52000PC0151

Τροποποιημένη πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων - Γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας των κοινών τέκνων /* COM/2000/0151 τελικό - CNS 99/0110 */

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 274 E της 26/09/2000 σ. 0013 - 0027


Τροποποιημένη πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας των κοινών τέκνων

(υποβληθείσα από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 250, παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. ΙΣΤΟΡΙΚΟ

Στις 4 Μαΐου 1999, η Επιτροπή ενέκρινε πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας των κοινών τέκνων [1]. Λαμβάνοντας υπόψη την έναρξη ισχύος της συνθήκης του Άμστερνταμ και την κοινοτικοποίηση της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές υποθέσεις, αυτή η πρόταση κανονισμού επαναλαμβάνει το περιεχόμενο της σύμβασης που υπογράφηκε στις 28 Μαΐου 1998 από τα κράτη μέλη, βάσει του άρθρου K.3.2γ) της συνθήκης του Μάαστριχτ, και δεν ετέθη σε ισχύ.

[1] CΟΜ(1999)220, ΕΕ

Η πρόταση διαβιβάσθηκε στο Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή. Η τελευταία αυτή διατύπωσε τη γνώμη της κατά τη σύνοδο της 20ής και 21ης Οκτωβρίου 1999. Με επιστολή της 14ης Ιουλίου 1999, το Συμβούλιο προέβη σε διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 67 της συνθήκης ΕΚ.

Το Κοινοβούλιο ανέθεσε την εξέταση της πρότασης στην Επιτροπή Ελευθεριών και Δικαιωμάτων των Πολιτών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (υπεύθυνη για την έκθεση) και στην Επιτροπή Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς (γνωμοδότηση). Η Επιτροπή Ελευθεριών και Δικαιωμάτων των Πολιτών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, αφού έλαβε και εξέτασε τη γνώμη της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς, ενέκρινε τη δική της έκθεση στις 11 Νοεμβρίου 1999. Στη σύνοδο ολομελείας της 17ης Νοεμβρίου 1999, το Κοινοβούλιο εξέδωσε τη γνώμη του [2] εγκρίνοντας την πρόταση της Επιτροπής με την επιφύλαξη των τροπολογιών που επέφερε και καλώντας την Επιτροπή να τροποποιήσει ανάλογα την πρότασή της, σύμφωνα με το άρθρο 250, παράγραφος 2, της συνθήκης ΕΚ.

[2] ΕΕ C.

2. Η ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΠΡΟΤΑΣΗ

Η παρούσα τροποποιημένη πρόταση λαμβάνει υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, επαναλαμβάνοντας το μεγαλύτερο μέρος των τροπολογιών του. Ενσωματώνει επίσης μεταβολές οφειλόμενες στις εξελίξεις που μεσολάβησαν από την έγκριση της αρχικής πρότασης. Τέλος, η πρόταση περιλαμβάνει ορισμένες τροποποιήσεις που εγκρίθηκαν στο επίπεδο του Συμβουλίου και με τις οποίες η Επιτροπή μπορεί να συμφωνήσει.

2.1. Τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

2.1.1. Τροπολογίες που έγιναν πλήρως δεκτές

Η Επιτροπή δέχεται τις τροπολογίες 1, 3 έως 8, 14 έως 18 και 20 τις οποίες πρότεινε το Κοινοβούλιο, και τις ενσωματώνει αυτούσιες στην πρότασή της. Κατά συνέπεια :

- η αιτιολογική σκέψη 18 που αφορά τις διατάξεις της σκανδιναβικής συμφωνίας του 1931 τροποποιείται για να ληφθεί υπόψη η τροπολογία αριθ. 1 σχετικά με την τήρηση της αρχής της μη διακρίσεως·

- η απόδοση DE της αιτιολογικής σκέψης 5 της πρότασης κανονισμού τροποποιείται σε απάντηση της τροπολογίας αριθ. 3·

- η αιτιολογική σκέψη 10 τροποποιείται σε απάντηση της τροπολογίας αριθ. 4. Η Επιτροπή συμμερίζεται τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σύμφωνα με την οποία η έννοια της γονικής μέριμνας πρέπει να μπορεί να ερμηνεύεται αυτόνομα·

- η αιτιολογική σκέψη 20 που αφορά την αρμοδιότητα του Συμβουλίου να τροποποιεί τα παραρτήματα διαγράφεται, σύμφωνα με την τροπολογία αριθ. 5. Πράγματι, εναπόκειται στην Επιτροπή να τροποποιεί τα παραρτήματα αυτά·

- η αιτιολογική σκέψη 22 τροποποιείται και δημιουργείται νέα αιτιολογική σκέψη 23 προς απάντηση στις τροπολογίες αριθ. 6 και 7 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Ωστόσο, προτείνεται νέα διατύπωση για την αιτιολογική σκέψη 22, που λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία δήλωσαν την πρόθεσή τους να συμμετάσχουν στη θέσπιση του κανονισμού·

- το άρθρο 11 συμπληρώνεται με νέα παράγραφο 4, σύμφωνα με την τροπολογία αριθ. 8. Αυτή η νέα παράγραφος καθορίζει την ημερομηνία κατά την οποία ένα δικαστήριο θεωρείται ότι επιλαμβάνεται, με σκοπό την εφαρμογή των κανόνων εκκρεμοδικίας. Αυτή η προσθήκη αντιστοιχεί στον κανόνα που προστέθηκε στην πρόταση κανονισμού για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις [3] ·

[3] COM(1999) 348

- το άρθρο 17 συμπληρώνεται με νέα παράγραφο λαμβάνοντας υπόψη την τροπολογία αριθ. 13, που μπορεί να ευνοήσει την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων·

- τα άρθρα 21 και 26 τροποποιούνται για να ληφθούν υπόψη οι τροπολογίες αριθ. 14 έως 18. Οι κατάλογοι των δικαστηρίων και των ενδίκων μέσων περιλαμβάνονται στο εξής στα παραρτήματα I έως III.

- το νέο άρθρο 43 (παλαιό 45) τροποποιείται για να ληφθεί υπόψη η τροπολογία αριθ. 20 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Τίποτα δεν δικαιολογεί να τροποποιούνται τα παραρτήματα με απόφαση του Συμβουλίου, εφόσον πρόκειται απλώς για παραπομπή σε καθαρά εθνικές διατάξεις. Η νέα παράγραφος 1 προβλέπει επομένως ότι τα παραρτήματα αυτά προσαρμόζονται από την Επιτροπή.

2.1.2. Τροπολογίες που έγιναν εν μέρει δεκτές

Ορισμένες από τις τροπολογίες που πρότεινε το Κοινοβούλιο μπορούν να γίνουν δεκτές εν μέρει ή με ορισμένες τροποποιήσεις. Κατά συνέπεια :

- η αιτιολογική σκέψη 12 τροποποιείται για να ληφθεί εν μέρει υπόψη η τροπολογία αριθ. 2. Στο εξής γίνεται αναφορά στη σύμβαση της Χάγης του 1980 περί των αστικών θεμάτων σχετικά με τη διεθνή απαγωγή παιδιών. Ωστόσο δεν εισάγεται η αναφορά στο έργο του Ευρωπαίου διαμεσολαβητή, διότι η λειτουργία μιας αιτιολογικής σκέψης είναι να αιτιολογήσει τις διατάξεις της πράξης αποκλειστικά.

- το άρθρο 12 συμπληρώνεται με νέα παράγραφο που αντιστοιχεί εν μέρει στην τροπολογία αριθ. 9 και επιφέρει μια χρήσιμη διευκρίνιση ως προς τη χρονική έκταση των ασφαλιστικών μέτρων που ενδέχεται να ληφθούν δυνάμει του άρθρου 12. Πράγματι είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί ότι τα μέτρα αυτά παύουν να εφαρμόζονται μόλις ένα δικαστήριο εκδώσει απόφαση βάσει των κριτηρίων δικαιοδοσίας που προβλέπονται από τον κανονισμό [4]. Ωστόσο, αντίθετα απ`ότι προβλέπει η τροπολογία αριθ. 9, δεν είναι αναγκαίο να αποκτά η απόφαση αυτή, που εκδίδεται από το αρμόδιο επί της ουσίας δικαστήριο, "ισχύ δεδικασμένου". Αρκεί η απόφαση αυτή να αναγνωρίζεται (ή να εκτελείται) κατ`εφαρμογή του κανονισμού. Εξάλλου, τα ασφαλιστικά μέτρα παύουν να παράγουν αποτέλεσμα μόνον όταν η απόφαση που εκδίδεται από το αρμόδιο επί της ουσίας δικαστήριο έχει το ίδιο αντικείμενο.

[4] Βλ. την έκθεση της κυρίας BORRAS αριθ. 59.

