52003AE0741

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την "Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις επενδυτικές υπηρεσίες και τις ρυθμιζόμενες αγορές, και για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/εοκ του Συμβουλίου και 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου" (COM(2002) 625 τελικό — 2002/0269 (COD))

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 220 της 16/09/2003 σ. 0001 - 0005


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την "Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις επενδυτικές υπηρεσίες και τις ρυθμιζόμενες αγορές, και για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/εοκ του Συμβουλίου και 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου"

(COM(2002) 625 τελικό - 2002/0269 (COD))

(2003/C 220/01)

Στις 16 Δεκεμβρίου 2002, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης ΕΚ, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την ανωτέρω πρόταση.

Το ειδικευμένο τμήμα "Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση", στο οποίο ανατέθηκαν οι προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 4 Ιουνίου 2003. Εισηγήτρια ήταν η κυρία Boving.

Κατά την 400ή σύνοδο ολομελείας της 18ης και 19ης Ιουνίου 2003 (συνεδρίαση της 18ης Ιουνίου), η ΕΟΚΕ υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 60 ψήφους υπέρ και 1 αποχή.

1. Περίληψη του εγγράφου της Επιτροπής

1.1. Η οδηγία του 1993 για τις επενδυτικές υπηρεσίες καθορίζει τους όρους με τους οποίους οι επιχειρήσεις επενδύσεων και οι τράπεζες, που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας, θα μπορούσαν να παράσχουν ορισμένες υπηρεσίες σε άλλα κράτη μέλη.

1.2. Η ισχύουσα οδηγία δεν αποτελεί πλέον ένα αποτελεσματικό πλαίσιο για την προσφορά επενδυτικών υπηρεσιών σε διασυνοριακή βάση στην ΕΕ:

- δεν εξασφαλίζει το βαθμό εναρμόνισης που θα ήταν αναγκαίος για την αμοιβαία αναγνώριση των αδειών λειτουργίας των επιχειρήσεων επενδύσεων,

- οι κανόνες προστασίας των επενδυτών που περιέχει δεν είναι προσαρμοσμένοι στα σημερινά δεδομένα,

- δεν καλύπτει το πλήρες φάσμα των υπηρεσιών που προσφέρονται στους επενδυτές,

- δεν αντιμετωπίζει τα ρυθμιστικά και ανταγωνιστικά θέματα που ανακύπτουν κατά τον ανταγωνισμό των χρηματιστηρίων μεταξύ τους και με τις νέες υποδομές εκτέλεσης εντολών,

- ακολουθεί μια προσέγγιση που βασίζεται στην παροχή διακριτικής ευχέρειας για τη ρύθμιση των διαρθρώσεων των αγορών,

- δεν έχει θέσει ενιαία βάση για τη διασυνοριακή συνεργασία,

- οι διατάξεις της οδηγίας για τις επενδυτικές υπηρεσίες δεν είναι ούτε επαρκώς ευέλικτες, ούτε προσαρμοσμένες στη σημερινή κατάσταση.

1.3. Στόχος της προτεινόμενης οδηγίας είναι να διασφαλισθεί η προστασία των επενδυτών και η ακεραιότητα της αγοράς, με τον καθορισμό εναρμονισμένων απαιτήσεων για τη δραστηριότητα των εγκεκριμένων διαμεσολαβητών, καθώς και η προώθηση δίκαιων, διαφανών, αποτελεσματικών και ενοποιημένων χρηματοπιστωτικών αγορών. Η εν λόγω οδηγία αποσκοπεί να δημιουργήσει ένα ρυθμιστικό πλαίσιο που θα επιβάλλει υποχρεώσεις προσαρμοσμένες στον κίνδυνο που αναλαμβάνουν οι διάφοροι συμμετέχοντες στην αγορά. Χάρη στην εναρμόνιση των κανόνων για τις συναλλαγές με πελάτες ή για λογαριασμό πελατών, τη διαπραγμάτευση για ίδιο λογαριασμό και την προώθηση της διαφανούς λειτουργίας των οργανωμένων συστημάτων διαπραγμάτευσης, η νέα οδηγία για τις επενδυτικές υπηρεσίες διευκολύνει την ενοποίηση των δευτερογενών αγορών χρηματοπιστωτικών μέσων. Σημαντικά μέσα για την επίτευξη του εν λόγω στόχου είναι:

