Πρόταση οδηγία του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 388/77/ΕΟΚ όσον αφορά το σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας που εφαρμόζεται σε ορισμένες υπηρεσίες παρεχόμενες με ηλεκτρονικά μέσα /* COM/2000/0349 τελικό - CNS 2000/0148 */
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 337 E της 28/11/2000 σ. 0065 - 0067
Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση της οδηγίας 388/77/ΕΟΚ όσον αφορά το σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας που εφαρμόζεται σε ορισμένες υπηρεσίες παρεχόμενες με ηλεκτρονικά μέσα. (υποβλήθηκε από την Επιτροπή) ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ 1. ιστορικο 1.1. Εισαγωγή Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αναπτύσσεται ήδη μια κοινωνία βασιζόμενη στην πληροφορία. Ο τρόπος με τον οποίο διεξάγονται οι επιχειρηματικές δραστηριότητες μεταβάλλεται με γρήγορο ρυθμό και το ηλεκτρονικό εμπόριο υπόσχεται σημαντικά κέρδη για την Ευρώπη. Ο παγκόσμιος χαρακτήρας της ανταγωνιστικής ηλεκτρονικής αγοράς σημαίνει ότι δεν περιορίζεται από τα παραδοσιακά γεωγραφικά ή οικονομικά όρια, συνεπώς, την αγορά αυτή θα εκμεταλλευτούν όσοι βρίσκονται στην καλύτερη θέση για να καρπωθούν τα οφέλη της. Μία από τις σημαντικές οικονομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η Κοινότητα είναι να διασφαλίσει ότι η Ευρώπη μεγιστοποιεί τις ευκαιρίες αυτές για τη δημιουργία απασχόλησης και πλούτου. Για να ανταποκριθούν στην πρόκληση αυτή, οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις καθώς και οι δημόσιοι οργανισμοί οφείλουν να ακολουθήσουν μία διαδικασία δημιουργικής αλλαγής, ώστε να είναι βέβαιη η αναγνώριση, η επιδίωξη και αξιοποίηση των ευκαιριών. Οι επιχειρήσεις καθώς και οι κυβερνήσεις αποδέχονται ότι η δημιουργία σαφούς και βέβαιου κανονιστικού περιβάλλοντος συνιστά ουσιώδες προαπαιτούμενο για τη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης, μέσα στο οποίο οι επιχειρήσεις θα επενδύουν και θα εμπορεύονται. Όπως οι επαχθείς κανόνες μπορεί να στραγγαλίσουν τη δημιουργική διαδικασία η οποία κινεί την οικονομική δραστηριότητα, έτσι και η έλλειψη κανονιστικής αποφασιστικότητας μπορεί παρομοίως να την αναχαιτίσει. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται σε ότι αφορά το φορολογικό σύστημα θα έχουν συνέπειες οι οποίες θα είναι εξαιρετικά χρήσιμες για να προσδιοριστεί ο βαθμός επιτυχίας του ηλεκτρονικού εμπορίου. Είναι σημαντικό, η φορολογία να μην παρεμποδίζει την ανάπτυξή του, αλλά να ενθαρρύνει ένα κλίμα μέσα στο οποίο να μπορεί να αναπτυχθεί, με την παράλληλη προστασία των συμφερόντων όλων των εμπλεκομένων. Ίσως αυτό είναι το σημαντικότερο ζήτημα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι φορολογικές διοικήσεις. Η Επιτροπή συμφωνεί και δέχεται ότι υπάρχει ανάγκη εκσυγχρονισμού των εν ισχύ κανόνων ΦΠΑ [1], στο πλαίσιο της νέας στρατηγικής της για τον ΦΠΑ. Aυτή η διαδικασία πρέπει να περιλαμβάνει μέτρα για την απλούστευση και την ενίσχυση του συστήματος ΦΠΑ, ώστε να ενθαρρύνει τις νόμιμες εμπορικές συναλλαγές μέσα στην εσωτερική αγορά. Στόχος αυτής της ενέργειας είναι να βελτιώσει τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, χωρίς ωστόσο να θέσει υπό αμφισβήτηση τη μακροπρόθεσμη νομική και πολιτική δέσμευση για τη δημιουργία οριστικού συστήματος φορολογίας και για τη διασφάλιση του απαιτούμενου βαθμού εναρμόνισης. Η πρόταση που υποβάλλεται τώρα για τη φορολόγηση ορισμένων υπηρεσιών που παρέχονται με ηλεκτρονικά μέσα αποτελεί το πρώτο στάδιο εφαρμογής αυτής της στρατηγικής. [1] Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο "Στρατηγική για τη βελτίωση της λειτουργίας του συστήματος ΠΑ στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς" COM (2000) 349............... Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβόνας της 23ης και 24ης Μαρτίου 2000 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, στο πλαίσιο των μέτρων που θα επιτρέψουν στο ηλεκτρονικό εμπόριο να αναπτύξει πλήρως το δυναμικό του στην Ευρωπαϊκή ´Ενωση, οι κανόνες για το ηλεκτρονικό εμπόριο πρέπει να μπορούν να προβλεφθούν και να εμπνέουν εμπιστοσύνη στις επιχειρήσεις και στους καταναλωτές. Η παρούσα πρόταση ανταποκρίνεται στην προσπάθεια επίτευξης αυτού του στόχου. 1.2. Ανάπτυξη του ζητήματος Οι υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αναγνωρίζοντας ότι το αναδυόμενο ηλεκτρονικό επιχειρηματικό περιβάλλον - και ιδίως ότι η ανάπτυξη του Internet ως μέσου διεθνών συναλλαγών, θέτει σειρά ζητημάτων όσον αφορά το μέλλον του συστήματος ΦΠΑ της ΕΕ- άρχισαν να εξετάζουν τις φορολογικές επιπτώσεις, το 1997. Σε στενή συνεργασία με τους αντιπροσώπους των 15 εθνικών φορολογικών διοικήσεων, εξετάστηκαν λεπτομερώς οι πιθανές επιπτώσεις της ανάπτυξης του ηλεκτρονικού εμπορίου στους κοινοτικούς φόρους. Στόχος της ενέργειας αυτής ήταν να προσδιοριστούν τα ενδεχόμενα προβλήματα καθώς και οι πιθανές λύσεις. Στην Έκθεση Προόδου περί των συνεπειών του ηλεκτρονικού εμπορίου για τον ΦΠΑ και τα τελωνειακά θέματα [2] διαπιστώνεται ότι σε πολλές περιπτώσεις, οι υφιστάμενοι μηχανισμοί και η νομική βάση επαρκούν για να διασφαλίσουν την είσπραξη των φόρων, αλλά οι διοικήσεις θα πρέπει να είναι προσεκτικές όσον αφορά τις πιθανές επιπτώσεις των αλλαγών όσον αφορά το πρότυπο και τον όγκο των συναλλαγών. Αυτό ισχύει ιδίως στην περίπτωση αγοράς υλικών αγαθών από ιδιώτες καταναλωτές μέσω ηλεκτρονικών δικτύων, που παραδίδονται όμως με παραδοσιακά μέσα. Για τον σκοπό του ΦΠΑ, οι πωλήσεις αυτές γίνονται με τον ίδιο τρόπο όπως και κάθε άλλη μορφή πώλησης εξ αποστάσεως (π.χ. με καταλόγους, τηλεφωνικώς, μέσω ταχυδρομείου κλπ.). Υπάρχουν καθιερωμένοι δίαυλοι για τη φορολόγηση των συναλλαγών αυτών - εμπορεύματα που αγοράζονται από τρίτες χώρες φορολογούνται κατά την εισαγωγή, εξαγόμενα εμπορεύματα είναι αφορολόγητα και φορολογούνται οι ενδοκοινοτικές πωλήσεις εμπορευμάτων, σύμφωνα με ειδικό καθεστώς που ισχύει για τις εξ αποστάσεως πωλήσεις, είτε στο κράτος μέλος του πωλητή ή του αγοραστή (εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον όγκο τέτοιων συναλλαγών τις οποίες πραγματοποιεί ο πωλητής). Προ το παρόν, η Επιτροπή δεν προτείνει τη τροποποίηση των κανόνων αυτών. Η αύξηση του όγκου των πωλήσεων αυτών, η οποία είναι ήδη εμφανής, απαιτεί ωστόσο να δοθεί προσοχή στην απλούστευση των διαδικασιών εκτελωνισμού για τις εισαγωγές μικρών αποστολών και, εφόσον χρειάζεται, στη προσαρμογή των κανόνων βάσει των οποίων λειτουργεί το καθεστώς πώλησης εξ αποστάσεως στην εσωτερική αγορά. Η Επιτροπή έχει ήδη ξεκινήσει τις εργασίες σχετικά με το πρώτο από τα σημεία αυτά και προτίθεται να χειριστεί το ζήτημα των πωλήσεων εξ αποστάσεως εντός της Κοινότητας στο πλαίσιο της νέας στρατηγικής για τον ΦΠΑ. [2] Έγγραφο XXI/98/0359 της 3ης Απριλίου 1998 το οποίο είναι διαθέσιμο στη διεύθυνση http://europa.eu.int/comm/dgs/taxation_customs/ Η παρούσα πρόταση αφορά ειδικότερα το ζήτημα της παράδοσης on-line (επί γραμμής) ψηφιακών προϊόντων, ιδίως όταν προορίζονται για τελικούς καταναλωτές, το οποίο χαρακτηρίστηκε ως πιθανό πρόβλημα φορολόγησης, στην Έκθεση Προόδου. Πρόκειται για μια νέα μορφή συναλλαγής, που δεν είχε προβλεφθεί όταν καταρτίστηκε η ισχύουσα νομοθετική βάση. Επιπλέον, τα πρότυπα τήρησης, ελέγχου και αναγκαστικής είσπραξης που διαθέτουν σήμερα οι φορολογικές διοικήσεις, κατά πάσα πιθανότητα θα είναι ανεπαρκή σε ορισμένες περιπτώσεις. Αν και προς το παρόν θεωρήθηκε ότι είναι πολύ περιορισμένος ο κίνδυνος για τα έσοδα, η ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου θέτει, μακροπρόθεσμα, πιθανά προβλήματα για τις φορολογικές διοικήσεις. Τα συστήματα και πρωτόκολλα βάσει των οποίων λειτουργεί, εξακολουθούσαν και εξακολουθούν να εξελίσσονται. Υπάρχει κίνδυνος η εξέλιξη αυτή να μην είναι ευνοϊκή για τη φορολογία, εάν οι αρμόδιες για τα φορολογικά έσοδα αρχές δεν αναλάβουν δραστήριο ρόλο. Σύμφωνα με θεμελιώδη σύσταση της έκθεσης προόδου, οι ισχύοντες φόροι μπορούν και θα μπορούσαν να λειτουργήσουν, συνεπώς δεν υπήρχε ανάγκη να επιβληθούν ενδεχομένως νέοι ή ειδικοί φόροι για το ηλεκτρονικό εμπόριο. Κάτι τέτοιο, θα απαιτούσε αλλαγές στην ισχύουσα νομοθετική δομή, επιπλέον δε ήταν σαφές ότι μια καθαρά νομοθετική προσέγγιση όσον αφορά τη φορολόγηση του ηλεκτρονικού εμπορίου, δεν συνιστούσε τη μοναδική απάντηση στο πρόβλημα. Το ηλεκτρονικό εμπόριο είναι από τη φύση του μια πραγματικά παγκόσμια διαδικασία και καμία φορολογική δικαιοδοσία, δρώντας μεμονωμένα, δεν μπορεί να επιλύσει όλα τα ζητήματα που προκύπτουν. Συνεπώς, χρειάζεται συνεργασία σε διεθνές επίπεδο. Η επιτυχής διαχείριση και εφαρμογή των φόρων θα εξαρτηθεί, σε μεγάλο βαθμό και, μεταξύ άλλων, στην επίτευξη διεθνούς συναίνεσης σε ότι αφορά την αποφυγή της διπλής φορολόγησης ή της αθέλητης μη φορολόγησης και συγχρόνως, θα εξασφαλίσει επαρκή ασφάλεια και βεβαιότητα στις επιχειρήσεις όσον αφορά τις υποχρεώσεις τους. Προς το σκοπό αυτό, η Επιτροπή ενέκρινε, τον Ιούνιο του 1998, μία σειρά γενικών κατευθύνσεων [3], ως βάση για την επίτευξη προόδου και ειδικότερα, για τη δημιουργία αποδεκτού πλαισίου ώστε να προχωρήσουν οι συζητήσεις εντός της Κοινότητας. Επίσης, οι κατευθύνσεις αυτές θα πρέπει να χρησιμεύσουν ως κοινή βάση για το ρόλο που θα αναλάβει η ΕΕ και τα κράτη μέλη αυτής σε ότι αφορά τα ζητήματα έμμεσων φόρων στην Υπουργική Διάσκεψη του ΟΟΣΑ, που προγραμματίζεται για τον Οκτώβριο του τρέχοντος έτους στην Οτάβα. [3] Ηλεκτρονικό εμπόριο και έμμεσοι φόροι - Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο Υπουργών, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή - COM (98)374 τελικό, η οποία είναι διαθέσιμη στη διεύθυνση http://europa.eu.int/comm/dgs/taxation_customs/index_en.htm . Ενώ οι γενικές αυτές κατευθύνσεις διαμορφώθηκαν αρχικά στο πλαίσιο του συστήματος της ΕΕ για τον ΦΠΑ, αναγνωρίζουν ωστόσο την ανάγκη διεθνούς συμφωνίας. Η διεπαφή μεταξύ του συστήματος έμμεσων φόρων της Κοινότητας και των συστημάτων των εμπορικών της εταίρων πρέπει να είναι ουδέτερη - πράγματι, όλες οι παραδόσεις προς κατανάλωση εντός της ΕΕ υπόκειται στον ΦΠΑ της ΕΕ, ενώ δεν υπόκεινται σε αυτόν, οι παραδόσεις στο πλαίσιο άλλων δικαιοδοσιών. Αυτό αντανακλά τη φύση του συστήματος ΦΠΑ της Κοινότητας, που χαρακτηρίζεται ως ένας συνολικός και γενικός φόρος κατανάλωσης. Η ανακοίνωση της Επιτροπής εξετάστηκε στα πλαίσια του