Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών για το «Πρόγραμμα δράσης ("Ατζέντα 2000"): χρηματοδότηση της ΕΕ μετά το 1999 λαμβανομένων υπόψη των προοπτικών διεύρυνσης και των προκλήσεων του 21ου αιώνα»
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 064 της 27/02/1998 σ. 0040
Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών για το «Πρόγραμμα δράσης ("Ατζέντα 2000"): χρηματοδότηση της ΕΕ μετά το 1999 λαμβανομένων υπόψη των προοπτικών διεύρυνσης και των προκλήσεων του 21ου αιώνα» (98/C 64/06) Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ, έχοντας υπόψη την απόφαση που έλαβε την 11η Ιουνίου 1997 σύμφωνα με το άρθρο 198 Γ παράγραφος 4 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, να αναθέσει την προετοιμασία της γνωμοδότησης με θέμα «Πρόγραμμα δράσης ("Ατζέντα 2000"): χρηματοδότηση της ΕΕ μετά το 1999 λαμβανομένων υπόψη των προοπτικών διεύρυνσης και των προκλήσεων του 21ου αιώνα» στην επιτροπή 1 «Περιφερειακή ανάπτυξη, οικονομική ανάπτυξη, τοπικά και περιφερειακά οικονομικά» 7 έχοντας υπόψη το έγγραφο της Επιτροπής με τίτλο: «Ατζέντα 2000: για μια ισχυρότερη και διευρυμένη Ένωση» [COM(97) 2000 τελικό] 7 έχοντας υπόψη το σχέδιο γνωμοδότησης (CDR 303/97 rιv. 2) που υιοθέτησε η επιτροπή 1, στις 3 Οκτωβρίου 1997 (CDR 303/97 rιv. 2) (Εισηγητές: ο κ. Behrendt και η κ. Nielsen) 7 υιοθέτησε κατά την 20ή σύνοδο ολομέλειας της 19ης και 20ής Νοεμβρίου 1997 (συνεδρίαση της 20ής Νοεμβρίου 1997), την ακόλουθη γνωμοδότηση. 1. Εισαγωγή 1.1. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κατόπιν αιτήματος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Δεκεμβρίου 1995, υπέβαλε στις 16 Ιουλίου 1997, το έγγραφο «Ατζέντα 2000: για μια ισχυρότερη και διευρυμένη Ευρώπη». Η Επιτροπή, αμέσως μετά την ολοκλήρωση της διακυβερνητικής διάσκεψης, υπέβαλε σε ένα ενιαίο έγγραφο μια ανακοίνωση σχετικά με το μελλοντικό χρηματοδοτικό πλαίσιο, στην οποία συνεκτιμώνται οι προοπτικές διεύρυνσης. Κατ'αυτόν τον τρόπο, ολοκληρώνεται η διεύρυνση του θεσμικού και του συμβατικού πλαισίου της ΕΕ, που επέφερε η διακυβερνητική διάσκεψη. Τούτο σχετίζεται σαφώς με την κύρωση από τα κράτη μέλη της Συνθήκης του Άμστερνταμ. 1.2. Η ΕΤΠ εκφράζει το ενδιαφέρον της για την προσπάθεια της Επιτροπής να αναλύσει με μια πολύπλοκη προσέγγιση το ζήτημα της χρηματοδότησης των καθηκόντων της Επιτροπής όσον αφορά τη διεύρυνση προς Ανατολάς, τη διασφάλιση της ικανότητας ανάληψης δράσης τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, τη διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας και τη δημιουργία περισσότερων θέσεων απασχόλησης. Παράλληλα, καθίσταται σαφές ότι οι εκκρεμείς αποφάσεις σχετικά με τη μελλοντική χρηματοδότηση της ΕΕ απαιτούν μια πολύπλοκη εκτίμηση της ολοκλήρωσης και ότι η διεύρυνση μόνη δεν μπορεί να αποτελέσει την ώθηση για τις απαραίτητες προσαρμογές, μεταρρυθμίσεις και μεταβολές της ΕΕ. 2. Χρηματοδοτικό πλαίσιο 2000-2006 2.1. Για τη χρηματοδότηση του έργου της ΕΕ για την περίοδο 2000-2006, η Επιτροπή, στην προτεινόμενη Ατζέντα, προβλέπει νέο χρηματοδοτικό πλαίσιο ύψους 745,5 δισεκατομμυρίων Ecu (χρηματοδότηση υποχρεώσεων με βάση τις τμές του 1997). Ο ετήσιος μέσος όρος ανέρχεται σε 106, 5 δισεκατομμύρια Ecu έναντι του ανώτατου ορίου δαπανών 97,8 δισεκατομμυρίων Ecu για το 1999, τελευταίο έτος της χρηματοδοτικής πρόβλεψης που υιοθέτησε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Εδιμβούργου το 1992. Ακόμη, χρειάζεται να ληφθεί υπόψη ότι η Επιτροπή υπολογίζει ότι το 2002 θα ενταχθούν τα πρώτα νέα μέλη και ότι από την περίοδο αυτή προβλέπονται επίσης αντίστοιχες αυξήσεις του προϋπολογισμού. Για τα έτη 2000 και 2001, προβλέπεται να αυξηθεί το ανώτατο όριο των δαπανών κατά 2 δισεκατομμύρια Ecu. Η ΕΤΠ θεωρεί ότι τα όρια δαπανών που προτείνει η Επιτροπή αποτελούν ορθή αφετηρία για την υιοθέτηση μιας συμβιβαστικής λύσης στις διαπραγματεύσεις, με την οποία να επιγχάνεται εξισορρόπηση των απαιτήσεων για περικοπές δαπανών σε εθνικό επίπεδο, της δημοσιονομικής πειθαρχείας σε όλα τα επίπεδα και της ανάγκης κατάλληλης χρηματοδότησης της ΕΕ και των πολιτικών της. 2.2. Στο μελλοντικό χρηματοδοτικό πλαίσιο, η κοινή γεωργική πολιτική θα απορροφήσει το 44,2 % των δαπανών, η ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής το 36,9 και οι εξωτερικές και εσωτερικές πολιτικές μόλις το 7 %. Οι δαπάνες για τη διοίκηση και τα αποθέματα ανέρχονται στο 5,4 %. Η ΕΤΠ επισημαίνει ότι με αυτή τη διάρθρωση των δαπανών, μπορούν να ληφθούν υπόψη οι άμεσες ανάγκες των περιφερειακών και τοπικών οργανισμών από περιοχές με καθυστέρηση στην ανάπτυξη και προβλήματα διαρθρωτικών μεταβολών, υπογραμμίζει όμως ότι εξακολουθεί να είναι απαραίτητο να προωθηθεί η ανάπτυξη της πολιτικής οικονομικής και κοινωνικής συνοχής, προκειμένου να περιοριστούν οι διαφορές των περισσότερο μειονεκτικών περιφερειών. Παράλληλα όμως, μόνο ένα συγκριτικά πολύ μικρό ποσοστό των κοινοτικών δαπανών προορίζεται για την ενίσχυση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης της προώθησης της έρευνας, της τεχνολογίας και της καινοτομίας. Μακροπρόθεσμα, χρειάζεται να εξετασθεί εάν η διάρθρωση του κοινοτικού προϋπολογισμού ανταποκρίνεται στις στρατηγικές απαιτήσεις που αντιμετωπίζει η Ένωση. 2.3. Η ΕΤΠ εκφράζει την ικανοποίησή της διότι η Επιτροπή προτείνει ένα χρηματοδοτικό πλαίσιο που διατηρεί ως ανώτατο όριο δαπανών το 1,27 % του ΑΕΠ, όπως ορίζει και η ισχύουσα απόφαση για τους ίδιους πόρους. Η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι οι κοινοτικές δαπάνες μπορούν να αυξηθούν μόνο σε συνάρτηση με την πραγματοποιούμενη οικονομική ανάπτυξη της ΕΕ και ότι ενόψει της δημοσιονομικής κατάστασης και των περικοπών δαπανών σε όλα τα κράτη μέλη, είναι απαραίτητο να αξιοποιηθεί κάθε δυνατότητα εξοικονόμησης πόρων. 2.4. Η Επιτροπή βασίζει το χρηματοδοτικό πλαίσιο στην υποθετική εκτίμηση ότι η ετήσια οικονομική ανάπτυξη θα είναι 2,5 % για τα 15 κράτη μέλη και 4 % για τις υποψήφιες χώρες. Αυτές οι οικονομικές προβλέψεις συνοδεύονται από ορισμένη αβεβαιότητα και ότι στο εσωτερικό της ίδιας της Ανακοίνωσης «Agenda 2000» υιοθετούνται προβλέψεις δημογραφικού χαρακτήρα και εξέλιξης της συνολικής προσφοράς εργασίας που δεν είναι καθόλου συνεκτικές με αυτή την αισιόδοξη υπόθεση οικονομικής ανάπτυξης, είναι ικανοποιητικό το γεγονός ότι η ίδια η Επιτροπή δεν προβλέπει την χρησιμοποίηση του ανώτατου ορίου ιδίων πόρων. Οι δαπάνες που προβλέπει η Επιτροπή ανέρχονται μόλις στο 1,24 % του ΑΕΠ της ΕΕ για την περίοδο 2000-2001 και στο 1,22 % για τα επόμενα έτη. Με αυτό το περιθώριο, μπορούν να αντιμετωπισθούν διακυμάνσεις στην οικονομική ανάπτυξη που να υπερβαίνουν το 2 %. 2.5. Ένα άλλο περιθώριο ελιγμών προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ των δαπανών που προβλέπονται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό και των προβλεπόμενων ανώτατων ορίων δαπανών. Για παράδειγμα, η Επιτροπή εκτιμά ότι στο σχέδιο προϋπολογισμού για το 1999, οι ίδιοι πόροι θα χρησιμοποιηθούν σε ποσοστό 1,15 % του ΑΕΠ, αν και τα στοιχεία που αναφέρονται στην πρόταση για το χρηματοδοτικό πλαίσιο του 1999 θεσπίζεται ανώτατο όριο ύψους 1,25 % του ΑΕΠ. Η ΕΤΠ δεν τάσσεται υπέρ της μείωσης των ανώτατων ορίων που προβλέπονται στο χρηματοδοτικό πλαίσιο αλλά καλεί την Επιτροπή να δώσει εξηγήσεις σχετικά με τη διαφορά μεταξύ των στοιχείων του παρόντος προϋπολογισμού και των στοιχείων για το έτος 1999, εφόσον χρησιμοποιείται ως βάση του νέου χρηματοδοτικού πλαισίου. Ακόμη, η ΕΤΠ επισημαίνει οι πόροι που θα διατεθούν για το νέο χρηματοδοτικό πλαίσιο έχουν υπερεκτιμηθεί και ότι η Επιτροπή με τα διάφορα σχέδια προϋπολογισμού -όπως και για το τρέχον χρηματοδοτικό πλαίσιο - θα προβεί σε αναθεωρήσεις προς τα κάτω. Τούτο αφορά ιδιαίτερα την περίοδο μέχρι την ένταξη των πρώτων νέων μελών 7 διαφορετικά, οι πραγματικές αυξήσεις δαπανών σε ποσοστό άνω του 10 % θα ήταν απαράδεκτες σε σχέση με τις περικοπές που πλήττουν κυρίως τις περιφερειακές και τοπικές αρχές. 3. Μελλοντικό σύστημα χρηματοδότησης 3.1. Δεδομένου ότι οι απαραίτητες δαπάνες για την περίοδο των επόμενων χρηματοδοτικών προβλέψεων θα χρηματοδοτηθούν εντός των ισχυόντων ανώτατων ορίων του 1,27 % του ΑΕΠ, η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν υφίσταται ανάγκη, ούτε για τεχνικούς, ούτε για νομοθετικούς λόγους, για τροποποίηση της απόφασης για τους ίδιους πόρους, στην οποία βασίζεται το χρηματοδοτικό σύστημα. Η ΕΤΠ εκφράζει τη λύπη της διότι η Επιτροπή με αυτό το συμπέρασμα αφήνει να διαφανεί το περιεχόμενο της έκθεσης για τη λειτουργία του χρηματοδοτικού συστήματος, την οποία είναι υποχρεωμένη να καταρτίσει σύμφωνα με το άρθρο 10 της απόφασης για τους ίδιους πόρους της 31ης Οκτωβρίου 1994 και έχει ήδη ανακοινώσει ότι θα δημοσιεύσει το 1998. 