Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής γιατην Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 96/92/ΕΚ και 98/30/ΕΚ όσον αφορά τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, καιτην Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 036 της 08/02/2002 σ. 0010 - 0019
Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για - την "Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 96/92/ΕΚ και 98/30/ΕΚ όσον αφορά τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου", και - την "Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας" (2002/C 36/03) Στις 22 Μαΐου 2001 και σύμφωνα με τα άρθρα 47, παράγραφος 2, 55 και 95 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για τις ανωτέρω προτάσεις. Το τμήμα "Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών", στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 25 Σεπτεμβρίου 2001 με βάση εισηγητική έκθεση του κ. Hernandez Bataller. Κατά την 385η σύνοδο ολομέλειας της 17ης και 18ης Οκτωβρίου 2001 (συνεδρίαση της 17ης Οκτωβρίου), η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 84 ψήφους υπέρ και 9 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση. 1. Ιστορικό 1.1. Από κανονιστική άποψη, τα πρώτα βήματα προς μια εσωτερική αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση έγιναν με τις οδηγίες για τη διέλευση του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας από τα μεγάλα δίκτυα, οι οποίες υιοθετήθηκαν το 1990 και το 1991(1). Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή εξέδωσε γνωμοδοτήσεις για το περιεχόμενο των οδηγιών αυτών, όπου εξέφρασε τη συμφωνία της με διάφορες τοποθετήσεις που αφορούσαν ιδίως τη μακροπρόθεσμη ασφάλεια του εφοδιασμού. 1.2. Το επόμενο βήμα σ' αυτή την πορεία ήταν η έγκριση των οδηγιών για τους κοινούς κανόνες της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, η υιοθέτηση των οποίων χρειάστηκε να ακολουθήσει μια περίπλοκη διαδικασία από τα πρώτα σχέδια της Επιτροπής και μετά. Ο στόχος αυτών των οδηγιών ήταν το άνοιγμα των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, μέσω της βαθμιαίας καθιέρωσης του ανταγωνισμού, πράγμα που αναμενόταν να οδηγήσει στην αύξηση της αποτελεσματικότητας του ενεργειακού τομέα και της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας στο σύνολό της. 1.3. Η ΟΚΕ ενέκρινε, τον Ιανουάριο του 1993(2), τη σχετική γνωμοδότηση στην οποία εξέφραζε εκ νέου την υποστήριξή της στις οδηγίες, μολονότι διατύπωνε ήδη επιφυλάξεις μεγάλης σημασίας. Συγκεκριμένα, η προαναφερθείσα γνωμοδότηση διατύπωνε επικριτικές παρατηρήσεις για την πρόταση οδηγίας σε πτυχές τόσο σημαντικές όσο το χρονοδιάγραμμα και οι προθεσμίες καθιέρωσης του συστήματος πρόσβασης τρίτων στο δίκτυο, η ασφάλεια του εφοδιασμού, η δυναμικότητα των δικτύων αλληλοσύνδεσης, η εναρμόνιση των ενεργειακών πολιτικών των κρατών μελών και οι υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας. 1.4. Οι οδηγίες σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου υιοθετήθηκαν τελικά το 1996 και το 1998 αντιστοίχως και έκτοτε ενσωματώθηκαν, όχι χωρίς κάποιες δυσκολίες, στη νομοθεσία των κρατών μελών. 2. Αιτιολόγηση των προτάσεων της Επιτροπής 2.1. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που παρέχει η Επιτροπή, μετά την εφαρμογή των οδηγιών 96/92/ΕΚ και 98/30/ΕΚ, ο βαθμός ανοίγματος των αγορών φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας στα κράτη μέλη παρουσίασε αισθητή άνοδο, υπερβαίνοντας κατά πολύ, στα τέλη του 2000, τους στόχους που είχαν τεθεί από τις οδηγίες αυτές. Ωστόσο, ο βαθμός ανοίγματος των αγορών ποικίλλει σημαντικά στα διάφορα κράτη μέλη (το φάσμα κυμαίνεται από 30 % έως 100 % για την ηλεκτρική ενέργεια και από 20 % έως 100 % για το φυσικό αέριο) και η τάση αυτή προβλέπεται να επιταθεί στο μέλλον, εκτός εάν ληφθούν διορθωτικά μέτρα. Η Επιτροπή πιστεύει ότι αυτές οι διαφορές μεταξύ των κρατών μελών δυσχεραίνουν την οικοδόμηση μιας πραγματικής ενιαίας αγοράς στην Ευρώπη. 2.2. Μετά την εφαρμογή των διαδικασιών ελευθέρωσης στα διάφορα κράτη μέλη, παρατηρήθηκε μία αισθητή πτώση των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας για τους μεγάλους καταναλωτές (μεταξύ 15 % και 35 % σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέχει η Επιτροπή), η οποία ήταν μεγαλύτερη στις χώρες που έχουν προχωρήσει περισσότερο στη διαδικασία ανοίγματος των αγορών τους. Ωστόσο, οι οικιακοί καταναλωτές και οι ΜΜΕ δεν ωφελήθηκαν από τις τόσο σημαντικές βελτιώσεις στις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας, διότι οι μειώσεις αυτές συνδέονται με τη δυνατότητα αλλαγής προμηθευτή, που είναι πολύ περιορισμένη γι' αυτούς όσο δεν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία ανοίγματος της αγοράς. 2.3. Οι τιμές του φυσικού αερίου δεν παρουσίασαν τόσο ευνοϊκή εξέλιξη, κυρίως λόγω των εντάσεων που ασκούνται στην τιμή του βαρελιού πετρελαίου, με την οποία είναι συνδεδεμένες οι αρχικές τιμές του φυσικού αερίου. Ωστόσο, και στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή συσχετίζει τις διαφορές των μέσων τιμών μεταξύ των διάφορων χωρών με τον βαθμό ανοίγματος της αγοράς. 2.4. Η εφαρμογή των οδηγιών είχε σημαντικό αντίκτυπο στην καθιέρωση υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας, οι οποίες στο παρελθόν εκπληρώνονταν κατά κύριο λόγο από δημόσιες επιχειρήσεις ή από επιχειρήσεις υποκείμενες σε καθεστώς κρατικών εκχωρήσεων, οι οποίες ήταν υπεύθυνες για την παροχή αερίου και ηλεκτρισμού. Το άνοιγμα των αγορών, σε συνδυασμό με την ιδιωτικοποίηση πολλών από αυτές τις επιχειρήσεις, υποχρέωσε τα διάφορα κράτη μέλη να καθορίσουν συγκεκριμένα ελάχιστα επίπεδα δημόσιας υπηρεσίας και να καθιερώσουν ελέγχους για την επαλήθευση της τήρησής τους. Ωστόσο, η Επιτροπή πιστεύει ότι πρέπει να υιοθετηθούν πρόσθετα μέτρα για να ενισχυθούν οι ισχύουσες διατάξεις σ' αυτό το πεδίο. 2.5. Από την άλλη πλευρά, τα περισσότερα κράτη μέλη επέλεξαν τη ρυθμιζόμενη πρόσβαση τρίτων στο δίκτυο, τον καθορισμό διαδικασιών χορήγησης αδειών για την κατασκευή νέων σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, την καθιέρωση του πλήρους διαχωρισμού των δραστηριοτήτων των φορέων διαχείρισης των δικτύων μεταφοράς και διανομής και τη σύσταση ανεξάρτητων ρυθμιστικών αρχών. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή φρονεί ότι μπορούν να καταργηθούν ορισμένες από τις διαδικασίες που είχαν προταθεί αρχικά και που δεν αναπτύχθηκαν επαρκώς από τα κράτη μέλη και ότι πρέπει να ενισχυθεί η εγγύηση της ανεξαρτησίας των φορέων διαχείρισης των δικτύων. 2.6. Ένα πρόσθετο αποτέλεσμα της διαδικασίας ανοίγματος των αγορών, που αποτελεί από μόνο του πολύ σημαντικό δείκτη του βαθμού εδραίωσης της εσωτερικής αγοράς, είναι οι εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των χωρών. Από την άποψη αυτή, οι συναλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας ανέρχονται σήμερα, σύμφωνα με τα δεδομένα της Επιτροπής, στο 8 % της συνολικής ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ποσοστό χαμηλότερο από αυτό που παρατηρείται σε άλλους τομείς και πολύ χαμηλότερο από εκείνο που θα μπορούσε να αναμένεται από μία ενοποιημένη αγορά στην Ευρώπη. Για να αυξηθεί το διεθνές εμπόριο ηλεκτρικής ενέργειας, η Επιτροπή προτείνει την έκδοση ενός κανονισμού που θα ρυθμίζει σε ευρωπαϊκό επίπεδο συγκεκριμένες πτυχές που επιδρούν αρνητικά σ' αυτές τις συναλλαγές. 