Συμβουλίου Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών (ECOFIN), κατά τη σύνοδο της 6ης Ιουλίου 1998, κατά την οποία τα κράτη μέλη, βάσει των γενικών κατευθύνσεων που υιοθέτησε η Επιτροπή, συμφώνησαν επί των "αρχών οι οποίες αποτελούν τη βάση μιας συνεκτικής συμβολής της Κοινότητας στην προσεχή διάσκεψη του ΟΟΣΑ στην Οτάβα". Επίσης, έθεσαν το πολιτικό πλαίσιο εντός του οποίου πρέπει να γίνουν οι τροποποιήσεις του κοινού συστήματος ΦΠΑ όσον αφορά τις συναλλαγές on-line και το ηλεκτρονικό εμπόριο. Στόχος της παρούσας πρότασης είναι, κατά κύριο λόγο, να ανταποκριθεί σε αυτές τις σαφείς πολιτικές αποφάσεις. Το Συμβούλιο υποστήριξε τρεις κύριες αρχές. Σύμφωνα με την πρώτη αρχή, δεν χρειάζονται νέοι ή επιπρόσθετοι φόροι για το ηλεκτρονικό εμπόριο αλλά πρέπει να προσαρμοστούν οι ισχύοντες φόροι - και ιδίως ο ΦΠΑ - ώστε να είναι δυνατή η εφαρμογή τους στο ηλεκτρονικό εμπόριο. Σύμφωνα με τη δεύτερη αρχή, για τους φόρους κατανάλωσης, δεν πρέπει οι ηλεκτρονικές παραδόσεις να θεωρηθούν ως εμπορεύματα. Στην περίπτωση του συστήματος ΦΠΑ της ΕΕ, πρέπει να εκληφθούν ως παροχή υπηρεσιών. Σύμφωνα με την τρίτη αρχή, μόνο η παροχή υπηρεσιών που καταναλίσκονται στην Ευρώπη πρέπει να φορολογείται στην Ευρώπη (παραδείγματος χάριν, η φορολόγηση αυτή γίνεται στο τόπο δικαιοδοσίας όπου γίνεται και η κατανάλωση). Η τρέχουσα πρόταση καλύπτει τα κενά της 6ης οδηγίας για τον ΦΠΑ [4] για τη φορολόγηση των υπηρεσιών αυτών σύμφωνα με τις ανωτέρω αρχές. Το γενικό ιστορικό πλαίσιο της πρότασης περιγράφεται στο τμήμα 2 του παρόντος εγγράφου και η περιγραφή και αιτιολόγηση της προτεινόμενης νομοθεσίας, στο τμήμα 5. [4] Οδηγία 77/388/ΕΟΚ της 17ης Μαΐου 1977 όπως τροποποιήθηκε πρόσφατα με την οδηγία 1999/85/ΕΚ του Συμβουλίου. Η οδηγία αυτή διατίθεται στο EUR-Lex στη διεύθυνση http://europa.eu.int/eur-lex, παραπομπή 90.30.10. Επίσης, το Συμβούλιο τόνισε τα εξής θέματα : * το ζήτημα του ελέγχου και της αναγκαστικής είσπραξης ΦΠΑ στο ηλεκτρονικό εμπόριο, το οποίο καλύπτεται στο τμήμα 4 του παρόντος υπομνήματος. * την ανάγκη κανόνων για την αποδοχή ηλεκτρονικών τιμολογίων χωρίς τη χρήση εντύπων. Η Επιτροπή διεξήγαγε εκτενείς διαβουλεύσεις με τις επιχειρήσεις και τα κράτη μέλη επί του θέματος αυτού. Στο προσεχές μέλλον θα υποβληθεί πρόταση για κοινές προδιαγραφές σε ότι αφορά γενικά την έκδοση τιμολογίων, μεταξύ άλλων, τη γενική αποδοχή των ηλεκτρονικών τιμολογίων στις ενδοκοινοτικές συναλλαγές. Η Επιτροπή θεωρεί τούτο ως πρότυπο, το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για μια διεθνή συμφωνία επί του θέματος. * το γεγονός ότι, για τους μη κοινοτικούς φορείς ηλεκτρονικού εμπορίου, η τήρηση πρέπει να διευκολυνθεί και απλουστευθεί κατά το δυνατόν περισσότερο, λαμβάνοντας υπόψη τις διεθνείς συμφωνίες. Προς το σκοπό αυτό, η Επιτροπή προτείνει, οι μη κοινοτικοί φορείς ηλεκτρονικού εμπορίου να εγγράφονται για αριθμό ΦΠΑ μόνο σε ένα κράτος μέλος και να έχουν τη δυνατότητα να εκπληρώνουν όλες τις υποχρεώσεις τους έναντι μιας μόνο φορολογικής διοίκησης. * την ανάγκη να προβλεφθεί η εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων με ηλεκτρονικά μέσα. Η Επιτροπή προτείνει, να δοθεί η δυνατότητα στους φορείς να εκπληρώνουν όλες τις συνήθεις φορολογικές υποχρεώσεις, καταθέτοντας ηλεκτρονικά, δηλώσεις ΦΠΑ και λογιστικά έγγραφα. Τούτο πρέπει να εκληφθεί ως ένα γενικό μέτρο εκσυγχρονισμού και διευκόλυνσης και δεν υπάρχει λόγος να περιοριστεί μόνο στους φορείς ηλεκτρονικού εμπορίου. Σε διεθνές επίπεδο, οι Προϋποθέσεις-Πλαίσιο για τη φορολογία [5], που στη συνέχεια εγκρίθηκαν από εκπροσώπους των κυβερνήσεων και επιχειρήσεων στην Οτάβα, συμφώνησαν ότι αποτελεί ιδιαίτερη προτεραιότητα η εφαρμογή συστήματος φόρων κατανάλωσης, σύμφωνα με τις παραδοσιακές γενικές αρχές φορολόγησης, μεταξύ άλλων ουδετερότητα, αποτελεσματικότητα, βεβαιότητα και απλότητα. Όσον αφορά τους φόρους κατανάλωσης, όπως ο ΦΠΑ, ένα τέτοιο σύστημα θα πρέπει να πληροί ειδικά κριτήρια, σε πλήρη αντιστοιχία με τις αρχές που ενέκρινε η Επιτροπή [6]. [5] "Ηλεκτρονικό Εμπόριο : Συνθήκες-Πλαίσιο για τη Φορολογία" - Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, παραπομπή στο έγγραφο DAFFE/CFA(98)38/REV3. http://www.oecd.org/daf/fa/e_com/Ottawa.htm [6] Αν και υπάρχουν ορισμένες διαφορές στη διατύπωση και παρουσίαση των συμπερασμάτων της Οτάβα και των αρχών του Συμβουλίου ECOFIN, οι διαφορές αυτές δεν είναι σημαντικές και οφείλονται απλά στην ευρύτερη θεώρηση του ΟΟΣΑ. 1.3. Συναίνεση επί των βασικών αρχών για τη φορολόγηση του ηλεκτρονικού εμπορίου Μετά τη διάσκεψη της Οτάβα, οι ανωτέρω περιγραφόμενες αρχές έγιναν ευρέως αποδεκτές από χώρες μη μέλη του ΟΟΣΑ και από περιφερειακές ενώσεις εθνικών φορολογικών διοικήσεων. Επιπλέον, οι επιχειρήσεις θεωρούν ότι οι αρχές αυτές ακολουθούν ορθή κατεύθυνση (βλέπε κατωτέρω τμήμα 1.4). Μετά την Οτάβα, η πρόκληση που δημιουργήθηκε ήταν, πως οι ευρείες αρχές θα εκφρασθούν με πρακτικά και νομικά μέσα, τα οποία θα μπορούν να εφαρμοσθούν με ακρίβεια. Η Επιτροπή και οι εθνικές φορολογικές διοικήσεις της ΕΕ συμμετέχουν δραστήρια στη διαδικασία αυτή στα πλαίσια του ΟΟΣΑ και εξακολουθούν να πιστεύουν, όπως και στην αρχή, ότι ο καλύτερος τρόπος για την πρόοδο της διαδικασίας αυτής είναι να εκτεθούν με σαφήνεια οι συνέπειες για το εσωτερικό φορολογικό σύστημα της Κοινότητας και να προσδιοριστούν και να αποφασιστούν τα απαιτούμενα μέτρα. Η παρούσα πρόταση υποβάλλεται μέσα στο πλαίσιο αυτό. Οι αρχές τις οποίες ενέκριναν τα κράτη μέλη στο Συμβούλιο Υπουργών ECOFIN τον Ιούλιο 1998, είναι σαφείς, συνεπώς δίδεται σαφής πολιτική εντολή στην Επιτροπή να προτείνει τα νομικά μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή τους. Η διεθνής συμφωνία που επετεύχθη στην Οτάβα απλά ενισχύει την ορθότητα της προσέγγισης αυτής. 1.4. Διαβούλευση με τις επιχειρήσεις Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι είναι ουσιώδης η κοινή συμμετοχή των εκπροσώπων του επιχειρηματικού και του δημόσιου τομέα σε μία διαδικασία δημιουργικής αλλαγής, θεωρεί δε ότι η συμμετοχή αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική όσον αφορά τη δέσμευσή της για την προώθηση του ηλεκτρονικού εμπορίου. Σύμφωνα με το σαφές μήνυμα του επιχειρηματικού κύκλου, κυρίως όπως διατυπώθηκε μέσω φορέων όπως ο Παγκόσμιος Επιχειρηματικός Διάλογος, για να μπορέσουν να αξιοποιηθούν πλήρως οι δυνατότητες του ηλεκτρονικού εμπορίου, είναι βέβαιο ότι χρειάζεται διαφανής και προβλέψιμη δομή, για τη δημιουργία της οποίας πρέπει να εργαστούν από κοινού όλοι οι ενδιαφερόμενοι. Μεταξύ των επειγουσών προκλήσεων που πρέπει να αντιμετωπιστούν, η φορολόγηση συνιστά την κύρια προτεραιότητα, ενώ πρέπει να συνεχίσει να επιδιώκεται η σαφήνεια και η βεβαιότητα. Η Επιτροπή από πλευράς της, βάσει των Προϋποθέσεων-πλαίσιο της Οτάβα και των συμπερασμάτων του Συμβουλίου Υπουργών ECOFIN, θα αναζητήσει πρακτικές λύσεις, σε στενή συνεργασία με την ευρωπαϊκή επιχειρηματική κοινότητα. Κάνοντας ακόμη ένα βήμα προόδου στα πλαίσια διαδικασίας εκτενών διαβουλεύσεων, περισσότεροι από 100 εκπρόσωποι ευρωπαϊκών επιχειρήσεων (μεταξύ άλλων εκπρόσωποι των ΜΜΕ), συμμετείχαν σε Στρογγυλή Τράπεζα όσον αφορά τις επιλογές για το σύστημα ΦΠΑ της ΕΕ και το ηλεκτρονικό εμπόριο, που πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες, τον Ιανουάριο 1999. Η Επιτροπή έλαβε την ευκαιρία να εκφράσει ορισμένες σκέψεις σχετικά με τον τρόπο που μπορούν να αναπτυχθούν οι προαναφερόμενες αρχές στο πλαίσιο του συστήματος ΦΠΑ και να καλέσει τις επιχειρήσεις να διατυπώσουν τις απόψεις τους. Επίσης, η Στρογγυλή Τράπεζα συνέβαλε άμεσα στη δημιουργία ομάδας ανεπίσημων επαφών, ώστε να διαδοθούν οι απόψεις των ενδιαφερομένων όσον αφορά την ανάπτυξη του ευρωπαϊκού ηλεκτρονικού εμπορίου. Πολλές άλλες άτυπες ομάδες παρείχαν αυθόρμητα συμβουλές και γνώμες επί του ζητήματος αυτού στις υπηρεσίες της Επιτροπής. Το βασικό μήνυμα που εξέφρασαν οι επιχειρήσεις είναι ότι, η σαφήνεια των φορολογικών κανόνων αποτελεί προτεραιότητα για το ηλεκτρονικό εμπόριο και χρειάζεται να υπάρχει βεβαιότητα ως προς την ύπαρξη των κανόνων καθώς και τον τρόπο εφαρμογής τους. Η Επιτροπή αποδέχεται πλήρως τη σημασία που έχει η κατάργηση της αβεβαιότητας και των στρεβλώσεων στο ισχύον φορολογικό σύστημα και, ενώ η παρούσα πρόταση δεν επιλύει όλα τα προβλήματα που εκτέθηκαν κατά τη διαδικασία διαβουλεύσεων, παρόλα αυτά, αποτελεί σημαντικό βήμα για την επίλυσή τους. 2. ιστορικο πλαισιο τησ προτασησ Η Γενική Διεύθυνση Φορολογίας και Τελωνειακής Ένωσης της Επιτροπής δημοσίευσε ένα έγγραφο εργασίας [7] τον Ιούνιο 1999, στο οποίο εκθέτει συγκεκριμένες εναλλακτικές δυνατότητες για την εφαρμογή των αρχών αυτών στο πλαίσιο του συστήματος ΦΠΑ, περιγράφοντας γενικά πως πρέπει να επέλθουν οι νομοθετικές αλλαγές. [7] Έγγραφο XXI/1201/99 - Έμμεσοι φόροι και ηλεκτρονικό εμπόριο, το οποίο είναι διαθέσιμο στη διεύθυνση http://europa.eu.int/comm/dgs/taxation_customs/index_en.htm . Στο έγγραφο αυτό αναφέρονται επίσης οι λόγοι για τους οποίους είναι απαραίτητες οι αλλαγές στο σύστημα ΦΠΑ. Σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, εκτός εάν υπάρχει ειδική πρόβλεψη, στην περίπτωση κατά την οποία η έδρα ενός προμηθευτή υπηρεσιών βρίσκεται εκτός της ΕΕ, δεν οφείλεται ΦΠΑ για τις υπηρεσίες που παραδίδονται σε πελάτες εντός της ΕΕ. Ενώ ο μηχανισμός αντίστροφης επιβάρυνσης (ή αυτοεκτίμησης) (που αποτελεί μορφή αυτοεκτίμησης για μια επιχείρηση που αποκτά υπηρεσίες) θα διασφαλίσει την ορθή φορολόγηση των περισσοτέρων συναλλαγών μεταξύ επιχειρήσεων, οι ισχύουσες διατάξεις δεν λαμβάνουν πλήρως υπόψη το σύνολο των υπηρεσιών οι οποίες σήμερα παρέχονται ηλεκτρονικά, και δεδομένου ότι οι υπηρεσίες και οι άυλες αξίες αποτελούν αυξανόμενο τμήμα των διεθνών συναλλαγών, πρέπει να καλυφθούν τα κενά αυτά. Επιπλέον, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες, δεν διασφαλίζεται ότι οι ηλεκτρονικά παραδιδόμενες υπηρεσίες μπορούν, σε όλες τις περιπτώσεις, να εξάγονται άνευ ανταλλάγματος και ότι υπάρχει επαρκής νομική βάση για την επιβολή ΦΠΑ επί των υπηρεσιών που παραδίδονται σε ιδιώτες καταναλωτές της ΕΕ από αλλοδαπούς φορείς. Οι κανόνες αυτοί μπορεί να προκαλέσουν σημαντική στρέβλωση του ανταγωνισμού και να θέσουν τους προμηθευτές υπηρεσιών της ΕΕ σε ανταγωνιστικό μειονέκτημα σε σχέση με τους μη κοινοτικούς προμηθευτές. Πρόκειται για μια σαφώς απαράδεκτη κατάσταση την οποία στοχεύει άμεσα να επανορθώσει η παρούσα πρόταση. Οι ευρείες διαβουλεύσεις τις οποίες πραγματοποίησε η Επιτροπή, επιβεβαίωσαν την άποψη κατά την οποία οι αναγκαίες τροποποιήσεις θα πρέπει να στηρίζονται κατά το δυνατόν περισσότερο στη λειτουργία του ισχύοντος συστήματος ΦΠΑ. Η παρούσα πρόταση αφορά επομένως τη διατήρηση της εφαρμογής του μηχανισμού αντίστροφης επιβάρυνσης όσον αφορά τις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων, με την επιβολή υποχρέωσης εγγραφής για απόκτηση αριθμού ΦΠΑ στους φορείς που προμηθεύουν μη υποκείμενους στο φόρο εγκατεστημένους στην Ε.