51997PC0644

Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 82/714/ΕΟΚ της 4ης Οκτωβρίου 1982 περί θεσπίσεως τεχνικών προδιαγραφών για τα πλοία εσωτερικής ναυσιπλοΐας /* COM/97/0644 τελικό - SYN 97/0335 */

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 105 της 06/04/1998 σ. 0001


Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 82/714/ΕΟΚ περί θεσπίσεως τεχνικών προδιαγραφών για τα πλοία εσωτερικής ναυσιπλοΐας (98/C 105/01) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) COM(97) 644 τελικό - 97/0335 (SYN)

(Υποβλήθηκε από την Επιτροπή στις 9 Δεκεμβρίου 1997)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 75 παράγραφος 1,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,

σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 189Γ της συνθήκης, σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

Εκτιμώντας:

ότι η οδηγία 82/714/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 4ης Οκτωβρίου 1982, περί θεσπίσεως τεχνικών προδιαγραφών για τα πλοία εσωτερικής ναυσιπλοΐας (1), εισάγει εναρμονισμένους όρους για την έκδοση τεχνικών πιστοποιητικών για πλοία εσωτερικής ναυσιπλοΐας σε όλα τα κράτη μέλη 7 ότι προς το συμφέρον της ασφάλειας οι όροι αυτοί πρέπει να προσαρμοσθούν στην τεχνική πρόοδο με συνεκτίμηση επίσης των αλλαγών στο δίκτυο εσωτερικών πλωτών οδών της Κοινότητας 7

ότι οι όροι και οι τεχνικές προδιαγραφές για την έκδοση πιστοποιητικών εσωτερικής ναυσιπλοΐας δυνάμει του άρθρου 22 της αναθεωρημένης σύμβασης για τη ναυσιπλοΐα στο Ρήνο αναθεωρήθηκαν από την 1η Ιανουαρίου 1995 7 ότι για λόγους ανταγωνισμού και ασφάλειας πρέπει να προσαρμοσθεί το πεδίο και το περιεχόμενο των εν λόγω τεχνικών προδιαγραφών για το σύνολο του κοινοτικού δικτύου 7

ότι τα κοινοτικά πιστοποιητικά εσωτερικής ναυσιπλοΐας τα οποία βεβαιώνουν την πλήρη συμμόρφωση προς τις αναθεωρημένες τεχνικές προδιαγραφές που αναφέρονται παραπάνω πρέπει να ισχύουν για όλες τις εσωτερικές πλωτές οδούς της Κοινότητας 7

ότι πρέπει να διασφαλισθεί μεγαλύτερος βαθμός εναρμόνισης μεταξύ των όρων χορήγησης συμπληρωματικών κοινοτικών πιστοποιητικών από τα κράτη μέλη για τη χρησιμοποίηση των εσωτερικών πλωτών οδών στις ζώνες 1 και 2 (εκβολές ποταμών) καθώς και για τη χρησιμοποίηση των εσωτερικών πλωτών οδών της ζώνης 4 7

ότι πρέπει να προβλεφθεί ένα μεταβατικό καθεστώς για πλοία σε υπηρεσία τα οποία δεν θα είναι εφοδιασμένα με κοινοτικό πιστοποιητικό εσωτερικής ναυσιπλοΐας όταν θα υποβληθούν σε μία πρώτη τεχνική επιθεώρηση σύμφωνα με τις αναθεωρημένες τεχνικές προδιαγραφές οι οποίες προβλέπονται από την παρούσα οδηγία 7

ότι πρέπει, εντός ορισμένων ορίων και σύμφωνα με την κατηγορία του ενδιαφερόμενου πλοίου, να ορισθεί η περίοδος ισχύος των κοινοτικών πιστοποιητικών για κάθε συγκεκριμένη περίπτωση 7

ότι είναι απαραίτητο, προκειμένου να διασφαλισθεί ταχύτερη προσαρμογή των παραρτημάτων της οδηγίας στην τεχνική πρόοδο, να θεσπισθούν διαδικασίες για το σκοπό αυτό σύμφωνα με την απόφαση 87/373/ΕΟΚ του Συμβουλίου (2) 7

ότι είναι απαραίτητο τα μέτρα τα οποία προβλέπονται από την οδηγία 76/135/ΕΟΚ, της 20ής Ιανουαρίου 1976, περί αμοιβαίας αναγνωρίσεως των πιστοποιητικών αξιοπλοΐας πλοίων εσωτερικής ναυσιπλοΐας (3), να παραμείνουν εν ισχύ για τα πλοία τα οποία καλύπτονται από την εν λόγω οδηγία και δεν καλύπτονται από την παρούσα οδηγία,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Η οδηγία 82/714/ΕΟΚ τροποποιείται ως εξής:

1. Η τρίτη περίπτωση του άρθρου 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«- ζώνη 4: όλες οι άλλες πλωτές οδοί της Κοινότητας, οι οποίες περιλαμβάνονται στο κεφάλαιο III του παραρτήματος I.»

2. Το άρθρο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται:

- σε πλοία μήκους 20 μέτρων και άνω,

- σε πλοία των οποίων το γινόμενο L Χ B Χ T, όπως οριζεται στο παράρτημα II άρθρο 1.01, φθάνει ή υπερβαίνει τα 100 m³,

- στα ρυμουλκά και ωστικά ρυμουλκά, συμπεριλαμβανομένων εκείνων των οποίων το μήκος δεν υπερβαίνει τα 20 μέτρα ή το γινόμενο L Χ B Χ T των οποίων, όπως ορίζεται στο παράρτημα II άρθρο 1.01, δεν υπερβαίνει τα 100 m³, εάν είναι κατασκευασμένα για να ρυμουλκούν, να ωθούν ή να ρυμουλκούν με πλαγιοδέτηση πλοία του τύπου που αναφέρεται στην πρώτη περίπτωση.

2. Εξαιρούνται από την παρούσα οδηγία:

- τα επιβατηγά πλοία τα οποία προορίζονται για τη μεταφορά 12 ατόμων κατά ανώτατο όριο επιπλέον του πληρώματος,

- τα πορθμεία,

- τα σκάφη αναψυχής των οποίων το μήκος δεν υπερβαίνει τα 24 μέτρα,

- τα υπηρεσιακά πλοία των αρχών ελέγχου και τα πλοία της πυροσβεστικής υπηρεσίας,

- τα πολεμικά πλοία,

- τα ποντοπόρα πλοία, συμπεριλαμβανομένων των ρυμουλκών και των ωστικών ρυμουλκών που κυκλοφορούν ή σταθμεύουν στις θαλάσσιες εκβολές των ποταμών ή που βρίσκονται προσωρινά σε εσωτερικές πλωτές οδούς και τα οποία είναι εφοδιασμένα με τα ακόλουθα έγκυρα πιστοποιητικά ναυσιπλοΐας ή ασφάλειας:

- πιστοποιητικό το οποίο αποδεικνύει συμμόρφωση με τη διεθνή σύμβαση για την ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής στην θάλασσα (SOLAS) του 1974, όπως τροποποιήθηκε, ή ισοδύναμο πιστοποιητικό το οποίο αποδεικνύει τη συμμόρφωση με τη διεθνή σύμβαση για τις γραμμές φόρτισης του 1966, όπως τροποποιήθηκε, ή ισοδύναμο, και διεθνές πιστοποιητικό πρόληψης ρύπανσης από πετρέλαιο (IOPP) το οποίο αποδεικνύει συμμόρφωση προς τη διεθνή συμφωνία για την πρόληψη της ρύπανσης της θάλασσας από πλοία (MARPOL), όπως τροποποιήθηκε,

ή

- για επιβατηγά πλοία τα οποία δεν καλύπτονται από όλες τις παραπάνω συμβάσεις, πιστοποιητικό το οποίο εκδόθηκε σύμφωνα με την οδηγία 98/. . ./ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τους κανόνες ασφαλείας και τα πρότυπα για επιβατηγά πλοία.»

3. Η πρώτη και η δεύτερη περίπτωση του άρθρου 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«- πιστοποιητικό που χορηγείται δυνάμει του άρθρου 22 της αναθεωρημένης σύμβασης για τη ναυσιπλοΐα στο Ρήνο ή κοινοτικό πιστοποιητικό εσωτερικής ναυσιπλοΐας, το οποίο χορηγήθηκε μετά την 1η Ιουλίου 1998 σύμφωνα με το άρθρο 8 το οποίο βεβαιώνει πλήρη συμμόρφωση του πλοίου προς τις τεχνικές προδιαγραφές του παραρτήματος II, όταν χρησιμοποιούν τις πλωτές οδούς της ζώνης R,

- κοινοτικό πιστοποιητικό για πλοία εσωτερικής ναυσιπλοΐας, το οποίο χορηγείται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας και τις τεχνικές προδιαγραφές του παραρτήματος II όταν χρησιμοποιούν τις πλωτές οδούς των άλλων ζωνών.»

4. Το άρθρο 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Κάθε κράτος μέλος, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της αναθεωρημένης σύμβασης για την ναυσιπλοΐα στο Ρήνο και με την αίρεση της έγκρισης της Επιτροπής η οποία ενεργεί σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 19 παράγραφος 3 μπορεί να θεσπίσει τεχνικές προδιαγραφές πρόσθετες των προδιαγραφών του παραρτήματος II για πλοία που χρησιμοποιούν τις πλωτές οδούς των ζωνών 1 και 2 οι οποίες βρίσκονται στο έδαφός του.

Οι πρόσθετες αυτές προδιαγραφές περιορίζονται σε θέματα τα οποία αναφέρονται στο παράρτημα Vα και καταρτίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του.

2. Η συμμόρφωση προς τις πρόσθετες αυτές προδιαγραφές αναγράφεται στο κοινοτικό πιστοποιητικό του άρθρου 3 ή, στην περίπτωση που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 στο συμπληρωματικό κοινοτικό πιστοποιητικό. Αυτή η απόδειξη της συμμόρφωσης θα αναγνωρίζεται στις κοινοτικές εσωτερικές πλωτές οδούς της αντίστοιχης ζώνης.

3. Κάθε κράτος μέλος, με την αίρεση της έγκρισης της Επιτροπής η οποία ενεργεί σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 19 παράγραφος 3 μπορεί να επιτρέψει μείωση των τεχνικών προδιαγραφών του παραρτήματος II για πλοία τα οποία χρησιμοποιούν αποκλειστικά πλωτές οδούς της ζώνης 4 στο έδαφός του. Η μείωση αυτή περιορίζεται στα θέματα τα οποία αναφέρονται στο παράρτημα Vβ. Όταν τα τεχνικά χαρακτηριστικά του πλοίου αντιστοιχούν στις μειωμένες αυτές τεχνικές προδιαγραφές θα αναγράφεται στο κοινοτικό πιστοποιητικό ή, όπου ισχύει το άρθρο 4, παράγραφος 2, στο συμπληρωματικό κοινοτικό πιστοποιητικό, ότι η ισχύς του περιορίζεται στις ενεχόμενες πλωτές οδούς της ζώνης 4.»

5. Στο άρθρο 8 παράγραφος 2 προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:

«Σε περίπτωση κατά την οποία η πρώτη τεχνική αυτή επιθεώρηση διενεργείται μετά την 1η Ιουλίου 1998, η μη συμμόρφωση προς τις προδιαγραφές του παραρτήματος II θα αναγράφεται στο κοινοτικό πιστοποιητικό. Με την προϋπόθεση ότι οι αρμόδιες αρχές κρίνουν ότι οι ανεπάρκειες αυτές δεν συνιστούν έκδηλο κίνδυνο, η λειτουργία μπορεί να συνεχίσει έως ότου τα εξαρτήματα ή μέρη του πλοίου τα οποία έχουν πιστοποιηθεί ως μη συμμορφούμενα προς τις προδιαγραφές αντικατασταθούν ή τροποποιηθούν, οπότε πλέον τα εν λόγω εξαρτήματα ή μέρη οφείλουν να συμμορφώνονται προς τις προδιαγραφές του παραρτήματος II.

Η αντικατάσταση υπαρχόντων τμημάτων με παρόμοια τμήματα ή τμήματα ισοδύναμης τεχνολογίας και σχεδιασμού κατά τη διάρκεια συνήθων επισκευών και συντηρήσεων δεν θεωρούνται ως αντικατάσταση υπό την έννοια της παρούσας παράγραφου.»

6. Στο άρθρο 8 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«4. Το κοινοτικό πιστοποιητικό χορηγείται σε σκάφη τα οποία αρχικά αποκλείονταν από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας και τα οποία εντάχθηκαν στο πεδίο εφαρμογής της λόγω της τροποποίησης των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 2 που επέφερε η οδηγία 98/. . ./ΕΚ, μετά από τεχνική επιθεώρηση η οποία διενεργείται μετά την εκπνοή του ισχύοντος πιστοποιητικού του σκάφους, οπωσδήποτε όμως όχι μετά την 30ή Ιουνίου 2008, με αντικείμενο τη διαπίστωση της συμμόρφωσης του πλοίου στις προδιαγραφές του παραρτήματος II. Οποιαδήποτε μη συμμόρφωση προς τις εν λόγω προδιαγραφές θα αναγράφεται στο κοινοτικό πιστοποιητικό. Με την προϋπόθεση ότι οι αρμόδιες αρχές κρίνουν ότι οι ανεπάρκειες αυτές δεν συνιστούν έκδηλο κίνδυνο, η λειτουργία μπορεί να συνεχίσει έως ότου τα εξαρτήματα ή μέρη του πλοίου τα οποία έχουν πιστοποιηθεί ως μη συμμορφούμενα προς τις προδιαγραφές αντικατασταθούν ή τροποποιηθούν, οπότε πλέον τα εν λόγω εξαρτήματα ή μέρη οφείλουν να συμμορφώνονται προς τις προδιαγραφές του παραρτήματος II.

Η αντικατάσταση υπαρχόντων τμημάτων με παρόμοια τμήματα ή τμήματα ισοδύναμης τεχνολογίας και σχεδιασμού κατά τη διάρκεια συνήθων συντηρήσεων δεν θεωρείται ως αντικατάσταση υπό την έννοια της παρούσας παραγράφου.»

7. Το άρθρο 11 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Η αρχή η οποία είναι αρμόδια για να χορηγεί το κοινοτικό πιστοποιητικό καθορίζει, σε κάθε ειδική περίπτωση, την περίοδο ισχύος του πιστοποιητικού αυτού. Πάντως, η περίοδος αυτή δεν πρέπει να υπερβαίνει τα πέντα έτη για τα επιβατηγά πλοία ή τα δέκα έτη για τα υπόλοιπα πλοία.

2. Κάθε κράτος μέλος μπορεί, στις περιπτώσεις οι οποίες ορίζονται στα άρθρα 12 και 16 της παρούσας οδηγίας και στο άρθρο 2.05 του παραρτήματος II, να χορηγεί προσωρινά κοινοτικά πιστοποιητικά, η περίοδος ισχύος των οποίων δεν μπορεί να υπερβαίνει τους έξι μήνες.»

8. Στο άρθρο 13 προστίθεται η ακόλουθη φράση.

«Εντούτοις, αναφορικά με την ανανέωση των κοινοτικών πιστοποιητικών τα οποία εκδόθηκαν πριν από την 1η Ιουλίου 1998, εφαρμόζονται οι μεταβατικές διατάξεις του κεφαλαίου 24 του παραρτήματος II.»

9. Η πρώτη φράση της δεύτερης παραγράφου του άρθρου 15 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ύστερα από την επιθεώρηση αυτή χορηγείται νέο πιστοποιητικό το οποίο αναγράφει τα τεχνικά χαρακτηριστικά του πλοίου ή το υπάρχον πιστοποιητικό τροποποιείται ανάλογα.»

10. Το άρθρο 19 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Η Επιτροπή υιοθετεί οποιεσδήποτε τροποποιήσεις είναι απαραίτητες για την προσαρμογή των παραρτημάτων της οδηγίας στην τεχνική πρόοδο, στις εξελίξεις στον τομέα οι οποίες οφείλονται στις εργασίες άλλων διεθνών οργανισμών, ιδιαίτερα της Κεντρικής Επιτροπής για τη Ναυσιπλοΐα στο Ρήνο, προκειμένου να διασφαλισθεί ότι τα δύο πιστοποιητικά τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 3 πρώτη περίπτωση εκδίδονται σύμφωνα με τεχνικές προδιαγραφές οι οποίες διασφαλίζουν ένα ισοδύναμο επίπεδο ασφάλειας ή προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι περιπτώσεις οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 5, σύμφωνα με τη διαδικασία των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου.

2. Την Επιτροπή υποβοηθεί επιτροπή η οποία συστήνεται σύμφωνα με το άρθρο 7 της οδηγίας 91/672/ΕΟΚ (*) του Συμβουλίου η οποία στη συνέχεια αποκαλείται "η επιτροπή".

3. Ο εκπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλει στην επιτροπή σχέδιο των μέτρων τα οποία πρέπει να ληφθούν. Η επιτροπή εκδίδει τη γνώμη της όσον αφορά το σχέδιο εντός προθεσμίας την οποία ο πρόεδρος ορίζει ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος, ενδεχομένως μετά από ψηφοφορία. Η γνώμη καταχωρείται στα πρακτικά. Επιπλέον, κάθε κράτος μέλος έχει το δικαίωμα να ζητήσει να καταχωρηθεί η θέση του στα πρακτικά. Η Επιτροπή δίνει τη μεγαλύτερη δυνατή βαρύτητα στη γνώμη της επιτροπής. Ενημερώνει την επιτροπή για τον τρόπο με τον οποίο έλαβε υπόψη τη γνώμη αυτή.

(*) ΕΕ L 373 της 31.12.1991 σ. 29.»

11. Το άρθρο 20 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Στα πλοία τα οποία δεν υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 2 παράγραφος 1, τα οποία δεν μπορεί να υπαχθούν όμως στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 1α της οδηγίας 76/135/ΕΟΚ, εφαρμόζονται οι διατάξεις της τελευταίας οδηγίας.»

12. Τα παραρτήματα I, II και III αντικαθίστανται από τις νέες εκδοχές που περιλαμβάνονται στο παράρτημα το οποίο συνάπτεται στην παρούσα οδηγία. Τα παραρτήματα Vα, Vβ και VI, τα οποία περιλαμβάνονται στο παράρτημα της παρούσας πρότασης, προστίθενται στην οδηγία.

Άρθρο 2

1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ, το αργότερο μέχρι την 1η Ιουλίου 1998, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές, και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία. Εφαρμόζουν τις εν λόγω νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις από την 1η Ιουλίου 1998.

2. Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις της αναφοράς αυτής καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

3. Τα κράτη μέλη καθορίζουν καθεστώς κυρώσεων για την παραβίαση των εθνικών διατάξεων του θεσπίζονται κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και προβαίνουν στις αναγκαίες ενέργειες ώστε να εξασφαλίσουν την πραγματική εκτέλεση των κυρώσεων. Οι κυρώσεις αυτές είναι αποτελεσματικές, ανάλογες της σοβαρότητας της παραβίασης, και έχουν αποτρεπτικό χαρακτήρα.

4. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των κυριότερων εθνικών νομοθετικών διατάξεων που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη σχετικά.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

(1) ΕΕ L 301 της 28.10.1982, σ. 1.

(2) ΕΕ L 197 της 18.7.1987, σ. 33.

(3) ΕΕ L 21 της 29.1.1976, σ. 10.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΠΛΩΤΩΝ ΟΔΩΝ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΔΙΚΤΥΟΥ ΚΑΤΑΝΕΜΗΜΕΝΩΝ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ ΣΕ ΖΩΝΕΣ 1, 2, 3 ΚΑΙ 4

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Ζώνη 1

Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας

Ems: από την γραμμή που συνδέει τους φάρους του Delfzijl και του Knock με κατεύθυνση από τα ανοικτά μέχρι 53° 30' Β γεωγραφικό πλάτος και 6° 45' Α (δηλαδή κάπως ανοικτά της ζώνης μεταφόρτωσης για τα πλοία μεταφοράς φορτίου εις χύμα στο Alte Ems, λαμβάνοντας υπόψη τη συμφωνία Ems-Dollard.

Ζώνη 2

Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας

Ems: από τη γραμμή που εκτείνεται από την είσοδο του λιμένα προς το Papenburg διασχίζοντας το Ems, η οποία συνδέει τις αντλητικές εγκαταστάσεις του Diemen (Diemer Schφpfwerk) και την είσοδο του προχώματος του Halte τη γραμμή που συνδέει τους φάρους του Delfzijl και του Knock, λαμβάνοντας υπόψη τη συμφωνία Ems-Dollard.

Jade: μέσα από τη γραμμή που συνδέει τον ανώτατο φανό του Schillinghφrn και το κωδωνοστάσιο του Langwarden.

Weser: από τη σιδηροδρομική γέφυρα της Βρέμης μέχρι τη γραμμή που συνδέει τα κωδωνοστάσια του Langwarden και του Kappel στον δευτερεύοντα βραχίονα Schwerburg, συμπεριλαμβανομένων και των δευτερευόντων βραχιόνων Kleine Weser, Rekumder-Loch, και Rechter Nebenarm.

Elbe: από το χαμηλότερο όριο στο λιμάνι του Αμβούργου μέχρι τη γραμμή που συνδέει τον σφαιρικό σημαντήρα του Dφse και το βορειοδυτικό ακρωτήριο του Hohe Ufer (Dieksand) με τους παραπόταμους Este, Lόhe, Schwinge, Oste, Pinnau, Krόckau και Stφr (πάντα από το πρόχωμα του φράγματος προς το στόμιο), συμπεριλαμβανομένου και του Nebenelbe.

Meldorfer Bucht: μέσα από τη γραμμή που συνδέει το βορειοδυτικό ακρωτήριο του Hohe Ufer (Dieksand) και την άλλη άκρη του δυτικού μόλου Bόsum.

Flensburger Fφrde: μέσα από τη γραμμή που συνδέει το φάρο Kegnas και το Birknack.

Eckernfφrder Bucht: μέσα από τη γραμμή που συνδέει το Bocknis-Eck και το βορειοανατολικό ακρωτήριο στο Dδnisch Nienhof.

Kieler Fφrde: μέσα από τη γραμμή που συνδέει το φάρο Bόlk και το μνημείο πεσόντων του ναυτικού του Laboc.

Leda: από την είσοδο του προλιμένα της θαλάσσιας λεκάνης ανύψωσης του Leer μέχρι τις εκβολές.

Hunte: από το λιμάνι του Oldenburg και 140 μέτρα από τη γέφυρα της Αμαλίας (Amalienbrόcke) στο Oldenburg (προς την κατεύθυνση του ρεύματος) μέχρι τις εκβολές.

Lesum: από τη σιδηροδρομική γέφυρα του Bremen-Burg μέχρι τις εκβολές.

Este: από το Sperrtor (θύρα φράγματος) του Buxtchude μέχρι το πρόχωμα του φράγματος του Este.

Lόhe: από το μύλο που βρίσκεται 250 μέτρα μετά την οδική γέφυρα μεταξύ Marschdamm και Horneburg ανάντη μέχρι το πρόχωμα του φράγματος του Lόhe.

Schwinge: από τη γέφυρα πεζών μετά τον πύργο του Gόldenstern στο Stade κατάντη μέχρι το πρόχωμα του φράγματος του Schwinge.

Freiburger-Hafenpriel: από τις λεκάνες ανύψωσης των υδάτων του Freiburg/Elbe μέχρι τις εκβολές.

Oste: από το φράγμα του μύλου του Bremervorde μέχρι το πρόχωμα του φράγματος του Oste.

Pinnau: από τη σιδηροδρομική γέφυρα του Pinneberg μέχρι το πρόχωμα του φράγματος του Pinnau.

Krόckau: από το νερόμυλο του Elmshorn μέχρι το πρόχωμα του φράγματος του Krόckau.

Stφr: από το Pegel Rensing μέχρι το πρόχωμα του φράγματος του Stφr.

Eider: από το κανάλι του Gieselau μέχρι το πρόχωμα του φράγματος του Eider.

Nord-Ostsee-Kanal: (κανάλι του Κίελου): από τη γραμμή που συνδέει τις άκρες των μόλων του Brunsbόttel μέχρι τη γραμμή που συνδέει τους φανούς εισόδου του Kiel-Holtenau, και οι λίμνες Schirnauer See, Bergstedter See, Audorfer See, Obereidersee με το Enge, το πλόιμο λιμάνι του Achterwehrer και η λίμνη Flemhuder See.

Trave: από τη σιδηροδρομική γέφυρα και από τη γεφυρά Holsten (Stadttrave) στο Lόbeck μέχρι τη γραμμή που συνδέει τις δύο εξωτερικές άκρες των μόλων του Travemόnde, και το Pftenitzer Wick και η λίμνη Dassower See.

Schlei: μέσα από τη γραμμή που συνδέει τις άκρες των μόλων του Schleimόnde.

Wismarbucht, Kirchsee.

Breitling, Salzhaff και λιμένας του Wismar: προς τη θάλασσα από τις γραμμές που συνδέουν το Hohen Wieschendorf Huk και τα φώτα του Timmendorf και τα φώτα του Gollwitz στη νήσο Poel και το νότιο άκρο της χερσονήσου Wustrow.

Unterwarnow και Breitling: προς τη θάλασσα από τη γραμμή που συνδέει τα νοτιότερα σημεία του δυτικού, μέσου και ανατολικού μόλου του Warnemόnde.

Τα ύδατα που περικλείονται από την ήπειρο και τις χερσονήσους Darί και Zingst και τις νήσους Hiddensee και Rόgen (συμπεριλαμβανομένου του λιμένα του Stralsund): προς την ανοικτή θάλασσα μέχρι:

- το πλάτος 54° 27' Β μεταξύ της χερσονήσου Zingst και της νήσου Bock

- τη γραμμή που συνδέει το βόρειο άκρο της νήσου Bock με το νότιο άκρο της νήσου Hiddensee

- τα νησιά Hiddensee και Rόgen (Bug), τη γραμμή που συνδέει το νοτιοανατολικό άκρο του Neubessin με το Buger Haken.

Greifswald Bodden και λιμένας του Greifswald (με το Ryck): προς την ανοικτή θάλασσα μέχρι την γραμμή που συνδέει το ανατολικό άκρο του Thiessower Haken (Sόdperd) με το ανατολικό άκρο της νήσου Ruden και μέχρι το νότιο άκρο της νήσου Usedom (54° 10' 37″ B, 13° 47' 51″ A).

Τα ύδατα που περικλείονται από την ήπειρο και την νήσο Usedom (ποταμός Peene συμπεριλαμβανομένων του λιμένα Wolgast, των κλειστών νερών, και της λιμνοθάλασσας του Stettin): προς ανατολάς μέχρι τη γραμμή των γερμανοπολωνικών συνόρων που διασχίζει τη λιμνοθάλασσα του Stettin.

Γαλλική Δημοκρατία

Seine: μετά τη γέφυρα Jeanne d'Arc στη Rouen.

Garonne και Gironde μετά την πέτρινη γέφυρα στο Bordeaux κατάντη.

Rhτne: μετά τη γέφυρα Trinquetaille στην Arles, προς την κατεύθυνση του ρεύματος και πέρα προς τη Μασσαλία.

Dordogne: κατάντη από την πέτρινη γέφυρα στο Libourne.

Loire: κατάντη από τη γέφυρα Haudaudine του βραχίονα του Madeleine και κατάντη από τη γέφυρα Pirmil στον βραχίονα του Pirmil.

Βασίλειο των Κάτω Χωρών

Dollard.

Ems.

Waddenzee: συμπεριλαμβανομένων και των συνδέσμων με τη Βόρεια Θάλασσα.

Ijsselmeer: συμπεριλαμβανομένου του Markermeer και του Ijmeer, όχι όμως του Gouwzee.

Το Waterweg του Ρότερνταμ και ο Scheur.

Το δυτικό Caland Kanaal από το λιμένα του Benelux.

Hollandsch Diep.

Breediep, Beerkanaal και οι συνδεδεμένοι λιμένες του.

Haringvliet και Vuile Gat: συμπεριλαμβανομένων των πλωτών οδών που βρίσκονται μεταξύ, αφενός, Goeree-Overflakkee και, αφετέρου, Voorne-Putten και Hoekse Waard.

Hellegat.

Volkerak.

Krammer.

Grevelingenmeer και Brouwerschavense Gat: συμπεριλαμβανομένων όλων των πλωτών οδών μεταξύ Schouwen-Duiveland και Goeree-Overflakkee.

Keten, Mastgat, Zijpe, Ανατολικός Escaut και Roompot: συμπεριλαμβανομένων όλων των πλωτών οδών που βρίσκονται μεταξύ, αφενός, Walcheren, Βόρειου Beveland και Νότιου Beveland και, αφετέρου, Schouwen-Duiveland και Tholen εκτός από το κανάλι Escaut-Ρήνου.

Escaut και Δυτικός Escaut και οι θαλάσσιες εκβολές του, συμπεριλαμβανομένων των πλωτών οδών που βρίσκονται μεταξύ της Ζηλανδικής Φλάνδρας αφενός και του Walchern και του Νότιου Beveland εκτός από το κανάλι Escaut-Ρήνου αφετέρου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

Ζώνη 3

Δημοκρατία της Αυστρίας

Δούναβης: από το σύνορα με τη Γερμανία έως τα σύνορα με τη Σλοβακία.

Inn: από τις εκβολές μέχρι το σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας του Passau-Ingling.

Traun: από τις εκβολές έως το km 1,80.

Enns: από τις εκβολές έως το km 2,70.

March: έως km 6,00.

Βασίλειο του Βελγίου

Schelde Maritime (κατάντη του όρμου της Αμβέρσας).

Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας

Δούναβης: από το Kelheim (km 2 414,72) μέχρι τα γερμανοαυστριακά σύνορα.

Ρήνος: από τα γερμανοελβετικά σύνορα μέχρι τα γερμανοολλανδικά σύνορα.

Έλβας: την εκβολή του Elbe-Seiten-Canal, το χαμηλότερο όριο του λιμανιού του Αμβούργου.

Mόritz.

Γαλλική Δημοκρατία

Ρήνος.

Βασίλειο των Κάτω Χωρών

Ρήνος.

Sneekermeer, Koevordermeer, Heegermeer, Fluessen, Slotermeer, Tjeukemeer, Beulakkerwijde, Belterwijde, Ramsdiep, Ketelmeer, Zwartenmeer, Veluwemeer, Eemmeer, Alkmaardermeer, Gouwzee, Buiten Ij, afesloten Ij, Noordzeekanaal, λιμάνι του Ijmuiden, Λιμενικός τομέας του Ρότερνταμ, Nieuwe Maas, Noord, Oude Maas, Beneden Merwede, Nieuwe Merwede, Dordische Kil, Boven Merwede, Waal, Bijlandsch Canal, Boven Rijn, Pannersdensch Canal, Gledersche Ijssel, Neder Rijn, Lek, κανάλι του Άμστερνταμ Ρήνου, Veerse Meer, Κανάλι Escaut-Ρήνου μέχρι τις εκβολές στο Volkerak, Amer, Bergsche Maas, ο Meuse κάτω του Venlo, Gooimeer, Europort, Calandkanaal (ανατολικά του λιμένα Benelux), Hartelkanaal.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

Ζώνη 4

Δημοκρατία της Αυστρίας

Thaya: μέχρι το Bernhardsthal.

March: άνω του km 6,00.

Βασίλειο του Βελγίου

Όλο το βελγικό δίκτυο, εκτός από την οδό της ζώνης 3.

Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας

Όλες οι ομοσπονδιακές πλωτές οδοί, εκτός από τις οδούς 1, 2 και 3.

Γαλλική Δημοκρατία

Όλο το γαλλικό δίκτυο, εκτός από τις οδούς των ζωνών 1, 2 και 3.

Βασίλειο των Κάτω Χωρών

Όλοι οι άλλοι ποταμοί, κανάλια και εσωτερικές θάλασσες που δεν αναφέρονται στις ζώνες 1, 2 και 3

Ιταλική Δημοκρατία

Πάδος: από την Piacenza μέχρι την εκβολή.

Κανάλι Μιλάνου-Κρεμόνας, ποταμός Πο: το τελικό τμήμα 15 km που συνδέεται με τον Πο.

Ποταμός Mincio: από τη Mantua, Governolo μέχρι τον Πο.

Υδραγωγός Φεράρας: από τον Πάδο (Pontelagoscuro), Φεράρα μέχρι το Porto Garibaldi (πλωτή οδός της Φεράρας).

Κανάλια του Brondolo και του Valle: από τον Πάδο μέχρι την λιμνοθάλασσα της Βενετίας.

Κανάλι Fissero-Tartaro-Canalbianco: από την Adria μέχρι τον ανατολικό Πάδο.

Παραλία της Βενετίας: από τη λιμνοθάλασσα της Βενετίας μέχρι το Grado.

Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου

Moselle.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΕΛΑΧΙΣΤΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΠΛΟΙΑ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΝ ΤΙΣ ΠΛΩΤΕΣ ΟΔΟΥΣ ΤΩΝ ΖΩΝΩΝ 1, 2, 3 ΚΑΙ 4

ΜΕΡΟΣ I

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΓΕΝΙΚΑ

Άρθρο 1.01 Ορισμοί

Για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας χρησιμοποιούνται οι ακόλουθοι όροι:

Είδη σκάφους

1. «Σκάφος» σημαίνει πλοίο ή πλωτός εξοπλισμός.

2. «Πλοίο» σημαίνει πλοίο εσωτερικής ναυσιπλοΐας ή ποντοπόρο πλοίο.

3. «Πλοίο εσωτερικής ναυσιπλοΐας» σημαίνει ένα πλοίο προοριζόμενο αποκλειστικά ή κυρίως για ναυσιπλοΐα σε εσωτερικές πλωτές οδούς.

4. «Ποντοπόρο πλοίο» σημαίνει ένα πλοίο αναγνωρισμένο και προοριζόμενο κυρίως για ναυσιπλοΐα στις ανοικτές θάλασσες ή ακτοπλοΐα.

5. «Αυτοκινούμενο πλοίο» σημαίνει ένα κοινό αυτοκινούμενο πλοίο ή αυτοκινούμενη δεξαμενή.

6. «Αυτοκινούμενη δεξαμενή» σημαίνει ένα πλοίο που προορίζεται για τη μεταφορά εμπορευμάτων μέσα σε σταθερές δεξαμενές και που είναι κατασκευασμένο για ανεξάρτητη ναυσιπλοΐα με τα δικά του μηχανικά μέσα πρόωσης.

7. «Κοινό αυτοκινούμενο πλοίο» σημαίνει ένα πλοίο, εκτός από τις αυτοκινούμενες δεξαμενές, που προορίζεται για τη μεταφορά εμπορευμάτων και που είναι κατασκευασμένο για ανεξάρτητη ναυσιπλοΐα με τα δικά του μηχανικά μέσα πρόωσης.

8. «Ποταμόπλοιο διώρυγας» σημαίνει ένα πλοίο εσωτερικής ναυσιπλοΐας που δεν υπερβαίνει τα 38,5 m κατά μήκος και τα 5,05 m κατά πλάτος.

9. «Ρυμουλκό» σημαίνει ένα πλοίο που είναι ειδικά κατασκευασμένο για να ρυμουλκεί.

10. «Ωστικό ρυμουλκό» σημαίνει ένα πλοίο που είναι ειδικά κατασκευασμένο για να ωθεί μία ωθούμενη συνοδεία.

11. «Μαούνα» σημαίνει μία κοινή μαούνα ή μαούνα-δεξαμενή.

12. «Μαούνα-δεξαμενή» σημαίνει ένα πλοίο που προορίζεται για τη μεταφορά εμπορευμάτων σε σταθερές δεξαμενές, είναι κατασκευασμένο για να ρυμουλκείται και δεν είναι εφοδιασμένο με μηχανικά μέσα πρόωσης ή είναι εφοδιασμένο με μηχανικά μέσα πρόωσης τα οποία του επιτρέπουν μόνο μικρές μετακινήσεις.

13. «Κοινή μαούνα» σημαίνει ένα πλοίο, εκτός από τις μαούνες-δεξαμενές, που προορίζεται για τη μεταφορά εμπορευμάτων, είναι κατασκευασμένο για να ρυμουλκείται και δεν είναι εφοδιασμένο με μηχανικά μέσα πρόωσης ή είναι εφοδιασμένο με μηχανικά μέσα πρόωσης τα οποία του επιτρέπουν μόνο μικρές μετακινήσεις.

14. «Φορτηγίδα» σημαίνει μία φορτηγίδα-δεξαμενή, κοινή φορτηγίδα ή φορτηγίδα πλοίου.

15. «Φορτηγίδα-δεξαμενή» σημαίνει ένα πλοίο που προορίζεται για τη μεταφορά εμπορευμάτων σε σταθερές δεξαμενές, είναι κατασκευασμένο ή ειδικά διαρρυθμισμένο για να ωθείται και δεν είναι εφοδιασμένο με μηχανικά μέσα πρόωσης ή είναι εφοδιασμένο με μηχανικά μέσα πρόωσης τα οποία του επιτρέπουν μόνο μικρές μετακινήσεις όταν δεν αποτελεί τμήμα ωθούμενης συνοδείας.

16. «Κοινή φορτηγίδα» σημαίνει ένα πλοίο, εκτός από τις φορτηγίδες-δεξαμενές, που προορίζεται για τη μεταφορά εμπορευμάτων, είναι κατασκευασμένο ή ειδικά διαρρυθμισμένο για να ωθείται και δεν είναι εφοδιασμένο με μηχανικά μέσα πρόωσης ή είναι εφοδιασμένο με μηχανικά μέσα πρόωσης τα οποία του επιτρέπουν μόνο μικρές μετακινήσεις όταν δεν αποτελεί τμήμα ωθούμενης συνοδείας.

17. «Φορτηγίδα πλοίου» σημαίνει μία ωθούμενη φορτηγίδα που είναι κατασκευασμένη για να μεταφέρεται πάνω σε ποντοπόρα πλοία και για ναυσιπλοΐα σε εσωτερικές πλωτές οδούς.

18. «Επιβατηγό πλοίο» σημαίνει ένα πλοίο που είναι κατασκευασμένο ή διαρρυθμισμένο για τη μεταφορά περισσότερων των δώδεκα προσώπων.

19. «Πλοίο ημερήσιων εκδρομών» σημαίνει ένα επιβατηγό πλοίο χωρίς καμπίνες για τη διανυκτέρευση επιβατών.

20. «Επιβατηγό πλοίο με καμπίνες» σημαίνει ένα επιβατηγό πλοίο που διαθέτει καμπίνες για διανυκτέρευση επιβατών.

21. «Πλωτός εξοπλισμός» σημαίνει ένα πλωτό υλικό με εγκαταστάσεις που προορίζονται για εργασία, όπως γερανοί, βυθοκόροι, κριοί, ανυψωτήρες.

22. «Σκάφος εργοταξίου» σημαίνει ένα κατάλληλο πλοίο που προορίζεται, σύμφωνα με τον τρόπο ναυπήγησής του και τον εξοπλισμό του, να χρησιμοποιείται σε εργοτάξια, όπως μία βυθοκόρος αποξήρανσης, ένας κάνθαρος ή μία μαούνα-ποντόνι, ένα ποντόνι ή ένα πλοίο τοποθέτησης ογκολίθων.

23. «Αθλητικό σκάφος» σημαίνει ένα πλοίο, εκτός από επιβατηγό, που προορίζεται για αθλητισμό ή αναψυχή.

24. «Πλωτή εγκατάσταση» σημαίνει μία πλωτή εγκατάσταση που, κανονικά, δεν προορίζεται για μετακίνηση, όπως μία εγκατάσταση λουτρού, μία νεωδόχος, μία προβλήτα, ένας νεώσικος.

25. «Πλωτό υλικό» σημαίνει μία σχεδία ή κατασκευή, σύνολο ή αντικείμενο ικανό για ναυσιπλοΐα εκτός από τα πλοία, τους πλωτούς εξοπλισμούς ή τις πλωτές εγκαταστάσεις.

Πρόσδεση σκαφών

26. «Συνοδεία» σημαίνει μία συνοδεία σταθερής σύζευξης ή ρυμουλκούμενης συνοδείας.

27. «Σχηματισμός» σημαίνει τη μορφή σύζευξης μίας σχεδίας.

28. «Συνοδεία σταθερής σύζευξης» σημαίνει μία ωθούμενη συνοδεία ή πλαγιοδετημένο σχηματισμό.

29. «Ωθούμενη συνοδεία» σημαίνει ένα σύνολο σκαφών με σταθερή σύζευξη, από τα οποία τουλάχιστον ένα βρίσκεται μπροστά από το ή τα δύο μηχανοκίνητα σκάφη που εξασφαλίζουν την πρόωση της συνοδείας και τα οποία καλούνται «ωστικά ρυμουλκά» 7 θεωρείται επίσης ως σταθερής σύζευξης, μία συνοδεία που αποτελείται από ένα ωστικό σκάφος και ένα ωθούμενο σκάφος συνεζευγμένα κατά τρόπο ώστε να καθίσταται δυνατή μία ελεγχόμενη συνάρθρωση.

30. «Πλαγιοδετημένος σχηματισμός» σημαίνει ένα σύνολο σκαφών που είναι συνεζευγμένα πλευρικά με σταθερό τρόπο και κανένα από τα οποία δεν βρίσκεται μποροστά από το σκάφος που εξασφαλίζει την προώθηση του συζεύγματος.

31. «Ρυμουλκούμενη συνοδεία» σημαίνει ένα σύνολο ενός ή περισσότερων σκαφών, πλωτών εγκαταστάσεων ή πλωτών υλικών, το οποίο ρυμουλκείται από ένα ή περισσότερα μηχανοκίνητα σκάφη που αποτελούν τμήμα της συνοδείας.

Ιδιαίτερες ζώνες των σκαφών

32. «Διαμέρισμα κυρίων μηχανών» σημαίνει το χώρο όπου είναι εγκατεστημένες οι προωστήριες μηχανές.

33. «Μηχανοστάσιο» σημαίνει ένα χώρο όπου είναι εγκατεστημένοι κινητήρες καύσης.

34. «Λεβητοστάσιο» σημαίνει ένα χώρο στον οποίο είναι τοποθετημένη μία εγκατάσταση παραγωγής ατμού ή θέρμανσης θερμαγωγού ελαίου και η οποία λειτουργεί με καύσιμο.

35. «Κλειστό υπερκατασκεύασμα» σημαίνει ένα υδατοστεγές άκαμπτο, συνεχές κατασκεύασμα με άκαμπτα τοιχώματα συνδεδεμένα με το κατάστρωμα μονίμως και υδατοστεγώς.

36. «Τιμονιέρα» σημαίνει ένα χώρο που είναι συγκεντρωμένα τα όργανα χειρισμού και ελέγχου που είναι απαραίτητα για τη διακυβέρνηση του πλοίου.

37. «Ενδιαίτημα» σημαίνει ένα χώρο που προορίζεται για τα πρόσωπα που ζουν συνήθως πάνω στο πλοίο, συμπεριλαμβανομένων των μαγειρείων, των αποθηκών τροφίμων, των αποχωρητηρίων, των λουτρών, των πλυντηρίων, των χώρων υποδοχής και των διαδρόμων, αλλά εκτός από την τιμονιέρα.

38. «Κύτος» σημαίνει το τμήμα του πλοίου, που χωρίζεται από τα εμπρός και προς τα πίσω με διαφράγματα, το οποίο είναι ανοικτό ή κλείνεται με καλύμματα στομίου κύτους και προορίζεται είτε για τη μεταφορά εμπορευμάτων συσκευασμένων ή χύμα είτε για την υποδοχή δεξαμενών οι οποίες δεν αποτελούν μέρος της γάστρας του πλοίου.

39. «Σταθερή δεξαμενή» σημαίνει μία δεξαμενή που αποτελεί μέρος του πλοίου και τα τοιχώματα της οποίας μπορεί να αποτελούνται είτε από αυτή καθεαυτή τη γάστρα του πλοίου είτε από περίβλημα που είναι ανεξάρτητο από τη γάστρα του πλοίου 7

40. «Χώρος εργασίας» σημαίνει κάθε χώρο όπου τα μέλη του πληρώματος πρέπει να ασκούν τα επαγγελματικά τους καθήκοντα, συμπεριλαμβανομένων της κλίμακας επιβιβάσεως, του φορτωτήρα, και της λέμβου του πλοίου.

41. «Δίοδος» σημαίνει το χώρο που προορίζεται για τη συνήθη κυκλοφορία των προσώπων και τη διακίνηση των εμπορευμάτων.

Όροι τεχνικής ναυτικής

42. «Επίπεδο μέγιστου βυθίσματος» σημαίνει το ίσαλο επίπεδο που αντιστοιχεί στο μέγιστο βύθισμα στο οποίο επιτρέπεται η ναυσιπλοΐα του πλοίου.

43. «Απόσταση ασφαλείας» σημαίνει την απόσταση μεταξύ του επιπέδου μεγίστου βυθίσματος και του παράλληλου επιπέδου που διέρχεται από το χαμηλότερο σημείο, πάνω από το οποίο το σκάφος δεν θεωρείται στεγανό.

44. «Ύψος εξάλων» «F» σημαίνει την απόσταση μεταξύ του επιπέδου μεγίστου βυθίσματος και του παράλληλου επιπέδου που περνά από το χαμηλότερο σημείο του πλευρικού διαδρόμου καταστρώματος ή, αν δεν υπάρχει πλευρικός διάδρομος καταστρώματος, από το χαμηλότερο σημείο της υψηλότερης ακμής του περιβλήματος.

45. «Γραμμή περιθωρίου βυθίσεως» σημαίνει τη νοητή γραμμή που χαράσσεται επί του περιβλήματος σε απόσταση τουλάχιστον 10 cm κάτω από το κατάστρωμα στεγανών και τουλάχιστον 10 cm κάτω από το χαμηλότερο μη στεγανό σημείο του περιβλήματος. Αν δεν υπάρχει κατάστρωμα στεγανών, η γραμμή αυτή θεωρείται ότι βρίσκεται σε απόσταση τουλάχιστον 10 cm κάτω από τη χαμηλότερη γραμμή έως την οποία το εξωτερικό περίβλημα είναι στεγανό.

46. «Ποσότητα εκτοπιζόμενου νερού» «V» σημαίνει τον όγκο του εκτοπιζόμενου νερού από το εμβαπτιζόμενο πλοίο και ο οποίος εκφράζεται σε m³.

47. «Εκτόπισμα» «D» σημαίνει το συνολικό βάρος του πλοίου, συμπεριλαμβανομένου του φορτίου, εκφραζόμενο σε τόνους.

48. «Συντελεστής εκτοπίσματος» «d» σημαίνει το λόγο μεταξύ της ποσότητας του εκτοπιζόμενου νερού και του γινομένου του μήκους επί το πλάτος επί το βύθισμα Τ.

49. «Πλευρική επιφάνεια εξάλων» «S» σημαίνει την πλευρική επιφάνεια του πλοίου πάνω από την ισαλογραμμή που εκφράζεται σε m².

50. «Κατάστρωμα στεγανών» σημαίνει το κατάστρωμα μέχρι του οποίου εξικνούνται τα απαιτούμενα στεγανά διαφράγματα και από το οποίο μετριέται το ύψος εξάλων.

51. «Διάφραγμα» σημαίνει ένα τοίχωμα ορισμένου ύψους, γενικώς κάθετο, που προορίζεται για το διαχωρισμό του πλοίου σε διαμερίσματα και εκτείνεται έως τον πυθμένα του πλοίου, το εξωτερικό περίβλημα ή άλλα διαφράγματα.

52. «Εγκάρσιο διάφραγμα» σημαίνει ένα διάφραγμα που εκτείνεται από τη μία πλευρά του πλοίου έως την άλλη.

53. «Τοίχωμα» σημαίνει μία διαχωριστική επιφάνεια, γενικώς κάθετη.

54. «Διαχωριστικό τοίχωμα» σημαίνει ένα μη υδατοστεγές τοίχωμα.

55. «Μήκος» «L» σημαίνει το μέγιστο μήκος της γάστρας του πλοίου σε m εξαιρουμένων του πηδαλίου και του προβόλου.

56. «Ολικό μήκος» σημαίνει το μέγιστο μήκος του σκάφους σε m συμπεριλαμβανομένων όλων των σταθερών εγκαταστάσεων όπως είναι τα μέρη του μηχανισμού πηδαλιουχίας ή προώσεως, οι μηχανικές διατάξεις και τα παρόμοια.

57. «Μήκος» «LF» σημαίνει το μήκος της γάστρας του πλοίου σε m, το οποίο μετρείται στο επίπεδο μέγιστου βυθίσματος του πλοίου.

58. «Πλάτος» ή «Β» σημαίνει το μέγιστο πλάτος της γάστρας του πλοίου σε m, το οποίο μετρείται στο εξωτερικό του περιβλήματος (εξαιρουμένων των τροχών των τροχήλατων πλοίων, των παραβλημάτων κ.λπ.).

59. «Ολικό πλάτος» σημαίνει το μέγιστο πλάτος του σκάφους σε m, συμπεριλαμβανομένων όλων των σταθερών εγκαταστάσεων, όπως είναι οι τροχοί των τροχήλατων πλοίων, τα περιζώματα, οι μηχανικές διατάξεις και τα παρόμοια.

60. «Πλάτος» «BF» σημαίνει το πλάτος της γάστρας του πλοίου σε m, το οποίο μετρείται στο εξωτερικό του περιβλήματος στο επίπεδο μέγιστου βυθίσματος του πλοίου.

61. «Πλευρικό ύψος» «Η» σημαίνει τη μικρότερη κάθετη απόσταση μεταξύ της ανώτατης ακμής της τρόπιδας και του χαμηλότερου σημείου του καταστρώματος στην πλευρά του πλοίου.

62. «Βύθισμα» «Τ» σημαίνει την κάθετη απόσταση μεταξύ του χαμηλότερου σημείου της γάστρας του πλοίου έξω από τους νομείς ή της τρόπιδας και του επιπέδου μεγίστου βυθίσματος του πλοίου 7

63. «Ορθία της πρώρας» σημαίνει την κάθετο γραμμή στο μπροστινό σημείο της τομής της γάστρας του πλοίου με το επίπεδο μέγιστου βυθίσματος.

64. «Ελεύθερο πλάτος του πλευρικού διαδρόμου καταστρώματος» σημαίνει την απόσταση μεταξύ της καθέτου γραμμής που διέρχεται από το πιο προεξέχον μέρος του πλευρικού διαδρόμου καταστρώματος στην πλευρά του παραπέτου και της καθέτου γραμμής που διέρχεται από την εσωτερική ακμή του αντιολισθητικού συστήματος (χειραγωγοί, προεξοχές για τα πόδια) στην εξωτερική πλευρά του πλευρικού διαδρόμου καταστρώματος.

Μηχανισμός πηδαλιουχίας

65. «Μηχανισμός πηδαλιουχίας» σημαίνει όλο τον απαιτούμενο εξοπλισμό για την πηδαλιουχία του πλοίου, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η ικανότητα ελιγμών που προβλέπεται στο κεφάλαιο 5 του παρόντος παραρτήματος.

66. «Πηδάλιο» το ή τα πηδάλια με τον άξονα, συμπεριλαμβανομένων του τόξου του πηδαλίου και των στοιχείων σύνδεσης με το μηχάνημα πηδαλιουχίας.

67. «Μηχάνημα πηδαλιουχίας» σημαίνει το τμήμα του μηχανισμού πηδαλιουχίας το οποίο προκαλεί την κίνηση του πηδαλίου.

68. «Χειριστήριο πηδαλιουχίας» σημαίνει το χειριστήριο του μηχανήματος πηδαλιουχίας, μεταξύ της πηγής ισχύος και του μηχανήματος πηδαλιουχίας.

69. «Πηγή ισχύος» σημαίνει το σύστημα που παρέχει ισχύ στο χειριστήριο πηδαλιουχίας και στο μηχανισμό χειρισμού και η οποία προέρχεται από το δίκτυο του πλοίου, από συσσωρευτές ή από μηχανή εσωτερικής καύσεως.

70. «Μηχανισμός χειρισμού» σημαίνει τα εξαρτήματα και τα κυκλώματα τα σχετικά με το χειρισμό ενός μηχανοκίνητου χειριστηρίου πηδαλιουχίας.

71. «Εγκατάσταση χειριστηρίου μηχανήματος πηδαλιουχίας» σημαίνει το χειριστήριο του μηχανήματος πηδαλιουχίας, του μηχανισμού χειρισμού και την πηγή ισχύος του.

72. «Χειροκίνητο χειριστήριο» σημαίνει το σύστημα διά του οποίου το πηδάλιο κινείται με χειροκίνητο τροχό χειρισμού, μέσω μηχανικής ή υδραυλικής μετάδοσης, χωρίς πρόσθετη πηγή ισχύος.

73. «Χειροκίνητο υδραυλικό χειριστήριο» σημαίνει χειροκίνητο χειριστήριο με υδραυλική μετάδοση κίνησης.

74. «Ρυθμιστής ταχύτητας στροφής» τον εξοπλισμό που θέτει και διατηρεί αυτόματα μία ορισμένη ταχύτητα στροφής του πλοίου σύμφωνα με προεπιλεγμένες τιμές.

75. «Τιμονιέρα διαρρυθμισμένη για την οδήγηση με ραντάρ από ένα άτομο» σημαίνει τιμονιέρα διαρρυθμισμένη κατά τρόπο ώστε, κατά τη διάρκεια ναυσιπλοΐας με ραντάρ, να μπορεί το πλοίο να διευθύνεται από ένα μόνο άτομο.

Ιδιότητες των στοιχείων κατασκευής και των υλικών

76. «Υδατοστεγές» σημαίνει ένα στοιχείο κατασκευής ή διάταξη που έχουν διαρρυθμιστεί ώστε να εμποδίζουν τη διείσδυση νερού.

