51999IE0952

Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Οι γεωργοπεριβαλλοντικοί στόχοι που πρέπει να επιδιωχθούν κατά προτεραιότητα στο πλαίσιο της πολυλειτουργικής γεωργίας που προβλέπεται από την Agenda 2000»

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 368 της 20/12/1999 σ. 0068 - 0075


Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα "Οι γεωργοπεριβαλλοντικοί στόχοι που πρέπει να επιδιωχθούν κατά προτεραιότητα στο πλαίσιο της πολυλειτουργικής γεωργίας που προβλέπεται από την Agenda 2000"

(1999/C 368/20)

Στις 28 Ιανουαρίου 1999, και σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 3 του Εσωτερικού της Κανονισμού, η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση με θέμα "Οι γεωργοπεριβαλλοντικοί στόχοι που πρέπει να επιδιωχθούν κατά προτεραιότητα στο πλαίσιο της πολυλειτουργικής γεωργίας που προβλέπεται από την Agenda 2000".

Το τμήμα "Γεωργίας, ανάπτυξης της υπαίθρου και περιβάλλοντος", στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 28 Σεπτεμβρίου 1999 με βάση εισηγητική έκθεση του κ. Colombo.

Κατά την 367η σύνοδο ολομέλειάς της 20ής και 21ης Οκτωβρίου 1999 (συνεδρίαση της 20ής Οκτωβρίου 1999), η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 93 ψήφους υπέρ, 1 κατά και 4 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1. Εισαγωγή

1.1. Στις 24 και 25 Μαρτίου 1999, με την ευκαιρία της Συνόδου Κορυφής του Βερολίνου, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υιοθέτησε μια - όπως τη χαρακτήρισε το ίδιο - "δίκαιη και αξιόλογη μεταρρύθμιση της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής. Το περιεχόμενο της [σχετικής] συμφωνίας θα εξασφαλίσει ότι η γεωργία είναι πολυλειτουργική, αειφόρος και ανταγωνιστική, ότι αφορά ολόκληρη την Ευρώπη συμπεριλαμβανομένων περιοχών με ειδικά προβλήματα, ότι είναι ικανή να διατηρήσει την ύπαιθρο και τη φύση και να συμβάλει αποφασιστικά στη ζωτικότητα της αγροτικής ζωής και ότι ανταποκρίνεται στις ανησυχίες και τα αιτήματα των καταναλωτών όσον αφορά την ποιότητα και την ασφάλεια των τροφίμων, την προστασία του περιβάλλοντος και τη διασφάλιση της ικανοποιητικής διαβίωσης των ζώων"(1).

1.2. Κατ' αρχάς, η μεταρρύθμιση ενσωματώνει εκ νέου τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2078/92(2), ο οποίος είχε υιοθετηθεί ως συνοδευτικό μέτρο για την υποστήριξη της διάδοσης γεωργικών πρακτικών με μικρό περιβαλλοντικό αντίκτυπο και την αποζημίωση των γεωργών για τις επεμβάσεις διατήρησης του φυσικού χώρου. Ο κανονισμός αυτός, ο οποίος προβλέπει εθελοντική προσχώρηση μέσω ατομικών συμφωνιών, που ορίζουν την τήρηση συγκεκριμένων τεχνικών και παραγωγικών υποχρεώσεων ή την αξιοποίηση συγκεκριμένων φυσικών χαρακτηριστικών εντός της γεωργικής εκμετάλλευσης ως αντάλλαγμα για τη χορήγηση οικονομικών κινήτρων, αποτελούσε μέχρι σήμερα το σημαντικότερο πρακτικό μέσο για τη διασφάλιση της μεγαλύτερης ενσωμάτωσης της περιβαλλοντικής διάστασης στις γεωργικές πολιτικές.

1.2.1. Η σημαντικότερη καινοτομία της "Agenda 2000" και των νέων κανονισμών που υιοθετήθηκαν προσφάτως αφορά τον προσδιορισμό ορισμένων κοινών προϋποθέσεων για τις πληρωμές που καταβάλλονται άμεσα στους γεωργούς στο πλαίσιο των καθεστώτων ενίσχυσης της ΚΓΠ. Τα κράτη μέλη υιοθετούν τα μέτρα που κρίνουν σκόπιμα από περιβαλλοντική άποψη, αφού λάβουν υπόψη την ιδιαίτερη κατάσταση των χρησιμοποιούμενων γεωργικών γαιών και τη συγκεκριμένη παραγωγή. Τα μέτρα αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν τη χορήγηση των ενισχύσεων με αντάλλαγμα την ανάληψη γεωργοπεριβαλλοντικών δεσμεύσεων και τον προσδιορισμό υποχρεωτικών περιβαλλοντικών απαιτήσεων γενικού χαρακτήρα και ειδικών περιβαλλοντικών απαιτήσεων που πρέπει να ικανοποιούν οι γεωργοί για να μπορούν να απολαύσουν των άμεσων πληρωμών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ορίσουν κατάλληλες κυρώσεις, ανάλογες προς τη σοβαρότητα των οικολογικών επιπτώσεων που προκύπτουν από τη μη τήρηση των προτύπων ορθής γεωργικής πρακτικής, τα οποία έχουν ορισθεί διοικητικά από τα κράτη μέλη, σύμφωνα με πρότυπα ομοιομορφίας και κατόπιν διαβουλεύσεων με τις επαγγελματικές οργανώσεις των γεωργών. Μπορούν να προβλέψουν μείωση ή και κατάργηση των οφελών από τα καθεστώτα ενίσχυσης, εάν δεν ικανοποιούνται οι ειδικές απαιτήσεις.

1.2.2. Σε σχέση με το τελευταίο αυτό μέτρο, η ΟΚΕ παραπέμπει στη γνωμοδότηση που υιοθέτησε στις 10 Σεπτεμβρίου 1998(3) και λαμβάνει γνώση των σχετικών μέτρων που υιοθετήθηκαν καθώς και της ανακοίνωσης της Επιτροπής "Κατευθύνσεις για μια αειφόρο γεωργία"(4).

1.3. Η ΟΚΕ παρατηρεί ότι αυτό το τμήμα της μεταρρύθμισης συστοιχεί με παλαιότερες γνωμοδοτήσεις της και, ιδιαίτερα, με την γνωμοδότηση πρωτοβουλίας που υιοθέτησε με μεγάλη και σημαντική πλειοψηφία στις 14 Σεπτεμβρίου 1998 με θέμα το "Συμβόλαιο γεωργίας και κοινωνίας"(5).

1.4. Εμπνευσμένη από το "Έγγραφο της Γρανάδας"(6) του Νοεμβρίου 1992, η γνωμοδότηση της ΟΚΕ κατεδείκνυε τον πολυλειτουργικό χαρακτήρα της κοινοτικής γεωργίας και προσδιόριζε τα στοιχεία ενός "συμβολαίου" μεταξύ των γεωργικών παραγωγών, του αγροτικού κόσμου και της κοινωνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

1.5. Επαναλαμβάνονταν έτσι, ουσιαστικά, τα όσα είχε δηλώσει η ΟΚΕ τον Σεπτέμβριο του 1988 σε δύο γνωμοδοτήσεις της για τις ανακοινώσεις της Επιτροπής "Το μέλλον του αγροτικού κόσμου" και "Περιβάλλον και γεωργία"(7), ότι δηλαδή ενώπιον του ριζικού μετασχηματισμού του πολυαίωνου αγροτικού κόσμου της Ένωσης, τόσο ως αγροτικού εδάφους όσο και ως κοινωνίας, η γεωργία πρέπει να διατηρήσει τον θεμελιώδη και κεντρικό της ρόλο ως βασικού άξονα της γεωργικής κοινωνίας, μέσω της διπλής της λειτουργίας ως εγγυήτριας της ποσοτικής και ποιοτικής ικανοποίησης των βασικών αναγκών του πληθυσμού και ως θεματοφύλακα της φυσικής και περιβαλλοντικής κληρονομιάς.