3.2. Σύμφωνα με το άρθρο 10 της προαναφερθείσας απόφασης, η ανάλυση του χρηματοδοτικού συστήματος πρέπει να εξετάζει και το ζήτημα της επάρκειας των χρηματοδοτικών πόρων και το ανώτατο όριο των ίδιων πόρων αλλά και, ιδιαίτερα, αξιολόγηση της παρούσας και μελλοντικής χρηματοδοτικής σχέσης μεταξύ της ΕΕ και των κρατών μελών - συμπεριλαμβανομένης της ανάλυσης ενδεχόμενων ανισορροπιών στον προϋπολογισμό ορισμένων κρατών μελών καθώς και αξιολόγηση των διαφόρων πηγών ιδίων πόρων. Η ΕΤΠ θεωρεί ότι τα επιχειρήματα που προβάλλει για το θέμα αυτό, η Επιτροπή στην Ατζέντα 2000 δεν επαρκούν 7 συνεπώς, η ΕΤΠ καλεί την Επιτροπή να διευκρινίσει λεπτομερώς τη θέση της στην έκθεση που προβλέπεται να δημοσιευθεί το 1998. 3.3. Η ίδια η Επιτροπή παραδέχεται ότι πρέπει ακόμη να εξετασθεί εάν με το ισχύον σύστημα, οι εισφορές των κρατών μελών αντικατοπτρίζουν την οικονομική και χρηματοδοτική ισχύ τους. Το ζήτημα αυτό αποτελεί αντικείμενο έντονων συζητήσεων σε ορισμένα κράτη μέλη. Είναι απαραίτητο να ληφθούν σοβαρά οι συζητήσεις αυτές διότι έχουν επιπτώσεις στη λειτουργία της ΕΕ αλλά και στην αποδοχή που χαίρουν οι πολιτικές της και η εικόνα της στο κοινό. 3.4. Η ΕΤΠ υπογραμμίζει ότι η διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης δεν μπορεί να αξιολογηθεί απλώς με βάση τα έσοδα και τις δαπάνες του προϋπολογισμού και μάλιστα των πληρωμών και των επιστροφών από και προς τα κράτη μέλη. Εξάλλου, είναι θεμιτό να αναλύουν τα κράτη μέλη και η τοπική και περιφερειακή αυτοδιοίκηση, τις χρηματοδοτικές επιπτώσεις των αποφάσεων που λαμβάνονται σε κοινοτικό επίπεδο, όπως γίνεται και με τις αποφάσεις που λαμβάνονται σε εθνικό επίπεδο. Ωστόσο, η ΕΤΠ επισημαίνει ότι η υπερβολική μονομερής προσήλωση στο καθαρό όφελος, θα υποβαθμίσει την Ένωση σε ένα μηχανισμό μεταφοράς χρηματοδότησης κατ'αποκοπή και θα αφαιρέσει από τις κοινοτικές πολιτικές την ουσιαστική και υλική βάση τους. Αν και οι εισφορές των κρατών μελών στον προϋπολογισμό της Κοινότητας οφείλουν να βασίζονται στην οικονομική και χρηματοπιστωτική ισχύ τους, είναι απαραίτητο, όσον αφορά τις δαπάνες και, συγκεκριμένα τη χρηματοδότηση προς τα κράτη μέλη, να δίνεται προτεραιότητα στη σύγκλιση. 3.5. Επίσης, η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να σημειωθούν παροδικές ανισορροπίες στον προϋπολογισμό, οι οποίες χρειάζεται να ληφθούν υπόψη στις εκτιμήσεις των συνεισφορών για τον κοινοτικό προϋπολογισμό. Συνεπώς, το χρηματοπιστωτικό σύστημα της ΕΕ θα μπορούσε να συμπληρωθεί από ένα γενικό διορθωτικό μηχανισμό για τις περιπτώσεις όπου οι χρηματοδοτικές εισφορές ενός κράτους μέλους υπερβαίνουν την οικονομική και χρηματοδοτική ισχύ του σε παράλογο επίπεδο. Η ΕΤΠ καλεί την Επιτροπή να συμπεριλάβει τις θέσεις αυτές στην έκθεση για το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Δεδομένου ότι η απόφαση για τους ίδους πόρους απαιτεί συμφωνία και κύρωση από όλα τα κράτη μέλη, τροποποιήσεις μπορούν να πραγματοποιηθούν μόνον με κοινή συναίνεση. Ωστόσο, με τον τρόπο αυτό δεν αποφεύγεται η ανάλυση και η διαπραγμάτευση των πιθανών προσθηκών. 4. Οικονομική και κοινωνική συνοχή 4.1. Η Επιτροπή των Περιφερειών επαναλαμβάνει, σχετικά με τα ζητήματα αυτά, τη θέση που υπερασπίστηκε στη γνωμοδότηση σχετικά με την Έκθεση της Επιτροπής όσον αφορά τις προόδους που σημειώθηκαν στην οικονομική και κοινωνική συνοχή (άρθρο 130 Β της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (), ιδίως όσον αφορά τη συνέχιση της προσπάθειας της πολιτικής συνοχής. Υπογραμμίζει, για άλλη μία φορά, ότι οι διαρθρωτικές πολιτικές της ΕΕ συνέβαλαν στην οικονομική και κοινωνική συνοχή βοηθώντας να αυξηθεί η οικονομική ανάπτυξη και δημιουργώντας νέες ευκαιρίες για τις λιγότερο ευνοημένες περιοχές ή για τη βιομηχανική παρακμή. 4.2. Η ΕΤΠ υπογραμμίζει ότι η πολιτική ενίσχυσης της οικονομικής και κοινωνικής σύγκλισης αποτελεί έναν από τους θεμέλιους λίθους της Ένωσης 7 ωστόσο, η αναμενόμενη διεύρυνση αποτελεί τεράστια πρόκληση για την πολιτική αυτή. Η ΕΤΠ υποστηρίζει την πρόταση της Επιτροπής όπως η μελλοντική διαρθρωτική πολιτική της Ένωσης τόσο στα 15 όσο και στα νέα κράτη μέλη, χρηματοδοτείται εντός των ισχυόντων ανώτατων ορίων για τους ίδιους πόρους και την τήρηση του ορίου του 0,46 % του ΑΕΠ της ΕΕ για διαρθρωτικές δαπάνες. 