77. «Ανθεκτικό στις ψεκάδες της θάλασσας και στην κακοκαιρία» σημαίνει ένα στοιχείο κατασκευής ή διάταξη που έχουν διαρρυθμιστεί ώστε να επιτρέπουν τη διείσδυση μόνο μίας ασήμαντης ποσότητας νερού υπό κανονικές συνθήκες.

78. «Αεριοστεγές» σημαίνει ένα στοιχείο κατασκευής ή διάταξη που έχουν διαρρυθμιστεί ώστε να εμποδίζουν τη διείσδυση αερίου ή ατμών.

79. «Άκαυστο» σημαίνει ένα υλικό που δεν καίγεται ούτε εκπέμπει εύφλεκτους ατμούς σε ποσότητα αρκετή για να αναφλεγεί όταν θερμαίνεται σε θερμοκρασία 750 °C περίπου.

80. «Δυσανάφλεκτο» σημαίνει υλικό που μόνο δύσκολα μπορεί να αναφλεγεί ή η επιφάνεια του οποίου μόνο δύσκολα μπορεί να αναφλεγεί και το οποίο εμποδίζει κατάλληλα την εξάπλωση της φωτιάς.

81. «Επιβραδυντικό της φωτιάς» σημαίνει τμήμα κατασκευής ή διάταξη που πληροί ορισμένες προδιαγραφές αντίθεσης στη φωτιά.

Άλλες έννοιες

82. Ως «αναγνωρισμένοι νηογνώμονες» θεωρούνται οι ακόλουθοι: Germanischer Lloyd, Bureau Veritas και Lloyd's Register of Shipping.

83α. Το «κοινοτικό πιστοποιητικό» είναι το πιστοποιητικό το οποίο, σύμφωνα με το άρθρο 3 της οδηγίας, χορηγείται από τις αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους για τα πλοία που πληρούν τις τεχνικές προδιαγραφές που προβλέπονται στο παρόν παράρτημα.

83β. «Σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 2, της οδηγίας, το «συμπληρωματικό κοινοτικό πιστοποιητικό» απαιτείται επιπλέον του πιστοποιητικού του Ρήνου όσον αφορά τις πλωτές οδούς των ζωνών 1 και 2, καθώς και των ζωνών 3 και 4 αν τα πλοία θέλουν να επωφεληθούν από τις τεχνικές απλουστεύσεις που προβλέπονται για τις πλωτές οδούς των δύο τελευταίων αυτών ζωνών.

84. «Όργανα επιθεωρήσεως» είναι οι αρμόδιες αρχές που ορίζονται από τα κράτη μέλη και οι οποίες επιθεωρούν τα πλοία βάσει των διατάξεων του παρόντος παραρτήματος και χορηγούν το ή τα πιστοποιητικά.

Άρθρο 1.02 (χωρίς περιεχόμενο)

Άρθρο 1.03 (χωρίς περιεχόμενο)

Άρθρο 1.04 (χωρίς περιεχόμενο)

Άρθρο 1.05 (χωρίς περιεχόμενο)

Άρθρο 1.06 Προδιαγραφές προσωρινού χαρακτήρα

Η αρμόδια αρχή μπορεί, εφαρμόζοντας τη διαδικασία η οποία προβλέπεται στο άρθρο 19 της οδηγίας, να θεσπίσει προδιαγραφές προσωρινού χαρακτήρα, όταν τούτο κρίνεται απαραίτητο, προκειμένου να διενεργηθούν δοκιμές κατά τρόπο ο οποίος δεν βλάπτει την ασφάλεια ή την ευρυθμία της ναυσιπλοΐας. Οι προδιαγραφές αυτές μπορεί να έχουν ισχύ τριών ετών κατά μέγιστο όριο.

Άρθρο 1.07 Διοικητικές οδηγίες στα όργανα επιθεώρησης

Προκειμένου να διευκολυνθεί και να εναρμονισθεί η εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, μπορεί να υιοθετηθούν διοικητικές οδηγίες στα όργανα επιθεώρησης μετά από προσφυγή στη διαδικασία η οποία προβλέπεται στο άρθρο 19 της οδηγίας.

Οι διοικητικές οδηγίες αυτές γνωστοποιούνται στα όργανα επιθεώρησης από τις αρμόδιες αρχές.

Τα όργανα επιθεώρησης οφείλουν να τηρούν τις εν λόγω διοικητικές οδηγίες.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Άρθρο 2.01 Όργανα επιθεώρησης

1. Τα κράτη μέλη συγκροτούν όργανα επιθεώρησης σε ορισμένους κατάλληλους λιμένες.

2. Τα όργανα επιθεώρησης αποτελούνται από ένα πρόεδρο και εμπειρογνώμονες.

Σε κάθε όργανο επιθεώρησης συμμετέχουν οι ακόλουθοι τουλάχιστον εμπειρογνώμονες:

α) ένας υπάλληλος της αρμόδιας για την εσωτερική ναυσιπλοΐα αρχής 7

β) ένας εμπειρογνώμονας σε θέματα ναυπήγησης σκαφών εσωτερικής ναυσιπλοΐας και των μηχανών 7

γ) ένας ναυτικός εμπειρογνώμονας κάτοχος πιστοποιητικού κυβερνήτη σκάφους.

3. Ο πρόεδρος και οι εμπειρογνώμονες κάθε οργάνου επιθεώρησης ορίζονται από τις αρχές των κρατών στα οποία υπάγονται.

4. Τα όργανα επιθεώρησης μπορεί να συνδράμουν ειδικοί εμπειρογνώμονες σύμφωνα με τις ισχύουσες εθνικές διατάξεις.

Άρθρο 2.02 Αίτηση επιθεώρησης

1. Η διαδικασία για την υποβολή αίτησης επιθεώρησης και ο καθορισμός του τόπου και του χρόνου της εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των αρχών που εκδίδουν τα πιστοποιητικά. Το όργανο ελέγχου ορίζει τα έγγραφα τα οποία πρέπει να του υποβληθούν. Η διαδικασία είναι τέτοια ώστε να είναι δυνατή η διενέργεια της επιθεώρησης μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα μετά την υποβολή της αίτησης.

2. Ο ιδιοκτήτης πλοίου το οποίο δεν υπόκειται στην παρούσα οδηγία ή ο εκπρόσωπός του μπορεί να ζητήσει πιστοποιητικό επιθεώρησης. Το πιστοποιητικό επιθεώρησης χορηγείται κατόπιν αιτήσεώς του εάν το πλοίο συμμορφώνεται προς τις προδιαγραφές της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2.03 Προσκόμιση του πλοίου για επιθεώρηση

1. Ο πλοιοκτήτης ή ο εκπρόσωπός του πρέπει να προσκομίσουν το πλοίο κατά την επιθεώρηση χωρίς φορτίο, καθαρό και εξαρτημένο. Είναι επίσης υποχρεωμένος να παρέχει την απαραίτητη βοήθεια κατά την επιθεώρηση, π.χ. να προμηθεύει κατάλληλη βάρκα και προσωπικό, να διευκολύνει την εξέταση των μερών της γάστρας ή των εγκαταστάσεων που δεν είναι άμεσα προσιτές ή ορατές.

2. Η επιτροπή επιθεώρησης κατά την πρώτη επιθεώρηση οφείλει να απαιτήσει μία επιθεώρηση έξω από το νερό. Είναι δυνατόν να μην διενεργηθεί επιθεώρηση έξω από το νερό εφόσον προσκομισθεί πιστοποιητικό κλάσεως ή βεβαίωση αναγνωρισμένου νηογνώμονα σύμφωνα με την οποία η κατασκευή συμμορφώνεται στις προδιαγραφές του. Σε περίπτωση συμπληρωματικής ή ειδικής επιθεώρησης, η επιτροπή μπορεί να ζητήσει τη διενέργεια επιθεώρησης έξω από το νερό.

Το όργανο επιθεώρησης μπορεί να πραγματοποιήσει δοκιμές κατά τη λειτουργία κατά την πρώτη επιθεώρηση αυτοκινούμενων πλοίων ή συνοδειών ή σε περίπτωση σημαντικών τροποποίησεων των μηχανισμών προώθησης ή πηδαλιουχίας.

3. Το όργανο επιθεώρησης μπορεί να απαιτήσει συμπληρωματικές επιθεωρήσεις και δοκιμές καθώς και άλλα δικαιολογητικά έγγραφα. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται, επίσης, και κατά τη φάση της ναυπήγησης του σκάφους.

Άρθρο 2.04 (χωρίς περιεχόμενο)

Άρθρο 2.05 Προσωρινό πιστοποιητικό επιθεώρησης

1. Το όργανο επιθεώρησης μπορεί να εκδώσει προσωρινό πιστοποιητικό επιθεώρησης:

α) σε σκάφη τα οποία επιθυμούν να υποβληθούν σε επιθεώρηση οργάνου επιθεώρησης της επιλογής τους με σκοπό την έκδοση πιστοποιητικού επιθεώρησης 7

β) στα σκάφη τα οποία προσωρινά δεν διαθέτουν πιστοποιητικό επιθεώρησης στις περιπτώσεις του άρθρου 2.07 ή στις περιπτώσεις οι οποίες αναφέρονται στα άρθρα 12 και 16 της παρούσας οδηγίας 7

γ) στα σκάφη των οποίων τα πιστοποιητικά επιθεώρησης βρίσκονται στο στάδιο της σύνταξης μετά από θετική επιθεώρηση 7

δ) στα σκάφη τα οποία δεν πληρούν όλους τους όρους για τη χορήγηση του πιστοποιητικού επιθεώρησης το οποίο αναφέρεται στο παράρτημα III (κοινοτικό πιστοποιητικό) ή στο παράρτημα IV (συμπληρωματικό κοινοτικό πιστοποιητικό) 7

ε) στα σκάφη τα οποία έχουν υποστεί ζημίες έτσι ώστε η κατάστασή τους να μην συμμορφώνεται πλέον προς το πιστοποιητικό 7

στ) στις πλωτές εγκαταστάσεις ή τα πλωτά υλικά όταν οι αρμόδιες για τις ειδικές μεταφορές αρχές εξαρτούν την έγκριση για τη διενέργεια ειδικής μεταφοράς από τη χορήγηση ενός παρομοίου πιστοποιητικού επιθεώρησης. Οι ειδικές μεταφορές μπορούν να εκτελεστούν μόνο με ειδική έγκριση των αρχών οι οποίες είναι αρμόδιες για τις διαδρομές οι οποίες πρέπει να διανυθούν. Διέπονται από τις προδιαγραφές τις οποίες οι αρχές ορίζουν για κάθε περίπτωση. Για κάθε ειδική μεταφορά πρέπει να ορισθεί οδηγός ο οποίος είναι κάτοχος πιστοποιητικού οδήγησης για το είδος σκάφους και τη διαδρομή η οποία πρέπει να πραγματοποιηθεί.

2. Το προσωρινό πιστοποιητικό επιθεώρησης συντάσσεται σύμφωνα με το υπόδειγμα το οποίο εμφαίνεται στο παράρτημα VI εφόσον κρίνεται ότι διασφαλίζεται επαρκώς η πλοϊμότητα του σκάφους, της πλωτής εγκατάστασης, ή του πλωτού υλικού.

Το εν λόγω πιστοποιητικό πρέπει να περιλαμβάνει του όρους τους οποίους το όργανο επιθεώρησης κρίνει απαραίτητους και θα ισχύει:

α) στις περιπτώσεις οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και δ) έως στ), για ένα συγκεκριμένο ταξίδι το οποίο πρέπει να πραγματοποιηθεί εντός εύλογου προθεσμίας ενός μηνός κατ' ανώτατο όριο 7

β) στις περιπτώσεις οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία β) και γ), για μία εύλογη διάρκεια.

Άρθρο 2.06 (χωρίς περιεχόμενο)

Άρθρο 2.07 Σημειώσεις και τροποποιήσεις του πιστοποιητικού επιθεώρησης

1. Ο πλοιοκτήτης ή ο αντιπρόσωπος του οφείλει να γνωστοποιήσει κάθε αλλαγή όσον αφορά την ιδιοκτησία του σκάφους, κάθε νέα καταμέτρηση, καθώς και κάθε αλλαγή του επίσημου αριθμού, του αριθμού νηολογίου ή του λιμένα νηολόγησης, σε ένα όργανο επιθεώρησης και να του αποστείλει το πιστοποιητικό επιθεώρησης για τροποποίηση.

2. Οποιοδήποτε όργανο επιθεώρησης μπορεί να εγγράψει κάθε σημείωση ή τροποποίηση του πιστοποιητικού επιθεώρησης.

3. Σε περίπτωση κατά την οποία ένα όργανο επιθεώρησης τροποποιεί ένα πιστοποιητικό ή εγγράφει μία σημείωση, οφείλει να πληροφορήσει σχετικά το όργανο επιθεώρησης το οποίο χορήγησε το πιστοποιητικό.

Άρθρο 2.08 (χωρίς περιεχόμενο)

Άρθρο 2.09 Συμπληρωματική επιθεώρηση

1. Το σκάφος πρέπει να υποβάλλεται σε συμπληρωματική επιθεώρηση πριν την εκπνοή της ισχύος του πιστοποιητικού επιθεώρησης.

2. Κατ' εξαίρεση, και ύστερα από αιτιολογημένη αίτηση του πλοιοκτήτη ή του αντιπροσώπου του, το όργανο επιθεώρησης μπορεί να χορηγήσει, χωρίς συμπληρωματική επιθεώρηση, παράταση της ισχύος του πιστοποιητικού η οποία δεν υπερβαίνει το ένα έτος. Η παράταση αυτή χορηγείται εγγράφως και πρέπει να φυλάσσεται επί του σκάφους.

3. Το όργανο επιθεώρησης το οποίο διενεργεί τη συμπληρωματική επιθεώρηση ορίζει εκ νέου τη διάρκεια ισχύος του πιστοποιητικού επιθεώρησης ανάλογα με τα αποτελέσματα της επιθεώρησης.

Η διάρκεια ισχύος πρέπει να αναφέρεται στο πιστοποιητικό επιθεώρησης και να κοινοποιηθεί στο όργανο επιθεώρησης το οποίο χορήγησε το πιστοποιητικό.

4. Εάν, αντί να παραταθεί η διάρκεια ισχύος ενός πιστοποιητικού επιθεώρησης, σύμφωνα με την παράγραφο 3, αντικατασταθεί τούτο από ένα νέο, το παλαιό πιστοποιητικό πρέπει να επιστραφεί στο όργανο επιθεώρησης το οποίο το χορήγησε.

Άρθρο 2.10 Εθελούσια επιθεώρηση

Ο πλοιοκτήτης ή ο αντιπρόσωπος του μπορεί να ζητήσει εθελούσια επιθεώρηση εκτός των επιθεωρήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 15 της παρούσας οδηγίας ή των συμπληρωματικών οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 2.09.

Στην εν λόγω αίτηση πρέπει να δοθεί συνέχεια.

Άρθρο 2.11 (χωρίς περιεχόμενο)

Άρθρο 2.12 (χωρίς περιεχόμενο)

Άρθρο 2.13 (χωρίς περιεχόμενο)

Άρθρο 2.14 (χωρίς περιεχόμενο)

Άρθρο 2.15 Έξοδα

Ο πλοιοκτήτης ή ο αντιπρόσωπος του είναι υπεύθυνος για τα έξοδα της επιθεώρησης και της έκδοσης του πιστοποιητικού σύμφωνα με ειδικό τιμολόγιο που ορίζει κάθε κράτος μέλος.

Άρθρο 2.16 Πληροφορίες

Τα πρόσωπα τα οποία αποδεδειγμένα έχουν βάσιμο συμφέρον να γνωρίζουν το περιεχόμενο ενός πιστοποιητικού, μπορούν να λάβουν γνώση του από το όργανο το οποίο το εκδίδει. Το εν λόγω όργανο τους χορηγεί, με έξοδά τους, αποσπάσματα ή ακριβή αντίγραφα του πιστοποιητικού τα οποία φέρουν τον χαρακτηρισμό αυτό.

Άρθρο 2.17 Μητρώο πιστοποιητικών επιθεώρησης

1. Τα όργανα επιθεώρησης δίδουν αριθμό εισαγωγής στα πιστοποιητικά που εκδίδουν. Τηρούν μητρώο όλων των πιστοποιητικών που εκδίδουν.

2. Τα όργανα επιθεώρησης τα οποία εκδίδουν το πιστοποιητικό διατηρούν αντίγραφα όλων των πιστοποιητικών που έχουν εκδώσει και αναγράφουν σε αυτά όλες τις σημειώσεις και τις τροποποιήσεις καθώς και τις ακυρώσεις και αντικαταστάσεις των πιστοποιητικών.

Άρθρο 2.18 Επίσημος αριθμός

1. Το όργανο επιθεώρησης το οποίο χορηγεί το πιστοποιητικό επιθεώρησης σε ένα σκάφος το οποίο είναι νηολογημένο σε ένα κράτος μέλος, ή του οποίου ο λιμένας νηολόγησης βρίσκεται σε ένα κράτος μέλος, εγγράφει στο εν λόγω πιστοποιητικό τον επίσημο αριθμό ο οποίος χορηγήθηκε στο σκάφος από την αρμόδια υπηρεσία του κράτους του τόπου ή του λιμένα νηολόγησής του.

Όσον αφορά τα σκάφη τα οποία υπάγονται σε ένα τρίτο κράτος, ο επίσημος αριθμός ο οποίος πρέπει να εγγραφεί στο πιστοποιητικό επιθεώρησης που χορηγείται από την αρμόδια υπηρεσία του κράτους στο οποίο βρίσκεται το όργανο επιθεώρησης το οποίο έχει χορηγήσει το εν λόγω πιστοποιητικό.

Οι διατάξεις αυτές δεν εφαρμόζονται στα ποντοπόρα πλοία ή στα αθλητικά σκάφη.

2. Ο επίσημος αριθμός παραμένει αμετάβλητος καθ' όλη τη διάρκεια ζωής του σκάφους. Εντούτοις, εάν το σκάφος έχει νηολογηθεί σε ένα άλλο κράτος ή εάν ο λιμένας νηολόγησής του έχει μεταφερθεί, ο επίσημος αριθμός δεν ισχύει πλέον. Στην περίπτωση αυτή, το πιστοποιητικό επιθεώρησης πρέπει να παρουσιασθεί σε ένα όργανο επιθεώρησης το οποίο ακυρώνει την ένδειξη του επίσημου αριθμού ο οποίος δεν ισχύει πλέον και εγγράφει, ενδεχομένως, τον νέο επίσημο αριθμό, ο οποίος έχει χορηγηθεί από την αρμόδια υπηρεσία.

Άρθρο 2.19 Ισοδυναμίες και παρεκκλίσεις

1. Όταν οι διατάξεις του τμήματος II προβλέπουν, όσον αφορά ένα πλοίο, τη χρήση ή την ύπαρξη επί του σκάφους ορισμένων υλικών, εγκαταστάσεων ή εξοπλισμού, ή την υιοθέτηση ορισμένων κατασκευαστικών μέτρων ή ορισμένων διαρρυθμίσεων, το όργανο επιθεώρησης μπορεί, μετά από προσφυγή στη διαδικασία η οποία προβλέπεται στο άρθρο 19 της οδηγίας, να επιτρέψει για το εν λόγω πλοίο τη χρήση ή την ύπαρξη επί του σκάφους άλλων υλικών, εγκαταστάσεων ή εξοπλισμού, ή την υιοθέτηση άλλων κατασκευαστικών μέτρων ή άλλων διαρρυθμίσεων οι οποίες αναγνωρίζονται ως ισοδύναμες.

2. Το όργανο επιθεώρησης μπορεί να χορηγήσει δοκιμαστικά πιστοποιητικό περιορισμένης διάρκειας για ένα συγκεκριμένο πλοίο το οποίο παρουσιάζει νέες τεχνικές διατάξεις οι οποίες αποκλίνουν από τις προδιαγραφές του τμήματος II με την προϋπόθεση ότι οι διατάξεις αυτές είναι επαρκώς ασφαλείς.

3. Οι ισοδυναμίες και οι παρεκκλίσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 πρέπει να εγγραφούν στο πιστοποιητικό επιθεώρησης. Οι ισοδυναμίες και οι παρεκκλίσεις οι οποίες αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 πρέπει να κοινοποιηθούν στην Επιτροπή.

ΜΕΡΟΣ II

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΝΑΥΠΗΓΗΣΗ

Άρθρο 3.01 Βασικός κανόνας

Τα πλοία πρέπει να κατασκευάζονται σύμφωνα με τους κανόνες της τέχνης.

Άρθρο 3.02 Στιβαρότητα και ευστάθεια

1. Η γάστρα του πλοίου πρέπει να έχει επαρκή στιβαρότητα προκειμένου να ανταποκρίνεται στη χρήση για τη οποία προορίζεται.

α) Σε περίπτωση νέων κατασκευών ή σημαντικών μετατροπών οι οποίες επηρεάζουν τη στιβαρότητα του πλοίου, η επάρκεια στιβαρότητας πρέπει να αποδειχθεί με την παρουσίαση απόδειξης ή οποία βασίζεται σε υπολογισμούς. Η απόδειξη αυτή δεν είναι υποχρεωτική σε περίπτωση παρουσίασης πιστοποιητικού κλάσεως ή βεβαίωσης αναγνωρισμένου νηογνώμονα.

β) Σε περίπτωση επιθεώρησης σύμφωνα με το άρθρο 2.09, το ελάχιστο πάχος των ελασμάτων πυθμένα, του υδροσυλλέκτη και της κυρίας πλευρικής κλίμακας πρέπει να ελεγχθούν σύμφωνα με τον ακόλουθο τρόπο:

Το ελάχιστο πάχος tmin δίδεται από τη μεγαλύτερη τιμή οποία προκύπτει από τους ακόλουθους τύπους:

1. για τα σκάφη μήκους άνω των 40 m: tmin = f 7 b 7 c (2,3 + 0,04 L) [mm] 7

για τα σκάφη των οποίων το μήκος είναι ίσο ή δεν υπερβαίνει τα 40 m: tmin = f 7 b 7 c (1,5 + 0,06 L) [mm], ωστόσο 3,0 mm τουλάχιστον.

2. tmin = 0,005 7 a √ T [mm]

Στους παραπάνω τύπους:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

b =συντελεστής για τα ελάσματα πυθμένα και για την κυρία πλευρική κλίμακα ή τα ελάσματα του υδροσυλλέκτη

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Για τον υπολογισμό του ελάχιστου πάχους των ελασμάτων υδροσυλλέκτη, μπορεί να ληφθεί f = 1 για την απόσταση διαχωρισμού των νομέων. Πάντως, το ελάχιστο πάχος των ελασμάτων υδροσυλλέκτη δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να είναι κατώτερο του πάχους των ελασμάτων πυθμένα και κυρίας πλευρικής κλίμακας.

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Οι ελάχιστες τιμές οι οποίες υπολογίζονται σύμφωνα με τη μέθοδο αποτελούν οριακές τιμές λαμβανομένης υπόψη μίας κανονικής και ενιαίας φθοράς υπό τον όρο ότι χρησιμοποιείται ναυπηγικός χάλυβας και ότι τα εσωτερικά στοιχεία κατασκευής όπως οι νομείς, τα πλαίσια στήριξης, τα διαμήκη ή εγκάρσια φέροντα στοιχεία, είναι σε καλή κατάσταση και ότι καμία αλλοίωση της γάστρας δεν αποτελεί τεκμήριο υπερφόρτισης της διαμήκους ακαμψίας.

Εφόσον δεν επιτυγχάνονται πλέον οι τιμές αυτές, τα σχετικά ελάσματα πρέπει να επιδιορθωθούν ή να αντικατασταθούν. Πάντως, ένα μικρότερο πάχος, κατά 10 % κατ' ανώτατο όριο, είναι τοπικά επιτρεπτό.

2. Η σταθερότητα των πλοίων πρέπει να ανταποκρίνεται στη χρήση για την οποία προορίζονται.

Άρθρο 3.03 Γάστρα

1. Πρέπει να κατασκευάζονται στεγανά διαφράγματα τα οποία φθάνουν μέχρι το κατάστρωμα ή, εάν δεν υπάρχει κατάστρωμα, μέχρι την υψηλότερη ακμή του περιβλήματος στα ακόλουθα σημεία:

α) Ένα στεγανό σύγκρουσης σε κατάλληλη απόσταση από τις στείρα ώστε η πλευστότητα του φορτωμένου πλοίου να διασφαλίζεται με μία παραμένουσα απόσταση ασφαλείας 100 mm σε περίπτωση διείσδυσης υδάτων στο στεγανό διαμέρισμα το οποίο βρίσκεται μπροστά από το στεγανό σύγκρουσης.

Κατά κανόνα, η απαίτηση η οποία αναφέρεται στην πρώτη παράγραφο θεωρείται ότι πληρείται όταν το στεγανό σύγκρουσης βρίσκεται σε μία απόσταση, μετρημένη από την ορθία της πρώρας στο επίπεδο του μεγίστου βυθίσματος, μεταξύ 0,04 L + 2 m.

Εάν η απόσταση αυτή είναι ανώτερη από 0,04 L + 2 m η απαίτηση η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρέπει να αποδειχθεί με υπολογισμό.

Η απόσταση μπορεί να μειωθεί έως 0,03 L. Στην περίπτωση αυτή, η απαίτηση η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρέπει να αποδειχθεί με υπολογισμό με την υπόθεση ότι το διαμέρισμα εμπρός από το στεγανό σύγκρουσης και τα γειτνιάζοντα διαμερίσματα έχουν πλημμυρίσει.

β) Ένα πρυμναίο διάφραγμα της γάστρας σε κατάλληλη απόσταση από την πρύμνη για πλοία των οποίων το μέγιστο μήκος είναι ανωτέρω των 25 m.

2. Κανένα ενδιαίτημα ή εξοπλισμός απαραίτητος για την ασφάλεια ή τη λειτουργία του πλοίου δεν πρέπει να βρίσκεται εμπρός από το στεγανό διάφραγμα σύγκρουσης. Η προδιαγραφή αυτή δεν εφαρμόζεται στον εξαρτισμό αναφορικά με τις άγκυρες.

3. Τα ενδιαιτήματα, τα μηχανοστάσια και τα λεβητοστάσια, καθώς οι χώροι εργασίας που ενδεχομένως αποτελούν μέρος τους πρέπει να χωρίζονται από το κύτος με εγκάρσια υδατοστεγή διαφράγματα τα οποία ανέρχονται έως το κατάστρωμα.

4. Τα ενδιαιτήματα πρέπει να χωρίζονται από τα μηχανοστάσια και τα λεβητοστάσια καθώς και από το κύτος με αεροστεγή διαφράγματα και πρέπει να είναι ευχερώς προσιτά από το κατάστρωμα. Εάν δεν υπάρχει τέτοια πρόσβαση, πρέπει να υπάρχει έξοδος κινδύνου που να οδηγεί κατευθείαν στο κατάστρωμα.

5. Τα διαφράγματα τα οποία αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 3 και ο διαχωρισμός των χώρων που αναφέρεται στην παράγραφο 4 δεν πρέπει να έχουν άνοιγμα.

Πάντως οι πόρτες στο πρυμναίο διάφραγμα και τα ανοίγματα για τον ελικοφόρο άξονα και τις σωληνώσεις επιτρέπονται με την προϋπόθεση ότι είναι κατασκευασμένα κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μην μειώνεται η αποτελεσματικότητα των διαφραγμάτων αυτών και των χωρισμάτων των χώρων. Οι πόρτες στο πρυμναίο διάφραγμα πρέπει να φέρουν και στις δύο πλευρές την ακόλουθη επιγραφή η οποία πρέπει να είναι ευανάγνωστη:

«Η πόρτα αυτή πρέπει να κλειστεί ξανά αμέσως μετά το πέρασμα».

6. Οι υδροληψίες και οι εισαγωγές νερού καθώς και οι σωληνώσεις που συνδέονται με αυτές θεωρούνται στεγανές εάν είναι κατασκευασμένες κατά τέτοιο τρόπο ώστε να είναι αδύνατη κάθε ανεπιθύμητη εισροή νερού στο πλοίο.

Άρθρο 3.04 Μηχανοστάσια, λεβητοστάσια και αποθήκες καυσίμου

1. Τα μηχανοστάσια και τα λεβητοστάσια πρέπει να είναι διευθετημένα κατά τέτοιο τρόπο ώστε ο χειρισμός, η συντήρηση, και η επισκευή των εγκαταστάσεων που βρίσκονται εκεί να μπορεί να γίνονται εύκολα και ακίνδυνα.

2. Η αποθήκες υγρών καυσίμων ή λιπαντικού ελαίου και τα ενδιαιτήματα δεν πρέπει να έχουν κοινά τοιχώματα τα οποία σε κατάσταση κανονικής υπηρεσίας βρίσκονται υπό τη στατική πίεση των υγρών.

3. Τα τοιχώματα, οι οροφές και οι πόρτες των μηχανοστασίων, των λεβητοστασίων και των αποθηκών καυσίμων πρέπει να κατασκευάζονται από χάλυβα ή άλλο εξίσου άφλεκτο υλικό.

4. Πρέπει να υπάρχει ικανοποιητικός αερισμός των μηχανοστασίων των λεβητοστασίων και των άλλων χώρων στους οποίους μπορεί να αναπτυχθούν εύφλεκτα αέρια.

5. Οι κλίμακες με ή χωρίς προστατευτικό κάλυμμα που οδηγούν στα μηχανοστάσια, τα λεβητοστάσια και τις αποθήκες, πρέπει να είναι μόνιμα τοποθετημένες και κατασκευασμένες από χάλυβα ή άλλο εξίσου ανθεκτικό και άφλεκτο υλικό.

6. Τα μηχανοστάσια και τα λεβητοστάσια πρέπει να έχουν δύο εξόδους από τις οποίες η μία μπορεί να είναι έξοδος κινδύνου.

Είναι δυνατόν να μην υπάρχει δεύτερη έξοδος όταν:

α) η συνολική επιφάνεια (μέσο μήκος Χ μέσο πλάτος) του δαπέδου των μηχανοστασίων ή των λεβητοστασίων ή των αποθηκών καυσίμων δεν υπερβαίνει τα 35 m² και

β) η διαδρομή οπισθοδρόμησης από κάθε σημείο στο οποίο πρέπει να εκτελούνται οι χειρισμοί εξυπηρέτησης ή συντήρησης έως την έξοδο, ή τη βάση της κλίμακας πλησίον της εξόδου η οποία δίδει πρόσβαση στον ελεύθερο αέρα, δεν είναι μεγαλύτερη από 5 m και

γ) τοποθετείται πυροσβεστήρας στο σημείο συντήρησης το οποίο είναι το πλέον απομακρυσμένο από την πόρτα εξόδου και τούτο, επίσης, κατά παρέκκλιση του άρθρου 10.03 παράγραφος 1 στοιχείο ε), όταν η εγκατεστημένη ισχύς των μηχανών είναι μικρότερη ή ίση ως προς 100 kW.

7. Το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο ηχητικής πίεσης στα μηχανοστάσια είναι 110 dB(A). Τα σημεία μετρήσεων επιλέγονται ανάλογα με τις εργασίες συντήρησης οι οποίες είναι απαραίτητες υπό συνθήκες κανονικής λειτουργίας της εγκατάστασης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ, ΥΨΟΣ ΕΞΑΛΩΝ ΚΑΙ ΒΥΘΟΣΗΜΑΝΣΗ

Άρθρο 4.01 Απόσταση ασφαλείας

1. Η απόσταση ασφαλείας πρέπει να είναι 300 mm τουλάχιστον.

2. Για τα πλοία των οποίων τα ανοίγματα δεν κλείνουν στεγανά κατά ψεκάδων και κακοκαιρίας και για τα πλοία τα οποία πλέουν με ακάλυπτο κύτος, η απόσταση ασφαλείας αυξάνει ώστε κάθε ένα από τα ανοίγματα αυτά να βρίσκεται σε απόσταση 500 mm από το επίπεδο μέγιστου βυθίσματος.

Άρθρο 4.02 Ύψος εξάλων

1. Το ύψος εξάλων των πλοίων με συνεχές κατάστρωμα, χωρίς σιμότητα και χωρίς υπερκατασκευές, είναι 150 mm.

2. Για τα πλοία με σιμότητα και υπερκατασκευές, το ύψος των εξάλων υπολογίζεται με τον ακόλουθο τύπο:

F = 150 (1 - a) - >NUM>βv 7 Sev + βa 7 Sea

>DEN>15

[mm]

Στον τύπο αυτόν:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

3. Ο συντελεστής a υπολογίζεται με τον ακόλουθο τύπο:

a = >NUM>Σlea + Σlem + Σlev

>DEN>L

Στον τύπο αυτόν:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Το αποτελεσματικό μήκος μιας υπερκατασκευής υπολογίζεται με τον ακόλουθο τύπο:

lem = l ( 2,5 7 >NUM>b

>DEN>B

- 1,5 ) 7 >NUM>h

>DEN>0,36

[m]

lev και = lea = l ( 2,5 7 >NUM>b

>DEN>Bl

- 1,5 ) 7 >NUM>h

>DEN>0,36

[m]

Στους τύπους αυτούς:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Εάν ο λόγος >NUM>b

>DEN>B

ή αντίστοιχα >NUM>b

>DEN>Bl

είναι μικρότερος από 0,6 η τιμή της παρένθεσης πρέπει να θεωρείται ίση προς το 0, δηλαδή το αποτελεσματικό μήκος le της υπερκατασκευής πρέπει να θεωρείται ίσο με το 0.

4. Οι συντελεστές βv και βa υπολογίζονται με τους ακόλουθους τύπους:

βv = 1- >NUM>3 7 lev

>DEN>L

βa = 1- >NUM>3 7 lea

>DEN>L

5. Η εμπρόσθια αποτελεσματική σιμότητα και η οπίσθια αποτελεσματική σιμότητα υπολογίζονται αντίστοιχα με τους ακόλουθους τύπους:

Sev = Sv 7 p

Sea = Sa 7 p

Στους τύπους αυτούς:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Πάντως, ο συντελεστής p δεν μπορεί να λαμβάνεται μεγαλύτερος από 1.

6. Εάν το βa 7 Sea είναι μεγαλύτερο από το βa 7 Sev, ως τιμή του βa 7 Sea λαμβάνεται η τιμή του βv 7 Sev.

Άρθρο 4.03 Ελάχιστο ύψος εξάλων

Έχοντας υπόψη τις μειώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 4.02, το ελάχιστο ύψος εξάλων δεν πρέπει να είναι μικρότερο από 0 mm.

Άρθρο 4.04 Βυθοσήμανση

1. Το επίπεδο του μέγιστου βυθίσματος πρέπει να καθορίζεται έτσι ώστε να τηρούνται ταυτόχρονα οι προβλεπόμενες ελάχιστες αποστάσεις ασφάλειας. Πάντως, για λόγους ασφαλείας, το όργανο επιθεώρησης μπορεί να ορίσει μεγαλύτερη τιμή για την απόσταση ασφάλειας ή για το ύψος των εξάλων.

2. Το επίπεδο του μέγιστου βυθίσματος πρέπει να σημαίνεται με ευδιάκριτες και ανεξίτηλες βυθοσημάνσεις.

3. Οι βυθοσημάνσεις πρέπει να αποτελούνται από ορθογώνιο πλάτους 300 mm και ύψους 40 mm με βάση οριζόντια η οποία συμπίπτει με το μέγιστο επιτρεπόμενο βύθισμα. Διαφορετικές βυθοσημάνσεις πρέπει να συμπεριλαμβάνουν ένα παρόμοιο ορθογώνιο.

4. Κάθε πλοίο πρέπει να έχει τουλάχιστον τρία ζευγάρια βυθοσημάνσεις, το ένα στο μέσο και τα άλλα δύο σε απόσταση από την πρύμνη και την πλώρη ίση περίπου με το του μήκους του πλοίου.

Ωστόσο:

α) για τα πλοία μήκους μικρότερου από 40 m, αρκεί να υπάρχουν δύο ζευγάρια βυθοσημάνσεων, τοποθετημένες σε απόσταση από την πρύμνη και την πλώρη περίπου ίση με το Ό του μήκους του πλοίου 7

β) για τα πλοία που δεν προορίζονται για τη μεταφορά εμπορευμάτων, αρκεί ένα ζευγάρι βυθοσημάνσεις τοποθετημένες περίπου στο μέσο του πλοίου.

5. Οι σημάνσεις ή ενδείξεις οι οποίες, έπειτα από νέα επιθεώρηση πλοίου παύουν να ισχύουν, πρέπει να σβήνονται ή να σημαδεύονται ως άκυρες υπό την επίβλεψη του οργάνου επιθεώρησης. Εάν εξαφανισθεί οποιαδήποτε βυθοσήμανση, μπορεί να αντικατασταθεί μόνον υπό την επίβλεψη του οργάνου επιθεώρησης.

6. Όταν το πλοίο υποστεί καταμέτρηση, σύμφωνα με τη σύμβαση που ισχύει για την καταμέτρηση των πλοίων εσωτερικής ναυσιπλοΐας και το επίπεδο των ενδείξεων της καταμέτρησης ικανοποιεί τις προδιαγραφές του παρόντος κανονισμού, οι ενδείξεις καταμέτρησης επέχουν θέση βυθοσημάνσεων και γίνεται σχετική μνεία στο πιστοποιητικό.

Άρθρο 4.05 Μέγιστο βύθισμα για τα πλοία των οποίων το κύτος δεν καλύπτεται πάντοτε υδατοστεγώς κατά των ψεκάδων και της κακοκαιρίας

Εάν για ένα πλοίο το επίπεδο του μέγιστου βυθίσματος ορίζεται λαμβανομένου υπόψη ότι το κύτος μπορεί να καλυφθεί υδατοστεγώς κατά των ψεκάδων και της κακοκαιρίας και εάν η απόσταση μεταξύ του επιπέδου του μέγιστου βυθίσματος και της άνω ακμής των διαδοκίδων είναι κατώτερη των 500 mm, το μέγιστο βύθισμα για τα πλοία τα οποία ταξιδεύουν με ακάλυπτο το κύτος πρέπει να ορισθεί.

Στο πιστοποιητικό πρέπει να εγγραφεί η ακόλουθή παρατήρηση:

«Όταν τα στόμια του κύτους είναι εντελώς ή εν μέρει ακάλυπτα, το πλοίο μπορεί να φορτωθεί μόνο έως . . . mm από τα σημεία του βυθίσματος».

Άρθρο 4.06 Κλίμακες βυθίσματος

1. Κάθε πλοίο που το βύθισμά του μπορεί να φθάσει το 1 m πρέπει να έχει κλίμακες βυθίσματος σε κάθε πλευρά προς την πρύμνη. Μπορεί να έχει και άλλες κλίμακες βυθίσματος.

2. Το μηδέν κάθε κλίμακας βυθίσματος πρέπει να βρίσκεται κατακόρυφα από κάτω της στο επίπεδο παράλληλο προς το επίπεδο μεγίστου βυθίσματος που περνά από το χαμηλότερο σημείο της γάστρας ή, αν υπάρχει της καρίνας. Η κατακόρυφη απόσταση από το μηδέν πρέπει να είναι βαθμονομημένη κατά δεκατόμετρα. Η βαθμονόμηση αυτή πρέπει να σημαίνεται σε κάθε κλίμακα, από το επίπεδο άφορτου βυθίσματος μέχρι 10 cm πάνω από το επίπεδο μεγίστου βυθίσματος, με γραμμές σταμπαρισμένες ή εγχαραγμένες και βαμμένες εναλλάξ με δύο χρώματα ώστε να είναι ευδιάκριτες. Η βαθμονόμηση πρέπει να δείχνεται με αριθμούς κατά μήκος της κλίμακας, τουλάχιστον κάθε 5 δεκατόμετρα, καθώς και στην κορυφή της κλίμακας.

3. Οι δύο πρυμναίες κλίμακες καταμέτρησης που τοποθετούνται κατ' εφαρμογή της σύμβασης που αναφέρεται στο άρθρο 4.05 μπορεί να επέχουν θέση κλιμάκων βυθίσματος, με τον όρο να είναι βαθμονομημένες σύμφωνα με τις παραπάνω προδιαγραφές, και, όπου χρειάζεται, να έχουν προστεθεί αριθμοί που να δείχνουν το βύθισμα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ΕΥΕΛΙΞΙΑ

Άρθρο 5.01 Γενικά

Τα πλοία και οι συνοδείες πρέπει να έχουν επαρκή πλωιμότητα και ικανότητα ελιγμών.

Τα πλοία τα οποία δεν είναι εξοπλισμένα με μηχανές ώθησης και τα οποία προορίζονται να αποτελέσουν τμήμα ρυμουλκούμενης συνοδείας, πρέπει να ανταποκρίνονται στις ειδικές απαιτήσεις που ορίζονται από το όργανο επιθεώρησης.

Τα πλοία τα οποία είναι εξοπλισμένα με μηχανές ώθησης και οι συνοδείες πρέπει να ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές των άρθρων 5.02 έως 5.10.

Άρθρο 5.02 Δοκιμές ναυσιπλοΐας

1. Η πλωιμότητα και η ικανότητα ελιγμών πρέπει να επαληθευθούν με δοκιμές ναυσιπλοΐας. Ειδικότερα, πρέπει να ελέγχονται τα ακόλουθα:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

2. Το όργανο επιθεώρησης μπορεί να μην διενεργήσει το σύνολο ή μέρος των δοκιμών όταν η εξακρίβωση των απαιτήσεων σχετικά με την πλωιμότητα και την ικανότητα ελιγμών μπορεί να αποδειχθεί με άλλο τρόπο.

Άρθρο 5.03 Ζώνη δοκιμών

1. Οι δοκιμές ναυσιπλοΐας που αναφέρονται στο άρθρο 5.02 πρέπει να πραγματοποιούνται σε ζώνες των εσωτερικών πλωτών οδών οι οποίες ορίζονται από τις αρμόδιες αρχές.

2. Οι εν λόγω ζώνες δοκιμών πρέπει να βρίσκονται εάν είναι δυνατόν σε ένα ευθύγραμμο τμήμα ελάχιστου μήκους 2 km και επαρκούς πλάτους σε τρέχοντα ή λιμνάζοντα ύδατα και πρέπει να είναι εφοδιασμένες με ευδιάκριτα σημεία για τον καθορισμό της θέσης του πλοίου.

3. Το όργανο επιθεώρησης θα πρέπει να μπορεί να καταμετρήσει υδρολογικά στοιχεία όπως, π.χ. το βάθος του νερού, το πλάτος του πλωτού διαύλου και τη μέση ταχύτητα του ρεύματος στη ζώνη ναυσιπλοΐας σε συνάρτηση με τα διάφορα επίπεδα ύδατος.

Άρθρο 5.04 Βαθμός φόρτωσης των πλοίων και των συνοδειών κατά τη διάρκεια των δοκιμών ναυσιπλοΐας

Κατά τη διάρκεια των δοκιμών ναυσιπλοΐας, τα πλοία και οι συνοδείες που προορίζονται για την μεταφορά εμπορευμάτων πρέπει να είναι φορτωμένα σε επίπεδο 70 % τουλάχιστον της μεταφορικής ικανότητάς τους και το φορτίο πρέπει να είναι κατανεμημένο με τρόπο ώστε να διασφαλίζεται όσο το δυνατόν περισσότερο μία οριζόντια κλίση της τρόπιδας. Εάν οι δοκιμές πραγματοποιούνται με μικρότερο φορτίο, η εξάρτιση για τη ναυσιπλοΐα προς την κατεύθυνση του ρεύματος πρέπει να περιορίζεται στο φορτίο αυτό.

Άρθρο 5.05 Χρήση του εξοπλισμού για τις δοκιμές ναυσιπλοΐας

1. Κατά τη διάρκεια των δοκιμών ναυσιπλοΐας, μπορεί να χρησιμοποιηθεί όλος ο εξοπλισμός ο οποίος αναφέρεται στο πιστοποιητικό στα σημεία 34 και 52 που μπορεί να διευθυνθεί από τη θέση πηδαλιουχίας, εκτός από τις άγκυρες.

2. Πάντως, κατά τη διάρκεια της στροφής αντίθετα προς την κατεύθυνση του ρεύματος η οποία αναφέρεται στο άρθρο 5.10, μπορεί να χρησιμοποιηθούν οι πρωραίες άγκυρες.

Άρθρο 5.06 Ανώτατη προδιαγεγραμμένη ταχύτητα (κίνηση πρόσω)

1. Τα πλοία και οι συνοδείες πρέπει να επιτυγχάνουν ταχύτητα σε σχέση προς το νερό ίση προς 13 km/ώρα τουλάχιστον. Ο όρος αυτός δεν απαιτείται από ρυμουλκά ώθησης τα οποία πλέουν «εκτός υπηρεσίας».

2. Το όργανο επιθεώρησης μπορεί να χορηγήσει παρεκκλίσεις στα πλοία και τις συνοδείες που πλέουν αποκλειστικά σε όρμους και σε λιμάνια.

Άρθρο 5.07 Ικανότητα στάσης

1. Τα πλοία και οι συνοδείες πρέπει να μπορούν να σταματούν με την πλώρη προς την κατεύθυνση του ρεύματος έγκαιρα παραμένοντας ταυτόχρονα επαρκώς ευέλικτα.

2. Η ικανότητα στάσης που αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο μπορεί να αντικατασταθεί από την ικανότητα στροφής όσον αφορά τα πλοία και τις συνοδείες μήκους ίσου ή ανώτερου των 86 m και πλάτους ίσου ή ανώτερου των 22,90 m.

3. Η ικανότητα στάσης πρέπει να αποδειχθεί με χειρισμούς στάσης οι οποίες πραγματοποιούνται σε μία ζώνη δοκιμών η οποία αναφέρεται στο άρθρο 5.03 και η ικανότητα στροφής με χειρισμούς στροφής σύμφωνα με το άρθρο 5.10.

Άρθρο 5.08 Ικανότητα ναυσιπλοΐας με κίνηση όπισθεν

Όταν ο χειρισμός στάσης ο οποίος απαιτείται σύμφωνα με το άρθρο 5.07 πραγματοποιείται σε στάσιμα ύδατα, πρέπει να ακολουθηθεί από μία δοκιμή ναυσιπλοΐας με κίνηση όπισθεν.

Άρθρο 5.09 Ικανότητα αποφυγής

Τα πλοία και οι συνοδείες πρέπει να μπορούν να πραγματοποιούν ένα χειρισμό αποφυγής έγκαιρα. Η ικανότητα αποφυγής πρέπει να αποδειχθεί με χειρισμούς αποφυγής οι οποίοι πραγματοποιούνται σε μία ζώνη δοκιμών η οποία αναφέρεται στο άρθρο 5.03.

Άρθρο 5.10 Ικανότητα στροφής

Τα πλοία και οι συνοδείες μήκους ίσου ή κατώτερου των 86 m και πλάτους ίσου ή κατώτερου των 22,90 m πρέπει να μπορούν να πραγματοποιούν στροφή έγκαιρα.

Η ικανότητα στροφής μπορεί να αντικατασταθεί από την ικανότητα στάσης η οποία αναφέρεται στο άρθρο 5.07.

Η ικανότητα στροφής πρέπει να αποδειχθεί με χειρισμούς στροφής προς την αντίθετη κατεύθυνση του ρεύματος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΠΗΔΑΛΙΟΥΧΙΑΣ

Άρθρο 6.01 Γενικές απαιτήσεις

1. Τα πλοία πρέπει να είναι εξοπλισμένα με ένα μηχανισμό πηδαλιουχίας ο οποίος διασφαλίζει τουλάχιστον την ικανότητα ελιγμών η οποία αναφέρεται στο κεφάλαιο 5 του παρόντος παραρτήματος.

2. Οι μηχανισμοί πηδαλιουχίας πρέπει να είναι σχεδιασμένοι κατά τέτοιο τρόπο ώστε το πηδάλιο να μην μπορεί να αλλάζει κατεύθυνση απροσδόκητα.

3. Το σύνολο του μηχανισμού πηδαλιουχίας πρέπει να είναι σχεδιασμένο, κατασκευασμένο και εγκαταστημένο κατά τρόπο που να επιτρέπει τη λειτουργία του υπό μόνιμη εγκάρσια κλίση μέχρι 15 μοίρες και υπό θερμοκρασία περιβάλλοντος οι οποίες κυμαίνονται από - 20 °C έως + 50° C.

4. Τα μέρη του μηχανισμού πηδαλιουχίας πρέπει να είναι κατασκευασμένα κατά τρόπο που να μπορούν να αντέχουν σε όλες τις μέγιστες καταπονήσεις στις οποίες υποβάλλονται υπό κανονικές συνθήκες λειτουργίας. Οι δυνάμεις που ασκούνται στο πηδάλιο, οι οποίες προέρχονται από εξωτερικούς παράγοντες, δεν πρέπει να παρεμποδίζουν την ικανότητα λειτουργίας του μηχανισμού κίνησης του πηδαλίου και του χειριστηρίου του.

5. Ο μηχανισμός πηδαλιουχίας πρέπει να συμπεριλαμβάνει μηχανοκίνητο έλεγχο πηδαλίου εάν οι δυνάμεις οι οποίες είναι απαραίτητες για την ενεργοποίηση του πηδαλίου το απαιτούν.

6. Ο μηχανοκίνητος μηχανισμός πηδαλιουχίας πρέπει να είναι εξοπλισμένος με σύστημα προστασίας από την υπερφόρτιση ώστε να περιορίζεται η ροπή που ασκεί το ωστικό σύστημα.

7. Τα ανοίγματα για τον άξονα του πηδαλίου πρέπει να είναι κατασκευασμένα κατά τρόπο ώστε να μην διαρρέουν τα λιπαντικά τα οποία ρυπαίνουν το νερό.

Άρθρο 6.02 Μηχανοκίνητος μηχανισμός πηδαλιουχίας

1. Εάν το σκάφος είναι εφοδιασμένο με μηχανοκίνητο μηχανισμό πηδαλιουχίας σε περίπτωση βλάβης ή διαταραχής του μηχανισμού πηδαλιουχίας ένας δεύτερος μηχανισμός ή ένας μηχανοκίνητος μηχανισμός πρέπει να μπορεί να τίθεται σε λειτουργία εντός 5 δευτερολέπτων.

2. Εάν ο δεύτερος μηχανισμός πηδαλιουχίας ή ο χειροκίνητος μηχανισμός δεν εμπλέκονται αυτόματα, η ζεύξη πρέπει να μπορεί να πραγματοποιείται με το χέρι, αμέσως και κατά απλό τρόπο, από το πηδάλιο.

3. Ο δεύτερος μηχανισμός πηδαλιουχίας ή ο χειροκίνητος μηχανισμός πηδαλιουχίας πρέπει να μπορεί να διασφαλίζει την ικανότητα ελιγμών που προβλέπεται στο κεφάλαιο 5 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 6.03 Υδραυλικός μηχανισμός πηδαλιουχίας

1. Καμία συσκευή κατανάλωσης δεν μπορεί να συνδεθεί με τον υδραυλικό μηχανισμό πηδαλιουχίας εντούτοις, όταν υπάρχουν δύο ανεξάρτητοι μηχανισμοί πηδαλιουχίας μία παρόμοια σύνδεση επιτρέπεται σε έναν από τους δύο μηχανισμούς εφόσον οι συσκευές κατανάλωσης είναι συνδεδεμένες στον αγωγό επιστροφής και μπορεί να κοπούν από τον μηχανισμό πηδαλιουχίας με μία διάταξη διαχωρισμού.

2. Σε περίπτωση που υπάρχουν δύο υδραυλικοί μηχανισμοί, είναι απαραίτητο ένα δοχείο υγρών για κάθε ένα από τους μηχανισμούς 7 Πάντως, επιτρέπονται διπλά δοχεία. Τα δοχεία υγρών πρέπει να είναι εξοπλισμένα με ένα συναγερμό ο οποίος ελέγχει την μείωση του επιπέδου του λαδιού κάτω από το χαμηλότερο επίπεδο πλήρωσης που επιτρέπει μία ασφαλή λειτουργία.

3. Δεν απαιτείται διπλασιασμός του συρταριού χειρισμού εάν αυτό μπορεί να ενεργοποιηθεί με το χέρι ή με χειροκίνητο υδραυλικό χειρισμό από το πηδαλιουχίο.

4. Οι διαστάσεις, η κατασκευή και η διάταξη των σωληνώσεων πρέπει να αποκλείουν όσο το δυνατόν περισσότερο τη φθορά τους από μηχανικά αίτια ή από τη φωτιά.

5. Σε περίπτωση υδραυλικών εγκαταστάσεων χειρισμού, δεν είναι απαραίτητο ένα ανεξάρτητο σύστημα σωληνώσεων για το δεύτερο μηχανισμό πηδαλιουχίας εάν είναι εξασφαλισμένη η ανεξάρτητη λειτουργία των δύο μηχανισμών πηδαλιουχίας και εάν το σύστημα των σωληνώσεων ψύχεται με πίεση η οποία είναι ίση προς 1,5 της μέγιστης πίεσης της λειτουργίας.

6. Οι εύκαμπτοι αγωγοί επιτρέπονται μόνο όταν η χρήση τους είναι απαραίτητη για την απόσβεση των δονήσεων ή για την ελευθερία κίνησης των συστατικών στοιχείων. Πρέπει να έχουν σχεδιασθεί για πίεση η οποία είναι ίση τουλάχιστον προς τη μέγιστη πίεση λειτουργίας.

Άρθρο 6.04 Πηγή ενέργειας

1. Οι μηχανισμοί πηδαλιουχίας οι οποίοι είναι εξοπλισμένοι με δύο μηχανοκίνητους χειρισμούς πρέπει να διαθέτουν δύο πηγές ενέργειας.