- το άρθρο 15 παράγραφος 1 β) και παράγραφος 2 γ) τροποποιείται για να ληφθεί εν μέρει υπόψη η τροπολογία αριθ.10. Οι όροι "νομοτύπως και εμπροθέσμως" αντικαθίστανται από τους όρους "εμπροθέσμως και κατά τέτοιο τρόπο". Αυτή η τροποποίηση δημιουργεί παραλληλισμό με τις αντίστοιχες διατάξεις του σχεδίου κανονισμού για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις [5]. Δεν προτείνεται να περιληφθεί το δεύτερο μέρος της τροπολογίας σύμφωνα με το οποίο η απόφαση δεν μπορεί να μην αναγνωριστεί αν ο ερημοδικήσας εναγόμενος "παρέλειψε να ασκήσει ένδικο μέσο κατά της απόφασης, ενώ μπορούσε να το πράξει". Η διάταξη αυτή, τελείως λογική και αποδεκτή σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, δεν μπορεί να μεταφερθεί στον ευαίσθητο τομέα των γαμικών διαφορών, όπου ο εναγόμενος πρέπει να έχει "δεχθεί την απόφαση κατά τρόπο μη επιδεχόμενο αμφισβήτηση"·

[5] COM(1999) 348

2.1.3. Απορριφθείσες τροπολογίες :

- η τροπολογία 11 απορρίπτεται. Το "να ληφθούν υπόψη τα μείζονα συμφέροντα του τέκνου" προϋποθέτει εξέταση της απόφασης επί της ουσίας, την οποία απαγορεύει ο κανονισμός. Το περισσότερο που μπορεί να κάνει το κράτος μέλος όπου ζητείται το exequatur είναι να εξακριβώσει ότι η αρχική απόφαση δεν παραβιάζει τις θεμελιώδεις δικονομικές αρχές του (ενδεχόμενη ακρόαση του παιδιού) ·

- η τροπολογία 12 απορρίπτεται. Θα οδηγούσε στην προτίμηση της μηχανικής εκτέλεσης μιας ενδεχομένως παλαιάς ήδη απόφασης εις βάρος μιας πιο πρόσφατης απόφασης, η οποία θα είχε εκδοθεί από άλλο αρμόδιο δικαστήριο λόγω μεταβολής στην προσωπική κατάσταση του παιδιού, και θα αφαιρούσε κάθε ευελιξία από το μηχανισμό·

- η τροπολογία 19 απορρίπτεται. Θα εισήγαγε κανόνα σχετικό με τη μετάφραση της απόφασης που δεν έχει τη θέση του σε πράξη για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση των αποφάσεων. Επιπλέον, η πρόταση αυτή έρχεται σε αντίφαση με τις διατάξεις της πρότασης πράξης για την επίδοση και την κοινοποίηση στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις [6]·

[6] COM (1999) 219

2.2. Τροποποιήσεις εισαγόμενες για να ληφθούν υπόψη οι θεσμικές εξελίξεις που μεσολάβησαν από την έγκριση της πρότασης.

Με επιστολή της 2ας Αυγούστου και της 5ης Ιουλίου 1999 αντίστοιχα, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία δήλωσαν την πρόθεσή τους να συμμετάσχουν στη θέσπιση του κανονισμού. Η απόφαση αυτή έχει επιπτώσεις στον προτεινόμενο κανονισμό και, συνεπώς, προτείνεται να γίνουν οι μεταβολές που κατέστησαν αναγκαίες λόγω του ότι το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία θα δεσμεύονται από τον κανονισμό.

Ορισμένες από τις μεταβολές αυτές προτάθηκαν από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και λήφθηκαν υπόψη με την έννοια αυτή (αιτιολογική σκέψη 22).

Επιπλέον, οι διενεργηθείσες μεταβολές είναι οι ακόλουθες :

- το άρθρο 2 παράγραφος 1 α) παύλα 5 και παράγραφος β) τροποποιείται για να ληφθεί υπόψη η εξομοίωση, με την "ιθαγένεια", της "κατοικίας", κατά την έννοια των νομικών συστημάτων του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας. Μία νέα παράγραφος 2 ορίζει την έννοια της "κατοικίας"· τα άρθρα 7 και 8 τροποποιούνται κατά τον ίδιο τρόπο·

- το άρθρο 10 τροποποιείται για να ληφθεί υπόψη η πολιτική συμφωνία του Συμβουλίου σχετικά με τη μετατροπή, σε πρόταση κανονισμού, της πρότασης οδηγίας σχετικά με την επίδοση και την κοινοποίηση στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις [7]·

[7] COM (1999) 219

- το άρθρο 19 συμπληρώνεται με νέα παράγραφο που λαμβάνει υπόψη το ότι η Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο αγνοούν την έννοια "τακτικό ένδικο μέσο" που αναφέρεται στην παράγραφο 1, και το άρθρο 20 με νέα παράγραφο που λαμβάνει υπόψη την ισχύουσα στο Ηνωμένο Βασίλειο διαδικασία καταχώρισης·

- τα παραρτήματα I έως III συμπληρώνονται με τη μνεία των αρμόδιων δικαστηρίων και των ενδίκων μέσων που ισχύουν στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Ιρλανδία·

2.3. Τροποποιήσεις εισαγόμενες για να ληφθούν υπόψη οι εργασίες του Συμβουλίου

Η Επιτροπή συμφωνεί με ορισμένες τροποποιήσεις που εγκρίθηκαν στο Συμβούλιο και που είναι καθαρά τεχνικής φύσης. Αυτές οι τροποποιήσεις είναι οι ακόλουθες :

- η τροποποιημένη πρόταση παραπέμπει όχι μόνο στο άρθρο 61, σημείο γ), αλλά και στο άρθρο 67, παράγραφος 1·

- η αιτιολογική σκέψη 4 τροποποιείται για να ληφθεί υπόψη ότι μόνο "ορισμένοι" εθνικοί κανόνες δικαιοδοσίας και αναγνώρισης ενδέχεται να δυσχεραίνουν την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς·

- η αιτιολογική σκέψη 6 συμπληρώνεται με την αναφορά στις εισαγόμενες μεταβολές για να δημιουργηθεί ο παραλληλισμός με τις παρεμφερείς διατάξεις της πρότασης κανονισμού για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις· επίσης συμπληρώνεται με μία υποσημείωση που αναφέρει την Επίσημη Εφημερίδα στην οποία δημοσιεύθηκε η πράξη του Συμβουλίου της 28ης Μαΐου 1998 και η εισηγητική έκθεση της κυρίας Borrαs·

- στην αιτιολογική σκέψη 10, οι όροι "κοινά τέκνα" αντικαθίστανται από "τέκνα των δύο συζύγων"·

- το άρθρο 20 καθιστά ρητή την προϋπόθεση της επίδοσης ή κοινοποίησης της αρχικής απόφασης·

- οι διατάξεις που αφορούν αντίστοιχα την προσφυγή σε περίπτωση που επιτρέπεται η εκτέλεση (παλαιά άρθρα 25 έως 27) και την προσφυγή σε περίπτωση που απορρίπτεται η εκτέλεση (παλαιά άρθρα 28 και 29) συνενώνονται στα νέα άρθρα 25 έως 27. Επομένως, τα παλαιά άρθρα 28 και 29 καταργούνται. Αυτή η συνένωση δεν επιφέρει καμία τροποποίηση ως προς την ουσία.

- τα άρθρα 31 και 32 (παλαιά 33 και 34) τροποποιούνται για να ληφθεί υπόψη η εισαγωγή βεβαίωσης, όπως αυτό που προβλέπεται στην πρόταση κανονισμού για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις. Εξάλλου δημιουργούνται δύο νέα παραρτήματα (παραρτήματα IV και V) που περιλαμβάνουν τα υποδείγματα εντύπων προς χρησιμοποίηση για την αναγνώριση-εκτέλεση των αποφάσεων που αφορούν αντίστοιχα τη λύση του συζυγικού δεσμού και τα θέματα γονικής μέριμνας·

- το άρθρο 40 (παλαιό 42) εισάγει μία ιδιαίτερη διάταξη αιτιολογούμενη από την ανάγκη τήρησης των διεθνών υποχρεώσεων που υπέχουν η Ιταλία και η Ισπανία έναντι της Αγίας Έδρας. Όσον αφορά την Ιταλία, η διάταξη αυτή περιλαμβανόταν σε δήλωση προσαρτημένη στη σύμβαση της 28ης Μαΐου 1998·

- το άρθρο 43 (παλαιό 45) εισάγει μία νέα παράγραφο 2 η οποία προβλέπει τη δυνατότητα της Επιτροπής να ενημερώνει ή να τροποποιεί τα προσαρτημένα στον κανονισμό πιστοποιητικά, σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία την προβλεπόμενη στο άρθρο 3 της απόφασης 1999/468/ΕΚ· συνεπώς εισάγεται νέο άρθρο 44 που αναφέρει αυτή τη διαδικασία·

- τέλος, το άρθρο 45 (παλαιό 46) σχετικά με την έναρξη ισχύος του κανονισμού τροποποιείται για να ληφθεί υπόψη η ανάγκη δημιουργίας, στο πλαίσιο των κρατών μελών, ορισμένων μέτρων εφαρμογής του κανονισμού.

1999/0110 (CNS)

Τροποποιημένη πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας των κοινών τέκνων

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 61, σημείο γ και το άρθρο 67, παράγραφος 1,

την πρόταση της Επιτροπής [8],

[8] ΕΕ C

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου [9],

[9] ΕΕ C

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής [10],

[10] ΕΕ C

Εκτιμώντας τα εξής:

(1) η Ένωση έθεσε ως στόχο να διατηρήσει και να αναπτύξει ένα χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης μέσα στον οποίο εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων· προκειμένου να δημιουργήσει σταδιακά έναν τέτοιο χώρο, η Κοινότητα θεσπίζει, μεταξύ άλλων, μέτρα στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές υποθέσεις, τα οποία είναι απαραίτητα για την καλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς·

(2) η καλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς απαιτεί τη βελτίωση και επιτάχυνση της ελεύθερης κυκλοφορίας των δικαστικών αποφάσεων σε αστικές υποθέσεις·

(3) το θέμα αυτό υπάγεται στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές υποθέσεις κατά την έννοια του άρθρου 65 της συνθήκης·

(4) οι διαφορές ορισμένων εθνικών κανόνων δικαιοδοσίας και αναγνώρισης δυσχεραίνουν την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων καθώς και την καλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς· συνεπώς δικαιολογείται η θέσπιση διατάξεων που επιτρέπουν την ενοποίηση των κανόνων σύγκρουσης αρμοδιότητας σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας με σκοπό των απλούστευση των διατυπώσεων για την ταχεία και απλή αναγνώριση των αποφάσεων και την εκτέλεσή τους·

(5) σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας και την αρχή της αναλογικότητας όπως διατυπώνονται στο άρθρο 5 της συνθήκης οι στόχοι του παρόντος κανονισμού δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και, συνεπώς, δύνανται να επιτευχθούν μόνο σε κοινοτικό επίπεδο· ο παρών κανονισμός περιορίζεται στο ελάχιστο αναγκαίο επίπεδο για την επίτευξη αυτών των στόχων και δεν υπερβαίνει τα όρια που απαιτούνται προς τον σκοπό αυτό·

(6) το Συμβούλιο, με την πράξη της 28ης Μαΐου 1998 [11], κατάρτισε το κείμενο μιας σύμβασης σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και συνέστησε την αποδοχή της από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τους αντίστοιχους συνταγματικούς κανόνες εκάστου· η σύμβαση αυτή δεν τέθηκε σε ισχύ· πρέπει να εξασφαλιστεί ότι θα δοθεί συνέχεια στα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν στο πλαίσιο της σύναψης της σύμβασης· συνεπώς το ουσιαστικό περιεχόμενό της περιλαμβάνεται σε μεγάλη έκταση στον παρόντα κανονισμό· ωστόσο ο κανονισμός περιλαμβάνει ορισμένες νέες ως προς τη σύμβαση διατάξεις, προκειμένου να υπάρχει συνοχή με ορισμένες διατάξεις του κανονισμού για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις·

[11] ΕΕ C 221, 16.7.1998, σ. 1. Η εισηγητική έκθεση της Καθηγήτριας κυρίας Borras δημοσιεύεται επίσης στην ίδια Επίσημη Εφημερίδα.