4.3. Συνεπώς, στο πλαίσιο της μελλοντικής διαρθρωτικής πολιτικής, θα διατεθούν 230 δισεκατομμύρια Ecu για τα 15 κράτη μέλη (209,7 δισ. Ecu για τα διαρθρωτικά ταμεία, 20,3 δισ. Ecu για το ταμείο συνοχής, σε τιμές 1997) και 38 δισεκατομμύρια Ecu για τα νέα κράτη μέλη καθώς και 7 δισεκατομμύρια Ecu για την προετοιμασία της ένταξης. Η πρόταση όσον αφορά τη χρηματοδότηση διασαφηνίζει ότι η διεύρυνση της ΕΕ δεν πρόκειται να πραγματοποιηθεί με δαπάνες των ασθενέστερων και προβληματικών περιοχών της Ένωσης. Παράλληλα, θα είναι δυνατόν να συμπεριληφθούν ισότιμα τα νέα κράτη μέλη στην κοινοτική πολιτική οικονομικής και κοινωνικής συνοχής και, συνεπώς, να συμμετάσχουν στην ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. 4.4. Η ΕΤΠ αναγνωρίζει ότι ο στόχος αυτός μπορεί να υλοποιηθεί μόνο εάν οι ενισχύσεις επικεντρωθούν στις περιφέρειες που παρουσιάζουν τις μεγαλύτερες ανάγκες και τα σοβαρότερα προβλήματα όσον αφορά την οικονομική και κοινωνική συνοχή. Με τη συγκέντρωση των πόρων διασφαλίζεται ότι για την περίοδο 2000-2006, ο μέσος όρος ενισχύσεων προς τις δικαιούχες περιφέρειες, δεν θα είναι χαμηλότερος από το επίπεδο του 1999. Για το λόγο αυτό, η ΕΤΠ εκφράζει την ικανοποίησή της διότι οι συνολικές μεταφορές πιστώσεων των διαρθρωτικών ταμείων και του ταμείου συνοχής δεν θα υπερβούν το 4 % του ΑΕΠ του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους. Με το ανώτατο αυτό όριο θα αποφευχθούν ενδεχόμενα προβλήματα απορρόφησης στα κράτη μέλη. 4.5. Όλες οι περιφέρειες, ιδίως οι φτωχότερες και πλέον απομακρυσμένες, θα αισθανθούν, σε αυξανόμενο αλλά και σε διαφορετικό βαθμό, τις οξυνόμες συνθήκες ανταγωνισμού λόγω της αυξανόμενης παγκοσμιοποίησης, π.χ. εξαιτίας της ελευθέρωσης της γεωργικής πολιτικής, της εσωτερικής αγοράς, της ΟΝΕ και της διεύρυνσης της Ένωσης. Για το λόγο αυτό, είναι ανάγκη να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες όλες οι περιφέρειες, ώστε να περιορισθούν συγχρόνως και οι αρνητικές κοινωνικές συνέπειες της εν λόγω προσαρμογής. 4.6. Η ΕΤΠ συμφωνεί με την Επιτροπή ότι πρέπει να συνεχισθεί η επικέντρωση της προσοχής στις διάφορες δυνατότητες των περιφερειών για τη δημιουργία μίας μόνιμης ανάπτυξης και την προσαρμογή τους στις νέες συνθήκες εργασίας, να συνεχισθεί η συνδυασμένη υποστήριξη για ισόρροπη γεωγραφική ανάπτυξη και ανάπτυξη των ανθρώπινων πόρων της ΕΕ και να δοθεί έμφαση σε μια ολοκληρωμένη αναπτυξιακή στρατηγική για την περιφέρεια που θα συνδυάζει αποδοτικές επενδύσεις οι οποίες θα ενδυναμώνονται από τους «ανθρώπινους πόρους». 4.7. Η ΕΤΠ επιβεβαιώνει την ανάγκη για συγκέντρωση των δράσεων. Η συγκέντρωση αυτή δεν πρέπει να συνδέεται με μια αυτόματη μείωση του «επιλέξιμου για ενίσχυση πληθυσμού». Μια εντονότερη συγκέντρωση των πόρων σε τομείς στους οποίους ειδικεύεται κάθε περιφέρεια είναι δυνατή και μέσω της διαφοροποίησης των επιπέδων ενίσχυσης. Συμφωνεί ότι χρειάζονται. Η ΕΤΠ συμφωνεί ότι χρειάζονται μεταβατικές ρυθμίσεις για τις περιφέρειες που χάνουν την ενίσχυση προκειμένου να διατηρηθούν τα μέχρι σήμερα επιτευχθέντα αποτελέσματα και για να συνεχισθεί η προσαρμογή τους στις νέες συνθήκες. Οι μεταβατικές ρυθμίσεις πρέπει να προετοιμασθούν να μην είναι αντίθετες με την αρχή της συγκέντρωσης. Η ΕΤΠ θα ζητήσει να καταστεί σαφές το περιεχόμενο αυτών των μεταβατικών ρυθμίσεων. 4.8. Η ΕΤΠ υποστηρίζει την πρόταση της Επιτροπής για: - ένα νέο Στόχο 1, ο οποίος θα δίνει μεγάλη προτεραιότητα στις ουραγούς περιφέρειες και θα περιλαμβάνει ειδικές ρυθμίσεις για τις αραιοκατοικημένες αρκτικές περιφέρειες και τις ιδιαίτερα απομακρυσμένες περιοχές, - ένα νέο Στόχο 2 για την οικονομική και κοινωνική προσαρμογή των περιφερειών της που υποφέρουν λόγω των οικονομικών μεταβολών και των διαρθρωτικών προβλημάτων στους τομείς της βιομηχανίας και των υπηρεσιών, των τοπικών περιοχών που βρίσκονται σε οικονομική ύφεση, των περιοχών που εξαρτώνται από την αλιεία και των αστικών περιοχών που διέρχονται κρίση, καθώς και - ένα νέο οριζόντιο Στόχο 3 που θα συντονίζει τους υπάρχοντες Στόχους 3 και 4, δηλ. τόσο την επαγγελματική ενσωμάτωση των πλέον εκτεθειμένων πληθυσμιακών ομάδων όσο και τη γενική αναβάθμιση της ποιότητας του εργατικού δυναμικού στις νέες συνθήκες ανταγωνισμού. Η πρόταση καθιστά δυνατή τη συγκέντρωση των περιφερειών και των προβληματικών ομάδων που έχουν μεγαλύτερες ανάγκες και, συγχρόνως, εκτιμά ότι περιφέρειες με διαρθρωτικά προβλήματα μπορεί να εμφανισθούν σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ. 