2.7. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβόνας, που πραγματοποιήθηκε τον Μάρτιο του 2000, ανέθεσε στην Επιτροπή να επεξεργασθεί προτάσεις που θα επιτρέψουν την επιτάχυνση της διαδικασίας ανοίγματος, προκειμένου να επιτευχθεί το συντομότερο δυνατό μια πλήρως λειτουργική εσωτερική αγορά. 2.8. Το Ευρωπαϊκό δε Συμβούλιο της Νίκαιας, που πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβριο του 2000, υπογράμμισε στη "Δήλωση σχετικά με τις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος" ότι η εκπλήρωση της αποστολής των υπηρεσιών αυτών πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τις θεμιτές προσδοκίες των καταναλωτών και των πολιτών, οι οποίοι επιθυμούν λογικές τιμές στα πλαίσια ενός διαφανούς συστήματος τιμών και υπό ίσους όρους πρόσβαση σε υπηρεσίες ποιότητας, απαραίτητες για την οικονομική, εδαφική και κοινωνική ενσωμάτωσή τους. 2.9. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Στοκχόλμης, που πραγματοποιήθηκε στις 23 και 24 Μαρτίου 2001, επανέλαβε ότι είναι ανάγκη να ανοίξουν οι αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου "λαμβάνοντας υπόψη την απαίτηση να ικανοποιούνται οι ανάγκες των χρηστών και την ανάγκη διαφάνειας στην αγορά με κατάλληλες ρυθμίσεις". 3. Η πρόταση οδηγίας 3.1. Το έγγραφο που υποβάλλεται προς εξέταση προσδιορίζει τις ιδιαίτερες τροποποιήσεις κάθε οδηγίας. Οι τροποποιήσεις των οδηγιών 96/02/ΕΚ και 98/30/ΕΚ παρουσιάζουν, ωστόσο, μεγάλη ομοιότητα και μπορούν να χωριστούν, όπως αναφέρεται στην εισαγωγή του εγγράφου, σε ποσοτικές και σε ποιοτικές προτάσεις. 3.2. Οι ποσοτικές προτάσεις περιλαμβάνουν ένα χρονοδιάγραμμα σύμφωνα με το οποίο όλοι οι πελάτες ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, ανεξάρτητα από το μέγεθός τους, θα αποκτήσουν τη δυνατότητα να επιλέγουν ελεύθερα τον προμηθευτή τους. Έτσι, στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, όλοι οι μη οικιακοί πελάτες θα έχουν ελευθερία επιλογής από την 1η Ιανουαρίου 2003, προκειμένου να ανοιχθεί πλήρως η αγορά δύο χρόνια αργότερα. Στον τομέα του φυσικού αερίου, η προθεσμία ανοίγματος της αγοράς για τους μη οικιακούς χρήστες μετατίθεται στην 1η Ιανουαρίου 2004, διατηρείται όμως ο στόχος της 1ης Ιανουαρίου 2005 για τη δυνατότητα του συνόλου των πελατών να επιλέγουν ελεύθερα τον προμηθευτή τους. 3.2.1. Οι ποιοτικές προτάσεις, από την πλευρά τους, συνίστανται κυρίως σε δύο πτυχές: τη διαδικασία πρόσβασης τρίτων στα δίκτυα φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας και τον διαχωρισμό των δραστηριοτήτων των επιχειρήσεων αυτών των τομέων. 3.2.2. Η προτεινόμενη διαδικασία για την πρόσβαση τρίτων στα δίκτυα θεμελιώνεται σε ένα σύστημα δημοσιευόμενων και ρυθμισμένων τιμολογίων, τα οποία εφαρμόζονται σε όλους τους χρήστες των δικτύων μεταφοράς και διανομής, χωρίς διακρίσεις. Το σύστημα αυτό αντικαθιστά τις άλλες εναλλακτικές διαδικασίες που ορίζονται στις ισχύουσες οδηγίες και οι οποίες βασίζονταν στην πρόσβαση κατόπιν διαπραγματεύσεων μεταξύ της προμηθεύτριας επιχείρησης και των επιλέξιμων πελατών ή στην ύπαρξη της έννοιας του "μοναδικού αγοραστή". 3.2.3. Τα μέτρα σχετικά με τον διαχωρισμό των δραστηριοτήτων, από την πλευρά τους, αποσκοπούν στη θέσπιση ενός πλαισίου όπου η δραστηριότητα κάθε φορέα διαχείρισης δικτύου αναπτύσσεται ανεξάρτητα από τα εμπορικά συμφέροντα του ομίλου στον οποίο ανήκει. Γι' αυτό, η αρχή του διαχωρισμού των δραστηριοτήτων διευρύνεται και εφαρμόζεται πλέον σε όλους τους φορείς διαχείρισης των δικτύων, τόσο των δικτύων διανομής όσο και των δικτύων μεταφοράς της ηλεκτρικής ενέργειας και διαμετακόμισης του φυσικού αερίου, και καθορίζονται συγκεκριμένα κριτήρια που πρέπει να διέπουν τη δραστηριότητα των φορέων διαχείρισης, για να διασφαλισθεί η ανεξαρτησία της δραστηριότητάς τους σε σχέση με τον όμιλο στον οποίο ανήκουν. Η πρόταση οδηγίας καθορίζει ως προθεσμία για την εφαρμογή του διαχωρισμού των δραστηριοτήτων στα δίκτυα διανομής τον Ιανουάριο του 2003 για την ηλεκτρική ενέργεια και ένα χρόνο αργότερα για το φυσικό αέριο. 3.3. Το υπό εξέταση έγγραφο αναφέρεται εκτενώς στον ορισμό των υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας και στις ρυθμιστικές αρχές των τομέων της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου και προτείνει ορισμένες τροποποιήσεις για συγκεκριμένες διαδικασίες και, μεταξύ άλλων, εκείνη που αφορά την κατασκευή νέων εγκαταστάσεων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. 3.3.1. Ο ορισμός των υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας αναφέρει λεπτομερώς τις πτυχές που μπορούν να συμπεριληφθούν στην έννοια αυτή. Έτσι, οι σχετικές υποχρεώσεις περιλαμβάνουν σαφώς την καθολική υπηρεσία για την ηλεκτρική ενέργεια (που σημαίνει παροχή υψηλής ποιότητας ηλεκτρικής ενέργειας σε όλους τους πελάτες) και άλλες πτυχές της παροχής φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας που αφορούν την προστασία των οικιακών καταναλωτών, την οικονομική και κοινωνική συνοχή, την προστασία του περιβάλλοντος και την ασφάλεια του εφοδιασμού. 3.3.2. Η νέα οδηγία προτείνει να καθοριστούν ανεξάρτητες ρυθμιστικές αρχές εθνικού επιπέδου, που θα είναι αρμόδιες για τον καθορισμό των τιμολογίων και των συνθηκών πρόσβασης στο δίκτυο και για τη θέσπιση μηχανισμών για την αποφυγή των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού. Προτείνει, επίσης, τη δημιουργία ενός οργανισμού για την εποπτεία της ασφάλειας του εφοδιασμού σε ηλεκτρική ενέργεια και φυσικό αέριο. 3.3.3. Όσον αφορά την κατασκευή νέων σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, το νέο κείμενο προβλέπει μόνο τη διαδικασία χορήγησης αδειών, που είναι αυτή που υιοθετήθηκε στην πράξη από όλα τα κράτη μέλη, και διατηρεί τη διαδικασία πρόσκλησης προς υποβολή προσφορών μόνο ως διασφάλιση για τις περιπτώσεις όπου η δυναμικότητα που προβλέπεται βάσει της διαδικασίας χορήγησης αδειών δεν επαρκεί για να διασφαλίσει την ασφάλεια του εφοδιασμού. 3.4. Η πρόταση οδηγίας προβλέπει την κατάργηση των οδηγιών για τη διαμετακόμιση φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας(3), ώστε να μην διατηρηθούν σε ισχύ ορισμένες διαδικασίες που ενδέχεται να δημιουργήσουν σύγχυση στους διάφορους φορείς που παρεμβαίνουν στις αγορές αυτές. 4. Η πρόταση κανονισμού 4.1. Το κείμενο που καταρτίστηκε από την Επιτροπή προτείνει μέτρα προς τρεις κατευθύνσεις: - τον καθορισμό μηχανισμών αντιστάθμισης για τις διερχόμενες ροές ηλεκτρικής ενέργειας, - τον καθορισμό εναρμονισμένων αρχών για τα τέλη που βαρύνουν τη διαμεθοριακή μεταφορά, - τον καταμερισμό της διαθέσιμης δυναμικότητας διασύνδεσης μεταξύ των εθνικών δικτύων μεταφοράς. 