1.6. Ήδη από τότε, η ΟΚΕ έδειχνε πώς η συμπληρωματικότητα γεωργίας και περιβάλλοντος απαιτεί κατάλληλο προσανατολισμό της παραγωγής και προαγωγή του αγροτικού κόσμου στο πλαίσιο μιας σχέσης αμοιβαίας εμπιστοσύνης, η οποία θα πρέπει να οικοδομηθεί μεταξύ των γεωργικών παραγωγών και των άλλων συνιστωσών της κοινωνίας και, ιδιαίτερα, των καταναλωτών.

1.7. Το μέσο στο οποίο θα πρέπει να στηριχθεί αυτή η σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ του πρωτογενούς τομέα και της κοινωνίας προσδιορίσθηκε από την ΟΚΕ ως μια συνεκτική πρωτοβουλία ανάπτυξης της υπαίθρου με βάση την πολυλειτουργικότητα της γεωργικής δραστηριότητας και, συγκεκριμένα, την ικανότητά της να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της κοινότητας όχι μόνο από παραγωγική και κοινωνική, αλλά και από περιβαλλοντική άποψη.

1.7.1. Ζητείται κατ' ουσίαν από τον γεωργικό επιχειρηματία να επιτύχει, εκτός από την παραγωγικότητα της γης, και τη συμβατότητα των μεθόδων εκμετάλλευσης της γης προς την προστασία του τοπίου και τις περιβαλλοντικές αξίες. Πρέπει να αναπτυχθούν νέες "υπηρεσίες", βασισμένες σε μια γεωργία ανταγωνιστική και αποδοτική, αλλά ταυτόχρονα οικολογική και ισορροπημένη, η οποία αξιοποιεί και προστατεύει τους φυσικούς πόρους διαφυλάσσοντας την ικανότητα αναπαραγωγής τους και την οικολογική σταθερότητα.

1.7.1.1. Από αυτό το πλαίσιο απορρέει ο ορισμός της "πολυλειτουργικής γεωργίας", μιας δραστηριότητας που υπερβαίνει κατά πολύ την απλή παραγωγή ειδών διατροφής.

1.7.1.2. Η έννοια της "πολυλειτουργικής γεωργίας" βασίζεται στη δήλωση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Λουξεμβούργου της 12ης και 13ης Δεκεμβρίου 1997, κατά την οποία:

"Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει τη βούληση να συνεχίσει να αναπτύσσει το τρέχον πρότυπο ευρωπαϊκής γεωργίας, αναζητώντας ταυτόχρονα μεγαλύτερη εσωτερική και εξωτερική ανταγωνιστικότητα. Η ευρωπαϊκή γεωργία πρέπει, σ' αυτόν τον οικονομικό τομέα, να είναι πολυλειτουργική, αειφόρος, ανταγωνιστική και παρούσα σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή επικράτεια, συμπεριλαμβανομένων των περιοχών με ειδικά προβλήματα. Πρέπει να συνεχισθεί, να εμβαθυνθεί, να προσαρμοσθεί και να συμπληρωθεί η διαδικασία μεταρρύθμισης που άρχισε το 1992, με επέκταση στα μεσογειακά προϊόντα. Η μεταρρύθμιση πρέπει να επιτρέψει την επίτευξη λύσεων οικονομικά υγιών και εφικτών, κοινωνικά αποδεκτών και ικανών να εξασφαλίζουν δίκαια εισοδήματα, καθώς και μια ορθή ισορροπία μεταξύ των παραγωγικών τομέων, των παραγωγών και των περιφερειών, αποφεύγοντας τις στρεβλώσεις του ανταγωνισμού.(8)"

1.7.1.3. Χρειάζεται, ωστόσο, να γίνει διάκριση μεταξύ "πολυλειτουργικότητας" και "πολυδραστηριότητας". Η δεύτερη αναφέρεται στην περίπτωση κατά την οποία ο γεωργός επιδίδεται και σε άλλες δραστηριότητες (βιοτεχνικές, εμπορικές, έμμισθες) και σημαίνει ότι η δραστηριότητα της καλλιέργειας και της εκτροφής πρέπει να είναι μεν η συνήθης, αλλά όχι και η αποκλειστική για την αναγνώριση της "επαγγελματικότητας". Λαμβάνεται λοιπόν υπόψη η απαίτηση να υποστηριχθεί η ανάπτυξη της υπαίθρου είτε με την αύξηση των "μη γεωργικών" δραστηριοτήτων και υπηρεσιών είτε με την ενίσχυση των συμπληρωματικών ή εναλλακτικών του εισοδήματος πόρων που μπορούν να αντιστρέψουν την τάση απερήμωσης και να προαγάγουν την οικονομική βιωσιμότητα και την κοινωνική θαλπωρή της ζωής στην εξοχή.

1.7.1.4. Έτσι, μέσω της πολυλειτουργικότητας(9), ο γεωργός καλείται να αναλάβει νέα καθήκοντα, εκτελώντας δραστηριότητες εν μέρει παραδοσιακές και εν μέρει καινοτόμες, στα πλαίσια μιας ενιαίας λογικής αναπτύξεως της επιχείρησης, που διασφαλίζει - εκεί όπου υπάρχουν διαφορετικές διατάξεις της εθνικής έννομης τάξης - την ειδική φορολογική, ασφαλιστική και συνταξιοδοτική αντιμετώπισή του.

1.8. Κατά τη γνώμη της ΟΚΕ, οι γεωργοπεριβαλλοντικές πρωτοβουλίες - οι οποίες διαφοροποιούνται, μεταξύ άλλων, από τα παραδοσιακά μέτρα που αποσκοπούν αποκλειστικά στην βελτίωση των παραγωγικών δομών και συνεπώς ερμηνεύονται συχνά ως ύστατη μορφή αρωγής του πρωτογενούς τομέα με την επιβάρυνση του φορολογούμενου - απαιτούν αυτό το σύμφωνο αλληλεγγύης από όλες τις συνιστώσες της κοινωνίας των πολιτών έναντι της γεωργίας.

1.9. Η ΟΚΕ έχει λοιπόν διαπιστώσει με ικανοποίηση ότι η θέση της αυτή βρήκε ουσιαστικά ανταπόκριση, κατ' αρχάς, στα συμπεράσματα της Ευρωπαϊκής Διάσκεψης για την Ανάπτυξη της Υπαίθρου που πραγματοποιήθηκε στο Κορκ της Ιρλανδίας τον Νοέμβριο του 1996 - όπου η βιώσιμη ανάπτυξη της υπαίθρου αναγνωρίσθηκε ως προτεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θεμέλιο κάθε χωροταξικής πολιτικής, με σκοπό μεταξύ άλλων την συγκράτηση του αγροτικού πληθυσμού και την προώθηση της απασχόλησης - και, έπειτα, στο κεφάλαιο περί γεωργίας της "Agenda 2000"(10) όπου, στα πλαίσια του "ευρωπαϊκού προτύπου γεωργίας", η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι ο γεωργικός τομέας έχει σημαντική περιβαλλοντική λειτουργία, δεδομένου ότι ανέκαθεν αποτελούσε την σημαντικότερη μορφή χρησιμοποίησης του εδάφους.

1.9.1. Είναι σκόπιμο να διευκρινισθεί ότι με την αξιολόγηση που εκφράζεται εδώ για αυτήν την τοποθέτηση της "Agenda 2000", η ΟΚΕ δεν θέλει με κανένα τρόπο να μειώσει την επικριτική, σφαιρικά και κατά τομέα παραγωγής, αξιολόγηση που έχει ήδη διατυπώσει στις διάφορες γνωμοδοτήσεις για το κεφάλαιο περί γεωργίας της "Agenda 2000" και για τις συγκεκριμένες προτάσεις μεταρρύθμισης των ΚΟΑ που προκύπτουν από αυτό(11).