(7) για να επιτευχθεί ο στόχος της ελεύθερης κυκλοφορίας των δικαστικών αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας στο πλαίσιο της Κοινότητας, είναι αναγκαίο και ενδεδειγμένο να πραγματοποιείται η διασυνοριακή αναγνώριση των δικαιοδοσιών και των αποφάσεων σχετικά με τη λύση του συζυγικού δεσμού και τη μέριμνα των κοινών τέκνων, με μία δεσμευτική κοινοτική πράξη που θα ισχύει άμεσα·

(8) το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού πρέπει να περιλαμβάνει τις "αστικές διαδικασίες" καθώς και άλλες, μη δικαστικές, διαδικασίες που ισχύουν για θέματα γάμου σε ορισμένα κράτη μέλη, με εξαίρεση τις διαδικασίες καθαρά θρησκευτικού χαρακτήρα· για το λόγο αυτό, το κείμενο πρέπει να διευκρινίζει ότι ο όρος "δικαστήρια" περιλαμβάνει τις δικαστικές ή μη αρχές που είναι αρμόδιες σε θέματα γάμου·

(9) ο παρών κανονισμός πρέπει να περιορίζεται στις διαδικασίες που αφορούν αμιγώς τη λύση ή την ακύρωση του συζυγικού δεσμού, και, συνεπώς, η αναγνώριση των αποφάσεων δεν αφορά θέματα όπως η υπαιτιότητα των συζύγων, οι περιουσιακές συνέπειες του γάμου και οι υποχρεώσεις διατροφής ή άλλα ενδεχόμενα συναφή θέματα, ακόμη και αν συνδέονται με τις προαναφερόμενες διαδικασίες·

(10) όσον αφορά τη γονική μέριμνα, δεδομένου ότι πρόκειται για διαδικασίες που συνδέονται στενά με διαδικασία διαζυγίου, δικαστικού χωρισμού ή ακύρωσης του γάμου, τα εμπλεκόμενα τέκνα είναι τα τέκνα των δύο συζύγων·

(11) τα επιλεγέντα κριτήρια προσδιορισμού της δικαιοδοσίας πρέπει να βασίζονται στην αρχή ότι πρέπει να υπάρχει ένας πραγματικός σύνδεσμος μεταξύ του ενδιαφερόμενου και του κράτους μέλους που έχει τη δικαιοδοσία· η απόφαση να συμπεριληφθούν ορισμένα κριτήρια οφείλεται στο γεγονός ότι αυτά υφίστανται σε διάφορες εσωτερικές έννομες τάξεις και ότι γίνονται δεκτά από τα άλλα κράτη μέλη·

(12) ένας από τους κινδύνους που πρέπει να ληφθούν υπόψη στο πλαίσιο της προστασίας των τέκνων των δύο συζύγων σε καταστάσεις συζυγικής κρίσης είναι ο κίνδυνος ενός εκ των γονέων να μετακινήσει διεθνώς το τέκνο· επομένως πρέπει να προστατεύονται τα θεμελιώδη συμφέροντα των παιδιών, ιδίως σύμφωνα με τη σύμβαση της Χάγης της 25ης Οκτωβρίου 1980 περί των αστικών θεμάτων σχετικά με τη διεθνή απαγωγή παιδιών συνεπώς η νόμιμη συνήθης διαμονή διατηρείται ως κριτήριο δικαιοδοσίας στις περιπτώσεις όπου, λόγω της μετακίνησης του τέκνου ή της παράνομης μη επιστροφής του, υπάρχει εκ των πραγμάτων μεταβολή της συνήθους διαμονής·

(13) ο κανονισμός δεν εμποδίζει τα δικαστήρια κράτους μέλους να λαμβάνουν ασφαλιστικά μέτρα σε περίπτωση κατεπείγοντος, όσον αφορά τα πρόσωπα και τα αγαθά που βρίσκονται στην επικράτεια αυτού του κράτους μέλους·

(14) ο όρος "απόφαση" αφορά μόνο τις θετικές αποφάσεις, δηλ. εκείνες που κατέληξαν σε διαζύγιο, δικαστικό χωρισμό ή ακύρωση του γάμου· ότι τα δημόσια έγγραφα που έχουν εκδοθεί και είναι εκτελεστά στο κράτος μέλος εξομοιούνται με τέτοιες αποφάσεις·

(15) η αναγνώριση και εκτέλεση των αποφάσεων που εκδίδονται από τα δικαστήρια των κρατών μελών πρέπει να βασίζεται στην αρχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης· για το σκοπό αυτό οι λόγοι μη αναγνώρισης περιορίζονται στο ελάχιστο αναγκαίο· η διαδικασία αυτή πρέπει ωστόσο να συνεπάγεται δυνατότητες προσφυγής ώστε να εξασφαλίζεται η τήρηση της δημόσιας τάξης του κράτους μέλους όπου ζητείται η αναγνώριση και των δικαιωμάτων της άμυνας και των ενδιαφερόμενων, ώστε να αποφεύγεται η αναγνώριση ασυμβίβαστων αποφάσεων·

(16) το κράτος όπου ζητείται η αναγνώριση δεν πρέπει να ερευνά ούτε την δικαιοδοσία του κράτους ούτε την ουσία της απόφασης·

(17) δεν πρέπει να απαιτείται καμία διαδικασία για την ενημέρωση, σε ένα κράτος μέλος, των στοιχείων των ληξιαρχικών βιβλίων, μετά από σχετική τελεσίδικη απόφαση εκδοθείσα σε άλλο κράτος μέλος·

(18) οι διατάξεις της συμφωνίας που συνάφθηκε το 1931 από τα σκανδιναβικά κράτη πρέπει να μπορούν να εφαρμοσθούν μέσα στο όρια που θέτει ο παρών κανονισμός και τηρουμένης της αρχής της μη διακρίσεως·

(19) η Πορτογαλία, η Ιταλία και η Ισπανία συνήψαν διεθνείς συμφωνίες (concordats) πριν από την ρύθμιση αυτών των θεμάτων στη συνθήκη· πρέπει να αποφευχθεί η παραβίαση από αυτά τα κράτη μέλη των διεθνών τους υποχρεώσεων έναντι της Αγίας Έδρας·

(20) τα κράτη μέλη παραμένουν ελεύθερα να καθορίζουν μεταξύ τους τις πρακτικές λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού επί όσο διάστημα δεν έχουν ληφθεί σχετικά κοινοτικά μέτρα·

(21) το αργότερο πέντε έτη μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή πρέπει να εξετάσει την εφαρμογή του με σκοπό να προτείνει, εφόσον συντρέχει λόγος, τις αναγκαίες τροποποιήσεις·

(22) το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία κοινοποίησαν, σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου σχετικά με τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, του προσαρτημένου στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, την πρόθεσή τους να συμμετάσχουν στη θέσπιση και την εφαρμογή του κανονισμού·

(23) σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου σχετικά με τη θέση της Δανίας, του προσαρτημένου στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, αυτό το κράτος δεν συμμετέχει στη θέσπιση του παρόντος κανονισμού· κατά συνέπεια ο παρών κανονισμός δεν δεσμεύει τη Δανία και δεν ισχύει έναντι αυτής·

(24) σύμφωνα με το άρθρο 2 της απόφασης 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή [12], τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να εγκρίνονται με τη συμβουλευτική διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 3 της εν λόγω απόφασης,

[12] ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I - ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Άρθρο 1

1. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται:

α) στις αστικές διαδικασίες που αφορούν το διαζύγιο, το δικαστικό χωρισμό και την ακύρωση του γάμου των συζύγων·

β) στις αστικές διαδικασίες που αφορούν τη γονική μέριμνα των κοινών τέκνων των συζύγων συνεπεία της αναφερόμενης στο στοιχείο α) αγωγής που αφορά τις γαμικές σχέσεις.

2. Εξομοιώνονται προς τις ενώπιον δικαστηρίου διαδικασίες οι λοιπές διαδικασίες που αναγνωρίζονται επισήμως σε ένα κράτος μέλος. Ο όρος «δικαστήρια» συμπεριλαμβάνει κάθε αρμόδια επί του θέματος αρχή των κρατών μελών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II - ΔΙΕΘΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΤΜΗΜΑ 1 - ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 2

Διαζύγιο, δικαστικός χωρισμός και ακύρωση του γάμου

1. Διεθνή δικαιοδοσία σε θέματα διαζυγίου, δικαστικού χωρισμού και ακύρωσης του γάμου των συζύγων έχουν τα δικαστήρια του κράτους μέλους:

α) στο έδαφος του οποίου βρίσκεται:

- η συνήθης διαμονή των συζύγων, ή

- η τελευταία συνήθης διαμονή των συζύγων στο μέτρο που ένας των συζύγων έχει αυτή τη διαμονή ή

- η συνήθης διαμονή του εναγομένου ή

- σε περίπτωση κοινής αίτησης, η συνήθης διαμονή του ενός ή του άλλου των συζύγων ή

- η συνήθης διαμονή του ενάγοντος εάν είχε αυτή τη διαμονή επί τουλάχιστον ένα χρόνο πριν από την αγωγή ή

- η συνήθης διαμονή του ενάγοντος εάν είχε αυτή τη διαμονή επί τουλάχιστον έξι μήνες αμέσως πριν από την κατάθεση της αγωγής και αν είναι υπήκοος του εν λόγω κράτους μέλους, ή αν έχει σε αυτό την "κατοικία του"·

β) της ιθαγένειας των δύο συζύγων, ή στην περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, της κοινής μόνιμης "κατοικίας".

2. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, η έννοια του όρου "κατοικία" είναι η αναφερόμενη στα νομικά συστήματα του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας.

Άρθρο 3

Γονική μέριμνα

1. Τα δικαστήρια κράτους μέλους που έχουν δικαιοδοσία δυνάμει του άρθρου 2 επί αγωγής διαζυγίου, δικαστικού χωρισμού ή ακύρωσης ενός γάμου έχουν διεθνή δικαιοδοσία επί θεμάτων που αφορούν τη γονική μέριμνα τέκνου των συζύγων, εφόσον αυτό έχει συνήθη διαμονή στο ίδιο αυτό κράτος μέλος.

2. Όταν το τέκνο δεν έχει συνήθη διαμονή στο κράτος μέλος που αναφέρεται στην παράγραφο 1, οι αρχές του εν λόγω κράτους έχουν διεθνή δικαιοδοσία επί του θέματος αυτού, εφόσον το τέκνο έχει συνήθη διαμονή σε ένα από τα κράτη μέλη και:

α) τουλάχιστον ένας εκ των συζύγων έχει την γονική μέριμνα έναντι του τέκνου, και

β) η διεθνής δικαιοδοσία των δικαστηρίων έχει γίνει δεκτή από τους συζύγους και συνάδει προς τα μείζονα συμφέροντα του τέκνου.

3. Η διεθνής δικαιοδοσία που προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 2 παύει :

α) μόλις καταστεί τελεσίδικη η απόφαση που δέχεται ή απορρίπτει την αγωγή διαζυγίου, δικαστικού χωρισμού ή ακύρωσης του γάμου ή

β) στις περιπτώσεις όπου κατά την ημερομηνία που αναφέρεται στο στοιχείο α) εκκρεμεί δίκη σχετική με τη γονική μέριμνα, μόλις καταστεί τελεσίδικη η απόφαση επί της εν λόγω δίκης ή

γ) στις περιπτώσεις που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) μόλις περατωθεί η δίκη για άλλο λόγο.

Άρθρο 4

Απαγωγή παιδιών

Τα αρμόδια, κατά την έννοια του άρθρου 3, δικαστήρια, ασκούν τη διεθνή δικαιοδοσία τους σύμφωνα με τη σύμβαση της Χάγης, της 25ης Οκτωβρίου 1980, περί των αστικών θεμάτων σχετικά με τη διεθνή απαγωγή παιδιών και ιδίως με τα άρθρα 3 και 16 της σύμβασης αυτής.

Άρθρο 5

Ανταγωγή

Το δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκκρεμεί η κύρια αγωγή βάσει των άρθρων 2 έως 4 είναι αρμόδιο και για την ανταγωγή, στο μέτρο που αυτή εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 6

Μετατροπή του δικαστικού χωρισμού σε διαζύγιο

Με την επιφύλαξη του άρθρου 2, το δικαστήριο του κράτους μέλους το οποίο εξέδωσε απόφαση επί του δικαστικού χωρισμού είναι επίσης αρμόδιο για να μετατρέψει την απόφαση αυτή σε διαζύγιο, εφόσον το προβλέπει το δίκαιο του οικείου κράτους μέλους.

Άρθρο 7

Αποκλειστική δικαιοδοσία βάσει των άρθρων 2 έως 6

Σύζυγος που:

α) έχει τη συνήθη διαμονή του στο έδαφος κράτους μέλους ή

β) έχει την ιθαγένεια κράτους μέλους, ή έχει την "κατοικία" του σε κράτος μέλος, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 2.

μπορεί να εναχθεί σε άλλο κράτος μέλος μόνον δυνάμει των άρθρων 2 έως 6.

Άρθρο 8

Επικουρικές δικαιοδοτικές βάσεις

1. Εφόσον ουδέν δικαστήριο ενός κράτους μέλους έχει διεθνή δικαιοδοσία δυνάμει των άρθρων 2 έως 6, η διεθνής δικαιοδοσία ρυθμίζεται, σε κάθε κράτος μέλος, από το δίκαιο του κράτους αυτού.

2. Κάθε υπήκοος κράτους μέλους που έχει συνήθη διαμονή στο έδαφος άλλου κράτους μέλους μπορεί να επικαλείται, όπως οι ημεδαποί, τους κανόνες δικαιοδοσίας που εφαρμόζονται στο εν λόγω κράτος κατά εναγομένου που δεν έχει συνήθη διαμονή στο έδαφος ενός κράτους μέλους και που δεν έχει την ιθαγένεια ενός κράτους μέλους ή δεν έχει την "κατοικία" του σε αυτό το κράτος μέλος, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 2.

ΤΜΗΜΑ 2 - ΕΡΕΥΝΑ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΕΚΤΟΥ

Άρθρο 9

Έρευνα της διεθνούς δικαιοδοσίας

Δικαστήριο κράτους μέλους αποφαίνεται αυτεπαγγέλτως την έλλειψη διεθνούς δικαιοδοσίας του, όταν επιλαμβάνεται υποθέσεως για την οποία η δικαιοδοσία του δεν στηρίζεται στους όρους του παρόντος κανονισμού και για την οποία δικαστήριο άλλου κράτους μέλους έχει διεθνή δικαιοδοσία δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 10

Έρευνα του παραδεκτού

1. Όταν ο εναγόμενος δεν παρίσταται, η αρμόδια αρχή υποχρεούται να αναστείλει τη διαδικασία μέχρις ότου εξακριβωθεί ότι ο εναγόμενος αυτός ήταν σε θέση να παραλάβει το εισαγωγικό έγγραφο της δίκης ή άλλο ισοδύναμο έγγραφο εντός της αναγκαίας για την άμυνά του προθεσμίας ή ότι καταβλήθηκε κάθε επιμέλεια για το σκοπό αυτό.

2. Οι διατάξεις του άρθρου 19 του κανονισμού &/ΕΚ του Συμβουλίου, της ............., για την επίδοση και την κοινοποίηση στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις [13] εφαρμόζονται, αντί των διατάξεων της παραγράφου 1, εάν το εισαγωγικό έγγραφο της δίκης έπρεπε να διαβιβασθεί στην αλλοδαπή κατ' εφαρμογή του κανονισμού αυτού.

[13] EE L ...., σ......

Όταν δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του αναφερόμενου στην παράγραφο 2 κανονισμού, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 15 της σύμβασης της Χάγης της 15ης Νοεμβρίου 1965 σχετικά με την επίδοση και την κοινοποίηση στο εξωτερικό δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις, εάν το εισαγωγικό έγγραφο της δίκης έπρεπε να διαβιβασθεί στην αλλοδαπή κατ' εφαρμογή της σύμβασης αυτής.

ΤΜΗΜΑ 3 - ΕΚΚΡΕΜΟΔΙΚΙΑ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΕΙΣ ΑΓΩΓΕΣ

Άρθρο 11

1. Αν έχουν ασκηθεί αγωγές με το ίδιο αντικείμενο και εκ της ιδίας αιτίας μεταξύ των αυτών διαδίκων ενώπιον δικαστηρίων διαφόρων κρατών μελών, κάθε δικαστήριο εκτός εκείνου που έχει πρώτο επιληφθεί, αναστέλλει αυτεπάγγελτα τη διαδικασία του μέχρι να διαπιστωθεί η διεθνής δικαιοδοσία του δικαστηρίου που επελήφθη πρώτο.

2. Αν έχουν ασκηθεί αγωγές διαζυγίου, δικαστικού χωρισμού και ακύρωσης του γάμου των συζύγων, οι οποίες δεν έχουν το ίδιο αντικείμενο ούτε την ίδια αιτία, μεταξύ των ιδίων διαδίκων ενώπιον δικαστηρίων διαφόρων κρατών μελών, το δικαστήριο το οποίο επιλαμβάνεται μεταγενέστερα αναστέλλει αυτεπάγγελτα τη διαδικασία έως ότου διαπιστωθεί η διεθνής δικαιοδοσία του δικαστηρίου που έχει πρώτο επιληφθεί.

3. Όταν διαπιστωθεί η διεθνής δικαιοδοσία του πρώτου επιληφθέντος δικαστηρίου, κάθε δικαστήριο που επελήφθη μεταγενέστερα αποφαίνεται περί της ελλείψεως διεθνούς δικαιοδοσίας του υπέρ αυτού του δικαστηρίου.

Στην περίπτωση αυτή, ο διάδικος που άσκησε την αγωγή ενώπιον του δικαστηρίου που επιλαμβάνεται μεταγενέστερα μπορεί να ασκήσει την αγωγή ενώπιον του δικαστηρίου που επελήφθη πρώτο.

4. Για τους σκοπούς του άρθρου 11 ένα δικαστήριο θεωρείται επιληφθέν

α) από την κατάθεση στο δικαστήριο του εισαγωγικού εγγράφου της δίκης ή άλλου ισοδύναμου εγγράφου, υπό την προϋπόθεση ότι ο ενάγων δεν παρέλειψε στη συνέχεια να λάβει τα απαιτούμενα μέτρα για την κοινοποίηση ή την επίδοση του εγγράφου στον εναγόμενο, ή

β) εάν το έγγραφο πρέπει να κοινοποιηθεί ή να επιδοθεί προτού κατατεθεί στο δικαστήριο μόλις παραληφθεί από την αρχή που είναι υπεύθυνη για την κοινοποίηση ή την επίδοση, υπό την προϋπόθεση ότι ο ενάγων δεν παρέλειψε στη συνέχεια να λάβει τα απαιτούμενα μέτρα για την κατάθεση του εγγράφου στο δικαστήριο.