4.2. Στο έγγραφο επισημαίνεται ότι η πραγματικότητα στα πεδία αυτά είναι πολύ ευμετάβλητη. Για το λόγο αυτό, θα πρέπει οι κανόνες του παιχνιδιού να προσαρμόζονται σε αυτήν την πραγματικότητα όσο γίνεται πιο γρήγορα, με στόχο να αποφευχθεί το ενδεχόμενο η καθυστέρηση στην έγκριση των τροποποιήσεων στο καθορισμένο πλαίσιο να προκαλέσει μελλοντικές στρεβλώσεις στην αγορά. Για το σκοπό αυτό, η πρόταση κανονισμού προβλέπει την κατάρτιση μιας σειράς κατευθυντήριων γραμμών που θα μπορούν να υιοθετηθούν και να τροποποιηθούν χωρίς να είναι αναγκαία η αλλαγή του κανονισμού. Η τροποποίηση αυτών των κατευθυντήριων γραμμών, η οποία πρέπει να γίνεται πάντοτε σύμφωνα με τις αρχές που θεσπίζονται από τον κανονισμό, θα πραγματοποιείται από την Επιτροπή ύστερα από διαβουλεύσεις με την "επιτροπή κανονισμού" που θα συγκροτηθεί από εκπροσώπους των κρατών μελών υπό την προεδρία εκπροσώπου της Επιτροπής. Η επιτροπή αυτή θα συσταθεί βάσει του άρθρου 5 (διαδικασία κανονισμού) της απόφασης 1999/468/ΕΚ σχετικά με τις διαδικασίες άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή. 4.3. Σύμφωνα με τη διαδικασία αυτή, η Επιτροπή θα επιφορτισθεί να προσδιορίσει τα βασικά στοιχεία του κανονισμού και, μεταξύ άλλων, τα εξής: την ανάθεση των αρμοδιοτήτων και τη διαδικασία που αντιστοιχεί στην καταβολή των αντισταθμίσεων για τη διέλευση της ηλεκτρική ενέργειας· τη μεθοδολογία προσδιορισμού των αντίστοιχων ποσοτήτων ηλεκτρικής ενέργειας και το κόστος που συνδέεται με τη διέλευσή της· τα κριτήρια εναρμόνισης των επιβαρύνσεων που ισχύουν για τους φορείς διαχείρισης των εθνικών δικτύων· τις μεθόδους κατανομής της διαθέσιμης δυναμικότητας διασύνδεσης και τους κοινούς κανόνες στα θέματα της ασφάλειας και της λειτουργίας των δικτύων. 4.4. Η Επιτροπή διατηρεί επίσης τη δυνατότητα προσδιορισμού των ποσών που θα πρέπει να καταβάλλονται ως αντισταθμίσεις για τη διέλευση των ροών ηλεκτρικής ενέργειας από τα υπερεθνικά δίκτυα. Γι' αυτό θα υποστηριχθεί από "συμβουλευτική επιτροπή" σύμφωνα με τη διαδικασία που θεσπίστηκε από τα άρθρο 3 "συμβουλευτική διαδικασία" της απόφασης 1999/468/ΕΚ, που θα συγκροτηθεί, όπως και η επιτροπή κανονισμού, από εκπροσώπους των κρατών μελών υπό την προεδρία εκπροσώπου της Επιτροπής. 4.5. Η πρόταση κανονισμού θεσπίζει τις θεμελιώδεις αρχές που θα πρέπει να διέπουν τις διεθνείς συναλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας και περιλαμβάνει παράρτημα που περιέχει τις κατευθυντήριες γραμμές για τη διαχείριση και τον καταμερισμό της δυναμικότητας διασύνδεσης μεταξύ των εθνικών δικτύων. Στο παράρτημα αυτό προσδιορίζονται τα κριτήρια σχετικά με τη διαχείριση της συμφόρησης των δικτύων και την πλεονασματική ικανότητα διέλευσης, με τις μακροπρόθεσμες συμβάσεις, με την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των διαχειριστών του δικτύου και με τη διαδικασία για τον πλειστηριασμό της διαθέσιμης δυναμικότητας. Οι κατευθυντήριες αυτές γραμμές βασίζονται στα κριτήρια της ελεύθερης αγοράς και της μη άσκησης διακρίσεων και αποσκοπούν επιπλέον στη μεγιστοποίηση της χρήσης των υφιστάμενων υποδομών. 5. Παρατηρήσεις γενικού χαρακτήρα 5.1. Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή επισημαίνει ότι οι προτεινόμενες πρωτοβουλίες εντάσσονται στο ευρύτερο πλαίσιο της στρατηγικής οικοδόμησης της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς, ως προς την οποία η ΟΚΕ έχει εκφράσει επανειλημμένα την υποστήριξή της, δεδομένου ότι στο σύνολό της συμβάλλει στην τήρηση των αρχών της Συνθήκης σε ό,τι αφορά την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης, του επιπέδου απασχόλησης, της ανταγωνιστικότητας, της ποιότητας ζωής και της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής. 5.2. Για το λόγο αυτό η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υποστηρίζει τις προαναφερθείσες προτάσεις, δεδομένου ότι συμμερίζεται το ενδιαφέρον της Επιτροπής να σημειωθεί πρόοδος προς μια πραγματική εσωτερική αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ως μέσου για την αύξηση του ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων, πράγμα που θα οδηγήσει σε μείωση των τιμών της ενέργειας για τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές και, συνακόλουθα, σε αύξηση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας στο σύνολο της, ενώ παράλληλα θα βελτιωθεί το επίπεδο και η ποιότητα ζωής ολόκληρου του πληθυσμού. 5.3. Ωστόσο, η εμπειρία ορισμένων κρατών, τόσο εντός όσο και εκτός των ορίων της ΕΕ, καταδεικνύει ότι η διαδικασία ανοίγματος των αγορών και η ύπαρξη μιας εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου δημιουργούν ορισμένες αβεβαιότητες και έχουν έμμεση επίδραση στο κοινωνικό και γεωγραφικό πεδίο, που αξίζει να αποτελέσει το αντικείμενο ειδικών παρατηρήσεων. Όλες οι αρχές που συνδέονται με τη διαδικασία αυτή θα πρέπει να συνεργαστούν προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της δημιουργίας μιας ενιαίας αγοράς, με την ελαχιστοποίηση των αρνητικών συνεπειών. Για τούτο, θα πρέπει να επισημανθούν οι δυσκολίες που προκύπτουν και να προταθούν λύσεις για την όσο το δυνατόν γρηγορότερη αντιμετώπισή τους. Η ΟΚΕ ευελπιστεί ότι όλα τα ζητήματα που θίγονται στην παρούσα γνωμοδότηση θα ληφθούν υπόψη κατά την κατάρτιση της επόμενης έκθεσης αξιολόγησης της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου. 5.4. Η ΟΚΕ ζητεί επίσης από την Επιτροπή να επαγρυπνήσει με ιδιαίτερη προσοχή σε ό,τι αφορά τη διαδικασία ανοίγματος των αγορών προκειμένου να επωφεληθούν πραγματικά από αυτή οι οικιακοί καταναλωτές και να αποφευχθεί η πρόκληση στρεβλώσεων του ανταγωνισμού και ιδιαίτερα προκειμένου οι προμηθεύτριες επιχειρήσεις, που προηγουμένως επωφελούνταν από την ύπαρξη, τόσο στην πράξη όσο και σε νομικό επίπεδο, μίας μονοπωλιακής κατάστασης στις εθνικές αγορές τους, να μην εκμεταλλευτούν υπερβολικά την κατάσταση, και να μην προκαλέσουν καταστάσεις κατάχρησης της δεσπόζουσας θέσης, τόσο μεμονωμένα όσο και συλλογικά. 5.5. Εξάλλου, η ΟΚΕ διαπιστώνει ότι η πρόταση οδηγίας παρουσιάζει ορισμένες εσωτερικές αντιφάσεις, δεδομένου ότι διατηρεί συστήματα και διαδικασίες που υποτίθεται ότι έχουν αντικατασταθεί και δεν αναπτύσσει προτάσεις που εξαγγέλλονται στην εισαγωγή, επαναλαμβάνει δε εκθέσεις που θα έπρεπε να είχαν ήδη εκδοθεί τη στιγμή της έγκρισης των οδηγιών ή αναφέρεται σε όρους και άρθρα που δεν εμφανίζονται στη νέα διατύπωση. Στις ειδικές παρατηρήσεις εκφράζονται συγκεκριμένες αντιρρήσεις σε σχέση με όλα αυτά. 6. Ειδικές παρατηρήσεις 6.1. Πλήρες άνοιγμα των αγορών 6.1.1. Η ΟΚΕ συμφωνεί πλήρως με την πρόταση της Επιτροπής να καταρτισθεί ένα συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, όσο το δυνατόν μικρότερης διάρκειας, ώστε όλοι οι καταναλωτές να μπορούν να επιλέγουν ελεύθερα τον προμηθευτή ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, το αργότερο από την 1η Ιανουαρίου του 2005 και μετά. 6.1.2. Το πλήρες άνοιγμα των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και αερίου θα συμβάλει στην επίλυση του προβλήματος της συνύπαρξης διαφορετικών κανόνων σε διάφορα κράτη μέλη, πράγμα που αποτελεί σήμερα πηγή στρεβλώσεων του ανταγωνισμού και παρεμποδίζει τη θέσπιση της εσωτερικής αγοράς. 6.1.3. Με το μέτρο αυτό, θα μειωθούν επίσης οι δυσχέρειες που αντιμετωπίζουν οι ΜΜΕ, που συχνά θα πρέπει να καταβάλουν περισσότερα χρήματα για τον εφοδιασμό σε φυσικό αέριο και ηλεκτρική ενέργεια από ό,τι οι επιχειρήσεις μεγαλύτερων διαστάσεων, δεδομένου ότι οι τελευταίες μπορούν, στο πλαίσιο της κατάστασης που επικρατεί σήμερα ως προς το άνοιγμα των αγορών, να αλλάζουν ευκολότερα προμηθευτή. 