52003AE1406

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα "Απολογισμός των εμπειριών που συνέλεξε η ΕΟΚΕ προκειμένου να αξιολογήσει τον οικονομικό και κοινωνικό αντίκτυπο και την επίδραση επί της απασχόλησης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που διεξάγονται στην Ένωση"

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 032 της 05/02/2004 σ. 0103 - 0113


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα "Απολογισμός των εμπειριών που συνέλεξε η ΕΟΚΕ προκειμένου να αξιολογήσει τον οικονομικό και κοινωνικό αντίκτυπο και την επίδραση επί της απασχόλησης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που διεξάγονται στην Ένωση"

(2004/C 32/23)

Στις 27 Μαρτίου 2002, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφάσισε να ζητήσει γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με το ανωτέρω θέμα.

Το ειδικευμένο τμήμα "Οικονομική και νομισματική ένωση, οικονομική και κοινωνική συνοχή", στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 16 Οκτωβρίου 2003, με βάση εισηγητική έκθεση του κ. Vever.

Κατά την 403η σύνοδο ολομέλειας της 29ης και 30ής Οκτωβρίου 2003 (συνεδρίαση της 30ής Οκτωβρίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 74 ψήφους υπέρ, 27 κατά και 26 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

Στις 27 Μαρτίου 2003, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο απηύθυνε στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αίτηση αξιολόγησης του οικονομικού και κοινωνικού αντίκτυπου και της επίδρασης επί της απασχόλησης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που διεξάγονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ΕΟΚΕ κάλεσε τους ομολόγους της και κοινωνικοοικονομικούς εταίρους των διαφόρων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης να συμβάλουν στην αξιολόγηση αυτήν. Η εν λόγω συμμετοχή περιελάμβανε, συγκεκριμένα - εν όψει της παρούσας γνωμοδότησης και της αίτησης γνωμοδότησης της Επιτροπής σχετικά με τη στρατηγική της Λισαβόνας - τη διοργάνωση από την ΕΟΚΕ διάσκεψης στις Βρυξέλλες, στις 8-10 Οκτωβρίου 2003 ("Η συμβολή της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών στη διαδικασία της Λισαβόνας: για μια πιο συμμετοχική Ευρωπαϊκή Ένωση"). Οι προβληματισμοί που αναπτύχθηκαν οδηγούν την ΕΟΚΕ στην υποβολή των ακόλουθων παρατηρήσεων.

1. Περίληψη

1.1. Η ΕΟΚΕ επιβεβαιώνει για μία ακόμη φορά την υποστήριξή της προς τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που έχουν δρομολογηθεί στις χώρες της ΕΕ, κυρίως μετά από την εντολή της Λισαβόνας, με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης και την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του ευρωπαϊκού προτύπου οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης. Υπενθυμίζει, επίσης, ότι ο στόχος που έχει τεθεί είναι απαιτητικός: δεν αφορά απλά τη βελτίωση σε σχέση με το παρελθόν, αλλά κυρίως την υπεροχή σε σύγκριση με ό,τι γίνεται αλλού. Η ΕΟΚΕ, όμως, ανησυχεί για την αυξανόμενη καθυστέρηση όσον αφορά την επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί για τις εν λόγω μεταρρυθμίσεις, τις καθυστερήσεις της εφαρμογής πολλών εξ αυτών, και την επιδεινούμενη υποβάθμιση της ανάπτυξης και της απασχόλησης στην Ευρώπη. Εάν δεν επιτευχθεί ανάκαμψη, η στρατηγική αυτή των μεταρρυθμίσεων κινδυνεύει να καταλήξει σε "φούσκα", με πληθώρα στόχων, εννοιών και συμμετεχόντων κρατών, αλλά και εξίσου σημαντικά ελλείμματα ως προς τη συνυπευθυνότητα, την εφαρμογή και την επίδραση.

1.2. Η ΕΟΚΕ τονίζει, κατά πρώτο λόγο, ότι είναι αναγκαίο να ριζωθεί καλύτερα στη συνείδηση των Ευρωπαίων η εμπιστοσύνη στην εντολή της Λισαβόνας, καθώς και να διαψευσθούν οι επιφυλάξεις ως προς την πραγματική της σημασία και ως προς το κοινωνικό της κόστος: θα ήταν σκόπιμο να διευκρινιστεί σαφέστερα ότι έχουμε το δικαίωμα να φιλοδοξούμε από κοινού να είμαστε οι πρώτοι που θα επωφεληθούμε από τη μεγαλύτερη αγορά του κόσμου, καθώς και ότι από τις μεταρρυθμίσεις που έχουν προγραμματιστεί εξαρτάται το μέλλον του ευρωπαϊκού τρόπου ανάπτυξης μέσα σε μια ανοιχτή οικονομία.

1.3. Η ΕΟΚΕ εκφράζει σοβαρές ανησυχίες για την απουσία, επί του παρόντος, μιας πραγματικής προοπτικής ανάπτυξης για τους Ευρωπαίους, πράγμα που δυσχεραίνει ιδιαίτερα την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, καθώς τροφοδοτεί τις ανησυχίες και καθιστά επισφαλή την κοινωνική συνοχή. Υποστηρίζει ότι είναι αναγκαία μια ευρωπαϊκή πρωτοβουλία ανάπτυξης, η οποία αποτέλεσε αντικείμενο διαφόρων συγκλινουσών προτάσεων (βλέπε Ιταλική Προεδρία του Συμβουλίου, Επιτροπή, έκθεση Sapir, γαλλο-γερμανική δήλωση) και εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 16ης και 17ης Οκτωβρίου 2003. Η ΕΟΚΕ, λοιπόν, συνιστά να προωθηθούν, κυρίως μέσω δανείων και μέσω ευρωπαϊκής κλίμακας εταιρικών σχέσεων δημοσίου-ιδιωτικού τομέα, οι διεθνικές επενδύσεις σε έρευνα και σε υποδομές, οι οποίες αποτελούν προϋπόθεση για το μέλλον μας, χωρίς ωστόσο να χαλαρώσουν οι κανόνες που το σύμφωνο σταθερότητας επιβάλλει στους εθνικούς προϋπολογισμούς.

1.4. Ειδικότερα, η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για την απουσία μιας κοινής οικονομικής πολιτικής που να αντιστοιχεί στη θέσπιση του ευρώ. Το ζήτημα αυτό πρέπει πλέον να επιλυθεί, χωρίς άλλες καθυστερήσεις, μεταξύ άλλων και με την έναρξη μιας προσέγγισης και απλούστευσης των φορολογικών διατάξεων σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Η ενσωμάτωση των κατευθυντήριων γραμμών για την απασχόληση και των γενικών προσανατολισμών της οικονομικής πολιτικής, σε ένα πλαίσιο ενός αποτελεσματικότερου "μίγματος πολιτικής", θα συνιστούσε επίσης ένα χρήσιμο βήμα προς την κατεύθυνση μιας καλύτερης οικονομικής και κοινωνικής διαχείρισης σε ευρωπαϊκή κλίμακα.

1.5. Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει ότι η ενιαία αγορά, την στιγμή ακριβώς κατά την οποία διευρύνεται, απέχει ακόμη πολύ από την ολοκλήρωσή της: θα πρέπει να ενισχυθεί η ιδιαίτερη ταυτότητά της, η συνοχή της και η ασφάλειά της, κυρίως μέσω της πρόβλεψης διεθνικών κοινοτικών επιθεωρήσεων, μιας κοινής διαχείρισης των εξωτερικών τελωνείων, ενός ευρωπαϊκού καθεστώτος με πρόσβαση για τις ΜΜΕ, καθώς και της εμφάνισης, σε τομείς όπου αυτό δικαιολογείται, ευρωπαϊκής κλίμακας υπηρεσιών κοινής ωφελείας. Εξακολουθεί να είναι αναγκαία η ανάπτυξη νέων πρωτοβουλιών για την εξασφάλιση της καλύτερης ποιότητας και της πραγματικής απλούστευσης της νομοθεσίας στην Ευρώπη (επίταση των αναλύσεων επίδρασης, για τις οποίες η ΕΟΚΕ είναι πρόθυμη να παράσχει τη συμβολή της, αύξηση των κοινωνικοεπαγγελματικών αυτορρυθμίσεων).

1.6. Η ΕΟΚΕ ανησυχεί επίσης για τις καθυστερήσεις που παρουσιάζει η Ένωση στον τομέα της έρευνας, ενώ ο στόχος ανταγωνιστικότητας της Λισαβόνας στηρίζεται στα πλεονεκτήματα της οικονομίας της γνώσης. Ειδικότερα, θα πρέπει να αναβαθμιστούν οι δημοσιονομικοί πόροι του προγράμματος-πλαίσιο για την έρευνα, ώστε να μπορεί να φτάσει ένα πραγματικό κατώφλι αποτελεσματικότητας, ενώ παράλληλα θα πρέπει το πρόγραμμα αυτό να επικεντρωθεί περισσότερο στα αμιγώς ευρωπαϊκά τεχνολογικά προγράμματα. Η αυξημένη σύγκλιση των πολιτικών άμυνας στα πλαίσια της κοινής εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής, που θα περιλαμβάνει το πιο ουσιαστικό αμοιβαίο άνοιγμα των αντίστοιχων δημοσίων συμβάσεων, θα συνέβαλε ευρέως στη στήριξη της ευρωπαϊκής τεχνολογικής καινοτομίας.

1.7. Η ΕΟΚΕ τονίζει την αμοιβαία επίδραση των διαφόρων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, ενώ, παράλληλα, επισημαίνει τη μεγάλη διαφοροποίηση ως προς την πρόοδο της εφαρμογής τους από τη μία χώρα στην άλλη, στους διάφορους τομείς: άνοιγμα των αγορών, πρόσβαση στις χρηματοδοτήσεις, ισορροπία των δημοσίων δαπανών, ενθάρρυνση της καινοτομίας, προσαρμογή της αγοράς εργασίας, εκσυγχρονισμός της κοινωνικής προστασίας, προώθηση της εκπαίδευσης και της κατάρτισης, απλούστευση της νομοθεσίας, εδραίωση της βιώσιμης ανάπτυξης. Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει επίσης ότι οι μεταρρυθμίσεις έχουν προοδεύσει γενικά καλύτερα στα κράτη που τήρησαν τους κανόνες του συμφώνου σταθερότητας, παρά στα υπόλοιπα. Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι χρειάζονται πιο ακριβείς πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση που ισχύει στην κάθε χώρα και προτείνει να εισαχθεί στην ιστοθέση Εuropa βάση δεδομένων όπου θα αναδεικνύονται οι βέλτιστες πρακτικές σχετικά με τις μεταρρυθμίσεις της στρατηγικής της Λισαβόνας.