1.10. Σύμφωνα με την "Agenda 2000", οι πολιτικές στήριξης του εισοδήματος θα πρέπει να δικαιολογούνται όλο και περισσότερο με βάση τις υπηρεσίες που θα είναι σε θέση οι γεωργοί να παρέχουν στην τοπική κοινότητα και η ανταγωνιστικότητα του τομέα θα πρέπει να συνδέεται με παραγωγικές τεχνικές που να μπορούν να διατηρούν τους φυσικούς πόρους, να μειώνουν και ενδεχομένως να αποτρέπουν την περιβαλλοντική μόλυνση και να προσφέρουν προϊόντα ποιότητας.

1.10.1. Με άλλα λόγια, ενώ ελαττώνεται η παραδοσιακά κυρίαρχη απαίτηση για αύξηση της παραγωγής ειδών διατροφής, διανοίγεται η δυνατότητα νέων διεξόδων στην γεωργική δραστηριότητα για γενικότερους σκοπούς ευημερίας της τοπικής κοινότητας, που προβλέπουν την εφαρμογή συμβατών με το περιβάλλον μεθόδων και την αξιολόγηση των ενδογενών χαρακτηριστικών και της ιδιαιτερότητας των προϊόντων.

1.10.2. Το σπουδαιότερο είναι ότι προβλέπεται η χορήγηση ενισχύσεων με αντάλλαγμα άμεσες "δεσμεύσεις" στον γεωργοπεριβαλλοντικό τομέα, αντικαθιστώντας τη λογική της απλής αποζημίωσης για την εγκατάλειψη των γαιών παύσης καλλιέργειας εκ μέρους του γεωργού με τη λογική της αναλογικής προώθησης της ανάληψης υπηρεσιών ενεργού προστασίας της περιοχής.

1.10.3. Η ΟΚΕ επισημαίνει την ανάγκη να αποφευχθούν, ως συνέπεια της επιβολής περιβαλλοντικών περιορισμών ή ενός ενισχυμένου καθεστώτος προστασίας, αδικαιολόγητες στρεβλώσεις των κανόνων ανταγωνισμού που θα καταλήξουν σε περιορισμό των δυνατοτήτων κατάλληλης χρήσης των γαιών ανάλογα με τη φυσική τους έφεση. Θα πρέπει, επίσης, να συνταχθεί μια σειρά κανόνων ορθής γεωργικής πρακτικής, οι οποίοι να εξασφαλίζουν, όχι μόνο τον σεβασμό των υποχρεωτικών περιβαλλοντικών απαιτήσεων γενικού χαρακτήρα, αλλά και την τήρηση των ειδικών περιβαλλοντικών απαιτήσεων που απαιτεί η μεταρρύθμιση της ΚΓΠ από τους γεωργούς ώστε να τους καταβάλλονται οι άμεσες πληρωμές.

1.10.4. Ουσιαστικά, η εξέλιξη της ΚΓΠ τείνει να ταυτιστεί με μία πιο διαρθρωμένη πολιτική με αντικείμενο το σύνολο του αγροτικού χώρου ο οποίος δεν πρέπει να θεωρείται πλέον ως χώρος που χαρακτηρίζεται από συνθήκες καθυστέρησης και εξάρτησης αλλά ως ευκαιρία παρέμβασης υπέρ μιας σημαντικής βελτίωσης της ποιότητας της ζωής και μιας προσεκτικής και ορθολογικής χρήσης των φυσικών πόρων.

1.11. Διαπιστώνοντας ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θέλει κατ' αυτόν τον τρόπο να αξιοποιήσει, με μεγαλύτερη συνοχή και αποτελεσματικότητα από ό,τι κατά το παρελθόν, τη γεωργική εργασία και τις δραστηριότητες προστασίας και διαχείρισης του εδάφους και να επιτύχει την περαιτέρω διάδοση των οικολογικών τεχνικών παραγωγής, η ΟΚΕ θέλει να συμβάλει με τη γνωμοδότηση αυτή ώστε να εντοπισθούν:

- οι πλέον επιτακτικοί στόχοι προστασίας του αγροτικού χώρου, της πρόληψης των βιολογικών ζημιών και της διατήρησης των φυσικών πόρων, η επίτευξη των οποίων θα πρέπει να εξασφαλίσει, κυρίως στις ορεινές περιοχές και στις άλλες εκ φύσεως μειονεκτικές ζώνες, την ασφάλεια των οικονομικών δραστηριοτήτων και κατά συνέπεια τη μόνιμη παρουσία των προσώπων, την αντικατάσταση των γενεών και την απασχόληση·

- τα μέτρα προτεραιότητας για μια όλο και πιο αποτελεσματική προώθηση των υψηλής ποιότητας παραδοσιακών ειδών διατροφής, για να εξασφαλισθεί έτσι η ανταπόκριση προς τη ζήτηση της κοινωνίας όσον αφορά την ποιότητα και την υγιεινή της γεωργικής παραγωγής που είναι συμβατή με το περιβάλλον·

- τα απαραίτητα κίνητρα για να εξασφαλισθεί η διατήρηση των δραστηριοτήτων για την προστασία του εδάφους και η αξιοποίηση της ποιοτικής έφεσης της ευρωπαϊκής γεωργίας, συνδυάζοντας την προστασία του περιβάλλοντος με την ανάγκη αύξησης της αποτελεσματικότητας του παραγωγικού συστήματος της ΕΕ έναντι της αυξημένης ανταγωνιστικότητας των διεθνών αγορών.

2. Οι πλέον επιτακτικοί στόχοι προστασίας του αγροτικού χώρου, πρόληψης των περιβαλλοντικών ζημιών και διατήρησης των φυσικών πόρων

2.1. Η προστασία του εδάφους που προορίζεται για την γεωργία

2.1.1. Ενώπιον των συνεχών προσβολών του τοπίου και των ιδιαίτερων τοπιακών χαρακτηριστικών, η ύπαιθρος υφίσταται τις επιθέσεις μιας κατάληψης και διακύβευσης του ίδιου της του οικοσυστήματος, με τον κίνδυνο υποβάθμισης του παραδοσιακού συστήματος συγκράτησης των υδάτων και διατήρησης του εδάφους.

2.1.2. Η συνεχής επέκταση των κατοικημένων κέντρων και οι παντός είδους εγκαταστάσεις - με τα σχετικά έργα υποδομής - σε ζώνες όπου ανθούν οι γεωργικές δραστηριότητες συνέβαλαν, ειδικότερα, στον κατακερματισμό της εγγείου ιδιοκτησίας ώρου και στην αστικοποίηση της υπαίθρου με συνέπεια, σημαντική αλλοίωση του τοπίου.

2.1.2.1. Η ΟΚΕ εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι οι αγροτικές περιοχές δεν είναι δυνατόν να θεωρούνται ακόμη ως αποθέματα εδαφών, αλλά ως αναπόσπαστα τμήματα ενός ενιαίου προγράμματος χρήσης του εδάφους, που επηρεάζουν τη χωροταξία σε διάφορα επίπεδα μέσω του σεβασμού της ιδιαίτερης έφεσης και του προορισμού χρήσης του καθενός τους κατά την έγκριση των πολεοδομικών μέτρων και κάθε οικοδομικής παρέμβασης.

2.1.3. Η παύση λειτουργίας πολλών εκμεταλλεύσεων και η συνακόλουθη διαδικασία απερήμωσης και εγκατάλειψης ολόκληρων περιοχών προξενούν, εξάλλου, φαινόμενα υποβάθμισης του εδάφους εξίσου σημαντικά με τη μόλυνση. Κατά τη γνώμη της ΟΚΕ, θα πρέπει να υποστηριχθούν και να προωθηθούν διαμέσου της στροφής προς την "αειφόρο γεωργία" και της παράλληλης πρόβλεψης κατάλληλων ενισχύσεων, οι εκμεταλλεύσεις οικογενειακού βασικά χαρακτήρα (που είναι ικανές να διασφαλίσουν τη συνέχιση ικανοποιητικών και καλής ποιότητας παραγωγικών δικτύων χάρη στη σωστή ισορροπία όλων των στοιχείων του οικοσυστήματος): αποτελούν παράγοντες ανθρώπινης παρουσίας στον αγροτικό χώρο για την προστασία των φυσικών πόρων ως αναντικατάστατων και μη αναπαραγώγιμων συλλογικών αγαθών.

