51999AG0033

Κοινή θέση (ΕΚ) αριθ. 33/1999, της 12ης Ιουλίου 1999, που καθορίστηκε από το Συμβούλιο με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, για την έκδοση οδηγίας 1999/.../ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 93/104/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας ώστε να καλυφθούν οι τομείς και οι δραστηριότητες που εξαιρούνται από την εν λόγω οδηγία

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 249 της 01/09/1999 σ. 0017


ΚΟΙΝΗ ΘΕΣΗ (ΕΚ) αριθ. 33/1999

που καθορίστηκε από το Συμβούλιο στις 12 Ιουλίου 1999

για την έκδοση οδηγίας 1999/.../ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 93/104/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας ώστε να καλυφθούν οι τομείς και οι δραστηριότητες που εξαιρούνται από την εν λόγω οδηγία

(1999/C 249/04)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 137 παράγραφος 2,

την πρόταση της Επιτροπής(1),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης(3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) το άρθρο 137 της συνθήκης προβλέπει ότι η Κοινότητα υποστηρίζει και συμπληρώνει τη δράση των κρατών μελών για τη βελτίωση του περιβάλλοντος εργασίας, με σκοπό την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων· στις οδηγίες που εκδίδονται βάσει του άρθρου αυτού, αποφεύγεται η επιβολή διοικητικών, οικονομικών και νομικών εξαναγκασμών, οι οποίοι θα παρεμπόδιζαν τη δημιουργία και την ανάπτυξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων·

(2) η οδηγία 93/104/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1993, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας(4), ορίζει τις ελάχιστες απαιτήσεις για την ασφάλεια και την υγεία σχετικά με την οργάνωση του χρόνου εργασίας, όσον αφορά τις περιόδους ημερήσιας ανάπαυσης, τα διαλείμματα, την εβδομαδιαία ανάπαυση, τη μέγιστη κατ' εβδομάδα διάρκεια εργασίας, την ετήσια άδεια καθώς και στοιχεία της νυχτερινής εργασίας, της εργασίας κατά βάρδιες και των ρυθμών εργασίας· η εν λόγω οδηγία θα πρέπει να τροποποιηθεί για τους ακόλουθους λόγους:

(3) οι οδικές, οι αεροπορικές, οι θαλάσσιες, οι σιδηροδρομικές, οι εσωτερικές πλωτές μεταφορές, η θαλάσσια αλιεία, άλλες εργασίες που εκτελούνται στη θάλασσα και οι δραστηριότητες των ασκουμένων ιατρών έχουν εξαιρεθεί από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 93/104/ΕΚ του Συμβουλίου·

(4) η Επιτροπή, στην πρόταση που υπέβαλε στις 20 Σεπτεμβρίου 1990, δεν εξαιρεί κανέναν κλάδο ή δραστηριότητα από την οδηγία 93/104/ΕΚ του Συμβουλίου ούτε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στη γνώμη που εξέδωσε στις 20 Φεβρουαρίου 1991, δέχεται παρόμοιες εξαιρέσεις·

(5) η υγεία και η ασφάλεια των εργαζομένων θα πρέπει να προστατεύεται στον τόπο εργασίας όχι επειδή εργάζονται σε κάποιο συγκεκριμένο κλάδο ή ασκούν συγκεκριμένη δραστηριότητα αλλά επειδή είναι εργαζόμενοι·

(6) όσον αφορά τη νομοθεσία στον κλάδο των μετακινούμενων εργαζομένων, απαιτείται συμπληρωματική και παράλληλη προσέγγιση όσον αφορά τις διατάξεις περί ασφάλειας των μεταφορών και περί της υγείας και ασφάλειας των εν λόγω εργαζομένων·

(7) χρειάζεται να ληφθεί υπόψη ο ειδικός χαρακτήρας των θαλάσσιων δραστηριοτήτων και των δραστηριοτήτων των ασκουμένων ιατρών·

(8) θα πρέπει επίσης να εξασφαλιστεί η προστασία της υγείας και της ασφάλειας των μετακινούμενων εργαζομένων στους κλάδους και δραστηριότητες που εξαιρούνται·

(9) οι υφιστάμενες διατάξεις όσον αφορά την ετήσια άδεια και τις αξιολογήσεις της υγείας των εργαζομένων τη νύχτα και των εργαζόμενων κατά βάρδιες, θα πρέπει να επεκταθούν ώστε να συμπεριλάβουν τους μετακινούμενους εργαζομένους στους κλάδους και δραστηριότητες που εξαιρούνται·