4.9. Η ΕΤΠ θα ζητήσει να διασαφηνισθούν τα κριτήρια επιλεξιμότητας για το νέο Στόχο 2 και να διασαφηνισθούν τα κριτήρια επιλεξιμότητας για το νέο Στόχο 2, και να λαμβάνεται υπόψη, κατά τρόπο αποφασιστικό, το επίπεδο της ανεργίας και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, με την επιφύλαξη όποιων άλλων κοινωνικοοικονομικών δεικτών. Εξαιτίας των δυσχερειών, των οφειλόμενων στο γεγονός ότι οι αστικές και αγροτικές περιοχές αντιμετωπίζουν έντονα διαφορετικά προβλήματα στο πλαίσιο του ενιαίου καθεστώτος επιλεξιμότητας του νέου στόχου 2, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να διαθέτει τη δυνατότητα να καθορίζει προτεραιότητες επιλεξιμότητας ανάλογα με τα ιδιαίτερα προβλήματα και εντός ενός εύκαμπτου πλαισίου. Για το λόγο αυτό, πρέπει να καθορισθούν εφαρμόσιμα κριτήρια επιλεξιμότητας και έγκυροι δείκτες για την αντιμετώπιση των διαφορετικών προβλημάτων που συγκεντρώνονται σε μία περιοχή. Όσον αφορά έναν ειδικό στόχο για τις γεωργικές ζώνες, η Επιτροπή των Περιφερειών είναι της γνώμης ότι οι διαρθρωτικές πτυχές που ισχύουν για τον σημερινό στόχο 5β - χαμηλά γεωργικά εισοδήματα, υψηλό ποσοστό απασχολούμενων στη γεωργία, διάρθρωση των γεωργικών επιχειρήσεων, ευαισθησία των περιοχών και μεταρρυθμίσεις της ΚΓΠ - πρέπει να παραμένουν τα κυριώτερα κριτήρια για την οριοθέτηση των περιοχών που επωφελούνται από τα Διαρθρωτικά Ταμεία. Υπογραμμίζει ότι λόγω της πολύ χαμηλής πυκνότητας του πληθυσμού, στις αγροτικές ζώνες το ποσοστό ανεργίας περιορισμένα μπορεί να αποτελέσει κριτήριο για την αξιολόγηση της πραγματικής οικονομικής κατάστασης. 4.10. Η ΕΤΠ υποστηρίζει την πρόταση όπως στους νέους Στόχους 1 και 2 απλουστευθεί η δράση, λαμβάνοντας τη μορφή ενός πολυετούς προγράμματος ανά περιφέρεια. Η ΕΤΠ αποδίδει σημασία στη δημιουργία των δυνατοτήτων για ένα νέο Στόχο 3. Παρόμοια προγράμματα πρέπει να καταρτισθούν και να εποπτευθούν από σύμπραξη σε περιφερειακό επίπεδο, και μάλιστα με μεγαλύτερη οικονομική ευελιξία μεταξύ των ταμείων. 4.11. Η ΕΤΠ υποστηρίζει την πρόταση για διάθεση του 5 % του κονδυλίου της διαρθρωτικής πολιτικής στις πρωτοβουλίες της ΕΕ και την απλούστευση και περιορισμό του αριθμού τους. Το περιεχόμενο των κοινοτικών πρωτοβουλιών Interreg, Leader και Employment θα πρέπει, εν πάση περιπτώσει, να διατηρηθεί. Για την κοινοτική πρωτοβουλία Interreg, στην οποία αποδίδεται ιδιαίτερος ρόλος για την προετοιμασία για ένταξη των υποψήφιων χωρών και βάσει του προτύπου της οποίας θα αναπτυχθεί το πρόγραμμα Phare-CBC, πρέπει να προβλεφθεί επαρκής χρηματοδότηση για τη διασφάλιση της κοινοτικής διασυνοριακής συνεργασίας. Επιπλέον, προβλέπεται η διάθεση ποσοστού 1 % του κονδυλίου της διαρθρωτικής πολιτικής για πρότυπα προγράμματα και καινοτόμες δράσεις. Ιδίως οι τελευταίες συμβάλλουν στην περιφερειακή ανάπτυξη με την ανταλλαγή εμπειριών σχετικά με την υλοποίηση των πολιτικών της ΕΕ, οι οποίες επηρεάζουν την περιφερειακή ανάπτυξη και την ανταγωνιστική ικανότητα. Εκτός από τις θεματικές προτάσεις της Επιτροπής, χρειάζεται να προβλεφθεί και η δυνατότητα επιλογής μιας κοινοτικής πρωτοβουλίας, ως συνοδευτικού μέτρου στον τομέα της βιομηχανικής ή τομεακής μετατροπής, προκειμένου να καταστεί δυνατή η ευέλικτη αντιμετώπιση απρόβλεπτων και ευρέων διαρθρωτικών προβλημάτων σε περιφερειακή κλίμακα, τα οποία ενδέχεται να προκύψουν, μεταξύ άλλων, από την εκδήλωση τομεακών κρίσεων. 4.12. Εντούτοις, η ΕΤΠ θεωρεί ότι είναι καθοριστικής σημασίας για την παραγωγική αξία, τόσο για τις πρωτοβουλίες της ΕΕ όσο και για τις καινοτόμες δράσεις, ότι θα καταστεί δυνατή η δημιουργία ενός ευρέος φάσματος θεμάτων διαφόρων μορφών συνεργασίας και μεγάλων προγραμμάτων, που θα διασφαλίζουν με απλά και διαφανή κριτήρια, μία μη γραφειοκρατική εποπτεία και μία διοίκηση κοντά στους χρήστες, δηλ. τόσο αποκεντρωμένα όσο γίνεται. Όσον αφορά τα πιλοτικά προγράμματα, θα είναι ακόμη δυνατή η ενίσχυση σχεδίων μικρής εμβέλειας. 4.13. Η ΕΤΠ ζητεί από την Επιτροπή μία λεπτομερέστερη επεξήγηση της πρότασης για τη δημιουργία ενός αποθεματικού της τάξεως του 10 % των μέσων των διαρθρωτικών ταμείων, τα οποία θα διανεμηθούν, βάσει ενδιάμεσης αξιολόγησης, στις περιφέρειες που ακολούθησαν την πλέον αποτελεσματική πολιτική. Η ΕΤΠ θεωρεί ότι η πρόταση είναι πολύ προβληματική. 