52001IE0927

Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την "Πρόταση κανονισμού για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων"

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 260 της 17/09/2001 σ. 0042 - 0050


Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την "Πρόταση κανονισμού για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων"

(2001/C 260/08)

Στις 30 Νοεμβρίου 2000, και σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 23, παράγραφος 3 του Εσωτερικού Κανονισμού της, η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να προβεί στην κατάρτιση γνωμοδότησης σχετικά με την ανωτέρω πρόταση.

Το τμήμα "Οικονομική και Νομισματική Ένωση, Οικονομική και Κοινωνική Συνοχή", στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 26 Ιουνίου 2001, με βάση εισηγητική έκθεση του κ. J. Bento Gonçalves.

Κατά την 383η σύνοδο ολομέλειας (συνεδρίαση της 11ης και 12ης Ιουλίου 2001), η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε (ομόφωνα) με 108 ψήφους υπέρ, 0 ψήφους κατά και 5 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1. Εισαγωγή

1.1. Οι εργασίες στους κόλπους της ΟΚΕ βασίσθηκαν σε διάφορα έγγραφα, εκτός του ισχύοντος δημοσιονομικού κανονισμού(1), και ιδιαίτερα στα ακόλουθα:

- στις δεκαπέντε επιμέρους τροποποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν μετά το 1977 στον δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στον προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(2)·

- στις θεσμικές τροποποιήσεις που επέφεραν οι Συνθήκες του Μάαστριχτ και του Άμστερνταμ·

- στη γνωμοδότηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (αριθ. 4/97 της 10ης Ιουλίου 1997) με αντικείμενο την πρόταση της Επιτροπής της 26ης Ιουλίου 1996·

- στη γνωμοδότηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (αριθ. 2/2001 της 8ης Μαρτίου 2001) με αντικείμενο την πρόταση της Επιτροπής(3), που συνοδεύεται από ένα συγκριτικό πλαίσιο που βασίσθηκε στις προτάσεις της Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου·

- στο έγγραφο εργασίας της Επιτροπής σχετικά με την επαναδιατύπωση του δημοσιονομικού κανονισμού(4).

1.2. Η ανάλυση όλων των προαναφερθέντων εγγράφων τεχνικού και νομικού χαρακτήρα είχε ως αποτέλεσμα την διατύπωση ορισμένων παρατηρήσεων και κοινών ανησυχιών, που αφορούν κυρίως:

- την ανάγκη επίδειξης μεγαλύτερης πειθαρχίας και αυστηρότητας κατά την εφαρμογή των κανόνων που ισχύουν κατά την εκτέλεση του προϋπολογισμού, ώστε να αποφευχθεί ή να περιορισθεί στο ελάχιστο οιαδήποτε παρέκκλιση από τις 8 βασικές αρχές στις οποίες βασίζεται το δίκαιο του προϋπολογισμού·

- την ανάγκη επίδειξης μεγαλύτερης σαφήνειας και πειθαρχίας κατά την ετήσια παρουσίαση των λογαριασμών, όπως προβλέπεται άλλωστε από το Μέρος Ι, Τίτλος VI του κανονισμού, προκειμένου να διασφαλισθεί η διαφάνεια, η αξιοπιστία και η συγκρισιμότητα των στοιχείων των διαφόρων οικονομικών ετών. Κατά τον τρόπο αυτό θα καταστεί δυνατή και θα διευκολυνθεί η πραγματοποίηση των ελέγχων εκ μέρους των αρμόδιων αρχών·

- τη θέσπιση των μηχανισμών εκείνων που θα διευκολύνουν τόσο την επαλήθευση των εγγράφων όσο και τον εντοπισμό των υπευθύνων για τη χορήγηση των εγκρίσεων και την εκτέλεση των σχετικών πιστώσεων, με στόχο την ικανοποίηση όλων των κανονιστικών απαιτήσεων. Η επίτευξη του εν λόγω στόχου θα συμβάλει στην ενίσχυση του ρόλου των ελεγκτικών αρχών με αποτέλεσμα να υπάρξει σημαντική βελτίωση της διαφάνειας.

1.3. Στις 26 Ιουλίου 2000 η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων παρουσίασε μία πρόταση κανονισμού με την οποία επαναδιατυπώνεται πλήρως ο ισχύων δημοσιονομικός κανονισμός. Η εν λόγω πρόταση εντάσσεται στο πλαίσιο των προσπαθειών για τον εκσυγχρονισμό και την απλοποίηση των διοικητικών διαδικασιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

1.3.1. Κατά συνέπεια αντικείμενο της παρούσας γνωμοδότησης αποτελεί η πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που έχει υποβάλλει η Επιτροπή σχετικά με την αναθεώρηση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(5).

2. Γενικές παρατηρήσεις σχετικά με την πρόταση κανονισμού για τον δημοσιονομικό κανονισμό

2.1. Όπως έχει αναφερθεί ο ισχύων δημοσιονομικός κανονισμός υιοθετήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 1977. Έκτοτε υπέστη 15 τροποποιήσεις που αφορούσαν ορισμένα επιμέρους ζητήματα και αποσκοπούσαν στην επίτευξη των τριών ακόλουθων στόχων:

- τη διασφάλιση της επίδειξης μεγαλύτερης πειθαρχίας και αυστηρότητας κατά την εφαρμογή των κανόνων σχετικά με τη δημοσιονομική διαχείριση της Κοινότητας·

- την αντιμετώπιση των μεταβολών που έλαβαν χώρα στο εσωτερικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με τις διαδοχικές διευρύνσεις που πραγματοποιήθηκαν με σκοπό να ληφθεί η νέα οικονομική και οικονομική πραγματικότητα που διαμορφώθηκε·

- τη συνεκτίμηση των θεσμικών μεταβολών που έγιναν κατά κύριο λόγο με τις Συνθήκες του Μάαστριχτ και του Άμστερνταμ.

2.1.1. Όπως αναφέρει το Ελεγκτικό Συνέδριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στη γνωμοδότησή του(6), οι εν λόγω 15 τροποποιήσεις είχαν ως αποτέλεσμα να περιορισθεί ακόμη περισσότερο η συνοχή του δημοσιονομικού κανονισμού ο οποίο ήδη παρουσίαζε ορισμένες αδυναμίες "που οφείλονταν στην συνύπαρξη διαφορετικών καθεστώτων".

2.2. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο παρουσιάζεται σήμερα όχι ένα σύνολο (ανεξάρτητα από την έκταση που έχει) νέων επιμέρους τροποποιήσεων αλλά μία πρόταση πλήρους αναθεώρησης του κανονισμού.

2.3. Η πραγματοποίηση της συνολικής αναθεώρησης θα επιτρέψει τη βελτίωση του εν λόγω σημαντικού μηχανισμού δημοσιονομικής διαχείρισης των Κοινοτήτων, ιδιαίτερα σε ορισμένους τομείς στους οποίους η βελτίωση της κατάστασης είναι απαραίτητη. Ορισμένοι από τους επιδιωκόμενους στόχους, χωρίς η παρουσίαση τους να είναι εξαντλητική, είναι οι ακόλουθοι:

- η απλοποίηση των κανόνων που εφαρμόζονται στο πλαίσιο της δημοσιονομικής διαχείρισης των Κοινοτήτων, χωρίς να λησμονείτε η ανάγκη σεβασμού των αρχών της πειθαρχίας και της διαφάνειας·

- η επανεξέταση της ονοματολογίας του προϋπολογισμού, με σκοπό τον ακριβέστερο καθορισμό ορισμένων όρων, οι οποίοι παρά το γεγονός ότι περιλαμβάνονται στον ισχύοντα δημοσιονομικό κανονισμό δεν αποσαφηνίσθηκαν ποτέ·

- η κατάργηση όρων και εκφράσεων, οι οποίοι χρησιμοποιούμενοι συχνά στο κείμενο ακόμη και σε περιπτώσεις που δεν αφορούν την παραχώρηση παρεκκλίσεων σε σχέση με τις ισχύουσες αρχές, προκαλούν σύγχυση και ενισχύουν τη νομική αβεβαιότητα, όπως π.χ., μεταξύ άλλων, οι όροι "ενδεχομένως", "κατ' αρχήν", "εάν συντρέχει λόγος".

- η θέσπιση μίας συνολικά ιεραρχημένης νομοθεσίας στον τομέα της δημοσιονομικής διαχείρισης, ώστε ο μεν δημοσιονομικός κανονισμός να καθορίζει τους βασικούς κανόνες και τις αρχές οι δε επιμέρους κανονισμοί να καθορίζουν είτε τις διαδικασίες εκτέλεσης είτε τους κανόνες εφαρμογής καθώς και άλλες σχετικές λεπτομέρειες.

