51998AG1030(06)

ΚΟΙΝΗ ΘΕΣΗ (ΕΚ) αριθ. 53/98 που καθορίστηκε από το Συμβούλιο στις 24 Σεπτεμβρίου 1998 για την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. .../98 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της ..., για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 σε ό,τι αφορά το καθεστώς εξωτερικής διαμετακόμισης

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 333 της 30/10/1998 σ. 0065


ΚΟΙΝΗ ΘΕΣΗ (ΕΚ) αριθ. 53/98 που καθορίστηκε από το Συμβούλιο στις 24 Σεπτεμβρίου 1998 για την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. . . ./98 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της . . ., για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 σε ό,τι αφορά το καθεστώς εξωτερικής διαμετακόμισης (98/C 333/06)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 28, 100 Α και 113,

την πρόταση της Επιτροπής (1),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 189 Β της συνθήκης (3),

Εκτιμώντας:

(1) ότι το καθεστώς εξωτερικής διαμετακόμισης του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (4) προορίζεται κυρίως να διευκολύνει τις συναλλαγές μη κοινοτικών εμπορευμάτων στο κοινοτικό τελωνειακό έδαφος 7 ότι η αναγκαιότητα προσφυγής στο καθεστώς αυτό στο πλαίσιο της εξαγωγής κοινοτικών εμπορευμάτων πρέπει να αξιολογείται για καταστάσεις που παρουσιάζουν ευρύτατες διαφορές 7 ότι, σε κάθε περίπτωση, είναι σκόπιμο να αποφευχθεί τα προϊόντα που αποτελούν το αντικείμενο μέτρων κατά την εξαγωγή ή επωφελούνται από αυτά, να μπορούν, κατά περίπτωση, να μην υπάγονται σε αυτά τα μέτρα ή να επωφελούνται αντικανονικά από αυτά, μεριμνώντας ώστε οι κοινοτικές τελωνειακές ρυθμίσεις στο σύνολό τους να εγγυώνται παρακολούθηση και επιτήρηση τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες που προσφέρονται στο πλαίσιο της κοινοτικής εξωτερικής διαμετακόμισης 7 ότι, διατηρώντας παράλληλα τη δυνατότητα προσφυγής στο εν λόγω καθεστώς σε ορισμένες από αυτές τις καταστάσεις, ο ορισμός των καταστάσεων αυτών είναι σκόπιμο να υπαχθεί στη διαδικασία της επιτροπής 7

(2) ότι είναι σκόπιμο να ορισθεί ο τρόπος με τον οποίο οι τελωνειακές αρχές εκκαθαρίζουν το καθεστώς, σε σχέση με τον τόπο, το χρόνο και τις συνθήκες υπό τις οποίες λήγει το καθεστώς, προκειμένου να ορισθεί σαφέστερα η εμβέλεια και τα όρια των υποχρεώσεων του δικαιούχου του καθεστώτος εξωτερικής διαμετακόμισης και να δοθούν εγγυήσεις ότι ελλείψει στοιχείων που επιτρέπουν να καθοριστεί η λήξη του καθεστώτος, ο δικαιούχος παραμένει πλήρως υπεύθυνος 7

(3) ότι είναι σκόπιμο να ορισθούν καλύτερα οι κανόνες που διέπουν την εγγύηση κατά τη διαμετακόμιση, συμπεριλαμβανομένης της προσφυγής στα διάφορα συστήματα εγγύησης και συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων απαλλαγής από την εγγύηση, και μάλιστα μετά την τροποποίηση της εμβέλειας της θαλάσσιας διαμετακόμισης 7 ότι αυτή η εγγύηση και ο καθορισμός του ύψους της πρέπει, για να εξασφαλίζουν την αρμόζουσα προστασία των οικονομικών συμφερόντων των κρατών μελών και της Κοινότητας χωρίς να αποτελούν δυσανάλογο βάρος για τους χρήστες, να βασίζονται στο συνυπολογισμό τόσο της φερεγγυότητας της επιχείρησης όσο και των κινδύνων όσον αφορά τα εμπορεύματα 7 ότι, εξάλλου, είναι ευκταία μια περισσότερο λογική και καλύτερα διαρθρωμένη παρουσίαση των διατάξεων περί εγγυήσεως κατά την διαμετακόμιση 7