2.1.3.1. Θα πρέπει, επίσης, να υποστηριχθεί η επιχειρηματική δραστηριότητα των νέων, με ιδιαίτερη αναφορά στην εγκατάσταση και στη διεύρυνση των παραγωγικών μονάδων, με τη θέσπιση ειδικών χρηματοπιστωτικών και φορολογικών διατάξεων. Κατά την εφαρμογή των μέτρων από τα κράτη μέλη, αναγνώριση και παροχή κινήτρων θα πρέπει να παρέχεται αποκλειστικά και μόνο για τη σύσταση συνεταιρισμών ικανών να ανταποκριθούν στη ζήτηση υπηρεσιών στον περιβαλλοντικό τομέα και στη βελτίωση των συνθηκών μεταποίησης και εμπορίας των προϊόντων.

2.2. Ειδικά μέτρα για τις μειονεκτικές και τις ορεινές ζώνες

2.2.1. Λαμβάνοντας υπόψη τις διαρθρωτικές και φυσικές ανισότητες μεταξύ των διάφορων αγροτικών περιοχών και την ανάγκη να συνδεθούν οι δράσεις προστασίας του περιβάλλοντος με την αναζωογόνηση της αγροτικής οικονομίας, η ΟΚΕ αποδίδει ιδιαίτερη προσοχή στις μειονεκτικές ζώνες ή, εν πάση περιπτώσει, σε εκείνες που χαρακτηρίζονται από ελάχιστα παραγωγική γεωργία λόγω δυσχερών φυσικών συνθηκών και από χαμηλή πυκνότητα πληθυσμού ή τάση εγκατάλειψης και ανάμεσα στις οποίες ιδιαίτερη σημασία και έκταση έχουν τα ορεινά εδάφη. Στις μειονεκτικές ζώνες, οι οποίες χαρακτηρίζονται από συνθήκες ύφεσης ακόμη και όταν διαθέτουν τοπιακές και μορφολογικές πτυχές σημαντικού ενδιαφέροντος, η δημόσια παρέμβαση για την τροποποίηση των κοινωνικών δομών και την επανεξισορρόπηση της κατανομής των εισοδημάτων πρέπει, αφενός, να δώσει ιδιαίτερη προσοχή στη διασφάλιση των βασικών δημόσιων υπηρεσιών (σχολεία, νοσοκομεία, μεταφορές) ακόμη και όπου δεν συντρέχουν οι παράμετροι κλίμακας που απαιτούνται αλλού και, αφετέρου, να συγκεντρώσει επενδύσεις και να προωθήσει την ανάπτυξη παραγωγικών πρωτοβουλιών στενά συνδεδεμένων με τη διατήρηση του περιβάλλοντος, η βαθμιαία αλλοίωση του οποίου προκαλεί πλέον καταστροφικές κατολισθήσεις, πλημμύρες και άλλες φυσικές καταστροφές.

2.2.2. Με αφετηρία την αναγνώριση του κεντρικού ρόλου που αποκτά η γεωργία για την αξιοποίηση των μειονεκτικών ζωνών που χαρακτηρίζονται από φαινόμενα απερήμωσης λόγω της αλληλεπιδράσεως της με τους φυσικούς πόρους, η ΟΚΕ θεωρεί ότι πρέπει να ενδυναμωθεί, σε ένα ευρύτερο πλαίσιο κοινωνικής αλληλεγγύης, η δημόσια δράση για την αποτελεσματική υποστήριξη της προόδου των περιοχών αυτών, ώστε με τη δημιουργία ζωτικών επιχειρήσεων μέσω της πλήρους χρησιμοποίησης των παραγωγικών δυνατοτήτων και την ενθάρρυνση των γεωργικών οικογενειών μέσω μιας ικανοποιητικής αναγνώρισης των παραδοσιακών αξιών, να στραφεί το συλλογικό ενδιαφέρον προς τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος που να ευνοεί την ύπαρξη του ανθρώπου ως κεντρικού στοιχείου.

2.2.3. Όσον αφορά τη γεωργία των ορεινών ζωνών πρέπει να ενθαρρυνθούν οι μορφές πιστοποίησης και αξιολόγησης των προϊόντων που χαρακτηρίζουν την γεωργοδασική παραγωγή.

2.3. Η "πολλαπλή" χρήση των πάρκων και των φυσικών καταφυγίων

2.3.1. Για να διασφαλισθεί η διατήρηση της φύσης και των πολιτιστικών αξιών τοπιακού ενδιαφέροντος, εκδηλώνεται μια τάση προστασίας των σημαντικών περιοχών κατά τον καθορισμό των χρήσεων της γης.

2.3.2. Πράγματι, κατά τη μελέτη των πολύπλοκων σχέσεων που συνδέουν όλους τους πόρους της φύσεως εν ισορροπία, η ΟΚΕ διευκρινίζει ότι η απαίτηση διατήρησης δεν πρέπει να εκληφθεί με την έννοια της "απόλυτης παρακωλύσεως της χρήσης τους", αλλά πρέπει να αναζητηθούν οι όροι μιας ισορροπημένης συνύπαρξης.

2.3.2.1. Από την άποψη αυτή, η ΟΚΕ δηλώνει ότι είναι απαραίτητο να υπάρξει μία "πολλαπλή χρήση" των πάρκων και των φυσικών καταφυγίων, τα οποία δεν πρέπει να θεωρούνται νήσοι εξαιρούμενοι από τα αναπτυξιακά προγράμματα και τόποι απαγορεύσεων, αλλά τόποι έρευνας και πειραματισμού σχετικά με τους τρόπους ολοκλήρωσης ανθρώπου και περιβάλλοντος.

2.3.3. Η ΟΚΕ τονίζει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα των περιοχών αυτών οι οποίες μπορούν να εξυπηρετήσουν διάφορα συμφέροντα εκτός εκείνων που αποβλέπουν απλώς στη διατήρηση της φύσης, όπως, ειδικότερα, η οικονομική ανάπτυξη των τοπικών κοινοτήτων μέσω της προώθησης κατάλληλων μορφών τουρισμού και των παραδοσιακών γεωργικών, δασοκομικών, και ποιμενικών δραστηριοτήτων σύμφωνα με βιώσιμες μεθόδους.

2.4. Η προστασία της βιοποικιλότητας

2.4.1. Ενώπιον του φαινομένου της προοδευτικής διάβρωσης, των γενετικών πόρων, των ειδών, και του οικοσυστήματος λόγω της ελάττωσης των φυσικών ικανοτήτων γενετικής βελτίωσης και του υποβιβασμού του περιβάλλοντος, θεμελιώδης απαίτηση για την διατήρηση της βιολογικής ποικιλίας είναι, κατά τη γνώμη της ΟΚΕ, η διατήρηση των οικοσυστημάτων και των φυσικών ενδιαιτημάτων και η διατήρηση των ειδών στα φυσικά τους περιβάλλοντα.

2.4.2. Είναι απαραίτητο να ληφθεί υπόψη, ωστόσο, ότι η διατήρηση της βιοποικιλότητας προϋποθέτει, εκτός από την προστασία των οικοσυστημάτων και των ζωικών και φυτικών ειδών, και την επίτευξη του βασικού στόχου της βιώσιμης ανάπτυξης, σύμφωνα με πρότυπα και διεργασίες που διασφαλίζουν, ιδιαίτερα, τον χρόνο που απαιτείται για την αναγέννηση των πόρων.