1.8. Η ΕΟΚΕ τονίζει τον κεντρικό ρόλο που καλούνται να διαδραματίσουν οι φορείς της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών προκειμένου να εξασφαλίσουν την επιτυχία των μεταρρυθμίσεων και εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι το προφανές αυτό δεδομένο, που αναφέρεται ρητά στην εντολή της Λισαβόνας, δεν τονίζεται ακόμη επαρκώς σε όλα τα κράτη μέλη. Η προετοιμασία των Εαρινών Συνόδων θα έπρεπε να αποτελεί αντικείμενο συστηματικών εθνικών συζητήσεων με τους οικονομικούς κύκλους, τους κοινωνικούς εταίρους και τους λοιπούς φορείς της κοινωνίας των πολιτών. Οι πρωτοβουλίες τους θα έπρεπε να ενθαρρύνονται περισσότερο και να προβάλλονται στις ετήσιες εκθέσεις των κρατών και της Επιτροπής, καθώς και στη βάση δεδομένων που συνιστά η ΕΟΚΕ να καταρτιστεί σχετικά με τις βέλτιστες πρακτικές εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων της Λισαβόνας. Η ΕΟΚΕ, από την πλευρά της, προτίθεται να συμβάλει άμεσα στη βελτίωση αυτή της ενημέρωσης.

1.9. Η ΕΟΚΕ καταλήγει ότι είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί ότι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις αφενός θα υποστηρίζονται από την επαναδραστηριοποίηση της οικονομικής ανάκαμψης, μέσω της ολοκλήρωσης της ενιαίας αγοράς και της ανάπτυξης διευρωπαϊκών επενδύσεων, και αφετέρου θα συζητιούνται καλύτερα, θα γίνονται καλύτερα κατανοητές και θα κατανέμονται καλύτερα μεταξύ όλων εκείνων που οφείλουν να μοιραστούν τις σχετικές ευθύνες: δεν πρέπει να καθοδηγούνται, απλά, "έμπροσθεν" από τους πολιτικούς ιθύνοντες, αλλά χρειάζεται να υποστηρίζονται και επί τόπου από τους οικονομικούς και κοινωνικούς παράγοντες. Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι από τη βελτιωμένη αυτή συνέργια πολιτικών ιθυνόντων και παραγόντων της κοινωνίας των πολιτών θα εξαρτηθεί η επιτυχία ή αποτυχία των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που διεξάγονται επί του παρόντος στην Ένωση.

2. Οι διαδικασίες διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έχουν δρομολογηθεί στην ΕΕ

2.1. Οι διάφορες διαδικασίες διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων

2.1.1. Ο οικονομικός και κοινωνικός βίος απαιτεί διαρκείς προσαρμογές και μεταρρυθμίσεις. Υπό την πίεση όμως της εξέλιξης της κοινωνίας, των εμπορικών και πολιτιστικών ανταλλαγών, των τεχνολογικών μεταλλαγών, της ευρωπαϊκής οικοδόμησης και της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας, κατά το τελευταίο διάστημα οι μεταρρυθμίσεις αυτές διευρύνθηκαν. Έτσι, κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, δρομολογήθηκαν στην ΕΕ διάφορες "διαδικασίες" διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στον οικονομικό και τον κοινωνικό τομέα και στον τομέα της απασχόλησης, με στόχο την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας, την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης, την ανάκαμψη της απασχόλησης και την εξασφάλιση της βιωσιμότητας της ανάπτυξης και του περιβάλλοντος. Ορισμένες από τις μεταρρυθμίσεις αυτές (βλέπε συνέχιση του ανοίγματος της ενιαίας αγοράς, θέσπιση του ευρώ κ.λπ.) δρομολογήθηκαν κυρίως σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα ως κινητήρια δύναμη. Αντίθετα, άλλες μεταρρυθμίσεις ξεκίνησαν στο ένα ή το άλλο κράτος, σε καθαρά εθνικό επίπεδο, σε συνάρτηση με αυτόνομους πολιτικούς προσανατολισμούς, είτε με πρωτοβουλία των δημοσίων αρχών (βλέπε οικονομική απελευθέρωση που αναπτύχθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο), είτε στα πλαίσια στενών διαβουλεύσεων με τους κοινωνικούς εταίρους (βλέπε οικονομική και κοινωνική συμβατική διαδικασία του Wassenaar που δρομολογήθηκε στις Κάτω Χώρες). Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις επεκτάθηκαν σε όλα τα κράτη μέλη, σε συνάρτηση με προσανατολισμούς που αποφασίστηκαν από κοινού από τα 15 κράτη και ετέθησαν σε εφαρμογή από το κάθε κράτος χωριστά. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές, ενώ εγγράφονται στα πλαίσια κοινών στόχων, με μια ενιαία πλαισίωση που περιλαμβάνει περιοδικές και συγκριτικές αξιολογήσεις, αφήνουν παράλληλα στο κάθε κράτος μέλος μεγάλα περιθώρια ελευθερίας ως προς τις πρωτοβουλίες και την εφαρμογή, ανάλογα με την ποικιλία των εθνικών δεδομένων και περιστάσεων. Έτσι, γύρω από τις μεταρρυθμίσεις αυτές, αναπτύχθηκαν πολλαπλές αλληλεπιδράσεις των διαφόρων επιπέδων αρμοδιότητας και των κρατών μελών.

2.1.2. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, κεντρική διαδικασία οικονομικής μεταρρύθμισης αποτέλεσε, με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ του 1993 και την έλευση του ενιαίου νομίσματος, ο μηχανισμός του συμφώνου σταθερότητας, που συνοδεύεται από την ετήσια υιοθέτηση των κυρίων προσανατολισμών της οικονομικής πολιτικής. Οι 15 συμφώνησαν επίσης, τον Ιούνιο του 1998, στο Κάρντιφ, να θέσουν σε εφαρμογή τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την προσαρμογή στο άνοιγμα των αγορών αγαθών, υπηρεσιών και κεφαλαίων.

2.1.3. Σχετικά με την απασχόληση, η Συνθήκη του Άμστερνταμ του 1997, διευκρινίζοντας ότι το σύμφωνο σταθερότητας περιελάμβανε επίσης και το στόχο της ανάπτυξης - εξ ου και η επίσημη ονομασία του: "Σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης" - συμπλήρωσε την υιοθέτηση των κυρίων οικονομικών προσανατολισμών με την κατάρτιση κατευθυντήριων γραμμών για την απασχόληση, οι οποίες διασαφηνίστηκαν στη συνέχεια με τη διαδικασία του Λουξεμβούργου, το Νοέμβριο του 1997. Στη Διάσκεψη Κορυφής της Κολωνίας, τον Ιούνιο του 1999, καθορίστηκαν επίσης συστάσεις στα πλαίσια ενός ευρωπαϊκού συμφώνου για την απασχόληση.

2.1.4. Στη συνέχεια, με τη στρατηγική της Λισαβόνας που συνήψαν οι 15 το Μάρτιο του 2000, ξεκίνησε μια ευρεία σύνθεση των διαφόρων διαδικασιών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Ορίζοντας το φιλόδοξο στόχο να τοποθετηθεί η Ευρώπη στην πρώτη γραμμή της ανταγωνιστικότητας σε παγκόσμια κλίμακα μέχρι το 2010, στηριζόμενη στα νέα πλεονεκτήματα της οικονομίας της γνώσης, η στρατηγική αυτή οργανώνει μια νέα ώθηση της ενιαίας αγοράς (κυρίως για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, την πνευματική ιδιοκτησία, την απελευθέρωση της ενέργειας και των υποδομών) και ένα σύνολο οικονομικών, κοινωνικών και διοικητικών μεταρρυθμίσεων στα κράτη μέλη (κυρίως για την κατάρτιση, την έρευνα, την αγορά εργασίας, την κοινωνική προστασία, την απλούστευση της διοίκησης). Η στρατηγική αυτή της Λισαβόνας εγγράφεται η ίδια, δέκα χρόνια μετά, στη λογική συνέχεια αφενός του προγράμματος "1992", που είχε δρομολογήσει το 1985 η Επιτροπή "Delors I", με στόχο την ολοκλήρωση, κατά τη χρονολογία αυτήν, της ευρωπαϊκής ενιαίας αγοράς, και αφετέρου της Λευκής Βίβλου για την ανάπτυξη, την απασχόληση και την ανταγωνιστικότητα, που είχε υποβάλει το 1993 η Επιτροπή "Delors II", για την εντατικοποίηση του αντίκτυπου του προγράμματος για την ενιαία αγορά.

2.1.5. Τον Ιούνιο του 2001, στο Γκέτεμποργκ, οι 15 συμπλήρωσαν τον εν λόγω μηχανισμό μεταρρυθμίσεων αποφασίζοντας μια συνολική προσέγγιση ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι απαιτήσεις της βιώσιμης ανάπτυξης στο σύνολο των πολιτικών της ΕΕ.

2.1.6. Τέλος, από το 2003, και βάσει αποφάσεως του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Βαρκελώνης του Μαρτίου του 2002, σχεδιάστηκε από την Επιτροπή ένας ενιαίος κύκλος για τη βελτίωση της αμοιβαίας επίδρασης των διαφόρων αυτών διαδικασιών μεταρρυθμίσεων στον οικονομικό και κοινωνικό τομέα και στην απασχόληση, με επιβεβαίωση του κεντρικού ρόλου που αποδίδεται στην Εαρινή Σύνοδο Κορυφής, αλλά και σε άλλες συναντήσεις, όπως οι λοιπές τριμηνιαίες ευρωπαϊκές Σύνοδοι και οι διάφορες συνθέσεις του Συμβουλίου κατά τη διάρκεια του έτους, με μια προοπτική για την προσαρμογή των μεταρρυθμίσεων αυτών που επεκτάθηκε σε τριετή.

2.2. Οι στόχοι των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων

2.2.1. Ο κύριος στόχος που ορίστηκε για τις μεταρρυθμίσεις είναι η ενίσχυση της οικονομικής ανταγωνιστικότητας μιας Ευρώπης κατά μεγάλο μέρος ανοιχτής στην παγκόσμια αγορά, με παράλληλη εδραίωση αλλά και προσαρμογή του κοινωνικού της προτύπου, που στηρίζεται στον αμοιβαίο διάλογο και σε ένα βάθρο θεμελιωδών κοινωνικών δικαιωμάτων. Η βιωσιμότητα της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης της Ευρώπης μέσα σε έναν κόσμο ταχέως μεταβαλλόμενο, είναι εκείνη που επιβάλλει τις διαρθρωτικές αυτές αλλαγές και που δημιουργεί τις προϋποθέσεις για το μέλλον.