2.4. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι η αναθεώρηση του δημοσιονομικού κανονισμού αποσκοπεί στην επίτευξη των ακόλουθων βασικών στόχων:

- την απλοποίηση (καθώς και την ενοποίηση, λαμβάνοντας υπόψη τις 15 τροποποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν μετά το 1977, τους επιμέρους μηχανισμούς που θεσπίσθηκαν εν τω μεταξύ καθώς και τους οδηγούς και τους τομεακούς κανονισμούς που ισχύουν για τα Διαρθρωτικά Ταμεία). Ταυτόχρονα με την απλοποίηση των διαδικασιών επιδιώκεται και η ενίσχυση της νομιμότητας του εγγράφου το οποίο για το λόγο αυτό χωρίζεται σε τρία μέρη: το πρώτο αφορά τις κοινές διατάξεις, το δεύτερο τις ειδικές διατάξεις, που αφορούν κυρίως εξαιρέσεις από την εφαρμογή του κοινού δικαίου που ισχύουν για ορισμένες πολύ ειδικές περιπτώσεις, και το τρίτο τις μεταβατικές και τελικές διατάξεις.

- τον εκσυγχρονισμό της διάρθρωσης του προϋπολογισμού μέσω της προσαρμογής του σε ένα πρότυπο διαχείρισης που βασίζεται στη διαχείριση ανά τομέα δραστηριότητας προκειμένου να καταστεί δυνατός ο σαφής καθορισμός των δαπανών που απαιτούνται για την επίτευξη του κάθε πολιτικού στόχου ή για την ανάληψη της κάθε δραστηριότητας.

- τη διασφάλιση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, η οποία κατά την άποψη της Επιτροπής μπορεί να επιτευχθεί με την αποσαφήνιση των οκτώ αρχών που διέπουν την εκτέλεση του προϋπολογισμού, αλλά και τις περιορισμένες εξαιρέσεις που προβλέπονται κατά την εφαρμογή των εν λόγω αρχών.

2.5. Η ΟΚΕ αναγνωρίζει γενικά ότι η εξεταζόμενη πρόταση για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού ικανοποιεί τις απαιτήσεις για την επίτευξη των εν λόγω μεγάλων στόχων.

2.6. Λόγω της έκτασης και του τεχνικού χαρακτήρα της πρότασης για το δημοσιονομικό κανονισμό στο πλαίσιο της παρούσας γνωμοδότησης δεν θα εξετασθεί διεξοδικά το σύνολο των προτεινομένων αλλά η ΟΚΕ θα περιορισθεί στην εξέταση ορισμένων άρθρων τα οποία είτε είναι εντελώς νέα είτε συνιστούν σημαντική τροποποίηση των άρθρων του ισχύοντος δημοσιονομικού κανονισμού.

2.7. Η αναθεώρηση του δημοσιονομικού κανονισμού αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα νομικά εγχειρήματα της παρούσας Επιτροπής. Η ΟΚΕ ευελπιστεί ότι δεν θα υπάρξουν δυσκολίες για την εξασφάλιση της ομοφωνίας που είναι απαραίτητη για την έγκριση της πρότασης από το Συμβούλιο.

2.8. Η ΟΚΕ ως αντιπροσωπευτικό όργανο της οργανωμένης Κοινωνίας των Πολιτών στην οποία εκπροσωπούνται οι κοινωνικοί εταίροι αλλά και άλλες αντιπροσωπευτικές οργανώσεις διαφόρων συμφερόντων ενδιαφέρεται άμεσα για τη διασφάλιση της ορθής και διαφανούς δημοσιονομικής διαχείρισης των Κοινοτήτων ώστε να εξασφαλισθεί η αριστοποίηση της διαχείρισης των πόρων. Τονίζεται σχετικά ότι η ΟΚΕ αποτελεί ένα από τα θεσμικά κοινοτικά όργανα που εφαρμόζει, στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων της, πλήρως το δημοσιονομικό κανονισμό.

2.9. Η ΟΚΕ επισημαίνει ότι η εφαρμογή της διαδικασίας που πρότεινε το Ελεγκτικό Συνέδριο και απέρριψε η Επιτροπή, δηλαδή η δημιουργία μίας ομάδας εργασίας υψηλού επιπέδου, με τη συμμετοχή εξωτερικών εμπειρογνωμόνων, με στόχο τη διεξοδική εξέταση του νέου δημοσιονομικού κανονισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων θα παρουσίαζε σημαντικά πλεονεκτήματα σε σχέση με τη μέθοδο που τελικά επιλέχθηκε. Το σημαντικότερο πλεονέκτημα θα ήταν η σημαντική εξοικονόμηση χρόνου σε σχέση με το χρόνο που χρειάσθηκε για την κατάρτιση της τελικής μορφής της παρούσας πρότασης κανονισμού.

2.10. Λόγω τόσο της εννοιολογικής σημασίας τους όσο και της σημασίας τους για τη διαμόρφωση μίας δημοσιονομικής φιλοσοφίας, οι αρχές στις οποίες βασίζεται το δίκαιο του προϋπολογισμού εξετάζονται ξεχωριστά.

3. Οι αρχές στις οποίες βασίζεται το δίκαιο του προϋπολογισμού

3.1. Το άρθρο 2 της πρότασης για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού καθορίζει τις οκτώ βασικές αρχές που διέπουν το δίκαιο του προϋπολογισμού:

- η αρχή της ενότητας του προϋπολογισμού·

- η αρχή της ετήσιας διάρκειας·

- η αρχή της ισοσκέλισης εσόδων και εξόδων·

- η αρχή της ενιαίας νομισματικής μονάδας·

- η αρχή της καθολικότητας·

- η αρχή της ειδικότητας·

- η αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης·

- η αρχή της διαφάνειας.

3.2. Οι πρώτες επτά αρχές προβλέπονται από τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

3.2.1. Η αρχή της ενότητας του προϋπολογισμού αναφέρεται στο άρθρο 268 που προβλέπει ότι:"Όλα τα έσοδα και τα έξοδα της Κοινότητας, περιλαμβανομένων και εκείνων που αφορούν το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, πρέπει να προβλέπονται για κάθε οικονομικό έτος και να εγγράφονται στον προϋπολογισμό."

3.2.1.1. Η ΟΚΕ θεωρεί ως ιδιαίτερα θετικό ότι στο πλαίσιο της παρούσας πρότασης προτείνονται με στόχο την επιβεβαίωση της εφαρμογής της αρχής της ενότητας τα ακόλουθα:

- η κατάργηση των αμφιλεγόμενων αρνητικών ποσών (εσόδων και δαπανών)·

- η συνεκτίμηση στο πεδίο εφαρμογής του δημοσιονομικού κανονισμού των δαπανών της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ) και της συνεργασίας στους τομείς της Δικαιοσύνης και των Εσωτερικών Υποθέσεων (ΔΕΥ).

3.2.2. Η αρχή της ετήσιας διάρκειας αναφέρεται στο άρθρο 271 που προβλέπει ότι:"Τα εγγεγραμμένα στον προϋπολογισμό έξοδα εγκρίνονται για τη διάρκεια ενός οικονομικού έτους, εκτός αντιθέτων διατάξεων του κανονισμού που εκδίδεται κατεφαρμογή του άρθρου 279".

3.2.2.1. Όσον αφορά την εφαρμογή της εν λόγω αρχής, η ΟΚΕ αναγνωρίζει, όπως αναφέρει και η Επιτροπή, ότι "σύμφωνα με τις βασικές διαχειριστικές απαιτήσεις δεν είναι δυνατόν να προβλέπεται η υποχρεωτική χρησιμοποίηση των πιστώσεων μέχρι το τέλος του έτους"(7). Για τον λόγο αυτό αιτιολογούνται οι εξαιρέσεις από την αρχή της ετήσιας διάρκειας που προβλέπονται από την πρόταση για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού:

- η πρόβλεψη "συμπληρωματικής περιόδου" πέραν του οικονομικού έτους για τον καταλογισμό των δαπανών του ΕΤΓΠΕ-Τμήμα Εγγυήσεων (μέχρι της 31ης Ιανουαρίου του επόμενου οικονομικού έτους)

- το καθεστώς των μεταφορών των πιστώσεων μεταξύ των ετών (άρθρο 8 της πρότασης)(8)

- η διατήρηση του καθεστώτος της ανασύστασης των πιστώσεων, τουλάχιστον όσον αφορά τα Διαρθρωτικά Ταμεία(9).

3.2.3. Η αρχή της ισοσκέλισης εσόδων και εξόδων αναφέρεται στο άρθρο 268 που προβλέπει ότι:

"Ο προϋπολογισμός πρέπει να είναι ισοσκελισμένος ως προς τα έσοδα και τα έξοδα".