6.1.4. Υπό την έννοια αυτή, θα πρέπει να υιοθετηθούν μέτρα για να αποτραπεί το ενδεχόμενο η επιτάχυνση της διαδικασίας ανοίγματος των αγορών να προκαλέσει ακόμη μεγαλύτερη απώλεια απασχόλησης στις επιχειρήσεις των ενδιαφερόμενων τομέων. 6.2. Προστατευτικά μέτρα για τη διασφάλιση μιας ικανοποιητικής προσφοράς 6.2.1. Η ΟΚΕ εκφράζει την ανησυχία της όσον αφορά τα προβλήματα που έχουν εμφανιστεί σε ορισμένες περιοχές του κόσμου, και για παράδειγμα στη Καλιφόρνια, όπου έχει αρχίσει μια διαδικασία φιλελευθεροποίησης που παρουσιάζει σοβαρές ελλείψεις με συνέπεια τη σημαντική υποβάθμιση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών στους χρήστες καθώς και τη σημαντική αύξηση των τελικών τιμών καταναλωτή. Μολονότι αναγνωρίζεται ότι πρόκειται για διαφορετικές διαδικασίες, η διαδικασία ανοίγματος της αγοράς στο ευρωπαϊκό πλαίσιο θα πρέπει να υλοποιηθεί με παράλληλη άντληση διδαγμάτων από τα σφάλματα που έχουν γίνει αλλού και με την υιοθέτηση όλων των αναγκαίων μέτρων προκειμένου να αποφευχθεί η εμφάνιση καταστάσεων ανεπάρκειας εφοδιασμού ή τεχνητών εντάσεων στις τιμές. 6.2.2. Συνεπώς, η ΟΚΕ δέχεται με ικανοποίηση τα μέτρα που προτείνονται από την Επιτροπή για τη θέσπιση προστατευτικών μέτρων προκειμένου να αποσοβηθεί ο κίνδυνος εμφάνισης αυτού του τύπου προβλημάτων. Τα περισσότερα από τα εν λόγω μέτρα περιλαμβάνονται στο Πράσινο Βιβλίο για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, ως προς το οποίο η ΟΚΕ(4) έχει ήδη εκφράσει την υποστήριξή της. Στο ίδιο πλαίσιο, η προτεινόμενη οδηγία προβλέπει τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων όπως η ανάθεση στις ανεξάρτητες ρυθμιστικές αρχές της εποπτείας όσον αφορά την ισορροπία μεταξύ της προσφοράς και της ζήτησης, και η διατήρηση του συστήματος προσκλήσεων για την υποβολή προσφορών για τους σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, στις περιπτώσεις που δεν έχει επιτευχθεί η απαραίτητη δυναμικότητα παραγωγής, ή η ανάθεση στους διαχειριστές των δικτύων της ευθύνης της συντήρησης και της ανάπτυξής τους. 6.2.3. Η ύπαρξη αποθέματος δυναμικότητας είναι ζωτική για τη λειτουργία του ηλεκτρικού συστήματος. Ωστόσο, αυτή η πλεονασματική δυναμικότητα έχει κόστος που θα πρέπει να το υποστεί το σύνολο του συστήματος, τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και, ενδεχομένως, μέσω κοινοτικού προγράμματος. Η επίτευξη μιας πραγματικής εσωτερικής αγοράς στην οποία οι διεθνείς συναλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας θα φθάνουν τις ενδεικνυόμενες ποσότητες, θα επιτρέψει να βελτιστοποιηθεί σε ευρωπαϊκή κλίμακα το επίπεδο του αναγκαίου αποθέματος δυναμικότητας. 6.3. Διαχωρισμός δραστηριοτήτων 6.3.1. Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή κρίνει θετική την εμβάθυνση που προβλέπεται στην πρόταση σχετικά με το διαχωρισμό των δραστηριοτήτων των επιχειρήσεων των τομέων της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου, με την ενσωμάτωση της απαίτησης να έχουν οι διαχειριστές των δικτύων μεταφοράς ανεξαρτησία έναντι των άλλων δραστηριοτήτων του ομίλου επιχειρήσεων στον οποίο ανήκουν και με τη λεπτομερή περιγραφή των προϋποθέσεων που θα πρέπει να πληρούν οι διαχειριστές των δικτύων προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η ανεξαρτησία αυτή είναι πραγματική. 6.3.2. Ωστόσο, τα μέτρα αυτά θα πρέπει να είναι ανάλογα με το στόχο που επιδιώκεται έτσι ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να συνεπάγονται υπερβολικά διοικητικά βάρη για τους οικονομικούς παράγοντες. 6.4. Υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας 6.4.1. Η ΟΚΕ επιθυμεί να εκφράσει την ικανοποίησή της όσον αφορά την άποψη της Επιτροπής σύμφωνα με την οποία η εμβάθυνση της εσωτερικής αγοράς συμβιβάζεται με την επίτευξη των στόχων δημόσιας υπηρεσίας, όπως επανειλημμένα έχει δηλώσει μετά τη γνωμοδότησή της του 1993(5). 6.4.2. Για το λόγο αυτό, εκφράζει την ικανοποίησή της για το ότι η υποβαλλόμενη πρόταση θεωρεί ότι η υλοποίηση ορισμένων στόχων δημόσιας υπηρεσίας αποτελεί ουσιαστική προϋπόθεση για την Επιτροπή στον τομέα αυτό και ότι θα πρέπει να γίνουν πιο συγκεκριμένες οι εγγυήσεις που συνδέονται με τους στόχους αυτούς, που έχουν σχέση με την ικανοποίηση των χρηστών, την προστασία του περιβάλλοντος και την οικονομική και κοινωνική συνοχή, χωρίς να παραγνωρισθεί η υποχρέωση καθολικής παροχής ηλεκτρικής ενέργειας. Ωστόσο, η ΟΚΕ επιθυμεί να αποσαφηνισθεί ότι στόχος επίσης της οδηγίας είναι η καθιέρωση δημόσιων υπηρεσιών παροχής ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου που όχι μόνον θα εξασφαλίζουν ένα υψηλό επίπεδο ποιότητας και ανταγωνιστικές τιμές αλλά ταυτόχρονα θα συμβάλλουν και στη βελτίωση της υγείας, στην ασφάλεια του εφοδιασμού και στην οικονομική ευημερία των ευρωπαίων πολιτών. 6.4.3. Η ΟΚΕ θεωρεί ότι η επίτευξη των βασικών στόχων της δημόσιας υπηρεσίας θα πρέπει να συνοδευτεί από την υιοθέτηση διατάξεων προκειμένου να διασφαλιστεί ένα υψηλό επίπεδο προστασίας των οικιακών καταναλωτών (με ειδικά μέτρα για τους πιο ευάλωτους). Για το λόγο αυτό θεωρεί ότι θα πρέπει να θεσπιστούν κοινωνικά μέτρα για τις ευάλωτες ομάδες, προκειμένου να μπορέσουν να επωφεληθούν από την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου σε δίκαιες τιμές. 6.4.4. Επίσης, θεωρεί απαραίτητο τον καθορισμό ελάχιστων προϋποθέσεων για τις συμβάσεις και τη διαφάνεια των πληροφοριών, όπως επίσης και διαφανών και προσιτών μηχανισμών επίλυσης των διαφορών. Γι' αυτό η ΟΚΕ επαναλαμβάνει ότι έχει σημασία τα όργανα επίλυσης των διαφορών να πληρούν τα κριτήρια της σύστασης 98/257/ΕΚ(6) και να χρησιμοποιούν, στο μέτρο του δυνατού, το "ευρωπαϊκό έντυπο προσφυγής" που έχει καταρτιστεί από την Επιτροπή. Θα ήταν σκόπιμο επίσης, προκειμένου να βελτιωθεί η ποιότητα ζωής των οικιακών καταναλωτών, να καθιερώσει η Επιτροπή, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, "τυποποιημένα στοιχεία επιβάρυνσης"(7). 6.4.5. Από την άλλη πλευρά, η πρόταση λαμβάνει υπόψη τα βήματα προόδου που συμπεριλάμβαναν οι οδηγίες ήδη στην αρχική τους διατύπωση. Στα πλαίσια αυτά, διατηρούνται οι εξαιρέσεις που προβλέπονται όσον αφορά την προτίμηση που θα πρέπει να δίνεται στην ενσωμάτωση στο ηλεκτρικό δίκτυο της ενέργειας που προέρχεται από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειες, από κατάλοιπα ή από εγκαταστάσεις συμπαραγωγής. Θα πρέπει ωστόσο να διατηρηθούν τα συστήματα χορήγησης ενισχύσεων στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπως άλλωστε προβλέπεται από την υφιστάμενη οδηγία για την προώθηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, προκειμένου ο εν λόγω τρόπος παραγωγής ενέργειας να παραμείνει ανταγωνιστικός στο πλαίσιο μίας απελευθερωμένης αγοράς, υπό την έννοια που διατυπώνεται στη γνωμοδότηση της ΟΚΕ(8). 