Πρόταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 96/92/ΕΚ και 98/30/ΕΚ όσον αφορά τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου /* COM/2001/0125 τελικό - COD 2001/0077 */
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. 240 E της 28/08/2001 σ. 0060 - 0071
Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση των οδηγιών 96/92/ΕΚ και 98/30/ΕΚ όσον αφορά τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου (υποβληθείσες από την Επιτροπή) ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΩΝ ΟΔΗΓΙΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΦΥΣΙΚΟ ΑΕΡΙΟ 1. Εισαγωγή Tο Eυρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβώνας, της 23ης-24ης Mαρτίου 2000 απηύθυνε έκκληση για ανάληψη «ταχέων εργασιών» για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς και ζήτησε από «την Επιτροπή, το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη, καθένα σύμφωνα με τις αντίστοιχες αρμοδιότητές του ... να επισπεύσουν την απελευθέρωση σε τομείς όπως το φυσικό αέριο, η ηλεκτρική ενέργεια..... Σκοπός είναι να επιτευχθεί μία πλήρως λειτουργική επιχειρησιακή εσωτερική αγορά στους εν λόγω τομείς. το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα αξιολογήσει την πρόοδο που έχει επιτευχθεί κατά την σύγκλισή του την προσεχή άνοιξη, βάσει της έκθεσης της Επιτροπής και κατάλληλων προτάσεων». Tο Eυρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζήτησε επίσης από την Επιτροπή να θεσπίσει λεπτομερές χρονοδιάγραμμα για την επίτευξη των επ' ακριβώς προσδιορισμένων στόχων με σκοπό την βαθμιαία πλήρη απελευθέρωση των αγορών ενέργειας [1]. [1] Ψήφισμα "Ελευθέρωση των αγορών ενέργειας" A5-0180/2000 της 6ης Ιουλίου 2000. Tο Συμβούλιο Ενέργειας της 30ής Mαΐου 2000 τόνισε «τη σημασία και τον επείγοντα χαρακτήρα των συμπερασμάτων στα οποία κατέληξε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβώνας» και κάλεσε την Επιτροπή «να υποβάλει εγκαίρως προτάσεις για ανάληψη περαιτέρω δράσης». Στην ανακοίνωση της Επιτροπής «Ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς ενέργειας» [2], συνάγεται το συμπέρασμα ότι μπορούν πλέον να υποβληθούν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο προτάσεις με στόχο την ολοκλήρωση των εσωτερικών αγορών φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίες όχι μόνο θα επιτυγχάνουν τον εν λόγω πρωταρχικό στόχο, αλλά θα είναι σύμφωνες με τις σχετικές πολιτικές της Κοινότητας στον εν λόγω τομέα και θα συμβάλλουν στην επίτευξη αυτών. [2] ΕΕ C Ως εκ τούτου, η επισυναπτόμενη πρόταση τροποποίησης των οδηγιών 96/92/EΚ και 98/30/EΚ ανταποκρίνεται στο αίτημα του Eυρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου Ενέργειας. αποτελεί συνέχεια της πρόσφατης Πράσινης Βίβλου για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού [3], η οποία τονίζει τις σχέσεις μεταξύ της επιτάχυνσης της ολοκλήρωσης των αγορών ενέργειας εντός της Ευρώπης και της ανάγκης να διασφαλιστεί η ασφάλεια του εφοδιασμού. [3] COM(2000) 769, σ. 71. 2. Επιδιωκόμενοι στοχοι Όπως εξηγείται στην προαναφερθείσα ανακοίνωση, εάν η Κοινότητα επιθυμεί να δημιουργήσει μια πραγματική και αποτελεσματική εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, οιεσδήποτε προτάσεις υποβληθούν πρέπει να περιλαμβάνουν τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά στοιχεία: -Σταδιακή αποδέσμευση όλων των καταναλωτών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου όσον αφορά την επιλογή του προμηθευτή τους («ποσοτική πρόταση»). Υπάρχουν τρεις λόγοι για την επιδίωξη ενός φιλόδοξου προγράμματος επί του θέματος. Πρώτον, για να διασφαλιστεί ότι όλες οι εταιρείες της ΕΕ αποκομίζουν οφέλη από τον ανταγωνισμό υπό την έννοια της αυξημένης αποδοτικότητας και των χαμηλότερων τιμών, με αποτέλεσμα την αύξηση της ανταγωνιστικότητας και της απασχόλησης στην ΕΕ. Δεύτερον, για να διασφαλιστεί ότι οι καταναλωτές της ΕΕ θα επωφεληθούν πλήρως από το άνοιγμα της αγοράς, χάρη σε χαμηλότερα οικιακά τιμολόγια ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου. Τρίτον, για να διασφαλιστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών μελών, όσον αφορά το άνοιγμα της αγοράς και, ως εκ τούτου, για να ενσωματωθούν πλήρως οι 15 εθνικές αγορές σε μία πραγματική και πλήρως λειτουργική ενιαία αγορά. -Βελτίωση, από διαρθρωτική άποψη, των κοινοτικών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου («ποιοτικές προτάσεις»). Η πείρα που αποκτήθηκε από το άνοιγμα της αγοράς, όχι μόνο στην Κοινότητα αλλά και σε άλλες χώρες, έχει καταδείξει σαφώς ότι ορισμένες προσεγγίσεις του ανοίγματος της αγοράς έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να επιφέρουν ανάπτυξη του αποτελεσματικού ανταγωνισμού. Η συντριπτική πλειοψηφία των κρατών μελών έχει υιοθετήσει μια τέτοια προσέγγιση για την ηλεκτρική ενέργεια και μεγάλος αριθμός κρατών μελών έχει πράξει το ίδιο για το φυσικό αέριο. Καθώς αναπτύσσεται η εσωτερική αγορά, ιδίως σε σχέση με την προαναφερθείσα ποσοτική επίσπευση, είναι κατά συνέπεια σημαντικό οι μέθοδοι με τις οποίες υλοποιείται το άνοιγμα της αγοράς να συγκλίνουν σταδιακά μεταξύ των κρατών μελών, προκειμένου να αναπτυχθεί μια πραγματική εσωτερική αγορά η οποία θα βασίζεται στον ανταγωνισμό χωρίς στρεβλώσεις. Αυτό είναι εξίσου απαραίτητο προκειμένου οι καταναλωτές να εκμεταλλευτούν και να επωφεληθούν από όλα τα δυνατά πλεονεκτήματα που προσφέρει η δημιουργία των εσωτερικών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου. Αναγνωρίζεται γενικώς ότι η πρόσβαση τρίτων με βάση δημοσιευμένα και αμερόληπτα τιμολόγια και ο υψηλός βαθμός διαχωρισμού, όχι μόνο συμβάλλουν αλλά είναι και απαραίτητα για τη διασφάλιση του αποτελεσματικού ανταγωνισμού. Για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς, δεν επαρκεί επομένως η πλήρης ελευθέρωση της ζήτησης, αλλά πρέπει επίσης να υπάρχουν αποτελεσματικές δομές της αγοράς. Εκτός της ανάγκης να διασφαλιστεί η προαγωγή των μέγιστων πλεονεκτημάτων του ανταγωνισμού προς όφελος των πολιτών της Κοινότητας, τέτοιου είδους μέτρα είναι απαραίτητα προκειμένου να διασφαλιστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών μελών, καθώς και η χωρίς διακρίσεις μεταχείριση, κυρίως σε σχέση με τις κάθετα ολοκληρωμένες επιχειρήσεις που απολάβουν δεσπόζουσας θέσης. Πράγματι, καθίσταται ολοένα και περισσότερο σαφές ότι το ζήτημα αυτό είναι εξίσου, εάν όχι περισσότερο, σημαντικό με το επίπεδο ποσοτικού ανοίγματος της αγοράς, προκειμένου να διασφαλιστεί η πραγματική αμοιβαιότητα μεταξύ των κρατών μελών. Επιπλέον, η παρούσα πρόταση θα πρέπει να επικαιροποιήσει τις οδηγίες: ορισμένες διατάξεις και εναλλακτικές επιλογές των οδηγιών είτε έχουν καταστεί περιττές, είτε δεν έχουν επιλεγεί από τα κράτη μέλη. Αυτό αφορά τη διαδικασία πρόσκλησης υποβολής προσφορών για την ελευθέρωση της παραγωγής (εκτός εάν πρόκειται για μέτρο υποστήριξης το οποίο μπορεί να ληφθεί για λόγους ασφάλειας του εφοδιασμού), καθώς και το μοντέλο του μοναδικού αγοραστή για την πρόσβαση στο δίκτυο. Ως εκ τούτου, αυτές μπορούν να απαλειφθούν από την οδηγία. Η διευκρίνιση αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική προκειμένου να παρέχονται ισότιμοι όροι ανταγωνισμού όσον αφορά τις δομές των αγορών φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας στις χώρες που είναι υποψήφιες για προσχώρηση στην Κοινότητα. Επιπλέον, ορισμένα διοικητικά θέματα έχουν απλοποιηθεί προκειμένου να μειωθεί η γραφειοκρατία. Αυτό αφορά υποχρεώσεις, που περιλαμβάνονται στις οδηγίες, οι οποίες, υπό το φως της πείρας που έχει αποκτηθεί, μπορούν να περιοριστούν. Επιπροσθέτως, έχουν διευκρινιστεί ορισμένα σημεία όσον αφορά τις διατάξεις των δύο οδηγιών οι οποίες αναφέρονται στις απαιτήσεις που συνδέονται με τον λογιστικό διαχωρισμό. Φαίνεται, επίσης, σωστό να καταργηθούν οι οδηγίες 90/547/EΟΚ και 91/296/EΟΚ του Συμβουλίου για τη διαμετακόμιση ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, προκειμένου να διασφαλιστεί ένα ομοιογενές και αμερόληπτο καθεστώς πρόσβασης, όσον αφορά την μεταφορά, ακόμη και όταν αυτό περιλαμβάνει τη μεταφορά μέσω των ενδοκοινοτικών συνόρων. Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέπεια και να αποφευχθεί η σύγχυση σχετικά με τo καθεστώς και τους όρους πρόσβασης, προτείνεται να ενσωματωθούν και να εκσυγχρονιστούν οι κανόνες των οδηγιών για τη διαμετακόμιση σε μία πρόταση νέας οδηγίας για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς ενέργειας, επιτρέποντας έτσι στους διαχειριστές του δικτύου μεταφοράς την πρόσβαση, εφόσον παρίσταται ανάγκη, στο δίκτυο άλλων διαχειριστών δικτύου μεταφοράς με όρους που δεν εισάγουν διακρίσεις. Τέλος, κρίνεται σωστό να βελτιωθούν οι υφιστάμενες διατάξεις όσον αφορά στόχους παροχής δημόσιας υπηρεσίας, προκειμένου να καταστεί δυνατή η διεξαγωγή μιας αποτελεσματικής και συνεχούς εργασίας συγκριτικής αξιολόγησης και να διασφαλιστεί ότι όλοι οι πολίτες έχουν το δικαίωμα να εφοδιάζονται με ηλεκτρική ενέργεια σε προσιτές και λογικές τιμές (καθολική υπηρεσία) και ότι απολαύουν ενός ελάχιστου αριθμού δικαιωμάτων προστασίας του καταναλωτή. Οι εν λόγω βελτιώσεις των οδηγιών και η απομάκρυνση περιττών διατάξεων θα παράσχει, επίσης, περισσότερη σαφήνεια και καθοδήγηση προς τις υποψήφιες για ένταξη χώρες κατά τη θέσπιση των μεταρρυθμίσεων στους δικούς τους τομείς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου. 3. Οι προτάσεις 3.1. Ποσοτικές προτάσεις - όλοι οι καταναλωτές καθίστανται βαθμιαία ελεύθεροι να επιλέξουν τον προμηθευτή τους. Προτείνεται τα κράτη μέλη να λάβουν μέτρα ώστε όλοι οι μη οικιακοί πελάτες (δηλ. όλες οι βιομηχανικές και εμπορικές οντότητες) να είναι ελεύθεροι να επιλέξουν τον προμηθευτή ηλεκτρικής ενέργειας έως την 1η Ιανουαρίου 2003, και αυτό να επεκταθεί σε όλους τους πελάτες (δηλ. άνοιγμα της αγοράς 100%) έως την 1η Ιανουαρίου 2005. Καθώς το άνοιγμα των αγορών φυσικού αερίου σημειώνει καθυστέρηση σε σχέση με τις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας (τα κράτη μέλη ήταν υποχρεωμένα να εφαρμόσουν την οδηγία για το φυσικό αέριο 18 μήνες μετά την οδηγία για την ηλεκτρική ενέργεια), και οι εταιρείες φυσικού αερίου είχαν μικρότερο χρόνο στη διάθεσή τους για να προετοιμαστούν, προτείνεται όλοι οι μη οικιακοί πελάτες φυσικού αερίου να είναι επιλέξιμοι από την 1η Ιανουαρίου 2004, δηλ. ένα έτος μετά την αντίστοιχη προθεσμία για την ηλεκτρική ενέργεια. Ωστόσο, όσον αφορά την εισαγωγή του πλήρους ανοίγματος της αγοράς, προτείνεται η ίδια προθεσμία με αυτή που έχει προταθεί για την ηλεκτρική ενέργεια: 1η Ιανουαρίου 2005, καθώς η περίοδος αυτή είναι αρκετά μεγάλη, ώστε να δοθεί η δυνατότητα στην κοινοτική βιομηχανία φυσικού αερίου να προετοιμαστεί απόλυτα για τον πλήρη ανταγωνισμό, ενώ στη συνέχεια θα εξασφαλιστεί η παράλληλη λειτουργία και των δύο εσωτερικών αγορών. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό λόγω της αυξανόμενης σύγκλισης μεταξύ των δύο τομέων. Οι προτάσεις αυτές υποβάλλονται λαμβανομένης υπόψη της πείρας, που αποκτήθηκε στις χώρες που έχουν ήδη εισαγάγει επιτυχώς τον πλήρη ανταγωνισμό, και του χρόνου που απαιτήθηκε για την ολοκλήρωση όλων των απαραίτητων προετοιμασιών, διοικητικών, τεχνικών και νομικών/ρυθμιστικών, προκειμένου να εξασφαλιστεί η προστασία των καταναλωτών και η τήρηση των απαραίτητων στόχων παροχής υπηρεσιών δημόσιας υπηρεσίας, Ειδικότερα, λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι η δυνατότητα επιλογής των οικιακών καταναλωτών, σε αντίθεση με τον βιομηχανικό και εμπορικό τομέα, συχνά απαιτεί σημαντική προετοιμασία από την άποψη των ρυθμίσεων όσον αφορά την τιμολόγηση, καθώς και την ανάπτυξη ενός προφίλ φορτίου για τους πελάτες [4]. Λαμβάνονται, επίσης, υπόψιν οι προθέσεις μιας πλειοψηφίας των κρατών μελών να εισαγάγουν τον πλήρη ανταγωνισμό με χρονοδιάγραμμα παρόμοιο με το προτεινόμενο. Η ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς ενέργειας καταδεικνύει σαφώς ότι οι κύριοι στόχοι της Κοινότητας στον τομέα αυτό, ιδίως τα υψηλά πρότυπα παροχής δημόσιας υπηρεσίας και προστασίας των καταναλωτών, η προστασία του περιβάλλοντος, η ασφάλεια του εφοδιασμού και το άνοιγμα της αγοράς κατόπιν κοινωνικής συναίνεσης, μπορούν να εκπληρωθούν πλήρως στο πλαίσιο μιας τέτοιας προόδου. [4] Σε τυποποιημένο προφίλ φορτίου γίνεται υπόθεση κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας για την περίπτωση ενός μικρού καταναλωτή, λαμβάνοντας υπόψη τον όγκο και το χρονοδιάγραμμα της ζήτησης. Οι διαφορές που παρατηρούνται σε σχέση με το προφίλ, ρυθμίζονται μετά από περιοδικές αναγνώσεις του υπάρχοντος μετρητή, εξαλείφοντας έτσι την ανάγκη δαπανηρών από λεπτό σε λεπτό αναγνώσεων της πραγματικής κατανάλωσης του συγκεκριμένου καταναλωτή και σύγκρισής της προς τον συμφωνημένο όγκο. 3.2. Ποιοτικές προτάσεις Στο πλαίσιο αυτό υποβάλλονται δύο προτάσεις, οι οποίες αφορούν τη μεθοδολογία για τον διαχωρισμό και την πρόσβαση στο δίκτυο. Σχεδόν όλοι όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο πλαίσιο της δημόσιας ακρόασης για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς ενέργειας, που διοργάνωσε η Επιτροπή τον Σεπτέμβριο 2000, τόνισαν ότι τα υψηλά πρότυπα και τα σαφή μέτρα, όσον αφορά και τα δύο αυτά ζητήματα, έχουν ουσιαστική σημασία προκειμένου να εξασφαλιστεί ο αποτελεσματικός ανταγωνισμός στο σύνολο της εσωτερικής αγοράς και να υπάρξει αποτελεσματική αμοιβαιότητα μεταξύ των κρατών μελών και των επιχειρήσεων. Διαχωρισμός: Προκειμένου να διασφαλιστεί το ελάχιστο κοινό επίπεδο διαχωρισμού στο σύνολο της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, προτείνεται τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν, ως ελάχιστο, την πραγματοποίηση της μεταφοράς μέσω θυγατρικής εταιρείας, της οποίας οι καθημερινές λειτουργίες διαχωρίζονται νομικά και λειτουργικά από τις δραστηριότητες παραγωγής και πωλήσεων της μητρικής εταιρείας (ένας ανεξάρτητος διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς (transmission system operator - TSO). Προσδιορίζονται ορισμένα μέτρα τα οποία πρέπει να λαμβάνονται προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η θυγατρική εταιρεία μεταφοράς λειτουργεί ανεξάρτητα από τα λοιπά εμπορικά συμφέροντα του ομίλου στον οποίο ανήκει. Οι απαιτήσεις από πλευράς λειτουργικού διαχωρισμού, είναι οι ακόλουθες: -όσοι είναι υπεύθυνοι για την διαχείριση του δικτύου μεταφοράς δεν επιτρέπεται να συμμετέχουν σε διαρθρωτικές δομές της επιχείρησης, οι οποίες ευθύνονται, άμεσα ή έμμεσα, για την καθημερινή εκτέλεση των δραστηριοτήτων παραγωγής και εφοδιασμού του ολοκληρωμένου ομίλου, -πρέπει να ληφθούν κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα προσωπικά συμφέροντα της διοίκησης της εταιρείας εκμετάλλευσης του δικτύου μεταφοράς λαμβάνονται υπόψη κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η ικανότητα της να δρα ανεξάρτητα, -ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς πρέπει να ασκεί πλήρη έλεγχο σε όλα τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την εκμετάλλευση, τη συντήρηση και την ανάπτυξη του δικτύου, -ο διαχειριστής του δικτύου πρέπει να καταρτίσει πρόγραμμα συμμόρφωσης δεσμεύσεων, το οποίο περιλαμβάνει τα μέτρα που έχουν ληφθεί προκειμένου να διασφαλιστεί ότι αποκλείεται οιαδήποτε μεροληπτική μεταχείριση. Tο πρόγραμμα πρέπει να περιλαμβάνει τις συγκεκριμένες υποχρεώσεις για τους εργαζομένους, προκειμένου να επιτευχθεί ο εν λόγω στόχος. Ένας ανώτερος υπάλληλος συμμόρφωσης, ο οποίος διορίζεται από τον Πρόεδρο/Γενικό Διευθυντή της ολοκληρωμένης επιχείρησης στην οποία ανήκει ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς και ο οποίος υπάγεται άμεσα στον Πρόεδρο/Γενικό Διευθυντή, είναι επιφορτισμένος με την εκπόνηση του προγράμματος αυτού και την παρακολούθηση της τήρησής του. Ο εν λόγω ανώτερος υπάλληλος συμμόρφωσης πρέπει να υποβάλει στην εθνική ρυθμιστική αρχή ετήσια έκθεση, η οποία περιγράφει τα μέτρα που έχουν ληφθεί και η οποία δημοσιεύεται. Πολλοί συμμετέχοντες στην δημόσια ακρόαση τόνισαν περαιτέρω ότι η διανομή πρέπει, επίσης, να διαχωριστεί με παρόμοιο τρόπο, ο οποίος απαιτεί νομικό διαχωρισμό [5], και τόνισαν ότι η σημασία της αμερόληπτης πρόσβασης στην διανομή είναι ζωτική [6]. [5] Οι οδηγίες για το φυσικό αέριο και την ηλεκτρική ενέργεια απαιτούν μόνο λογιστικό διαχωρισμό σε επίπεδο διανομής, καθώς και μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί η μη αποκάλυψη εμπορικώς ευαίσθητων πληροφοριών. [6] Το κόστος διανομής είναι σχετικά σημαντικό. Για το φυσικό αέριο, οι συνολικές επενδύσεις στη διανομή φυσικού αερίου θα είναι ουσιαστικά δύο φορές υψηλότερες από ό,τι για την μεταφορά. Σε χώρα χωρίς παραγωγή φυσικού αερίου, οι επενδύσεις στη διανομή φυσικού αερίου μπορούν να αντιπροσωπεύουν το 70% έως το 80% των συνολικών επενδύσεων στην αλυσίδα εφοδιασμού έως τον τελικό χρήστη. Το περαιτέρω άνοιγμα της αγοράς θα καταστήσει την εκμετάλλευση του ανεξάρτητου δικτύου διανομής τόσο σημαντική όσο και την εκμετάλλευση του συστήματος μεταφοράς. Για τον λόγο αυτό η Επιτροπή προτείνει τον νομικό διαχωρισμό των φορέων εκμετάλλευσης του δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας έως το 2003 και των φορέων εκμετάλλευσης του δικτύου διανομής φυσικού αερίου έως το 2004 βάσει σχεδόν των ιδίων όρων, όπως εκείνοι που περιεγράφησαν ανωτέρω για τον διαχειριστή του δικτύου μεταφοράς. Εντούτοις, κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν την εισαγωγή ελάχιστου