2.4.3. Η ΟΚΕ τονίζει ότι η γεωργία αποκτά σ' αυτό το πλαίσιο ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο, λόγω της σημαντικής συμβολής που μπορεί να έχει στην δημιουργία μιας ορθής χωροταξίας με την καταπολέμηση των μορφών φθοράς του περιβάλλοντος, στη διατήρηση των φυσικών ενδιαιτημάτων, και στην ολοκλήρωσης των διαφόρων οικοσυστημάτων από την οπτική μιας βιώσιμης χρήσης των πόρων και μιας ανάπτυξης που σέβεται τις ζωικές και φυτικές ποικιλίες.

2.4.4. Μια στρατηγική υποστήριξης των δράσεων υπέρ της διατήρησης της βιοποικιλότητας θα μπορούσε να επιφέρει, εξάλλου, πρόσθετες επενδύσεις για τον γεωργικό τομέα, συνδεόμενες με την επέκταση των οικονομικών δραστηριοτήτων λόγω της μεγαλύτερης προστιθέμενης αξίας και του καλύτερου συνδυασμού της παραγωγής και της αύξησης της προσφοράς υπηρεσιών που σχετίζονται με την αξιοποίηση της φυσικής κληρονομιάς, με μεγαλύτερη πρόσβαση του κοινού στο πλαίσιο του ελεύθερου χρόνου.

2.5. Οι δράσεις που προτείνονται από την ΟΚΕ για την αποκατάσταση και αξιοποίηση του συστήματος εγκατάστασης και των τοπικών υπηρεσιών

2.5.1. Κατά τη γνώμη της ΟΚΕ, πρέπει κατ' αρχάς να τεθεί τέρμα στην αγροτική έξοδο και να επιδιωχθεί η βελτίωση της ποιότητας της ζωής με την προώθηση της απασχόλησης, ιδιαίτερα στις περιοχές που έχουν τη μεγαλύτερη ανεργία (ορεινές περιοχές και άλλες εκ φύσεως μειονεκτικές ζώνες). Και τούτο με:

- την δημιουργία και προσαρμογή των δικτύων παροχής διοικητικών υπηρεσιών σε επίπεδα ποιότητας που απαιτούνται για την πληροφόρηση σχετικά με τις γεωργικές, τουριστικές, και ξενοδοχειακές δραστηριότητες·

- με έργα συντήρησης του εδάφους με ιδιαίτερη προσοχή στη δασική κληρονομιά μέσω ειδικών παρεμβάσεων πρόληψης των δασικών πυρκαγιών και συγκράτησης των υδάτων·

- την ανάληψη δράσεων πιστωτικής πολιτικής και διοικητικής απλούστευσης για την εγκατάσταση τοπικών γεωργικών επιχειρήσεων, η παραγωγική κατεύθυνση των οποίων θα πρέπει κατά κύριο λόγο να στρέφεται προς την αξιοποίηση των καλλιεργειών και των φυσικών ποικιλιών μέσω της επιλογής παραδοσιακών προϊόντων υψηλής ποιότητας που συνδέονται με την τοπική παράδοση και καλλιέργεια·

- την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μέσω επενδύσεων για την υιοθέτηση τεχνολογιών παραγωγής αιολικής και ηλιακής ενέργειας και ενέργειας από βιομάζα·

- επενδύσεων στον τομέα των μεταφορών με συστήματα διατροπικής οργάνωσης·

- την υποστήριξη των πρακτικών καλλιέργειας και των μεθόδων εκτροφής που προάγουν την βιοποικιλότητα.

2.5.2. Η ΟΚΕ πιστεύει ότι η πολιτική ανάπτυξης της υπαίθρου θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να σέβεται την αρχή της επικουρικότητας, αξιοποιώντας την κληρονομιά των παραδόσεων και του πολιτισμού των αγροτικών κοινοτήτων επιπροσθέτως των περιφερειακών ποικιλομορφιών.

2.5.3. Οι συνθήκες της ανάπτυξης της υπαίθρου συνδέονται με το ιδιαίτερο τοπικό κοινωνικο-οικονομικό και φυσικό πλαίσιο και απαιτούν σημαντικά διαφοροποιημένους τρόπους παρέμβασης. Προτείνεται, επομένως, ένα πρότυπο συνεκτικό με τα τοπικά παραγωγικά χαρακτηριστικά, κεντρικό ρόλο στο οποίο κατέχει η αξιοποίηση της ποιότητας και της τυπικότητας των τοπικών προϊόντων, τα οποία παράγονται με τεχνικές που σέβονται περισσότερο το περιβάλλον και την ευημερία των ζώων.

3. Μέτρα προτεραιότητας για μια αποτελεσματικότερη προαγωγή της ποιότητας και της τυπικότητας των προϊόντων διατροφής

3.1. Η αυξανόμενη ζήτηση για φυσικά προϊόντα, που να επιτρέπει έναν εμπορικό ανταγωνισμό βασισμένο στην διαφοροποίηση του προϊόντος αλλά και στη μείωση του κόστους παραγωγής, μπορεί ασφαλώς να ευνοήσει την εδραίωση προϊόντων, τα τοπικά χαρακτηριστικά των οποίων θα καταστούν χαρακτηριστικά τυπικότητας.

3.1.1. Τα προϊόντα αυτά προσφέρουν στους γεωργούς νέες δυνατότητες να αναπτύξουν μια αμεσότερη σχέση με τον καταναλωτή, ικανοποιώντας τις προτιμήσεις και τις ανάγκες του και συμβάλλοντας σημαντικά στην εγγύηση της αυθεντικότητας του προϊόντος.

3.1.2. Η προστασία της υγείας και της ασφάλειας των παραγωγών και των πολιτών πρέπει να συγκαταλέγεται στους εκπεφρασμένους στόχους των παροχών τεχνολογίας προς τις γεωργικές επιχειρήσεις.

3.1.2.1. Τα πρότυπα υγιεινής πρέπει να προστατεύουν την υγεία των πολιτών και, ταυτόχρονα, να λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη να μην εξομοιωθούν απόλυτα οι μέθοδοι της γεωργικής παραγωγής με τις μεθόδους της βιομηχανικής.

3.2. Τα προϊόντα ποιότητας επιτρέπουν να επιτευχθούν πολλαπλοί στόχοι:

- να εγκαταλειφθεί η λογική της αύξησης της παραγωγής ως μοναδικού στόχου, λαμβάνοντας επίσης υπόψη την προστιθέμενη αξία για τον τελικό καταναλωτή και, επομένως, την αξιοποίηση της ποιότητας του προϊόντος·

- να υποστηριχθεί η ανάπτυξη τοπικών συστημάτων που αξιοποιούν τους ανθρώπινους και φυσικούς πόρους που υπάρχουν σε συγκεκριμένη περιοχή, καθώς και τις παραδόσεις και τις παγιωμένες χρήσεις στις τοπικές κοινότητες·

- να προωθηθεί μια πιο ισορροπημένη σχέση στην αγροτοβιομηχανική αλυσίδα, μέσω της ανάπτυξης τοπικών δραστηριοτήτων σε τομείς που εκτιμώνται από τους πιο απαιτητικούς καταναλωτές·

- να διατηρηθούν τα επαγγέλματα και οι τοπικές γνώσεις, ενσωματώνοντας ιδίως βιοτεχνικές τοπικές δραστηριότητες συνδεόμενες με την πολυλειτουργική γεωργική δραστηριότητα·

- να εξασφαλισθεί η παραγωγή τροφίμων με οργανοληπτικά χαρακτηριστικά που δεν συναντώνται πάντα στη μαζική παραγωγή.