(10) οι υφιστάμενες διατάξεις όσον αφορά το χρόνο εργασίας και ανάπαυσης χρειάζεται να προσαρμοσθούν ώστε να εφαρμόζονται στους μετακινούμενους εργαζομένους στους εξαιρούμενους κλάδους και δραστηριότητες·

(11) όλοι οι εργαζόμενοι πρέπει να έχουν επαρκείς περιόδους ανάπαυσης· η έννοια της "ανάπαυσης" πρέπει να εκφράζεται σε μονάδες χρόνου, και συγκεκριμένα ημέρες, ώρες ή/και κλάσματά τους·

(12) μια ευρωπαϊκή συμφωνία σχετικά με το χρόνο εργασίας των ναυτικών πρόκειται να τεθεί σε εφαρμογή με οδηγία του Συμβουλίου(5), μετά από πρόταση της Επιτροπής, σύμφωνα με το άρθρο 139 παράγραφος 2 της συνθήκης· κατά συνέπεια, οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται στους ναυτικούς·

(13) στην περίπτωση των μισθωτών αλιέων οι οποίοι έχουν συμμετοχή στα κέρδη, εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών να καθορίσουν, δυνάμει του άρθρου 7 της οδηγίας 93/104/ΕΚ του Συμβουλίου, τους όρους για την απόκτηση του δικαιώματος ετήσιας άδειας και τη χορήγησή της, συμπεριλαμβανομένων των ρυθμίσεων πληρωμής·

(14) οι ειδικοί κανόνες που προβλέπονται από άλλες κοινοτικές πράξεις όσον αφορά, παραδείγματος χάριν, τις περιόδους ανάπαυσης, το χρόνο εργασίας, τις ετήσιες άδειες και την νυκτερινή εργασία ορισμένων κατηγοριών εργαζομένων, θα πρέπει να υπερισχύουν των διατάξεων της οδηγίας 93/104/ΕΚ του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με την παρούσα οδηγία·

(15) σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, η διάταξη σχετικά με την ανάπαυση της Κυριακής θα πρέπει να απαλειφθεί·

(16) το Δικαστήριο, με την απόφασή του C-84/94 (Ηνωμένο Βασίλειο κατά Συμβουλίου)(6) αποφάνθηκε ότι η οδηγία 93/104/ΕΚ του Συμβουλίου συνάδει προς τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 5 της συνθήκης· δεν υπάρχει κανένας λόγος να υποτεθεί ότι η απόφαση αυτή δεν εφαρμόζεται σε παρεμφερείς κανόνες που αφορούν ορισμένες πτυχές της οργάνωσης του χρόνου εργασίας, σε κλάδους και δραστηριότητες που εξαιρούνται,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Η οδηγία 93/104/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1. Στο άρθρο 1, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

"3. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται σε όλους τους ιδιωτικούς ή δημόσιους τομείς δραστηριοτήτων, κατά την έννοια του άρθρου 2 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ, με την επιφύλαξη των άρθρων 14 και 17 της παρούσας οδηγίας.

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στους ναυτικούς, όπως ορίζονται στην οδηγία 1999/63/ΕΚ του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 1999, που αφορά τη συμφωνία περί οργάνωσης του χρόνου εργασίας των ναυτικών, η οποία συνήφθη από την Ένωση Εφοπλιστών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ECSA) και από την Ομοσπονδία των Συνδικάτων Μεταφορέων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (FST)(7), με την επιφύλαξη του άρθρου 2 παράγραφος 8 της παρούσας οδηγίας."

2. Στο άρθρο 2, προστίθενται τα εξής:

"7. 'Μετακινούμενος εργαζόμενος': κάθε εργαζόμενος ο οποίος απασχολείται ως μέλος του ταξιδεύοντος ή ιπτάμενου προσωπικού, μιας επιχείρησης η οποία, για λογαριασμό τρίτων ή για λογαριασμό αυτής της ιδίας, παρέχει υπηρεσίες μεταφορών επιβατών ή εμπορευμάτων οδικώς, αεροπορικώς ή δια μέσου εσωτερικών πλωτών οδών.

8. 'Δραστηριότητα ανοικτής θάλασσας': η δραστηριότητα η οποία εκτελείται κυρίως επάνω σε εγκαταστάσεις ανοιχτής θάλασσας (στις οποίες περιλαμβάνονται τα θαλάσσια γεωτρύπανα) ή από αυτές, και συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με την αναζήτηση, την εξόρυξη ή την εκμετάλλευση των ορυκτών πόρων, συμπεριλαμβανομένων των υδρογονανθράκων, καθώς και τις καταδύσεις που συνδέονται με αυτές τις δραστηριότητες, είτε γίνονται από εγκαταστάσεις ανοιχτής θάλασσας είτε από πλοίο.