2.2.2. Η αγορά της Ευρώπης αντιμετωπίζει σήμερα τον ανταγωνισμό αφενός των σημαντικών βιομηχανικών εταίρων μας υψηλού τεχνολογικού επιπέδου, κυρίως των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ιαπωνίας, και αφετέρου των νεοεμφανιζόμενων οικονομιών με χαμηλό κόστος παραγωγής. Οι κυριότερες διαρθρωτικές αλλαγές σχετικά με την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας συνδέονται, λοιπόν, με τα εξής:

2.2.2.1. με τις επιταχυνόμενες τεχνολογικές μεταλλαγές, η διάδοση των οποίων είναι παγκόσμια και συνοδεύεται από αυξανόμενη αχρήστευση των παλαιότερων προϊόντων και τεχνικών, από εντατικοποιημένο και διευρυμένο σε παγκόσμια κλίμακα ανταγωνισμό, από σημαντικές μετεγκαταστάσεις σε χώρες με μικρότερο κόστος, πολλές από τις οποίες, εξάλλου, σημειώνουν σταθερή πρόοδο σε θέματα εκπαίδευσης, κατάρτισης και επαγγελματικής και τεχνολογικής ειδίκευσης·

2.2.2.2. με τις εμπορικές διαπραγματεύσεις του ΠΟΕ, οι οποίες απαιτείται να συνεχιστούν, παρά την πρόσφατη αποτυχία της Υπουργικής Διάσκεψης του Κανκούν, το Σεπτέμβριο του 2003, προκειμένου να τεθεί προοδευτικά σε εφαρμογή η ατζέντα της Doha, που περιλαμβάνει ένα ευρύ πρόγραμμα στήριξης της διεθνούς ανάπτυξης και οικονομικής απελευθέρωσης σε παγκόσμια κλίμακα, το οποίο αφορά τόσο τα βιομηχανικά προϊόντα όσο και τις υπηρεσίες και τη γεωργία, με νέους κανόνες για την πλαισίωσή τους ως προς τις πτυχές του ανταγωνισμού, της πνευματικής ιδιοκτησίας, της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος·

2.2.2.3. με τις εξελίξεις των συμπεριφορών στην κοινωνία, κυρίως σε σχέση με την απασχόληση και την αγορά εργασίας, με μια συνέχιση, κατά το πρόσφατο διάστημα, του περιορισμού του ετήσιου χρόνου εργασίας, η διαχείριση του οποίου συχνά είναι πιο ευέλικτη και εξατομικευμένη·

2.2.2.4. με τη γήρανση του πληθυσμού που πλήττει το σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών και που θέτει διάφορα προβλήματα, τόσο σχετικά με την καλύτερη διαχείριση των διαφόρων ηλικιακών ομάδων στην αγορά εργασίας, όσο και σχετικά με το ζήτημα της χρηματοδότησης της κοινωνικής προστασίας.

2.2.3. Ένας σημαντικός στόχος των μεταρρυθμίσεων είναι και η ενίσχυση της συνοχής της ΕΕ γύρω από την ενιαία αγορά της, ένας στόχος που αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία με τη διεύρυνση της ΕΕ σε 25 κράτη το 2004.

2.2.4. Πρέπει, επίσης, να συνοδευτεί η θέσπιση του ευρώ από μια συγκλίνουσα οικονομική πολιτική των κρατών μελών, που να εναρμονίζεται με τα κριτήρια του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης.

2.2.5. Τέλος, θα αναφερθούμε στην ανάγκη εξασφάλισης της βιωσιμότητας της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης της Ευρώπης, όσον αφορά και τη δημοσιονομική ισορροπία, και τη βιωσιμότητα της απασχόλησης - ανταγωνιστικότητα, κατάρτιση, κινητικότητα - τη φερεγγυότητα της κοινωνικής προστασίας - κυρίως για τις συντάξεις και την υγεία - αλλά και την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και την προστασία του περιβάλλοντος.

2.3. Η πρόσληψη των μεταρρυθμίσεων από την κοινή γνώμη

2.3.1. Αναφορικά με τους διάφορους αυτούς στόχους, δημιουργήθηκαν ορισμένα ερωτήματα σε σχέση με το νόημα, την αποτελεσματικότητα, αν όχι και το ίδιο το υλοποιήσιμο των μεταρρυθμίσεων, λόγω της σημαντικής επιβράδυνσης της οικονομικής ανάπτυξης, των χρηματοοικονομικών και χρηματιστηριακών διαταραχών των δύο τελευταίων ετών, της αύξησης της ανεργίας. Ειδικότερα, πολλοί θεωρούν υπεραισιόδοξο τον τόσο φιλόδοξο στόχο που ορίστηκε στη Λισαβόνα, να γίνει, δηλαδή, η Ευρώπη, μέχρι το 2010, η ανταγωνιστικότερη οικονομία στον κόσμο. Ο στόχος αυτός ετέθη το Μάρτιο του 2000, σε μια περίοδο κατά την οποία η ανάπτυξη της Ευρώπης, βοηθούμενη από την εμφάνιση της "νέας οικονομίας", έδειχνε να εξέρχεται επιτέλους από μια κρίση μαρασμού που διήρκεσε ένα τέταρτο του αιώνα και να ξαναβρίσκει, για μια εξίσου μακρά περίοδο ήλπιζαν ορισμένοι, τα υψηλά ετήσια ποσοστά οικονομικής ανάπτυξης, που στην περίπτωση της Ιρλανδίας ξεπέρασαν μάλιστα τους διψήφιους αριθμούς. Όμως, η συγκυριακή αυτή κατάσταση, γρήγορα αντιστράφηκε, καθώς "έσκασε η φούσκα" της τεχνολογίας και του χρηματιστηρίου και αναβίωσαν οι διεθνείς εντάσεις. Εξάλλου, ο στόχος της μέγιστης ανταγωνιστικότητας που ετέθη στη Λισαβόνα, ενδέχεται επίσης να δημιουργήσει φόβους, στο μέτρο που η κοινή γνώμη μπορεί να διαρωτηθεί ποιο θα είναι το τίμημα που θα πρέπει να πληρωθεί για να τον πλησιάσουμε, έναντι των ανταγωνιστών από τις αναπτυσσόμενες χώρες όπου το κόστος των μισθών και των κοινωνικών ασφαλίσεων είναι ασύγκριτα χαμηλότερο, ενώ οι ταχύτερα ανερχόμενες οικονομίες μεταξύ αυτών, όπως η Κίνα, συνδυάζουν τα χαρακτηριστικά αυτά με πρώτης τάξεως παραγωγικότητα, βιομηχανοποίηση, επενδύσεις και τεχνολογίες. Οι αμφιβολίες αυτές δεν πρέπει να υποτιμούνται και θα μπορούσαν μάλιστα, εάν αφεθούν αναπάντητες, να συμβάλουν άμεσα οι ίδιες στο να τεθεί σε κίνδυνο η επιτυχία των διαδικασιών που έχουν δρομολογηθεί.

2.3.2. Από την πλευρά της, η ΕΟΚΕ διατηρεί ακέραιη την εμπιστοσύνη της στους στόχους που ορίστηκαν για τις μεταρρυθμίσεις, περιλαμβανομένου και του στόχου της ανταγωνιστικότητας σε παγκόσμιο επίπεδο που ετέθη στη Λισαβόνα, υπό τον όρο ότι οι στόχοι αυτοί θα εκληφθούν όπως πρέπει. Αυτό που βλέπει η ΕΟΚΕ στο στόχο της Λισαβόνας, είναι κυρίως η σαφώς δεδηλωμένη πολιτική βούληση των 15 να δημιουργήσουν τα μέσα που θα εξασφαλίσουν την ανάπτυξή τους, την απασχόληση, και τη βιωσιμότητα του προτύπου οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης, μέσα από μεταρρυθμίσεις που θα εξασφαλίζουν τη συμβατότητα όλων αυτών με τους αυξανόμενους περιορισμούς που θέτει μια οικονομία ανοιχτή στο διεθνή ανταγωνισμό, και τούτο στηριζόμενοι στα σημαντικότερα πραγματικά ή δυνητικά τους πλεονεκτήματα, κυρίως την εκπαίδευση και την κατάρτιση, το πνεύμα και την ικανότητα καινοτομίας, την από κοινού αξιοποίηση των κυριότερων πόρων τους. Ειδικότερα, είναι απόλυτα δικαιολογημένο και υλοποιήσιμο για την Ευρώπη, για τις επιχειρήσεις της και για τους πολίτες της να φιλοδοξούν να είναι οι πρώτοι που θα ωφεληθούν από τη μεγαλύτερη αγορά του κόσμου - μισό δισεκατομμύριο παραγωγών και καταναλωτών με αγοραστική δύναμη κυμαινόμενη, αλλά συνολικά και συγκριτικά υψηλή - μετά από την ολοκλήρωση και τη βελτίωση της μεγάλης ενοποιημένης και διευρυμένης αγοράς τους. Η διαπίστωση αυτή προσδίδει αξιοπιστία στο στόχο της Λισαβόνας, παρότι οι απαιτήσεις για την επίτευξη του εν λόγω στόχου περιλαμβάνουν πολλές προκλήσεις, κάθε είδους.

2.3.3. Η ΕΟΚΕ δεν υποτιμά την αποφασιστικότητα και την επιμονή που απαιτούνται σήμερα για να εξασφαλιστεί η ουσιαστική εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων. Έχει ήδη σημειωθεί αξιόλογη πρόοδος, αλλά θα πρέπει ακόμη να καταβληθούν σημαντικότατες προσπάθειες προκειμένου να υπάρχει ελπίδα επίτευξης των ταχθέντων στόχων. Και τούτο προϋποθέτει, ειδικότερα, τη βελτίωση των μεθόδων εφαρμογής των εν λόγω μεταρρυθμίσεων.

3. Παρατηρήσεις της ΕΟΚΕ για τις μεθόδους των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων

3.1. Οι κυριότερες πρόοδοι στις μεθόδους των μεταρρυθμίσεων

3.1.1. Η στρατηγική της Λισαβόνας προσέφερε, κατ' αρχάς, στους 15 τον "οδηγό" που μέχρι τότε τους έλειπε. Θέτοντας μια σειρά στόχων που πρέπει να επιτευχθούν έως το 2010 και μια σειρά προθεσμιών για την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων, θεσπίζει ένα λειτουργικό πολυετές χρονοδιάγραμμα για να ενωθούν οι δυνάμεις της Ευρώπης και να οικοδομηθεί από κοινού μια ελκυστική, ανοιχτή και ανταγωνιστική Ευρωπαϊκή Αγορά. Η ετήσια αναθεώρηση της πορείας της στρατηγικής αυτής, κατά τις εαρινές Συνόδους, παρέχει την ευκαιρία απολογισμών και συγκρίσεων, προκειμένου να ενημερώνονται αντιστοίχως οι προτεραιότητες.

