52001AE0405

Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για:την Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την υγιεινή των τροφίμων,την Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον καθορισμό των ειδικών κανόνων υγιεινής για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης,την Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον καθορισμό των λεπτομερών διατάξεων για την οργάνωση των επίσημων ελέγχων στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση,την Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με τον καθορισμό των διατάξεων για την υγεία των ζώων που διέπουν την παραγωγή, τη διάθεση στην αγορά και την εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση, καιτην Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κατάργηση ορισμένων οδηγιών σχετικά με την υγιεινή των τροφίμων και τους υγειονομικούς όρους για την παραγωγή και διάθεση στην αγορά ορισμένων προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση και για την τροποποίηση των οδηγιών 89/662/ΕΟΚ και 91/67/ΕΟΚ

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 155 της 29/05/2001 σ. 0039 - 0046


Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για:

- την "Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την υγιεινή των τροφίμων",

- την "Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον καθορισμό των ειδικών κανόνων υγιεινής για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης",

- την "Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον καθορισμό των λεπτομερών διατάξεων για την οργάνωση των επίσημων ελέγχων στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση",

- την "Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με τον καθορισμό των διατάξεων για την υγεία των ζώων που διέπουν την παραγωγή, τη διάθεση στην αγορά και την εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση", και

- την "Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κατάργηση ορισμένων οδηγιών σχετικά με την υγιεινή των τροφίμων και τους υγειονομικούς όρους για την παραγωγή και διάθεση στην αγορά ορισμένων προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση και για την τροποποίηση των οδηγιών 89/662/ΕΟΚ και 91/67/ΕΟΚ"

(2001/C 155/09)

Στις 17 Ιουλίου 2000, και σύμφωνα με τα άρθρα 37, 95 και 152 παράγραφος 4 σημείο β) της συνθήκης, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για τις ανωτέρω προτάσεις.

Το τμήμα "Γεωργία, ανάπτυξη της υπαίθρου, περιβάλλον", στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 8 Μαρτίου 2001, με βάση εισηγητική έκθεση του κ. Verhaeghe.

Κατά την 380η σύνοδο ολομέλειας της 28ης και 29ης Μαρτίου 2001 (συνεδρίαση της 28ης Μαρτίου), η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 78 ψήφους υπέρ, μια κατά, και 10 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1. Εισαγωγή

1.1. Γενική περίληψη

1.1.1. Οι προτάσεις της Επιτροπής αποτελούν τον καρπό αναμόρφωσης της κοινοτικής νομοθεσίας που αφορά:

- τους κανόνες υγιεινής των τροφίμων που περιλαμβάνονται στην οδηγία 93/43/ΕΟΚ για την υγιεινή των τροφίμων και σε ορισμένες άλλες οδηγίες που διέπουν την παραγωγή και διάθεση στην αγορά των προϊόντων ζωικής προέλευσης·

- τους κανόνες υγειονομικού ελέγχου (υγεία των ζώων) σχετικά με τη διάθεση στην αγορά προϊόντων ζωικής προέλευσης που περιλαμβάνονται σε διάφορες οδηγίες·

- τους επίσημους ελέγχους για τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προβλέπονται στις ισχύουσες οδηγίες.

1.1.2. Οι εν λόγω οδηγίες (συνολικά 17) έχουν υιοθετηθεί σταδιακά από το 1964, προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες της εσωτερικής αγοράς, με μέλημα όμως ένα υψηλό επίπεδο προστασίας του καταναλωτή. Ο μεγάλος αριθμός τους, η ανάμιξη διαφόρων τομέων (υγιεινή, υγειονομία, επίσημοι έλεγχοι), και η ύπαρξη διαφορετικών καθεστώτων ως προς την υγιεινή για τα προϊόντα ζωικής προέλευσης και για τα λοιπά τρόφιμα, έχουν δημιουργήσει μια ιδιαίτερα περίπλοκη κατάσταση. Η κατάσταση αυτή μπορεί να βελτιωθεί με την αναμόρφωση των νομοθετικών διατάξεων και με το διαχωρισμό των ζητημάτων που αφορούν την υγιεινή των τροφίμων από τους κανόνες της υγειονομίας και των επισήμων ελέγχων.

1.1.3. Οι προτάσεις της Επιτροπής αναπτύσσουν ορισμένες δράσεις που είχαν εξαγγελθεί στο παράρτημα του Λευκού Βιβλίου για την ασφάλεια των τροφίμων(1). Η αναμόρφωση της ισχύουσας νομοθεσίας παρέχει τη δυνατότητα υιοθέτησης μιας ολοκληρωμένης πολιτικής που θα εφαρμόζεται σε όλα τα τρόφιμα, από το αγρόκτημα έως το σημείο πώλησης στους καταναλωτές. Αυξάνεται, έτσι, η συνοχή και η διαφάνεια της νομοθεσίας για τα τρόφιμα. Επιπλέον, προσδιορίζεται καλύτερα ο ρόλος των διαφόρων μερών που παρεμβαίνουν στην τροφική αλυσίδα.

1.1.4. Η κεντρική ιδέα της αναμόρφωσης των κανόνων υγιεινής είναι ότι οι φορείς εκμετάλλευσης του κλάδου των τροφίμων έχουν πλήρη ευθύνη για την ασφάλεια των προϊόντων που παράγουν. Η εν λόγω ασφάλεια πρέπει να διασφαλίζεται με την τήρηση των βασικών κανόνων υγιεινής (ορθή υγιεινή πρακτική)(2), καθώς και με την εφαρμογή των αρχών του συστήματος Αναλύσεις Κινδύνων και Κρίσιμα Σημεία Ελέγχου (ΑΚΚΣΕ)(3). Η αντίληψη αυτή είναι σύμφωνη με τη διαδικασία που προβλέπεται σε διεθνές επίπεδο από τον Codex Alimentarius (κώδικα τροφίμων).

1.1.5. Η αναμόρφωση κατέληξε στη σύνταξη τεσσάρων προτάσεων κανονισμών που αφορούν τη γενική υγιεινή των τροφίμων, τους ειδικούς κανόνες υγιεινής για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης, τους επίσημους ελέγχους και τις υγειονομικές διατάξεις που διέπουν την παραγωγή, τη διάθεση στην αγορά, και την εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση. Επισυνάπτεται οδηγία για την κατάργηση της ισχύουσας νομοθεσίας στους προαναφερόμενους τομείς.