9. 'Επαρκής χρόνος ανάπαυσής': η πραγματική κατάσταση κατά την οποία οι εργαζόμενοι έχουν τακτικές περιόδους ανάπαυσης των οποίων η διάρκεια εκφράζεται σε μονάδες χρόνου και οι οποίες είναι επαρκώς μακρές και συνεχείς, ώστε να εξασφαλίζουν ότι οι εργαζόμενοι δεν θα προκαλούν σωματικές βλάβες στους ίδιους, σε συναδέλφους τους ή σε τρίτους και ότι δεν θα βλάπτουν την υγεία τους, βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα, λόγω κόπωσης ή άτακτων ρυθμών εργασίας."

3. Στο άρθρο 5, διαγράφεται το ακόλουθο εδάφιο:

"Η ελάχιστη περίοδος ανάπαυσης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο συμπεριλαμβάνει, κατ' αρχήν, την Κυριακή."

4. Το άρθρο 14 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

"Άρθρο 14

Ειδικότερες κοινοτικές διατάξεις

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται εφ' όσον άλλες κοινοτικές πράξεις περιλαμβάνουν ειδικότερες απαιτήσεις περί οργανώσεως του χρόνου εργασίας για ορισμένες επαγγελματικές ασχολίες ή δραστηριότητες."

5. Στο άρθρο 17, το σημείο 2.1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

"2.1. από τα άρθρα 3, 4, 5, 8 και 16:

α) για τις δραστηριότητες που χαρακτηρίζονται από την απόσταση ανάμεσα στους τόπους εργασίας και κατοικίας του εργαζομένου, ή ανάμεσα στους διαφόρους τόπους εργασίας αυτού, ιδιαίτερα για τη δραστηριότητα ανοικτής θάλασσας·

β) για τις δραστηριότητες φύλαξης και επίβλεψης που χαρακτηρίζονται από την ανάγκη συνεχούς παρουσίας για την προστασία των αγαθών και των προσώπων, ιδίως όταν πρόκειται για φύλακες και θυρωρούς ή επιχειρήσεις φύλαξης·

γ) για τις δραστηριότητες που χαρακτηρίζονται από την ανάγκη να εξασφαλιστεί η συνέχεια της υπηρεσίας ή της παραγωγής, ιδίως:

i) για τις υπηρεσίες τις σχετικές με την υποδοχή, τη νοσηλεία και/ή την περίθαλψη που παρέχονται από νοσοκομεία ή παρόμοια ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων των ασκούμενων ιατρών, από ιδρύματα διαμονής και από φυλακές,

ii) για εργαζόμενους στους λιμένες και τους αερολιμένες,

iii) για τις υπηρεσίες τύπου, ραδιοφωνίας, τηλεόρασης, κινηματογράφου, ταχυδρομείων ή τηλεπικοινωνιών, τις υπηρεσίες ασθενοφόρων, τις πυροσβεστικές υπηρεσίες ή την πολιτική άμυνα,

iv) για υπηρεσίες παραγωγής, μεταφοράς και διανομής φωταερίου, ύδατος ή ηλεκτρισμού, τις υπηρεσίες αποκομιδής οικιακών απορριμμάτων ή τις εγκαταστάσεις αποτέφρωσης,

v) για τις βιομηχανίες όπου είναι αδύνατο να διακοπεί η εργασία για τεχνικούς λόγους,

vi) για τις δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης,

vii) για τη γεωργία,

viii) για τους εργαζόμενους, οι οποίοι ασχολούνται με τη μεταφορά επιβατών με τακτικές αστικές μεταφορές, και οι οποίοι δεν καλύπτονται από το άρθρο 17α·

δ) σε περίπτωση προβλέψιμης αύξησης του φόρτου εργασίας, ιδίως:

i) στη γεωργία,

ii) στον τουρισμό,

iii) στα ταχυδρομεία·

ε) για το προσωπικό που εργάζεται στον τομέα των σιδηροδρομικών μεταφορών:

i) οι δραστηριότητες του οποίου είναι διαλείπουσες,

ii) το οποίο δαπανά το χρόνο εργασίας του επιβαίνοντας στους συρμούς, ή

iii) οι δραστηριότητες του οποίου συνδέονται με τα ωράρια των μεταφορών και την εξασφάλιση της συνέχειας και της κανονικότητας της συγκοινωνίας."

