπόψη την ύπαρξη ανταγωνισμού εκτός της Ένωσης κατά τρόπο που να βελτιώνει την ανταγωνιστική θέση των μονάδων που ασχολούνται με κάποια δραστηριότητα έναντι των ανταγωνιστών τους εκτός Ένωσης και συγκριτικά προς την ανταγωνιστική θέση που θα είχαν εάν δεν υφίστατο το σύστημα εμπορίας των εκπομπών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιβάλλεται να σημειωθεί ότι η εσφαλμένη εφαρμογή του εν λόγω κριτηρίου μπορεί να αποτελεί ενίσχυση των εξαγωγών, η οποία δεν συνάδει προς τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

108. Εάν ένα κράτος μέλος θεωρεί απαραίτητο να λάβει υπόψη τον ανταγωνισμό εκτός της Ένωσης, θα πρέπει επίσης να εξετάσει το ενδεχόμενο εφαρμογής άλλων εναλλακτικές λύσεις πέραν του εθνικού σχεδίου κατανομής.

109. Κάθε κράτος μέλος οφείλει να έχει υπόψη, κατά τη χρήση του εν λόγω κριτηρίου στις επιμέρους δραστηριότητες, ότι εφόσον εφαρμόζεται σε επίπεδο δραστηριοτήτων το υποχρεωτικό κριτήριο (3), οι μονάδες που ασχολούνται με δραστηριότητες σχετικά με πολλές δυνατότητες μείωσης των εκπομπών πρέπει να εξακολουθήσουν να λαμβάνουν μικρότερο μερίδιο των ποσοστώσεων των εκπομπών, εν συγκρίσει προς τις εγκαταστάσεις που φέρουν εις πέρας δραστηριότητες με σχετικά περιορισμένες δυνατότητες μείωσης των εκπομπών.

110. Η ύπαρξη του ανταγωνισμού θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στο εθνικό σχέδιο κατανομής αποκλειστικά και μόνο με την τροποποίηση της ποσότητας που καλύπτουν τα αντίστοιχα δικαιώματα εκπομπής ανά δραστηριότητα δίχως να μεταβάλλεται η συνολικώς υπολογιζόμενη ποσότητα των εν λόγω ποσοστώσεων εκπομπής σύμφωνα με τα κριτήρια (1) έως (5).

Σε περίπτωση που πρέπει να ληφθεί υπόψη ο ανταγωνισμός εκτός της Ένωσης στο εθνικό σχέδιο κατανομής, το κριτήριο εφαρμόζεται αποκλειστικά και μόνο κατά τον ποσοτικό προσδιορισμό των δικαιωμάτων εκπομπής σε επίπεδο δραστηριότητας, δίχως να μεταβάλλεται η συνολική ποσότητα των εν λόγω ποσοστώσεων.

Εάν ένα κράτος μέλος θεωρεί απαραίτητο να λάβει υπόψη τον ανταγωνισμό εκτός της Ένωσης, θα πρέπει επίσης να εξετάζει το ενδεχόμενο αξιοποίησης και άλλων εναλλακτικών λύσεων εκτός του εθνικού σχεδίου κατανομής.

3. Κατευθυνσεις για τις περιστασεις υπό τις οποιες αποδεικνυεται η υπαρξη ανωτερας βιασ

Άρθρο 29

1. Για την περίοδο που αναφέρεται στο άρθρο 11, παράγραφος 1, τα κράτη μέλη δύνανται να υποβάλουν αίτηση στην Επιτροπή για εκχώρηση επιπλέον ποσοστώσεων υπέρ ορισμένων εγκαταστάσεων σε περιπτώσεις ανωτέρας βίας. Η Επιτροπή αποφασίζει κατά πόσον έχει αποδειχθεί η ύπαρξη ανωτέρας βίας, και σε ανάλογη περίπτωση επιτρέπει την εκχώρηση επιπλέον και μη μεταφερόμενων δικαιωμάτων εκπομπής από το συγκεκριμένο κράτος μέλος στους φορείς εκμετάλλευσης των εν λόγω μονάδων.