(4) ότι, προκειμένου να μην θιγούν οι πόροι της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών, αλλά και για να προληφθούν οι πράξεις απάτης στο πλαίσιο της διαμετακόμισης, ενδείκνυται η θέσπιση μηχανισμού που να περιλαμβάνει σταδιακά μέτρα με σκοπό την εφαρμογή της συνολικής εγγύησης 7 ότι, κατόπιν τούτου, είναι δυνατόν σε πρώτη φάση να εξετασθεί το ενδεχόμενο απαγόρευσης της μείωσης του ποσού της εγγύησης, αν υπάρχει αυξημένος κίνδυνος απάτης άρα και απώλεια εσόδων 7 ότι, αν αντιθέτως συντρέχουν αποδεδειγμένα εξαιρετικές περιστάσεις ιδιαίτερα κρίσιμες, απορρέουσες ενδεχομένως από οργανωμένες εγκληματικές δραστηριότητες, πρέπει να είναι επίσης δυνατή η προσωρινή απαγόρευση εφαρμογής της συνολικής εγγύησης 7 ότι, κατά την εφαρμογή των εν λόγω σταδιακών μέτρων, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ιδιαίτερη κατάσταση των οικονομικών φορέων οι οποίοι ανταποκρίνονται σε συγκεκριμένα κριτήρια που θα καθοριστούν 7 ότι, στο βαθμό που απαιτείται μεμονωμένη εγγύηση αντί συνολικής, θα πρέπει να ελαφρύνονται, με όσο το δυνατόν μεγαλύτερες απλουστεύσεις, τα βάρη που προκύπτουν για τους υπόχρεους 7

(5) ότι οι απλουστεύσεις επιπέδου αποκλειστικά εθνικού ή δι/πολυμερούς, οι εισαγόμενες από τα κράτη μέλη με βάση το άρθρο 97 παράγραφος 2 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, εφεξής αποκαλούμενου «κώδικα», παρουσιάζουν ευρύτατες διαφορές και είναι δυνατόν, σε ορισμένες περιπτώσεις, να έρχονται σε αντίθεση με την ορθή εφαρμογή των καθεστώτων κοινοτικής διαμετακόμισης και την αναγκαία ισότητα μεταχείρισης των οικονομικών φορέων 7 ότι, χωρίς να αμφισβητούνται τα πλεονεκτήματα που προσφέρει στους ανωτέρω φορείς το σύστημα αυτό, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί η γνωστοποίηση στην Επιτροπή των απλουστεύσεων που εισάγονται σε κάθε κράτος μέλος σε αυτή τη βάση, προκειμένου να εξασφαλισθεί η διαφάνεια αυτών των μέτρων και να αξιολογηθεί η συμβατότητά τους προς τους κανόνες που διέπουν τα καθεστώτα κοινοτικής διαμετακόμισης, και ειδικότερα την εγγύηση 7

(6) ότι τα συστήματα εγγυοδοσίας τα εφαρμοζόμενα στο πλαίσιο των καθεστώτων κοινοτικής διαμετακόμισης αφορούν συγχρόνως την τελωνειακή οφειλή και τις άλλες επιβαρύνσεις τις σχετικές με τα εμπορεύματα και παρουσιάζουν ιδιομορφίες συνδεόμενες προς το διεθνή χαρακτήρα του καθεστώτος και την ανάγκη διασφάλισης κάποιας ευελιξίας όσον αφορά τον καθορισμό του ποσού της εγγύησης σε συνάρτηση με τους κινδύνους και την αξιοπιστία του κυρίου υπόχρεου 7 ότι, κατόπιν τούτου, φαίνεται σκόπιμο να προσαρμοσθεί αναλόγως το άρθρο 192 του κώδικα 7

(7) ότι, μολονότι το υφιστάμενο κείμενο του άρθρου 215 του κώδικα δίδει τη δυνατότητα καθορισμού του τόπου γένεσης της τελωνειακής οφειλής, δεν αναφέρει ότι ο τόπος αυτός καθορίζει την αρμόδια αρχή για τη βεβαίωση της οφειλής 7 ότι, εξάλλου, σε περίπτωση μη εκκαθάρισης τελωνειακού καθεστώτος, ο κανόνας καθορισμού του τόπου αυτού πρέπει να προσαρμόζεται προς την ανάγκη καθορισμού, στο μέτρο του δυνατού, του τόπου όπου έλαβε χώρα το γενεσιουργό γεγονός της τελωνειακής οφειλής 7