6. Στο άρθρο 17 παράγραφος 2, προστίθενται τα εξής:

"2.4. Από το άρθρο 6 και το άρθρο 16 παράγραφος 2, στην περίπτωση των ασκούμενων ιατρών:

α) όσον αφορά το άρθρο 6, για μια μεταβατική περίοδο εννέα ετών από(8). Στα πλαίσια της παρέκκλισης αυτής:

i) τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε σε καμία περίπτωση ο αριθμός των εβδομαδιαίων ωρών εργασίας να μην υπερβαίνει τις 60 κατά μέσο όρο κατά τη διάρκεια των τριών ετών της μεταβατικής περιόδου, τις 56 κατά μέσο όρο κατά τα επόμενα τρία έτη και τις 52 κατά μέσο όσο για τα εναπομένοντα τρία έτη,

ii) ο εργοδότης διαβουλεύεται εγκαίρως με τους εκπροσώπους των εργαζομένων για την επίτευξη, ει δυνατόν, συμφωνίας, όσον αφορά τις ρυθμίσεις που θα εφαρμόζονται κατά τη μεταβατική περίοδο. Η συμφωνία αυτή μπορεί να καλύπτει, εντός των ορίων που τίθενται στο σημείο i):

- το μέσο όρο των εβδομαδιαίων ωρών εργασίας κατά τη μεταβατική περίοδο, και

- τα μέτρα που θα ληφθούν για τη μείωση των εβδομαδαίων ωρών εργασίας σε 48 κατά μέσο όρο ως το τέλος της μεταβατικής περιόδου.

β) όσον αφορά το άρθρο 16 παράγραφος 2, με την προϋπόθεση ότι η περίοδος αναφοράς δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες, κατά το πρώτο τμήμα της μεταβατικής περιόδου που ορίζεται στο στοιχείο α), και τους έξι μήνες μετά."

7. Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

"Άρθρο 17α

Μετακινούμενοι εργαζόμενοι και δραστηριότητα ανοικτής θάλασσας

1. Οι διατάξεις των άρθρων 3, 4, 5 και 8 δεν εφαρμόζονται στους μετακινούμενους εργαζομένους.

2. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν, ωστόσο, τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν το δικαίωμα αυτών των μετακινούμενων εργαζομένων για επαρκή χρόνο ανάπαυσης, με την εξαίρεση των περιστάσεων που προβλέπονται από το σημείο 2.2 του άρθρου 17.

3. Με την επιφύλαξη της τήρησης των γενικών αρχών που αφορούν την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων, τα κράτη μέλη μπορούν, για αντικειμενικούς ή τεχνικούς λόγους ή για λόγους σχετικούς με την οργάνωση της εργασίας, να επεκτείνουν την περίοδο αναφοράς του σημείου 2 του άρθρου 16 σε 12 μήνες, για τους μετακινούμενους εργαζόμενους και τους εργαζόμενους που εκτελούν κυρίως δραστηριότητα ανοικτής θάλασσας.

Άρθρο 17β

Εργαζόμενοι σε αλιευτικά ποντοπόρα πλοία

1. Οι διατάξεις των άρθρων 3, 4, 5, 6 και 8 δεν ισχύουν για τους εργαζομένους στα αλιευτικά ποντοπόρα πλοία που φέρουν σημαία κράτους μέλους.

2. Τα κράτη μέλη, ωστόσο, λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι όλοι οι εργαζόμενοι σε αλιευτικά ποντοπόρα πλοία που φέρουν σημαία κράτους μέλους, δικαιούνται επαρκή ανάπαυση.

3. Τα κράτη μέλη, μέσα στα όρια που ορίζονται στις παραγράφους 4 και 5, λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν, ενόψει της ανάγκης να προστατευθούν η ασφάλεια και η υγεία των εν λόγω εργαζομένων:

α) ότι επιβάλλεται όριο των ωρών εργασίας συνιστάμενο σε ένα μέγιστο αριθμό ωρών, του οποίου δεν επιτρέπεται υπέρβαση μέσα σε μία δεδομένη χρονική περίοδο· ή

β) ότι εξασφαλίζεται ένας ελάχιστος αριθμός ωρών ανάπαυσης, μέσα σε μία δεδομένη χρονική περίοδο.

Ο μέγιστος αριθμός ωρών εργασίας ή ο ελάχιστος αριθμός ωρών ανάπαυσης ορίζονται με νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις, ή με συλλογικές συμβάσεις ή με συμφωνίες μεταξύ των κοινωνικών εταίρων.