- οι κανόνες για την εναρμόνιση του περιεχομένου και της μορφής δημοσίευσης των πληροφοριών που πρέπει να παρέχουν οι εκδότες,

- η διασφάλιση της ακεραιότητας της αγοράς και, η πρόληψη των καταχρηστικών πρακτικών στην αγορά,

- η αξιοποίηση από τους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων των ελευθεριών της ενιαίας αγοράς,

- η αύξηση της αποτελεσματικότητας και της ανταγωνιστικότητας μεταξύ των συστημάτων εκκαθάρισης και διακανονισμού διασυνοριακών συναλλαγών.

2. Λεπτομέρειες της πρότασης

2.1. Μια αποτελεσματική, διαφανής και ενοποιημένη υποδομή διαπραγμάτευσης

2.1.1. Οι πελάτες δικαιούνται να πιστεύουν ότι οι χρηματιστές-διαπραγματευτές ενεργούν με τρόπο που εξυπηρετεί καλύτερα τα συμφέροντά τους. Για το λόγο αυτό, η παρούσα πρόταση προβλέπει την ιδιαίτερη προστασία του επενδυτή κατά την εσωτερική εκτέλεση.

2.1.2. Οι κανόνες του παιχνιδιού θα πρέπει να οριστούν κατά τρόπο ώστε η εκτέλεση των εντολών να γίνεται με τρόπο που εξυπηρετεί τα συμφέροντα των επενδυτών και τη συνολική αποτελεσματικότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

2.1.3. Οι κίνδυνοι που απειλούν την προστασία των επενδυτών και την αποτελεσματικότητα της αγοράς θα πρέπει να εξαλειφθούν. Συνεπώς, απαιτείται η θέσπιση δέσμης μέτρων που θα εξασφαλίζουν ότι η διασπορά της διαπραγμάτευσης μεταξύ πολλαπλών αγορών και ποικίλων διαύλων εκτέλεσης δεν κατακερματίζει τη ρευστότητα και δεν εμποδίζει τους συμμετέχοντες στην αγορά να εντοπίζουν αμοιβαίως επωφελείς δυνατότητες συναλλαγών. Το επίκεντρο αυτής της δέσμης μέτρων είναι ένα καθεστώς πραγματικής διαφάνειας, το οποίο αποσκοπεί να εξασφαλίσει ότι οι συμμετέχοντες στην αγορά σε όλη την ΕΕ έχουν στη διάθεσή τους κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με τους όρους των τελευταίων συναλλαγών και τις τρέχουσες ευκαιρίες συναλλαγών, τις διαθέσιμες υποδομές διαπραγμάτευσης και τα άλλα σημεία εκτέλεσης.

2.1.4. Στον ανταγωνισμό και την καινοτομία θα πρέπει να επιβληθούν οι λιγότεροι δυνατοί περιορισμοί. Οι διαφορές στη ρυθμιστική αντιμετώπισή τους δεν πρέπει να μειώνουν την ικανότητα των χρηματιστηρίων και των άλλων σχετικών θεσμικών πλαισίων που υπόκεινται σε ειδικό καθεστώς.

2.1.5. Η οδηγία αποσκοπεί να εισάγει ένα συνεπές και κατάλληλο για την αντιμετώπιση των διαφόρων κινδύνων πλαίσιο για τη ρύθμιση των κυριότερων ειδών υποδομών εκτέλεσης εντολών:

- προτείνει ρυθμιστικές παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση των ειδικών κινδύνων που απειλούν την προστασία των επενδυτών και την αποτελεσματικότητα της αγοράς,

- λαμβάνει υπόψη τις ανταγωνιστικές και ρυθμιστικές αλληλεπιδράσεις που συνεπάγεται η ύπαρξη διαφορετικών υποδομών και μεθόδων διαπραγμάτευσης που υπόκεινται όμως σε ποικίλες παραλλαγές των ρυθμίσεων που διέπουν τις αγορές και τους επενδυτές.

2.1.6. Συνεπώς, κεντρική σημασία έχει ένα πλήρες σύνολο κανόνων για τη διαφάνεια των αναγκαίων για τη διαπραγμάτευση πληροφοριών. Οι σχετικές υποχρεώσεις διαφάνειας αποσκοπούν να επιτρέψουν την αποτελεσματική, σε πραγματικό χρόνο και σε διασυνοριακή βάση αλληλεπίδραση των θέσεων διαπραγμάτευσης. Για το λόγο αυτό, προβλέπονται διαβαθμίσεις της διαφάνειας.