1.1.6. Η Επιτροπή κρίνει ότι η κοινοτική νομοθεσία που θεσπίζεται με τη μορφή κανονισμών παρουσιάζει ορισμένα πλεονεκτήματα όπως η διασφάλιση της ομοιόμορφης εφαρμογής στο σύνολο της ενιαίας αγοράς, η μεγαλύτερη διαφάνεια, και η δυνατότητα ταχείας ενημέρωσης ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι τεχνικές και επιστημονικές εξελίξεις.

1.2. Ολοκληρωμένη προσέγγιση

1.2.1. Οι κανόνες γενικής υγιεινής που περιλαμβάνονται σήμερα στην οδηγία αριθ. 93/43/ΕΟΚ εφαρμόζονται στο σύνολο των τροφίμων, συμπεριλαμβανομένων των προϊόντων ζωικής προέλευσης τα οποία εξαιρούνται σήμερα από το πεδίο εφαρμογής της.

1.2.2. Παράλληλα, οι κανόνες αυτοί αναθεωρούνται προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι πρόσφατες εξελίξεις σε θέματα υγιεινής των τροφίμων. Οι αναθεωρημένοι κανόνες εφαρμόζονται πλέον σε ολόκληρη την τροφική αλυσίδα, "από το αγρόκτημα στο τραπέζι"· επιβάλλουν την εφαρμογή των επτά αρχών του συστήματος ΑΚΚΣΕ, έτσι όπως ορίζεται από τον κώδικα τροφίμων, καθώς και την ανιχνευσιμότητα της προέλευσης των τροφίμων και των συστατικών τους, και αναφέρονται ρητώς στην έννοια του στόχου της ασφάλειας των τροφίμων (ΣΑΤ)(4).

1.3. Τρόφιμα ζωικής προέλευσης

1.3.1. Η απλούστευση των κανόνων υγιεινής που εφαρμόζονται σήμερα στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης συνίσταται στην αναμόρφωση δεκατεσσάρων οδηγιών. Έδωσε την ευκαιρία να εξαχθεί ένα σύνολο κοινών κανόνων για όλα τα εν λόγω τρόφιμα, καταργώντας παράλληλα τις επαναλήψεις, επικαλύψεις, και ασυνέπειες των ισχυουσών οδηγιών. Διατηρήθηκαν, εντούτοις, ορισμένοι ειδικοί κανόνες για διάφορες κατηγορίες τροφίμων.

1.3.2. Ο κανονισμός περιλαμβάνει τα ακόλουθα τμήματα: πεδίο εφαρμογής (λιανική πώληση και ορισμός των προϊόντων), έγκριση των εγκαταστάσεων, υγειονομική σήμανση καταλληλότητας, λεπτομερείς απαιτήσεις, μικροβιολογικά κριτήρια, θερμοκρασίες αποθήκευσης και μεταφοράς, μικρές παραγωγικές μονάδες, εισαγωγές από τρίτες χώρες, ποιότητα και επισήμανση, αποκλεισμός ορισμένων υλικών από την παρασκευή προϊόντων.

1.4. Υγειονομικές απαιτήσεις

1.4.1. Οι διατάξεις για την υγεία των ζώων έχουν στόχο την πρόληψη της μετάδοσης ασθενειών των ζώων οι οποίες θεωρούνται ως μη μεταδοτικές στον άνθρωπο μέσω προϊόντων ζωικής προέλευσης. Δεδομένου ότι οι ασθένειες αυτές δεν έχουν άμεση επίδραση στην υγεία των καταναλωτών, ήταν λογικό να διαχωριστούν από τις διατάξεις που αφορούν την καθεαυτό υγιεινή.

1.4.2. Και στον τομέα αυτό, επίσης, απαιτείται υψηλό επίπεδο προστασίας. Η πρόταση κανονισμού προσδιορίζει, ειδικότερα, τις ασθένειες των ζώων που ενδέχεται να μεταδίδονται από τα προϊόντα ζωικής προέλευσης, καθώς και τους τρόπους εξάλειψης του κινδύνου μετάδοσης.

1.5. Επίσημοι έλεγχοι

1.5.1. Σύμφωνα με τις προθέσεις που είχε εξαγγείλει η Επιτροπή στο Λευκό Βιβλίο, σύντομα θα δημοσιευθεί πρόταση η οποία θα καλύπτει, ταυτόχρονα, τον επίσημο έλεγχο των ειδών διατροφής και των ζωοτροφών. Η παρούσα πρόταση κανονισμού αφορά αποκλειστικά τον έλεγχο των ειδών ζωικής προέλευσης τα οποία προορίζονται για την διατροφή του ανθρώπου. Θεσπίζει ειδικότερα την ευθύνη των επίσημων υπηρεσιών των κρατών μελών, τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση κινδύνου για τους καταναλωτές, την κατάρτιση των ελεγκτών, την εφαρμογή των σχεδίων παρέμβασης, τον έλεγχο των εισαγομένων προϊόντων, τις επιθεωρήσεις εκ μέρους της Επιτροπής και τα μέτρα διασφάλισης.

1.5.2. Δεν πρέπει να παραβλέπεται η ιδιαιτερότητα ορισμένων προϊόντων, όπως του κρέατος, που απαιτεί τη θέσπιση ειδικών διατάξεων. Η αναθεώρηση των ισχυουσών διαδικασιών επιθεώρησης, ώστε να ληφθούν υπόψη οι κίνδυνοι που συνδέονται με τις σύγχρονες μεθόδους παραγωγής, αποτελεί σήμερα αντικείμενο ευρέων συζητήσεων. Προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα στην Επιτροπή να αντιδράσει έγκαιρα όταν οι συζητήσεις αυτές καταλήξουν σε συμπεράσματα, καταρτίστηκε χωριστή πρόταση που περιγράφει λεπτομερώς τις διαδικασίες επιθεώρησης. Εν αναμονή των αποτελεσμάτων της επιστημονικής αξιολόγησης, εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι ισχύοντες κανόνες.