3.1.2. Η μέθοδος του ανοιχτού συντονισμού, που επελέγη ευρέως για την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων στα διάφορα κράτη μέλη, αναπτύσσει μια νέα αντίληψη της έννοιας της επικουρικότητας, η οποία δεν αποτελεί πλέον πρόσχημα για τη δημιουργία στεγανών ανάμεσα στις ευρωπαϊκές και τις εθνικές αρμοδιότητες. Η πρόσφορη χρήση της επικουρικότητας πρέπει, αντίθετα, να συμβάλλει στην καθιέρωση χρήσιμων συνδέσμων και γεφυρωμάτων ανάμεσα στο ευρωπαϊκό και το εθνικό επίπεδο - και ενδεχομένως το περιφερειακό και το τοπικό - δικαιολογώντας παράλληλα την αμοιβαία αξιολόγηση των πολιτικών από τους "ομοίους" από τη μία χώρα στην άλλη και ενθαρρύνοντας τη μεταξύ τους διάδοση των βέλτιστων πρακτικών.

3.1.3. Εξάλλου, οι μεταρρυθμίσεις δεν αφορούν αποκλειστικά τις δημόσιες αρχές, είτε αυτές είναι ευρωπαϊκές είτε εθνικές, ή ακόμη και περιφερειακές: ο ιδιωτικός τομέας, οι κοινωνικοί εταίροι και το σύνολο της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών καλούνται, επίσης, να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο, όπως υποδεικνύεται σαφέστατα στην εντολή της Λισαβόνας. Σημειώνεται, ειδικότερα, ότι η Unice και η ΕΣΣ έχουν διαδραματίσει ενεργό ρόλο κατά την προετοιμασία των Εαρινών Συνόδων, υποβάλλοντας τη συμβολή τους πριν από την έναρξη της κάθε Συνόδου και συμμετέχοντας, μαζί με την Επιτροπή, σε προπαρασκευαστικές συναντήσεις κορυφής των κοινωνικών εταίρων, κατόπιν προσκλήσεως της Προεδρίας του Συμβουλίου. Εξάλλου, η Unice, το ΕΚΔΕ, η UEAPME και η ΕΣΣ συμφώνησαν πρόσφατα ένα πολυετές χρονοδιάγραμμα για την οργάνωση του κοινωνικού τους διαλόγου, επιβεβαιώνοντας έτσι τη βούλησή τους να αναλάβουν πλήρως τον αυτόνομο και συμβατικό τους ρόλο για τον καθορισμό και την εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει την ενίσχυση μιας "οριζόντιας" διάστασης της έννοιας της επικουρικότητας (με κατανομή των ευθυνών μεταξύ δημοσίων αρχών, οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και ιδιωτικού τομέα), πέρα από την παραδοσιακή "κάθετη" διάστασή της (Ευρώπη, κράτη, περιφέρειες).

3.1.4. Πολλές εθνικές επαγγελματικές οργανώσεις ανέλαβαν, επίσης, πρόσφατα την πρωτοβουλία να υποβάλουν απ' ευθείας στην εαρινή Σύνοδο τη δική τους κριτική αξιολόγηση, με επιχειρηματολογία σχετικά με την πρόοδο των μεταρρυθμίσεων, περιλαμβάνοντας τις αυτόνομες ή συμβατικές πρωτοβουλίες που οι ίδιες ανέλαβαν προκειμένου να συνεισφέρουν. Σχετικές μαρτυρίες περιλαμβάνονται στις αναλυτικές εθνικές εκθέσεις των ομοσπονδιών μελών της Unice, που αφορούν την καθεμιά από τις 15 χώρες μέλη της ΕΕ - καθώς επίσης και την Νορβηγία και την Τουρκία - και οι οποίες καταρτίστηκαν για να υποβληθούν στην τελευταία εαρινή Σύνοδο του Μαρτίου του 2003, στις Βρυξέλλες(1).

3.1.5. Οι αλληλεπιδράσεις των διαδικασιών οικονομικών προσανατολισμών, των κατευθυντήριων γραμμών για την απασχόληση, της ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς, και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων είναι σαφείς επίσης και έχουν επισημανθεί από τις αρχές του 2003, μετά από την ταυτόχρονη δημοσίευση από την Επιτροπή των ετήσιων εκθέσεών της για τα διάφορα αυτά θέματα, στα πλαίσια συνολικής έκθεσης "εφαρμογής".

3.2. Οι κύριες αδυναμίες που παρουσιάζουν οι μέθοδοι μεταρρυθμίσεων

3.2.1. Ο συντονισμός των διαφόρων οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών διαδικασιών, τον οποίο δρομολόγησε από το 2003 η Επιτροπή, παραμένει σε εμβρυακό στάδιο, δεδομένου ότι εξακολουθεί να είναι υπερβολικά τυπικός και να μην έχει αποφασιστική επίδραση επί των εθνικών πολιτικών επιλογών. Δεν έχει συνοδευτεί, ακόμη, από επαρκώς μόνιμη συνεργασία των διαφόρων συνθέσεων του Συμβουλίου και των κρατών μελών, πράγμα το οποίο θα απαιτήσει, κατά πάσα πιθανότητα, ένα στάδιο προσαρμογής των διαδικασιών και των συμπεριφορών, ειδικότερα δε κατά τη διάρκεια του πρώτου τριετούς κύκλου του εν λόγω συντονισμού (2003-2006).

3.2.2. Ειδικότερα, είναι λυπηρή η έλλειψη συγκεκριμένης πληροφόρησης εκ μέρους των κρατών όσον αφορά την πραγματική πορεία των εθνικών μεταρρυθμίσεων κατά την εκάστοτε εαρινή Σύνοδο. Μέχρι στιγμής, τα κράτη έδειξαν να προκρίνουν τη διεξαγωγή νέων συζητήσεων σχετικά με τους στόχους που ήδη έχουν τεθεί στη Λισαβόνα, ακόμη και να προσθέτουν νέες απαιτήσεις - χωρίς ωστόσο να τις αιτιολογούν σαφώς - αντί να συμβάλλουν στη συγκριτική αξιολόγηση των εθνικών μεταρρυθμίσεων, με αποτέλεσμα η Επιτροπή να δυσκολεύεται να τις περιγράψει επακριβώς, ελλείψει της συνεργασίας των κρατών μελών.

3.2.3. Η έλλειψη αυτή πληροφόρησης εκ μέρους των κρατών μελών συνοδεύεται, τις περισσότερες φορές, από καθυστερήσεις ως προς την εφαρμογή και από έλλειψη πειθαρχίας εκ μέρους τους. Ας αναφερθούν εδώ οι αυξανόμενες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν πολλά από τα κράτη προκειμένου να τηρήσουν τις απαιτήσεις του συμφώνου σταθερότητας ως προς την ισορροπία των δημόσιων οικονομικών, τις κατ' εξακολούθηση παραλείψεις μεταφοράς των οδηγιών, και τις αυξανόμενες παραβιάσεις της νομοθεσίας της ενιαίας αγοράς.

3.2.4. Ας τονιστεί, επίσης, για πολλά κράτη μέλη, η ανησυχητικά ανεπαρκής συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων και της κοινωνίας των πολιτών και κατά τον προσδιορισμό και την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, αλλά και κατά την κατάρτιση των εκθέσεων σχετικά με την πορεία τους. Η κατάσταση αυτή, εξάλλου, είναι κατά μεγάλο μέρος εκείνη που οδήγησε τις ομοσπονδίες μέλη της Unice να υποβάλουν στην τελευταία εαρινή Σύνοδο τις δικές τους εθνικές εκθέσεις.

4. Παρατηρήσεις της ΕΟΚΕ σχετικά με τα αποτελέσματα των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων

4.1. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που έχουν αναληφθεί στην ΕΕ, ειδικότερα μέσω της στρατηγικής της Λισαβόνας, αφορούσαν κατά κύριο λόγο τα ακόλουθα πεδία, ενώ παράλληλα οφείλουν να ενισχύονται αμοιβαία:

- τη συνέχιση του ανοίγματος των αγορών,

- τη βελτίωση της πρόσβασης στη χρηματοδότηση,

- την ισορροπία των δημοσίων δαπανών χωρίς επιβάρυνση της φορολογικής πίεσης,

- την προώθηση της καινοτομίας,

- την προσαρμογή της αγοράς εργασίας,

- τον εκσυγχρονισμό της κοινωνικής προστασίας,

- την ενίσχυση της εκπαίδευσης και της κατάρτισης,

- την απλούστευση της υπερβολικής νομοθεσίας,

- την εδραίωση της βιώσιμης ανάπτυξης.

4.2. Όσον αφορά το άνοιγμα των αγορών, η πιο ουσιαστική πρόοδος αφορά τον κλάδο των τηλεπικοινωνιών και, σε μικρότερο βαθμό και με κάποιες καθυστερήσεις, τους κλάδους της ενέργειας - φυσικό αέριο, ηλεκτρισμός - όπου οι τιμές παραμένουν ακόμη συχνά υπερβολικά υψηλές. Ο κλάδος των ταχυδρομείων, που εξαρτάται τις περισσότερες φορές από το δημόσιο τομέα, παραμένει ακόμη ευρέως στεγανός, παρά τα κάποια πρώτα περιορισμένα ανοίγματα στην Ευρώπη. Οι καθυστερήσεις διασύνδεσης, εξοπλισμού και εκσυγχρονισμού εξακολουθούν να χαρακτηρίζουν ακόμη τις μεταφορικές υποδομές, όπως φαίνεται ειδικότερα στις υπερβολικά συχνές εκθέσεις σχετικά με την υλοποίηση στην πράξη των σχεδίων διευρωπαϊκών δικτύων.