3.2.4. Η αρχή της ενιαίας νομισματικής μονάδας αναφέρεται στο άρθρο 277 που προβλέπει ότι:"O προϋπολογισμός καταρτίζεται σε λογιστικές μονάδες που καθορίζονται κατά τις διατάξεις του κανονισμού, ο οποίος εκδίδεται κατ εφαρμογή του άρθρου 279."

3.2.5. Η αρχή της καθολικότητας του προϋπολογισμού αναφέρεται στο άρθρο 268 που προβλέπει ότι:"Όλα τα έσοδα και τα έξοδα της Κοινότητας, περιλαμβανομένων και εκείνων που αφορούν το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, πρέπει να προβλέπονται για κάθε οικονομικό έτος και να εγγράφονται στον προϋπολογισμό."

3.2.5.1. Η πρόταση για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού προβλέπει τη διατήρηση της εξαίρεσης από την εφαρμογή της εν λόγω αρχής των εσόδων με ειδικό προορισμό (άρθρο 17), η έκταση των οποίων θα αυξηθεί λόγω της κατάργησης των ειδικών δαπανών.

3.2.5.2. Όσον αφορά τη χρηματοδότηση της ΚΓΠ, το Ελεγκτικό Συνέδριο διατύπωσε πρόσφατα τις απόψεις του σχετικά με το εν λόγω θέμα(10), επισημαίνοντας ότι τα γεωργικά έσοδα, που μέχρι σήμερα θεωρούνταν ως αρνητικές δαπάνες, θα πρέπει να θεωρούνται όχι ως έσοδα με ειδικό προορισμό αλλά ως γενικά έσοδα, αναγνωρίζοντας ότι "μπορεί να υπάρξουν περιπτώσεις, εκτός από την περίπτωση του ΕΓΤΠΕ-Τμήμα Εγγυήσεων, κατά τις οποίες συγκεκριμένα ειδικά έσοδα δίδουν τη δυνατότητα στα θεσμικά όργανα να προβούν στην δαπάνη των αντίστοιχων ποσών για την επίτευξη σχετικών στόχων χωρίς να είναι απαραίτητη η χορήγηση νέας δημοσιονομικής έγκρισης".

3.2.5.3. Η ΟΚΕ, οπωσδήποτε, επιβεβαιώνει τη θέση της, που ήδη έχει εκφρασθεί στη γνωμοδότησή της για την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1258/1999 σχετικά με τη χρηματοδότηση της ΚΓΠ(11), με την έννοια ότι, στην ειδική περίπτωση του ΕΓΤΠ Εγγυήσεις, τα διατιθέμενα (σ' αυτό) έσοδα (έσοδα με ειδικό προορισμό) πρέπει να διατίθενται μόνο για εφαρμογές στο εσωτερικό αυτού του ταμείου. Στην ανωτέρω γνωμοδότηση η ΟΚΕ αποφάνθηκε, επίσης, υπέρ της μετατροπής των αρνητικών δαπανών σε διατιθέμενα έσοδα ως ένα μέσο που εδραιώνει τη δημοσιονομική αρχή της διαφάνειας πράγμα που, στην παρούσα γνωμοδότηση, ενισχύεται.

3.2.6. Η αρχής της ειδικότητας αναφέρεται στο άρθρο 271 που προβλέπει ότι:"Οι πιστώσεις εξειδικεύονται κατά κεφάλαια, στα οποία περιλαμβάνονται τα έξοδα αναλόγως της φύσεως ή του προορισμού τους. Τα κεφάλαια υποδιαιρούνται εφόσον είναι αναγκαίο, συμφώνως προς τον κανονισμό που εκδίδεται κατεφαρμογή του άρθρου 279".

3.2.6.1. Από την εφαρμογή της εν λόγω αρχής όπως αναγνωρίζει και το Ελεγκτικό Συνέδριο, εξαιρείται η δυνατότητα της πραγματοποίησης μεταφοράς πιστώσεων.

3.2.6.2. Η δυνατότητα μεταφοράς πιστώσεων προβλέπεται επίσης και από το άρθρο 274 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

3.2.6.3. Με την πρόταση για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού καθίστανται ομοιόμορφες οι διαδικασίες που ισχύουν για όλα τα θεσμικά όργανα της Κοινότητας, παρέχοντας κατά τον τρόπο αυτό στα θεσμικά όργανα τη δυνατότητα να αποφασίζουν τα ίδια σχετικά με τις μεταφορές πιστώσεων μεταξύ κεφαλαίων και άρθρων αλλά διατηρώντας το προνόμιο της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής να αποφασίζει σχετικά με τις μεταφορές πιστώσεων μεταξύ τίτλων.

3.2.6.4. Εξάλλου, όσον αφορά τη μεταφορά πιστώσεων η Επιτροπή διατηρεί τις αρμοδιότητες που διαθέτει σήμερα, παρά το γεγονός ότι όσον αφορά τις λειτουργικές δαπάνες έχει καθορισθεί ένα ανώτατο όριο σχετικά με τις μεταφορές πιστώσεων μεταξύ κεφαλαίων του ιδίου τίτλου. Το όριο αυτό έχει καθορισθεί στο 10 % των αρχικών πιστώσεων της γραμμής του προϋπολογισμού από την οποία γίνεται η μεταφορά.

3.2.6.5. Η ΟΚΕ υποστηρίζει τη θέσπιση του εν λόγω μηχανισμού που αποσκοπεί στην ενίσχυση της ευελιξίας των διαδικασιών του προϋπολογισμού.

3.2.7. Η αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης αναφέρεται στο άρθρο 274 που προβλέπει ότι:"Η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό, σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού που εκδίδεται σε εκτέλεση του άρθρου 279, με δική της ευθύνη και εντός των ορίων των πιστώσεων που εγκρίθηκαν, σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης. Τα κράτη μέλη συνεργάζονται με την Επιτροπή προκειμένου να διασφαλίσουν ότι οι πιστώσεις χρησιμοποιούνται σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης".

3.2.7.1. Η εν λόγω αρχή καθορίζεται στο πλαίσιο των αναφορών που γίνονται στην πρόταση για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού σχετικά με τις αρχές της οικονομίας και της αποτελεσματικότητας, γεγονός που συμβάλλει στον ουσιαστικότερο προσδιορισμό του κανόνα.

3.2.8. Όσον αφορά την αρχή της διαφάνειας και την εφαρμογή της θα πρέπει να επισημανθούν τα ακόλουθα θετικά σημεία που περιλαμβάνει η πρόταση για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού και τα οποία που αφορούν:

- την ταχεία δημοσίευση του προϋπολογισμού - δύο μήνες μετά την έγκρισή του από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο·

- την κατάργηση των αρνητικών ποσών (εσόδων και εξόδων)·

- την υποχρέωση δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα του ενοποιημένου λογαριασμού διαχείρισης και του ενοποιημένου ισολογισμού·

- την παροχή πληροφοριών (σε παράρτημα του προϋπολογισμού) σχετικά με τις δανειοληπτικές και τις δανειοδοτικές πράξεις που συνάπτονται από τις Κοινότητες.

4. Ειδικές παρατηρήσεις σχετικά με την πρόταση για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού

4.1. Το Μέρος Ι της πρότασης κανονισμού με τίτλο "Κοινές Διατάξεις" περιλαμβάνει 7 τίτλους: Τίτλος I (άρθρα 1 έως 28), "Γενικές Διατάξεις", Τίτλος ΙΙ (άρθρα 29 έως 44), "Κατάρτιση και διάρθρωση του προϋπολογισμού", Τίτλος III (άρθρα 45 έως 82), "Εκτέλεση του προϋπολογισμού", Τίτλος IV (άρθρα 83 έως 100), "Σύναψη δημοσίων συμβάσεων", Τίτλος V (άρθρα 101 έως 114), "Επιδοτήσεις", Τίτλος VI (άρθρα 115 έως 122), "Λογιστική και απόδοση λογαριασμών", και Τίτλος VII (άρθρα 123 έως 133), "Εξωτερικός έλεγχος και απαλλαγή".

4.1.1. Το άρθρο 1 περιγράφει το πεδίο εφαρμογής του προτεινόμενου δημοσιονομικού κανονισμού, πέραν από το αυστηρό πλαίσιο του προϋπολογισμού και της εκτέλεσής του που προβλέπεται από τον παρόντα κανονισμό.

4.1.1.1. Η πρόταση για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού περιλαμβάνει ακόμη και τους κανόνες που διέπουν:

- την τήρηση της λογιστικής

- τη σύναψη των συμβάσεων

- τη χορήγηση των επιδοτήσεων από τις Κοινότητες

- τον έλεγχο της ευθύνης των διατακτών, των υπολόγων και των εσωτερικών ελεγκτών

- τον εξωτερικό έλεγχο.