3.3. Προέχει, συνεπώς, να εξασφαλισθεί η ποιότητα των γεωργικών προϊόντων με τις θετικές συνέπειες που έχει για:

- την υγεία και την ασφάλεια του καταναλωτή, καθώς και την τήρηση των απαιτήσεων περιβαλλοντικής υγιεινής·

- την αντιστοιχία μεταξύ των υποσχόμενων χαρακτηριστικών και αυτών που όντως παρέχονται·

- τη σταθερότητα των εγγυημένων ουσιωδών χαρακτηριστικών·

- τις μεθόδους που υιοθετούνται στον παραγωγικό κύκλο·

- τον σεβασμό του περιβάλλοντος, μεταξύ άλλων μέσω της χρήσης λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων και της καθιέρωσης συστημάτων ολοκληρωμένης γεωργίας·

- τις συμπληρωματικές δραστηριότητες (τουρισμό, βιοτεχνία, εμπόριο, κλπ.) που αναπτύσσονται σε τοπικό επίπεδο·

- τη χωροταξία.

Οι πολίτες εκτιμούν τις πτυχές αυτές εφόσον ως φορολογούμενοι και καταναλωτές απολαύουν των απτών ωφελημάτων σε ό,τι αφορά την ποιότητα και την υγιεινή ζωή καθώς και τη διατροφή.

3.3.1. Με την προστασία της προελεύσεως, στο επίπεδο της ενημέρωσης των καταναλωτών, μπορεί να προωθηθεί ένα τυπικό προϊόν διαφορετικό από τα άλλα, τόσο ως προς τα χαρακτηριστικά του κύκλου παραγωγής όσο και ως προς τις τοπικές συνθήκες, και να τονισθεί η αξία του για τον καταναλωτή.

3.3.1.1. Πρέπει να αναγνωρισθεί ρητώς ότι η επισήμανση του προϊόντος μπορεί να περιέχει την αναφορά συγκεκριμένης γεωγραφικής προέλευσης και ιδιαίτερων μεθόδων καλλιέργειας και παραγωγής, ακόμη και αν δεν υπάρχει κοινοτική ονομασία (ΠΟΠ, ΠΤΕ)(12), όταν υπάρχει έντονος δεσμός με τη συγκεκριμένη περιοχή.

3.3.1.2. H προτεινόμενη παρέμβαση αποβλέπει στην αξιοποίηση των προϊόντων μιας περιοχής που ξεπερνά τις τοπικές ή περιφερειακές διαστάσεις, στις οποίες αναφέρεται κατά παράδοση ο προσδιορισμός των προστατευόμενων ονομασιών ή ενδείξεων, ευρύτερης ακόμη και αυτής της τοπικής εδαφικής προβολής που συνδέεται με την έννοια της τυπικότητας μέσω της αναγνώρισης της ονομασίας προελεύσεως των προϊόντων ή τη χαρακτηριστική επισήμανση της εθνικής παραγωγής.

3.3.1.3. Συνεπώς, τα προϊόντα αυτά που προορίζονται για μαζική κατανάλωση μέσω των μεγάλων δικτύων διανομής πρέπει, να ικανοποιούν τις ανάγκες των καταναλωτών για μια πραγματική αντιστοιχία μεταξύ της ποιότητας και των τυπικών χαρακτηριστικών τους, μεταξύ των άλλων και μέσω της αξιοποίησης της γεωγραφικής ταυτότητας και των εγγυήσεων που παρέχονται από την τοπική αγροτοβιομηχανική αλυσίδα.

3.3.1.4. Κατά την ΟΚΕ, οι έντονες τοπικές ρίζες των γεωργικών προϊόντων ποιότητας, εκτός του ότι διατηρούν εντός των τοπικών κοινοτήτων σημαντικό τμήμα της προστιθέμενης αξίας, απαιτούν και ευνοούν, επίσης, την ανάπτυξη συναφών οικονομικών τομέων (τουρισμού, βιοτεχνίας), παρέχοντας περαιτέρω ώθηση στην ανάπτυξη της υπαίθρου χάρη στον τύπο και την καινοτομία των προτεινόμενων επενδύσεων (ποιότητα, ασφάλεια, περιβάλλον).

3.4. Προτάσεις της ΟΚΕ για την αξιοποίηση των δυνατοτήτων διατήρησης και διαχείρισης των φυσικών πόρων προς υλοποίηση ταυτόχρονα με την ανάπτυξη παραγωγικών δραστηριοτήτων συμπληρωματικών αυτών των στόχων

3.4.1. Για την ολοκλήρωση αυτού του πλαισίου, οι οικονομικές οργανώσεις των παραγωγών καλούνται να διαδραματίσουν και αυτές ρόλο όσον αφορά την προώθηση, την εφαρμογή κατάλληλων μεθόδων και τεχνικών, την εγγύηση των ελέγχων και ιδίως την τήρηση της δεδηλωμένης ποιότητας, και την διάδοση των γνώσεων σχετικά με την ιδιαιτερότητα του τοπικού προϊόντος.

3.5. Η ΟΚΕ πιστεύει, εξάλλου, ότι οι τοπικές αρχές, σε συνεργασία με τις οικονομικές οργανώσεις των παραγωγών, μπορούν να αναπτύξουν παραγωγικές δραστηριότητες οι οποίες συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων της διατήρησης και διαχείρισης των φυσικών πόρων, όπως για παράδειγμα:

- ανάληψη πρωτοβουλιών εκπαίδευσης (από το τέλος της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης) και κατάρτισης με στόχο την αναζωογόνηση των τοπικών δυνατοτήτων εργασίας·

- ανάληψη πρωτοβουλιών ενίσχυσης της τοπικής επιχειρηματικής ιδιαιτερότητας και της χρηματοπιστωτικής αρωγής προς τις επιχειρήσεις·

- αποκατάσταση των εργασιακών δραστηριοτήτων με τοπικά χαρακτηριστικά (παλαιά επαγγέλματα και τεχνικές παραγωγής)·

- εκμετάλλευση των τουριστικών δυνατοτήτων μέσω της αξιοποίησης των ποιοτικών και τυπικών παραγωγών που συνδέονται με το πλαίσιο της εκάστοτε περιοχής·

- δημιουργία δικτύων εμπορίας (μεταξύ άλλων και με τη βοήθεια των νέων τεχνολογιών) των προϊόντων ποιότητας εκτός του τόπου παραγωγής τους·

- εφαρμογή πολιτικών εργασίας που συνδέονται με την ένταξη στις παραγωγικές δυναμικές επιχειρησιακών υπηρεσιών παρεχόμενων από τον γεωργό, ιδίως όσον αφορά την αποκατάσταση και τη διατήρηση του εδάφους.

4. Κίνητρα τα οποία απαιτούνται για τη διατήρηση των δραστηριοτήτων προστασίας του εδάφους και την αύξηση της αποτελεσματικότητας του παραγωγικού συστήματος

4.1. Ο αναπροσανατολισμός των τεχνικών στόχων της γεωργικής επιχείρησης - από την μεγιστοποίηση της παραγωγικότητας με ποσοτικούς όρους μέχρι την αξιοποίηση της ποιοτικής διάστασης - στηρίζεται, μεταξύ άλλων, στην αναγνώριση του φάσματος αγαθών και υπηρεσιών που συνδέονται με τα ειδικά χαρακτηριστικά της καλλιέργειας, της κτηνοτροφίας και της δασοκομίας, ιδίως στις παραδοσιακές μορφές τους που συνδέονται με την εκμετάλλευση της γης.

4.2. Η γεωγραφική διασπορά των γεωργικών επιχειρήσεων επιβάλλει να αξιολογηθεί η καθοριστική συμβολή τους στη διατήρηση των φυσικών πόρων, αλλά και στην προστασία και την ενίσχυση του παραγωγικού και κοινωνικού ιστού των τοπικών οικονομιών.

4.3. Αυτός ο ρόλος της γεωργίας δεν έχει τύχει ούτε σημαντικής ούτε δραστικής προσοχής από το κράτος, από άποψη συγκεκριμένων μέτρων και διάθεσης οικονομικών πόρων.

4.3.1. Δεν έχει ακόμη αξιολογηθεί κατά πόσον ο σεβασμός του περιβάλλοντος πρέπει να αποτελεί μη αμειβόμενο καθήκον ή υπηρεσία που πρέπει να αποζημιώνεται.