ΤΜΗΜΑ 4 - ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

Άρθρο 12

1. Σε επείγουσες περιπτώσεις οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού δεν εμποδίζουν τα αρμόδια δικαστήρια κράτους μέλους να λαμβάνουν ασφαλιστικά μέτρα σχετικά με πρόσωπα ή αγαθά που ευρίσκονται στο κράτος αυτό, τα οποία προβλέπονται από το δίκαιο αυτού του κράτους μέλους έστω και αν το δικαστήριο άλλου κράτους μέλους έχει, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, διεθνή δικαιοδοσία για την ουσία της υποθέσεως.

2. Τα ασφαλιστικά μέτρα που λαμβάνονται δυνάμει της παραγράφου 1 και αφορούν θέματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού αίρονται από τη στιγμή που εκδίδεται απόφαση για το ίδιο αντικείμενο από το δικαστήριο που έχει, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, δικαιοδοσία για την ουσία της υποθέσεως και η οποία αναγνωρίζεται ή εκτελείται κατ' εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III - ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΗ

Άρθρο 13

Έννοια του όρου «απόφαση»

1. Ως «απόφαση», κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού, νοείται κάθε απόφαση διαζυγίου, δικαστικού χωρισμού ή ακύρωσης γάμου εκδιδόμενη από δικαστήριο κράτους μέλους, καθώς και κάθε απόφαση που αφορά τη γονική μέριμνα των συζύγων και λαμβάνεται επ' ευκαιρία των ανωτέρω διαδικασιών γαμικών διαφορών, οποιαδήποτε και εάν είναι η ονομασία της, όπως «απόφαση», «διαταγή» ή «διάταξη».

2. Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου εφαρμόζονται επίσης για τον καθορισμό του ποσού των εξόδων και δαπανών σε δίκες που διεξάγονται βάσει του παρόντος κανονισμού και για την εκτέλεση διαταγών ή εντολών πληρωμής των εν λόγω εξόδων και δαπανών.

3. Για τους σκοπούς της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, τα δημόσια έγγραφα που έχουν εκδοθεί και είναι εκτελεστά σε κράτος μέλος καθώς και οι συμβιβασμοί που καταρτίζονται ενώπιον δικαστηρίου κατά τη διάρκεια δίκης και είναι εκτελεστοί στο κράτος μέλος όπου συνήφθησαν, αναγνωρίζονται και καθίστανται εκτελεστοί(-ά) υπό τους ίδιους όρους όπως και οι αποφάσεις που αναφέρονται στη παράγραφο 1.

ΤΜΗΜΑ 1 - ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ

Άρθρο 14

Αναγνώριση αποφάσεων

1. Οι αποφάσεις που εκδίδονται σε ένα κράτος μέλος αναγνωρίζονται στα υπόλοιπα κράτη μέλη χωρίς να απαιτείται ιδιαίτερη διαδικασία.

2. Ειδικότερα, και με την επιφύλαξη της παραγράφου 3, οποιοδήποτε κράτος μέλος μπορεί να επιφέρει τροποποιήσεις χωρίς ειδική διαδικασία στα ληξιαρχικά βιβλία του, βάσει απόφασης διαζυγίου, δικαστικού χωρισμού ή ακύρωσης γάμου που εκδίδεται σε άλλο κράτος μέλος και δεν επιδέχεται περαιτέρω ένδικα μέσα κατά το δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους.

3. Οποιοσδήποτε ενδιαφερόμενος μπορεί, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπουν τα τμήματα 2 και 3 του παρόντος κεφαλαίου, να ζητήσει την έκδοση απόφασης για την αναγνώριση ή μη αναγνώριση της απόφασης.

4. Εάν η επίκληση της αναγνώρισης γίνεται παρεμπιπτόντως ενώπιον δικαστηρίου κράτους μέλους, το δικαστήριο αυτό έχει διεθνή δικαιοδοσία να κρίνει σχετικά.

Άρθρο 15

Λόγοι μη αναγνώρισης

1. Αποφάσεις που αφορούν διαζύγιο, δικαστικό χωρισμό ή ακύρωση γάμου δεν αναγνωρίζονται:

α) αν η αναγνώριση αντίκειται προδήλως στη δημόσια τάξη του κράτους μέλους όπου ζητείται η αναγνώριση·

β) αν το εισαγωγικό έγγραφο της δίκης ή άλλο ισοδύναμο έγγραφο δεν έχει επιδοθεί ή κοινοποιηθεί στον ερημοδικήσαντα εναγόμενο εμπροθέσμως και κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μπορεί να αμυνθεί εκτός εάν βεβαιωθεί ότι ο εναγόμενος έχει δεχθεί την απόφαση κατά τρόπο μη επιδεχόμενο αμφισβήτηση·

γ) αν η απόφαση δεν συμβιβάζεται με απόφαση που έχει εκδοθεί μεταξύ των ίδιων διαδίκων στο κράτος μέλος όπου ζητείται η αναγνώριση·

δ) αν η απόφαση δεν συμβιβάζεται με απόφαση που εκδόθηκε προγενέστερα μεταξύ των ίδιων διαδίκων σε άλλο κράτος μέλος ή σε τρίτο κράτος, εφόσον η προγενέστερη απόφαση συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την αναγνώρισή της στο κράτος μέλος όπου ζητείται η αναγνώριση.

2. Απόφαση σχετική με τη γονική μέριμνα των συζύγων που έχει εκδοθεί στα πλαίσια δίκης περί γαμικών διαφορών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 13, δεν αναγνωρίζεται:

α) αν η αναγνώριση αντίκειται προδήλως στη δημόσια τάξη του κράτους μέλους όπου ζητείται η αναγνώριση, λαμβάνοντας υπόψη τα μείζονα συμφέροντα του τέκνου·

β) αν εκδόθηκε, εκτός περιπτώσεων κατεπείγοντος, χωρίς να δοθεί στο τέκνο η ευκαιρία να ακουσθεί, κατά παράβαση θεμελιωδών δικονομικών αρχών του κράτους μέλους όπου ζητείται η αναγνώριση·

γ) αν το εισαγωγικό της δίκης ή άλλο ισοδύναμο έγγραφο δεν έχει επιδοθεί ή κοινοποιηθεί στον ερημοδικήσαντα διάδικο εμπρόθεσμα και κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να αμυνθεί, εκτός αν βεβαιωθεί ότι ο διάδικος αυτός έχει δεχθεί την απόφαση κατά τρόπο μη επιδεχόμενο αμφισβήτηση·

δ) κατόπιν αιτήματος προσώπου που ισχυρίζεται ότι η απόφαση παραβιάζει την άσκηση της γονικής μέριμνάς του, εάν η απόφαση εκδόθηκε χωρίς να δοθεί στο πρόσωπο αυτό η ευκαιρία να ακουσθεί·

ε) αν η απόφαση δεν συμβιβάζεται με μεταγενέστερη απόφαση σχετική με τη γονική μέριμνα που εκδόθηκε στο κράτος μέλος όπου ζητείται η αναγνώριση· ή

στ) αν η απόφαση δεν συμβιβάζεται με μεταγενέστερη απόφαση σχετική με τη γονική μέριμνα που εκδόθηκε σε άλλο κράτος μέλος ή στην τρίτη χώρα συνήθους διαμονής του τέκνου, εφόσον η μεταγενέστερη απόφαση συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την αναγνώρισή της στο κράτος όπου ζητείται η αναγνώριση.

Άρθρο 16

Απαγόρευση έρευνας της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου

Δεν ερευνάται η δικαιοδοσία του δικαστηρίου του κράτους μέλους προέλευσης. Το κριτήριο της δημόσιας τάξης που προβλέπεται στο άρθρο 15 παράγραφος 1 στοιχείο α) και παράγραφος 2 στοιχείο α) δεν εφαρμόζεται στους κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας των άρθρων 2 έως 8.

Άρθρο 17

Διαφορές μεταξύ των εφαρμοστέων δικαίων

Αποφάσεις που αφορούν διαζύγιο, δικαστικό χωρισμό ή ακύρωση γάμου δεν μπορούν να μην αναγνωρίζονται επειδή η νομοθεσία του κράτους μέλους όπου ζητείται η αναγνώριση δεν επιτρέπει διαζύγιο, δικαστικό χωρισμό ή ακύρωση γάμου βάσει των ίδιων πραγματικών περιστατικών.

Εάν, ένα κράτος μέλος είναι υποχρεωμένο με βάση τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, να αναγνωρίσει ένα διαζύγιο, τότε αυτό δεν επιτρέπεται να απαγορεύει στον έναν ή άλλο σύζυγο να συνάψει νέο γάμο, επικαλούμενο το γεγονός ότι η εσωτερική νομοθεσία του κράτους μέλους του οποίου την ιθαγένεια έχουν οι σύζυγοι αυτοί, δεν αναγνωρίζει το διαζύγιο αυτό.

Άρθρο 18

Απαγόρευση της αναθεώρησης επί της ουσίας

Αποκλείεται σε οποιαδήποτε περίπτωση η επί της ουσίας αναθεώρηση απόφασης.

Άρθρο 19

Αναστολή διαδικασίας

Το δικαστήριο κράτους μέλους, όπου ζητείται αναγνώριση απόφασης που εκδόθηκε σε άλλο κράτος μέλος, μπορεί να αναστείλει την διαδικασία, αν η απόφαση αυτή έχει προσβληθεί με τακτικό ένδικο μέσο.