4.3. Όσον αφορά την πρόσβαση στη χρηματοδότηση, οι πραγματοποιηθείσες και οι υπό εξέλιξη πρόοδοι ως προς την ενοποίηση της ευρωπαϊκής χρηματοπιστωτικής αγοράς οφείλονται κατά μεγάλο μέρος στη θέσπιση του ευρώ. Επίσης, σε πολλά κράτη, ελήφθησαν διάφορα μέτρα για τη διευκόλυνση της πρόσβασης στη χρηματοδότηση για τους επιχειρηματίες σε εναρκτήρια φάση και για τις ΜΜΕ. Η πρόσβαση όμως στο επιχειρηματικό κεφάλαιο παραμένει ακόμη ανεπαρκέστατη στην Ευρώπη, κυρίως σε σύγκριση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, πράγμα που αποβαίνει επιβλαβές για τη ζωτικότητα των ΜΜΕ και των καινοτόμων επιχειρήσεων στην ευρωπαϊκή αγορά. Εξάλλου, η ενοποίηση της ευρωπαϊκής χρηματοπιστωτικής αγοράς εξαρτάται ακόμη υπερβολικά από ρυθμίσεις που παρουσιάζουν καθυστερήσεις, ενώ θα μπορούσαν να είχαν ενθαρρυνθεί περισσότερο οι πρωτοβουλίες επαγγελματικής αυτορρύθμισης.

4.4. Όσον αφορά τα δημόσια ελλείμματα, διαπιστώνεται ότι η κατάσταση διαφέρει πολύ ανάλογα με τις χώρες: οι εκθέσεις της Επιτροπής και του Συμβουλίου έχουν τονίσει ότι, ενώ ορισμένα κράτη μέλη εξασφάλισαν πλεόνασμα στα δημόσια οικονομικά τους (βλέπε Δανία, Φινλανδία, Ιρλανδία, Λουξεμβούργο, Σουηδία), άλλα κράτη παρουσιάζουν επικίνδυνη αύξηση του ελλείμματός τους (βλέπε Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία και, μέχρι πρόσφατα, Πορτογαλία), και έχουν φθάσει ή και ξεπεράσει τα όρια που θέτει το σύμφωνο σταθερότητας. Οι χώρες αυτές, που παρουσιάζουν σήμερα σημαντικά ελλείμματα, είναι επίσης εκείνες που, συγκριτικά, καθυστέρησαν περισσότερο την εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Οι χώρες που διαθέτουν πιο ισορροπημένα δημόσια οικονομικά είναι εκείνες που διαχειρίστηκαν, γενικά, καλύτερα τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις τους, ακόμη και εάν ορισμένες από αυτές, κυρίως στη Βόρεια Ευρώπη, εμφανίζουν επίσης υψηλή φορολογική πίεση.

4.5. Σχετικά με την προώθηση της καινοτομίας, η γενίκευση της χρήσης του Διαδικτύου και η ευρεία πρόσβαση των επιχειρήσεων στις νέες τεχνολογίες συνέβαλαν στη σημαντική βελτίωση της ποιότητας προϊόντων και υπηρεσιών, με μεγάλη πρόοδο στην παραγωγικότητα. Η εξέλιξη αυτή συνοδεύεται συχνά από προσφυγή σε διεθνή καταμερισμό της εργασίας, με συνυπολογισμό των συγκριτικών πλεονεκτημάτων, περιλαμβανομένων και των μισθολογικών, με αύξηση της υπεργολαβίας και των μετεγκαταστάσεων για την κατασκευή προϊόντων (βλέπε υφαντουργία, ηλεκτρονικά, παιχνίδια κ.λπ.), ακόμη και για την παροχή υπηρεσιών (βλέπε λογιστική των εταιριών) προς νεοεμφανιζόμενες εξωτερικές οικονομίες. Αντίθετα, οι δαπάνες για την έρευνα, παρότι σε πολλές χώρες είναι σημαντικές (βλέπε Φινλανδία, Σουηδία, Γαλλία), σε πολλές άλλες χώρες παραμένουν ανεπαρκείς και πολύ μακριά από το στόχο του 3 % του ΑΕγχΠ που ορίζει η στρατηγική της Λισαβόνας. Επίσης, δεν συντονίζονται σχεδόν καθόλου μεταξύ τους, ούτε με το ευρωπαϊκό ΠΠΕΤΑ. Τέλος, η απουσία πραγματικής προσέγγισης των οικονομικών και τεχνολογικών μέσων άμυνας βάσει της εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής επηρεάζει σοβαρά την κατάσταση στην Ευρώπη στον τομέα αυτόν και τις συναφείς με αυτόν πτυχές (βλέπε νέα υλικά, ηλεκτρονικά κ.λπ.). Ως προς τη χορήγηση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, ορισμένες χώρες διατηρούν ένα καλό εθνικό επίπεδο (βλέπε Φινλανδία, Σουηδία), αλλά η Ευρώπη παραμένει, κατά μέσον όρο, πολύ πίσω σε σύγκριση με τις Ηνωμένες Πολιτείες ή την Ιαπωνία. Το γεγονός ότι δεν υφίσταται κοινοτικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, εν αναμονή της μεταφοράς στην πράξη της πρόσφατα επιτευχθείσας πολιτικής συμφωνίας, επιβαρύνει την κατάσταση.

4.6. Ως προς τη βελτίωση της αγοράς εργασίας, η κατάσταση διαφέρει πολύ ανάλογα με τις χώρες, όπως φαίνεται στους συνημμένους πίνακες. Παρότι σε καμία δεν λείπουν τα προβλήματα, ορισμένες παρουσιάζουν συνολικά υψηλό επίπεδο απασχόλησης, ενώ άλλες αντιμετωπίζουν διαρθρωτική υπο-απασχόληση και ανησυχητική ανεργία. Έχουν δρομολογηθεί σημαντικές μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση της λειτουργίας της αγοράς εργασίας, και ειδικότερα για την εξασφάλιση μεγαλύτερης ευελιξίας και ισορροπίας μεταξύ προσφοράς και ζήτησης εργασίας, δεδομένης και της γήρανσης του πληθυσμού. Οι διαβουλεύσεις με τους κοινωνικούς εταίρους και οι διαπραγματεύσεις μαζί τους και μεταξύ τους αποσκοπούν κυρίως στο να εξασφαλίσουν ότι οι νέες ρυθμίσεις θα επιτρέπουν πραγματικά μια βελτίωση της απασχόλησης και των συνθηκών απασχόλησης εν όψει των προκλήσεων της διεθνούς ανταγωνιστικότητας. Ειδικότερα, έχουν αναληφθεί ενδιαφέρουσες πρωτοβουλίες, λ.χ., στη Γαλλία, προκειμένου να ενθαρρύνονται οι αναζητούντες εργασία να δημιουργήσουν τη δική τους επιχείρηση: διευκόλυνση των διοικητικών διαδικασιών, αποφυγή της απώλειας, τουλάχιστον για ένα πρώτο διάστημα, των παροχών της κοινωνικής προστασίας τις οποίες δικαιούνταν έως τότε ως αναζητούντες εργασία.

4.7. Ως προς τον εκσυγχρονισμό της κοινωνικής προστασίας, βρίσκονται υπό εξέλιξη πολλές μεταρρυθμίσεις για την ανάκτηση της οικονομικής της ισορροπίας, έναντι της γήρανσης του πληθυσμού που πλήττει όλες τις χώρες μέλη της ΕΕ. Πρέπει, ειδικότερα, να προσαρμοστεί η διάρκεια των εισφορών στην παράταση του προσδόκιμου επιβίωσης, να μεταρρυθμιστούν τα συνταξιοδοτικά συστήματα τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα ούτως ώστε να αντανακλούν τις βέλτιστες πρακτικές και των δύο τομέων, και να εξασφαλιστεί ότι οι ηλικιωμένοι δεν θα παροτρύνονται, ή ακόμη και εξαναγκάζονται, να εγκαταλείπουν πρόωρα την αγορά εργασίας(2). Ενθαρρύνεται η προσφυγή στα συμπληρωματικά ασφαλιστικά συστήματα και στα συνταξιοδοτικά ταμεία. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές, κατά την ανάπτυξή τους, αντιμετωπίζουν επίσης προβλήματα εφαρμογής και αποτελεσματικότητας, με κύριο στοιχείο μια εμμονή στην υπερβολικά πρόωρη αποχώρηση από την αγορά εργασίας (βλέπε Βέλγιο, Γαλλία, Ελλάδα).

4.8. Όσον αφορά την εκπαίδευση και την κατάρτιση, οι ευρωπαϊκές χώρες διαθέτουν, στην πλειονότητά τους, πολύ αξιόλογα και ανεπτυγμένα εκπαιδευτικά συστήματα (ιδιαίτερα δε στις χώρες της Βόρειας Ευρώπης), συχνά όμως με υπερβολικά στεγανά έναντι της πραγματικότητας και των αναγκών της οικονομίας. Πρόσφατα έχουν αναληφθεί πρωτοβουλίες, κυρίως μέσω νόμων, διεπαγγελματικών συμφωνιών και προγραμμάτων ανταλλαγών, για την εντατικοποίηση των σχέσεων αυτών και την ανάπτυξη σχημάτων μαθητείας (βλέπε Γαλλία, Λουξεμβούργο, Ισπανία, Ιταλία, Πορτογαλία). Η γενίκευση της πρόσβασης στο Διαδίκτυο συμβάλλει επίσης στην εντατικοποίηση της κατάρτισης.

4.9. Όσον αφορά την απλούστευση της νομοθεσίας, πρόκειται για κοινή ανάγκη του συνόλου των ευρωπαϊκών χωρών, παρότι ορισμένες χώρες (βλέπε Δανία, Φινλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο, Σουηδία) δρομολόγησαν ενωρίτερα από άλλες διάφορα προγράμματα και μεθόδους για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Προτεραιότητα δίδεται επίσης στην απλούστευση των διαδικασιών για την ίδρυση επιχειρήσεων και για τις μικρές επιχειρήσεις, λόγω της επίδρασής τους επί της οικονομικής δραστηριότητας και επί της απασχόλησης. Η αναγκαία αυτή απλούστευση των διοικητικών διαδικασιών και βαρών θα πρέπει να συνοδευτεί από μια πιο αποτελεσματική καταπολέμηση της παραοικονομίας, η οποία κινδυνεύει να λάβει ακόμη σημαντικότερες διαστάσεις με τη διεύρυνση της Ένωσης. Μια άλλη προτεραιότητα αφορά την καλύτερη μεταφορά των ευρωπαϊκών οδηγιών: όπως δείχνουν οι συγκριτικοί πίνακες που δημοσιεύει ανά εξάμηνο η Επιτροπή, η κατάσταση διαφέρει πολύ ανάλογα με τις χώρες· ωστόσο, στις χώρες όπου εμφανίζεται η μεγαλύτερη καθυστέρηση (βλέπε Γαλλία, Ελλάδα, Ιταλία) αναμένεται να περιοριστεί, χάρη στα κυβερνητικά μέτρα που έχουν ληφθεί προς το σκοπό αυτόν.