4.4. Μόνο με την αναγνώριση της πολυλειτουργικής γεωργίας μπορεί να αντιστραφεί οριστικά η σχέση μεταξύ παραγωγικών και περιβαλλοντικών διαδικασιών και, ταυτόχρονα, οι φυσικοί πόροι να γίνονται αντιληπτοί ως περιβαλλοντικοί συντελεστές παραγωγής και ως αγαθά δημόσιας χρησιμότητας, στα οποία βασίζονται οι συνθήκες τοπικής ευημερίας.

4.4.1. Από αυτό συνάγεται, πράγματι, μια ισορροπημένη αντίληψη των ορίων της παραγωγικής χρήσης των πόρων και η διεύρυνση των παραγωγικών δυνατοτήτων τους.

4.5. Η αποτελεσματικότητα της δημόσιας παρέμβασης εξαρτάται από τη συνέχιση των συνοδευτικών μέτρων. Πρέπει να αρθούν οι παράγοντες που τροποποιούσαν την κατά τόπους εφαρμογή του και να προαχθεί η μείωση των αρνητικών αποτελεσμάτων και η καθιέρωση βιώσιμων από περιβαλλοντική άποψη πρακτικών και συμπεριφορών, πέρα από την πλήρη και απόλυτη εφαρμογή των νέων μέτρων γεωργικής πολιτικής, προκειμένου να δημιουργηθούν νέες δυνατότητες απασχόλησης στις αγροτικές ζώνες.

4.5.1. Η απλή συνέχιση των σημερινών συνοδευτικών μέτρων, έστω και μέσω αυξημένης χρηματοδοτικής ενίσχυσης, πρέπει, με βάση την υφιστάμενη πείρα, να αντιμετωπίσει τον διττό κίνδυνο που απορρέει από τα εξής:

- στο πλαίσιο της εντατικής γεωργίας, η ανεπαρκής διόρθωση της οικολογικά στρεβλωτικής χρήσης των φυσικών πόρων έχει ως πολύ πιθανότερο αποτέλεσμα τη δημιουργία καταστάσεων επιδείνωσης με υψηλό κόστος αποκατάστασης·

- στο πλαίσιο της περιθωριακής γεωργίας, η φύση και το είδος των κινήτρων δεν είναι σε θέση να εμποδίσουν ικανοποιητικώς το φαινόμενο εγκατάλειψης της γεωργικής δραστηριότητας.

4.5.2. Γι' αυτό, το νέο πρόγραμμα δράσης Αgenda 2000, που έχει υιοθετηθεί και θεσμοθετηθεί, αναγνωρίζοντας τον αποφασιστικό ρόλο του γεωργού στην προστασία του περιβάλλοντος και στη διαχείριση των αγροτικών ζωνών, αποδίδει περισσότερη σημασία στην εφαρμογή των άμεσων κοινοτικών ενισχύσεων, στον εκσυγχρονισμό των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, και στη βελτίωση της αποδοτικότητάς τους.

4.6. Παραμένει, τέλος, κεντρικής σημασίας το πρόβλημα σχετικά με την αξιολόγηση των εξωτερικών παραγόντων και την ανάγκη θεσπίσεως οδηγιών που θα αποθαρρύνουν τους αρνητικούς παράγοντες και θα ενθαρρύνουν τους θετικούς.

4.6.1. Μεταξύ άλλων, ένα ολοκληρωμένο πρότυπο ανάπτυξης των αγροτικών περιοχών θα επιτρέψει και την συμπλήρωση των εισοδημάτων και απασχόλησης, πράγμα που απαιτεί πολιτικές εργασίας προσανατολισμένες προς μια λιγότερο αυστηρή και τομεακή φορολογία.

4.7. Μεταξύ των αποδεκτών πρωτοβουλιών, η ΟΚΕ προτείνει:

α) πριμοδοτήσεις για τις εξής δραστηριότητες:

- τη διατήρηση και την αύξηση της δασικής πανίδας·

- την αναβάθμιση του περιβάλλοντος και του τοπίου·

- την αναδάσωση ή τη διατήρηση του δασικού τοπίου μέσω της πρόληψης των πυρκαγιών·

- την προσαρμογή της κτηνοτροφίας στη μείωση του περιβαλλοντικού αντίκτυπου, λαμβάνοντας υπόψη και την ευημερία των ζώων·

Οι πριμοδοτήσεις αυτές θα παρέχονται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων και εφικτών αποτελεσμάτων.

β) συμβάσεις με τους γεωργούς για την παροχή υπηρεσιών όσον αφορά:

- την αποκατάσταση του περιβάλλοντος·

- τη διατήρηση της βιοποικιλότητας·

- τη διατήρηση και διαχείριση της γης·

- παρεμβάσεις ρύθμισης των υδάτων και ελέγχου της απορροής τους·

γ) ενίσχυση της τοπικής και περιβαλλοντικής προστασίας·

δ) χορήγηση ενισχύσεων για την ενθάρρυνση της εγκατάστασης των γεωργών στις αγροτικές και ορεινές περιοχές και στις άλλες εκ φύσεως μειονεκτικές ζώνες.

4.8. Η υποστήριξη των συμβατικών πολιτικών ισχύει ειδικότερα για την διατήρηση των τοπίων υψηλής βιολογικής αξίας, δεδομένου ότι η διαχείριση των πάρκων και των φυσικών καταφυγίων καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τις γεωργικές πολιτικές που διέπουν την εξέλιξη των τοπικών χαρακτηριστικών.

4.8.1. Ουσιαστικά, η αξιοποίηση της πολυλειτουργικής γεωργίας απαιτεί την εφαρμογή μιας οικονομικής πολιτικής που θα βασίζεται στα εξής τουλάχιστον σημεία:

α) διατήρηση του κοινωνικού ιστού και της ποιότητας ζωής των κατοίκων των αγροτικών περιοχών·

β) διαφοροποιημένη διαχείριση με βάση τις πραγματικές δυνατότητες κάθε περιοχής·

γ) πρόβλεψη μιας νέας ισορροπίας μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών συμφερόντων στα πλαίσια της διαχείρισης των φυσικών πόρων·

δ) αξιολόγηση των εξωτερικών παραγόντων στους προϋπολογισμούς της επιχείρησης.

5. Συμβόλαιο μεταξύ γεωργίας και κοινωνίας για την προστασία του περιβάλλοντος

5.1. Κατά τη γνώμη της ΟΚΕ, η αναβάθμιση της επαγγελματικότητας του γεωργικού επιχειρηματία απαιτεί αξιοποίηση των φυσικών υπηρεσιών και την προώθηση μιας πιο ειδικής ευθύνης στο πλαίσιο μιας προγραμματισμένης διαχείρισης του περιβάλλοντος.

5.1.1. Από την οπτική αυτή, η ΟΚΕ εύχεται οι δημόσιες διοικήσεις να θεσπίσουν κατάλληλες συμβάσεις εθελοντικής βάσης με τους επιχειρηματίες του γεωργικού τομέα, τόσο σε ατομικό όσο και σε συνεταιριστικό επίπεδο, για την ανάθεση δραστηριοτήτων αποκατάστασης και διατήρησης των γεωργικών, δασικών και αγροτικών περιοχών, καθώς και εργασιών και υπηρεσιών με αντικείμενο την αναδιοργάνωση των υδάτινων πόρων και την προστασία και αξιοποίηση του περιβάλλοντος και του τοπίου.

5.1.2. Οι εθελοντικές αυτές συμβάσεις θα πρέπει να περιλαμβάνουν διατάξεις σχετικά με τους στόχους και τους τύπους των γενικών υπηρεσιών διατήρησης και διαχείρισης της περιοχής, τη διάρκεια της συμφωνίας και τις επιχορηγήσεις των εν λόγω υπηρεσιών από τη δημόσια διοίκηση. Για την απλούστευση και την επίσπευση των διαδικασιών ανάθεσης, στην περίπτωση κατά την οποία η αξία των εργασιών που πρέπει να εκτελεστούν είναι περιορισμένης σημασίας και τα σχετικά καθήκοντα δεν υπερβαίνουν ένα συγκεκριμένο όριο, οι διοικήσεις θα μπορούν να προβλέπουν επίσης μορφές άμεσης ανάθεσης για την παροχή υπηρεσιών.