1.6. Η εξωτερική διάσταση

Η "παγκοσμιοποίηση" της αγοράς τροφίμων επέφερε αυξανόμενες ανησυχίες σε θέματα ασφάλειας των τροφίμων. Οι χώρες έχουν ευαισθητοποιηθεί ιδιαίτερα στους κινδύνους μόλυνσης από μικρόβια ή από χημικές ουσίες οι οποίοι πρέπει να αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά κατά τη διάρκεια της παραγωγής και της μεταφοράς των τροφίμων. Το ενδιαφέρον αυτό διαφαίνεται στις διεθνείς υποχρεώσεις και συμφωνίες, καθώς και στον αυξημένο ρόλο που διαδραματίζουν οι διεθνείς οργανισμοί όπως ο κώδικας τροφίμων και το Διεθνές Γραφείο Επιζωοτιών. Οι προτάσεις της Επιτροπής, για να ανταποκριθούν στην πρόκληση αυτή, θεσπίζουν διατάξεις σχετικές με την υγιεινή των εισαγομένων τροφίμων, οι οποίες λαμβάνουν υπόψη τα διεθνή πρότυπα και κατευθυντήριες γραμμές.

1.7. Εξελικτικός χαρακτήρας

Είναι πολύ πιθανό να χρειαστεί και νέα προσαρμογή της νομοθεσίας σε λίγα χρόνια, σύμφωνα με τα συγκεκριμένα αποτελέσματα που θα αποφέρουν τα προγράμματα αυτοελέγχου εκ μέρους των φορέων εκμετάλλευσης, η κατάρτιση κωδίκων ορθών πρακτικών υγιεινής, η διενέργεια των επιθεωρήσεων και των διακριβώσεων στα κράτη μέλη, καθώς και όλες οι τεχνικές πρόοδοι.

2. Γενικές παρατηρήσεις

2.1. Οι νέες προτάσεις της Επιτροπής σχετικά με την υγιεινή των τροφίμων λαμβάνουν ευρέως υπόψη τις προγενέστερες γνωμοδοτήσεις της ΟΚΕ. Σε γενικές γραμμές, συνιστούν σημαντική πρόοδο για την οποία επικροτείται η Επιτροπή.

2.2. Η ΟΚΕ εκφράζει ιδιαίτερη ικανοποίηση για:

- τις αρχές στις οποίες στηρίζονται οι νέες προτάσεις (ειδικότερα, τα σημεία 3 και 12 του αιτιολογικού της πρότασης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0178), δηλαδή:

- το γεγονός ότι η κύρια ευθύνη για την ασφάλεια των τροφίμων βαρύνει τους φορείς εκμετάλλευσης του κλάδου των τροφίμων. Κάθε φορέας εκμετάλλευσης, από την πρωτογενή παραγωγή έως την διάθεση στον καταναλωτή, είναι υπεύθυνος για την ασφάλεια των προϊόντων που βρίσκονται υπό τον έλεγχό του·

- την προσέγγιση "από το αγρόκτημα στο τραπέζι"·

- την υποχρέωση εφαρμογής του συστήματος ΑΚΚΣΕ (στους καλυπτόμενους τομείς) και της ανιχνευσιμότητας της προέλευσης των τροφίμων·

- τη συμβατότητα με τις διεθνείς εμπορικές συμφωνίες.

- την επιλογή της μορφής κανονισμών και όχι οδηγιών, δεδομένου ότι η μορφή αυτή περιορίζει τις δυνατότητες διαφορετικών ερμηνειών εκ μέρους των κρατών μελών και, επομένως, εξασφαλίζει μεγαλύτερη προστασία των καταναλωτών και καλύτερους όρους για το θεμιτό ανταγωνισμό μεταξύ των επιχειρήσεων (τμήμα IX της αιτιολογικής έκθεσης).

3. Ειδικές παρατηρήσεις

3.1. Υγιεινή των τροφίμων

3.1.1. Πεδίο εφαρμογής

Η ΟΚΕ σημειώνει με ικανοποίηση ότι οι νέοι κανονισμοί εφαρμόζονται σε όλα τα στάδια της παραγωγής και διάθεσης των τροφίμων. Ειδικότερα, εφαρμόζονται εφεξής στον πρωτογενή τομέα, δηλαδή στα προϊόντα του εδάφους, της κτηνοτροφίας, της θήρας και της αλιείας, πράγμα το οποίο δεν συμβαίνει σήμερα. Ωστόσο, κρίνει ότι το πεδίο εφαρμογής θα έπρεπε να καλύπτει γενικά την παραγωγή όλων των συστατικών που υπεισέρχονται στην παραγωγή των ειδών διατροφής, συμπεριλαμβανομένων των ορυκτών προϊόντων και των προϊόντων που προέρχονται από χημική σύνθεση (Συνεπώς, η διατύπωση του άρθρου 2 της πρότασης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0178 πρέπει να επανεξεταστεί).

3.1.2. Ορισμοί (άρθρο 2 του σχεδίου κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0178)

3.1.2.1. Ο κατάλογος των ορισμών θα πρέπει να συμπληρωθεί, ώστε να περιληφθούν, ειδικότερα, ορισμοί για τις λέξεις: "τρόφιμα", "στόχος" και "πρότυπα επίδοσης", για την αγγλική λέξη "requirements", που μεταφράζεται κατά περίπτωση ως "διατάξεις" ή ως "προϋποθέσεις", αναμένοντας τον ορισμό του "στόχου της ασφάλειας των τροφίμων".

3.1.2.2. Για λόγους απλούστευσης, αλλά και για να αποτραπεί το ενδεχόμενο σύγχυσης, οι ορισμοί πρέπει να ευθυγραμμιστούν με εκείνους του κώδικα τροφίμων, που θεσπίστηκαν ή αναθεωρήθηκαν πρόσφατα, για παράδειγμα: "υγιεινή των τροφίμων" και "ασφάλεια των τροφίμων".