4.10. Σχετικά με τη βιώσιμη ανάπτυξη, τα εθνικά μέτρα για την εφαρμογή των συμφωνιών του Κιότο αναπτύσσονται με διαφορετικά σε κάθε χώρα αποτελέσματα. Η προστασία του περιβάλλοντος είναι περισσότερο εδραιωμένη παραδοσιακά στη νομοθεσία, τα προγράμματα και τους κώδικες συμπεριφοράς των χωρών του Βορρά, αλλά στις υπόλοιπες χώρες της Ένωσης έχουν ληφθεί νέα μέτρα και οι ανταλλαγές ορθών πρακτικών τους παρέχουν την ευκαιρία να εμπνέονται από επιτυχημένες εμπειρίες (βλέπε εθελοντικοί κώδικες και διαχείριση επιχειρήσεων, χάρτες προστασίας του περιβάλλοντος, περιβαλλοντικό σήμα, έλεγχοι και κατανομή των αδειών εκπομπών κ.λπ.).

5. Συμπεράσματα της ΕΟΚΕ σχετικά με την επίδραση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων

5.1. Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει, κατά πρώτον, ότι όλες οι χώρες της ΕΕ έχουν πράγματι δρομολογήσει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, σύμφωνα με κοινούς στόχους, για την αναθέρμανση της ανταγωνιστικότητας, την ενίσχυση της ανάπτυξης, την ανάκαμψη της απασχόλησης και την εξασφάλιση της βιωσιμότητας της οικονομικής και κοινωνικής τους ανάπτυξης.

5.2. Οι κυριότερες πρόοδοι που έχουν σημειωθεί, και οι οποίες δικαιολογούν την εμπιστοσύνη στη στρατηγική της Λισαβόνας, παρά τις καθυστερήσεις που παρουσιάζει, αφορούν τα εξής:

5.2.1. τη συνειδητοποίηση της αναγκαιότητας των μεταρρυθμίσεων, λόγω των όσων διακυβεύονται ως προς την ανταγωνιστικότητα και τις δημογραφικές και τεχνολογικές μεταβολές, και τούτο ανεξάρτητα από τις παραδοσιακές πολιτικές διαμάχες·

5.2.2. την ανάπτυξη, παρότι πρέπει να διευρυνθεί περαιτέρω, πρωτοβουλιών εκ μέρους των οικονομικών και κοινωνικοεπαγγελματικών κύκλων, κυρίως δε σε ευρωπαϊκή κλίμακα, για συνδρομή στην επιτυχία των μεταρρυθμίσεων·

5.2.3. ειδικότερα, την ενεργό συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στην ανάπτυξη των μεταρρυθμίσεων που αφορούν τον επαγγελματικό βίο και τις κοινωνικές προκλήσεις (βλέπε κατάρτιση, αγορά εργασίας, κοινωνική προστασία)·

5.2.4. την επιτάχυνση, με το άνοιγμα των τηλεπικοινωνιών, της διάδοσης των τεχνολογιών των πληροφοριών και της πρόσβασης στο Διαδίκτυο·

5.2.5. ένα μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τη βιωσιμότητα και για το μέλλον (βλέπε διαχείριση των δημοσίων οικονομικών, μεταρρύθμιση της κοινωνικής προστασίας, ασφάλεια του καταναλωτή, προστασία του περιβάλλοντος).

5.3. Οι κυριότερες καθυστερήσεις που πρέπει να καλυφθούν, και που θα επέτρεπαν την ανάκαμψη της οικονομικής ανάπτυξης, αφορούν τα εξής:

5.3.1. την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς, κυρίως στα πεδία όπως, π.χ., ενέργεια, υποδομές των μεταφορών, και υπηρεσίες, περιλαμβανομένων και των χρηματοπιστωτικών, προκειμένου να βελτιωθεί η αξιοπιστία και να περιοριστεί το κόστος: η ΕΟΚΕ εκφράζει, λοιπόν, τη λύπη της για το γεγονός ότι η Ευρώπη εξακολουθεί να μην στηρίζεται κατά προτεραιότητα στην πλήρη υλοποίηση της αγοράς αυτής για την εξασφάλιση της ανάπτυξής της·

5.3.2. μια καλύτερη ισορροπία των δημοσίων οικονομικών, υπό προϋποθέσεις που θα ευνοούν τις επενδύσεις και την ανάπτυξη, και το ξεκίνημα μιας εναρμόνισης, σε ευρωπαϊκή κλίμακα, των βασικών φορολογικών κανόνων που συνδέονται άμεσα με τη λειτουργία της ενιαίας αγοράς·

5.3.3. την επιβεβαίωση μιας πραγματικής ευρωπαϊκής δυναμικής ως προς την τεχνολογική έρευνα, που δεν έχει ακόμη αναπτυχθεί αρκετά σε σχέση με τις φιλοδοξίες που προβλήθηκαν στη Λισαβόνα·

5.3.4. την απλούστευση της νομοθεσίας, παράλληλα με μια μεγαλύτερη αυστηρότητα ως προς τη μεταφορά των οδηγιών στο εθνικό δίκαιο.

5.4. Η ΕΟΚΕ τονίζει επίσης τα εξής:

5.4.1. Η πορεία της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων διαφέρει ακόμη κατά πολύ από τη μια χώρα στην άλλη:

5.4.1.1. Σε γενικές γραμμές, οι δείκτες είναι συχνά συγκριτικά καλύτεροι στις χώρες της Βόρειας ΕΕ (βλέπε άνοιγμα των αγορών, ισορροπία των δημοσίων οικονομικών, παραγωγικότητα, παιδεία, έρευνα, απασχόληση, περιβάλλον), παρότι η πρόοδος αυτή συμπίπτει με τους εξαναγκασμούς που συνεπάγεται η βαρύτερη φορολογία.

5.4.1.2. Οι χώρες του Νότου, που στην πλειονότητά τους παρουσιάζουν περισσότερη συγκριτική καθυστέρηση, έχουν δρομολογήσει μέτρα για την αντιμετώπισή της, θα χρειαστούν όμως πολύ χρόνο για να καλύψουν τα μειονεκτήματα αυτά, πόσο μάλλον που πολλά από αυτά είναι παλαιά και πολιτισμικής φύσεως.

5.4.1.3. Η κατάσταση των εθνικών δημοσίων οικονομικών είναι συχνά ενδεικτική της πορείας των μεταρρυθμίσεων, δεδομένου ότι η αύξηση των ελλειμμάτων αποτελεί συχνά έναν δείκτη που αντικατοπτρίζει την καθυστέρηση της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων αυτών.

5.4.2. Προς το παρόν, ακόμη και οι χώρες που βρίσκονται στην καλύτερη θέση εντός της ΕΕ, παρουσιάζουν χαμηλότερες επιδόσεις από τους μεγαλύτερους διεθνείς ανταγωνιστές τους (ενώ, πέρα από τις προόδους και από τις καθυστερήσεις από τη μια χρονιά στην άλλη, ο στόχος για τις ευρωπαϊκές χώρες δεν είναι τόσο να βελτιωθούν σχετικά με το παρελθόν, αλλά να είναι καλύτερες απ' ό,τι αλλού).

5.4.3. Η πρόσληψη των μεταρρυθμίσεων από την κοινή γνώμη είναι συχνά αμφιλεγόμενη, όταν δεν είναι καθαρά επικριτική, λόγω των φόβων μήπως χαθούν τα κεκτημένα πλεονεκτήματα χωρίς σαφείς ανταποδόσεις ως προς την ανάκαμψη της απασχόλησης ή τη βιωσιμότητα της κοινωνικής προστασίας, δεδομένου ότι οι θετικές αυτές συνέπειες αργούν να εκδηλωθούν (βλέπε χαμηλή ανάπτυξη, νέα άνοδος της ανεργίας). Η ΕΟΚΕ, όμως, ανησυχεί για την αυξανόμενη καθυστέρηση όσον αφορά την επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί, τις καθυστερήσεις της εφαρμογής πολλών εξ αυτών, και την επιδεινούμενη υποβάθμιση της ανάπτυξης και της απασχόλησης στην Ευρώπη. Δεν θα έπρεπε η ευρωπαϊκή στρατηγική των μεταρρυθμίσεων να εκφυλιστεί σε "φούσκα", όπου η πληθώρα στόχων, εννοιών και συμμετεχόντων κρατών θα συνοδεύεται από εξίσου αυξανόμενα ελλείμματα ως προς τη συνυπευθυνότητα, την εφαρμογή και την ουσιαστική επίδραση.

6. Συστάσεις της ΕΟΚΕ για την ενίσχυση της επίδρασης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων

6.1. Οι σημερινές ανεπάρκειες της επίδρασης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων επί του οικονομικού και κοινωνικού τομέα και επί της απασχόλησης, οι οποίες τροφοδοτούν τις αμφιβολίες της κοινής γνώμης, οδηγούν την ΕΟΚΕ να υποβάλει τις ακόλουθες συστάσεις.

6.2. Η ΕΟΚΕ σημειώνει, κατά πρώτο λόγο, ότι η ΕΕ εντόπισε μεν ορθά, και κυρίως κατά τη Σύνοδο Κορυφής της Λισαβόνας, τις κυριότερες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που πρέπει να διεξαχθούν σε εθνικό και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά η εφαρμογή στην πράξη μιας "καλής διαχείρισης της μεταρρύθμισης" υστερεί ακόμη σε μεγάλο βαθμό. Η ΕΟΚΕ οφείλει να τονίσει τη σημασία της εξεύρεσης καλύτερων μεθόδων για τη διεξαγωγή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Από την άποψη αυτή, η ΕΟΚΕ τονίζει ιδιαίτερα τις ακόλουθες προτεραιότητες:

6.2.1. Μια πρώτη προϋπόθεση για την επιτυχία των μεταρρυθμίσεων, είναι να καταβληθεί περαιτέρω προσπάθεια για την εξήγηση των επιδιωκόμενων στόχων: ειδικότερα, πρέπει να βελτιωθεί η πρόσληψη και η κατανόηση των όσων διακυβεύονται. Η προετοιμασία των εαρινών Συνόδων θα πρέπει να αποτελεί μια ευκαιρία, στις διάφορες χώρες μέλη, για πραγματικές συζητήσεις με στενή συμμετοχή των εκπροσώπων της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών.