2. Η Επιτροπή, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της Συνθήκης, καλείται να αναπτύξει κατευθύνσεις που να περιγράφουν τις περιστάσεις υπό τις οποίες αποδεικνύεται η ύπαρξη ανωτέρας βίας, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2003 το αργότερο.

111. Καταρχήν, οι αποφάσεις σχετικά με την κατανομή των δικαιωμάτων εκπομπής λαμβάνονται από τα κράτη μέλη πριν από την έναρξη της αντίστοιχης περιόδου εμπορίας, αποφεύγοντας τοιουτοτρόπως την πρόκληση αβεβαιότητας στην αγορά των ποσοστώσεων. Σχετική διάταξη προβλέπει την περιορισμένη εκχώρηση επιπλέον μη μεταφερόμενων δικαιωμάτων εκπομπής σε εξαιρετικές και απρόβλεπτες περιστάσεις κατά την πρώτη περίοδο της εφαρμογής του κοινοτικού συστήματος.

112. Το άρθρο 29 αποτελεί παρέκκλιση από τη γενική αρχή της Επιτροπής σχετικά με το συγκεκριμένο κοινοτικό σύστημα, δεδομένου ότι δυνάμει αυτού τα κράτη μέλη κατανέμουν τις ποσοστώσεις πριν από την έναρξη της αντίστοιχης περιόδου εμπορίας. Οι αιτήσεις για δικαιώματα εκπομπής που να δικαιολογούνται από την ύπαρξη ανωτέρας βίας μπορούν κατά συνέπεια να προκαλέσουν αβεβαιότητα στην αγορά ποσοστώσεων και σε περίπτωση έγκρισής τους, να συνεπάγονται πλεονέκτημα για ορισμένες εταιρείες, επηρεάζοντας το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών. Το άρθρο 29 κατά συνέπεια θεσπίζεται υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της Συνθήκης, και η Επιτροπή θα εξετάζει προσεκτικά την αιτιολόγηση και τις πιθανές επιπτώσεις οιασδήποτε αίτησης για ανάλογα δικαιώματα εκπομπής.

113. Οι εταιρείες μπορεί να ασφαλιστούν για την αντιμετώπιση ποικίλων κινδύνων που ενδεχομένως οδηγούν σε αύξηση των εκπομπών, αλλά υπό φυσιολογικές συνθήκες, οι ασφαλιστικές συμβάσεις δεν καλύπτουν τις περιπτώσεις ανωτέρας βίας. Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι περιστάσεις που μπορεί να αποτελέσουν αντικείμενο ασφαλιστικής σύμβασης είναι αδύνατο να θεωρηθούν περιπτώσεις ανωτέρας βίας.

114. Ως εκ φύσεως οι περιστάσεις ανωτέρας βίας είναι δύσκολο να προβλεφθούν. Η Επιτροπή θεωρεί ότι πρόκειται για εξαιρετικές και απρόσμενες περιστάσεις, οι οποίες συνεπάγονται ουσιαστική αύξηση των ετήσιων άμεσων εκπομπών των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου και καλύπτονται από την οδηγία 2003/87/ΕΚ σε μία μονάδα, και που δεν μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί ακόμη και αν είχαν ληφθεί όλα τα απαραίτητα μέτρα. Οι αντίστοιχες περιστάσεις θα πρέπει να είναι πέρα από τον έλεγχο του φορέα εκμετάλλευσης της αντίστοιχης μονάδας και του κράτους μέλους που υποβάλλει την αίτηση στην Επιτροπή βάσει του άρθρου 29 της οδηγίας για τη μονάδα του συγκεκριμένου φορέα εκμετάλλευσης.