Ε. Οι συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων θα φορολογούνται σύμφωνα με τις διαδικασίες της αντίστροφης επιβάρυνσης. Προς το σκοπό αυτό, θα πρέπει να οι προμηθευτές να είναι σε θέση να διακρίνουν μεταξύ επιχειρηματιών πελατών (υποκείμενοι στο φόρο) και τελικών καταναλωτών (μη υποκείμενοι στο φόρο). δεδομένου ότι, για να αποφασίσουν σχετικά με την επιβολή φόρου, πρέπει να γνωρίζουν εάν ο πελάτης τους διαθέτει αριθμό ΦΠΑ. Αυτό βέβαια αποτελεί ήδη μια πτυχή της φορολόγησης του παραδοσιακού εμπορίου και η επιβεβαίωση του αριθμού ΦΠΑ παρέχεται μέσω της εθνικής φορολογικής διοίκησης του προμηθευτή. Για το ηλεκτρονικό εμπόριο, η πληροφορία αυτή πρέπει να είναι διαθέσιμη κατά τη συναλλαγή, κατά συνέπεια η Επιτροπή θα πράξει τα αναγκαία για να διασφαλίσει ότι η πληροφορία αυτή θα είναι διαθέσιμη on-line. Η παρούσα πρόταση περιλαμβάνει τα αναγκαία προς το σκοπό αυτό νομικά μέτρα και οι υπηρεσίες της Επιτροπής έχουν ήδη ξεκινήσει τις εργασίες τους για τη πρόβλεψη των αναγκαίων μέσων και τεχνικών μέτρων. Δεν προτείνεται τροποποίηση όσον αφορά τις παραδόσεις προς μη υποκείμενους στο φόρο εγκατεστημένους εντός της Κοινότητας, κατά συνέπεια οι επιχειρήσεις της ΕΕ θα εξακολουθούν να επιβάλουν τον ΦΠΑ στο κράτος μέλος όπου είναι εγκατεστημένος ο προμηθευτής, όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος (1) της 6ης οδηγίας. Ωστόσο, για τις πωλήσεις προς πελάτες εκτός της ΕΕ, η πρόταση προβλέπει σαφή νομική βάση ώστε αυτές οι ηλεκτρονικές πωλήσεις να απαλλάσσονται του ΦΠΑ. Οι προμηθευτές που είναι εγκατεστημένοι εκτός της ΕΕ, οι οποίοι πωλούν σε πελάτες στην Κοινότητα οφείλουν τώρα να επιβάλουν φόρους στην ίδια βάση, όπως και ένας φορέας της ΕΕ όταν πραγματοποιεί εμπορικές συναλλαγές στην Κοινότητα. Αυτό σημαίνει ότι οφείλουν να επιβάλουν και να δηλώνουν τον ΦΠΑ όσον αφορά πωλήσεις σε τελικούς καταναλωτές στην ΕΕ. Ωστόσο, οι διοικητικές υποχρεώσεις που βαρύνουν τους προμηθευτές, θα είναι όσο το δυνατόν πιο απλές και σαφείς. Προβλέπεται ενιαία εγγραφή καθώς και όριο εγγραφής, ώστε να αποκλείονται οι πολύ μικροί μη κοινοτικοί φορείς ή αυτοί οι οποίοι περιστασιακά πωλούν στην Κοινότητα. Λεπτομερέστερη περιγραφή των προτεινόμενων νομικών μέσων περιέχεται στο τμήμα 5 και τα διοικητικά ζητήματα εκτίθενται στο τμήμα 3. H παρούσα πρόταση καλύπτει επίσης και τη φορολογική μεταχείριση των υπηρεσιών ραδιοφωνίας και τηλεόρασης που παρέχονται βάσει συνδρομής ή με χρέωση ανά θέαση. Αυτό είναι σύμφωνο με το αίτημα που υπέβαλε το Συμβούλιο στην Επιτροπή κατά την έγκριση μέτρων όσον αφορά τη φορολόγηση των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών [8]. Λόγω της σύγκλισης των τεχνολογιών, πρέπει σε κάθε περίπτωση, οι υπηρεσίες ραδιοφωνίας και τηλεόρασης να περιληφθούν στην πρόταση για τη φορολόγηση των ηλεκτρονικών παραδόσεων. Πρόκειται για μια εμπορική δραστηριότητα σε πλήρη εξάπλωση, που αφορά ευρύτατα τους καταναλωτές και οι ισχύουσες φορολογικές διατάξεις συνεπάγονται διακρίσεις εις βάρος των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, δεδομένου ότι το φορολογικό καθεστώς συνεπάγεται σημαντικό πλεονέκτημα τιμών για τους προμηθευτές τρίτων χωρών. [8] Οδηγία 1999/59/EΚ του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου, για την τροποποίηση της οδηγίας 388/77/ΕΟΚ όσον αφορά το σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας που εφαρμόζεται στις τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες. 3. διαχειριση και εισπραξη του ΦΠΑ σε εναν ηλεκτρονικο κοσμο 3.1. Οι υποχρεώσεις των επιχειρήσεων Πρόθεση της Επιτροπής είναι, η πρόταση αυτή να προσφέρει ένα σαφές πλαίσιο για την εφαρμογή, είσπραξη και επιστροφή του ΦΠΑ στις ηλεκτρονικές παραδόσεις. Κατά τη διάρκεια μιας συναλλαγής, για να μπορέσει ο προμηθευτής να αποφασίσει σωστά για την φορολόγηση, πρέπει να διαθέτει ορισμένες βασικές πληροφορίες : - τη φορολογική ιδιότητα του πελάτη για να προσδιορίσει κατά πόσον ο λήπτης διαθέτει αριθμό ΦΠΑ ή είναι ιδιώτης καταναλωτής. Τα μέτρα για τον εκσυγχρονισμό του συστήματος VIES [9] που έχει ήδη ξεκινήσει η Επιτροπή, θα διασφαλίσουν τη διάθεση των πληροφοριών αυτών στους εμπορευόμενους, όταν και όπου πρέπει. Πρέπει να επιβάλλεται φόρος στις παραδόσεις προς μία επιχείρηση που διαθέτει αριθμό ΦΠΑ στο ίδιο κράτος μέλος (στη συνέχεια ο λήπτης δηλώνει το φόρο αυτό κατά το συνήθη τρόπο) ενώ ο προμηθευτής δεν απαιτεί φόρο από μία επιχείρηση που διαθέτει αριθμό ΦΠΑ σε άλλο κράτος μέλος και ο λήπτης δηλώνει το φόρο δυνάμει του μηχανισμού αντίστροφης επιβάρυνσης. [9] Σύστημα Ανταλλαγής Πληροφοριών ΦΠΑ. - στην περίπτωση που ο λήπτης είναι ιδιώτης καταναλωτής ή είναι εγκατεστημένος εκτός της Κοινότητας, απαιτείται να ληφθεί απόφαση σχετικά με την αρμόδια δικαιοδοσία για φορολογικούς σκοπούς. Εάν, βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών, μπορεί εύλογα να καθοριστεί ότι ο τόπος εγκατάστασης του λήπτη είναι εκτός της Κοινότητας, τότε δεν απαιτείται φόρος. Λόγω του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί σήμερα το ηλεκτρονικό εμπόριο on-line, έχουν εκφραστεί ορισμένες ανησυχίες ως προς τη δυνατότητα πρόσβασης των φορέων στις πληροφορίες αυτές, δεδομένου ότι οι το πρότυπο ανταλλαγής δεδομένων δεν έχει δεν σχεδιαστεί για το σκοπό αυτό. Τα πρότυπα και τα επίπεδα επαλήθευσης αναπτύσσονται ακόμη και πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα η επίτευξη μεγαλύτερης βεβαιότητας για φορολογικούς σκοπούς καθώς και η εναρμόνιση των συναλλαγών. Στόχος είναι να υπάρξει ένας επαληθεύσιμος δείκτης που να μπορεί να παρέχει αποδεκτές πληροφορίες για τον τόπο κατανάλωσης (που σύμφωνα με την ορολογία της οδηγίας αναφέρεται ως τόπος της παροχής). Λαμβάνοντας υπόψη τις πληροφορίες στις οποίες υπάρχει σήμερα πρόσβαση κατά τη διάρκεια των παραδόσεων on-line προς μη υποκείμενους στο φόρο, η συνήθης εμπορική πρακτική να ζητείται μία επαληθεύσιμη διεύθυνση τιμολόγησης για την πιστωτική κάρτα (προκειμένου να ενισχυθεί η ασφάλεια και να καταπολεμηθεί η απάτη) ίσως αποτελεί προς το παρόν την καλύτερη λύση. ´Οσον αφορά τα στοιχεία της διεύθυνσης, μόνο η ένδειξη της χώρας είναι απαραίτητη για τη φορολόγηση, ενώ άλλα στοιχεία σχετικά με τον πελάτη δεν είναι ούτε απαραίτητα, ούτε σημαντικά. Ωστόσο, είναι πιθανό ότι οι πιστωτικές κάρτες θα παύσουν να κυριαρχούν ως μέσον πληρωμής για τις συναλλαγές on-line, διότι εν τω μεταξύ αναπτύσσονται άλλα συστήματα πληρωμής. Η Επιτροπή θα εξακολουθήσει να εργάζεται, κυρίως στα πλαίσια του ΟΟΣΑ, για τον προσδιορισμό κατάλληλων και προσιτών μέτρων προσδιορισμού του τόπου της παροχής. ´Οπως για τις πιστωτικές κάρτες, η μόνη απαραίτητη πληροφορία είναι η ένδειξη της χώρας κατοικίας ή οποιοδήποτε άλλο ανάλογο στοιχείο, οπότε αυτό δεν αποτελεί εμπόδιο για τη χρησιμοποίηση των ανώνυμων συστημάτων πληρωμής. - το φορολογικό συντελεστή που εφαρμόζεται στη συναλλαγή. Σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, όσον αφορά τις πωλήσεις σε καταναλωτές εντός της Κοινότητας, πρόκειται για τον κοινό συντελεστή ΦΠΑ του κράτους μέλους όπου διαθέτει αριθμό ΦΠΑ ο προμηθευτής. Στο πλαίσιο αυτό, θα μπορούσε να εξεταστεί η περίπτωση κατά την οποία είναι πιθανή η εφαρμογή διαφορετικών φορολογικών συντελεστών σε προφανώς ομοειδή εμπορεύματα και υπηρεσίες. Η Επιτροπή προτίθεται να εξετάσει το ζήτημα αυτό στα πλαίσια της επόμενης αναθεώρησης του παραρτήματος Η της 6ης οδηγίας ΦΠΑ, όπου κατονομάζονται οι προμήθειες αγαθών και υπηρεσιών στις οποίες μπορεί να επιβληθεί μειωμένος συντελεστής ΦΠΑ. Εκτός από τη χρέωση και την είσπραξη του φόρου, είναι υποχρεωτικό να καταβληθούν στη φορολογική διοίκηση και να παρασχεθούν τα απαιτούμενα λογιστικά βιβλία και δηλώσεις. Ειδικότερα για το ηλεκτρονικό εμπόριο, οι φορολογικές διοικήσεις πρέπει να λάβουν όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε η διαδικασία αυτή να περατώνεται ηλεκτρονικά και on-line. Αυτή η δυνατότητα χαρακτηρίζει όλο και περισσότερο τη σχέση μεταξύ φορολογουμένων και υπηρεσιών σε κάποια κράτη μέλη, όμως πρέπει να γίνει αποδεκτή ως κανόνας. 3.2. Αυτο-εκτίμηση και εθελοντική τήρηση των διατάξεων από τις επιχειρήσεις Ο ΦΠΑ είναι καταρχήν ένας φόρος, η αποτελεσματικότητα του οποίου βασίζεται στην αυτο-εκτίμηση, οι δε επιχειρήσεις τηρούν, σε μεγάλο βαθμό, εθελοντικά την εφαρμογή των διατάξεων. Ο επιχειρηματίας, ως φορολογούμενη μονάδα, έχει την ευθύνη να γνωστοποιήσει την εμπορική παρουσία του στη φορολογική διοίκηση και να εισπράξει, να δηλώσει και να επιστρέψει τον οφειλόμενο φόρο. Η αποτελεσματικότητα της προσέγγισης αυτής στις φορολογικές διοικήσεις διασφαλίζεται μόνο όταν βασίζεται στην εύλογη και ρεαλιστική υπόθεση ότι θα αποκαλυφθεί και θα επανορθωθεί η μη τήρηση και θα επιβληθούν οι κατάλληλες κυρώσεις. Εκτός από το άμεσο κίνητρο της αποφυγής των ποινικών κυρώσεων, οι συμμορφούμενοι φορείς θέλουν να βεβαιωθούν ότι δεν θα έχουν να αντιμετωπίσουν εχθρικό ή αθέμιτο ανταγωνισμό από φορείς οι οποίοι δεν εκπληρώνουν τις ίδιες φορολογικές υποχρεώσεις και οι οποίοι ως εκ τούτου, θα επωφεληθούν της κατάστασης για να βρεθούν σε πλεονεκτική θέση. Δεν υπάρχει καμία διαφορά όσον αφορά το ηλεκτρονικό εμπόριο, επομένως οι φορείς θα έχουν τις ανάλογες προσδοκίες. Στην περίπτωση φορέων οι οποίοι διαθέτουν αριθμό ΦΠΑ, εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι ισχύουσες απαιτήσεις σε ότι αφορά την πληροφόρηση. Με την αυξανόμενη αυτοματοποίηση των συναλλαγών στο Internet, είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί ότι το χρησιμοποιούμενο λογισμικό πληροί τα πρότυπα σχετικά με τα λογιστικά έγγραφα και το ιστορικό των λογαριασμών, ώστε οι φορολογικοί ελεγκτές να μπορούν να επαληθεύουν την τήρηση των διατάξεων. Στην περίπτωση των εξ αποστάσεως προμηθευτών, η πρόσβαση στα αρχεία είναι πιθανόν σημαντικότερη από τον ίδιο το φυσικό τόπο. Η απαίτηση υποβολής πληροφοριών πρέπει να εξελιχθεί με τρόπο συμβατό με το ηλεκτρονικό εμπόριο και πρέπει να προσεγγιστούν τα προβλήματα γεωγραφικής απόστασης για την εφαρμογή των διαδικασιών πρόσβασης και ελέγχου. 