(8) ότι η απλοποίηση και η αποσαφήνιση των κανόνων, προς όφελος τόσο των επιχειρηματιών όσο και των υπαλλήλων των τελωνείων, αποτελούν ένα σημαντικό τμήμα του προγράμματος δράσης για την τελωνειακή διαμετακόμιση στην Ευρώπη 7 ότι οι κανόνες αυτοί πρέπει να εφαρμόζονται και στις διατάξεις που θεσπίζονται με τη διαδικασία της επιτροπής 7

(9) ότι η παρούσα τροποποίηση του κώδικα, καθώς και οι συνακόλουθες τροποποιήσεις των εκτελεστικών του διατάξεων, πρέπει να σχεδιαστούν με τέτοιο τρόπο ώστε να διευκολυνθεί, σε εύθετο χρόνο, η εισαγωγή νέου ηλεκτρονικού συστήματος διαμετακόμισης προς όφελος τόσο των δημοσίων συμφερόντων τα οποία ενέχονται στις πράξεις διαμετακόμισης όσο και των οικονομικών φορέων,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 τροποποιείται ως εξής:

1. Στο άρθρο 91, παράγραφος 1, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β) κοινοτικών εμπορευμάτων, στις περιπτώσεις και υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται με τη διαδικασία της επιτροπής, προκειμένου να είναι αδύνατο, για τα προϊόντα που αποτελούν αντικείμενο μέτρων κατά την εξαγωγή ή τα οποία επωφελούνται από τέτοια μέτρα, να μην υπάγονται στα μέτρα αυτά ή να επωφελούνται αντικανονικά απ' αυτά.»

2. Το άρθρο 92 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αρθρο 92

1. Το καθεστώς εξωτερικής διαμετακόμισης λήγει και οι υποχρεώσεις του δικαιούχου του καθεστώτος εκπληρώνονται όταν τα εμπορεύματα που υπάγονται στο καθεστώς αυτό και τα απαιτούμενα έγγραφα προσκομισθούν στο τελωνείο προορισμού, σύμφωνα με τις διατάξεις του εν λόγω καθεστώτος.

2. Οι τελωνειακές αρχές εκκαθαρίζουν το καθεστώς εξωτερικής διαμετακόμισης όταν είναι σε θέση να ορίσουν, με βάση τη σύγκριση των στοιχείων που διατίθενται στο τελωνείο αναχώρησης και των στοιχείων που διατίθενται στο τελωνείο προορισμού, ότι το καθεστώς έχει λήξει σύμφωνα με τον ορθό τρόπο.»

3. Το άρθρο 94 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 94

1. Ο κύριος υπόχρεος οφείλει να παρέχει εγγύηση για την εξασφάλιση της καταβολής της τελωνειακής οφειλής και των άλλων επιβαρύνσεων που ενδέχεται να γεννηθούν για τα εμπορεύματα.

2. Η εγγύηση είναι:

α) είτε μεμονωμένη εγγύηση που καλύπτει μία και μόνο πράξη διαμετακόμισης 7

β) είτε συνολική εγγύηση που καλύπτει περισσότερες από μία πράξεις διαμετακόμισης, όταν ο κύριος υπόχρεος έχει άδεια από τις τελωνειακές αρχές του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένος να χρησιμοποιεί εγγύηση τέτοιου τύπου.

3. Η άδεια που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο β) χορηγείται μόνον σε πρόσωπα τα οποία:

α) είναι εγκατεστημένα στην Κοινότητα 7

β) χρησιμοποιούν τακτικά τα καθεστώτα κοινοτικής διαμετακόμισης ή για τα οποία οι τελωνειακές αρχές γνωρίζουν ότι έχουν την ικανότητα να πληρούν τις υποχρεώσεις τους όσον αφορά τα καθεστώτα αυτά και

γ) δεν έχουν διαπράξει σοβαρές ή επανειλημμένες παραβάσεις της τελωνειακής ή φορολογικής νομοθεσίας.

4. Πρόσωπα που, κατά τις τελωνειακές αρχές, ικανοποιούν υψηλότερα πρότυπα αξιοπιστίας μπορούν να λαμβάνουν άδεια να παρέχουν συνολική εγγύηση μειωμένου ποσού ή να απαλλαγούν από την εγγύηση. Τα συμπληρωματικά κριτήρια για αυτήν την άδεια περιλαμβάνουν:

α) ορθή χρήση των καθεστώτων κοινοτικής διαμετακόμισης για ορισμένη περίοδο 7

β) συνεργασία με τις τελωνειακές αρχές και

γ) όσον αφορά την απαλλαγή από την εγγύηση, καλή οικονομική επιφάνεια, επαρκή για να ικανοποιήσει τις υποχρεώσεις των εν λόγω προσώπων.

Οι λεπτομέρειες που διέπουν τις άδειες τις χορηγούμενες βάσει της παρούσας παραγράφου, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία της επιτροπής.

5. Η απαλλαγή από την εγγύηση, η οποία παρέχεται κατ' εφαρμογή της παραγράφου 4, δεν καλύπτει πράξεις εξωτερικής κοινοτικής διαμετακόμισης που αφορούν εμπορεύματα τα οποία σύμφωνα με τη διαδικασία της επιτροπής, θεωρείται ότι παρουσιάζουν αυξημένους κινδύνους.

6. Λαμβανομένων υπόψη των αρχών που διέπουν την παράγραφο 4 είναι δυνατή, στο πλαίσιο της εξωτερικής κοινοτικής διαμετακόμισης, η προσωρινή απαγόρευση της συνολικής εγγύησης μειωμένου ποσού. Η απαγόρευση αποφασίζεται με τη διαδικασία της επιτροπής και αποτελεί εξαιρετικό μέτρο λαμβανόμενο λόγω ειδικών περιστάσεων.

7. Λαμβανομένων υπόψη των αρχών που διέπουν την παράγραφο 4, είναι δυνατή, στο πλαίσιο της εξωτερικής κοινοτικής διαμετακόμισης, η προσωρινή απαγόρευση της συνολικής εγγύησης. Η απαγόρευση αποφασίζεται με τη διαδικασία της επιτροπής και αφορά εμπορεύματα τα οποία, υπό την κάλυψη της συνολικής εγγύησης, απετέλεσαν αντικείμενο αποδεδειγμένων πράξεων απάτης σε μεγάλη ποσότητα.»

4. Το άρθρο 95 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 95

1. Εκτός περιπτώσεων που καθορίζονται, εφόσον χρειαστεί, με τη διαδικασία της επιτροπής, δεν απαιτείται εγγυοδοσία:

α) για τα αεροπορικά δρομολόγια 7

β) για τις μεταφορές εμπορευμάτων διά του Ρήνου και των ρηνείων οδών 7

γ) για τις μεταφορές διαμέσου δικτύου αγωγών 7

δ) για πράξεις πραγματοποιούμενες από τις σιδηροδρομικές εταιρείες των κρατών μελών.

2. Με τη διαδικασία της επιτροπής καθορίζονται οι περιπτώσεις στις οποίες μπορούν να απαλλαγούν από την εγγύηση οι μεταφορές εμπορευμάτων που πραγματοποιούνται διά πλωτών οδών άλλων από τις αναφερόμενες στην παράγραφο 1 στοιχείο β).»

5. Το άρθρο 97 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 97

1. Οι λεπτομέρειες της λειτουργίας του καθεστώτος και οι εξαιρέσεις καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία της επιτροπής.

2. Υπό την επιφύλαξη της εγγύησης της εφαρμογής των κοινοτικών μέτρων που ισχύουν για τα εμπορεύματα:

α) τα κράτη μέλη έχουν την ευχέρεια να θεσπίζουν μεταξύ τους, με διμερείς ή πολυμερείς ρυθμίσεις, απλουστευμένες διαδικασίες σύμφωνες με κριτήρια που θα καθοριστούν, εφόσον χρειαστεί, οι οποίες θα εφαρμόζονται σε ορισμένα είδη εμπορίου ή συγκεκριμένες επιχειρήσεις 7

β) κάθε κράτος μέλος έχει την ευχέρεια θέσπισης απλουστευμένων διαδικασιών, που θα εφαρμόζονται, υπό ορισμένες συνθήκες, στα εμπορεύματα που δεν χρειάζεται να κυκλοφορήσουν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους.

3. Οι απλουστευμένες διαδικασίες που θεσπίζονται βάσει της παραγράφου 2, ανακοινώνονται στην Επιτροπή.»

6. Στο άρθρο 192 παράγραφος 1, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Όταν η τελωνειακή νομοθεσία προβλέπει την υποχρεωτική σύσταση εγγύησης και με την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων προβλεπόμενων για το καθεστώς διαμετακόμισης με τη διαδικασία της επιτροπής, οι τελωνειακές αρχές καθορίζουν το ποσό της εγγύησης αυτής σε επίπεδο ίσο:»

7. Το άρθρο 215 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 215

1. Η τελωνειακή οφειλή γεννάται:

- στον τόπο όπου λαμβάνουν χώρα τα γενεσιουργά γεγονότα της οφειλής αυτής,

- είτε, εφόσον ο τόπος αυτός δεν είναι δυνατόν να καθοριστεί, στον τόπο όπου οι τελωνειακές αρχές διαπιστώνουν ότι το εμπόρευμα βρίσκεται σε κατάσταση η οποία γεννά τελωνειακή οφειλή,

- είτε, εφόσον το εμπόρευμα έχει υπαχθεί σε τελωνειακό καθεστώς που δεν έχει εκκαθαρισθεί και εφόσον ο τόπος δεν είναι δυνατόν να καθοριστεί με εφαρμογή της πρώτης ή της δεύτερης περίπτωσης, στα πλαίσια προθεσμίας που καθορίζεται κατά περίπτωση, σύμφωνα με τη διαδικασία της επιτροπής, στον τόπο όπου το εμπόρευμα είτε έχει υπαχθεί στο εν λόγω καθεστώς, είτε απλώς έχει εισαχθεί στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας υπό το εν λόγω καθεστώς.

2. Όταν οι πληροφορίες που διαθέτουν οι τελωνειακές αρχές τους επιτρέπουν να καθορίσουν ότι η τελωνειακή οφειλή είχε ήδη γεννηθεί όταν το εμπόρευμα βρισκόταν προηγουμένως σε άλλον τόπο, η τελωνειακή οφειλή λογίζεται γεννηθείσα στον τόπο όπου είναι δυνατό να καθοριστεί ότι βρισκόταν το εμπόρευμα κατά το απώτερο χρονικό σημείο κατά το οποίο μπορεί να καθοριστεί η ύπαρξη της τελωνειακής οφειλής.

3. Οι τελωνειακές αρχές που μνημονεύονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 217 είναι οι τελωνειακές αρχές του κράτους μέλους στο οποίο, σύμφωνα με το παρόν άρθρο, η τελωνειακή οφειλή γεννάται ή λογίζεται γεννηθείσα.»

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει τρεις ημέρες από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

. . .,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

(1) ΕΕ C 337 της 7.11.1997, σ. 52.

(2) ΕΕ C 73 της 9.3.1998, σ. 17.

(3) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαΐου 1998 (ΕΕ C 167 της 1.6.1998), κοινή θέση του Συμβουλίου της 24ης Σεπτεμβρίου 1998 και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της . . . (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(4) ΕΕ L 302 της 19.10.1992 7 κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 82/97 (ΕΕ L 17 της 21.1.1997, σ. 1).

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

I. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1. Στις 29 Σεπτεμβρίου 1997, η Επιτροπή υπέβαλε πρόταση βάσει των άρθρων 28, 100 Α και 113 της συνθήκης ΕΚ, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (διαμετακόμιση) (1).

2. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή εξέφεραν αντιστοίχως γνώμη στις 13 Μαΐου 1998 και στις 10-11 Δεκεμβρίου 1997 (2).

3. Στις 24 Σεπτεμβρίου 1998, το Συμβούλιο υιοθέτησε την κοινή θέση του σύμφωνα με το άρθρο 189 Β της συνθήκης.