115. Οι περιστάσεις που η Επιτροπή μπορεί να θεωρήσει ως περίπτωση ανωτέρας βίας περιλαμβάνουν κυρίως φυσικές καταστροφές, πολέμους, απειλές πολέμου, τρομοκρατικές ενέργειες, ταραχές, δολιοφθορές ή πράξεις βανδαλισμού.

116. Επιβάλλεται να αποδεικνύεται η ύπαρξη ανωτέρας βίας σε επίπεδο μονάδας και κατά περίπτωση.

117. Κάθε αίτηση βάσει του άρθρου 29 της οδηγίας επιβάλλεται να περιλαμβάνει, την εκάστοτε μονάδα, τους βέλτιστους υπολογισμούς του κράτους μέλους σχετικά με την αύξηση των εκπομπών λόγω των περιστάσεων που υποστηρίζεται ότι οφείλονται σε ανωτέρα βία και σε τεκμηρίωση των εν λόγω υπολογισμών.

118. Κάθε κράτος μέλος οφείλει να υποβάλει αίτηση βάσει του άρθρου 29 στην Επιτροπή ως τις 31 Ιανουαρίου του έτους που έπεται του έτους της περιόδου εμπορίας κατά το οποίο υποστηρίζεται ότι διαπιστώνονται περιστάσεις που αποδεικνύουν την ύπαρξη ανωτέρας βίας.

***

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κοινο δελτιο για το εθνικο σχεδιο κατανομης των εκπομπων 2005-2007

1. Καθορισμος της συνολικης ποσοτητας των δικαιωματων εκπομπης

Τι υποχρέωση περιορισμού ή μείωσης των εκπομπών έχει το κράτος μέλος δυνάμει της απόφασης 2002/358/ΕΚ ή βάσει του Πρωτοκόλλου του Κυότο (κατά περίπτωση);

Ποιες αρχές, υποθέσεις εργασίας και δεδομένα έχουν χρησιμοποιηθεί για να αποδειχθεί η συνεισφορά των επιμέρους εγκαταστάσεων που καλύπτει η οδηγία για την εμπορία των εκπομπών στην υποχρέωση περιορισμού ή μείωσης των εκπομπών του κράτους μέλους (συνολικές και τομεακές ιστορικές εκπομπές, συνολικές και τομεακές προβλέψεις εκπομπών, προσέγγιση ελαχίστου κόστους); Εάν χρησιμοποιούνται προβλέψεις εκπομπών, παρακαλείσθε να περιγράψετε τη μεθοδολογία και τις εικασίες επί των οποίων βασίστηκαν οι προβλέψεις.

Ποια είναι η συνολική ποσότητα των προς κατανομή ποσοστώσεων (δωρεάν ή με δημοπρασία), και ποια είναι η αναλογία επί του συνόλου των εκπομπών που τα εν λόγω δικαιώματα εκπομπής αντιπροσωπεύουν συγκριτικά με τις εκπομπές από πηγές που δεν καλύπτονται από την οδηγία για την εμπορία των εκπομπών; Αποκλίνει η αναλογία αυτή από τη σημερινή αναλογία των εκπομπών από τις καλυπτόμενες μονάδες; Εάν ναι, παρακαλείσθε να παραθέσετε τους λόγους για τους οποίους παρατηρείται ανάλογη απόκλιση βάσει ενός ή περισσοτέρων κριτηρίων του παραρτήματος ΙΙΙ της οδηγίας και/ή ενός ή περισσοτέρων άλλων αντικειμενικών και διαφανών κριτηρίων.