6.4.6. Η κατάλληλη συντήρηση των δικτύων είναι πρωταρχικής σημασίας προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέχιση και η ποιότητα της υπηρεσίας, και να καταστεί παράλληλα δυνατή η μείωση των απωλειών ενέργειας που προκύπτουν κατά τη διάρκεια της μεταφοράς και της διανομής. Η ΟΚΕ θεωρεί ότι η βασική αρχή, που περιέχεται στην πρόταση οδηγίας, και έγκειται στην ανάθεση στους διαχειριστές του δικτύου της ευθύνης για τη συντήρησή τους, θα πρέπει να οριστεί με μεγαλύτερη σαφήνεια και ακρίβεια κατά τη μεταγραφή της οδηγίας στις εθνικές νομοθεσίες. Για το σκοπό αυτό, πρέπει να υπάρχουν τέτοια επίπεδα επενδύσεων ώστε οι διαχειριστές των δικτύων να καλύπτουν τις οικονομικές προϋποθέσεις των χρηστών με στόχο την παροχή της απαραίτητης υποδομής προκειμένου να επιτευχθούν τα συμφωνημένα επίπεδα ασφάλειας του εφοδιασμού σε ανταγωνιστικά επίπεδα. 6.4.7. Περιφερειακή και κοινωνική συνοχή 6.4.7.1. Σε ό,τι αφορά την περιφερειακή συνοχή, που έχει τεράστια σημασία για την ύπαρξη ακριβώς της Ένωσης, θα ήταν σκόπιμο να μελετηθούν με εμπεριστατωμένο τρόπο οι συνέπειες που μπορούν να προκύψουν από τη δημιουργία της εσωτερικής αγοράς στις λιγότερο ανεπτυγμένες, στις απομονωμένες, στις νησιωτικές και στις εξόχως απόκεντρες περιοχές. 6.4.7.2. Σε ορισμένες από τις περιοχές αυτές, και λόγω των διαστάσεών τους, είναι απίθανο να μπορέσει ο ανταγωνισμός να έχει ευεργετική επίδραση στους οικιακούς καταναλωτές και συνεπώς οι περιοχές αυτές θα υποχρεωθούν, ενδεχομένως, να διατηρήσουν τιμές ενέργειας σαφώς υψηλότερες από τις αντίστοιχες που θα ισχύουν στις κεντρικές περιοχές της Ευρώπης που έχουν μεγαλύτερη πυκνότητα πληθυσμού και όπου το κόστος υποδομής ανά μονάδα παρεχόμενης ενέργειας είναι χαμηλότερο. Αυτό θα δημιουργήσει άκρως δυσμενείς συνθήκες ανταγωνισμού, ενώ οι τελικοί καταναλωτές, που είναι συνηθισμένοι από την αρχή της παροχής σε σχεδόν όμοιες τιμές, θα έχουν την αίσθηση ότι πλήττονται σε σχέση με άλλους στο εσωτερικό του κάθε κράτους μέλους. 6.4.7.3. Για να αποφευχθεί η ανισορροπία αυτή, θα πρέπει να θεσμοθετηθούν μηχανισμοί αντιστάθμισης σε εθνική κλίμακα, που θα βασίζονται σε αντικειμενικά, μόνιμα και συμβατά κριτήρια σε σχέση με το σύστημα ενισχύσεων του κράτους σε κοινοτικό επίπεδο. Επιπλέον, όπως είχε αναφέρει η ΟΚΕ στη γνωμοδότησή της για την κοινή ενεργειακή πολιτική του 1993, μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα διαρθρωτικού χαρακτήρα ταμεία για να αντισταθμίσουν σε ένα πρώτο χρόνο το πρόσθετο κόστος που συνδέεται με την ανάπτυξη των υποδομών αυτών, πράγμα που θα μειώσει αισθητά το επίπεδο της αντιστάθμισης που είναι αναγκαίο κατά τη διάρκεια της λειτουργίας των εγκαταστάσεων αυτών. 6.4.7.4. Η οδηγία 96/92/ΕΚ προβλέπει ήδη μια διαδικασία για τα απομονωμένα ηλεκτρικά δίκτυα μικρών διαστάσεων, σύμφωνα με την οποία τα κράτη μέλη μπορούν να ζητήσουν να επωφεληθούν από ορισμένες εξαιρέσεις όσον αφορά την εφαρμογή της οδηγίας, όταν μπορούν να αποδείξουν ότι έχουν εμφανιστεί σημαντικά προβλήματα σ' αυτά τα δίκτυα. Η ΟΚΕ κρίνει ότι θα πρέπει να μπορεί να γίνεται προσφυγή στο μηχανισμό εξαίρεσης πριν από την εμφάνιση των καταστάσεων ανισορροπίας, ύστερα από προηγούμενη κοινοποίηση στην Επιτροπή, η οποία έτσι κι αλλιώς θα ελέγξει το συμβατό της καταστάσεως με το κοινοτικό δίκαιο. 6.4.7.5. Σε ό,τι αφορά το φυσικό αέριο, η οδηγία 98/30/ΕΚ προβλέπει επίσης διαδικασία εξαίρεσης, η οποία όμως στην περίπτωση αυτή προορίζεται για τις αναπτυσσόμενες αγορές, των οποίων ο ορισμός ισχύει αποκλειστικά για τα κράτη στα οποία η πρώτη παροχή φυσικού αερίου πραγματοποιήθηκε πριν από λιγότερα από δέκα χρόνια. Θα πρέπει να διευρυνθεί ο ορισμός αυτός προκειμένου να συμπεριλάβει τις απομονωμένες περιοχές όπου η παροχή φυσικού αερίου άρχισε πριν από την εν λόγω περίοδο. 6.4.7.6. Η ΟΚΕ θεωρεί ότι η εδραίωση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να αποτελέσει ανασχετικό παράγοντα στην πρόοδο που έχει σημειωθεί σε σχέση με την επίτευξη των στόχων της ενίσχυσης της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής στις λιγότερο ευνοημένες περιφέρειες της Κοινότητας. 6.4.8. Προκειμένου να αποφευχθεί η ύπαρξη διαφορών μεταξύ των νομοθετικών διατάξεων των κρατών μελών στα θέματα που σχετίζονται με την έννοια της δημόσιας υπηρεσίας στους τομείς της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου οι οποίες νοθεύουν τις συνθήκες ανταγωνισμού και προκαλούν στρεβλώσεις που θα πρέπει να εξαλειφθούν, είναι σκόπιμο να αντιμετωπίσει η Επιτροπή το ενδεχόμενο κατάρτισης ειδικού κανονισμού που να εναρμονίζει τα δικαιώματα των χρηστών (και ιδιαίτερα των επιχειρήσεων) και τις υποχρεώσεις των επιχειρήσεων διανομής ενέργειας με στόχο την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. 6.4.9. Επιπτώσεις στο περιβάλλον 6.4.9.1. Το περιβάλλον φαίνεται να είναι ένα από τα πεδία που θα επηρεαστούν περισσότερο από την εφαρμογή της διαδικασίας ανοίγματος της αγοράς, παρά το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη έχουν προβεί στην υιοθέτηση μέτρων για τη μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της παραγωγής και της κατανάλωσης ενέργειας. Μεταξύ των εν λόγω μέτρων θα πρέπει να αναφερθούν αυτά που προορίζονται για την αντιμετώπιση των κλιματολογικών μεταβολών μέσω της προώθησης της χρήσης ενέργειας που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές και της ενεργειακής απόδοσης. 6.4.9.2. Εάν η ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς οδηγήσει σε μείωση της τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου, πιθανότατα θα προκύψει αύξηση της κατανάλωσης. Οι βελτιώσεις στα θέματα της αποτελεσματικότητας του συστήματος που θα προκύψουν από το άνοιγμα του τομέα στον ανταγωνισμό δύσκολα θα μπορέσουν να αντισταθμίσουν την αύξηση της κατανάλωσης ενέργειας, με ενδεχόμενο τελικό αποτέλεσμα την αύξηση της κατανάλωσης πρωτογενούς ενέργειας. Η κατάσταση αυτή θα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των ρυπαντικών εκπομπών και τη μείωση της πιθανότητας επίτευξης των στόχων του Κιότο. 6.4.9.3. Θα πρέπει να υιοθετηθούν επείγοντα μέτρα, όπως αυτά που υιοθετεί η Επιτροπή με την οδηγία για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων ή με το πρόγραμμα SAVE, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο, για να προωθηθεί η αποτελεσματική χρήση της ενέργειας και να αντισταθμιστεί έτσι η πιθανή αύξηση της ζήτησης. Μία πιθανή λύση θα ήταν η επαναδιοχέτευση των οικονομιών που θα επιτευχθούν στα πλαίσια της διαδικασίας φιλελευθεροποίησης προς το πρόγραμμα SAVE ή προς νέα προγράμματα διαχείρισης της ζήτησης, εκπαίδευσης και κατάρτισης των οικιακών καταναλωτών και μείωσης των ενεργειακών διαδικασιών, και μια άλλη πιθανή λύση θα ήταν η διεύρυνση του προγράμματος SAVE ή η κατάρτιση νέων προγραμμάτων. 6.4.9.4. Η αναγκαία ενίσχυση της ικανότητας μεταφοράς που θα επιτρέψει την αύξηση των διεθνών συναλλαγών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου θα έχει επιπτώσεις στο περιβάλλον, οι οποίες θα πρέπει να ελαχιστοποιηθούν, προκειμένου να αντιμετωπισθεί η αυξανόμενη αντίδραση εκ μέρος των πολιτών, ειδικότερα όταν αφορούν ζώνες που αποτελούν αντικείμενο ειδικής προστασίας από την άποψη του περιβάλλοντος. 6.5. Η επίδραση στην απασχόληση στους τομείς της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου 6.5.1. Η ΟΚΕ επιθυμεί να εκφράσει την ανησυχία της όσον αφορά τη διεργασία κατάργησης θέσεων απασχόλησης που πλήττει τους τομείς της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου, λόγω της απελευθέρωσης των αγορών και της τάσεως των επιχειρήσεων προς την ανάθεση υπεργολαβιών και την εξωτερίκευση ορισμένων δαπανών. 