6.2.2. Η απαίτηση αυτή συνοδεύεται από την καλύτερη διαβούλευση με τις κοινωνικοεπαγγελματικές οργανώσεις όσον αφορά τις μεταρρυθμίσεις που πρέπει να διεξαχθούν, τις προοπτικές τους, τις επιδράσεις τους, τις προϋποθέσεις τους και την πορεία της εφαρμογής τους. Μέσα από τις διαβουλεύσεις αυτές, πρέπει επίσης να βελτιστοποιηθεί η κατανομή της απαιτούμενης από τον καθέναν συμβολής, με μια μεγαλύτερη συνυπευθυνότητα για την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων. Πέρα από το νομοθέτη και από τις δημόσιες αρχές, οι φορείς της κοινωνίας των πολιτών καλούνται επίσης να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο (πρωτοβουλίες των κοινωνικοοικονομικών κύκλων, συμφωνίες των κοινωνικών εταίρων κ.λπ.). Ως εκ τούτου, τα κράτη θα πρέπει να ενθαρρύνουν περισσότερο τους φορείς της κοινωνίας των πολιτών να αναλάβουν τις ευθύνες τους για την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, εκχωρώντας τους όσο το δυνατόν ευρύτερες αρμοδιότητες για όσα εξαρτώνται κατά πρώτο λόγο από την ενεργό συμμετοχή των φορέων αυτών, παρά από εκείνη των δημοσίων αρχών.

6.2.3. Η πορεία της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων θα έπρεπε να διευκρινίζεται καλύτερα στις ετήσιες εκθέσεις των κρατών και της Επιτροπής για την εαρινή Σύνοδο, στις οποίες θα έπρεπε να αναφέρονται όχι μόνο τα μέτρα που λαμβάνουν οι δημόσιες αρχές, αλλά και οι πρωτοβουλίες των κοινωνικοοικονομικών κύκλων και των κοινωνικών εταίρων σχετικά με τις μεταρρυθμίσεις αυτές.

6.2.4. Μετά από τη νέα επικέντρωση της παρακολούθησης και της αξιολόγησης των διαδικασιών εφαρμογής, στις αρχές του 2003, με την ετήσια υποβολή συνθετικής έκθεσης από την Επιτροπή, πρέπει να υπάρξει μέριμνα ώστε η αμοιβαία αυτή αλληλεπίδραση των διαδικασιών να καταστεί πιο ουσιαστική. Θα μπορούσαν, για παράδειγμα, να ενσωματωθούν καλύτερα οι κατευθυντήριες γραμμές για την απασχόληση στους κύριους προσανατολισμούς της οικονομικής πολιτικής, αντί να συντονίζονται απλά μ' αυτούς. Κάτι τέτοιο θα συνέβαλε σε μια αξιόλογη απλούστευση της ετήσιας διαδικασίας οικονομικών και κοινωνικών προσανατολισμών της ΕΕ.

6.2.5. Θα πρέπει επίσης να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα των συγκριτικών αναλύσεων επιδόσεων, ώστε να διαδίδονται οι βέλτιστες πρακτικές. Προς το σκοπό αυτόν, θα ήταν χρήσιμο να δημιουργηθεί, εντός της ιστοθέσης Εuropa και δυνάμει της στρατηγικής της Λισαβόνας, μια βάση παρατήρησης και δεδομένων σχετικά με τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις εντός της ΕΕ, και να παροτρυνθούν τα κράτη μέλη και οι φορείς της κοινωνίας των πολιτών να παρέχουν όλα τα χρήσιμα πληροφοριακά στοιχεία για την ανάπτυξή της. Από την πλευρά της, η ΕΟΚΕ προτίθεται να συμβάλει άμεσα στη βελτίωση αυτή της ενημέρωσης σχετικά με τις πρωτοβουλίες των φορέων της κοινωνίας των πολιτών στον τομέα των μεταρρυθμίσεων.

6.2.6. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην όσο το δυνατόν καλύτερη συμπερίληψη στη στρατηγική της Λισαβόνας των δέκα νέων κρατών μελών της Κεντρικής και Μεσογειακής Ευρώπης, καθώς και στη σύνδεση των άλλων υποψήφιων για ένταξη κρατών, με συνεκτίμηση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους και κυρίως της καθυστέρησης ανάπτυξης που παρουσιάζουν τα περισσότερα από αυτά έναντι των 15 σημερινών κρατών μελών της ΕΕ, γεγονός που δεν αποκλείει κάποια νέα κράτη μέλη να μπορούν επίσης να παρουσιάσουν ορισμένα συγκριτικά πλεονεκτήματα ως προς τις μεταρρυθμίσεις. Οι χώρες αυτές θα πρέπει να κληθούν να υποβάλουν τα προγράμματα μεταρρυθμίσεων και την πορεία της εφαρμογής τους στην προσεχή εαρινή Σύνοδο, το Μάρτιο του 2004.

6.3. Όσον αφορά το πεδίο και το περιεχόμενο των μεταρρυθμίσεων, η ΕΟΚΕ επισημαίνει ιδιαίτερα τις ακόλουθες προτεραιότητες:

6.3.1. Η θέσπιση του ενιαίου νομίσματος απαιτεί όλο και σαφέστερα τη θέσπιση μιας κοινής οικονομικής διαχείρισης, την οποία έχουν προς το παρόν αρνηθεί τα κράτη μέλη, πέρα από έναν συντονισμό από τις Βρυξέλλες, σε εμβρυακό ακόμη στάδιο. Μια τέτοια κοινή διαχείριση θα προϋποθέτει, βέβαια, την προσέγγιση των φορολογιών, κυρίως προκειμένου να καταργηθούν όλες οι διπλές φορολογίες, μέσω ενός ενιαίου κανονισμού, που θα αντικαταστήσει τις διμερείς συμβάσεις, εξίσου λαβυρινθώδεις όσο και παράταιρες, προκειμένου να απλουστευθεί το φορολογικό καθεστώς των ενδοκοινοτικών συναλλαγών και να εναρμονιστούν οι φορολογικές βάσεις. Η ΕΟΚΕ καταρτίζει, επί του παρόντος, γνωμοδότηση σχετικά με τα διάφορα αυτά φορολογικά ζητήματα.

6.3.2. Το σύμφωνο σταθερότητας για την καταπολέμηση των δημοσίων ελλειμμάτων συνιστά χρήσιμη προφύλαξη, ενώ παράλληλα εκφράζει σαφώς την αλληλεγγύη που συνδέει όλα τα κράτη που συμμετέχουν στο ευρώ. Συνεπώς, το εν λόγω σύμφωνο πρέπει να τηρηθεί. Δεν θα πρέπει, ωστόσο, να οδηγεί στην παραμέληση του στόχου της ανάπτυξης, ο οποίος συμπεριλαμβάνεται, επίσης, και στο πνεύμα και στο γράμμα του συμφώνου, και ο οποίος αφορά έναν τομέα όπου οι λόγοι δυσαρέσκειας είναι εξίσου σημαντικοί μ' εκείνους που αφορούν τα ελλείμματα: θα ήταν ουτοπικό να θέλουμε να αντιμετωπίσουμε κατά τρόπο αποτελεσματικό και βιώσιμο τα εθνικά δημόσια ελλείμματα εάν δεν αποφασίσουμε από κοινού μια ευρωπαϊκή πολιτική που να ανοίγει πραγματικές προοπτικές ανάπτυξης. Θα ήταν εξίσου ουτοπικό να ισχυριζόμαστε ότι θα διεξαγάγουμε ομαλά τις - συχνά αυστηρές - διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, χωρίς να προσφέρουμε θετικές και αξιόπιστες προοπτικές ανάπτυξης στους Ευρωπαίους.

6.3.3. Αυτό προϋποθέτει να αξιοποιηθεί με μεγαλύτερη ενεργητικότητα και αποφασιστικότητα η ενιαία αγορά ως εξέχων παράγοντας ανάπτυξης για την ευρωπαϊκή οικονομία, να επιταχυνθούν τα απαραίτητα για την ολοκλήρωσή της αμοιβαία ανοίγματα και να επιβληθεί μεγαλύτερη αυστηρότητα για τη μεταφορά στις εθνικές νομοθεσίες. Η ενισχυμένη αυτή διαχείριση της ενιαίας αγοράς είναι περισσότερο αναγκαία παρά ποτέ, λόγω της διεύρυνσης της ΕΕ από 15 σε 25 κράτη μέλη το 2004. Πρέπει να εξασφαλιστεί καλύτερα η συνοχή της, η ταυτότητά της, η ρευστότητά της και η ασφάλειά της. Αυτό θα δικαιολογούσε, ειδικότερα, να προβλεφθούν ενδεχομένως, και σε συνεργασία με τις εθνικές διοικήσεις και συμπληρωματικά προς αυτές, τα εξής:

6.3.3.1. πραγματικές κοινοτικές επιθεωρήσεις της ενιαίας αγοράς·

6.3.3.2. μια κοινή διαχείριση των ευρωπαϊκών τελωνείων στα εξωτερικά σύνορα·

6.3.3.3. ένας καλύτερος διεθνικός συντονισμός των δημοσίων υπηρεσιών, που θα μπορούσε να αποτελέσει την προετοιμασία για την εμφάνιση ευρωπαϊκής κλίμακας υπηρεσιών κοινής ωφελείας, σε ορισμένους τομείς όπου αυτό δικαιολογείται.

6.3.4. Θα ήταν, επίσης, σκόπιμο να ενθαρρυνθούν περισσότερες επιχειρήσεις, κάθε μεγέθους, να χρησιμοποιούν όντως τη μεγάλη ευρωπαϊκή αγορά ως την πραγματική εσωτερική τους αγορά, και να αναδιαρθρωθούν σε αυτήν την κλίμακα. Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει τις προτάσεις της για ένα απλουστευμένο ευρωπαϊκό καθεστώς στο οποίο να έχουν πρόσβαση οι μικρές και οι μεσαίες επιχειρήσεις, και επαναλαμβάνει στην Επιτροπή το αίτημά της για την υποβολή σχεδίου για ένα τέτοιο καθεστώς(3).