4.14. Η ΕΤΠ εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι, στο Πρόγραμμα Δράσης 2000 δεν έχουν δοθεί πιο εμπεριστατωμένα στοιχεία για την προσπάθεια που καταβάλλουν οι εταίροι. Σε διάφορα κράτη μέλη, τα όργανα τοπικών και περιφερειακών αρχών έχουν περιορισμένη επίδραση στην κατάρτιση των προγραμμάτων και στις συζητήσεις σχετικά με την έγκρισή τους. Η ΕΤΠ επαναλαμβάνει τη θέση της όσον αφορά το θέμα αυτό και αναθέτει στους εταίρους την πρωτοβουλία όσον αφορά το θέμα αυτό και παραπέμπει στις γνωμοδοτήσεις πρωτοβουλίας της για τις «Θέσεις των περιφερειών και των κοινοτήτων για τη χάραξη μιας ευρωπαϊκής διαρθρωτικής πολιτικής μετά το 1999» () και το «Ρόλο των περιφερειακών και τοπικών αρχών όσον αφορά την αρχή της εταιρικής σχέσης στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων» (). 4.15. Η Επιτροπή των Περιφερειών αναγνωρίζει ότι το Ταμείο Συνοχής έχει συμβάλει ουσιαστικά στην ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής στην επικράτεια της Κοινότητας και εκφράζει την ελπίδα ότι η εξέταση του ισχύοντος κανονισμού του Ταμείου που προβλέπεται πριν από τα τέλη του έτους 1999, να πραγματοποιηθεί με συνεκτίμηση των προτάσεων που περιλαμβάνονται στην Agenda 2000 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. 5. Γεωργική πολιτική 5.1. Κατά την περίοδο 2000-2006 προβλέπεται ότι οι δαπάνες για τη μεταρρύθμιση της γεωγικής πολιτικής θα ανέλθουν σε 329,2 δισεκατομμύρια Ecu (κατευθυντήριες γραμμές για τη γεωργία). Συνεπώς, οι δαπάνες για την ΚΓΠ αποτελούν το μεγαλύτερο κονδύλιο του κοινοτικού προϋπολογισμού (περίπου 45 %). Για τα νέα κράτη μέλη (συμπεριλαμβανομένης της ενίσχυσης για την προετοιμασία της ένταξης) χορηγείται από τον προϋπολογισμό για τη γεωργία, κονδύλιο ύψους 18,8 δισεκατομμυρίων Ecu. 5.2. Η Επιτροπή των Περιφερειών στηρίζει το στόχο που επιδιώκει η Επιτροπή, δηλαδή την ριζική μεταρρύθμιση της κοινής γεωργικής πολιτικής στα πλαίσια μιας γενικής προσέγγισης με την έννοια των συμφωνιών που επιτεύχθηκαν στη μεγάλη Συνάντηση Κορυφής του Συμβουλίου ενισχύοντας συγχρόνως μια παραγωγή που να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του περιβάλλοντος και της ποιότητας και στηρίζοντας επίσης την ανάπτυξη του γεωργικού χώρου. Ωστόσο και στο μέλλον το μεγαλύτερο μέρος του γεωργικού εισοδήματος θα πρέπει να προέρχεται από τα έσοδα των πωλήσεων. Η μείωση των τιμών σε επίπεδο παγκόσμιας αγοράς, όπως προτείνεται από την Επιτροπή, χωρίς ταυτόχρονη τήρηση των παγκόσμιων ελάχιστων προτύπων αντισταθμίζονται ανεπαρκώς, οδηγούν στην εξασθένιση της προστασίας της εγχώριας γεωργίας, και προσφέρουν άσκοπες διευκολύνσεις στους εταίρους της παγκόσμιας οργάνωσης εμπορίου οι οποίες αποδιοργανώνουν τη διαπραγματευτική θέση της Κοινότητας. Επιπλέον τα μέτρα αυτά διακυβεύουν τη γεωργία ορισμένων περιοχών, ιδιαίτερα στη Νότια Ευρώπη και κυρίως στη γεωργία των μικρών διαρθρώσεων και τη γεωργία που είναι προσανατολισμένη προς την καλλιέργεια ζωοτροφών. Οι αραιοκατοικημένες περιοχές που βρίσκονται στα βόρεια άκρα της Ευρώπης, οι ορεινές περιοχές καθώς και οι περιοχές με ειδικά προβλήματα, όπως π.χ. τις ιδιαίτερες κλιματικές συνθήκες, υπερόξινα εδάφη ή υπερβολικά σύντομες περίοδοι βλάστησης πρέπει να ληφθούν ιδιαίτερα υπόψη στα πλαίσια της μελλοντικής μεταρρύθμισης της κοινής γεωργικής πολιτικής. Για το λόγο αυτό η Επιτροπή των Περιφερειών επιδοκιμάζει την πρόταση της Ατζέντας 2000 να παραχωρήσει μια ιδιαίτερη προτεραιότητα στην προώθηση των μειονεκτικών περιοχών στα πλαίσια των συνοδευτικών μέτρων της κοινής γεωργικής πολιτικής παράλληλα με την γεωργία, που είναι φιλική προς το περιβάλλον τα μέτρα πρόωρης συνταξιοδότησης ή τα μέτρα για την πρώτη αναδάσωση. Η Επιτροπή των Περιφερειών εκφράζει ωστόσο την λύπη της για το γεγονός ότι η Ατζέντα 2000 δεν αναφέρει καθόλου τους νέους γεωργούς. Κρίνεται απαραίτητο να ληφθούν ιδιαίτερα υπόψη τα προβλήματα και οι προοπτικές των νέων γεωργών στα πλαίσια των προτάσεων για τη μεταρρύθμιση της κοινής γεωργικής πολιτικής. 5.3. Όσον αφορά τον χρηματοδοτικό σχεδιασμό της κοινής γεωργικής πολιτικής, η ΕΤΠ σημαίνει ότι, σύμφωνα με τις προτάσεις της Ατζέντα 2000 οι αντισταθμιστικές πληρωμές για τη γεωργία μπορεί να οδηγήσουν σε απαράδεκτη τόσο κοινωνικά όσο και οικονομικά, απώλεια εισοδήματος για τους αγρότες. Ιδιαίτερα δεν διευκρινίζεται εάν οι γεωργοί μπορούν να στηριχθούν σε μια αειφόρο χορήγηση αντισταθμιστικών πληρωμών οι οποίες θα τους επιτρέψουν να πραγματοποιούν επενδύσεις με προσανατολισμό το μέλλον. Ακόμη, η Επιτροπή προτείνει Ακόμη, η Επιτροπή προτείνει, επιπλέον από τις αντισταθμιστικές πληρωμές, να χρηματοδοτηθούν κατά την προσεχή περίοδο στο πλαίσιο μιας συνεκτικής πολιτικής για τις αγροτικές περιοχές, ενισχυμένα οριζόντια και συνοδευτικά μέτρα που θα οφελήσουν όλους τους πολίτες της Ένωσης. Η ΕΤΠ συμφωνεί ότι μια συνεκτική πολιτική για τις αγροτικές περιοχές πρέπει να εστιασθεί κατά προτεραιότητα σε μέτρα εναλλακτικής απασχόλησης, και κοινωνικού και περιβαλλοντικού χαρακτήρα, όπως π.