5.1.3. Η ΟΚΕ αποδίδει, ακόμη, ιδιαίτερη προσοχή στη βελτίωση των γνώσεων και των δεξιοτήτων των γεωργών μέσω της αύξησης των επαγγελματικών τους προσόντων. Οι ταχείες μεταβολές των τάσεων της αγοράς και της διαθεσιμότητας τεχνικών μέσων, καθώς και η ανάπτυξη νέων παραγωγικών μεθόδων, απαιτούν πραγματική δέσμευση υπέρ των δραστηριοτήτων κατάρτισης, έρευνας και αρωγής ιδίως της προετοιμασίας των γεωργών για τη διαχείριση εκμεταλλεύσεων που επενδύουν στον οικολογικό αναπροσανατολισμό και στη διερεύνηση οικολογικών και, επομένως, αποτελεσματικών για την προστασία της περιοχής λύσεων.

6. Συμπεράσματα

6.1. Η ΟΚΕ πιστεύει ότι μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο επαλήθευσης της βιωσιμότητας των αποτελεσμάτων που θα μπορέσουν να επιτευχθούν με την πολιτική μεταρρύθμισης της ΚΓΠ προς την κατεύθυνση της αξιοποίησης και της ανταγωνιστικότητας των εκμεταλλεύσεων και των παραγωγικών δραστηριοτήτων. Οπωσδήποτε, το μέλλον του τομέα θα εξαρτηθεί, στην πράξη, από τη διαχείριση των μεταβολών που συντελούνται στις πολιτικές αγοράς, με στόχο την επίτευξη ενός ευρωπαϊκού προτύπου ολοκληρωμένης και αειφόρου γεωργίας. Η ΟΚΕ εύχεται, συνεπώς, να διατηρηθεί η εφαρμογή των νέων μέτρων ανάπτυξης των αγροτικών περιοχών και να υιοθετηθούν τα νέα κριτήρια για την κατανομή των δημόσιων πόρων ως απάντηση στα προβλήματα απασχόλησης και υποβάθμισης του φυσικού χώρου, προωθώντας μια πολιτική ενίσχυσης των υποδομών των αγροτικών περιοχών και των γεωργικών επιχειρήσεων. Η αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας των τοπικών προϊόντων μέσω της αξιοποίησης της ποιότητας και της τυπικότητάς τους, η βελτίωση του επιπέδου των εισοδημάτων μέσω της διαφοροποίησης των δραστηριοτήτων των εκμεταλλεύσεων, όλα μπορούν να συμπεριληφθούν στον στόχο της πολυλειτουργικότητας.

6.2. Η ΟΚΕ θεωρεί την παρούσα γνωμοδότηση ως μια συμβολή προσανατολισμού, που θα πρέπει να εκτιμηθεί στο φως των προγραμμάτων που θα υποβληθούν από τα κράτη μέλη για τη στήριξη της ανάπτυξης της υπαίθρου στο πλαίσιο του νέου κανονισμού 1257/1999. Σημαντικά στοιχεία αξιολόγησης αναμένονται επίσης από την επεξεργασία των γεωργοπεριβαλλοντικών δεικτών, όπως ζητήθηκε από τα Συμβούλια του Κάρντιφ και της Βιέννης για την ενσωμάτωση της προστασίας του περιβάλλοντος σε όλες τις πολιτικές. Μια πρώτη χρήσιμη άσκηση αποτελεί η μελέτη με θέμα "Γεωργία και Περιβάλλον" που πραγματοποιήθηκε από κοινού από την EUROSTAT, τη ΓΔ Γεωργίας και τη ΓΔ Περιβάλλοντος της Επιτροπής. Η ΟΚΕ εκφράζει την επιθυμία να υπάρχουν απτά αποτελέσματα μέχρι το τέλος του έτους, για το Συμβούλιο του Ελσίνκι.

Βρυξέλλες, 20 Οκτωβρίου 1999.

Η Πρόεδρος

της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Beatrice RANGONI MACHIAVELLI

(1) Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Βερολίνου, 24-25 Μαρτίου 1999, Συμπεράσματα της Προεδρίας. Έγγρ. DOC/99/1 της 26ης Μαρτίου 1999.

(2) Που έγινε Κανονισμός 1257/1999, ΕΕ L 160 της 26.6.1999.

(3) ΕΕ C 407 της 28.10.1994: γνωμοδότηση για τα "Καθεστώτα άμεσης στήριξης/Agenda 2000".

(4) COM(1999) 22.

(5) Βλ. ΕΕ C 393 της 31.12.1994, σ. 86.

(6) To "Έγγραφο της Γρανάδας" είναι η καταληκτική δήλωση του "6ου Συνεδρίου του Καμερίνο για το κοινοτικό αγροτικό δίκαιο"που πραγματοποιήθηκε στην Γρανάδα στις 27 και 28 Νοεμβρίου 1992. To "Έγγραφο της Γρανάδας" απευθυνόταν από μελετητές του αγροτικού και του κοινοτικού δικαίου στην ευρωπαϊκή επιστημονική κοινότητα και στα άλλα κοινοτικά όργανα. Το κείμενό του επισυνάπτεται ως παράρτημα στην γνωμοδότηση της ΟΚΕ για το "Συμβόλαιο γεωργίας και κοινωνίας".

(7) Έγγρ. COM(88) 501 τελικό της 28ης Ioυλίου 1988 και COM(88) 338 τελικό της 8ης Ιουνίου 1988. Γνωμοδοτήσεις: ΕΕ C 298 της 27.11.1989, σ. 32 και 40. (Το μέλλον του αγροτικού κόσμου) (Περιβάλλον και γεωργία).

(8) Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Λουξεμβούργου, 12-13 Δεκεμβρίου 1997, Συμπεράσματα της Προεδρίας. Έγγρ. PRESS 97/400 της 15ης Δεκεμβρίου 1997 (Σημείο 40).

(9) Για καλύτερο προσδιορισμό της έννοιας της πολυλειτουργικότητας βλ. τη γνωμοδότηση "Μια πολιτική για την καθιέρωση του ευρωπαϊκού γεωργικού προτύπου", σημείο 3, CES 548/99 τελ.

(10) COM(97) 2000 τελικό της 15ης Ιουλίου 1997.

(11) ΕΕ C 73 της 9.3.1998, σ. 71. Γνωμοδότηση με θέμα: "Οι γεωργικές πτυχές της ανακοίνωσης της Επιτροπής/Agenda 2000". Εισηγητής: ο κ. Jean Paul Bastian· EE C 284 της 14.9.1998, σ. 55. Γνωμοδότηση με θέμα. "Μεταρρύθμιση ΚΟΑ στον τομέα των δημητριακών/Agenda 2000".EE C 407 της 28.12.1998, σ. 196. Γνωμοδότηση με θέμα "Μεταρρύθμιση ΚΟΑ στον τομέα του βοείου κρέατος/Agenda 2000."· Ibidem, σ. 203. Γνωμοδότηση με θέμα "Μεταρρύθμιση ΚΟΑ στον τομέα του γάλατος/Agenda 2000"· Ibidem, σ. 208. Γνωμοδότηση με θέμα "Καθεστώς άμεσης ενίσχυσης/Agenda 2000". Ibidem, σ. 210. Γνωμοδότηση με θέμα: "Μεταρρύθμιση FEAOG/Αgenda 2000"· Ibidem, σ. 221. Γνωμοδότηση με θέμα. "Χρηματοδότηση ΚΓΠ/Agenda 2000".

(12) ΠΟΠ: Προστατευόμενη Ονομασία Προελεύσεως. ΠΓΕ: Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη.