52002PC0185

Πρόταση κανονισμός του Συμβουλίου για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής /* COM/2002/0185 τελικό - CNS 2002/0114 */

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. 203 E της 27/08/2002 σ. 0284 - 0303


Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής

(που υποβλήθηκε από την Επιτροπή)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Εισαγωγή

Η συνημμένη πρόταση προορίζεται να καταστεί ένας νέος κανονισμός-πλαίσιο για την Κοινή Αλιευτική Πολιτική η οποία θα αντικαταστήσει τους κανονισμούς του Συμβουλίου αριθ. 3760/92 και 101/76.

Η "Ανακοίνωση για τη μεταρρύθμιση της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής ("Χάρτης πορείας")", η οποία συνοδεύει την παρούσα πρόταση, παρουσιάζει το ιστορικό και τους βασικούς στόχους της διαδικασίας μεταρρύθμισης της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής.

Κεφάλαιο I Πεδίο εφαρμογής και Στόχοι

Η Κοινή Αλιευτική Πολιτική θα πρέπει να καλύπτει όλες τις δραστηριότητες εκμετάλλευσης ψαριών, οστρακόδερμων και μαλακίων (που αναφέρονται στην πρόταση ως έμβιοι υδρόβιοι πόροι). Τα μέτρα στο πλαίσιο της πολιτικής θα πρέπει να περιλαμβάνουν τη διατήρηση και διαχείριση των πόρων, τους όρους πρόσβασης ύδατα και πόρους, τη διαρθρωτική πολιτική και διαχείριση των στόλων, τον έλεγχο και εφαρμογή, την υδατοκαλλιέργεια, τις αγορές και τις διεθνείς σχέσεις.

Ωστόσο, στην παρούσα πρόταση, τα θέματα της διαρθρωτικής πολιτικής (εκτός των μέτρων που επηρεάζουν τον στόλο) στους τομείς της υδατοκαλλιέργειας, των αγορών και των διεθνών σχέσεων δεν αναπτύσσονται περαιτέρω. Αυτό θα πραγματοποιηθεί είτε σε μεταγενέστερο στάδιο με πρόσθετες πρωτοβουλίες της Επιτροπής στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης (υδατοκαλλιέργεια και διεθνείς σχέσεις) ή τα θέματα αυτά αποτελούν ήδη αντικείμενο της κοινοτικής νομοθεσίας, η οποία, κατά την άποψη της Επιτροπής, δεν θα πρέπει να υποστεί αναθεώρηση στο παρόν στάδιο (κοινή οργάνωση αγορών προϊόντων αλιείας και διαρθρωτικά μέτρα που δεν αφορούν τον στόλο). Η παρούσα πρόταση επικεντρώνεται στη διατήρηση των ιχθυαποθεμάτων και στα συναφή μέτρα περιορισμού των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της αλιείας με στόχο την προσαρμογή της αλιευτικής ικανότητας και τον έλεγχο και την εφαρμογή των κανόνων της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής. Αφορά επίσης διαδικασίες για τη λήψη αποφάσεων και τη διαβούλευση.

Ο βασικός στόχος της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής είναι η διασφάλιση της εκμετάλλευσης των έμβιων υδρόβιων πόρων υπό βιώσιμους περιβαλλοντικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς όρους.

Η Κοινότητα χρειάζεται ένα νέο πλαίσιο το οποίο να παρέχει τη βάση για συνεκτικά μέτρα διαχείρισης της αλιείας, τα οποία θα στηρίζονται στην αρχή της πρόληψης. Tο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να είναι σαφές ως προς τις ευθύνες σε κοινοτικό, εθνικό και τοπικό επίπεδο, να προβλέπει διαδικασίες λήψης αποφάσεων που θα στηρίζονται σε έγκυρες επιστημονικές συμβουλές, να διευκολύνει την ευρεία συμμετοχή των παραγόντων και να διασφαλίζει τη συνεκτικότητα με άλλες κοινοτικές πολιτικές.

Κεφάλαιο II Διατήρηση και βιωσιμότητα

Ο βασικός παράγων που εμπλέκεται στη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των υδρόβιων θαλάσσιων πόρων, ο οποίος μπορεί να ελεγχθεί μέσω της διαχείρισης, είναι το ποσοστό θνησιμότητας λόγω της αλιείας, το οποίο είναι η αναλογία ενός πληθυσμού ψαριών η οποία αλιεύεται κάθε έτος. Άλλοι σημαντικοί παράγοντες είναι σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό προβλέψιμοι, αλλά δεν μπορούν να ελεγχθούν από τους διαχειριστές της αλιείας. Η διατήρηση των αλιευόμενων πληθυσμών και η βιώσιμη ανάπτυξή τους επιτυγχάνεται, ως εκ τούτου, με τον έλεγχο του ποσοστού της θνησιμότητας λόγω της αλιείας.

Ένας δεύτερος στόχος της διαχείρισης είναι η ελαχιστοποίηση της επίπτωση των αλιευτικών δραστηριοτήτων στα θαλάσσια οικοσυστήματα και ιδίως στα είδη που δεν αποτελούν στόχο της αλιείας, καθώς και στους ευαίσθητους οικότοπους.

Υπάρχουν ορισμένες μέθοδοι για την επίτευξη των στόχων αυτών. Οι μέθοδοι αυτοί αφορούν περιορισμούς των αλιευμάτων (δηλαδή περιορισμό της παραγωγής της αλιείας), περιορισμούς της αλιευτικής προσπάθειας (δηλαδή περιορισμό των χρησιμοποιούμενων μέσων για την αλιεία) καθώς και διάφορα μέτρα που αποσκοπούν στην προστασία νεαρών ψαριών ή ειδών που δεν αποτελούν στόχο της αλιείας (τα οποία συνήθως αναφέρονται ως τεχνικά μέτρα). Για τη στήριξη των βασικών αυτών στοιχείων, είναι επιθυμητός ο καθορισμός στόχων που να στηρίζονται σε επιστημονικά δεδομένα όσον αφορά τα ποσοστά θνησιμότητας λόγω της αλιείας και τα μεγέθη των πληθυσμών, ο καθορισμός του αριθμού και τύπου αλιευτικών σκαφών που επιτρέπεται να αλιεύουν και, όπου είναι δυνατόν, η θέσπιση πρωτοβουλιών για την προαγωγή αλιευτικών πρακτικών με τις οποίες να αποφεύγεται η αλίευση νεαρών ψαριών ή ειδών που δεν αποτελούν στόχο της αλιείας. Η Επιτροπή προτείνει τη χρήση όλων αυτών των στοιχείων στην κοινοτική προσέγγιση.

Επιπροσθέτως, η Επιτροπή προτείνει την απομάκρυνση της Κοινότητας από την τρέχουσα πρακτική λήψης αποφάσεων για τη διαχείριση των ιχθυαποθεμάτων σε ετήσια βάση. Η πρακτική αυτή δεν οδήγησε σε μείωση των ποσοστών θνησιμότητας λόγω της αλιείας στο βαθμό που απαιτείται και επέτρεψε την επιδείνωση της κατάστασης πολλών ιχθυαποθεμάτων.

Η Επιτροπή προτείνει τη στρατηγική διαχείριση των ιχθυαποθεμάτων σε πολυετή βάση και κατά τρόπον ώστε, όπου απαιτείται, τα αποθέματα να αναδημιουργούνται σε βιώσιμα επίπεδα και κατόπιν να διατηρούνται στα επίπεδα αυτά. Η προσέγγιση αυτή θα είναι υποχρεωτική για αποθέματα τα οποία βρίσκονται εκτός ασφαλών βιολογικών ορίων. Τα πολυετή σχέδια διαχείρισης πρέπει να προβλέπουν στόχους, οι οποίοι λαμβάνουν υπόψη τις επιστημονικές συμβουλές και σύμφωνα με τους οποίους θα μπορεί να υπολογίζεται η κατάσταση των αποθεμάτων. Θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνουν καθορισμένες στρατηγικές αλίευσης, οι οποίες θα προκαθορίζουν τη μέθοδο που πρέπει να χρησιμοποιείται για τον καθορισμό των ορίων αλιευμάτων και αλιευτικής προσπάθειας.

Η Επιτροπή προτείνει να αποφασίζονται από το Συμβούλιο τα στρατηγικά στοιχεία των πολυετών σχεδίων διαχείρισης και, μετά το πρώτο έτος εφαρμογής, η περαιτέρω εφαρμογή τους, η οποία θα στηρίζεται ουσιαστικά σε τεχνικά κριτήρια, να αποφασίζεται από την Επιτροπή με τη συνδρομή μιας διαχειριστικής επιτροπής.

Οι περιορισμοί της αλιευτικής προσπάθειας (δηλαδή, του χρόνου παραμονής ενός αλιευτικού σκάφους με δεδομένη ισχύ μηχανών στη θάλασσα) θα πρέπει να εξετάζονται μαζί με τους περιορισμούς αλιευμάτων και τα τεχνικά μέτρα δεδομένου ότι αποτελούν ουσιαστικό στοιχείο της πολυετούς διαχείρισης.

Προτείνεται επίσης ένας αριθμός αλλαγών αναφορικά με τα επείγοντα μέτρα και τα εθνικά μέτρα εντός της ζώνης των 12 μιλίων :

- είναι αναγκαία μία διαδικασία με την οποία η Επιτροπή και μπορεί να αποφασίζει για επείγοντα μέτρα προκειμένου να υπάρχει δυνατότητα άμεσων ενεργειών στην περίπτωση σοβαρής απειλής για τη διατήρηση των πόρων. Η παρούσα πρόταση τροποποιεί τα χρονικά όρια που προβλέπονται στον κανονισμό αριθ. 3760/1992 για τη διάρκεια ισχύος των μέτρων αυτών (ένα έτος αντί έξι μηνών), προκειμένου να δοθεί επαρκής χρόνος για την θέσπιση οριστικότερων κοινοτικών μέτρων και προβλέπει διαβούλευση των κρατών μελών εφόσον οι ενέργειες αυτές πραγματοποιούνται κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους

- προτείνεται να επιτρέπεται σε ένα κράτος μέλος να θεσπίζει μέτρα διατήρησης και διαχείρισης, τα οποία δεν εισάγουν διακρίσεις, εντός της ζώνης των 12 μιλίων, τα οποία θα εφαρμόζονται σε όλα τα αλιευτικά σκάφη στην περιοχή. Προβλέπονται διαδικαστικές ασφαλιστικές δικλίδες με τις οποίες τα άλλα κράτη μέλη και τα αρμόδια Περιφερειακά Γνωμοδοτικά Συμβούλια (βλ. Κεφάλαιο VI) θα μπορούν να εκφράζουν σχόλια στην Επιτροπή εάν τα μέτρα πρόκειται να εφαρμοστούν στα σκάφη άλλων κρατών μελών. Το Συμβούλιο μπορεί να λάβει διαφορετική απόφαση εντός 20 εργασίμων ημερών

- προτείνεται να δίδεται άδεια σε κράτη μέλη να λαμβάνουν επείγοντα μέτρα που θα έχουν εφαρμογή σε όλα τα σκάφη, για χρονικό διάστημα μέχρι τριών μηνών, σε ύδατα υπό τη δικαιοδοσία τους, υπό τον όρο ότι υπάρχει σοβαρή και απρόβλεπτη απειλή για τους αλιευτικούς πόρους και υπό τον όρο ότι οποιαδήποτε καθυστέρηση θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα βλάβες, η επανόρθωση των οποίων θα ήταν δύσκολη. Η διάταξη αυτή αποσκοπεί στην αντικατάσταση του άρθρου 45 παράγραφος 2 του κανονισμού του Συμβουλίου αριθ. 850/98, μιας παρόμοιας διάταξης η οποία, ωστόσο, δεν προβλέπει χρονικά όρια. Προβλέπονται διαδικαστικές ασφαλιστικές δικλείδες με τις οποίες τα άλλα κράτη μέλη και τα αρμόδια Περιφερειακά Γνωμοδοτικά Συμβούλια θα μπορούν να εκφράζουν σχόλια στην Επιτροπή εάν τα μέτρα πρόκειται να εφαρμοστούν στα σκάφη άλλων κρατών μελών. Το Συμβούλιο μπορεί να λάβει διαφορετική απόφαση εντός 20 εργασίμων ημερών.

Κεφάλαιο III Προσαρμογή της αλιευτικής ικανότητας

Η Επιτροπή υπογράμμισε επανειλημμένα τις αδυναμίες της κοινοτικής πολιτικής όσον αφορά τον αλιευτικό στόλο. Μη αποτελεσματικά προγράμματα για τη διαχείριση της αλιευτικής ικανότητας καθώς και ακατάλληλα συστήματα ενισχύσεων οδήγησαν σε πλεονάζουσα αλιευτική ικανότητα και, κατά συνέπεια, στην εξάντληση των αποθεμάτων. Οι πολιτικές αυτές πρέπει να αναθεωρηθούν.

Προτείνονται δύο τύποι νέων μέτρων που θα επηρεάσουν τη διάρθρωση του στόλου :

α) μέτρα που επηρεάζουν άμεσα το μέγεθος του στόλου :

- οι περιορισμοί αλιευτικής προσπάθειας, οι οποίοι καθορίζονται βάσει των πολυετών σχεδίων διαχείρισης και οι οποίοι θα προκαλέσουν αναπόφευκτα μειώσεις της αλιευτικής ικανότητας του στόλου.

- ο καθορισμός επιπέδων αναφοράς του στόλου, ανά κράτος μέλος που θα στηρίζονται στους στόχους του ΠΠΠ IV βάσει αναλογίας εισόδων/εξόδων 1 προς 1 θα παρεμποδίσει τη συνολική αύξηση της αλιευτικής ικανότητας του στόλου.

β) συνοδευτικά χρηματοδοτικά μέτρα :

- ο αυστηρός περιορισμός των δημόσιων ενισχύσεων για επενδύσεις σε αλιευτικά σκάφη και η κατάργηση των ενισχύσεων για τη μεταφορά της κοινοτικής πλεονάζουσας αλιευτικής ικανότητας σε τρίτες χώρες θα προκαλέσει περαιτέρω αύξηση της αλιευτικής προσπάθειας.

- η παροχή σε κράτη μέλη υψηλότερων πριμοδοτήσεων διάλυσης σκαφών και, στην περίπτωση που είναι αναγκαίο, συμπληρωματικής κοινοτικής συγχρηματοδότησης, για τα σκάφη που έχουν επηρεαστεί περισσότερο από πολυετή σχέδια διαχείρισης θα ενθαρρύνει την συμπληρωματική οριστική διακοπή αλιευτικών δραστηριοτήτων σκαφών.

Η συνημμένη πρόταση καλύπτει τα μέτρα που προσδιορίζονται στο σημείο (α). άλλες προτάσεις για τα χρηματοδοτικά μέτρα που αναφέρονται στο σημείο (β) παρουσιάζονται ξεχωριστά.

Στην περίπτωση που ο καθορισμός στόχων θνησιμότητας λόγω της αλιείας στο πλαίσιο πολυετών σχεδίων διαχείρισης έχει ως αποτέλεσμα υποχρεωτικούς περιορισμούς της αλιευτικής προσπάθειας, πολλά κράτη μέλη θα χρειαστεί να μειώσουν την αλιευτική ικανότητα προκειμένου να συμμορφωθούν προς τους περιορισμούς αυτούς. Όπως συμβαίνει ήδη, οποιαδήποτε αλιευτική ικανότητα που αποσύρεται με δημόσια ενίσχυση, θα αφαιρείται από τα επίπεδα αναφοράς του στόλου που θα καθορίζονται για κάθε κράτος μέλος. Με την εφαρμογή του συστήματος αυτού, το μέγεθος των εθνικών στόλων θα μειωθεί σταδιακά.

Η πρόταση επίσης προβλέπει τη δυνατότητα καθορισμού νέων παραμέτρων για την αλιευτική ικανότητα του στόλου, οι οποίες θα στηρίζονται στον τύπο των αλιευτικών εργαλείων παρά στην χωρητικότητα και στην ισχύ μηχανών των αλιευτικών σκαφών. Για περισσότερη διαφάνεια, προβλέπει τη βελτίωση της παρακολούθησης του στόλου μέσω μιας αναθεώρησης του κοινοτικού μητρώου του αλιευτικού στόλου και της καθιέρωσης ενός τακτικού διαλόγου σχετικά με την πολιτική που αφορά το στόλο, μέσω μιας ειδικής αξιολόγησης, στην οποία θα συμμετέχουν τόσο τα κράτη μέλη όσο και η Επιτροπή.