6.5.2. Αυτή η κατάσταση καταδεικνύει ότι το κόστος του ανοίγματος στον ανταγωνισμό θα αναληφθεί κατά κύριο λόγο από τους εργαζομένους των επιχειρήσεων των τομέων αυτών, χωρίς να έχει αποδειχθεί ότι η άμεση απασχόληση που δημιουργείται στις νέες δραστηριότητες που συνδέονται με το άνοιγμα της αγοράς αντισταθμίζει πλήρως τις απώλειες που σημειώνονται στις παραδοσιακές επιχειρήσεις. Για να γίνει αποδεκτή η διαδικασία της απορύθμισης από τους εργαζομένους του τομέα θα πρέπει να προβλεφθεί η θέσπιση ενός συστήματος κοινωνικής ασφάλειας στα πλαίσια του οποίου να λαμβάνονται καινοτόμα μέτρα. Επίσης, θα πρέπει να εξασφαλισθεί η σταθερότητα της οικονομικής κατάστασης των εργαζομένων που έχουν απωλέσει τη θέση απασχόλησής τους. Επιπλέον, θα πρέπει να προβλεφθεί η εφαρμογή συστημάτων συνεχούς κατάρτισης στον τομέα και αποτελεσματικών πολιτικών διατήρησης βάσεων δεδομένων σχετικά με την κατάσταση που επικρατεί στην αγορά εργασίας. 6.5.3. Το πιθανό πρόβλημα της απώλειας θέσεων απασχόλησης στους τομείς αυτούς λαμβάνει τέτοιες διαστάσεις ώστε κρίνεται σκόπιμο να ληφθεί υπόψη κατά την κατάρτιση των διαφόρων εθνικών προγραμμάτων υπέρ της απασχόλησης. Αυτό θα επιτρέψει την ανάληψη δράσεων που θα αποβλέπουν στην ελαχιστοποίηση των συνεπειών του φαινομένου αυτού, κυρίως εάν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι ένα μη αμελητέο τμήμα των θέσεων απασχόλησης που χάνονται ήταν θέσεις ατόμων με υψηλό επίπεδο κατάρτισης και προσόντων, των οποίων η εμπειρία μπορεί να αξιοποιηθεί σε άλλα πεδία. 6.5.4. Σε κάθε περίπτωση, οι διαδικασίες απελευθέρωσης θα πρέπει να συνοδευτούν από ένα πλαίσιο πρόβλεψης, ενώ θα πρέπει να εφαρμοστούν οι βέλτιστες πρακτικές ενημέρωσης, διαβούλευσης, συμμετοχής και κατάρτισης των εργαζομένων ώστε να καταστεί δυνατή η κατάλληλη απορρόφηση του πλεονάζοντος εργατικού δυναμικού. 6.5.5. Η ΟΚΕ ζητεί από την Επιτροπή να δράσει προκειμένου να αντιμετωπιστεί η κατάσταση αυτή και να καταρτίσει, στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της, την ενδεικνυόμενη στρατηγική προκειμένου, κατά τις διαδικασίες ανοίγματος των αγορών, να υιοθετηθούν κοινοτικά μέτρα που να έχουν ως στόχο την ανάπτυξη μίας συντονισμένης στρατηγικής για τη διασφάλιση ενός υψηλού επιπέδου απασχόλησης. 6.6. Η επίδραση στις υποψήφιες χώρες 6.6.1. Η ΟΚΕ εκφράζει επίσης πολλές επιφυλάξεις όσον αφορά τις επιπτώσεις της απελευθέρωσης των αγορών ενέργειας στις χώρες που σε λίγο θα αποτελέσουν τμήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 6.6.2. Οι τομείς της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου στις υποψήφιες χώρες χαρακτηρίζονται, σε γενικές γραμμές, από υψηλό επίπεδο υποστήριξης και παρέμβασης των δημόσιων αρχών καθώς και από πολύ λίγο ανταγωνιστικές υποδομές και μεθόδους διαχείρισης. 6.6.2.1. Η άμεση συνέπεια αυτής της κατάστασης θα είναι η ισχυρή μείωση της απασχόλησης στις επιχειρήσεις των τομέων αυτών, πράγμα που θα προκαλέσει δυσβάστακτες κοινωνικές εντάσεις στις υποψήφιες χώρες, και ιδιαίτερα στις χώρες που δεν διαθέτουν ένα σύστημα κοινωνικής ασφάλειας παρόμοιο με το σύστημα που υπάρχει στα κράτη μέλη. 6.6.2.2. Για το λόγο αυτό, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να παράσχει στις χώρες αυτές τη δυνατότητα να επωφεληθούν από τις εμπειρίες που έχουν αποκτηθεί κατά τη διαδικασία απελευθέρωσης που εξελίσσεται στην Ευρώπη και να συμβάλει οικονομικά στον εκσυγχρονισμό των επιχειρήσεων. Θα πρέπει συνεπώς να προσαρμοστεί το άνοιγμα των νέων αγορών στην αναδιάρθρωση των ενεργειακών κλάδων τους, προκειμένου οι υποψήφιες χώρες να είναι σε θέση να συμμετάσχουν στον ανταγωνισμό σε ισότιμη βάση. 6.7. Εθνικές ρυθμιστικές αρχές 6.7.1. Μπορεί να ελπίζεται ότι η συγκρότηση εθνικών ρυθμιστικών αρχών σε όλα τα κράτη μέλη και η ανάθεση σ' αυτές της αρμοδιότητας καθορισμού και έγκρισης των τελών για την πρόσβαση τρίτων στο δίκτυο προϋποθέτει τη διασφάλιση της διαφάνειας και της μη άσκησης διακρίσεων, για το λόγο δε αυτό η ΟΚΕ τάσσεται υπέρ της συγκρότησής τους. Με κάθε επιφύλαξη, πρέπει να αναμένονται με τεταμένη την προσοχή τα αποτελέσματα της έκθεσης που θα υποβληθεί στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Βαρκελώνης. 6.7.2. Η χρησιμότητα των εν λόγω αρχών επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι σε όλες σχεδόν τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης δημιουργήθηκαν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, πράγμα που επιτρέπει να υπάρξει "εκ των προτέρων" δράση, και, σε ορισμένες περιπτώσεις, δράση πρωτοβουλίας, αντίθετα με άλλους τύπους οργανισμών που παρεμβαίνουν μόνο από τη στιγμή που έχει πραγματοποιηθεί η παράβαση. 6.7.3. Οι λειτουργίες που με βάση την πρόταση οδηγίας ανατίθενται στις ρυθμιστικές αρχές είναι ευρύτατες, από τη στιγμή που, εκτός από τον καθορισμό ή την έγκριση των τελών πρόσβασης στο δίκτυο, περιλαμβάνουν και τη διασφάλιση της τήρησης των υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας από τις επιχειρήσεις και τη διαχείριση της συμφόρησης των δικτύων σε εθνική κλίμακα. 6.7.4. Ωστόσο, θα πρέπει οι αρχές αυτές να λειτουργούν με πιο διαφανή και δημοκρατικό τρόπο, επιτρέποντας τη συμμετοχή διαφόρων ενδιαφερόμενων παραγόντων των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου (καταναλωτών, εργαζομένων και επιχειρήσεων) στη διαδικασία λήψεως αποφάσεων. 6.7.5. Η ΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας και ζητεί από την Επιτροπή, στο μέλλον, και λαμβανομένης υπόψη της εμπειρίας που θα αποκτηθεί από τη λειτουργία του, να εξετάσει το ενδεχόμενο μετατροπής του εν λόγω Συμβουλίου σε Ευρωπαϊκή Υπηρεσία ή παρόμοιο οργανισμό που θα είναι αρμόδιος για θέματα που άπτονται της διεθνούς μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου. 6.8. Επίδραση στους καταναλωτές και τις ΜΜΕ 6.8.1. Η δημιουργία της εσωτερικής αγοράς ενέργειας δεν ωφέλησε τους οικιακούς καταναλωτές και τις ΜΜΕ τόσο όσο τις μεγάλες επιχειρήσεις. Όπως αναφέρθηκε προηγούμενα, αυτή η κατάσταση είναι ιδιαίτερα σημαντική στη μεταβατική περίοδο παροχής ελεύθερης πρόσβασης στον προμηθευτή, η οποία θα είναι επιζήμια για το ανταγωνιστικό επίπεδο των ΜΜΕ. 6.8.2. Η ΟΚΕ κρίνει ότι, για να αντισταθμιστούν οι διαφορές αυτές, θα πρέπει να ενθαρρυνθεί η δημιουργία κοινών οργανώσεων διαχείρισης της αγοράς των ΜΜΕ και των οικιακών καταναλωτών. Οι οργανώσεις αυτές μπορούν να διαπραγματευθούν, εξ ονόματος του συνόλου των πελατών τους, σύμβαση-πλαίσιο με διαφορετικούς προμηθευτές, πράγμα που θα επιτρέψει στους προμηθευτές να αποφύγουν τις ατομικές διαπραγματεύσεις με τον κάθε πελάτη και στους πελάτες να επωφεληθούν από καλύτερες συνθήκες παροχής. 6.8.3. Στα πλαίσια αυτά θα πρέπει επίσης να υπάρξουν ευέλικτοι και διαφανείς μηχανισμοί ρύθμισης των διενέξεων μεταξύ των εταιρειών που είναι προμηθευτές και των εταιρειών που είναι πελάτες. 6.9. Συστήματα πρόσβασης στο δίκτυο 6.9.1. Η ύπαρξη διαφορετικών διαδικασιών πρόσβασης στα δίκτυα στα διάφορα κράτη μέλη μπορεί να προκαλέσει καταστάσεις ανισορροπίας σε ό,τι αφορά την αμοιβαία πρόσβαση των επιχειρήσεων των διαφόρων χωρών στα εθνικά δίκτυα. 