Το δικαστήριο κράτους μέλους, όπου ζητείται αναγνώριση απόφασης που εκδόθηκε στην Ιρλανδία ή στο Ηνωμένο Βασίλειο και της οποίας ανεστάλη η εκτέλεση στο κράτος μέλος προέλευσης λόγω ένδικου μέσου μπορεί να αναστείλει την διαδικασία.

ΤΜΗΜΑ 2 - ΕΚΤΕΛΕΣΗ

Άρθρο 20

Εκτελεστές αποφάσεις

Απόφαση, που εκδόθηκε σε κράτος μέλος για την άσκηση της γονικής μέριμνας επί κοινού τέκνου των διαδίκων, η οποία είναι εκτελεστή σε αυτό το κράτος μέλος και έχει επιδοθεί ή κοινοποιηθεί, εκτελείται σε άλλο κράτος μέλος, αφού κηρυχθεί εκεί εκτελεστή, με αίτηση κάθε ενδιαφερόμενου.

Ωστόσο, στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι αποφάσεις εκτελούνται στην Αγγλία και την Ουαλία, τη Σκωτία, ή τη Βόρεια Ιρλανδία αφού καταχωρηθούν με σκοπό την εκτέλεσή τους, με αίτηση κάθε ενδιαφερόμενου, σε ένα από τα τμήματα αυτά του Ηνωμένου Βασιλείου ανάλογα με την περίπτωση.

Άρθρο 21

Κατά τόπον αρμόδια δικαστήρια

1. Η αίτηση υποβάλλεται στα δικαστήρια που απαριθμούνται στο παράρτημα 1.

2. Το κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο σε σχέση με μια αίτηση εκτέλεσης καθορίζεται από τον τόπο της συνήθους διαμονής του προσώπου, κατά του οποίου ζητείται η εκτέλεση, ή από τον τόπο της συνήθους διαμονής του τέκνου, με το οποίο συνδέεται η αίτηση.

Εάν ουδείς από τους τόπους που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο δεν βρίσκεται στο κράτος μέλος όπου ζητείται η εκτέλεση, το κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο καθορίζεται από τον τόπο εκτέλεσης.

3. Σε σχέση με τις διαδικασίες του άρθρου 14 παράγραφος 3, το κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο καθορίζεται από το εσωτερικό δίκαιο του κράτους μέλους, στο οποίο κινείται η διαδικασία αναγνώρισης ή μη αναγνώρισης.

Άρθρο 22

Διαδικασία εκτέλεσης

1. Η αίτηση υποβάλλεται σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους όπου ζητείται η εκτέλεση.

2. Ο αιτών οφείλει να προβεί σε εκλογή κατοικίας στην περιφέρεια του δικαστηρίου στο οποίο απευθύνεται. Αν πάντως το δίκαιο του κράτους μέλους εκτέλεσης δεν προβλέπει την εκλογή κατοικίας, ο αιτών διορίζει αντίκλητο.

3. Στην αίτηση επισυνάπτονται τα έγγραφα που αναφέρονται στα άρθρα 31 και 32.

Άρθρο 23

Απόφαση του δικαστηρίου

1. Το δικαστήριο στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση αποφασίζει αμελλητί. Ο διάδικος, κατά του οποίου ζητείται η εκτέλεση, δεν έχει στο στάδιο αυτό της διαδικασίας δικαίωμα υποβολής παρατηρήσεων.

2. Η αίτηση μπορεί να απορριφθεί μόνο για έναν από τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 15.

3. Αποκλείεται, σε οποιαδήποτε περίπτωση, η επί της ουσίας αναθεώρηση απόφασης.

Άρθρο 24

Επίδοση ή κοινοποίηση της απόφασης

Η απόφαση επί της αίτησης επιδίδεται ή κοινοποιείται αμελλητί στον αιτούντα, επιμελεία του γραμματέα του δικαστηρίου, όπως προβλέπει το δίκαιο του κράτους μέλους όπου ζητείται η εκτέλεση.

Άρθρο 25

Προσφυγή κατά της απόφασης

Ο ένας ή άλλος διάδικος μπορεί να προσφύγει κατά της απόφασης σχετικά με την αίτηση για την κήρυξη της εκτελεστότητας. Η προσφυγή ασκείται στο δικαστήριο το οποίο σημειώνεται στον κατάλογο που εμφαίνεται στο παράρτημα ΙΙ. Η προσφυγή εξετάζεται σύμφωνα με τους κανόνες της κατ' αντιμωλία διαδικασίας.

Εάν η προσφυγή ασκείται από τον υποβάλλοντα αίτηση για την κήρυξη της εκτελεστότητας, ο διάδικος κατά του οποίου ζητείται η εκτέλεση καλείται να παραστεί ενώπιον του δικαστηρίου που εκδικάζει την προσφυγή. Εάν ο διάδικος αυτός δεν παραστεί εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 10.

Η προσφυγή κατά της κήρυξης της εκτελεστότητας πρέπει να ασκηθεί εντός προθεσμίας ενός μήνα από την επίδοση ή κοινοποίησή της. Εάν ο διάδικος κατά του οποίου ζητείται η εκτέλεση έχει την συνήθη διαμονή του σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο στο οποίο κηρύχθηκε η εκτελεστότητα, η προθεσμία είναι δύο μήνες από την ημέρα που του έγινε η επίδοση ή κοινοποίηση προσωπικά ή στην κατοικία του. Η προθεσμία αυτή δεν παρεκτείνεται λόγω απόστασης.

Άρθρο 26

Δικαστήριο προσφυγής και ένδικα μέσα

Κατά της απόφασης επί της προσφυγής μπορεί να ασκηθούν μόνο τα ένδικα μέσα που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ.

Άρθρο 27

Αναστολή της διαδικασίας

Το δικαστήριο στο οποίο ασκείται η προσφυγή, κατ' εφαρμογή των άρθρων 25 και 26, μπορεί, με αίτηση του διαδίκου κατά του οποίου ζητείται η εκτέλεση, να αναστείλει τη διαδικασία, αν κατά της αλλοδαπής απόφασης έχει ασκηθεί στο κράτος μέλος προέλευσης τακτικό ένδικο μέσο ή αν η προθεσμία για την άσκησή του δεν έχει ακόμη λήξει· στην τελευταία περίπτωση, το δικαστήριο μπορεί να τάξει προθεσμία για την άσκηση του ένδικου αυτού μέσου.

Όταν η απόφαση εκδίδεται στην Ιρλανδία ή στο Ηνωμένο Βασίλειο, κάθε ένδικο μέσο που προβλέπεται στο κράτος μέλος προέλευσης θεωρείται ως τακτικό ένδικο μέσο κατά την έννοια της παραγράφου 1.

Άρθρο 28

Μερική εκτέλεση

1. Αν η αλλοδαπή απόφαση απεφάνθη επί πολλών αξιώσεων και δεν μπορεί να κηρυχθεί εκτελεστή στο σύνολό της, το δικαστήριο την κηρύσσει εκτελεστή ως προς μία ή περισσότερες από τις αξιώσεις.

2. Ο αιτών μπορεί να ζητήσει μερική εκτέλεση της απόφασης.

Άρθρο 29

Δικαστική αρωγή

Ο αιτών στον οποίο έχει παρασχεθεί στο κράτος μέλος προέλευσης ολικά ή μερικά δικαστική αρωγή ή απαλλαγή από έξοδα και δαπάνες, απολαύει, στο πλαίσιο της διαδικασίας των άρθρων 21 έως 24, της ευμενέστερης μεταχείρισης ή της ευρύτερης απαλλαγής από έξοδα και δαπάνες, που προβλέπει το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο ζητείται η εκτέλεση.

Άρθρο 30 Εγγυοδοσία ή κατάθεση χρηματικού ποσού

Σε διάδικο που ζητεί σε κράτος μέλος την εκτέλεση απόφασης η οποία έχει εκδοθεί σε άλλο κράτος μέλος, καμία εγγύηση ή κατάθεση χρηματικού ποσού, ανεξάρτητα από την ονομασία της, δεν μπορεί να επιβληθεί με την αιτιολογία ότι είναι αλλοδαπός ή ότι δεν διαμένει συνήθως στο κράτος εκτέλεσης.

ΤΜΗΜΑ 3 - ΚΟΙΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 31

Έγγραφα

1. Ο διάδικος που επικαλείται ή αμφισβητεί την αναγνώριση απόφασης ή ζητεί να κηρυχθεί αυτή εκτελεστή οφείλει να προσκομίσει:

α) αντίγραφο της απόφασης, το οποίο να συγκεντρώνει τις αναγκαίες προϋποθέσεις γνησιότητας,

β) τη βεβαίωση που αναφέρεται στο άρθρο 34, με επιφύλαξη του άρθρου 35.

2. Επιπλέον, εφόσον πρόκειται για απόφαση ερήμην, ο διάδικος που επικαλείται την αναγνώριση ή ζητεί την εκτέλεση οφείλει να προσκομίσει:

α) το πρωτότυπο ή κυρωμένο αντίγραφο του εγγράφου που να αποδεικνύει ότι το εισαγωγικό έγγραφο της δίκης ή άλλο ισοδύναμο έγγραφο έχει επιδοθεί ή κοινοποιηθεί στον ερημοδικήσαντα διάδικο ή

β) οποιοδήποτε έγγραφο στο οποίο να δηλώνεται ότι ο εναγόμενος έχει αποδεχθεί την απόφαση κατά τρόπο μη επιδεχόμενο αμφισβήτηση.

Άρθρο 32

Άλλα έγγραφα

Το δικαστήριο ή η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο εκδόθηκε η απόφαση χορηγεί, με αίτηση κάθε ενδιαφερόμενου, βεβαίωση χρησιμοποιώντας έντυπο, υπόδειγμα του οποίου εμφαίνεται στο παράρτημα IV(αποφάσεις σε γαμικές διαφορές) ή στο παράρτημα V (αποφάσεις σε διαφορές γονικής μέριμνας).