χ. η ενισχυμένη εκμετάλλευση των εγχώριων και επιτόπου διατιθέμενων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. 5.4. Η ΕΤΠ καλεί την Επιτροπή να διασαφηνίσει τα μέτρα αυτά όσο το δυνατόν συντομότερα, διότι, στην αντίθετη περίπτωση, δεν είναι δυνατόν να εκτιμηθούν πλήρως οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις των προτεινόμενων εξελίξεων της ΚΓΠ. Η ΕΤΠ δίνει σημασία στις προθέσεις της Επιτροπής ότι τα μέτρα αυτά - μαζί με τις παρεμβάσεις για την ενίσχυση της αλιείας στις παράκτιες περιοχές - θα χρησιμοποιηθούν οριζοντίως και θα υλοποιηθούν αποκεντρωτικά στο κατάλληλο επίπεδο κατόπιν πρωτοβουλίας των κρατών μελών. 5.5. Η Επιτροπή των Περιφερειών υπενθυμίζει στην Επιτροπή τη γνωμοδότηση που εξέδωσε για την κοινή γεωργική πολιτική και την διεύρυνση προς ανατολάς στις 15 και 16 Ιανουαρίου 1997, και την καλεί να λάβει περισσότερο υπόψη την αρχή της επικουρικότητας και να ρυθμίσει ανάλογα τις εκτελεστικές αρμοδιότητες στο γεωργικό τομέα. Για το σκοπό αυτό θα πρέπει να τηρηθούν τόσο το κοινό νομικό πλαίσιο όσο και οι στόχοι της κοινής γεωργικής πολιτικής και να προβλεφθεί ικανοποιητικός αριθμός εναλλακτικών δυνατοτήτων. 5.6. Όσον αφορά τη διαρθρωτική πολιτική στον γεωργικό τομέα η ΕΤΠ επαναλαμβάνει την πρότασή της όσον αφορά την απλούστευση της κοινής γεωργικής πολιτικής προς την κατεύθυνση της εταιρικής σχέσης και παράλληλα, τη διαμόρφωση των μεθόδων εφαρμογής στα κράτη μέλη και στις περιφέρειες. Ακόμη, προτείνει την εγκατάλειψη της στρατηγικής που είχε ακολουθηθεί έως σήμερα όσον αφορά τη μεταρρύθμιση της κοινής γεωργικής πολιτικής, η οποία οδήγησε έως σήμερα σε πλήθος αντιφατικών εγγράφων. 5.7. Για την ύπαρξη συνοχής μεταξύ των διαφόρων αυτών μέσων είναι, ακριβώς, καθοριστικής σημασίας να ληφθούν ως αφετηρία μία ευρεία αναπτυξιακή στρατηγική και προγράμματα για κάθε περιφέρεια, τα οποία θα επεξεργασθούν σε περιφερειακές κυβερνήσεις με τη συμμετοχή των οικονομικών και κοινωνικών εταίρων. Οι περιφέρειες έχουν, εκ των προτέρων, την ευθύνη για το συντονισμό της ανάπτυξης των επαρχιών και των περιοχών που εξαρτώνται από την αλιεία, όσον αφορά τον προγραμματισμό, τα έργα υποδομής, την πρόοδο των επαγγελμάτων, την κοινωνική πολιτική και την πολιτική της αγοράς εργασίας, την προστασία του περιβάλλοντος και της φύσης. 5.8. Η ΕΤΠ τάσσεται με έμφαση υπέρ της διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς Ανατολάς το συντομότερο δυνατό, χωρίς όμως να διακυβευτεί η αποδοτικότητα των γεωργικών εκμεταλλεύσεων οικογενειακού χαρακτήρα. Σε αυτό το πλαίσιο υποστηρίζει την πρόθεση της Επιτροπής να προσαρμόσει τα ανώτατα όρια των αντισταθμιστικών πληρωμών που χορηγούνται στα πλαίσια της κοινής οργάνωσης των αγορών, στις ανάγκες της κάθε γεωργικής εκμετάλλευσης, ώστε η οικονομική υποστήριξη να αναλογεί στο κόστος. 5.9. Η ΕΤΠ συμφωνεί ότι τα φιλικά προς το περιβάλλον γεωργικά μέτρα έχουν μεγάλη σημασία για τη μόνιμη ανάπτυξη των περιοχών και υποστηρίζει την πρόταση για την ενίσχυση και στοχοθέτησή τους ώστε να τους διατεθούν περισσότερες πιστώσεις από τον προϋπολογισμό και, ενδεχομένως, με μεγαλύτερα ποσοστά συγχρηματοδότησης. Στις περιπτώσεις που τα μέτρα παρακολουθούνται σε περιφερειακό επίπεδο, είναι προφανές ότι υπάρχει δυνατότητα για μεγαλύτερη συνοχή μεταξύ των περιβαλλοντικών μέσων και των λοιπών διαρθρωτικών μέσων των περιοχών. Πρέπει όμως να γίνει διάκριση μεταξύ των μέτρων αυτών και εκείνων που εφαρμόζονται βάσει της πολιτικής για το καθεστώς αγοράς (αντισταθμιστικές καταβολές) και τις γεωργικές διαρθρώσεις 7 καθεμία από τις σχετικές κατηγορίες μέτρων πρέπει να θεωρείται και να εμπλουτίζεται ως ανεξάρτητο μέσο με διαφορετικούς στόχους. Μόνο έτσι θα παραμείνουν διαφανείς και κατανοητές για το κοινό οι δαπάνες που σχετίζονται με τη γεωργία. 5.10. Η Επιτροπή των Περιφερειών επιδοκιμάζει την προτεινόμενη από την Επιτροπή νέα αντίληψη του ρόλου των οργάνων για τη διαρθρωτική ενίσχυση της γεωργίας, και ιδιαίτερα επειδή βάσει αυτής θα καταστεί δυνατή στο μέλλον και η ενίσχυση κοινοτικών σχεδίων εκτός των περιοχών των στόχων. Ωστόσο, είναι απαραίτητο να διασφαλισθεί ότι θα παραμείνει αμετάβλητη η ουσία της προώθησης των γεωργικών διαρθρώσεων. 