2.1.7. Η οδηγία θα πρέπει να διασφαλίσει ότι η εξωχρηματιστηριακή εκτέλεση των εντολών πελατών γίνεται, μόνον εάν μπορεί να αποδειχθεί ότι εξυπηρετεί με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντά τους. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων θα υποχρεωθούν να αξιολογούν τακτικά τις διάφορες υποδομές εκτέλεσης εντολών για να διαπιστώσουν ποια από αυτές προσφέρει τους πλέον ευνοϊκούς όρους για τη διενέργεια συναλλαγών.

2.1.8. Η πρόταση διατηρεί το καθεστώς και τους όρους αδειοδότησης των ρυθμιζόμενων αγορών. Επιπροσθέτως, αποσκοπεί να θεσπίσει ένα σύνολο κοινών αρχών υψηλού επιπέδου όσον αφορά την αδειοδότηση, τη ρύθμιση και την εποπτεία των ρυθμιζόμενων αγορών, αρχές όπως:

- ο σαφής προσδιορισμός της αρμόδιας αρχής και του εφαρμοστέου δίκαιου,

- η επιβολή απαιτήσεων στον φορέα εκμετάλλευσης της αγοράς,

- εισαγωγή ενός συνόλου υποχρεώσεων διαφάνειας πριν και μετά τη διαπραγμάτευση.

2.1.9. Η πρόταση ορίζει τις αρχές με βάση τις οποίες μια ρυθμιζόμενη αγορά μπορεί να εισάγει χρηματοπιστωτικά μέσα προς διαπραγμάτευση με τα συστήματά της και προβλέπει ότι τα λεπτομερή εκτελεστικά μέτρα για την εφαρμογή των αρχών αυτών εκπονούνται στο επίπεδο 2 της νομοθεσίας. Η εκάστοτε ρυθμιζόμενη αγορά πρέπει να εφαρμόζει γενικές απαιτήσεις εισαγωγής, οι οποίες έχουν εγκριθεί προηγουμένως από τις δημόσιες αρχές και αποσκοπούν να εξασφαλίσουν την ελεύθερη μεταβίβαση και τον αποτελεσματικό διακανονισμό των διαπραγματευόμενων μέσων. Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να αναφερθούν τα εξής:

- προσθήκη της εκμετάλλευσης μιας πολυμερούς διευκόλυνσης συναλλαγών (ΠΔΣ) στον κατάλογο των βασικών υπηρεσιών της οδηγίας για τις επενδυτικές υπηρεσίες. Αυτό θα επιτρέψει στις οντότητες που εκμεταλλεύονται τα συστήματα αυτά να λαμβάνουν άδεια λειτουργίας ως επιχειρήσεις επενδύσεων που υπόκεινται σε ειδικό ρυθμιστικό καθεστώς,

- οργανωτικές απαιτήσεις για τις ΠΔΣ,

- υποχρεώσεις διαφάνειας πριν και μετά τις συναλλαγές σε μετοχές που καταρτίζονται σε ΠΔΣ,

- μη εφαρμογή των υποχρεώσεων επιμέλειας των διαμεσολαβητών για τις συναλλαγές που καταρτίζονται στις ΠΔΣ.

2.1.10. Η πρόταση οδηγίας προβλέπει τη συστηματική υποχρέωση των επιχειρήσεων επενδύσεων που εκτελούν εντολές χωρίς τους κανόνες και τα συστήματα μιας ρυθμιζόμενης αγοράς ή μιας ΠΔΣ. Προβλέπονται τα ακόλουθα:

- εισαγωγή χωριστής διάταξης για τις συγκρούσεις συμφερόντων,

- ενίσχυση των υποχρεώσεων καλής εκτέλεσης,

- καθιέρωση κανόνων επεξεργασίας των εντολών πελατών,

- υποχρεώσεις διαφάνειας μετά τη διαπραγμάτευση, σύμφωνα με τις οποίες προτείνεται να επιβληθεί σε όλες τις επιχειρήσεις επενδύσεων που καταρτίζουν συναλλαγές σε μετοχικούς τίτλους υποχρέωση να ανακοινώνουν δημόσια, στο μέτρο του δυνατού σε πραγματικό χρόνο, την τιμή και τον όγκο των καταρτιζόμενων συναλλαγών,