Άρθρο 33

Απουσία εγγράφων

1. Αν δεν προσάγονται τα έγγραφα που μνημονεύονται στο άρθρο 31 παράγραφος 1 στοιχείο β) και στο άρθρο 31 παράγραφος 2, το δικαστήριο μπορεί είτε να ορίσει προθεσμία προσαγωγής τους είτε να δεχθεί ισοδύναμα έγγραφα είτε, εφόσον κρίνει ότι έχει επαρκώς ενημερωθεί, να απαλλάξει τον αιτούντα από την υποχρέωση αυτή.

2. Το δικαστήριο μπορεί να ζητήσει την προσαγωγή μετάφρασης των εγγράφων. Η μετάφραση επικυρώνεται από πρόσωπο που έχει σχετικό δικαίωμα σε ένα από τα κράτη μέλη.

Άρθρο 34

Επικύρωση ή άλλη ανάλογη διατύπωση

Καμιά επικύρωση ή άλλη ανάλογη διατύπωση δεν απαιτείται για τα έγγραφα που μνημονεύονται στο άρθρο 31, στο άρθρο 32 και στο άρθρο 33 παράγραφος 2, καθώς και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, για το έγγραφο διορισμού αντικλήτου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV - ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 35

1. Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται μόνο στις αγωγές που ασκούνται, στα δημόσια έγγραφα που συντάσσονται και στους δικαστικούς συμβιβασμούς που καταρτίζονται ενώπιον δικαστηρίου κατά τη διάρκεια δίκης, μετά την έναρξη της ισχύος του.

2. Αποφάσεις που εκδίδονται μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού κατόπιν αγωγής που έχει ασκηθεί πριν από την ημερομηνία αυτή, αναγνωρίζονται και εκτελούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου III, αν η διεθνής δικαιοδοσία βασίστηκε σε κανόνες σύμφωνους με τις διατάξεις του κεφαλαίου II ή με τις διατάξεις σύμβασης η οποία, κατά την ημερομηνία ασκήσεως της αγωγής, ίσχυε μεταξύ του κράτους μέλους προέλευσης και του κράτους μέλους αναγνώρισης ή εκτέλεσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V - ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 36

Σχέση με τις συμβάσεις

1. Με επιφύλαξη των άρθρων 35 και 38 και της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, ο παρών κανονισμός αντικαθιστά, μεταξύ των κρατών μελών, τις κατά την έναρξη ισχύος του υφιστάμενες συμβάσεις, συναφθείσες μεταξύ δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών και αφορώσες θέματα τα οποία διέπονται από τον παρόντα κανονισμό.

2. Η Σουηδία και η Φινλανδία έχουν τη δυνατότητα να δηλώσουν ότι ισχύει, εν όλω ή εν μέρει, στις μεταξύ των σχέσεις, η σύμβαση της 6ης Φεβρουαρίου 1931 μεταξύ Δανίας, Φινλανδίας, Ισλανδίας, Νορβηγίας και Σουηδίας, η οποία περιέχει διατάξεις ιδιωτικού διεθνούς δικαίου σχετικά με το γάμο, την υιοθεσία και την επιμέλεια, καθώς και το τελικό πρωτόκολλο αυτής, αντί και στη θέση των κανόνων του παρόντος κανονισμού. Οι δηλώσεις αυτές δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ως παράρτημα του κανονισμού. Αυτά τα κράτη μέλη μπορούν να δηλώσουν ανά πάσα στιγμή ότι τις ανακαλούν εν όλω ή εν μέρει. Η αρχή της μη εισαγωγής διακρίσεων λόγω ιθαγενείας μεταξύ των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης τηρείται.

Τα κριτήρια αρμοδιότητας σε κάθε συμφωνία που θα συναφθεί μεταξύ των αναφερομένων στο πρώτο εδάφιο κρατών μελών, και θα αφορά θέματα ρυθμιζόμενα στον παρόντα κανονισμό, ευθυγραμμίζονται με τα προβλεπόμενα στον παρόντα κανονισμό.

Οι αποφάσεις που εκδίδονται σε ένα από τα σκανδιναβικά κράτη που έχει προβεί στη δήλωση του πρώτου εδαφίου, βάσει δικαιοδοσίας που αντιστοιχεί σε περίπτωση δικαιοδοσίας που προβλέπεται στο κεφάλαιο II, αναγνωρίζονται και εκτελούνται στα υπόλοιπα κράτη μέλη σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπονται στον τίτλο III αυτού.

3. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή :

α) αντίγραφο των συμφωνιών ή σχεδίων συμφωνιών που αναφέρονται στην παράγραφο 2, πρώτο και τρίτο εδάφιο, καθώς και των ομοιόμορφων νόμων που τις θέτουν σε ισχύ,

β) κάθε καταγγελία ή τροποποίηση των συμφωνιών αυτών ή των ομοιομόρφων νόμων.

Άρθρο 37

Σχέση με ορισμένες πολυμερείς συμβάσεις

Στις σχέσεις μεταξύ των κρατών μελών, στις οποίες τα κράτη μέλη είναι συμβαλλόμενα μέρη, ο παρών κανονισμός υπερισχύει των ακόλουθων συμβάσεων, στο βαθμό που οι εν λόγω συμβάσεις αφορούν θέματα διεπόμενα από αυτόν:

- σύμβαση της Χάγης, της 5ης Οκτωβρίου 1961, σχετικά με την αρμοδιότητα των αρχών και το εφαρμοστέο δίκαιο όσον αφορά την προστασία των ανηλίκων,

- σύμβαση του Λουξεμβούργου, της 8ης Σεπτεμβρίου 1967, για την αναγνώριση αποφάσεων που αφορούν το κύρος γάμων,

- σύμβαση της Χάγης, της 1ης Ιουνίου 1970, για την αναγνώριση αποφάσεων διαζυγίου και δικαστικού χωρισμού,

- ευρωπαϊκή σύμβαση, της 20ής Μαΐου 1980, για την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε θέματα επιμέλειας των τέκνων και για την αποκατάσταση της επιμέλειάς τους,

- σύμβαση της Χάγης, της 19ης Οκτωβρίου 1996, σχετικά με την αρμοδιότητα, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση, την εκτέλεση και τη συνεργασία σε θέματα γονικής ευθύνης και μέτρων προστασίας των παιδιών εφόσον το παιδί έχει τη συνήθη διαμονή του σε κράτος μέλος.

Άρθρο 38

Έκταση των αποτελεσμάτων

1. Οι συμφωνίες και οι συμβάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 36, παράγραφος 1, και 37 εξακολουθούν να παράγουν αποτελέσματα στα θέματα στα οποία ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται.

2. Εξακολουθούν να παράγουν αποτελέσματα ως προς τις αποφάσεις που εκδόθηκαν και τα δημόσια έγγραφα που συντάχθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 39

Συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών

1. Δύο ή περισσότερα κράτη μέλη μπορούν να συνάπτουν μεταξύ τους συμβάσεις ή συμφωνίες με στόχο τη συμπλήρωση των διατάξεων του παρόντος κανονισμού ή τη διευκόλυνση της εφαρμογής του.

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή:

α) αντίγραφο αυτών των σχεδίων συμφωνιών· β) τυχόν καταγγελία ή τροποποίηση των εν λόγω συμφωνιών.

2. Σε καμία περίπτωση αυτές οι συμβάσεις ή συμφωνίες δεν μπορούν να παρεκκλίνουν από τα κεφάλαια II και ΙΙΙ.

Άρθρο 40

Συνθήκες με την Αγία Έδρα

1. Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τη διεθνή συμφωνία (concordat) μεταξύ της Αγίας Έδρας και της Πορτογαλίας, η οποία υπογράφηκε στην Πόλη του Βατικανού στις 7 Μαΐου 1940.

2. Κάθε απόφαση σχετικά με ελαττωματικό γάμο η οποία εκδόθηκε κατ'εφαρμογή της συμφωνίας που αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο, αναγνωρίζεται στα κράτη μέλη υπό τους όρους του κεφαλαίου III του παρόντος κανονισμού.

3. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 εφαρμόζονται επίσης στις ακόλουθες διεθνείς συμφωνίες (concordats) με την Αγία Έδρα:

- συνθήκη του Λατερανού (Concordato lateranense) της 11ης Φεβρουαρίου 1929 μεταξύ της Ιταλίας και της Αγίας Έδρας, όπως τροποποιήθηκε από τη συμφωνία και το πρόσθετο πρωτόκολλό της που υπογράφηκε στη Ρώμη στις 18 Φεβρουαρίου 1984,

- συμφωνία μεταξύ της Αγίας Έδρας και της Ισπανίας περί νομικών υποθέσεων της 3ης Ιανουαρίου 1979.

4. Η αναγνώριση των αποφάσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2, μπορεί να υπόκειται στην Ιταλία ή στην Ισπανία, στις ίδιες διαδικασίες και στους ίδιους ελέγχους που εφαρμόζονται στις αποφάσεις των εκκλησιαστικών δικαστηρίων, οι οποίες εκδίδονται σύμφωνα με τις διεθνείς συνθήκες που συνάπτονται με την Αγία Έδρα και αναφέρονται στην παράγραφο 3.

5. Τα οικεία κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή:

α) αντίγραφο των συνθηκών που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 3,

β) τυχόν καταγγελία ή τροποποίηση των εν λόγω συνθηκών.