II. ΣΤΟΧΟΣ

Η πρόταση της Επιτροπής εγγράφεται στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης των καθεστώτων διαμετακόμισης και αποτελεί συνέχεια του σχεδίου δράσης της Επιτροπής για τη διαμετακόμιση στην Ευρώπη, το οποίο έχει εκπονηθεί δίκην απάντησης στα συμπεράσματα της προσωρινής εξεταστικής επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το καθεστώς κοινοτικής διαμετακόμισης. Η τροποποίηση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα αποτελεί μέρος μόνον μιας ευρύτερης μεταρρύθμισης η οποία θα συνίσταται κυριώς στην αναμόρφωση των εκτελεστικών διατάξεων του κώδικα στην αναθεώρηση της σύμβασης για την κοινή διαμετακόμιση που έχει συναφθεί με τις χώρες ΕΖΕΣ και Βίσεγκραντ, στη μηχανοργάνωση των διαδικασιών διαμετακόμισης και στη βελτίωση της επιχειρησιακής πτυχής των διαδικασιών.

III. ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΘΕΣΗΣ

1. Η παρούσα πρόταση, η οποία εξετάζεται στο πλαίσιο του Συμβουλίου από τα τέλη του 1997, τροποποιήθηκε από το Συμβούλιο κατά τρόπο αρκετά ουσιώδη. Οι περισσότερες από τις τροποποιήσεις αυτές στην πραγματικότητα ανιστοιχούν σε πολύ μεγάλο βαθμό στις τροπολογίες που παρουσίασε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στην τροποποιημένη πρόταση που υπέβαλε εν συνεχεία η Επιτροπή.

2. Σχετικά με την τροπολογία αριθ. 1 (την οποία δέχεται η Επιτροπή), το Συμβούλιο δεν θεώρησε αναγκαία την προσθήκη αυτής της νέας αιτιολογικής σκέψης, διότι το περιεχόμενό της έχει γενική εμβέλεια και δεν εφαρμόζεται ειδικά και μόνο στις αποφάσεις περί διαμετακόμισης.

3. Ως προς την τροπολογία αριθ. 2 (δεκτή από την Επιτροπή), το Συμβούλιο ακολούθησε σε μεγάλο βαθμό την τροπολογία του Κοινοβουλίου. Απλώς, στο νέο κείμενο του άρθρου 91 παράγραφος 1 σημείο β), έγιναν τροποποιήσεις συντακτικής φύσεως.

4. Για την τροπολογία αριθ. 3, η οποία δεν έγινε δεκτή στην τροποποιημένη πρόταση της Επιτροπής, το Συμβούλιο ακολούθησε την προσέγγιση του Κοινοβουλίου και εισήγαγε στο άρθρο 92 μια νέα παράγραφο 2 η οποία ορίζει τι είναι εκκαθάριση του καθεστώτος εξωτερικής διαμετακόμισης και ομιλεί για τελωνείο αναχώρησης και τελωνείο προορισμού.

5. Σχετικά με την τροπολογία αριθ. 4, η οποία ενσωματώθηκε στην τροποποιημένη πρόταση της Επιτροπής, το Συμβούλιο δέχθηκε σε μεγάλο βαθμό το κείμενο του νέου άρθρου 94, όπως το τροποποίησε το Κοινοβούλιο. Οι τροποποιήσεις που εισήγαγε το Συμβούλιο εν σχέσει προς αυτή την τροπολογία είναι συντακτικής κυρίως φύσεως όσον αφορά τις παραγράφους 1, 2, 3 και 4. Οι παράγραφοι 3 και 4, ωστόσο, εισάγουν ορισμένες συμπληρωματικές διευκρινίσεις για την καλύτερη αναγνώριση, μέσω της επιτροπής, των επιχειρήσεων που μπορούν να τύχουν μείωσης ή αναστολής της συνολικής εγγύησης. Πηγή έμπνευσης γι' αυτές τις συμπληρωματικές διευκρινίσεις υπήρξε και η τροπολογία του Κοινοβουλίου στην παράγραφο 6 που το ίδιο προτείνει.

Για τις παραγράφους 5, 6 και 7 εισήχθησαν νέες διατάξεις.

Η παράγραφος 5 αναφέρεται στην απαλλαγή από την υποχρέωση εγγύησης, η οποία παρέχεται μόνον προκειμένου για εμπορεύματα που, σύμφωνα με τη διαδικασία της επιτροπής, θεωρούνται ότι παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο.

Η παράγραφος 6 παρέχει τη δυνατότητα όπως, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, και με τη διαδικασία της επιτροπής, αναγορεύεται προσωρινά η μείωση της συνολικής εγγύησης.

Για τα «ευαίσθητα» εμπορεύματα, που αποτέλεσαν αντικείμενο σημαντικής απάτης κατά το παρελθόν, η παράγραφος 7 ορίζει ότι είναι δυνατόν να απαγορευθεί προσωρινά η χρησιμοποίηση της συνολογικής εγγύησης και επομένως να απαιτηθεί ατομική εγγύηση.

Αυτή η διαβάθμιση των μέτρων που έχουν σχέση με τη χρησιμοποίηση της συνολικής εγγύησης παρουσιάζεται σε μια νέα αιτιολογική σκέψη 3 του κανονισμού. Η παράγραφος αυτή εξηγεί τον προοδευτικό χαρακτήρα των μέτρων που μπορεί να ληφθούν, ταυτόχρονα δε τον τρόπο εφαρμογής τους εν αναφορά προς τις αρχές που εξαγγέλλονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 94, ήτοι λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαίτερη κατάσταση ορισμένων επιχειρηματιών οι οποίοι θα ανταποκρίνονται σε κριτήρια που μένει να προσδιορισθούν. Η ίδια αιτιολογική σκέψη εισάγει επιπλέον ως αρχή ότι θα πρέπει να προβλεφθούν διοικητικές απλουστεύσεις για τους επιχειρηματίες στην περίπτωση που θα απαιτηθεί προσωρινά ατομική εγγύηση.

6. Ως προς την τροπολογία αριθ. 5, η οποία έγινε δεκτή από την Επιτροπή, το Συμβούλιο ακολούθησε ακριβώς τη γνώμη του Κοινοβουλίου, με την επιφύλαξη μιας συντακτικής μόνον τροποποίησης της νέας παραγράφου 2.

7. Ως προς την τροπολογία αριθ. 6 επίσης, την οποία δέχθηκε η Επιτροπή, το Συμβούλιο ακολούθησε τη γνώμη του Κοινοβουλίου που επιθυμεί να παραμείνει ως έχει το άρθρο 96.

8. Σχετικά με την τροπολογία αριθ. 7, η οποία δεν υιοθετήθηκε από την Επιτροπή στην τροποποιημένη πρότασή της, το Συμβούλιο ακολούθησε ακριβώς τις τροπολογίες του Κοινοβουλίου όσον αφορά τις νέες παραγράφους 1, 2 και 4, δεν δέχθηκε όμως την τροπολογία με την οποία εισάγεται μια νέα παράγραφος 3, λόγω της περιορισμένης εμβέλειας των διμερών ή πολυμερών διακανονισμών σε θέματα απλουστευμένης διαδικασίας. Οι διακανονισμοί αυτοί άλλωστε θα πρέπει ούτως ή άλλως να κοινοποιούνται στην Επιτροπή.

Τέλος, εφιστάται η προσοχή στις τροποποιήσεις που επέφερε το Συμβούλιο στο άρθρο 192 παράγραφος 1 και στο άρθρο 215 του κώδικα, οι οποίες ως προς την ουσία αντιστοιχούν σε μεγάλο βαθμό στην αρχική πρόταση της Επιτροπής, για την οποία, ως προς τα σημεία αυτά, δεν παρουσίασε τροπολογίες το Κοινοβούλιο.

IV. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Το Συμβούλιο κρίνει ότι η κοινή θέση που υιοθετήθηκε για την έκδοση του κανονισμού περί διαμετακόμισης ανταποκρίνεται στους επιδιωκόμενους σκοπούς, όπως αυτοί περιγράφονται στο σημείο II, ιδίως ως σημαντικό μέσο καταπολέμησης της απάτης.

Για την επίτευξη αυτών των στόχων, το Συμβούλιο δέχθηκε το ουσιαστικότερο μέρος των τροπολογιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

(1) ΕΕ C 337 της 7.11.1997, σ. 52.

(2) ΕΕ C 37 της 1.3.1998, σ. 17.