4. Τα όρια των ωρών εργασίας ή ανάπαυσης είναι είτε:

α) μέγιστος αριθμός ωρών εργασίας, των οποίων δεν επιτρέπεται υπέρβαση:

i) 14 ώρες, σε οποιαδήποτε χρονική περίοδο 24 ωρών και

ii) 72 ώρες, σε οποιαδήποτε χρονική περίοδο επτά ημερών,

είτε

β) Ελάχιστος αριθμός ωρών ανάπαυσης, οι οποίες δεν επιτρέπεται να είναι λιγότερες από:

i) 10 ώρες, σε οποιαδήποτε χρονική περίοδο 24 ωρών και

ii) 77 ώρες, σε οποιαδήποτε χρονική περίοδο επτά ημερών.

5. Οι ώρες ανάπαυσης επιτρέπεται να διαιρούνται σε δύο, το πολύ, περιόδους, από τις οποίες η μία θα διαρκεί τουλάχιστον έξι ώρες, το δε ενδιάμεσο διάστημα, μεταξύ δύο διαδοχικών περιόδων ανάπαυσης, δεν θα υπερβαίνει τις 14 ώρες.

6. Σύμφωνα με τις γενικές αρχές της προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν, στο εθνικό επίπεδο, νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις, καθώς επίσης συλλογικές συμβάσεις ή συμφωνίες μεταξύ των κοινωνικών εταίρων που να επιτρέπουν εξαιρέσεις, συμπεριλαμβανομένου του καθορισμού περιόδων αναφοράς από τα καθοριζόμενα στις παραγράφους 4 και 5 όρια. Οι εξαιρέσεις αυτές, κατά το δυνατόν, θα ακολουθούν τα καθοριζόμενα πρότυπα, αλλά μπορούν να λαμβάνουν υπόψη συχνότερες ή μεγαλύτερες περιόδους άδειας ή τη χορήγηση αντισταθμιστικής αδείας στους εργαζομένους.

7. Ο πλοίαρχος ποντοπόρου αλιευτικού πλοίου έχει το δικαίωμα να απαιτεί από ναυτικό να εκτελεί όσες ώρες απαιτούνται για την άμεση ασφάλεια του πλοίου, των προσώπων που επιβαίνουν στο πλοίο ή του φορτίου ή για την παροχή βοήθειας σε άλλα πλοία ή πρόσωπα που βρίσκονται σε κατάσταση κινδύνου στη θάλασσα.

8. Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν ότι οι εργαζόμενοι σε ποντοπόρα αλιευτικά πλοία για τα οποία η εθνική νομοθεσία ή πρακτική ορίζει ότι δεν επιτρέπονται οι δραστηριότητές τους για συγκεκριμένη περίοδο του ημερολογιακού έτους που υπερβαίνει τον ένα μήνα, θα λαμβάνουν την ετήσια άδειά τους σύμφωνα με το άρθρο 7 εντός της προαναφερόμενης περιόδου."

Άρθρο 2

1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το αργότερο(9), ή εξακριβώνουν ότι, το αργότερο μέχρι της ημερομηνίας αυτής, οι κοινωνικοί εταίροι λαμβάνουν κατόπιν συμφωνίας τα αναγκαία μέτρα· τα κράτη μέλη οφείλουν να λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο ώστε να μπορούν ανά πάσα στιγμή να εγγυηθούν τα επιβαλλόμενα από την παρούσα οδηγία αποτελέσματα. Ενημερώνουν πάραυτα την Επιτροπή σχετικά.

2. Τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

3. Με την επιφύλαξη του δικαιώματος των κρατών μελών να εκπονήσουν, λόγω αλλαγής των περιστάσεων, διαφορετικές νομοθετικές, κανονιστικές ή συμβατικές διατάξεις περί του χρόνου εργασίας, αρκεί να τηρούνται οι ελάχιστες απαιτήσεις που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, η εφαρμογή της παρούσας οδηγίας δεν συνιστά βάσιμο λόγο για τη μείωση του γενικού βαθμού προστασίας των εργαζομένων.

4. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων εσωτερικού δικαίου που έχουν ήδη θεσπίσει ή που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Το αργότερο στις(10), η Επιτροπή, σε συνεννόηση με τα κράτη μέλη και τους κοινωνικούς εταίρους σε ευρωπαϊκό επίπεδο, επανεξετάζει την εφαρμογή των διατάξεων όσον αφορά τους εργαζόμενους σε ποντοπόρα αλιευτικά πλοία, ιδίως δε, διερευνά κατά πόσον οι διατάξεις αυτές εξακολουθούν να επαρκούν, ιδίως από άποψη υγείας και ασφάλειας, και προτείνει, εφόσον χρειάζεται, τις κατάλληλες τροποποιήσεις.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 5

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

...