Τι πολιτικές και μέτρα θα εφαρμοστούν στις πηγές που δεν καλύπτονται από την οδηγία για την εμπορία των εκπομπών; Θα χρησιμοποιηθούν οι ευέλικτοι μηχανισμοί του Πρωτοκόλλου του Κυότο; Εάν ναι, σε ποιο βαθμό και ποια μέτρα έχουν ήδη ληφθεί (π.χ. προώθηση της αντίστοιχης νομοθεσίας, πρόβλεψη δημοσιονομικών πόρων);

Με ποιο τρόπο ελήφθη υπόψη η εθνική ενεργειακή πολιτική κατά τη διαμόρφωση της συνολικής ποσότητας των προς κατανομή δικαιωμάτων εκπομπής; Με ποιο τρόπο εξασφαλίζεται ότι η συνολική ποσότητα των ποσοστώσεων που θα πρέπει να κατανεμηθούν συμβαδίζει με την πορεία για την επίτευξη ή και την υπερεκπλήρωση του αντιστοίχου στόχου που έχει θεσπιστεί για το κράτος μέλος βάσει της οδηγίας 2002/358/ΕΚ ή δυνάμει του Πρωτοκόλλου του Κυότο (κατά περίπτωση);

Πώς εξασφαλίζεται ότι η συνολική ποσότητα των δικαιωμάτων εκπομπής που θα πρέπει να κατανεμηθούν δεν υπερβαίνει την απαιτούμενη για την αυστηρή εφαρμογή των κριτηρίων του παραρτήματος ΙΙΙ; Πώς εξασφαλίζεται η συνέπεια προς την αξιολόγηση των πραγματικών και των προβλεπόμενων εκπομπών σύμφωνα με την απόφαση 93/389/ΕΟΚ;

Παρακαλείσθε να εξηγήσετε στο τμήμα 4.1 κατωτέρω πώς ελήφθη υπόψη το δυναμικό μείωσης των εκπομπών για συγκεκριμένες δραστηριότητες, συμπεριλαμβανόμενων των τεχνολογικών δυνατοτήτων, κατά τον ποσοτικό προσδιορισμό των δικαιωμάτων εκπομπής.

Παρακαλείσθε να αναφέρετε στο τμήμα 5.3 κατωτέρω τα κοινοτικά νομοθετικά και πολιτικά μέσα που ελήφθησαν υπόψη κατά τον συνολικό ποσοτικό προσδιορισμό των δικαιωμάτων εκπομπής και να αναφέρετε ποια εξ αυτών ελήφθησαν υπόψη και με ποιον τρόπο.

Εάν το κράτος μέλος προτίθεται να δημοπρατήσει τα δικαιώματα εκπομπής, παρακαλείσθε να διευκρινίσετε ποιο ποσοστό της συνολικής ποσότητας των δικαιωμάτων εκπομπής θα δημοπρατηθεί και πώς θα εκτελεσθεί η εν λόγω δημοπρασία.

2. Ποσοτικος προσδιορισμοσ των δικαιωματων εκπομπησ σε επιπεδο δραστηριοτητας (κατα περιπτωση)

Έχει καθορισθεί η κατανομή των ποσοστώσεων σε επίπεδο δραστηριότητας; Έχει η ίδια μεθοδολογία χρησιμοποιηθεί για όλες τις δραστηριότητες; Εάν όχι, εξηγείστε γιατί θεωρήθηκε αναγκαίο να διαφοροποιηθεί η αντιμετώπιση των επιμέρους δραστηριοτήτων, πώς επιχειρήθηκε η διαφοροποίηση αυτή, λεπτομερώς, και για ποιον λόγο θεωρείτε ότι δεν ευνοούνται αδικαιολόγητα τοιουτοτρόπως ορισμένες επιχειρήσεις ή δραστηριότητες στο κράτος μέλος.

Εάν το δυναμικό, συμπεριλαμβανόμενου του τεχνολογικού δυναμικού, των δραστηριοτήτων για τη μείωση εκπομπών ελήφθη υπόψη στο εν λόγω επίπεδο, παρακαλείσθε να το αναφέρετε στο σημείο αυτό και να παραθέσετε τις σχετικές λεπτομέρειες στο τμήμα 4.1 κατωτέρω.