6.9.2. Τα περισσότερα κράτη μέλη υιοθέτησαν το σύστημα της ρυθμιζόμενης πρόσβασης με δημοσιοποιημένα τέλη επειδή, κατά τη γνώμη των κρατών μελών, αποτελεί το καλύτερο μέσο διασφάλισης της ελευθερίας πρόσβασης και αποφυγής των νοθεύσεων του ανταγωνισμού και του ενδεχόμενου κατάχρησης της δεσπόζουσας θέσης. Η αντιμετώπιση των εν λόγω τελών ως ανωτάτων τιμών μπορεί να συμβάλει στο να ξεπεραστεί η δυσπιστία που επιδεικνύεται σε ορισμένα κράτη μέλη. Ωστόσο, μέχρι στιγμής, δεν έχει υπάρξει καμία αξιολόγηση των δυνατοτήτων των υφιστάμενων συστημάτων ή του πραγματικού ανταγωνισμού στα διάφορα κράτη μέλη. Για το λόγο αυτό, ανατέθηκε στην Επιτροπή να προβεί, κατά τη διάρκεια της Διάσκεψης Κορυφής της Βαρκελώνης, στην παρουσίαση έκθεσης συγκριτικής αξιολόγησης. 6.9.3. Η ΟΚΕ κρίνει ότι η πρόταση της Επιτροπής για καθιέρωση ενιαίου συστήματος πρόσβασης στα δίκτυα που να βασίζεται σε δημοσιοποιημένα τέλη προϋποθέτει την πρόοδο της εναρμόνισης στον τομέα αυτό. Η ΟΚΕ υποστηρίζει ωστόσο κάθε τύπο συστήματος πρόσβασης τρίτων στο δίκτυο, υπό την προϋπόθεση ότι θα είναι ουδέτερο, διαφανές, ισότιμο και δεν θα εισάγει διακρίσεις. 6.9.4. Ωστόσο, είναι αναγκαίο να ληφθούν μέτρα για να διασφαλιστεί πραγματικά ότι η πρόσβαση στο δίκτυο πραγματοποιείται υπό συνθήκες που δεν συνεπάγονται διακρίσεις. Μεταξύ των μέτρων αυτών θα πρέπει να προβλεφθεί κυρίως προθεσμία απάντησης στο αίτημα πρόσβασης, καθώς και ευέλικτοι μηχανισμοί ρύθμισης των διενέξεων που ενδέχεται να υπάρξουν. 6.10. Πτυχές που αφορούν τον ανταγωνισμό 6.10.1. Η διαδικασία εδραίωσης της εσωτερικής αγοράς έχει, σε πολλές περιπτώσεις, ως αποτέλεσμα την κατάργηση των εθνικών μονοπωλίων και την απορύθμιση των διαφόρων τομέων με στόχο τη δημιουργία μίας αγοράς στο πλαίσιο της οποίας ο ανταγωνισμός των επιχειρήσεων θα ασκείται υπό ίσους όρους. 6.10.2. Η αναζήτηση ωστόσο νέων αγορών και η επιδίωξη της πραγματοποίησης οικονομιών κλίμακας είναι πιθανόν να οδηγήσει στην ενίσχυση του φαινομένου της συγκέντρωσης των επιχειρήσεων και στην εξαφάνιση των μικρών επιχειρήσεων, πολλές από τις οποίες είναι δημοτικές. Κατά τον τρόπο αυτό, υπάρχει κίνδυνος να βρεθεί η ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου υπό τον έλεγχο ενός μικρού αριθμού μεγάλων επιχειρήσεων οι οποίες, στην πραγματικότητα, ασκούν τη δραστηριότητά τους εντός των αντίστοιχων ζωνών επιρροής τους, στρεβλώνοντας τον ανταγωνισμό μέσω της κατάχρησης της δεσπόζουσας θέσης της αγοράς, μεμονωμένης ή συλλογικής, που κατέχουν. 6.10.3. Σε παρόμοιες περιπτώσεις, που ισοδυναμούν με μονοπωλιακές καταστάσεις, και παρά το γεγονός ότι θα βρισκόμαστε σε ένα πλαίσιο ανοικτής και απορυθμισμένης αγοράς, οι επιχειρήσεις είναι πιθανόν να επιδιώξουν την μεγιστοποίηση των κερδών τους, μειώνοντας την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχουν και αυξάνοντας τις τιμές. Μία τέτοια εξέλιξη θα έχει ιδιαίτερα αρνητικές συνέπειες τόσο για την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας όσο και, γενικά, για όλους τους καταναλωτές. 6.10.4. Για να αποφευχθεί η δημιουργία μίας παρόμοιας κατάστασης, οι αρμόδιες για τον ανταγωνισμό αρχές, τόσο σε εθνικό όσο και σε κοινοτικό επίπεδο, θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικές ώστε, τόσο τα φαινόμενα συγκέντρωσης των επιχειρήσεων όσο και οι καταστάσεις κατάχρησης της μεμονωμένης ή συλλογικής δεσπόζουσας θέσης που κατέχουν στην αγορά, να παύσουν να αποτελούν παραβίαση των αρχών που διέπουν μία ανοικτή και ελεύθερη στον ανταγωνισμό οικονομία της αγοράς. 6.11. Ειδικές παρατηρήσεις σχετικά με την πρόταση κανονισμού 6.11.1. Η πρόταση κανονισμού που υποβάλλεται από την Επιτροπή έχει ως στόχο να δώσει ώθηση στις διεθνείς συναλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας και να θεσπίσει το πλαίσιο που είναι αναγκαίο για τη ρύθμισή τους. 6.11.2. Η ΟΚΕ κρίνει επίσης ότι είναι αναγκαίο να ληφθούν μέτρα για την αύξηση των διεθνών συναλλαγών ηλεκτρικής ενέργειας και θεωρεί ότι η υπό εξέταση πρόταση κανονισμού είναι ένα καλό μέσον για να επιτευχθεί αυτό. Οι αρχές που καθορίζονται στην πρόταση κανονισμού είναι ορθές και θα συμβάλουν στην αντιμετώπιση ορισμένων πτυχών του προβλήματος που είναι θεμελιώδεις προκειμένου να υπάρξει σημαντική αύξηση του όγκου διεθνών συναλλαγών ηλεκτρικής ενέργειας, στην περίπτωση που τεθούν σε εφαρμογή ταυτόχρονα με την τροποποίηση της οδηγίας. Σε αντίθετη περίπτωση, θα μπορούσε να προκληθεί νόθευση του ανταγωνισμού και να υπάρξουν σοβαρές στρεβλώσεις λόγω του διαφορετικού βαθμού ανοίγματος των διαφόρων αγορών. 6.11.3. Ωστόσο, η τόσο ευρεία προσφυγή στις διατάξεις των άρθρων 3 και 5 της απόφασης 1999/468/ΕΚ οδηγεί στο να ανατίθενται στην Επιτροπή αρμοδιότητες που είναι πολύ ανώτερες από τις σχετικές αρμοδιότητες που διαθέτει. Ο λόγος γι' αυτή την εκχώρηση εξουσίας είναι ίσως η τεχνική πολυπλοκότητα των αποφάσεων που πρέπει να ληφθούν και η αναγκαιότητα προσαρμογής με αποτελεσματικό τρόπο των κανόνων στις νέες καταστάσεις που μπορούν να δημιουργηθούν. 6.11.4. Η ΟΚΕ κρίνει ότι είναι αναγκαίο να εκχωρηθούν οι αρμοδιότητες αυτές στην Επιτροπή, μολονότι θεωρεί ότι αυτή η εκχώρηση θα πρέπει να αφορά μόνο τη δυνατότητα τροποποίησης των κατευθυντήριων γραμμών και των κανόνων που έχουν προηγουμένως συμπεριληφθεί στον κανονισμό και εγκριθεί, και όχι τη δυνατότητα προσδιορισμού τους στο περιθώριο της νομοθετικής διαδικασίας. 6.11.5. Με την έννοια αυτή, η ΟΚΕ ζητεί από την Επιτροπή να λάβει η σημερινή πρόταση κανονισμού υπόψη την αρχή της επικουρικότητας και να δοθούν εξηγήσεις σχετικά με τα εξής: - το εν λόγω ζήτημα περιλαμβάνει υπερεθνικές πτυχές που δεν μπορούν να ρυθμιστούν με ικανοποιητικό τρόπο μέσω της παρέμβασης των κρατών μελών· - οι δράσεις των κρατών μελών από μόνες τους, ή η έλλειψη κοινοτικής παρέμβασης, θα οδηγήσει σε σύγκρουση με τις απαιτήσεις της Συνθήκης (όπως είναι η αναγκαιότητα διόρθωσης των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού, αποφυγής καλυμμένων απαγορεύσεων στο εμπόριο και ενίσχυσης της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής κ.λπ.) που ενδεχομένως θα είναι σε σημαντικό βαθμό επιζήμια για τα συμφέροντα των κρατών μελών· - η κοινοτική δράση θα επιφέρει σαφή οφέλη λόγω της κλίμακας ή των αποτελεσμάτων της, σε σύγκριση με την παρέμβαση στο επίπεδο των κρατών μελών. 6.11.6. Επίσης η Επιτροπή πρέπει να λάβει υπόψη της τις ακόλουθες πτυχές: - η μορφή κοινοτικής παρέμβασης θα πρέπει να είναι η απλούστερη δυνατή και συνεκτική επίσης με την ικανοποιητική υλοποίηση των στόχων του μέτρου και - τα κοινοτικά μέτρα θα πρέπει να αφήνουν όσο το δυνατόν περισσότερα περιθώρια χειρισμού προκειμένου οι αποφάσεις να μπορούν να λαμβάνονται σε εθνικό επίπεδο, με τρόπο συμβατό με τους δύο επιδιωκόμενους σκοπούς, δηλαδή την επίτευξη του στόχου τους και το σεβασμό των απαιτήσεων της Συνθήκης. 