2. Εάν η δεύτερη πηγή ενέργειας του μηχανισμού πηδαλιουχίας με μηχανοκίνητο χειρισμό δεν λειτουργεί συνεχώς κατά την κίνηση του πλοίου πρέπει να υπάρχει ένα ρυθμιστικό σύστημα με επαρκή ικανότητα για την κίνηση του δεύτερου μηχανισμού κατά την περίοδο προθέρμανσης.

3. Σε περίπτωση πηγών ηλεκτρικής ενέργειας, καμία συσκευή κατανάλωσης δεν μπορεί να τροφοδοτείται από το δίκτυο τροφοδότησης του μηχανισμού πηδαλιουχίας.

Άρθρο 6.05 Χειροκίνητος χειρισμός

1. Ο χειροκίνητος τροχός δεν μπορεί να κινείται από το μηχανοκίνητο χειριστήριο.

2. Η επιστροφή του χειροκίνητου τροχού πρέπει να εμποδίζεται για κάθε θέση του πηδαλίου κατά την αυτόματη εμπλοκή του χειροκίνητου τροχού.

Άρθρο 6.06 Μηχανισμοί με αυτοδιευθυνόμενους έλικες, με έγχυση ύδατος, με κυκλοειδείς προωθητές και έλικες πηδαλιουχίας

1. Στην περίπτωση εγκαταστάσεων με αυτοδιευθυνόμενους έλικες, έγχυση ύδατος, με κυκλοειδείς προωθητές ή έλικες πηδαλιουχίας, των οποίων το τηλεχειριστήριο της τροποποίησης της διεύθυνσης της ώθησης είναι ηλεκτρική, υδραυλική ή με πεπιεσμένο αέρα, πρέπει να υπάρχουν δύο συστήματα χειρισμού, ανεξάρτητα μεταξύ τους, μεταξύ της θέσης πηδαλιουχίας και του μηχανισμού, τα οποία ανταποκρίνονται κατ' αναλογία στα άρθρα 6.01 έως 6.06.

Οι εν λόγω μηχανισμοί δεν ρυθμίζονται από την παρούσα παράγραφο εάν δεν είναι απαραίτητοι προκειμένου να εξασφαλισθεί η ικανότητα ελιγμών η οποία αναφέρεται στο κεφάλαιο 5 του παρόντος κανονισμού ή εάν δεν είναι απαραίτητοι για τη δοκιμή της στάσης.

2. Σε περίπτωση πολλών μηχανισμών με διευθυνόμενους έλικες, με έγχυση ύδατος, με κυκλοειδή προωθητή, ή έλικες πηδαλιουχίας οι οποίοι είναι ανεξάρτητοι μεταξύ τους, το δεύτερο σύστημα χειρισμού δεν είναι απαραίτητο εάν, σε περίπτωση βλάβης ενός μηχανισμού, το πλοίο διατηρεί την ικανότητα ελιγμών η οποία προβλέπεται στο κεφάλαιο 5 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 6.07 Ενδείξεις και έλεγχοι

1. Η θέση του πηδαλίου πρέπει να φαίνεται καθαρά από τη θέση πηδαλιουχίας. Εάν η ένδειξη της θέσης του πηδαλίου είναι ηλεκτρική, πρέπει να έχει ιδιαίτερη τροφοδότηση.

2. Πρέπει να υπάρχουν οι ακόλουθες τουλάχιστον ενδείξεις και διατάξεις ελέγχου στη θέση πηδαλιουχίας:

α) δείκτης στάθμης λαδιού του δοχείου υγρών που προβλέπεται στο άρθρο 6.03 παράγραφος 2 και δείκτης πίεσης λειτουργίας του υδραυλικού συστήματος 7

β) βλάβη της πηγής ηλεκτρικής ενέργειας του μηχανισμού χειρισμού 7

γ) βλάβη της πηγής ηλεκτρικής ενέργειας του μηχανισμού προώθησης 7

δ) βλάβη του ρυθμιστή ταχύτητας περιστροφής 7

ε) βλάβη των προβλεπόμενων ρυθμιστικών μηχανισμών.

Άρθρο 6.08 Ρυθμιστές της ταχύτητας περιστροφής

1. Οι ρυθμιστές ταχύτητας περιστροφής και τα συνιστώντα στοιχεία τους πρέπει να συμμορφώνονται προς τις προδιαγραφές που αναφέρονται στο άρθρο 9.20.

2. Η καλή λειτουργία του ρυθμιστή ταχύτητας περιστροφής πρέπει να ενδείκνυται στη θέση πηδαλιουχίας με μία πράσινη ενδεικτική λυχνία.

Πρέπει να ελέγχονται οι βλάβες, οι απαράδεκτες διακυμάνσεις της τάσης τροφοδότησης και η απαράδεκτη πτώση της ταχύτητας περιστροφής του γυροσκοπίου.

3. Όταν, εκτός του ρυθμιστή της ταχύτητας περιστροφής, υπάρχουν άλλα συστήματα πηδαλιουχίας πρέπει να διακρίνεται ευχερώς στη θέση πηδαλιουχίας ποιο από τα συστήματα αυτά είναι συνδεδεμένο. Το πέρασμα από το ένα σύστημα στο άλλο πρέπει να πραγματοποιείται αμέσως. Οι ρυθμιστές ταχύτητας περιστροφής δεν πρέπει να ασκούν καμία επίδραση στο μηχανισμό πηδαλιουχίας.

4. Η τροφοδότηση σε ηλεκτρική ενέργεια του ρυθμιστή της ταχύτητας περιστροφής πρέπει να είναι ανεξάρτητη από την τροφοδότηση άλλων συσκευών κατανάλωσης ρεύματος.

5. Τα γυροσκόπια, οι ανιχνευτές, και οι δείκτες περιστροφής που χρησιμοποιούνται στους ρυθμιστές της ταχύτητας περιστροφής πρέπει να ανταποκρίνονται στις ελάχιστες απαιτήσεις των ελάχιστων προδιαγραφών και όρων δοκιμών αναφορικά με τους δείκτες ταχύτητας της περιστροφής για την εσωτερική ναυσιπλοΐα.

Άρθρο 6.09 Υποδοχή

1. Η συμμόρφωση της συναρμολόγησης του μηχανισμού πηδαλιουχίας πρέπει να ελεγχθεί από ένα όργανο επιθεώρησης. Για το σκοπό αυτό, το όργανο επιθεώρησης μπορεί να ζητήσει τα ακόλουθα έγγραφα:

α) περιγραφή του μηχανισμού πηδαλιουχίας 7

β) σχέδια και πληροφορίες σχετικά με τον μηχανισμό πηδαλιουχίας και το σύστημα οδήγησης 7

γ) στοιχεία σχετικά με το μηχανισμό πηδαλιουχίας 7

δ) σχέδιο της ηλεκτρικής εγκατάστασης 7

ε) περιγραφή του ρυθμιστή της ταχύτητας περιστροφής 7

στ) οδηγίες χρήσης του μηχανισμού.

2. Η λειτουργία του συνόλου του μηχανισμού πηδαλιουχίας πρέπει να επαληθευθεί με δοκιμή ναυσιπλοΐας. Όσον αφορά τους ρυθμιστές της ταχύτητας περιστροφής, πρέπει να επαληθευθεί με βεβαιότητα ότι μπορεί να διατηρηθεί μία συγκεκριμένη πορεία και ότι όλες οι στροφές μπορεί να διανυθούν με ασφαλή τρόπο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 ΤΙΜΟΝΙΕΡΑ

Άρθρο 7.01 Γενικά

1. Οι τιμονιέρες πρέπει να είναι διαρρυθμισμένες με τρόπο ώστε ο πηδαλιούχος να μπορεί να εργάζεται κατά τον πλου ανεξάρτητα από τις καιρικές συνθήκες.

2. Υπό κανονικές συνθήκες λειτουργίας, το επίπεδο ηχητικής πίεσης του θορύβου του πλοίου στη θέση πηδαλιουχίας, και στο σημείο κεφαλής του πηδαλιούχου δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 70 dB(A).

3. Σε περίπτωση που η τιμονιέρα είναι διαρρυθμισμένη για οδήγηση με ραντάρ από ένα μόνο άτομο, ο πηδαλιούχος πρέπει να μπορεί να εργάζεται καθιστός και όλα τα όργανα ενδείξεων ή έλέγχου και όλα τα όργανα χειρισμού τα οποία είναι απαραίτητα για την οδήγηση του πλοίου πρέπει να είναι διαρρυθμισμένα κατά τρόπο ώστε ο πηδαλιούχος να μπορεί να τα χρησιμοποιεί κατά τον πλου χωρίς να φεύγει από το κάθισμά του ούτε να αποσπά το βλέμμα του από την οθόνη του ραντάρ.

Άρθρο 7.02 Απρόσκοπτη θέα

1. Πρέπει να διασφαλίζεται αρκετά απρόσκοπτη θέα από τη θέση πηδαλιουχίας προς όλες τις κατευθύνσεις.

2. Όσον αφορά τον πηδαλιούχο, η ζώνη μη ορατότητας εμπρός από το πλοίο όταν είναι άφορτο με το ήμισυ των προμηθειών του χωρίς, όμως, έρμα δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 250 m.

Τα οπτικά μέσα μείωσης της ζώνης μη ορατότητας δεν μπορεί να ληφθούν υπόψη κατά την επιθεώρηση.

3. Το πεδίο ορατότητας της κανονικής θέσης του πηδαλιούχου πρέπει να είναι τουλάχιστον 240 μοίρες του ορίζοντα από τις οποίες οι 140 μοίρες πρέπει να είναι στο ημικύκλιο το οποίο κατευθύνεται εμπρός από το πλοίο.

Κανένας ορθοστάτης, στύλοι ή υπερκατασκευή μπορεί να βρίσκεται στον κανονικό άξονα ορατότητας του πηδαλιούχου.

Εάν η θέα δεν είναι επαρκώς απρόσκοπτη προς τα πίσω, το όργανο επιθεώρησης μπορεί να απαιτήσει άλλα μέτρα και, ιδιαίτερα, την εγκατάσταση βοηθητικών οπτικών μέσων.

4. Πρέπει να διασφαλίζεται απρόκοπτη θέα από το άνοιγμα εμπρός ανεξάρτητα από τις καιρικές συνθήκες με κατάλληλα μέσα.

5. Τα κρύσταλλα τα οποία χρησιμοποιούνται στις τιμονιέρες πρέπει να έχουν βαθμό διαφάνειας 75 % τουλάχιστον.

Άρθρο 7.03 Γενικές απαιτήσεις σχετικά με τις διατάξεις χειρισμού, ενδείξεων και ελέγχου

1. Τα όργανα χειρισμού τα οποία είναι απαραίτητα για την οδήγηση του πλοίου πρέπει να μπαίνουν εύκολα στη θέση λειτουργίας. Η θέση αυτή πρέπει να σημαίνεται χωρίς κίνδυνο σύγχυσης.

2. Τα όργανα ελέγχου πρέπει να είναι ευανάγνωστα και ο φορτισμός τους να μπορεί να ρυθμίζεται κατά συνεχή τρόπο μέχρι το σβήσιμο. Οι πηγές φωτισμού δεν πρέπει να ενοχλούν ή να παραβλάπτουν την ορατότητα των οργάνων ελέγχου.

3. Πρέπει να υπάρχει εγκατάσταση για τη δοκιμή των ενδεικτικών λυχνιών.

4. Θα πρέπει να διαπιστώνεται εύκολα εάν μία εγκατάσταση λειτουργεί. Εάν η λειτουργία εμφαίνεται με τη βοήθεια ενδεικτικής λυχνίας, η λυχνία πρέπει να είναι πράσινη.

5. Οι ανωμαλίες και οι βλάβες των εγκαταστάσεων για τις οποίες προβλέπεται έλεγχος πρέπει να εμφαίνονται με τη βοήθεια ερυθρών ενδεικτικών λυχνιών.

6. Ένα ακουστικό σήμα πρέπει να ηχεί ταυτόχρονα όταν ανάβει μία από τις ερυθρές ενδεικτικές λυχνίες. Τα ηχητικά προειδοποιητικά σήματα μπορεί να αποτελούν ένα μόνο κοινό σήμα. Το επίπεδο ηχητικής πίεσης του σήματος αυτού πρέπει να υπερβαίνει κατά 3 dB(A) τουλάχιστον το μέγιστο επίπεδο ηχητικής πίεσης του περιβάλλοντος θορύβου της θέσης πηδαλιουχίας.

7. Το ηχητικό προειδοποιητικό σήμα πρέπει να σταματά μετά τη διαπίστωση της ανωμαλίας ή της βλάβης. Η διακοπή αυτή δεν πρέπει να εμποδίζει τη λειτουργία του προειδοποιητικού σήματος για άλλες βλάβες. Οι ερυθρές ενδεικτικές λυχνίες πρέπει να σβήνουν μόνο όταν δεν υπάρχει πλέον βλάβη.

8. Οι διατάξεις ελέγχου και ενδείξεων πρέπει να συνδέονται αυτόματα σε μία άλλη πηγή ενέργειας σε περίπτωση βλάβης της τροφοδότησής τους.

Άρθρο 7.04 Ειδικές απαιτήσεις σχετικά με τις διατάξεις χειρισμού, ενδείξεων και ελέγχου των μηχανών πρόωσης και των μηχανισμών πηδαλιουχίας

1. Ο χειρισμός και η παρακολούθηση των μηχανών πρόωσης και των μηχανισμών πηδαλιουχίας πρέπει να μπορεί να γίνεται από τη θέση πηδαλιουχίας. Οι μηχανές πρόωσης οι οποίες είναι εξοπλισμένες με διάταξη εμπλοκής, ο χειρισμός της οποίας μπορεί να γίνει από τη θέση πηδαλιουχίας, ή που ενεργοποιούν μία αυτοδιευθυνόμενη έλικα, ο χειρισμός της οποίας μπορεί να πραγματοποιηθεί από τη θέση πηδαλιουχίας, πρέπει να τίθενται σε λειτουργία ή να σταματούν μόνο από το μηχανοστάσιο.

2. Κάθε προωστικός κινητήρας πρέπει να διευθύνεται από έναν μόνο μοχλό ο οποίος κινείται κατά μήκος τόξου κύκλου σε κατακόρυφο επίπεδο περίπου παράλληλο με το διαμήκη άξονα του πλοίου. Η κίνηση του μοχλού προς την πλώρη πρέπει να κάνει το πλοίο να κινείται προς τα εμπρός ενώ η κίνηση του μοχλού προς την πρύμνη πρέπει να κάνει το πλοίο να κινείται προς τα πίσω. Η σύμπλεξη και η αλλαγή της φοράς πορείας πρέπει να γίνονται γύρω στην ουδέτερη θέση του μοχλού. Όταν ο μοχλός έρχεται στην ουδέτερη θέση, πρέπει να ακούγεται ευκρινώς ένα κλικ. Η γωνιακή μετακίνηση του μοχλού από την ουδέτερη θέση στις θέσεις «πρόσω ολοταχώς» και «όπισθεν ολοταχώς» δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 90 μοίρες.

3. Στις τιμονιέρες οι οποίες είναι διαρρυθμισμένες για την οδήγηση με ραντάρ από ένα μόνο άτομο πρέπει να εμφαίνονται η φορά και η ώθηση η οποία ασκείται στο πλοίο από τη διάταξη πρόωσης και την ταχύτητα περιστροφής της έλικας ή των μηχανών πρόωσης.

4. Οι ενδείξεις και οι διατάξεις ελέγχου που αναφέρονται στο άρθρο 6.07 παράγραφος 2, στο άρθρο 8.03 παράγραφος 2 και στο άρθρο 8.05 παράγραφος 11, πρέπει να βρίσκονται στη θέση πηδαλιουχίας.

5. Στις τιμονιέρες οι οποίες είναι διαρρυθμισμένες για την οδήγηση με ραντάρ από ένα μόνο άτομο, ο μηχανισμός κίνησης του πηδαλίου πρέπει να διευθύνεται με τη βοήθεια ενός μοχλού. Ο μοχλός αυτός πρέπει να είναι εύκολος στο χειρισμό και η γωνία που σχηματίζει με την κεντρική γραμμή του πλοίου πρέπει να αντιστοιχεί ακριβώς με τη γωνία απόκλισης των ελασμάτων του πηδαλίου. Ο μοχλός πρέπει να μπορεί να αφήνεται ελεύθερος σε οποιαδήποτε θέση χωρίς να αλλάζει η θέση των ελασμάτων. Όταν ο μοχλός έρχεται στην ουδέτερη θέση πρέπει να ακούγεται ευκρινώς ένα κλικ.

6. Στις τιμονιέρες οι οποίες είναι διαρρυθμισμένες για την οδήγηση με ραντάρ από ένα μόνο άτομο, εάν το σκάφος είναι εξοπλισμό με πρωραία πηδάλια ή ειδικά πηδάλια ιδίως πηδάλια οπισθοπορείας, αυτά πρέπει να διευθύνονται με χωριστούς μοχλούς που να ικανοποιούν τις παραπάνω απαιτήσεις.

Η απαίτηση αυτή εφαρμόζεται επίσης όταν σε συνοδείες χρησιμοποιούνται άλλοι μηχανισμοί πηδαλιουχίας εκτός του πλοίου το οποίο διασφαλίζει την προώθηση της συνοδείας.

7. Σε περίπτωση χρησιμοποίησης ρυθμιστών της ταχύτητας περιστροφής, το όργανο χειρισμού της ταχύτητας περιστροφής θα πρέπει να μπορεί να αφήνεται σε οποιαδήποτε θέση χωρίς να αλλάζει η επιλεγμένη ταχύτητα.

Ο τομέας περιστροφής του οργάνου χειρισμού πρέπει να είναι διαστασιολογημένος κατά τρόπο που να εξασφαλίζεται επαρκής ακρίβεια της τοποθέτησης. Η ουδέτερη θέση πρέπει να διακρίνεται σαφώς από τις άλλες θέσεις. Ο φωτισμός της κλίμακας πρέπει να μπορεί να ρυθμίζεται με συνεχή τρόπο.

8. Ο μηχανισμός τηλεχειρισμού του συνόλου του μηχανισμού πηδαλιουχίας πρέπει να είναι μόνιμα στερεωμένος και διαρρυθμισμένος κατά τρόπο ώστε η πορεία που επιλέγεται να είναι ευδιάκριτη. Εάν οι μηχανισμοί τηλεχειριστηρίου μπορεί να αποσυμπλακούν, πρέπει να είναι εξοπλισμένες με διάταξη ένδειξης της θέσης «σε υπηρεσία» ή «εκτός υπηρεσίας». Η διαρρύθμιση και η λειτουργία των στοιχείων του χειριστηρίου πρέπει να είναι λειτουργικές.

Όσον αφορά τους βοηθητικούς μηχανισμούς πηδαλιουχίας όπως οι έλικες πηδαλιουχίας, ο μη μόνιμα στερεωμένος μηχανισμός τηλεχειρισμού επιτρέπεται με την προϋπόθεση ότι ο βοηθητικός μηχανισμός μπορεί να ενεργοποιηθεί ανά πάσα στιγμή με μία διάταξη σύμπλεξης.

9. Σε περίπτωση μηχανισμών με αυτοδιευθυνόμενους έλικες, και έλικες πηδαλιουχίας, επιτρέπονται ισοδύναμες διατάξεις για τις διατάξεις χειρισμού, ενδείξεων και ελέγχου.

Οι απαιτήσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 έως 8 εφαρμόζονται κατ' αναλογία λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών και της διαρρύθμισης η οποία επιλέγεται για τα όργανα πηδαλιουχίας και πρόωσης που αναφέρονται παραπάνω, για κάθε μηχανισμό, λαμβανομένης υπόψη της θέσης τους, πρέπει να φαίνεται καθαρά η φορά πορείας ή η κατεύθυνση του υδατορρεύματος.

Άρθρο 7.05 Χειρισμός και έλεγχος των φώτων σηματοδότησης, των φωτεινών σημάτων και των ηχητικών σημάτων

1. Στο παρόν άρθρο, ο όρος:

α) «φώτα σηματοδότησης» σημαίνει τα φώτα ιστού, τα φώτα πλευρών, τα φώτα πλώρης, τα φώτα τα οποία είναι ορατά από όλες τις πλευρές, τα φώτα χειρισμών, και τα κυανά φώτα για τη μεταφορά επικίνδυνων φορτίων 7

β) «φωτεινά σήματα» σημαίνει τα φώτα τα οποία συνοδεύουν τα ηχητικά σήματα και το φως το οποίο συνοδεύει την κυανή σημαία.

2. Για τον έλεγχο των φωτεινών σημάτων πρέπει να τοποθετηθούν προειδοποιητικοί λαμπτήρες ή οποιοσδήποτε άλλος ισοδύναμος μηχανισμός στην τιμονιέρα εκτός και αν ο έλεγχος είναι δυνατόν να γίνει άμεσα από την τιμονιέρα.

3. Στις τιμονιέρες οι οποίες είναι διαρρυθμισμένες για την οδήγηση με ραντάρ από ένα μόνο άτομο, στον πίνακα ελέγχου πρέπει να υπάρχουν ενδεικτικές λυχνίες για τον έλεγχο των φώτων σηματοδότησης και των φωτεινών σημάτων. Οι διακόπτες των φώτων πρέπει να είναι ενσωματώμενοι στις ενδεικτικές λυχνίες ή να είναι τοποθετημένοι δίπλα τους.

Η διαρρύθμιση και το χρώμα των ενδεικτικών λυχνιών των φώτων σηματοδότησης και φωτεινών σημάτων πρέπει να ανταποκρίνονται στη θέση και το πραγματικό χρώμα των εν λόγω φώτων σηματοδότησης και σημάτων.

Η μη λειτουργία ενός φωτός σηματοδότησης ή φωτεινού σήματος πρέπει να προκαλεί το σβήσιμο της αντίστοιχης ενδεικτικής λυχνίας ή να εμφαίνεται με άλλο τρόπο από την αντίστοιχη ενδεικτική λυχνία.

4. Στις τιμονιέρες οι οποίες είναι διαρρυθμισμένες για την οδήγηση με ραντάρ από ένα μόνο άτομο, τα ηχητικά σήματα πρέπει να διευθύνονται με το πόδι. Η προδιαγραφή δεν εφαρμόζεται στο σήμα «μην πλησιάζετε» σύμφωνα με τους κανονισμούς αστυνόμευσης που ισχύουν στα κράτη μέλη.

Άρθρο 7.06 Εγκαταστάσεις ραντάρ και ενδείξεις ταχύτητας περιστροφής

1. Οι συσκευές ραντάρ και οι δείκτες ταχύτητας περιστροφής πρέπει να είναι τύπου ο οποίος έχει εγκριθεί από τις αρμόδιες αρχές. Πρέπει να τηρούνται οι προδιαγραφές σχετικά με την εγκατάσταση και τον έλεγχο λειτουργίας τους.

Ο δείκτης ταχύτητας περιστροφής πρέπει να είναι τοποθετημένος ενώπιον του πηδαλιούχου εντός του οπτικού πεδίου του.

2. Στις τιμονιέρες οι οποίες είναι διαρρυθμισμένες για την οδήγηση με ραντάρ από ένα μόνο άτομο:

α) η οθόνη του ραντάρ δεν πρέπει να βρίσκεται αισθητά έξω από τη γραμμή του βλέμματος του πηδαλιούχου όταν αυτός βρίσκεται στην κανονική του θέση 7

β) η εικόνα του ραντάρ πρέπει να είναι πάντοτε πλήρως ορατή, χωρίς τη βοήθεια καλύπτρων και διαφραγμάτων, ανεξάρτητα από τις συνθήκες φωτισμού που επικρατούν έξω από την τιμονιέρα 7

γ) ακριβώς από πάνω ή από κάτω από την οθόνη του ραντάρ πρέπει να υπάρχει εγκατεστημένο στροφόμετρο.

Άρθρο 7.07 Εγκαταστάσεις ραδιοτηλεφωνίας για σκάφη με τιμονιέρα η οποία είναι διαρρυθμισμένη για την οδήγηση με ραντάρ από ένα μόνο άτομο

1. Για τα πλοία των οποίων η τιμονιέρα είναι διαρρυθμισμένη για την οδήγηση με ραντάρ από ένα μόνο άτομο η λήψη των δικτύων για την επικοινωνία με άλλα πλοία και για τις ναυτικές πληροφορίες πρέπει να γίνεται με μεγάφωνο και η εκπομπή από ακίνητο μικρόφωνο. Το πέρασμα από την εκπομπή στη λήψη και αντίστροφα πρέπει να γίνεται με το πάτημα ενός κουμπιού.

Τα μικρόφωνα των δικτύων αυτών δεν πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιηθούν για επικοινωνία με το δημόσιο δίκτυο.

2. Για τα πλοία των οποίων η τιμονιέρα είναι διαρρυθμισμένη για την οδήγηση με ραντάρ από ένα μόνο άτομο και τα οποία είναι εξοπλισμένα με εγκατάσταση ραδιοτηλεφωνίας για επικοινωνίες με το δημόσιο δίκτυο, η λήψη πρέπει να μπορεί να γίνεται από το κάθισμα του πηδαλιούχου.

Άρθρο 7.08 Εγκαταστάσεις τηλεφωνίας επί του σκάφους

Στα πλοία των οποίων η τιμονιέρα είναι διαρρυθμισμένη για την οδήγηση με ραντάρ από ένα μόνο άτομο πρέπει να υπάρχει ηχητική σύνδεση για τις εσωτερικές επικοινωνίες.

Από τη θέση πηδαλιουχίας πρέπει να μπορούν να πραγματοποιούνται οι ακόλουθες ηχητικές συνδέσεις:

α) με την πλώρη του πλοίου ή του πρώτου πλοίου της συνοδείας 7

β) με την πρύμνη του πλοίου ή του πρώτου πλοίου συνοδείας εφόσον καμία άλλη επικοινωνία δεν είναι δυνατή από τη θέση πηδαλιουχίας 7

γ) με το (τα) ενδιαίτημα(-τα) του πληρώματος 7

δ) με το θάλαμο του πηδαλιούχου.

Σε όλες τις θέσεις των ηχητικών συνδέσεων αυτών, η λήψη πρέπει να γίνεται από ακίνητο μικρόφωνο. Η σύνδεση με την πλώρη και την πρύμνη του πλοίου ή του πρώτου πλοίου της συνοδείας μπορεί να είναι ραδιοτηλεφωνική.

Άρθρο 7.09 Εγκατάσταση συναγερμού

1. Πρέπει να υπάρχει μία ανεξάρτητη εγκατάσταση συναγερμού η οποία να φθάνει τα ενδιαιτήματα, το μηχανοστάσιο και, ενδεχομένως, το αντλιοστάσιο χωριστά.

2. Στη θέση του πηδαλιούχου πρέπει να βρίσκεται διακόπτης ανοίγματος/κλεισίματος ο οποίος να ελέγχει το σήμα συναγερμού 7 δεν επιτρέπεται η χρήση διακοπτών που γυρίζουν αυτόματα στη θέση διακοπής όταν αφεθούν ελεύθεροι.

3. Η στάθμη ηχητικής πίεσης του σήματος αυτού πρέπει να είναι τουλάχιστον 75 dB(A) μέσα στα ενδιαιτήματα.

Στο μηχανοστάσιο και το αντλιοστάσιο ως σήμα συναγερμού πρέπει να υπάρχει φως σπινθηρισμών το οποίο είναι ορατό από όλες τις πλευρές και ευκρινώς αντιληπτό ανά πάσα στιγμή.

Άρθρο 7.10 Θέρμανση και αερισμός

Οι τιμονιέρες πρέπει να είναι εφοδιασμένες με ένα ρυθμιζόμενο σύστημα θέρμανσης και αερισμού.

Άρθρο 7.11 Εγκαταστάσεις για το χειρισμό των πρυμναίων αγκυρών

Στα πλοία και τις συνοδείες των οποίων η τιμονιέρα είναι διαρρυθμισμένη για την οδήγηση με ραντάρ από ένα μόνο άτομο, των οποίων το μήκος υπερβαίνει τα 86 m ή των οποίων το πλάτος υπερβαίνει τα 22,90 m, ο πηδαλιούχος πρέπει να μπορεί να ρίχνει τις πρυμναίες άγκυρες χωρίς να φεύγει από τη θέση του.

Άρθρο 7.12 Τιμονιέρες που χαμηλώνουν

Οι τιμονιέρες που είναι δυνατόν να χαμηλώνουν πρέπει να διαθέτουν ένα εφεδρικό σύστημα χαμηλώματος.

Κάθε μηχανισμός χαμηλώματος πρέπει να ενεργοποιεί ένα ευκρινώς ακουστό σήμα. Η απαίτηση αυτή δεν εφαρμόζεται εάν ο κίνδυνος σωματικών κακώσεων που μπορεί να οφείλονται στο χαμήλωμα αποκλείεται από κατάλληλες διατάξεις κατασκευής.

Ο πηδαλιούχος θα πρέπει να μπορεί να εγκαταλείπει την τιμονιέρα από οποιαδήποτε θέση.

Άρθρο 7.13 Σημείωση στο πιστοποιητικό των πλοίων των οποίων η τιμονιέρα είναι διαρρυθμισμένη για την οδήγηση με ραντάρ από ένα μόνο άτομο

Εάν το πλοίο ικανοποιεί τις προδιαγραφές των άρθρων 7.01, 7.04 έως 7.08 και 7.11 αναφορικά με τις τιμονιέρες οι οποίες είναι διαρρυθμισμένες για την οδήγηση με ραντάρ από ένα μόνο άτομο, στο πιστοποιητικό πρέπει να αναγράφεται η ακόλουθη σημείωση:

«Το πλοίο είναι εξοπλισμένο με μία τιμονιέρα διαρρυθμισμένη για την οδήγηση με ραντάρ από ένα μόνο άτομο».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΩΝ ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΩΝ

Άρθρο 8.01 Γενικές διατάξεις

1. Τα μηχανήματα καθώς και οι βοηθητικές εγκαταστάσεις πρέπει να σχεδιάζονται, να κατασκευάζονται και να εγκαθίστανται σύμφωνα με τους κανόνες της τέχνης του μηχανικού.

2. Οι εγκαταστάσεις οι οποίες αποτελούν έλεγχο παρακολούθησης όπως οι ατμολέβητες, και άλλες δεξαμενές πιέσεως, καθώς και τα εξαρτήματά τους, και οι ανελκυστήρες πρέπει να ικανοποιούν τους κανονισμούς που ισχύουν σε ένα κράτος μέλος της Κοινότητας.

3. Μπορούν να εγκατασταθούν μόνο κινητήρες εσωτερικής καύσης οι οποίοι λειτουργούν με καύσιμα με σημείο αναφλέξεως χαμηλότερο από 55 °C.

Άρθρο 8.02 Εξοπλισμός ασφαλείας

1. Τα μηχανήματα πρέπει να είναι εγκαταστημένα και συναρμολογημένα έτσι ώστε να είναι αρκετά προσιτά σε όσους τα χειρίζονται ή τα συντηρούν και να μην θέτουν σε κίνδυνο το αρμόδιο προσωπικό. Πρέπει να διασφαλίζονται κατά της μη ηθελημένης θέσης σε λειτουργία.

2. Τα προωστικά μηχανήματα, τα βοηθητικά μηχανήματα, οι ατμολέβητες, και οι δεξαμενές υπό πίεση, καθώς και τα εξαρτήματά τους πρέπει να είναι εξοπλισμένα με διατάξεις ασφαλείας.

3. Οι κινητήρες που ενεργοποιούν τους αναρροφητικούς και καταθλιπτικούς αεριστήρες πρέπει να μπορούν να σταματούν σε περίπτωση ανάγκης και έξω από τους χώρους όπου είναι εγκατεστημένοι και έξω από το μηχανοστάσιο.

Άρθρο 8.03 Προωστικοί μηχανισμοί

1. Η λειτουργία των προωστικών μηχανισμών του πλοίου πρέπει να μπορεί να αρχίζει, να διακόπτεται ή να αναστρέφεται εύκολα και με ασφάλεια.

2. Τα επίπεδα:

α) της θερμοκρασίας του ψυκτικού νερού των κινητήρων κυρίας κίνησης 7

β) της πίεσης του λιπαντικού λαδιού των κινητήρων κυρίας κίνησης και των οργάνων μετάδοσης 7

γ) της πίεσης του λαδιού και πίεσης αέρα των συσκευών αναστροφής των κινητήρων κυρίας κίνησης, των οργάνων αναστρέψιμης μετάδοσης ή των ελίκων

πρέπει να παρακολουθούνται από κατάλληλους μηχανισμούς οι οποίοι ενεργοποιούν ένα σήμα συναγερμού όταν πλησιάζουν μία κρίσιμη στάθμη.

3. Στα σκάφη τα οποία είναι εξοπλισμένα με ένα μόνο κινητήρα προώθησης, ο κινητήρας μπορεί να σταματά αυτόματα μόνο για την προστασία κατά της υπερφόρτισης.

4. Τα ανοίγματα των αξόνων πρέπει να είναι κατασκευασμένα με τρόπο ώστε τα λιπαντικά τα οποία ρυπαίνουν το νερό να μην μπορούν να διαρρεύσουν.

Άρθρο 8.04 Σωλήνες εξατμίσεως των μηχανών

1. Όλα τα αέρια της εξάτμισης πρέπει να οδηγούνται έξω από το πλοίο.

2. Πρέπει να λαμβάνονται όλες οι κατάλληλες προφυλάξεις ώστε να αποφεύγεται η διείσδυση των δηλητηριωδών αερίων στα διάφορα διαμερίσματα. Οι σωλήνες εξατμίσεων που διασχίζουν τα ενδιαιτήματα ή την τιμονιέρα πρέπει, μέσα σε αυτούς του χώρους, να είναι τυλιγμένα με ένα αρκετά αεροστεγές προστατευτικό περίβλημα. Ο χώρος ανάμεσα στο σωλήνα της εξάτμισης και των περίβλημα αυτό πρέπει να συγκοινωνεί με τον ελεύθερο αέρα.

3. Οι σωλήνες εξάτμισης πρέπει να είναι εγκατεστημένοι και προστατευμένοι με τρόπο ώστε να μην μπορούν να προκαλέσουν πυρκαγιά.

4. Οι σωλήνες εξατμίσεως στα μηχανοστάσια πρέπει να είναι κατάλληλα μονωμένοι ή ψυχόμενοι. Στο εξωτερικό των μηχανοστασίων αρκεί μία προστασία κατά της αφής.

Άρθρο 8.05 Δεξαμενές καυσίμων, σωληνώσεις και εξαρτήματα

1. Τα υγρά καύσιμα πρέπει να αποθηκεύονται σε χαλύβδινες δεξαμενές ή, εάν τούτο απαιτείται από τον τρόπο κατασκευής του πλοίου, από ισοδύναμα υλικά από απόψεως αντίστασης στη φωτιά, να αποτελούν τμήμα της γάστρας ή να είναι σταθερά στερεωμένες σε αυτό. Η απαίτηση αυτή δεν εφαρμόζεται στις δεξαμενές οι οποίες είναι ενσωματωμένες εκ κατασκευής σε βοηθητικές συσκευές και χωρητικότητας ίσης ή κατώτερης των 12 L. Οι δεξαμενές καυσίμων δεν πρέπει να έχουν κοινή επιφάνεια με τις δεξαμενές πόσιμου νερού.

2. Οι δεξαμενές καθώς και οι σωληνώσεις τους και τα άλλα εξαρτήματα πρέπει να είναι έτσι τοποθετημένες και εγκατεστημένες ώστε ούτε τα καύσιμα ούτε τα αέρια να μπορούν να διαφεύγουν κατά τύχη στο εσωτερικό του πλοίου. Οι βαλβίδες των δεξαμενών υγρών οι οποίες χρησιμεύουν για την απόληψη καυσίμων ή για την εκκένωση υδάτων πρέπει να είναι εφοδιασμένες με αυτόματο κλείσιμο.

3. Οι δεξαμενές καυσίμων δεν μπορεί να είναι τοποθετημένες μπροστά από το διάφραγμα σύγκρουσης.

4. Οι δεξαμενές καθημερινής κατανάλωσης και ο οπλισμός τους δεν πρέπει να είναι εγκατεστημένες πάνω από κινητήρες ή σωλήνες εξατμίσεως.

5. Τα ανοίγματα πλήρωσης των δεξαμενών καυσίμων πρέπει να είναι ευκρινώς σημασμένα.

6. Ο σωλήνας πλήρωσης των δεξαμενών υγρών καυσίμων πρέπει να έχει το στόμιό του στη γέφυρα, με εξαίρεση όμως τις δεξαμενές που γεμίζονται για την καθημερινή κατανάλωση. Ο σωλήνας πλήρωσης πρέπει να είναι εφοδιασμένος με διατάξεις κλεισίματος. Οι δεξαμενές πρέπει να είναι εφοδιασμένες με σωλήνα εξαερισμού ο οποίος απολήγει στον ελεύθερο αέρα πάνω από τη γέφυρα και είναι τοποθετημένος ώστε να μην μπορεί να μπει μέσα νερό 7 η διάμετρός του πρέπει να είναι ίση τουλάχιστον προς 1,25 της διαμέτρου του σωλήνα πλήρωσης.

Όταν οι δεξαμενές υγρών καυσίμων διασυνδέονται, η διάμετρος του σωλήνα διασύνδεσης πρέπει να είναι ίση τουλάχιστον προς 1,25 της διαμέτρου του σωλήνα πλήρωσης.

7. Οι σωληνώσεις για τη διανομή των υγρών καυσίμων πρέπει να είναι εφοδιασμένες, κατά την έξοδο από τις δεξαμενές, με μία διάταξη κλεισίματος χειριζόμενη από το κατάστρωμα.

Η διάταξη αυτή δεν αφορά τις δεξαμενές οι οποίες είναι συναρμολογημένες κατευθείαν στον κινητήρα.

8. Οι σωληνώσεις των καυσίμων, οι συνδέσεις, οι συγκολλήσεις, και οι οπλισμοί τους πρέπει να είναι κατασκευάζονται από υλικά τα οποία είναι ανθεκτικά στις μηχανικές, χημικές, και θερμικές επιδράσεις στις οποίες μπορεί να εκτίθενται. Οι σωληνώσεις των καυσίμων δεν πρέπει να εκτίθενται στα βλαβερά αποτελέσματα της θερμότητας και πρέπει να μπορούν να επιθεωρούνται σε όλο το μήκος τους.

9. Οι δεξαμενές καυσίμων πρέπει να είναι εφοδιασμένες με ένα μηχανισμό καταμέτρησης μέχρι το επίπεδο μέγιστης πλήρωσης. Οι σωλήνες των υγροδεικτών πρέπει να κατάλληλα προστατευμένοι από κτυπήματα, εφοδιασμένοι με αυτοκλειόμενους κρουνούς στο κάτω τους μέρος και συνδεδεμένοι στο πάνω τους μέρος με τις δεξαμενές πάνω από τη μέγιστη στάθμη πλήρωσης.

10. Οι δεξαμενές και αποθήκες υγρών καυσίμων πρέπει να είναι εφοδιασμένες με θυρίδες που να κλείνουν υδατοστεγώς για το καθάρισμα και την επιθεώρηση.

11. Οι δεξαμενές που τροφοδοτούν απευθείας τα προωστικά μηχανήματα καθώς και τους κινητήρες οι οποίοι είναι απαραίτητοι για την ναυσιπλοΐα πρέπει να είναι εφοδιασμένες με μία συσκευή η οποία δίνει οπτικό και ακουστικό σήμα στην τιμονιέρα όταν η στάθμη των καυσίμων πέσει σε σημείο το οποίο δεν αρκεί για την ασφαλή συνέχιση της πορείας.

Άρθρο 8.06 Αντλητικές εγκαταστάσεις

1. Κάθε στεγανό διαμέρισμα πρέπει να μπορεί να αποστραγγίζεται χωριστά. Πάντως, η απαίτηση αυτή δεν εφαρμόζεται στα διαμερίσματα τα οποία κανονικά είναι κλειστά ερμητικά κατά τη διάρκεια της πορείας.

2. Τα πλοία που έχουν πλήρωμα πρέπει να είναι εφοδιασμένα τουλάχιστον με δύο ανεξάρτητες αντλίες αποστράγγισης οι οποίες δεν πρέπει να είναι εγκατεστημένες στον ίδιο χώρο και από τις οποίες η μία τουλάχιστον πρέπει να είναι μηχανοκίνητη. Τα πλοία, όμως, τα οποία είναι εφοδιασμένα με προωστικά μηχανήματα με ισχύ κάτω από 225 kW ή με χωρητικότητα νεκρού βάρους κάτω των 350 τόνων και τα πλοία τα οποία δεν προορίζονται για τη μεταφορά εμπορευμάτων με εκτόπισμα κάτω των 250 m³, αρκεί μία χειροκίνητη ή μηχανοκίνητη αντλία.

Κάθε μία από τις αντλίες που αναφέρονται θα πρέπει να μπορεί να χρησιμοποιείται για κάθε στεγανό διαμέρισμα.

3. Η παροχή του πρώτου υδροσυλλέκτη υπολογίζεται με τον ακόλουθο τύπο:

Q1 = 0,1 7 d1² [l/min]

το d1 υπολογίζεται με τον ακόλουθο τύπο:

d1 = 1,5 7 √ L (B + H) + 25 [mm].

Η παροχή του δεύτερου υδροσυλλέκτη σε l/min υπολογίζεται με τον ακόλουθο τύπο:

Q2 = 0,1 7 d2² [l/min]

το d2 υπολογίζεται με τον ακόλουθο τύπο:

d2 = 2 7 √ L (B + H) + 25 [mm].

Πάντως, η τιμή d2 δεν πρέπει να ληφθεί ανώτερη από την τιμή d1.

Για τον καθορισμό του Q2 για το L λαμβάνεται το μήκος του μακρύτερου στεγανού διαμερίσματος.

Στους τύπους αυτούς:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

4. Όταν οι υδροσυλλέκτες είναι συνδεδεμένοι σε ένα σύστημα αποστράγγισης, οι υδροσυλλέκτες πρέπει να έχουν εξωτερική διάμετρο τουλάχιστον ίση προς d1 σε mm και οι σωλήνες κύτους εσωτερική διάμετρο τουλάχιστον ίση προς d2 σε mm.

Για τα πλοία μήκους κάτω των 25 m οι τιμές αυτές μπορεί να μειωθούν έως 35 mm.

5. Επιτρέπονται μόνο οι αντλίες αυτόματης έναρξης της λειτουργίας.

6. Σε κάθε αποστραγγιζόμενο διαμέρισμα με επίπεδο πάτο και πλάτος μεγαλύτερο από 5 m, πρέπει να υπάρχει ένα τουλάχιστον φίλτρο αναρρόφησης σε κάθε πλευρά.

7. Το άδειασμα του πρυμναίου διαμερίσματος πρέπει να γίνεται από το κύριο μηχανοστάσιο μέσω εύκολα προσπελάσιμων αυτοκλειόμενων σωληνώσεων.

8. Οι αγωγοί άντλησης των διαφόρων διαμερισμάτων πρέπει να συνδέονται με τον κύριο αγωγό με βαλβίδες μίας κατεύθυνσης που μπορούν να κλείνουν.

Τα διαμερίσματα ή οι άλλοι χώροι που χρησιμοποιούνται για το έρμα μπορούν να συνδέονται με το αντλητικό σύστημα με ένα απλό όργανο κλεισίματος. Η απαίτηση αυτή δεν εφαρμόζεται στα κύτη τα οποία έχουν διαρρυθμιστεί για το έρμα. Η πλήρωση των παρομοίων κυτών με υδάτινο έρμα πρέπει να γίνεται με μία σωλήνωση έρματος η οποία είναι στερεωμένη μόνιμα και ανεξάρτητη από τους σωλήνες αποστράγγισης ή μέσω αγωγών άντλησης που αποτελούνται από εύκαμπτους αγωγούς ή ενδιάμεσους αγωγούς οι οποίοι μπορεί να συνδέονται στον υδροσυλλέκτη. Για το σκοπό αυτό, δεν επιτρέπονται επιστόμια σωλήνων αναρρόφησης θαλασσίου ύδατος στην γάστρα του πλοίου.

9. Οι γάστρες των πλοίων πρέπει να είναι εφοδιασμένες με υγροδείκτες.

10. Στην περίπτωση συστήματος άντλησης με μόνιμα στερεωμένες σωληνώσεις, οι υδροσυλλέκτες των γαστρών των πλοίων που προορίζονται για να συλλέγουν τα απόνερα τα οποία είναι ανακατεμένα με λάδια πρέπει να είναι εφοδιασμένοι με σφραγισμένα όργανα κλεισίματος σε θέση η οποία είναι κλεισμένη από το όργανο επιθεώρησης. Ο αριθμός και η θέση των εν λόγω οργάνων κλεισίματος πρέπει να εγγράφονται στο πιστοποιητικό.

Άρθρο 8.07 Σύστημα συλλογής για τα ανακατεμένα με λάδια απόνερα και τα λάδια εκροής

1. Τα απόνερα τα οποία είναι ανακατεμένα με λάδια που προέρχονται από την λειτουργία του πλοίου πρέπει να μπορούν να μένουν στο πλοίο. Η γάστρα του μηχανοστασίου θεωρείται ως δεξαμενή για το σκοπό αυτό.

2. Για τη συλλογή των αποβλήτων ελαίων πρέπει να υπάρχουν, στο μηχανοστάσιο, ένα ή περισσότερα ειδικά δοχεία των οποίων η ικανότητα αντιστοιχεί τουλάχιστον σε 1,5 της ποσότητας των αποβλήτων ελαίων που προέρχονται από τα κιβώτια όλων των κινητήρων εσωτερικής καύσης και όλα τα μηχανήματα τα οποία είναι εγκατεστημένα καθώς και από τα υδραυλικά λάδια που προέρχονται από τα δοχεία υδραυλικών λαδιών.

Οι διασυνδέσεις για το άδειασμα των δοχείων που αναφέρονται παραπάνω πρέπει να ανταποκρίνονται στο ευρωπαϊκό πρότυπο ΕΝ 1305.

3. Όσον αφορά τα πλοία τα οποία λειτουργούν αποκλειστικά σε σύντομες διαδρομές, το όργανο επιθεώρησης μπορεί να χορηγήσει αποκλίσεις από τις προδιαγραφές της παραγράφου 2.

Άρθρο 8.08 Θόρυβοι που προκαλούν τα πλοία

1. Οι θόρυβοι που προκαλεί το πλοίο καθώς κινείται και ιδιαίτερα ο θόρυβος της αναρρόφησης και εξάτμισης των κινητήρων πρέπει να μειώνονται με κατάλληλα μέσα.

2. Ο θόρυβος που προκαλεί το πλοίο στα σημεία που απέχουν 25 m από την πλευρά του πρέπει να μην υπερβαίνει τα 75 dB(A).

3. Οι θόρυβοι που προκαλεί το πλοίο σε στάση, με εξαίρεση τις επιχειρήσεις μεταφόρτωσης, στα σημεία που απέχουν 25 m, δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα 65 dB(A).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 ΗΛΕΚΤΡΙΚΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ

Άρθρο 9.01 Γενικές διατάξεις

1. Όταν ορισμένα τμήματα μίας εγκατάστασης δεν ανταποκρίνονται στις ειδικές προδιαγραφές, ο βαθμός ασφαλείας θεωρείται ικανοποιητικός όταν τα τμήματα αυτά έχουν κατασκευασθεί σύμφωνα με ένα αναγνωρισμένο ευρωπαϊκό πρότυπο ή σύμφωνα με τις προδιαγραφές ενός αναγνωρισμένου νηογνώμονα.

Τα σχετικά έγγραφα πρέπει να παρουσιασθούν στο όργανο επιθεώρησης.

2. Στο πλοίο πρέπει να υπάρχουν έγγραφα, θεωρημένα από το όργανο επιθεώρησης, τα οποία περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

α) το γενικό διάγραμμα του συνόλου της ηλεκτρικής εγκατάστασης 7

β) τα σχέδια μεταγωγής του κυρίου πίνακα, του πίνακα της εφεδρικής εγκατάστασης και των πινάκων με ενδείξεις των σημαντικότερων τεχνικών δεδομένων όπως ένταση και ονομαστικό ρεύμα της συσκευής προστασίας και χειρισμού 7

γ) τις ενδείξεις ισχύος σχετικά με τις ηλεκτρικές συσκευές σε λειτουργία 7

δ) τους τύπους καλωδίων με ενδείξεις των τμημάτων των αγωγών.

Για τα πλοία χωρίς πλήρωμα τα εν λόγω έγγραφα δεν είναι απαραίτητο να ευρίσκονται επί του σκάφους, πρέπει όμως να είναι διαθέσιμα ανά πάσα στιγμή στον πλοιοκτήτη.

3. Οι εγκαταστάσεις πρέπει να είναι κατασκευασμένες ώστε να έχουν μόνιμες κλήσεις μέχρι 15 μοίρες και σε θερμοκρασίες περιβάλλοντος από 0 °C έως 40 °C και στη γέφυρα από -20 °C έως +40 °C. Πρέπει να λειτουργούν τέλεια μέχρι τα όρια αυτά.

4. Οι εγκαταστάσεις και οι ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές συσκευές πρέπει να είναι τοποθετημένες έτσι που να είναι ευπρόσιτες και εύκολες για επισκευές.

Άρθρο 9.02 Συστήματα τροφοδότησης με ηλεκτρική ενέργεια

1. Σε πλοία τα οποία είναι εξοπλισμένα με μία ηλεκτρική εγκατάσταση, η τροφοδότηση της εγκατάστασης πρέπει να προέρχεται καταρχήν από δύο πηγές ενέργειας τουλάχιστον κατά τρόπον ώστε σε περίπτωση βλάβης μίας πηγής ενέργειας η εναπομένουσα πηγή ενέργειας να είναι ικανή να τροφοδοτεί επί 30 τουλάχιστον λεπτά τις συσκευές χειρισμού οι οποίες είναι απαραίτητες για την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας.

2. Η διαστασιολόγηση η οποία επαρκεί για την τροφοδότηση σε ενέργεια πρέπει να αποδεικνύεται με ισοζύγιο ισχύος. Πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ένας κατάλληλος συντελεστής ταυτοχρονισμού.

3. Ανεξάρτητα από την παράγραφο 1, το άρθρο 6.04 εφαρμόζεται στις πηγές ενέργειας των μηχανισμών πηδαλιουχίας (μηχανισμών πηδαλίου).

4. Στα επιβατηγά σκάφη οι πηγές ενέργειας που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρέπει να είναι ανεξάρτητες μεταξύ τους.

5. Όσον αφορά τις εφεδρικές πηγές ενέργειας των πλοίων ημερησίων εκδρομών μήκους Lf ίσου ή ανώτερου των 25 m και των επιβατηγών πλοίων με καμπίνες εφαρμόζεται το άρθρο 9.18.

Άρθρο 9.03 Προστασία κατά της προσβολής, της διείσδυσης στερεών σωμάτων και του ύδατος

Ο τύπος της ελάχιστης προστασίας των μόνιμα στερεωμένων τμημάτων της εγκατάστασης πρέπει να συμμορφώνεται προς το πίνακα που ακολουθεί:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Άρθρο 9.04 Προστασία κατά των εκρήξεων

Στους χώρους, όπου μπορεί να σωρευτούν εκρηκτικά αέρια ή εκρηκτικά μείγματα αερίων όπως, για παράδειγμα, διαμερίσματα τα οποία προορίζονται για τους συσσωρευτές ή για την αποθήκευση προϊόντων που μπορεί να αναφλεγούν εύκολα επιτρέπονται μόνο ηλεκτρικά υλικά τα οποία προστατεύονται από την έκρηξη (πιστοποιημένα ασφαλή). Στους χώρους αυτούς δεν μπορεί να εγκατασταθεί κανένας διακόπτης συσκευών φωτισμού και άλλων ηλεκτρικών συσκευών. Η προστασία κατά των εκρήξεων πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα χαρακτηριστικά των εκρηκτικών αερίων ή των εκρηκτικών μειγμάτων αερίων τα οποία μπορεί να δημιουργηθούν (ομάδα εκρηκτικότητας, κατηγορία θερμοκρασίας).

Άρθρο 9.05 Γειώσεις

1. Οι γειώσεις είναι απαραίτητες σε εγκαταστάσεις όπου η τάση υπερβαίνει τα 50 V.

2. Τα μεταλλικά μέρη που είναι εκτεθειμένα στην αφή και τα οποία, σε συνθήκες κανονικής λειτουργίας, δεν βρίσκονται υπό τάση, όπως τα πλαίσια και τα κιβώτια των μηχανών, οι συσκευές και οι συσκευές φωτισμού, πρέπει να γειώνονται χωριστά εφόσον δεν βρίσκονται σε ηλεκτρική επαφή με τη γάστρα του πλοίου λόγω της συναρμολόγησής τους.

3. Το περίβλημα των ηλεκτρικών δεικτών κινητού ή μεταφερόμενου τύπου πρέπει να γειώνεται με συμπληρωματικό αγωγό εκτός τάσης σε κατάσταση κανονικής λειτουργίας ενσωματωμένο στο καλώδιο τροφοδότησης.

Η απαίτηση αυτή δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση χρήσης μετασχηματιστή διαχωρισμού κυκλώματος ή σε συσκευές που είναι εφοδιασμένες με προστατευτική μόνωση (διπλή μόνωση).