Εάν έχουν ληφθεί υπόψη νομοθετικά και πολιτικά μέσα κοινοτικού χαρακτήρα κατά τον καθορισμό επιμέρους ποσοτήτων ανά δραστηριότητα, παρακαλείσθε να συντάξετε κατάλογο στο τμήμα 5.3 και να αναφέρετε ποια εξ αυτών ελήφθησαν υπόψη και πώς.

Εάν ελήφθη υπόψη η ύπαρξη ανταγωνισμού από χώρες ή φορείς εκτός της ´Ένωσης, παρακαλείσθε να εξηγήσετε πως συνέβη αυτό.

3. Ποσοτικος προσδιορισμος των δικαιωματων εκπομπης σε επιπεδο μοναδας

4. (+ Παραρτημα I)

Με ποια μεθοδολογία προσδιορίστηκαν οι ποσοστώσεις σας σε επίπεδο μονάδας; Χρησιμοποιήθηκε η ίδια μεθοδολογία για όλες τις μονάδες; Εάν όχι παρακαλείσθε να εξηγήσετε γιατί θεωρήθηκε αναγκαία η διαφοροποίηση μεταξύ μονάδων που ασχολούνται με την ίδια δραστηριότητας, πώς πραγματοποιήθηκε η διαφοροποίηση ανά μονάδα, (λεπτομερώς) και για ποιο λόγο θεωρήθηκε ότι τοιουτοτρόπως δεν ευνοούνται αδικαιολόγητα ορισμένες επιχειρήσεις στο κράτος μέλος.

Εφόσον χρησιμοποιήθηκαν ιστορικά δεδομένα για τις εκπομπές, παρακαλείσθε να διευκρινίσετε κατά πόσον προσδιορίστηκαν σύμφωνα με τις κατευθύνσεις που έχει διατυπώσει ή χαράξει η Επιτροπή όσον αφορά την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σύμφωνα με το άρθρο 14 της οδηγίας ή οιαδήποτε άλλη δέσμη καθιερωμένων κατευθυντήριων γραμμών και/ή κατά πόσον αποτέλεσαν αντικείμενο ανεξάρτητες διακρίβωσης.

Εάν ελήφθη υπόψη η προκαταληπτική δράση ή οι καθαρές τεχνολογίες στο επίπεδο αυτό, παρακαλείσθε να το αναφέρετε στο σημείο από και να παραθέσετε λεπτομέρειες στα τμήματα 4.2 και/ή 4.3 κατωτέρω.

Εάν το κράτος μέλος προτίθεται να περιλάβει μονομερώς εγκαταστάσεις που ασχολούνται με τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο παράρτημα Ι κάτω από τα όρια δυναμικότητας που περιλαμβάνει το εν λόγω παράρτημα, παρακαλείσθε να παραθέσετε τους λόγους και να εξετάσετε, ιδίως, τις επιπτώσεις στην εσωτερική αγορά, τις πιθανές στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και την περιβαλλοντική ακεραιότητα του συστήματος.

Εάν το κράτος μέλος προτίθεται να εξαιρέσει προσωρινά ορισμένες μονάδες από το σύστημα έως τις 31 Δεκεμβρίου 2007 το αργότερο, παρακαλείσθε να εξετάσετε λεπτομερώς πώς θα ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 27, παράγραφος 2, εδάφια α) έως γ) της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

5. Τεχνικα θεματα

5.1. Δυναμικό, συμπεριλαμβανόμενου του τεχνολογικού δυναμικού

Χρησιμοποιήθηκε το κριτήριο (3) για να καθορισθεί αποκλειστικά και μόνο η συνολική ποσότητα που καλύπτουν τα δικαιώματα εκπομπής ή επίσης και για την κατανομή των ποσοστώσεων μεταξύ των δραστηριοτήτων που καλύπτει το σύστημα;