- υποχρεώσεις διαφάνειας πριν από τη διαπραγμάτευση: Η πρόταση προβλέπει να επιβληθούν στις επιχειρήσεις επενδύσεων υποχρεώσεις διαφάνειας πριν από τις συναλλαγές υπό μορφή κανόνα γνωστοποίησης των οριακών εντολών των πελατών τους και κανόνα ανακοίνωσης των τιμών για τις εντολές μικροεπενδυτών για συναλλαγές σε μετοχές,

- περιορισμός της υποχρέωσης για ανακοίνωση τιμών στις συναλλαγές μικροεπενδυτών σε μετοχές μεγάλης εμπορευσιμότητας.

2.2. Η προστασία των επενδυτών και το καθεστώς της επιχείρησης επενδύσεων

2.2.1. Η προτεινόμενη οδηγία στοχεύει στην εναρμόνιση των όρων αρχικής αδειοδότησης και λειτουργίας των επιχειρήσεων επενδύσεων.

2.2.2. Η πρόταση αποσκοπεί να εκσυγχρονίσει και να ενισχύσει σε βάθος τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των επιχειρήσεων επενδύσεων:

- προϋπόθεση για την αδειοδότηση και τη λειτουργία της επιχείρησης επενδύσεων αποτελεί η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις αρχικού και μόνιμου κεφαλαίου. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που παρέχουν μόνο επενδυτικές συμβουλές πρέπει να απαλλαγούν από την υποχρέωση που επιβάλλει η οδηγία για την επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων,

- οι επιχειρήσεις επενδύσεων θα υποχρεούνται να εντοπίζουν, πρώτον, τις συγκρούσεις συμφερόντων που προκύπτουν στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων τους και ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά τα συμφέροντα των πελατών τους. Στη συνέχεια, οι επιχειρήσεις επενδύσεων θα πρέπει να λαμβάνουν οργανωτικά και διοικητικά μέτρα που θα τους επιτρέπουν να διαχειρίζονται αυτές τις συγκρούσεις συμφερόντων κατά τρόπο ώστε να μην επηρεάζονται αρνητικά τα συμφέροντα των πελατών.

2.3. Κανόνες επαγγελματικής δεοντολογίας κατά την παροχή υπηρεσιών σε πελάτες

2.3.1. Η εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων προσέκρουσε στην έλλειψη διαφάνειας στην ερμηνεία βασικών λειτουργικών εννοιών και την ασάφεια όσον αφορά το ρόλο των αρμόδιων αρχών της χώρας καταγωγής και της χώρας υποδοχής στον έλεγχο της τήρησης αυτών των υποχρεώσεων. Η οδηγία προβλέπει τον καθορισμό σαφών και νομικά δεσμευτικών κατευθύνσεων για την εφαρμογή των προαναφερθέντων γενικών αρχών.

2.3.2. Ένας από τους βασικούς στόχους της οδηγίας είναι η ενσωμάτωση χωριστής διάταξης που ορίζει τις υποχρεώσεις βέλτιστης εκτέλεσης των χρηματιστών-διαπραγματευτών:

- όλες οι επιχειρήσεις επενδύσεων που ενεργούν για λογαριασμό πελατών, υποχρεούνται να επιδεικνύουν την προσήκουσα επιμέλεια προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι η εντολή εκτελείται με τους πλέον ευνοϊκούς για τους πελάτες όρους.

- μια επιχείρηση επενδύσεων υποχρεούται να παρέχει μια ένδειξη για τις συνθήκες υπό τις οποίες μπορεί να θεωρηθεί ότι κατέβαλε εύλογες προσπάθειες για να επιτύχει τη βέλτιστη εκτέλεση για λογαριασμό του πελάτη της.

- μια επιχείρηση επενδύσεων υποχρεούται να επανεξετάζει τακτικά τις διαδικασίες που χρησιμοποιεί για να επιτύχει τη βέλτιστη εκτέλεση για τους πελάτες της.