Κεφάλαιο IV Πρόσβαση σε ύδατα και πόρους

Η Επιτροπή προτείνει να συνεχιστούν επ´αόριστον, πέραν της 31ης Δεκεμβρίου 2002 οι ισχύοντες περιορισμοί για το δικαίωμα άσκησης αλιευτικών δραστηριοτήτων εντός του ορίου των 12 μιλίων, το οποίο περιορίζει την πρόσβαση σκαφών από παρακείμενα λιμάνια ή σε σκάφη άλλων κρατών μελών τα οποία απολαύουν ιστορικών δικαιωμάτων που κωδικοποιούνται στον κανονισμό του Συμβουλίου αριθ. 3760/92. Οι διατάξεις αυτές μείωσαν την αλιευτική προσπάθεια στις πλέον ευαίσθητες από βιολογικής απόψεως θαλάσσιες περιοχές και δημιούργησαν οικονομική σταθερότητα για τις αλιευτικές δραστηριότητες περιορισμένης κλίμακας. Η συνέχιση της εφαρμογής τους υποστηρίζεται ευρέως.

Για όλα τα υπόλοιπα κοινοτικά ύδατα, η Επιτροπή προτείνει τα κράτη μέλη να έχουν ισότιμη πρόσβαση στους αλιευτικούς πόρους υπό την επιφύλαξη των μέτρων που αποφασίζονται από το Συμβούλιο, ή στο πλαίσιο προσωρινών επειγόντων μέτρων, από την Επιτροπή ή ένα κράτος μέλος.

Η Επιτροπή προτείνει αναθεώρηση της συμβατότητας των κανόνων πρόσβασης εκτός εκείνων που αναφέρονται στις ζώνες των 12 μιλίων των κρατών μελών, ως προς τους στόχους διατήρησης και βιώσιμης εκμετάλλευσης, πριν το τέλος του 2003.

Η Επιτροπή προτείνει τη διατήρηση της κατανομής των κοινοτικών αλιευτικών δυνατοτήτων μεταξύ των κρατών μελών, η οποία στηρίζεται στην αρχή της διατήρησης της σχετικής σταθερότητας των αλιευτικών δραστηριοτήτων. Ωστόσο, προτείνεται να αποφασιστεί μία μέθοδος κατανομής για κάθε ιχθυαπόθεμα από το Συμβούλιο προκειμένου να καταστεί περισσότερο διαφανής η εφαρμογή της αρχής αυτής. Η πρόταση αυτή θα πρέπει επίσης να λάβει υπόψη οποιουσδήποτε ειδικούς όρους κατανομής, όπως είναι οι αποκαλούμενες Προτιμήσεις της Χάγης. Όπως αναφέρεται στην "Ανακοίνωση για τη μεταρρύθμιση της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής", η οποία συνοδεύει την πρόταση, η Επιτροπή θεωρεί ότι η επίτευξη περισσότερο ομαλών οικονομικών συνθηκών στον τομέα της αλιείας θα επιτρέψει μακροπρόθεσμα την αναθεώρηση των ρυθμίσεων αυτών.

Η Επιτροπή υπενθυμίζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ότι το άρθρο 14 παράγραφος 2 του κανονισμού του Συμβουλίου αριθ. 3760/92 για τη θέσπιση κοινοτικού συστήματος για την αλιεία και την υδατοκαλλιέργεια προβλέπει ότι το Συμβούλιο αποφασίζει πριν την 31η Δεκεμβρίου 2002 για τις διατάξεις οι οποίες θα μπορούσαν να αποτελέσουν συνέχεια των ρυθμίσεων που αναφέρονται στο άρθρο 6 του εν λόγω κανονισμού (δηλαδή ρυθμίσεις για την πρόσβαση για σκοπούς αλιείας στη ζώνη των 12 μιλίων).

Κεφάλαιο V Σύστημα κοινοτικού ελέγχου και εφαρμογής

Η συμμόρφωση προς τα κανονιστικά μέτρα που εφαρμόζονται στον τομέα της εκμετάλλευσης των ιχθυαποθεμάτων πρέπει να εφαρμοστεί αποτελεσματικά. Οι ισχύουσες ρυθμίσεις είναι υπερβολικά αδύναμες. Ως εκ τούτου, το Κεφάλαιο V προβλέπει ένα νέο νομικό πλαίσιο για ένα κοινοτικό σύστημα ελέγχου και εφαρμογής.

Το σύστημα έχει σχεδιαστεί κατά τρόπον ώστε να διασφαλίσει τον έλεγχο της πρόσβασης και εκμετάλλευσης των ιχθυαποθεμάτων για όλους τους τύπους αλιείας καθώς και τη θέση σε εφαρμογή της συμμόρφωσης προς τους κανόνες της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, συμπεριλαμβανομένων και των διαρθρωτικών πολιτικών καθώς και των πολιτικών που αφορούν την αγορά. Αποσαφηνίζονται οι ευθύνες των κρατών μελών και της Επιτροπής καθώς επίσης και οι όροι άσκησης αλιευτικών και συναφών δραστηριοτήτων. Επιπροσθέτως, το σύστημα θεσπίζει τα μέσα ελέγχου και εφαρμογής καθώς και τους όρους συνεργασίας και συντονισμού μεταξύ των κρατών μελών. Μέτρα εφαρμογής θα θεσπιστούν, κατά περίπτωση, από το Συμβούλιο και την Επιτροπή.

Για το σκοπό αυτό, είναι σκόπιμο να εισαχθούν στον παρόντα κανονισμό οι κυριότερες διατάξεις που διέπουν τον έλεγχο, την επιθεώρηση και την εφαρμογή των κανόνων της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, μέρος των οποίων περιέχεται ήδη στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93 της 12ης Οκτωβρίου 1993 για τη θέσπιση συστήματος ελέγχου που εφαρμόζεται στην Κοινή Αλιευτική Πολιτική. Ο κανονισμός αυτός πρέπει να παραμείνει σε ισχύει μέχρι την έκδοση των αναγκαίων κανόνων εφαρμογής. Στο πλαίσιο του συστήματος αυτού, τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα για την εκτέλεση του ελέγχου και της εφαρμογής. Στην περίπτωση κατά την οποία ένα κράτος μέλος παραλείψει να συμμορφωθεί προς τις κοινοτικές υποχρεώσεις του, είναι δυνατόν να απαιτηθεί να αποζημιώσει την Κοινότητα για οποιαδήποτε ζημία ή απώλεια. το σύνολο ή μέρος της αποζημίωσης μπορεί να κατανεμηθεί σε κράτη μέλη τα οποία υπέστησαν βλάβη.

Η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για την παρακολούθηση του ελέγχου και της εφαρμογής από τα κράτη μέλη και για τη διευκόλυνση του συντονισμού και της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών. Η Επιτροπή θα πρέπει να μπορεί να λαμβάνει άμεσα προληπτικά μέτρα στην περίπτωση που ενδεχόμενη παραβίαση των κοινοτικών κανόνων από τα κράτη μέλη θα έθετε σε κίνδυνο τη διατήρηση των αποθεμάτων.

Οι επιχειρηματίες δεν είναι δυνατόν να ασχολούνται με αλιευτικές ή συναφείς δραστηριότητες εφόσον δεν συμμορφούνται προς τις υποχρεώσεις τους για την παροχή πληροφοριών σχετικά με τις δραστηριότητές τους και, ενδεχομένως, δεν δέχονται να συνεργαστούν με παρατηρητές και επιθεωρητές. Κάθε κράτος μέλος πρέπει να ορίζει μία ενιαία αρχή που θα είναι υπεύθυνη για τη συλλογή και την επαλήθευση των πληροφοριών σχετικά με τις αλιευτικές δραστηριότητες.

Για την αύξηση της αποτελεσματικότητας της δίωξης των παραβάσεων, προτείνεται, στην περίπτωση διαπίστωσης σοβαρών παραβάσεων, η άμεση λήψη μέτρων από τα κράτη μέλη για την παρεμπόδιση της συνέχισης της παράνομης δραστηριότητας από τα σκάφη. Επιπροσθέτως, προτείνεται στο Συμβούλιο να αποφασίσει το επίπεδο των κυρώσεων για σοβαρές παραβάσεις.

Η συνεργασία και ο συντονισμός πρέπει να ενισχυθούν με τον καθορισμό των ευθυνών των κρατών μελών και με την λήψη περισσότερο μεγαλεπήβολων μέτρων.

Ο έλεγχος της εφαρμογής της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής από τα κράτη μέλη πρέπει να ενισχυθεί. Η Επιτροπή μπορεί να προβαίνει σε ελέγχους, έρευνες, επαληθεύσεις και επιθεωρήσεις που θα αφορούν την εφαρμογή των κανόνων της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής. Η Επιτροπή προτείνει αυξημένες εξουσίες για τους επιθεωρητές της και τον απευθείας διορισμό των κοινοτικών επιθεωρητών από τα κράτη μέλη. Οι κοινοτικοί αυτοί επιθεωρητές είναι υπόλογοι έναντι του κράτους μέλους τους, αλλά έχουν δικαίωμα να διενεργήσουν επιθεωρήσεις σε κοινοτικά ύδατα και σε κοινοτικά αλιευτικά σκάφη. Για το σκοπό της απόδειξης των γεγονότων, τα κράτη μέλη θα αναγνωρίζουν την ίδια αξία στις εκθέσεις επιθεώρησης που συντάσσονται από κοινοτικούς επιθεωρητές, επιθεωρητές της Επιτροπής και επιθεωρητές ενός άλλου κράτους μέλους με εκείνη που αναγνωρίζεται στις δικές τους εκθέσεις επιθεώρησης.

Κεφάλαιο VI Λήψη αποφάσεων και διαβούλευση

Το μέρος αυτό της πρότασης περιέχει ορισμένα νέα στοιχεία :

- Η Επιτροπή προτείνει ταχύτερη εφαρμογή των διεθνών συστάσεων, μέσω της χρήσης μιας διαδικασίας διαχειριστικής επιτροπής. Επί παραδείγματι, στην περίπτωση υιοθέτησης ενός μέτρου από μία περιφερειακή οργάνωση αλιείας, το οποίο θα καταστεί δεσμευτικό για την Κοινότητα μετά την εκπνοή της προθεσμίας που προβλέπεται για την κατάθεση ένστασης, η Κοινότητα δεν έχει καμία άλλη επιλογή πέραν της εφαρμογής του μέτρου αυτού. Η Επιτροπή προτείνει να εφαρμόζονται τα μέτρα αυτά μέσω της διαδικασίας διαχειριστικής επιτροπής.

- Προτείνεται η ίδρυση Περιφερειακών Γνωμοδοτικών Συμβουλίων (ΠΓΣ) για την εξασφάλιση μεγαλύτερης συμμετοχής των παραγόντων στη διαχείριση της αλιείας σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο.

Τα ΠΓΣ θα πρέπει να συνίστανται από αντιπροσώπους όλων των μερών που έχουν συμφέροντα στη διαχείριση της αλιείας σε μία συγκεκριμένη θαλάσσια περιοχή ή αλιευτική ζώνη, ενώ η φύση τους θα είναι διεθνική. Θα πρέπει να παρέχουν συμβουλές στην Επιτροπή και, κατά περίπτωση, στα κράτη μέλη, για τη διαχείριση της αλιείας στην περιοχή και να μπορούν να ασκούν οποιεσδήποτε άλλες δραστηριότητες οι οποίες είναι αναγκαίες για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους. Προτείνεται μία διαδικασία για την συγκρότηση κάθε ΠΓΣ μετά από αίτηση δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών βάσει απόφασης του Συμβουλίου.

Η Συμβουλευτική Επιτροπή Αλιείας και Υδατοκαλλιέργειας (ΣΕΑΥ), η οποία συγκροτήθηκε υπό την αιγίδα της Επιτροπής, θα συνεχίσει να παρέχει συμβουλές στην Επιτροπή για οριζόντια θέματα αλιευτικής πολιτικής.

- Η Επιτροπή προτείνει τη διεύρυνση του πεδίου αρμοδιοτήτων της Επιστημονικής, Τεχνικής και Οικονομικής Επιτροπής Αλιείας (ΕΤΟΕΑ) προκειμένου να καλύπτει συμβουλές για όλα τα θέμα που αφορούν τη διαχείριση της αλιείας, συμπεριλαμβανομένων, επί παραδείγματι, περιβαλλοντικών και κοινωνικών θεμάτων. Η Επιτροπή προτίθεται να παρουσιάσει τους προσεχείς μήνες ανακοίνωση για τη βελτίωση των επιστημονικών συμβουλών για τη διαχείριση της κοινοτικής αλιείας.

Τέλος, προβλέπεται αναθεώρηση των κεφαλαίων II και III για το έτος 2008.

2002/0114 (CNS)

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη :

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 37,

την πρόταση της Επιτροπής [1],

[1] ΕΕ C, , σ. .

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου [2],

[2] ΕΕ C, , σ. .

Εκτιμώντας τα εξής :

(1) Ο κανονισμός του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 3760/92 της 20ής Δεκεμβρίου 1992 θέσπισε ένα κοινοτικό σύστημα για την αλιεία και την υδατοκαλλιέργεια [3]. Σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό, το Συμβούλιο αποφασίζει, πριν την 31η Δεκεμβρίου 2002, για την πραγματοποίηση οποιωνδήποτε αναγκαίων προσαρμογών.

[3] ΕΕ L 389, 31/12/1992, σ. 1

(2) Δεδομένου ότι πολλά ιχθυαποθέματα συνεχίζουν να μειώνονται, η Κοινή Αλιευτική Πολιτική πρέπει να βελτιωθεί προκειμένου να διασφαλίσει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του τομέα της αλιείας μέσω της βιώσιμης εκμετάλλευσης των έμβιων υδρόβιων πόρων, η οποία θα στηρίζεται σε έγκυρες επιστημονικές συμβουλές καθώς και στην αρχή της πρόληψης.

(3) Ο στόχος της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής θα πρέπει, ως εκ τούτου, να είναι η επίτευξη της βιώσιμης εκμετάλλευσης των έμβιων υδρόβιων πόρων και της υδατοκαλλιέργειας στο πλαίσιο της βιώσιμης ανάπτυξης, λαμβάνοντας υπόψη κατά ισόρροπο τρόπο τις περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές πτυχές.

(4) Η διαχείριση της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής πρέπει να διέπεται από την αρχή της ορθής διαχείρισης και τα μέτρα που λαμβάνονται στο πλαίσιό της να είναι αμοιβαίως συμβατά και συνεκτικά με άλλες κοινοτικές πολιτικές.

(5) Ο στόχος της βιώσιμης εκμετάλλευσης θα επιτευχθεί αποτελεσματικότερα μέσω μιας πολυετούς προσέγγισης στη διαχείριση της αλιείας, η οποία θα περιλαμβάνει πολυετή σχέδια διαχείρισης των αποθεμάτων. για τα αποθέματα που θεωρούνται ότι βρίσκονται εκτός ασφαλών βιολογικών ορίων, η θέσπιση πολυετών σχεδίων διαχείρισης θα αποτελεί απόλυτη προτεραιότητα. Σύμφωνα με τις επιστημονικές συμβουλές, δυνατόν να απαιτούνται σημαντικές μειώσεις της αλιευτικής προσπάθειας για τα αποθέματα αυτά.

(6) Τα εν λόγω πολυετή σχέδια διαχείρισης θα πρέπει να καθορίζουν στόχους για τη βιώσιμη εκμετάλλευση των σχετικών αποθεμάτων, θα πρέπει να προβλέπουν κανόνες αλίευσης που θα καθορίζουν τον τρόπο υπολογισμού των ορίων των ετήσιων αλιευμάτων και της αλιευτικής προσπάθειας και θα πρέπει να προβλέπουν άλλα ειδικά μέτρα διαχείρισης, λαμβάνοντας επίσης υπόψη την επίπτωσή τους σε άλλα είδη.

(7) Η βιώσιμη εκμετάλλευση των αποθεμάτων, για τα οποία δεν πρέπει να θεσπιστεί πολυετές σχέδιο διαχείρισης, θα πρέπει να διασφαλίζεται με τον καθορισμό ορίων αλιευμάτων ή/και αλιευτικής προσπάθειας.

(8) Θα πρέπει να υπάρξει πρόβλεψη για τη λήψη επειγόντων μέτρων από τα κράτη μέλη, ή από την Επιτροπή, στην περίπτωση σοβαρής απειλής στη διατήρηση των πόρων ή του οικοσυστήματος, που προκύπτει από αλιευτικές δραστηριότητες και απαιτεί τη λήψη άμεσων μέτρων.