Παρακαλείσθε να περιγράψετε τη μεθοδολογία (συμπεριλαμβανομένων των σημαντικότερων υποθέσεων εργασίας) καθώς και οιεσδήποτε πηγές χρησιμοποιήθηκαν για την αξιολόγηση του δυναμικού μείωσης των εκπομπών των επιμέρους δραστηριοτήτων. Ποια είναι τα επιτευχθέντα αποτελέσματα; Πώς εξασφαλίζεται ότι η συνολική ποσότητα των κατανεμόμενων δικαιωμάτων εκπομπής συμβαδίζει προς το εν λόγω δυναμικό;

Παρακαλείσθε να εξηγήσετε τη μέθοδο ή την εξίσωση/εξισώσεις που χρησιμοποιήθηκε/χρησιμοποιήθηκαν για τον ποσοτικό καθορισμό των δικαιωμάτων εκπομπής που θα πρέπει να κατανεμηθούν σε συνολικό επίπεδο και/ή σε επίπεδο δραστηριότητας λαμβάνοντας δεόντως υπόψη το δυναμικό μείωσης των εκπομπών των δραστηριοτήτων.

Εάν χρησιμοποιήθηκαν δείκτες συγκριτικής αξιολόγησης των επιδόσεων παρακαλείσθε να περιγράψετε με ποια κριτήρια ταξινομήθηκαν οι εγκαταστάσεις για τις οποίες χρησιμοποιήθηκαν δείκτες αναφοράς και για ποιο λόγο οι αντίστοιχοι δείκτες επελέχθησαν. Παρακαλείσθε επίσης να αναφέρετε τις τιμές παραγωγής που ίσχυσαν και να δικαιολογήσετε γιατί θεωρήθηκαν ενδεδειγμένες.

5.2. Προληπτική δράση (κατά περίπτωση)

Εάν έχει ληφθεί υπόψη η ανάληψη προληπτικής δράσης κατά την κατανομή των δικαιωμάτων εκπομπής στις επιμέρους μονάδες, περιγράψτε με ποιον τρόπο αντιμετωπίσθηκε. Να παρατεθεί κατάλογος και να επεξηγηθούν αρκετά λεπτομερώς τα θεωρηθέντα ως μέτρα ανάληψης προληπτικής δράσης και τα κριτήρια που χρησιμοποιήθηκαν για το χαρακτηρισμό τους. Να καταδειχθεί ότι οι υπό εξέτασιν επνεδύσεις/δράσεις οδήγησαν σε μείωση των καλυπτόμενων εκπομπών ακόμη περισσότερο από όσο αναμενόταν με βάση τις κείμενες νομοθετικές διατάξεις σε κοινοτικό ή εθνικό επίπεδο κατά το χρόνο ανάληψης της δράσης.

Εάν χρησιμοποιήθηκαν συντελεστές αναφοράς, να περιγραφεί βάσει ποίων κριτηρίων επιχειρήθηκε η ταξινόμηση των επιχειρήσεων στις ομάδες που αξιολογήθηκαν συγκριτικά βάσει των ως άνω συντελεστών και γιατί επιλέχθηκαν οι εν λόγω συντελεστές. Παρακαλείσθε επίσης να αναφέρετε τις τιμές τελικής παραγωγής που χρησιμοποιήθηκαν δικαιολογώντας παράλληλα γιατί θεωρήθηκαν ενδεδειγμένες.

5.3. Καθαρές τεχνολογίες (κατά περίπτωση)

Πώς ελήφθη υπόψη στη διαδικασία κατανομής των δικαιωμάτων εκπομπής το θέμα των καθαρών τεχνολογιών, συμπεριλαμβανομένων των τεχνολογιών αποτελεσματικής αξιοποίησης της ενέργειας;