3.3. Μη τήρηση των διατάξεων Όσον αφορά το ηλεκτρονικό εμπόριο, η μη εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων θέτει νέα και συγκεκριμένα προβλήματα, τα οποία οφείλουν να εξετάσουν και να επιλύσουν οι φορολογικές διοικήσεις. Επιπλέον, πρόκειται για μια υποχρέωση έναντι των συμμορφούμενων φορολογούμενων οι οποίοι διεκπεραιώνουν νόμιμα τις συναλλαγές. Η υποεπιτροπή της Επιτροπής για την καταπολέμηση της απάτης (SCAF) έχει ήδη εντοπίσει την ύπαρξη πολλών περιπτώσεων μη τήρησης των διατάξεων για τον ΦΠΑ στον τομέα του παραδοσιακού εμπορίου [10]. Ως προς αυτό, το ηλεκτρονικό εμπόριο δεν είναι πιθανό ότι θα διαφέρει και επομένως θα απαιτείται εξαιρετική επαγρύπνηση εκ μέρους των φορολογικών διοικήσεων. [10] ´Εκθεση περί της διοικητικής συνεργασίας και περί της είσπραξης του ΦΠΑ και των διαδικασιών ελέγχου -COM (2000) 28 τελικό της 28ης Ιανουαρίου 2000. Στην περίπτωση μιας επιχείρησης που δεν τηρεί τις φορολογικές της υποχρεώσεις, η μη εκπλήρωση των νόμιμων υποχρεώσεών της συνεπάγεται άμεσους και σοβαρούς κινδύνους. Ο μικρότερος από αυτούς είναι ότι το απαιτητό του ΦΠΑ, δεν αναιρείται απλά με την απόκρυψή του ή τη μη αναφορά στην αρμόδια φορολογική διοίκηση. Η μη τήρηση της υποχρέωσης αυτο-εκτίμησης, ούτε μειώνει ούτε διαγράφει μια φορολογική οφειλή. Αντίθετα, εκθέτει την επιχείρηση σε επιπρόσθετες ποινικές κυρώσεις και τόκους υπερημερίας, με συνέπεια την περαιτέρω διόγκωση του απαιτητού φόρου. Όταν ένας φορέας, ακόμη και αν είναι εγκατεστημένος εκτός της ΕΕ, διατρέχει τον κίνδυνο να εκτεθεί σε σημαντικά και ανεπίλυτα φορολογικά χρέη στη μεγαλύτερη αγορά του κόσμου, μια τέτοια συμπεριφορά δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως συνετή επιχειρηματική πρακτική. Ούτε παραγράφεται το χρέος με την πάροδο του χρόνου, αντίθετα εξακολουθεί να υπάρχει για την επιχείρηση και σε ορισμένες περιπτώσεις, μεταφέρεται στον επόμενο αγοραστή. Επιπλέον, εφόσον εκκρεμεί ένα χρέος, είναι πολύ πιθανόν ότι θα παρεμποδίσει την πρόσβαση της επιχείρησης σε κεφάλαια ή άλλες πηγές χρηματοδότησης. Η μη τήρηση των φορολογικών υποχρεώσεων μπορεί να αποκαλυφθεί στα πλαίσια μιας σημαντικής δικαιοδοσίας όπως η Ε.Ε., με τη διεξαγωγή νόμιμου ελέγχου ή αφού εξετασθεί αν καταβλήθηκε η δέουσα προσπάθεια, σύμφωνα με τους κοινά αποδεκτούς κανόνες. Επιπλέον δε υπάρχει ο κίνδυνος "κυρωτικής" φορολογικής εκτίμησης. Επίσης, σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορούν να επιβληθούν ποινές σύμφωνα με το αστικό ή ποινικό δίκαιο, στους διοικούντες ή τους ιδιοκτήτες της επιχείρησης. Εξάλλου, οι ισχύουσες κοινοτικές διατάξεις στον τομέα της αμοιβαίας συνδρομής και είσπραξης διασφαλίζουν ότι μία φορολογική οφειλή που γεννάται σε ένα κράτος μέλος είναι πράγματι απαιτητή οπουδήποτε μέσα στην Κοινότητα. Οι νόμιμοι φορείς θα επιθυμούν ωστόσο να διασφαλίσουν την πρόσβασή τους στη νομική προστασία και επανόρθωση όσον αφορά τις παραβάσεις δικαιωμάτων αναπαραγωγής ή άλλων δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Προς το σκοπό αυτό, θα επιθυμούν επίσης να διασφαλίσουν την τήρηση των ιδίων νομικών και κανονιστικών υποχρεώσεων. Αν και τα ανωτέρω συνιστούν ισχυρούς λόγους υπέρ της τήρησης, ωστόσο δεν επαρκούν και, ιδίως όσον αφορά τους εξ αποστάσεως προμηθευτές, είναι αναγκαίο να αναπτυχθούν μέσα άμεσης αναγκαστικής είσπραξης, στα οποία μπορούν να προσφεύγουν οι φορολογικές διοικήσεις. Στην περίπτωση αυτή, μια αδικοπραξία στο Internet δεν αποτελεί φαινόμενο που περιορίζεται μόνο στις φορολογικές υποχρεώσεις, αλλά αφορά μια σειρά άλλων ζητημάτων δημόσιας τάξης και την προστασία δικαιωμάτων και συμφερόντων των ιδιωτών. Υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι οι εμπορικοί φορείς θα επιδιώξουν σθεναρά τη διασφάλιση της νομικής προστασίας και την εφαρμογή των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας τους. Εκτός από τη δικαστική προσφυγή για τη ζημία που υπέστησαν, θα πρέπει ενδεχομένως να ληφθούν μέτρα για την αντιμετώπιση των υφιστάμενων ζημιών. Οι φορολογικές διοικήσεις θα πρέπει να προβλέψουν ανάλογα μέτρα ώστε να εξακριβώσουν και να αποζημιώσουν τις απώλειες εσόδων και, σε έσχατη ανάγκη, να ενεργήσουν για να προλάβουν τις υφιστάμενες απώλειες εσόδων. Για να δημιουργηθεί ένα κλίμα εμπιστοσύνης και αξιοπιστίας, το οποίο είναι απαραίτητο για την αξιοποίηση των δυνατοτήτων του ηλεκτρονικού εμπορίου, πρέπει να υπάρχουν επανορθωτικά μέτρα στην περίπτωση συναλλαγών στο Internet που είναι παράνομες ή παραβιάζουν δημόσια ή ιδιωτικά συμφέροντα. Μεταξύ άλλων, πρέπει να υπάρχει δυνατότητα άμεσης και απευθείας δράσης, σύμφωνα με τις νόμιμες διαδικασίες, στη περίπτωση που αποκαλύπτεται ότι ένας ενδιαφερόμενος υφίσταται πράγματι τέτοια απώλεια. Η ανάπτυξη των αναγκαίων μέσων και διαδικασιών αποτελεί μέρος μιας διαδικασίας ωρίμανσης του ηλεκτρονικού εμπορίου και υπάρχουν σημαντικές ενδείξεις για την επιτυχία του. Οι τρέχουσες εξελίξεις προωθούνται δεδομένου ότι οι συγκεκριμένοι ενδιαφερόμενοι φροντίζουν να προστατεύσουν ίδια συμφέροντα, ενώ θα μπορούσαν να τύχουν γενικότερης εφαρμογής για κανονιστικούς σκοπούς και σκοπούς αναγκαστικής εκτέλεσης. Πράγματι, είναι πιθανό, η συνέργια που προκύπτει, να αποτελέσει κινητήρια δύναμη για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης και την ασφάλεια στο ηλεκτρονικό εμπόριο. Μια παρόμοια προσέγγιση εντάσσεται στις ενέργειες που αναλαμβάνουν οι φορολογικές διοικήσεις σε τομείς παραδοσιακού εμπορίου, όπου η παρέμβασή τους συχνά παρέχει σημαντική προστασία σε άλλους ενδιαφερόμενους έναντι δόλιων φορέων - ένα καλό παράδειγμα στην περίπτωση αυτή είναι η προστασία που παρέχεται σε νόμιμες επιχειρήσεις με τις διαδικασίες τελωνειακού ελέγχου κατά της πλαστογράφησης και της πειρατείας. Η Επιτροπή θα ενθαρρύνει όλες τις εθνικές αρχές αναγκαστικής εκτέλεσης ώστε οι επιχειρήσεις ηλεκτρονικού εμπορίου να τηρούν τη συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών. Η Επιτροπή θα εξακολουθήσει να εργάζεται μαζί με τις εθνικές φορολογικές διοικήσεις της ΕΕ, για τον προσδιορισμό και ανάπτυξη των μέτρων που απαιτούνται για την επίτευξη ασφάλειας. Εδώ, τίθενται ζητήματα τα οποία υπερβαίνουν τα φυσικά όρια της ΕΕ. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θα εξακολουθήσει να συμβάλει στις εργασίες για τη διεθνή φορολογική διοίκηση, οι οποίες έχουν αναληφθεί στα πλαίσια του ΟΟΣΑ. Η διαδικασία αυτή θα πρέπει να συνεχιστεί σε στενή συνεργασία με άλλους ενδιαφερόμενους. 4. αναπτυξη ενοσ συστηματοσ ΦΠΑ για το ηλεκτρονικο εμποριο Δεν πρέπει να υπάρχει θεμελιώδες ασυμβίβαστο μεταξύ της φορολόγησης και της νέας κοινωνίας των πληροφοριών, ωστόσο προκύπτουν ορισμένα ζητήματα. Η ηλεκτρονική αγορά θα εξακολουθήσει να εξελίσσεται και οι φορολογικές διοικήσεις, όπως και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, πρέπει να προβούν στον ανάλογο προγραμματισμό και ενέργειες. Λαμβάνοντας υπόψη την τρέχουσα εξέλιξη του Internet και ειδικότερα την εμφάνιση νέων επιχειρηματικών προτύπων και νέας φύσεως συναλλαγών μεταξύ των επιχειρήσεων, θα ήταν πρόωρη μία πλήρης αναθεώρηση του ισχύοντος συστήματος ΦΠΑ, η οποία ωστόσο δεν μπορεί να αναβάλλεται επ' άπειρον. Οι γενικές διατάξεις που αφορούν τη φορολόγηση των υπηρεσιών δεν αντανακλούν τις αλλαγές που επήλθαν στις διεθνείς συναλλαγές, από τότε που θεσπίστηκαν οι διατάξεις αυτές. Οι τροποποιήσεις οι οποίες προτείνονται τώρα στην 6η οδηγία ΦΠΑ χρησιμεύουν απλά για να υπογραμμίσουν την ενδεχόμενη ανάγκη της αναθεώρησης αυτής. Ειδικότερα, η παρούσα πρόταση εξετάζει μόνο τον περιορισμένο τομέα της φορολόγησης των ηλεκτρονικών υπηρεσιών on-line. Δεν μπορεί να αγνοείται επ'άπειρον η τεράστια αύξηση των συναλλαγών στον τομέα των υπηρεσιών και των άυλων αγαθών. Η εικονική εξαφάνιση των γεωγραφικών εκτιμήσεων, που περιορίζουν την παράδοσή τους, καθώς και η ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων, καθιστά εμφανή τα κενά των ισχυουσών διατάξεων. Ωστόσο, οι φορολογικές διοικήσεις δεν μπορούν να περιοριστούν απλά στο να εξασφαλίσουν ότι η νομοθεσία προσαρμόζεται ανάλογα με την εξέλιξη της υποκείμενης στο φόρο οικονομικής δραστηριότητας. Εξακολουθούν να αναπτύσσονται τα συστήματα, πρωτόκολλα και το κανονιστικό περιβάλλον σε ότι αφορά το ηλεκτρονικό εμπόριο. Από τον τρόπο με τον οποίο εξελίσσονται, θα εξαρτηθεί ο βαθμός και ο τρόπος με τον οποίο όλοι οι ενδιαφερόμενοι θα επιτύχουν τους στόχους τους. Από την πλευρά τους, οι φορολογικές διοικήσεις πρέπει να επαγρυπνούν για να διασφαλίσουν την προστασία του δημοσίου συμφέροντος. Έτσι εξασφαλίζεται η ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου με τρόπο που συμβιβάζεται προς τα συμφέροντα αυτά. Η διασφάλιση ότι μπορεί να συνεχιστεί η δίκαιη διαχείριση των φόρων και ότι δεν μπορούν να αποκρυφτούν οι υποκείμενες στο φόρο δραστηριότητες, πρέπει να αποτελεί κύριο στόχο. Οι στόχοι των εθνικών κυβερνήσεων δεν πρέπει να θεωρηθούν αντίθετοι προς τα συμφέροντα άλλων ενδιαφερομένων ή ως εμπόδιο στην ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου. Πράγματι, οι περισσότεροι από αυτούς αν όχι όλοι, συμπίπτουν με τους γενικούς στόχους της διαφάνειας και της δημιουργίας αξιοπιστίας και εμπιστοσύνης, που είναι ουσιώδεις για την ανάπτυξή του. Ένα καλό παράδειγμα αποτελεί η πρόσφατη ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την οργάνωση και τη διαχείριση του Internet [11], όπου εξετάζεται η ανάγκη αναγνώρισης και προσδιορισμού των εμπορικών συναλλαγών. Ιδίως με την πρωτοβουλία της ΠΟΠΙ [12], περιελήφθησαν διατάξεις στην πολιτική διαπίστευσης και εγγραφής της ICANN [13] σχετικά με τη συγκέντρωση και διάθεση επαρκών πληροφοριών για τον ασφαλή προσδιορισμό των κατόχων και φορέων λειτουργίας ονομάτων πεδίου. Η ΠΟΠΙ συνέστησε περαιτέρω την εφαρμογή διαδικασίας διαγραφής στην περίπτωση που τα στοιχεία αυτά αποδειχθούν ανακριβή. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο μπορεί να διασφαλιστεί η ακρίβεια των πληροφοριών αυτών, ως εκ τούτου, το θέμα παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον για τις φορολογικές διοικήσεις. [11] Ανακοίνωση COM (2000) 202 της Επιτροπής στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την οργάνωση και τη διαχείριση του Internet - Ζητήματα Διεθνούς και Ευρωπαϊκής Πολιτικής 1998 - 2000. [12] Παγκόσμια Οργάνωση Πνευματικής Ιδιοκτησίας. [13] Internet Corporation for Assigned Names and Numbers. Πρόκειται για διεθνή, ιδιωτικό, μη κερδοσκοπικό, αυτόνομο κανονιστικό φορέα, ο οποίος έχει την ευθύνη διαχείρισης του συστήματος ονοματοδοσίας και προσδιορισμού των διευθύνσεων για το Internet. Από πλευράς της, η Επιτροπή εξακολουθεί να ενεργεί για να εξασφαλίσει τη κατάργηση κάθε πτυχής του φορολογικού συστήματος της ΕΕ, που ενδέχεται να αναχαιτίσει την ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου. Σχετικά με αυτό, η Επιτροπή θα προτείνει σύντομα τα μέτρα που απαιτούνται για την κατάργηση των περιορισμών στη χρήση της μέσων ηλεκτρονικής εγγραφής στις ενδοκοινοτικές συναλλαγές. Οι τεχνολογικές αλλαγές που συνδέονται με το Internet και το ηλεκτρονικό εμπόριο παρέχουν μία ευκαιρία και δίδουν ισχυρή ώθηση στον εκσυγχρονισμό των φορολογικών συστημάτων. Η Επιτροπή θα συνεχίσει να εργάζεται για να εξασφαλίσει την υλοποίηση των οφελών αυτών. 5. στοχοσ και περιεχομενο τησ προτασησ που τροποποιει την οδηγια 388/77/εοκ Στόχος της πρότασης αυτή είναι η τροποποίηση της 6ης οδηγίας ΦΠΑ, για να διασφαλιστεί ότι συμφωνεί με τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Υπουργών ECOFIN σχετικά με τις γενικές αρχές για τη χρέωση του ΦΠΑ στις υπηρεσίες που παραδίδονται ηλεκτρονικά, όσον αφορά τις υπηρεσίες ραδιοφωνικής μετάδοσης, τις οποίες πληρώνει ο λήπτης. Σύμφωνα με την προσέγγιση που ακολουθείται, τροποποιείται το άρθρο 9 της προαναφερόμενης οδηγίας ώστε οι συναλλαγές αυτές να φορολογούνται στην Κοινότητα, όταν παρέχονται για να καταναλωθούν εντός της Κοινότητας ενώ, όταν παρέχονται από κοινοτικό φορέα για να καταναλωθούν εκτός της Κοινότητας, να μην υπόκεινται στον ΦΠΑ της ΕΕ. Επιπλέον, προτείνονται ορισμένα μέτρα στήριξης ή συνοδευτικά με στόχο να διευκολυνθεί η διαχείριση του φόρου σε ένα ηλεκτρονικό επιχειρηματικό περιβάλλον προς όφελος των επιχειρήσεων και των φορολογικών διοικήσεων. Επίσης, με τα μέτρα αυτά ενισχύεται το σύστημα πληροφόρησης και ελέγχου. 5.1.Τόπος φορολογίας Δεν προτείνεται τροποποίηση του άρθρου 9 παράγραφος (1) και έτσι παραμένει αμετάβλητος ο τόπος εγκατάστασης του προμηθευτή, από όπου προμηθεύει τις υπηρεσίες του, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά. Επίσης, δεν προτείνεται τροποποίηση των ισχυουσών διατάξεων του άρθρου 9 παράγραφος (2) στοιχείο (α) ή του άρθρου 9 παράγραφος (2) στοιχείο (β). Ενώ ορισμένα στοιχεία των συναλλαγών που αναφέρονται στο προαναφερόμενο άρθρο 9 παράγραφος (2) στοιχείο (α) μπορούν να εκτελούνται ή να ανακοινώνονται μεταξύ των μερών με ηλεκτρονικό τρόπο ή μέσω ηλεκτρονικών δικτύων, παραμένει η αρχή σύμφωνα με την οποία μπορεί να θεωρηθεί ως τόπος παροχής των υπηρεσιών αυτών, ο τόπος όπου βρίσκονται τα ενσώματα ή άυλα αγαθά. Η ανακοίνωση μεταξύ των μερών, με ηλεκτρονικά μέσα, δεν μεταβάλλει ουσιαστικά τη διαδικασία. Παρόμοιες εκτιμήσεις ισχύουν για την δεύτερη, τρίτη και τέταρτη περίπτωση του άρθρου 9 παράγραφος (2) στοιχείο (γ). Τίθενται ορισμένα ζητήματα όσον αφορά τις υπηρεσίες που αναφέρονται στην πρώτη περίπτωση του άρθρου 9 παράγραφος (2) στοιχείο (γ), όταν αυτές παραδίδονται με ηλεκτρονικά μέσα, μεταξύ άλλων, μέσω μετάδοσης, τα οποία τώρα πρέπει να εξεταστούν. Εφόσον οι υπηρεσίες αυτές εξακολουθούν να παρέχονται με παραδοσιακό τρόπο, υπό την προϋπόθεση ότι και ο λήπτης και ο προμηθευτής της υπηρεσίας βρίσκονται σε μικρή φυσική απόσταση, πρέπει να παραμείνει αμετάβλητη η υπάρχουσα βάση επιβολής του φόρου. Ωστόσο, από τότε που για πρώτη αφορά θεσπίστηκαν οι διατάξεις, έχει μεταβληθεί ριζικά ο τρόπος με τον οποίο μπορούν να παραδίδονται στους πελάτες οι υπηρεσίες αυτές. Οι ενδιαφερόμενοι θα θέλουν να εξασφαλίσουν ότι ο αριθμός των πιθανών αγοραστών είναι κατά το δυνατό μεγαλύτερος και ότι οι δυνατότητες που τους παρέχονται τώρα με τη ραδιοτηλεοπτική μετάδοση ή τη διάδοση μέσω δικτύων έναντι πληρωμής, τους παρέχουν τα αναγκαία προς το σκοπό αυτό μέσα. Είναι ήδη διαδεδομένες οι περιπτώσεις όπως η συνδρομητική τηλεόραση ή η αναμετάδοση αθλητικών γεγονότων με πληρωμή ανά "θέαση". Η τάση αυτή θα εξελιχθεί περαιτέρω με την ενίσχυση της ικανότητας των δικτύων, την ανάπτυξη της ψηφιακής ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης και τη δυνατότητα είσπραξης της πληρωμής. Δεν προτείνονται τροποποιήσεις όσον αφορά τη φορολογική μεταχείριση των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών που προβλέπεται στην οδηγία 1999/59/ΕΚ του Συμβουλίου. Τα προτεινόμενα μέτρα συνοψίζονται ως εξής : Άρθρο 1 αριθ. 1 Οι παροχές με ηλεκτρονικά μέσα είναι παροχές υπηρεσιών, και αυτό καθίσταται ήδη σαφές στο άρθρο 6 της ισχύουσας οδηγίας. Η πρόταση δεν έχει ουδεμία επίπτωση στις υπηρεσίες άνευ ανταλλάγματος, όπως δωρεάν πρόσβαση στο Internet ή δωρεάν τηλεφορτώσεις (βάσει του άρθρου 2 της οδηγίας καθίσταται σαφές ότι μόνο οι υπηρεσίες που παρέχονται εξ επαχθούς αιτίας υπόκεινται στον ΦΠΑ). Το πεδίο εφαρμογής καλύπτει μόνο τις ακόλουθες υπηρεσίες, εφόσον παρέχονται με ηλεκτρονικά μέσα εξ επαχθούς αιτίας, περιλαμβάνει δε και την απόδοση των δικαιωμάτων χρήσης σειράς υπηρεσιών : - πολιτιστικές, καλλιτεχνικές, αθλητικές, επιστημονικές, εκπαιδευτικές δραστηριότητες ή δραστηριότητες αναψυχής και άλλες παρόμοιες δραστηριότητες, μεταξύ άλλων τις δραστηριότητες των οργανωτών των εν λόγω δραστηριοτήτων, και εφόσον είναι σκόπιμο, την παροχή βοηθητικών υπηρεσιών (άρθρο 9 παράγραφος (2) στοιχείο (γ) πρώτη περίπτωση). εδώ περιλαμβάνονται όλες οι μορφές ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης καθώς και άλλων μεταδόσεων ήχου και εικόνας, που διατίθενται και παραδίδονται με ηλεκτρονικά μέσα. - λογισμικό :εδώ, περιλαμβάνονται, για παράδειγμα, τα παιχνίδια για ηλεκτρονικούς υπολογιστές. - επεξεργασία δεδομένων (άρθρο 9 (2)(ε) τρίτη περίπτωση) και περιλαμβάνει ρητά τις υπηρεσίες πληροφορικής, μεταξύ άλλων τη φιλοξενία και τον σχεδιασμό σελίδων web ή παρόμοιες υπηρεσίες. - παροχή πληροφοριών. Οι υπηρεσίες αυτές πρέπει να φορολογούνται στον τόπο κατανάλωσης. Ωστόσο, οι ισχύοντες κανόνες του άρθρου 9, ειδικότερα των παραγράφων (1) και (2) (γ) και (ε) της 6ης οδηγίας προβλέπουν ότι : - οι παροχές φορέων εγκατεστημένων σε τρίτη χώρα προς μη υποκείμενους στο φόρο στην ΕΕ, απαλλάσσονται του ΦΠΑ, ενώ οι φορείς που είναι εγκατεστημένοι στην ΕΕ εφαρμόζουν τον ΦΠΑ στις υπηρεσίες αυτές, δεδομένου ότι ο τόπος παροχής των υπηρεσιών αυτών είναι συνήθως ο τόπος εγκατάστασης του προμηθευτή (παρόμοιες περιπτώσεις δεν καλύπτονται από το άρθρο 9(2)(ε) και υπάγονται στον βασικό κανόνα του άρθρου 9(1)). -για τις παροχές των υπηρεσιών που αναφέρονται στο άρθρο 9(2)(γ), από φορείς εγκατεστημένους στην ΕΕ, προς πελάτες σε τρίτες χώρες ή προς υποκείμενους στο φόρο εγκατεστημένους στην Κοινότητα, όχι όμως στην ίδια χώρα με τον προμηθευτή, μπορεί να εφαρμόζεται ΦΠΑ, διότι ο τόπος παροχής είναι ο τόπος όπου υλικά παρέχονται υπηρεσίες. Τούτο συνεπάγεται στρεβλώσεις του ανταγωνισμού εις βάρος των φορέων που είναι εγκατεστημένοι στην ΕΕ. Κατά συνέπεια, η πρόταση προβλέπει, ως βασικό κανόνα, ότι μεταφέρεται η παροχή των προαναφερόμενων υπηρεσιών, στον τόπο της έδρας της επιχείρησης του πελάτη ή στον τόπο σταθερής εγκατάστασης όπου παρέχεται η υπηρεσία ή, στην περίπτωση που δεν υπάρχει τέτοιος τόπος, στον τόπο μόνιμης κατοικίας ή όπου συνήθους διαμονής (άρθρο 9(2)(στ) πρώτη υποπαράγραφος της πρότασης). Στην περίπτωση που ο πελάτης είναι υποκείμενος στο φόρο και εγκατεστημένος σε χώρα διαφορετική από αυτήν όπου είναι εγκατεστημένος ο προμηθευτής, είναι υπεύθυνος για την καταβολή του φόρου (βλέπε άρθρο 1 παράγραφος (3)). Αφετέρου, στην περίπτωση που οι παροχές γίνονται από υποκείμενους στο φόρο (εγκατεστημένους εντός ή εκτός της Κοινότητας) προς μη υποκείμενους στο φόρο εγκατεστημένους στην Κοινότητα, η πρόταση εισάγει ειδική διάταξη κατά την οποία ο τόπος παροχής καθορίζεται στο κράτος μέλος στο οποίο ο προμηθευτής διαθέτει αριθμό ΦΠΑ (άρθρο 9(2)(στ) δεύτερη υποπαράγραφος). Η διάταξη αυτή ισχύει υπό τις εξής προϋποθέσεις : - ο προμηθευτής πρέπει να διαθέτει αριθμό ΦΠΑ, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Για τους προμηθευτές οι οποίοι είναι υλικά εγκατεστημένοι στην Κοινότητα, ισχύουν οι διατάξεις τις οποίες ορίζουν τα κράτη μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 22(1)(γ) της Οδηγίας. Για τους προμηθευτές που είναι εγκατεστημένοι εκτός της Κοινότητας, εφαρμόζεται ένα νέο άρθρο 22(1)(στ), το οποίο προβλέπει η παρούσα πρόταση (αυτό βρίσκεται στο άρθρο 1 αριθ. 4(β) της πρότασης). - οι υπηρεσίες αυτές παρέχονται σε μη υποκείμενους στο φόρο εγκατεστημένους στην Κοινότητα. Στην περίπτωση αυτή : -ο προμηθευτής θεωρείται ότι είναι σταθερά εγκατεστημένος στο κράτος μέλος όπου διαθέτει αριθμό, ωστόσο μόνο για τις υπηρεσίες που καλύπτονται από το νέο άρθρο 9 (2)(στ) και παρέχονται δυνάμει αυτού του αριθμού ΦΠΑ. -ο τόπος παροχής, είναι ο τόπος όπου θεωρείται ότι έχει σταθερή εγκατάσταση ο υποκείμενος στο φόρο. Οι όροι "με ηλεκτρονικά μέσα", ορίζονται στην τρίτη υποπαράγραφο του άρθρου 9 (2) (στ). Δεν περιλαμβάνουν την παράδοση ηλεκτρονικού περιεχομένου με ενσώματη μορφή (όπως τα CD ή τα DVD). Η ως άνω πρόταση συνοψίζεται ως εξής : * για τις υπηρεσίες που παρέχονται από φορέα μη εγκατεστημένο στην ΕΕ, σε ένα πελάτη στην ΕΕ, ο τόπος φορολογίας θα είναι εντός της ΕΕ, κατά συνέπεια θα υπόκεινται στον ΦΠΑ. * όταν οι υπηρεσίες αυτές παρέχονται από φορέα εγκατεστημένο στην ΕΕ προς ένα πελάτη μη εγκατεστημένο στην ΕΕ, ο τόπος της φορολογίας θα είναι αυτός όπου βρίσκεται ο πελάτης, και οι υπηρεσίες δεν υπόκεινται στον ΦΠΑ της ΕΕ. * όταν ένας φορέας της ΕΕ παρέχει τις υπηρεσίες αυτές σε υποκείμενο στο φόρο (δηλαδή σε άλλη επιχείρηση) σε άλλο κράτος μέλος, ο τόπος της παροχής είναι ο τόπος εγκατάστασης του πελάτη. * όταν ο ίδιος φορέας, παρέχει τις υπηρεσίες αυτές σε ιδιώτη στην ΕΕ ή σε υποκείμενο στο φόρο στο ίδιο κράτος μέλος, ο τόπος παροχής είναι ο τόπος εγκατάστασης του προμηθευτή. 