4. Το τμήμα των αγωγών γείωσης πρέπει να είναι τουλάχιστον ίσο προς τις τιμές που προκύπτουν από τον ακόλουθο πίνακα:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Άρθρο 9.06 Μέγιστες επιτρεπτές τάσεις

1. Οι τάσεις δεν πρέπει να υπερβαίνουν τις ακόλουθες τιμές:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

2. Με τον όρο ότι τηρούνται τα απαραίτητα προφυλακτικά μέτρα, επιτρέπεται η χρήση υψηλότερων τάσεων:

α) στις εγκαταστάσεις ισχύος που το απαιτεί η ισχύς τους 7

β) για τις ειδικές εγκαταστάσεις του πλοίου όπως π.χ. εγκαταστάσεις ασυρμάτων και ανάφλεξης.

Άρθρο 9.07 Συστήματα διανομής

1. Για το συνεχές και εναλλασσόμενο μονοφασικό ρεύμα επιτρέπονται τα ακόλουθα συστήματα διανομής:

α) δύο αγωγών εκ των οποίων ο ένας είναι γείωση (L1/N/PE) 7

β) ενός αγωγού με επιστροφή στη γάστρα αποκλειστικά για τοπικές εγκαταστάσεις (όπως, για παράδειγμα, εγκαταστάσεις εκκίνησης κινητήρα καύσης, καθοδική προστασία) (L1/PEN) 7

γ) δύο αγωγών που είναι μονωμένοι από τη γάστρα (L1/L2/PE).

2. Για το εναλλασσόμενο τριφασικό ρεύμα επιτρέποντα τα ακόλουθα συστήματα διανομής:

α) τεσσάρων αγωγών με γείωση του ουδέτερου σημείου χωρίς επιστροφή διαμέσου της γάστρας (L1/L2/L3/N/PE) = δίκτυο (TN-S) ή δίκτυο (ΙΤ) 7

β) τριών αγωγών οι οποίοι είναι μονωμένοι από τη γάστρα (L1/L2/L3/PEN) 7

γ) συστήματα τριών αγωγών με ουδέτερο σημείο γειωμένο με επιστροφή διαμέσου της γάστρας εκτός για τα τελικά κυκλώματα (L1/L2/L3/PEN).

3. Το όργανο επιθεώρησης μπορεί να επιτρέψει τη χρήση άλλων συστημάτων.

Άρθρο 9.08 Σύνδεση με την ξηρά ή άλλα εξωτερικά δίκτυα

1. Όταν μία ηλεκτρική εγκατάσταση τροφοδοτείται από πηγή ρεύματος προερχόμενη από την ξηρά, τα καλώδια πρέπει να έχουν σταθερή σύνδεση στο πλοίο ή να είναι εφοδιασμένα με ακροδέκτες ή ρευματολήπτες. Τα καλώδια και οι συνδέσεις τους δεν πρέπει να υφίστανται μηχανικές τάσεις.

2. Εάν η τάση της πηγής υπερβαίνει τα 50 V, η γάστρα πρέπει να είναι αποτελεσματικά γειωμένη. Η πρίζα της γείωσης της γάστρας πρέπει να επισημαίνεται με ιδιαίτερο τρόπο.

3. Οι διατάξεις μεταγωγής της παροχής πρέπει να μπορούν να ασφαλίζονται κατά τρόπο ώστε να αποτρέπεται η παράλληλη λειτουργία των γεννητριών του δικτύου του σκάφους με το δίκτυο της γης ή ένα άλλο εξωτερικό δίκτυο. Επιτρέπεται μία σύντομη παράλληλη λειτουργία για το πέρασμα από το ένα σύστημα στο άλλο χωρίς διακοπή της τάσης.

4. Η παροχή πρέπει να προστατεύεται κατά των βραχυκυκλωμάτων και των υπερφορτίσεων.

5. Ο κύριος πίνακας διανομής πρέπει να δείχνει εάν η σύνδεση με το δίκτυο της ξηράς είναι υπό τάση ή όχι.

6. Πρέπει να εγκατασταθούν ενδεικτικές διατάξεις οι οποίες επιτρέπουν τη σύγκριση της πολικότητας σε συνεχές ρεύμα και της διαδοχής των φάσεων σε εναλλασσόμενο ρεύμα μεταξύ της παροχής που προέρχεται από την ξηρά και του δικτύου του σκαφους.

7. Στην σύνδεση, μία πινακίδα πρέπει να δείχνει:

α) τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την πραγματοποίηση της σύνδεσης 7

β) τη φύση του ρεύματος και της ονομαστικής τάσης και επίσης, σε περίπτωση εναλλασσόμενου ρεύματος, τη συχνότητα.

Άρθρο 9.09 Παροχή ρεύματος σε άλλα πλοία

1. Όταν παρέχεται ρεύμα σε άλλα πλοία, πρέπει να υπάρχει μία χωριστή σύνδεση. Εάν χρησιμοποιούνται πρίζες ρεύματος ονομαστικού μεγέθους ανωτέρου των 16 Α για την παροχή ρεύματος σε άλλα πλοία, πρέπει να διασφαλίζεται (για παράδειγμα, με διακόπτες ή διατάξεις αλληλασφάλισης) ότι η σύνδεση και η αποσύνδεση μπορούν να πραγματοποιηθούν μόνο εκτός τάσεως.

2. Πρέπει να λαμβάνεται πρόνοια ώστε τα καλώδια και οι συνδέσεις τους να μην υφίστανται μηχανικές τάσεις.

3. Το άρθρο 9.08 παράγραφοι 3 έως 7, εφαρμόζονται κατ' αναλογία.

Άρθρο 9.10 Γεννήτριες και κινητήρες

1. Οι πρόσβαση στις γεννήτριες, τους κινητήρες, και τα κιβώτια των ακροδεκτών πρέπει να είναι εύκολη για τις επιθεωρήσεις, τις μετρήσεις, και τις επισκευές. Ο τύπος προστασίας τους πρέπει να ανταποκρίνεται στον χώρο εγκατάστασής τους (βλέπε άρθρο 9.03).

2. Οι γεννήτριες που λαμβάνουν κίνηση από τον κύριο κινητήρα, από τον άξονα της έλικας, ή από βοηθητικό σύνολο με άλλο κύριο προορισμό, πρέπει να είναι σχεδιασμένες ανάλογα με τις διακυμάνσεις του αριθμού των στροφών που μπορούν να συμβούν κατά τη λειτουργία.

Άρθρο 9.11 Συσσωρευτές

1. Οι συσσωρευτές πρέπει να είναι ευπρόσιτοι και τοποθετημένοι έτσι ώστε να μην μετατοπίζονται με τις κινήσεις του πλοίου. Δεν πρέπει να τοποθετούνται σε μέρη όπου θα βρίσκονται εκτεθειμένοι σε υπερβολική ζέστη ή κρύο, σε ψεκάδες, ή σε ατμούς.

Δεν επιτρέπεται να εγκαθίστανται στην τιμονιέρα, στα ενδιαιτήματα, ή στα κύτη. Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται στους συσσωρευτές εντός φορητών συσκευών ή σε συσσωρευτές οι οποίοι για να φορτιστούν δεν χρειάζονται ισχύ μεγαλύτερη από 0,2 kW.

2. Συσσωρευτές οι οποίοι για να φορτιστούν χρειάζονται ισχύ μεγαλύτερη από 2,0 kW (υπολογισμένη με βάση το μέγιστο ρεύμα φόρτισης και την ονομαστική τάση του συσσωρευτή λαμβανομένης υπόψη της χαρακτηριστικής καμπύλης φόρτισης του μηχανισμού φόρτισης) πρέπει να είναι εγκατεστημένοι σε χώρους ειδικά και αποκλειστικά για τους συσσωρευτές. Εάν είναι τοποθετημένοι στο κατάστρωμα, πρέπει να είναι τοποθετημένοι σε ερμάρια.

Οι συσσωρευτές οι οποίοι για να φορτιστούν χρειάζονται ισχύ ίση ή μικρότερη από 2,0 kW μπορούν να είναι εγκατεστημένοι επίσης κάτω από το κατάστρωμα μέσα σε ερμάρια ή κιβώτια. Μπορούν, επίσης, να είναι εγκατεστημένοι στο μηχανοστάσιο ή σε άλλο χώρο με καλό αερισμό, με τον όρο ότι προστατεύονται από πτώσεις αντικειμένων και σταγόνων νερού.

3. Οι εσωτερικές επιφάνειες όλων των χώρων, ερμαρίων, κιβωτίων, ραφιών, και άλλων δομικών στοιχείων που προορίζονται για τους συσσωρευτές, πρέπει να προστατεύονται από τις βλαβερές συνέπειες της ηλεκτρόλυσης.

4. Όταν οι συσσωρευτές είναι εγκατεστημένοι σε κλειστά διαμερίσματα, ερμάρια ή κιβώτια, πρέπει να προβλέπεται αποτελεσματικός εξαερισμός. Για τους συσσωρευτές νικελίου-καδμίου, οι οποίοι για να φορτιστούν χρειάζονται ισχύ μεγαλύτερη 2 kW, και τους συσσωρευτές μολύβδου, οι οποίοι για να φορτιστούν χρειάζονται ισχύ μεγαλύτερη από 3 kW, πρέπει να προβλεφθεί ένας εξαναγκασμένος εξαερισμός.

Ο αέρας πρέπει να μπαίνει από το κάτω μέρος και να φεύγει από το πάνω μέρος, ώστε να εξασφαλίζεται η πλήρης απαγωγή των αερίων.

Οι αγωγοί του εξαερισμού δεν πρέπει να περιλαμβάνουν διατάξεις οι οποίες εμποδίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία του αέρα όπως, π.χ. βαλβίδες κλεισίματος.

5. Η απαιτούμενη παροχή αέρα (Q), υπολογίζεται με τη βοήθεια του ακόλουθου τύπου:

Q = 0,11 7 I 7 n [m³/h]

όπου:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Σε περίπτωση εφεδρικών συσσωρευτών του δικτύου του σκάφους, το όργανο επιθεώρησης μπορεί να επιτρέψει άλλες μεθόδους υπολογισμού λαμβανομένης υπόψη της χαρακτηριστικής καμπύλης φόρτισης της συσκευής φόρτισης με τον όρο ότι οι μέθοδοι αυτοί βασίζονται σε διατάξεις αναγνωρισμένων νηογνωμόνων ή σε συναφείς κανόνες.

6. Σε περίπτωση φυσικού αερισμού, η διατομή των αγωγών πρέπει να αντιστοιχεί στην απαιτούμενη παροχή για μία ταχύτητα του αέρα ίσης προς 0,5 m/s. Η διατομή πρέπει να είναι τουλάχιστον 80 cm² για συσσωρευτές μολύβδου και τουλάχιστον 120 cm² για συσσωρευτές νικελίου-καδμίου.

7. Σε περίπτωση εξαναγκασμένου αερισμού, πρέπει να προβλεφθεί ανεμιστήρας κατά προτίμηση με αναρροφητικό εξαεριστήρα, που ο κινητήρας του να μην βρίσκεται στο ρεύμα αερίων ή του αέρα.

Οι ανεμιστήρες πρέπει να είναι κατασκευασμένοι κατά τρόπο και με κατάλληλο υλικό ώστε να αποκλείεται η δημιουργία σπινθήρων από τυχόν επαφή των πτερυγίων με το πλαίσιο της συσκευής και να αποφεύγεται κάθε δημιουργία ηλεκτροστατικών φορτίων.

8. Στις πόρτες και στα σκεπάσματα των διαμερισμών, των ερμαρίων και των κιβωτίων, όπου βρίσκονται οι συσσωρευτές πρέπει να τοποθετείται το σύμβολο «Απαγορεύεται το κάπνισμα» διαμέτρου 10 cm.

Άρθρο 9.12 Εγκαταστάσεις σύνδεσης

1. Πίνακες διανομής

α) Οι συσκευές, οι διακόπτες, οι συσκευές προστασίας, και τα όργανα των πινάκων διανομής πρέπει να είναι εγκατεστημένες κατά τρόπο ώστε να είναι εμφανείς και ευπρόσιτες για τη συντήρηση και τις επισκευές.

Οι ακροδέκτες για τάσεις έως 50 V και οι ακροδέκτες για τάσεις ανώτερες από 50 V πρέπει να είναι εγκατεστημένοι χωριστά και να επισημαίνονται με ειδικά διακριτικά σημάδια.

β) Για όλους τους διακόπτες και τις συσκευές πρέπει να τοποθετούνται ενδεικτικές πλάκες στους πίνακες με ένδειξη του κυκλώματος.

Όσον αφορά τις συσκευές προστασίας πρέπει να αναφέρεται η ονομαστική τάση και το κύκλωμα.

γ) Όταν οι συσκευές των οποίων η τάση λειτουργίας είναι ανώτερη των 50 V είναι εγκατεστημένες πίσω από πόρτες, τα αγώγιμα τμήματα των εν λόγω συσκευών πρέπει να προστατεύονται κατά τυχαίων επαφών σε περίπτωση που οι πόρτες είναι ανοικτές.

δ) Τα υλικά που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή των πινάκων διανομής πρέπει να έχουν κατάλληλη μηχανική αντοχή, να μην φθείρονται, και να μην παίρνουν εύκολα φωτιά, να είναι αυτοσβενόμενα και να μην είναι υγροσκοπικά.

ε) Εάν στους πίνακες διανομής εγκαθίστανται ασφάλειες επιβράδυνσης διακοπής πρέπει να διατίθενται εξαρτήματα και εξοπλισμός σωματικής προστασίας για την αλλαγή των εν λόγω ασφαλειών.

2. Διακόπτες και προστατευτικές συσκευές

α) Τα κυκλώματα των γεννητριών και τα κυκλώματα χρησιμοποίησης πρέπει να προστατεύονται κατά των βραχυκυκλωμάτων και την υπερένταση κάθε αγωγού ο οποίος δεν είναι γειωμένος. Για το σκοπό αυτό, μπορεί να χρησιμοποιηθούν διακόπτες ισχύος υπερέντασης ή διακόπτες ασφαλείας.

Τα κυκλώματα τα οποία τροφοδοτούν τους κινητήρες των μηχανισμών πηδαλιουχίας καθώς και τα κυκλώματα χειρισμού τους πρέπει να προστατεύονται κατά των βραχυκυκλωμάτων. Όταν τα κυκλώματα συμπεριλαμβάνουν θερμικούς διακόπτες, οι διακόπτες αυτοί πρέπει να εξουδετερώνονται ή να ρυθμίζονται στο διπλάσιο τουλάχιστον της ονομαστικής έντασης.

β) Τα καλώδια τα οποία ξεκινούν από τον κύριο πίνακα και καταλήγουν στις συσκευές κατανάλωσης άνω των 16 Α πρέπει να έχουν διακόπτη φορτίου ή ισχύος.

γ) Οι συσκευές οι οποίες είναι απαραίτητες για την προώθηση του πλοίου, τον μηχανισμό πηδαλιουχίας, τον δείκτη θέσης του πηδαλίου, την ναυσιπλοΐα ή τα συστήματα ασφαλείας, καθώς και οι συσκευές ονομαστικής έντασης άνω των 16 Α πρέπει να τροφοδοτούνται από χωριστά κυκλώματα.

δ) Τα κυκλώματα των συσκευών οι οποίες είναι απαραίτητες για την προώθηση και το χειρισμό του πλοίου πρέπει να τροφοδοτούνται άμεσα από τον κύριο πίνακα διανομής.

ε) Οι διακόπτες πρέπει να επιλέγονται σε συνάρτηση με την ονομαστική τους ένταση, τη θερμική και δυναμική ανθεκτικότητά τους καθώς και την ικανότητα διακοπής τους. Οι διακόπτες πρέπει να διακόπτουν την παροχή ρεύματος σε όλους τους αγωγούς ταυτόχρονα. Η θέση του διακόπτη πρέπει να φαίνεται.

στ) Οι ασφάλειες πρέπει να είναι κλειστού τύπου από πορσελάνη ή παρόμοιο υλικό. Η αλλαγή τους πρέπει να μπορεί να γίνεται χωρίς κίνδυνο επαφής για το χειριστή.

3. Συσκευές μέτρησης και ελέγχου

α) Τα κυκλώματα των γεννητριών, των συσσωρευτών, και της διανομής πρέπει να περιλαμβάνουν συσκευές μέτρησης και ελέγχου όταν τούτο απαιτείται για την ασφαλή λειτουργία της εγκατάστασης.

β) Για τα μη γειωμένα δίκτυα των οποίων η τάση είναι ανώτερη των 50 V, πρέπει να προβλέπεται κατάλληλη εγκατάσταση για τον έλεγχο της μόνωσης ανάλογα προς τη μάζα εξοπλισμένη με οπτικό και ακουστικό σήμα συναγερμού.

Όσον αφορά τις δευτερεύουσες εγκαταστάσεις όπως, π.χ., τα κυκλώματα ελέγχου, δεν είναι απαραίτητη η ύπαρξη εγκατάστασης για τον έλεγχο της μόνωσης ανάλογα προς τη μάζα.

4. Τοποθέτηση των πινάκων διανομής

α) Οι πίνακες διανομής πρέπει να τοποθετούνται σε προσιτά και ευάερα σημεία ώστε να προφυλάσσονται από το νερό και τις μηχανικές ζημίες.

Οι σωληνώσεις και οι αγωγοί αέρος πρέπει να είναι εγκατεστημένοι κατά τρόπο ώστε οι πίνακες να μην μπορούν να υποστούν βλάβη σε περίπτωση διαρροής. Εάν η εγκατάστασή τους δίπλα σε πίνακες διανομής είναι αναπόφευκτη, οι σωλήνες δεν πρέπει να περιλαμβάνουν μετακινούμενες συνδέσεις στη ζώνη αυτή.

β) Τα ερμάρια και τα κοιλώματα στα οποία στερεώνονται ακάλυπτοι διακόπτες πρέπει να είναι κατασκευασμένα από δύσκολα αναφλέξιμο υλικό ή προστατευμένα με μεταλλική επένδυση ή άλλη μη αναφλέξιμη ύλη.

γ) Όταν η ένταση είναι μεγαλύτερη από 50 V, πρέπει να τοποθετηθεί δικτυωτό ή μονωτικός τάπητας μπροστά από τον κύριο διακόπτη διανομής στη θέση του χειριστή.

Άρθρο 9.13 Εφεδρική διάταξη διακοπής του ρεύματος

Οι εφεδρικές διατάξεις διακοπής του ρεύματος των καυστήρων πετρελαίου, αντλιών καυσίμων, διαχωριστών καυσίμων, και ανεμιστήρων των μηχανοστασίων πρέπει να είναι εγκατεστημένες έξω από τους χώρους στους οποίους είναι εγκατεστημένες οι συσκευές.

Άρθρο 9.14 Υλικό εγκατάστασης

1. Οι στυπιοθλίπτες των συσκευών πρέπει να είναι διαστασιολογημένοι σε συνάρτηση με τα συνδεόμενα καλώδια και κατάλληλοι για τους τύπους καλωδίων που χρησιμοποιούνται.

2. Οι ρευματοδότες των διαφόρων κυκλωμάτων διανομής διαφόρου τάσεως ή συχνότητας δεν επιτρέπεται να μπορούν να συγχέονται.

3. Οι διακόπτες πρέπει να διακόπτουν την παροχή ρεύματος σε όλους τους μη γειωμένους αγωγούς ταυτόχρονα. Πάντως, σε μη γειωμένα δίκτυα επιτρέπονται μονοπολικοί διακόπτες στα δίκτυα φωτισμού των ενδιαιτημάτων με εξαίρεση τα πλυντήρια, τα λουτρά, και τα αποχωρητήρια.

4. Όταν ή ένταση είναι μεγαλύτερη από 16 Α, οι πρίζες του ρεύματος πρέπει να είναι ασφαλισμένες με διακόπτη ώστε η σύνδεση και η αφαίρεση του βύσματος να είναι δυνατές μόνο εκτός τάσεως.

Άρθρο 9.15 Καλώδια

1. Τα καλώδια πρέπει να είναι δύσκολα αναφλέξιμα, αυτοσβενόμενα, και ανθεκτικά στο νερό και το λάδι.

Στα ενδιαιτήματα μπορεί να επιτραπεί η χρήση και άλλων ειδών καλωδίων εφόσον είναι αποτελεσματικά προφυλαγμένα, δεν μεταδίδουν τη φλόγα, και είναι αυτοσβενόμενα.

2. Για τις εγκαταστάσεις ισχύος και φωτισμού, πρέπει να χρησιμοποιούνται καλώδια με αγωγούς ελάχιστης μοναδιαίας διατομής 1,5 mm².

3. Ο οπλισμός και η μεταλλική επένδυση των καλωδίων των εγκαταστάσεων ισχύος και φωτισμού δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται σε κανονική λειτουργία ως αγωγοί ή αγωγοί γείωσης.

4. Ο οπλισμός και οι μεταλλικές επενδύσεις των εγκαταστάσεων ισχύος και φωτισμού πρέπει να γειώνονται τουλάχιστον στο ένα άκρο.

5. Το τμήμα των αγωγών πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη μέγιστη επιτρεπόμενη τελική θερμοκρασία των αγωγών (μέγιστη επιτρεπόμενη ένταση) καθώς και την πτώση της επιτρεπόμενης έντασης. Αυτή η πτώση μεταξύ του κυρίου πίνακα διανομής και του ασθενέστερου σημείου της εγκατάστασης δεν πρέπει να είναι, σε σχέση με την ονομαστική ένταση, περισσότερο από 5 % για το φωτισμό και περισσότερο από 7 % για τις εγκαταστάσεις ισχύος ή θέρμανσης.

6. Τα καλώδια πρέπει να προστατεύονται κατά των κινδύνων μηχανικών ζημιών.

7. Η στερέωση των καλωδίων πρέπει να γίνεται κατά τρόπο ώστε οι ενδεχόμενες έλξεις να παραμένουν σε επιτρεπτά όρια.

8. Όταν τα καλώδια διέρχονται από διαφράγματα ή γέφυρες, η μηχανική στιβαρότητα, η στεγανότητα, και η αντοχή κατά του πυρός των εν λόγω διαφραγμάτων και γεφυρών δεν πρέπει να επηρεάζονται από τους στυπιοθλίπτες.

9. Τα καλώδια τα οποία συνδέουν τις κινητές τιμονιέρες πρέπει να είναι επαρκώς εύκαμπτα και εφοδιασμένα με μόνωση επαρκούς ευκαμπτότητας έως - 20 °C και ανθεκτικά στους ατμούς, στην υπεριώδη ακτινοβολία, το όζον κ.λπ.

Άρθρο 9.16 Εγκαταστάσεις φωτισμού

1. Οι συσκευές φωτισμού πρέπει να είναι εγκατεστημένες έτσι ώστε η θερμότητα που εκλύουν να μην μπορεί να βάλει φωτιά σε γειτονικά εύφλεκτα αντικείμενα ή υλικά.

2. Οι συσκευές φωτισμού σε ανοικτό κατάστρωμα δεν πρέπει να είναι εγκατεστημένες κατά τρόπο ώστε να παρεμποδίζουν την αναγνώριση των φωτεινών σημάτων.

3. Όταν δύο ή περισσότερες συσκευές φωτισμού είναι τοποθετημένες στο μηχανοστάσιο ή στην αίθουσα των καυστήρων πρέπει να είναι κατανεμημένες σε δύο δίκτυα τουλάχιστον. Η προδιαγραφή αυτή εφαρμόζεται επίσης στους χώρους όπου είναι τοποθετημένες οι μηχανές κατάψυξης, οι υδραυλικές μηχανές ή οι ηλεκτρικοί κινητήρες.

Άρθρο 9.17 Φώτα σηματοδότησης

1. Οι πίνακες ελέγχου των φώτων σηματοδότησης πρέπει να είναι εγκατεστημένοι μέσα στην τιμονιέρα. Πρέπει να τροφοδοτούνται από ανεξάρτητο καλώδιο το οποίο προέρχεται από τον κύριο πίνακα διανομής ή από δύο δευτερεύοντα δίκτυα τα οποία είναι ανεξάρτητα το ένα από το άλλο.

2. Τα φώτα πρέπει να μπορούν να τροφοδοτούνται ανεξάρτητα από τον πίνακα των φωτεινών σημάτων, να προστατεύονται, και να διευθύνονται χωριστά.

3. Η λειτουργία των φώτων πρέπει να ελέγχεται με ενδεικτικές λυχνίες ή άλλες ισοδύναμες διατάξεις τοποθετημένες στον πίνακα ελέγχου μέσα στην τιμονιέρα, εκτός αν τα φωτεινά σήματα μπορεί να ελέγχονται απευθείας από την τιμονιέρα. Τυχόν βλάβη των ενδεικτικών λυχνιών δεν πρέπει να επηρεάζει τη λειτουργία του φωτός που αυτή ελέγχει.

4. Πολλά φώτα τα οποία συνδέονται από λειτουργικής απόψεως και τα οποία είναι τοποθετημένα στον ίδιο χώρο μπορεί να τροφοδοτούνται, να διευθύνονται, και να ελέγχονται κοινά. Η εγκατάσταση του ελέγχου πρέπει να επιτρέπει τον εντοπισμό της βλάβης οποιουδήποτε χωριστού φωτός. Πάντως, δύο πηγές φωτισμού ενός δίμορφου φανού (δύο φανοί συναρμολογημένοι ο ένας πάνω από τον άλλο ή σε ένα κοινό κιβώτιο) δεν πρέπει να μπορεί να χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα.

Άρθρο 9.18 Εφεδρικές εγκαταστάσεις ηλεκτρισμού

1. Στα πλοία ημερησίων εκδομών μήκους LF ανώτερου ή ίσου των 25 m και στα επιβατηγά πλοία με καμπίνες πρέπει να υπάρχει εφεδρική εγκατάσταση ηλεκτρισμού η οποία, σε περίπτωση βλάβης της τροφοδότησης, είναι ικανή να τροφοδοτεί τις ηλεκτρικές εγκαταστάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

2. Η εφεδρική εγκατάσταση ηλεκτρισμού (εφεδρική πηγή και εφεδρικός πίνακας διανομής) πρέπει να είναι τοποθετημένη έξω από το κύριο μηχανοστάσιο και τον χώρο στον οποίο είναι εγκατεστημένος ο κύριος πίνακας διανομής και πρέπει να χωρίζεται από τους χώρους αυτούς με αλεξίπυρα στεγανά διαφράγματα.

3. Οι εφεδρικές πηγές ηλεκτρισμού πρέπει να είναι ικανές να εξασφαλίζουν τουλάχιστον ταυτόχρονη λειτουργία των παρακάτω ηλεκτρικών εγκαταστάσεων στο μέτρο που αυτές είναι υποχρεωτικές και δεν έχουν δική τους πηγή ηλεκτρισμού:

α) φώτων σηματοδότησης 7

β) ηχητικών σημάτων 7

γ) εφεδρικού φωτισμού των χώρων και θέσεων που αναφέρονται στο άρθρο 15.10 παράγραφος 7 7

δ) εγκαταστάσεων ραδιοτηλεφωνίας 7

ε) εγκαταστάσεων συναγερμού και μεγαφώνων 7

στ) προβολέων ανάγκης 7

ζ) συστήματος προειδοποίησης πυρκαγιάς 7

η) άλλων εγκαταστάσεων ασφαλείας όπως εγκαταστάσεις κατάσβεσης πυρκαγιάς με αφρό ή δεύτερη αντλία πυρκαγιάς.

4. Επιτρέπονται ως εφεδρικές πηγές ηλεκτρισμού:

α) βοηθητικό σύστημα με αυτόνομη τροφοδοσία σε καύσιμα, ανεξάρτητο από την κυρία μηχανή, και με ανεξάρτητο ψυκτικό σύστημα το οποίο, σε περίπτωση βλάβης του δικτύου, αρχίζει να λειτουργεί αυτόματα ή τίθεται σε λειτουργία με το χέρι εάν βρίσκεται σε άμεση γειτνίαση με την τιμονιέρα ή άλλο χώρο όπου βρίσκεται διαρκώς αρμόδιο προσωπικό και μπορεί να αναλάβει μόνο του την τροφοδότηση του δικτύου του πλοίου σε 30 δευτερόλεπτα

ή

β) συσσωρευτής ο οποίος αναλαμβάνει αυτομάτως την τροφοδότηση σε περίπτωση βλάβης του δικτύου ή που μπορεί να συνδεθεί με το χέρι από την τιμονιέρα ή από οποιονδήποτε άλλο χώρο όπου βρίσκεται διαρκώς προσωπικό και ο οποίος είναι σε θέση να τροφοδοτήσει με ρεύμα τις προβλεπόμενες ηλεκτρικές συσκευές κατά το προβλεπόμενο χρονικό διάστημα χωρίς να επαναφορτισθεί και χωρίς απαράδεκτη πτώση της φάσης.

Το διάστημα λειτουργίας της βοηθητικής εγκατάστασης πρέπει να καθορίζεται ανάλογα με την προβλεπόμενη χρήση του πλοίου, δεν μπορεί όμως να είναι λιγότερο από 30 λεπτά.

5. Μία βλάβη της κυρίας ή εφεδρικής εγκατάστασης τροφοδοσίας δεν πρέπει να συνεπάγεται αμοιβαία επίδραση όσον αφορά την ασφάλεια λειτουργίας των εγκαταστάσεων.

Άρθρο 9.19 Συστήματα συναγερμού και ασφάλειας για τις μηχανικές εγκαταστάσεις

Τα συστήματα συναγερμού και ασφάλειας που προορίζονται για τον έλεγχο και την προστασία των μηχανικών εγκαταστάσεων πρέπει να ανταποκρίνονται στις ακόλουθες προδιαγραφές:

α) Συστήματα συναγερμού

Τα συστήματα συναγερμού πρέπει να είναι κατασκευασμένα κατά τρόπο ώστε οι βλάβες του συστήματος συναγερμού να μην έχουν ως αποτέλεσμα διακοπή της λειτουργίας της ελεγχόμενης συσκευής ή εγκατάστασης.

Οι δυαδικοί πομποί πρέπει να σχεδιάζονται σύμφωνα με την αρχή του ρεύματος ηρεμίας ή σύμφωνα με την αρχή του ελεγχόμενου ρεύματος λειτουργίας.

Οι οπτικοί συναγερμοί θα πρέπει να παραμένουν ορατοί μέχρι την εξάλειψη της βλάβης. Ένας συναγερμός με επιβεβαίωση λήψης θα πρέπει να είναι δυνατόν να διακρίνεται από έναν συναγερμό χωρίς επιβεβαίωση λήψης. Κάθε συναγερμός θα πρέπει να έχει, επίσης, ένα ακουστικό σήμα. Οι ακουστικοί συναγερμοί θα πρέπει να μπορούν να διακόπτονται. Η διακοπή του ακουστικού συναγερμού δεν θα πρέπει να παρεμποδίζει την ενεργοποίηση ενός συναγερμού ο οποίος οφείλεται σε μία νέα αιτία.

Επιτρέπονται παρεκκλίσεις για εγκαταστάσεις συναγερμού οι οποίες έχουν 5 τουλάχιστον σημεία μέτρησης.

β) Συστήματα ασφαλείας

Τα συστήματα ασφαλείας πρέπει να σχεδιάζονται κατά τρόπο ώστε προτού εμφανισθεί μία κρίσιμη κατάσταση της λειτουργίας της απειλούμενης εγκατάστασης να τη διακόπτουν, να τη μειώνουν ή να διαβιβάζουν την εντολή σε μία θέση η οποία είναι μόνιμα κατειλημμένη.

Οι δυαδικοί πομποί πρέπει να σχεδιάζονται σύμφωνα με την αρχή του ρεύματος λειτουργίας.

Εάν τα συστήματα ασφάλειας δεν είναι σχεδιασμένα με αυτορρύθμιση, η λειτουργία τους θα πρέπει να μπορεί να επαληθεύεται.

Τα συστήματα ασφαλείας πρέπει να είναι ανεξάρτητα από τα άλλα συστήματα.

Άρθρο 9.20 Ηλεκτρονικές εγκαταστάσεις

1. Γενικές διατάξεις

Οι όροι δοκιμής της παραγράφου 2 εφαρμόζονται μόνο στις ηλεκτρονικές συσκευές καθώς και στις περιφερειακές συσκευές των μηχανισμών πηδαλιουχίας και τα μηχανήματα τα οποία είναι απαραίτητα για την προώθηση του σκάφους.

2. Όροι δοκιμής

α) Οι δοκιμές καταπόνησης δεν πρέπει να προκαλούν ζημία ή διαταραχή των ηλεκτρονικών συσκευών. Πρέπει να πραγματοποιηθούν δοκιμές σύμφωνα με τους διεθνείς κανόνες όπως οι σχετικές δοκιμές του δημοσιεύματος CEI 92-504, σε κατάσταση λειτουργίας της συσκευής εκτός για τη δοκιμή της αντίστασης στο κρύο η οποία σκοπό έχει την επαλήθευση της λειτουργίας.

β) Διακυμάνσεις έντασης και συχνότητας

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

γ) Δοκιμή αντίστασης στη θερμοκρασία

Το δείγμα θερμαίνεται στους 55 °C στο διάστημα μιάμισης ώρας. Αφού επιτευχθεί η θερμοκρασία αυτή, διατηρείται επί 16 ώρες. Στη συνέχεια, διενεργείται δοκιμή λειτουργίας.

δ) Δοκιμή αντίστασης στο κρύο

Το δείγμα ψύχεται σε κατάσταση εκτός λειτουργίας στους - 25 °C και διατηρείται στη θερμοκρασία αυτή επί 2 ώρες. Στην συνέχεια, η θερμοκρασία ανέρχεται στους 0 °C και διενεργείται δοκιμή της λειτουργίας.

ε) Δοκιμή δόνησης

Η δοκιμή δόνησης πρέπει να διενεργείται στη συχνότητα συντονισμού των συσκευών ή των εξαρτημάτων στους τρεις άξονες για μία διάρκεια, κάθε φορά 90 λεπτών. Εάν δεν παραχθεί καμία συχνότητα συντονισμού, η δοκιμή της δόνησης διενεργείται στους 30 Hz.

Η δοκιμασία δόνησης διενεργείται με ημιτονοειδή ταλάντωση στα ακόλουθα όρια:

Γενικά:

f = 2,0 έως 13,2 Hz 7 a = ± 1 mm

(πλάτος a = ½ εύρος δόνησης)

f = 13,2 Hz έως 100 Hz 7 επιτάχυνση ± 0,7 g.

Τα υλικά τα οποία προορίζονται για συναρμολόγηση σε κινητήρες ντίζελ ή στους μηχανισμούς πηδαλιουχίας πρέπει να υποστούν δοκιμασία ως εξής:

f = 2,0 έως 25 Hz 7 a = ± 1,6 mm

(πλάτος a = ½ εύρος δόνησης)

f = 25 Hz έως 100 Hz 7 επιτάχυνση ± 4 g.

Οι συλλέκτες οι οποίοι προορίζονται για συναρμολόγηση στους σωλήνες εξάτμισης κινητήρων ντίζελ μπορεί να υποβληθούν σε αισθητά υψηλότερους περιορισμούς. Αυτό πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά τη δοκιμή.

στ) Οι δοκιμές ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας πρέπει να διενεργηθούν με βάση τα δημοσιεύματα CEI-801-2, 801-3, 801-4, 801-5 με βαθμό δομής 3.

ζ) Η απόδειξη της συμμόρφωσης των ηλεκτρονικών συσκευών στους παραπάνω όρους δοκιμής παρέχεται από τον κατασκευαστή. Θεωρείται, επίσης, ως απόδειξη η βεβαίωση ενός νηογνώμονα.

Άρθρο 9.21 Ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα

Η λειτουργία των ηλεκτρικών και ηλεκτρομαγνητικών εγκαταστάσεων δεν πρέπει να παρεμποδίζεται από ηλεκτρομαγνητικά παράσιτα. Συνακόλουθα γενικά μέτρα πρέπει να αναφέρονται:

α) στην αποσύνδεση των διαύλων επικοινωνίας, μεταξύ της πηγής των παρασίτων και των συσκευών 7

β) στη μείωση των αιτίων των παρασίτων στην πηγή τους 7

γ) στη μείωση της ευαισθησίας των συσκευών έναντι των παρασίτων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10

ΕΞΑΡΤΙΣΜΟΣ

Άρθρο 10.01 Άγκυρες, αλυσίδες, και καλώδια αγκυρών

1. Τα πλοία τα οποία προορίζονται για τη μεταφορά εμπορευμάτων, με εξαίρεση τις φορτηγίδες πλοίου μήκους L μικρότερου ή ίσου προς 40 m, καθώς και τα ρυμουλκά, πρέπει να είναι εξοπλισμένα με πρωραίες άγκυρες των οποίων το συνολικό βάρος υπολογίζεται με τον ακόλουθο τύπο:

P = k 7 B 7 T [kg]

Στον τύπο αυτόν:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Όσον αφορά πλοία των οποίων το νεκρό βάρος δεν υπερβαίνει τους 400 t και τα οποία, λόγω της κατασκευής τους και του προορισμού τους, χρησιμοποιούνται αποκλειστικά σε συγκεκριμένους σύντομους τομείς, το όργανο επιθεώρησης μπορεί να δεχθεί το συνολικό βάρος των πρωραίων αγκύρων να ανέρχεται στα του συνολικού βάρους P.

2. Τα επιβατηγά πλοία πρέπει να είναι εφοδιασμένα με πρωραίες άγκυρες το συνολικό βάρος P των οποίων υπολογίζεται με τον ακόλουθο τύπο:

P = k 7 B 7 T [kg]

Στον τύπο αυτό:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

3. Τα πλοία τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρέπει να είναι εφοδιασμένα με πρυμναίες άγκυρες το συνολικό βάρος των οποίων είναι ίσο προς το 25 % του συνολικού βάρους P το οποίο υπολογίζεται σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο.

Τα πλοία των οποίων το μέγιστο μήκος είναι μεγαλύτερο από 86 m πρέπει, πάντως, να είναι εφοδιασμένα με πρυμναίες άγκυρες το συνολικό βάρος των οποίων είναι ίσο προς 50 % του βάρους P που υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 ή την παράγραφο 2.

Δεν είναι υποχρεωμένα να είναι εξοπλισμένα με πρυμναίες άγκυρες:

α) τα πλοία για τα οποία το βάρος της πρυμναίας άγκυρας θα ήταν μικρότερο από 150 kg 7 για τα πλοία που αναφέρονται στην παράγραφο 1 τελευταίο εδάφιο, το βάρος το οποίο πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι το μειωμένο βάρος των αγκυρών 7

β) οι φορτηγίδες ώθησης.

4. Τα πλοία τα οποία προορίζονται για την προώθηση σταθερών συνοδειών μήκους μικρότερου ή ίσου προς 86 m πρέπει να είναι εξοπλισμένα με πρυμναίες άγκυρες το συνολικό βάρος των οποίων είναι ίσο προς το 25 % του μεγαλύτερου συνολικού βάρους P το οποίο υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 για τον μεγαλύτερο σχηματισμό (ο οποίος θεωρείται ως μία ναυτική μονάδα) που επιτρέπεται και αναφέρεται στο πιστοποιητικό.

Τα πλοία τα οποία προορίζονται για την προώθηση προς την κατεύθυνση του ρεύματος σταθερών συνοδειών μήκους μεγαλύτερου από 86 m πρέπει να είναι εξοπλισμένα με πρυμναίες άγκυρες το συνολικό βάρος των οποίων είναι ίσο προς 50 % του μέγιστου βάρους P το οποίο υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 για το μεγαλύτερο σχηματισμό (ο οποίος θεωρείται ως μία ναυτική μονάδα) που επιτρέπεται και αναφέρεται στο πιστοποιητικό.

5. Το βάρος των αγκυρών το οποίο καθορίζεται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 4 μπορεί να μειωθεί για ορισμένες ειδικές άγκυρες.

6. Το συνολικό βάρος P το οποίο προβλέπεται για τις πρωραίες άγκυρες μπορεί να κατανεμηθεί σε μία ή δύο άγκυρες. Μπορεί να μειωθεί κατά 15 % όταν το πλοίο είναι εξοπλισμένο με μία μόνο πρωραία άγκυρα και ο στορέας της άγκυρας είναι τοποθετημένος στο μέσο του πλοίου.

Για τα ωστικά ρυμουλκά και για τα πλοία των οποίων το μέγιστο μήκος υπερβαίνει τα 86 m, το συνολικό βάρος που προβλέπεται στο παρόν άρθρο για τις πρυμναίες άγκυρες μπορεί να κατανεμηθεί σε μία ή δύο άγκυρες.

Το βάρος της ελαφρότερης άγκυρας δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το 45 % του συνολικού βάρους.

7. Οι άγκυρες από χυτοσίδηρο δεν επιτρέπονται.

8. Το βάρος των αγκυρών πρέπει να επισημαίνεται ανάγλυφα και με διαρκή τρόπο.

9. Οι άγκυρες με βάρος μεγαλύτερο από 50 kg πρέπει να είναι εφοδιασμένες με συρματόσχοινα.

10. Οι αλυσίδες των πρωραίων αγκυρών πρέπει να είναι η κάθε μία μήκους:

α) 40 m τουλάχιστον για τα πλοία μήκους ίσου ή μεγαλύτερου των 30 m 7

β) κατά 10 m μεγαλύτερες του μήκους του πλοίου όταν αυτό κυμαίνεται μεταξύ 30 και 50 m 7

γ) 60 m τουλάχιστον για τα πλοία το μήκος των οποίων είναι μεγαλύτερο από 50 m.

Οι αλυσίδες των πρυμναίων αγκυρών πρέπει να είναι μήκους 40 m τουλάχιστον η κάθε μία. Πάντως, τα πλοία τα οποία οφείλουν να μπορούν να σταματούν με την πλώρη προς την κατεύθυνση του ρεύματος πρέπει να είναι εξοπλισμένα με αλυσίδες πρυμναίων αγκυρών μήκους 60 m τουλάχιστον η κάθε μία.

11. Η ελάχιστη αντοχή στη θραύση των αλυσίδων των αγκυρών υπολογίζεται με τη βοήθεια των ακόλουθων τύπων:

α) άγκυρες βάρους 0 έως 500 kg:

R = 0,35 7 P' [kN]

β) άγκυρες βάρους 500 ως 2 000 kg:

R = (0,35 - >NUM>P' - 500

>DEN>15 000

) 7 P'[kN]

γ) άγκυρες βάρους άνω των 2 000 kg:

R = 250 7 P' [kN].

Στους τύπους αυτούς:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Η αντοχή στη θραύση των αλυσίδων αγκυρών είναι εκείνη η οποία προβλέπεται από ένα εν ισχύ κανόνα σε ένα από τα κράτη μέλη.

Όταν οι άγκυρες έχουν βάρος μεγαλύτερο από εκείνο το οποίο προβλέπεται στις παραγράφους 1 έως 6 η αντοχή στη θραύση των αλυσίδων αγκύρων πρέπει να καθορίζεται σε συνάρτηση με το μεγαλύτερο αυτό βάρος των αγκυρών.

12. Εάν ο εξαρτισμός ενός πλοίου περιλαμβάνει άγκυρες μεγαλύτερου βάρους με αντίστοιχες ανθεκτικότερες άγκυρες, οι εγγραφές στο πιστοποιητικό πρέπει να αναφέρουν, πάντως, μόνο το θεωρητικό βάρος και τη θεωρητική αντοχή στη θραύση που προκύπτουν από την εφαρμογή των απαιτήσεων των παραγράφων 1 έως 6 και 11.

13. Τα όργανα σύνδεσης των αγκυρών και αλυσίδων πρέπει να είναι ανθεκτικά σε εφελκυσμό κατά 20 % ανώτερο της αντοχής σε εφελκυσμό της αντίστοιχης αλυσίδας.

14. Η χρησιμοποίηση καλωδίων αντί αλυσίδων αγκυρών επιτρέπεται. Τα καλώδια πρέπει να έχουν την αυτή αντοχή στη θραύση που προβλέπεται για τις αλυσίδες και πρέπει, πάντως, να έχουν μήκος κατά 20 % μεγαλύτερο.

Άρθρο 10.02 Άλλα στοιχεία εξαρτισμού

1. Σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες αστυνόμευσης στα κράτη μέλη, ο υπόλοιπος εξαρτισμός των πλοίων πρέπει να περιλαμβάνει:

α) εγκατάσταση ραδιοτηλεφωνίας 7

β) συσκευές και διατάξεις οι οποίες είναι αναγκαίες για την εκπομπή οπτικών και ηχητικών σημάτων καθώς και για τη σήμανση των πλοίων 7

γ) εφεδρικά φώτα, ανεξάρτητα από το δίκτυο του πλοίου για τη σήμανση η οποία προβλέπεται για το πλοίο σε κατάσταση στάθμευσης 7

δ) ένα δοχείο με σήμανση, από πυρίμαχο υλικό, με κάλυμμα για τη συλλογή ειδικών στερεών αποβλήτων και ένα δοχείο με σήμανση από πυρίμαχο υλικό, ειδικών υγρών αποβλήτων 7

ε) ένα δοχείο με σήμανση, από πυρίμαχο υλικό, με κάλυμμα, για τη συλλογή άλλων υλικών αποβλήτων υγρών και στερεών και ένα δοχείο με σήμανση, από πυρίμαχο υλικό, με κάλυμμα, για τη συλλογή άλλων υγρών αποβλήτων που καθορίζονται σύμφωνα με τους εν ισχύ κανόνες αστυνόμευσης στα κράτη μέλη 7

στ) ένα δοχείο με σήμανση, από πυρίμαχο υλικό με κάλυμμα, για τη συλλογή καταλοίπων (απόνερα).

2. Εξάλλου, ο εξαρτισμός των πλοίων πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον:

α) καλώδια πρόσδεσης:

Τα πλοία πρέπει να είναι εξοπλισμένα με τρία καλώδια πρόσδεσης. Το ελάχιστο μήκος τους πρέπει να είναι το ακόλουθο:

πρώτο καλώδιο: L + 20 m, πάντως όχι μεγαλύτερο από 100 m,

δεύτερο καλώδιο: του πρώτου καλωδίου,

τρίτο καλώδιο: του πρώτου καλωδίου.

Στα πλοία των οποίων το μήκος L είναι μικρότερο από 20 m δεν απαιτείται το καλώδιο του μικρότερου μήκους.

Τα καλώδια αυτά πρέπει να έχουν αντοχή σε εφελκυσμό Rs που υπολογίζεται σύμφωνα με τους ακόλουθους τύπους:

για γινόμενο L 7 B 7 T έως 1 000 m³: Rs = 60 + >NUM>L 7 B 7 T

>DEN>10

[kN]

για γινόμενο L 7 B 7 T άνω των 1 000 m³: Rs = 150 + >NUM>L 7 B 7 T

>DEN>100

[kN]

Τα καλώδια μπορεί να αντικατασταθούν με σχοινιά συνθετικών ινών του αυτού μήκους και της αυτής αντοχής σε εφελκυσμό 7

β) καλώδια ρυμούλκησης:

Τα ρυμουλκά πρέπει να είναι εξοπλισμένα με ένα αριθμό καλωδίων σε συνάρτηση με τη λειτουργία τους.

Πάντως, το μεγαλύτερο καλώδιο πρέπει να έχει μήκος 100 m και αντοχή σε εφελκυσμό, σε N, η οποία δεν είναι κατώτερη του τρίτου της συνολικής ισχύος, σε kW, του κινητήρα ή των κινητήρων προώθησης.

Τα αυτοκινούμενα πλοία και τα ωστικά ρυμουλκά πρέπει να είναι εξοπλισμένα με ένα τουλάχιστον καλώδιο ρυμούλκησης μήκους 100 m η αντοχή σε εφελκυσμό του οποίου, σε N, δεν είναι κατώτερη του Ό της συνολικής ισχύος, σε kW, του κινητήρα ή των κινητήρων προώθησης 7

γ) ένα ορμίδιο 7

δ) μία σανιδόσκαλα επιβίβασης, τουλάχιστον 0,40 m πλάτους και 4 m μήκους, της οποίας οι πλευρές σημαίνονται με ανοιχτόχρωμη ταινία. Η σανιδόσκαλα αυτή πρέπει να είναι εφοδιασμένη με στηθαίο. Για μικρότερα πλοία, το όργανο επιθεώρησης μπορεί να δεχθεί βραχύτερες σανιδόσκαλες 7

ε) ένα γάντζο 7

στ) ένα φαρμακοκιβώτιο 7

ζ) ένα ζευγάρι κιάλια, 7 Χ 50 τουλάχιστον 7

η) μία πινακίδα για οδηγίες για τη σωτηρία και την αναζωογόνηση των πνιγμένων.

3. Στα πλοία που το ύψος του περιβλήματός τους πάνω από τη γραμμή του άφορτου βυθίσματος υπερβαίνει το 1,50 m, πρέπει να υπάρχει σκάλα ή κλίμακα επιβίβασης.

Άρθρο 10.03 Πυροσβεστικά μέσα

1. Πρέπει να υπάρχουν στο πλοίο τουλάχιστον:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

2. Οι φορητοί πυροσβεστήρες πρέπει να ικανοποιούν τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α) η χωρητικότητα των πυροσβεστήρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του τύπου υγρού δεν πρέπει να είναι μικρότερη από 9 l ή μεγαλύτερη 13,5 l. Οι πυροσβεστήρες κόνεως πρέπει να έχουν περιεχόμενο τουλάχιστον 6 kg 7

β) το πυροσβεστικό υλικό πρέπει να είναι κατάλληλο για κάθε είδος φωτιάς από το οποίο απειλείται περισσότερο ο χώρος ή οι χώροι για τους οποίους προορίζεται κυρίως ο πυροσβεστήρας. Σε πλοία που οι ηλεκτρικές τους εγκαταστάσεις έχουν τάση λειτουργίας μεγαλύτερη από 50 V, το πυροσβεστικό υλικό πρέπει να είναι κατάλληλο και για την καταπολέμηση πυρκαγιάς στις ηλεκτρικές εγκαταστάσεις. Οι οδηγίες χρήσης πρέπει να αναγράφονται εμφανώς πάνω σε κάθε φορητό πυροσβεστήρα 7

γ) το πυροσβεστικό υλικό των πυροσβεστήρων δεν μπορεί να περιέχει αλογόνα ή ουσίες που μπορεί να δημιουργήσουν δηλητηριώδη αέρια κατά τη χρήση τους, π.χ. τετραχλωράνθρακα. Οι φορητοί πυροσβεστήρες διοξειδίου του άνθρακα (CO2) μπορεί να χρησιμοποιούνται κατά πυρκαγιών σε συγκεκριμένες εγκαταστάσεις όπως, π.χ. πίνακες ελέγχου, κουζίνες 7 η ποσότητα του διοξειδίου του άνθρακα (CO2) δεν πρέπει να συνεπάγεται κινδύνους για την υγεία 7

δ) οι πυροσβεστήρες οι οποίοι είναι ευπαθείς στην παγωνιά ή στον καύσωνα πρέπει να είναι εγκατεστημένοι ή προφυλαγμένοι έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η διαρκής καλή λειτουργία τους.

3. Οι πυροσβεστικές συσκευές πρέπει να επιθεωρούνται τουλάχιστον κάθε δύο έτη. Στο πλοίο πρέπει να βρίσκεται σχετική βεβαίωση υπογεγραμμένη από το πρόσωπο που τις επιθεώρησε.

4. Εάν οι πυροσβεστήρες είναι εγκατεστημένοι σε μέρη όπου δεν φαίνονται, το τοίχωμα που τους σκεπάζει πρέπει να επισημαίνεται με ένα κόκκινο «F» ύψους τουλάχιστον 10 cm.

5. Όσον αφορά τους μόνιμα στερεωμένους πυροσβεστήρες, δεν επιτρέπεται η χρήση αλογόνων. Το διοξείδιο του άνθρακα (CO2) επιτρέπεται ως πυροσβεστικό υλικό με τους ακόλουθους όρους:

α) Οι πυροσβεστήρες διοξειδίου του άνθρακα μπορεί να χρησιμοποιούνται μόνο στα μηχανοστάσια, στα λεβητοστάσια και στα αντλιοστάσια. Πρέπει να εγκατασταθούν διατάξεις με τις οποίες μπορεί να κλείνουν όλες οι οπές οι οποίες μπορεί να επιτρέψουν την είσοδο αέρα ή την έξοδο διοξειδίου του άνθρακα από τους προστατευόμενους χώρους.

Οι διατάξεις θέσης σε λειτουργία πρέπει να εγκαθίστανται κατά τρόπο ο οποίος καθιστά δυνατό το χειρισμό τους ακόμα και σε περίπτωση πυρκαγιάς. Δεν επιτρέπεται αυτόματη ελευθέρωση του διοξειδίου του άνθρακα.

β) Δεν επιτρέπεται να απορροφάται από τα μηχανοστάσια, τα λεβητοστάσια ή τα αντλιοστάσια ο αέρας καύσης ο οποίος είναι απαραίτητος για τους κινητήρες καύσης οι οποίοι προορίζονται για την προώθηση των πλοίων.

γ) Κάθε μόνιμα στερεωμένη πυροσβεστική εγκατάσταση διοξειδίου του άνθρακα πρέπει να είναι εφοδιασμένη με προειδοποιητική συσκευή τα σήματα της οποίας ακούγονται καθαρά ακόμα και σε συνθήκες λειτουργίας που αντιστοιχούν στον μεγαλύτερο δυνατό θόρυβο, σε όλους τους χώρους οι οποίοι ενδέχεται να κατακλυσθούν από το διοξείδιο του άνθρακα και να διακρίνονται σαφώς από όλα τα άλλα προειδοποιητικά σήματα του σκάφους.

Τα προειδοποιητικά αυτά σήματα διοξειδίου του άνθρακα πρέπει να ακούγονται, επίσης, καθαρά έστω και αν οι πόρτες επικοινωνίας είναι κλειστές και σε συνθήκες λειτουργίας οι οποίες αντιστοιχούν στο μεγαλύτερο δυνατό θόρυβο, όταν οι εν λόγω χώροι μπορούν να εκκενωθούν από το χώρο ο οποίος πρόκειται να κατακλυσθεί από το διοξείδιο του άνθρακα. Το προειδοποιητικό σήμα διοξειδίου του άνθρακα πρέπει να λειτουργεί για ένα επαρκή διάστημα πριν την ελευθέρωση του διοξειδίου του άνθρακα.