3.1.3. Ευθύνη των φορέων εκμετάλλευσης του κλάδου των τροφίμων

3.1.3.1. Η διατύπωση της αιτιολογικής σκέψης 12 πρώτη παράγραφος της πρότασης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0178 πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να διευκρινίζεται ότι την ευθύνη για την ασφάλεια των τροφίμων φέρει ο κάθε φορέας εκμετάλλευσης του κλάδου των τροφίμων για το τμήμα της τροφικής αλυσίδας που καλύπτουν οι δραστηριότητές του, σύμφωνα με τη διατύπωση του άρθρου 3 (Γενική υποχρέωση) της πρότασης κανονισμού για τη γενική υγιεινή των τροφίμων.

3.1.3.2. Ειδικότερα, το κείμενο (Παράρτημα Ι της πρότασης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0178) πρέπει να τονίζει την ευθύνη των διαφόρων εταίρων της αλυσίδας της πρωτογενούς παραγωγής, η οποία καλύπτεται πλέον από τη νομοθεσία για την υγιεινή των τροφίμων. Οι εταίροι αυτοί - είτε πρόκειται για την αγροχημική βιομηχανία, είτε για τους παραγωγούς σπόρων προς σπορά, τους παραγωγούς ζωοτροφών, τους υπεύθυνους για τις προδιαγραφές, τους πωλητές και τους μεταφορείς των προϊόντων αυτών, είτε ακόμη για τους ίδιους τους φορείς αγροτικών εκμεταλλεύσεων - οφείλουν, ο καθένας για το τμήμα που τον αφορά, να φροντίζουν ώστε τα γεωργικά προϊόντα που διατίθενται στην αγορά να μην περιέχουν βιολογικά ή χημικά απόβλητα σε μη αποδεκτές ποσότητες. Παράλληλα με τη μέριμνα για τη διασφάλιση ενός υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας, ο διοικητικός φόρτος των γεωργικών εκμεταλλεύσεων πρέπει να ελαχιστοποιηθεί.

3.1.4. Περιφερειακές πτυχές (άρθρο 4 σημείο 4 της πρότασης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0178

Προκειμένου να μην ζημιωθούν τα ευρωπαϊκά τυπικά προϊόντα, η ΟΚΕ υπογραμμίζει ότι είναι αναγκαίο να προσαρμοστούν οι κανόνες υγιεινής στις παραδοσιακές μεθόδους παραγωγής τους, καθώς και στις μεθόδους παραγωγής των μικρών μονάδων, δίχως να τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε κίνδυνο η ασφάλεια των τροφίμων. Η ΟΚΕ φρονεί, εξάλλου, ότι οι απαραίτητες προσαρμογές πρέπει να αποφασίζονται και να ελέγχονται σε κοινοτικό επίπεδο προκειμένου να διασφαλιστούν όσο το δυνατόν καλύτερα η προστασία της υγείας των καταναλωτών και οι όροι του θεμιτού ανταγωνισμού. Τον ρόλο της επιστημονικής αξιολόγησης που προτείνεται θα μπορούσε να διαδραματίσει η συγκροτούμενη ευρωπαϊκή αρχή για τα τρόφιμα.

3.1.5. Λιανική πώληση (άρθρο 9 σημείο 2 της πρότασης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0178 και παράρτημα ΙΙ σημείο 2 της πρότασης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0178)

Η ΟΚΕ κρίνει ότι η εξαίρεση της λιανικής πώλησης από το πεδίο εφαρμογής των νέων κανονισμών δεν δικαιολογείται διόλου όταν πρόκειται για σημαντικά καταστήματα διανομής (πολυκαταστήματα) που διαθέτουν αίθουσες στις οποίες προετοιμάζονται μεγάλες ποσότητες προϊόντων ζωικής προέλευσης, για παράδειγμα θάλαμοι τεμαχισμού του κρέατος. Τα καταστήματα αυτά οφείλουν να συμμορφώνονται προς τους ειδικούς κανόνες υγιεινής του τομέα.

3.1.6. ΑΚΚΣΕ/Οδηγοί και κώδικες υγιεινής (άρθρα 5 και 7 της πρότασης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0178)

3.1.6.1. Η υποχρέωση των φορέων εκμετάλλευσης του κλάδου των τροφίμων να εφαρμόζουν τις επτά αρχές του συστήματος ΑΚΚΣΕ, έτσι όπως ορίζονται από τον κώδικα τροφίμων, είναι ευπρόσδεκτη· επιβάλλεται, όμως, να τονιστεί περισσότερο η ανάγκη της προληπτικής τήρησης των ορθών πρακτικών υγιεινής.

3.1.6.2. Η ΟΚΕ τονίζει σχετικά την ανάγκη κατάλληλης κατάρτισης του προσωπικού των επιχειρήσεων, ανάλογης με τις δραστηριότητές τους καθότι η ασφάλεια των προϊόντων προϋποθέτει τη δέσμευση όλων, του καθενός στο επίπεδο που του αναλογεί (Παράρτημα ΙΙ κεφάλαιο XII της πρότασης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0178).

3.1.6.3. Η ΟΚΕ κρίνει ότι τα κράτη μέλη πρέπει να ενθαρρυνθούν να αξιολογήσουν τις συνθήκες εργασίας και απασχόλησής τους σε συνάρτηση με το σύστημα ΑΚΚΣΕ. Σχετικά με το σημείο αυτό, πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις διαβουλεύσεις με τους εκπροσώπους των τομέων, των εργαζομένων, και των καταναλωτών.

3.1.6.4. Η ΟΚΕ θεωρεί ότι ο ορισμός στόχων ασφάλειας των τροφίμων (ΣΑΤ) αναμένεται να αυξήσει την ομοιογένεια της εφαρμογής της νομοθεσίας για την υγιεινή των τροφίμων.

3.1.6.5. Η διατήρηση σε ισχύ όλων των κανόνων υγιεινής που αναλύονται στην πρόταση κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0178, για τα προϊόντα ζωικής προέλευσης, παράλληλα με την υποχρέωση εφαρμογής των αρχών του συστήματος ΑΚΚΣΕ, πρέπει να επανεξεταστεί μετά από την παρέλευση μιας εύλογης χρονικής περιόδου προσαρμογής.