κατωφλίου, διότι δεν θα ήταν αναλογικό να επιβληθεί η εν λόγω υποχρέωση διαχωρισμού στις μικρές επιχειρήσεις τοπικής διανομής. Πρέπει να σημειωθεί ότι η εν λόγω τροποποίηση αντιπροσωπεύει μία σημαντικότερη εξέλιξη όσον αφορά το φυσικό αέριο σε σχέση με την ηλεκτρική ενέργεια. Στην οδηγία για το φυσικό αέριο, απαιτείται μόνο ο εσωτερικός λογιστικός διαχωρισμός της μεταφοράς, σε συνδυασμό με μέτρα για τη διασφάλιση της μη αποκάλυψης εμπορικώς ευαίσθητων πληροφοριών. Εντούτοις, έξη κράτη μέλη έχουν στην πραγματικότητα προβεί σε διαχωρισμό ιδιοκτησιακού καθεστώτος, νομικό ή διοικητικό διαχωρισμό ή ετοιμάζονται να το πράξουν. Επιπλέον, αξίζει να σημειωθεί ότι διάφορες ολοκληρωμένες επιχειρήσεις φυσικού αερίου εφαρμόζουν παρόμοιες πολιτικές διαχωρισμού της διαχείρισης και της εκμετάλλευσης των λειτουργιών μεταφοράς από τη λειτουργία προμήθειας φυσικού αερίου. Είναι γενικά αποδεκτό ότι μία τέτοια εξέλιξη θα οδηγήσει σε αποτελεσματικότερη και ισότιμα ανταγωνιστική διάρθρωση στο σύνολο της εσωτερικής αγοράς και θα επιτρέψει σε περισσότερους να εισέλθουν στην αγορά, καθώς οι δυνητικά εισερχόμενοι θα είναι πεπεισμένοι για την αμερόληπτη πρόσβαση. Επιπλέον, στις ολοκληρωμένες επιχειρήσεις θα παρασχεθούν σαφέστερα μηνύματα όσον αφορά το κόστος και κίνητρα για τις διάφορες επιχειρηματικές λειτουργίες. Η έγκριση του μέτρου αυτού θα οδηγήσει επομένως σε ταχύτερη και ισότιμη ανάπτυξη της αποτελεσματικής εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου. Οι εν λόγω διατάξεις τονίστηκαν ως σημαντικές από την συντριπτική πλειοψηφία όσων συμμετείχαν με τις παρατηρήσεις τους κατά τη διάρκεια της ακρόασης. Υπό το πρίσμα της πείρας που αποκτήθηκε κατά την εφαρμογή των υφιστάμενων οδηγιών, αποδείχθηκε ότι αυτές ήταν οι πλέον σημαντικές για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής λειτουργικής ανεξαρτησίας. Πολλοί συμμετέχοντες στην ακρόαση υποστήριξαν ότι όσον αφορά το αέριο, οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης και οι εγκαταστάσεις υγροποιημένου φυσικού αερίου πρέπει να διαχωριστούν περαιτέρω και να υπόκεινται σε ρυθμισμένη πρόσβαση. Πολλοί, επίσης, υποστήριξαν ότι πρέπει να πραγματοποιηθεί ο πλήρης διαχωρισμός ιδιοκτησιακού καθεστώτος για τις δραστηριότητες μεταφοράς. Είναι σαφές ότι μέτρα σαν αυτά θα οδηγήσουν σε αποτελεσματικότερες εγγυήσεις όσον αφορά την ισότιμη πρόσβαση. Επιπλέον, η Επιτροπή αναγνωρίζει πλήρως τον θεμελιώδη ρόλο που πρέπει να διαδραματίσει η πρόσβαση σε εγκαταστάσεις αποθήκευσης και άλλες βασικές βοηθητικές εγκαταστάσεις, προκειμένου να αναπτυχθεί η ανταγωνιστική αγορά [7]. Υπό το πρίσμα αυτό, η Επιτροπή αποφάσισε να προτείνει τη διευκρίνιση της σημασίας που ενέχει η πρόσβαση στην αποθήκευση και σε άλλες βοηθητικές υπηρεσίες, καθώς και σε μέσα ευελιξίας και ενίσχυση της μεθόδου της πρόσβασης τρίτου μέρους όσον αφορά τη διανομή και τις εγκαταστάσεις υγροποιημένου φυσικού αερίου (βλ. κατωτέρω), και να απαιτήσει από τις επιχειρήσεις φυσικού αερίου να υποχρεώνονται να προσδιορίζουν και να δημιουργούν χωριστούς φορείς εκμετάλλευσης που είναι υπεύθυνοι για τις δραστηριότητες - τις σχετικές με την αποθήκευση και το υγροποιημένο φυσικό αέριο (φορείς εκμετάλλευσης αποθήκευσης και υγροποιημένου φυσικού αερίου), αυξάνοντας με τον τρόπο αυτό τη διαφάνεια για εκείνους οι οποίοι απαιτούν πρόσβαση στις εν λόγω καίριας σημασίας εγκαταστάσεις. Η Επιτροπή αναμένει ότι τα εν λόγω μέτρα θα είναι επαρκή για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής και αμερόληπτης πρόσβασης στα δίκτυα φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας. Αποφάσισε δε να μη ζητήσει, τουλάχιστον προς το παρόν, απαιτήσεις διαχωρισμού εκτός από αυτές όσον αφορά την αποθήκευση και το υγροποιημένο φυσικό αέριο (δηλ. να μην απαιτήσει χωριστές νομικές οντότητες για τις εν λόγω δραστηριότητες). Επιπλέον, προτείνεται να περιληφθεί διάταξη για την επί ίσοις όροις παροχή εξισορροπητικών υπηρεσιών, τόσο για το φυσικό αέριο, όσο και για τον ηλεκτρισμό. [7] Η παροχή φυσικού αερίου ποικίλλει για όλους τους πελάτες σε μεγάλο βαθμό, τόσο σε μία μέρα όσο και μεταξύ εποχών κατά τη διάρκεια του έτους. Ωστόσο, η προμήθεια φυσικού αερίου είναι πιο σταθερή, καθώς οι παραγωγοί φυσικού αερίου επιθυμούν να μεγιστοποιήσουν τη χρήση του δυναμικού της υποδομής αγωγών που διαθέτουν. Η ισότιμη πρόσβαση στα μέσα ευελιξίας, όπως η αποθήκευση, μπορεί κατά συνέπεια να έχει ζωτική σημασία για την αποτελεσματική πρόσβαση στο συνολικό δίκτυο φυσικού αερίου, καθώς και για την εξασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού μεταξύ των προνομιούχων φορέων, με σημαντικές εγκαταστάσεις αποθήκευσης στη διάθεσή τους, και των νεοεισερχόμενων φορέων και πελατών που δεν διαθέτουν τέτοιες εγκαταστάσεις. Εντούτοις, η Επιτροπή θα εξακολουθήσει να παρακολουθεί προσεκτικά την υλοποίηση της ανάπτυξης αποτελεσματικής και ισότιμης πρόσβασης για τις εγκαταστάσεις μεταφοράς (συμπεριλαμβανομένων των αγωγών της πηγής), διανομής, υγροποιημένου φυσικού αερίου, αποθήκευσης και άλλων βασικών βοηθητικών εγκαταστάσεων. Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνεχής εξέταση των ζητημάτων αυτών απ' όλα τα κοινοτικά θεσμικά όργανα, προτείνεται η αναθεώρηση των οδηγιών αυτών, ώστε να απαιτηθεί από την Επιτροπή η υποβολή έκθεσης προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, μεταξύ άλλων, επί των εν λόγω θεμάτων πριν από το τέλος του δευτέρου και του τέταρτου έτους μετά από την έναρξη ισχύος της εν λόγω αναθεώρησης (άρθρο 1 και 2), σε συνδυασμό, εφόσον είναι απαραίτητο, με κατάλληλα μέτρα για ανάληψη περαιτέρω δράσης. Πρόσβαση τρίτων μερών: Όπως προαναφέρθηκε, η αποτελεσματική πρόσβαση τρίτων χαρακτηρίστηκε, επίσης, από όλους τους συμμετέχοντες στην δημόσια ακρόαση, ως ζωτική για τη διασφάλιση της ανάπτυξης του αποτελεσματικού ανταγωνισμού. Αποτελεί σχεδόν κοινό τόπο ότι το ελάχιστο σύστημα που είναι απαραίτητο προκειμένου να διασφαλιστεί η μη εισαγωγή διακρίσεων, καθώς και η απαραίτητη διαφάνεια και προβλεψιμότητα για τη δημιουργία αποτελεσματικού ανταγωνισμού, είναι τα δημοσιευμένα και υποκείμενα σε κανονιστικές ρυθμίσεις τιμολόγια, τα οποία εφαρμόζονται υπό ισότιμους όρους και προϋποθέσεις σε όλους τους χρήστες του δικτύου, είτε είναι πελάτες είτε εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων όσων ανήκουν στον ίδιο όμιλο στον οποίο ανήκει και ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς. Τα τιμολόγια αυτά μπορούν να διαχωριστούν σε αντικειμενικές κατηγορίες πελατών, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό δεν οδηγεί σε διακρίσεις. Το σύστημα αυτό υιοθετήθηκε από όλα σχεδόν τα κράτη μέλη για τον τομέα ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά όχι για τον τομέα φυσικού αερίου [8]. Προτείνεται συνεπώς μία τέτοια δομή, δημοσιευμένων και υποκείμενων σε κανονιστικές ρυθμίσεις τιμολογίων, να αποτελέσει την ελάχιστη προδιαγραφή για τα τιμολόγια μεταφοράς και διανομής και στις δύο αγορές. Είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι μελλοντικές υποψήφιες για ένταξη χώρες θα θέσουν σε ισχύ, επίσης, διαρθρώσεις σύμφωνες με την προσέγγιση που ακολουθείται από τα κράτη μέλη. [8] Για το φυσικό αέριο, τα ακόλουθα κράτη μέλη εφαρμόζουν είτε ένα σύστημα πρόσβασης κατόπιν διαπραγματεύσεων, είτε ένα υβριδικό σύστημα δημοσίευσης/διαπραγματεύσεων: Aυστρία, Bέλγιο (το οποίο, ωστόσο, πρόσφατα αποφάσισε την μεταστροφή στο σύστημα ρυθμιζόμενης πρόσβασης τρίτων), η Δανία, η Γαλλία, η Γερμανία και οι Κάτω Χώρες. Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η χωρίς διακρίσεις μεταχείριση είναι αποτελεσματική στην πράξη, τα κράτη μέλη και οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να παρακολουθούν προσεκτικά τη συμπεριφορά των φορέων εκμετάλλευσης δικτύου που έχουν νομικό διαχωρισμό για τη μεταφορά και τη διανομή. Κατά συνέπεια, τα κράτη μέλη και οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα χρειαστεί, μεταξύ άλλων, να διασφαλίσουν ότι οι φορείς εκμετάλλευσης της μεταφοράς και της διανομής ανταποκρίνονται σε αιτήσεις πρόσβασης εντός εύλογου χρονικού διαστήματος. Κατά την άποψη της Επιτροπής δεν πρέπει κατ' αρχήν να υπάρχει υπέρβαση της περιόδου των δύο εβδομάδων. Επίσης, θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι οι φορείς εκμετάλλευσης του συστήματος μεταφοράς και διανομής δεν θα θέτουν ερωτήματα στις επιχειρήσεις που ζητούν πρόσβαση στο δίκτυο, σχετικά με την πηγή ενέργειας ή τον προορισμό της ή την οδό της περαιτέρω μεταφοράς, που δεν είναι αναγκαίες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους σε σχέση με την λειτουργία του δικτύου. Κανονιστική ρύθμιση: Οι ανεξάρτητες εθνικές ρυθμιστικές αρχές διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στη διασφάλιση της αμερόληπτης πρόσβασης στο δίκτυο, δεδομένου ότι έχουν την αρμοδιότητα να καθορίζουν ή να εγκρίνουν τα τιμολόγια μεταφοράς και διανομής πριν από την έναρξη ισχύος τους. Οι αρχές του ανταγωνισμού μπορούν να δράσουν κατά των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού μόνο εκ των υστέρων, ενώ οι υπεύθυνοι της κανονιστικής ρύθμισης έχουν ενεργό εκ των προτέρων ρόλο. Οι εν λόγω αρχές διαδραματίζουν, επίσης, σημαντικό ρόλο σε θέματα σχετικά με το διασυνοριακό εμπόριο, τη δημιουργία μιας πραγματικά εσωτερικής αγοράς. Επιφέρουν επίσης κανονιστική συνέχεια και διαφάνεια στην αγορά. Η προτεινόμενη οδηγία απαιτεί επομένως από τα κράτη μέλη να καθιερώσουν ανεξάρτητες ρυθμιστικές αρχές με αρμοδιότητα, μεταξύ άλλων, να θεσπίζουν ή/και να εγκρίνουν τα τιμολόγια και τους όρους πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς και διανομής φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας. Πρέπει λοιπόν η ρυθμιστική αρχή να εγκρίνει τα τιμολόγια μεταφοράς και διανομής πριν από την θέση τους σε ισχύ. Η εν λόγω έγκριση μπορεί να στηρίζεται σε πρόταση στην οποία συμφώνησαν ο(οι) φορέας(είς) εκμετάλλευσης των συστημάτων μεταφοράς/διανομής, ή σε πρόταση στην οποία συμφώνησαν ο(οι) φορέας(είς) εκμετάλλευσης των συστημάτων μεταφοράς/διανομής και οι χρήστες του δικτύου. Σε κάθε περίπτωση, είναι σκόπιμο οι φορείς εκμετάλλευσης των συστημάτων μεταφοράς/διανομής να συνεργάζονται στενά με όλες τις κατηγορίες χρηστών των δικτύων, προτού προτείνουν τιμολόγια στην οικεία ρυθμιστική αρχή. Μολονότι ανεξάρτητοι, οι εν λόγω οργανισμοί θα πρέπει να συνεργάζονται στενά με τους άλλους κυβερνητικούς φορείς, όπως είναι οι αρχές ανταγωνισμού, ενώ οι εν λόγω αρχές θα εξακολουθήσουν να φέρουν την ευθύνη διευθέτησης άλλου τύπου διαφορών όσον αφορά την πρόσβαση τρίτων, όπως π.χ. τα θέματα διακρίσεων σε μεμονωμένες περιπτώσεις. Εμπορικές συναλλαγές με χώρες εκτός EΕ: Σε μία απελευθερωμένη αγορά ενδέχεται να υπάρχουν αυξημένες ευκαιρίες για τις επιχειρήσεις της ΕΕ να πραγματοποιήσουν εμπορικές συναλλαγές με προμηθευτές και πελάτες εκτός ΕΕ. Όπως και σε άλλους βιομηχανικούς τομείς, από τέτοιου είδους συναλλαγές μπορούν να προκύψουν σημαντικά οφέλη. Εντούτοις, πρέπει να συναφθεί συμφωνία μεταξύ της ΕΕ και των τρίτων χωρών για αμοιβαία πρόσβαση στις αγορές και για τα περιβαλλοντικά πρότυπα και τα πρότυπα ασφαλείας προκειμένου να προληφθεί ο ενδεχόμενος κίνδυνος; για το περιβάλλον στην Κοινότητα, ιδίως όσον αφορά την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Προκειμένου να καλυφθούν τα εν λόγω θέματα, θα μπορούσε να προβλεφθεί ένα πλαίσιο διμερών ή περιφερειακών συμφωνιών. Εντούτοις, ορισμένα κράτη μέλη δύνανται ήδη να προβούν σε χωριστές συμφωνίες με χώρες εκτός της EΕ για ανταλλαγή ηλεκτρικής ενέργειας. Οι εν λόγω συμφωνίες χρειάζεται να παρακολουθούνται, ούτως ώστε να είναι συμβατές με τους κοινοτικούς στόχους όσον αφορά π.χ. την ασφάλεια της πυρηνικής ενέργειας. Ως εκ τούτου, η οδηγία απαιτεί από τα κράτη μέλη να ενημερώνουν την Επιτροπή για τις εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας από τις χώρες εκείνες στις οποίες δεν ισχύει η οδηγία για την ηλεκτρική ενέργεια. 3.3. Διατάξεις ενημέρωσης Προκειμένου να καταστεί πρόδηλο ότι ορισμένες εναλλακτικές επιλογές της παρούσας οδηγίας για την ηλεκτρική ενέργεια δεν εφαρμόζονται από κανένα κράτος μέλος και είναι γενικά αποδεκτό ότι παρουσιάζουν μικρότερες πιθανότητες να οδηγήσουν στην ανάπτυξη ανταγωνιστικών αγορών, σε σχέση με τις επιλογές που εφαρμόζονται σήμερα, προτείνεται να απαλειφθούν από την οδηγία. Αυτό είναι σημαντικό για να εξασφαλιστούν συνεχείς ισότιμοι όροι συναγωνισμού με τις χώρες που πρόκειται δυνητικά να προσχωρήσουν. Συνεπώς, προτείνεται να απαλειφθεί η διαδικασία πρόσκλησης υποβολής προσφορών, όσον αφορά την παραγωγή. Εντούτοις, απαιτείται από τα κράτη μέλη να μεριμνήσουν για τη δρομολόγηση προσκλήσεων υποβολής προσφορών για νέο δυναμικό, οι οποίες θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως έκτακτο μέτρο για λόγους ασφάλειας του εφοδιασμού. Απαλείφεται, επίσης, η εναλλακτική επιλογή του «μοναδικού αγοραστή» για την ηλεκτρική ενέργεια, όσον αφορά την πρόσβαση τρίτων. Προτείνεται, επίσης, διοικητική βελτίωση ώστε να αφαιρεθεί η διαδικαστική απαίτηση η οποία, υπό το φως της πείρας που αποκτήθηκε, έχει αποδειχθεί μη αναγκαία και μπορεί να απαλειφθεί χωρίς να μειωθεί η αποτελεσματικότητα της οδηγίας. Πρόκειται για την απαίτηση διαβίβασης αντιγράφου της σχετικής απόφασης στην Επιτροπή σε περιπτώσεις απόρριψης αίτησης χορήγησης άδειας κατασκευής νέου δυναμικού παραγωγής. Έχει καταστεί εμφανές ότι η διαδικασία αυτή αποτελεί άσκοπο βάρος καθώς τέτοιες απορρίψεις είναι συχνές για μικρές εγκαταστάσεις για απλούς λόγους προγραμματισμού (άρθρο 5 παράγραφος 3 της οδηγίας 96/92/EΚ). Tα οφέλη από την εν λόγω διαδικασία, συνεπώς, εξουδετερώνονται από το διοικητικό βάρος που επιβάλλει, ιδίως στις τοπικές αρχές, Κατά συνέπεια, η απαίτηση αυτή απαλείφεται. Ωστόσο, εταιρείες των οποίων έχουν απορριφθεί αιτήσεις χορήγησης άδειας, διατηρούν το δικαίωμα να αναφέρουν στην Επιτροπή οιαδήποτε περίπτωση επιθυμούν. Το άρθρο 14 παράγραφος 3 της οδηγίας για την ηλεκτρική ενέργεια και το άρθρο 13 παράγραφος 3 της οδηγίας για το φυσικό αέριο, απαιτούν από τις ολοκληρωμένες επιχειρήσεις να τηρούν χωριστούς λογαριασμούς για τις διάφορες δραστηριότητές τους. Σύμφωνα με τους ορισμούς που περιλαμβάνονται στο άρθρο 2 παράγραφος 5 και παράγραφος 6 της οδηγίας για την ηλεκτρική ενέργεια και στο άρθρο 2 παράγραφος 3 και παράγραφος 5 της οδηγίας για το φυσικό αέριο, τόσο με τον όρο μεταφορά όσο και με τον όρο διανομή νοείται η μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας/φυσικού αερίου «με σκοπό την παροχή σε τελικούς χρήστες». Ορισμένες επιχειρήσεις ισχυρίστηκαν πως αυτό σημαίνει ότι δεν είναι αναγκαίο να τηρούνται χωριστοί λογαριασμοί για τις δραστηριότητες διανομής και εφοδιασμού. Η Επιτροπή πιστεύει ότι αυτό δεν είναι σωστό και ότι είναι ασυμβίβαστο με τη διατύπωση και τον στόχο της εν λόγω διάταξης, κυρίως προκειμένου να εδραιωθεί διαφάνεια και αποτελεσματικές κανονιστικές ρυθμίσεις. Μολαταύτα, προκειμένου να διασφαλιστεί η απόλυτη σαφήνεια επί του θέματος, το σχέδιο οδηγίας προτείνει την τροποποίηση του άρθρου 14 παράγραφος 3 της οδηγίας για την ηλεκτρική ενέργεια και του άρθρο 13 παράγραφος 3 της οδηγίας για το φυσικό αέριο. Όσον αφορά τη διάταξη περί αμοιβαιότητας, η οποία περιέχεται στο άρθρο 19 και των δύο οδηγιών, είναι πλέον δυνατός ο καθορισμός μιας τελικής προθεσμίας κατά την οποία η διάταξη αυτή παύει να ισχύει. Δεδομένου ότι προτείνεται όλα τα κράτη μέλη να ορίσουν ότι όλοι οι καταναλωτές είναι επιλέξιμοι έως την 1η Ιανουαρίου 2005, από την ημερομηνία αυτή η διάταξη καθίσταται άκυρη. Τέλος, προτείνεται να καταργηθούν οι οδηγίες για τη διαμετακόμιση του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας (οδηγίες 90/547/EΟΚ και 91/296/EΟΚ του Συμβουλίου), προκειμένου να αποφευχθούν τα διαφορετικά καθεστώτα, οι απαιτήσεις δημοσίευσης, τα συστήματα διευθέτησης διαφορών, κ.λπ., όσον αφορά την πρόσβαση στο δίκτυο. Οι φορείς εκμετάλλευσης του δικτύου μεταφοράς, εάν καταστεί αναγκαία και για τους σκοπούς της ολοκλήρωσης των λειτουργιών τους, συμπεριλαμβανομένων αυτών που σχετίζονται με τη διαμετακόμιση, έχουν πρόσβαση στο δίκτυο άλλων φορέων εκμετάλλευσης δικτύου, βάσει ισότιμων όρων και προϋποθέσεων. 3.4. Στόχοι παροχής δημόσιας υπηρεσίας Όπως αναφέρθηκε στην ανακοίνωση για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς, η επίτευξη των στόχων παροχής δημόσιας υπηρεσίας είναι ένας από τους πλέον θεμελιώδεις στόχους της Επιτροπής στον εν λόγω τομέα. Ενώ οι υφιστάμενες διατάξεις των οδηγιών για το φυσικό αέριο και την ηλεκτρική ενέργεια έχουν λειτουργήσει καλά έως σήμερα, υπάρχει περιθώριο βελτίωσης, ειδικότερα στο πλαίσιο του πλήρους ανοίγματος της αγοράς. Πρώτον, προκειμένου να διασφαλιστεί η παροχή της καθολικής υπηρεσίας στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας καθόσον προχωρεί το άνοιγμα της αγοράς, η Επιτροπή πιστεύει ότι είναι σημαντικό να συμπεριληφθεί διάταξη στην πρόταση η οποία να προβλέπει ότι τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίσουν την καθολική υπηρεσία, γεγονός που σημαίνει τον εφοδιασμό υψηλής ποιότητας ηλεκτρικής ενέργειας σε όλους του πελάτες στην επικράτειά τους (άρθρο 3 παράγραφος 3). Ομοίως και συμπληρωματικά, εισάγεται η απαίτηση (άρθρο 3 παράγραφοι 3 και 4) για τα κράτη μέλη, τόσο για την ηλεκτρική ενέργεια όσο και για το φυσικό αέριο, να θεσπίσουν κατάλληλες διατάξεις προκειμένου να διασφαλίσουν την επίτευξη των βασικών στόχων παροχής δημόσιας υπηρεσίας και κυρίως: *την προστασία των ευάλωτων πελατών. τα κράτη μέλη, π.χ., οφείλουν να διασφαλίσουν την κατάλληλη προστασία από αδικαιολόγητη αποσύνδεση, μεταξύ άλλων, των ηλικιωμένων, των ανέργων, των ατόμων με ειδικές ανάγκες, κλπ., *την προστασία των βασικών δικαιωμάτων των τελικών πελατών. τα κράτη μέλη, π.χ., πρέπει να διασφαλίσουν μία ελάχιστη δέσμη όρων για τις συμβάσεις, τη διαφάνεια και τις πληροφορίες, καθώς και την ύπαρξη διαφανών μηχανισμών χαμηλού κόστους για τη διευθέτηση των διαφορών [9], [9] Κατάλληλες διατάξεις προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι τα εν λόγω βασικά δικαιώματα μπορούν να εντοπιστούν στο άρθρο 17 της πρότασης της Επιτροπής για οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τoυ Συμβουλίου για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, COM(2000) 392, της 12ης Ιουλίου 2000. *κοινωνική και οικονομική συνοχή. πέραν της καθολικής υπηρεσίας, τα κράτη μέλη, όπου καθίσταται αναγκαίο, θα πρέπει να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν τον εφοδιασμό, σε κατάλληλες τιμές, επί παραδείγματι σε απόκεντρες περιοχές, *προστασία του περιβάλλοντος, και *ασφάλεια του εφοδιασμού. κυρίως μέσω της διασφάλισης κατάλληλων επιπέδων συντήρησης και ανάπτυξης της υποδομής και ειδικότερα των διασυνδέσεων. Περαιτέρω και πάλι ως συμπλήρωμα των ανωτέρω, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι είναι σαφές ότι τα κράτη μέλη έχουν στη διάθεσή τους όλα τα αναγκαία μέσα για να εξασφαλίσουν τη συντήρηση και την ανάπτυξη του δικτύου, προτείνεται να εισαχθεί νέο άρθρο στις οδηγίες για το φυσικό αέριο και την ηλεκτρική ενέργεια (άρθρο 8 παράγραφος 5 στην οδηγία για την ηλεκτρική ενέργεια και άρθρο 7 παράγραφος 5 στην οδηγία για το φυσικό αέριο), το οποίο προβλέπει ότι «τα κράτη μέλη δύνανται να απαιτήσουν από τους φορείς εκμετάλλευσης του δικτύου μεταφοράς να πληρούν τα ελάχιστα επίπεδα επενδύσεων για την συντήρηση και ανάπτυξη του δικτύου μεταφοράς, συμπεριλαμβανομένου του δυναμικού διασύνδεσης». Δεδομένης της ζωτικής σημασίας του συνεχούς ασφαλούς εφοδιασμού ηλεκτρικής ενέργειας, όπως τονίστηκε στην Πράσινη Βίβλο για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού - πιθανόν ο πιο σημαντικός στόχος παροχής δημόσιας υπηρεσίας - είναι ανάγκη να ληφθούν ορισμένα επιπλέον συμπληρωματικά μέτρα προκειμένου να ενισχυθούν οι υφιστάμενες διασφαλίσεις που περιλαμβάνονται στην οδηγία για την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο επ' αυτού του σημείου. Ειδικότερα, και εκτός των απαιτήσεων προς τα κράτη μέλη να παράσχουν τη δυνατότητα προκήρυξης προσκλήσεων υποβολής προσφορών για νέο δυναμικό, όταν χρειάζεται, θα ήταν σκόπιμο να απαιτηθεί από τα κράτη μέλη να παρακολουθούν προσεκτικά την κατάσταση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου και ιδίως το υφιστάμενο ισοζύγιο ζήτησης/εφοδιασμού, το επίπεδο της αναμενόμενης μελλοντικής ζήτησης, την προβλεπόμενη επιπλέον δυναμικότητα η οποία βρίσκεται υπό σχεδιασμό ή υπό κατασκευή και το επίπεδο ανταγωνισμού που υπάρχει στην αγορά. Θα απαιτηθεί από τα κράτη μέλη, σε ετήσια βάση, να δημοσιεύουν έκθεση, στην οποία θα σκιαγραφούνται τα πορίσματά τους και θα υποδεικνύονται μέτρα τα οποία προβλέπονται για τη διασφάλιση της ασφάλειας του εφοδιασμού. Επιπλέον, δεδομένου ότι λόγω του γεγονότος ότι το δίκτυο ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου στην ΕΕ χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό διασύνδεσης, η σχέση μεταξύ ζήτησης και εφοδιασμού σε κοινοτικό επίπεδο είναι ζωτικής σημασίας για τη συνολική ασφάλεια του δικτύου, η Επιτροπή, βάσει των εθνικών εκθέσεων και των δικών της εργασιών παρακολούθησης, θα πρέπει να δημοσιεύσει παρόμοια ανακοίνωση που να καλύπτει την Κοινότητα στο σύνολό της. Για τον λόγο αυτό, προτείνεται να συμπεριληφθούν οι εν λόγω διατάξεις στο άρθρο 6 παράγραφος 6 της αναθεωρημένης οδηγίας για το ηλεκτρικό ρεύμα και στο άρθρο 4Α της αναθεωρημένης οδηγίας για το φυσικό αέριο. Το άρθρο 3 παράγραφος 2 των υφιστάμενων οδηγιών απαιτεί από τα κράτη μέλη την κοινοποίηση στην Επιτροπή των στόχων παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Εντούτοις, καθώς κανένα κράτος μέλος δεν υιοθέτησε στόχους που απαιτούν παρέκκλιση από οιαδήποτε από τις δύο οδηγίες, δεν έχει πραγματοποιηθεί καμία τέτοια κοινοποίηση. Προκειμένου να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική συγκριτική αξιολόγηση από την Επιτροπή, η οποία θα δώσει τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να διασφαλίσουν τη διατήρηση των υψηλότερων δυνατών επιπέδων παροχής δημόσιας υπηρεσίας, είναι σκόπιμο να τροποποιηθεί η διάταξη αυτή προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι τα κράτη μέλη κοινοποιούν, κάθε δύο έτη, όλα τα μέτρα που λαμβάνουν για την επίτευξη των στόχων παροχής δημόσιας υπηρεσίας, ανεξαρτήτως εάν απαιτούν παρέκκλιση από την οδηγία και, ιδίως, από τις νέες απαιτήσεις που αναφέρονται ανωτέρω. Σε αυτή τη βάση, η Επιτροπή υποχρεούται να δημοσιεύει έκθεση κάθε δύο έτη, όπου αναλύονται τα διάφορα μέτρα που έχουν θεσπιστεί και, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, υποβάλλονται συστάσεις ως προς τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την επίτευξη των υψηλών επιπέδων παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Τέλος, μια πλήρως απελευθερωμένη αγορά χρειάζεται την εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους, ούτως ώστε να εξασφαλιστεί η ισοτιμία. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή θα προτείνει πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση αυτή, δηλ. έναν ενεργειακό φόρο/CO2 σε επίπεδο ΕΕ, αυστηρούς κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις, διαχειριστικά μέτρα από την πλευρά της ζήτησης, μέτρα για την προαγωγή της συμπαραγωγής θερμότητας/ηλεκτρικής ενέργειας και της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, που βρίσκονται σε μειονεκτική θέση όσο δεν ενσωματώνεται πλήρως το εξωτερικό κόστος. 4. Συμπέρασμα Όλα τα στοιχεία που διαθέτει η Επιτροπή, βάσει της υλοποίησης των οδηγιών για την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο, καταδεικνύουν ότι το σύνολο των βασικών στόχων που επιδιώκονται από την εσωτερική αγορά, δηλ. χαμηλότερες τιμές, αυξημένη ανταγωνιστικότητα, υψηλά επίπεδα παροχής δημόσιας υπηρεσίας, ασφάλεια του εφοδιασμού και προστασία του περιβάλλοντος βρίσκονται στο στάδιο της πραγμάτωσης και μάλιστα σε ένα κοινωνικό συναινετικό πλαίσιο. Η πείρα που αποκτήθηκε από τις χώρες που προχώρησαν σε πλήρες άνοιγμα της αγοράς καταδεικνύει ότι οι στόχοι αυτοί μπορούν και όντως εκπληρούνται υπό συνθήκες πλήρους ανταγωνισμού και μπορούν όντως να επιτευχθούν καλύτερα υπό τέτοιες συνθήκες. Οι απόψεις της πλειονότητας των συμμετεχόντων στο πλαίσιο της δημόσιας ακρόασης για την ολοκλήρωση των εσωτερικών αγορών φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας και οι παρατηρήσεις που διατυπώθηκαν γραπτώς, υποστηρίζουν την εν λόγω προσέγγιση. Η ταχεία ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς στον τομέα αυτό αντιπροσωπεύει, συνεπώς, ένα σημαντικό βήμα προς την επίτευξη των κοινοτικών στόχων που ορίστηκαν στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Λισσαβώνας την άνοιξη του 2000. Η υιοθέτηση των προτάσεων αυτών αναμένεται ότι θα επιφέρει σημαντικά οφέλη από πλευράς ανταγωνιστικότητας και απασχόλησης και θα οδηγήσει σε ανταγωνιστικότερες τιμές και υψηλότερα επίπεδα παροχής υπηρεσιών στους πολίτες της Κοινότητας για το φυσικό αέριο και την ηλεκτρική ενέργεια. 2001/0077 (COD) Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση των οδηγιών 96/92/EΚ και 98/30/EΚ σχετικά με τους κοινούς κανόνες για τις εσωτερικές αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) TΟ EΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη ίδρυσης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 47, παράγραφος 2, το άρθρο 55 και το άρθρο 95, την πρόταση της Επιτροπής [10], [10] ΕΕ C τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής [11], [11] ΕΕ C τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών [12], [12] ΕΕ C αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 251 της Συνθήκης [13], [13] ΕΕ C Εκτιμώντας τα εξής: (1) Η οδηγία 96/92/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Δεκεμβρίου 1996 σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας [14] και η οδηγία 98/30/EΚ τoυ Eυρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1998 σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου [15] έχουν συμβάλει σημαντικά στην δημιουργία των εσωτερικών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου. [14] ΕΕ L 27, 30.1.1997, σ. 20. [15] ΕΕ L 204, 21.7.1998, σ. 1. (2) Η πείρα που αποκτήθηκε κατά την υλοποίηση των εν λόγω οδηγιών καταδεικνύει τα σημαντικά οφέλη που έχουν αρχίσει να απορρέουν από την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, όσον αφορά τα κέρδη σε απόδοση, τη μείωση τιμών, τα υψηλότερα επίπεδα υπηρεσιών και την αυξημένη ανταγωνιστικότητα. Εντούτοις, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές ελλείψεις και δυνατότητες για βελτίωση της λειτουργίας των αγορών. (3) Κατά την σύγκλησή του στην Λισσαβώνα στις 23 και 24 Mαρτίου 2000, το Eυρωπαϊκό Συμβούλιο απηύθυνε έκκληση για ταχεία ανάληψη εργασιών προκειμένου να ολοκληρωθεί η εσωτερική αγορά τόσο στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας όσο και στον τομέα του φυσικού αερίου και να επισπευσθεί η ελευθέρωσή τους προκειμένου να επιτευχθεί μία πλήρως λειτουργική εσωτερική αγορά. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με το ψήφισμά του της 6ης Ιουλίου 2000 ζήτησε από την Επιτροπή να υιοθετήσει λεπτομερές χρονοδιάγραμμα για την επίτευξη επακριβώς καθορισμένων στόχων, με προοπτική την σταδιακή αλλά πλήρη ελευθέρωση της αγοράς ενέργειας. (4) Tα κυριότερα εμπόδια για την επίτευξη μίας πλήρως λειτουργικής εσωτερικής αγοράς σχετίζονται με τα θέματα της πρόσβασης στο δίκτυο και με τους διαφορετικούς βαθμούς ανοίγματος της αγοράς μεταξύ κρατών μελών. (5) Προκειμένου να επιτευχθεί η χωρίς διακρίσεις πρόσβαση στο δίκτυο, η ανεξαρτησία του διαχειριστή του δικτύου μεταφοράς έχει ύψιστη σημασία. Οι διατάξεις σχετικά με τον διαχωρισμό πρέπει επομένως να καταστούν αυστηρότερες. Προκειμένου να διασφαλιστεί η χωρίς διακρίσεις πρόσβαση στο δίκτυο διανομής, πρέπει να εισαχθούν απαιτήσεις διαχωρισμού για τον διαχειριστή του δικτύου διανομής τόσο για τους διαχειριστές του δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας όσο και για τους διαχειριστές του δικτύου διανομής φυσικού αερίου. (6) Προκειμένου να μην επιβληθεί δυσανάλογο οικονομικό και διοικητικό βάρος στις μικρές εταιρείες διανομής, τα κράτη μέλη πρέπει να έχουν τη δυνατότητα, όποτε αυτό είναι αναγκαίο, να τις απαλλάσσουν από τις εν λόγω απαιτήσεις διαχωρισμού. (7) Πρέπει να ληφθούν περαιτέρω μέτρα προκειμένου να διασφαλιστούν τα διαφανή, προβλέψιμα και αμερόληπτα τιμολόγια για την πρόσβαση στην ουσιαστική υποδομή μεταφοράς και τη συναφή υποδομή, συμπεριλαμβανομένων των εγκαταστάσεων αποθήκευσης και άλλων βοηθητικών εγκαταστάσεων. Τα εν λόγω τιμολόγια πρέπει να ισχύουν σε όλους τους χρήστες του δικτύου σε αμερόληπτη βάση. (8) Βάσει της πείρας που αποκτήθηκε με την εφαρμογή της οδηγίας 90/547/EΟΚ του Συμβουλίου της 29ης Oκτωβρίου 1990 για τη διαμετακόμιση ηλεκτρικής ενέργειας μέσω μεγάλων δικτύων μεταφοράς [16] και της οδηγίας 91/296/EΟΚ της 31ης Mαΐου 1991 για τη διαμετακόμιση του φυσικού αερίου μέσω μεγάλων δικτύων [17], πρέπει να ληφθούν μέτρα προκειμένου να διασφαλιστούν ομοιογενή και αμερόληπτα καθεστώτα πρόσβασης για την μεταφορά, συμπεριλαμβανομένης της διαμετακόμισης μεταξύ των συνόρων κρατών μελών. [16] ΕΕ L 313, 13.11.1990, σ. 30, οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 98/75/ΕΚ (ΕΕ L 276, 13.10.1998, σ. 9). [17] ΕΕ L 147, 12.6.1991, σ. 37, οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 95/49/ΕΚ (ΕΕ L 233, 30.9.1995, σ. 86). (9) Η παρουσία ανεξάρτητων εθνικών ρυθμιστικών αρχών αποτελεί σημαντικό χαρακτηριστικό για την εγγύηση της αμερόληπτης πρόσβασης στο δίκτυο. Οι εν λόγω αρχές πρέπει τουλάχιστον να έχουν την αρμοδιότητα να καθορίζουν ή να εγκρίνουν τα τιμολόγια μεταφοράς και διανομής και τα τιμολόγια πρόσβασης στις εγκαταστάσεις υγροποιημένου φυσικού αερίου, πριν αυτά αρχίσουν να ισχύουν. (10) Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να δύνανται να εγκρίνουν τιμολόγια βάσει προτάσεως εκ μέρους του διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς ή του(των) διαχειριστή(ών) του συστήματος διανομής ή του διαχειριστή του υγροποιημένου συστήματος φυσικού αερίου, ή βάσει προτάσεως στην οποία συμφώνησαν ο(οι) εν λόγω διαχειριστής(ές) και οι χρήστες του δικτύου. (11) Tα οφέλη που προκύπτουν από την εσωτερική αγορά πρέπει να είναι διαθέσιμα σε όλους του φορείς της βιομηχανίας και του εμπορίου της Κοινότητας. συμπεριλαμβανομένων μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και σε όλους τους πολίτες της Κοινότητας, το συντομότερο δυνατόν, για λόγους ανταγωνιστικότητας και απασχόλησης. (12) Οι πελάτες φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας πρέπει να είναι σε θέση να επιλέγουν ελεύθερα τον προμηθευτή τους. Εντούτοις, πρέπει να εφαρμοστεί μία σταδιακή προσέγγιση για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα στη βιομηχανία να προσαρμοστεί και να διασφαλιστεί το ότι τίθενται σε εφαρμογή κατάλληλα μέτρα και συστήματα για την προστασία των συμφερόντων των πελατών και να διασφαλιστεί ότι αυτοί έχουν ένα πραγματικό και ουσιαστικό δικαίωμα επιλογής προμηθευτή. (13) Το προοδευτικό άνοιγμα της αγοράς προς τον πλήρη ανταγωνισμό θα απομακρύνει βαθμιαία τις διαφορές μεταξύ κρατών μελών. Πρέπει να διασφαλισθούν η διαφάνεια και η βεβαιότητα κατά την υλοποίηση της παρούσας οδηγίας. (14) Η οδηγία 98/30/EΚ προβλέπει την πρόσβαση στην αποθήκευση ως τμήμα του δικτύου φυσικού αερίου. Υπό το φως της πείρας που αποκτήθηκε κατά την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς πρέπει να ληφθούν επιπλέον μέτρα προκειμένου να αποσαφηνιστούν οι διατάξεις που διέπουν την πρόσβαση στις αποθήκες και στις άλλες επικουρικές υπηρεσίες και να ενισχυθεί ο διαχωρισμός της λειτουργίας του δικτύου μεταφοράς και διανομής και για το φυσικό αέριο, των εγκαταστάσεων αποθήκευσης και των εγκαταστάσεων υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG). (15) Σχεδόν όλα τα κράτη μέλη έχουν επιλέξει να διασφαλίσουν τον ανταγωνισμό στην αγορά παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας μέσω μιας διαφανούς διαδικασίας χορήγησης αδειών. Εντούτοις, τα κράτη μέλη πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να διασφαλίζουν την ασφάλεια του εφοδιασμού μέσω της προκήρυξης διαδικασίας πρόσκλησης υποβολής προσφορών, σε περίπτωση που δεν δημιουργείται επαρκές δυναμικό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, βάσει της διαδικασίας χορήγησης αδειών. (16) Προς το συμφέρον της ασφάλειας του εφοδιασμού, το ισοζύγιο εφοδιασμού/ζήτησης στα επί μέρους κράτη μέλη πρέπει να παρακολουθείται και να αναλαμβάνεται κατάλληλη δράση εάν υπάρχει κίνδυνος για την ασφάλεια του εφοδιασμού. (17) Τα κράτη μέλη οφείλουν να εξασφαλίζουν ότι όλοι οι πελάτες απολαύουν του δικαιώματος να εφοδιάζονται με ηλεκτρική ενέργεια συγκεκριμένης ποιότητας σε προσιτές και λογικές τιμές. Προκειμένου να διασφαλιστεί η διατήρηση των υψηλότερων δυνατών επιπέδων παροχής δημόσιας υπηρεσίας στην Κοινότητα, όλα τα μέτρα που λαμβάνονται από τα κράτη μέλη για την επίτευξη των στόχων της παρούσας οδηγίας πρέπει να κοινοποιούνται τακτικά στην Επιτροπή. Η Επιτροπή οφείλει να δημοσιεύει τακτικά έκθεση η οποία να αναλύει τα μέτρα που ελήφθησαν σε εθνικό επίπεδο για την επίτευξη των στόχων παροχής δημόσιας υπηρεσίας, συγκρίνοντας την αποτελεσματικότητά τους, με σκοπό να εισηγείται τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται σε εθνικό επίπεδο για την επίτευξη των υψηλών επιπέδων παροχής δημόσιας υπηρεσίας. (18) Η απαίτηση να κοινοποιείται στην Επιτροπή οιαδήποτε άρνηση χορήγησης άδειας για την κατασκευή νέων εγκαταστάσεων παραγωγής, απεδείχθη ότι είναι ένα άσκοπο διοικητικό βάρος και, ως εκ τούτου, πρέπει να καταργηθεί. (19) Ως εκ τούτου, πρέπει να τροποποιηθούν ανάλογα οι οδηγίες 96/92/ΕΚ και 98/30/ΕΚ. (20) Σύμφωνα με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, όπως προβλέπονται στο άρθρο 5 της Συνθήκης, οι στόχοι της προτεινόμενης δράσης, συγκεκριμένα η δημιουργία πλήρως λειτουργικών εσωτερικών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, στις οποίες προέχει ο θεμιτός ανταγωνισμός, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και, ως εκ τούτου, μπορεί λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο. Η παρούσα οδηγία περιορίζεται στο ελάχιστο αναγκαίο για την επίτευξη αυτών των στόχων και δεν υπερβαίνει ό,τι είναι απαραίτητο γιαν τον σκοπό αυτό. (21) Προκειμένου να διασφαλιστεί η ομοιογένεια στην αντιμετώπιση της πρόσβασης στα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, καθώς και στην περίπτωση της διαμετακόμισης, πρέπει να καταργηθούν οι οδηγίες 90/547/EΟΚ και 91/296/EΟΚ, ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ: Άρθρο 1 Τροποποιήσεις της οδηγίας 96/92/EΚ Η οδηγία 96/92/EΚ τροποποιείται ως εξής: 1) Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής: (α) Το σημείο 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "9. «τελικός πελάτης»: ο καταναλωτής ο οποίος αγοράζει ηλεκτρική ενέργεια για ιδία χρήση." (β) Το σημείο 22 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "22. «μη οικιακός πελάτης»: ο πελάτης ο οποίος αγοράζει ηλεκτρική ενέργεια που δεν προορίζεται για ιδία οικιακή χρήση συμπεριλαμβανομένων παραγωγών, επιχειρήσεων μεταφοράς και διανομής και χονδρεμπόρων πελατών." 2) Το άρθρο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "Άρθρο 3 1. Τα κράτη μέλη, βάσει της θεσμικής τους οργάνωσης και τηρώντας δεόντως την αρχή της επικουρικότητας, μεριμνούν ώστε, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, η εκμετάλλευση των επιχειρήσεων ηλεκτρικής ενέργειας να διενεργείται σύμφωνα με τις αρχές της παρούσας οδηγίας, με προοπτική την επίτευξη μιας ανταγωνιστικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Τα κράτη μέλη δεν προβαίνουν σε διακρίσεις μεταξύ των επιχειρήσεων αυτών όσον αφορά τα δικαιώματα ή τις υποχρεώσεις τους. 2. Τηρώντας τις οικείες διατάξεις της Συνθήκης και ιδίως το άρθρο 86, τα κράτη μέλη δύνανται να επιβάλλουν στις επιχειρήσεις ηλεκτρισμού υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας προς το γενικότερο οικονομικό συμφέρον, οι οποίες μπορεί να αφορούν την ασφάλεια, συμπεριλαμβανομένης της ασφάλειας της προμήθειας, την τακτική παροχή, την ποιότητα και τις τιμές, καθώς και την προστασία του περιβάλλοντος. Οι υποχρεώσεις αυτές ορίζονται σαφώς, είναι διαφανείς, αμερόληπτες και επαληθεύσιμες. Ως μέσο για την υλοποίηση των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας σχετικά με την ασφάλεια της προμήθειας, τα κράτη μέλη δύνανται να εφαρμόσουν μακροπρόθεσμο προγραμματισμό, λαμβάνοντας υπόψη το ενδεχόμενο ότι τρίτα μέρη ζητούν πρόσβαση στο δίκτυο. 3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όλοι οι πελάτες απολαύουν καθολικής υπηρεσίας, δηλαδή του δικαιώματος να προμηθεύονται ηλεκτρική ενέργεια συγκεκριμένης ποιότητας, εντός του εδάφους τους, σε προσιτές και λογικές τιμές. Λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για την προστασία των τελικών πελατών και για να εξασφαλίσουν υψηλά επίπεδα προστασίας του καταναλωτή, ιδίως όσον αφορά τη διαφάνεια σχετικά με τους συμβατικούς όρους και προϋποθέσεις, τις γενικές πληροφορίες και τους μηχανισμούς διευθέτησης διαφορών. Τα μέτρα περιλαμβάνουν ιδίως αυτά που ορίζονται στο παράρτημα. 4. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν κατάλληλα μέτρα για την επίτευξη των στόχων κοινωνικής και οικονομικής συνοχής, προστασίας του περιβάλλοντος και ασφάλειας της προμήθειας, ιδίως μέσω της συντήρησης και κατασκευής της αναγκαίας υποδομής δικτύου, συμπεριλαμβανομένου του δυναμικού διασύνδεσης. 5. Τα κράτη μέλη δύναται να αποφασίζουν να μην εφαρμόσουν τις διατάξεις των άρθρων 5, 6, 16 και 21, καθόσον η εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων θα παρεμπόδιζε, από νομική ή πραγματική άποψη, την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που επιβάλλονται στις επιχειρήσεις ηλεκτρισμού προς το κοινό οικονομικό συμφέρον, και εφόσον η ανάπτυξη των συναλλαγών δεν επηρεάζεται σε βαθμό που να αντιβαίνει προς τα συμφέροντα της Κοινότητας. Τα συμφέροντα της Κοινότητας περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την ύπαρξη ανταγωνισμού όσον αφορά τους επιλέξιμους πελάτες σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και το άρθρο 86 της συνθήκης." 3) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 3α: "Άρθρο 3α 1. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν ανά διετία στην Επιτροπή όλα τα μέτρα που θεσπίστηκαν για την εκπλήρωση της καθολικής υπηρεσίας και των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας, ανεξαρτήτως εάν τα εν λόγω μέτρα απαιτούν παρέκκλιση από τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας. Η εν λόγω κοινοποίηση αφορά, μεταξύ άλλων, τις απαιτήσεις του άρθρου 3, παράγραφος 3 και τη διατήρηση των επιπέδων παροχής υπηρεσιών. 2. Η Επιτροπή δημοσιεύει ανά διετία έκθεση η οποία αναλύει τα διάφορα μέτρα που ελήφθησαν από τα κράτη μέλη προκειμένου να επιτευχθούν τα υψηλά επίπεδα παροχής δημόσιας υπηρεσίας, και ταυτόχρονα προβαίνει σε εξέταση της αποτελεσματικότητας των εν λόγω μέτρων. Όπου κρίνεται σκόπιμο, η Επιτροπή προβαίνει σε συστάσεις σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε εθνικό επίπεδο για την επίτευξη των υψηλών επιπέδων παροχής δημόσιας υπηρεσίας." 4) Το άρθρο 4 καταργείται. 5) Το άρθρο 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "Άρθρο 5 1. Για την κατασκευή του νέου δυναμικού παραγωγής, τα κράτη μέλη εγκρίνουν μία διαδικασία χορήγησης αδειών, η οποία διενεργείται σύμφωνα με αντικειμενικά, διαφανή και αμερόληπτα κριτήρια. 2. Τα κράτη μέλη ορίζουν τα κριτήρια χορήγησης των αδειών κατασκευής του δυναμικού παραγωγής στο έδαφός τους. Τα εν λόγω κριτήρια αφορούν: (α) την ασφάλεια και την διασφάλιση του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας, των εγκαταστάσεων και του σχετικού εξοπλισμού, (β) την προστασία της δημόσιας υγείας και της ασφάλειας, (γ) την προστασία του περιβάλλοντος, (δ) την χρήση γης και την χωροθέτηση, (ε) τη χρήση δημόσιων εκτάσεων, (στ) την ενεργειακή απόδοση, (ζ) τη φύση των πρωτογενών πηγών, (η) τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του αιτούντος, όπως οι τεχνικές, οικονομικές και χρηματοοικονομικές δυνατότητες, (θ) τη συμμόρφωση με τα μέτρα που εγκρίθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 3. 3. Οι διαδικασίες χορήγησης αδειών και τα κριτήρια δημοσιοποιούνται. 4. Οι αιτούντες ενημερώνονται για τους λόγους οιασδήποτε άρνησης χορήγησης άδειας. Οι λόγοι πρέπει να είναι αντικειμενικοί, αμερόληπτοι, απολύτως βάσιμοι και δεόντως τεκμηριωμένοι. Στη διάθεση των αιτούντων τίθενται ένδικα βοηθήματα." 6) Το άρθρο 6 τροποποιείται ως εξής: (α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "1. Χάριν της ασφάλειας της προμήθειας τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη δυνατότητα να προκηρύσσεται διαδικασία πρόσκλησης προς υποβολή προσφορών για νέο δυναμικό βάσει δημοσιευμένων κριτηρίων. Εντούτοις, η διαδικασία πρόσκλησης προς υποβολή προσφορών μπορεί να προκηρύσσεται μόνον εάν βάσει της διαδικασίας χορήγησης αδειών το δυναμικό που δημιουργείται δεν επαρκεί για την διασφάλιση της ασφάλειας του εφοδιασμού." (β) Η παράγραφος 2 απαλείφεται. (γ) Η παράγραφος 6 απαλείφεται. 7) Εισάγεται το ακόλουθο άρθρο 6α: "Άρθρο 6α 1. Τα κράτη μέλη διορίζουν ένα φορέα, ο οποίος μπορεί να είναι η ανεξάρτητη ρυθμιστική αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 22, για να παρακολουθεί τα θέματα της ασφάλειας της προμήθειας. Ο εν λόγω φορέας παρακολουθεί ειδικότερα το ισοζύγιο προμήθειας/ζήτησης στην εθνική αγορά, το επίπεδο της αναμενόμενης ζήτησης στο μέλλον και το προβλεπόμενο επιπλέον δυναμικό που βρίσκεται υπό προγραμματισμό ή κατασκευή, καθώς και το επίπεδο ανταγωνισμού στην αγορά. Ο εν λόγω φορέας δημοσιεύει, το αργότερο μέχρι την 31η Ιουλίου κάθε έτους, έκθεση, η οποία σκιαγραφεί τα πορίσματά του επί των εν λόγω θεμάτων, καθώς επίσης οιαδήποτε μέτρα ελήφθησαν ή προβλέπεται να ληφθούν προκειμένου να αντιμετωπισθούν τα θέματα αυτά και διαβιβάζει πάραυτα την εν λόγω έκθεση στην Επιτροπή. 2. Βάσει της έκθεσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή διαβιβάζει, σε ετήσια βάση, ανακοίνωση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, η οποία εξετάζει τα θέματα που σχετίζονται με την ασφάλεια της προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας στην Κοινότητα και ιδίως το υφιστάμενο και προβλεπόμενο ισοζύγιο μεταξύ ζήτησης και προμήθειας. Όπου κρίνεται σκόπιμο, η Επιτροπή εκδίδει συστάσεις." 8) Στο άρθρο 7 η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "6. Αν ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς δεν είναι ήδη, από άποψη ιδιοκτησιακού καθεστώτος, απολύτως ανεξάρτητος από άλλες δραστηριότητες που δεν συνδέονται με το δίκτυο μεταφοράς, πρέπει ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς, τουλάχιστον από άποψη νομικής μορφής, οργάνωσης και λήψης αποφάσεων, να είναι ανεξάρτητος από τις λοιπές δραστηριότητες που δεν συνδέονται με την μεταφορά. Προκειμένου να διασφαλιστεί η ανεξαρτησία του διαχειριστή του δικτύου μεταφοράς, εφαρμόζονται τα ακόλουθα κριτήρια: (α) τα πρόσωπα τα οποία είναι υπεύθυνα για τη διαχείριση του δικτύου μεταφοράς δεν επιτρέπεται να συμμετέχουν σε διαρθρωτικές δομές της ολοκληρωμένης επιχείρησης ηλεκτρισμού οι οποίες ευθύνονται, άμεσα ή έμμεσα, για την καθημερινή εκτέλεση των δραστηριοτήτων παραγωγής, διανομής και προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, (β) λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα συμφέροντα των προσώπων που είναι υπεύθυνα για τη διοίκηση τους να δρούν ανεξάρτητα, (γ) ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς ασκεί πλήρη έλεγχο σε όλα τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για τη συντήρηση και την ανάπτυξη του δικτύου, (δ) ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς πρέπει να καταρτίζει πρόγραμμα συμμόρφωσης, το οποίο περιλαμβάνει τα μέτρα που έχουν ληφθεί προκειμένου να διασφαλισθεί ότι αποκλείεται οποιαδήποτε μεροληπτική μεταχείριση. Το πρόγραμμα πρέπει να περιλαμβάνει τις συγκεκριμένες υποχρεώσεις για τους εργαζομένους προκειμένου να επιτευχθεί ο εν λόγω στόχος. Ο Πρόεδρος/ο Γενικός Διευθυντής της ολοκληρωμένης επιχείρησης ηλεκτρικής ενέργειας, στην οποία ανήκει ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς, διορίζει έναν υπάλληλο υπεύθυνο για θέματα συμμόρφωσης επιφορτισμένο με την εκπόνηση του προγράμματος αυτού και την παρακολούθηση της τήρησής του και ο οποίος υποβάλλει στον Πρόεδρο/τον Γενικό Διευθυντή έκθεση. Ο υπεύθυνος για θέματα συμμόρφωσης υπάλληλος υποβάλλει στην εθνική ρυθμιστική αρχή ετήσια έκθεση η οποία περιγράφει τα μέτρα που έχουν ληφθεί, και η οποία δημοσιεύεται." 9) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 7α: "Άρθρο 7α Οι διαχειριστές του δικτύου μεταφοράς παράγουν την ενέργεια που χρησιμοποιούν για την εκπλήρωση των λειτουργιών τους σύμφωνα με διαφανείς, αμερόληπτες και βασιζόμενες στην αγορά διαδικασίες." 10) Στο άρθρο 8 προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 5 και 6: "5. Τα κράτη μέλη δύνανται να απαιτήσουν από τους φορείς εκμετάλλευσης του συστήματος μεταφοράς να πληρούν τα ελάχιστα επίπεδα επενδύσεων για τη συντήρηση και την ανάπτυξη του συστήματος μεταφοράς, συμπεριλαμβανομένου του δυναμικού διασύνδεσης. 6. Οι κανόνες που θεσπίζονται από τους διαχειριστές των δικτύων μεταφοράς και διανομής για την εξισορρόπηση, σε πραγματικό χρόνο, της παραγωγής και κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, είναι διαφανείς και δεν προκαλούν διακρίσεις. Τα τιμολόγια, καθώς και οι όροι και προϋποθέσεις για την παροχή τέτοιων υπηρεσιών εκ μέρους των διαχειριστών των δικτύων, καθορίζονται κατά τρόπο αμερόληπτο, που αντικατοπτρίζει τις επικρατούσες τιμές της αγοράς και καθορίζονται ή εγκρίνονται από την εθνική ρυθμιστική αρχή πριν αρχίσουν να ισχύουν." 11) Στο άρθρο 10 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 4: "4. Αν ο διαχειριστής δεν είναι ήδη, από άποψη ιδιοκτησιακού καθεστώτος, απολύτως ανεξάρτητος από άλλες δραστηριότητες που δεν συνδέονται με το δίκτυο διανομής, πρέπει ο διαχειριστής, τουλάχιστον από άποψη νομικής μορφής, οργάνωσης και λήψης αποφάσεων, να είναι ανεξάρτητος από τις λοιπές δραστηριότητες που δεν συνδέονται με την διανομή. Προκειμένου να διασφαλισθεί η ανεξαρτησία του διαχειριστή, εφαρμόζονται τα ακόλουθα κριτήρια: (α) τα πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για τη διαχείριση του δικτύου διανομής δεν επιτρέπεται να συμμετέχουν σε διαρθρωτικές δομές της ολοκληρωμένης επιχείρησης ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίες ευθύνονται, άμεσα ή έμμεσα, για την καθημερινή εκτέλεση των δραστηριοτήτων παραγωγής, μεταφοράς και προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, (β) λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα συμφέροντα των προσώπων που είναι υπεύθυνα για τη διοίκηση της επιχείρησης εκμετάλλευσης του δικτύου διανομής λαμβάνονται υπόψη κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η ικανότητά τους να δρούν ανεξάρτητα, (γ) ο διαχειριστής ασκεί πλήρη έλεγχο σε όλα τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για τη συντήρηση και την ανάπτυξη του δικτύου, (δ) ο διαχειριστής πρέπει να καταρτίζει πρόγραμμα συμμόρφωσης, το οποίο περιλαμβάνει τα μέτρα που έχουν ληφθεί προκειμένου να διασφαλιστεί ότι αποκλείεται οποιαδήποτε μεροληπτική μεταχείριση. Το πρόγραμμα πρέπει να περιλαμβάνει τις συγκεκριμένες υποχρεώσεις για τους εργαζομένους προκειμένου να επιτευχθεί ο εν λόγω στόχος. Ο Πρόεδρος/ο Γενικός Διευθυντής της ολοκληρωμένης επιχείρησης ηλεκτρικής ενέργειας, στην οποία ανήκει ο διαχειριστής, διορίζει έναν υπάλληλο υπεύθυνο για θέματα συμμόρφωσης επιφορτισμένο με την εκπόνηση του προγράμματος αυτού και την παρακολούθηση της τήρησής του και ο οποίος υποβάλλει στον Πρόεδρο/τον Γενικό Διευθυντή έκθεση. Ο υπεύθυνος για θέματα συμμόρφωσης υπάλληλος υποβάλλει στην εθνική ρυθμιστική αρχή ετήσια έκθεση η οποία περιγράφει τα μέτρα που έχουν ληφθεί, και η οποία δημοσιεύεται. Οι διατάξεις του πρώτου και του δευτέρου εδαφίου εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2003. Τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίζουν ότι αυτές οι διατάξεις δεν θα εφαρμόζονται στις ολοκληρωμένες επιχειρήσεις ηλεκτρισμού οι οποίες εξυπηρετούν λιγότερους από 100 000 πελάτες κατά την ημερομηνία αυτή." 12) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 12α: "Άρθρο 12α Οι κανόνες του άρθρου 7 παράγραφος 6 και του άρθρου 10 παράγραφος 4 δεν εμποδίζουν την δραστηριότητα του διαχειριστή ενός συνδυασμένου δικτύου μεταφοράς και διανομής, ο οποίος από άποψη νομικής μορφής, οργάνωσης και λήψης αποφάσεων, είναι απολύτως ανεξάρτητος από άλλες δραστηριότητες που δεν συνδέονται με τη λειτουργία του συστήματος μεταφοράς ή διανομής και ο οποίος ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του άρθρου 7, παράγραφος 6." 13) Στο άρθρο 14 η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "3. Οι ολοκληρωμένες επιχειρήσεις ηλεκτρικής ενέργειας τηρούν, στην εσωτερική τους λογιστική, χωριστούς λογαριασμούς για τις δραστηριότητες παραγωγής, διανομής και προμήθειας και, όπου κρίνεται σκόπιμο, ενοποιημένους λογαριασμούς για άλλες δραστηριότητες που δεν συνδέονται με την ηλεκτρική ενέργεια, όπως ακριβώς θα έπρατταν εάν οι εν λόγω δραστηριότητες διεξάγονταν από διαφορετικές επιχειρήσεις, με σκοπό την αποφυγή διακρίσεων, διασταυρούμενων επιδοτήσεων και στρεβλώσεων του ανταγωνισμού. Οι εν λόγω επιχειρήσεις περιλαμβάνουν, στο παράρτημα των ετήσιων λογαριασμών τους, ισολογισμό και λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως για κάθε δραστηριότητα." 14) Το άρθρο 15 καταργείται. 15) Το άρθρο 16 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "Άρθρο 16 1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την υλοποίηση ενός συστήματος για την πρόσβαση τρίτων στα δίκτυα μεταφοράς και διανομής με βάση δημοσιευμένα τιμολόγια, τα οποία ισχύουν για όλους τους επιλέξιμους πελάτες και εφαρμόζονται αντικειμενικά και χωρίς διακρίσεις μεταξύ των χρηστών του δικτύου. Τα εν λόγω τιμολόγια πρέπει να εγκρίνονται πριν από την έναρξη ισχύος τους από την εθνική ρυθμιστική αρχή η οποία συγκροτείται σύμφωνα με το άρθρο 22. 2. Ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς ή διανομής δύναται να αρνηθεί την πρόσβαση εάν δεν διαθέτει το απαραίτητο δυναμικό. Σε περίπτωση τέτοιας άρνησης πρέπει να αιτιολογείται δεόντως, ιδίως σε σχέση με το άρθρο 3." 16) Το άρθρο 17 και το άρθρο 18 καταργούνται. 17) Το άρθρο 19 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "Άρθρο 19 1. Τα κράτη μέρη διασφαλίζουν ότι όλοι οι μη οικιακοί πελάτες είναι ελεύθεροι να αγοράζουν ηλεκτρική ενέργεια από τον προμηθευτή της επιλογής τους, το αργότερο από την 1η Ιανουαρίου 2003. Tα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όλοι οι πελάτες είναι ελεύθεροι να επιλέξουν τον προμηθευτή τους, το αργότερο από την 1η Ιανουαρίου 2005. 2. Προκειμένου να αποφευχθεί η έλλειψη ισορροπίας με το άνοιγμα των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας: (α) δεν μπορούν να απαγορεύονται οι συμβάσεις για την προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας με επιλέξιμο πελάτη στο δίκτυο άλλου κράτους μέλους, εάν αυτός θεωρείται επιλέξιμος πελάτης και στα δύο εμπλεκόμενα δίκτυα. (β) σε περιπτώσεις που η διεξαγωγή των συναλλαγών του είδους που περιγράφονται υπό στοιχείο (α) δεν γίνει δεκτή διότι ο πελάτης είναι επιλέξιμος σε ένα μόνο από τα δύο δίκτυα, η Επιτροπή δύναται, μετά από αίτημα του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο επιλέξιμος πελάτης, αφού λάβει υπόψη την κατάσταση της αγοράς και το κοινό συμφέρον, να υποχρεώσει το αρνούμενο μέρος να εκτελέσει την αιτούμενη παροχή ηλεκτρικής ενέργειας." 18) Στο άρθρο 20 η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "4. Σε περίπτωση διασυνοριακών διαφορών, αρμόδια για την διευθέτηση της διαφοράς αρχή είναι η αρχή διευθέτησης της διαφοράς η οποία καλύπτει τον διαχειριστή δικτύου που αρνείται τη χρήση ή την πρόσβαση στο δίκτυο." 19) Το άρθρο 22 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "Άρθρο 22 1. Τα κράτη μέλη εγκαθιδρύουν εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Οι εν λόγω αρχές είναι πλήρως ανεξάρτητες από τα συμφέροντα της βιομηχανίας ηλεκτρικής ενέργειας. Έχουν αποκλειστική αρμοδιότητα τουλάχιστον για: (α) να καθορίζουν ή να εγκρίνουν τους όρους και τις συνθήκες σύνδεσης και πρόσβασης στα εθνικά δίκτυα, συμπεριλαμβανομένων των τιμολογίων μεταφοράς και διανομής, (β) να καθορίζουν ή να εγκρίνουν τα τιμολόγια ή τις αλλαγές επί των τιμολογίων σε εθνικό επίπεδο, ώστε να αντικατοπτρίζονται το κόστος ή τα έσοδα που σχετίζονται με τη διασυνοριακή μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας, (γ) να ορίζουν τους κανόνες διαχείρισης και κατανομής του δυναμικού διασύνδεσης, σε συνεννόηση με την ή τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές των κρατών μελών με τα οποία υφίσταται διασύνδεση, (δ) να θεσπίζουν ή να εγκρίνουν μηχανισμούς για την αντιμετώπιση της συμφόρησης δυναμικού στο εθνικό δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας, (ε) να εξασφαλίζουν την ανταπόκριση στις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφοι 3 και 4. 2. Τα κράτη μέλη δημιουργούν κατάλληλους και αποτελεσματικούς μηχανισμούς για την ρύθμιση, τον έλεγχο και τη διαφάνεια, ούτως ώστε να αποφεύγεται η τυχόν κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης, ιδίως εις βάρος των καταναλωτών, καθώς και κάθε επιθετική συμπεριφορά. Οι εν λόγω μηχανισμοί λαμβάνουν υπόψη τις διατάξεις της Συνθήκης και ιδίως το άρθρο 82. 3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την λήψη των κατάλληλων μέτρων, συμπεριλαμβανομένων των διοικητικών μέτρων ή της δικαστικής δίωξης, σύμφωνα με τις οικείες νομοθετικές διατάξεις, κατά των υπεύθυνων φυσικών ή νομικών προσώπων, στις περιπτώσεις μη τήρησης των περί απορρήτου διατάξεων της παρούσας οδηγίας." 20) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 23α: "Άρθρο 23α Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή το αργότερο μέχρι την 31η Mαρτίου εκάστου έτους για τις εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας, που πραγματοποίησαν κατά τη διάρκεια του προηγούμενου ημερολογιακού έτους από τρίτες χώρες." 21) Το άρθρο 26 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "Άρθρο 26 Η Επιτροπή επανεξετάζει την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, πριν από τα τέλη του δευτέρου και του τετάρτου έτους μετά την έναρξη ισχύος της, βάσει της πείρας που έχει αποκτηθεί και της προόδου που έχει επιτευχθεί κατά τη δημιουργία της ολοκληρωμένης και πλήρως λειτουργικής εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο να εξετάσουν, εν ευθέτω χρόνω, τη δυνατότητα θέσπισης διατάξεων για περαιτέρω βελτίωση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Η έκθεση εξετάζει ιδίως τον βαθμό στον οποίο οι απαιτήσεις διαχωρισμού και τιμολόγησης που περιέχονται στην παρούσα οδηγία έχουν επιτύχει να διασφαλίσουν δίκαιη και αμερόληπτη πρόσβαση στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας της Κοινότητας. Η έκθεση εξετάζει, επίσης, πιθανές αναγκαίες απαιτήσεις εναρμόνισης, οι οποίες δεν συνδέονται με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας." 22) Προστίθεται παράρτημα το περιεχόμενο του οποίου παρατίθεται στο παράρτημα Ι της παρούσας οδηγίας. Άρθρο 2 Τροποποιήσεις της οδηγίας 98/30/EΚ Η οδηγία 98/30/EΚ τροποποιείται ως εξής: 1) Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής: (α) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο 12α: "12α. «βοηθητικές υπηρεσίες»: όλες οι υπηρεσίες που είναι αναγκαίες για τη λειτουργία των δικτύων μεταφοράς ή/και διανομής ή και των εγκαταστάσεων υγροποιημένου φυσικού αερίου, συμπεριλαμβανομένων των εγκαταστάσεων αποθήκευσης και των ισοδύναμων μέσων ευελιξίας, εξισορρόπησης φορτίου και διατάξεων ανάμειξης." (β) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο 20α: "20α. «μη οικιακός πελάτης»: ο καταναλωτής ο οποίος αγοράζει φυσικό αέριο που δεν προορίζεται για ιδία οικιακή χρήση και όπου περιλαμβάνονται οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας, επιχειρήσεις φυσικού αερίου και πελάτες χονδρικής." 2) Το άρθρο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "Άρθρο 3 1. Τα κράτη μέλη, βάσει της θεσμικής τους οργάνωσης και τηρώντας δεόντως την αρχή της επικουρικότητας, μεριμνούν ώστε, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, η εκμετάλλευση των επιχειρήσεων φυσικού αερίου διενεργείται σύμφωνα με τις αρχές της παρούσας οδηγίας, με προοπτικές την επίτευξη μιας ανταγωνιστικής αγοράς φυσικού αερίου. Τα κράτη μέλη δεν προβαίνουν σε διακρίσεις μεταξύ των επιχειρήσεων αυτών όσον αφορά τα δικαιώματα ή τις υποχρεώσεις τους. 2. Τηρώντας τις οικείες διατάξεις της συνθήκης και ιδίως το άρθρο 86, τα κράτη μέλη δύνανται να επιβάλλουν στις επιχειρήσεις φυσικού αερίου υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας προς το γενικότερο οικονομικό συμφέρον, οι οποίες μπορεί να αφορούν την ασφάλεια, συμπεριλαμβανομένης της ασφάλειας της προμήθειας, την τακτική παροχή, την ποιότητα και τις τιμές, καθώς και την προστασία του περιβάλλοντος. Οι υποχρεώσεις αυτές ορίζονται σαφώς, είναι διαφανείς, αμερόληπτες και επαληθεύσιμες. Ως μέσο για την υλοποίηση των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας σχετικά με την ασφάλεια της προμήθειας, τα κράτη μέλη δύνανται να εφαρμόσουν μακροπρόθεσμο προγραμματισμό, λαμβάνοντας υπόψη το ενδεχόμενο ότι τρίτα μέρη ζητούν πρόσβαση στο δίκτυο. 3. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την προστασία των τελικών πελατών και για να εξασφαλίσουν υψηλά επίπεδα προστασίας του καταναλωτή, ιδίως όσον αφορά τη διαφάνεια σχετικά με τους συμβατικούς όρους και προϋποθέσεις, τις γενικές πληροφορίες και τους μηχανισμούς διευθέτησης διαφορών. Τα εν λόγω μέτρα περιλαμβάνουν ιδίως αυτά που ορίζονται στο παράρτημα. 4. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν κατάλληλα μέτρα για την επίτευξη των στόχων κοινωνικής και οικονομικής συνοχής, προστασίας του περιβάλλοντος και ασφάλειας της προμήθειας, ιδίως μέσω της συντήρησης και κατασκευής της αναγκαίας υποδομής δικτύου, συμπεριλαμβανομένου του δυναμικού διασύνδεσης. 5. Τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίσουν να μην εφαρμόσουν τις διατάξεις του άρθρου 4 όσον αφορά την διανομή, καθσον η εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων θα παρεμπόδιζε, από νομική ή πραγματική άποψη, την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που επιβάλλονται στις επιχειρήσεις φυσικού αερίου προς το κοινό οικονομικό συμφέρον και εφόσον η ανάπτυξη των συναλλαγών δε θα επηρεαζόταν σε βαθμό που να αντιβαίνει προς τα συμφέροντα της Κοινότητας. Τα συμφέροντα της Κοινότητας περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τον ανταγωνισμό όσον αφορά τους επιλέξιμους πελάτες σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και το άρθρο 86 της συνθήκης." 3) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 3α: "Άρθρο 3a 1. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν ανά διετία στην Επιτροπή όλα τα μέτρα που θεσπίστηκαν για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας, ανεξαρτήτως εάν τα εν λόγω μέτρα απαιτούν παρέκκλιση από τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας. Η εν λόγω κοινοποίηση αφορά, μεταξύ άλλων, τα μέτρα σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος, την ασφάλεια της προμήθειας, την προστασία των πελατών, συμπεριλαμβανομένων των τελικών πελατών, την κοινωνική και περιφερειακή συνοχή, καθώς και τη διατήρηση των επιπέδων παροχής υπηρεσιών. 2. Η Επιτροπή δημοσιεύει ανά διετία έκθεση η οποία αναλύει τα διάφορα μέτρα που ελήφθησαν από τα κράτη μέλη προκειμένου να επιτευχθούν τα υψηλά επίπεδα παροχής δημόσιας υπηρεσίας, και ταυτόχρονα προβαίνει σε εξέταση της αποτελεσματικότητας των εν λόγω μέτρων. Όπου κρίνεται σκόπιμο, η Επιτροπή προβαίνει σε συστάσεις σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε εθνικό επίπεδο για την επίτευξη των υψηλών επιπέδων παροχής δημόσιας υπηρεσίας." 4) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 4α: "Άρθρο 4a 1. Τα κράτη μέλη διορίζουν ένα φορέα, ο οποίος μπορεί να είναι η ανεξάρτητη ρυθμιστική αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 22, προκειμένου να παρακολουθεί τα θέματα της ασφάλειας της προμήθειας. Ο εν λόγω φορέας παρακολουθεί, ιδίως το ισοζύγιο προμήθειας/ζήτησης στην εθνική αγορά, το επίπεδο της αναμενόμενης μελλοντικής ζήτησης και των διαθέσιμων προμηθειών, καθώς και το επίπεδο ανταγωνισμού της αγοράς. Ο εν λόγω φορέας δημοσιεύει, το αργότερο μέχρι την 31η Ιουλίου κάθε έτους, έκθεση η οποία σκιαγραφεί τα πορίσματά του επί των εν λόγω θεμάτων, καθώς επίσης και οιαδήποτε μέτρα έχουν ληφθεί ή πρόκειται να ληφθούν προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα εν λόγω θέματα και διαβιβάζει πάραυτα την εν λόγω έκθεση στην Επιτροπή. 2. Βάσει της έκθεσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή διαβιβάζει ετησίως, ανακοίνωση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, στην οποία εξετάζονται θέματα σχετικά με την ασφάλεια της προμήθειας του φυσικού αερίου στην Κοινότητα και ιδίως το υφιστάμενο και προβλεπόμενο ισοζύγιο μεταξύ ζήτησης και προμήθειας. Όπου κρίνεται σκόπιμο, η Επιτροπή εκδίδει συστάσεις." 5) Το άρθρο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "Άρθρο 7 1. Τα κράτη μέλη ορίζουν ή απαιτούν από τις επιχειρήσεις οι οποίες έχουν στην ιδιοκτησία τους εγκαταστάσεις μεταφοράς, αποθήκευσης ή εγκατάστασης υγροποιημένου φυσικού αερίου να ορίζουν, για χρονική περίοδο που καθορίζεται από τα κράτη μέλη, λαμβανομένης υπόψη της απόδοσης και της οικονομικής ισορροπίας, έναν ή περισσότερους διαχειριστές δικτύου που θα είναι υπεύθυνοι για την εκμετάλλευση, την εξασφάλιση της συντήρησης και την ανάπτυξη των εγκαταστάσεων μεταφοράς, αποθήκευσης και των εγκαταστάσεων υγροποιημένου φυσικού αερίου σε συγκεκριμένη περιοχή, καθώς και των διασυνδέσεών τους με άλλα δίκτυα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ασφάλεια του εφοδιασμού. 2. Κάθε διαχειριστής δικτύου μεταφοράς, αποθήκευσης ή και εγκαταστάσεων υγροποιημένου φυσικού αερίου: (α) εκμεταλλεύεται, συντηρεί και αναπτύσσει, υπό οικονομικά αποδεκτές συνθήκες, ασφαλείς, αξιόπιστες και αποτελεσματικές εγκαταστάσεις μεταφοράς, αποθήκευσης ή/και εγκαταστάσεις υγροποιημένου φυσικού αερίου, λαμβάνοντας τη δέουσα μέριμνα για το περιβάλλον, (β) δεν μεροληπτεί μεταξύ των χρηστών του δικτύου ή των κατηγοριών χρηστών του δικτύου, ιδίως υπέρ των συνδεδεμένων με αυτόν επιχειρήσεων, (γ) παρέχει σε κάθε άλλη επιχείρηση μεταφοράς, σε κάθε άλλη επιχείρηση αποθήκευσης, σε κάθε άλλη επιχείρηση υγροποιημένου φυσικού αερίου ή/και σε κάθε άλλη επιχείρηση διανομής, επαρκείς πληροφορίες προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι η μεταφορά και η αποθήκευση φυσικού αερίου μπορεί να πραγματοποιείται κατά τρόπο συμβατό με την ασφαλή και αποτελεσματική λειτουργία του διασυνδεδεμένου δικτύου. 3. Οι κανόνες για την εξισορρόπηση του δικτύου φυσικού αερίου, τους οποίους θεσπίζουν οι διαχειριστές των συστημάτων μεταφοράς και διανομής είναι διαφανείς και αμερόληπτοι. Τα τιμολόγια και οι όροι και προϋποθέσεις για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών εκ μέρους των διαχειριστών των συστημάτων καταρτίζονται με αμερόληπτο τρόπο, ο οποίος αντικατοπτρίζει τις ισχύουσες στην αγορά τιμές, και καθορίζονται ή εγκρίνονται από την εθνική ρυθμιστική αρχή πριν από την θέση τους σε ισχύ." 6) Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα 7α και 7β: "Άρθρο 7a 1. Τα κράτη μέλη δύνανται να απαιτήσουν από τους διαχειριστές του δικτύου μεταφοράς να ανταποκριθούν στα ελάχιστα επίπεδα επενδύσεων για τη συντήρηση και ανάπτυξη του δικτύου μεταφοράς, συμπεριλαμβανομένου του δυναμικού διασύνδεσης. 2. Αν ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς δεν είναι ήδη, από άποψη του ιδιοκτησιακού καθεστώτος, απολύτως ανεξάρτητος από άλλες δραστηριότητες που δεν συνδέονται με το δίκτυο μεταφοράς, πρέπει να είναι ανεξάρτητος, τουλάχιστον από άποψη νομικής μορφής, οργάνωσης και λήψης αποφάσεων, από άλλες δραστηριότητες που δεν συνδέονται με τη λειτουργία του δικτύου. Προκειμένου να διασφαλισθεί η ανεξαρτησία του διαχειριστή δικτύου, εφαρμόζονται το ακόλουθο κείμενο κριτήρια: (α) τα πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για τη διαχείριση του δικτύου μεταφοράς δεν επιτρέπεται να συμμετέχουν σε διαρθρωτικές δομές της ολοκληρωμένης επιχείρησης φυσικού αερίου, οι οποίες ευθύνονται, άμεσα ή έμμεσα, για την καθημερινή εκτέλεση των δραστηριοτήτων παραγωγής, διανομής και προμήθειας φυσικού αερίου, (β) λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα συμφέροντα των προσώπων που είναι υεπύθυνα για τη διοίκηση της επιχείρησης εκμετάλλευσης του δικτύου μεταφοράς λαμβάνονται υπόψη, κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η ικανότητά τους να δρούν ανεξάρτητα, (γ) ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς ασκεί πλήρη έλεγχο σ' όλα τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για τη συντήρηση και την ανάπτυξη του δικτύου, (δ) ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς καταρτίζει πρόγραμμα συμμόρφωσης, το οποίο περιλαμβάνει τα μέτρα που έχουν ληφθεί προκειμένου να διασφαλιστεί ότι αποκλείεται οποιαδήποτε μεροληπτική μεταχείριση. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει συγκεκριμένες υποχρεώσεις για τους εργαζόμενους προκειμένου να επιτευχθεί ο εν λόγω στόχος. Ο Πρόεδρος/Γενικός Διευθυντής της ολοκληρωμένης επιχείρησης φυσικού αερίου στην οποία ανήκει ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς, διορίζει έναν υπάλληλο υπεύθυνο για θέματα συμμόρφωσης επιφορτισμένο με την εκπόνηση του προγράμματος αυτού και την παρακολούθηση της τήρησής του και ο οποίος υποβάλλει έκθεση στον Πρόεδρο/τον Γενικό Διευθυντή. Ο υπεύθυνος για θέματα συμμόρφωσης υπάλληλος υποβάλλει ετήσια έκθεση στην εθνική ρυθμιστική αρχή, η οποία περιγράφει τα μέτρα που έχουν ληφθεί και η οποία δημοσιεύεται. Άρθρο 7β Οι διαχειριστές του δικτύου μεταφοράς παράγουν την ενέργεια που χρησιμοποιούν για την εκπλήρωση των λειτουργιών τους σύμφωνα με διαφανείς, αμερόληπτες και βασιζόμενες στην αγορά διαδικασίες." 7) Στο άρθρο 10, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 4: "4. Αν το δίκτυο διανομής δεν είναι ήδη, από άποψη ιδιοκτησιακού καθεστώτος, απολύτως ανεξάρτητο από άλλες δραστηριότητες που δεν συνδέονται με το δίκτυο διανομής, πρέπει ο διαχειριστής του δικτύου διανομής να είναι ανεξάρτητος, τουλάχιστον από άποψη νομικής μορφής, οργάνωσης και λήψης αποφάσεων, από άλλες δραστηριότητες που δεν συνδέονται με την λειτουργία του συστήματος. Προκειμένου να διασφαλιστεί η ανεξαρτησία του διαχειριστή του δικτύου διανομής, εφαρμόζονται τα ακόλουθα κριτήρια: (α) τα πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για τη διαχείριση του δικτύου διανομής δεν επιτρέπεται να συμμετέχουν σε διαρθρωτικές δομές της ολοκληρωμένης επιχείρησης φυσικού αερίου, οι οποίες ευθύνονται, άμεσα ή έμμεσα, για την καθημερινή εκτέλεση των δραστηριοτήτων παραγωγής, μεταφοράς και προμήθειας φυσικού αερίου, (β) λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα συμφέροντα των προσώπων που είναι υπεύθυνα για τη διοίκηση της επιχείρησης εκμετάλλευσης του δικτύου διανομής λαμβάνονται υπόψη, κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η ικανότητά τους να δρούν ανεξάρτητα, (γ) ο διαχειριστής του δικτύου διανομής ασκεί πλήρη έλεγχο σε όλα τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για τη συντήρηση και την ανάπτυξη του δικτύου, (δ) ο διαχειριστής του δικτύου διανομής καταρτίζει πρόγραμμα συμμόρφωσης, το οποίο περιλαμβάνει τα μέτρα που έχουν ληφθεί προκειμένου να διασφαλιστεί ότι αποκλείεται οποιαδήποτε μεροληπτική μεταχείριση. Το πρόγραμμα πρέπει να περιλαμβάνει συγκεκριμένες υποχρεώσεις για τους εργαζόμενους προκειμένου να επιτευχθεί ο εν λόγω στόχος. Ο Πρόεδρος/Γενικός Διευθυντής της ολοκληρωμένης επιχείρησης φυσικού αερίου στην οποία ανήκει ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς, διορίζει έναν υπάλληλο υπεύθυνο για θέματα συμμόρφωσης επιφορτισμένο με την εκπόνηση του προγράμματος αυτού και την παρακολούθηση της τήρησής του και ο οποίος υποβάλλει έκθεση στον Πρόεδρο/τον Γενικό Διευθυντή. Ο υπεύθυνος για θέματα συμμόρφωσης υπάλληλος υποβάλλει ετήσια έκθεση στην εθνική ρυθμιστική αρχή, η οποία περιγράφει τα μέτρα που έχουν ληφθεί και η οποία δημοσιεύεται. Οι διατάξεις του πρώτου και του δευτέρου εδαφίου εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2004. Τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίζουν ότι οι διατάξεις αυτές δεν εφαρμόζονται στις ολοκληρωμένες επιχειρήσεις φυσικού αερίου οι οποίες εξυπηρετούν λιγότερους από 100 000 πελάτες κατά την ημερομηνία αυτή." 8) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 11α: "Άρθρο 11α Οι κανόνες των άρθρων 7 παράγραφος 6 και 10 παράγραφος 4 δεν εμποδίζουν τις δραστηριότητες του διαχειριστή συνδυασμένου δικτύου μεταφοράς και διανομής, ο οποίος από άποψη νομικής μορφής, οργάνωσης και λήψης αποφάσεων είναι απολύτως ανεξάρτητος από άλλες δραστηριότητες που δεν συνδέονται με την λειτουργία του δικτύου μεταφοράς ή διανομής και ο οποίος ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του άρθρου 7, παράγραφος 6." 9) Στο άρθρο 13 η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "3. Οι ολοκληρωμένες επιχειρήσεις φυσικού αερίου τηρούν στην εσωτερική τους λογιστική χωριστούς λογαριασμούς για τις δραστηριότητες μεταφοράς, διανομής, προμήθειας, υγροποιημένου φυσικού αερίου και αποθήκευσης και, όπου αυτό κρίνεται σκόπιμο, ενοποιημένους λογαριασμούς για άλλες δραστηριότητες που δεν συνδέονται με το φυσικό αέριο, όπως θα έπρατταν εάν οι εν λόγω δραστηριότητες διεξάγονταν από διαφορετικές επιχειρήσεις, με σκοπό την αποφυγή διακρίσεων, διασταυρούμενων επιδοτήσεων και στρεβλώσεων του ανταγωνισμού. Οι εν λόγω εσωτερικοί λογαριασμοί περιλαμβάνουν ισολογισμό και λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως για κάθε δραστηριότητα." 10) Τα άρθρα 14 και 15 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο: "Άρθρο 14 1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την υλοποίηση ενός συστήματος πρόσβασης τρίτων στο δίκτυο μεταφοράς και διανομής και στις εγκαταστάσεις υγροποιημένου φυσικού αερίου με βάση δημοσιευμένα τιμολόγια, τα οποία ισχύουν για όλους τους επιλέξιμους πελάτες και εφαρμόζονται αντικειμενικά και χωρίς διακρίσεις μεταξύ των χρηστών του δικτύου. Τα εν λόγω τιμολόγια πρέπει να εγκρίνονται πριν από την έναρξη ισχύος τους από την εθνική ρυθμιστική αρχή η οποία συγκροτείται σύμφωνα με το άρθρο 22. 2. Οι διαχειριστές του δικτύου μεταφοράς έχουν πρόσβαση, εάν παρίσταται ανάγκη και για τον σκοπό της εκπλήρωσης των λειτουργιών τους, συμπεριλαμβανομένων αυτών που σχετίζονται με την διασυνοριακή μεταφορά, στο δίκτυο άλλων διαχειριστών δικτύου μεταφοράς, βάσει των ιδίων όρων και αρχών όπως ορίζονται στην παράγραφο 1. Άρθρο 15 1. Για την οργάνωση της πρόσβασης στην αποθήκευση και σε ισοδύναμα μέσα ευελιξίας, όταν αυτό είναι τεχνικώς ή/και οικονομικώς αναγκαίο για την παροχή αποτελεσματικής πρόσβασης στο δίκτυο για τον εφοδιασμό πελατών, καθώς, επίσης, και για την οργάνωση της πρόσβασης σε άλλες βοηθητικές υπηρεσίες, τα κράτη μέλη δύνανται να επιλέξουν μία ή και τις δύο διαδικασίες που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3. Οι εν λόγω διαδικασίες εφαρμόζονται σύμφωνα με αντικειμενικά, διαφανή και αμερόληπτα κριτήρια. 2. Στην περίπτωση πρόσβασης στο δίκτυο κατόπιν διαπραγματεύσεων, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα, ώστε οι επιχειρήσεις φυσικού αερίου και οι επιλέξιμοι πελάτες εντός και εκτός του εδάφους που καλύπτεται από το διασυνδεδεμένο δίκτυο, είναι σε θέση να διαπραγματεύονται την πρόσβαση στο δίκτυο και να συνάπτουν μεταξύ τους συμβάσεις προμήθειας, βάσει εθελοντικών εμπορικών συμφωνιών. Τα μέρη οφείλουν να διαπραγματεύονται την πρόσβαση στο δίκτυο καλή τη πίστει. Οι συμβάσεις για την πρόσβαση στο δίκτυο αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης με τον εκάστοτε διαχειριστή δικτύου ή της εκάστοτε επιχείρησης φυσικού αερίου. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις φυσικού αερίου να δημοσιεύουν τους κύριους εμπορικούς όρους χρήσης του δικτύου έως τις [να οριστεί ημερομηνία] το αργότερο και ακολούθως σε ετήσια βάση. 3. Τα κράτη μέλη τα οποία επιλέγουν διαδικασία ρυθμιζόμενης πρόσβασης στο δίκτυο λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να παρέχουν στις επιχειρήσεις φυσικού αερίου και στους επιλέξιμους πελάτες, εντός και εκτός του εδάφους που καλύπτεται από το διασυνδεδεμένο δίκτυο, το δικαίωμα πρόσβασης στο δίκτυο, βάσει δημοσιευμένων τιμολογίων ή/και άλλων όρων και υποχρεώσεων χρήσης του εν λόγω δικτύου. Το συγκεκριμένο δικαίωμα πρόσβασης των επιλέξιμων πελατών μπορεί να διασφαλίζεται δίνοντάς τους τη δυνατότητα να συνάπτουν συμβάσεις προμήθειας με ανταγωνιστικές επιχειρήσεις φυσικού αερίου διαφορετικές από τον ιδιοκτήτη." 11) Το άρθρο 16 καταργείται. 12) Τα άρθρα 18 και 19 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο: "Άρθρο 18 1. Τα κράτη μέλη διασφαλίΖουν ότι όλοι οι μη οικιακοί πελάτες είναι ελεύθεροι να αγοράζουν φυσικό αέριο από τον προμηθευτή της επιλογής τους και έχουν τα δικαιώματα των επιλέξιμων πελατών για πρόσβαση τρίτων με σκοπό τη διενέργεια τέτοιων προμηθειών σύμφωνα με τα άρθρα 14 και 15, το αργότερο από την 1η Ιανουαρίου 2004. 2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όλοι οι πελάτες είναι ελεύθεροι να αγοράζουν φυσικό αέριο από τον προμηθευτή της επιλογής τους και έχουν τα δικαιώματα επιλέξιμων πελατών για την πρόσβαση τρίτων με σκοπό τη διενέργεια τέτοιων προμηθειών σύμφωνα με τα άρθρα 14 και 15, το αργότερο από την 1η Ιανουαρίου 2005. Άρθρο 19 Προκειμένου να αποφευχθεί η έλλειψη ισορροπίας με το άνοιγμα των αγορών φυσικού αερίου: (α) δεν μπορούν να απαγορεύονται οι συμβάσεις για την προμήθεια φυσικού αερίου με επιλέξιμο πελάτη στο δίκτυο άλλου κράτους μέλους, εάν ο πελάτης αυτός θεωρείται επιλέξιμος και στα δύο εμπλεκόμενα δίκτυα, (β) σε περιπτώσεις όπου η διεξαγωγή των συναλλαγών που περιγράφονται υπό στοιχείο(α) δεν γίνει δεκτή διότι ο πελάτης είναι επιλέξιμος σε ένα μόνο από τα δύο δίκτυα, η Επιτροπή δύναται, μετά από αίτημα του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο επιλέξιμος πελάτης, αφού λάβει υπόψη την κατάσταση της αγοράς και το κοινό συμφέρον, να υποχρεώσει το αρνούμενο μέρος να εκτελέσει την αιτούμενη προμήθεια φυσικού αερίου." 13) Το άρθρο 22 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "Άρθρο 22 1. Τα κράτη μέλη εγκαθιδρύουν εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Οι εν λόγω αρχές είναι απολύτως ανεξάρτητες από τα συμφέροντα της βιομηχανίας φυσικού αερίου. Έχουν αποκλειστική αρμοδιότητα τουλάχιστον για: (α) να καθορίζουν ή να εγκρίνουν τους όρους και τις προϋποθέσεις σύνδεσης και πρόσβασης στα εθνικά δίκτυα, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών τιμολογίων μεταφοράς και διανομής, καθώς και τους όρους, τις προϋποθέσεις και τα τιμολόγια για πρόσβαση στις εγκαταστάσεις υγροποιημένου φυσικού αερίου, (β) να ορίζουν τους κανόνες διαχείρισης και κατανομής του δυναμικού διασύνδεσης, σε συνεννόηση με την ή τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές των κρατών μελών με τα οποία υπάρχει διασύνδεση, (γ) να θεσπίζουν ή να εγκρίνουν μηχανισμούς αντιμετώπισης της συμφόρησης δυναμικού στο εθνικό δίκτυο φυσικού αερίου, (δ) να εξασφαλίζουν την ανταπόκριση στις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 3, παράγραφοι 3 και 4. 2. Τα κράτη μέλη δημιουργούν κατάλληλους και αποτελεσματικούς μηχανισμούς για τη ρύθμιση, τον έλεγχο και τη διαφάνεια, ώστε να αποφεύγεται η τυχόν κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης, ιδίως εις βάρος των καταναλωτών, καθώς και κάθε επιθετική συμπεριφορά. Οι εν λόγω μηχανισμοί λαμβάνουν υπόψη τις διατάξεις της συνθήκης και ιδίως το άρθρο 82. 3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την λήψη των κατάλληλων μέτρων, συμπεριλαμβανομένων των διοικητικών μέτρων ή της δικαστικής δίωξης, σύμφωνα με τις οικείες νομοθετικές διατάξεις, κατά των υπεύθυνων φυσικών ή νομικών προσώπων, στις περιπτώσεις μη τήρησης των περί απορρήτου διατάξεων της παρούσας οδηγίας." 14) Το άρθρο 28 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "Άρθρο 28 Η Επιτροπή επανεξετάζει την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και θα υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, πριν από τα τέλη του δευτέρου και του τετάρτου έτους μετά την έναρξη ισχύος της, βάσει της πείρας που έχει αποκτηθεί και της προόδου που έχει επιτευχθεί κατά τη δημιουργία της ολοκληρωμένης και πλήρως λειτουργικής εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου, προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο να εξετάσουν, εν ευθέτω χρόνω, τη δυνατότητα θέσπισης διατάξεων για περαιτέρω βελτίωση της εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου. Η έκθεση εξετάζει, ιδίως, το βαθμό στον οποίο οι απαιτήσεις διαχωρισμού και τιμολόγησης που περιέχονται στην παρούσα οδηγία έχουν επιτύχει να διασφαλίσουν δίκαιη και αμερόληπτη πρόσβαση στο δίκτυο φυσικού αερίου της Κοινότητα. Η έκθεση εξετάζει, επίσης, τις πιθανές αναγκαίες απαιτήσεις εναρμόνισης, οι οποίες δεν συνδέονται με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας." 15) Προστίθεται παράρτημα το περιεχόμενο του οποίου παρατίθεται στο παράρτημα ΙΙ της παρούσας οδηγίας. Άρθρο 3 Οι οδηγίες 90/547/EΟΚ και 91/296/EΟΚ καταργούνται από την 1η Ιανουαρίου 2003. Άρθρο 4 Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το αργότερο μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2002. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά. Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, οι τελευταίες αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής καθορίζεται από τα κράτη μέλη. Άρθρο 5 Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Άρθρο 6 Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη. Bρυξέλλες, Για το Eυρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο Η Πρόεδρος Ο Πρόεδρος Παραρτημα Ι "ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ (άρθρο 3) Με την επιφύλαξη της κοινοτικής νομοθεσίας σχετικά με την προστασία των καταναλωτών, ειδικότερα δε της οδηγίας 97/7/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [18] και της οδηγίας 93/13/EΟΚ του Συμβουλίου [19], τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν: [18] ΕΕ L 144, 4.6.1997, σ. 19. [19] ΕΕ L 95, 21.4.1993, σ. 29. (α) ότι οι τελικοί πελάτες έχουν το δικαίωμα να συνάπτουν σύμβαση με τον φορέα παροχής υπηρεσιών ηλεκτρικής ενέργειας, στην οποία καθορίζονται: -η ταυτότητα και η διεύθυνση του προμηθευτή, -οι παρεχόμενες υπηρεσίες, τα προσφερόμενα επίπεδα ποιότητας υπηρεσιών, καθώς και η χρονική στιγμή έναρξης της σύνδεσης, -τα είδη των προσφερομένων υπηρεσιών συντήρησης, -οι τρόποι με τους οποίους είναι δυνατόν να αποκτηθούν επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με όλα τα ισχύοντα τιμολόγια και τέλη συντήρησης, -η διάρκεια της σύμβασης, οι όροι ανανέωσης και λήξης της παροχής υπηρεσιών και της σύμβασης, -οποιεσδήποτε διευθετήσεις για αποζημίωση και επιστροφή καταβληθέντων ποσών οι οποίες εφαρμόζονται όταν τα συμβατικά επίπεδα ποιότητας των υπηρεσιών δεν πληρούνται, και -η μέθοδος για την κίνηση των διαδικασιών διευθέτησης διαφορών σύμφωνα με το σημείο στ). (β) ότι οι τελικοί πελάτες ενημερώνονται δεόντως σχετικά με οποιαδήποτε πρόθεση τροποποίησης των συμβατικών όρων και είναι ελεύθεροι να παραιτηθούν από σύμβαση της οποίας δεν αποδέχονται τους νέους όρους. (γ) ότι διατίθενται στο κοινό, και ιδίως στους τελικούς πελάτες, διαφανείς πληροφορίες σχετικά με τις ισχύουσες τιμές και τα τιμολόγια, καθώς και τις συνήθεις συνθήκες και όρους όσον αφορά την πρόσβαση σε υπηρεσίες ηλεκτρικής ενέργειας και τη χρήση των υπηρεσιών αυτών. (δ) ότι οι προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας παρέχουν στον λογαριασμό, που αποστέλλουν σε κάθε τελικό πελάτη, αναλυτικά στοιχεία σχετικά με την σύνθεση του μίγματος καυσίμου που χρησιμοποιείται για την παραγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας η οποία καταναλώνεται από τον τελικό πελάτη τον οποίο προμηθεύουν. Πρέπει να καθορίζεται το κόστος των διαφόρων καυσίμων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή της μονάδας ηλεκτρικής ενέργειας που προμηθεύεται ο τελικός πελάτης. (ε) εφαρμόζουν τα κατάλληλα μέτρα για την προστασία ευάλωτων πελατών. (στ) εξασφαλίζουν ότι για την αντιμετώπιση των καταγγελιών των τελικών πελατών, προβλέπονται διαφανείς, απλές και οικονομικά προσιτές διαδικασίες. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν, επίσης, μέτρα τα οποία εξασφαλίζουν ότι οι διαδικασίες αυτές καθιστούν δυνατή τη δίκαιη και ταχεία διευθέτηση διαφορών, προβλέποντας, όπου αιτιολογείται, σύστημα επιστροφών ή/και αποζημίωσης. Πρέπει να τηρούν, στις περιπτώσεις που είναι δυνατόν, τις βασικές αρχές που ορίζονται στη σύσταση 98/257/EΚ της Επιτροπής [20]." [20] ΕΕ L 115, 17.4.1998, σ. 31. Παραρτημα ΙΙ "ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ (άρθρο 3) Με την επιφύλαξη της κοινοτικής νομοθεσίας σχετικά με την προστασία των καταναλωτών, ειδικότερα δε της οδηγίας 97/7/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [21] και της οδηγίας 93/13/EΟΚ του Συμβουλίου [22], τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν: [21] ΕΕ L 144, 4.6.1997, σ. 19. [22] ΕΕ L 95, 21.4.1993, σ. 29. (α) ότι οι τελικοί πελάτες έχουν το δικαίωμα να συνάπτουν σύμβαση με τον φορέα παροχής υπηρεσιών φυσικού αερίου, στην οποία καθορίζονται: -η ταυτότητα και η διεύθυνση του προμηθευτή, -οι παρεχόμενες υπηρεσίες, τα προσφερόμενα επίπεδα ποιότητας υπηρεσιών, καθώς και η χρονική στιγμή έναρξης της σύνδεσης, -τα είδη των προσφερομένων υπηρεσιών συντήρησης, -οι τρόποι με τους οποίους είναι δυνατόν να αποκτηθούν επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με όλα τα ισχύοντα τιμολόγια και τέλη συντήρησης, -η διάρκεια της σύμβασης, οι όροι ανανέωσης και λήξης της παροχής υπηρεσιών και της σύμβασης, -οποιεσδήποτε διευθετήσεις για αποζημίωση και επιστροφή καταβληθέντων ποσών οι οποίες εφαρμόζονται όταν τα συμβατικά επίπεδα ποιότητας των υπηρεσιών δεν πληρούνται, και -η μέθοδος για την κίνηση των διαδικασιών διευθέτησης διαφορών σύμφωνα με το σημείο ε). (β) ότι οι τελικοί πελάτες ενημερώνονται δεόντως σχετικά με οποιαδήποτε πρόθεση τροποποίησης των συμβατικών όρων και είναι ελεύθεροι να παραιτηθούν από σύμβαση της οποίας δεν αποδέχονται τους νέους όρους. (γ) ότι διατίθενται στο κοινό, και ιδίως στους τελικούς πελάτες, διαφανείς πληροφορίες σχετικά με τις ισχύουσες τιμές και τα τιμολόγια, καθώς και τις συνήθεις συνθήκες και όρους όσον αφορά την πρόσβαση σε υπηρεσίες ηλεκτρικής ενέργειας και τη χρήση των υπηρεσιών αυτών. (δ) εφαρμόζουν τα κατάλληλα μέτρα για την προστασία ευάλωτων πελατών. (ε) εξασφαλίζουν ότι για την αντιμετώπιση των καταγγελιών των τελικών πελατών, προβλέπονται διαφανείς, απλές και οικονομικά προσιτές διαδικασίες. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν, επίσης, μέτρα τα οποία εξασφαλίζουν ότι οι διαδικασίες αυτές καθιστούν δυνατή τη δίκαιη και ταχεία διευθέτηση διαφορών, προβλέποντας, όπου αιτιολογείται, σύστημα επιστροφών ή/και αποζημίωσης. Πρέπει να τηρούν, στις περιπτώσεις που είναι δυνατόν, τις βασικές αρχές που ορίζονται στη σύσταση 98/257/EΚ της Επιτροπής [23]." [23] ΕΕ L 115, 17.4.1998, σ. 31. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ ΣΤΟ ΔΙΚΤΥΟ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ I. Εισαγωγή Ο τελικός στόχος της οδηγίας σχετικά με την ηλεκτρική ενέργεια είναι η συγκρότηση γνήσια ολοκληρωμένης ενιαίας αγοράς, σε αντίθεση προς την σημερινή κατάσταση των δεκαπέντε, κατά το μάλλον ή ήττον, ελευθερωμένων, αλλά βασικώς εθνικών αγορών. Ο στόχος αυτός δεν έχει ακόμη επιτευχθεί. Είναι βέβαια αληθές ότι διασυνοριακό εμπόριο - δηλαδή οι αγοραπωλησίες ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ χωρών - έχουν σημειώσει πρόοδο με την πάροδο του χρόνου και επί του παρόντος καταλαμβάνει περίπου 8% της συνολικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Ωστόσο, το ποσοστό αυτό είναι ακόμη σχετικά χαμηλό εάν συγκριθεί με άλλους κλάδους της οικονομίας. Είναι σαφείς οι ενδείξεις ότι, ενώ σχεδόν όλα τα κράτη μέλη έχουν μεταφέρουν στο εσωτερικό δίκαιο την οδηγία και στις περισσότερες περιπτώσεις προσφέρεται η μεταφορική ικανότητα, για πολλούς επιλέξιμους πελάτες εξακολουθεί να παραμένει οργανωτικώς και οικονομικώς δύσκολη η επιλογή προμηθευτή από άλλο κράτος μέλος. Όσον αφορά τα τιμολόγια, κάθε διαχειριστής συστήματος μεταφοράς (ΔΣΜ) θα απαιτεί την καταβολή τέλους για την μεταφορά το οποίο δεν έχει κατ' ανάγκην συντονιστεί με το τέλος μεταφοράς που θα πρέπει να καταβληθεί ήδη σε άλλους ΔΣΜ. Κατά συνέπεια, λόγω των διαφορών στη διάρθρωση των τιμολογίων που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη, το ποσό που θα πρέπει να καταβληθεί για τη διασυνοριακή πρόσβαση στο σύστημα ενδέχεται να παρουσιάζει μεγάλες διαφορές, ανάλογα με τους εμπλεκόμενους ΔΣΜ και χωρίς κατ' ανάγκην να υπάρχει συσχετισμός με το κόστος που πράγματι προκύπτει. Επιπλέον, στις περιπτώσεις που είναι αναγκαία η διαμετακόμιση της ηλεκτρικής ενέργειας μέσω διαφόρων κρατών μελών, η κατάσταση αυτή μπορεί να οδηγήσει σε «συνονθύλευμα» τελών, εάν ο διαχειριστής κάθε συστήματος επιβάλει τέλος. Tο δεύτερο καίριο ζήτημα εν προκειμένω είναι η περιορισμένη χωρητικότητα των διασυνδέσεων μεταξύ των εθνικών συστημάτων μεταφοράς. Αναμένεται ότι την επόμενη δεκαετία η συμφόρηση στα σύνορα θα εξακολουθήσει να αποτελεί τον κύριο περιοριστικό συντελεστή για το ελεύθερο εμπόριο ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ ορισμένων περιοχών της Ευρώπης. Τούτο θα είναι αποτέλεσμα όχι μόνον του αυξανόμενου όγκου ροών ηλεκτρικής ενέργειας αλλά και των μεταβαλλόμενων τρόπων ροών. Κατά συνέπεια, πρέπει να αυξηθεί ο αριθμός των διασυνδέσεων μεταξύ των συστημάτων και η δυναμικότητα των εγκαταστάσεων που υπάρχουν. Δεδομένου ότι είναι περιορισμένη η δυναμικότητα διασύνδεσης, οι βασικές αρχές για τον καταμερισμό αυτής της δυναμικότητας στους συντελεστές της αγοράς θα είναι καθοριστικής σημασίας για το ποιοι θα ωφεληθούν από τις δυνατότητες εμπορίου που προσφέρει η εσωτερική αγορά. Εάν δεν καθορισθούν διαφανείς και μη μεροληπτικοί κανόνες θα προκύψει διακριτική μεταχείριση μεταξύ των συντελεστών της αγοράς. Οι καθιερωμένοι στην αγορά φορείς ενδέχεται να αποτρέψουν την είσοδο νέων, ιδιαιτέρως στην περίπτωση που σημαντικό μερίδιο αυτής της δυναμικότητας δεσμευτεί με μακροπρόθεσμες συμβάσεις. Με τον τρόπο αυτό θα παρεμποδιστεί η ανάπτυξη των συναλλαγών, με αποτέλεσμα σημαντικό περιορισμό των πλεονεκτημάτων από την εσωτερική αγορά. Κατά συνέπεια, είναι αναγκαίο εναρμονισμένο κοινοτικό πλαίσιο τιμών για τις διασυνοριακές συναλλαγές και τον καταμερισμό του διαθέσιμου δυναμικού διασυνδέσεων. Στην οδηγία σχετικά με την ηλεκτρική ενέργεια δεν περιέχονται συγκεκριμένοι κανόνες για τις διασυνοριακές συναλλαγές. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι για την επίλυση του προβλήματος αυτού επαρκούν αποκλειστικώς μέτρα σε εθνικό επίπεδο. Η λογική της βαθμιαίας προσέγγισης για την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας ήταν ότι τα ειδικά ζητήματα θα πρέπει να εξετασθούν αφού τα κράτη μέλη επιλέξουν τις κύριες στρατηγικές για την υλοποίησή της. Οι εξελίξεις επιβεβαίωσαν την εκτίμηση της Επιτροπής σε πρώιμο στάδιο ότι το πρόβλημα αυτό πρέπει να αντιμετωπισθεί με την από κοινού δράση σε κοινοτικό επίπεδο. Σε πρώτο στάδιο, η Επιτροπή, το 1998, συνέστησε το Ευρωπαϊκό Ρυθμιστικό Φόρουμ για την ηλεκτρική ενέργεια, καλούμενο «Φόρουμ της Φλωρεντίας». Στο Φόρουμ αυτό συμμετέχουν αντιπρόσωποι της Επιτροπής, των εθνικών διοικήσεων, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου των ευρωπαϊκών ρυθμιστικών αρχών και της Ένωσης των ευρωπαϊκών φορέων διαχείρισης δικτύου μεταφοράς (European Transmission System Operators, ETSO). Εκπροσωπούνται επίσης οι παραγωγοί, οι καταναλωτές και οι φορείς εκμετάλλευσης της αγοράς. Ο σκοπός του Φόρουμ είναι να διασαφηνίζει και να συζητά πιθανές λύσεις με όλους τους σημαντικούς παράγοντες της αγοράς, ιδιαιτέρως στα θέματα της τιμολόγησης της διασυνοριακής μεταφοράς και της διαχείρισης της συμφόρησης. Tο Φόρουμ της Φλωρεντίας απετέλεσε άκρως αποτελεσματικό μηχανισμό για την ανάπτυξη συναίνεσης σχετικά με ιδιαιτέρως περιπλεγμένα, ταχύρυθμα εξελισσόμενα και επίμαχα ζητήματα. Παρότι θα εξακολουθήσει να αποτελεί σημαντικό μηχανισμό εν προκειμένω, ιδιαιτέρως επειδή εξασφαλίζει την εκπροσώπηση της βιομηχανίας και των καταναλωτών, οι πρόσφατες εξελίξεις απέδειξαν ότι η διαδικασία αυτή παρουσιάζει διάφορα μειονεκτήματα όταν χρειάζεται να καταλήξει σε συγκεκριμένες αποφάσεις επί συγκεκριμένων ζητημάτων : *Πρόκειται για ανεπίσημη διαδικασία, που βασίζεται σε διήμερης διάρκειας συναντήσεις ανά διετία. Ως εκ τούτου δεν ενδείκνυται για να λάβει συγκεκριμένες αποφάσεις επί πολύ λεπτομερών θεμάτων που απαιτούν συζητήσεις σε βάθος. *Για να σημειωθεί πρόοδος επί οποιουδήποτε ζητήματος απαιτείται η πλήρης συναίνεση όλων των μερών. *Οι αποφάσεις στις οποίες ενδεχομένως καταλήγει είναι δυνατόν να εκτελεσθούν μόνον εφόσον όλα τα μέρη τις τηρήσουν. ωστόσο, δεν υπάρχουν διαδικασίες που να εξασφαλίζουν την εκτέλεση των αποφάσεων. *Για ορισμένα ζητήματα, όπως ο υπολογισμός του κατάλληλου ύψους των πληρωμών μεταξύ ΔΣΜ, απαιτούν να λαμβάνονται λεπτομερείς αποφάσεις σε τακτικά χρονικά διαστήματα. Το Φόρουμ δεν είναι σε θέση αντιμετωπίσει καταλλήλως αυτά τα θέματα. Λαμβανομένων υπόψη των προαναφερομένων, η Επιτροπή κατέληξε ότι για να σημειωθεί τελική πρόοδος στα θέματα της διασυνοριακής τιμολόγησης της μεταφοράς και της διαχείρισης της συμφόρησης στις γραμμές διασύνδεσης είναι πλέον αναγκαίο να θεσπισθεί νομοθετική πράξη, με βάση την πρόοδο που επιτεύχθηκε στο Φόρουμ, η οποία να καθορίζει τη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Με βάση το ιστορικό αυτό, ο στόχος του σχεδίου κανονισμού είναι να καθορισθεί σταθερό πλαίσιο για το διασυνοριακό εμπόριο ηλεκτρικής ενέργειας. Οι κανόνες που περιέχονται στον κανονισμό είναι όσο το δυνατόν απλούστεροι και περιορίζονται στα απολύτως αναγκαία προς ρύθμιση με νομοθεσία της ΕΚ, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας. Ο κύριος στόχος είναι να εξασφαλισθεί ότι οι δαπάνες που πράγματι υφίστανται οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς αντανακλώνται επακριβώς στα τέλη για την πρόσβαση στο σύστημα, συμπεριλαμβανομένων των διασυνδέσεων, ενώ παράλληλα να αποκλείονται υπερβολικές δαπάνες μεταφοράς για τις διασυνοριακές συναλλαγές. II. Η βασική διάρθρωση του σχεδίου κανονισμού Όσον αφορά την τιμολόγηση, το σύστημα που προβλέπεται βασίζεται στην αρχή της αντιστάθμισης μεταξύ των ΔΣΜ για τις μεταξύ τους ροές διαμετακόμισης ηλεκτρικής ενέργειας, όπου περιλαμβάνονται οι ροές διαμετακόμισης ηλεκτρικής ενέργειας που συνήθως ονομάζονται «παρακαμπτήριες ροές» ή «παράλληλες ροές». Στο σχέδιο κανονισμού προβλέπεται, κατά συνέπεια, ότι οι πληρωμές αντισταθμίσεων σε διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς στων οποίων τα δίκτυα διαμετακομίζονται ροές ενέργειας, θα χρηματοδοτούνται από εκείνους του ΔΣΜ που προξενούν αυτές τις ροές διαμετακόμισης. Επιπλέον, στον κανονισμό προβλέπεται ορισμένος βαθμός εναρμόνισης των τελών για πρόσβαση σε εθνικά συστήματα, εφόσον η εναρμόνιση αυτή είναι αναγκαία προκειμένου να αποκλεισθούν ενδεχόμενες συνέπειες στρέβλωσης οφειλόμενες στις διαφορετικές εθνικές προσεγγίσεις. Όσον αφορά τον καταμερισμό της διαθέσιμης δυναμικότητας διασύνδεσης, στον κανονισμό ορίζονται οι κύριες αρχές, που πρέπει να πληρούνται κατά τον καταμερισμό. Το προσάρτημα του κανονισμού εισέρχεται σε περαιτέρω τεχνικές λεπτομέρειες. Πέραν από αυτές τις βασικές αρχές όσον αφορά την τιμολόγηση και τη διαχείριση της συμφόρησης, το σχέδιο του κανονισμού προβλέπει την μεταγενέστερη έκδοση κατευθυντηρίων γραμμών όπου θα καθορίζονται περαιτέρω λεπτομέρειες των σχετικών βασικών αρχών και μεθόδων. Οι κατευθυντήριες αυτές γραμμές είναι δυνατόν να θεσπισθούν και να τροποποιηθούν χωρίς την τροποποίηση του κανονισμού, ούτως ώστε να καταστεί δυνατή η γρήγορη προσαρμογή σε μεταβαλλόμενες συνθήκες. Για παράδειγμα, σε ζητήματα όπως οι μέθοδοι κοστολόγησης και η ταυτοποίηση και μέτρηση των φυσικών ροών έχει σημειωθεί συνεχής εξέλιξη στο παρελθόν και μπορούν να αναμένονται περαιτέρω τελειοποιήσεις και βελτιώσεις. Με τον κανονισμό εκχωρούνται στην Επιτροπή ορισμένες κανονιστικές αρμοδιότητες, στο βαθμό που αυτό είναι αναγκαίο για να εξασφαλισθεί η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Έτσι, η Επιτροπή εκδίδει και τροποποιεί τις προαναφερθείσες κατευθυντήριες γραμμές και καθορίζει, σε τακτική βάση, το μέγεθος των αντισταθμίσεων μεταξύ των ΔΣΜ. Προκειμένου να εξασφαλισθεί η συμμετοχή των ρυθμιστικών αρχών των κρατών μελών σε αυτήν τη διαδικασία, η Επιτροπή θα λαμβάνει τις εν λόγω αποφάσεις μετά από γνωμοδότηση επιτροπής που αποτελείται από αντιπροσώπους των κρατών μελών και θα συσταθεί σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή («Επιτροπολογία»). Για τον καθορισμό του ύψους των αντισταθμιστικών πληρωμών, το σχέδιο κανονισμού προβλέπει συμβουλευτική επιτροπή [24], με την οποία θα καταστεί δυνατή η γρήγορη λήψη αποφάσεων, ενώ για την έκβαση των κατευθυντηρίων γραμμών προβλέπεται κανονιστική επιτροπή [25]. [24] Η Επιτροπή, προτού λάβει απόφαση, συμβουλεύεται επιτροπή, η οποία διατυπώνει γνώμη την οποία πρέπει να λάβει πρωτίστως υπόψη της η Επιτροπή. [25] Αντιθέτως από ό,τι συμβαίνει με την συμβουλευτική επιτροπή, σύμφωνα με τη διαδικασία της κανονιστικής επιτροπής είναι δυνατόν να εξαναγκαστεί η Επιτροπή να ενσωματώσει την γνώμη της επιτροπής στην απόφασή της. Όσον αφορά την αντιπροσώπευση των κρατών μελών στην επιτροπή, είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι σύμφωνα στο άρθρο 22 της οδηγίας σχετικά με την ηλεκτρική ενέργεια, μετά την τροποποίηση που προτάθηκε από την Επιτροπή [26], ορίζεται ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές είναι, μεταξύ άλλων, οι μόνες αρμόδιες σε εθνικό επίπεδο όσον αφορά τον ορισμό των μεθόδων για τη διασυνοριακή μεταφορά, περιλαμβανομένου του καθορισμού τιμολογίων. [26] Πρόταση της Επιτροπής για οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου με την οποία τροποποιούνται οι οδηγίες 96/92/EΚ και 98/30/EΚ όσον αφορά κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου. III. Οι σημαντικότερες διατάξεις που περιέχει το σχέδιο κανονισμού 1. Καταβολή αντισταθμίσεων για ροές διαμετακόμισης ηλεκτρικής ενέργειας Αντίθετα με ό,τι συμβαίνει σε άλλους κλάδους μεταφορών, όπως οι σιδηροδρομικές και οι οδικές, τα τιμολόγια για την μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας δεν είναι δυνατόν να καθορισθούν με βάση την απόσταση μεταξύ του παραγωγού και του καταναλωτή ηλεκτρικής ενέργειας. Πράγματι, η φυσική ροή του ηλεκτρισμού δεν συμπίπτει με τις συμβατικές σχέσεις μεταξύ του πωλητή και του αγοραστή: εάν παραγωγός ηλεκτρικής ενέργειας στην Βόρεια Ευρώπη πωλεί ηλεκτρισμό σε καταναλωτή στη Νότια Ευρώπη αυτό δε σημαίνει ότι τα ηλεκτρόνια που παράγονται από τον παραγωγό θα κατευθυνθούν στην πραγματικότητα από τον Βορρά προς τον Νότο, αλλά σημαίνει μετατόπιση της ισορροπίας ισχύος προς τον Νότο. Ωστόσο, το εμπόριο ηλεκτρικής ενέργειας συνεπάγεται φυσικές ροές εντός και μεταξύ των συστημάτων μεταφοράς, έστω και εάν δεν είναι δυνατόν να καταλογιστεί σαφώς σε συγκεκριμένες οικονομικές συναλλαγές. Τούτο σημαίνει πρακτικώς ότι το σύστημα μεταφοράς του εξάγωνος κράτους μέλους τροφοδοτείται με ορισμένη ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ η ίδια ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας διατίθεται ταυτοχρόνως στην κατανάλωση από το σύστημα μεταφοράς του κράτους μέλους εισαγωγής. Είναι κατά συνέπεια σωστό και γενικώς αποδεκτό να καταβάλλουν οι εισαγωγείς ή/και οι εισαγωγείς τέλη στο εθνικό δίκτυο για την παραγωγή στην χώρα εξαγωγής ή/και την κατανάλωση στην χώρα εισαγωγής. Ωστόσο, στο διασυνδεδεμένο σύστημα ηλεκτρισμού της Ευρώπης οι εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας δεν επηρεάζουν μόνον τα δίκτυα των χωρών εξαγωγής και εισαγωγής. Οι εξαγωγές είναι δυνατόν να συνεπάγονται ροές ηλεκτρικής ενέργειας και σε χώρες στις οποίες η ηλεκτρική ενέργεια δεν τροφοδοτεί το δίκτυο, ούτε διατίθεται προς κατανάλωση. Αυτό είναι προφανές στην περίπτωση συναλλαγής μεταξύ μη όμορων χωρών, δηλαδή στις περιπτώσεις που «η άμεση διαδρομή» μέχρι τον καταναλωτή διέρχεται αναγκαστικά μέσω του συστήματος μεταφοράς τρίτου. Επιπλέον, δεδομένου ότι οι νόμοι της φυσικής καθορίζουν την «συμπεριφορά» του ηλεκτρικού ρεύματος στο δίκτυο, οι εξαγωγές συχνά συνεπάγονται φυσικές ροές σε χώρες οι οποίες δεν ευρίσκονται στην - θεωρητική - απευθείας διαδρομή της ηλεκτρικής ενέργειας [27]. Αυτές οι ροές διαμετακόμισης αποκαλούνται συνήθως, «παρακαμπτήριες ροές» ή παράλληλες ροές. [27] Για παράδειγμα, διαπιστώθηκε με προσομοίωση ότι σε περίπτωση μεταφοράς 1000 MW από την Βόρεια Γαλλία προς την Ιταλία μόνον το 60% της ηλεκτρικής ενέργειας φθάνει "απευθείας" στην Ιταλία, δηλ. μέσω των γάλλο-ιταλικών συνόρων ή της Ελβετίας. Η υπόλοιπη ηλεκτρική ενέργεια φθάνει στην Ιταλία μέσω των δικτύων του Βελγίου, των Κάτω Χωρών, της Γερμανίας, της Αυστρίας και της Σλοβενίας. Στην ελεύθερη ανταγωνιστική αγορά πρέπει να καταβάλλεται αντιστάθμιση στους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς για το κόστος που επιφέρουν αυτές οι διαμετακομίσεις ροών ηλεκτρικής ενέργειας. Ειδάλλως, οι τοπικοί χρήστες του δικτύου θα επιβαρύνονταν με αυτές τις δαπάνες, παρά το γεγονός ότι οι εν λόγω ροές ηλεκτρικής ενέργειας προκαλούνται αποκλειστικά από συντελεστές της αγοράς οι οποίοι ευρίσκονται σε άλλες περιοχές του συστήματος μεταφοράς. Με βάση τα προαναφερθέντα, το σχέδιο κανονισμού προβλέπει σύστημα που βασίζεται στα εξής τρία στοιχεία: Πρώτον, ορίζει ότι οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς λαμβάνουν αντιστάθμιση για το κόστος που υφίστανται για τις ροές διαμετακόμισης ηλεκτρικής ενέργειας μέσω του δικτύου τους (άρθρο 3 παράγραφος 1). Δεύτερον, περιέχει κανόνες σχετικά με τον καθορισμό του κόστους που επιφέρει η διαμετακόμιση ηλεκτρικής ενέργειας. Η καταβολή αντισταθμίσεων για αυτό το κόστος είναι αναγκαία, ενώ παράλληλα πρέπει να εξασφαλισθεί ότι οι αντισταθμίσεις αυτές ανταποκρίνονται στο πραγματικό κόστος. Το πραγματικό κόστος που επιφέρουν αυτές οι ροές πρέπει να καθορίζεται επακριβώς, ώστε να αποφεύγονται απρόβλεπτα κέρδη και υπερβολικό κόστος συναλλαγών. Σύμφωνα με το μοντέλο που προκρίθηκε εν προκειμένω, το μακροπρόθεσμο μέσο οριακό κόστος που προκύπτει για το δίκτυο από τη διαμετακόμιση καθορίζεται και λαμβάνεται υπόψη σε σύγκριση με την κατάσταση χωρίς ροές διαμετακόμισης. Ο λόγος για τον οποίο επιλέχθηκε αυτή η προσέγγιση είναι ότι αποφεύγονται "απρόβλεπτες εισφορές" από ΔΣΜ μέσω των οποίων διέρχονται ροές διαμετακόμισης, διότι στην πράξη θα επωφελούντο οι ΔΣΜ εκείνων των κρατών μελών που ευρίσκονται στο κέντρο του ευρωπαϊκού συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας ενώ θα απέβαιναν εις βάρος των ΔΣΜ των περιφερειακών χωρών. Στην πραγματικότητα το κεντρικό οριζόντιο δίκτυο κάθε κράτους έχει κατασκευασθεί για την εξυπηρέτηση των εγχώριων καταναλωτών. Το κεντρικό αυτό δίκτυο πρέπει να κατασκευαστεί ανεξαρτήτως από την ύπαρξη ροών διαμετακόμισης. Αφετέρου, οι ΔΣΜ ενδεχομένως να πρέπει να υποβληθούν σε πρόσθετο κόστος για να λάβουν ειδικά μέτρα αντιμετώπισης των ροών διαμετακόμισης. Στα μέτρα αυτά συμπεριλαμβάνονται, για παράδειγμα, πρόσθετα διοικητικά μέτρα, πρόσθετες απαιτήσεις λειτουργίας για τη διαχείριση των ροών διαμετακόμισης, διευθετήσεις σχετικά με απώλειες και επιπλέον επενδύσεις σε νέες γραμμές ή για την ενίσχυση των γραμμών που ήδη υπάρχουν. Πρόκειται σαφώς για ειδικές δαπάνες που προκύπτουν λόγω της διαμετακόμισης και οι ΔΣΜ θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να τις ανακτήσουν. Θα καταστεί αναγκαίο να εξασφαλισθεί επαρκής ανάκτηση των επενδύσεων σε νέες εγκαταστάσεις που απαιτούνται για τη διαμετακόμιση, ούτως ώστε να προσφερθούν τα κατάλληλα κίνητρα στους διαχειριστές να πραγματοποιήσουν αυτού του είδους επενδύσεις. Επίσης, προκειμένου η προσέγγιση αυτή να αντανακλά το κόστος, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα έσοδα από τις διαμετακομίσεις, για παράδειγμα σε περίπτωση που ροές διαμετακόμισης συμβάλλουν στην συνολική σταθεροποίηση του εθνικού δικτύου. Τέλος, πρέπει να καθορισθεί ο κατάλληλος τρόπος χρηματοδότησης των αντισταθμίσεων. Θα πρέπει εν προκειμένω να λαμβάνεται υπόψη ότι οι διαμετακομίσεις προκαλούνται από συναλλαγές εξαγωγών/εισαγωγών. Ωστόσο, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις, είναι - ακόμη - τεχνικώς αδύνατον να διαπιστωθεί κατά πόσον και σε ποιο βαθμό συγκεκριμένος εξαγωγέας/εισαγωγέας προκαλεί ροές διαμετακόμισης. Κατά συνέπεια, στο σχέδιο κανονισμού δεν προβλέπεται μηχανισμός με τον οποίον θα καταλογίζονται άμεσα οι ροές διαμετακόμισης σε συγκεκριμένους εξαγωγείς ή εισαγωγείς. Αντ' αυτού, ορίζεται ότι οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς από τους οποίους προέρχονται οι ροές διαμετακόμισης ή/και οι διαχειριστές των συστημάτων όπου καταλήγουν αυτές οι ροές (εξαγωγείς ή/και εισαγωγείς ΔΣΜ) συμμετέχουν κατ' αναλογία στην πληρωμή των αντισταθμίσεων (άρθρο 3 παράγραφος 2). Προκειμένου να εξασφαλισθεί η λήψη επακριβών και γρήγορων αποφάσεων σχετικά με το ύψος των αντισταθμίσεων που θα καταβάλλονται και θα εισπράττονται μεταξύ των ΔΣΜ, στο σχέδιο κανονισμού ορίζεται ότι η Επιτροπή θα λαμβάνει, σε τακτική βάση, αποφάσεις σχετικά με αυτές τις πληρωμές αντισταθμίσεων (άρθρο 3 παράγραφος 3). Οι ρυθμιστικές αρχές των κρατών μελών θα συμμετέχουν ωστόσο σε αυτήν τη διαδικασία μέσω συμβουλευτικής επιτροπής, η οποία θα αποτελείται από αντιπροσώπους των κρατών μελών και θα συσταθεί σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή («επιτροπολογία»), και την οποία η Επιτροπή θα συμβουλεύεται προτού λάβει την τελική απόφασή της. Πρέπει να επισημανθεί ότι οι αντισταθμίσεις δεν αφορούν τον κοινοτικό προϋπολογισμό, δεδομένου ότι θα διευθετούνται άμεσα μεταξύ των εμπλεκόμενων ΔΣΜ. Για να ανακτούν τις πληρωμές προς χρηματοδότηση των αντισταθμίσεων, οι ΔΣΜ θα πρέπει να προσαρμόσουν καταλλήλως τα εθνικά τους τιμολόγια (άρθρο 4 παράγραφος 3). Όσον αφορά τον τρόπο αυτής της προσαρμογής, μια δυνατότητα θα μπορούσε να ήταν η επιβάρυνση των εξαγωγέων ή/και των εισαγωγέων με αυτές τις δαπάνες, δεδομένου ότι η λύση αυτή είναι δίκαιη και αντανακλά το κόστος αφού οι εξαγωγείς ή/και εισαγωγείς ευθύνονται για τις εν λόγω ροές. Ωστόσο, η λύση αυτή ενδεχομένως να επιφέρει ορισμένα σημαντικά μειονεκτήματα. Πρώτον, όπως προαναφέρθηκε, είναι γενικώς αδύνατον να καθορισθεί κατά πόσον και σε ποιο βαθμό μεμονωμένες συναλλαγές εξαγωγών επιφέρουν φυσική διαμετακόμιση και παρακαμπτήριες ροές ηλεκτρικής ενέργειας. Εμπορικές εξαγωγικές συναλλαγές ενδεχομένως να μην επιφέρουν καμία φυσική ροή, συγκεκριμένα στη περίπτωση δύο διασυνοριακών συναλλαγών με αντίθετες ροές μεταξύ συστημάτων. Στην περίπτωση αυτή δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί δίκαιη ή ανταποκρινόμενη στο κόστος η απαίτηση προς τους εξαγωγείς να καταβάλλουν ειδικό τέλος. Εξάλλου, οι συναλλασσόμενοι σε διεθνές χρηματιστήριο ηλεκτρικής ενέργειας δεν θα ήταν δυνατόν να γνωρίζουν το ακριβές ποσό των επιβαλλόμενων διασυνοριακών τελών πριν από το καθημερινό κλείσιμο του χρηματιστηρίου, επειδή μόνον μετά το κλείσιμο είναι δυνατόν να καθορίσει το χρηματιστήριο τις συναλλαγές ενέργειας ανά περιοχή ΔΣΜ. Με τον τρόπο αυτό θα ήταν αδύνατον να προβλεφθούν τα τέλη μεταφοράς και, κατά συνέπεια, οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας. Τέλος, το χαμηλό κόστος συναλλαγών και, ως εκ τούτου, οι δυνατότητες συναλλαγών αποβαίνουν προς όφελος όλων των καταναλωτών και παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας στην εσωτερική αγορά. Το αποτέλεσμα είναι αύξηση του ανταγωνισμού και μεγαλύτερη αγορά για τους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας, θέμα ιδιαιτέρως σημαντικό στην περίπτωση πλεονασματικού δυναμικού σε εθνικό επίπεδο. Λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερόμενα, στο σχέδιο κανονισμού ορίζεται ότι, μολονότι οι πληρωμές και οι εισπράξεις που είναι αποτέλεσμα του μηχανισμού αντιστάθμισης πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό των τελών δικτύου, τούτο δεν θα πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα ειδικό τέλος που θα καταβάλλεται μόνον από τους εξαγωγείς ή τους εισαγωγείς (άρθρο 4 παράγραφος 4). 