Σε κατάλληλο σημείο στην έξοδο και την είσοδο όλων των χώρων οι οποίοι μπορεί να πλημμυρίσουν από διοξείδιο του άνθρακα πρέπει να τοποθετηθεί πινακίδα με ερυθρούς χαρακτήρες σε λευκή επιφάνεια με την ακόλουθη επιγραφή στα γερμανικά, γαλλικά και ολλανδικά:

«Bei Ertφnen des CO2-Warnsignals . . . (Beschreibung des Signals) den Raum sofort verlassen! Erstickungsgefahr!»

«Quitter immιdiatement ce local au signal CO2 . . . (description du signal)! Danger d'asphyxie!»

«Bij het in werking treden van het CO2-alarmsignaal- . . . (omschrijving van het signaal) deze ruimte onmiddellijk verlaten! Verstikkingsgevaar!»

δ) Κοντά σε κάθε διάταξη ενεργοποίησης μίας πυροσβεστικής εγκατάστασης διοξειδίου του άνθρακα πρέπει να τοποθετούνται οι οδηγίες χρήσεως στα γερμανικά, γαλλικά και ολλανδικά κατά τρόπο μόνιμο και ευανάγνωστο. Οι σωληνώσεις οι οποίες καταλήγουν στους διάφορους χώρους οι οποίοι ενδέχεται να πλημμυρίσουν από το διοξείδιο του άνθρακα πρέπει να είναι εφοδιασμένες με διάταξη κλεισίματος. Η σειρήνα η οποία αναφέρεται στο στοιχείο γ) πρέπει να ενεργοποιείται αυτόματα με τη λειτουργία της πυροσβεστικής εγκατάστασης.

ε) Οι δεξαμενές διοξειδίου του άνθρακα πρέπει να τοποθετούνται χωριστά σε αεροστεγή χώρο. Οι πόρτες των χώρων ή ερμαρίων αυτών πρέπει να μπορεί να ανοίγουν προς τα έξω, να μπορεί να κλείνονται με κλειδί και να φέρουν την επιγραφή «CO2» με ερυθρούς χαρακτήρες σε λευκή επιφάνεια.

Οι χώροι οι οποίοι βρίσκονται κάτω από τη γέφυρα πρέπει να είναι αποκλειστικά προσβάσιμοι από έξω. Δεν επιτρέπεται άμεση σύνδεση με άλλους χώρους.

Οι χώροι οι οποίοι βρίσκονται κάτω από τη γέφυρα πρέπει να διαθέτουν επαρκή και ανεξάρτητο αερισμό εντελώς χωριστό από τα άλλα συστήματα αερισμού του σκάφους. Οι οπές αερισμού πρέπει να είναι διαρρυθμισμένες κατά τρόπο ώστε σε περίπτωση διαρροής της δεξαμενής διοξειδίου του άνθρακα το αέριο να μην μπορεί να διεισδύσει στο εσωτερικό του πλοίου.

Η θερμοκρασία στους χώρους αυτούς δεν πρέπει να υπερβαίνει τους 50 °C.

Τα ερμάρια ή οι χώροι που βρίσκονται στη γέφυρα επιτρέπονται μόνο όταν είναι σταθερά στερεωμένα και είναι τοποθετημένα έξω από τη ζώνη των ενδιαιτημάτων. Σε περίπτωση διαρροής της δεξαμενής του διοξειδίου του άνθρακα, το αέριο δεν πρέπει να μπορεί να εισρεύσει στο εσωτερικό του πλοίου.

Τα ερμάρια ή οι χώροι πρέπει να μπορούν να προστατεύουν τις δεξαμενές κατά της θερμότητας, του ψύχους και της υγρασίας. Η θερμοκρασία στους χώρους αυτούς δεν πρέπει να υπερβαίνει τους 50 °C.

Οι χώροι οι οποίοι προστατεύονται με διοξείδιο του άνθρακα πρέπει να είναι εφοδιασμένοι με κατάλληλες διατάξεις για την απορρόφηση του πυροσβεστικού υλικού. Οι διατάξεις απορρόφησης δεν πρέπει να τίθενται σε λειτουργία κατά τη διάρκεια της κατάσβεσης.

στ) Στα μηχανοστάσια, το εγκατεστημένο σύστημα των σωληνώσεων πρέπει να επιτρέπει τη μεταφορά του 85 % του αερίου, η ποσότητα του οποίου καθορίζεται σύμφωνα με τη δεύτερη παράγραφο, μέσα στο χώρο σε διάστημα δύο λεπτών.

Η ελάχιστη ποσότητα διοξειδίου του άνθρακος η οποία απαιτείται για τους προστατευόμενους χώρους πρέπει να είναι το 40 % τουλάχιστον της ολικής χωρητικότητας του χώρου. Όσον αφορά τον όγκο του διασταλμένου διοξειδίου του άνθρακα λαμβάνεται 0,56 m³/kg. Εάν η ποσότητα του διοξειδίου του άνθρακα προορίζεται για την προστασία περισσότερων από ένα χώρο, αρκεί η διαθέσιμη συνολική ποσότητα διοξειδίου του άνθρακα η οποία απαιτείται για την προστασία ενός μόνο χώρου.

Ο βαθμός πλήρωσης των δεξαμενών του διοξειδίου του άνθρακα δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 0,75 kg/l.

Οι δεξαμενές πρέπει να τοποθετούνται όρθιες και να προστατεύονται κατά των πτώσεων.

Οι δεξαμενές υπό πίεση, ο εξοπλισμός και οι σωληνώσεις του διοξειδίου του άνθρακα πρέπει να ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές ενός κράτους μέλους.

ζ) Τα προειδοποιητικά σήματα τα οποία αναφέρονται στο στοιχείο γ) και οι πυροσβεστικές εγκαταστάσεις πρέπει να ελέγχονται από αναγνωρισμένο εμπειρογνώμονα κάθε δύο έτη.

Τα πιστοποιητικά του ελέγχου με εγγραφή της ημερομηνίας του ελέγχου, τα οποία υπογράφονται από το άτομο το οποίο διενήργησε την επιθεώρηση, πρέπει να φυλάσσονται στο σκάφος.

η) Εάν υπάρχουν μία ή περισσότερες πυροσβεστικές εγκαταστάσεις διοξειδίου του άνθρακα μόνιμα στερεωμένες, πρέπει να γίνει σχετική εγγραφή στο πιστοποιητικό.

Άλλα πυροσβεστικά υλικά επιτρέπονται μόνο με βάση σύσταση των αρμοδίων αρχών.

Άρθρο 10.04 Λέμβοι

1. Τα ακόλουθα σκάφη πρέπει να είναι εξοπλισμένα με μία λέμβο:

α) τα αυτοκινούμενα πλοία και οι μαούνες νεκρού βάρους άνω των 150 τόνων 7

β) τα ρυμουλκά και τα ωστικά ρυμουλκά εκτοπίσματος άνω των 150 m³ 7

γ) ο πλωτός εξοπλισμός 7

δ) τα επιβατηγά πλοία τα οποία επιτρέπεται να μεταφέρουν άνω των 250 ατόμων ή τα οποία είναι εξοπλισμένα με περισσότερο από 50 κλίνες.

2. Οι λέμβοι πρέπει να μπορεί να κατεβαίνουν στο νερό χωρίς καθυστέρηση και με ασφάλεια από ένα μόνο άτομο. Εάν χρησιμοποιείται μηχανοκίνητη εγκατάσταση για να κατέβει η λέμβος στο νερό, πρέπει να είναι σχεδιασμένη έτσι ώστε σε περίπτωση βλάβης της τροφοδοσίας σε ενέργεια να μην τίθεται σε κίνδυνο η ταχεία καθέλκυσή της.

3. Οι λέμβοι πρέπει να ικανοποιούν τους ακόλουθους όρους:

α) η διακυβέρνηση και ο χειρισμός τους πρέπει να είναι εύκολος. Πρέπει να μπορούν να τηρούν την πορεία και να μην αποκλίνουν αισθητά υπό την επίδραση του αέρα, του ρεύματος ή των κυμάτων 7

β) πρέπει να έχουν καθίσματα για να κάθονται τρία τουλάχιστον άτομα 7

γ) πρέπει να είναι αρκετά ανθεκτικές 7

δ) να έχουν όγκο τουλάχιστον 1,5 m³ ή το γινόμενο LC 7 BC 7 HC να ισούται με τουλάχιστον 2,7 m³ 7

ε) να έχουν ύψος εξάλων τουλάχιστον 25 cm με τρεις ανθρώπους μέσα βάρους 75 kg περίπου ο καθένας 7

στ) να έχουν αρκετή ευστάθεια. Θεωρούνται αρκετά ευσταθείς εάν, όταν δύο άνθρωποι, βάρους περίπου 75 kg ο καθένας, καθίσουν από τη μία πλευρά όσο γίνεται πιο κοντά στην κουπαστή, μένει ύψος εξάλων τουλάχιστον 10 cm 7

ζ) χωρίς κανέναν άνθρωπο μέσα αλλά τελείως γεμάτη με νερό, πρέπει να έχουν εφεδρική άντωση τουλάχιστο ίση με γινόμενο 300 7 LC 7 BC 7 HC 7

η) πρέπει να έχουν τον ακόλουθο εξαρτισμό:

- 1 ζευγάρι κουπιά,

- 1 κάβο,

- 1 κουβά.

Επιτρέπονται φουσκωτές λέμβοι με την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι όροι οι οποίοι αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3, εφόσον είναι μόνιμα σε λειτουργία, και πρόκειται για φουσκωτές λέμβους με πολλά διαμερίσματα.

4. Εάν η λέμβος θεωρείται ως κοινό σκάφος διάσωσης για επιβατηγό πλοίο (άρθρο 15.08, παράγραφος 5), πρέπει να πληροί τουλάχιστον τους όρους της παραγράφου 3. Πάντως:

α) πρέπει να έχει πλάτος καθίσματος 0,45 m τουλάχιστον ανά άτομο, στους πάγκους, χωρίς όμως ο μέγιστος επιτρεπόμενος αριθμός ατόμων να υπερβαίνει το γινόμενο 3 7 LC 7 BC 7 HC 7

β) η ευστάθεια θεωρείται επαρκής, εάν, όταν το ήμισυ του μέγιστου επιτρεπόμενου αριθμού ανθρώπων κάθεται στη μία πλευρά της λέμβου, μένει ύψος εξάλων τουλάχιστον 10 cm.

5. Στις παραγράφους 3 και 4:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Άρθρο 10.05 Σωσίβια και σωσίβιες ζώνες

1. Στο πλοίο πρέπει να βρίσκονται τουλάχιστον τρία κυκλικά σωσίβια. Πρέπει να είναι έτοιμα για χρήση και στερεωμένα σε κατάλληλα σημεία του καταστρώματος, όχι όμως δεμένα στις βάσεις τους. Ένα κυκλικό σωσίβιο τουλάχιστον πρέπει να βρίσκεται πολύ κοντά στην τιμονιέρα.

Τα κυκλικά σωσίβια πρέπει:

α) να έχουν άντωση τουλάχιστον 100 N στο γλυκό νερό 7

β) να είναι κατασκευασμένα από κατάλληλο υλικό και να αντέχουν στα λάδια και στα παράγωγά τους καθώς και σε θερμοκρασία έως 50 °C 7

γ) να είναι χρωματισμένα έτσι ώστε να είναι ευδιάκριτα στο νερό 7

δ) να έχουν βάρος τουλάχιστον 2,5 kg 7

ε) να έχουν εσωτερική διάμετρο 0,45 cm ± 10 % 7

στ) να περιβάλλονται από σχοινί από το οποίο να πιάνονται.

2. Στο σκάφος πρέπει να υπάρχει τουλάχιστον ένα άμεσα προσιτό σωσίβιο για κάθε πρόσωπο που κανονικά βρίσκεται στο πλοίο.

Οι σωσίβιες ζώνες πρέπει να ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) έως γ) ή στο ευρωπαϊκό πρότυπο EN 395 (άντωση 100 N).

Οι φουσκωτές σωσίβιες ζώνες πρέπει να μπορούν να φουσκώνονται αυτόματα με το χέρι. Πρέπει, επίσης, να μπορούν να φουσκώνονται και με το στόμα. Πρέπει να ελέγχονται σύμφωνα με τις οδηγίες του κατασκευαστή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΣΤΙΣ ΘΕΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Άρθρο 11.01 Γενικές διατάξεις

1. Τα πλοία πρέπει να είναι σχεδιασμένα, διαρρυθμισμένα, και εξοπλισμένα κατά τρόπο ώστε οι άνθρωποι να μπορούν να εργάζονται και να χρησιμοποιούν τις διόδους με πλήρη ασφάλεια.

2. Οι εγκαταστάσεις οι οποίες είναι αναγκαίες για την εργασία στο πλοίο και εκείνες οι οποίες είναι μόνιμα στερεωμένες πρέπει να είναι σχεδιασμένες, διαρρυθμισμένες, και προφυλαγμένες με τρόπο που να καθιστά εύκολο και ασφαλή το χειρισμό, τη συντήρηση, και τις επισκευές τους. Ενδεχομένως, τα κινητά μέρη ή τα μέρη τα οποία εκτίθενται σε υψηλή θερμοκρασία πρέπει να είναι εφοδιασμένα με διατάξεις ασφαλείας.

Άρθρο 11.02 Προστασία κατά των πτώσεων

1. Οι γέφυρες και οι πλευρικοί διάδρομοι πρέπει να είναι επίπεδες και να μην έχουν τμήματα τα οποία προκαλούν κινδύνους γλιστρήματος. Στα μέρη αυτά, κάθε συγκέντρωση ύδατος πρέπει να είναι αδύνατη.

2. Οι γέφυρες καθώς και οι πλευρικοί διάδρομοι, οι σανίδες των μηχανοστασίων, τα πλατύσκαλα, οι κλίμακες και το επάνω μέρος των δεστρών των πλευρικών διαδρόμων πρέπει να είναι αντιολισθητικές.

3. Το πάνω μέρος των δεστρών των πλευρικών διαδρόμων και τα εμπόδια στις διόδους, όπως οι ακμές των βαθμίδων, πρέπει να επισημαίνονται με χρώματα ώστε να διακρίνονται από το τριγύρω κατάστρωμα.

4. Οι εξωτερικές άκρες της γέφυρας και των πλευρικών διαδρόμων καθώς και οι θέσεις εργασίας όπου τα άτομα κινδυνεύουν να πέσουν από ύψος άνω του 1 μέτρου πρέπει να είναι εξοπλισμένες με παραπέτα ή διαδοκίδες ελάχιστου ύψους 0,70 m ή χειραγωγό σύμφωνα με το ευρωπαϊκό πρότυπο EN 711, το οποίο πρέπει να περιλαμβάνει ένα στηθαίο, μία ράβδο σε ύψος των γονάτων και μία προστασία χείλους δαπέδου. Οι πλευρικοί διάδρομοι πρέπει να είναι εξοπλισμένοι με προεξοχές για τα πόδια και ένα συνεχή χειραγωγό στερεωμένο στη διαδοκίδα. Οι χειραγωγοί της διαδοκίδας δεν απαιτούνται όταν οι πλευρικοί διάδρομοι είναι εφοδιασμένοι με στέρεο χειραγωγό από την πλευρά του νερού.

Άρθρο 11.03 Διαστάσεις των χώρων εργασίας

Οι χώροι εργασίας πρέπει να έχουν διαστάσεις οι οποίες εξασφαλίζουν ελευθερία κινήσεων στα μέλη του πληρώματος που απασχολούνται εκεί.

Άρθρο 11.04 Πλευρικοί διάδρομοι

1. Το ελεύθερο πλάτος των πλευρικών διαδρόμων πρέπει να είναι τουλάχιστον 0,60 m η διάσταση αυτή μπορεί να μειωθεί έως 0,50 m σε ορισμένα τμήματα τα οποία είναι διαρρυθμισμένα για την ασφάλεια της λειτουργίας όπως π.χ. τα σημεία υδροληψίας για τον καθαρισμό της γέφυρας. Εκεί που βρίσκονται οι δέστρες μπορεί να μειωθεί έως 0,40 m.

2. Έως ένα ύψος 0,90 m πάνω από τον πλευρικό διάδρομο, το ελεύθερο πλάτος του πλευρικού διαδρόμου μπορεί να μειωθεί έως 0,65 m με τον όρο ότι το ελεύθερο πλάτος πάνω, μεταξύ του εξωτερικού άκρου της γάστρας και του εσωτερικού άκρου του κύτους, ανέρχεται σε 0,65 m. Στην περίπτωση αυτή, το ελεύθερο πλάτος του πλευρικού διαδρόμου μπορεί να μειωθεί έως 0,50 m εάν το εξωτερικό άκρο του πλευρικού διαδρόμου είναι εφοδιασμένο με χειραγωγό σύμφωνα με το ευρωπαϊκό πρότυπο EN 711 προκειμένου να υπάρχει ασφάλεια κατά των πτώσεων. Στα σκάφη των οποίων το μήκος είναι ίσο ή μικρότερο από 55 m τα οποία δεν έχουν ενδιαιτήματα στο πρυμναίο τμήμα τους, είναι δυνατόν να μην υπάρχουν χειραγωγοί.

3. Οι απαιτήσεις των παραγράφων 1 και 2 εφαρμόζονται έως ένα ύψος 2,00 m πάνω από τον πλευρικό διάδρομο.

Άρθρο 11.05 Πρόσβαση στους χώρους εργασίας

1. Οι δίοδοι, οι προσβάσεις, και οι διάδρομοι όπου κυκλοφορούν άνθρωποι και φορτία πρέπει να είναι διαστασιολογημένοι και διαρρυθμισμένοι ώστε:

α) να υπάρχει αρκετός χώρος μπροστά στο άνοιγμα της πρόσβασης ώστε να κινείται κανείς ανεμπόδιστα 7

β) το ελεύθερο πλάτος του περάσματος να ανταποκρίνεται στον προορισμό του χώρου εργασίας και να είναι τουλάχιστον 0,60 m, εκτός στα πλοία πλάτους μικρότερου από 8 m, στα οποία το πλάτος των περασμάτων μπορεί να μειωθεί στα 0,50 m 7

γ) το συνολικό ύψος του περάσματος και της διαδοκίδας να είναι τουλάχιστον 1,90 m.

2. Οι πόρτες πρέπει να είναι κατασκευασμένες ώστε να κλείνουν και να ανοίγουν και από τις δύο πλευρές. Πρέπει να εμποδίζονται να κλείνουν ή να ανοίγουν από μόνες τους.

3. Πρέπει να υπάρχουν κλίμακες, φορητές κλίμακες, ή βαθμίδες εάν οι προσβάσεις, οι έξοδοι, και τα περάσματα έχουν διαφορές ύψους μεγαλύτερο από 0,50 m.

4. Στις θέσεις εργασίας οι οποίες είναι κατειλημμένες μόνιμα πρέπει να προβλέπονται κλίμακες εάν η διαφορά επιπέδου είναι μεγαλύτερη από 1 m. Η απαίτηση αυτή δεν εφαρμόζεται στις εξόδους κινδύνου.

5. Στα σκάφη τα οποία διαθέτουν κύτος, πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον δύο κινητές κλίμακες κύτους για την άνοδο και την κάθοδο με πλήρη ασφάλεια. Η απαιτήση αυτή δεν εφαρμόζεται εφόσον σε κάθε κύτος υπάρχει ισοδύναμη κτισμένη κλίμακα.

Άρθρο 11.06 Έξοδοι και έξοδοι κινδύνου

1. Ο αριθμός, η διαρρύθμιση, και οι διαστάσεις των εξόδων, συμπεριλαμβανομένων και των εξόδων κινδύνου, πρέπει να ανταποκρίνονται στη χρήση και στις διαστάσεις των χώρων. Όταν μία από τις εν λόγω εξόδους είναι έξοδος κινδύνου, πρέπει να επισημαίνεται με ειδικό τρόπο.

2. Οι έξοδοι κινδύνου ή τα παράθυρα και οι φεγγίτες που χρησιμεύουν ως έξοδοι κινδύνου πρέπει να έχουν επιφάνεια ελεύθερου ανοίγματος τουλάχιστον 0,36 m² και η μικρότερή τους διάσταση να είναι τουλάχιστον 0,50 m.

Άρθρο 11.07 Κλίμακες

1. Οι κτιστές κλίμακες και οι κλίμακες πρέπει να είναι στερεωμένες με ασφαλή τρόπο. Το πλάτος των κλιμάκων πρέπει να είναι τουλάχιστον 0,60 m, το ωφέλιμο πλάτος μεταξύ των χειραγωγών πρέπει να είναι τουλάχιστον 0,60 m. Το βάθος των βαθμίδων δεν πρέπει να είναι μικρότερο από 0,15 m 7 οι επιφάνειες των βαθμίδων πρέπει να είναι αντιολισθητικές, οι κλίμακες με περισσότερο από 4 βαθμίδες πρέπει να είναι εφοδιασμένες με χειραγωγούς.

2. Οι κλίμακες και οι βαθμίδες πρέπει να έχουν ωφέλιμο πλάτος τουλάχιστον 0,30 m 7 η απόσταση μεταξύ δύο βαθμίδων δεν πρέπει να είναι μεγαλύτερη από 0,30 m 7 η απόσταση μεταξύ των κτιστών βαθμίδων πρέπει να είναι τουλάχιστον 0,15 m.

3. Οι κλίμακες και οι βαθμίδες πρέπει να μπορεί να εντοπίζονται ορώμενες εκ των άνω και να είναι εφοδιασμένες με χειρολαβές πάνω από τα ανοίγματα εξόδου.

4. Οι φορητές σκάλες πρέπει να έχουν ελάχιστο πλάτος 0,40 m και 0,50 m στη βάση 7 πρέπει να προστατεύονται από ανατροπή και γλίστρημα 7 οι βαθμίδες πρέπει να είναι σταθερά στερεωμένες στα σκέλη της κλίμακας.

5. Οι φορητές κλίμακες οι οποίες χρησιμεύουν ως κλίμακες κύτους πρέπει να εξέχουν από το άνω άκρο του στομίου του κύτους και οπωσδήποτε κατά 1 m από τη γάστρα.

Άρθρο 11.08 Εσωτερικοί χώροι

1. Ο διαστάσεις, η διαρρύθμιση, και η διάταξη των εσωτερικών θέσεων εργασίας του πλοίου πρέπει να είναι προσαρμοσμένες στις εργασίες οι οποίες πρέπει να εκτελεσθούν και να τηρούν τις προδιαγραφές σχετικά με την υγιεινή και την ασφάλεια. Πρέπει να είναι εφοδιασμένες με επαρκή φωτισμό ο οποίος δεν είναι εκτυφλωτικός και να μπορούν να αερίζονται 7 ενδεχομένως, πρέπει να είναι εφοδιασμένες με διατάξεις θέρμανσης που εξασφαλίζουν επαρκή θερμοκρασία.

2. Το δάπεδο των θέσεων εργασίας στο εσωτερικό του πλοίου πρέπει να είναι στέρεης και ανθεκτικής κατασκευής, να μην έχουν σημεία τα οποία δημιουργούν κινδύνους γλιστρήματος και πρέπει να είναι αντιολισθητικά. Τα ανοίγματα στα καταστρώματα και στα δάπεδα πρέπει, όταν είναι ανοικτά, να είναι εφοδιασμένα με διατάξεις προστασίας κατά των πτώσεων. Τα παράθυρα και οι φεγγίτες πρέπει να είναι τοποθετημένοι και εγκατεστημένοι έτσι ώστε να επιτρέπουν ακίνδυνο χειρισμό και καθαρισμό.

Άρθρο 11.09 Προστασία από το θόρυβο και τους κραδασμούς

1. Οι θέσεις εργασίας πρέπει να είναι τοποθετημένες, διαρρυθμισμένες και εξοπλισμένες έτσι ώστε τα μέλη του πληρώματος να μην εκτίθενται σε βλαβερούς κραδασμούς.

2. Οι μόνιμα χρησιμοποιούμενες θέσεις εργασίας πρέπει, εξάλλου, να είναι εγκατεστημένες και προστατευμένες από απόψεως στάθμης ήχου κατά τρόπο ώστε να μην κινδυνεύει η ασφάλεια και η υγεία των εργαζομένων από το θόρυβο.

3. Για τα άτομα τα οποία εκτίθενται μόνιμα σε ένα επίπεδο ήχου το οποίο πιθανόν να είναι ανώτερο 85 dB(A), πρέπει να προβλέπονται ατομικές συσκευές αντιθορυβικής προστασίας. Η υποχρέωση χρησιμοποίησης των συσκευών αντιθορυβικής προστασίας πρέπει να αναγράφεται σε πίνακα ο οποίος είναι αναρτημένος στις θέσεις εργασίας όπου το ηχητικό επίπεδο υπερβαίνει τα 90 dB(A).

Άρθρο 11.10 Καλύμματα στομίων κύτους

1. Τα καλύμματα των στομίων κύτους πρέπει να είναι ευπρόσιτα και ο χειρισμός τους να γίνεται με ασφάλεια. Τα στοιχεία των καλυμμάτων των στομίων του κύτους βάρους μεγαλύτερου από 40 kg πρέπει, εξάλλου, να μπορούν να σύρονται ή να ανατρέπονται ή να εξοπλίζονται με μηχανοκίνητες διατάξεις ανοίγματος. Τα καλύμματα των στομίων του κύτους ο χειρισμός των οποίων γίνεται με συσκευές ανύψωσης πρέπει να είναι εξοπλισμένα με ευπρόσιτες διατάξεις κατάλληλες για τη στερέωση οργάνων σύνδεσης. Τα καπάκια των στομίων του κύτους και τα μη εναλλάξιμα με μετζάνια πρέπει να φέρουν ακριβείς ενδείξεις αναφορικά με τα στόμια του κύτους στα οποία αντιστοιχούν καθώς και την κατάλληλη θέση τους στα εν λόγω στόμια.

2. Τα καλύμματα των στομίων κύτους πρέπει να είναι ασφαλισμένα κατά της ανύψωσης από τον άνεμο και τις μηχανές φόρτωσης. Τα συρόμενα καλύμματα πρέπει να είναι εφοδιασμένα με καστάνιες που εμποδίζουν την μη ηθελημένη μετακίνηση προς την κατεύθυνση του μήκους κατά περισσότερο από 0,40 m 7 πρέπει να μπορούν να στερεώνονται σε μία οριστική θέση. Πρέπει να προβλέπονται κατάλληλες διατάξεις για τη στερέωση των στοιβαγμένων καλυμμάτων.

3. Στην περίπτωση των καλυμμάτων των στομίων κύτους με μηχανικό χειρισμό, η μετάδοση της ενέργειας πρέπει να διακόπτεται αυτόματα όταν ελευθερώνεται ο διακόπτης ελέγχου.

4. Τα καλύμματα των στομίων του κύτους πρέπει να μπορούν να ανθίστανται στα φορτία τα οποία ενδέχεται να δεχθούν. Τα λειτουργικά καλύμματα των στομίων του κύτους πρέπει να αντέχουν τουλάχιστον 75 kg ως συμπυκνωμένη φόρτιση. Τα μη λειτουργικά καλύμματα πρέπει να επισημαίνονται. Τα καλύμματα των στομίων κύτους τα οποία προορίζονται να δεχθούν φορτίο καταστρώματος πρέπει να φέρουν ένδειξη του επιτρεπόμενου φορτίου σε t/m². Όταν απαιτούνται στηρίγματα για να επιτευχθεί το επιτρεπόμενο φορτίο, τούτο πρέπει να επισημαίνεται σε ένα κατάλληλο σημείο. Για την περίπτωση αυτή, στο σκάφος πρέπει να βρίσκονται τα αντίστοιχα σχέδια.

Άρθρο 11.11 Συρματόσχοινα

1. Τα συρματόσχοινα πρέπει να είναι σχεδιασμένα κατά τρόπο ο οποίος επιτρέπει την εργασία με πλήρη ασφάλεια. Πρέπει να είναι εφοδιασμένα με διατάξεις που εμποδίζουν τη μη ηθελημένη επιστροφή του φορτίου. Τα συρματόσχοινα χωρίς αυτόματο μπλοκάρισμα πρέπει να είναι εφοδιασμένα με διαστασιολογημένο φρένο σε συνάρτηση με την αντοχή τους σε εφελκυσμό.

2. Τα συρματόσχοινα τα οποία ενεργοποιούνται με το χέρι πρέπει να είναι εφοδιασμένα με διατάξεις που εμποδίζουν την επιστροφή του στρόφαλου. Τα συρματόσχοινα τα οποία μπορεί να ενεργοποιηθούν τόσο με κινητήρια δύναμη όσο και με το χέρι πρέπει να είναι σχεδιασμένα με τρόπο ώστε ο χειρισμός της κινητήριας δύναμης να μην μπορεί να θέτει σε κίνηση το χειροκίνητο έλεγχο.

Άρθρο 11.12 Γερανοί

1. Οι γερανοί πρέπει να είναι κατασκευασμένοι σύμφωνα με τους κανόνες της τέχνης. Οι δυνάμεις που δημιουργούνται κατά τη χρήση τους πρέπει να μεταδίδονται με ασφαλή τρόπο στα δομικά πλαίσια του πλοίου 7 δεν πρέπει να θέτουν σε κίνδυνο την ευστάθειά του.

2. Στους γερανούς πρέπει να τοποθετείται επιγραφή του κατασκευαστή στην οποία αναφέρονται οι ακόλουθες πληροφορίες:

α) το όνομα και η διεύθυνση του κατασκευαστή 7

β) η σφραγίδα CE με ένδειξη του έτους κατασκευής 7

γ) η ένδειξη της σειράς ή του τύπου 7

δ) ενδεχομένως, ο αριθμός σειράς.

3. Στους γερανούς, πρέπει να σημειώνεται μόνιμα και ευκρινώς το μέγιστο επιτρεπόμενο φορτίο.

Όσον αφορά τους γερανούς των οποίων το μέγιστο επιτρεπόμενο φορτίο δεν υπερβαίνει τα 2 000 kg αρκεί να σημειώνεται μόνιμα και ευκρινώς το ωφέλιμο φορτίο το οποίο αντιστοιχεί στο μεγαλύτερο βραχίονα φόρτωσης.

4. Πρέπει να υπάρχουν προστατευτικές διατάξεις κατά των κινδύνων συντριβής ή του φαινομένου των ψαλίδων. Τα εξωτερικά τμήματα του γερανού πρέπει να αφήνουν μία απόσταση ασφαλείας 0,5 m προς τα πάνω, προς τα κάτω, και τις πλευρές έναντι όλων των τριγύρω αντικειμένων. Δεν απαιτείται απόσταση ασφαλείας προς τις πλευρές εκτός των χώρων εργασίας και κυκλοφορίας.

5. Οι μηχανικοί γερανοί πρέπει να μπορεί να προστατεύονται κατά των μη εξουσιοδοτημένων χρήσεων. Πρέπει να μπορεί να τίθενται σε λειτουργία μόνο από την προβλεπόμενη θέση χειρισμού του γερανού. Τα στοιχεία του χειριστηρίου πρέπει να είναι με αυτόματη επαναφορά (κουμπιά χωρίς συγκρατητές) 7 η διεύθυνση λειτουργίας τους πρέπει να αναγνωρίζεται χωρίς αμφιβολία.

Σε περίπτωση βλάβης της κινητήριας δύναμης, το φορτίο δεν πρέπει να μπορεί να κατέρχεται μόνο του. Πρέπει να αποτρέπονται οι μη ηθελημένες κινήσεις του γερανού.

Η προς τα άνω μετακίνηση της διάταξης ανύψωσης και η υπέρβαση του ωφέλιμου φορτίου πρέπει να μπορεί να διακόπτονται με κατάλληλη διάταξη συγκράτησης. Η προς τα κάτω μετακίνηση της διάταξης ανύψωσης πρέπει να μπορεί να διακόπτεται όταν ο αριθμός των στροφών του καλωδίου επί του ελίκτρου είναι μικρότερος από δύο. Μετά από την ενεργοποίηση της διάταξης αυτόματης συγκράτησης πρέπει να είναι ακόμα δυνατή η αντίθετη αντίστοιχη κίνηση.

Η αντίσταση στη θραύση των καλωδίων των κινητών φορτίων πρέπει να αντιστοιχεί στο πενταπλάσιο του επιτρεπόμενου φορτίου του καλωδίου. Η κατασκευή των καλωδίων πρέπει να είναι χωρίς σφάλματα και να ανταποκρίνεται στη χρήση των γερανών.

6. Πριν την πρώτη θέση σε λειτουργία ή μετά την επαναλειτουργία μετά από σημαντικές μετασκευές, πρέπει να παρασχεθεί απόδειξη με υπολογισμό καθώς και με δοκιμή φορτίου αναφορικά με την επάρκεια της στιβαρότητας και της ευστάθειας των γερανών.

Αναφορικά με τους γερανούς των οποίων το ωφέλιμο φορτίο δεν υπερβαίνει τα 2 000 kg, ο εμπειρογνώμονας μπορεί να αποφασίσει ότι η απόδειξη με υπολογισμό μπορεί να αντικατασταθεί με δοκιμή με φορτίο ίσο με 1,25 του ωφέλιμου φορτίου το οποίο φέρεται από τον μακρύτερο βραχίονα φόρτωσης επί του συνόλου του τομέα περιστροφής.

Η επιθεώρηση η οποία αναφέρεται στην πρώτη ή δεύτερη παράγραφο πρέπει να πραγματοποιηθεί από εμπειρογνώμονα ο οποίος έχει εγκριθεί από το όργανο επιθεώρησης.

7. Οι γερανοί πρέπει να ελέγχονται σε τακτικά διαστήματα, οπωσδήποτε τουλάχιστον μία φορά κάθε δώδεκα μήνες, από ένα αρμόδιο άτομο. Ο έλεγχος αυτός πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον μία οπτική επιθεώρηση και έλεγχο της λειτουργίας.

8. Το αργότερο κάθε δέκα χρόνια, ο γερανός πρέπει να υποβάλλεται εκ νέου σε υποδοχή από εμπειρογνώμονα ο οποίος έχει εγκριθεί από το όργανο επιθεώρησης.

9. Οι γερανοί ωφέλιμου φορτίου άνω των 2 000 kg οι οποίοι προορίζονται για την μεταφόρτωση φορτίου ή οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι σε ανυψωτικές μηχανές, σε ποντόνια, ή άλλο πλωτό εξοπλισμό, πρέπει να ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές ενός κράτους μέλους.

10. Όσον αφορά τους γερανούς, επί του σκάφους πρέπει να φυλάσσονται τουλάχιστον τα ακόλουθα έγγραφα:

α) οδηγίες χρήσης του κατασκευαστή του γερανού. Οι εν λόγω οδηγίες πρέπει να παρέχουν τις ακόλουθες τουλάχιστον ενδείξεις:

- κατηγορίες χρήσης και λειτουργία των οργάνων χειρισμού,

- μέγιστο επιτρεπόμενο ωφέλιμο φορτίο σε συνάρτηση με το βραχίονα φόρτωσης,

- κλίση και μέγιστη επιτρεπόμενη κλίση του γερανού,

- οδηγίες συναρμολόγησης και συντήρησης,

- οδηγίες για τους τακτικούς ελέγχους,

- γενικά τεχνικά δεδομένα 7

β) βεβαιώσεις σχετικά με τους ελέγχους οι οποίοι διεξήχθησαν σύμφωνα με τις παραγράφους 6 έως 8 ή 9.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12 ΕΝΔΙΑΙΤΗΜΑΤΑ

Άρθρο 12.01 Γενικές διατάξεις

1. Τα πλοία πρέπει να είναι εφοδιασμένα με ενδιαιτήματα για τα άτομα τα οποία συνήθως βρίσκονται επί του πλοίου, οπωσδήποτε πάντως για το ελάχιστο πλήρωμα.

2. Τα ενδιαιτήματα πρέπει να είναι κατασκευασμένα, διαρρυθμισμένα, και εξοπλισμένα κατά τρόπο ώστε να ικανοποιούν τις απαιτήσεις ασφαλείας, υγιεινής, και άνεσης των ατόμων που βρίσκονται στο πλοίο. Πρέπει να είναι προσβάσιμα με εύκολο και ασφαλή τρόπο και πρέπει να είναι μονωμένα κατά του ψύχους και της θερμότητας.

3. Το όργανο επιθεώρησης μπορεί να επιτρέψει παρεκκλίσεις από τις προδιαγραφές του παρόντος κεφαλαίου εάν η ασφάλεια και η υγιεινή των ατόμων επί του πλοίου διασφαλίζονται με άλλο τρόπο.

4. Το όργανο ελέγχου εγγράφει στο πιστοποιητικό τους περιορισμούς του τρόπου λειτουργίας ή της θέσης σε υπηρεσία του πλοίου που οφείλονται στις αποκλίσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

Άρθρο 12.02 Ειδικές προδιαγραφές κατασκευής για τα ενδιαιτήματα

1. Τα ενδιαιτήματα θα πρέπει να μπορεί να αερίζονται επαρκώς ακόμα και εάν οι πόρτες είναι κλειστές 7 εξάλλου, τα ενδιαιτήματα πρέπει να φωτίζονται επαρκώς από το φως της ημέρας και να επιτρέπουν όσο το δυνατόν περισσότερο θέα προς τα έξω.

2. Όταν η πρόσβαση στα ενδιαιτήματα δεν είναι επίπεδη και η διαφορά επιπέδων είναι τουλάχιστον 0,30 m, οι χώροι πρέπει να είναι προσπελάσιμοι με κλίμακες.

3. Στο εμπρός τμήμα του πλοίου, τα πατώματα δεν πρέπει να βρίσκονται περισσότερο από 1,20 m κάτω από το επίπεδο του μέγιστου βυθίσματος.

4. Οι χώροι διαβίωσης και οι καμπίνες πρέπει να είναι εφοδιασμένες με εξόδους κινδύνου (διάδρομοι οπισθοδρόμησης) σε απόσταση όσο το δυνατόν μεγαλύτερη από τις κανονικές εισόδους και εξόδους. Μία έξοδος μπορεί να αποτελεί έξοδο κινδύνου. Η προδιαγραφή δεν είναι υποχρεωτική για χώρους οι οποίοι έχουν έξοδο κατευθείαν στο κατάστρωμα ή σε διάδρομο που λογίζεται ως διάδρομος οπισθοδρόμησης με τον όρο ότι ο εν λόγω διάδρομος έχει δύο εξόδους απομακρυσμένες η μία από την άλλη και στις δύο πλευρές του πλοίου. Οι έξοδοι κινδύνου και τα παράθυρα ή οι φεγγίτες που χρησιμεύουν ως έξοδοι κινδύνου πρέπει να έχουν ωφέλιμο άνοιγμα τουλάχιστον 0,36 m², του οποίου η μικρότερη διάσταση να είναι τουλάχιστον 0,50 m και να επιτρέπει ταχεία εκκένωση σε περίπτωση κινδύνου. Η μόνωση και η επένδυση των διαδρόμων οπισθοδρόμησης πρέπει να είναι κατασκευασμένες με δύσφλεκτα υλικά και η χρήση των διαδρόμων οπισθοδρόμησης πρέπει να διασφαλίζεται ανά πάσα στιγμή με κατάλληλα μέσα όπως π.χ. με κλίμακες ή βαθμίδες.

5. Τα ενδιαιτήματα πρέπει να προστατεύονται κατά του θορύβου και των κραδασμών. Η μέγιστη επιτρεπτή στάθμη θορύβου είναι:

α) στους χώρους διαβίωσης: 70 db(A) 7

β) στις καμπίνες: 60 dB(A). Η προδιαγραφή αυτή δεν ισχύει για σκάφη τα οποία προορίζονται αποκλειστικά για τον τρόπο λειτουργίας Al. Ο περιορισμός σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας πρέπει να εγγράφεται στο πιστοποιητικό.

6. Το ύψος οροφής στα ενδιαιτήματα πρέπει να είναι τουλάχιστον 2,00 m.

7. Κατά κανόνα, τα πλοία πρέπει να έχουν τουλάχιστον ένα χώρο διαβίωσης χωριστά από την καμπίνα.

8. Το διαθέσιμο εμβαδόν του δαπέδου των ενδιαιτημάτων πρέπει να είναι τουλάχιστον 2 m² ανά άτομο και οπωσδήποτε τουλάχιστον 8 m² (εξαιρουμένων των επίπλων εκτός των τραπεζών και των καρεκλών).

9. Ο όγκος κάθε χώρου διαβίωσης ή καμπίνας πρέπει να είναι 7 m³ τουλάχιστον.

10. Ο όγκος του αέρα πρέπει να είναι τουλάχιστον 3,5 m³. Στους χώρους διαβίωσης, ο όγκος του αέρα πρέπει να είναι τουλάχιστον 5 m³ για τον πρώτο ένοικο και 3 m³ για κάθε πρόσθετο ένοικο (από τον όγκο αυτό αφαιρούνται τα έπιπλα). Οι καμπίνες πρέπει να προορίζονται όσο το δυνατόν περισσότερο για δύο άτομα κατ' ανώτατο όριο. Οι κλίνες πρέπει να είναι τοποθετημένες σε ύψος 0,30 m τουλάχιστον από το δάπεδο. Εάν υπάρχουν υπερκείμενες κουκέτες, πάνω από κάθε κουκέτα πρέπει να υπάρχει ένας ελεύθερος χώρος ύψους 0,60 m τουλάχιστον.

11. Το ανώτερο ύψος των θυρών συμπεριλαμβανομένου του τοιχώματος καθόδου, πρέπει να είναι 1,90 m τουλάχιστον και το ελεύθερο πλάτος 0,60 m τουλάχιστον. Το ύψος αυτό επιτρέπεται να επιτυγχάνεται με τη χρήση συρόμενων ή ανατρεπόμενων καλυμμάτων ή στεγασμάτων, οι πόρτες πρέπει να μπορεί να ανοίγουν και από τις δύο πλευρές. Το τοίχωμα καθόδου δεν μπορεί να είναι ύψους μεγαλύτερου από 0,40 m με την επιφύλαξη των διατάξεων άλλων κανονισμών σχετικά με την ασφάλεια.

12. Οι κλίμακες πρέπει να είναι στερεωμένες μόνιμα και πρέπει να μπορεί κανείς να τις ανεβοκατεβαίνει χωρίς κίνδυνο. Ο όρος αυτός θεωρείται ότι εκπληρώνεται όταν:

α) οι κλίμακες έχουν πλάτος τουλάχιστον 0,60 m 7

β) οι βαθμίδες έχουν βάθος τουλάχιστον 0,15 m 7

γ) οι βαθμίδες είναι αντιολισθητικές 7

δ) οι κλίμακες με πάνω από τρεις βαθμίδες είναι εφοδιασμένες με χειραγωγούς ή χερούλια.

13. Οι αγωγοί επικίνδυνων αερίων και υγρών, και ειδικότερα οι αγωγοί οι οποίοι βρίσκονται υπό πίεση έτσι ώστε και η πλέον ελάχιστη διαρροή να μπορεί να προκαλέσει κίνδυνο για τους ανθρώπους, δεν πρέπει να είναι τοποθετημένα στα ενδιαιτήματα ή στους διαδρόμους οι οποίοι οδηγούν στα ενδιαιτήματα. Εξαιρούνται οι αγωγοί ατμού και οι αγωγοί των υδραυλικών συστημάτων υπό τον όρο ότι είναι τοποθετημένοι σε μεταλλικούς κυλίνδρους όπως, επίσης, και οι αγωγοί αερίου των εγκαταστάσεων υγραερίων για οικιακή χρήση.

Άρθρο 12.03 Εγκαταστάσεις υγιεινής

1. Τα πλοία τα οποία περιλαμβάνουν ενδιαιτήματα πρέπει να έχουν τουλάχιστον τις ακόλουθες εγκαταστάσεις υγιεινής:

α) ένα αποχωρητήριο για κάθε μονάδα ενδιαιτημάτων ή για κάθε έξι μέλη του πληρώματος. Πρέπει να μπορεί να αερίζεται με ελεύθερο αέρα 7

β) ένα νιπτήρα με αποχέτευση με παροχή θερμού και κρύου πόσιμου νερού για κάθε μονάδα ενδιαιτημάτων ή για κάθε τέσσερα μέλη του πληρώματος 7

γ) ένα ντους ή λουτρό με παροχή ζεστού και κρύου πόσιμου νερού για κάθε μονάδα ενδιαιτημάτων ή για κάθε έξι μέλη του πληρώματος.

2. Οι εγκαταστάσεις υγιεινής πρέπει να βρίσκονται σε άμεση γειτνίαση προς τα ενδιαιτήματα. Τα αποχωρητήρια δεν πρέπει να συγκοινωνούν άμεσα με τα μαγειρεία, τις τραπεζαρίες ή τους χώρους διαβίωσης - κουζίνες.

3. Τα αποχωρητήρια πρέπει να έχουν εμβαδόν 1 m² τουλάχιστον, το πλάτος πρέπει να είναι τουλάχιστον 0,75 m και το μήκος τουλάχιστον 1,10 m. Οι χώροι των αποχωρητηρίων στις καμπίνες δύο ατόμων, κατ' ανώτατο όριο, μπορεί να είναι μικρότεροι. Εάν το αποχωρητήριο περιλαμβάνει νιπτήρα ή ντους, το εμβαδόν πρέπει να αυξηθεί τουλάχιστον κατ' αναλογία της επιφάνειας που καταλαμβάνει ο νιπτήρας και το ντους (ή ενδεχομένως το λουτρό).

Άρθρο 12.04 Μαγειρεία

1. Τα μαγειρεία μπορεί να συνδυάζονται με τους χώρους διαβίωσης.

2. Τα μαγειρεία πρέπει να περιλαμβάνουν:

α) μία κουζίνα μαγειρέματος 7

β) ένα νεροχύτη με αποχέτευση 7

γ) μία τροφοδότηση με πόσιμο νερό 7

δ) ένα ψυγείο 7

ε) επαρκή χώρο για την εναπόθεση των αντικειμένων, την εργασία, και τα τρόφιμα.

3. Ο συνδυασμένος χώρος της τραπεζαρίας και του μαγειρείου πρέπει να επαρκούν για τα μέλη του πληρώματος τα οποία κατά κανόνα τον χρησιμοποιούν ταυτόχρονα. Το πλάτος των θέσεων καθήμενων δεν πρέπει να είναι μικρότερο από 0,60 m.

Άρθρο 12.05 Πόσιμο νερό

1. Τα πλοία που περιλαμβάνουν ενδιαιτήματα πρέπει να είναι εφοδιασμένα με μία ή περισσότερες δεξαμενές πόσιμου νερού. Τα ανοίγματα πλήρωσης των δεξαμενών πόσιμου νερού και οι αγωγοί πόσιμου νερού πρέπει να φέρουν την ένδειξη του προορισμού τους αποκλειστικά για πόσιμο νερό. Οι σωλήνες πλήρωσης πόσιμου νερού πρέπει να είναι εγκατεστημένοι στο κατάστρωμα.

2. Οι δεξαμενές πόσιμου νερού:

α) να προστατεύονται από υπερθέρμανση του πόσιμου νερού 7

β) η χωρητικότητά τους πρέπει να είναι τουλάχιστον 150 l ανά άτομο που κανονικά βρίσκεται στο πλοίο αλλά τουλάχιστον κατά μέλος του ελάχιστου πληρώματος 7

γ) να είναι κατασκευασμένες με υλικά τα οποία ανθίστανται στη διάβρωση και δεν δημιουργούν κινδύνους από φυσιολογικής απόψεως 7

δ) να είναι εφοδιασμένες με άνοιγμα για τον εσωτερικό καθαρισμό που μπορεί να κλείνει με κλειδί 7

ε) να είναι εφοδιασμένες με μετρητή της στάθμης του νερού 7

στ) να είναι εφοδιασμένες με σωλήνες αερισμού με έξοδο στον ελεύθερο αέρα ή εξοπλισμένες με κατάλληλα φίλτρα.

3. Οι δεξαμενές πόσιμου νερού δεν πρέπει να έχουν κοινά τοιχώματα με άλλες δεξαμενές. Οι αγωγοί του πόσιμου νερού δεν πρέπει να περνούν από δεξαμενές οι οποίες περιέχουν άλλα υγρά. Η επικοινωνία μεταξύ του συστήματος πόσιμου νερού και άλλων σωληνώσεων αερίων ή άλλων υγρών εκτός του πόσιμου νερού δεν πρέπει να διέρχονται μέσα από δεξαμενές πόσιμου νερού.

4. Οι δεξαμενές πόσιμου νερού υπό πίεση πρέπει να λειτουργούν μόνο με πεπιεσμένο αέρα οργανικής σύνθεσης. Εάν ο πεπιεσμένος αέρας παράγεται με τη βοήθεια συμπιεστών, πρέπει να τοποθετείται ακριβώς πριν την υπό πίεση υδατοδεξαμενή φίλτρο αέρα ή ελαιοδιαχωριστής, εκτός και εάν ο αέρας χωρίζεται από το νερό με μεμβράνη.

Άρθρο 12.06 Θέρμανση και αερισμός

1. Τα ενδιαιτήματα πρέπει να μπορεί να θερμαίνονται ανάλογα με τον προορισμό τους. Οι εγκαταστάσεις θέρμανσης πρέπει να είναι προσαρμοσμένες στις μετεωρολογικές συνθήκες στις οποίες μπορεί να εκτεθεί το πλοίο.

2. Οι χώροι διαβίωσης και οι καμπίνες πρέπει να μπορεί να αερίζονται επαρκώς ακόμα και εάν οι πόρτες είναι κλειστές. Η προσαρμογή και η εξαγωγή αέρος πρέπει να επιτρέπει επαρκή κυκλοφορία του αέρα υπό όλες τις κλιματικές συνθήκες.

3. Τα ενδιαιτήματα πρέπει να είναι σχεδιασμένα και διαρρυθμισμένα όσον το δυνατόν περισσότερο κατά τρόπο ώστε να παρεμποδίζεται η είσοδος μολυσμένου αέρα ο οποίος προέρχεται από άλλους χώρους του πλοίου όπως, π.χ., τα μηχανοστάσια ή το κύτος 7 σε περίπτωση εξαναγκασμένου αερισμού, τα ανοίγματα προσαγωγής του αέρα πρέπει να είναι διαρρυθμισμένα κατά τρόπο ώστε να ικανοποιούνται οι προδιαγραφές που αναφέρονται παραπάνω.

Άρθρο 12.07 Άλλες εγκαταστάσεις εκτός των ενδιαιτημάτων

1. Κάθε μέλος του πληρώματος το οποίο διαβιεί επί του πλοίου πρέπει να διαθέτει ατομική κουκέτα και ατομικό χτιστό ερμάριο το οποίο κλείνει με κλειδί. Η κουκέτα πρέπει να έχει ελάχιστες εσωτερικές διαστάσεις 2,00 επί 0,90 m.

2. Πρέπει να προβλέπονται κατάλληλοι χώροι εκτός των καμπίνων για τη φύλαξη και το στέγνωμα των ενδυμάτων που χρησιμοποιούνται για εργασία.

3. Όλοι οι χώροι πρέπει να μπορεί να φωτίζονται με ηλεκτρικό φως. Συμπληρωματικοί λαμπτήρες με καύσιμο αέριο ή υγρό επιτρέπονται μόνο στους χώρους διαβίωσης. Οι εγκαταστάσεις φωτισμού οι οποίες λειτουργούν με καύσιμο αέριο πρέπει να είναι μεταλλικές και πρέπει να μπορεί να λειτουργούν αποκλειστικά με καύσιμα το σημείο ανάφλεξης των οποίων είναι ανώτερο των 55 °C ή με πετρέλαιο εμπορίου. Πρέπει να τοποθετούνται ή να στερεώνονται κατά τρόπο που να μην προκαλούν κίνδυνο πυρκαγιάς.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13 ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΘΕΡΜΑΝΣΗΣ, ΜΑΓΕΙΡΕΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΨΥΞΗΣ ΠΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΝ ΜΕ ΚΑΥΣΙΜΑ

Άρθρο 13.01 Γενικές διατάξεις

1. Οι εγκαταστάσεις θέρμανσης, μαγειρέματος και κατάψυξης, που λειτουργούν με υγραέριο πρέπει να ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές του κεφαλαίου 14 του παρόντος παραρτήματος.

2. Οι εγκαταστάσεις θέρμανσης, μαγειρέματος και κατάψυξης, συμπεριλαμβανομένων των εξαρτημάτων τους, πρέπει να είναι σχεδιασμένες και εγκατεστημένες κατά τρόπο ώστε να μην προκαλούν κίνδυνο, ακόμα και σε περίπτωση υπερθέρμανσης. Πρέπει να είναι στερεωμένες κατά τρόπο ώστε να μην μπορεί να ανατραπούν ή να μετακινηθούν τυχαία.

3. Οι εγκαταστάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 δεν μπορεί να τοποθετηθούν σε χώρους όπου στοιβάζονται ή χρησιμοποιούνται υλικά με σημείο ανάφλεξης κατώτερο των 55 °C. Από τους χώρους αυτούς δεν μπορεί να διέρχεται καμία σωλήνωση των εν λόγω εγκαταστάσεων.

4. Πρέπει να διασφαλίζεται η είσοδος επαρκούς αέρα για την καύση.