- οι κανόνες με τους οποίους γίνεται η επεξεργασία των εντολών που δίνουν οι πελάτες προβλέπουν ότι ο επενδυτής πρέπει να έχει πλήρη επίγνωση των διαφόρων διαύλων μέσω των οποίων μπορεί να εκτελεστεί η εντολή του.

2.4. Προτείνεται να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, προκειμένου να συμπεριληφθούν ορισμένες δραστηριότητες που συνεπάγονται υπηρεσίες σε ή συναλλαγές με επενδυτές οι οποίες έχουν χρηματοπιστωτικό χαρακτήρα, προσφέρονται ευρέως στους επενδυτές ή τους συμμετέχοντες στην αγορά και/ή ενέχουν κινδύνους για τους επενδυτές ή την αγορά. Επιπλέον, προτείνεται να αναγνωριστεί η παροχή επενδυτικών συμβουλών ως αυτόνομη και όλο και πιο σημαντική χρηματοοικονομική δραστηριότητα. Η πρόταση επιδιώκει να δημιουργήσει μια κατάσταση στην οποία η υπαγωγή στο ρυθμιστικό της πλαίσιο δεν επιβάλλει αδικαιολόγητα ή υπερβολικά επαχθή ρυθμιστικά βάρη στους επενδυτικούς συμβούλους. Η χρηματοοικονομική έρευνα πρέπει να διέπεται από υψηλά επαγγελματικά και ηθικά πρότυπα. Προτείνεται να υπαχθούν τα παράγωγα μέσα εμπορευμάτων στο πεδίο εφαρμογής της νέας οδηγίας. Ο ορισμός που επιλέχθηκε για τα μέσα αυτά περιλαμβάνει ορισμένα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης που διαπραγματεύονται σε ρυθμιζόμενες αγορές και διακανονίζονται με παράδοση του υποκειμένου, εάν τα συμβόλαια αυτά έχουν χαρακτηριστικά χρηματοπιστωτικών μέσων.

2.5. Ιδιαιτερότητες

Η οδηγία περιορίζει την κάλυψη της εκκαθάρισης και του διακανονισμού στα δικαιώματα που πρέπει να εξασφαλιστούν στις επιχειρήσεις επενδύσεων και στα μέλη των ρυθμιζόμενων αγορών ως προς τις δυνατότητες πρόσβασης ή επιλογής υποδομών εκκαθάρισης και διακανονισμού εγκατεστημένων σε άλλα κράτη μέλη.

3. Γενικές παρατηρήσεις

3.1. Η αναθεώρηση της οδηγίας για τις επενδυτικές επιχειρήσεις έχει καθοριστική σημασία για τις συναλλαγές τίτλων. Για το λόγο αυτό, η έκδοση νέας οδηγίας κρίνεται απαραίτητη και το σχέδιο οδηγίας κατ' αρχήν επικροτείται. Επιδοκιμάζονται, επίσης, ιδιαιτέρως οι στόχοι του σχεδίου για διασφάλιση της προστασίας των επενδυτών και ενίσχυση της ακεραιότητας της αγοράς. Ωστόσο, η απαραίτητη προστασία των επενδυτών δεν θα πρέπει να οδηγήσει σε μονοπωλιακή μεταχείριση, η οποία ουσιαστικά θα καταργήσει την ελεύθερη και ανεξάρτητη παροχή επενδυτικών συμβουλών και η ρύθμιση δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τον απαραίτητο βαθμό για την προστασία των πελατών και, συγχρόνως, για τη διασφάλιση της ανταγωνιστικής ικανότητας.