6.11.7. Ωστόσο, η ΟΚΕ κρίνει θετικό το περιεχόμενο της πρότασης κανονισμού σε ό,τι αφορά τη δημιουργία της συμβουλευτικής επιτροπής και της επιτροπής κανονισμού, στο μέτρο που μπορούν να συμβάλουν στην πλήρη υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς, μολονότι επισημαίνει ότι θα πρέπει να υποβάλλονται περιοδικές εκθέσεις στο Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή. 7. Ειδικές παρατηρήσεις σχετικά με την τροποποίηση της οδηγίας 96/92/ΕΚ 7.1. Όπως προαναφέρθηκε, η πρόταση οδηγίας καθιερώνει ένα σύστημα πρόσβασης τρίτων μερών στα δίκτυα που βασίζεται σε δημοσιοποιημένα τέλη, τα οποία καθορίζει ή εγκρίνει η εθνική ρυθμιστική αρχή. Ωστόσο, σε διάφορα σημεία του εγγράφου, εκφράζονται αμφιβολίες όσον αφορά την αποκλειστικότητα του συστήματος αυτού και την ενδεχόμενη συνύπαρξή του με το σύστημα της "πρόσβασης κατόπιν διαπραγματεύσεως", όπως αναφέρεται στο άρθρο 20, παράγραφος 1, που δεν τροποποιήθηκε στην πρόταση που υποβάλλεται από την Επιτροπή και η οποία προβλέπει τη δυνατότητα "πρόσβασης κατόπιν διαπραγματεύσεων" για τους αυτοπαραγωγούς και τους ανεξάρτητους παραγωγούς. Η δεύτερη παράγραφος του ίδιου αυτού άρθρου περιλαμβάνει νέα αναφορά, γενικής φύσεως αυτή τη φορά, στις διαπραγματεύσεις. Χρειάζεται να διευκρινιστεί εάν ο στόχος είναι να διατηρηθεί αυτή η δυνατότητα πρόσβασης κατόπιν διαπραγματεύσεων και, αν ναι, ποιες μπορούν να είναι οι επιπτώσεις όσον αφορά τις διακρίσεις μεταξύ χρηστών του δικτύου. 7.2. Η διατύπωση του άρθρου 21, που δεν τροποποιείται στο νέο προτεινόμενο κείμενο, μπορεί να οδηγήσει σε σύγχυση, δεδομένου ότι αναφέρεται επανειλημμένα στα άρθρα 17 και 18 της οδηγίας 96/92/ΕΚ. Αυτά τα δύο άρθρα δεν περιλαμβάνονται πλέον στο νέο κείμενο και αναφέρονται ακριβώς στα συστήματα πρόσβασης στο δίκτυο κατόπιν διαπραγματεύσεως ή στην πρόσβαση με βάση το πρότυπο του ενιαίου αγοραστή. Έτσι, θα πρέπει να τροποποιηθεί η διατύπωση του άρθρου 21 με τη συμπερίληψη των προτεινόμενων από την Επιτροπή τροποποιήσεων σχετικά με το σύστημα πρόσβασης τρίτων στα δίκτυα. 7.3. Σε πολλά σημεία του κειμένου γίνεται αναφορά στον όρο "επιλέξιμος πελάτης" και συγκεκριμένα στα άρθρα 3, 16, 19 και 21. Ορισμένα από τα άρθρα αυτά διατηρούν την αρχική διατύπωσή τους ενώ σε άλλα υπάρχει καινούργια. Το ισχύον κείμενο της οδηγίας 96/92/ΕΚ, στο άρθρο 19, παράγραφος 3, αναθέτει στα κράτη μέλη την ευθύνη να δημοσιεύουν ετησίως τα κριτήρια προσδιορισμού των επιλέξιμων πελατών. Ωστόσο, η παράγραφος αυτή δεν περιλαμβάνεται στη νέα διατύπωση της οδηγίας, με συνέπεια η έννοια "επιλέξιμος πελάτης" να παραμένει απροσδιόριστη. 7.4. Στο κείμενο που υποβάλλεται από την Επιτροπή, κρίνεται αναγκαίο τα κράτη μέλη να διασφαλίζουν ότι οι διαχειριστές των δικτύων μεταφοράς και διανομής απαντούν στις αιτήσεις πρόσβασης σε λογικές προθεσμίες. Θα πρέπει ωστόσο να περιληφθεί στην οδηγία μια συγκεκριμένη προθεσμία προκειμένου να αποφευχθούν ενδεχόμενες αυθαιρεσίες. 8. Ειδικές παρατηρήσεις σχετικά με την τροποποίηση της οδηγίας 98/30/ΕΚ 8.1. Οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης φυσικού αερίου αποτελούν το αντικείμενο μιας μοναδικής εξαίρεσης στο σύστημα πρόσβασης που θεσπίζεται από τις δύο οδηγίες. Στην περίπτωση αυτή, πράγματι, εκτός από τη διακανονισμένη πρόσβαση, γίνεται δεκτή και η πρόσβαση κατόπιν διαπραγματεύσεων (άρθρο 15). Η ερμηνεία που μπορεί να δοθεί είναι ότι οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης υγροποιημένου φυσικού αερίου (GNL) μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο πρόσβασης κατόπιν διαπραγματεύσεων ή όχι, από τη στιγμή που, σύμφωνα με το άρθρο 14, μόνο η διαδικασία διακανονισμένης πρόσβασης γίνεται δεκτή για τις εγκαταστάσεις GNL. 8.2. Όπως και στην οδηγία 96/92/ΕΚ, η έννοια του "επιλέξιμου πελάτη" δεν ορίζεται με σαφήνεια, λόγω της τροποποίησης του άρθρου 18 στη νέα διατύπωση, στην οποία καθορίζονται οι ελάχιστες απαιτήσεις και ανατίθεται στα κράτη μέλη να προσδιορίσουν την τελική σημασία της έννοιας αυτής. 8.3. Σύμφωνα με την οδηγία, τα κράτη μέλη δεν ορίζουν το διαχειριστή των δικτύων διανομής φυσικού αερίου, ενώ ορίζουν τους διαχειριστές των δικτύων μεταφοράς και, στην περίπτωση της οδηγίας 96/92/ΕΚ, των δικτύων μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτό το κριτήριο φαίνεται να υποδεικνύει ότι η Επιτροπή προτίθεται να εξομοιώσει το διαχειριστή του δικτύου διανομής φυσικού αερίου με την ιδιοκτήτρια εταιρεία. Ωστόσο, οι παράγραφοι 4 και 5 του άρθρου 10 αναφέρονται ρητώς στους διαχειριστές των δικτύων διανομής, πράγμα που μπορεί να σημαίνει ότι πρόκειται για διαφορετικούς φορείς σε σχέση με τις εταιρείες διανομής. Για να έχει συνοχή το κείμενο, θα πρέπει να υπάρξει εξομοίωση όσον αφορά την εκμετάλλευση των δικτύων από τους διαχειριστές. 8.4. Το κείμενο περιέχει πολλές διασταυρωμένες αναφορές που προκύπτουν από την αρχική διατύπωση της οδηγίας, οι οποίες όμως, με το σημερινό περιεχόμενο, δεν ισχύουν πλέον και θα πρέπει να τροποποιηθούν. Πρόκειται, για παράδειγμα, για τις αναφορές στο άρθρο 18 που περιέχονται στα άρθρα 20, παράγραφος 1, και 23 παράγραφος 1, και που, στα πλαίσια της σημερινής διατύπωσης, δεν έχουν πλέον νόημα, στο βαθμό που αφορούν εκ νέου τη σημασία της έννοιας "επιλέξιμος πελάτης". Επίσης, στις παραγράφους 1, 2 και 3 του άρθρου 26, περιέχονται αναφορές στις παραγράφους 3, 4 και 6 του άρθρου 18 που δεν υπάρχουν πλέον στο νέο κείμενο. Το άρθρο 25 περιέχει επίσης αναφορά στο άρθρο 16, που στο μεταξύ έχει απαλειφθεί από το προτεινόμενο κείμενο. 8.5. Η οδηγία για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας προβλέπει ένα μέτρο προστασίας για την ασφάλεια του εφοδιασμού, δηλαδή ένα σύστημα πρόσκλησης για την υποβολή προσφορών για την κατασκευή νέας ικανότητας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, όταν η προβλεπόμενη από τη διαδικασία έγκρισης αποδεικνύεται ανεπαρκής για την ικανοποίηση της ζήτησης. Θα ήταν σκόπιμο να μελετηθεί η δυνατότητα καθιέρωσης παρόμοιας διαδικασίας και για τις εγκαταστάσεις GNL. Βρυξέλλες, 17 Οκτωβρίου 2001. Ο Πρόεδρος της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής Göke Frerichs (1) ΕΕ C 75 της 26.3.1990. (2) Γνωμοδότηση της ΟΚΕ για την πρόταση οδηγίας σχετικά με τα κοινά πρότυπα για την εσωτερική αγορά του ηλεκτρισμού και για την πρόταση οδηγίας σχετικά με τα κοινά πρότυπα για την εσωτερική αγορά του φυσικού αερίου, 27.1.1993, ΕΕ C 73 της 15.3.1993 και γνωμοδότηση της ΟΚΕ για την πρόταση τροποποίησης της οδηγίας σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και για την πρόταση τροποποίησης της οδηγίας σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου, 28.4.1994, ΕΕ C 195 της 18.7.1994. (3) Οδηγίες 90/547/ΕΟΚ και 91/286/EΟΚ. (4) ΕΕ C 221 της 7.8.2001 σ. 45. (5) EE C 75 της 26.3.1990. (6) Σύσταση σχετικά με τις αρχές που εφαρμόζονται στα όργανα που είναι υπεύθυνα για την εξωδικαστική επίλυση των διαφορών σε θέματα κατανάλωσης, ΕΕ L 115 της 17.4.1998, σ. 31-34. (7) Σύμφωνα με την Επιτροπή, με τα τυποποιημένα στοιχεία επιβάρυνσης μπορεί να προσδιορισθεί ο όγκος και το χρονοδιάγραμμα της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας ενός μικρού καταναλωτή. Κάθε απόκλιση σε σχέση με τα τυποποιημένα στοιχεία επιβάρυνσης διορθώνεται ύστερα από περιοδική ανάγνωση του μετρητή, πράγμα που αίρει την αναγκαιότητα μιας δαπανηρής λεπτό προς λεπτό ανάγνωσης της πραγματικής κατανάλωσης καθώς και της αντιστάθμισης σε συνάρτηση με τη συμβατική ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας. (8) ΕΕ C 367 της 20.12.2000, σ. 5.