(9) Στη θαλάσσια ζώνη τους των 12 μιλίων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν δικαίωμα να λαμβάνουν μέτρα διατήρησης και διαχείρισης, τα οποία να εφαρμόζονται σε όλα τα αλιευτικά σκάφη, υπό τον όρο ότι τα λαμβανόμενα μέτρα, στην περίπτωση που εφαρμόζονται σε αλιευτικά σκάφη άλλων κρατών μελών, να μην εισάγουν διακρίσεις και να τίθενται σε εφαρμογή μετά από προηγούμενη διαβούλευση, και υπό τον όρο ότι η Κοινότητα δεν έχει λάβει ειδικά μέτρα διατήρησης και διαχείρισης στην περιοχή αυτή.

(10) Ο κοινοτικός στόλος θα πρέπει να μειωθεί προκειμένου να ευθυγραμμιστεί με τους διαθέσιμους πόρους και θα πρέπει να θεσπιστούν ειδικά μέτρα προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, συμπεριλαμβανομένου του καθορισμού επιπέδων αναφοράς για την αλιευτική ικανότητα του στόλου, των οποίων δεν επιτρέπεται η υπέρβαση, καθώς και ενός ειδικού κοινοτικού μέσου για την προώθηση της διάλυσης των αλιευτικών σκαφών και εθνικών καθεστώτων εισόδου/εξόδου από το στόλο.

(11) Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να τηρεί εθνικό μητρώο αλιευτικών σκαφών, ενώ τα στοιχεία που περιέχονται στο μητρώο θα πρέπει να διατίθενται στην Επιτροπή προκειμένου να επιτρέπουν την παρακολούθηση του μεγέθους των στόλων των κρατών μελών.

(12) Οι κανόνες που ισχύουν από το 1983 σχετικά με τον περιορισμό της πρόσβασης σε πόρους στις ζώνες των 12 ναυτικών μιλίων των κρατών μελών λειτούργησαν ικανοποιητικά και θα πρέπει να συνεχίσουν να εφαρμόζονται σε μόνιμη βάση.

(13) Παρά το γεγονός ότι θα πρέπει να διατηρηθούν επί του παρόντος άλλοι περιορισμοί πρόσβασης που προβλέπονται στην κοινοτική νομοθεσία, οι εν λόγω περιορισμοί θα πρέπει να αναθεωρηθούν προκειμένου να αξιολογηθεί εάν είναι αναγκαίοι για τη διασφάλιση της βιώσιμης αλιείας.

(14) Ενόψει της επισφαλούς οικονομικής κατάστασης του τομέα της αλιείας και της εξάρτησης ορισμένων παράκτιων κοινοτήτων από την αλιεία, είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί η σχετική σταθερότητα των αλιευτικών δραστηριοτήτων μέσω της κατανομής αλιευτικών δυνατοτήτων μεταξύ των κρατών μελών, η οποία θα στηρίζεται σε ένα προβλέψιμο μερίδιο των αποθεμάτων για κάθε κράτος μέλος.

(15) Για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, το κοινοτικό σύστημα ελέγχου και εφαρμογής για την αλιεία θα πρέπει να ενισχυθεί και θα πρέπει περαιτέρω να αποσαφηνισθεί η κατανομή των ευθυνών μεταξύ των αρχών των κρατών μελών και της Επιτροπής. Για το σκοπό αυτό, είναι σκόπιμο να εισαχθούν στον παρόντα κανονισμό οι βασικές διατάξεις που διέπουν τον έλεγχο, την επιθεώρηση και την εφαρμογή των κανόνων της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, μέρος των οποίων περιλαμβάνεται ήδη στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93 της 12ης Οκτωβρίου 1993 για τη θέσπιση συστήματος ελέγχου που εφαρμόζεται στην Κοινή Αλιευτική Πολιτική. Ο εν λόγω κανονισμός πρέπει να παραμείνει σε ισχύ μέχρις ότου εκδοθούν οι αναγκαίοι κανόνες εφαρμογής.

(16) Οι διατάξεις σχετικά με τον έλεγχο, την επιθεώρηση και την εφαρμογή προβλέπουν, αφενός, τις υποχρεώσεις των πλοιάρχων των αλιευτικών σκαφών και των επιχειρηματιών στην εμπορική αλυσίδα και, αφετέρου, τις διάφορες ευθύνες των κρατών μελών και της Επιτροπής.

(17) Η Κοινότητα θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα απαίτησης αποζημίωσης από τα κράτη μέλη με τη μορφή μειώσεων ποσοστώσεων στην περίπτωση παράβασης της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής που έχει ως αποτέλεσμα απώλεια κοινών πόρων. Στην περίπτωση που δεν είναι δυνατή η μείωση ποσοστώσεων, η αποζημίωση πρέπει να λαμβάνει τη μορφή ισοδύναμης αξίας προς τη μείωση των ποσοστώσεων. Στην περίπτωση που διαπιστωθεί ότι ένα άλλο κράτος μέλος υπέστη βλάβη από την παραβίαση των κανόνων, μέρος ή το σύνολο της αποκατάστασης ή της αποζημίωσης θα πρέπει να παρέχεται στο εν λόγω κράτος μέλος.

(18) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποχρεούνται να λαμβάνουν άμεσα μέτρα για την παρεμπόδιση της συνέχισης σοβαρών παραβάσεων όπως ορίζονται στον κανονισμό του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1447/1999 της 24ης Ιουνίου 1999 περί πίνακος ενεργειών που θίγουν σοβαρά τους κανόνες της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής [4], οι οποίες διαπιστώθηκαν επ´αυτοφώρω. Επιπροσθέτως, υπάρχει ανάγκη διασφάλισης της επιβολής κυρώσεων της αυτής αποτελεσματικότητας απ´όλα τα κράτη μέλη.

[4] ΕΕ L 167 , 02/07/1999, σ. 5

(19) Η Επιτροπή θα πρέπει να μπορεί να λαμβάνει άμεσα μέτρα για την πρόληψη οποιασδήποτε παράλειψης συμμόρφωσης προς τους κανόνες της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής η οποία έχει ως αποτέλεσμα βλάβη των έμβιων υδρόβιων πόρων.

(20) Η Επιτροπή θα πρέπει να διαθέτει κατάλληλες εξουσίες προκειμένου να μπορεί να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της στον τομέα του ελέγχου και να αξιολογεί την εφαρμογή της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής από τα κράτη μέλη.

(21) Είναι αναγκαίο να ενισχυθεί η συνεργασία και ο συντονισμός μεταξύ όλων των αρμόδιων αρχών προκειμένου να επιτευχθεί συμμόρφωση προς τους κανόνες της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, ιδίως μέσω της ανταλλαγής εθνικών επιθεωρητών καθώς και η απαίτηση για τα κράτη μέλη να αναγνωρίζουν την ίδια αποδεικτική αξία στις εκθέσεις επιθεώρησης που συντάσσονται από κοινοτικούς επιθεωρητές, επιθεωρητές ενός άλλου κράτους μέλους ή επιθεωρητές της Επιτροπής προς εκείνη των εκθέσεων των δικών τους επιθεωρητών.

(22) Θα πρέπει να θεσπιστεί απλοποιημένη διαδικασία για την εφαρμογή μέτρων που λαμβάνονται στο πλαίσιο διεθνών συμφωνών, οι οποίες καθίστανται δεσμευτικές για την Κοινότητα και εφόσον η Κοινότητα δεν προβάλει ενστάσεις.

(23) Δεδομένου ότι τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού είναι μέτρα διαχείρισης ή γενικής φύσεως μέτρα κατά την έννοια του άρθρου 2 της απόφασης του Συμβουλίου αριθ. 1999/468/EΚ της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή [5], θα πρέπει να εκδοθούν με τη χρήση της διαδικασίας της διαχειριστικής επιτροπής που προβλέπεται στο άρθρο 4 ή της διαδικασίας της κανονιστικής επιτροπής που προβλέπεται στο άρθρο 5 της εν λόγω απόφασης.

[5] ΕΕ L 184 , 17/07/1999, σ. 23

(24) Για την επίτευξη των στόχων της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, θα πρέπει να θεσπιστούν Περιφερειακά Γνωμοδοτικά Συμβούλια προκειμένου να μπορέσει η Κοινή Αλιευτική Πολιτική να ωφεληθεί από τις γνώσεις και την εμπειρία των παραγόντων του τομέα της αλιείας και να λάβει υπόψη τις διάφορες συνθήκες που επικρατούν στα κοινοτικά ύδατα.

(25) Προκειμένου να μπορέσει η Κοινή Αλιευτική Πολιτική να επωφεληθεί από τις καλύτερες επιστημονικές, τεχνικές και οικονομικές συμβουλές, η Επιτροπή θα πρέπει να επικουρείται από κατάλληλη επιτροπή.

(26) Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, είναι αναγκαίο και σκόπιμο για την επίτευξη του βασικού στόχου της βιώσιμης εκμετάλλευσης των έμβιων υδρόβιων πόρων να θεσπιστούν κανόνες για τη διατήρηση και εκμετάλλευση των πόρων αυτών. Ο παρών κανονισμός δεν προβλέπει διατάξεις πέραν εκείνων που είναι αναγκαίες για την επίτευξη των επιδιωκόμενων στόχων σύμφωνα με την τρίτη παράγραφο του άρθρου 5 της συνθήκης.

(27) Εξ αιτίας του αριθμού και της σπουδαιότητας των τροποποιήσεων που πρέπει να πραγματοποιηθούν, θα πρέπει να καταργηθεί ο κανονισμός του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 3760/92. Ο κανονισμός του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 101/76 της 19ης Ιανουαρίου 1976 περί θεσπίσεως κοινής διαρθρωτικής πολιτικής στον τομέα της αλιείας [6], θα πρέπει επίσης να καταργηθεί δεδομένου ότι καταργήθηκαν όλες οι σημαντικές διατάξεις του.

[6] ΕΕ L 20, 28/01/1976, σ. 19

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Κεφάλαιο I Πεδίο εφαρμογής και στόχοι

Άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής

Η Κοινή Αλιευτική Πολιτική καλύπτει δραστηριότητες διατήρησης και εκμετάλλευσης που αφορούν τους έμβιους υδρόβιους πόρους καθώς και την υδατοκαλλιέργεια και τη μεταποίηση και εμπορία προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, στην περίπτωση που οι δραστηριότητες αυτές ασκούνται στο έδαφος των κρατών μελών, ή στα ύδατα της Κοινότητας, ή από αλιευτικά σκάφη ή υπηκόους των κρατών μελών.

Στο πλαίσιο του εν λόγω πεδίου εφαρμογής, η Κοινή Αλιευτική Πολιτική προβλέπει συνεκτικά μέτρα που αφορούν τη διατήρηση και διαχείριση των έμβιων υδρόβιων πόρων και τον περιορισμό των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της αλιείας, τους όρους πρόσβασης σε ύδατα και πόρους, τη διαρθρωτική πολιτική και τη διαχείριση της αλιευτικής ικανότητας του στόλου, τον έλεγχο και την εφαρμογή, την υδατοκαλλιέργεια, την κοινή οργάνωση αγορών καθώς και τις διεθνείς σχέσεις.

Άρθρο 2 Στόχοι

1. Η Κοινή Αλιευτική Πολιτική διασφαλίζει την εκμετάλλευση των έμβιων υδρόβιων πόρων που παρέχει βιώσιμες περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες.

Για τον σκοπό αυτό, η Κοινότητα εφαρμόζει την αρχή της πρόληψης λαμβάνοντας μέτρα που έχουν ως στόχο την προστασία και διατήρηση των έμβιων υδρόβιων πόρων, τη λήψη μέτρων για τη βιώσιμη εκμετάλλευσή τους και την ελαχιστοποίηση της επίπτωσης των αλιευτικών δραστηριοτήτων στα θαλάσσια οικοσυστήματα. Η εν λόγω αρχή πρέπει να αποσκοπεί στη σταδιακή εφαρμογή μιας προσέγγισης όσον αφορά τη διαχείριση της αλιείας που θα στηρίζεται στο οικοσύστημα. Επιδιώκει την αποτελεσματικότητα των αλιευτικών δραστηριοτήτων στο πλαίσιο ενός οικονομικά βιώσιμου και ανταγωνιστικού τομέα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, παρέχοντας ένα επαρκές επίπεδο διαβίωσης σε όσους εξαρτώνται από τις αλιευτικές δραστηριότητες, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη τα συμφέροντα των καταναλωτών.

2. Η Κοινή Αλιευτική Πολιτική πρέπει να κατευθύνεται από τις ακόλουθες αρχές της ορθής διαχείρισης :

α) έναν σαφή ορισμό των ευθυνών σε κοινοτικό, εθνικό και τοπικό επίπεδο.

β) μία διαδικασία λήψης αποφάσεων που θα στηρίζεται σε έγκυρες επιστημονικές συμβουλές και στην επίτευξη έγκαιρων αποτελεσμάτων.

γ) την ευρεία συμμετοχή των παραγόντων σε όλα τα στάδια της πολιτικής από τη σύλληψη έως την εφαρμογή της.

δ) τη συνεκτικότητα με άλλες κοινοτικές πολιτικές, ιδίως με περιβαλλοντικές, κοινωνικές, περιφερειακές, αναπτυξιακές πολιτικές και πολιτικές προστασίας της υγείας και του καταναλωτή.

Άρθρο 3 Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι ορισμοί :

(α) ως 'κοινοτικά ύδατα' νοούνται τα ύδατα υπό την κυριαρχία ή δικαιοδοσία των κρατών μελών.

(β) ως 'αλιευτικό σκάφος' νοείται οποιοδήποτε σκάφος, το οποίο είναι εξοπλισμένο και διαθέτει άδεια προκειμένου να ασκεί δραστηριότητες εκμετάλλευσης έμβιων υδρόβιων πόρων για εμπορικούς σκοπούς, συμπεριλαμβανομένης της εξερευνητικής ή πειραματικής αλιείας.

(γ) ως 'κοινοτικό αλιευτικό σκάφος' νοείται αλιευτικό σκάφος που φέρει τη σημαία κράτους μέλους και είναι νηολογημένο στην Κοινότητα.

(δ) ως 'βιώσιμη εκμετάλλευση' σημαίνει την εκμετάλλευση ενός αποθέματος κατά τρόπον ώστε να είναι απίθανο τα μελλοντικά οφέλη από το απόθεμα να υποστούν βλάβη και ότι δεν έχει αρνητικές επιπτώσεις στα θαλάσσια οικοσυστήματα.

(ε) ως 'ποσοστό θνησιμότητας λόγω της αλιείας' νοούνται τα αλιεύματα ενός αποθέματος σε μία δεδομένη χρονική περίοδο σε σχέση προς το μέσο απόθεμα που διατίθεται για αλίευση κατά την περίοδο αυτή.

(στ) ως 'απόθεμα' νοείται ο έμβιος υδρόβιος πόρος που απαντάται σε μία δεδομένη περιοχή διαχείρισης.

(ζ) ως 'αλιευτική προσπάθεια' νοείται το προϊόν της αλιευτικής ικανότητας και της δραστηριότητας ενός αλιευτικού σκάφους. για μία ομάδα σκαφών, είναι το άθροισμα της αλιευτικής προσπάθειας που ασκείται από κάθε σκάφος της ομάδας.

(η) ως 'ασφαλή βιολογικά όρια' νοούνται οι δείκτες της κατάστασης ενός αποθέματος ή της εκμετάλλευσής του, πάνω από τα οποία υπάρχει χαμηλός κίνδυνος υπέρβασης ορισμένων οριακών σημείων αναφοράς.

(θ) ως 'σημεία αναφοράς' νοούνται εκτιμώμενες τιμές που προκύπτουν μέσω μιας συμφωνημένης επιστημονικής διαδικασίας, τα οποία αντιστοιχούν στην κατάσταση του πόρου και του τύπου της αλιείας και τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως οδηγός για τη διαχείριση της αλιείας.

(ι) ως 'προληπτική προσέγγιση στη διαχείριση της αλιείας' νοείται η διαχειριστική δράση που στηρίζεται στην αρχή βάσει της οποίας, η έλλειψη πλήρους επιστημονικής ενημέρωσης δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως λόγος για την αναβολή ή την παράλειψη λήψης μέτρων για τη διατήρηση ειδών-στόχων, συναφών ή εξαρτούμενων ειδών ή ειδών που δεν αποτελούν στόχο της αλιείας καθώς και του περιβάλλοντός τους.