5. Οι συσκευές θέρμανσης πρέπει να είναι σταθερά συνδεδεμένες σε σωλήνες διαφυγής καπνού. Οι εν λόγω σωλήνες πρέπει να είναι εφοδιασμένοι με κατάλληλες κεφαλές ή διατάξεις προστασίας κατά του ανέμου. Πρέπει να είναι διαρρυθμισμένες κατά τρόπο ώστε να είναι δυνατός ο καθαρισμός τους.

Άρθρο 13.02 Χρήση υγρών καυσίμων, συσκευές που λειτουργούν με πετρέλαιο

1. Όταν οι εγκαταστάσεις λειτουργούν με τη βοήθεια ρευστού καυσίμου, μπορεί να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά καύσιμα των οποίων το σημείο ανάφλεξης είναι ανώτερο των 55 °C.

2. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, οι συσκευές του μαγειρείου καθώς και οι συσκευές με φυτίλι που προορίζονται για τη θέρμανση και την κατάψυξη, και οι οποίες λειτουργούν με κοινό πετρέλαιο, επιτρέπονται στα ενδιαιτήματα και τις τιμονιέρες με την επιφύλαξη ότι η χωρητικότητα των δεξαμενών τροφοδότησής τους δεν υπερβαίνει τα 12 l.

3. Οι συσκευές με φυτίλι πρέπει:

α) να είναι εφοδιασμένες με μεταλλική δεξαμενή καυσίμων το στόμιο πλήρωσης των οποίων μπορεί να κλειδώνεται και δεν έχουν συγκολλήσεις κασσιτέρου κάτω από το μέγιστο επίπεδο πλήρωσης και να είναι σχεδιασμένες και εγκατεστημένες κατά τρόπο ώστε η δεξαμενή καυσίμων να μην μπορεί να ανοίγει ή να αδειάζει τυχαία 7

β) να μπορούν να ανάβουν χωρίς τη βοήθεια άλλου ρευστού καυσίμου 7

γ) να εγκαθίστανται κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η εκκένωση των καυσαερίων.

Άρθρο 13.03 Θερμάστρες πετρελαίου με καυστήρες λαδιού και συσκευές θέρμανσης με καυστήρες ψεκασμού

1. Οι θερμάστρες πετρελαίου με καυστήρες λαδιού και ο συσκευές θέρμανσης με καυστήρες ψεκασμού πρέπει να είναι κατασκευασμένες σύμφωνα με τους κανόνες της τέχνης.

2. Εάν μία θερμάστρα πετρελαίου με καυστήρα λαδιού ή μία συσκευή θέρμανσης με καυστήρα ψεκασμού είναι εγκατεστημένη στο μηχανοστάσιο, η τροφοδοσία σε αέρα και οι κινητήρες πρέπει να είναι κατασκευασμένοι κατά τρόπο ώστε η συσκευή θέρμανσης και οι κινητήρες να μπορεί να λειτουργούν ταυτόχρονα με πλήρη ασφάλεια ανεξάρτητα το ένα από το άλλο. Ενδεχομένως, πρέπει να υπάρχει χωριστή τροφοδοσία αέρα. Η εγκατάσταση πρέπει να είναι κατασκευασμένη κατά τρόπο ώστε μία φλόγα η οποία προέρχεται από την εστία να μην μπορεί να φθάνει άλλα τμήματα των εγκαταστάσεων του μηχανοστασίου.

Άρθρο 13.04 Θερμάστρες πετρελαίου με καυστήρες λαδιού

1. Οι θερμάστρες πετρελαίου με καυστήρες λαδιού πρέπει να μπορεί να ανάβουν χωρίς τη βοήθεια άλλου ρευστού καυσίμου. Πρέπει να είναι στρεωμένες πάνω από ένα δοχείο συλλογής αποστάξεων το οποίο καλύπτει όλα τα αγώγιμα τμήματα του καυσίμου και το οποίο έχει ύψος τουλάχιστον 20 mm και χωρητικότητα 2 l τουλάχιστον.

2. Όσον αφορά τις θερμάστρες πετρελαίου με καυστήρες λαδιού οι οποίες είναι εγκατεστημένες στα μηχανοστάσια, το δοχείο συλλογής αποστάξεων που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρέπει να έχει βάθος τουλάχιστον 200 mm. Η κάτω ακμή της θερμάστρας πετρελαίου με καυστήρα λαδιού πρέπει να βρίσκεται πάνω από την ακμή του δοχείου συλλογής αποστάξεων. Εξάλλου, το δοχείο συλλογής πρέπει να βρίσκεται τουλάχιστον 100 mm πάνω από το δάπεδο.

3. Οι θερμάστρες πετρελαίου με καυστήρες λαδιού πρέπει να είναι εφοδιασμένες με κατάλληλο ρυθμιστή ο οποίος, για κάθε επιλεγείσα θέση ρύθμισης, διασφαλίζει μία αισθητά σταθερή παροχή καυσίμου προς τον καυστήρα και η οποία αποτρέπει κάθε διαρροή καυσίμου σε περίπτωση τυχαίου σβησίματος της φλόγας. Θεωρούνται κατάλληλοι οι ρυθμιστές οι οποίοι λειτουργούν ακόμη και σε περίπτωση κραδασμών και σε περίπτωση κλίσεως έως 12 μοίρες και οι οποίοι, εκτός από ένα πλωτήρα ρύθμισης στάθμης:

α) περιλαμβάνουν στεγανή διάταξη κλεισίματος η οποία λειτουργεί με ασφαλή και αξιόπιστο τρόπο σε περίπτωση υπέρβασης του επιτρεπόμενου επιπέδου

ή

β) είναι εφοδιασμένοι με αγωγό υπερπλήρωσης εάν το δοχείο συλλογής απόσταξης έχει επαρκή χωρητικότητα για να υποδεχθεί το περιεχόμενο της δεξαμενής καυσίμου.

4. Εάν η δεξαμενή καυσίμου μίας θερμάστρας πετρελαίου με καυστήρα λαδιού είναι εγκατεστημένη χωριστά:

α) το ύψος στο οποίο είναι τοποθετημένη δεν πρέπει να υπερβαίνει το ύψος που ορίζεται από τις προδιαγραφές σχετικά με τη λειτουργία που προβλέπονται από τον κατασκευστή της συσκευής 7

β) πρέπει να είναι τοποθετημένη κατά τρόπο ώστε να προφυλάσσεται από μία μη επιτρεπόμενη θέρμανση 7

γ) η τροφοδοσία σε καύσιμο πρέπει να μπορεί να διακόπτεται από το κατάστρωμα.

5. Οι σωλήνες διαφυγής καπνού των θερμαστρών πετρελαίου με καυστήρες λαδιού πρέπει να περιλαμβάνουν διάταξη για την αποτροπή του φαινομένου της καμινάδας.

Άρθρο 13.05 Συσκευές θέρμανσης με καυστήρες ψεκασμού

Οι συσκευές θέρμανσης με καυστήρες ψεκασμού οφείλουν ιδιαίτερα να ανταποκρίνονται στις ακόλουθες προδιαγραφές:

α) πρέπει να διασφαλίζεται επαρκής αερισμός της εστίας πριν την τροφοδοσία σε καύσιμα 7

β) η τροφοδοσία σε καύσιμα πρέπει να ρυθμίζεται με θερμοστάτη 7

γ) η έναυση του καυσίμου πρέπει να γίνεται με ηλεκτρική διάταξη ή με φλόγιστρο 7

δ) ένας εξοπλισμός επίβλεψης της φλόγας πρέπει να διακόπτει την τροφοδοσία σε καύσιμο όταν η φλογα σβήνει 7

ε) ο κεντρικός διακόπτης πρέπει να είναι τοποθετημένος έξω από το χώρο εγκατάστασης, σε ένα εύκολα προσιτό σημείο.

Άρθρο 13.06 Συσκευές θέρμανσης με εξαναγκασμένη προσαγωγή

Οι συσκευές θέρμανσης με εξαναγκασμένη προσαγωγή οι οποίες περιλαμβάνουν φλογοθάλαμο γύρω από τον οποίο προσάγεται υπό πίεση ο αέρας θέρμανσης σε ένα σύστημα διανομής ή σε ένα χώρο πρέπει να ανταποκρίνονται στις ακόλουθες προδιαγραφές:

α) εάν το καύσιμο ψεκάζεται υπό πίεση, η τροφοδοσία σε αέρα καύσης πρέπει να πραγματοποιείται με ένα φυσητήρα 7

β) ο φλογοθάλαμος πρέπει να αερίζεται καλά πριν ανάψει ο καυστήρας. Μπορεί να θεωρηθεί ότι ο αερισμός αυτός πραγματοποιείται όταν ο φυσητήρας του αέρα καύσης συνεχίζει να λειτουργεί μετά το σβήσιμο της φλόγας 7

γ) Η τροφοδοσία σε καύσιμο πρέπει να διακόπτεται αυτόματα:

- εάν η φωτιά σβήσει,

- εάν η τροφοδοσία σε αέρα καύσης δεν επαρκεί πλέον,

- εάν ο θερμός αέρας υπερβαίνει μία θερμοκρασία η οποία έχει ρυθμισθεί προηγουμένως ή

- εάν οι εγκαταστάσεις ασφαλείας δεν τροφοδοτούνται πλέον με ηλεκτρικό ρεύμα.

Στις περιπτώσεις αυτές, η τροφοδοσία σε καύσιμο δεν πρέπει να αποκαθίσταται αυτόματα μετά τη διακοπή 7

δ) οι φυσητήρες αέρα καύσης και αέρα θέρμανσης πρέπει να μπορεί να διακόπτονται έξω από τους θερμαινόμενους χώρους 7

ε) εάν ο αέρας θέρμανσης απάγεται από το εξωτερικό, οι σωλήνες αναρρόφησης πρέπει να βρίσκονται όσο το δυνατόν περισσότερο σε κατάλληλο ύψος πάνω από το κατάστρωμα. Πρέπει να είναι κατασκευασμένοι κατά τρόπο ώστε η βροχή και οι ψεκάδες να μην μπορεί να εισέρχονται σε αυτούς 7

στ) οι αγωγοί αέρα θέρμανσης πρέπει να είναι μεταλλικοί 7

ζ) οι οπές εξόδου του αέρα θέρμανσης δεν πρέπει να μπορεί να κλείνουν εντελώς 7

η) οι ενδεχόμενες διαρροές καυσίμου δεν πρέπει να μπορεί να φθάνουν τους αγωγούς αέρα θέρμανσης 7

θ) ο αέρας εξαναγκασμένης προσαγωγής των συσκευών θέρμανσης δεν πρέπει να μπορεί να αναρροφάται στα μηχανοστάσια.

Άρθρο 13.07 Θέρμανση με στερεά καύσιμα

1. Οι συσκευές θέρμανσης με στερεά καύσιμα πρέπει να είναι τοποθετημένες σε ένα έλασμα με ανυψωμένα χείλη το οποίο είναι εγκατεστημένο κατά τρόπο ώστε να αποτρέπεται η έξοδος αναμένων καυσίμων ή θερμής τέφρας από το εν λόγω έλασμα.

Η προδιαγραφή αυτή δεν εφαρμόζεται σε συσκευές οι οποίες είναι εγκατεστημένες σε διαμερίσματα τα οποία είναι κατασκευασμένα από πυρίμαχα υλικά και τα οποία προορίζονται αποκλειστικά για την εγκατάσταση μίας θερμάστρας.

2. Οι θερμάστρες στερεών καυσίμων πρέπει να είναι εφοδιασμένες με θερμοστατικούς ρυθμιστές οι οποίοι επενεργούν στον αέρα ο οποίος είναι απαραίτητος για την καύση.

3. Κοντά σε κάθε συσκευή θέρμανσης πρέπει να είναι τοποθετημένα μέσα τα οποία επιτρέπουν την εύκολη κατάσβεση της τέφρας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 14 ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΥΓΡΑΕΡΙΟΥ ΓΙΑ ΟΙΚΙΑΚΗ ΧΡΗΣΗ

Άρθρο 14.01 Γενικές διατάξεις

1. Οι εγκαταστάσεις υγραερίου περιλαμβάνουν βασικά μία ομάδα διανομής με ένα ή περισσότερα δοχεία υγραερίου, ένα ή περισσότερους μειωτές πίεσης, ένα δίκτυο διανομής και συσκευές που χρησιμοποιούν το υγραέριο.

Τα εφεδρικά και κενά δοχεία εκτός της θέσης διανομής δεν πρέπει να θεωρούνται ότι αποτελούν μέρος της εγκατάστασης. Πάντως, πρέπει να αποθηκεύονται. Στην περίπτωση αυτή, το άρθρο 14.05 εφαρμόζεται κατ' αναλογία.

2. Οι εγκαταστάσεις επιτρέπεται να λειτουργούν μόνο με προπάνιο του εμπορίου.

Άρθρο 14.02 Εγκαταστάσεις

1. Ο εγκαταστάσεις υγραερίου πρέπει, σε όλα τους τα μέρη, να είναι κατάλληλες για χρήση προπανίου και να είναι κατασκευασμένες και εγκατεστημένες σύμφωνα με τους κανόνες της τέχνης του μηχανικού.

2. Η χρήση των εγκαταστάσεων υγραερίου επιτρέπεται μόνο για οικιακούς σκοπούς στα ενδιαιτήματα και στην τιμονιέρα καθώς και για τους αντίστοιχους σκοπούς στα επιβατηγά πλοία.

3. Μπορεί να υπάρχουν πολλές χωριστές εγκαταστάσεις υγραερίου στο πλοίο. Ενδιαιτήματα που τα χωρίζει κύτος ή σταθερή δεξαμενή δεν μπορεί να εξυπηρετούνται από την ίδια εγκατάσταση.

4. Κανένα τμήμα μίας εγκατάστασης υγραερίου δεν μπορεί να βρίσκεται στο μηχανοστάσιο.

Άρθρο 14.03 Δοχεία υγραερίου

1. Μόνο δοχεία με χωρητικότητα 5 έως 35 kg επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται. Αναφορικά με τα επιβατηγά πλοία, το όργανο επιθεώρησης μπορεί να επιτρέψει εγκατάσταση δοχείων υγραερίου μεγαλύτερης χωρητικότητας.

2. Τα δοχεία πρέπει να μπορεί να ικανοποιούν τις προδιαγραφές που ισχύουν σε ένα κράτος μέλος της Κοινότητας.

Πρέπει να έχουν την επίσημη σφραγίδα η οποία βεβαιώνει ότι έχουν υποβληθεί με επιτυχία στις δοκιμασίες οι οποίες προβλέπονται από τους κανονισμούς.

Άρθρο 14.04 Εγκατάσταση και διαρρύθμιση των μονάδων διανομής

1. Οι μονάδες διανομής πρέπει να είναι εγκατεστημένες στο κατάστρωμα σε ερμάριο (ή χτιστό ερμάριο) έξω από το χώρο των ενδιαιτημάτων και με τρόπο που να μην παρεμποδίζουν την κυκλοφορία στο πλοίο. Δεν πρέπει, όμως, να είναι εγκατεστημένες κολλητά στο έλασμα του εμπρόσθιου ή οπισθίου παραπέτου. Το ερμάριο μπορεί να είναι χτιστό ερμάριο εντοιχισμένο στην υπερκατασκευή του πλοίου με τον όρο ότι μπορεί να ανοίγει μόνο προς τα έξω. Πρέπει να είναι τοποθετημένες έτσι ώστε οι σωληνώσεις που οδηγούν στα σημεία κατανάλωσης του υγραερίου να έχουν όσον το δυνατόν μικρότερο μήκος.

Μπορεί να λειτουργούν ταυτόχρονα τόσα μόνο δοχεία όσο είναι αναγκαία για τη λειτουργία της εγκατάστασης. Μπορεί να λειτουργούν ταυτόχρονα περισσότερα δοχεία με τη χρήση ενός αυτόματου αναστρεπτικού συζευκτήρα. Σε κάθε εγκατάσταση μπορεί να λειτουργούν το πολύ τέσσερα δοχεία. Συμπεριλαμβανομένων και των εφεδρικών δοχείων, δεν πρέπει να υπάρχουν περισσότερα από έξι δοχεία ανά εγκατάσταση.

Ο μειωτής της πίεσης, ή ο πρώτος μειωτής εάν η μείωση της πίεσης γίνεται σε δύο στάδια, πρέπει να είναι στερεωμένος στο εσωτερικό τοίχωμα του ιδίου ερμαρίου όπου βρίσκονται και τα δοχεία.

2. Οι μονάδες διανομής πρέπει να είναι εγκατεστημένες έτσι ώστε σε περίπτωση διαρροής το αέριο να μπορεί να διαφεύγει στο εξωτερικό του ερμαρίου όπου βρίσκεται η μονάδα χωρίς κανένα κίνδυνο να εισδύσει στο εσωτερικό του πλοίου ή να έλθει σε επαφή με κάτι που θα μπορούσε να το αναφλέξει.

3. Τα ερμάρια πρέπει να είναι κατασκευσμένα από δυσανάφλεκτα υλικά και να αερίζονται επαρκώς από ανοίγματα στο πάνω και κάτω μέρος τους. Τα δοχεία πρέπει να είναι τοποθετημένα στο ερμάριο όρθια, με τρόπο ώστε να μην μπορεί να αναποδογυρίσουν.

4. Τα ερμάρια πρέπει να είναι κατασκευσμένα με τρόπο ώστε η θερμοκρασία των δοχείων να μην μπορεί να υπερβαίνει τους 50 °C.

5. Στον εξωτερικό τοίχο του ερμαρίου πρέπει να είναι τοποθετημένη η επιγραφή «Υγραέριο» και το σύμβολο «Απαγορεύεται το κάπνισμα» με διάμετρο 100 mm τουλάχιστον.

Άρθρο 14.05 Εφεδρικά και άδεια δοχεία

Τα εφεδρικά και άδεια δοχεία τα οποία δεν βρίσκονται στη μονάδα διανομής πρέπει να φυλάγονται έξω από τα ενδιαιτήματα και την τιμονιέρα σε ερμάριο κατασκευασμένο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14.04.

Άρθρο 14.06 Μειωτές της πίεσης

1. Οι συσκευές οι οποίες χρησιμοποιούν το υγραέριο πρέπει να συνδέονται με τα δοχεία μόνο μέσω δικτύου διανομής εφοδιασμένου με ένα ή περισσότερους μειωτές της πίεσης οι οποίοι κατεβάζουν την πίεση του αερίου έως την πίεση χρήσης. Η μείωση αυτή μπορεί να γίνεται σε ένα ή σε δύο στάδια. Όλοι οι μειωτές πρέπει να είναι μόνιμα ρυθμισμένοι σε μία πίεση καθορισμένη σύμφωνα με το σημείο 14.07.

2. Οι τελικοί μειωτές της πίεσης πρέπει να είναι εφοδιασμένοι με ή να ακολουθούνται αμέσως από διάταξη η οποία προστατεύει αυτόματα το σωλήνα από υπερβολική πίεση σε περίπτωση κακής λειτουργίας του μειωτή. Όταν η προστατευτική διάταξη αφήνει να διαρρέουν αέρια, αυτά πρέπει να διαφεύγουν στα ελεύθερο αέρα χωρίς κανένα κίνδυνο να εισδύσουν στο εσωτερικό του πλοίου ή να έλθουν σε επαφή με κάτι που μπορεί να τα αναφλέξει 7 σε περίπτωση ανάγκης, πρέπει να τοποθετείται ειδικός σωλήνας για το σκοπό αυτό.

3. Οι προστατευτικές διατάξεις, επίσης, και οι οχετοί εξαερισμού πρέπει να προφυλάσσονται από κάθε είσοδο νερού.

Άρθρο 14.07 Πιέσεις

1. Όταν χρησιμοποιούνται μειωτές δύο σταδίων η μέση πίεση δεν πρέπει να υπερβαίνει την ατμοσφαιρική κατά περισσότερο από 2,5 bar.

2. Η πίεση στην έξοδο του τελευταίου μειωτή δεν πρέπει να υπερβαίνει την ατμοσφαιρική κατά περισσότερο από 0,05 bar με ανοχή 10 %.

Άρθρο 14.08 Σωληνώσεις και εύκαμπτοι σωλήνες

1. Οι σωληνώσεις πρέπει να αποτελούνται από άκαμπτους χαλύβδινους ή χάλκινους σωλήνες.

Οι συνδέσεις με τα δοχεία, όμως, πρέπει να είναι εύκαμπτοι σωλήνες υψηλών πιέσεων ή ελικοειδείς σωλήνες κατάλληλοι για προπάνιο. Οι συσκευές υγραερίου οι οποίες δεν είναι μόνιμα εγκατεστημένες μπορεί να συνδέονται με το δίκτυο με κατάλληλους εύκαμπτους σωλήνες μήκους το πολύ 1 m.

2. Οι σωληνώσεις πρέπει να αντέχουν σε όλες τις μηχανικές καταπονήσεις και τις διαβρωτικές επιδράσεις που μπορεί να υποστούν κατά την κανονική λειτουργία τους στο πλοίο. Η διάταξη και τα χαρακτηριστικά τους πρέπει να εξασφαλίζουν ικανοποιητική παροχή υγραερίου υπό ικανοποιητική πίεση στις συσκευές κατανάλωσης.

3. Ο σωληνώσεις πρέπει να περιλαμβάνουν όσο λιγότερες ενώσεις γίνεται. Οι σωλήνες και οι ενώσεις πρέπει να είναι αεροστεγείς και να μένουν αεροστεγείς παρά τους κραδασμούς και τις διαστολές που ενδεχομένως θα υποστούν.

4. Οι σωληνώσεις πρέπει να είναι εύκολα προσιτές, κατάλληλα στερεωμένες και προφυλαγμένες σε όλα τα σημεία στα οποία κινδυνεύουν να υποστούν κτυπήματα ή τριβές, ιδίως εκεί όπου περνούν μέσα από χαλύβδινους τοίχους ή μετάλλινα τοιχώματα.

Οι χαλύβδινοι σωλήνες πρέπει να έχουν υποστεί αντιδιαβρωτική επεξεργασία σε όλη τους την εξωτερική επιφάνεια.

5. Οι εύκαμπτοι σωλήνες και οι συνδέσεις τους πρέπει να αντέχουν σε όλες τις καταπονήσεις που μπορεί να υποστούν κατά την κανονική λειτουργία τους στο πλοίο. Πρέπει να είναι τοποθετημένοι ελεύθερα και με τρόπο ώστε να μπορούν να επιθεωρούνται σε όλο τους το μήκος.

Άρθρο 14.09 Δίκτυο διανομής

1. Η παροχή σε όλο το δίκτυο πρέπει να μπορεί να διακόπτεται με τη βοήθεια μία στρόφιγγας εύκολα και γρήγορα προσιτής.

2. Κάθε συσκευή υγραερίου πρέπει να τροφοδοτείται από χωριστό κλάδο του δικτύου διανομής και κάθε κλάδος πρέπει να είναι εφοδιασμένος με χωριστή διάταξη διακοπής της παροχής.

3. Ο στρόφιγγες πρέπει να είναι εγκατεστημένες κατά το δυνατόν σε σημεία προφυλαγμένα από την κακοκαιρία και τα χτυπήματα.

4. Μετά κάθε μειωτή πρέπει να τοποθετείται σύνδεση επιθεώρησης. Διαμέσου διάταξης διακοπής πρέπει να διασφαλίζεται ότι κατά τις δοκιμασίες πίεσης ο μειωτής δεν υπόκειται σε πιέσεις ελέγχου.

Άρθρο 14.10 Συσκευές κατανάλωσης και εγκατάστασή τους

1. Επιτρέπεται η εγκατάσταση μόνο συσκευών υγραερίου εγκεκριμένων για κατανάλωση προπανίου σε ένα κράτος μέλος οι οποίες είναι εφοδιασμένες με διατάξεις που εμποδίζουν αποτελεσματικά τη διαρροή αερίου σε περίπτωση σβησίματος των φλογών και σε περίπτωση σβησίματος του φλόγιστρου.

2. Οι συσκευές πρέπει να είναι εγκατεστημένες και συνδεδεμένες έτσι ώστε να αποτρέπεται ο κίνδυνος να ανατραπούν ή να φύγουν τυχαία από τη θέση τους οι σωλήνες σύνδεσης με το δίκτυο.

3. Οι συσκευές θέρμανσης, οι θερμοσίφωνες, και τα ψυγεία πρέπει να είναι συνδεδεμένα σε αγωγό ο οποίος διοχετεύει τα καυσαέρια έξω.

4. Η εγκατάσταση συσκευών υγραερίου στην τιμονιέρα επιτρέπεται μόνον εάν η τιμονιέρα είναι κατασκευασμένη κατά τρόπο ώστε τα αέρια που διαρρέουν τυχαία να μην μπορεί να διαφεύγουν προς τα χαμηλότερα μέρη του πλοίου, ιδίως μέσω των ανοιγμάτων του συστήματος πηδαλιουχίας, προς το μηχανοστάσιο.

5. Η εγκατάσταση συσκευών υγραερίου στις καμπίνες επιτρέπεται μόνον εάν η καύση γίνεται ανεξάρτητα από τον αέρα της καμπίνας.

6. Συσκευές υγραερίου των οποίων η καύση εξαρτάται από τον αέρα του χώρου στον οποίο βρίσκονται πρέπει να εγκαθίστανται σε χώρους αρκετά μεγάλων διαστάσεων.

Άρθρο 14.11 Αερισμός και απαγωγή των καυσαερίων

1. Σε χώρους με συσκευές υγραερίου στις οποίες η καύση γίνεται με τον αέρα του περιβάλλοντος, η εισαγωγή νέου αέρα και η απαγωγή των καυσαερίων πρέπει να διασφαλίζονται με τη βοήθεια ανοιγμάτων αερισμού αρκετά μεγάλων διαστάσεων με ελεύθερη επιφάνεια 150 cm² τουλάχιστον το καθένα.

2. Τα ανοίγματα του αερισμού δεν πρέπει να περιλαμβάνουν διατάξεις κλεισίματος ούτε να βλέπουν σε καμπίνες.

3. Οι διατάξεις απαγωγής πρέπει να είναι σχεδιασμένες ώστε να εξασφαλίζουν την ασφαλή απαγωγή των καυσαερίων. Πρέπει να είναι ασφαλούς λειτουργίας και αλεξίπυρες. Η καλή λειτουργία τους δεν πρέπει να επηρεάζεται από τους εξαεριστήρες των χώρων.

Άρθρο 14.12 Οδηγίες χρήσης και ασφάλειας

Μία πινακίδα με οδηγίες για τη χρήση της εγκατάστασης πρέπει να είναι τοποθετημένη στο πλοίο, σε κατάλληλο σημείο. Μεταξύ άλλων, η πινακίδα πρέπει να αναγράφει τα ακόλουθα:

- «Οι στρόφιγγες που κλείνουν τα δοχεία που δεν είναι συνδεδεμένα με το δίκτυο διανομής πρέπει να είναι κλειστές, έστω και αν τα δοχεία υποτίθεται ότι είναι άδεια»,

- «Οι εύκαμπτοι σωλήνες πρέπει να αλλάζονται μόλις η κατάστασή τους το απαιτεί»,

- «Ολα τα δοχεία πρέπει να μένουν συνδεδεμένα εκτός εάν οι αντίστοιχοι συνδετικοί αγωγοί έχουν κλείσει με στρόφιγγες ή έχουν σφραγισθεί».

Άρθρο 14.13 Επιθεώρηση

Προτού αρχίσει να χρησιμοποιείται μία εγκατάσταση υγραερίου, έπειτα από κάθε τροποποίηση ή επισκευή και σε κάθε ανανέωση της βεβαίωσης η οποία αναφέρεται στο άρθρο 14.15, το σύνολο της εγκατάστασης πρέπει να επιθεωρείται από εμπειρογνώμονα εγκεκριμένο από το όργανο επιθεώρησης. Κατά την επιθεώρηση αυτή, ο εμπειρογνώμονας πρέπει να ελέγχει εάν η εγκατάσταση είναι σύμφωνη με τις προδιαγραφές του παρόντος κεφαλαίου. Πρέπει να υποβάλλεται σχετική έκθεση επιθεώρησης στο όργανο επιθεώρησης.

Άρθρο 14.14 Δοκιμές

Οι δοκιμές της εγκατάστασης πρέπει να γίνονται με τους ακόλουθους όρους:

1. Σωληνώσεις μέσης πίεσης, ανάμεσα στη διάταξη διακοπής, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 14.09 παράγραφος 4 του πρώτου μειωτή και τις στρόφιγγες πριν από τους τελικούς μειωτές πίεσης:

α) δοκιμή αντοχής, που εκτελείται με αέρα, με αδρανές αέριο, ή με υγρό υπό πίεση κατά 20 bar μεγαλύτερη από την ατμοσφαιρική 7

β) δοκιμή στεγανότητας, που εκτελείται με αέρα ή αδρανές αέριο, υπό πίεση κατά 3,5 bar μεγαλύτερη από την ατμοσφαιρική.

2. Σωληνώσεις πίεσης χρήσης, ανάμεσα στη διάταξη διακοπής, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 14.09 παράγραφος 4, του μοναδικού ή τελικού μειωτή και τις στρόφιγγες οι οποίες είναι εγκατεστημένες μπροστά από τις συσκευές κατανάλωσης:

- δοκιμή στεγανότητας, που εκτελείται με αέρα ή με αδρανές αέριο, υπό πίεση κατά 1 bar μεγαλύτερη από την ατμοσφαιρική.

3. Σωληνώσεις τοποθετημένες ανάμεσα στη διάταξη διακοπής, που αναφέρεται στο άρθρο 14.09 παράγραφος 4, του μοναδικού ή τελικού μειωτή και τους ρυθμιστές των συσκευών κατανάλωσης:

- δοκιμή στεγανότητας υπό πίεση κατά 0,15 bar μεγαλύτερη από την ατμοσφαιρική.

4. Κατά τις δοκιμές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) και στις παραγράφους 2 και 3, οι αγωγοί θεωρούνται στεγανοί εάν, έπειτα από διάστημα αρκετό για την αποκατάσταση της θερμικής ισορροπίας, δεν παρατηρείται καμία πτώση της πίεσης δοκιμής τα επόμενα δέκα λεπτά.

5. Συνδέσεις με δοχεία, αγωγούς και εξαρτήματα, που υφίστανται την πίεση των δοχείων, καθώς και συνδέσεις του μειωτή της πίεσης με το δίκτυο διανομής:

- δοκιμή στεγανότητας, που εκτελείται με τη βοήθεια αφρώδους ουσίας, υπό την πίεση λειτουργίας.

6. Όλες οι συσκευές κατανάλωσης πρέπει να τίθενται σε λειτουργία και να δοκιμάζονται υπό την ονομαστική πίεση ώστε να εξασφαλίζεται ότι η καύση γίνεται ικανοποιητικά με τα κουμπιά της ρύθμισης στις διάφορες θέσεις.

Οι διατάξεις ασφαλείας πρέπει να ελέγχονται ως προς την καλή τους λειτουργία.

7. Έπειτα από τη δοκιμή της παραγράφου 6, πρέπει, για κάθε συσκευή κατανάλωσης η οποία είναι συνδεδεμένη με σωλήνα απαγωγής καυσαερίων, να ελέγχεται εάν, αφού λειτουργήσει πέντε λεπτά υπό την ονομαστική πίεση με κλειστές πόρτες και παράθυρα και με τις διατάξεις εξαερισμού να λειτουργούν, διαφεύγουν καθόλου καυσαέρια από τον καπνοφράχτη.

Εάν διαπιστωθεί τέτοια διαφυγή καυσαερίων, εκτός και εάν είναι στιγμιαία, πρέπει αμέσως να βρεθεί και να διορθωθεί η αιτία. Η χρήση της συσκευής δεν πρέπει να επιτραπεί προτού διορθωθούν όλα τα ελαττώματα.

Άρθρο 14.15 Βεβαίωση

1. Στο πιστοποιητικό εγγράφεται η συμμόρφωση κάθε εγκατάστασης υγραερίου στις προδιαγραφές του παρόντος κεφαλαίου.

2. Η βεβαίωση αυτή εκδίδεται από το όργανο επιθεώρησης μετά την επιθεώρηση η οποία αναφέρεται στο άρθρο 14.13.

3. Η διάρκεια της ισχύος της βεβαίωσης είναι τριετής κατ' ανώτατο όριο. Μπορεί να ανανεωθεί μόνο έπειτα από νέα επιθεώρηση σύμφωνα με το άρθρο 14.13.

Κατ' εξαίρεση, έπειτα από αιτιολογημένη αίτηση του πλοιοκτήτη ή του εκπροσώπου του, το όργανο επιθεώρησης μπορεί να παρατείνει, κατά 6 μήνες το πολύ, την ισχύ της βεβαίωσης αυτής χωρίς να προβεί στην επιθεώρηση του άρθρου 14.13. Η παράταση αυτή πρέπει να εγγράφεται στο πιστοποιητικό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 15 ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΕΠΙΒΑΤΗΓΑ ΠΛΟΙΑ

Άρθρο 15.01 Γενικές διατάξεις

1. Τα άρθρα 4.01 έως 4.04 και το άρθρο 8.06, παράγραφος 6 δεν εφαρμόζονται.

2. Τα πλοία τα οποία δεν διαθέτουν ίδια μέσα προώθησης δεν επιτρέπονται για τη μεταφορά επιβατών.

3. Όσον αφορά τα πλοία μήκους LF ίσου ή μεγαλύτερου των 25 m, η πλευστότητα σε περίπτωση διαρροής πρέπει να δικαιολογείται σύμφωνα με το άρθρο 15.02 για όλες τις προβλεπόμενες καταστάσεις φόρτωσης.

4. Σε όλα τα καταστρώματα, οι χώροι επιβατών πρέπει να βρίσκονται πίσω από το στεγανό σύγκρουσης.

5. Οι χώροι διαμονής του πληρώματος πρέπει να ανταποκρίνονται κατ' αναλογία στα άρθρα 15.07 και 15.09.

6. α) Κατά παρέκκλιση του άρθρου 3.02 παράγραφος 1 στοιχείο β), το ελάχιστο πάχος tmind των ελασμάτων δαπέδου, των υδροσυλλεκτών, και του πλευρικού περιβλήματος των επιβατηγών πλοίων πρέπει να καθορίζεται σύμφωνα με την υψηλότερη τιμή των ακόλουθων τύπων:

t1mind = 0,006 7 a 7 √ T [mm]

t2mind = f 7 0,55 7 √ LF [mm]

Στους τύπους αυτούς:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Η μεγαλύτερη τιμή η οποία προκύπτει από τους τύπους πρέπει να ληφθεί ως ελάχιστο πάχος. Η αντικατάσταση των ελασμάτων πρέπει να πραγματοποιείται όταν το πάχος των ελασμάτων δαπέδου ή του πλευρικού περιβλήματος δεν φθάνει πλέον την ελάχιστη τιμή η οποία καθορίζεται σύμφωνα με την παραπάνω προδιαγραφή.

β) Η ελάχιστη τιμή η οποία προκύπτει από τους τύπους για το πάχος των ελασμάτων μπορεί να είναι μικρότερη όταν η επιτρεπόμενη τιμή καθορίσθηκε με βάση μία απόδειξη μέσω υπολογισμού μίας επαρκούς στιβαρότητας της γάστρας και αυτό έχει πιστοποιηθεί.

γ) Πάντως, το ελάχιστο πάχος δεν πρέπει να είναι κατώτερο της τιμής των 3 mm σε κανένα σημείο της γάστρας.

Άρθρο 15.02 Βασικές προδιαγραφές σχετικά με το διαχωρισμό των χώρων του πλοίου

1. Η κατανομή των διαφραγμάτων πρέπει να είναι τέτοια ώστε μετά την εισροή νερού σε ένα οποιοδήποτε στεγανό διαμέρισμα, η γάστρα δεν βυθίζεται κάτω από τη γραμμή βυθίσεως και ικανοποιείται το άρθρο 15.04 παράγραφος 7.

2. Μπορεί να κατασκευασθούν στεγανά παράθυρα κάτω από τη γραμμή βυθίσεως με την προϋπόθεση ότι δεν μπορεί να ανοιχθούν, η αντίστασή τους είναι επαρκής, και ικανοποιούν το άρθρο 15.07 παράγραφος 7.

3. Κατά τον υπολογισμό της ευστάθειας σε περίπτωση εισροής, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητες της ναυπήγησης.

Κατά γενικό κανόνα, οι υπολογισμοί πρέπει να γίνονται με βάση μία διαπερατότητα 95 %.

Εάν διαπιστωθεί με υπολογισμό ότι σε ένα συγκεκριμένο διαμέρισμα ότι η μέση διαπερατότητα είναι κατώτερη του 95 %, η υπολογιζόμενη διαπερατότητα πρέπει να αντικαταστήσει την τιμή αυτή. Σε ένα παρόμοιο υπολογισμό, πρέπει πάντως να τηρηθούν οι ακόλουθες ελάχιστες τιμές:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

4. Μεταξύ του στεγανού σύγκρουσης και του πρυμναίου στεγανού, θεωρούνται ως στεγανά διαμερίσματα κατά την έννοια της παραγράφου 1 μόνο τα διαμερίσματα το οποία έχουν μήκος τουλάχιστον 0,10 LF και οπωσδήποτε όχι μικρότερο από 4 m. Το όργανο επιθεώρησης μπορεί να επιτρέψει οριακές παρεκκλίσεις σχετικά με το σημείο αυτό.

Εάν ένα στεγανό διαμέρισμα είναι μακρύτερο από ό,τι απαιτείται σύμφωνα με τα προηγούμενα και είναι υποδιηρημένο κατά τρόπο ώστε να σχηματίζει στεγανούς χώρους μεταξύ των οποίων το ελάχιστο μήκος τηρείται, επίσης, οι εν λόγω χώροι μπορεί να ληφθούν υπόψη για τον υπολογισμό της ευστάθειας σε περίπτωση εισροής.

Το μήκος του διαμερίσματος πίσω από το στεγανό σύγκρουσης μπορεί να είναι μικρότερο από 0,10 LF ή 4 m. Στην περίπτωση αυτή, το πρωραίο στεγανό και το γειτονικό διαμέρισμα πρέπει να θεωρηθούν ότι μπορεί να πλημμυρίσουν μαζί κατά τον υπολογισμό της ευστάθειας. Η απόσταση μεταξύ της ορθίας της πρώρας και του εγκάρσιου πρυμναίου διαφράγματος που αποτελεί το όριο του εν λόγω διαμερίσματος δεν μπορεί, πάντως, να είναι μικρότερη από 0,10 LF ή 4 m.

Η απόσταση μεταξύ του στεγανού σύγκρουσης και της ορθίας της πρώρας πρέπει να είναι τουλάχιστον ίση προς 0,04 LF χωρίς, πάντως, να υπερβαίνει τα 0,04 LF + 2 m.

5. Όταν ένα επιβατηγό πλοίο παρουσιάζει μία διαμήκη στεγανή διαμερισματοποίηση, η ασυμμετρίες μεταξύ του στεγανού σύγκρουσης και του πρυμναίου διαφράγματος πρέπει να υπολογισθούν ως ακολούθως:

α) με τον όρο ότι τα διαμήκη διαφράγματα απέχουν από το εξωτερικό περίβλημα στο επίπεδο του μεγαλύτερου βυθίσματος κατά BF και απέχουν μεταξύ τους κατά BF, όχι όμως κατά λιγότερο από 1,50 m, ο υπολογισμός της ευστάθειας πρέπει να λάβει υπόψη τη διείσδυση του νερού στα διαμερίσματα Α, Β και Γ και τη διείσδυση του νερού ταυτόχρονα στα διαμερίσματα Α + Β και Β + Γ (βλέπε σχέδιο αριθ. 1) 7

β) εάν το ενδιάμεσο διάφραγμα Β συμπεριλαμβάνει ένα αδιάβροχο κατάστρωμα το οποίο απέχει κατά περισσότερο από 0,50 m από την γάστρα του πλοίου, δεν είναι απαραίτητο να λαμβάνεται υπόψη η διείσδυση νερού στο διαμέρισμα Δ το οποίο βρίσκεται πάνω από το εν λόγω κατάστρωμα (βλέπε σχέδιο αριθ. 2). Εφαρμόζονται οι όροι οι οποίοι αναφέρονται παραπάνω σχετικά με την τοποθέτηση των διαμήκων διαφραγμάτων.

Σχέδιο αριθ. 1

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Σχέδιο αριθ. 2

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Άρθρο 15.03 Εγκάρσια διαφράγματα

1. Εκτός από τα διαφράγματα τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 3.03 παράγραφος 1, είναι υποχρεωτικά τα εγκάρσια διαφράγματα τα οποία προκύπτουν από τον υπολογισμό της διαμερισματοποίησης.

Τα προδιαγεγραμμένα διαφράγματα πρέπει να είναι στεγανά και πρέπει να ανέρχονται έως το κατάστρωμα στεγανών. Εάν δεν υπάρχει κατάστρωμα στεγανών, τα εν λόγω διαφράγματα να ανέρχονται σε ύψος μεγαλύτερο από 20 cm από την γραμμή βυθίσεως. Πρέπει να πληρούνται οι προδιαγραφές του άρθρου 15.04 παράγραφος 8.

Οι χώροι των επιβατών και οι χώροι του πληρώματος πρέπει να διαχωρίζονται από το μηχανοστάσιο και το λεβητοστάσιο με αεροστεγή διαφράγματα.

2. Ο αριθμός των ανοιγμάτων στα εγκάρσια στεγανά διαμερίσματα σύμφωνα με την παράγραφο 1 πρέπει να μειωθεί στο βαθμό που το επιτρέπει το είδος ναυπήγησης και η κανονική λειτουργία του πλοίου. Αυτά τα ανοίγματα και τα περάσματα δεν πρέπει να επηρεάζουν δυσμενώς τη στεγανότητα των διαφραγμάτων.

Τα στεγανά σύγκρουσης δεν πρέπει να έχουν ούτε ανοίγματα ούτε πόρτες.

Τα διαφράγματα τα οποία διαχωρίζουν το μηχανοστάσιο από τους χώρους των επιβατών ή τους χώρους πληρώματος δεν πρέπει να έχουν πόρτες.

3. Επιτρέπονται στεγανές πόρτες διαφραγμάτων οι οποίες ανοιγοκλείνουν με το χέρι και δεν επιδέχονται χειρισμό εξ αποστάσεως μόνο στα σημεία στα οποία οι επιβάτες δεν έχουν πρόσβαση. Πρέπει να παραμένουν κλειστές μόνιμα και μπορεί να μένουν ανοικτές στιγμιαία μόνο για ένα πέρασμα. Πρέπει να διαθέτουν κατάλληλες διατάξεις που διασφαλίζουν το ταχύ και ασφαλές κλείδωμά τους. Οι πόρτες και στις δύο πλευρές τους πρέπει να είναι εφοδιασμένες με πινακίδα με το ακόλουθο κείμενο: «Κλείνετε αμέσως την πόρτα μόλις περάσετε».

Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της πρώτης περιόδου, επιτρέπονται πόρτες στεγανών διαφραγμάτων οι οποίες ανοιγοκλείνουν με το χέρι στα ακόλουθα σημεία ή στους χώρους των επιβατών εάν:

α) το μήκος LF του πλοίου δεν είναι μεγαλύτερο από 40 m 7

β) ο αριθμός των επιβατών δεν είναι ανώτερος από το μήκος LF 7

γ) το πλοίο έχει ένα μόνο κατάστρωμα 7

δ) οι πόρτες είναι άμεσα προσβάσιμες από το κατάστρωμα και δεν βρίσκονται σε απόσταση μεγαλύτερη από 10 m από την πρόσβαση στη γέφυρα 7

ε) το κάτω άκρο της πόρτας βρίσκεται κατά 30 cm τουλάχιστον πάνω από το δάπεδο του χώρου των επιβατών 7

στ) κάθε διαμέρισμα είναι εφοδιασμένο με ένα σύστημα συναγερμού για τη στάθμη του νερού.

4. Οι πόρτες διαφραγμάτων οι οποίες παραμένουν ανοικτές πολύ χρόνο πρέπει να μπορεί να κλείνουν από τις δύο πλευρές επιτόπου καθώς και από ένα εύκολα προσιτό χώρο ο οποίος βρίσκεται πάνω από το κατάστρωμα των στεγανών. Μετά από ένα κλείσιμο εξ αποστάσεως, η πόρτα πρέπει να μπορεί να ανοιγοκλείνει εκ νέου επιτόπου με ασφαλή τρόπο. Το κλείσιμο δεν πρέπει ιδιαίτερα να εμποδίζεται από χαλιά ή από προστατευτικές ποδιές.

Σε περίπτωση χειρισμού εξ αποστάσεως, το κλείσιμο πρέπει να διαρκεί 30 δευτερόλεπτα τουλάχιστον χωρίς, πάντως, να υπερβαίνει τα 60 δευτερόλεπτα. Κατά το κλείσιμο πρέπει να ενεργοποιείται κοντά στην πόρτα ένα αυτόματο ακουστικό σήμα συναγερμού. Στο σημείο στο οποίο πραγματοποιείται ο εξ αποστάσεως χειρισμός, μία διάταξη πρέπει να δείχνει εάν η πόρτα είναι ανοιχτή ή κλειστή.

5. Οι πόρτες των διαφραγμάτων και οι διατάξεις για το άνοιγμα και το κλείσιμο πρέπει να βρίσκονται σε ένα χώρο ο οποίος περιορίζεται προς τα έξω από ένα κάθετο επίπεδο το οποίο βρίσκεται σε απόσταση του πλάτους BF παράλληλα προς το εξωτερικό περίβλημα στο επίπεδο του μέγιστου βυθίσματος. Η τιμονιέρα πρέπει να είναι εξοπλισμένη με ένα σύστημα οπτικού συναγερμού το οποίο λειτουργεί ως διάταξη ελέγχου και το οποίο ανάβει όταν η πόρτα του διαφράγματος είναι ανοικτή.

6. Οι σωληνώσεις οι οποίες περιλαμβάνουν ανοιχτές οπές και οι αγωγοί αερισμού πρέπει να είναι τοποθετημένοι κατά τρόπο ώστε να μην προκαλούν σε καμία περίπτωση διαρροή ή εισροή ύδατος σε άλλους χώρους ή δεξαμενές. Εάν πολλά διαμερίσματα επικοινωνούν με σωληνώσεις ή αγωγούς αερισμού, οι σωληνώσεις και οι αγωγοί πρέπει να καταλήγουν σε ένα κατάλληλο σημείο πάνω από την ισαλογραμμή το οποίο αντιστοιχεί στη δυσμενέστερη διείσδυση ύδατος. Εάν αυτό δεν συμβαίνει όσον αφορά τις σωληνώσεις, πρέπει να προβλέπονται διατάξεις κλεισίματος στα διασχιζόμενα διαφράγματα οι οποίες ενεργοποιούνται εξ αποστάσεως πάνω από το κατάστρωμα των στεγανών.

Εάν ένα σύστημα σωλήνωσης δεν περιλαμβάνει ανοικτή οπή σε ένα διαμέρισμα, η σωλήνωση θεωρείται ανέπαφη σε περίπτωση ζημίας του εν λόγω διαμερίσματος εάν βρίσκεται στο εσωτερικό της ζώνης ασφαλείας η οποία ορίζεται στην παράγραφο 5 και σε απόσταση άνω των 0,50 m από την γάστρα.

7. Εάν επιτρέπονται ανοίγματα και πόρτες όπως αυτές οι οποίες αναφέρονται στις παραγράφους 2 έως 6, στο πιστοποιητικό πρέπει να εγγραφούν οι ακόλουθες οδηγίες λειτουργίας:

«Πρέπει να διασφαλίζεται με οδηγίες στο πλήρωμα του πλοίου ότι σε περίπτωση κινδύνου όλα τα ανοίγματα και οι πόρτες των στεγανών διαφραγμάτων σφραγίζονται ερμητικά χωρίς καθυστέρηση».

8. Ένα εγκάρσιο διάφραγμα μπορεί να παρουσιάζει κοίλωμα ή μπαγιονέτα με τον όρο ότι όλα τα σημεία του κοιλώματος ή της μπαγιονέτας βρίσκονται στη ζώνη ασφαλείας η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 5.

Άρθρο 15.04 Ευστάθεια ανέπαφου πλοίου και ευστάθεια σε περίπτωση εισροής ύδατος

1. Ο αιτών πρέπει να αποδείξει ότι η ευστάθεια του ανέπαφου πλοίου είναι επαρκής με υπολογισμό με βάση τα αποτελέσματα δοκιμής εγκάρσιας ευστάθειας και, εάν το ζητήσει το όργανο επιθεώρησης, μία δοκιμή περιστροφής.

2. Η απόδειξη με βάση υπολογισμό της επαρκούς ευστάθειας του ανέπαφου πλοίου μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει παρασχεθεί εάν, με πλήρη εξαρτισμό, τις αποθήκες καυσίμου και τις δεξαμενές ύδατος κατά το ήμισυ πλήρεις και διατηρουμένου ενός υπολειμματικού ύψους εξάλων και με υπολειμματική απόσταση ασφαλείας σύμφωνα με την παράγραφο 7, και υπό την ταυτόχρονη επίδραση:

α) μίας πλευρικής μετατόπισης των ανθρώπων με τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 4 7

β) μίας πίεσης του ανέμου με τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 5 7

γ) της φυγοκέντρου δυνάμεως η οποία προκύπτει από την περιστροφή του πλοίου με τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 6.

Το πλοίο παρουσιάζει μία γωνία κλίσης η οποία δεν υπερβαίνει τις 12 μοίρες. Υπό την επίδραση μόνο της πλευρικής μετατόπισης των ανθρώπων, η γωνία αυτή δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 10 μοίρες.

Το όργανο επιθεώρησης μπορεί να απαιτήσει να πραγματοποιηθεί υπολογισμός επίσης και για άλλα επίπεδα πλήρωσης των αποθηκών και δεξαμενών.

3. Όσον αφορά τα πλοία μήκους LF μικρότερου των 25 m, η απόδειξη με υπολογισμό της επαρκούς ευστάθειας ανέπαφου πλοίου η οποία προβλέπεται στην παράγραφο 2 μπορεί να αντικατασταθεί με δοκιμή φόρτωσης η οποία διενεργείται με το βάρος του ημίσεως ανώτατου επιτρεπόμενου αριθμού προσώπων και τη δυσμενέστερη φόρτωση των αποθηκών καυσίμων και δεξαμενών ύδατος. Το βάρος αυτό μπορεί να τοποθετηθεί, αρχίζοντας από το εξωτερικό περίβλημα, στην ελεύθερη επιφάνεια του καταστρώματος που προορίζεται για τη χρήση των επιβατών με αναλογία 3 Ύ ανθρώπων ανά m². Κατά τη δοκιμή αυτή, η κλίση δεν μπορεί να υπερβεί τις 7 μοίρες και το υπολειμματικό ύψος εξάλων και η υπολειμματική απόσταση ασφαλείας δεν μπορεί να είναι αντιστοίχως κατώτερα από 0,05 Β + 0,20 m και 0,05 Β + 0,10 m.

4. Η ροπή η οποία προκύπτει από την πλευρική μετακίνηση των ανθρώπων (Mp) είναι το άθροισμα των ροπών κάθε καταστρώματος στο οποίο έχουν πρόσβαση οι επιβάτες. Η ροπή αυτή πρέπει να υπολογισθεί με τον ακόλουθο τρόπο:

α) για τα ελεύθερα καταστρώματα:

Mpn = cp 7 b 7 P [kNm]

Στον τύπο αυτό:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

β) όσον αφορά τα καταστρώματα τα οποία είναι κατειλημμένα από στερεωμένα στοιχεία:

Για τον υπολογισμό της πλευρικής μετατόπισης ατόμων σε καταστρώματα τα οποία καταλαμβάνονται εν μέρει στερεωμένα στοιχεία, όπως π.χ. πάγκοι, τραπέζια, λέμβοι, μικρά στέγαστρα, πρέπει να εφαρμοσθεί ένα φορτίο 3 Ύ ατόμων ανά m² επιφάνειας ελεύθερου καταστρώματος 7 για τους πάγκους, πρέπει να υπολογισθεί 0,50 m πλάτους και 0,75 m βάθους ανά επιβάτη.

Ο υπολογισμός πρέπει να πραγματοποιηθεί για μία μετακίνηση και από τις δύο πλευρές προς την άλλη.

Σε περίπτωση που υπάρχουν πολλά καταστρώματα, η κατανομή σε αυτά του συνολικού βάρους των ανθρώπων πρέπει να γίνει κατά τον δυσμενέστερο τρόπο από άποψη ευστάθειας. Όσον αφορά τα πλοία με καμπίνες, για τον υπολογισμό της πλευρικής μετακίνησης των ανθρώπων υποτίθεται ότι οι καμπίνες δεν είναι κατειλημμένες.

Το κέντρο βάρους ενός ανθρώπου πρέπει να ληφθεί σε ύψος 1 m στο χαμηλότερο σημείο του καταστρώματος στο ½ της απόστασης LF χωρίς να λαμβάνονται υπόψη το κύρτωμα και το καμπύλωμα καταστρώματος και υπολογίζοντας ένα βάρος 75 kg ανά άτομο.

5. Η ροπή η οποία προκύπτει από την πίεση του ανέμου Mw πρέπει να υπολογισθεί σύμφωνα με τον ακόλουθο τύπο:

Mw = pw 7 A(lw + >NUM>T

>DEN>2

) [kNm].

Στον τύπο αυτό:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

6. Η ροπή η οποία προκύπτει από την κεντρόφυγο δύναμη λόγω της περιστροφής του πλοίου πρέπει να υπολογισθεί σύμφωνα με τον ακόλουθο τύπο:

Mgi = Cgi 7 >NUM>D

>DEN>LF

(>ΑΡΧΗ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

>ΤΕΛΟΣ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

- >NUM>T

>DEN>2

) [kNm].