2. Εναρμόνιση των εθνικών τελών δικτύου Όπως αναλύθηκε, οι εξαγωγείς ή/και οι εισαγωγείς καταβάλλουν τα εθνικά τέλη δικτύου που ισχύουν για την παραγωγή στην χώρα εξαγωγής ή/και για την κατανάλωση στην χώρα εισαγωγής. Εάν αυτά τα τέλη, ιδίως εκείνα που αφορούν την παραγωγή, διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών το αποτέλεσμα θα είναι στρεβλώσεις στην αγορά. Δεδομένου ότι οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας θα πρέπει να ενσωματώσουν στα τιμολόγια ισχύος τις δαπάνες οι οποίες προκύπτουν από τα τέλη δικτύου που θα πρέπει να καταβάλλουν, οι παραγωγοί που καταβάλλουν χαμηλά τέλη δικτύου θα έχουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι εκείνων που καταβάλλουν υψηλά τέλη. Tο ύψος των τελών δικτύου εξαρτάται από τη γενική διάρθρωση του εθνικού τιμολογίου, τις αρχές κοστολόγησης που εφαρμόζονται και, φυσικά, τις ιδιαιτερότητες του κάθε εθνικού δικτύου. Ένα σημαντικό στοιχείο για τη διάρθρωση των εθνικών τιμολογίων σε σχέση προς τις διασυνοριακές συναλλαγές είναι κατά συνέπεια ο λόγος μεταξύ του κόστους που αντιστοιχεί στην παραγωγή και του κόστους που αντιστοιχεί στην κατανάλωση. Είναι σαφές, για παράδειγμα, ότι, στο πλαίσιο του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά, παραγωγοί σε χώρα όπου το σύνολο του κόστους του δικτύου καταβάλλεται από τους καταναλωτές είναι σε πλεονεκτική θέση έναντι παραγωγού από χώρα όπου οι παραγωγοί βαρύνονται με μερίδιο αυτού του κόστους. Κατά συνέπεια, ο λόγος αυτός και/ή το απόλυτο μέγεθος των τελών δικτύου που εφαρμόζονται στην παραγωγή πρέπει να εναρμονισθούν για να εξασφαλισθεί ισότιμος ανταγωνισμός. Με βάση αυτές τις σκέψεις, το σχέδιο κανονισμού προβλέπει ότι το κόστος του δικτύου πρέπει κυρίως να ανακτάται μέσω τελών που επιβάλλονται στην κατανάλωση (άρθρο 4 παράγραφος 2). Ωστόσο, χαμηλότερο μερίδιο του συνολικού κόστους που βαρύνει τους χρήστες του δικτύου επιτρέπεται να ανακτάται με την επιβολή τέλους στην παραγωγή. Με τον τρόπο αυτό παρέχεται στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές η δυνατότητα να επισημαίνουν γεωγραφικές διαφοροποιήσεις στη διάρθρωση των τιμολογίων, που να δίδουν μηνύματα για τις πλέον κατάλληλες ή ακατάλληλες χωροθετήσεις νέων εγκαταστάσεων παραγωγής, π.χ. λαμβάνοντας υπόψη τις τοπικές συνθήκες όσον αφορά τις απώλειες δικτύου και τη συμφόρηση δικτύου. Στο σχέδιο κανονισμού ορίζεται ότι, κατά περίπτωση, τα τέλη πρέπει να περιλαμβάνουν στοιχεία που να επισημαίνουν αυτές τις γεωγραφικές διαφοροποιήσεις. Αυτές οι επισημάνσεις των γεωγραφικών διαφοροποιήσεων, για παράδειγμα, θα πρέπει να αποτελέσουν αναπόσπαστο τμήμα του διασυνοριακού συστήματος τιμολόγησης που θα καθορισθεί με τον παρόντα κανονισμό, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη το άρθρο 4 παράγραφος 4. Ακόμη και εάν επιτευχθεί επαρκής βαθμός εναρμόνισης του λόγου μεταξύ των τελών που επιβαρύνουν τους παραγωγούς και των τελών που επιβαρύνουν τους καταναλωτές ή/και του απολύτου μεγέθους των τελών που βαρύνουν τους παραγωγούς, θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν σημαντικές διαφορές του ύψους των τελών εάν διαφέρουν σημαντικά οι αρχές κοστολόγησης. Αφενός, πρέπει ληφθούν υπόψη οι ειδικές συνθήκες που επικρατούν στο κάθε εθνικό σύστημα. Κατά συνέπεια, η πλήρης εναρμόνιση του ύψους των τελών δεν είναι ενδεδειγμένη. Ωστόσο, οι βασικές αρχές πρέπει να είναι ίδιες σε όλα τα κράτη μέλη. Κατά συνέπεια, στο σχέδιο του κανονισμού ορίζεται ότι τα τέλη για την πρόσβαση στο δίκτυο πρέπει να αντανακλούν το κόστος, να διέπονται από διαφάνεια, να προσεγγίζουν το κόστος αποδοτικού διαχειριστή δικτύου και να εφαρμόζονται χωρίς διακρίσεις. Εξάλλου, πρέπει να μην εξαρτώνται από την απόσταση μεταξύ του παραγωγού και του καταναλωτή. Όσον αφορά τις πληρωμές και τις εισπράξεις που προκύπτουν με βάση τον μηχανισμό αντιστάθμισης για διαμετακομίσεις, στο σχέδιο κανονισμού ορίζεται ότι πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό των τελών. Για να εξασφαλισθεί ότι τα τέλη που πράγματι εφαρμόζονται και καθορίζονται εκ των προτέρων, δηλ. προτού είναι γνωστό το ακριβές αποτέλεσμα του μηχανισμού αντιστάθμισης, αντανακλούν στον μέγιστο βαθμό το κόστος είναι αναγκαία η πρόβλεψη, όσο είναι εύλογα δυνατό, του πιθανού αποτελέσματος του μηχανισμού αυτού (άρθρο 4 παράγραφος 3). 3. Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις λεπτομέρειες των βασικών αρχών και μεθόδων (άρθρο 7) Tο σχέδιο κανονισμού περιλαμβάνει στα άρθρα 3 και 4 τις κύριες βασικές αρχές όσον αφορά την διασυνοριακή τιμολόγηση. Ωστόσο, προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι αυτές οι βασικές αρχές εφαρμόζονται με συνοχή σε όλη την Κοινότητα, ενδεχομένως να καταστούν αναγκαίες λεπτομέρειες για αυτές τις βασικές αρχές. Από την άλλη πλευρά, ιδίως όσον αφορά τις τεχνικές λεπτομέρειες, όπως μέθοδοι κοστολόγησης και τεχνικές δυνατότητες για την διαπίστωση και μέτρηση των φυσικών ροών, είναι αδιάκοπη η πρόοδος που έχει σημειωθεί στο παρελθόν και πρέπει να αναμένονται περαιτέρω τελειοποιήσεις και βελτιώσεις στο μέλλον. Με βάση τα προαναφερόμενα, στο σχέδιο κανονισμού δεν καθορίζονται αυτές οι λεπτομέρειες αλλά προβλέπεται ο καθορισμός τους σε κατευθυντήριες γραμμές (άρθρο 7). Οι κατευθυντήριες γραμμές πρέπει να πληρούν τις βασικές αρχές που ορίζονται στον κανονισμό. Οι κατευθυντήριες γραμμές θα εκδίδονται και θα τροποποιούνται από την Επιτροπή, μετά από γνωμοδότηση κανονιστικής επιτροπής που αποτελείται από εμπειρογνώμονες των κρατών μελών και συνιστάται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468 του Συμβουλίου για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή («επιτροπολογία»), ούτως ώστε να εξασφαλισθεί η συμμετοχή των ρυθμιστικών αρχών των κρατών μελών σε αυτή τη διαδικασία, και ιδίως των εθνικών ρυθμιστικών αρχών. Οι κατευθυντήριες γραμμές θα εκδίδονται, κατά περίπτωση, όσον αφορά τα εξής ζητήματα: (α) Όσον αφορά τον μηχανισμό αντιστάθμισης μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 3 του κανονισμού : - Ακριβείς λεπτομέρειες των μεθόδων για τον καθορισμό των ποσοτήτων των ροών διαμετακόμισης και των εξαγωγών/εισαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με τις αρχές που προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφος 5 του κανονισμού. - Μέθοδος για τον καθορισμό του κόστους που προκύπτει ως αποτέλεσμα της διαμετακόμισης ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με τις αρχές που προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφος 6 του κανονισμού. - Λεπτομέρειες σχετικά με τον καθορισμό των ΔΣΜ που οφείλουν να καταβάλλουν αντισταθμίσεις για ροές διαμετακόμισης, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού. - Λεπτομέρειες σχετικά με την διαδικασία πληρωμής που πρέπει να τηρείται, σύμφωνα με τις αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 του κανονισμού, καθώς και σχετικά με τον καθορισμό του πρώτου χρονικού διαστήματος για τον οποίο πρέπει να καταβληθούν αντισταθμίσεις. - Λεπτομέρειες σχετικά με τη συμμετοχή στον μηχανισμό αντιστάθμισης διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς των εθνικών συστημάτων που είναι διασυνδεδεμένα άμεσα με γραμμές ρεύματος. (β) Όσον αφορά τα εθνικά συστήματα τιμολόγησης που αναφέρονται στο άρθρο 4 του κανονισμoύ: - Λεπτομέρειες σχετικά με την εναρμόνιση του ύψους των τελών που εφαρμόζονται στους παραγωγούς και τους καταναλωτές (φορτίο) με βάση τα εθνικά τιμολόγια, σύμφωνα με τις αρχές που αναφέρονται στο 4 παράγραφος 2 του κανονισμού. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα εξασφαλίζουν ότι τα εθνικά τιμολόγια ορίζονται και εφαρμόζονται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό και τις κατευθυντήριες γραμμές που υιοθετούνται (άρθρο 8). 4. Καταμερισμός δυναμικότητας διασύνδεσης (άρθρα 5 και 6) Ως συμφόρηση ορίζεται στο σχέδιο κανονισμού η κατάσταση κατά την οποία γραμμή διασύνδεσης που συνδέει τα εθνικά δίκτυα μεταφοράς δεν είναι ικανή να διεκπεραιώσει όλες τις συναλλαγές που προκύπτουν από το διεθνές εμπόριο μεταξύ των συντελεστών της αγοράς [28]. Σε μια τέτοια κατάσταση είναι σημαντικό να καταμερίζεται περιορισμένη διαθέσιμη δυναμικότητα στις επιχειρήσεις υπό όρους που να συμβιβάζονται με τις ανταγωνιστικές συνθήκες που επικρατούν πλέον στην διεθνή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Παραλλήλως, πρέπει να ληφθούν ειδικά μέτρα που να εγγυούνται την ασφάλεια του συστήματος. [28] Ας σημειωθεί ότι στην τεχνική ορολογία ο όρος "συμφόρηση" συχνά χρησιμοποιείται επίσης για να περιγράψει την κατάσταση έλλειψης δυναμικότητας εντός εθνικού συστήματος μεταφοράς. Στο σχέδιο του κανονισμού ορίζονται οι κύριες βασικές αρχές που θα πρέπει να τηρούνται για την εκπλήρωση αυτών των απαιτήσεων. Για να διατηρηθεί η αξιοπιστία του ευρωπαϊκού δικτύου είναι πρωτεύουσας σημασίας η ανταλλαγή πληροφοριών και η συνεργασία μεταξύ των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς, ιδιαιτέρως εάν ληφθούν υπόψη οι μεταβαλλόμενοι τρόποι συναλλαγών και, ως εκ τούτου, φυσικών ροών υπό τις νέες συνθήκες της ανοικτής αγοράς. Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς θα πρέπει εκ των προτέρων να γνωρίζουν τις ροές μέσω των δικτύων τους τις οποίες πρέπει να αναμένουν. Κατά συνέπεια, στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του σχεδίου κανονισμού προβλέπεται η υποχρέωση να τεθούν σε εφαρμογή μηχανισμοί συντονισμού και ανταλλαγής πληροφοριών για το σκοπό αυτό. Για να καταστεί δυνατή η βέλτιστη χρήση της διαθέσιμης δυναμικότητας διασύνδεσης, οι πληροφορίες σχετικά με την πραγματικά διαθέσιμη δυναμικότητα πρέπει να γνωστοποιούνται στους συντελεστές της αγοράς. Επί του παρόντος δημοσιεύονται τα χειμερινά και θερινά μεγέθη της δυναμικότητας μεταφοράς των γραμμών διασύνδεσης της Ευρώπης. Ωστόσο, για να εξασφαλισθεί η βέλτιστη χρήση των διαθέσιμων δυναμικοτήτων, η δημοσίευσή τους πρέπει να είναι τακτικότερη, δηλ. σε διάφορες χρονικές στιγμές πριν από την ημερομηνία εκτέλεσης της μεταφοράς, όπως απαιτείται κατά συνέπεια στο σχέδιο κανονισμού (άρθρο 5 παράγραφος 3). Επιπλέον, προβλέπεται η υποχρέωση των ΔΣΜ να δημοσιεύουν τα πρότυπα ασφαλείας τους και τα πρότυπα λειτουργίας και προγραμματισμού σε έγγραφα προσιτά στο κοινό, ούτως ώστε να εξασφαλισθεί πλήρης διαφάνεια των μεθόδων που χρησιμοποιούν οι ΔΣΜ κατά τον καθορισμό της ποσότητας διαθέσιμης δυναμικότητας (άρθρο 5 παράγραφος 2). Στο σχέδιο κανονισμού ορίζεται επίσης ότι στους εμπλεκόμενους στην αγορά πρέπει να διατίθεται η μέγιστη δυναμικότητα των γραμμών διασύνδεσης που πληροί τα πρότυπα ασφαλείας για την απρόσκοπτη λειτουργία του δικτύου, και ότι καταμερισθείσα δυναμικότητα που δεν αξιοποιείται από συντελεστή της αγοράς πρέπει να διατίθεται εκ νέου στην αγορά. Όσον αφορά τον καταμερισμό της δυναμικότητας διασύνδεσης από τους ΔΣΜ σε περίπτωση προβλημάτων συμφόρησης δικτύου, στο σχέδιο κανονισμού ορίζεται ότι πρέπει να εφαρμόζεται λύση επικεντρωμένη στην αγορά η οποία δίνει οικονομικώς αποτελεσματικά μηνύματα στους συντελεστές της αγοράς και τους εμπλεκόμενους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς (άρθρο 6 παράγραφος 1). Προσφέρονται διάφορες μέθοδοι που πληρούν αυτή την απαίτηση. Από την εξέταση της σημερινής κατάστασης στις ευρωπαϊκές αγορές προκύπτει το συμπέρασμα ότι στην ηπειρωτική Ευρώπη οι πρακτικώς σκοπιμότερες μέθοδοι επί του παρόντος είναι οι έμμεσοι και άμεσοι πλειστηριασμοί σε συνδυασμό με διασυνοριακώς συντονισμένη επανακατανομή (αυξομείωση της παραγωγής, redispatching). Από τις πρόσφατες εμπειρίες διαπιστώθηκαν ωστόσο σημαντικοί περιορισμοί αυτής της προσέγγισης. Κατά συνέπεια, απαιτούνται περαιτέρω βελτιώσεις εν προκειμένω και η συνεχής επανεξέταση εναλλακτικών προσεγγίσεων. Συγκεκριμένα, είναι γενικώς αποδεκτό ότι, μεσοπρόθεσμα, ο αποδοτικότερος και πλέον διαφανής τρόπος για να αντιμετωπισθεί η σπανίζουσα δυναμικότητα διασύνδεσης είναι το σύστημα της διάσπασης της αγοράς (market splitting) [29], που εφαρμόζεται επί του παρόντος στο χώρο Nordpool. Θα μπορούσε να προβλεφθεί η καθιέρωσή του όσον το δυνατόν συντομότερα, προσαρμοσμένη ωστόσο στη τοπολογία του δικτύου και τις συνθήκες της αγοράς της ηπειρωτικής Ευρώπης. [29] Με το σύστημα της διάσπασης της αγοράς, η βέλτιστη αξιοποίηση της διασύνδεσης καθορίζεται με βάση τη σύγκριση των αγοραίων τιμών που επικρατούν στις αντίστοιχες διασυνδεδεμένες αγορές. Όσον αφορά τα έσοδα από τη διαχείριση της συμφόρησης, στον κανονισμό ορίζεται ότι θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για να εξασφαλίζεται η αξιοπιστία της καταμερισθείσας δυναμικότητας, για επενδύσεις στο δίκτυο ώστε να διατηρείται ή να αυξάνεται η δυναμικότητα διασύνδεσης, ή για την μείωση των τελών δικτύου. Τα έσοδα από τη διαχείριση της συμφόρησης σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να συνιστούν πηγή πρόσθετου κέρδους (άρθρο 6 παράγραφος 6). Με βάση τους ανωτέρω κανόνες και βασικές αρχές, το παράρτημα του σχεδίου κανονισμού περιλαμβάνει λεπτομερείς τεχνικές διατάξεις και απαιτήσεις σχετικά με τη διαχείριση και τον καταμερισμό δυναμικότητας διασύνδεσης, με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές που συμφωνήθηκαν μεταξύ της Επιτροπής, των εθνικών ρυθμιστικών αρχών και των κρατών μελών στο Φόρουμ της Φλωρεντίας. Προκειμένου να καταστεί δυνατόν να λαμβάνεται υπόψη κατά ευέλικτο τρόπο η συνεχής εξέλιξη, για παράδειγμα όσον αφορά τις διάφορες μεθόδους καταμερισμού, η Επιτροπή θα μπορεί να τροποποιεί αυτές τις κατευθυντήριες γραμμές, μετά από γνωμοδότηση κανονιστικής επιτροπής αποτελούμενης από εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, η οποία προβλέπεται στο σχέδιο κανονισμού (βλ. ανωτέρω το σημείο 3 και το άρθρο 7 παράγραφος 2 του σχεδίου κανονισμού). Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα εξασφαλίζουν ότι οι μέθοδοι για τη διαχείριση της συμφόρησης ορίζονται και εφαρμόζονται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στον κανονισμό και τις κατευθυντήριες γραμμές (άρθρο 8). 5. Παροχή και απόρρητο πληροφοριών (άρθρο 9) Για να υιοθετηθούν οι κατευθυντήριες γραμμές και να ληφθεί απόφαση σχετικά με τις αντισταθμίσεις που θα καταβάλλονται για τις διαμετακομίσεις μεταξύ των ΔΣΜ, η Επιτροπή πρέπει να έχει πρόσβαση στις σχετικές πληροφορίες και δεδομένα. Κατά συνέπεια, στο σχέδιο κανονισμού ορίζεται ότι οι πληροφορίες αυτές παρέχονται από τα κράτη μέλη και από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, κατόπιν αιτήματος. Από πλευράς Επιτροπής εξασφαλίζεται το απόρρητο των πληροφοριών αυτών. Επιπλέον, η Επιτροπή δύναται να λαμβάνει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες απευθείας από τις επιχειρήσεις, όταν αυτό είναι αναγκαίο για την εκπλήρωση των καθηκόντων της σύμφωνα με τον κανονισμό. 6. Συμπεράσματα Η έκδοση του παρόντος κανονισμού αποτελεί σημαντικό μέρος της κοινοτικής στρατηγικής για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Με τον καθορισμό κανόνων τιμολόγησης και καταμερισμού διαθέσιμης δυναμικότητας που να είναι δίκαιοι, να αντανακλούν το κόστος, να διέπονται από διαφάνεια και να είναι άμεσα εφαρμόσιμοι, ως συμπλήρωμα των διατάξεων που περιέχει η οδηγία για την ηλεκτρική ενέργεια, θα εξασφαλισθεί η αποδοτική πρόσβαση σε συστήματα μεταφοράς για τις διασυνοριακές συναλλαγές. Με τη θέση σε ισχύ του παρόντος κανονισμού, δηλαδή μαζί με την αναθεώρηση της οδηγίας για την ηλεκτρική ενέργεια που προβλέπει το πλήρες άνοιγμα της αγοράς, θα εξασφαλισθεί ότι αυτό το άνοιγμα της αγοράς θα μετουσιωθεί στην πράξη σε εντονότερες διασυνοριακές συναλλαγές. Ο κανονισμός είναι κατά συνέπεια καίριος μηχανισμός για την προώθηση της δημιουργίας πραγματικής εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, έναντι της σημερινής κατάστασης που χαρακτηρίζεται από δεκαπέντε κατά τον μάλλον ήττον ελευθερωμένες, αλλά, ως επί το πλείστον, εθνικές αγορές. Οι δημοσιονομικές επιπτώσεις του κανονισμού για τον προϋπολογισμό της Κοινότητας θα ανέλθουν σε περίπου 850.000EUR ετησίως. Το έτος 2002 αυτοί οι πόροι θα διατεθούν από το πρόγραμμα πλαίσιο για την ενέργεια ( πρόγραμμα ETAP). Όσον αφορά τα επόμενα έτη, όπως έχει προβλεφθεί στο πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής του 2002, θα υποβληθεί το τρέχον έτος πρόταση για νέο πρόγραμμα πλαίσιο στον τομέα της ενέργειας, το οποίο θα ακολουθήσει το τρέχον που λήγει το 2001. Σ' αυτήν την νέα πρόταση θα ληφθούν υπόψη οι ανάγκες χρηματοδότησης της δράσης τα επόμενα έτη.