4. Ειδικές παρατηρήσεις

4.1. Οι προτάσεις του σχεδίου της Επιτροπής σχετικά με την εσωτερίκευση των εντολών βαίνουν προς τη σωστή κατεύθυνση. Ωστόσο δε θα πρέπει να παραβλεφθεί το γεγονός ότι η εσωτερίκευση εντολών προκαλούν την απώλεια της ρευστότητας των ρυθμιζόμενων χρηματοπιστωτικών αγορών (τα χρηματιστήρια). Μπορεί τα συστήματα εσωτερικής εκτέλεσης εντολών να επωφελούνται από τις τιμές που καθορίζονται σε ρυθμιζόμενη αγορά (χρηματιστηριακές τιμές) και να εισαγάγουν τις τιμές αυτές ως τιμές αναφοράς στο δικό τους σύστημα (price-taking), αλλά δε συμβάλλουν με τη σειρά τους στην επακόλουθη εξέλιξη των τιμών εφόσον δεν εκτελούν τις εντολές αγοράς/πώλησης στη ρυθμιζόμενη αγορά. Συνεπώς, θα ήταν σκόπιμο να υποχρεούνται οι επενδυτικές επιχειρήσεις που εκτελούν συστηματικά τις εντολές εσωτερικά, να συμμετάσχουν στην ανάλογη αγορά αναφοράς ως παράγοντες της αγοράς (market maker) ώστε να συμβάλουν κατ' αυτόν τον τρόπο στη ρευστότητα της αγοράς. Αυτή η συμβολή στη ρευστότητα θα πρέπει να επεκτείνεται σε όλους τους τίτλους που αποτέλεσαν αντικείμενο του συστήματος εσωτερικής εκτέλεσης.

4.2. Πρέπει να χαιρετιστεί το γεγονός ότι το σχέδιο οδηγίας ρυθμίζει στο πλαίσιο προληπτικής εποπτείας το ζήτημα του ανταγωνισμού μεταξύ χρηματιστηρίων, πολυμερών διευκολύνσεων συναλλαγών και συστημάτων εσωτερικής εκτέλεσης. Γενικά επιδοκιμάζεται η επιβολή πιο δεσμευτικών υποχρεώσεων όσον αφορά τη διαφάνεια. Ωστόσο, θα έπρεπε να αναπτυχθεί περισσότερο και να οριστεί σαφώς η ρύθμιση σχετικά με τις υποχρεώσεις διαφάνειας πριν από τη διαπραγμάτευση. Ένα τόσο σημαντικό ζήτημα όπως η διαφάνεια πριν από τη διαπραγμάτευση θα πρέπει, στο μέτρο του δυνατού, να αποφασιστεί οριστικά στο επίπεδο 1.

4.3. Πρέπει να χαιρετιστεί, επίσης, το γεγονός ότι η πρόταση οδηγίας ορίζει την παροχή επενδυτικών συμβουλών ως ξεχωριστή επενδυτική υπηρεσία. Ως εκ τούτου, υπογραμμίζεται ιδιαιτέρως ο διαχωρισμός συμβουλευτικών και μη συμβουλευτικών επενδυτικών υπηρεσιών. Αντιστοίχως, σε περίπτωση που οι συμβουλευτικές διαδικασίες δεν προσδιορίζονται βάσει συμβάσεων, το εύρος των υποχρεώσεων μιας επενδυτικής επιχείρησης θα πρέπει να περιορίζεται στην παροχή των αναγκαίων πληροφοριών που θα διαβαθμίζεται σύμφωνα με την επαγγελματική οντότητα του πελάτη. Για να διασφαλιστεί ότι θα είναι δυνατή και στο μέλλον η δραστηριότητα αποκλειστικής εκτέλεσης εντολών, είναι επιθυμητή η λεπτομερής ρύθμιση των εν λόγω επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.

4.4. Η διάκριση μεταξύ επαγγελματιών και μη επαγγελματιών πελατών στο σχέδιο δεν αποτελεί συνήθη πρακτική των κρατών μελών. Για το λόγο αυτό, θα ήταν σκόπιμο κατά το διαχωρισμό να λαμβάνονται υπόψη, στο μέτρο του δυνατού, τόσο οι γνώσεις όσο και η πείρα του εκάστοτε πελάτη σε ό,τι αφορά τις επενδυτικές δραστηριότητες καθώς και οι ατομικές του ανάγκες. Επιπλέον, θα πρέπει να διασφαλίζεται η γενικότερη προστασία των υφιστάμενων πελατειακών σχέσεων.

4.5. Οι απαραίτητες πληροφορίες, όπως ορίζονται στο άρθρο 18, θα πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα να παρέχονται τυποποιημένες.