3.1.6.6. Για λόγους ομοιογένειας, οι οδηγοί υγιεινής που προβλέπει το άρθρο 7 της πρότασης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0178, είτε πρόκειται για καταλόγους ορθών πρακτικών υγιεινής είτε για οδηγούς εφαρμογής του ΑΚΚΣΕ, θα πρέπει να ακολουθούν τα πρότυπα του κώδικα τροφίμων. Όταν αφορούν βιομηχανικά προϊόντα που διατίθενται στην αγορά ή/και παράγονται σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, πρέπει να θεσπίζονται εξαρχής σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

3.1.6.7. Σκοπός των οδηγών αυτών είναι να βοηθήσουν τους επιχειρηματίες του τομέα των τροφίμων να συμμορφώνονται στις απαιτήσεις της νομοθεσίας σχετικά με την υγιεινή και την ασφάλεια των τροφίμων. Για παράδειγμα, οι εκούσιοι κώδικες ορθών πρακτικών εκτροφής του παραρτήματος Ι κεφάλαιο ΙΙ του σχεδίου κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/178, περιγράφουν τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται για την ορθή διαχείριση της εκτροφής και της υγείας των ζώων και για την ορθή χρήση κτηνιατρικών φαρμάκων(5): Σχετικά με το σημείο αυτό, η ΟΚΕ κρίνει ότι ο κανονισμός θα έπρεπε να διευκρινίζει, ύστερα από συνεννόηση με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, το πλαίσιο στο οποίο πρέπει να αναπτυχθούν οι κώδικες αυτοί προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι αρμόδιοι διαθέτουν τα απαιτούμενα ζωοτεχνικά και κτηνιατρικά προσόντα.

3.1.7. Μικροβιολογικά κριτήρια/θερμοκρασίες συντήρησης (άρθρο 6 της πρότασης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0178) - Διατάξεις σχετικές με την ποιότητα των προϊόντων [τμήμα ΙΙ σημείο 2 ι) της αιτιολογικής έκθεσης]

3.1.7.1. Η ΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι προβλέπεται, όπως το είχε ζητήσει, η αναθεώρηση και, όταν χρειάζεται, η επιστημονική αιτιολόγηση των μικροβιολογικών κριτηρίων και των θερμοκρασιών συντήρησης που προβλέπονται στις ισχύουσες σήμερα κάθετες οδηγίες. Μέσω της διαδικασίας αυτής, η ευρωπαϊκή νομοθεσία θα εναρμονιστεί με τη συμφωνία του διεθνούς εμπορίου σχετικά με τα μέτρα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας [πιο γνωστή ως "συμφωνία SPS"(6)].

3.1.7.2. Εξάλλου, η ΟΚΕ σημειώνει τη δέσμευση της Επιτροπής να αποσύρει, το συντομότερο δυνατόν, από τα νομοθετικά κείμενα που αφορούν την υγιεινή, τις διατάξεις που αφορούν ποιοτικά κριτήρια ανεξάρτητα της υγιεινής.

3.1.8. Εντοπισμός της προέλευσης - Καταχώρηση ή έγκριση των επιχειρήσεων τροφίμων (άρθρα 9 και 10 της πρότασης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0178)

3.1.8.1. Η ΟΚΕ φρονεί ότι, σε περίπτωση ανάγκης, πρέπει να υπάρχει δυνατότητα ταχείας ανιχνευσιμότητας της προέλευσης των τροφίμων που διατίθενται στην αγορά ή, ακόμη, και ανεύρεσης ολόκληρου του ιστορικού τους. Για το λόγο αυτό, κάθε φορέας εκμετάλλευσης του κλάδου των τροφίμων οφείλει να είναι σε θέση να εντοπίζει την προέλευση των συστατικών ή των προϊόντων για τα οποία είναι υπεύθυνος. Έτσι, η ανιχνευσιμότητα της προέλευσης των τροφίμων εξασφαλίζεται σε κάθε στάδιο (ή κλιμακωτά), από την πρωτογενή παραγωγή έως τον τελικό καταναλωτή.

3.1.8.2. Κατά συνέπεια, η ΟΚΕ συμφωνεί να υποχρεώνει η νομοθεσία τον κάθε φορέα εκμετάλλευσης να διασφαλίζει την ανιχνευσιμότητα της προέλευσης των προϊόντων του. Φρονεί ότι η νομοθεσία πρέπει να περιορίζεται στις αρχές και να επιτρέπει στους ίδιους τους φορείς εκμετάλλευσης, και ιδιαίτερα στις μικρές επιχειρήσεις, να επιλέγουν τα μέσα για τη διασφάλιση της ανιχνευσιμότητας της προέλευσης των προϊόντων τους. Η ρυθμιστική αυτή προσέγγιση αναμένεται να επιτρέψει την αντιμετώπιση καταστάσεων που συχνά παρουσιάζουν μεγάλες διαφορές ανάλογα με τους τομείς και τα προϊόντα.

3.1.8.3. Η ΟΚΕ φρονεί ότι η καταχώρηση όλων των επιχειρήσεων της τροφικής αλυσίδας αντιπροσωπεύει σημαντικό διοικητικό έργο το οποίο μπορεί, κατά περίπτωση, να εκτελεστεί σε τοπικό, περιφερειακό, ή ακόμη και εθνικό επίπεδο. Η καταχώρηση των επιχειρήσεων αποτελεί σημαντικό στοιχείο για την ανιχνευσιμότητα των προϊόντων. Για τα μεταποιημένα προϊόντα, συμπληρώνει την ένδειξη της κατασκευαστικής παρτίδας.

3.1.8.4. Κατ' αρχήν, η έγκριση των εγκαταστάσεων παρέχει εγγυήσεις για την τήρηση των ορθών πρακτικών υγιεινής. Η ΟΚΕ συμφωνεί να παραμείνει η έγκριση αυτή ως κανόνας για τις εγκαταστάσεις που παρασκευάζουν ή χειρίζονται προϊόντα ευαίσθητα από μικροβιολογικής απόψεως, ειδικότερα για τα προϊόντα ζωικής προέλευσης. Εντούτοις, προκειμένου να διασφαλισθεί ένα ενιαίο επίπεδο ασφάλειας, καθώς και ο θεμιτός ανταγωνισμός, είναι απαραίτητο να θεσπιστούν από την Επιτροπή, κατά τρόπο αδιαμφισβήτητο, τα κριτήρια στα οποία στηρίζεται η απόφαση για την έγκριση ή για την απλή καταχώρηση μιας εγκατάστασης.

3.1.9. Υγειονομικό σήμα καταλληλότητας (Παράρτημα ΙΙ σημείο 4 της πρότασης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0179)

3.1.9.1. Το σήμα αυτό, όπως δηλώνει και το όνομά του, πιστοποιεί την υγειονομική καταλληλότητα των προϊόντων επί των οποίων τοποθετείται. Για παράδειγμα, η επισήμανση του κρέατος ή των οστράκων παρέχει στον καταναλωτή την εγγύηση ότι τα προϊόντα έχουν υποβληθεί σε επίσημη επιθεώρηση που αφορά και την προέλευση και την υγειονομική κατάσταση του εμπορεύματος. Η ΟΚΕ πιστεύει ότι η επίσημη αυτή εγγύηση είναι σήμερα απαραίτητη.

3.1.9.2. Για τα μεταποιημένα προϊόντα όπως, για παράδειγμα, τα αλλαντικά ή τα γαλακτοκομικά, ο λόγος ύπαρξης του σήματος καταλληλότητας είναι διαφορετικός. Στην περίπτωση αυτή, το σήμα καταλληλότητας εγγυάται ότι η εγκατάσταση παραγωγής είναι εγκεκριμένη και, επομένως, ανταποκρίνεται στους κανόνες υγιεινής που προβλέπει η νομοθεσία. Υπό την έννοια αυτή, πρόκειται για πιστοποιητικό συμμόρφωσης της επιχείρησης, όπως εκείνα που χορηγούν οι οργανισμοί πιστοποίησης, δεν σημαίνει όμως ότι τα ίδια τα προϊόντα έχουν ελεγχθεί. Κατά συνέπεια, η ΟΚΕ φρονεί ότι η διαχείριση του σήματος υγειονομικής καταλληλότητας δεν υπάγεται αναγκαστικά στις αρμοδιότητες των διοικητικών αρχών. Επιθυμεί να εξεταστεί το ζήτημα αυτό διεξοδικά, ώστε να προσδιοριστούν οι περιπτώσεις κατά τις οποίες η διαχείριση αυτή μπορεί να ανατεθεί σε αναγνωρισμένους ιδιωτικούς οργανισμούς.

3.1.10. Σύνθετα προϊόντα (Παράρτημα Ι σημείο 8.1 της πρότασης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0179)

Η ΟΚΕ σημειώνει με ικανοποίηση ότι τα σύνθετα προϊόντα δεν υπάγονται πλέον στους ειδικούς κανόνες υγιεινής που αφορούν τα προϊόντα ζωικής προέλευσης. Εντούτοις, η παρούσα πρόταση επιδέχεται περαιτέρω βελτίωσης, δεδομένου ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, οι ειδικοί αυτοί κανόνες πρέπει όντως να εφαρμόζονται σε σύνθετα προϊόντα όπως, για παράδειγμα, στα φιλέτα ψαριού καλυμμένα με τριμμένη κόρα ψωμιού (πανέ), για τα οποία δικαιολογείται η λήψη των ίδιων προφυλάξεων, ως προς την υγιεινή, που ισχύουν για τα απλά φιλέτα ψαριού.

3.1.11. Εξαγωγή σε τρίτες χώρες (άρθρο 12 της πρότασης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0178)

Η ΟΚΕ αναγνωρίζει την ανάγκη βελτίωσης της εικόνας των ευρωπαϊκών τροφίμων στις εξωτερικές αγορές, ιδιαίτερα στις αναπτυσσόμενες χώρες. Εντούτοις, αυτό δεν πρέπει να βλάψει την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων· αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η ΟΚΕ κρίνει ότι η απαίτηση της συμμόρφωσης των εξαγόμενων προϊόντων προς την ευρωπαϊκή νομοθεσία πρέπει να προσαρμοστεί ώστε να λαμβάνει υπόψη τις ιδιαίτερες καταστάσεις στις χώρες εισαγωγής. Για παράδειγμα, η χρήση συντηρητικών ουσιών οι οποίες δεν επιτρέπονται στην Ευρώπη μπορεί να δικαιολογηθεί σε χώρες εισαγωγής λόγω ιδιαίτερων τοπικών συνθηκών.

3.1.12. Επιτροπολογία (άρθρο 15 της πρότασης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0178 και άρθρο 6 της πρότασης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0179) - Έναρξη ισχύος των νέων κανονισμών (άρθρο 17 της πρότασης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0178 και άρθρο 7 της πρότασης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0179)

3.1.12.1. Η ΟΚΕ σημειώνει με ικανοποίηση ότι η Μόνιμη Επιτροπή Τροφίμων και η Μόνιμη Κτηνιατρική Επιτροπή πρόκειται να συγχωνευθούν στο μέλλον, παρότι αυτό δεν αναφέρεται στο παρόν σχέδιο. Η συγχώνευση αυτή αναμένεται να καταστήσει το έργο της διαχείρισης απλούστερο και συνεκτικότερο.

3.1.12.2. Εξάλλου, η ΟΚΕ φρονεί ότι θα ήταν πιο φρόνιμο να προβλεφθεί μια σύντομη περίοδος προσαρμογής, από την έναρξη της ισχύος των νέων κανονισμών, κυρίως για να δοθεί στον κλάδο της πρωτογενούς παραγωγής ο κατάλληλος χρόνος για την ορθή θέσπιση των Κωδίκων Ορθών Πρακτικών Υγιεινής.

3.2. Επίσημοι έλεγχοι των προϊόντων ζωικής προέλευσης (σχέδιο κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0180)

3.2.1. Η ΟΚΕ φρονεί ότι το κείμενο αυτό δεν διευκρινίζει επαρκώς τις ευθύνες που αναλογούν αντίστοιχα στα κράτη μέλη και στην Επιτροπή. Στη γνωμοδότηση της ΟΚΕ για το "Λευκό Βιβλίο για την ασφάλεια των τροφίμων"(7) τονιζόταν ήδη η σημασία της αποτελεσματικής επιθεώρησης εκ μέρους της Επιτροπής όσον αφορά την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας.

3.2.2. Εξάλλου, τα κείμενα που αφορούν τους κτηνιατρικούς ελέγχους και τους γενικούς και ειδικούς κανόνες για τους επίσημους ελέγχους εξακολουθούν να είναι υπερβολικά πολλά(8). Εάν ενοποιηθούν όλα τα σχετικά κείμενα, θα αυξηθεί η σαφήνεια και η πρακτικότητά τους.

3.2.3. Η ΟΚΕ σημειώνει ότι οι επίσημοι έλεγχοι στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις (Παράρτημα Ι σημείο 1, α) αφορούν την τήρηση των κανόνων υγιεινής, αλλά και την τήρηση των κανόνων που αφορούν την καλή μεταχείριση των ζώων, καθώς και τη νομοθεσία για τα κατάλοιπα και τις ζωοτροφές. Όσον αφορά τους ελέγχους των ζωοτροφών, η ΟΚΕ φρονεί ότι, για τα μεταποιημένα προϊόντα, οι έλεγχοι θα έπρεπε να πραγματοποιούνται πριν φθάσουν στα αγροκτήματα, στο επίπεδο της παραγωγής τους.

3.2.4. Οι κανόνες για την επιθεώρηση των κρεάτων (Παράρτημα ΙΙ) αναθεωρήθηκαν, κυρίως για να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην επιθεώρηση ante mortem. Θα πρέπει να διευκρινιστεί σχετικά ότι η επιθεώρηση ante mortem πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα στοιχεία σχετικά με την εκτροφή που υποχρεούνται να τηρούν οι εκτροφείς (Παράρτημα Ι κεφάλαιο ΙΙ σημείο 2 της πρότασης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0178).

3.2.5. Η ΟΚΕ θεωρεί ότι το κείμενο θα έπρεπε να περιλαμβάνει αναφορά στην εναρμονισμένη νομοθεσία σχετικά με τα ζωικά προϊόντα τα οποία κρίνονται ακατάλληλα για ανθρώπινη κατανάλωση κατά τον κτηνιατρικό έλεγχο.

3.3. Υγειονομικοί κανόνες για την εμπορία προϊόντων ζωικής προέλευσης (πρόταση κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0181)

3.3.1. Στόχος του κανονισμού αυτού είναι η πρόληψη της μετάδοσης ζωονόσων μέσω των τροφίμων ζωικής προέλευσης που διατίθενται στο ενδοκοινοτικό ή το διεθνές εμπόριο.

3.3.2. Στην πραγματικότητα, το κείμενο περιλαμβάνει και διατάξεις σχετικά με τους επίσημους ελέγχους. Η ΟΚΕ σημειώνει, εξάλλου, ότι, στον τομέα αυτό, ο ρόλος εποπτείας της Επιτροπής θεσπίζεται σαφώς (άρθρο 6).

3.3.3. Οι κανόνες για την υγεία των ζώων που ισχύουν για την εισαγωγή από τρίτες χώρες παρουσιάζουν επικαλύψεις με τους σχετικούς κανόνες υγιεινής που περιλαμβάνονται στην πρόταση κανονισμού για την υγιεινή των τροφίμων ζωικής προέλευσης, με αποτέλεσμα τη δημιουργία σύγχυσης. Ειδικότερα, το κείμενο προβλέπει την κατάρτιση καταλόγου εγκεκριμένων τρίτων χωρών, σύμφωνα με κριτήρια που σχετίζονται με την υγεία των ζώων (άρθρο 8 σημείο 1), ενώ ο κανονισμός για την υγιεινή των τροφίμων ζωικής προέλευσης προβλέπει κι αυτός έναν κατάλογο που καταρτίζεται, όμως, με κριτήρια σχετικά με την υγιεινή (Παράρτημα ΙΙΙ σημείο 1 της πρότασης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2000/0179).

3.3.3.1. Όλες αυτές οι διατάξεις θα πρέπει να συνδυαστούν ούτως ώστε να υπάρχει ένα ενιαίο σύνολο κανόνων που θα καλύπτουν και τις πτυχές της δημόσιας υγείας (την υγιεινή) και τις πτυχές της υγείας των ζώων.

3.3.4. Η ΟΚΕ σημειώνει ότι τα παραρτήματα του κανονισμού αυτού περιλαμβάνουν πολύ ενδιαφέρουσες πληροφορίες, ειδικότερα δε τον πίνακα "επεξεργασίες με στόχο την εξάλειψη από το κρέας κινδύνων που συνδέονται με την υγεία των ζώων" και τον κατάλογο των επεξεργασιών "με στόχο την εξάλειψη από το γάλα κινδύνων που συνδέονται με την υγεία των ζώων".

3.3.5. Η επικύρωση των υγειονομικών αυτών μέτρων σε διεθνές επίπεδο θα διευκόλυνε ιδιαίτερα τις διεθνείς συναλλαγές προϊόντων ζωικής προέλευσης. Επομένως, η ΟΚΕ ενθαρρύνει έντονα την Επιτροπή να επικυρώσει και να προωθήσει τα μέτρα αυτά.

4. Συμπεράσματα

Καταλήγοντας, η ΟΚΕ διατυπώνει τις ακόλουθες συστάσεις σχετικά με την υγιεινή των τροφίμων.

4.1. Οι ίδιοι κανόνες υγιεινής και οι ίδιες μέθοδοι ελέγχου πρέπει να εφαρμόζονται σε όλα τα στάδια της τροφικής αλυσίδας, από την πρωτογενή παραγωγή έως την διάθεση στον τελικό καταναλωτή.

4.2. Όλες οι πρώτες ύλες και συστατικά που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων, συμπεριλαμβανομένων των ορυκτών και των ουσιών που προέρχονται από χημική σύνθεση, πρέπει να καλύπτονται από τους εν λόγω κανόνες υγιεινής.

4.3. Η υποχρέωση των φορέων εκμετάλλευσης του κλάδου των τροφίμων να εφαρμόζουν τις επτά αρχές του συστήματος ΑΚΚΣΕ είναι απαραίτητη, πρέπει, όμως, να τονιστεί εξίσου και η πρότερη ανάγκη να τηρούνται οι ορθές πρακτικές υγιεινής.

4.4. Ο κάθε φορέας, σε κάθε στάδιο της τροφικής αλυσίδας, είναι πλήρως υπεύθυνος για την ασφάλεια των προϊόντων του.

4.5. Η ανιχνευσιμότητα της προέλευσης πρέπει να εξασφαλίζεται, σε κάθε στάδιο ή κλιμακωτά, σε όλο το μήκος της τροφικής αλυσίδας.

4.6. Από τα κείμενα αυτά λείπουν ορισμένοι καθοριστικής σημασίας ορισμοί όπως, για παράδειγμα, όπως ο ορισμός των τροφίμων. Οι ορισμοί αυτοί θα πρέπει να θεσπιστούν στα πλαίσια της γενικής νομοθεσίας για την διατροφή, η οποία βρίσκεται, επίσης, υπό επεξεργασία και στην οποία θα πρέπει να παραπέμπουν τα κείμενα για την υγιεινή.

4.7. Οι θεμελιώδεις προδιαγραφές ασφάλειας πρέπει να εφαρμόζονται και στα προϊόντα διατροφής "περιφερειακού" ή "παραδοσιακού" χαρακτήρα, εάν και εφόσον τα προϊόντα αυτά κυκλοφορούν ελεύθερα εντός της ενιαίας αγοράς.

4.8. Οι εγκαταστάσεις λιανικού εμπορίου στις οποίες προετοιμάζονται ή/και τεμαχίζονται σημαντικές ποσότητες προϊόντων ζωικής προέλευσης πρέπει να συμμορφώνονται προς τους ειδικούς για τα προϊόντα αυτά κανόνες υγιεινής.

4.9. Τα ευρωπαϊκά προϊόντα διατροφής που προορίζονται για εξαγωγή προς τρίτες χώρες πρέπει να τηρούν τους αντίστοιχους κανόνες της νομοθεσίας της χώρας εισαγωγής ή/και του κώδικα τροφίμων. Στην περίπτωση που δεν υπάρχουν τέτοιοι κανόνες που να τα καλύπτουν, δικαιολογείται απόλυτα η απαίτηση της συμμόρφωσης προς την ευρωπαϊκή νομοθεσία.

Βρυξέλλες, 28 Μαρτίου 2001.

Ο Πρόεδρος

της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Göke Frerichs

(1) COM(1999) τελικό.

(2) Σύμφωνα με τον ορισμό του παραρτήματος της οδηγίας αριθ. 93/43/ΕΟΚ και του διεθνή κώδικα Πρακτικής του Codex Alimentarius.

(3) Αναλύσεις Κινδύνων και Κρίσιμα Σημεία Ελέγχου (ΑΚΚΣΕ) = HACCP: Hazard Analysis and Critical Control Points.

(4) ΣΑΤ: Στόχοι Ασφάλειας Τροφίμων = FSO: Food Safety Objective, σύμφωνα με το πνεύμα του άρθρου 6 σημείο 2 του νέου κανονισμού που προτείνεται για την υγιεινή των τροφίμων.

(5) βλ. παράρτημα, σημείο 1.

(6) Υγειονομική και φυτοϋγειονομική συμφωνία.

(7) ΕΕ C 204 της 18.7.2000.

(8) Βλ. παράρτημα, σημείο 2.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

στη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Σημείο 1

Ορισμός των "κτηνιατρικών φαρμάκων" έτσι όπως θεσπίζεται στο άρθρο 1 της οδηγίας 65/65 της 26ης Ιανουαρίου 1965 (προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με τα φαρμακευτικά προϊόντα) και στο άρθρο 1 της οδηγίας 81/851/ΕΟΚ της 28ης Σεπτεμβρίου 1981 (προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα κτηνιατρικά φαρμακευτικά προϊόντα), όπου περιλαμβάνονται οι ορμόνες ("κάθε ουσία ή συνδυασμός ουσιών που δύναται να χορηγηθεί στα ζώα προς το σκοπό την τροποποίηση των οργανικών λειτουργιών").

Σημείο 2

- η οδηγία 89/397/ΕΟΚ της 14ης Ιουνίου 1989 (επίσημος έλεγχος των τροφίμων) και η οδηγία 93/99/ΕΟΚ της 29ης Οκτωβρίου 1993 (πρόσθετα μέτρα για τον επίσημο έλεγχο των τροφίμων)·

- η οδηγία 89/662/ΕΟΚ της 11ης Δεκεμβρίου 1989 (κτηνιατρικοί έλεγχοι που εφαρμόζονται στο ενδοκοινοτικό εμπόριο με προοπτική την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς) και

- η οδηγία 90/675/ΕΟΚ της 10ης Δεκεμβρίου 1990, σύμφωνα με την τελευταία τροποποίησή της από την οδηγία 97/78/ΕΚ της 18ης Δεκεμβρίου 1997 (αρχές για την οργάνωση των κτηνιατρικών ελέγχων των προϊόντων προέλευσης τρίτων χωρών που εισάγονται στην Κοινότητα).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

στη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Απορριφθείσα τροπολογία

Η ακόλουθη τροπολογία, η οποία έλαβε τουλάχιστον το ένα τέταρτο των ψήφων, απορρίφθηκε κατά τη διάρκεια των συζητήσεων:

Σημείο 3.1.2.3

Να προστεθεί ένα νέο σημείο 3.1.2.3 με το ακόλουθο κείμενο:

"Μολονότι δεν διαμφισβητούνται οι στόχοι της πρότασης για τροποποίηση ορισμένων οδηγιών σχετικά με την υγιεινή των τροφίμων, θα ήταν σκόπιμο να επανεξεταστούν ορισμένοι ορισμοί καθώς και οι οδηγίες εφαρμογής τους ώστε να μην καταστεί ανέφικτη η εφαρμογή του κειμένου στην πράξη."

Αιτιολογία

Σε περίπτωση που η πρόταση εφαρμοστεί με τη σημερινή της μορφή, ορισμένοι γενικοί ορισμοί και οι σχετικές οδηγίες εφαρμογής που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα θα δημιουργήσουν σοβαρά προβλήματα σε αγροτικές εκμεταλλεύσεις βασικής παραγωγής αλλά και σε μικρές οικογενειακές εκμεταλλεύσεις.

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

Ψήφοι υπέρ: 24, ψήφοι κατά: 46, αποχές: 12.