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

...

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

...

(1) ΕΕ C 43 της 17.2.1999, σ. 1.

(2) ΕΕ C 138 της 18.5.1999, σ. 33.

(3) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Απριλίου 1999 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση του Συμβουλίου της 12ης Ιουλίου 1999 και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της ... (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(4) ΕΕ L 307 της 13.12.1993, σ. 18.

(5) Οδηγία 1999/63/ΕΚ του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 1999, που αφορά τη συμφωνία περί οργάνωσης του χρόνου εργασίας των ναυτικών, η οποία συνήφθη από την Ένωση Εφοπλιστών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ECSA) και από την Ομοσπονδία των Συνδικάτων Μεταφορέων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (FST) (ΕΕ L 167 της 2.7.1999, σ. 33).

(6) Συλλογή ΔΕΚ I-5755, 1996.

(7) ΕΕ L 169 της 2.7.1999, σ. 33.

(8) Τέσσερα έτη από την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος της οδηγίας 1999/.../ΕΚ.

(9) Τέσσερα έτη μετά την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(10) Εννέα έτη μετά την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος της παρούσας οδηγίας.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

I. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1. Στις 25 Νοεμβρίου 1998, η Επιτροπή υπέβαλε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο την προαναφερόμενη πρόταση οδηγίας βάσει του άρθρου 137 της συνθήκης ΕΚ (πρώην άρθρο 118Α).

2. Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή διατύπωσε τη γνώμη της στις 25 Μαρτίου 1999.

3. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διατύπωσε τη γνώμη του, σε πρώτη ανάγνωση, στις 14 Απριλίου 1999.

4. Στις 10 Δεκεμβρίου 1998, το Συμβούλιο ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών. Σε επιστολή της στις 25 Ιουνίου 1999, η Επιτροπή των Περιφερειών ειδοποίησε το Συμβούλιο ότι "η Επιτροπή 5 (κοινωνική πολιτική, δημόσια υγεία, προστασία των καταναλωτών, έρευνα, τουρισμός) που είναι υπεύθυνη για τον φάκελο αυτό αποφάσισε (...) να μη διατυπώσει γνώμη για το θέμα αυτό, δυνάμει το άρθρου 39 του εσωτερικού της κανονισμού".

5. Σύμφωνα με το άρθρο 251 της συνθήκης, το Συμβούλιο καθόρισε στις 12 Ιουλίου 1999 κοινή θέση σχετικά με την πρόταση οδηγίας της Επιτροπής αφού εξέτασε τις τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

II. ΣΤΟΧΟΣ

Το Συμβούλιο εξέδωσε, στις 23 Νοεμβρίου 1993, την οδηγία 93/104/ΕΚ σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας. Ορισμένοι τομείς και ορισμένες δραστηριότητες εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής: οι αεροπορικές, σιδηροδρομικές, οδικές και εσωτερικές πλωτές μεταφορές, η θαλάσσια αλιεία, άλλα είδη εργασιών που εκτελούνται στη θάλασσα καθώς και οι δραστηριότητες των ασκούμενων ιατρών.

Η παρούσα οδηγία εντάσσεται σε σύνολο τεσσάρων οδηγιών που αποσκοπούν στην προστασία των εργαζομένων που δεν καλύπτονται από την οδηγία 93/104/ΕΚ, με την πρόληψη των επιβλαβών επιπτώσεων για την υγεία τους και την ασφάλειά τους λόγω υπερβολικού χρόνου εργασίας, ανεπαρκούς ανάπαυσης ή άτακτων ρυθμών εργασίας.

Η παρούσα οδηγία τροποποιεί την οδηγία 93/104/ΕΚ και αποσκοπεί στην προστασία όλων των μη μετακινούμενων εργαζομένων καθώς και των μετακινούμενων εργαζομένων στις σιδηροδρομικές μεταφορές, περιέχει δε και ορισμένες διατάξεις για άλλες κατηγορίες μη μετακινούμενων εργαζομένων.

III. ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΘΕΣΗΣ

1. ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

Το Συμβούλιο, αν και σεβάστηκε την προσέγγιση και τους στόχους που προτείνονται από την Επιτροπή και υποστηρίζονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, έκρινε αναγκαίο να επιφέρει ορισμένες τροποποιήσεις στο κείμενο της πρότασης οδηγίας, τόσο επί της ουσίας όσο και από συντακτική άποψη.