(κ) ως 'σημεία αναφοράς διατήρησης' νοούνται τα όρια τα οποία έχουν ως στόχο τον περιορισμό της αλιείας εντός ασφαλών βιολογικών ορίων.

(λ) ως 'όριο αλιευμάτων' νοείται ένα ποσοτικό όριο εκφορτώσεων ενός αποθέματος ή ομάδας αποθεμάτων σε μία δεδομένη χρονική περίοδο.

(μ) ως 'αλιευτική ικανότητα' νοείται η χωρητικότητα ενός σκάφους σε μονάδες GT και η ισχύς της μηχανής του σε μονάδες kW, όπως ορίζεται στον κανονισμό του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 2930/86. Για ορισμένους τύπους αλιευτικής δραστηριότητας, η αλιευτική ικανότητα μπορεί να καθορίζεται από τον αριθμό ή/και το μέγεθος των αλιευτικών εργαλείων ενός σκάφους.

(ν) ως 'έξοδος από το στόλο' νοείται η απομάκρυνση ενός σκάφους από το μητρώο αλιευτικών σκαφών ενός κράτους μέλους. Καθ´όσο χρόνο το σκάφος συνεχίζει να φέρει τη σημαία ενός κράτους μέλους, πρέπει να θεωρείται ότι δεν έχει εξέλθει από το στόλο.

(ξ) ως 'είσοδος στο στόλο' νοείται η καταχώρηση στο μητρώο αλιευτικών σκαφών κράτους μέλους ενός σκάφους το οποίο διαθέτει άδεια αλιείας για εμπορικούς σκοπούς.

(ο) ως 'αλιευτική δυνατότητα' νοείται ένα ποσοτικοποιημένο νόμιμο δικαίωμα αλίευσης.

(π) ως 'κοινοτικές αλιευτικές δυνατότητες' νοούνται οι αλιευτικές δυνατότητες που διατίθενται στην Κοινότητα σε κοινοτικά ύδατα, στις οποίες προστίθεται το σύνολο των κοινοτικών αλιευτικών δυνατοτήτων εκτός κοινοτικών υδάτων, μείον τις κοινοτικές αλιευτικές δυνατότητες που κατανέμονται σε τρίτες χώρες.

Κεφάλαιο II Διατήρηση και βιωσιμότητα

Άρθρο 4 Τύπος μέτρων

1. Για την επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στο άρθρο 2, το Συμβούλιο θεσπίζει κοινοτικά μέτρα τα οποία διέπουν την πρόσβαση σε ύδατα και πόρους καθώς και όρους βιώσιμης άσκησης των αλιευτικών δραστηριοτήτων.

2. Τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, καταρτίζονται βάσει των διαθέσιμων επιστημονικών και τεχνικών συμβουλών και ιδίως των εκθέσεων που συντάσσονται από την επιτροπή που συγκροτείται βάσει του άρθρου 34. Τα μέτρα αυτά μπορούν ιδίως να περιλαμβάνουν μέτρα για κάθε απόθεμα για τον περιορισμό της θνησιμότητας λόγω της αλιείας και της περιβαλλοντικής επίπτωσης των αλιευτικών δραστηριοτήτων μέσω :

(α) της θέσπισης πολυετών σχεδίων διαχείρισης βάσει του άρθρου 5.

(β) του καθορισμού στόχων για τη βιώσιμη εκμετάλλευση των αποθεμάτων.

(γ) του περιορισμού των αλιευμάτων.

(δ) του καθορισμού του αριθμού και του τύπου των αλιευτικών σκαφών που επιτρέπεται να αλιεύουν.

(ε) του περιορισμού της αλιευτικής προσπάθειας.

(στ) της θέσπισης τεχνικών μέτρων, τα οποία περιλαμβάνουν :

(i) μέτρα σχετικά με τη δομή των αλιευτικών εργαλείων, τις μεθόδους χρήσης τους και τη σύνθεση των αλιευμάτων που μπορούν να διατηρούνται επί του σκάφους σε περίπτωση διεξαγωγής αλιευτικών δραστηριοτήτων με τα εργαλεία αυτά,

(ii) ζώνες ή/και χρονικές περίοδοι κατά τις οποίες απαγορεύονται ή περιορίζονται οι αλιευτικές δραστηριότητες,

(iii) το ελάχιστο μέγεθος των ατόμων ψαριών που μπορούν να διατηρούνται επί του σκάφους ή/και να εκφορτώνονται,

(iv) ειδικά μέτρα για τη μείωση της επίπτωσης των αλιευτικών δραστηριοτήτων στα θαλάσσια οικοσυστήματα και στα είδη που δεν αποτελούν στόχο της αλιείας.

(ζ) της θέσπισης κινήτρων, συμπεριλαμβανομένων κινήτρων οικονομικής φύσεως, για την προαγωγή περισσότερο επιλεκτικών μεθόδων αλιείας.

Άρθρο 5 Πολυετή σχέδια διαχείρισης

1. Το Συμβούλιο θεσπίζει πολυετή σχέδια διαχείρισης για τη βιώσιμη εκμετάλλευση αποθεμάτων και, κατά προτεραιότητα, των αποθεμάτων τα οποία εκτιμάται ότι βρίσκονται εκτός ασφαλών βιολογικών ορίων. Tα σχέδια αυτά λαμβάνουν υπόψη την επίπτωση της εκμετάλλευσης των αποθεμάτων αυτών σε άλλα είδη.

2. Τα πολυετή σχέδια διαχείρισης πρέπει :

α) για αποθέματα που βρίσκονται εκτός ασφαλών βιολογικών ορίων, να διασφαλίζουν την ταχεία επιστροφή τους εντός των ορίων αυτών,

β) για αποθέματα τα οποία βρίσκονται εντός ασφαλών βιολογικών ορίων, να τα διατηρούν εντός των ορίων αυτών,

γ) όσον αφορά τις περιπτώσεις που αναφέρονται στα σημεία α) και β), να διασφαλίζουν τη διατήρηση της επίπτωσης των αλιευτικών δραστηριοτήτων στα οικοσυστήματα σε επίπεδα συμβατά με τη βιωσιμότητα των εν λόγω οικοσυστημάτων.

3. Tα πολυετή σχέδια διαχείρισης καταρτίζονται βάσει της προληπτικής προσέγγισης στη διαχείριση της αλιείας. Στηρίζονται στα σημεία αναφοράς όσον αφορά τη διατήρηση που συνιστώνται από τα αρμόδια επιστημονικά όργανα.

4. Tα πολυετή σχέδια διαχείρισης περιλαμβάνουν στόχους βάσει των οποίων εκτιμάται η αποκατάσταση των αποθεμάτων εντός ασφαλών βιολογικών ορίων ή η διατήρηση των αποθεμάτων εντός των ορίων αυτών. Οι στόχοι εκφράζονται σε :

(α) μέγεθος πληθυσμού ή/και

(β) μακροπρόθεσμη απόδοση της αλιείας, ή/και

(γ) ποσοστό θνησιμότητας λόγω της αλιείας ή/και

(δ) σταθερότητα των αλιευμάτων.

Tα σχέδια προσδιορίζουν τις προτεραιότητες επίτευξης των στόχων αυτών και, κατά περίπτωση, μπορούν να περιλαμβάνουν στόχους σχετικά με άλλους έμβιους υδρόβιους πόρους καθώς και στόχους για τη διατήρηση ή βελτίωση της κατάστασης διατήρησης των οικοσυστημάτων.

5. Tα πολυετή σχέδια διαχείρισης πρέπει να προβλέπουν κανόνες αλίευσης, οι οποίοι συνίστανται σε μία προκαθορισμένη δέσμη βιολογικών παραμέτρων που διέπουν τα όρια αλιευμάτων και μπορούν να περιλαμβάνουν οποιοδήποτε μέτρο που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχεία (β) - (ζ).

6. Η Επιτροπή συντάσσει έκθεση για την αποτελεσματικότητα του πολυετούς σχεδίου διαχείρισης όσον αφορά την επίτευξη των στόχων.

Άρθρο 6 Καθορισμός ορίων αλιευμάτων και αλιευτικής προσπάθειας

1. Για αποθέματα για τα οποία έχει εγκριθεί πολυετές σχέδιο διαχείρισης, το Συμβούλιο αποφασίζει για τα όρια αλιευμάτων ή/και αλιευτικής προσπάθειας καθώς και για τους όρους που διέπουν τα όρια αυτά για το πρώτο έτος αλιείας βάσει του σχεδίου. Για τα επόμενα έτη, τα όρια αλιευμάτων ή/και αλιευτικής προσπάθειας αποφασίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 2, βάσει των κανόνων αλίευσης που καθορίζονται στο πολυετές σχέδιο διαχείρισης.

2. Για αποθέματα που δεν υπόκεινται σε πολυετές σχέδιο διαχείρισης το Συμβούλιο, ενεργώντας με ενισχυμένη πλειοψηφία κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, αποφασίζει για τα όρια αλιευμάτων ή/και αλιευτικής προσπάθειας καθώς και για τους όρους που διέπουν τα όρια αυτά.

Άρθρο 7 Επείγοντα μέτρα της Επιτροπής

1. Στην περίπτωση σοβαρής απειλής για τη διατήρηση των έμβιων υδρόβιων πόρων ή για το οικοσύστημα που προκαλείται από αλιευτικές δραστηριότητες, η οποία απαιτεί άμεσες ενέργειες, η Επιτροπή, κατόπιν τεκμηριωμένης αίτησης ενός κράτους μέλους ή κατόπιν δικής της πρωτοβουλίας, μπορεί να αποφασίσει για τη λήψη επειγόντων μέτρων, η διάρκεια των οποίων δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη του ενός έτους.

2. Tο κράτος μέλος κοινοποιεί την αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ταυτόχρονα στην Επιτροπή και στα κράτη μέλη καθώς και στα οικεία Περιφερειακά Γνωμοδοτικά Συμβούλια, τα οποία μπορούν να υποβάλουν τα γραπτά σχόλιά τους στην Επιτροπή εντός πέντε εργάσιμων ημερών από τη λήψη της αίτησης.

Η Επιτροπή λαμβάνει απόφαση σχετικά με το θέμα, οποτεδήποτε, εντός 15 εργάσιμων ημερών από τη λήψη της τεκμηριωμένης αίτησης.

3. Tα επείγοντα μέτρα έχουν άμεση ισχύ. Κοινοποιούνται στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα.

4. Τα σχετικά κράτη μέλη μπορούν να παραπέμπουν την απόφαση της Επιτροπής, η οποία αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2, στο Συμβούλιο εντός 10 εργάσιμων ημερών από τη λήψη της κοινοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 3.

5. Το Συμβούλιο, ενεργώντας με ενισχυμένη πλειοψηφία, μπορεί να λάβει διαφορετική απόφαση εντός 20 εργάσιμων ημερών από την παραπομπή που αναφέρεται στην παράγραφο 4.

Άρθρο 8 Επείγοντα μέτρα κράτους μέλους

1. Σε περίπτωση σοβαρής και απρόβλεπτης απειλής για τη διατήρηση των πόρων ή για το οικοσύστημα, η οποία προκαλείται από αλιευτικές δραστηριότητες, σε ύδατα που υπάγονται στην κυριαρχία ή δικαιοδοσία του, και σε περίπτωση που οποιαδήποτε αδικαιολόγητη καθυστέρηση θα μπορούσε να προκαλέσει ζημίες οι οποίες θα ήταν δύσκολο να αποκατασταθούν, το κράτος μέλος μπορεί να λαμβάνει επείγοντα μέτρα, η διάρκεια των οποίων δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη των τριών μηνών.

2. Τα κράτη μέλη που προτίθενται να λάβουν επείγοντα μέτρα, κοινοποιούν στην Επιτροπή, στα κράτη μέλη καθώς και στα οικεία Περιφερειακά Γνωμοδοτικά Συμβούλια την πρόθεσή τους διαβιβάζοντας σχέδιο των μέτρων αυτών μαζί με επεξηγηματικό σημείωμα, πριν από την έγκρισή τους.

3. Tα κράτη μέλη καθώς και τα οικεία Περιφερειακά Γνωμοδοτικά Συμβούλια μπορούν να υποβάλουν εγγράφως τα σχόλιά τους στην Επιτροπή εντός 5 εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία της κοινοποίησης. Η Επιτροπή επιβεβαιώνει το μέτρο ή απαιτεί την κατάργηση ή τροποποίησή του, οποτεδήποτε, εντός 15 εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία της κοινοποίησης.

4. Η απόφαση κοινοποιείται στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

5. Τα οικεία κράτη μέλη μπορούν να παραπέμψουν την απόφαση της Επιτροπής, η οποία αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3, στο Συμβούλιο εντός 10 εργάσιμων ημερών από τη λήψη της κοινοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 4.

6. Το Συμβούλιο, ενεργώντας με ενισχυμένη πλειοψηφία, μπορεί να λάβει διαφορετική απόφαση εντός 20 εργάσιμων ημερών από την παραπομπή που αναφέρεται στην παράγραφο 5.

Άρθρο 9 Μέτρα των κρατών μελών εντός της ζώνης των 12 ναυτικών μιλίων

1. Τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν μέτρα, τα οποία δεν εισάγουν διακρίσεις, για τη διατήρηση και διαχείριση αλιευτικών πόρων και για την ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων της αλιείας στη διατήρηση των θαλάσσιων οικοσυστημάτων εντός 12 ναυτικών μιλίων από τις γραμμές βάσης τους υπό τον όρο ότι η Κοινότητα δεν έχει λάβει ειδικά μέτρα διατήρησης και διαχείρισης στην περιοχή αυτή. Τα μέτρα αυτά των κρατών μελών πρέπει να είναι συμβατά προς τους στόχους που καθορίζονται στο άρθρο 2 και να μην είναι λιγότερο αυστηρά από εκείνα που προβλέπονται από την κοινοτική νομοθεσία.

Στην περίπτωση που τα μέτρα των κρατών μελών επηρεάζουν σκάφη ενός άλλου κράτους μέλους, μπορούν να λαμβάνονται μόνον κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή, τα κράτη μέλη και τα οικεία Περιφερειακά Γνωμοδοτικά Συμβούλια βάσει ενός σχεδίου των μέτρων, το οποίο συνοδεύεται από επεξηγηματικό σημείωμα.

2. Τα μέτρα που εφαρμόζονται σε αλιευτικά σκάφη άλλων κρατών μελών, υπόκεινται στις διαδικασίες που καθορίζονται στο άρθρο 8 παράγραφοι 3 έως 6.

Κεφάλαιο III Προσαρμογή της αλιευτικής ικανότητας

Άρθρο 10 Μείωση της αλιευτικής ικανότητας

1. Τα κράτη μέλη πρέπει να θέσουν σε εφαρμογή μέτρα μείωσης της αλιευτικής ικανότητας για τους στόλους τους προκειμένου να επιτύχουν σταθερή και διαρκή ισορροπία μεταξύ της εν λόγω αλιευτικής ικανότητας και των κοινοτικών αλιευτικών δυνατοτήτων, λαμβάνοντας υπόψη τα μέτρα που λήφθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 6.

2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την μη υπέρβαση των επιπέδων αναφοράς για την αλιευτική ικανότητα του στόλου που αναφέρεται στο άρθρο 11 και στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου.

3. Δεν επιτρέπεται καμία έξοδος από το στόλο με την χορήγηση δημόσιας ενίσχυσης, εκτός εάν προηγείται απόσυρση της γενικής άδειας αλιείας που καθορίζεται στον κανονισμό αριθ. 3690/93 και, στην περίπτωση που προβλέπεται, των ειδικών αδειών αλιείας που καθορίζονται στους σχετικούς κανονισμούς. Η αλιευτική ικανότητα που αντιστοιχεί στη σχετική γενική άδεια αλιείας, και, κατά περίπτωση, στις σχετικές ειδικές άδειες αλιείας, δεν μπορεί να αντικατασταθεί.

4. Στην περίπτωση χορήγησης δημόσιας ενίσχυσης για απόσυρση αλιευτικής ικανότητας που υπερβαίνει τη μείωση της ικανότητας που είναι αναγκαία προκειμένου να τηρηθούν τα επίπεδα αναφοράς βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 1, ο όγκος της αποσυρόμενης αλιευτικής ικανότητας αφαιρείται αυτόματα από τα επίπεδα αναφοράς. Τα προκύπτοντα επίπεδα αναφοράς καθίστανται νέα επίπεδα αναφοράς.

Άρθρο 11 Επίπεδα αναφοράς για τους αλιευτικούς στόλους

1. Η Επιτροπή καθορίζει για κάθε κράτος μέλος επίπεδα αναφοράς για τη συνολική αλιευτική ικανότητα των κοινοτικών αλιευτικών σκαφών που φέρουν τη σημαία του κράτους μέλους σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31 παράγραφος 2.

Τα επίπεδα αναφοράς θα είναι το άθροισμα των στόχων του Πολυετούς Προγράμματος Προσανατολισμού 1997-2002 (το οποίο στο εξής καλείται "ΠΠΠ IV") για κάθε τμήμα του στόλου που καθορίστηκαν για την 31η Δεκεμβρίου 2002 σύμφωνα με την απόφαση του Συμβουλίου αριθ. 97/413/EΚ.

2. Επίπεδα αναφοράς για την αλιευτική ικανότητα που εκφράζονται με άλλο τρόπο, εκτός από μονάδες kW και GT, μπορούν να καθοριστούν από το Συμβούλιο.

Άρθρο 12 Καθεστώς εισόδου/εξόδου

Προκειμένου να αποφευχθεί οποιαδήποτε συνολική αύξηση της αλιευτικής ικανότητας, τα κράτη μέλη διαχειρίζονται τις εισόδους και τις εξόδους από το στόλο κατά τρόπον ώστε, σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή, η συνολική αλιευτική ικανότητα των εισόδων να μην υπερβαίνει τη συνολική αλιευτική ικανότητα των εξόδων.

Άρθρο 13 Κανόνες εφαρμογής

Κανόνες για τον έλεγχο της εκτέλεσης των υποχρεώσεων βάσει των άρθρων 11 και 12 μπορούν να θεσπιστούν σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2.

Άρθρο 14 Ανταλλαγή πληροφοριών

Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη ανταλλάσσουν πληροφορίες κατά τακτά χρονικά διαστήματα για την κατάσταση του στόλου και την εξέλιξή του ως προς τους στόχους και τα μέτρα που εκδόθηκαν βάσει του παρόντος κανονισμού. Οι λεπτομερείς κανόνες για τις ανταλλαγές αυτές θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2.

Άρθρο 15 Μητρώα αλιευτικών σκαφών

1. Κάθε κράτος μέλος θεσπίζει ένα μητρώο κοινοτικών αλιευτικών σκαφών που φέρουν τη σημαία του, το οποίο περιλαμβάνει τις ελάχιστες πληροφορίες για τα χαρακτηριστικά και τη δραστηριότητα των σκαφών τα οποία είναι αναγκαία για τη διαχείριση των μέτρων που θεσπίζονται σε κοινοτικό επίπεδο.

2. Κάθε κράτος μέλος θέτει στη διάθεση της Επιτροπής τις ελάχιστες πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3. Η Επιτροπή θεσπίζει κοινοτικό μητρώο αλιευτικών σκαφών το οποίο περιέχει τις πληροφορίες τις οποίες λαμβάνει βάσει της παραγράφου 2 και το θέτει στη διάθεση των κρατών μελών.

4. Οι ελάχιστες πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και οι διαδικασίες για τη διαβίβασή τους που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2.

Άρθρο 16 Αναστολή των κοινοτικών συνεισφορών

Με την επιφύλαξη του άρθρου 23 παράγραφος 4, η Επιτροπή μπορεί να αναστείλει την κοινοτική χρηματοδοτική συνδρομή βάσει των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 2792/1999 και (ΕΚ) αριθ. XXXX/2002 για τη θέσπιση επείγοντος κοινοτικού μέτρου για τη διάλυση αλιευτικών σκαφών, ή μπορεί να μειώσει την κατανομή αλιευτικών δυνατοτήτων ή αλιευτικής προσπάθειας για το σχετικό κράτος μέλος καθ'όσο χρονικό διάστημα το κράτος μέλος παραλείπει να συμμορφωθεί προς τα άρθρα 10, 12 και 15, ή παραλείπει να διαβιβάσει τις πληροφορίες που απαιτούνται βάσει του κανονισμού (EΚ) αριθ. 2792/99 και του κανονισμού της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. 366/2001.

Κεφάλαιο IV Κανόνες πρόσβασης σε ύδατα και πόρους

Άρθρο 17 Γενικοί κανόνες

1. Τα κοινοτικά αλιευτικά σκάφη πρέπει να διαθέτουν ισότιμη πρόσβαση σε ύδατα και πόρους σε όλα τα κοινοτικά ύδατα εκτός εκείνων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 υπό την επιφύλαξη των μέτρων που εκδίδονται βάσει του Κεφαλαίου II.

2. Τα κράτη μέλη εξουσιοδοτούνται να απαγορεύουν την αλιεία σε ύδατα μέχρι 12 ναυτικά μίλια από τις γραμμές βάσης, τα οποία τελούν υπό την κυριαρχία ή δικαιοδοσία τους, σε αλιευτικά σκάφη τα οποία αλιεύουν παραδοσιακά στα ύδατα αυτά από λιμένες παρακείμενων ακτών, με την επιφύλαξη των ρυθμίσεων για κοινοτικά αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία άλλων κρατών μελών στο πλαίσιο υφιστάμενων σχέσεων γειτονίας μεταξύ κρατών μελών και των ρυθμίσεων που προβλέπονται στο Παράρτημα I, που καθορίζουν για κάθε κράτος μέλος τις γεωγραφικές ζώνες εντός των παρακτίων ζωνών άλλων κρατών μελών στις οποίες ασκούνται αλιευτικές δραστηριότητες καθώς και τα είδη τα οποία αφορούν.

Άρθρο 18 Ιδιαίτεροι κανόνες (Shetland Box)

1. Στην περιοχή που καθορίζεται στο Παράρτημα II, η αλιευτική δραστηριότητα των αλιευτικών σκαφών μήκους μεταξύ των καθέτων άνω των 26 μέτρων, τα οποία αλιεύουν βενθοπελαγικά είδη, εκτός από το σύκο της Νορβηγίας και το προσφυγάκι, διέπονται από σύστημα προηγούμενης άδειας σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό και, ιδίως, στο Παράρτημα II.

2. Λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής και διαδικασίες για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου 1 είναι δυνατόν να θεσπίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2.

Άρθρο 19 Επανεξέταση των κανόνων πρόσβασης

1. Μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2003, η Επιτροπή παρουσιάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με τους κανόνες που αφορούν την πρόσβαση σε πόρους, οι οποίοι προβλέπονται στην κοινοτική νομοθεσία, εκτός εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 2, αξιολογώντας την αιτιολόγηση των κανόνων αυτών από την άποψη των στόχων διατήρησης και βιώσιμης εκμετάλλευσης.

2. Βάσει της έκθεσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και έχοντας υπόψη την αρχή που καθορίζεται στο άρθρο 17 παράγραφος 1, το Συμβούλιο αποφασίζει, πριν την 31η Δεκεμβρίου 2004, για οποιεσδήποτε προσαρμογές των κανόνων αυτών.

Άρθρο 20 Κατανομή αλιευτικών δυνατοτήτων και αλιευτική προσπάθεια

1. Το Συμβούλιο αποφασίζει για μία μέθοδο κατανομής μεταξύ των κρατών μελών των κοινοτικών αλιευτικών δυνατοτήτων για κάθε απόθεμα και διασφαλίζει για κάθε κράτος μέλος ένα μερίδιο των προς κατανομή αλιευτικών δυνατοτήτων ή/και της αλιευτικής προσπάθειας, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη διασφάλισης, για κάθε κράτος μέλος, μιας σχετικής σταθερότητας αλιευτικών δραστηριοτήτων.

2. Στην περίπτωση καθορισμού νέων αλιευτικών δυνατοτήτων από την Κοινότητα, το Συμβούλιο αποφασίζει για τη μέθοδο κατανομής των δυνατοτήτων αυτών λαμβάνοντας υπόψη τα συμφέροντα κάθε κράτους μέλους.

3. Κάθε κράτος μέλος αποφασίζει, για τα σκάφη που φέρουν τη σημαία του, τη μέθοδο κατανομής των αλιευτικών δυνατοτήτων που έχουν διατεθεί στο εν λόγω κράτος μέλος. Ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με την επιλεγείσα μέθοδο κατανομής.

4. Το Συμβούλιο καθορίζει τις αλιευτικές δυνατότητες που διατίθεται σε τρίτες χώρες στα κοινοτικά ύδατα, και κατανέμει τις δυνατότητες αυτές σε κάθε τρίτη χώρα.

5. Τα κράτη μέλη δύνανται, μετά από προηγούμενη ενημέρωση της Επιτροπής, να ανταλλάξουν το σύνολο ή μέρος των αλιευτικών δυνατοτήτων που τους έχουν κατανεμηθεί.

Κεφάλαιο V Κοινοτικό σύστημα έλεγχου και εφαρμογής

Άρθρο 21 Στόχοι

Το κοινοτικό σύστημα ελέγχου και εφαρμογής διασφαλίζει τον έλεγχο της πρόσβασης σε ύδατα και πόρους, της άσκησης δραστηριοτήτων στο πεδίο εφαρμογής της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής που καθορίζεται στο άρθρο 1 καθώς και της τήρησης των κανόνων.

Άρθρο 22 Όροι πρόσβασης σε ύδατα και πόρους καθώς και όροι εμπορίας προϊόντων αλιείας

1. Απαγορεύεται η άσκηση δραστηριοτήτων στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής εφόσον δεν τηρούνται οι κάτωθι υποχρεώσεις :

α) τα σκάφη υποχρεούνται να διαθέτουν επ' αυτών γενική άδεια αλιείας και, εφόσον προβλέπεται, ειδικές άδειες αλιείας.

β) τα σκάφη πρέπει να διαθέτουν λειτουργικό σύστημα, το οποίο να επιτρέπει την ανίχνευση και αναγνώριση του σκάφους αυτού από συστήματα τηλεπαρακολούθησης.

γ) ο πλοίαρχος πρέπει να καταχωρεί και να διαβιβάζει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση πληροφορίες σχετικά με τις αλιευτικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων των εκφορτώσεων και μεταφορτώσεων, κατά τρόπον ώστε να είναι δυνατή η ηλεκτρονική διαβίβαση των καταχωρήσεων αυτών. Αντίγραφα των καταχωρήσεων τίθενται στη διάθεση των αρχών.

δ) ο πλοίαρχος πρέπει να δέχεται επιθεωρητές επί του σκάφους και να συνεργάζεται με αυτούς. στην περίπτωση που εφαρμόζεται σύστημα παρατηρητών, ο πλοίαρχος πρέπει επίσης να δέχεται παρατηρητές επί του σκάφους και να συνεργάζεται με αυτούς.

ε) ο πλοίαρχος τηρεί τους όρους και περιορισμούς όσον αφορά τις εκφορτώσεις, μεταφορτώσεις, κοινές αλιευτικές δραστηριότητες, αλιευτικά εργαλεία, δίχτυα και σήμανση των σκαφών.

2. Η εμπορία προϊόντων αλιείας υπόκειται στις ακόλουθες υποχρεώσεις :

α) ο πλοίαρχος πωλεί προϊόντα αλιείας αποκλειστικά σε έναν εγκεκριμένο αγοραστή ή σε μία εγκεκριμένη ιχθυόσκαλα.

β) ο αγοραστής προϊόντων αλιείας είναι εγκεκριμένος από τις αρχές.

γ) ο αγοραστής προϊόντων αλιείας υποβάλει τιμολόγια ή δελτία πωλήσεων στις αρχές, εκτός εάν η πώληση λαμβάνει χώρα σε εγκεκριμένη ιχθυόσκαλα η οποία υποχρεούται να υποβάλει τιμολόγια ή δελτία πωλήσεων στις αρχές.

δ) όλα τα προϊόντα αλιείας που εκφορτώνονται ή εισάγονται στην Κοινότητα, για τα οποία δεν έχουν υποβληθεί στις αρχές τιμολόγια ή δελτία πωλήσεων, και τα οποία μεταφέρονται σε τόπο εκτός του τόπου εκφόρτωσης ή εισαγωγής πρέπει να συνοδεύονται από έγγραφο που συντάσσεται από τον μεταφορέα μέχρι την πραγματοποίηση της πρώτης πώλησης.

ε) τα πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για εγκαταστάσεις ή οχήματα μεταφοράς, δέχονται την επίσκεψη επιθεωρητών και συνεργάζονται με αυτούς.

στ) στην περίπτωση καθορισμού ελάχιστου μεγέθους για ένα συγκεκριμένο είδος, οι εμπορευόμενοι που είναι υπεύθυνοι για την πώληση, αποθήκευση ή μεταφορά, πρέπει να μπορούν να αποδεικνύουν τη γεωγραφική προέλευση των προϊόντων.

3. Για την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2, μπορούν να θεσπιστούν λεπτομερείς κανόνες σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 31 παράγραφος 2.

Οι κανόνες αυτοί καλύπτουν, ιδίως, τις υποχρεώσεις τεκμηρίωσης, καταχώρησης, υποβολής εκθέσεων και ενημέρωσης των κρατών μελών, των πλοιάρχων και των νομικών και φυσικών προσώπων που ασχολούνται με δραστηριότητες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής.

Οι κανόνες μπορούν επίσης να προβλέπουν απαλλαγές από τις υποχρεώσεις για ορισμένες ομάδες σκαφών, στην περίπτωση που δικαιολογούνται από την αμελητέα επίπτωση της δραστηριότητας των σκαφών αυτών επί των έμβιων υδρόβιων πόρων ή το δυσανάλογο βάρος των υποχρεώσεων που δημιουργούν σε σύγκριση προς την οικονομική σημασία της δραστηριότητας των σκαφών.

Άρθρο 23 Ευθύνες των κρατών μελών

1. Εφόσον δεν προβλέπεται διαφορετικά από το κοινοτικό δίκαιο, τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν την εκτέλεση αποτελεσματικού ελέγχου, επιθεώρησης και εφαρμογής των κανόνων της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής.

2. Τα κράτη μέλη πρέπει να ελέγχουν τις δραστηριότητες που διενεργούνται στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής στο έδαφός τους ή στα ύδατα που υπόκεινται στην κυριαρχία ή δικαιοδοσία τους. Ελέγχουν επίσης την πρόσβαση σε ύδατα και πόρους καθώς και τις αλιευτικές δραστηριότητες εκτός των κοινοτικών υδάτων από κοινοτικά αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία τους καθώς και των υπηκόων τους.

3. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα μέτρα, κατανέμουν τους χρηματοδοτικούς και ανθρώπινους πόρους και συγκροτούν τη διοικητική και τεχνική δομή που είναι αναγκαία για τη διασφάλιση αποτελεσματικού ελέγχου, επιθεώρησης και εφαρμογής, συμπεριλαμβανομένων και δορυφορικών συστημάτων παρακολούθησης. Τα κράτη μέλη θέτουν επίσης σε εφαρμογή ένα μέσο τηλεπαρακολούθησης μέχρι το 2004. Σε κάθε κράτος μέλος, μία ενιαία αρχή πρέπει να είναι υπεύθυνη για τον έλεγχο και την επαλήθευση πληροφοριών σχετικά με τις αλιευτικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένης της τοποθέτησης παρατηρητών επί των αλιευτικών σκαφών και της λήψης κατάλληλων αποφάσεων, στις οποίες περιλαμβάνεται η απαγόρευση των αλιευτικών δραστηριοτήτων, καθώς και για την υποβολή εκθέσεων και τη συνεργασία με την Επιτροπή.

4. Οποιαδήποτε απώλεια κοινών έμβιων υδρόβιων πόρων που προκύπτει από παράβαση των κανόνων της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, η οποία οφείλεται σε οποιαδήποτε δραστηριότητα ή παράλειψη του κράτους μέλους, θα αποζημιώνεται από το κράτος μέλος. Η επανόρθωση πρέπει να λαμβάνει τη μορφή μείωσης της ποσόστωσης που κατανέμεται στο κράτος μέλος. Η μείωση αυτή πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια του έτους κατά το οποίο προκλήθηκε η βλάβη ή κατά το επόμενο έτος ή έτη. Στην περίπτωση που δεν είναι δυνατή μείωση ποσόστωσης, η Επιτροπή καθορίζει την αξία ισοδύναμης ποσόστωσης ως αποζημίωση από το κράτος μέλος.