4.1.2. Το άρθρο 2 είναι νέο και ενσωματώνει στο κείμενο της πρότασης για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού τις οκτώ βασικές αρχές του δικαίου του προϋπολογισμού που εξετάσθηκαν ήδη στο σημείο 4 της παρούσας γνωμοδότησης.

4.1.3. Στην περίπτωση 2 του άρθρου 3 αναφέρεται ότι στις δαπάνες και στα έσοδα των Κοινοτήτων περιλαμβάνονται οι διοικητικές και επιχειρησιακές δαπάνες, στην περίπτωση που αυτές επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό, της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας καθώς και της συνεργασίας στον τομέα της Δικαιοσύνης και των Εσωτερικών Υποθέσεων, με στόχο τη διασφάλιση της συμβατότητας του δημοσιονομικού κανονισμού με τα προβλεπόμενα από τη Συνθήκη του Άμστερνταμ.

4.1.4. Η αρχή της ισοσκέλισης του προϋπολογισμού περιγράφεται στο άρθρο 13 το οποίο προβλέπει επίσης ότι οι Κοινότητες δεν μπορούν να συνάπτουν δάνεια με σκοπό την κάλυψη ελλείμματος του προϋπολογισμού.

4.1.4.1. Προβλέπεται επίσης ότι οι Κοινότητες μπορούν να συνάπτουν δάνεια με μόνο σκοπό τη χρηματοδότηση ενσώματων ακινητοποιήσεων.

4.1.5. Το άρθρο 21 διευρύνει τη δυνατότητα μεταφοράς πιστώσεων προβλέποντας ότι η Επιτροπή, αφού ενημερώσει την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή, μπορεί να προβεί στην μεταφορά πιστώσεων μεταξύ τίτλων, ιδιαίτερα όσον αφορά δαπάνες προσωπικού και διοικητικής λειτουργίας. Η ΟΚΕ επικροτεί το εν λόγω μέτρο.

4.1.5.1. Βάσει του παρόντος δημοσιονομικού κανονισμού προβλέπεται η δυνατότητα μεταφοράς πιστώσεων, χωρίς έγκριση της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής, μόνον στην περίπτωση μεταφοράς πιστώσεων μεταξύ κεφαλαίων και άρθρων στο πλαίσιο του ίδιου τμήματος του προϋπολογισμού.

4.1.6. Το άρθρο 27 εισάγει δύο καινοτομίες:

- την καθιέρωση, βάσει της περίπτωσης 1, της αρχής της δημοσιονομικής διαφάνειας

- την επέκταση, βάσει της περίπτωσης 3, της υποχρέωσης δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα του ενοποιημένου λογαριασμού διαχείρισης και του ενοποιημένου ισολογισμού.

4.1.7. Το άρθρο 38, περίπτωση 1, διευκρινίζεται ότι αρμόδια για την ταξινόμηση των εσόδων και των δαπανών της Επιτροπής και των άλλων θεσμικών οργάνων είναι η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή.

4.1.8. Κρίνεται σκόπιμο, λαμβάνοντας κυρίως υπόψη τους επιδιωκόμενους στόχους της σαφήνειας και της διαφάνειας, να αποσαφηνισθεί στο πλαίσιο του άρθρου 38, περίπτωση 2, ότι κατά την ταξινόμηση των εσόδων και των δαπανών ένας τίτλος αντιστοιχεί σε έναν τομέα πολιτικής και ένα κεφάλαιο, κατά γενικό κανόνα, σε μία δραστηριότητα.

4.1.9. Η απαγόρευση της περίληψης αρνητικών εσόδων ή δαπανών στον προϋπολογισμό που προβλέπεται από το άρθρο 39 αποτελεί μία ακόμη καινοτομία που εισάγει η πρόταση για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού.

4.1.9.1. Η έγκριση και η ύπαρξη αρνητικών ποσών στον προϋπολογισμό αποτέλεσε αντικείμενο έντονης κριτικής εκ μέρους του Ελεγκτικού Συνεδρίου σε σχετική γνωμοδότηση που εξέδωσε(12). Το Ελεγκτικό Συνέδριο θεωρεί ότι παρόμοια αρνητικά ποσά συνιστούν όχι μόνον παράγοντες περιορισμού της διαφάνειας της δημοσιονομικής διαδικασίας αλλά και παραβίασης της αρχής της καθολικότητας του προϋπολογισμού, δυσκολεύοντας ακόμη περισσότερο την ανάγνωση και την κατανόησή του.

4.1.10. Όσον αφορά τις τομεακές διατάξεις που αφορούν τη γεωργία, τομέας για τον οποίο προβλέπεται η ύπαρξη υψηλών "αρνητικών δαπανών" (π.χ. τα ποσά που επιστρέφονται λόγω απάτης και μη σεβασμού των κανόνων, οι συμπληρωματικές εισφορές για το γάλα, κ.λπ.) προβλέπουν την μετατροπή των εν λόγω δαπανών σε έσοδα με ειδικό προορισμό. Ο δημοσιονομικός κανονισμός (άρθρο 17 της πρότασης) προβλέπει δύο ειδών έσοδα με ειδικό προορισμό:

- αυτά που προβλέπονται από τον ίδιο τον δημοσιονομικό κανονισμό (τα οποία ήδη προβλέπονται από τον ισχύοντα δημοσιονομικό κανονισμό)

- αυτά που προβλέπονται από ειδικούς κανονισμούς.

4.1.11. Όσον αφορά τα αρνητικά ποσά προβλέπεται η διατήρηση μόνον ενός "αρνητικού αποθεματικού" το οποίο περιορίζεται σε 200 εκατ. Ευρώ. Η χρησιμοποίηση αυτού του αποθεματικού πρέπει να πραγματοποιείται πριν από το τέλος κάθε οικονομικού έτους (άρθρο 41 της πρότασης).

4.1.11.1. Η Επιτροπή κρίνει απαραίτητη τη διατήρηση του "αρνητικού αποθεματικού", το οποίο θεσπίσθηκε από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή με σκοπό να αποτελέσει μηχανισμό διαλόγου με σκοπό να διευκολυνθεί η σύναψη συμφωνίας μεταξύ των θεσμικών οργάνων που συμμετέχουν στη διαδικασία του προϋπολογισμού. Η ΟΚΕ συμφωνεί με την άποψη της Επιτροπής.

4.1.12. Το άρθρο 44 της πρότασης προβλέπει την παροχή ορισμένων περιθωρίων ελιγμού στο πλαίσιο της διαχείρισης του πίνακα προσωπικού των θεσμικών κοινοτικών οργάνων.

4.1.12.1. Πράγματι εκτός από το ότι επιβεβαιώνεται η εφαρμογή της αρχής (που ήδη προβλέπεται από τον ισχύοντα δημοσιονομικό κανονισμό) σύμφωνα με την οποία ο πίνακας προσωπικού συνιστά επιτακτικό όριο για κάθε όργανο πέραν του οποίου δεν μπορεί να γίνει κανένας διορισμός, δίδεται σήμερα η δυνατότητα, "μέσα στα όρια των πιστώσεων", σε κάθε όργανο να τροποποιεί μέχρι ποσοστού 10 % κάθε πίνακα προσωπικού εκτός σε ό,τι αφορά τους βαθμούς Α1 και Α2.

4.1.13. Τα άρθρα 50 έως 53 καθιερώνουν την αρχή της επιμερισμένης, με τα κράτη μέλη, διαχείρισης του προϋπολογισμού, ιδιαίτερα όσον αφορά το ΕΓΤΠΕ-Τμήμα Εγγυήσεων και τα Διαρθρωτικά Ταμεία που αποτελούν στην πραγματικότητα το ουσιαστικότερο μέρος του επιχειρησιακού προϋπολογισμού των Κοινοτήτων.

4.1.13.1. Η αποδοχή της αρχής της επιμερισμένης, με τα κράτη μέλη, διαχείρισης, καθιστά απαραίτητο τον καθορισμό, στο πλαίσιο του δημοσιονομικού κανονισμού, μίας δέσμης κανόνων που θα ισχύουν για τα κράτη μέλη, τόσο σχετικά με τις αρχές και τους μηχανισμούς διαχείρισης του προϋπολογισμού όσο και σχετικά με την υποχρέωση της παρουσίασης των σχετικών με τη διαχείριση των πόρων λογαριασμών.

4.1.14. Για το λόγο αυτό και στο πλαίσιο της παρουσίασης των αρχών που διέπουν τη δημοσιονομική διαχείριση, η πρόταση για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού προβλέπει σαφώς την εφαρμογή εκ μέρους των κρατών μελών της αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης - άρθρο 45, περίπτωση 2 - και αναγνωρίζει την ανάγκη διασφάλισης της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών και του εσωτερικού ελεγκτή (άρθρο 81, περίπτωση 2).