Στον τύπο αυτό:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Όταν η γωνία της κλίσης κατά την περιστροφή έχει επαληθευθεί με δοκιμή, η τιμή η οποία καθορίζεται με τον τρόπο αυτό μπορεί να εφαρμοσθεί για τον υπολογισμό. Η δοκιμή αυτή πρέπει να πραγματοποιηθεί με το ήμισυ της μέγιστης ταχύτητας του πλοίου, με πλήρη φόρτωση, και την μικρότερη δυνατή ακτίνα περιστροφής υπό τις συνθήκες αυτές.

7. Όταν το πλοίο βρίσκεται σε γωνία κλίσης η οποία προκύπτει από τις καταπονήσεις οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχεία α) έως γ), πρέπει να παραμείνει ένα ύψος εξάλων 0,20 m τουλάχιστον.

Όσον αφορά τα πλοία των οποίων τα πλευρικά παράθυρα μπορεί να ανοίγουν ή των οποίων το εξωτερικό περίβλημα περιλαμβάνει άλλα ανοίγματα τα οποία δεν διασφαλίζονται κατά της εισροής νερού, πρέπει να παραμείνει μία απόσταση ασφαλείας 0,10 m τουλάχιστον.

8. Η απόδειξη με υπολογισμό της επαρκούς ευστάθειας σε περίπτωση εισροής νερού μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει παρασχεθεί εάν, σε όλα τα ενδιάμεσα στάδια και στο τελικό στάδιο διεισδύσεως ύδατος, η ροπή επανόρθωσης MR η οποία ορίζεται από τον τύπο:

MR = CR 7 >ΑΡΧΗ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

>ΤΕΛΟΣ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

rest. 7 sinφ 7 D [kΝμ]

είναι ανώτερη από τη ροπή κλίσης Μg = 0,2 Μp [kΝμ].

Στους τύπους αυτούς:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Άρθρο 15.05 Υπολογισμός του αριθμού των επιβατών που προκύπτει από την επιφάνεια του ελεύθερου καταστρώματος

1. Εάν τηρούνται οι προδιαγραφές των άρθρων 15.04 και 15.06, το όργανο επιθεώρησης ορίζει το μέγιστο επιτρεπόμενο αριθμό επιβατών με τον ακόλουθο τρόπο:

α) ως βάση υπολογισμού λαμβάνεται το άθροισμα των επιφανειών ελεύθερου καταστρώματος που κανονικά διατίθενται για τους επιβάτες.

Πάντως, η επιφάνεια των δαπέδων των καμπίνων και των δαπέδων των αποχωρητηρίων καθώς και των χώρων που προορίζονται σε μόνιμη ή προσωρινή βάση για τη λειτουργία του πλοίου, ακόμα και εάν οι επιβάτες έχουν πρόσβαση σε αυτούς, δεν πρέπει να ληφθούν υπόψη για τον υπολογισμό. Εξάλλου, οι χώροι οι οποίοι βρίσκονται κάτω από το κύριο κατάστρωμα δεν πρέπει να ληφθούν υπόψη για τον υπολογισμό. Πάντως, οι χώροι κάτω από το κύριο κατάστρωμα και οι οποίοι περιλαμβάνουν μεγάλα παράθυρα πάνω από αυτό μπορεί να ληφθούν υπόψη για τον υπολογισμό 7

β) οι ακόλουθες επιφάνειες πρέπει να εξαιρεθούν από το άθροισμα των επιφανειών οι οποίες υπολογίζονται σύμφωνα με το στοιχείο α):

- οι επιφάνειες των διαδρόμων, οι κλίμακες, και άλλες επικοινωνίες,

- οι επιφάνειες κάτω από τις κλίμακες,

- οι επιφάνειες οι οποίες καταλαμβάνονται σε μόνιμη βάση από εξαρτήματα ή έπιπλα,

- οι επιφάνειες κάτω από τις λέμβους, τις σχεδίες και τις σωσίβιες λέμβους, έστω και αν είναι τοποθετημένες σε ύψος έτσι ώστε οι επιβάτες να μπορεί να κυκλοφορούν κάτω από αυτές,

- οι μικρές επιφάνειες, κυρίως οι επιφάνειες μεταξύ των καθισμάτων, των τραπεζιών, οι οποίες δεν χρησιμοποιούνται αποτελεσματικά 7

γ) υπολογίζεται ένα φορτίο 2,5 επιβατών ανά m² επιφανείας ελεύθερου καταστρώματος το οποίο καθορίζεται σύμφωνα με τα στοιχεία α) και β) 7 πάντως το φορτίο αυτό είναι 2,8 επιβάτες για τα πλοία μήκους LF μικρότερο των 25 m.

2. Ο μέγιστος επιτρεπόμενος αριθμός επιβατών πρέπει να αναγράφεται σε ευανάγνωστες πινακίδες στο πλοίο σε λίαν εμφανή σημεία. Όσον αφορά πλοία με καμπίνες τα οποία χρησιμεύουν, επίσης, για ημερήσιες εκδρομές, ο αριθμός των επιβατών πρέπει να υπολογισθεί ως πλοίου ημερήσιων εκδρομών και ως πλοίου με καμπίνες και να αναγραφεί στο πιστοποιητικό.

Για κάθε έναν από αυτούς τους αριθμούς επιβατών, πρέπει να τηρηθούν τα άρθρα 15.02 και 15.04.

Για τα πλοία με καμπίνες τα οποία χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για ταξίδια με διανυκτέρευση, είναι καθοριστικός ο αριθμός των θέσεων ύπνου για τους επιβάτες.

Άρθρο 15.06 Απόσταση ασφαλείας, ύψος εξάλων και βυθοσήμανση

1. Η απόσταση ασφαλείας πρέπει να είναι ίση τουλάχιστον προς το άθροισμα:

α) του πρόσθετου πλευρικού βυθίσματος, μετρημένου στο εξωτερικό περίβλημα, το οποίο προκύπτει από την επιτρεπόμενη γωνία κλίσης και

β) της υπολειμματικής απόστασης ασφαλείας η οποία προβλέπεται στο άρθρο 15.04 παράγραφοι 2 και 7.

Για τα πλοία χωρίς κατάστρωμα στεγανών, η απόσταση ασφαλείας πρέπει να είναι 0,50 m τουλάχιστον.

2. Το ύψος εξάλων πρέπει να είναι τουλάχιστον ίσο προς το άθροισμα:

α) του πρόσθετου πλευρικού βυθίσματος μετρημένου στο εξωτερικό περίβλημα το οποίο προκύπτει από την γωνία κλίσης η οποία υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 5.04 παράγραφος 2 και

β) του υπολειμματικού ύψους των εξάλων που προβλέπεται στο άρθρο 15.04 παράγραφοι 2 και 7.

Το ύψος εξάλων πρέπει να είναι 0,30 m τουλάχιστον.

3. Το επίπεδο μέγιστου βυθίσματος πρέπει να καθορίζεται κατά τρόπο ώστε να τηρείται η απόσταση ασφαλείας η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1, το ύψος εξάλων το οποίο αναφέρεται στην παράγραφο 2, καθώς και οι διατάξεις των άρθρων 15.02 έως 15.04. Πάντως, για λόγους ασφαλείας, το όργανο επιθεώρησης μπορεί να απαιτήσει μεγαλύτερο ύψος εξάλων ή ανώτερη απόσταση ασφαλείας.

4. Σε κάθε πλευρά του πλοίου πρέπει να τοποθετηθεί βυθοσήμανση σύμφωνα με το άρθρο 4.04. Επιτρέπεται η τοποθέτηση ενός πρόσθετου ζευγαριού βυθοσημάνσεων ή μίας συνεχούς βυθοσήμανσης. Η θέση των βυθοσημάνσεων πρέπει να εγγράφεται σαφώς στο πιστοποιητικό.

Άρθρο 15.07 Εγκαταστάσεις για τους επιβάτες

1. Τα τμήματα του καταστρώματος τα οποία προορίζονται για τους επιβάτες, και τα οποία δεν αποτελούν κλειστούς χώρους πρέπει να περιβάλλονται από παραπέτο ή κιγκλίδωμα ύψους 1,00 m. Το κιγκλίδωμα πρέπει να είναι κατασκευασμένο κατά τρόπο ώστε τα παιδιά να μην μπορεί να πέσουν κάτω από αυτά. Τα ανοίγματα και οι εγκαταστάσεις που χρησιμεύουν για την πρόσβαση στο πλοίο ή την έξοδο από αυτό, ακόμα και τα ανοίγματα για τη φόρτωση ή την εκφόρτωση, πρέπει να είναι εφοδιασμένα με κατάλληλες διατάξεις ασφαλείας.

Οι γεφυροσανίδες αποβίβασης πρέπει να έχουν πλάτος 0,60 m τουλάχιστον και να είναι εξοπλισμένες σε κάθε πλευρά με κουπαστή.

2. α) Οι διάδρομοι επικοινωνίας και οι κλίμακες καθώς και οι πόρτες και οι έξοδοι που προορίζονται για τη χρήση των επιβατών πρέπει να έχουν ωφέλιμο πλάτος 0,80 m. Όσον αφορά τις πόρτες των καμπίνων των επιβατών και των άλλων μικρών χώρων, το πλάτος αυτό μπορεί να μειωθεί σε 0,70 m.

Όταν ένα τμήμα του πλοίου ή ένας χώρος ο οποίος προορίζεται για τους επιβάτες εξυπηρετείται μόνο από ένα διάδρομο ή μία κλίμακα επικοινωνίας, το ωφέλιμο πλάτος τους πρέπει να είναι 1 m τουλάχιστον. Στα πλοία μήκους LF μικρότερου των 25 m, το όργανο επιθεώρησης μπορεί να επιτρέψει ένα πλάτος 0,80 m.

Για τους χώρους ή τις ομάδες χώρων που προβλέπονται για περισσότερο από 80 επιβάτες, το άθροισμα του πλάτους όλων των εξόδων που προβλέπονται για τους επιβάτες και οι οποίες πρέπει να χρησιμοποιηθούν από αυτούς σε περίπτωση ανάγκης πρέπει να είναι τουλάχιστον 0,01 m ανά επιβάτη.

β) Οι χώροι ή ομάδες χώρων οι οποίοι προβλέπονται ή έχουν διαρρυθμιστεί για 30 ή περισσότερους επιβάτες ή που περιλαμβάνουν κουκέτες για 12 επιβάτες ή περισσότερο πρέπει να έχουν τουλάχιστον 2 εξόδους. Μπορεί να θεωρηθεί ως έξοδος μία στεγανή πόρτα σε ένα διάφραγμα το οποίο έχει διαρρυθμιστεί σύμφωνα με το άρθρο 15.03 παράγραφοι 2, 4 ή 5, η οποία δίδει πρόσβαση σε γειτονικό διαμέρισμα από το οποίο μπορεί να φθάσει κανείς στο ανώτερο κατάστρωμα.

Αυτές οι έξοδοι πρέπει να διαρρυθμίζονται με κατάλληλο τρόπο. Εάν το συνολικό πλάτος όλων των εξόδων που αναφέρονται στο στοιχείο α) καθορίζεται από τον αριθμό των επιβατών, το πλάτος κάθε εξόδου πρέπει να είναι τουλάχιστον 0,005 m ανά επιβάτη. Εκτός από τα πλοία με καμπίνες, μία από τις δύο αυτές εξόδους μπορεί να αντικατασταθεί από δύο εξόδους κινδύνου.

Εάν υπάρχουν χώροι κάτω από το κύριο κατάστρωμα, πρέπει να περιλαμβάνουν τουλάχιστον μία έξοδο ή, ενδεχομένως, μία έξοδο κινδύνου η οποία παρέχει άμεση πρόσβαση στο κύριο κατάστρωμα ή σε ελεύθερο αέρα. Η απαίτηση αυτή δεν ισχύει για τις καμπίνες.

Οι έξοδοι κινδύνου πρέπει να έχουν ένα διαθέσιμο άνοιγμα 0,36 m² τουλάχιστον με μήκος της μικρότερης πλευράς 0,50 m τουλάχιστον.

γ) Οι κλίμακες κάτω από το κύριο κατάστρωμα πρέπει να είναι τοποθετημένες στο εσωτερικό των δύο καθέτων επιπέδων της κάθε πλευράς σε απόσταση BF από το εξωτερικό περίβλημα. Η απόσταση αυτή δεν είναι υποχρεωτική όταν υπάρχει τουλάχιστον μία κλίμακα σε κάθε πλευρά του πλοίου στον ίδιο χώρο. Οι κλίμακες πρέπει να είναι εφοδιασμένες με χειραγωγούς σε κάθε πλευρά 7 όσον αφορά τις κλίμακες με πλάτος μικρότερο από 0,90 m, επαρκεί ένας μόνος χειραγωγός.

3. Οι πόρτες των χώρων διαβίωσης των επιβατών, με εξαίρεση τις πόρτες οι οποίες βλέπουν σε διαδρόμους, πρέπει να μπορεί να ανοίγουν προς το εξωτερικό ή να είναι κατασκευασμένες ως συρόμενες πόρτες 7 δεν πρέπει να μπορεί να κλείνουν με κλειδί ή να κλειδώνονται κατά τη διάρκεια του πλου από μη εξουσιοδοτημένα άτομα.

Οι πόρτες στις καμπίνες πρέπει να είναι κατασκευασμένες κατά τρόπο ώστε να μπορούν να ξεκλειδώνονται, επίσης, ανά πάσα στιγμή από έξω.

4. Οι έξοδοι εκκένωσης και οι έξοδοι κινδύνου πρέπει να υποδεικνύονται σαφώς. Οι ενδείξεις αυτές πρέπει να φωτίζονται με φωτισμό κινδύνου.

5. Τα πλοία τα οποία επιτρέπεται να μεταφέρουν έως 300 επιβάτες, πρέπει να διαθέτουν ένα τουλάχιστον αποχωρητήριο ανά 150 επιβάτες. Τα πλοία τα οποία επιτρέπεται να μεταφέρουν περισσότερους από 300 επιβάτες, πρέπει να είναι εφοδιασμένα με χωριστά αποχωρητήρια ανδρών και γυναικών με αναλογία 1 τουλάχιστον ανά 200 επιβάτες.

6. Πρέπει να απαγορεύεται η είσοδος μη εξουσιοδοτημένων προσώπων στα τμήματα του πλοίου τα οποία δεν προορίζονται για τους επιβάτες, ειδικότερα η πρόσβαση στην τιμονιέρα, στο μηχανοστάσιο, και στο χώρο των κινητήρων. Η πρόσβαση στα εν λόγω τμήματα του πλοίου πρέπει να είναι εφοδιασμένη, σε ένα εμφανές σημείο με πινακίδα στην οποία υπάρχει η επιγραφή «Απαγορεύεται η είσοδος» ή ισοδύναμο σύμβολο.

7. Μόνο το σκληρυμένο γυαλί, τα πολλαπλά τζάμια, ή συνθετικά υλικά τα οποία επιτρέπονται από άποψη προστασίας κατά της πυρκαγιάς, μπορεί να χρησιμοποιηθούν ως υαλοπίνακες των παραθύρων στους χώρους οι οποίοι έχουν πρόσβαση οι επιβάτες.

Άρθρο 15.08 Ειδικές προδιαγραφές για τα σωστικά μέσα

1. Στα επιβατηγά πλοία πρέπει να υπάρχει ο αριθμός των κυκλικών σωσιβίων που προκύπτει από τον ακόλουθο πίνακα:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Για τον καθορισμό του αριθμού των κυκλικών σωσιβίων καθοριστική είναι η ανώτερη τιμή η οποία προκύπτει από την πρώτη ή τη δεύτερη στήλη.

Τα μισά προβλεπόμενα κυκλικά σωσίβια πρέπει να είναι εφοδιασμένα με αφρόσχοινο μήκους 30 m τουλάχιστον.

2. Τα πλοία μήκους LF 25 m τουλάχιστον, πρέπει να είναι εφοδιασμένα, εκτός των κυκλικών σωσιβίων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, με συλλογικά ή σωστικά μέσα για τον μέγιστο αριθμό επιβατών οι οποίοι επιτρέπονται για τον τρόπο χρήσης του πλοίου καθώς και το πλήρωμα που υπηρετεί στο πλοίο. Εάν έχει επαληθευθεί η πλευστότητα του πλοίου σε περίπτωση διαρροής νερού, πρέπει να εφαρμοστούν οι προδιαγραφές της παραγράφου 3.

3. Τα σωστικά μέσα πρέπει να είναι διατεταγμένα στο πλοίο κατά τρόπο ώστε σε περίπτωση ανάγκης να είναι εύκολα και ασφαλώς προσιτά. Οι κρυμμένες θέσεις εναπόθεσης πρέπει να ενδείκνυνται σαφώς.

4. Τα ατομικά σωστικά μέσα είναι τα κυκλικά σωσίβια, οι σωσίβιες ζώνες, οι στέρεες σχεδίες, και το κατάλληλο υλικό εξοπλισμού που αναφέρεται στο άρθρο 10.05 που μπορεί να στηρίξουν ένα άτομο που βρίσκεται στο νερό.

Οι στέρεες σχεδίες και το κατάλληλο υλικό εξοπλισμού πρέπει:

α) να έχουν ισχύ άνωσης στο γλυκό νερό 100 Ν τουλάχιστον 7

β) να είναι κατασκευασμένα από κατάλληλο υλικό και να είναι ανθεκτικές στο λάδι και τα παράγωγα του λαδιού, καθώς και σε θερμοκρασίες κατώτερες ή ίσες προς 50 °C 7

γ) να είναι εφοδιασμένα με κατάλληλες διατάξεις ώστε να μπορεί να πιάνονται και

δ) να έχουν χρώμα πορτοκαλί φωσφορίζον ή να έχουν μόνιμα φωσφορίζουσες επιφάνειες 100 cm².

Τα ατομικά φουσκωτά μέσα πρέπει να ελέγχονται σύμφωνα με τις οδηγίες του κατασκευαστή.

5. Τα συλλογικά σωστικά μέσα είναι οι λέμβοι, οι σωστικές σχεδίες και το κατάλληλο υλικό εξοπλισμού που μπορεί να στηρίξει πολλά άτομα που βρίσκονται στο νερό.

Πρέπει:

α) να έχουν επιγραφή η οποία να υποδεικνύει τη χρήση και τον αριθμό των επιβατών για τον οποίο έχουν εγκριθεί 7

β) να έχουν ισχύ άνωσης σε γλυκό νερό ίση προς 100 Ν τουλάχιστον ανά άτομο 7

γ) να λαμβάνουν και να διατηρούν μία σταθερή θέση και, για το σκοπό αυτό, να είναι εφοδιασμένες με κατάλληλες διατάξεις οι οποίες τους επιτρέπουν να πιάνονται από τον προβλεπόμενο αριθμό ανθρώπων 7

δ) να είναι κατασκευασμένα από κατάλληλο υλικό και να αντέχουν στα λάδια και τα παράγωγά τους καθώς και σε θερμοκρασία έως 50 °C 7

ε) να έχουν φωσφορίζον χρώμα πορτοκαλί ή να έχουν μόνιμα φωσφορίζουσες επιφάνειες 100 cm² 7

στ) να είναι τοποθετημένες με τρόπο ώστε να μπορεί να κατεβαίνουν στο νερό χωρίς καθυστέρηση και με ασφάλεια από ένα μόνο άτομο.

6. Εξάλλου, τα φουσκωτά σωστικά μέσα πρέπει:

α) να αποτελούνται από δύο τουλάχιστον χωριστά στρώματα αέρα 7

β) να φουσκώνουν αυτόματα ή με χειροκίνητο μηχανισμό όταν μπαίνουν στο νερό 7

γ) να λαμβάνουν και να διατηρούν σταθερή θέση οποιοδήποτε και αν είναι το βάρος το οποίο φέρουν, ακόμα και με τα μισά στρώματα αέρα φουσκωμένα 7

δ) να ελέγχονται σύμφωνα με τις οδηγίες του κατασκευαστή.

Άρθρο 15.09 Πυροπροστασία και πυρόσβεση στο χώρο των επιβατών

1. Τα καταστρώματα τα οποία διαχωρίζουν μεταξύ τους τους χώρους των επιβατών ή τους εν λόγω χώρους από τα μηχανοστάσια και την τιμονιέρα, τα διαφράγματα και τα τοιχώματα μεταξύ των χώρων των επιβατών και των μηχανοστασίων καθώς και μεταξύ των χώρων των επιβατών και των μαγειρείων πρέπει να μην είναι εύφλεκτα.

Τα διαφράγματα και οι πόρτες οι οποίες υπάρχουν ανάμεσα στους διαδρόμους και τις καμπίνες καθώς και ανάμεσα στις ίδιες τις καμπίνες πρέπει να μην είναι εύφλεκτα.

Τα τοιχία διαχωρισμού ανάμεσα στους διαδρόμους και τις καμπίνες πρέπει να εκτείνονται από κατάστρωμα σε κατάστρωμα ή να ανέρχονται έως μία οροφή η οποία είναι ανθεκτική στη φωτιά.

Εάν υπάρχουν κατάλληλες εγκαταστάσεις διανομής ύδατος, οι απαιτήσεις του δεύτερου και τρίτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου δεν είναι υποχρεωτικές.

Οι ελεύθεροι χώροι πάνω από τις οροφές, κάτω από τα δάπεδα και πίσω από τις επενδύσεις πρέπει να υποδιαιρούνται σε διαστήματα 10 m, κατ' ανώτατο όριο από δομικά στοιχεία τα οποία ανθίστανται στη φωτιά.

2. Η διάταξη των κλιμάκων, των εξόδων, και των εξόδων κινδύνου πρέπει να είναι τέτοια ώστε σε περίπτωση πυρκαγιάς σε οποιοδήποτε χώρο, οι άλλοι χώροι να μπορεί να εκκενώνονται με πλήρη ασφάλεια.

Οι κλίμακες συμπεριλαμβανομένων των βαθμίδων πρέπει να περιλαμβάνουν σκελετό από χάλυβα ή άλλο άφλεκτο υλικό. Οι βαθμίδες των κλιμάκων πρέπει να μην μπορεί να αναφλέγονται εύκολα.

Στα πλοία με καμπίνες, πρέπει να βρίσκονται στο εσωτερικό κλιμακοστασίου τοιχώματα και πόρτες που ανθίστανται στη φωτιά με αυτόματο κλείσιμο.

Μία κλίμακα η οποία συνδέει μόνο δύο καταστρώματα δεν πρέπει να περιβάλλεται από κλιμακοστάσιο στο μέτρο στο οποίο ένα από τα δύο αυτά καταστρώματα περιβάλλεται από ανθεκτικά στη φωτιά διαφράγματα με ανθεκτικές στη φωτιά πόρτες με αυτόματο κλείσιμο ή εάν είναι εγκατεστημένες κατάλληλες διατάξεις διανομής νερού.

Τα κλιμακοστάσια πρέπει να έχουν άμεση σύνδεση με τους διαδρόμους και τα εξωτερικά καταστρώματα.

3. Πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι πυρκαγιάς στα μαγειρεία, τα κομμωτήρια, και τα αρωματοπωλεία σύμφωνα με τις προδιαγραφές των αρμοδίων αρχών.

4. Τα χρώματα, τα βερνίκια, και άλλα προϊόντα εμποτισμού των επιφανειών τα οποία χρησιμοποιούνται σε εσωτερικούς χώρους, καθώς και τα υλικά τα οποία χρησιμοποιούνται για την επένδυση και την μόνωση πρέπει να είναι δύσφλεκτου τύπου. Σε περίπτωση πυρκαγιάς δεν πρέπει να προκαλούν επικίνδυνες εκπομπές καπνού ή τοξικών αερίων.

Το σύστημα των θυρών πρέπει να μπορεί να λειτουργεί για ένα αρκετά μακρύ χρονικό διάστημα σε περίπτωση πυρκαγιάς.

5. Οι διάδρομοι μήκους μεγαλύτερου από 40 m πρέπει να υποδιαιρούνται με δύσφλεκτα διαφράγματα εξοπλισμένα με πόρτες αυτόματου κλεισίματος σε διαστήματα 40 m το πολύ.

6. Οι δύσφλεκτες πόρτες αυτόματου κλεισίματος οι οποίες είναι ανοικτές σε κατάσταση κανονικής λειτουργίας, πρέπει να μπορεί να κλείνουν από ένα σημείο στο οποίο βρίσκονται μονίμως μέλη του πληρώματος και να μπορεί να κλείνουν επιτόπου.

7. Οι εγκαταστάσεις ανανέωσης του αέρα και εξαερισμού πρέπει να είναι κατασκευασμένες κατά τρόπο ώστε να αποτρέπεται η διάδοση της φωτιάς από αυτές. Οι οπές εξόδου και εισόδου του αέρα πρέπει να μπορεί να κλείνουν.

Οι συνεχείς αγωγοί πρέπει να υποδιαιρούνται σε διαστήματα 40 m κατ' ανώτατο όριο με βαλβίδες πυροφραγμού.

Εάν οι αγωγοί αερισμού ή ανανέωσης του αέρα διασχίζουν διαφράγματα κλιμακοστασίων ή μηχανοστασίων, πρέπει να είναι εφοδιασμένοι με βαλβίδες πυροφραγμού στο πέρασμα των εν λόγω διαφραγμάτων.

Οι ενσωματωμένοι ανεμιστήρες πρέπει να μπορεί να τίθενται εκτός λειτουργίας από μία κεντρική θέση η οποία βρίσκεται εκτός του μηχανοστασίου.

8. Στα πλοία με καμπίνες, όλες οι καμπίνες και όλοι οι χώροι διαβίωσης των επιβατών και των μελών του πληρώματος καθώς και τα μαγειρεία και τα μηχανοστάσια πρέπει να συνδέονται με ένα αποτελεσματικό προειδοποιητικό σύστημα πυρκαγιάς. Η ύπαρξη πυρκαγιάς καθώς και ο εντοπισμός της πρέπει να σημειώνονται αυτόνομα σε ένα σημείο στο οποίο βρίσκονται μονίμως μέλη του πληρώματος.

9. Τα επιβατηγά πλοία πρέπει να είναι εφοδιασμένα με πυροσβεστική εγκατάσταση η οποία περιλαμβάνει:

α) μία σταθερή πυροσβεστική αντλία η οποία ενεργοποιείται με κινητήρα 7

β) μία σωλήνωση κατάσβεσης με επαρκή αριθμό στομίων υδροληψίας 7

γ) έναν επαρκή αριθμό εύκαμπτων σωλήνων για την κατάσβεση της φωτιάς.

Οι πυροσβεστικές εγκαταστάσεις πρέπει να είναι κατασκευασμένες και διαστασιολογημένες κατά τρόπο ώστε οποιοδήποτε σημείο του πλοίου να βρίσκεται στην ακτίνα δράσης δύο τουλάχιστον διαφορετικών στομίων υδροληψίας διαμέσου ενός εύκαμπτου σωλήνα κατάσβεσης μήκους 20 m κατ' ανώτατο όριο από κάθε στόμιο υδροληψίας. Η πίεση στο στόμιο υδροληψίας πρέπει να είναι τουλάχιστον 3 bar τουλάχιστον. Στο υψηλότερο κατάστρωμα, πρέπει να επιτυγχάνεται μία δέσμη νερού μήκους 6 m τουλάχιστον.

Οι πυροσβεστικές αντλίες δεν πρέπει να είναι εγκατεστημένες μπροστά από το διάφραγμα σύγκρουσης. Εάν η πυροσβεστική αντλία είναι εγκατεστημένη στο κύριο μηχανοστάσιο, πρέπει να υπάρχει μία δεύτερη μηχανοκίνητη πυροσβεστική αντλία εγκατεστημένη εκτός μηχανοστασίου η οποία να μπορεί να χρησιμοποιείται ανεξάρτητα από τις εγκαταστάσεις μηχανοστασίου. Η αντλία αυτή μπορεί να είναι φορητή.

Οι κανονικές αντλίες λειτουργίας και καθαρισμού του καταστρώματος καθώς και οι σωληνώσεις καθαρισμού του καταστρώματος μπορεί να είναι ενσωματωμένες στην πυροσβεστική εγκατάσταση εφόσον είναι κατάλληλες για το σκοπό αυτό.

Στα σκάφη με καμπίνες μήκους LF μικρότερου από 25 m και στα πλοία ημερησίων εκδρομών μήκους LF μικρότερου από 40 m επιτρέπονται οι ακόλουθες παρεκκλίσεις:

α) δεν απαιτείται μόνιμα στερεωμένη πυροσβεστική αντλία 7

β) εάν η πυροσβεστική αντλία είναι εγκατεστημένη στο κύριο μηχανοστάσιο, δεν απαιτείται δεύτερη αντλία 7

γ) αρκεί κάθε σημείο του πλοίου να βρίσκεται εντός της ακτίνας δράσης ενός στομίου υδροληψίας διαμέσου ενός εύκαμπτου σωλήνα μήκους 20 m το πολύ.

10. Εκτός από τους πυροσβεστήρες οι οποίοι αναφέρονται στο άρθρο 10.03 παράγραφος 1, επί του πλοίου πρέπει να βρίσκονται τουλάχιστον:

α) ένας πυροσβεστήρας ανά 120 m² επιφανείας δαπέδων, σαλονιών, τραπεζαριών, και παρομοίων χώρων διαβίωσης 7

β) ένας πυροσβεστήρας ανά κάθε ομάδα 10 καμπίνων, πλήρων ή όχι.

Οι πρόσθετοι αυτοί πυροσβεστήρες πρέπει να είναι τοποθετημένοι και κατανεμημένοι στο πλοίο κατά τρόπο ώστε, ανά πάσα στιγμή, εάν σημειωθεί μία εστία πυρκαγιάς σε οποιοδήποτε σημείο του πλοίου, ένας πυροσβεστήρας να είναι άμεσα προσβάσιμος.

Άρθρο 15.10 Συμπληρωματικές διατάξεις

1. Ο φωτισμός πρέπει να διασφαλίζεται αποκλειστικά με ηλεκτρικές εγκαταστάσεις.

2. Πρέπει να υπάρχει μία εφεδρική ηλεκτρική εγκατάσταση κατά την έννοια του άρθρου 9.18 παράγραφος 2.

3. Εάν δεν είναι δυνατόν να υπάρχει άμεση ακουστική επαφή μεταξύ της τιμονιέρας και του χώρου διαβίωσης του πληρώματος, των χώρων λειτουργίας, της πλώρης και της πρύμνης του πλοίου και των χώρων πρόσβασης των επιβατών, πρέπει να προβλέπονται εγκαταστάσεις επικοινωνίας οι οποίες διασφαλίζουν ασφαλή και απρόσκοπτη σύνδεση και προς τις δύο κατευθύνσεις.

4. Τα σκάφη μήκους 40 m ή περισσότερο με τα οποία επιτρέπεται η μεταφορά άνω των 75 επιβατών πρέπει να είναι εφοδιασμένα με μεγάφωνα με τα οποία μπορεί να απευθύνονται οδηγίες σε όλους τους επιβάτες.

5. Στα πλοία με καμπίνες, πρέπει να υπάρχει εγκατάσταση συναγερμού. Η εγκατάσταση αυτή πρέπει να περιλαμβάνει:

α) μία εγκατάσταση συναγερμού για τη διακυβέρνηση του πλοίου και το πλήρωμα.

Ο συναγερμός αυτός πρέπει να ηχεί αποκλειστικά στους χώρους οι οποίοι προορίζονται για τη διακυβέρνηση του πλοίου και το πλήρωμα και πρέπει να μπορεί να διακόπτεται από τη διακυβέρνηση του πλοίου. Ο συναγερμός μπορεί να ενεργοποιείται στα ακόλουθα σημεία τουλάχιστον:

- σε κάθε καμπίνα,

- στους διαδρόμους, τους ανελκυστήρες, και τα κλιμακοστάσια ώστε η απόσταση από τον πλησιέστερο διεγέρτη να μην υπερβαίνει τα 10 m, με ένα τουλάχιστο διεγέρτη ανά κάθε στεγανό,

- στα σαλόνια, στις τραπεζαρίες, και σε παρόμοιους χώρους διαβίωσης,

- στα μηχανοστάσια, τα μαγειρεία, και άλλους ανάλογους χώρους που εκτίθενται σε κινδύνους πυρκαγιάς 7

β) μία εγκατάσταση συναγερμού για τους επιβάτες.

Ο συναγερμός αυτός πρέπει να γίνεται σαφώς αντιληπτός χωρίς πιθανή σύγχυση σε όλους τους χώρους στους οποίους έχουν πρόσβαση οι επιβάτες. Πρέπει να μπορεί να ενεργοποιείται από την τιμονιέρα ή από ένα σημείο στο οποίο βρίσκονται μονίμως μέλη του πληρώματος.

Οι διεγέρτες του συναγερμού πρέπει να προστατεύονται κατά των τυχαίων χρήσεων.

6. Τα πλοία με καμπίνες πρέπει να είναι εξοπλισμένα με ραδιοτηλεφωνική εγκατάσταση η οποία επιτρέπει την επικοινωνία με το δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο.

7. Οι ακόλουθοι χώροι και θέσεις τουλάχιστον πρέπει να είναι εφοδιασμένοι με επαρκή φωτισμό:

α) οι θέσεις στις οποίες αποθηκεύονται τα σωστικά μέσα και οι θέσεις στις οποίες κανονικά τα μέσα προετοιμάζονται για χρήση 7

β) οι έξοδοι εκκένωσης, οι προσβάσεις των επιβατών, οι διάδρομοι, οι ανελκυστήρες, οι κλίμακες των ενδιαιτημάτων, της ζώνης των καμπίνων και των ενδιαιτημάτων 7

γ) ενδείξεις των οδών εκκένωσης και των εξόδων εκκένωσης 7

δ) τα μηχανοστάσια και οι έξοδοί τους 7

ε) η τιμονιέρα 7

στ) ο χώρος της εφεδρικής πηγής ρεύματος 7

ζ) οι θέσεις στις οποίες βρίσκονται οι πυροσβεστήρες και οι πυροσβεστικές αντλίες 7

η) οι χώροι στους οποίους συγκεντρώνονται οι επιβάτες και τα μέλη του πληρώματος σε περίπτωση κινδύνου.

8. Στα πλοία με καμπίνες, πρέπει να υπάρχει σχέδιο ασφαλείας το οποίο διευκρινίζει τα καθήκοντα του πληρώματος και του προσωπικού σε περίπτωση κινδύνου σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις αστυνόμευσης. Πρέπει να αναφέρονται τα καθήκοντα για τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) σε περίπτωση εισροής νερού 7

β) σε περίπτωση πυρκαγιάς επί του σκάφους 7

γ) σε περίπτωση εκκένωσης των επιβατών 7

δ) σε περίπτωση που ένας άνθρωπος έχει πέσει στη θάλασσα.

Το σχέδιο ασφαλείας πρέπει να περιλαμβάνει ένα σχέδιο του πλοίου το οποίο παρουσιάζει με σαφή και ακριβή τρόπο:

α) το σωστικό εξοπλισμό και τον εξοπλισμό ασφαλείας 7

β) τις στεγανές πόρτες οι οποίες βρίσκονται κάτω από το κατάστρωμα και τη θέση του χειρισμού τους, καθώς και άλλα ανοίγματα όπως αυτά τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 15.03 παράγραφοι 2 και 6 7

γ) τις πόρτες οι οποίες είναι ανθεκτικές στη φωτιά 7

δ) τα πυράντοχα παραπετάσματα 7

ε) τις εγκαταστάσεις συναγερμού 7

στ) το σύστημα προειδοποίησης πυρκαγιάς 7

ζ) τις πυροσβεστικές εγκαταστάσεις και τους πυροσβεστήρες 7

η) τις οδούς εκκένωσης και τις εξόδους κινδύνου 7

θ) την εφεδρική πηγή ρεύματος 7

ι) τα όργανα χειρισμού των εγκαταστάσεων εξαερισμού 7

ια) η σύνδεση με το επίγειο δίκτυο 7

ιβ) τα όργανα για το κλείσιμο των σωληνώσεων τροφοδοσίας και καύσιμα 7

ιγ) τις εγκαταστάσεις υγραερίου 7

ιδ) τις εγκαταστάσεις των μεγαφώνων 7

ιε) τις εγκαταστάσεις ραδιοτηλεφωνίας.

Το σχέδιο ασφαλείας και το σχέδιο του πλοίου που αναφέρονται παραπάνω πρέπει να φέρουν θεώρηση του οργάνου επιθεώρησης και να είναι τοποθετημένα σε κατάλληλες θέσεις κατά τρόπο ώστε να είναι ευδιάκριτα.

9. Στα πλοία με καμπίνες πρέπει να υπάρχει ένα γενικό σχέδιο εκκένωσης ανηρτημένο σε κατάλληλες θέσεις υπόψη των επιβατών. Πάντως, το σχέδιο αυτό μπορεί να συνδυάζεται με το σχέδιο ασφαλείας που αναφέρεται στην παράγραφο 8.

Οι αναγκαίες οδηγίες σχετικά με τη συμπεριφορά των επιβατών σε περίπτωση συναγερμού, πυρκαγιάς, βλάβης, και εκκένωσης, καθώς και η ένδειξη της θέσης των σωστικών μέσων πρέπει να βρίσκονται σε κάθε καμπίνα.

Οι οδηγίες αυτές πρέπει να είναι γραμμένες στα αγγλικά, στα γαλλικά, στα γερμανικά, και στα ολλανδικά.

10. Όσον αφορά τα πλοία με γάστρα από ξύλο, αλουμίνιο, ή συνθετικό υλικό, τα μηχανοστάσια, πρέπει να είναι κατασκευασμένα από υλικά τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 3.04 παράγραφοι 3 και 5 ή να είναι εξοπλισμένα με μόνιμα στερεωμένη πυροσβεστική εγκατάσταση κατά την έννοια του άρθρου 10.03 παράγραφος 5.

Άρθρο 15.11 Εγκαταστάσεις συλλογής και διάθεσης υγρών αποβλήτων

1. Τα επιβατηγά πλοία τα οποία διαθέτουν περισσότερο από 50 κουκέτες για επιβάτες πρέπει ναι είναι εξοπλισμένα είτε με δεξαμενές συλλογής υγρών αποβλήτων είτε με μονάδες καθαρισμού.

2. Οι δεξαμενές συλλογής υγρών αποβλήτων πρέπει να έχουν επαρκή χωρητικότητα. Οι δεξαμενές πρέπει να είναι εξοπλισμένες με διάταξη η οποία επιτρέπει την μέτρηση του περιεχομένου τους. Για το άδειασμα των δεξαμενών, το πλοίο πρέπει να διαθέτει ίδιες αντλίες και σωληνώσεις με τις οποίες τα απόβλητα μπορεί να εκκενώνονται στις θέσεις αγκυροβολισμού, στις δύο πλευρές του πλοίου. Οι σωληνώσεις πρέπει να είναι εξοπλισμένες με ρακόρ εκκένωσης υγρών αποβλήτων σύμφωνα με το ευρωπαϊκό πρότυπο ΕΝ 1306.

3. Οι μονάδες καθαρισμού επί του σκάφους πρέπει να διασφαλίζουν κατά την έξοδό τους, μόνιμα και χωρίς προηγούμενη αραίωση, την οριακή τιμή σύμφωνα με τις προδιαγραφές των ισχυουσών διατάξεων αστυνόμευσης και πρέπει να είναι εξοπλισμένες με διάταξη λήψης δειγμάτων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16 ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΠΛΟΙΑ ΠΟΥ ΠΡΟΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΟΥΝ ΤΜΗΜΑ ΩΘΟΥΜΕΝΗΣ Ή ΡΥΜΟΥΛΚΟΥΜΕΝΗΣ ΣΥΝΟΔΕΙΑΣ Ή ΠΛΑΓΙΟΔΕΤΗΜΕΝΟΥ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΥ

Άρθρο 16.01 Ωστικά

1. Τα πλοία τα οποία προορίζονται για ώθηση πρέπει να περιλαμβάνουν κατάλληλη διάταξη ώθησης. Πρέπει να είναι κατασκευασμένα και εξοπλισμένα με τρόπο ώστε:

α) να επιτρέπουν στο πλήρωμα να περνά εύκολα και χωρίς κίνδυνο στο ωθούμενο πλοίο με ζευκτικά μέσα 7

β) να τους επιτρέπει να λαμβάνουν μετά τη σύζευξη σταθερή θέση σε σχέση με τα προσδεδεμένα πλοία και

γ) να εμποδίζουν την εγκάρσια κίνηση των πλοίων μεταξύ τους.

2. Εάν η σύζευξη γίνεται με καλώδια, τα ωστικά πρέπει να είναι εξοπλισμένα με δύο τουλάχιστον βαρούλκα ή ισοδύναμες διατάξεις σύζευξης.

3. Οι ζευκτικές διατάξεις πρέπει να επιτρέπουν να διασφαλίζεται μία άκαμπτη σύνδεση με το ή τα ωθούμενα πλοία.

Όσον αφορά τις ωθούμενες συνοδείες οι οποίες αποτελούνται από ένα ωστικό πλοίο και ένα μόνο ωθούμενο πλοίο, οι ωστικές διατάξεις μπορούν να επιτρέπουν μία ελεγχόμενη άρθρωση. Οι απαραίτητες εγκαταστάσεις χειρισμού για το σκοπό αυτό πρέπει να αποσβένουν χωρίς δυσκολία τις δυνάμεις οι οποίες πρέπει να μεταδοθούν και πρέπει να μπορεί να διευθύνονται εύκολα και χωρίς κίνδυνο. Αναφορικά με τις εγκαταστάσεις χειρισμού εφαρμόζονται κατ' αναλογία τα άρθρα 6.02 έως 6.04.

4. Όσον αφορά τα ωστικά, δεν απαιτείται το στεγανό σύγκρουσης το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 3.03 παράγραφος 1 στοιχείο α).

Άρθρο 16.02 Πλοία ικανά να ωθούνται

1. Όσον αφορά τις φορτηγίδες χωρίς μηχανισμό πηδαλιουχίας, ενδιαιτήματα, μηχανοστάσια ή λεβητοστάσια, δεν εφαρμόζονται:

α) τα κεφάλαια 5 έως 7 και 12 7

β) το άρθρο 8.06 παράγραφοι 2 έως 8, το άρθρο 10.02 και το άρθρο 10.05 παράγραφος 1 7

γ) εάν υπάρχουν μηχανισμοί πηδαλιουχίας, ενδιαιτήματα, μηχανοστάσια ή λεβητοστάσια, εφαρμόζονται οι αντίστοιχες απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

2. Οι φορτηγίδες πλοίου μήκους έως 40 m πρέπει, επιπλέον, να ανταποκρίνονται στις ακόλουθες απαιτήσεις για ναυπήγηση:

α) τα εγκάρσια στεγανά διαφράγματα τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 3.03 παράγραφος 1 δεν απαιτούνται εάν η μετωπική επιφάνεια είναι ικανή να αντέξει φορτίο τουλάχιστο ίσο προς 2,5 το φορτίο το οποίο προβλέπεται για το στεγανό σύγκρουσης ενός πλοίου εσωτερικής ναυσιπλοΐας του αυτού βυθίσματος, το οποίο είναι κατασκευασμένο σύμφωνα με τις προδιαγραφές αναγνωρισμένου νηογνώμονα 7

β) κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 8.06 παράγραφος 1 τα διαμερίσματα με διπλό δάπεδο τα οποία δεν είναι εύκολα προσπελάσιμα πρέπει να μπορεί να εκκενώνονται μόνο όταν ο όγκος τους υπερβαίνει το 5 % του εκτοπίσματος της φορτηγίδας πλοίου στο επίπεδο του μέγιστου βυθίσματος.

3. Άλλα πλοία τα οποία προορίζονται να ωθηθούν πρέπει να είναι εφοδιασμένα με διατάξεις σύζευξης οι οποίες επιτρέπουν να διασφαλίζεται ασφαλής σύνδεση με άλλα πλοία.

Άρθρο 16.03 Πλοία ικανά να κινούν πλαγιοδετημένους σχηματισμούς

Τα πλοία τα οποία προορίζονται να διασφαλίσουν την ώθηση ενός πλαγιοδετημένου σχηματισμού πρέπει να είναι εφοδιασμένα με δέστρες ή ισοδύναμες συσκευές οι οποίες, με τον αριθμό και τη διάταξή τους, επιτρέπουν την ασφαλή σύνδεση του σχηματισμού.

Άρθρο 16.04 Πλοία ικανά να μετακινούνται σε συνοδεία

Τα πλοία τα οποία προορίζονται να μετακινούνται σε συνοδεία πρέπει να είναι εφοδιασμένα με τις αναγκαίες ζευκτικές διατάξεις, βαρούλκα, ή ισοδύναμες συσκευές οι οποίες, με τον αριθμό και τη διάταξή τους επιτρέπουν την ασφαλή σύνδεση με το ή τα άλλα πλοία της συνοδείας.

Άρθρο 16.05 Πλοία ικανά να ρυμουλκούν

1. Τα πλοία τα οποία προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για εργασίες ρυμούλκησης πρέπει να ανταποκρίνονται στις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) οι ρυμουλκητικές διατάξεις πρέπει να είναι εγκατεστημένες με τρόπο ώστε η χρήση τους να μην θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια του πλοίου, του πληρώματος, ή του φορτίου 7

β) τα πλοία τα οποία προορίζονται για πρόσδεση και για ρυμούλκηση πρέπει να είναι εφοδιασμένα με γάντζο ρυμούλκησης ο οποίος να μπορεί να αποσυνδέεται με ασφαλή τρόπο από τη θέση πηδαλιουχίας 7

γ) ως διατάξεις ρυμούλκησης πρέπει να υπάρχουν βαρούλκα ή ένας γάντζος ρυμούλκησης που πρέπει να μπορεί να αποσυνδέονται από τη θέση πηδαλιουχίας. Οι διατάξεις ρυμούλκησης αυτές πρέπει να είναι διατεταγμένες μπρος από το επίπεδο των ελίκων. Η προδιαγραφή αυτή δεν ισχύει για τα πλοία των οποίων η πηδαλιουχία διασφαλίζεται με όργανο προώθησης όπως κυκλοειδείς προωθητές ή αυτοδιευθυνόμενες έλικες 7

δ) κατά παρέκκλιση των προδιαγραφών οι οποίες αναφέρονται στο στοιχείο γ), όσον αφορά τα πλοία τα οποία προορίζονται να χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά ως ενισχυτικά ρυμούλκησης, μπορεί να χρησιμοποιηθεί μία διάταξη ρυμούλκησης όπως π.χ. μία δέστρα η οποία πρέπει να είναι τοποθετημένη μπρος από το επίπεδο των ελίκων 7

ε) στην περίπτωση την οποία τα καλώδια ρυμούλκησης μπορεί να συνδεθούν στην πρύμνη του πλοίου, πρέπει να υπάρχουν τροχιές ρυμούλκησης.

2. Τα πλοία μήκους L μεγαλύτερου από 86 m μπορεί να επιτραπούν για την ρυμούλκηση κατάντη.

Άρθρο 16.06 Δοκιμές συνοδείας

1. Για τη χορήγηση του πιστοποιητικού ικανότητας ωστικού ρυμουλκού ή αυτοκινούμενου πλοίου ικανού να διασφαλίζει την προώθηση σταθερής συνοδείας και την αντίστοιχη εγγραφή στο πιστοποιητικό, το όργανο επιθεώρησης αποφασίζει εάν και ποιες συνοδείες πρέπει να του παρουσιαστούν και πραγματοποιεί τις δοκιμές ναυσιπλοΐας οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 5.02 με τη συνοδεία στον απαιτούμενο ή απαιτούμενους σχηματισμούς που κατά την κρίση του θεωρούνται οι πλέον δυσμενέστεροι. Η συνοδεία αυτή πρέπει να πληροί τις απαιτήσεις οι οποίες αναφέρονται στα άρθρα 5.02 έως 5.10.

Το όργανο επιθεώρησης επαληθεύει ότι κατά τους χειρισμούς οι οποίοι αναφέρονται στο κεφάλαιο 5 διασφαλίζεται η σταθερή σύνδεση όλων των πλοίων της συνοδείας.

2. Εάν κατά τις δοκιμές οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 1 χρησιμοποιούνται μεμονωμένες εγκαταστάσεις οι οποίες βρίσκονται στα ωθούμενα ή πλαγιοδετημένα πλοία όπως π.χ. μηχανισμοί πηδαλιουχίας, μηχανισμοί προώθησης ή χειρισμού, αρθρωμένες συνδέσεις, για την ικανοποίηση των απαιτήσεων που αναφέρονται στα άρθρα 5.02 έως 5.10 στο πιστοποιητικό του πλοίου το οποίο διασφαλίζει την προώθηση της συνοδείας πρέπει να εγγραφούν τα ακόλουθα: σχηματισμός, θέση, όνομα, και επίσημος αριθμός των εγκεκριμένων πλοίων που είναι εφοδιασμένα με τις συγκεκριμένες εγκαταστάσεις οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν.

Άρθρο 16.07 Εγγραφές στο πιστοποιητικό

1. Εάν ένα πλοίο προορίζεται για την ώθηση συνοδείας ή για να ωθείται σε συνοδεία, το πιστοποιητικό πρέπει να αναφέρει τη συμμόρφωσή του στις εφαρμοστέες προδιαγραφές των άρθρων 16.01 έως 16.06.

2. Στο πιστοποιητικό του σκάφους το οποίο προορίζεται για τη διασφάλιση της προώθησης πρέπει να εγγραφούν οι ακόλουθες παρατηρήσεις:

α) οι συνοδείες και οι σχηματισμοί που εγκρίθηκαν 7

β) οι τύποι σύζευξης 7

γ) οι μέγιστες μεταφερθείσες δυνάμεις σύζευξης και

δ) ενδεχομένως, το ελάχιστο φορτίο θραύσης των καλωδίων σύζευξης της διαμήκους σύνδεσης καθώς και ο αριθμός των στροφών των καλωδίων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 17 ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΛΩΤΟΥΣ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥΣ

Άρθρο 17.01 Γενικές διατάξεις

Τα κεφάλαια 3, 7 έως 14, και 16, εφαρμόζονται στους πλωτούς εξοπλισμούς όσον αφορά την ναυπήγηση και τον εξοπλισμό. Οι πλωτοί εξοπλισμοί με μηχανικά μέσα προώθησης πρέπει, εξάλλου, να ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές των κεφαλαίων 5 και 6. Τα μέσα προώθησης τα οποία επιτρέπουν μικρές μόνο μετακινήσεις δεν αποτελούν μηχανικά μέσα προώθησης.

Άρθρο 17.02 Παρεκκλίσεις

1. Το όργανο επιθεώρησης μπορεί να χορηγήσει παρεκκλίσεις για τις ακόλουθες διατάξεις:

α) το άρθρο 3.03 παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζεται κατ' αναλογία 7

β) το άρθρο 7.03 εφαρμόζεται κατ' αναλογία 7

γ) οι μέγιστες στάθμες ακουστικής πίεσης οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 12.02 παράγραφος 5 δεύτερη περίοδος μπορεί να ξεπεραστούν κατά το διάστημα στο οποίο οι εγκαταστάσεις του εξοπλισμού βρίσκονται σε λειτουργία με τον όρο ότι κατά την υπηρεσία κανένα άτομο δεν κοιμάται επί του πλοίου τη νύχτα 7

δ) μπορεί να υπάρξουν παρεκκλίσεις από άλλες διατάξεις σχετικά με την ναυπήγηση, τον εξοπλισμό ή τον εξαρτισμό υπό τον όρο ότι σε κάθε περίπτωση διασφαλίζεται ισοδύναμη ασφάλεια.

2. Το όργανο επιθεώρησης μπορεί να χορηγήσει παρέκκλιση από την εφαρμογή των ακόλουθων διατάξεων:

α) του άρθρου 10.01: η παράγραφος 1 εφαρμόζεται μόνο όταν κατά τη λειτουργία του εξοπλισμού εργασίας, ο πλωτός εξοπλισμός μπορεί να αγκυροβοληθεί κατά τρόπο ασφαλή με τη βοήθεια δύο αγκυρών εργασίας ή πασσάλων. Πάντως, ένας πλωτός εξοπλισμός ο οποίος διαθέτει ίδιο μέσο προώθησης πρέπει να είναι εξοπλισμένος τουλάχιστον με μία άγκυρα όπως ορίζεται στο άρθρο 10.01 παράγραφος 1, με εμπειρικό συντελεστή Κ ίσο προς 45 και Τ το μικρότερο πλευρικό ύψος 7

β) του άρθρου 12.02 παράγραφος 1 δεύτερο τμήμα της περιόδου: εάν οι χώροι διαβίωσης μπορεί να φωτισθούν επαρκώς με ηλεκτρικό φως.

3. Εξάλλου:

α) κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 8.06 παράγραφος 2 δεύτερη περίοδος, πρέπει να υπάρχει μηχανοκίνητη αντλία αντί χειροκίνητης 7

β) κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 8.08 παράγραφος 3, ο θόρυβος δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 65 dB(A) σε μία περίμετρο 25 m από το εξωτερικό περίβλημα σε περίπτωση κατά την οποία ένας πλωτός εξοπλισμός είναι ακίνητος κατά την λειτουργία των συσκευών 7

γ) κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 10.03 παράγραφος 1, απαιτείται τουλάχιστον ένας συμπληρωματικός χειροκίνητος πυροσβεστήρας εάν τα όργανα εργασίας βρίκονται επί του καταστρώματος 7

δ) κατά παρέκκλιση των διατάξεων του κεφαλαίου 14, εκτός από τις εγκαταστάσεις υγραερίου για οικιακή χρήση μπορεί να υπάρχουν επίσης και άλλες εγκαταστάσεις υγραερίου. Οι εγκαταστάσεις αυτές και τα εξαρτήματά τους πρέπει να ικανοποιούν τις προδιαγραφές ενός κράτους μέλους.