Εάν σε κάποιο βαθμό ελήφθη υπόψη κάποια καθαρή τεχνολογία περί ποίας καθαρής τεχνολογίας πρόκειται και βάσει ποίου σκεπτικού θεωρήθηκε ότι ανταποκρίνεται στον αντίστοιχο ορισμό; Μήπως κάποιες από τις τεχνολογίες παραγωγής ενέργειας που θα έπρεπε να λαμβάνονται υπόψη αποτέλεσαν αντικείμενο εγκεκριμένης κρατικής ενίσχυσης για την προστασία του περιβάλλοντος σε κάποια από τα κράτη μέλη; Παρακαλείσθε να αναφέρετε κατά πόσον ορισμένες από τις βιομηχανικές τεχνολογίες για τις οποίες εξετάζεται το ενδεχόμενο να ληφθούν υπόψη, μπορούν να θεωρηθούν ως «βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές» σύμφωνα με τον ορισμό της οδηγίας του Συμβουλίου 96/61/ΕΚ και εξηγήστε με ποιον τρόπο θεωρήθηκαν ιδιαίτερα αποδοτικές όσον αφορά τον περιορισμό των καλυπτόμενων αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου.

6. Κοινοτική νομοθεσία και πολιτική

6.1. Πολιτική ανταγωνισμού (άρθρο 81-82 και 87-88 της Συνθήκης)

Εάν η αρμόδια αρχή έχει λάβει αίτηση εκ μέρους φορέων εκμετάλλευσης που επιθυμούν να δημιουργήσουν ένα απόθεμα και εφόσον προτίθεται να επιτρέψει τη δημιουργία ανάλογου αποθέματος, παρακαλείται να επισυνάψει αντίγραφο της εν λόγω αίτησης στο εθνικό σχέδιο κατανομής. Τι ποσοστό της συνολικής κατανομής αντιπροσωπεύει το εν λόγω απόθεμα; Τι ποσοστό της κατανομής στον αντίστοιχο τομέα αντιπροσωπεύει το απόθεμα;

6.2. Η πολιτική για την εσωτερική αγορά - Νεοεισερχόμενοι (άρθρο 43 της Συνθήκης)

Πώς καθίστανται δυνατό για τους νεοεισερχόμενους να συμμετάσχουν στο σύστημα εμπορίας εκπομπών της Ευρωπαϊκής Ένωσης;

Σε περίπτωση που θα υπάρξει απόθεμα για τους νεοεισερχόμενους, πώς καθορίζεται η συνολική ποσότητα των δικαιωμάτων εκπομπής που θα κατακρατηθούν και σε ποια βάση προσδιορίζεται η ποσότητα που αντιστοιχεί στα δικαιώματα εκπομπής για κάθε νεοεισερχόμενο; Πώς εφαρμόζεται η αντίστοιχη εξίσωση στους νεοεισερχόμενους συγκριτικά προς τη μέθοδο εφαρμογής του σχετικού μαθηματικού τύπου που ισχύει για τους ήδη υφιστάμενους φορείς στον τομέα της αντίστοιχης δραστηριότητας; Παρακαλείσθε επίσης να εξηγήσετε τι θα συμβεί στο υπόλοιπο των ποσοστώσεων που παραμένουν ακόμη στο απόθεμα στο τέλος της περιόδου εμπορίας. Τι θα ισχύει σε περίπτωση που η ζήτηση για ποσοστώσεις από το απόθεμα υπερβαίνει τη διαθέσιμη ποσότητα;

Διατίθενται ήδη πληροφορίες σχετικά με τον αναμενόμενο αριθμό νεοεισερχομένων (βάσει των αιτήσεων αγοράς γης, αδειών κατασκευής, άλλων περιβαλλοντικών αδειών κλπ.); Έχουν χορηγηθεί νέες ή ανανεωθεί άδειες για τις εκπομπές αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου σε φορείς εκμετάλλευσης των οποίων οι μονάδες τελούν υπό κατασκευή; Ποιος προτίθεται να αρχίσει ανάλογες δραστηριότητες κατά την περίοδο 2005-2007;

6.3. Άλλα νομοθετικά και πολιτικά μέσα

Παρακαλείσθε να συντάξετε κατάλογο άλλων νομοθετικών και πολιτικών μέσων της Κοινότητας που ελήφθησαν υπόψη κατά τη διαμόρφωση του εθνικού σχεδίου κατανομής και να εξηγήσετε με ποιον τρόπο έκαστο εξ αυτών επηρέασε τις προθέσεις κατανομής και για ποιες δραστηριότητες.