4.1.15. Στο κεφάλαιο που αφορά τους δημοσιονομικούς παράγοντες - άρθρα 55 έως 59 - η πρόταση για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού, αποδεχόμενη τη θέση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, προβλέπει την κατάργηση του κεντρικού συστήματος του εκ των προτέρων ελέγχου που ισχύει σήμερα δεδομένου ότι προβλέπεται:

- η κατάργηση της θέσης και των καθηκόντων του δημοσιονομικού ελεγκτή ο οποίος διαδραμάτιζε προηγουμένως σημαντικό ρόλο στο πλαίσιο του ελέγχου των δημοσιονομικών υποχρεώσεων και της έκδοσης των εντολών πληρωμής·

- η κατάργηση του ελέγχου που πραγματοποιεί ο λογιστής για την επιβεβαίωση της εγκυρότητας των πράξεων και των διαδικασιών απαλλαγής και της τήρησης των κανόνων του δημοσιονομικού προϋπολογισμού, έλεγχος που του έδινε τη δυνατότητα να προβεί στη διακοπή των πληρωμών.

4.1.16. Άμεση συνέπεια της κατάργησης του κεντρικού συστήματος του εκ των προτέρων ελέγχου είναι η ενίσχυση των καθηκόντων και των αρμοδιοτήτων του διατάκτη.

4.1.17. Ήδη με τον υφιστάμενο δημοσιονομικό κανονισμό ο διατάκτης διαθέτει τη δυνατότητα παρέμβασης όχι μόνον στο πλαίσιο των διαδικασιών εκτέλεσης του προϋπολογισμού αλλά και στην ίδια τη διαδικασία της δημοσιονομικής διαχείρισης των θεσμικών οργάνων. Η διαφορά είναι ότι, με τη νέα πρόταση για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού, εις το εξής τη δυνατότητα παρέμβασης αλλά και την ευθύνη που απορρέει έχει αποκλειστικά ο διατάκτης χωρίς να υπάρχει πλέον επιμερισμός των ευθυνών με το δημοσιονομικό ελεγκτή.

4.1.18. Η ΟΚΕ θεωρεί ότι η εν λόγω διεύρυνση των εξουσιών και των αρμοδιοτήτων του διατάκτη καθιστά αναγκαία την πρόβλεψη, στο πλαίσιο του δημοσιονομικού κανονισμού, ορισμένων διατάξεων που να ρυθμίζουν ζητήματα που άπτονται της ευθύνης που έχει ο διατάκτης τόσο σχετικά με την τακτικότητα και τη νομιμότητα των διαδικασιών που εφαρμόζει όσο και σχετικά με τα συστήματα εσωτερικού ελέγχου.

4.1.19. Η ΟΚΕ είναι υποχρεωμένη να εκφράσει ορισμένες επιφυλάξεις σχετικά με το ζήτημα της κατάργησης της θέσης του δημοσιονομικού ελεγκτή, ιδιαίτερα εάν ληφθεί υπόψη ότι, όπως προβλέπεται σαφώς από το άρθρο 279 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, ο δημοσιονομικός ελεγκτής αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες της δημοσιονομικής ζωής των Κοινοτήτων. Εκτός εάν, όπως φαίνεται να είναι η άποψη της Επιτροπής, θεωρηθεί ότι τα καθήκοντά του θα αναληφθούν, βάσει της πρότασης, από τον εσωτερικό ελεγκτή.

4.1.20. Κατά τον τρόπο αυτό ο διατάκτης θα έχει την πλήρη ευθύνη τόσο για τους εσωτερικούς ελέγχους των υπηρεσιών του όσο και για την εφαρμογή των μεθόδων διαχείρισης, εκτέλεσης και ελέγχου που θα κρίνει ότι είναι οι καταλληλότερες για τις σχετικές υπηρεσίες.

4.1.21. Στα άρθρα 57 και 58 περιγράφονται τα καθήκοντα του διατάκτη και του υπολόγου. Όσον αφορά τον υπόλογο, βάσει του άρθρου 58, αυτός είναι υπεύθυνος για την τήρηση των λογιστικών βιβλίων και τη διαχείριση του ταμείου, ενώ ταυτόχρονα διευρύνονται οι αρμοδιότητες που διαθέτει σχετικά με τον καθορισμό των λογιστικών κανόνων και την παροχή των απαραίτητων λογιστικών πληροφοριών.

4.1.22. Γενικά, η ΟΚΕ θεωρεί ότι θα πρέπει να αποσαφηνισθούν περισσότερο τα καθήκοντα όλων των παραγόντων που συμμετέχουν στην εκτέλεση και στον έλεγχο του προϋπολογισμού: του διατάκτη, του υπολόγου και του εσωτερικού ελεγκτή. Επίσης, η ΟΚΕ συνιστά, στην περίπτωση του υπολόγου, τη σαφέστερη διάκριση των καθηκόντων της τήρησης των λογιστικών βιβλίων και της διαχείρισης του ταμείου.

4.1.23. Στο κεφάλαιο σχετικά με την ευθύνη των δημοσιονομικών παραγόντων προτείνεται η προσθήκη των νέων άρθρων 60, 61 και 62, περιπτώσεις 2 και 3, με τα οποία παρέχεται η δυνατότητα ανάκλησης από τα καθήκοντα που τους έχουν ανατεθεί και απόδοσης ποινικών ευθυνών στους διατάκτες, στους υπολόγους και στους υπολόγους παγίων προκαταβολών. Επίσης, καθορίζονται ιεραρχικά οι ευθύνες που έχει ο καθένας από αυτούς.

4.1.24. Η ΟΚΕ θεωρεί ότι όπως προβλέπει ο δημοσιονομικός κανονισμός στην περίπτωση του υπολόγου, βάσει του άρθρου 63, και του υπολόγου παγίων προκαταβολών, βάσει του άρθρου 64, θα πρέπει να προβλεφθεί ένας παρόμοιος κανόνας για την περίπτωση του διατάκτη.

4.1.25. Η ΟΚΕ θεωρεί ιδιαίτερα θετική τη νέα διάταξη, που περιλαμβάνεται στο άρθρο 67 της πρότασης και αφορά την υποχρέωση καταβολής τόκων στον κοινοτικό προϋπολογισμό για τις βέβαιες, εκκαθαρισμένες και απαιτητές απαιτήσεις.

4.1.26. Συνέπεια της εν λόγω νέας διάταξης είναι η πρόβλεψη, στο πλαίσιο του άρθρου 77, της υποχρέωσης καταβολής τόκων υπερημερίας από τον προϋπολογισμό της Κοινότητας προς τους πιστωτές που πληρώθηκαν με καθυστέρηση.

4.1.27. Με το άρθρο 68, περίπτωση 1 του δημοσιονομικού κανονισμού προβλέπεται η είσπραξη των απαιτήσεων μέσω συμψηφισμού.

4.1.28. Το άρθρο 69 προβλέπει τη διατήρηση του ήδη υφιστάμενου κανόνα σύμφωνα με τον οποίο δεν μπορούν να εγγραφούν οριστικά ως έσοδα του προϋπολογισμού τα πρόστιμα και οι λοιπές χρηματικές ποινές σχετικά με τα οποία εκκρεμεί απόφαση του Δικαστηρίου.

4.1.28.1. Ωστόσο σε αντίθεση με τα προβλεπόμενα από τον ισχύοντα δημοσιονομικό κανονισμό, εξαιρούνται από την εφαρμογή του εν λόγω κανόνα οι αποφάσεις εκκαθάρισης λογαριασμών ή δημοσιονομικών διορθώσεων.

4.1.29. Το άρθρο 70 περιλαμβάνει μία καινοτόμο έννοια που είναι η έννοια της "ανάληψης των δαπανών". Το γεγονός αυτό κρίνεται θετικό, ιδιαίτερα όσον αφορά την αρχή της διαφάνειας. Η εν λόγω έννοια της ανάληψης των δαπανών απαρτίζεται από δύο στοιχεία: τη δημοσιονομική δέσμευση και τη νομική δέσμευση, όπως π.χ. τη δημιουργία υποχρέωσης έναντι τρίτων. Η ΟΚΕ συνιστά την εμβάθυνση του στοιχείου της νομικής δέσμευσης.

4.1.30. Θα πρέπει επίσης να επισημανθεί το γεγονός ότι στο πλαίσιο του άρθρου 75, περίπτωση 1 της πρότασης, καθορίζονται οι πράξεις που μπορούν να καλυφθούν από το ένταλμα πληρωμής.

4.1.31. Η ΟΚΕ θεωρεί ότι η δημιουργία, βάσει των άρθρων 80 έως 82, της θέσης του εσωτερικού ελεγκτή που θα έχει ως βασικό καθήκον τη διασφάλιση της ποιότητας των συστημάτων διαχείρισης και πραγματοποίησης των εσωτερικών ελέγχων, είναι ιδιαίτερα θετική.