6.3.5. Μια άλλη καθοριστική για την ευρωπαϊκή οικονομία μεταρρύθμιση είναι, όπως ορθά διευκρινίζεται στη στρατηγική της Λισαβόνας, η προώθηση της οικονομίας της γνώσης: οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν επενδύουν αρκετά στις τεχνολογίες του μέλλοντος και, όταν το πράττουν, ενεργούν κατά τρόπο υπερβολικά αποσπασματικό. Το πρόγραμμα πλαίσιο για την έρευνα της ΕΕ, του οποίου ο υπερβολικά χαμηλός προϋπολογισμός (μόλις το 5 % των εθνικών προϋπολογισμών για την έρευνα) καταλήγει σε κατακερματισμό ασήμαντων κονδυλίων μεταξύ των κρατών, θα έπρεπε, αφενός να αναβαθμιστεί σαφώς ώστε να φθάσει ένα πραγματικό κατώφλι αποτελεσματικότητας, και αφετέρου να επικεντρωθεί περισσότερο σε αμιγώς ευρωπαϊκά τεχνολογικά προγράμματα, ικανά να στηρίξουν την ανάπτυξη των χωρών της ΕΕ. Ο προσδιορισμός μιας περισσότερο συγκλίνουσας προσέγγισης στον τομέα της άμυνας, μέσω της κοινής εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής, με τις διάφορες επιδράσεις της (παρουσία στο διάστημα, εναρμονισμός των εξοπλισμών, νέες τεχνολογίες με διττή, στρατιωτική και μη, χρήση κ.λπ.) και με τη συμπερίληψη ενός πιο ουσιαστικού αμοιβαίου ανοίγματος των αντίστοιχων δημοσίων συμβάσεων, αναμένεται να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο και να παράσχει τη νέα αυτή διάσταση στην ευρωπαϊκή τεχνολογική καινοτομία.

6.3.6. Η ανάκαμψη της απασχόλησης θα προκύψει κυρίως εάν υπάρξει ανάκαμψη της ανάπτυξης, η οποία θα ενεργοποιηθεί με τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις (βλέπε εμβάθυνση της εσωτερικής αγοράς, ενθάρρυνση των πρωτοβουλιών των φορέων, προσέλκυση επενδύσεων κ.λπ.). Οι κοινωνικές μεταρρυθμίσεις για την απασχόληση (βλέπε εκπαίδευση και κατάρτιση, απασχολησιμότητα, μεγαλύτερη ρευστότητα της αγοράς εργασίας) πρέπει να χαραχτούν κατά τρόπον ώστε να συνδυάζονται με τις οικονομικές αυτές μεταρρυθμίσεις και να μεγιστοποιούν τις επιδράσεις τους επί της απασχόλησης. Τα θετικά παραδείγματα ανάκαμψης της απασχόλησης στις Κάτω Χώρες, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ιρλανδία και τη Δανία απεικονίζουν εύγλωττα τη διαπίστωση αυτή.

6.3.7. Η ΕΟΚΕ τάσσεται, συνεπώς, υπέρ μιας ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας για την ανάπτυξη, όπως αυτή που πρότειναν τον Ιούλιο η Ιταλική Προεδρία του Συμβουλίου, η Επιτροπή, καθώς και η ομάδα υψηλού επιπέδου υπό την προεδρία του κ. André Sapir. Το ίδιο το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 16ης και 17ης Οκτωβρίου 2003 αποδέχτηκε την ανάγκη μιας παρόμοιας πρωτοβουλίας, οι λεπτομέρειες της οποίας θα αποτελέσουν αντικείμενο συγκεκριμένων αποφάσεων κατά τη διάρκεια του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 12ης και 13ης Δεκεμβρίου 2003. Η Γαλλία και η Γερμανία υπέβαλαν επίσης, το Σεπτέμβριο, κοινούς προσανατολισμούς προς την ίδια κατεύθυνση. Το ζητούμενο είναι να προσδιοριστούν και να εφαρμοστούν σε ευρωπαϊκή κλίμακα νέα κίνητρα για την ανάπτυξη, που θα ενεργοποιήσουν τις επενδύσεις τόσο για την έρευνα και τις νέες τεχνολογίες - όπως αναφέρεται παραπάνω -, όσο και για τις διεθνικές υποδομές - μεταφορές, ενέργεια, τηλεπικοινωνίες, περιβάλλον - που απαιτούνται για την εύρυθμη λειτουργία της διευρυμένης ενιαίας αγοράς. Εάν αυξηθούν τα δάνεια και οι χρηματοδοτήσεις εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων για τέτοιες επενδύσεις, εάν κληθούν να συμμετάσχουν οι ιδιωτικοί επενδυτές στα πλαίσια νέων εταιρικών σχέσεων δημοσίου/ιδιωτικού τομέα και εάν, με τα μέτρα αυτά μεταξύ άλλων, προωθηθεί η ανάκτηση της εμπιστοσύνης των διαφόρων παραγόντων της ευρωπαϊκής οικονομίας, τότε θα μπορέσουν να αντισταθμιστούν οι βραχυπρόθεσμα αρνητικές επιδράσεις που ενδέχεται να έχει για την ανάπτυξη η αναγκαία αυστηρότητα που επιβάλλει το σύμφωνο σταθερότητας στους εθνικούς προϋπολογισμούς.

6.3.8. Οι μεταρρυθμίσεις της κοινωνικής προστασίας, που οφείλουν να εξασφαλίσουν την ισορροπία των οικονομικών των διαφόρων καθεστώτων (ανεργία, υγεία, σύνταξη), έχουν καταστεί ιδιαίτερα αναγκαίες λόγω της γήρανσης του πληθυσμού, της αύξησης του κόστους εξυπηρέτησης, καθώς και της αυξημένης αυστηρότητας που επιβάλλεται στα δημόσια οικονομικά. Όπως και οι κοινωνικές μεταρρυθμίσεις για την απασχόληση, προϋποθέτουν κι αυτές τη στενή διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους, οι οποίοι μπορούν να κληθούν, μέσω της συμβατικής πολιτικής, να διαδραματίσουν μείζονα ρόλο στα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν.

6.3.9. Πρέπει, επίσης, να προωθηθεί η ποιότητα της απλούστευσης των νομοθετικών και διοικητικών κανόνων, ένας τομέας στον οποίο πολλά πρέπει να γίνουν ακόμη, πέρα από τις πολυάριθμες θετικές πρωτοβουλίες της Επιτροπής (βλέπε κωδικοποιήσεις, λευκό βιβλίο για τη διακυβέρνηση, μέτρα που αναγγέλθηκαν βάσει του ευρωπαϊκού προγράμματος απλούστευσης κ.λπ.). Αυτό προϋποθέτει κυρίως τα εξής:

6.3.9.1. ένα νέο πνεύμα για τη διοικητική απλούστευση, με προσανατολισμό ανάλογο προς τις ανάγκες του χρήστη, τόσο σε ευρωπαϊκό επίπεδο - με έναν κατάλληλο κώδικα συμπεριφοράς των θεσμικών οργάνων της Ένωσης - όσο και στο επίπεδο των κρατών μελών - τα οποία θα πρέπει να αναλάβουν παράλληλες δεσμεύσεις και να τις εφαρμόσουν σε εθνικό επίπεδο -, με αποτελέσματα ταχέα, συγκεκριμένα και μετρήσιμα·

6.3.9.2. μια βελτίωση των αναλύσεων επίδρασης των νέων κανονιστικών σχεδίων, που να εξασφαλίζει την αυτονομία και την ποιότητά τους· η ΕΟΚΕ αποδίδει μείζονα σημασία στις εν λόγω αναλύσεις επίδρασης και είναι πρόθυμη να προσφέρει τη συμβολή της για την ενίσχυσή τους, στα πλαίσια του συμβουλευτικού της ρόλου.

6.3.10. Τέλος, πρέπει να προωθηθούν οι πρωτοβουλίες των κοινωνικοοικονομικών φορέων, από τις οποίες εξαρτάται η προσαρμογή της Ευρώπης στο νέο οικονομικό και κοινωνικό της περιβάλλον. Οι πρωτοβουλίες αυτές πρέπει να συνοδεύουν πιο συστηματικά τις οικονομικές και κοινωνικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και να αυξάνουν τη θετική τους επίδραση. Θα έπρεπε να υποστηρίζονται περισσότερο από τις δημόσιες αρχές, και τις ευρωπαϊκές και τις εθνικές. Αυτό προϋποθέτει κυρίως:

6.3.10.1. περισσότερα περιθώρια ελευθεριών και ευθυνών, κυρίως σε ευρωπαϊκή κλίμακα, με διασφάλιση, ταυτόχρονα, μιας αποτελεσματικότερης εφαρμογής της επανεστιασμένης ρύθμισης·

6.3.10.2. μια καλύτερη προσφυγή σε προσεγγίσεις αυτορρύθμισης και από κοινού ρύθμισης, στα πλαίσια μιας εταιρικής σχέσης με τις δημόσιες αρχές, κυρίως στα πεδία που αφορούν τον κοινωνικό διάλογο, την επαγγελματική αναγνώριση, τις υπηρεσίες, την προστασία του περιβάλλοντος, το εμπόριο και τους καταναλωτές.

6.4. Καταλήγοντας, η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί ότι οι απαραίτητες για την ανταγωνιστικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις αφενός, θα υποστηρίζονται από επαναδραστηριοποίηση της οικονομικής ανάπτυξης, μέσω της ολοκλήρωσης της ενιαίας αγοράς και της ανάπτυξης διευρωπαϊκών επενδύσεων, και, αφετέρου, θα συζητούνται καλύτερα, θα γίνονται καλύτερα κατανοητές και θα κατανέμονται καλύτερα μεταξύ των πολιτικών ιθυνόντων και των παραγόντων της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών. Το ζητούμενο είναι η βελτιστοποίηση της αγοράς της Ευρώπης, μέσω της δραστικότερης ενεργοποίησης της ικανότητάς της για αυτόνομη ανάπτυξη και της εξασφάλισης της καλύτερης αμοιβαίας επίτασης των απαιτούμενων προς τούτο προσπαθειών. Η αποτελεσματικότητα της επίδρασης των μεταρρυθμίσεων αυτών, σε μια δύσκολη οικονομική και κοινωνική συγκυρία, και επομένως η επιτυχία ή η αποτυχία τους, θα εξαρτηθούν τελικά από το εάν δεν αποφασίζονται και καθοδηγούνται μόνο "έμπροσθεν", από τους πολιτικούς ιθύνοντες, από νόμους και κανονισμούς, αλλά επίσης, και κυρίως, αναλαμβάνονται και υποστηρίζονται "όπισθεν", από τους οικονομικούς και κοινωνικούς παράγοντες, βάσει της ιδιαίτερης ικανότητάς τους ως συμβατικών εταίρων και ως δημιουργών πρωτοβουλιών "επί τόπου".

Βρυξέλλες, 30 Οκτωβρίου 2003.

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Roger Briesch

(1) www.unice.org/lisbon.

(2) "Οι ηλικιωμένοι εργαζόμενοι", ΕΕ C 14 της 16.1.2001.

(3) "Καταστατικό ευρωπαϊκής εταιρείας για τις ΜΜΕ", ΕΕ C 125 της 27.5.2002.