Θεωρήθηκε ότι κάποια νέα νομοθετική πράξη της Κοινότητας συνεπάγεται αναπόφευκτη μείωση ή αύξηση των εκπομπών; Εάν ναι, παρακαλείσθε να εξηγήσετε γιατί η εν λόγω μεταβολή των εκπομπών θεωρείται αναπόφευκτη, και τον τρόπο με τον οποίο αυτό ελήφθη υπόψη.

7. Δημοσια διαβουλευση

Πώς διατέθηκε στο κοινό για σχολιασμό το συγκεκριμένο εθνικό σχέδιο κατανομής;

Με ποιον τρόπο προβλέπει το κράτος μέλος να λάβει δεόντως υπόψη τυχόν σχόλια τα οποία θα υποβληθούν πριν από τη λήψη της απόφασης για την κατανομή των ποσοστώσεων;

Εάν έχουν ήδη ληφθεί σχόλια εκ μέρους του κοινού κατά τον πρώτο γύρο των διαβουλεύσεων, τα οποία επηρέασαν σημαντικά το εθνικό σχέδιο κατανομής, το κράτος μέλος θα όφειλε να συνοψίσει τα σχόλια αυτά και να εξηγήσει πώς ελήφθησαν υπόψη.

8. Κριτηρια εκτος των αναφερομενων στο παραρτημα ΙΙΙ της οδηγιασ

Εφαρμόστηκαν και άλλα κριτήρια εκτός των όσων αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ της οδηγίας για τη διαμόρφωση του κοινοποιημένου εθνικού σχεδίου κατανομής; Εάν ναι, παρακαλείσθε να διευκρινίσετε ποια ήταν αυτά και τον τρόπο με τον οποίο εφαρμόστηκαν.

Παρακαλείσθε επίσης να αιτιολογήσετε γιατί τα κριτήρια αυτά θεωρήθηκαν αντικειμενικά.

9. Παραρτημα I - Κατάλογος των μονάδων

Παρακαλείσθε να υποβάλλετε πίνακα με τα εξής στοιχεία:

- Ταυτότητα (π.χ. ονομασία, διεύθυνση) μονάδας

- Ονομασία του φορέα εκμετάλλευσης κάθε μονάδας

- Τον αριθμό της άδειας εκπομπής αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου

- Τον αποκλειστικό κωδικό ταυτοποίησης (από το EPER - Ευρωπαϊκό Μητρώο Ρυπογόνων Εκπομπών) της μονάδας

- Την κύρια δραστηριότητα και, κατά περίπτωση, άλλες δραστηριότητες που αναπτύσσονται στη μονάδα

- Συνολική ποσότητα που καλύπτουν τα δικαιώματα εκπομπής τα οποία θα κατανεμηθούν για την περίοδο και, ετήσια ανάλυση για έκαστη μονάδα

- Κατά πόσον η μονάδα έχει περιληφθεί μονομερώς ή έχει αποκλεισθεί προσωρινά και κατά πόσον αποτελεί μέρος αποθέματος

- Ετήσια δεδομένα ανά μονάδα, συμπεριλαμβανόμενων των συντελεστών εκπομπής εφόσον έγινε χρήση δεδομένων εκπομπής, που χρησιμοποιήθηκαν στο μαθηματικό τύπο ή τους μαθηματικούς τύπους κατανομής

- Υποσύνολο ανά δραστηριότητα των χρησιμοποιηθέντων δεδομένων και αριθμός των κατανεμηθεισών ποσοστώσεων.