4.1.32. Η σημασία του εν λόγω εσωτερικού ελεγκτή γίνεται περισσότερο εμφανής εάν λάβουμε υπόψη το γεγονός ότι καταργείται, όπως ήδη προαναφέρθηκε η θέση του δημοσιονομικού ελεγκτή.

4.1.33. Η ΟΚΕ συμφωνεί με την άποψη που διατυπώνεται στη γνωμοδότηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, σύμφωνα με την οποία λόγω της σημασίας του ρόλου που διαδραματίζει ο εσωτερικός ελεγκτής θα πρέπει, στο πλαίσιο του άρθρου 80, να υπάρξει σαφής αναφορά στην ανάγκη διασφάλισης της ανεξαρτησίας του. Η σχετική αναφορά θα πρέπει να έχει τη μορφή που προτείνει το Δικαστήριο:"Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ο εσωτερικός ελεγκτής έχει υποχρέωση λογοδοσίας μόνον έναντι του θεσμικού οργάνου που τον διόρισε στην εν λόγω θέση".

4.1.34. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι η θέση του εσωτερικού ελεγκτή, ως ενός εκ των δημοσιονομικών παραγόντων, έχει ήδη θεσπισθεί στο πλαίσιο του ισχύοντος δημοσιονομικού κανονισμού μέσω των πρόσφατα δημοσιευθέντων τροποποιήσεων(13). Οι εν λόγω τροποποιήσεις εκτός από τη θέσπιση της θέσης του δημοσιονομικού ελεγκτή προβλέπουν και τη διάκριση μεταξύ του δημοσιονομικού ελέγχου και του εσωτερικού ελέγχου, που μέχρι σήμερα πραγματοποιούσε ο δημοσιονομικός ελεγκτής.

4.1.35. Το κεφάλαιο με τίτλο "Σύναψη δημοσίων συμβάσεων" (Τίτλος IV του Μέρους I της πρότασης για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού) περιλαμβάνει πολλούς καινοτόμους κανόνες.

4.1.36. Το γεγονός αυτό αιτιολογεί, ιδιαίτερα εάν λάβουμε υπόψη ότι εκείνο που επιδιώκεται είναι η διασφάλιση της πειθαρχίας και της διαφάνειας, την περίληψη στην πρόταση για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού τόσο της έννοιας των "δημοσίων συμβάσεων" (άρθρο 83, περίπτωση 1) όσο και των αρχών που θα πρέπει να διέπουν τις εν λόγω συμβάσεις (άρθρο 84, περίπτωση 1).

4.1.37. Βάσει της κοινοτικής εμπειρίας που έχει αποκτηθεί και λόγω της ανάγκης καταβολής περισσότερων προσπαθειών για την καταπολέμηση της απάτης και της διαφθοράς, η ΟΚΕ θεωρεί θετικό το γεγονός ότι στο πλαίσιο του άρθρου 84, περίπτωση 3 της πρότασης προβλέπεται η δυνατότητα αναστολής, απόρριψης ή ανάκτησης ανά πάσα στιγμή των ποσών που έχουν καταβληθεί για συμβάσεις οι οποίες συνάφθηκαν βάσει διαδικασιών που εμφανίζουν σφάλματα, παρατυπίες ή απάτες εκ μέρους των θεσμικών οργάνων της Κοινότητας.

4.1.38. Η ΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της διότι το Τμήμα 4 του Κεφαλαίου 1 (άρθρα 88 έως 90) καθορίζει τις συνθήκες υπό τις οποίες ορισμένες συμβάσεις μπορούν να αποκλεισθούν από τη διαδικασία ανάθεσης των συμβάσεων.

4.1.39. Η εξεταζόμενη πρόταση για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού προβλέπει την ενσωμάτωση στον εν λόγω μηχανισμό δημοσιονομικής διαχείρισης των Κοινοτήτων ορισμένων κανόνων που ήδη προβλέπονται από τις κοινοτικές οδηγίες για τις δημόσιες συμβάσεις. Δηλαδή επιδιώκεται η θέση σε ισχύ σε επίπεδο Κοινοτήτων κανόνων και διαδικασιών που ήδη ισχύουν στα κράτη μέλη (μέσω της εφαρμογής των σχετικών οδηγιών).

4.1.40. Για προώθηση ακριβώς των προσπαθειών για την επίτευξη του εν λόγω στόχου περιλήφθηκαν στην πρόταση τόσο το νέο Τμήμα 6 του Κεφαλαίου 1 (άρθρα 92 έως 95), το οποίο περιλαμβάνει τους βασικούς κανόνες που θα πρέπει να διέπουν τις διαδικασίες κατάθεσης, αποσφράγισης και αξιολόγησης των προσφορών με σκοπό τη σύναψη συμβάσεων, όσο και το Κεφάλαιο 2 (άρθρα 97 έως 100) το οποίο καθορίζει τις διατάξεις που ισχύουν για τις συμβάσεις που συνάπτονται από τα κοινοτικά όργανα για ίδιο λογαριασμό.

4.1.41. Άμεση συνέπεια της αυξανόμενης σημασίας που αποκτούν οι επιδοτήσεις ως μηχανισμός παρέμβασης των Κοινοτήτων είναι η πρόβλεψη για πρώτη φορά σχετικών ρυθμίσεων στο πλαίσιο της πρότασης για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού (Τίτλος V του Μέρους I, άρθρα 101 έως 114).

4.1.42. Στον τελείως νέο αυτό τομέα η ΟΚΕ επιθυμεί να επισημάνει ορισμένες ιδιαίτερα θετικές πτυχές όπως οι ακόλουθες:

- η απαίτηση της ύπαρξης έγγραφης σύμβασης ως βάση για την ανάθεσή της - άρθρο 101, περίπτωση 1·

- η πρόβλεψη όχι μόνον της μη παροχής κέρδους στον δικαιούχο αλλά και της υπαγωγής των επιδοτήσεων στις αρχές της διαφάνειας, της ίσης μεταχείρισης, της μη σώρευσης, της μη αναδρομικότητας και της συγχρηματοδότησης - άρθρο 102·

- η παροχή της δυνατότητας εξαίρεσης από την εφαρμογή της αρχής της συγχρηματοδότησης, μέσω της πρόβλεψης ότι μία ενέργεια μπορεί να χρηματοδοτηθεί εξ ολοκλήρου από τον προϋπολογισμό "εάν αυτό είναι απαραίτητο για την υλοποίησή της" - άρθρο 155·

- η θέσπιση του κανόνα σύμφωνα με τον οποίο για τη χορήγηση επιδότησης είναι απαραίτητη η δημοσίευση πρόσκλησης υποβολής προσφορών - άρθρο 103, περίπτωση 1·

- η ετήσια δημοσίευση του προγράμματος επιδοτήσεων καθώς και των επιδοτήσεων που πραγματικά χορηγήθηκαν - άρθρο 103, περιπτώσεις 1 και 2·

- η καθιέρωση της γενικής αρχής σύμφωνα με την οποία οι επιδοτήσεις μπορούν να χορηγηθούν μόνον στην περίπτωση που η υλοποίηση των δράσεων δεν έχει ακόμη αρχίσει - άρθρο 105·

- η διευκρίνιση ότι, κατά προτίμηση, κύριοι δικαιούχοι των επιδοτήσεων είναι τα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα - άρθρο 108, περίπτωση 1·

4.1.43. Χωρίς να υποβαθμίζεται η γενικά θετική αξιολόγηση των κανόνων για τις επιδοτήσεις που προβλέπονται από δημοσιονομικό κανονισμό, η ΟΚΕ θεωρεί ότι θα πρέπει να προβλεφθεί η αξιολόγηση, στο άμεσο μέλλον, της πρακτικής εφαρμογής των εν λόγω κανόνων (ιδιαίτερα εάν λάβουμε υπόψη το γεγονός ότι προβλέπεται η ανά τριετία αξιολόγηση του δημοσιονομικού κανονισμού).

4.1.44. Μία ακόμη καινοτομία αποτελεί ο καθορισμός, στο πλαίσιο του άρθρου 115 της πρότασης, των στοιχείων που απαρτίζουν τις δημοσιονομικές καταστάσεις, γεγονός που θα αποδειχθεί ιδιαίτερα χρήσιμο για την εφαρμογή των αρχών αλλά και τη διασφάλιση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης. Τα στοιχεία αυτά είναι:

- το παράρτημα το οποίο συμπληρώνει και σχολιάζει τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στον ισολογισμό και στο λογαριασμό διαχείρισης·

- η ενοποιημένη παρουσίαση όλων των δημοσιονομικών καταστάσεων·

- η αναφορά όλων των λογιστικών αρχών που θα πρέπει να διέπουν την κατάρτιση των δημοσιονομικών καταστάσεων - άρθρο 116, περιπτώσεις 1 και 2·

- η πρόβλεψη της δυνατότητας διόρθωσης, εκ μέρους των κοινοτικών θεσμικών οργάνων, των προσωρινών δημοσιονομικών καταστάσεων που έχουν παρουσιασθεί στο Ελεγκτικό Συνέδριο - άρθρο 118, περίπτωση 1.