4.6. Θα ήταν θεμιτό να συνδυαστεί η εξουσιοδότηση θέσπισης εκτελεστικών διατάξεων που διέπουν τους κανόνες δεοντολογίας (άρθρο 18, εδ. 9) με την εκ των προτέρων διεξαγωγή ανάλυσης κόστους-ωφέλειας. Παρόμοιο αίτημα έχει εκφράσει και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

4.7. Θα πρέπει, κατ' αρχήν, να χαιρετιστούν οι προτάσεις που αφορούν τη βέλτιστη εκτέλεση των εντολών. Η αντίστοιχη ρύθμιση στο άρθρο 19, παράγραφος 1 της πρότασης οδηγίας θα πρέπει, ωστόσο, να έχει μόνο προγραμματικό χαρακτήρα και στόχο τον προσδιορισμό της έννοιας "εκτέλεση εντολών με τους πλέον ευνοϊκούς όρους". Επομένως, η σαφής υποχρέωση συμπεριφοράς και οργάνωσης, όπως προκύπτει από το άρθρο 19, παράγραφος 2, απαιτεί από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να λαμβάνουν τα κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέσα προκειμένου να διασφαλίζουν τη εκτέλεση εντολών με τους πλέον ευνοϊκούς όρους.

4.8. Σε ό,τι αφορά την εκτέλεση εντολής με τους πλέον ευνοϊκούς όρους, θα πρέπει να γίνει διαχωρισμός ανάλογα με το είδος των επιχειρηματικών δράσεων. Η ρύθμιση θα πρέπει να εφαρμοστεί μόνον όταν οι εντολές δε διαδραματίζονται σε ρυθμιζόμενη αγορά. Σε αυτή την περίπτωση, θα πρέπει να αποδειχτεί ότι αυτή η εξωθεσμική εκτέλεση δεν πραγματοποιείται σε καμία περίπτωση με τιμή χαμηλότερη από εκείνη του χρηματιστηρίου. Επίσης, θα πρέπει να δοθεί στις επιχειρήσεις επενδύσεων ένα περιθώριο εκτίμησης για τη βέλτιστη εκτέλεση εντολής, καθώς και η δυνατότητα να συνάπτουν εκ των προτέρων συμφωνία με τον πελάτη σχετικά με τον συνήθη τρόπο εκτέλεσης.

4.9. Στο πλαίσιο της επιτροπολογίας θα πρέπει κατά την αποσαφήνιση των τεχνικών εκτελεστικών μέσων να ληφθούν υπόψη και το είδος των παρεχόμενων υπηρεσιών, το είδος των χρηματοπιστωτικών μέσων καθώς και η διαφορετική επιχειρηματική διάρθρωση των επιχειρήσεων επενδύσεων. Επομένως, προτείνεται να γίνουν προσθήκες στο άρθρο 16, παράγραφος 4, εδάφιο α, σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνουν οι επενδυτικές επιχειρήσεις, διότι θα πρέπει να ληφθεί υπόψη εάν μία επιχείρηση επενδύσεων αντιμετωπίζει κατά κανόνα ή μεμονωμένες περιπτώσεις αντικρουόμενων συμφερόντων.

4.10. Συνεπώς, τα τεχνικά εκτελεστικά μέτρα θα πρέπει να βασιστούν στο πρότυπο ενός προνοητικού και σωστά ενημερωμένου καταναλωτή, ο οποίος μπορεί να λάβει τις επιχειρηματικές του αποφάσεις αυτόνομα.

4.11. Οι ανεκτέλεστες οριακές εντολές θα πρέπει να διαβιβάζονται στη ρυθμιζόμενη αγορά.

4.12. Η συζήτηση σχετικά με τη ρύθμιση των συστημάτων εκκαθάρισης και διακανονισμού είναι επίκαιρη. Πρέπει να διασφαλιστεί ότι το αποτέλεσμα της εν λόγω συζήτησης δεν θα κριθεί εκ των προτέρων.

4.13. Για να μη γίνεται μεταβίβαση κεφαλαίων, ιδιαίτερα σε σχέση με ΜΜΕ, χωρίς άδεια και για να ανταποκρίνεται στις υψηλές απαιτήσεις, πρέπει η οδηγία να μην εφαρμόζεται σε επιχειρήσεις που δέχονται μόνο παραγγελίες για μέρη οργανισμών για γενικές εγκαταστάσεις και τις διαβιβάζουν περαιτέρω χωρίς οι τελευταίες να λαμβάνουν χρήμα των πελατών τους, και οι οποίες, συνεπώς δεν δύνανται ώστε να οφείλουν σε αυτούς τους πελάτες.

Βρυξέλλες, 18 Ιουνίου 2003.

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Roger Briesch