Οι αποφάσεις λαμβάνονται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 2. Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίζει να συνοδεύονται τα μέτρα που επιβάλλονται στο κράτος μέλος από επανακατανομή της ποσόστωσης, ή της εν λόγω αξίας ισοδύναμης ποσόστωσης στα κράτη μέλη που διαπιστώθηκε ότι υπέστησαν βλάβη λόγω της απώλειας των κοινών πόρων. Τα εν λόγω κράτη μέλη χρησιμοποιούν την ποσόστωση ή την αξία ισοδύναμης ποσόστωσης που τους έχει κατανεμηθεί προς όφελος του τομέα της αλιείας που υπέστη βλάβη λόγω της απώλειας των κοινών πόρων που προκλήθηκαν από παράβαση των κανόνων της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής.

Στην περίπτωση που δεν υπέστη βλάβη κανένα κράτος μέλος, η αξία ισοδύναμης ποσόστωσης θα αποτελέσει έσοδο της Κοινότητας βάσει του άρθρου 4 του Δημοσιονομικού Κανονισμού [7], το οποίο θα χρησιμοποιηθεί για την ενίσχυση των μέτρων ελέγχου και εφαρμογής της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής.

[7] Δημοσιονομικός κανονισμός της 21ης Δεκεμβρίου 1977 που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, όπως τροποποιήθηκε, ΕΕ L 356, 31.12.1977, σ. 1

5. Κανόνες εφαρμογής του παρόντος άρθρου μπορούν να θεσπιστούν σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2, καθώς και για τη διαπίστευση από τα κράτη μέλη της αρχής που αναφέρεται στην παράγραφο 3.

Άρθρο 24 Επιθεώρηση και εφαρμογή

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα επιθεώρησης και εφαρμογής προκειμένου να διασφαλίσουν συνεπή συμμόρφωση προς τους κανόνες της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής στο έδαφός τους ή στα ύδατα που υπάγονται στην κυριαρχία ή δικαιοδοσία τους. Λαμβάνουν επίσης μέτρα εφαρμογής σχετικά με αλιευτικές δραστηριότητες εκτός κοινοτικών υδάτων των κοινοτικών αλιευτικών σκαφών που φέρουν τη σημαία τους καθώς και των υπηκόων τους.

Τα εν λόγω μέτρα περιλαμβάνουν :

α) επιτόπιους ελέγχους και επιθεωρήσεις αλιευτικών σκαφών, κτιριακών εγκαταστάσεων επιχειρήσεων και άλλων οργανισμών οι οποίοι δραστηριοποιούνται στον τομέα της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής.

β) παρατηρήσεις αλιευτικών σκαφών.

γ) έρευνα και νομική δίωξη παραβάσεων καθώς και κυρώσεις σύμφωνα με το 25.

δ) προληπτικά μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 4.

Τα λαμβανόμενα μέτρα πρέπει να τεκμηριώνονται δεόντως. Τα μέτρα αυτά πρέπει να είναι αποτελεσματικά, αποτρεπτικά και ανάλογου επιπέδου προς την παράβαση.

Κανόνες εφαρμογής για τον παρόν άρθρο μπορούν να θεσπιστούν σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 31 παράγραφος 3.

Άρθρο 25 Δίωξη παραβάσεων

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη λήψη κατάλληλων μέτρων, συμπεριλαμβανομένων των διοικητικών μέτρων ή ποινικών διαδικασιών σύμφωνα με το εθνικό δίκαιό τους, κατά των υπεύθυνων φυσικών ή νομικών προσώπων στην περίπτωση μη τήρησης των κανόνων της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής.

2. Οι διαδικασίες που κινούνται σύμφωνα με την παράγραφο 1, πρέπει, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του εθνικού δικαίου, να στερούν αποτελεσματικά από τους υπεύθυνους το οικονομικό όφελος των παραβάσεων και να παράγουν αποτελέσματα ανάλογα προς τη σοβαρότητα των εν λόγω παραβάσεων, αποθαρρύνοντας αποτελεσματικά περαιτέρω παραβάσεις παρόμοιου τύπου.

3. Οι κυρώσεις που απορρέουν από τις διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2, περιλαμβάνουν, ιδίως, ανάλογα με τη σοβαρότητα της παράβασης :

(α) πρόστιμα.

(β) κατάσχεση των απαγορευμένων αλιευτικών εργαλείων και αλιευμάτων.

(γ) κατάσχεση του σκάφους.

(δ) προσωρινή ακινητοποίηση του σκάφους.

(ε) αναστολή της άδειας.

(στ) απόσυρση της άδειας.

4. Με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3, το Συμβούλιο αποφασίζει για το επίπεδο των κυρώσεων που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη στην περίπτωση ενεργειών που συνιστούν σοβαρή παράβαση σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1447/1999.

5. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν άμεσα μέτρα για την παρεμπόδιση των δραστηριοτήτων των σκαφών, φυσικών ή νομικών προσώπων, τα οποία συνελήφθησαν επ'αυτοφώρω να διαπράττουν σοβαρή παράβαση, όπως ορίζεται στον κανονισμό του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1447/1999.

Άρθρο 26 Αρμοδιότητες της Επιτροπής

1. Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής βάσει της συνθήκης, η Επιτροπή αξιολογεί και ελέγχει την εκτέλεση της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής από τα κράτη μέλη και διευκολύνει το συντονισμό και τη συνεργασία μεταξύ τους.

2. Εάν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι υπάρχουν ενδείξεις μη τήρησης των κανόνων διατήρησης, ελέγχου, επιθεώρησης ή εφαρμογής βάσει της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής και στην περίπτωση που το γεγονός αυτό ενδέχεται να έχει αρνητική επίπτωση στους έμβιους υδρόβιους πόρους ή την αποτελεσματική λειτουργία του κοινοτικού συστήματος ελέγχου και εφαρμογής και απαιτείται άμεση λήψη μέτρων, θέτει στο σχετικό κράτος μέλος ελάχιστη προθεσμία 10 εργασίμων ημερών προκειμένου το κράτος μέλος να αποδείξει συμμόρφωση και να εκφράσει τις παρατηρήσεις του.

3. Εάν, μετά τη λήξη της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 2, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι παραμένουν αμφιβολίες σχετικά με τη συμμόρφωση, αναστέλλει, εν όλω ή εν μέρει, τις αλιευτικές δραστηριότητες ή εκφορτώσεις αλιευμάτων από ορισμένες κατηγορίες σκαφών ή σε ορισμένους λιμένες, περιφέρειες ή περιοχές. Η απόφαση πρέπει να είναι ανάλογη προς τον κίνδυνο που παρουσιάζει η μη συμμόρφωση για τη διατήρηση των έμβιων υδρόβιων πόρων.

Η Επιτροπή προβαίνει στην άρση της αναστολής εντός 10 εργασίμων ημερών αφού το κράτος μέλος αποδείξει ότι δεν απομένουν πλέον αμφιβολίες ως προς τη συμμόρφωση.

4. Στην περίπτωση που θεωρείται ότι έχει εξαντληθεί η ποσόστωση ή το διαθέσιμο μερίδιο ενός κράτους μέλους, η Επιτροπή μπορεί να λαμβάνει άμεσα μέτρα.

5. Κατά παρέκκλιση του άρθρου 23 παράγραφος 2, η Επιτροπή ελέγχει τις αλιευτικές δραστηριότητες σε κοινοτικά ύδατα σκαφών που φέρουν τη σημαία τρίτης χώρας, εφόσον αυτό προβλέπεται από το κοινοτικό δίκαιο. Για το σκοπό αυτό, η Επιτροπή και τα οικεία κράτη μέλη συνεργάζονται και συντονίζουν τη δράση τους.

6. Λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου μπορούν να θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2.

Άρθρο 27 Αξιολόγηση και επιθεωρήσεις από την Επιτροπή

1. Η Επιτροπή δύναται, κατόπιν πρωτοβουλίας της και με δικά της μέσα, να κινήσει και να διενεργήσει ελέγχους, έρευνες, επαληθεύσεις και επιθεωρήσεις σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής. Ιδίως μπορεί να ελέγχει :

α) την εφαρμογή των κανόνων από τα κράτη μέλη και τις αρμόδιες αρχές τους.

β) τη συμφωνία προς τους κανόνες των εθνικών διοικητικών πρακτικών καθώς και των δραστηριοτήτων επιθεώρησης και εποπτείας.

γ) την ύπαρξη των απαιτούμενων εγγράφων και τη συμφωνία τους προς τους ισχύοντες κανόνες.

δ) τους όρους διενέργειας δραστηριοτήτων ελέγχου και εφαρμογής από τα κράτη μέλη.

Για τους σκοπούς αυτούς, η Επιτροπή μπορεί να διενεργεί επιθεωρήσεις σε σκάφη καθώς επίσης και στις κτιριακές εγκαταστάσεις επιχειρήσεων και άλλων οργανισμών που δραστηριοποιούνται στον τομέα της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής και να έχει πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες και έγγραφα που απαιτούνται για την άσκηση του ελέγχου.

Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή την αναγκαία συνδρομή προκειμένου να εκτελέσει τα καθήκοντα αυτά.

2. Λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρο μπορούν να θεσπιστούν σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2.

3. Κάθε τρία έτη, η Επιτροπή συντάσσει έκθεση αξιολόγησης για την εφαρμογή των κανόνων της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής από τα κράτη μέλη, η οποία υποβάλλεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

Άρθρο 28 Συνεργασία και συντονισμός

1. Τα κράτη μέλη συνεργάζονται μεταξύ τους καθώς και με τρίτες χώρες για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς τους κανόνες της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής. Για το σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη παρέχουν στα άλλα κράτη μέλη και σε τρίτες χώρες την αναγκαία συνδρομή για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς τους εν λόγω κανόνες.

2. Στην περίπτωση ελέγχου και επιθεώρησης όσον αφορά διασυνοριακές αλιευτικές δραστηριότητες, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τον συντονισμό της δράσης τους βάσει του παρόντος κεφαλαίου. Για το σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη ανταλλάσσουν επιθεωρητές.

3. Τα κράτη μέλη εξουσιοδοτούν σε αμοιβαία βάση επιθεωρητές, σκάφη επιθεώρησης και αεροσκάφη επιθεώρησης προκειμένου να διενεργήσουν επιθεωρήσεις σύμφωνα με τους κανόνες της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής όσον αφορά αλιευτικές δραστηριότητες στα ύδατα που υπάγονται στην κυριαρχία ή δικαιοδοσία τους, καθώς και σε διεθνή ύδατα, σε κοινοτικά αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία τους.

4. Βάσει των διορισμών που της κοινοποιούνται από τα κράτη μέλη, η Επιτροπή καταρτίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2, κατάλογο κοινοτικών επιθεωρητών, σκαφών επιθεώρησης και αεροσκαφών επιθεώρησης που επιτρέπεται να διενεργούν επιθεωρήσεις βάσει του παρόντος κεφαλαίου σε κοινοτικά ύδατα καθώς και σε κοινοτικά αλιευτικά σκάφη.

5. Οι εκθέσεις επιθεώρησης και εποπτείας που συντάσσονται από κοινοτικούς επιθεωρητές, ή επιθεωρητές ενός άλλου κράτους μέλους, ή επιθεωρητές της Επιτροπής, συνιστούν αποδεκτά μαρτυρικά στοιχεία σε διοικητικές ή δικαστικές διαδικασίες οποιουδήποτε κράτους μέλους. Έχουν την ίδια αξία για την απόδειξη γεγονότων με τις εκθέσεις επιθεώρησης και εποπτείας των κρατών μελών.6. Λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου μπορούν να θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2.

Κεφάλαιο VI Λήψη αποφάσεων και διαβούλευση

Άρθρο 29 Διαδικασία λήψης αποφάσεων

Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα κανονισμό το Συμβούλιο ενεργεί σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 37 της Συνθήκης.

Άρθρο 30 Διεθνείς σχέσεις

Τα μέτρα που έχουν θεσπιστεί βάσει διεθνών συμφωνιών, των οποίων η Κοινότητα είναι μέρος, και τα οποία καθίστανται δεσμευτικά για την Κοινότητα ενσωματώνονται στο κοινοτικό δίκαιο σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 31 παράγραφος 3.

Στην περίπτωση που τα μέτρα αυτά αφορούν την κατανομή αλιευτικών δυνατοτήτων, το πρώτο εδάφιο εφαρμόζεται μετά την έγκριση των μέτρων που προβλέπονται στο άρθρο 20 εκ μέρους του Συμβουλίου.

Άρθρο 31 Επιτροπή Αλιείας και Υδατοκαλλιέργειας

1. Η Επιτροπή επικουρείται από την Επιτροπή Αλιείας και Υδατοκαλλιέργειας (η οποία στο εξής καλείται "επιτροπή").

2. Στην περίπτωση παραπομπής στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 4 και 7 της απόφασης αριθ. 1999/468/EΚ [8]. Η περίοδος που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της απόφασης αριθ. 1999/468/EΚ ορίζεται σε 20 εργάσιμες ημέρες.

[8] ΕΕ L 184, 17.7.1999, σ. 23

3. Στην περίπτωση παραπομπής στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης αριθ. 1999/468/EΚ. Η περίοδος που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης αριθ. 1999/468/EΚ ορίζεται σε 60 εργάσιμες ημέρες.

Άρθρο 32 Περιφερειακά Γνωμοδοτικά Συμβούλια

1. Τα Περιφερειακά Γνωμοδοτικά Συμβούλια ιδρύονται με σκοπό να συνεισφέρουν στην επίτευξη των στόχων του άρθρου 2 παράγραφος 1 και ιδίως να παρέχουν συμβουλές στην Επιτροπή για θέματα διαχείρισης της αλιείας όσον αφορά ορισμένες θαλάσσιες περιοχές και αλιευτικές ζώνες.

2. Τα Περιφερειακά Γνωμοδοτικά Συμβούλια συνίστανται από αντιπροσώπους του τομέα της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας, εκπροσώπους στον τομέα της προστασίας του περιβάλλοντος και των καταναλωτών, εθνικών ή/και περιφερειακών διοικήσεων και επιστημονικών εμπειρογνωμόνων από όλα τα κράτη μέλη, των οποίων τα αλιευτικά σκάφη ασκούν δραστηριότητες στη σχετική θαλάσσια περιοχή ή αλιευτική ζώνη. Η Επιτροπή μπορεί να παρίσταται κατά τις συνεδριάσεις των.

3. Η Επιτροπή μπορεί να ζητεί συμβουλές από τα Περιφερειακά Γνωμοδοτικά Συμβούλια όσον αφορά προτάσεις για τα μέτρα που πρόκειται να ληφθούν βάσει του άρθρου 37 της συνθήκης, τα οποία πρόκειται να υποβάλει και τα οποί αφορούν ειδικότερα ιχθυαποθέματα της σχετικής περιοχής. Η Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη μπορούν να ζητούν συμβουλές από τα συμβούλια αυτά όσον αφορά άλλα μέτρα.

4. Τα Περιφερειακά Γνωμοδοτικά Συμβούλια μπορούν :

(α) να υποβάλουν προτάσεις και συστάσεις, κατόπιν δικής τους πρωτοβουλίας ή κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής ή κράτους μέλους, όσον αφορά θέματα διαχείρισης της αλιείας στην Επιτροπή ή στο οικείο κράτος μέλος.

(β) να ενημερώνουν την Επιτροπή ή το οικείο κράτος μέλος σχετικά με προβλήματα που αφορούν την εφαρμογή κοινοτικών κανόνων στην περιοχή που καλύπτουν και να υποβάλουν συστάσεις και προτάσεις για την επίλυση των προβλημάτων αυτών στην Επιτροπή και στο οικείο κράτος μέλος.

(γ) να ασκούν οποιεσδήποτε άλλες δραστηριότητες οι οποίες είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

Άρθρο 33 Διαδικασία ίδρυσης Περιφερειακών Γνωμοδοτικών Συμβουλίων

Το Συμβούλιο αποφασίζει για την ίδρυση Περιφερειακού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου. Το Περιφερειακό Γνωμοδοτικό Συμβούλιο καλύπτει θαλάσσιες περιοχές που υπάγονται στη δικαιοδοσία δύο τουλάχιστον κρατών μελών.Άρθρο 34 Επιστημονική, Τεχνική και Οικονομική Επιτροπή Αλιείας

1. Ιδρύεται Επιστημονική, Τεχνική και Οικονομική Επιτροπή Αλιείας (ΕΤΟΕΑ). Η ΕΤΟΕΑ ερωτάται, εφόσον καθίσταται ανάγκη, για θέματα που αφορούν τη διατήρηση και διαχείριση των έμβιων υδρόβιων πόρων, συμπεριλαμβανομένων βιολογικών, οικονομικών, περιβαλλοντικών, κοινωνικών και τεχνικών θεμάτων.