Με τις τροποποιήσεις αυτές το Συμβούλιο επεδίωξε κυρίως να δοθεί η δυνατότητα στα κράτη μέλη να εφαρμόσουν την οδηγία αυτή με την ελαστικότητα που επιβάλλουν οι ιδιομορφίες ορισμένων τομέων και εντός άνετων προθεσμιών ώστε η εφαρμογή της να μη δημιουργήσει προβλήματα στις συγκεκριμένες δραστηριότητες.

2. ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

2.1. Τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που δεν έγιναν δεκτές από την Επιτροπή

Η Επιτροπή δεν δέχτηκε τις τροπολογίες 9, 12, 15, 17, 19 και 20.

2.2. Τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που έγιναν δεκτές από την Επιτροπή

Η Επιτροπή υιοθέτησε 12 από τις 18 τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

3. ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΠΕΦΕΡΕ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΣΤΗΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

(εκτός αντίθετης ένδειξης, η αρίθμηση των άρθρων στα οποία γίνεται παραπομπή είναι αυτή της οδηγίας 93/104/ΕΚ)

Το Συμβούλιο δέχτηκε εξ ολοκλήρου 9 από τις 12 τροπολογίες που είχε δεχθεί η Επιτροπή, είτε κατά γράμμα είτε ως προς το πνεύμα τους. Πρόκειται για τις τροπολογίες 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 10. Οι τροπολογίες αυτές αφορούν το προοίμιο της οδηγίας.

Αντίθετα, το Συμβούλιο δεν έκρινε σκόπιμο να υιοθετήσει τις τροπολογίες 11, 13 και 16.

3.1. Ασκούμενοι ιατροί (άρθρο 17 παράγραφος 2)

Αντίθετα προς την επιθυμία που εξέφρασε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (τροπολογία 13) την οποία υποστήριξε και η Επιτροπή, το Συμβούλιο θέλησε να διατηρηθεί η αναφορά στους ασκούμενους ιατρούς στο σημείο 2.1 στοιχείο γ) i) του άρθρου 17 παράγραφος 2, το οποίο προβλέπει παρέκκλιση από τα άρθρα 3 (ημερήσια ανάπαυση), 4 (διαλείμματα), 5 (εβδομαδιαία ανάπαυση), 8 (νυκτερική εργασία) και 16 (περίοδος αναφοράς) για λόγους συνέχειας της υπηρεσίας.

Στην πρότασή της η Επιτροπή είχε προβλέψει μεταβατική περίοδο επτά ετών από την ημερομηνία έκδοσης της οδηγίας. Κατά την περίοδο αυτή, η εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας θα είναι, κατά μέσο όρο, 48 ώρες, με μέγιστη διάρκεια τις 54 ώρες ανά εβδομάδα σε περίοδο αναφοράς τεσσάρων μηνών, με την επιφύλαξη της συμφωνίας των κοινωνικών εταίρων.

Το Κοινοβούλιο αναγνώρισε και αυτό ότι απαιτείται να προβλεφθεί μεταβατική περίοδος, πρότεινε όμως να μειωθεί στα τέσσερα έτη (τροπολογία 15).

Το Συμβούλιο επίσης έκρινε από την πλευρά του ότι οι ασκούμενοι ιατροί θα πρέπει να καλύπτονται από τις διατάξεις της οδηγίας 93/104/ΕΚ. Ωστόσο, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι δυσκολίες εφαρμογής της οδηγίας σε ορισμένα κράτη μέλη στα οποία η εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας των ασκούμενων ιατρών είναι ακόμη μακριά από τον στόχο των 48 ωρών, το Συμβούλιο προβλέπει, στην κοινή του θέση, μια μεταβατική περίοδο εννέα ετών μετά την προθεσμία μεταγραφής της οδηγίας προκειμένου να μπορέσουν τα εν λόγω κράτη μέλη να προσλάβουν και να εκπαιδεύσουν επαρκή αριθμό ιατρών ώστε η εφαρμογή της οδηγίας να μην οδηγήσει σε πτώση της ποιότητας της παρεχόμενης περίθαλψης σε αυτά. Η εν λόγω μεταβατική περίοδος περιλαμβάνει τρεις φάσεις τριών ετών, με αντίστοιχες μέγιστες διάρκειες 60, 56 και 52 ωρών εβδομαδιαίας εργασίας, με περίοδο αναφοράς τους 12 μήνες κατά την πρώτη φάση των τριών ετών και τους έξι μήνες στη συνέχεια.