4.1.45. Αναπτύσσεται περαιτέρω η αρχή της επιμερισμένης, με τα κράτη μέλη, διαχείρισης, στην οποία αναφερθήκαμε προηγουμένως στο σημείο 5.1.13 της γνωμοδότησης, δεδομένου ότι προβλέπεται η ενίσχυση της συμμετοχής των κρατών μελών στις ακόλουθες διαδικασίες:

- στην προετοιμασία της ετήσιας έκθεσης του Ελεγκτικού Συνεδρίου - Άρθρο 128, περιπτώσεις 3 και 4·

- στην κατάρτιση των ειδικών εκθέσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου - Άρθρο 130, περίπτωση 2·

- στη διατύπωση του παρατηρήσεων που είναι πιθανόν να διατυπώσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά τη διάρκεια της διαδικασίας απαλλαγής - Άρθρο 133, περίπτωση 2.

4.2. Το Μέρος ΙΙ της πρότασης κανονισμού με τίτλο "Ειδικές Διατάξεις" περιλαμβάνει επτά τίτλους: Τίτλος I (άρθρα 134 έως 140), "Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων, Τμήμα Εγγυήσεων", Τίτλος ΙΙ (άρθρα 141 έως 145), "Διαρθρωτικά Ταμεία", Τίτλος III (άρθρα 146 και 147), "Έρευνα", Τίτλος IV (άρθρα 148 έως 156), "Εξωτερικές Δράσεις", Τίτλος V (άρθρα 157 έως 161), "Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων", Τίτλος VI (άρθρα 162 έως 165), "Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης", και Τίτλος VII (άρθρα 166 έως 168), "Διοικητικές Πιστώσεις".

4.2.1. Όσον αφορά το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων-Τμήμα Εγγυήσεων, η πρόταση προβλέπει τη θέσπιση δύο νέων κανόνων που περιλαμβάνονται στα άρθρα 135 και 140.

4.2.2. Το άρθρο 135 περιλαμβάνει ορισμένες ειδικές διατάξεις που αφορούν τη δημοσιονομική διαχείριση του εν λόγω Ταμείου, οι οποίες αφορούν κυρίως:

- την αρχή της εξίσωσης του ύψους των πιστώσεων ανάληψης υποχρεώσεων και των πιστώσεων πληρωμών·

- τη δυνατότητα μεταφοράς πιστώσεων πληρωμών μεταξύ οικονομικών ετών, κατά παρέκκλιση από την αρχή της ετήσιας διάρκειας.

4.2.3. Επίσης, αναγνωρίζοντας την ιδιαιτερότητα, τη σημασία και το ειδικό βάρος του εν λόγω Ταμείου για την εφαρμογή της κοινοτικής πολιτικής, προβλέπεται ότι τρέχουσες διαχειριστικές δαπάνες του ΕΓΤΠΕ-Τμήμα Εγγυήσεων (άρθρο 136, περίπτωση 3 της πρότασης) μπορούν να υπερβούν το ποσό που προβλέπεται συνήθως για τις τρέχουσες διαχειριστικές δαπάνες (βλ. άρθρο 167, περίπτωση 1 της πρότασης).

4.2.4. Το άρθρο 140 προβλέπει την εφαρμογή του καθεστώτος του ειδικού προορισμού των εσόδων που προορίζονται για το ΕΓΤΠΕ-Τμήμα Εγγυήσεων, κατεξαίρεση από την αρχή της καθολικότητας του προϋπολογισμού.

4.2.5. Στο Μέρος ΙΙ περιλήφθηκε ένας νέος Τίτλος για τα "Διαρθρωτικά Ταμεία" με σκοπό να περιληφθούν το Ταμείο Συνοχής και τα προενταξιακά διαρθρωτικά και γεωργικά μέτρα - άρθρα 141 έως 145.

4.2.6. Παρά το γεγονός ότι οι τομεακές διατάξεις για τα εν λόγω Ταμεία και για τα γεωργικά μέτρα είναι πιθανόν να συνεχίσουν να προβλέπουν την ισχύ ξεχωριστών δημοσιονομικών διατάξεων η ΟΚΕ επικροτεί το γεγονός ότι ο δημοσιονομικός κανονισμός καθορίζει τις βασικές αρχές που θα πρέπει να διέπουν τη δημοσιονομική διαχείρισή τους.

4.2.6.1. Η ΟΚΕ συμφωνεί με τη συνέχιση της πρόβλεψης ξεχωριστών ειδικών διατάξεων στο πλαίσιο των τομεακών ρυθμίσεων που αφορούν τα προαναφερθέντα Ταμεία και τα γεωργικά μέτρα, αλλά επιθυμεί να τονίσει ότι η εφαρμογή των εν λόγω ειδικών διατάξεων δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση παρεκκλίσεων από τις αρχές που έχουν καθορισθεί.

4.2.7. Όσον αφορά τον τομέα των εξωτερικών δράσεων θα πρέπει να επισημανθεί η αποδοχή της έννοιας της αποκεντρωμένης διαχείρισης ορισμένων δράσεων μέσω της ανάθεσης της υλοποίησής τους στις αρχές των δικαιούχων τρίτων χωρών, χωρίς όμως να περιορίζονται στο ελάχιστο οι ελεγκτικές αρμοδιότητες της Επιτροπής - άρθρα 150 και 151 της πρότασης (νέα άρθρα).

4.2.8. Θα πρέπει να επισημανθεί η θέσπιση ενός νέου Τίτλου που αφορά τον καθορισμό των βασικών κανόνων που διέπουν τη διαχείριση του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF), που δημιουργήθηκε με την απόφαση της Επιτροπής της 28ης Αυγούστου του 1999 - άρθρα 162 έως 165 της πρότασης.

4.2.9. Όσον αφορά τις διοικητικές πιστώσεις η πρόταση προβλέπει την εφαρμογή του κανόνα της εξίσωσης των ποσών των πιστώσεων ανάληψης υποχρεώσεων και των πιστώσεων πληρωμών (άρθρο 168, περίπτωση 1), παρέχοντας όμως τη δυνατότητα (όπως και με τον ισχύοντα δημοσιονομικό κανονισμό) της προκαταβολικής ανάληψης δαπανών τρέχουσας διαχείρισης, από την 15η Νοεμβρίου κάθε έτους.

4.3. Το Μέρος ΙΙΙ της πρότασης κανονισμού με τίτλο "Μεταβατικές και τελικές Διατάξεις" περιλαμβάνει δύο τίτλους: Τίτλος I (άρθρα 169 και 170), "Μεταβατικές Διατάξεις" και Τίτλος II (άρθρα 171 έως 176), "Τελικές Διατάξεις".

4.3.1. Στο Μέρος αυτό προβλέπεται ότι οι πιστώσεις που αφορούν την ανάπτυξη της υπαίθρου και τα συνοδευτικά μέτρα θα συνεχίσουν να υπάγονται στους κανόνες του ΕΓΤΠΕ-Τμήμα Εγγυήσεων μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2006 - άρθρο 170 της πρότασης.

4.3.2. Τέλος, το άρθρο 173 της πρότασης προβλέπει την ενίσχυση της διαδικασίας διαβούλευσης μεταξύ της Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στον τομέα της εφαρμογής των δημοσιονομικών διατάξεων των Κοινοτήτων, η εφαρμογή της οποίας ήδη προβλέπεται από το άρθρο 140 του ισχύοντος δημοσιονομικού κανονισμού. Λόγω της σημασίας του εξεταζομένου ζητήματος για τη διασφάλιση της απρόσκοπτης λειτουργίας των Κοινοτήτων, κρίνεται απαραίτητη η εξασφάλιση της καταρχήν συμφωνίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

5. Συμπεράσματα

5.1. Βάσει της ανάλυσης του δημοσιονομικού κανονισμού που πραγματοποίησε η ΟΚΕ διαμόρφωσε μία γενικά θετική εικόνα για τη διάρθρωσή του.

5.2. Διαπιστώνεται ότι η πρόταση για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού περιλαμβάνει κανόνες που συμβάλλουν στην αποτελεσματικότερη πρακτική εφαρμογή των βασικών αρχών που διέπουν το δίκαιο του προϋπολογισμού.