Άρθρο 17.03 Συμπληρωματικές προδιαγραφές

1. Οι πλωτοί εξοπλισμοί, στους οποίους βρίσκονται άνθρωποι κατά τη λειτουργία τους, πρέπει να διαθέτουν διάταξη γενικού συναγερμού. Ο συναγερμός πρέπει να είναι σαφώς ευδιάκριτος από τα άλλα σήματα και να ακούγεται στα ενδιαιτήματα και όλους τους χώρους εργασίας σε επίπεδο ηχητικής πίεσης 5 dB(A) τουλάχιστον από το μέγιστο τοπικό επίπεδο ηχητικής πίεσης. Η διάταξη συναγερμού πρέπει να μπορεί να ενεργοποιείται από την τιμονιέρα και τους κύριους χώρους εργασίας.

2. Οι μηχανές εργασίας πρέπει να διαθέτουν επαρκή αντίσταση για το φορτίο τους και να ικανοποιούν τις εθνικές προδιαγραφές ενός κράτους μέλους της Κοινότητας.

3. Η ευστάθεια και η αντίσταση των μηχανών εργασίας και, ενδεχομένως, της στερέωσής τους πρέπει να είναι τέτοια ώστε να αντεπεξέρχεται στις καταπονήσεις οι οποίες μπορεί να προκύψουν από την κλίση, τη θέση, και την κίνηση του πλωτού εξοπλισμού.

4. Εάν τα φορτία ανυψώνονται με τη βοήθεια ανυψωτικών μηχανών, το μέγιστο επιτρεπόμενο φορτίο το οποίο προκύπτει από την ευστάθεια και την αντίσταση πρέπει να αναγράφεται ευκρινώς σε πινακίδα στο κατάστρωμα και στις θέσεις χειρισμού. Εάν η ικανότητα ανύψωσης μπορεί να αυξηθεί με τη σύζευξη συμπληρωματικών πλωτών εξοπλισμών, οι επιτρεπόμενες τιμές με και χωρίς τους εν λόγω πλωτούς εξοπλισμούς πρέπει να ενδείκνυνται σαφώς.

5. Όσον αφορά τον πλωτό εξοπλισμό ο οποίος επιτρέπεται να λειτουργεί σε παράκτιες περιοχές ή στη θάλασσα, χορηγείται το πιστοποιητικό το οποίο αναφέρεται στο παράρτημα III ή IV.

Άρθρο 17.04 Υπολειμματική απόσταση ασφαλείας

1. Η υπολειμματική απόσταση ασφαλείας είναι η μικρότερη κάθετη απόσταση μεταξύ της στάθμης του ύδατος και του χαμηλότερου σημείου του πλωτού εξοπλισμού κάτω από το οποίο ο πλωτός εξοπλισμός δεν είναι πλέον στεγανός λαμβανομένης υπόψη της θέσης και της κλίσης που προκύπτουν από τη δράση των ροπών που αναφέρονται στο άρθρο 17.07 παράγραφος 4.

2. Κατά την έννοια του άρθρου 17.07 παράγραφος 1, επαρκεί μία υπολειμματική απόσταση ασφαλείας 300 mm ένα άνοιγμα στεγανό στις ψεκάδες και την κακοκαιρία.

3. Εάν το άνοιγμα δεν είναι στεγανό στις ψεκάδες και την κακοκαιρία, η υπολειμματική απόσταση ασφαλείας πρέπει να είναι 400 mm τουλάχιστον.

Άρθρο 17.05 Υπολειμματικό ύψος εξάλων

1. Το υπολειμματικό ύψος εξάλων είναι η μικρότερη κάθετη απόσταση μεταξύ της επιφάνειας του επιπέδου του ύδατος και την ακμή του καταστρώματος λαμβανομένης της θέσης και της κλίσης που προκύπτουν από τη δράση των ροπών που αναφέρονται στο άρθρο 17.07 παράγραφος 4.

2. Το υπολειμματικό ύψος εξάλων είναι επαρκές κατά την έννοια του άρθρου 17.07 παράγραφος 1, εάν φθάνει τα 300 mm.

3. Το υπολειμματικό ύψος εξάλων μπορεί να μειωθεί όταν έχει αποδειχθεί ότι ικανοποιούνται οι απαιτήσεις του άρθρου 17.08.

4. Όταν το σχήμα ενός πλωτού εξοπλισμού διαφέρει αισθητά από το σχήμα ενός ποντονίου, όπως στην περίπτωση κυλινδρικών πλωτών εξοπλισμών ή στην περίπτωση του πλωτού εξοπλισμού του οποίου το εγκάρσιο τμήμα έχει περισσότερες από τέσσερις πλευρές, το όργανο επιθεώρησης μπορεί να απαιτήσει και να επιτρέψει διαφορετικά ύψη εξάλων από εκείνα που αναφέρονται στην παράγραφο 2. Αυτό ισχύει, επίσης, και στην περίπτωση στην οποία ένας πλωτός εξοπλισμός αποτελείται από πολλά πλωτά υλικά.

Άρθρο 17.06 Δοκιμή της πλευρικής ευστάθειας

1. Η απόδειξη της ευστάθειας η οποία αναφέρεται στα άρθρα 17.07 και 17.08 πρέπει να παρασχεθεί με βάση δοκιμή πλευρικής ευστάθειας η οποία πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.

2. Εάν κατά τη διάρκεια δοκιμής πλευρικής ευστάθειας, δεν μπορεί να επιτευχθεί μία επαρκής κλίση, ή εάν η δοκιμή πλευρικής ευστάθειας δημιουργεί υπερβολικές τεχνικές δυσκολίες, στη θέση της μπορεί να πραγματοποιηθεί υπολογισμός βάρους και κέντρου βάρους. Το αποτέλεσμα του υπολογισμού του βάρους πρέπει να ελεγχθεί με τη βοήθεια μετρήσεων βυθίσματος και η διαφορά δεν μπορεί να είναι ανώτερη από ± 5 %.

Άρθρο 17.07 Αιτιολόγηση της ευστάθειας

1. Πρέπει να αιτιολογείται ότι, λαμβανομένων υπόψη των φορτίων κατά το χρόνο χρήσης και λειτουργίας των εγκαταστάσεων, επαρκούν το υπολειμματικό ύψος εξάλων και η υπολειμματική απόσταση ασφαλείας. Από την άποψη αυτή, το άθροισμα της γωνίας κλίσης και της θέσης δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 10 μοίρες και να μην αναδύεται ο πυθμένας της γάστρας.

2. Η αιτιολόγηση της ευστάθειας πρέπει να περιλαμβάνει τα ακόλουθα δεδομένα και έγγραφα:

α) υπό κλίμακα σχέδια των πλωτών εξοπλισμών και των μηχανών εργασίας καθώς και τα λεπτομερή και συναφή στοιχεία τα οποία είναι απαραίτητα για τη δικαιολόγηση της ευστάθειας όπως π.χ. το περιεχόμενο των δεξαμενών, το άνοιγμα το οποίο παρέχει πρόσβαση στο εσωτερικό του πλοίου 7

β) υδροστατικά στοιχεία ή καμπύλες 7

γ) καμπύλες βραχίονες ροπής στατικής ευστάθειας στο μέτρο που απαιτείται σύμφωνα με την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου ή σύμφωνα με το άρθρο 17.08 7

δ) περιγραφή των καταστάσεων χρήσης με αντίστοιχα στοιχεία αναφορικά με το βάρος και το κέντρο βάρους συμπεριλαμβανομένης της άφορτης κατάστασης του εξοπλισμού για τη μεταφορά του 7

ε) υπολογισμό των ροπών κλίσης, θέσης και ανόρθωσης με ένδειξη των γωνιών κλίσης και θέσης καθώς και των αντίστοιχων υπολειμματικών αποστάσεων ασφαλείας και ύψους εξάλων 7

στ) σύνολο των αποτελεσμάτων των υπολογισμών με ένδειξη των ορίων χρήσης και φόρτωσης.

3. Η επαλήθευση της ευστάθειας πρέπει να βασίζεται στις ακόλουθες συνθήκες φόρτωσης:

α) ειδικό βάρος των προϊόντων βυθοκαθαρισμού όσον αφορά τις βυθοκόρους: άμμος και

- χαλίκια: 1,5 t/m³,

- πολύ υγρές άμμοι: 2,0 t/m³,

- χώματα, κατά μέσο όρο: 1,8 t/m³,

- μείγματα άμμου και νερού στους αγωγούς: 1,3 t/m³ 7

β) για τις βυθοκόρους με γάντζο, οι τιμές που αναφέρονται στο στοιχείο α) πρέπει να αυξηθούν κατά 15 % 7

γ) για τις υδραυλικές βυθοκόρους, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η μέγιστη ισχύς ανύψωσης.

4.1. Η βεβαίωση της ευστάθειας πρέπει να λάβει υπόψη τις ροπές οι οποίες προκύπτουν από:

α) το φορτίο 7

β) την ασυμμετρική κατασκευή 7

γ) την πίεση του ανέμου 7

δ) την περιστροφή κατά την πορεία όσον αφορά τον αυτοπροωθούμενο εξοπλισμό 7

ε) το εγκάρσιο ρεύμα σε μέτρο που αυτό είναι απαραίτητο 7

στ) το έρμα και τα εφόδια 7

ζ) τα φορτία καταστρώματος και, ενδεχομένως, την φόρτωση 7

η) των ελεύθερων επιφανειών που καταλαμβάνονται από υγρά 7

θ) τις δυνάμεις αδρανείας 7

ι) τις άλλες μηχανικές εγκαταστάσεις 7

Οι ροπές οι οποίες μπορεί να επενεργήσουν ταυτόχρονα πρέπει να προστίθενται.

4.2. Η ροπή η οποία προκύπτει από την πίεση του ανέμου πρέπει να υπολογισθεί σύμφωνα με τον ακόλουθο τύπο:

Mv = c 7 pv 7 S (lv + >NUM>T

>DEN>2

) [kNm].

Στον τύπο αυτόν:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

4.3. Για τον καθορισμό των ροπών που οφείλονται στην περιστροφή εν πλώ που αναφέρεται στην παράγραφο 4.1, στοιχείο δ), για τον αυτοπροωθούμενο εξοπλισμό που πλέει ελεύθερα, πρέπει να χρησιμοποιηθεί ο τύπος του άρθρου 15.04 παράγραφος 6.

4.4. Η ροπή η οποία προκύπτει από το εγκάρσιο ρεύμα το οποίο αναφέρεται στην παράγραφο 4.1 στοιχείο ε) πρέπει να ληφθεί υπόψη αποκλειστικά για τον πλωτό εξοπλισμό ο οποίος κατά τη λειτουργία είναι αγκυροβολημένος ή δεμένος εγκάρσια στο ρεύμα.

4.5. Για τον υπολογισμό των ροπών που προκύπτουν από το υγρό έρμα και τις υγρές προμήθειες οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 4.1 στοιχείο στ), στον υπολογισμό πρέπει να καθορισθεί ο δυσμενέστερος βαθμός πλήρωσης των δεξαμενών και η αντίστοιχη ροπή.

4.6. Η ροπή η οποία προκύπτει από τις δυνάμεις αδρανείας η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 4.1 στοιχείο θ) πρέπει να ληφθεί υπόψη κατάλληλα εάν οι κινήσεις του φορτίου και των συσκευών του εξοπλισμού ενδέχεται να επηρεάσουν την ευστάθεια.

5. Για τον πλωτό εξοπλισμό με κάθετα πλευρικά τοιχώματα, η ροπή επανόρθωσης μπορεί να υπολογιστεί με τον ακόλουθο τύπο,

Mr = 10 7 D 7 >ΑΡΧΗ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

>ΤΕΛΟΣ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

7 sin φ [kNm].

Στον τύπο αυτόν:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Ο τύπος αυτός εφαρμόζεται σε γωνίες κλίσης έως 10 μοίρες ή σε γωνίες κλίσης οι οποίες αντιστοιχούν στη βύθιση της άκρης του καταστρώματος ή στην ανάδυση του άκρου του καταστρώματος. Από την άποψη αυτή, καθοριστική είναι η μικρότερη γωνία. Για τα πλάγια πλευρικά τοιχώματα, ο τύπος εφαρμόζεται σε γωνίες έως 5 μοίρες 7 για τις άλλες περιπτώσεις, εφαρμόζονται οι οριακές συνθήκες των παραγράφων 3 και 4.

Εάν το ειδικό σήμα του ή των εξοπλισμών δεν επιτρέπει αυτήν την απλούστευση, απαιτούνται οι καμπύλες των βραχιόνων ροπής που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

Άρθρο 17.08 Αιτιολόγηση της ευστάθειας σε περίπτωση μειωμένου υπολειμματικού ύψους εξάλων

Εάν ληφθεί υπόψη ένα υπολειμματικό ύψος εξάλων σύμφωνα με το άρθρο 17.05 παράγραφος 3, πρέπει να επαληθευτεί για όλες τις καταστάσεις λειτουργίας:

α) ότι μετά τη διόρθωση για τις επιφάνειες ελεύθερες υγρών, το μετακεντρικό ύψος δεν είναι μικρότερο από 15 cm 7

β) ότι για τις γωνίες κλίσης από 0 μοίρες έως 30 μοίρες υπάρχει ένας βραχίονας ροπής τουλάχιστον

0,30 - 0,28 7 φn [m]

όπου φn είναι η γωνία κλίσης από την οποία οι βραχίονες ροπής αποκτούν αρνητικές τιμές (όριο ευστάθειας) 7 δεν μπορεί να είναι κατώτερη από 20 μοίρες ή 0,35 rad και δεν πρέπει να εισάγεται στον τύπο για περισσότερο από 30 μοίρες ή 0,52 rad με μονάδα φn το ακτίνιο (rad) (1 μοίρα = 0,01745 rad) 7

γ) ότι το άθροισμα των γωνιών κλίσης και θέσης δεν υπερβαίνει τις 10 μοίρες 7

δ) ότι παραμένει μία υπολειμματική απόσταση ασφαλείας κατά την έννοια του άρθρου 17.06 7

ε) ότι παραμένει ένα υπολειμματικό ύψος εξάλων 0,05 m τουλάχιστον 7

στ) ότι για τις γωνίες κλίσης από 0 μοίρες έως 30 μοίρες, παραμένει ένας υπολειμματικός βραχίονας ροπής τουλάχιστον

0,20 - 0,23 7 φn [m]

όπου φn είναι η γωνία κλίσης από την οποία η καμπύλη του βραχίονα ροπής λαμβάνει αρνητικές τιμές 7 δεν πρέπει να εισάγεται στον τύπο για περισσότερο από 30 μοίρες ή 0,52 rad.

Ως υπολειμματικός βραχίονας ροπής, νοείται η μέγιστη υπάρχουσα διαφορά, μεταξύ 0 και 30 μοιρών μεταξύ καμπύλης βραχίονα ροπής της επανόρθωσης και της καμπύλης του βραχίονα ροπής πρόσπτωσης. Εάν το νερό φθάσει ένα άνοιγμα του πλοίου προς τα έξω για μία γωνία κλίσης κατώτερης εκείνης που αντιστοιχεί στη μέγιστη διαφορά μεταξύ των καμπύλων βραχίονα ροπής λαμβάνεται υπόψη ο βραχίονας ροπής ο οποίος αντιστοιχεί σε αυτή τη γωνία κλίσης.

Άρθρο 17.09 Βυθοσημάνσεις και κλίμακες βυθίσματος

Πρέπει να τίθενται βυθοσημάνσεις και κλίμακες βυθίσματος σύμφωνα με τα άρθρα 4.04 και 4.06.

Άρθρο 17.10 Πλωτός εξοπλισμός χωρίς αιτιολόγηση ευστάθειας

1. Ο ακόλουθος πλωτός εξοπλισμός μπορεί να εξαιρεθεί από την εφαρμογή των άρθρων 17.04 έως 17.08:

α) ο πλωτός εξοπλισμός οι εγκαταστάσεις του οποίου δεν μπορεί με κανένα τρόπο να αλλάξουν την κλίση ή τη θέση 7 και

β) ο πλωτός εξοπλισμός του οποίου μία μετακίνηση του κέντρου βάρους αποκλείεται απολύτως.

2. Πάντως,

α) για το μέγιστο φορτίο, η απόσταση ασφαλείας πρέπει να είναι 300 mm τουλάχιστον και το ύψος εξάλων 150 mm τουλάχιστον 7

β) όσον αφορά τα ανοίγματα τα οποία δεν μπορεί να κλεισθούν στεγανά στις ψεκάδες και στην κακοκαιρία, η απόσταση ασφαλείας πρέπει να είναι 500 mm τουλάχιστον.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 18 ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΣΚΑΦΗ ΕΡΓΟΤΑΞΙΟΥ

Άρθρο 18.01 Όροι λειτουργίας

Τα σκάφη τα οποία ορίζονται ως σκάφη εργοταξίου στο πιστοποιητικό το οποίο αναφέρεται στο παράρτημα III ή IV μπορεί να πλέουν έξω από τα εργοτάξια άφορτα μόνο. Η απαγόρευση αυτή πρέπει να εγγράφεται στο πιστοποιητικό.

Για το σκοπό αυτό τα σκάφη εργοταξίου πρέπει να είναι εφοδιασμένα με βεβαίωση της αρμόδιας αρχής σχετικά με τη διάρκεια και τη γεωγραφική οριοσήμανση του εργοταξίου στο οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί το σκάφος.

Άρθρο 18.02 Εφαρμογή του μέρους II

Εκτός αντίθετων διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου, η ναυπήγηση και ο εξοπλισμός σκαφών εργοταξίου πρέπει να ανταποκρίνονται στα κεφάλαια 3 έως 14 του μέρους II.

Άρθρο 18.03 Παρεκκλίσεις

1. α) Το άρθρο 3.03 παράγραφος 1 εφαρμόζεται κατ' αναλογία 7

β) τα κεφάλαια 5 και 6 εφαρμόζονται κατ' αναλογία στο μέτρο το οποίο το σκάφος είναι εφοδιασμένο με ίδια μέσα προώθησης 7

γ) το άρθρο 10.02 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β) εφαρμόζεται κατ' αναλογία 7

δ) το όργανο επιθεώρησης μπορεί να χορηγήσει παρεκκλίσεις από τις λοιπές διατάξεις σχετικά με τη ναυπήγηση, τον εξοπλισμό, και τον εξαρτισμό στο βαθμό τον οποίο αποδεικνύεται ισοδύναμη ασφάλεια σε κάθε περίπτωση.

2. Το όργανο επιθεώρησης μπορεί να επιτρέψει παρέκκλιση από τις ακόλουθες διατάξεις:

α) του άρθρου 8.06 παράγραφοι 2 έως 8, έαν δεν προβλέπεται πλήρωμα 7

β) του άρθρου 10.01 παράγραφοι 1 και 3, εάν το σκάφος εργοταξίου μπορεί να αγκυροβολήσει ή να προσδεθεί σε πασσάλους με ασφαλή τρόπο. Πάντως τα σκάφη εργοταξίου τα οποία είναι εξοπλισμένα με ίδια μέσα προώθησης πρέπει να είναι εφοδιασμένα με άγκυρα σύμφωνα με το άρθρο 10.01 παράγραφος 1, όπου ο συντελεστής Κ πρέπει να είναι ίσος προς 45 και Τ να λαμβάνεται ίσο προς το μικρότερο πλευρικό ύψος 7

γ) του άρθρου 10.02 παράγραφος 1 στοιχείο γ), εάν το σκάφος εργοταξίου δεν είναι εφοδιασμένο με ίδια μέσα προώθησης.

Άρθρο 18.04 Απόσταση ασφαλείας και ύψος εξάλων

1. Εάν ένα σκάφος εργοταξίου χρησιμοποιείται ως φορτηγίδα με άνοιγμα στον πυθμένα ή ως βυθοκόρος αποξήρανσης, η απόσταση ασφαλείας έξω από τη ζώνη του κύτους πρέπει να είναι 300 mm τουλάχιστον και το ύψος εξάλων 150 mm τουλάχιστον. Το όργανο επιθεώρησης μπορεί να επιτρέψει μικρότερο ύψος εξάλων εάν παρασχεθεί απόδειξη με υπολογισμό ότι η ευστάθεια επαρκεί για ένα φορτίο ειδικού βάρους 1,5 t/m³ και ότι καμία πλευρά του καταστρώματος δεν φθάνει το νερό. Πρέπει να ληφθεί υπόψη η επίδραση του υγρού φορτίου.

2. Όσον αφορά τα σκάφη εργοταξίου τα οποία δεν αναφέρονται στην παράγραφο 1, εφαρμόζονται κατ' αναλογία οι διατάξεις των άρθρων 4.01 και 4.02. Το όργανο επιθεώρησης μπορεί να επιτρέψει διατάξεις παρεκκλίσεως για την απόσταση ασφαλείας και το ύψος των εξάλων.

Άρθρο 18.05 Λέμβοι

Τα σκάφη εργοταξίου δεν οφείλουν να διαθέτουν λέμβους εάν

α) δεν είναι εφοδιασμένα με μέσα προώθησης ή

β) στο εργοτάξιο υπάρχει άλλη λέμβος.

Η παρέκκλιση αυτή πρέπει να εγγράφεται στο πιστοποιητικό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 19 ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΠΟΤΑΜΟΠΛΟΙΑ ΔΙΩΡΥΓΑΣ (χωρίς περιεχόμενο)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 20 ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΠΟΝΤΟΠΟΡΑ ΠΛΟΙΑ (χωρίς περιεχόμενο)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 21 ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΑΘΛΗΤΙΚΑ ΣΚΑΦΗ

Άρθρο 21.01 Γενικές διατάξεις

Μόνο τα άρθρα 21.02 και 21.03 εφαρμόζονται στα αθλητικά σκάφη όσον αφορά τη ναυπήγηση και τον εξοπλισμό.

Άρθρο 21.02 Εφαρμογή του μέρους II

Τα αθλητικά σκάφη πρέπει να ικανοποιούν τις ακόλουθες διατάξεις:

1. Το άρθρο 3.01 το άρθρο 3.02 παράγραφος 2 στοιχείο α), το άρθρο 3.02 παράγραφος 2, το άρθρο 3.03 παράγραφος 1 στοιχείο α), το άρθρο 3.03 παράγραφος 6 και το άρθρο 3.04 παράγραφος 1 7

2. το κεφάλαιο 5 7

3. το άρθρο 6.01 παράγραφος 1 και το άρθρο 6.08 7

4. το άρθρο 7.01 παράγραφοι 1 και 2, το άρθρο 7.02, το άρθρο 7.03 παράγραφοι 1 και 2, το άρθρο 7.04 παράγραφος 1, το άρθρο 7.05 παράγραφος 2 και το άρθρο 7.13 όσον αφορά τα αθλητικά σκάφη τα οποία έχουν εγκριθεί για την οδήγηση με ραντάρ από ένα μόνο άτομο 7

5. το άρθρο 8.01 παράγραφο 1 και 2, το άρθρο 8.02 παράγραφοι 1 και 2, το άρθρο 8.03 παράγραφοι 1 και 3, το άρθρο 8.04, το άρθρο 8.05 παράγραφοι 1 έως 9 και 11, το άρθρο 8.06 παράγραφοι 1, 2, 5, 7 και 10, το άρθρο 8.07 παράγραφος 1, και το άρθρο 8.08 7

6. το άρθρο 9.01 παράγραφος 1 κατ' αναλογία 7

7. το άρθρο 10.01 παράγραφοι 2, 3 και 5 έως 14, το άρθρο 10.02 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως γ), το άρθρο 10.02 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως ζ) και η), το άρθρο 10.03 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και δ): πάντως στο σκάφος πρέπει να βρίσκονται δύο πυροσβεστήρες τουλάχιστον 7 το άρθρο 10.03 παράγραφοι 2 έως 5 και το άρθρο 10.05 7

8. το κεφάλαιο 13 7

9. το κεφάλαιο 14.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 22 ΕΥΣΤΑΘΕΙΑ ΤΩΝ ΠΛΟΙΩΝ ΠΟΥ ΜΕΤΑΦΕΡΟΥΝ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΚΙΒΩΤΙΑ

Άρθρο 22.01 Γενικές διατάξεις

1. Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου εφαρμόζονται στα πλοία τα οποία μεταφέρουν εμπορευματοκιβώτια όταν τα έγγραφα σχετικά με την ευστάθεια απαιτούνται σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες αστυνόμευσης στα κράτη μέλη.

Τα έγγραφα σχετικά με την ευστάθεια πρέπει να επαληθεύονται και να θεωρούνται από ένα όργανο επιθεώρησης.

2. Τα έγγραφα σχετικά με την ευστάθεια πρέπει να παρέχουν πληροφορίες κατανοητές από τον οδηγό σχετικά με την ευστάθεια του πλοίου για κάθε περίπτωση φόρτωσης των εμπορευματοκιβωτίων.

Τα έγγραφα σχετικά με την ευστάθεια πρέπει να περιλαμβάνουν τουλάχιστον:

α) τους πίνακες των επιτρεπόμενων συντελεστών ευστάθειας, τις επιτρεπόμενες τιμές KG ή τα επιτρεπόμενα ύψη κέντρου βάρους της φόρτωσης 7

β) τα στοιχεία σχετικά με τους όγκους τα οποία μπορεί να πληρωθούν με νερό έρματος 7

γ) τα έντυπα για τον έλεγχο της ευστάθειας 7

δ) ένα παράδειγμα υπολογισμού ή οδηγίες χρήσης για τον οδηγό.

3. Στην περίπτωση πλοίων τα οποία ενδέχεται να μεταφέρουν, εναλλακτικά, στερεωμένα ή μη στερεωμένα εμπορευματοκιβώτια, απαιτούνται χωριστά έγγραφα ευστάθειας για τη μεταφορά στερεωμένων εμπορευματοκιβωτίων και τη μεταφορά μη στερεωμένων εμπορευματοκιβωτίων.

4. Ένα φορτίο εμπορευματοκιβωτίων θεωρείται ως στερεωμένο όταν κάθε μεμονωμένο εμπορευματοκιβώτιο είναι στερεά συνδεδεμένο στη γάστρα του πλοίου με οδηγοδρόμους ή συρματόσχοινα συγκράτησης και η θέση του δεν μπορεί να αλλάξει κατά τον πλου.

Άρθρο 22.02 Οριακές συνθήκες και τρόπος υπολογισμού για την αιτιολόγηση της ευστάθειας των πλοίων που μεταφέρουν μη στερεωμένα εμπορευματοκιβώτια

1. Στην περίπτωση των μη στερεωμένων εμπορευματοκιβωτίων, κάθε τρόπος υπολογισμού ο οποίος εφαρμόζεται για τον καθορισμό της ευστάθειας του πλοίου πρέπει να συμμορφώνεται στις ακόλουθες οριακές συνθήκες:

α) το μετακεντρικό ύψος >ΑΡΧΗ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

>ΤΕΛΟΣ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

δεν πρέπει να είναι μικρότερο από 1,00 m 7

β) υπό τη συνδυασμένη ενέργεια της κεντρόφυγου δύναμης η οποία προκύπτει από την περιστροφή του πλοίου, της πίεσης του ανέμου, και των ελεύθερων επιφανειών που καταλαμβάνονται από το νερό, η γωνία πρόσπτωσης δεν πρέπει να είναι μεγαλύτερη από 5 μοίρες και η πλευρά του καταστρώματος δεν πρέπει να είναι βυθισμένη 7

γ) ο βραχίονας ροπής της πρόσπτωσης που προκύπτει από την κεντρόφυγο δύναμη η οποία οφείλεται στην περιστροφή του πλοίου πρέπει να καθορίζεται σύμφωνα με τον ακόλουθο τύπο:

hKZ = cKZ 7 >NUM>v2

>DEN>LF

7 (>ΑΡΧΗ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

>ΤΕΛΟΣ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

- >NUM>T'

>DEN>2

) [m]

Στον τύπο αυτόν:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

δ) ο βραχίονας ροπής πρόσπτωσης ο οποίος προκύπτει από την πίεση του ανέμου πρέπει να καθορίζεται σύμφωνα με τον ακόλουθο τύπο:

hKW = ckw 7 >NUM>A'

>DEN>D'

7 (lW + >NUM>T'

>DEN>2

) [m]

Στον τύπο αυτόν:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

ε) ο βραχίονας ροπής πρόσπτωσης ο οποίος προκύπτει από τις ελεύθερες επιφάνειες οι οποίες είναι εκτεθειμένες στο νερό βροχής και στα υγρά απόβλητα στο εσωτερικό του κύτους ή του διπλού δαπέδου πρέπει να καθορίζεται σύμφωνα με τον ακόλουθο τύπο:

hKfO = >NUM>cKfO

>DEN>D'

7 Σ (b 7 l 7 [b - 0,55 √ b)] [m].

Στον τύπο αυτόν:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

στ) για κάθε περίπτωση φόρτωσης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το ήμισυ του εφοδιασμού σε καύσιμα και σε γλυκό νερό.

2. Η ευστάθεια ενός πλοίου φορτωμένου με μη στερεωμένα εμπορευματοκιβώτια θεωρείται επαρκής όταν το αποτελεσματικό KG είναι κατώτερο ή ίσο προς το KGzul το οποίο προκύπτει από τον τύπο. Το KGzul πρέπει να υπολογίζεται για τα διάφορα εκτοπίσματα που καλύπτουν το σύνολο των πιθανών βυθισμάτων:

α) >ΑΡΧΗ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

>ΤΕΛΟΣ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

zul = >NUM"ΑΡΧΗ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

>ΤΕΛΟΣ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

+ >NUM>BF

>DEN>2F

7 (Z 7 >NUM>Tm

>DEN>2

- hKW - hKfO)

>DEN>

>NUM>BF

>DEN>2F

7 Z + l

[m]

Για την αναλογία >NUM>ΒF

>DEN>2F

δεν μπορεί να ληφθεί τιμή κατώτερη από 11,5 (11,5 = >NUM>l/

>DEN>tan5 °

).

β) >ΑΡΧΗ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

>ΤΕΛΟΣ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

zul = >ΑΡΧΗ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

>ΤΕΛΟΣ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

- 1,00 [m]

Καθοριστική είναι η μικρότερη τιμή του >ΑΡΧΗ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

>ΤΕΛΟΣ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

zul σύμφωνα με τον τύπο α) ή τον τύπο β).

Στους τύπους αυτούς:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

3. Τύπος προσέγγισης για το >ΑΡΧΗ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

>ΤΕΛΟΣ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

Όταν δεν υπάρχει σχέδιο καμπυλών, η τιμή >ΑΡΧΗ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

>ΤΕΛΟΣ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

για τον υπολογισμό σύμφωνα με την παράγραφο 2 και το άρθρο 22.03, μπορεί να καθορισθεί π.χ. με βάση τους ακόλουθους τύπους προσέγγισης:

α) πλοίο με σχήμα ποντονίου:

>ΑΡΧΗ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

>ΤΕΛΟΣ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

= >NUM>B²F

>DEN> (12,5 - >NUM>Tm

>DEN>H

) 7 Tm

+ >NUM>Tm

>DEN>2

[m]

β) άλλα πλοία:

>ΑΡΧΗ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

>ΤΕΛΟΣ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

= >NUM>B²F

>DEN> (12,7 - 1,2 7 >NUM>Tm

>DEN>H

) 7 Tm

+ >NUM>Tm

>DEN>2

[m]

Άρθρο 22.03 Οριακές συνθήκες και τρόπος υπολογισμού για την αιτιολόγηση της ευστάθειας πλοίων που μεταφέρουν στερεωμένα εμπορευματοκιβώτια

1. Στην περίπτωση στερεωμένων εμπορευματοκιβωτίων, ο τρόπος υπολογισμού ο οποίος εφαρμόζεται για τον καθορισμό της ευστάθειας του πλοίου πρέπει να συμμορφώνεται στις ακόλουθες οριακές καταστάσεις:

α) το μετακεντρικό >ΑΡΧΗ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

>ΤΕΛΟΣ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

δεν πρέπει να είναι μικρότερο από 0,50 m 7

β) υπό τη συνδυασμένη ενέργεια της φυγόκεντρου δυνάμεως η οποία προκύπτει από την περιστροφή του πλοίου, της πίεσης του ανέμου, και των ελεύθερων επιφανειών οι οποίες είναι κατειλημμένες από το νερό, δεν πρέπει να είναι καταδυμένο κανένα άνοιγμα της γάστρας 7

γ) οι βραχίονες των ροπών πρόσπτωσης που προκύπτουν από την κεντρόφυγο δύναμη η οποία οφείλεται στην περιστροφή του πλοίου, της πίεσης του ανέμου, και των ελευθέρων επιφανειών που εκτίθενται στο νερό πρέπει να καθορίζονται σύμφωνα με τους τύπους που αναφέρονται στο άρθρο 22.02 παράγραφος 1 στοιχεία γ) έως ε) 7

δ) για κάθε περίπτωση φόρτωσης, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το ήμισυ του εφοδιασμού σε καύσιμα και γλυκό νερό.

2. Η σταθερότητα του πλοίου φορτωμένου με στερεωμένα εμπορευματοκιβώτια θεωρείται επαρκής εάν το αποτελεσματικό είναι κατώτερο ή ίσο προς το KGzul που προκύπτει από τον τύπο, όταν το KGzul για τα διάφορα εκτοπίσματα που προκύπτουν από την πιθανή αλλαγή του ύψους.

a) KGzul = >NUM"ΑΡΧΗ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

>ΤΕΛΟΣ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

- >NUM>I - i

>DEN>2∀

(1 - 1,5 >NUM>F

>DEN>F'

) + 0,75 >NUM>BF

>DEN>F'

(Z 7 >NUM>Tm

>DEN>2

- hKW - hKfO )

>DEN>0,75 7 >NUM>BF

>DEN>F'

7 Z + l

[m].

Για την αναλογία >NUM>BF

>DEN>F'

δεν μπορεί να ληφθεί τιμή μικρότερη από 6,6 και

για την αναλογία >NUM>I - i

>DEN>2∀

7 (1 - 1,5 >NUM>F

>DEN>F'

) δεν μπορεί να ληφθεί τιμή μικρότερη από 0.

β) KGzul = >ΑΡΧΗ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

>ΤΕΛΟΣ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

- 0,50 [m].

Καθοριστική είναι η μικρότερη τιμή του KGzul σύμφωνα με τους τύπους α) και β).

Εκτός από τους όρους οι οποίοι ερμηνεύθηκαν παραπάνω, στους τύπους αυτούς:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

3. Τύπος προσέγγισης για το Ι

Όταν δεν υπάρχει σχέδιο καμπυλών, η τιμή η οποία είναι αναγκαία για τον υπολογισμό της ροπής Ι της πλευρικής αδράνειας της ισάλου γραμμής μπορεί να ληφθεί με βάση τους ακόλουθους τύπους προσέγγισης.

α) πλοία σε σχήμα ποντονίου:

I = >NUM>B2F 7 ∀

>DEN>(12,5 - >NUM>Tm

>DEN>H

) 7 Tm [m4];

β) άλλα πλοία:

I = >NUM>B2F 7 ∀

>DEN>(12,7 - 1,2 7 >NUM>Tm

>DEN>H

) 7 Tm [m].

Άρθρο 22.04 Διαδικασία για την εκτίμηση της ευστάθειας στο πλοίο

Η διαδικασία για την εκτίμηση της ευστάθειας μπορεί να καθορισθεί με βάση τα έγγραφα τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 22.01 παράγραφος 2.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 22Α ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΠΛΟΙΑ ΜΗΚΟΥΣ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΥ ΑΠΟ 110 m

Άρθρο 22Α.01 Εφαρμογή του μέρους Ι

Εκτός από τις διατάξεις του άρθρου 2.03 παράγραφος 3, όσον αφορά τα πλοία μήκους μεγαλύτερου από 110 m, με εξαίρεση τα ποντοπόρα πλοία, το όργανο επιθεώρησης το οποίο οφείλει να εκδώσει μεταγενέστερα το πιστοποιητικό πρέπει να ενημερωθεί από τον πλοιοκτήτη ή τον αντιπρόσωπό του πριν την έναρξη της ναυπήγησης. Το εν λόγω όργανο διενεργεί επιθεωρήσεις κατά τη διάρκεια της ναυπήγησης. Μπορεί να μην διενεργήσει επιθεωρήσεις κατά το στάδιο της ναυπήγησης εφόσον παρασχεθεί βεβαίωση, πριν την έναρξη της ναυπήγησης, με την οποία αναγνωρισμένος νηογνώμονας βεβαιώνει ότι εποπτεύει την ναυπήγηση.

Άρθρο 22Α.02 Εφαρμογή του μέρους ΙΙ

Όσον αφορά τα πλοία μήκους μεγαλύτερου από 110 m, εκτός από το μέρος ΙΙ εφαρμόζονται τα άρθρα 22Α.03 έως 22Α.05.

Άρθρο 22Α.03 Στιβαρότητα, πλευστότητα και ευστάθεια

1. Όσον αφορά τα επιβατηγά πλοία, πέραν του κεφαλαίου 15, η επαρκής στιβαρότητα της γάστρας κατά την έννοια του άρθρου 3.02 παράγραφος 1 στοιχείο α), πρέπει να αποδειχθεί με βεβαίωση αναγνωρισμένου νηογνώμονα.

2. Όσον αφορά όλα τα άλλα πλοία μήκους μικρότερου από 110 m, εφαρμόζονται οι παράγραφοι 4 έως 7.

3. Η επαρκής στιβαρότητα της γάστρας, κατά την έννοια του άρθρου 3.02 παράγραφος 1 στοιχείο α), και η επαρκής στιβαρότητα στις ροπές κάμψης (διαμήκης, εγκάρσια, και τοπική στιβαρότητα), λαμβανομένου υπόψη του ιδιαίτερου τρόπου ναυπήγησης που αναφέρεται στην παράγραφο 5, πρέπει να αποδειχθούν με βεβαίωση αναγνωρισμένου νηογνώμονα.

4. Το πλοίο πρέπει να κατασκευασθεί με διπλή γάστρα και διπλά πλευρικά τοιχώματα, και διπλό πυθμένα στη ζώνη του κύτους:

α) η απόσταση μεταξύ του περιβλήματος του πλοίου και του πλευρικού τοιχώματος του κύτους πρέπει να είναι τουλάχιστον 0,60 m.

β) το ύψος του διπλού πυθμένα πρέπει να είναι τουλάχιστον 0,40 m.

5. Η επάρκεια της πλευστότητας και της ευστάθειας σε περίπτωση αβαρίας πρέπει να αποδειχθούν για τη δυσμενέστερη κατάσταση φόρτωσης. Για το στάδιο μετά την αβαρία πρέπει να ληφθούν υπόψη οι ακόλουθες υποθέσεις:

α) τα εσωτερικά διαφράγματα του κύτους καθώς και το διάφραγμα σύγκρουσης και τα διαφράγματα μεταξύ του κύτους και του μηχανοστασίου θεωρούνται ως ανέπαφα 7

β) όσον αφορά τη διαπερατότητα λαμβάνονται υπόψη οι ακόλουθες τιμές:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

γ) όσον αφορά την απόδειξη με υπολογισμό θα ληφθεί υπόψη καταρχήν ότι ένα μόνο διαμέρισμα έχει πλημμυρίσει. Στο τμήμα της διπλής γάστρας θα θεωρηθεί ότι δύο τουλάχιστον γειτνιάζοντα διαμερίσματα κατά τη διαμήκη κατεύθυνση έχουν πλημμυρίσει. Το εύρος της διαμήκους αβαρίας θα ληφθεί ίσο προς 0,10 L 7

δ) όταν η ζώνη των μηχανοστασίων δεν είναι κατασκευασμένη με διπλό τοίχωμα σύμφωνα με την παράγραφο 5, το πλοίο θα πρέπει να παραμείνει στην επιφάνεια σε περίπτωση που πλημμυρίσει το μηχανοστάσιο.

Στο τελικό στάδιο του πλημμυρίσματος που αναφέρεται στα στοιχεία γ) ή δ) θα πρέπει να παραμείνει μία υπολειμματική απόσταση ασφαλείας 100 mm και η γωνία πρόσπτωσης του πλοίου δεν πρέπει να υπερβεί τις 5 μοίρες.

Η απόδειξη του υπολογισμού θεωρείται ότι έχει παρασχεθεί όταν παρουσιασθούν υπολογισμοί με τα θετικά αποτελέσματα που αναφέρονται στη σημείωση του περιθωρίου 110 295 του κανονισμού για τη μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων στο Ρήνο (ADNR).

6. Όσον αφορά τα πλοία τα οποία μεταφέρουν εμπορευματοκιβώτια θα ληφθεί, εξάλλου, υπόψη η επίδραση της πίεσης του ανέμου και των ελεύθερων επιφανειών οι οποίες είναι κατειλημμένες από το νερό. Όσον αφορά τα πλοία τα οποία μεταφέρουν μη στερεωμένα εμπορευματοκιβώτια, η πλευρά του καταστρώματος δεν πρέπει να είναι βυθισμένη στην τελική θέση της ισαλογραμμής μετά το πλημμύρισμα.

7. Εάν είναι απαραίτητο προκειμένου να ικανοποιηθεί η παράγραφος 6, θα πρέπει να επανακαθορισθεί το επίπεδο του μέγιστου βυθίσματος.

Άρθρο 22Α.04 Ικανότητα ελιγμών

Τα πλοία μήκους μεγαλύτερου από 110 m πρέπει να έχουν επαρκή πλωιμότητα και ικανότητα ελιγμών κατά την έννοια του κεφαλαίου 5 επίσης, όταν είναι άφορτα.

Άρθρο 22Α.05 Συμπληρωματικός εξοπλισμός

Τα πλοία μήκους μεγαλύτερου από 110 m πρέπει:

α) να είναι εξοπλισμένα με μηχανισμό πρωραίων ελίκων πηδαλιουχίας ο οποίος διευθύνεται από τιμονιέρα ελάχιστης ισχύος 250 kW, ο οποίος είναι αποτελεσματικός επίσης όταν το πλοίο είναι άφορτο 7

β) - να έχουν εγκαταστάσεις προώθησης δύο ελίκων με δύο μηχανές ή

- να έχουν εγκατάσταση προώθησης με έλικα και ένα πρωραίο μηχανισμό έλικα πηδαλιουχίας σύμφωνα με το στοιχείο α) ο οποίος είναι αποτελεσματικός κατά την εγκάρσια και διαμήκη κατεύθυνση, ελάχιστης ισχύος 500 kW 7

γ) να έχουν ένα μόνιμα στερεωμένο σύστημα άντλησης σύμφωνα με το άρθρο 8.06 7

δ) να είναι εφοδιασμένα με εγκατάσταση ραντάρ ναυσιπλοΐας με δείκτη περιστροφής σύμφωνα με το άρθρο 7.06 παράγραφος 1.

Άρθρο 22Α.06 (χωρίς περιεχόμενο)

Άρθρο 22Α.07 Εφαρμογή του μέρους IV σε περίπτωση μετασκευής

Στα πλοία τα οποία μετασκευάζονται σε πλοία μήκους μεγαλύτερου από 110 m το όργανο επιθεώρησης μπορεί να εφαρμόσει το κεφάλαιο 24 μόνο με βάση ειδικές συστάσεις της Επιτροπής μετά από διαβούλευση με την επιτροπή η οποία προβλέπεται στο άρθρο 19 της οδηγίας.

Με βάση τις συστάσεις αυτές, το όργανο επιθεώρησης μπορεί να επιτρέψει παρεκκλίσεις από το άρθρο 22Α.03, σύμφωνα με το άρθρο 2.19 παράγραφος 1.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 23 ΠΛΗΡΩΜΑΤΑ

Άρθρο 23.01 (χωρίς περιεχόμενο)

Άρθρο 23.02 (χωρίς περιεχόμενο)

Άρθρο 23.03 (χωρίς περιεχόμενο)

Άρθρο 23.04 (χωρίς περιεχόμενο)

Άρθρο 23.05 Τρόποι λειτουργίας

Διακρίνονται οι ακόλουθοι τρόποι λειτουργίας:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

ΜΕΡΟΣ IV

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 24 ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 24.01 Ισχύς των παλαιών πιστοποιητικών επιθεώρησης

Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 2.09 παράγραφος 2, τα πιστοποιητικά τα οποία χορηγήθηκαν με βάση προδιαγραφές οι οποίες ίσχυαν έως τις 30 Ιουνίου 1998 παραμένουν εν ισχύ έως την ημερομηνία εκπνοής η οποία εγγράφεται στο πιστοποιητικό.

Άρθρο 24.02 Ανανέωση των παλαιών πιστοποιητικών

1. Τα πλοία τα οποία την 1η Ιουλίου 1998 είναι εφοδιασμένα με εν ισχύ πιστοποιητικό, βρίσκονται στο στάδιο της ναυπήγησης ή μετασκευής, και τα οποία δεν ανταποκρίνονται πλήρως στις διατάξεις της οδηγίας, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 98/. . ./ΕΚ:

α) πρέπει να συμμορφωθούν σε αυτές τις προθεσμίες και σύμφωνα με τις μεταβατικές διατάξεις που αναφέρονται στον πίνακα που ακολουθεί 7

β) πρέπει να ανταποκρίνονται, στην εκδοχή της παρούσας εν ισχύ οδηγίας πριν τις τροποποιήσεις που επιφέρει η οδηγία 98/. . ./ΕΚ.

2. Στον πίνακα, ο όρος:

- «N.R.T.» σημαίνει ότι η προδιαγραφή δεν εφαρμόζεται σε πλοία εν υπηρεσία εκτός και αν τα σχετικά τμήματα έχουν αντικατασταθεί ή μετασκευασθεί, δηλαδή η προδιαγραφή εφαρμόζεται αποκλειστικά και στα νέα πλοία, στα τμήματα τα οποία έχουν αντικατασταθεί και στα τμήματα τα οποία έχουν μετασκευασθεί. Εάν τα υπάρχοντα τμήματα έχουν αντικατασταθεί με ανταλλακτικά ή με ανανέωση, ιδίας τεχνικής και κατασκευής, δεν πρόκειται για αντικατάσταση «R» κατά την έννοια των παρόντων μεταβατικών διατάξεων,

- «Ανανέωση του πιστοποιητικού» σημαίνει ότι η προδιαγραφή πρέπει να πληρούται κατά την επόμενη ανανέωση της διάρκειας ισχύος του πιστοποιητικού μετά την 1η Ιουλίου 1998. Εάν το πιστοποιητικό εκπνεύσει μεταξύ 1ης Ιουλίου 1998 και 30ής Ιουνίου 1999, η προδιαγραφή είναι, πάντως, δεσμευτική μόνο από την 1η Ιουλίου 1999.

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Οι τιμές εφαρμόζονται για μία απόσταση ελασμάτων πυθμένα α ≤ 500 mm. Σε περίπτωση μεγαλύτερης απόστασης, το ελάχιστο πάχος πρέπει να πολλαπλασιαστεί με το συντελεστή

>NUM>απόσταση [mm]

>DEN>500

.

Σε περίπτωση ενδιάμεσου μήκους του πλοίου, οι τιμές του ελάχιστου πάχους πρέπει να παρεμβληθούν γραμμικά. Το ελάχιστο πάχος σε συνάρτηση του βυθίσματος πρέπει να επαληθευτεί σύμφωνα με το άρθρο 3.02 παράγραφος 1 στοιχείο β) τύπος 2.

(1) 1. Οι μόνιμα στερεωμένες πυροσβεστικές εγκαταστάσεις με διοξείδιο του άνθρακος οι οποίες έχουν τοποθετηθεί πριν την 1η Ιανουαρίου 1985 εξακολουθούν να επιτρέπονται με τον όρο ότι ανταποκρίνονται σε ισχύουσες εθνικές διατάξεις.

2. Οι μόνιμα στερεωμένες πυροσβεστικές εγκαταστάσεις οι οποίες λειτουργούν με αλογόνο 1301 (CBrF3) οι οποίες έχουν εγκατασταθεί πριν την 1η Ιουλίου 1998 εξακολουθούν να επιτρέπονται.

3. Το άρθρο 10.03 παράγραφος 5 στοιχείο β) εφαρμόζεται μόνο εάν οι εγκαταστάσεις αυτές τοποθετήθηκαν σε πλοία των οποίων η τρόπιδα κατεβλήθη μετά την 1η Ιανουαρίου 1999.

(2) Η προδιαγραφή ισχύει για τα πλοία των οποίων η τρόπιδα κατεβλήθη μετά την 1η Ιανουαρίου 1996 και για τα πλοία τα οποία είναι σε υπηρεσία με τους ακόλουθους όρους:

Σε περίπτωση ανανέωσης του συνόλου της ζώνης του κύτους, πρέπει να τηρηθούν οι προδιαγραφές του άρθρου 11.04.

Σε περίπτωση μετασκευής η οποία αφορά όλο το μήκος της ζώνης του πλευρικού διαδρόμου και η οποία τροποποιεί το ελεύθερο πλάτος του πλευρικού διαδρόμου:

α) το άρθρο 11.04 πρέπει να τηρηθεί όταν το ελεύθερο πλάτος του πλευρικού διαδρόμου έως ύψος 0,90 m το οποίο διατίθετο πριν την μετασκευή, πρέπει να μειωθεί,

β) το ελεύθερο πλάτος του πλευρικού διαδρόμου έως ύψος 0,90 m ή το ελευθερο ύψος πάνω από τον πλευρικό διάδρομο που ήταν διαθέσιμα πριν τη μετασκευή, δεν πρέπει να μειωθούν εάν οι διαστάσεις τους είναι μικρότερες από εκείνες οι οποίες προβλέπονται από το άρθρο 11.04.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΓΙΑ ΠΛΟΙΑ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΝΑΥΣΙΠΛΟΪΑΣ (Άρθρο 3 της οδηγίας)

>ΑΡΧΗ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΠΛΟΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΝΑΥΣΙΠΛΟΪΑΣ

(Χώρος για το έμβλημα του κράτους)

ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ / ΣΦΡΑΓΙΔΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΑΡΙΘ. . Εκδόθηκε στ . . . . . . την

.

Επιτροπή επιθεώρησης

.

.

(Υπογραφή)

Παρατηρήσεις:

Το σκάφος μπορεί, δυνάμει του παρόντος πιστοποιητικού, να χρησιμοποιηθεί μόνο όταν βρίσκεται στο κράτος που αναφέρεται στο πιστοποιητικό.

Σε περίπτωση σημαντικής μετασκευής ή επισκευής, το σκάφος πρέπει, πριν οποιοδήποτε νέο ταξίδι, να υποβληθεί σε ειδική επιθεώρηση.

Ο πλοιοκτήτης ή ο αντιπρόσωπός του πρέπει να γνωστοποιήσει οποιαδήποτε αλλαγή όσον αφορά το όνομα ή την ιδιοκτησία του σκάφους, κάθε νέα καταμέτρηση καθώς και κάθε αλλαγή του επίσημου αριθμού, του αριθμού νηολόγησης ή του λιμένα νηολόγησης, σε μία επιτροπή επιθεώρησης και να της αποστείλει το πιστοποιητικό επίσκεψης προς τροποποίηση.

Σφραγίδα>ΤΕΛΟΣ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Vα

Οποιεσδήποτε πρόσθετες τεχνικές προδιαγραφές για πλοία τα οποία χρησιμοποιούν εσωτερικές πλωτές οδούς της ζώνης 1 ή/και της ζώνης 2, οι οποίες υιοθετούνται από τα κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας, περιορίζονται στα ακόλουθα θέματα:

Ζώνη 2

- Ελάχιστο ύψος εξάλων

- Απόσταση ασφαλείας

- Στεγανότητα και αντοχή κλείστρων παραθύρων, θυρών, φινιστρινιών, στομίων κύτους κ.λπ.

- Εξοπλισμός αγκυρών, συμπεριλαμβανομένου του μήκους των αλυσίδων αγκυρών

- Φωτεινά σήματα και κόρνες κινδύνου

- Πυξίδες

- Εγκαταστάσεις ραδιοδέκτη- ραδιοπομπού (VHF)

- Σωσίβιες λέμβοι και σωσίβιος εξοπλισμός

- Διαθεσιμότητα ναυτικών χαρτών

Ζώνη 1

Εκτός από τις απαιτήσεις για τη ζώνη 2, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να απαιτούν:

- μεγαλύτερο ύψος εξάλων και μεγαλύτερη απόσταση ασφαλείας,

- απόδειξη, ενδεχομένως, διαμέσου ειδικής βεβαίωσης αναγνωρισμένου νηογνώμονα, ότι το σκάφος είναι αρκετά ανθεκτικό και ευσταθές προκειμένου να αντιμετωπίζει τις επικρατούσες συνθήκες κυμάτων.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Vβ

Οποιεσδήποτε μειωμένες απαιτήσεις για σκάφη τα οποία χρησιμοποιούν τις εσωτερικές πλωτές οδούς της ζώνης 4 μόνο, οι οποίες υιοθετούνται από τα κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 3 της παρούσας οδηγίας, περιορίζονται στα ακόλουθα θέματα:

Ζώνη 4

- Ελάχιστο ύψος εξάλων

- Απόσταση ασφαλείας

- Εξοπλισμός αγκυρών, συμπεριλαμβανομένου του μήκους των αλυσίδων αγκυρών

- Ελάχιστη ταχύτητα

- Σωσίβιος εξοπλισμός και σωσίβιοι λέμβοι

Είναι δυνατόν να επιτραπούν απλουστευμένες απαιτήσεις κατασκευής για σκάφη τα οποία χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για τη μεταφορά εμπορευμάτων ή επιβατών σε μια αυστηρά περιορισμένη περιοχή.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΓΙΑ ΤΑ ΠΛΟΙΑ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΝΑΥΣΙΠΛΟΪΑΣ (Άρθρο 11 της οδηγίας)

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>