5.2. Μέτρα διευκόλυνσης και άλλα μέτρα Άρθρο 1 αριθ. 2 Προστίθεται μια ειδική διάταξη για τη διασφάλιση με βεβαιότητα του φορολογικού συντελεστή που πρέπει να εφαρμόζεται στις υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 9, παράγραφος 2, σημείο στ). ´Αρθρο 1, αριθ. 3 Το νέο άρθρο 24 (2α) προβλέπει ότι οι φορείς τρίτης χώρας, που έχουν ως μοναδική δραστηριότητα στην Κοινότητα την παροχή υπηρεσιών με ηλεκτρονικά μέσα, εντός του ορίου μέχρι 100.000 ευρώ, απαλλάσσονται του φόρου. Πρόκειται κυρίως για ένα πρακτικό μέτρο, σκοπός του οποίου είναι να διευκολυνθεί η λειτουργία του φορολογικού συστήματος και να μην επιβαρυνθεί αδικαιολόγητα η ανάπτυξη του διεθνούς ηλεκτρονικού εμπορίου και ιδίως, οι πολύ μικρές επιχειρήσεις ή αυτές που περιστασιακά μόνο πραγματοποιούν πωλήσεις σε καταναλωτές της ΕΕ. Αυτό δεν θα έχει κατά πάσα πιθανότητα σημαντικές επιπτώσεις στα έσοδα, δεδομένου ότι στις περισσότερες περιπτώσεις, οι καταναλωτές που αγοράζουν on-line τείνουν να συνδιαλλάσσονται με φορείς μεγάλου κύρους, αξιοπιστίας και εμπιστοσύνης. Επιπλέον, δεν είναι πιθανό ότι αυτό θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στην ουδετερότητα μεταξύ επιχειρήσεων της ΕΕ και των τρίτων χωρών. Στα περισσότερα κράτη μέλη, ήδη ισχύουν τέτοια όρια, ή ισοδύναμα μέτρα, για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, κατά συνέπεια πρόκειται για ειδική περίπτωση, κατά την οποία ένας φορέας της ΕΕ δεν έχει τη δυνατότητα να επωφεληθεί του ορίου που ισχύει στο κράτος μέλος εγκατάστασης αλλά είναι υπόχρεος στο φόρο ήδη από την πρώτη συναλλαγή. Επιπλέον, είναι δύσκολο να εντοπιστούν πραγματικές περιπτώσεις όπου υπάρχει ανταγωνισμός μεταξύ μικρών προμηθευτών on-line, εγκατεστημένων εντός της ΕΕ και σε τρίτες χώρες. Δεδομένου ότι το ηλεκτρονικό εμπόριο μεταξύ επιχείρησης και καταναλωτή κυριαρχείται από μεγάλους φορείς, το ζήτημα αυτό είναι κατά πάσα πιθανότητα θεωρητικό και όχι πραγματικό. ´Αρθρο 1, αριθ. 4 Η νέα υποπαράγραφος που προστίθεται στο άρθρο 21(1)(α) θέτει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένας υποκείμενος στο φόρο δεν είναι υπόχρεος για τον ΦΠΑ κατά την παροχή υπηρεσιών με ηλεκτρονικά μέσα, όπως προβλέπεται στο νέο άρθρο 9(2)(στ). Ο προμηθευτής, για να μην είναι υπόχρεος για τον ΦΠΑ για τη συναλλαγή, πρέπει να πληροί σωρευτικά τις εξής δύο προϋποθέσεις : - ο προμηθευτής πρέπει να έχει ενεργήσει καταβάλλοντας κάθε δυνατή προσπάθεια όπως είθισται στην εμπορική πρακτική σε κάθε τομέα. - ο προμηθευτής πρέπει να έχει επαληθεύσει, βάσει συνεπών δεδομένων από ανεξάρτητη πηγή, ότι ο πελάτης του είναι υποκείμενος στο φόρο, εγκατεστημένος στην Κοινότητα. Στις περισσότερες περιπτώσεις, αυτό γίνεται με την επαλήθευση της εγκυρότητας του αριθμού ΦΠΑ, τον οποίο αναγράφει ο πελάτης. Όπως ήδη αναφέρθηκε, αυτή η διαδικασία επαλήθευσης πρέπει να διευκολύνεται μέσω διαθέσιμης επιβεβαίωσης οn-line σε πραγματικό χρόνο. Εφόσον πληρούνται και οι δύο προϋποθέσεις, ο προμηθευτής απαλλάσσεται των υποχρεώσεών του όσον αφορά τον φόρο για την εν λόγω συναλλαγή, και υπόχρεος για τη φορολογική οφειλή είναι ο πελάτης. Για συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων - οι οποίες κατά πάσα πιθανότητα θα εξακολουθήσουν να αποτελούν το σημαντικότερο μέρος των συναλλαγών ηλεκτρονικού εμπορίου που καλύπτει η παρούσα πρόταση - ο προμηθευτής μπορεί επομένως να διαβεβαιωθεί ότι δεν είναι υπόχρεος, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται αυτές οι σαφείς προϋποθέσεις. Άρθρο 1 αριθ. 4 Το νέο κείμενο που προτείνεται με το άρθρο 1 αριθ. 4 της πρότασης, επεκτείνει την εφαρμογή του άρθρου 21(1)(β) στην παροχή υπηρεσιών με ηλεκτρονικά μέσα δυνάμει του άρθρου 9(2)(στ). Τούτο σημαίνει ότι όταν οι υπηρεσίες αυτές παρέχονται από έναν υποκείμενο στο φόρο, εγκατεστημένο στην αλλοδαπή, ο υποκείμενος στο φόρο προς τον οποίο παρέχονται οι υπηρεσίες, είναι υπόχρεος για τον ΦΠΑ (παραδείγματος χάριν, στις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζεται ο μηχανισμός αντίστροφης επιβάρυνσης). Άρθρο 1 αριθ. 5 Με τις τροποποιήσεις που προτείνονται στην παράγραφο 4(α) επιδιώκεται, ειδικότερα, η διευκόλυνση της τήρησης των διατάξεων από τους προμηθευτές οι οποίοι είναι υλικά εγκατεστημένοι εκτός της Κοινότητας. Με το νέο κείμενο του άρθρου 22 παράγραφος (1) στοιχείο (α), οι υποκείμενοι στο φόρο μπορούν να ενημερώνουν την αρμόδια φορολογική αρχή σχετικά με τις δραστηριότητές τους ως υποκείμενοι στο φόρο, με ηλεκτρονικά μέσα. Ωστόσο, η διευκόλυνση αυτή περιορίζεται στους προμηθευτές οι οποίοι είναι υλικά εγκατεστημένοι εκτός της Κοινότητας. Στην παράγραφο 4(β), προστίθεται το νέο στοιχείο (στ) στο άρθρο 22(1), σύμφωνα με το οποίο οι υποκείμενοι στο φόρο που είναι εγκατεστημένοι εκτός της Κοινότητας και παρέχουν υπηρεσίες με ηλεκτρονικά μέσα σε μη υποκείμενους στο φόρο εγκατεστημένους στην Κοινότητα, υποχρεούνται να διαθέτουν αριθμό ΦΠΑ σε κράτος μέλος, στο οποίο παρέχουν τις υπηρεσίες αυτές. Ωστόσο, αυτό ισχύει μόνο για τα πρόσωπα που παρέχουν υπηρεσίες, των οποίων η αξία υπερβαίνει το όριο των 100.000 ευρώ, που προβλέπεται στο άρθρο 24(2α) της οδηγίας (βλέπε άρθρο 1 αριθ. 5 της πρότασης). Επιπλέον, από κοινού με τις προαναφερθείσες διατάξεις του άρθρου 1 παράγραφος (1), η χορήγηση αριθμού ΦΠΑ σε ένα κράτος μέλος έχει σαν αποτέλεσμα να θεωρείται ότι, ένας υποκείμενος στο φόρο που είναι εγκατεστημένος εκτός της Κοινότητας, είναι σταθερά εγκατεστημένος στο κράτος αυτό, για τους σκοπούς των διατάξεων αυτών. Η Επιτροπή θα επανεξετάσει την εφαρμογή του μέτρου αυτού το αργότερο μέχρι το τέλος του 2003 υποβάλλοντας σχετική έκθεση στο Συμβούλιο και προτείνοντας ενδεχομένως αλλαγές που θεωρούνται αναγκαίες. Στην παράγραφο 4(γ), εισάγεται διάταξη σύμφωνα με την οποία επιτρέπεται η υποβολή φορολογικών δηλώσεων με ηλεκτρονικά μέσα, ώστε να διευκολυνθεί η τήρηση των διατάξεων από τους προμηθευτές, οι οποίοι είναι υλικά εγκατεστημένοι εκτός της Κοινότητας. Ωστόσο, η διευκόλυνση αυτή δεν περιορίζεται σε αυτούς τους προμηθευτές. Στην παράγραφο 4(δ) εισάγεται παρόμοια διάταξη βάσει της οποίας είναι δυνατή η υποβολή με ηλεκτρονικά μέσα, ετήσιων λογιστικών πιστοποιητικών ή δηλώσεων. Και στην περίπτωση αυτή, σκοπός είναι να διευκολυνθεί η τήρηση των διατάξεων από τους προμηθευτές είναι υλικά εγκατεστημένοι εκτός της Κοινότητας, ωστόσο η διευκόλυνση αυτή δεν περιορίζεται στους προμηθευτές αυτούς. Άρθρο 1 αριθ. 6 Πρέπει να επέλθει μία τροποποίηση για να εναρμονισθεί η περιγραφή των ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών που αναφέρονται στο παράρτημα Η, κατηγορία 7 με την περιγραφή του άρθρου 9 παράγραφος 2 στ), ώστε να μην υπάρχει ασάφεια. Τα ανωτέρω επιπρόσθετα μέτρα συνοψίζονται ως εξής : * οι φόροι για τις παροχές προς επιχειρηματίες πελάτες οφείλονται από αυτούς τους ίδιους. Συνεπώς, η εγγραφή για φορολογικούς σκοπούς είναι αναγκαία, μόνο στην περίπτωση που οι παραδόσεις γίνονται προς ιδιώτες πελάτες. * η εγγραφή δεν είναι αναγκαία για τους εμπορευόμενους που δεν είναι εγκατεστημένοι στην ΕΕ, οι οποίοι πραγματοποιούν ετησίως πωλήσεις εντός της ΕΕ μέχρι 100.000 EUR. * είναι δυνατό να υπάρχει ενιαίος τόπος εγγραφής (που στην πράξη είναι το κράτος μέλος όπου πραγματοποιείται η πρώτη υποκείμενη στο φόρο πράξη). Έτσι ο φορέας μπορεί να εκπληρώσει όλες τις υποχρεώσεις καταβολής ΦΠΑ στην ΕΕ συναλλασσόμενος με μία μόνο διοίκηση. Πράγματι, το τελευταίο αυτό μέτρο αντιμετωπίζει ισότιμα τους φορείς της ΕΕ και των τρίτων χωρών, όταν προμηθεύουν καταναλωτές στην ΕΕ. * επιπλέον, θα είναι δυνατό να περατώνονται ηλεκτρονικά όλες οι διαδικασίες που αφορούν την εγγραφή και την υποβολή των φορολογικών δηλώσεων. * οι φορολογικές διοικήσεις θα παρέχουν στους φορείς τα μέσα ώστε να διακρίνουν εύκολα την ιδιότητα των πελατών τους (παραδείγματος χάριν, κατά πόσον ο πελάτης είναι ή όχι επιχείρηση που διαθέτει αριθμό ΦΠΑ) και έτσι θα παρέχονται τα μέσα ώστε ένας προμηθευτής, καταβάλλοντας κάθε δυνατή προσπάθεια, να μπορεί να προσδιορίσει κατά πόσον πρέπει ή όχι να επιβληθεί φόρος σε μία συναλλαγή. 6. σκοποσ και περιεχομενο τησ προτασησ για τη τροποποιηση του κανονισμου (εοκ) αριθ.218/92 Είναι αναγκαία η τροποποίηση της πρότασης οδηγίας του Συμβουλίου για τη τροποποίηση της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ όσον αφορά το σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας που εφαρμόζεται σε ορισμένες υπηρεσίες που παρέχονται με ηλεκτρονικά μέσα, σε ότι αφορά τη τρέχουσα νομική βάση, για την επιβεβαίωση της εγκυρότητας του αριθμού μητρώου του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ). Σύμφωνα με την τρέχουσα διατύπωση του άρθρου 6 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 218/92, τα κράτη μέλη μπορούν να επιβεβαιώνουν την εγκυρότητα του αριθμού μητρώου ΦΠΑ κάθε προσώπου. Ωστόσο, η επιβεβαίωση αυτή περιορίζεται στα "πρόσωπα που πραγματοποιούν ενδοκοινοτικές παροχές αγαθών ή υπηρεσιών". Επειδή, οι υπηρεσίες που παρέχονται με ηλεκτρονικά μέσα, όπως ορίζεται στη πρόταση για την τροποποίηση της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ, δεν αποτελούν ενδοκοινοτικές παροχές υπηρεσιών, είναι αναγκαία η τροποποίηση του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού, ώστε να μπορούν τα κράτη μέλη να επιβεβαιώνουν την εγκυρότητα του αριθμού μητρώου ΦΠΑ ενός πελάτη, σε πρόσωπο που παρέχει υπηρεσίες με νομικά μέσα. Οι υποκείμενοι στο φόρο που παρέχουν υπηρεσίες σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2 στοιχείο (ε) της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ, δεν έχουν την νομική υποχρέωση να επιβεβαιώσουν ότι ο πελάτης τους εντός της Κοινότητας, διαθέτει έγκυρο αριθμό μητρώου ΦΠΑ. Εν τούτοις, η Επιτροπή πιστεύει ότι, η δυνατότητα επαλήθευσης του αριθμού μητρώου ΦΠΑ των πελατών, θα πρέπει να επεκταθεί και σ' αυτούς τους προμηθευτές. Όταν εκδόθηκε η οδηγία 95/7/ΕΚ, η οποία αφορά τον τόπο παροχής των υπηρεσιών στην περίπτωση εκτίμησης ή εργασίας επί κινητής υλικής ιδιοκτησίας, δεν προσαρμόστηκε αναλόγως ο κανονισμός ώστε να μπορούν τα κράτη μέλη να επιβεβαιώνουν την εγκυρότητα του αριθμού μητρώου ΦΠΑ, σε πρόσωπα παρέχοντα τις υπηρεσίες αυτές. Η παρούσα πρόταση επιβεβαιώνει αυτή τη δυνατότητα επαλήθευσης. Ως μέτρο διευκόλυνσης του εμπορίου, είναι αναγκαίο, η επιβεβαίωση των αριθμών μητρώου ΦΠΑ να μπορεί να γίνεται με ηλεκτρονικά μέσα. Προς τούτο, η παρούσα πρόταση προβλέπει τη δυνατότητα αυτή, με Απόφαση της Επιτροπής που εκδόθηκε στα πλαίσια άσκησης των εκτελεστικών εξουσιών της Επιτροπής. Επειδή το Συμβούλιο αποφάσισε να τροποποιήσει τις διαδικασίες άσκησης των εκτελεστικών εξουσιών της Επιτροπής, χρησιμοποιείται η ευκαιρία