5.2.1. Τονίζονται ιδιαίτερα οι σημαντικές προσπάθειες που καταβλήθηκαν για την καλύτερη εφαρμογή της αρχής της διαφάνειας, και είχαν ως αποτέλεσμα την πραγματοποίηση σημαντικών βελτιώσεων στην αποσαφήνιση ορισμένων νομικών, δημοσιονομικών και τεχνικο-λογιστικών εννοιών. Επίσης διαπιστώνεται η ενίσχυση της "νομικής ασφάλειας" σε σχέση με τον ισχύοντα δημοσιονομικό κανονισμό.

5.3. Η πρόταση περί δημοσιονομικού κανονισμού αντικατοπτρίζει αναπόφευκτα τη νέα πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί στο εσωτερικό των Κοινοτήτων. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο εξετάζονται ζητήματα όπως οι επιδοτήσεις, τα Διαρθρωτικά Ταμεία και η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF).

5.4. Στο πλαίσιο της εξέτασης ενός, όχι μόνον τεχνικά πολύπλοκου αλλά και τεράστιας πρακτικής σημασίας, ζητήματος όπως είναι η ρύθμιση της δημοσιονομικής διαχείρισης των Κοινοτήτων, θα πρέπει να επιδιωχθεί η προώθηση της επίτευξης των στόχων της ενίσχυσης της αποτελεσματικότητας και της ευελιξίας χωρίς όμως να θυσιαστεί ο εξίσου σημαντικός στόχος της διασφάλισης της δημοσιονομικής πειθαρχίας. Σε αυτήν ακριβώς τη διασφάλιση της συμβατότητας μεταξύ όλων των προαναφερθέντων στόχων αποσκοπούν τόσο οι ανησυχίες που εξέφρασε του Ελεγκτικό Συνέδριο όσο και οι παρατηρήσεις που διατυπώνει η ΟΚΕ στο πλαίσιο της ανάλυσης της πρότασης για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού.

5.5. Η ΟΚΕ συμφωνεί πλήρως με την πρόταση της Επιτροπής να παρασχεθεί σε όλα τα θεσμικά όργανα η δυνατότητα λήψης των αποφάσεων που αφορούν τις μεταφορές πιστώσεων μεταξύ κεφαλαίων του προϋπολογισμού τους χωρίς να απαιτείται προηγουμένως η έγκριση της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής.

5.6. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι η αξιολόγηση των δημοσιονομικών κανονιστικών διατάξεων των Κοινοτήτων δεν θα πρέπει να περιορισθεί αποκλειστικά στο κείμενο του δημοσιονομικού κανονισμού. Εκτός από τον δημοσιονομικό κανονισμό υπάρχουν παράλληλα ένας ή περισσότεροι κανονισμοί εκτέλεσης οι οποίοι παρά το γεγονός ότι υπόκεινται σε αυτόν θα πρέπει να αποτελέσουν ένα εναρμονισμένο και συμβατό σύνολο. Για το λόγο αυτό η ΟΚΕ θεωρεί ότι η πρόταση για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού θα πρέπει να συνοδεύεται από μία πρόταση κανονισμού (ή κανονισμών) που θα καθορίζει τον τρόπο εκτέλεσης του βασικού κανονισμού.

5.7. Τέλος, η ΟΚΕ εκφράζει την επιθυμία να αποτελέσει ο νέος δημοσιονομικός κανονισμός ένα ουσιαστικό και αποτελεσματικό μηχανισμό για την προώθηση του επιμερισμού της δημοσιονομικής διαχείρισης των Κοινοτήτων με τα αντίστοιχα κράτη μέλη. Αυτός θα πρέπει να είναι και ο μελλοντικός στόχος που θα πρέπει να επιδιωχθεί.

Βρυξέλλες, 11 Ιουλίου 2001.

Ο Πρόεδρος

της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Göke Frerichs

(1) ΕΕ L 356 της 31.12.1997, σ. 1.

(2) Κανονισμός ΕΚ, ΕΚΑΧ, ΕΚΑΕ αριθ. 1252/79, του Συμβουλίου, της 25.6.1979 - ΕΕ L 160 της 28.06.1979, σ. 1· κανονισμός ΕΚ, ΕΚΑΧ, ΕΚΑΕ αριθ. 1176/80, της 16.12.1980 - ΕΕ L 345 της 20.12.1980, σ. 23· κανονισμός ΕΚ, ΕΚΑΧ, ΕΚΑΕ αριθ. 1600/88, του Συμβουλίου, της 07.6.1988 - ΕΕ L 143 της 10.6.1988, σ. 1· κανονισμός ΕΚ, ΕΚΑΧ, ΕΚΑΕ αριθ. 2049/88, του Συμβουλίου, της 24.6.1988 - ΕΕ L 185 της 15.07.1988, σ. 3· κανονισμός ΕΚ, ΕΚΑΧ, ΕΚΑΕ αριθ. 610/90, του Συμβουλίου, της 13.3.1990 - ΕΕ L 70 της 16.3.1990, σ. 1· κανονισμός ΕΚ, ΕΚΑΧ, ΕΚΑΕ αριθ. 1923/94, του Συμβουλίου, της 25.7.1994 - ΕΕ L 198 της 30.7.1994, σ. 4· κανονισμός ΕΚ, ΕΚΑΧ, ΕΚΑΕ αριθ. 2730/94, του Συμβουλίου, της 31.10.1994 - ΕΕ L 293 της 12.11.1994, σ. 7· κανονισμός ΕΚ, ΕΚΑΧ, ΕΚΑΕ αριθ. 2333/95, του Συμβουλίου, της 18.9.1995 - ΕΕ L 240 της 7.10.1995, σ. 1· κανονισμός ΕΚ, ΕΚΑΧ, ΕΚΑΕ αριθ. 2334/95, του Συμβουλίου, της 18.9.1995 - ΕΕ L 240 της 7.10.1995, σ. 9· κανονισμός ΕΚ, ΕΚΑΧ, ΕΚΑΕ αριθ. 2335/95, του Συμβουλίου, της 18.9.1995 - ΕΕ L 240 της 7.10.1995, σ. 12· κανονισμός ΕΚ, ΕΚΑΧ, ΕΚΑΕ αριθ. 2444/97, του Συμβουλίου, της 22.9.1997 - ΕΕ L 340 της 11.12.1997, σ. 1· κανονισμός ΕΚ, ΕΚΑΧ, ΕΚΑΕ αριθ. 2548/98, του Συμβουλίου, της 23.11.1998 - ΕΕ L 320 της 28.11.1998, σ. 1· κανονισμός ΕΚ, ΕΚΑΧ, ΕΚΑΕ αριθ. 2779/98, του Συμβουλίου, της 17.12.1998 - ΕΕ L 347 της 23.12.1998, σ. 3·κανονισμός ΕΚ, ΕΚΑΧ, ΕΚΑΕ αριθ. 2673/1999, του Συμβουλίου, της 13.12.1999 - ΕΕ L 326 της 18.12.1999, σ. 1· κανονισμός ΕΚ, ΕΚΑΧ, ΕΚΑΕ αριθ. 762/2001, του Συμβουλίου, της 09.4.2001 - ΕΕ L 111 της 20.4.2001, σ. 1.

(3) COM(2000) 461 τελικό.

(4) (SEC(98) 1228 τελικό, της 22ας Ιουλίου 1998.

(5) COM(2000) 461 τελικό της 17.10.2000.

(6) Γνωμοδότηση αριθ. 4/97 της 10.7.1997 - ΕΕ C 57 της 23.02.1998, σ. 1.

(7) Έγγρ. Εργασίας της Επιτροπής SEC(98) 1228 τελικό, της 22.07.1998.

(8) Στη γνωμοδότησή του αριθ. 2/2001 το Ελεγκτικό Συνέδριο αναφέρει ότι θεωρεί ως περιττό το εν λόγω καθεστώς μεταφοράς των πιστώσεων διότι "όχι μόνον δεν επηρεάζει παρά ελάχιστα τη δημοσιονομική διαδικασία αλλά και καθιστά ακόμη περισσότερο περίπλοκα τα συστήματα λογιστικής διαχείρισης."

(9) Και σε αυτή την περίπτωση το Ελεγκτικό Συνέδριο θεωρεί ότι δεν αιτιολογείται η εφαρμογή του εν λόγω καθεστώτος.

(10) Γνωμοδότηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου 1/2001 (ΕΕ C 55, της 21.2.2001), σημείο 31.

(11) ΕΕ C 123 της 25.4.2001.

(12) Γνωμοδότηση αριθ. 4/97 της 10ης Ιουλίου 1997 - ΕΕ C 57 της 23.02.1998, σ. 1.

(13) Κανονισμός ΕΚ, ΕΚΑΧ, ΕΚΑΕ αριθ. 762/01, του Συμβουλίου, της 09.04.2001 - ΕΕ L 111 της 20.4.2001.