Άρθρο 41

Κράτη μέλη με δύο ή περισσότερα συστήματα δικαίου

Στα κράτη μέλη όπου εφαρμόζονται σε διαφορετικές εδαφικές ενότητες δύο ή περισσότερα συστήματα δικαίου ή σύνολα κανόνων, αφορώντα τα θέματα που διέπονται από τον παρόντα κανονισμό:

α) κάθε αναφορά στη συνήθη διαμονή στο οικείο κράτος μέλος αφορά τη συνήθη διαμονή σε μια εδαφική ενότητα·

β) κάθε αναφορά στην ιθαγένεια αφορά την εδαφική ενότητα που ορίζεται από το δίκαιο του οικείου κράτους·

γ) κάθε αναφορά στην αρχή κράτους μέλους, που έχει επιληφθεί αίτησης διαζυγίου, δικαστικού χωρισμού ή ακύρωσης γάμου, αναφέρεται στην αρχή της εδαφικής ενότητας που έχει επιληφθεί αυτής της αίτησης·

δ) κάθε αναφορά στους κανόνες του κράτους μέλους στο οποίο ζητείται η αναγνώριση ή η εκτέλεση αφορά τους κανόνες της εδαφικής ενότητας στην οποία γίνεται επίκληση της δικαστικής αρμοδιότητας, της αναγνώρισης ή της εκτέλεσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI - ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 42

Επανεξέταση

Πέντε έτη το αργότερο από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και ιδίως των άρθρων 36, 39 και 40. Η έκθεση αυτή συνοδεύεται ενδεχομένως από προτάσεις προσαρμογής του κανονισμού.

Άρθρο 43

Τροποποίηση των παραρτημάτων

1. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των νομοθετικών τους διατάξεων, οι οποίες τροποποιούν τα δικαστήρια ή τις αρχές που αναφέρονται στα παραρτήματα Ι και ΙΙ ή τα ένδικα μέσα που αναφέρονται στο παράρτημα IΙΙ. Η Επιτροπή προσαρμόζει αναλόγως τα παραρτήματα.

2. Η ενημέρωση ή οι τεχνικές τροποποιήσεις των τυποποιημένων υποδειγμάτων που εμφαίνονται στα παραρτήματα IV και V εγκρίνονται σύμφωνα με το άρθρο 44.

Άρθρο 44

1. Η Επιτροπή επικουρείται από συμβουλευτική επιτροπή, την οποία αποτελούν αντιπρόσωποι των κρατών μελών και της οποίας προεδρεύει ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής.

2. Στις περιπτώσεις όπου γίνεται μνεία της προηγούμενης παραγράφου, εφαρμόζεται η συμβουλευτική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 3 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, με τήρηση των διατάξεων του άρθρου 7 παράγραφος 3 της εν λόγω απόφασης.

Άρθρο 45

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2001.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες,

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Τα δικαστήρια ή οι αρμόδιες αρχές στα οποία υποβάλλονται οι αιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 21 είναι τα ακόλουθα :

- στο Βέλγιο στο «Tribunal de premiθre instance» ή το «Rechtbank van eerste aanleg» ή το «erstinstanzliche Gericht»,

- στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, στο «Familiengericht»,

- στην Ελλάδα, στο «Μονoμελές Πρωτoδικείo »,

- στην Ισπανία, το «Juzgado de Primera Instancia»,

- στη Γαλλία, στον πρόεδρο του «tribunal de grande instance»,

- στην Ιταλία, στο «Corte d'appello»,

- στο Λουξεμβούργο, στον πρόεδρο του «tribunal d'arrondissement»,

- στην Αυστρία, στο «Bezirksgericht»,

- στις Κάτω Χώρες, στον πρόεδρο του «arrondissementsrechtbank»,

- στην Πορτογαλία, στο «Tribunal de Comarca» ή στο «Tribunal de famνlia»,

- στην Φινλανδία, στο «kδrδjδoikeus/tingsrδtt»,

- στην Σουηδία, στο «Svea hovrδtt»,

- στο Ηνωμένο Βασίλειο :

α) στην Αγγλία και στην Ουαλία στο «High Court of Justice»

β) στην Σκωτία στο «Court of Session»

γ) στη Βόρειο Ιρλανδία στο «High Court of Justice».

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Τα δικαστήρια ή οι αρμόδιες αρχές στα οποία υποβάλλονται οι προσφυγές που αναφέρονται στο άρθρο 25 είναι τα ακόλουθα :

- στο Βέλγιο, στο «Tribunal de premiθre instance» ή στο «Rechtbank van eerste aanleg» ή στο «erstinstanzliche Gericht»,

- στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, στο «Oberlandesgericht»,

- στην Ελλάδα, στο «Εφετείo»,

- στην Ισπανία, στο «Audiencia Provincial»,

- στη Γαλλία, στο «Cour d'appel»,

- στην Ιταλία, στο «Corte d'appello»,

- στο Λουξεμβούργο, στο «Cour d'appel»,

- στις Κάτω Χώρες, στο «arrondissementsrechtbank»,

- στην Αυστρία, στο «Bezirksgericht»,

- στην Πορτογαλία, στο «Tribunal de Relaηγo»,

- στη Φινλανδία, στο «hovioikeus/hovrδtt»,

- στη Σουηδία, στο «Svea hovrδtt»,

- στο Ηνωμένο Βασίλειο :

α) στην Αγγλία και στην Ουαλία στο «High Court of Justice»

β) στην Σκωτία στο «Court of Session»

γ) στη Βόρειο Ιρλανδία στο «High Court of Justice».

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

Τα ένδικα μέσα που μπορούν να ασκηθούν σύμφωνα με το άρθρο 26 είναι τα ακόλουθα :

- στο Βέλγιο, την Ελλάδα, την Ισπανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, το Λουξεμβούργο και τις Κάτω Χώρες μόνον αναίρεση,

- στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, μόνον «Rechtsbeschwerde»,

- στην Ιρλανδία, μόνο προσφυγή για νομικό ζήτημα στο «Supreme Court»,

- στην Αυστρία, μόνον «Revisionsrekurs»,

- στην Πορτογαλία, μόνον «recurso restrito ΰ matιria de direito»,

- στη Φινλανδία, μόνον προσφυγή στο «korkein oikeus/hφgsta domstolen»,

- στη Σουηδία, μόνον προσφυγή στο «hφgsta domstolen»,

- στο Ηνωμένο Βασίλειο, μόνο προσφυγή για νομικό ζήτημα.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

Βεβαίωση που αναφέρεται στο άρθρο 34 σχετικά με τις αποφάσεις σε γαμικές διαφορές

1. Κράτος μέλος προέλευσης

2. Δικαστήριο ή αρχή που χορηγεί τη βεβαίωση

2.1. Όνομα

2.2. Διεύθυνση

2.3. Τηλ./φαξ/ηλεκτρονική διεύθυνση

3. Γάμος

3.1. Η σύζυγος

3.1.1. Όνομα

3.1.2. Χώρα και τόπος γέννησης

3.1.3. Ημερομηνία γέννησης

3.2. Ο σύζυγος

3.2.1. Όνομα

3.2.2. Χώρα και τόπος γέννησης

3.2.3. Ημερομηνία γέννησης

3.3. Χώρα και ημερομηνία του γάμου

3.3.1. Χώρα

3.3.2. Ημερομηνία

4. Δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση

4.1. Είδος του δικαστηρίου

4.2. Τόπος του δικαστηρίου

5. Απόφαση

5.1. Ημερομηνία

5.2. Αριθμός αναφοράς

5.3. Είδος απόφασης

5.3.1. Διαζύγιο

5.3.2. Ακύρωση γάμου

5.3.3. Δικαστικός χωρισμός

5.4. Απόφαση εκδοθείσα ερήμην ;

5.4.1. Όχι

5.4.2. Ναι [14]

[14] Τα έγγραφα που αναφέρονται στο άρθρο 33(2) πρέπει να επισυναφθούν.

6. Όνομα των διαδίκων που έτυχαν δικαστικής αρωγής

7. Η απόφαση μπορεί να αποτελέσει ακόμα αντικείμενο προσφυγής σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους προέλευσης;

7.1. Όχι

7.2. Ναι

8. Ημερομηνία παραγωγής εννόμων αποτελεσμάτων

8.1. του διαζυγίου [15]

[15] Εάν διαφέρει από αυτήν που αναφέρεται στο σημείο 5.1.

8.2. του δικαστικού χωρισμού

Έγινε στ.......................την ......................

Υπογραφή ή/και σφραγίδα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

Βεβαίωση που αναφέρεται στο άρθρο 34 σχετικά με τις αποφάσεις σε διαφορές γονικής μέριμνας

1. Κράτος μέλος προέλευσης

2. Δικαστήριο ή αρχή που χορηγεί τη βεβαίωση

2.1. Όνομα

2.2. Διεύθυνση

2.3. Τηλ./φάξ/ηλεκτρονική διεύθυνση

3. Γονείς

3.1. Μητέρα

3.1.1. Όνομα

3.2. Πατέρας

3.2.1. Όνομα

4. Δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση

4.1. Είδος του δικαστηρίου

4.2. Τόπος του δικαστηρίου

5. Απόφαση

5.1. Ημερομηνία

5.2. Αριθμός αναφοράς

5.3. Απόφαση εκδοθείσα ερήμην ;

5.3.1. Όχι

5.3.2. Ναι [16]

[16] Τα έγγραφα που αναφέρονται στο άρθρο 33(2) πρέπει να επισυναφθούν.

6. Τέκνα που αφορά η απόφαση [17]

[17] Εάν η απόφαση αφορά περισσότερα από τέσσερα τέκνα, χρησιμοποιήστε δεύτερο έντυπο.

6.1. Όνομα και ημερομηνία γέννησης

6.2. Όνομα και ημερομηνία γέννησης

6.3. Όνομα και ημερομηνία γέννησης

6.4 Όνομα και ημερομηνία γέννησης

7. Όνομα των διαδίκων που έτυχαν δικαστικής αρωγής

8. Βεβαίωση του εκτελεστού χαρακτήρα και της επίδοσης/κοινοποίησης

8.1. Η απόφαση είναι εκτελεστή σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους προέλευσης

8.1.1. Ναι

8.2.2. Όχι

8.2. Η απόφαση επιδόθηκε ή κοινοποιήθηκε στον διάδικο κατά του οποίου ζητείται η εκτέλεση ;

8.2.1. Ναι

8.2.1.1. Όνομα διαδίκου

8.2.1.2. Ημερομηνία της επίδοσης

8.2.2. Όχι

Έγινε στ.......................την ......................

Υπογραφή ή/και σφραγίδα