3.2. Εργαζόμενοι σε αλιευτικά ποντοπόρα πλοία (άρθρο 17β)

Στην πρότασή της, η Επιτροπή θέλησε να συμπεριλάβει τους εργαζόμενους στα αλιευτικά στον ορισμό των "μετακινούμενων εργαζόμενων", πράγμα που θα τους επέτρεπε να επωφεληθούν από τη στοιχειώδη προστασία που προβλέπεται για τους μετακινούμενους εργαζόμενους όσον αφορά τον "επαρκή χρόνο ανάπαυσης" και το ανώτατο όριο ωρών εργασίας εντός περιόδου αναφοράς ενός έτους.

Το Κοινοβούλιο υποστήριξε την πρόταση της Επιτροπής.

Το Συμβούλιο, από την πλευρά του, έκρινε ότι έπρεπε να ληφθεί υπόψη η ιδιαιτερότητα της δραστηριότητας της θαλάσσιας αλιείας η οποία υπόκειται σε πολλά απρόβλεπτα λόγω των μετεωρολογικών, βιολογικών και περιβαλλοντικών συνθηκών. Κατά συνέπεια, αν και αναγνωρίζει την ανάγκη προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των εργαζόμενων στη θαλάσσια αλιεία, το Συμβούλιο προτίμησε να αντιγράψει τις διατάξεις της οδηγίας 1999/63/ΕΚ που αφορά τη σύναψη συμφωνίας για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των ναυτικών.

3.3. Αλιείς με συμμετοχή στα κέρδη (άρθρο 1 παράγραφοι 2 και 9)

Όσον αφορά τους αλιείς με συμμετοχή στα κέρδη, τους οποίους η Επιτροπή είχε εξαιρέσει από το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 7 (ετήσια άδεια) στην αρχική της πρόταση, το Κοινοβούλιο θέλει να εξαιρεθούν μόνο οι αλιείς των οποίων η αμοιβή προέρχεται αποκλειστικά από ένα μέρος της προσόδου που αποφέρει το σκάφος (τροπολογία 11) και να συμπεριληφθεί μια αναφορά στους αλιείς με συμμετοχή στα κέρδη στο πλαίσιο των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στο άρθρο 1 παράγραφος 9 (τροπολογία 16).

Το Συμβούλιο, από την πλευρά του, επιθυμεί οι διατάξεις οι σχετικές με την ετήσια άδεια να μπορούν να εφαρμόζονται σε εκείνους τους αλιείς με συμμετοχή στα κέρδη που είναι μισθωτοί.

3.4. Προθεσμία εφαρμογής (άρθρο 2)

Η Επιτροπή είχε προτείνει προθεσμία εφαρμογής δύο ετών. Λόγω των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν ορισμένα κράτη μέλη για την εφαρμογή μιας τόσο περίπλοκης οδηγίας όπως η παρούσα, το Συμβούλιο έκρινε σκόπιμο να προβλεφθεί προθεσμία εφαρμογής τεσσάρων ετών.

3.5. Άλλα σημεία

Τέλος, το Συμβούλιο επέφερε ορισμένες ελάσσονες τροποποιήσεις στην αρχική πρόταση της Επιτροπής, όπως π.χ. στους ορισμούς του "επαρκούς χρόνου ανάπαυσης" και της "δραστηριότητας ανοικτής θάλασσας". Οι αλλαγές αυτές έγιναν δεκτές από την Επιτροπή.

4. ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΔΕΧΤΗΚΕ Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΛΛΑ ΥΙΟΘΕΤΗΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Αναφορά στους εργαζόμενους στον τομέα των αστικών συγκοινωνιών (άρθρο 2)

Το Συμβούλιο δεν έκρινε σκόπιμο να συμπεριλάβει, στο κείμενο του ορισμού των μετακινούμενων εργαζόμενων, την αναφορά στους εργαζόμενους στις αστικές συγκοινωνίες όπως ζητούσε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (τροπολογία 19). Ωστόσο, πρέπει να τονιστεί ότι το Συμβούλιο περιέλαβε μια αναφορά σε αυτού του είδους τους εργαζόμενους στο σημείο 2.1 στοιχείο γ) viii) του άρθρου 17 παράγραφος 2, στο οποίο προβλέπεται μια παρέκκλιση από τα άρθρα 3 (ημερήσια ανάπαυση), 4 (διαλείμματα), 5 (εβδομαδιαία ανάπαυση), 8 (νυκτερινή εργασία) και 16 (περίοδος αναφοράς) για λόγους συνέχειας της υπηρεσίας, ώστε να τους παρέχεται κάποια προστασία.