που παρουσιάζεται, λόγω της ανάγκης τροποποίησης του κανονισμού, για την προσαρμογή των διαδικασιών επιτροπολογίας. Η Επιτροπή υποβάλλει την πρόταση αυτή δυνάμει του άρθρου 95 της συνθήκης, διότι τα προτεινόμενα μέτρα δεν αποτελούν διατάξεις φορολογικής εναρμόνισης, αλλά αποσκοπούν στη διασφάλιση της καλής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς όσον αφορά τις υπηρεσίες που παρέχονται με ηλεκτρονικά μέσα. Διαλέγοντας το άρθρο 95 ΕΚ ως νομική βάση, η Επιτροπή είναι συνεπής με την πρόταση κανονισμού 218/92/ΕΟΚ της 19ης Ιουνίου 1990 (COM (90) 183), στην οποία ήδη τότε πρότεινε το άρθρο 100 Α της συνθήκης ΕΚ (σημερινό άρθρο 95 ΕΚ) ως κατάλληλη νομική βάση. Το άρθρο 95 ΕΚ αποτελεί τη νομική βάση για την έκδοση των "μέτρων σχετικά με την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που έχουν ως αντικείμενο την εγκαθίδρυση και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς". Σύμφωνα με τη δεύτερη παράγραφο του άρθρου 95 ΕΚ, η πρώτη παράγραφος δεν εφαρμόζεται στις φορολογικές διατάξεις. Η νομική βάση για την εναρμόνιση της έμμεσης φορολογίας είναι το άρθρο 93 ΕΚ. Κατά τη γνώμη της Επιτροπής, η παρέκκλιση που προβλέπεται στη δεύτερη παράγραφο μπορεί να αποκλείσει την εφαρμογή του γενικού κανόνα που αναφέρεται στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 95 ΕΚ μόνο όταν οι φορολογικές διατάξεις αποτελούν τον κύριο στόχο του προτεινόμενου μέτρου. Παραδείγματος χάρη εάν η προτεινόμενη πράξη αφορά τον ορισμό του φορολογουμένου ή του συντελεστή φορολογίας. Ο κανονισμός 218/92/ΕΟΚ και οι προτεινόμενες τροποποιήσεις του δεν περιλαμβάνουν τέτοιες διατάξεις. Στόχος αυτών των κανονισμών είναι απλώς να διευκολύνουν τη διοικητική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών θεσπίζοντας κοινούς κανόνες για την ανταλλαγή πληροφοριών και για την πρόσβαση σ´αυτές τις πληροφορίες. Το γεγονός ότι το περιεχόμενο αυτής της πληροφορίας μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την ορθή αξιολόγηση της φορολογικής βάσης δεν σημαίνει ότι η φορολογία αυτή καθαυτήν αποτελεί τον κύριο στόχο του κανονισμού 218/92/ΕΟΚ ή των προτεινόμενων τροποποιήσεών του. 2000/0148 (CNS) Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ όσον αφορά το σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας που εφαρμόζεται σε ορισμένες υπηρεσίες που παρέχονται με ηλεκτρονικά μέσα ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη : τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 93, την πρόταση της Επιτροπής [14], [14] ΕΕ C [...], [...], σ. [...]. τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου [15], [15] ΕΕ C [...], [...], σ. [...]. τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής [16], [16] ΕΕ C [...], [...], σ. [...]. Εκτιμώντας τα εξής : (1) Οι κανόνες που εφαρμόζονται επί του παρόντος όσον αφορά τον ΦΠΑ σε ορισμένες υπηρεσίες που παρέχονται με ηλεκτρονικά μέσα δυνάμει του άρθρου 9 της Έκτης Οδηγίας 77/388/EΟΚ της 17ης Μαΐου 1997 για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών, που αφορούν τους φόρους κύκλου εργασιών - κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας : ενιαία φορολογική βάση [17], είναι απρόσφοροι για τη φορολόγηση όλων των εν λόγω υπηρεσιών, η κατανάλωση των οποίων γίνεται εντός της Κοινότητας, καθώς και την πρόληψη στρεβλώσεων του ανταγωνισμού στο χώρο αυτό. [17] ΕΕ Λ 145, 13.6.1977, σ. 1, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 1999/85/ΕΚ του Συμβουλίου. (2) Για την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, θα πρέπει να εξαλειφθούν οι στρεβλώσεις αυτές και να θεσπιστούν νέοι εναρμονισμένοι κανόνες γι'αυτή την κατηγορία δραστηριοτήτων. πρέπει να αναληφθεί δράση ώστε να εξασφαλιστεί, ειδικότερα, ότι οι υπηρεσίες αυτές εφόσον παραδίδονται εξ επαχθούς αιτίας και καταναλίσκονται από πελάτες εγκατεστημένους στην Κοινότητα, φορολογούνται στην Κοινότητα και δεν φορολογούνται όταν καταναλίσκονται εκτός της Κοινότητας. (3) Προς το σκοπό αυτό, οι υπηρεσίες οι οποίες παρέχονται με ηλεκτρονικά μέσα σε υποκείμενους στο φόρο που είναι εγκατεστημένοι στην Κοινότητα ή σε λήπτες εγκατεστημένους σε τρίτες χώρες, πρέπει, καταρχήν, να φορολογούνται στον τόπο του λήπτη των υπηρεσιών. για να τεθεί ειδικός κανόνας όσον αφορά τον προσδιορισμό του τόπου παροχής, πρέπει να καθοριστεί η έννοια της παροχής υπηρεσιών "με ηλεκτρονικά μέσα". (4) Για να διευκολυνθεί η τήρηση των φορολογικών υποχρεώσεων, πρέπει να δοθεί η δυνατότητα στους οικονομικούς φορείς που είναι εγκατεστημένοι εκτός της Κοινότητας, να επιλέξουν ενιαίο αριθμό ΦΠΑ στην Κοινότητα. (5) Αυτός ο αριθμός ΦΠΑ ενός προμηθευτή τρίτης χώρας σε ένα κράτος μέλος, χορηγείται μόνο για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας και δεν συνεπάγεται εγκατάσταση κατά την έννοια των άρθρων 43 ή 48 της συνθήκης ΕΚ ή άλλων κοινοτικών οδηγιών και ένας προμηθευτής τρίτης χώρας δεν πρέπει να επωφελείται των ελευθεριών της εσωτερικής αγοράς που εξαγγέλλονται στη συνθήκη ΕΚ ή σε κοινοτικές οδηγίες, απλά επειδή αποκτά αριθμό ΦΠΑ. (6) Τα κράτη μέλη, με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων που ορίζουν, επιτρέπουν την υποβολή των πιστοποιητικών και των φορολογικών δηλώσεων με ηλεκτρονικά μέσα. (7) Για τη διοικητική απλούστευση, η παροχή υπηρεσιών με ηλεκτρονικά μέσα που δεν υπερβαίνει ένα όριο, το οποίο αντιστοιχεί σε αμελητέα οικονομική δραστηριότητα στην Κοινότητα, πρέπει να επωφελείται ειδικού καθεστώτος όσον αφορά τις μικρές επιχειρήσεις και το όριο αυτό πρέπει να αναθεωρείται και να τροποποιείται, εφόσον χρειάζεται. (8) Η αλλαγή του τόπου παροχής συνεπάγεται προσαρμογή της οδηγίας 77/388 όσον αφορά τις ρυθμίσεις για τον ορισμό του υποκείμενου στο φόρο και των υποχρεώσεών του. (9) Θεωρείται σκόπιμο να καθοριστεί με βεβαιότητα ο φορολογικός συντελεστής που θα εφαρμόζεται στις υπηρεσίες που παρέχονται με ηλεκτρονικά μέσα, ο οποίος κατά κανόνα θα είναι ο κανονικός συντελεστής ΦΠΑ. (10) Συνεπώς, τροποποιείται αναλόγως η οδηγία 77/388/ΕΟΚ, ΕΞΕΔΩΣΕ ΣΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ : Άρθρο 1 Η οδηγία 77/388/ΕΟΚ τροποποιείται ως εξής. (1) Στο άρθρο 9 (2), προστίθεται το σημείο (στ), ως εξής : "(στ) ο τόπος παροχής των υπηρεσιών με ηλεκτρονικά μέσα, όπως αναφέρεται στο σημείο (γ) πρώτη περίπτωση καθώς και του λογισμικού, της επεξεργασίας δεδομένων, των υπηρεσιών πληροφορικής, μεταξύ άλλων, φιλοξενία και σχεδιασμός σελίδων web ή παρόμοιες υπηρεσίες και πληροφορίες, είναι ο τόπος εγκατάστασης της επιχείρησης του πελάτη ή ο τόπος σταθερής εγκατάστασης από τον οποίο παρέχεται η υπηρεσία ή, εν απουσία του τόπου αυτού, ο τόπος μόνιμης κατοικίας ή συνήθους διαμονής, εφόσον οι υπηρεσίες αυτές παρέχονται από υποκείμενο στο φόρο - εγκατεστημένο στην Κοινότητα, προς πελάτες εγκατεστημένους εκτός της Κοινότητας ή - εγκατεστημένο στην Κοινότητα, προς υποκείμενους στο φόρο που είναι εγκατεστημένοι στην Κοινότητα αλλά όχι στην ίδια χώρα με τον προμηθευτή ή - εγκατεστημένο εκτός της Κοινότητας, προς πρόσωπα εγκατεστημένα στην Κοινότητα. Ωστόσο, για τις υπηρεσίες αυτές, εφόσον παρέχονται από υποκείμενο στο φόρο, που διαθέτει αριθμό, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, προς μη υποκείμενους στο φόρο, εγκατεστημένους στην Κοινότητα, ο τόπος παροχής είναι ο τόπος εγκατάστασης της επιχείρησης του προμηθευτή ή ο τόπος σταθερής εγκατάστασης από τον οποίο παρέχεται η υπηρεσία. Για τους σκοπούς του σημείου (στ), ένας υποκείμενος στο φόρο, εγκατεστημένος εκτός της Κοινότητας, θεωρείται ότι έχει σταθερή εγκατάσταση στο κράτος μέλος χορήγησης του αριθμού ΦΠΑ, όσον αφορά τις υπηρεσίες που καλύπτονται από τη διάταξη αυτή και παρέχονται με αυτόν τον αριθμό. Για το σκοπό του παρόντος άρθρου, ο όρος " παροχή με ηλεκτρονικά μέσα" σημαίνει διαβίβαση που αποστέλλεται αρχικά και λαμβάνεται στον προορισμό της με τη βοήθεια εξοπλισμού για την επεξεργασία (μεταξύ άλλων ψηφιακή συμπίεση) και αποθήκευση δεδομένων, και η οποία διαβιβάζεται εξ ολοκλήρου, μεταφέρεται και λαμβάνεται με ενσύρματα, ασύρματα, οπτικά ή άλλα ηλεκτρονικά συστήματα, καθώς και με τηλεοπτική μετάδοση, κατά την έννοια της οδηγίας 89/552/ΕΟΚ, και ραδιοφωνική μετάδοση." (2) Στο άρθρο 12 (3) (α), προστίθεται το επόμενο τέταρτο εδάφιο: Με εξαίρεση τη λήψη ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών που αναφέρονται στην κατηγορία 7 του παραρτήματος Η, το τρίτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται στις υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 9 (2) (στ). (3) Στο άρθρο 24, προστίθεται το ακόλουθο σημείο (2α): "(2α) Τα κράτη μέλη απαλλάσσουν του φόρου πρόσωπα που παρέχουν υπηρεσίες δυνάμει του άρθρου 9 (2) (στ) τρίτη περίπτωση, εφόσον πρόκειται για τις μοναδικές παροχές που πραγματοποιούν στην Κοινότητα και ο ετήσιος κύκλος εργασιών τους δεν υπερβαίνει τα 100.000 EUR. Το όριο αυτό υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 4". (4) Στο άρθρο 28(ζ), το άρθρο 21(1) τροποποιείται ως εξής : (α) στο σημείο (α), προστίθεται η ακόλουθη υποπαράγραφος: "Εφόσον ένας προμηθευτής υπηρεσιών, δυνάμει του άρθρου 9(2)(στ), έχει ενεργήσει καταβάλλοντας κάθε δέουσα προσπάθεια κατά τη συνήθη εμπορική πρακτική στον συγκεκριμένο τομέα και έχει επαληθεύσει, βάσει συνεπών δεδομένων από ανεξάρτητη πηγή, και ιδίως βάσει του ατομικού αριθμού που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος (1) στοιχείο (γ), ότι ο πελάτης του είναι υποκείμενος στο φόρο στην Κοινότητα, τα κράτη μέλη ορίζουν ότι δεν απαιτείται φόρος από τον προμηθευτή και ο φόρος είναι καταβλητέος από το πρόσωπο στο οποίο παρέχεται η υπηρεσία." (β) Το σημείο (β) αντικαθίσταται από τα εξής : " (β) από τους υποκείμενους στο φόρο, προς τους οποίους παρέχονται υπηρεσίες οι οποίες καλύπτονται από το άρθρο 9(2)(ε) και (στ) πρώτη υποπαράγραφος δεύτερη και τρίτη περίπτωση ή πρόσωπα τα οποία διαθέτουν αριθμό ΦΠΑ εντός της επικράτειας της χώρας στην οποία παρέχονται οι υπηρεσίες που καλύπτονται από το άρθρο 28β (Γ), (Δ), (Ε) και (ΣΤ), εφόσον οι υπηρεσίες παρέχονται από υποκείμενο στο φόρο, εγκατεστημένο στην αλλοδαπή. ωστόσο, με την επιφύλαξη της τρίτης υποπαραγράφου του σημείου (α), τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν ότι ο προμηθευτής των υπηρεσιών είναι αλληλεγγύως και εις ακέραιο υπόχρεος για την καταβολή του φόρου. (5) Στο άρθρο 28 (η), το άρθρο 22(1) τροποποιείται ως ακολούθως : (α) Το σημείο (α) αντικαθίσταται από τα εξής : "(α) Κάθε υποκείμενος στο φόρο οφείλει να δηλώνει την έναρξη, μεταβολή ή παύση της δραστηριότητάς του ως υποκειμένου στο φόρο. Τα κράτη μέλη, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που ορίζουν, επιτρέπουν την υποβολή των πιστοποιητικών αυτών με ηλεκτρονικά μέσα." (β) Στην παράγραφο 1 προστίθενται τα εξής : "(στ) Κάθε υποκείμενος στο φόρο, εγκατεστημένος εκτός της Κοινότητας, που παρέχει υπηρεσίες με ηλεκτρονικά μέσα, όπως ορίζεται στο άρθρο 9(2) (στ) τρίτη περίπτωση, προς μη υποκείμενους στο φόρο, εγκατεστημένους στην Κοινότητα, οι οποίες υπερβαίνουν το όριο που προβλέπεται στο άρθρο 24(2α), υποχρεούται να διαθέτει αριθμό ΦΠΑ στο κράτος μέλος στο οποίο παρέχει τις υπηρεσίες. Βάσει έκθεσης της Επιτροπής, το Συμβούλιο επανεξετάζει την παρούσα διάταξη το αργότερο μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2003. Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας ομόφωνα κατόπιν πρότασης της Επιτροπής, αποφασίζει σχετικά με τις τυχόν αναγκαίες τροποποιήσεις". (γ) Στη παράγραφο 4, το σημείο (α) αντικαθίσταται από τα εξής : "(α) Κάθε υποκείμενος στο φόρο υποβάλλει φορολογική δήλωση εντός προθεσμίας καθοριζόμενης από τα κράτη μέλη. Η προθεσμία αυτή δεν δύναται να υπερβαίνει τους δύο μήνες από τη λήξη κάθε περιόδου δήλωσης. Η περίοδος αυτή καθορίζεται από τα κράτη μέλη ως μηνιαία, δίμηνη ή τρίμηνη. Εντούτοις, τα κράτη μέλη δύνανται να ορίζουν διαφορετικές περιόδους, που δεν δύνανται πάντως να υπερβαίνουν το έτος. Υπό τις προϋποθέσεις τις οποίες ορίζουν, τα κράτη μέλη επιτρέπουν την υποβολή των φορολογικών δηλώσεων με ηλεκτρονικά μέσα." (δ) Στη παράγραφο 6, το σημείο (α) αντικαθίσταται από τα εξής : "(α) Τα κράτη μέλη έχουν την ευχέρεια να ζητούν από τον υποκείμενο στο φόρο την υποβολή δήλωσης, η οποία να συμπεριλαμβάνει όλα τα στοιχεία που προβλέπονται στην παράγραφο 4 και να αφορά το σύνολο των πράξεων που πραγματοποίησε κατά το προηγούμενο έτος. Η δήλωση αυτή πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία στοιχεία για τυχόν προσαρμογές. Υπό τις προϋποθέσεις που θέτουν, τα κράτη μέλη επιτρέπουν την υποβολή των δηλώσεων αυτών με ηλεκτρονικά μέσα." (6) Στην κατηγορία 7 του παραρτήματος Η, οι λέξεις "Λήψη ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών" αντικαθίστανται από τα εξής: "Λήψη ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών συμπεριλαμβανομένης της τηλεοπτικής μετάδοσης, κατά την έννοια της οδηγίας 89/552/ΕΟΚ και της ραδιοφωνικής μετάδοσης". Άρθρο 2 1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία, πριν από την 1η Ιανουαρίου 2001. Πληροφορούν αμέσως την Επιτροπή σχετικά. Όταν τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις διατάξεις αυτές, συμπεριλαμβάνουν αναφορά στην οδηγία αυτή ή συνοδεύονται από τέτοια αναφορά με την ευκαιρία της επίσημης δημοσίευσής τους. Τα κράτη μέλη ορίζουν τις τον τρόπο με τον οποίο γίνεται η αναφορά αυτή. 2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων εσωτερικού δικαίου, τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία. Άρθρο 3 Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από την δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Άρθρο 4 Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη. Βρυξέλλες, [...] Για το Συμβούλιο Ο Πρόεδρος ΕΝΤΥΠΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΣΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ, ΙΔΙΩΣ ΣΤΙΣ ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΙ ΜΕΣΑΙΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ (ΜΜΕ) ΤΙΤΛΟΣ ΤΩΝ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ Πρόταση για Οδηγία του Συμβουλίου που τροποποιεί την Οδηγία 388/77/ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά το σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας που εφαρμόζεται σε ορισμένες υπηρεσίες παρεχόμενες με ηλεκτρονικά μέσα. Πρόταση για κανονισμό του Συμβουλίου που τροποποιεί τον Κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 218/92 του Συμβουλίου σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα των έμμεσων φόρων (ΦΠΑ) Αριθμοι αναφορασ των εγγραφων Προτασεισ 1. Λαμβάνοντας υπ'όψη την αρχή της επικουρικότητας, τίθεται το ερώτημα, γιατί είναι αναγκαία η κοινοτική νομοθεσία στο χώρο αυτό και ποιοι είναι οι κύριοι στόχοι της; Η ορθή εφαρμογή του ΦΠΑ στις πράξεις που αφορούν την παροχή προϊόντων σε ψηφιακή μορφή μέσω ηλεκτρονικών δικτύων, παρουσιάζει σημαντικά προβλήματα. Είναι δυνατή η επίλυσή τους, μόνο με την τροποποίηση της κοινοτικής νομοθεσίας για τον ΦΠΑ, κυρίως, επειδή παρόμοιες πράξεις δεν είχαν προβλεφθεί όταν συντάχθηκε η παρούσα νομοθεσία, όπως προκύπτει από τις ισχύουσες διατάξεις. Τα προβλήματα που προκύπτουν είναι διπλά. Πρώτον, είναι δυνατή η απώλεια εσόδων, η οποία, ενώ σήμερα δεν είναι σημαντική, κατά πάσα πιθανότητα θα αυξηθεί γρήγορα. Δεύτερον, - και το πρόβλημα αυτό είναι άμεσου ενδιαφέροντος- οι τρέχοντες κανόνες διακρίνουν εις βάρος των επιχειρήσεων της Ε.Ε. υπέρ των φορέων τρίτων χωρών και πιθανόν παρεμποδίζουν την ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου στη Κοινότητα, διότι έχουν ως αποτέλεσμα την πώληση περισσοτέρων ψηφιακών προϊόντων από ευρωπαίο προμηθευτή που φορολογείται στην Ευρώπη, ακόμη και αν αυτά πωλούνται σε πελάτη τρίτης χώρας, ενώ, τα ίδια προϊόντα δεν φορολογούνται όταν πωλούνται σε ευρωπαίο τελικό καταναλωτή από προμηθευτή εγκατεστημένο εκτός της ΕΕ Τώρα λοιπόν προτείνεται η τροποποίηση των διατάξεων της 6ης Οδηγίας ΦΠΑ που αφορούν τον τόπο παροχής των υπηρεσιών, ώστε οι ηλεκτρονικά παρεχόμενες υπηρεσίες, όταν παρέχονται για να καταναλωθούν στην ΕΕ, να υπόκεινται στον ΦΠΑ στην ΕΕ και όταν παρέχονται για να καταναλωθούν εκτός της ΕΕ, να απαλλάσσονται του ΦΠΑ. Οι τροποποιήσεις όσον αφορά τον τόπο φορολογίας συνδέονται με μέτρα διευκόλυνσης και απλούστευσης, ώστε να βοηθηθούν οι επιχειρήσεις να εκπληρώνουν τις φορολογικές τους υποχρεώσεις. Για τους εμπόρους, ο ΦΠΑ είναι, ουσιαστικά, ένας φόρος αυτο-εκτίμησης και χαρακτηριστικό του είναι ότι οι περισσότεροι τον τηρούν εθελοντικά. Προς τούτο, το σύστημα πρέπει να είναι κατά το δυνατόν σαφέστερο, πράγμα που εξασφαλίζεται με τα προτεινόμενα μέτρα. Αν δεν αναληφθεί δράση στο παρόν στάδιο, θα διαιωνιστεί η διάκριση εις βάρος των επιχειρήσεων ηλεκτρονικού εμπορίου της ΕΕ, η οποία χαρακτηρίζει τις τρέχουσες διατάξεις. Επιπτωσεισ επι των επιχειρησεων 2. Ποιος θίγεται από την πρόταση; - Ποιοι επιχειρηματικοί τομείς; Πιθανόν θίγονται οι επιχειρήσεις ηλεκτρονικού εμπορίου οn-line, οι οποίες προμηθεύουν ψηφιακά προϊόντα. - Ποίου μεγέθους επιχειρήσεις; (ποιο είναι το ποσοστό των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων;) Θα έχουν συνέπειες για τις επιχειρήσεις κάθε μεγέθους. - Οι επιχειρήσεις αυτές βρίσκονται σε συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές της Κοινότητας; Όχι. 3. Τι οφείλουν να πράξουν οι επιχειρήσεις για να τηρήσουν την πρόταση; Όσον αφορά τις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων, (οι οποίες αντιπροσωπεύουν σε αξία περισσότερο από το 90% των συναλλαγών on-line), οι τροποποιήσεις αυτές δεν θα προκαλέσουν προβλήματα, δεδομένου ότι τις φορολογικές συνέπειες αναλαμβάνει η λήπτρια εταιρία, με βάση το καθιερωμένο σύστημα αντίστροφης επιβάρυνσης (ή αυτοεκτίμησης του φόρου). Σε ότι αφορά τις πωλήσεις σε ιδιώτες καταναλωτές, οι προμηθευτές που είναι εγκατεστημένοι στην Ε.Ε. θα πρέπει ήδη να είναι εγγεγραμμένοι και έτσι δεν θα έχουν νέες υποχρεώσεις. Ωστόσο, για να επέλθουν οι τροποποιήσεις εντός των συνολικών παραμέτρων του ισχύοντος καθεστώτος φορολογίας, πρέπει, οι προμηθευτές που είναι εγκατεστημένοι εκτός ΕΕ και πραγματοποιούν τις παραδόσεις αυτές, να είναι εγγεγραμμένοι στα φορολογικά μητρώα και να αναλαμβάνουν τις υποχρεώσεις τους όσον αφορά τον ΦΠΑ για τις πωλήσεις προς ιδιώτες καταναλωτές στην ΕΕ 4. Ποιες είναι οι πιθανές οικονομικές συνέπειες της πρότασης; - Επί της απασχόλησης; - Προσφέρεται στους φορείς της ΕΕ η δυνατότητα άσκησης δραστηριότητας επί ίσοις όροις, ενθαρρύνεται η ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου εντός της Κοινότητας και, κατά συνέπεια, αυξάνονται οι ευκαιρίες απασχόλησης. - Επί των επενδύσεων και της σύστασης νέων επιχειρήσεων; - Αναμένεται ότι οι επιπτώσεις επί των επενδύσεων και της σύστασης εταιριών θα είναι θετικές. - Επί της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων; - Οι ισχύουσες διατάξεις συνιστούν σημαντικό ανταγωνιστικό μειονέκτημα για τις επιχειρήσεις της ΕΕ, ιδίως γι' αυτές που πωλούν σε ιδιώτες καταναλωτές ή σε καταναλωτές που βρίσκονται εκτός της ΕΕ Η πρόταση ρυθμίζει την περίπτωση αυτή. 5. Η πρόταση περιέχει μέτρα για να ληφθεί υπ' όψη η ιδιαίτερη κατάσταση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (μειωμένες ή διαφορετικές απαιτήσεις κλπ); Οι προτάσεις απαλλάσσουν ρητά τους μικρούς προμηθευτές που είναι εγκατεστημένοι εκτός της ΕΕ (με κύκλο εργασιών εντός της Κοινότητας λιγότερο από EUR100.000). Επί πλέον, οι διατάξεις που αφορούν την χορήγηση on-line αριθμού φορολογικού μητρώου (ΦΠΑ) και την υποβολή on-line των φορολογικών δηλώσεων, αποτελούν ευκαιρία για οικονομίες κόστους, οι οποίες θα έχουν αναλογικά μεγαλύτερες συνέπειες για τις επιχειρήσεις αυτές. Διαβούλευσεισ 6. Κατάλογος των οργανώσεων των οποίων ζητήθηκε η γνώμη για την πρόταση καθώς και γενική παρουσίαση των βασικών τους απόψεων. Για την προετοιμασία της πρότασης χρειάσθηκαν εκτενείς διαβουλεύσεις με τις επιχειρήσεις- απευθείας με τους ενδιαφερόμενους φορείς καθώς και μέσω αντιπροσωπευτικών οργανώσεων. Ο κατάλογος των συνομιλητών υπερβαίνει τους 100, όμως, μερικές από τις σημαντικότερες οργανώσεις, ήταν η Global Business Dialogue on Electronic Commerce, η European Public Telecommunications Network Operators Association, η Confιdιration Fiscale Europιenne, η Fιdιration des Experts Comptables Europιens, η International Communications Round Table, η Federation of European Direct Marketing, UNICE, Eurocommerce, European Mortgage Federation, European Convergent Networks Association, καθώς και διάφορες ομάδες ad hoc, όπως η Electronic Commerce Tax Study Group. Γενικά, η πρόταση της Επιτροπής θεωρείται ότι αποτελεί ορθή προσέγγιση, ωστόσο, η εφαρμογή των προβλεπόμενων μέτρων θα πρέπει να είναι κατά το δυνατόν απλούστερη και πρέπει να ελαχιστοποιηθούν οι γραφειοκρατικές πιέσεις.