2. Η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις συμβουλές της ΕΤΟΕΑ κατά την υποβολή προτάσεων για τη διαχείριση της αλιείας βάσει του παρόντος κανονισμού.

Κεφάλαιο VII Τελικές διατάξεις

Άρθρο 35 Καταργήσεις

1. Καταργούνται οι κανονισμοί του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 3760/92 και (ΕΟΚ) αριθ. 101/76.

2. Οι παραπομπές προς τις διατάξεις των καταργούμενων κανονισμών βάσει της παραγράφου 1 θεωρούνται ως παραπομπές στις αντίστοιχες διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 36

Επανεξέταση

Οι διατάξεις των κεφαλαίων II και III επανεξετάζονται πριν το τέλος του έτους 2008.

Άρθρο 37 Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2003.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε όλα τα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, Done at Brussels,

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I [9]

[9] Όλα τα όρια υπολογίζονται από τις γραμμές βάσης όπως αυτές υφίσταντο όταν εκδόθηκε ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 170/83 και, για τα κράτη μέλη που προσχώρησαν στην Κοινότητα μετά την ημερομηνία αυτή, κατά το χρόνο της προσχώρησής τους.

ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΕ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΥΔΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 17 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

1. ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΥΔΑΤΑ ΤΟΥ ΗΝΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

A. ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΓΑΛΛΙΑ

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

B. ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΡΛΑΝΔΙΑ

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Γ. ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Δ. ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

E. ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΒΕΛΓΙΟ

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2. ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΥΔΑΤΑ ΤΗΣ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ

A. ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΓΑΛΛΙΑ

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

B. ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Γ. ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Δ. ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

E. ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΒΕΛΓΙΟ

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

3. ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΥΔΑΤΑ ΤΟΥ ΒΕΛΓΙΟΥ

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

4. ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΥΔΑΤΑ ΤΗΣ ΔΑΝΙΑΣ

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

5. ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΥΔΑΤΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

6. ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΥΔΑΤΑ ΤΗΣ ΓΑΛΛΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΥΠΕΡΠΟΝΤΙΩΝ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑΤΩΝ

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

7. ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΥΔΑΤΑ ΙΣΠΑΝΙΑΣ

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

8. ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΥΔΑΤΑ ΤΩΝ ΚΑΤΩ ΧΩΡΩΝ

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

SHETLAND BOX

A. Γεωγραφικά όρια

Από το σημείο στη δυτική ακτή της Σκωτίας σε γεωγραφικό πλάτος 58°30' Β έως 59°30' Β- 6°15' Δ

Από 58°30' Β - 6°15' Δ έως 59°30' Β - 5°45' Δ

Από 59°30' Β - 5°45' Δ έως 59°30' Β - 3°45' Δ κατά τη γραμμή των 12 ναυτικών μιλίων βόρεια των Orkneys

Από 59°30' Β - 3°00' Δ έως 61°00' Β - 3°00' Δ

Από 61°00' Β - 3°00' Δ έως 61°00' Β - 0°00' Δ κατά τη γραμμή των 12 ναυτικών μιλίων βόρεια των Shetlands

Από 61°00' Β - 0°00' Δ έως 59°30' Β - 0°00' Δ

Από 59°30' Β - 0°00' Δ έως 59°30' Β - 1°00' Δ

Από 59°30' Β - 1°00' Δ έως 59°00' Β - 1°00' Δ

Από 59°00' Β - 1°00' Δ έως 59°00' Β - 2°00' Δ

Από 59°00' Β - 2°00' Δ έως 58°30' Β - 2°00' Δ

Από 58°30' Β - 2°00' Δ έως 58°30' Β - 3°00' Δ

Από 58°30' Β - 3°00' Δ έως την ανατολική ακτή της Σκωτίας σε γεωγραφικό πλάτος 58°30' Β.

B. Επιτρεπόμενη αλιευτική προσπάθεια

Ανώτατος αριθμός επιτρεπόμενων σκαφών, των οποίων το μήκος μεταξύ των καθέτων να είναι μεγαλύτερο ή ίσο προς 26 μέτρα [10], για την αλίευση βενθοπελαγικών ειδών, εκτός από το σύκο της Νορβηγίας και το προσφυγάκι [11]:

[10] Το μήκος μεταξύ των καθέτων, όπως καθορίζεται στον κανονισμό της Επιτροπής (ΕΟΚ) αριθ. 2930/86 (ΕΕ L 274, 25.9.1986, σ. 1).

[11] Τα σκάφη που αλιεύουν σύκο της Νορβηγίας και προσφυγάκι υπόκεινται σε ειδικά μέτρα ελέγχου όσον αφορά την κατοχή επί του σκάφους αλιευτικών εργαλείων και ειδών εκτός από εκείνα που αναφέρονται ανωτέρω.

Κράτος μέλος // Αριθμός επιτρεπόμενων αλιευτικών σκαφών

Γαλλία Ηνωμένο Βασίλειο Γερμανία Βέλγιο // 52 62 12 2

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

Τομέας πολιτικής : ΑΛΙΕΙΑ

Δραστηριότητες :

110402 - Επιθεώρηση και εποπτεία αλιευτικών δραστηριοτήτων σε ύδατα εντός και εκτός της Κοινότητας

110403 - Στενότερος διάλογος με τον τομέα της αλιείας και όσους επηρεάζονται από την Κοινή Αλιευτική Πολιτική

110405 (πρόταση για προσχέδιο προϋπολογισμού 2003) - Βελτίωση των επιστημονικών συμβουλών για τη διαχείριση των αλιευτικών πόρων

110610 - Κοινοτικό μέτρο για τη διάλυση αλιευτικών σκαφών

ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΔΡΑΣΗΣ :

Διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση αλιευτικών πόρων βασει της Κοινήσ Αλιευτικήσ Πολιτικήσ

1. ΓΡΑΜΜH ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ + ONOMΑΣΙΑ

Κεφάλαιο B2-90, άρθρο B2-902

Κεφάλαιο B2-90, άρθρο B2-903

Κεφάλαιο B2-90, άρθρο B2-904 (πρόταση για προσχέδιο προϋπολογισμού 2003)

Κεφάλαιο B2-xx, (κινητοποίηση του μέσου ευελιξίας το 2003)

2. ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΑΡΙΘΜΗΤΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ

2.1. Συνολικό κονδύλιο της δράσης (Μέρος B) : 51,2 εκατ. EUR σε ΠΑΥ

2.2. Περίοδος υλοποίησης :

2003-2006

2.3. Συνολική πολυετής εκτίμηση των δαπανών :

(α) Χρονοδιάγραμμα των πιστώσεων αναλήψεων υποχρεώσεων/των πιστώσεων πληρωμών (δημοσιονομική παρέμβαση) (πρβλ. σημείο 6.1.1)

εκατ. EUR (μέχρι τρίτου δεκαδικού)

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

(β) Τεχνική και Διοικητική Συνδρομή (ΤΔΣ) και Δαπάνες Στήριξης (ΔΣ) (πρβλ. σημείο 6.1.2)

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

(γ) Συνολικές δημοσιονομικές επιπτώσεις των ανθρώπινων πόρων και των άλλων δαπανών διοικητικής λειτουργίας (πρβλ. σημεία 7.2 και 7.3)

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2.4. Συμβατότητα με τον δημοσιονομικό προγραμματισμό και με τις δημοσιονομικές προοπτικές

Πρόταση συμβατή με τον ισχύοντα δημοσιονομικό προγραμματισμό.

[X] Η πρόταση αυτή απαιτεί επαναπρογραμματισμό του αντίστοιχου τομέα των δημοσιονομικών προοπτικών.

[...] συμπεριλαμβανόμενης, εφόσον συντρέχει περίπτωση, προσφυγής στις διατάξεις της Διοργανικής Συμφωνίας.

2.5. Δημοσιονομικές επιπτώσεις επί των εσόδων [12] :

[12] Για περισσότερες πληροφορίες, βλέπε χωριστό επεξηγηματικό σημείωμα.

[X] Ουδεμία δημοσιονομική επίπτωση (αφορά τεχνικές πτυχές της εφαρμογής ενός μέτρου)

Ή

Δημοσιονομική επίπτωση - Η επίδραση επί των εσόδων έχει ως εξής :

(Σημείωση : Όλες οι διευκρινίσεις και παρατηρήσεις που αφορούν τον τρόπο υπολογισμού της επίδρασης επί των εσόδων πρέπει να περιλαμβάνονται σε χωριστό φύλλο)

εκατ. EUR (μέχρι πρώτου δεκαδικού)

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

(Να περιγραφεί κάθε εμπλεκόμενη γραμμή του προϋπολογισμού, με προσθήκη του ενδεδειγμένου αριθμού γραμμών στον πίνακα, εφόσον η δράση επιδρά σε πλείονες γραμμές του προϋπολογισμού)

3. ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

4. ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ

Άρθρο 37 της συνθήκης

5. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ

5.1. Αναγκαιότητα κοινοτικής παρέμβασης

5.1.1. Επιδιωκόμενοι στόχοι

Ο κανονισμός του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 3760/92 της 20.12.1992 προβλέπει τη μεταρρύθμιση της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής κατά τη διάρκεια του 2002.

Η Κοινή Αλιευτική Πολιτική αντιμετωπίζει πολλές σημαντικές προκλήσεις και προβλήματα. Η κατάσταση πολλών ιχθυαποθεμάτων είναι ανησυχητική. Τα μεγέθη και οι εκφορτώσεις των αποθεμάτων έχουν μειωθεί δραματικά κατά τα τελευταία 25 έτη. Για πολλά σημαντικά από εμπορικής απόψεως βενθοπελαγικά αποθέματα, όπως είναι ο γάδος και ο μερλούκιος, οι αριθμοί των ώριμων ψαριών ήταν περίπου διπλάσιοι κατά τις αρχές της δεκαετίας του 1970 απ´ό,τι κατά τα τέλη του 1990.

Η αλιευτική ικανότητα των κοινοτικών στόλων υπερβαίνει κατά πολύ εκείνη που απαιτείται για την αλίευση των διαθέσιμων αλιευτικών πόρων κατά βιώσιμο τρόπο. Οι πλέον πρόσφατες επιστημονικές συμβουλές του ICES δείχνουν ότι το επίπεδο της θνησιμότητας λόγω της αλιείας των κυριοτέρων κοινοτικών ιχθυαποθεμάτων πρέπει να μειωθεί κατά ένα τρίτο έως και κατά το ήμισυ, ανάλογα με τον τύπο της αλιείας και την περιοχή, προκειμένου να διασφαλιστεί η βιώσιμη αλιεία. Μη αποτελεσματικά προγράμματα για τη διαχείριση της αλιευτικής ικανότητας του στόλου καθώς επίσης και ακατάλληλα καθεστώτα ενίσχυσης οδήγησαν σε πλεονάζουσα αλιευτική ικανότητα και, ως εκ τούτου, στην εξάντληση των αποθεμάτων.

Το μεγαλύτερο μέρος του αλιευτικού τομέα της αλιείας αντιμετωπίζει οικονομική αστάθεια, χαμηλά κέρδη και σταθερή μείωση της απασχόλησης. Κατά την περίοδο 1990-1998, σημειώθηκε απώλεια 66000 θέσεων απασχόλησης στον τομέα της αλίευσης, δηλαδή συνολική μείωση κατά 22%. Κατά την ίδια περίοδο, η απασχόληση στον τομέα της μεταποίησης μειώθηκε κατά 14%.

Οι τρέχουσες ρυθμίσεις ελέγχου και εφαρμογής αποδείχθηκαν ανεπαρκείς για την εξασφάλιση ομοιομορφίας σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, υπονομεύοντας την αξιοπιστία της πολιτικής.

Οι παράγοντες του τομέα δεν συμμετείχαν επαρκώς στη διαμόρφωση της πολιτικής. Η έλλειψη αυτή συμμετοχής υπονομεύει τη στήριξη και τη συμμόρφωση προς τα μέτρα διατήρησης που λαμβάνονται.

Υπάρχουν σημαντικά κενά και αδυναμίες όσον αφορά τις επιστημονικές συμβουλές και πληροφορίες. Πρέπει να ενισχυθούν οι μηχανισμοί που καλύπτουν συμβουλές για όλα τα θέματα της διαχείρισης της αλιείας, συμπεριλαμβανομένων, επί παραδείγματι, περιβαλλοντικών και κοινωνικών θεμάτων.

Η συνημμένη πρόταση προορίζεται να καταστεί ένας νέος κανονισμός-πλαίσιο για την Κοινή Αλιευτική Πολιτική, ο οποίος θα αντικαταστήσει τους κανονισμούς του Συμβουλίου αριθ. 3760/92 και 101/76.

Η Κοινότητα χρειάζεται ένα νέο πλαίσιο το οποίο να παρέχει μία βάση συνεκτικών μέτρων πολυετούς διαχείρισης της αλιείας, και το οποίο να απομακρύνεται από την τρέχουσα πρακτική της λήψης αποφάσεων για τη διαχείριση των ιχθυαποθεμάτων σε ετήσια βάση. Το νέο πλαίσιο προβλέπει επίσης μία δέσμη μέτρων για τη στήριξη της προσαρμογής της αλιευτικής ικανότητας με στόχο την εξασφάλιση μιας καλύτερες ισορροπίας μεταξύ των αλιευτικών στόλων των κρατών μελών και των κοινοτικών αλιευτικών δυνατοτήτων. Το πλαίσιο αυτό θα πρέπει να είναι σαφές ως προς τις ευθύνες σε κοινοτικό, εθνικό και τοπικό επίπεδο, να προβλέπει διαδικασίες για τη λήψη αποφάσεων που να στηρίζονται σε έγκυρες επιστημονικές συμβουλές, να διευκολύνει την ευρεία συμμετοχή των παραγόντων και να εξασφαλίζει συνεκτικότητα με άλλες κοινοτικές πολιτικές. Τέλος, προβλέπεται ένα νέο πλαίσιο για ένα κοινοτικό σύστημα ελέγχου και εφαρμογής με στόχο την εξασφάλιση καλύτερου ελέγχου και συμμόρφωσης προς τους κανόνες της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, το οποίο θα υποστηρίζεται από ένα σύστημα κυρώσεων.

5.1.2. Μέτρα σχετικά με την εκ των προτέρων (ex ante) αξιολόγηση

Τα τρέχοντα προβλήματα της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, τα οποία περιγράφονται στο σημείο 5.1.1, έχουν διαπιστωθεί βάσει των ακόλουθων εγγράφων, εκθέσεων και μελετών :

* Πράσινη Βίβλος για το μέλλον της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, COM(2001) 135 τελικό, 20.3.2001

* Έκθεση για την κατάσταση της αλιείας στην Κοινότητα, SEC(2001) 418, 419, 420, 20.3.2001. Η έκθεση αυτή αναφέρεται στην εφαρμογή του κοινοτικού συστήματος για την αλιεία και την υδατοκαλλιέργεια κατά την περίοδο 1993-2002, στην οικονομική και κοινωνική κατάσταση των παράκτιων περιοχών καθώς και στην κατάσταση των πόρων και την αναμενόμενη εξέλιξή τους.

Η έκθεση αυτή στηρίχθηκε σε έναν αριθμό μελετών, μεταξύ των οποίων οι εξής :

- MacAllister Elliot and Partners, "Μελέτη για την κοινοτική υδατοκαλλιέργεια", Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Γενική Διεύθυνση Αλιείας, Δεκέμβριος 1999.

- Ετήσια έκθεση 2000 "Οικονομικές επιδόσεις επιλεγμένων ευρωπαϊκών αλιευτικών στόλων", που συντάχθηκε στο πλαίσιο της συνδυασμένης Δράσης FAIR PL97-3541.

- "Περιφερειακές κοινωνικο-οικονομικές μελέτες για την απασχόληση και το επίπεδο της εξάρτησης από την αλιεία", Eυρωπαϊκή Επιτροπή, Γενική Διεύθυνση Αλιείας, 2000.

* Έκθεση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, "Προπαρασκευή μεσοπρόθεσμης επανεξέτασης των πολυετών προγραμμάτων προσανατολισμού (ΠΠΠ), COM(2000) 272 τελικό, 10.5.2000

* Έκθεση της Επιτροπής για τις περιφερειακές συνεδριάσεις που ρυθμίστηκαν από την Επιτροπή το 1998-1999 για την Κοινή Αλιευτική Πολιτική μετά το 2002, COM(2000) 14 τελικό, 24.01.2000

* Έκθεση της Γνωμοδοτικής Επιτροπής του ICES για τη διαχείριση της αλιείας, 2001, αριθ. 246.

* Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, "Σοβαρές παραβάσεις των κανόνων της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής που διαπιστώθηκαν το 2000", COM(2001) 650 τελικό, 12.11.2001.

* Έκθεση της Επιτροπής για την παρακολούθηση της εφαρμογής της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, Συγκεντρωτική παρουσίαση της εφαρμογής του συστήματος ελέγχου από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, COM(2001)526 τελικό, 28.09.2001.

5.2. Σχεδιαζόμενες δράσεις και λεπτομέρειες υλοποίησης της δημοσιονομικής παρέμβασης

Η έγκριση του προτεινόμενου νέου κανονισμού-πλαισίου για την Κοινή Αλιευτική Πολιτική θα συνεπάγεται την τήρηση της διαδικασίας ορισμένων συγκεκριμένων ενεργειών για την επίτευξη των στόχων που περιγράφονται στο σημείο 5.1.1.

Οι ενέργειες αυτές είναι :

(1) Προπαρασκευαστικές εργασίες για την ίδρυση, μέχρι τα μέσα του 2004, μιας κοινοτικής Κοινής Δομής Επιθεώρησης που θα συγκεντρώνει τα εθνικά και κοινοτικά μέσα επιθεώρησης και εποπτείας, με στόχο την ενίσχυση της συνεργασίας και του συντονισμού στο επίπεδο του ελέγχου και της εφαρμογής. Η δομή αυτή θα έχει ως στόχο τη βελτίωση της συμμόρφωσης των αλιέων προς τους κανόνες της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής και την εξασφάλιση ομοιομορφίας σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.

(2) Προοδευτική συγκρότηση Περιφερειακών Γνωμοδοτικών Συμβουλίων (ΠΓΣ) για την εξασφάλιση της μεγαλύτερης συμμετοχής των παραγόντων στην εξέλιξη της διαχείρισης της αλιείας σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Οι ενδιαφερόμενοι είναι εκπρόσωποι των τομέων της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας, εκπρόσωποι στον τομέα της περιβαλλοντικής προστασίας και της προστασίας των καταναλωτών, εθνικές ή/και περιφερειακές διοικήσεις και επιστημονικοί εμπειρογνώμονες. Οι σχετικές γεωγραφικές περιοχές δεν μπορούν να καθοριστούν στο στάδιο αυτό της πρότασης. Εναπόκειται στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη να υποβάλουν αίτηση για την συγκρότηση ενός ΠΓΣ σε μια συγκεκριμένη θαλάσσια περιοχή. Ο συνολικός στόχος είναι η λήψη υπόψη των τοπικών γνώσεων και εμπειρίας στη διαμόρφωση της πολιτικής, η οποία, με τη σειρά της, θα οδηγήσει στη λήψη καλύτερων αποφάσεων και σε καλύτερη συμμόρφωση των αλιέων.

(3) Ενέργειες για τη βελτίωση της ποιότητας και του έγκαιρου χαρακτήρα των επιστημονικών συμβουλών σε διαχειριστές της αλιείας. Οι ενέργειες αυτές περιλαμβάνουν τη στήριξη του επιστημονικού έργου επιστημονικών συμβουλευτικών οργάνων, την ενίσχυση των κοινοτικών δομών για επιστημονικές συμβουλές, όπως είναι η ΕΤΟΕΑ και την ανάπτυξη επιστημονικών δικτύων. Οι καλύτερες επιστημονικές συμβουλές θα οδηγήσουν σε καλύτερη διαχείριση των αλιευτικών πόρων, ενώ αποτελούν προϋπόθεση για την επιτυχή εφαρμογή της πολυετούς διαχείρισης στην Κοινή Αλιευτική Πολιτική.

(4) Κοινοτικό μέτρο για τη διάλυση αλιευτικών σκαφών : πρόκειται για επείγον μέτρο που έχει ως στόχο την εξισορρόπηση του διευρυνόμενου κενού μεταξύ του μεγέθους του στόλου και των διαθέσιμων πόρων το συντομότερο δυνατόν. Έχει ως στόχο την παροχή συμπληρωματικής χρηματοδότησης για τη διάλυση σκαφών για το 2003 και την εξασφάλιση, μετά από τον επαναπρογραμματισμό, αρχικά, του ΧΜΠΑ και, αργότερα, των άλλων Διαρθρωτικών Ταμείων, της κινητοποίησης επαρκούς χρηματοδοτικής ενίσχυσης για την αντιμετώπιση των αναγκών της ταχύτερης οριστικής διακοπής των δραστηριοτήτων των αλιευτικών σκαφών.

Οι τελικοί δικαιούχοι είναι κατά κύριο λόγο οι πλοιοκτήτες/αλιείς που έχουν επηρεαστεί από πολυετή σχέδια διαχείρισης (πρόκειται να αποφασιστεί για ορισμένους τύπους αλιείας), αλλά επίσης και άλλοι οι οποίοι πληρούν τους όρους επιλεξιμότητας.

Το άμεσο αποτέλεσμα από την εφαρμογή του μέτρου είναι μία καθαρή μείωση της αλιευτικής ικανότητας του στόλου.

5.3. Λεπτομέρειες υλοποίησης

(1) Η πρώτη ενέργεια που περιγράφεται στο σημείο 5.2 θα εφαρμοστεί μέσω της ανάθεσης σε εξωτερικούς φορείς. (Ίδρυση Κοινής Δομής Επιθεώρησης). Χωριστή πρόταση για την ενέργεια αυτή θα ακολουθήσει κατά τη διάρκεια του 2002.

(2) Η κοινοτική άμεση χρηματοδότηση και επιδοτήσεις θα αφορούν την εφαρμογή της δεύτερης δράσης που περιγράφεται στο σημείο 5.2.

(3) Η εφαρμογή της τρίτης δράσης που περιγράφεται στο σημείο 5.2 θα αφορά κοινοτική επιδότηση. Θα ακολουθήσει χωριστή πρόταση.

(4) Τα κράτη μέλη που επιθυμούν να λάβουν συμπληρωματική χρηματοδοτική συνδρομή που διατίθεται το 2003, θα παρουσιάζουν στην Επιτροπή σχέδιο των ετήσιων δαπανών οριστικής διακοπής δραστηριοτήτων αλιευτικών σκαφών για τις οποίες ζητούν συμπληρωματική χρηματοδότηση. Βάσει των πληροφοριών αυτών, η Επιτροπή θα προβαίνει κατόπιν στην ανάληψη υποχρεώσεων για το διαθέσιμο ποσό.

Τα κράτη μέλη υποβάλουν την αίτησή τους για πληρωμή της συνδρομής μέχρι την 30ή Ιουνίου 2004. Βάσει των αιτήσεων, η Επιτροπή αποφασίζει για την κοινοτική συνδρομή που πρέπει να καταβληθεί σε κάθε κράτος μέλος.

Για την περίοδο 2004 έως 2006, τα κεφάλαια για την κάλυψη των εναπομενουσών απαιτήσεων θα εξευρεθούν μέσω του επαναπρογραμματισμού των Διαρθρωτικών Ταμείων μετά την ενδιάμεση αξιολόγηση.

6. ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

6.1. Συνολικές δημοσιονομικές επιπτώσεις στο Μέρος Β (για ολόκληρη την περίοδο προγραμματισμού)

(Ο τρόπος υπολογισμού των συνολικών ποσών που εμφαίνονται στον πίνακα που ακολουθεί πρέπει να επεξηγηθεί με την κατανομή που γίνεται στον πίνακα 6.2. )

6.1.1 Δημοσιονομική παρέμβαση

ΠΑΥ σε εκατ. EUR (μέχρι τρίτου δεκαδικού)

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

6.1.2. Τεχνική και Διοικητική Βοήθεια (ΤΔΒ), Δαπάνες Στήριξης (ΔΣ) και δαπάνες για τις Τεχνολογίες της Πληροφορίας (ΤΠ) (πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων)

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

6.2 Υπολογισμός του κόστους ανά σχεδιαζόμενο μέτρο στο Μέρος B (για ολόκληρη την περίοδο προγραμματισμού) [13]

[13] Για περισσότερες πληροφορίες, βλέπε το χωριστό έγγραφο γενικών κατευθύνσεων.

(Στην περίπτωση πλειόνων δράσεων, πρέπει να δίδονται, για τα συγκεκριμένα μέτρα κάθε δράσης, οι διευκρινίσεις που είναι αναγκαίες για την εκτίμηση του όγκου και του κόστους των αποτελεσμάτων (outputs))

ΠΑΥ σε εκατ. EUR (μέχρι τρίτου δεκαδικού)

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Εάν απαιτείται, να επεξηγηθεί ο τρόπος υπολογισμού.

Δράση 4:

Υπολογισμός του κόστους

Κατ´αρχάς, ο υπολογισμός του κόστους των αναγκαίων μειώσεων αλιευτικής ικανότητας έπρεπε να αναζητηθεί στις συνιστώμενες μειώσεις της αλιευτικής προσπάθειας. Ο αριθμός των σκαφών που θα επηρεάζονταν από τις εν λόγω μειώσεις αλιευτικής προσπάθειας μπορεί να υπολογισθεί κατά προσέγγιση με τη χρήση του μητρώου του αλιευτικού στόλου. Από τις εκτιμήσεις του αριθμού των σκαφών που θα ζητήσουν ενίσχυση για τη διάλυσή τους μπορεί να υπολογιστεί η συνολική ζήτηση για ενισχύσεις διάλυσης σε κάθε κράτος μέλος. Η διαφορά μεταξύ του ποσού αυτού και του ποσού που ήδη έχει προγραμματιστεί για ενισχύσεις διάλυσης σε κάθε εθνικό πρόγραμμα ΧΜΠΑ δείχνει την ανάγκη για συμπληρωματικούς χρηματοδοτικούς πόρους. Οι υπολογισμοί παρατίθενται κατωτέρω :

* Ο συνολικός αριθμός των σκαφών, των οποίων θα απαιτηθεί η οριστική διακοπή των αλιευτικών δραστηριοτήτων προκειμένου να επιτευχθεί η μείωση της θνησιμότητας λόγω της αλιείας που προτείνεται σε πολυετή σχέδια διαχείρισης, εκτιμάται σε 8.592.

* Η συνολική χωρητικότητα των σκαφών αυτών ανέρχεται σε 351.791 GT.

* Η εκτίμηση του 80% του αριθμού αυτού (ορισμένα σκάφη ενδεχομένως να επιβιώσουν με προσωρινή παύση δραστηριοτήτων) έχει ως αποτέλεσμα να διαλυθούν σκάφη 281.433 GT.

* Το κόστος της διάλυσης 281.433 GT θα ανέλθει σε 1.376 εκατ. EUR.

* Η ΕΕ θα πρέπει να συνεισφέρει 712 εκατ. EUR.

* Ο τρέχων προγραμματισμός του ΧΜΠΑ προβλέπει 663 εκατ. EUR.

* Οι ανάγκες των κρατών μελών δείχνουν ότι ορισμένα από αυτά δεν θα ζητήσουν συμπληρωματική χρηματοδότηση (η Ισπανία διαθέτει 319 εκατ. EUR αλλά έχει ανάγκη μόνο 171 εκατ. EUR => ήτοι καθαρό ποσό -148 εκατ. EUR) ενώ άλλα κράτη μέλη (το ΗΒ διαθέτει 63 εκατ. EUR αλλά έχει ανάγκη 124 εκατ. EUR => ήτοι καθαρό ποσό 61 εκατ. EUR). Ωστόσο, δεν θα είναι δυνατόν να υπάρξει μεταφορά χρηματοδοτήσεων ΧΜΠΑ μεταξύ των κρατών μελών.

* Λαμβάνοντας υπόψη τους υπολογισμούς αυτούς ανά κράτος μέλος, η Επιτροπή, ως εκ τούτου, εκτιμά ότι ο συμπληρωματικός προϋπολογισμός που απαιτείται για την οριστική διακοπή των δραστηριοτήτων των σκαφών που ενδέχεται να επηρεαστούν σοβαρά από πολυετή σχέδια διαχείρισης θα ανέλθει σε 271,6 εκατ. EUR.

* Το ποσό που προβλέπεται για το 2003, αντιπροσωπεύει τις εκτιμώμενες ανάγκες επιπλέον χρηματοδοτήσεων πριν την πραγματοποίηση της ενδιάμεσης αξιολόγησης και επαναπρογραμματισμού για την κάλυψη των υπολοίπων.

Για το σκοπό του υπολογισμού αυτού, λήφθηκε υπόψη η υπόθεση ότι τα παλαιότερα σκάφη θα διαλυθούν πρώτα. Βάσει των πριμοδοτήσεων που θα καταβληθούν στα παλαιότερα σκάφη κάθε τμήματος του στόλου, μέχρι το επίπεδο της χωρητικότητας που πρέπει να απομακρυνθεί, μπορεί να υπολογισθεί το συνολικό ύψος της ενίσχυσης διάλυσης.

7. ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ

7.1. Επιπτώσεις στους ανθρώπινους πόρους

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

7.2. Συνολικές δημοσιονομικές επιπτώσεις των ανθρώπινων πόρων

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Τα ποσά αντιστοιχούν στις συνολικές δαπάνες για 12 μήνες.

7.3. Άλλες δαπάνες διοικητικής λειτουργίας που απορρέουν από τη δράση

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Τα ποσά αντιστοιχούν στις συνολικές δαπάνες για 12 μήνες.

1 Να προσδιορισθεί το είδος κάθε επιτροπής καθώς και η ομάδα στην οποία ανήκει.

I. Ετήσιο σύνολο (7.2 + 7.3)

II. Διάρκεια της δράσης

III. Συνολικό κόστος της δράσης (I x II) // 1.165.000 EUR

4 έτη

4.660.000 EUR

(Στην εκτίμηση των ανθρώπινων και διοικητικών πόρων που απαιτούνται για τη δράση, οι ΓΔ/Υπηρεσίες πρέπει να λάβουν υπόψη τις αποφάσεις που λήφθηκαν από την Επιτροπή στη συζήτησή της σχετικά με τη συζήτηση προσανατολισμού και κατά την έγκριση του προσχεδίου προϋπολογισμού. Αυτό σημαίνει ότι οι ΓΔ πρέπει να αποδείξουν ότι οι ανθρώπινοι πόροι μπορούν να καλυφθούν από την ενδεικτική προκαταρκτική κατανομή που έγινε κατά την έγκριση του προσχεδίου του προϋπολογισμού.

Εξαιρετικές περιπτώσεις (δηλαδή εκείνες για τις οποίες η σχετική δράση δεν μπορούσε να προβλεφθεί κατά την κατάρτιση του προσχεδίου του προϋπολογισμού) πρέπει να παραπεμφθούν στην Επιτροπή για λήψη αποφάσεως σχετικά με τη δυνατότητα και τον τρόπο εφαρμογής της προτεινόμενης δράσης (μέσω τροποποίησης της ενδεικτικής προκαταρκτικής κατανομής, ειδικής δράσης αναδιάταξης, συμπληρωματικού/τροποποιητικού προϋπολογισμού ή τροποποιητικής επιστολής στο σχέδιο προϋπολογισμού).

8. ΕΠΑΚΟΛΟΥΘΑ ΜΕΤΡΑ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

8.1 Επακόλουθα μέτρα

Δράση 3 : η Επιτροπή αναλύει τις επιστημονικές πληροφορίες που διατίθεται για κάθε πρόταση σχετικά με τη διαχείριση των αλιευτικών πόρων.

Δράση 4 : Η πρόοδος του κοινοτικού μέσου για τη διάλυση σκαφών θα παρακολουθείται βάσει επιλεγμένων δεικτών που θα καθοριστούν βάσει των προβλεπόμενων απαιτήσεων μείωσης της αλιευτικής ικανότητας στο ίδιο πλαίσιο της παρακολούθησης του ΧΜΠΑ.

8.2. Λεπτομέρειες πραγματοποίησης και περιοδικότητα της προβλεπόμενης αξιολόγησης

Δράση 2 : Ετήσιες εκθέσεις δραστηριότητας

9. ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΑΤΗΣ

Δράση 2 : Το προσωπικό της Επιτροπής διοργανώνει επιτόπιους ελέγχους

Δράση 3 : Έλεγχοι εκ των προτέρων και εκ των υστέρων

Δράση 4 : Τα μέτρα καταπολέμησης της απάτης είναι εκείνα που προβλέπονται στο βασικό κανονισμό για τα διαρθρωτικά ταμεία 1260/99 και στον κανονισμό για το ΧΜΠΑ αριθ. 2792/99.

Παράρτημα για το σημείο 6.2 ΔΡΑΣΗ 4

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>