6. Διεύρυνση 6.1. Για το επόμενο χρηματοδοτικό πλαίσιο, η Επιτροπή προτείνει να διατεθούν για τα νέα κράτη μέλη 74,8 δισεκατομμύρια Ecu, σε τιμές 1997, (συμπεριλαμβανομένων των ενισχύσεων για την προετοιμασία της ένταξης). Η ΕΤΠ εκφράζει την ικανοποίησή της με την πρόταση και υπογραμμίζει την πολιτική, οικονομική και κοινωνική ανάγκη καθώς και την ιστορική ευκαιρτία που αποτελεί η διεύρυνση προς Ανατολάς για την ευρωπαϊκή ενοποίηση. Η ΕΤΠ εκφράζει την ικανοποίησή της διότι με αυτή τη θεμελιώδη πρόταση θα ενταθούν οι προετοιμασίες για την ένταξη, ιδίως όσον αφορά το διαρθρωτικό και τον αγροτικό τομέα, και ότι τα νέα μέλη εξαρχής θα επωφεληθούν ισότιμα από την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. 6.2. Προκειμένου να παραμείνουν οι προοπτικές ρεαλιστικές και άξιες χρηματοδότησης, η ΕΤΠ συμφωνεί με τη σταδιακή προσέγγιση της διαδικασίας διεύρυνσης, η οποία προβλέπει ότι η ένταξη θα εξαρτάται από τη συγκεκριμένη πρόοδο στις διαπραγματεύσεις ένταξης. Ωστόσο, προκειμένου να διατηρηθούν αξιόπιστες προοπτικές όσον αφορά την ένταξη στην ΕΕ άλλων ενδιαφερομένων κρατών, η ΕΤΠ επισημαίνει ότι η ΕΕ οφείλει να εντείνει τις προσπάθειές της για τη στήριξη των υποψηφίων χωρών που δεν μπορούν να ενταχθούν κατά την περίοδο 2000-2006, τόσο στο πλαίσιο του οργανωμένου διαλόγου όσο και στη σχεδιαζόμενη ευρωπαϊκή διάσκεψη. H ΕΤΠ τονίζει ότι η εκπλήρωση των κριτηρίων προσχώρησης που θέσπισε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Κοπεγχάγης παραμένει βασική προϋπόθεση για την προσχώρηση. 6.3. Η ΕΤΠ επισύρει την προσοχή στο γεγονός ότι η προτεινόμενη προενταξιακή βοήθεια συνδέεται με τη διαπεριφερειακή συνεργασία όσον αφορά τις χώρες της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης. Η διαπεριφερειακή συνεργασία αποτελεί μία σημαντική συμβολή και αλληλεγγύη στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την ανάπτυξη των οικονομικών και διοικητικών δυνατοτήτων σε αποκεντρωτικό επίπεδο. Αυτό αποτελεί προϋπόθεση προκεμένου να μπορέσουν τα μελλοντκά κράτη μέλη να συμβάλουν αλλά και να επωφεληθούν από τις πολιτικές της ΕΕ, τουλάχιστον από τη διαρθρωτική πολιτική, και για να εφαρμόσουν αποτελεσματικά τη νομοθεσία της ΕΕ, της οποίας το μεγαλύτερο μέρος εφαρμόζεται σήμερα σε αποκεντρωτικό επίπεδο. 6.4. Η ΕΤΠ παραπέμπει στη γνωμοδότησή της για τις «Επιπτώσεις στις κοινοτικές πολιτικές από την ένταξη των υποψηφίων χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης (Ανάλυση των επιπτώσεων)» (). 6.5. Σε σχέση με μια επιτυχή προενταξιακή στρατηγική για τα κράτη που επιθυμούν να προσχωρήσουν στην ΕΕ, η ΕΤΠ τονίζει πόσο σημαντικό είναι να ληφθούν υπόψη οι υφιστάμενες διαρθρωτικές ελλείψεις των κρατών μελών της ΕΕ, ιδίως σε μεθόριες περιοχές, οι οποίες ήταν αδύνατο να καλυφθούν ακόμη και μετά την πτώση του σιδηρούν παραπετάσματος. Συνεπώς, όσον αφορά τις περιφέρειες αυτές, πρέπει να εξετασθεί το ενδεχόμενο της εφαρμογής μέτρων διαρθρωτικού χαρακτήρα με στόχο την προσαρμογή τους στην τροποποιηθείσα κατάσταση. 7. Εσωτερική και εξωτερική πολιτική 7.1. Στο πρώτο μέρος της Ανακοίνωσης «Ατζέντα 2000», η Επιτροπή αναφέρεται στις εξελίξεις των διαφόρων εσωτερικών πολιτικών, οι οποίες στο μέλλον θα στρέφονται περισσότερο προς την ανάγκη διασφάλισης της γενικής ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας, της ανάπτυξης, νέων θέσεων απασχόλησης και σύγχρονων συστημάτων απασχόλησης. Για τις δαπάνες της σε αυτούς τους τομείς εσωτερικής πολιτικής, η Επιτροπή προτείνει ένα ανώτατο όριο 51 δισεκατομμυρίων Ecu (σε τιμές 1997), για την περίοδο 2000-2006. Το ποσό αυτό αντιστοιχεί στο 7,3 % των συνολικών δαπανών. Η Επιτροπή παραδέχεται ότι ο προϋπολογισμός για το 1999 παρέχει σημαντικό περιθώριο ελιγμών για αυτήν την κατηγορία δαπανών. Το περιθώριο αυτό είναι απαραίτητο διότι η εκτίμηση των χρηματοπιστωτικών επιπτώσεων της διεύρυνσης και των συνεπόμενων προσαρμογών στις διάφορες εσωτερικές πολιτικές είναι εξαιρετικά περίπλοκη. 7.2. Η ΕΤΠ φρονεί ότι οι τομείς της εσωτερικής πολιτικής, οι οποίοι εξετάζονται στο πρόγραμμα δράσης 2000, έχουν βασική σημασία για την περαιτέρω ανάπτυξη της ΕΕ. Σ'αυτό πρέπει να προστεθεί, ότι οι τοπικές και περιφερειακές αρχές διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο κατά την υλοποίηση των διαφόρων εσωτερικών πολιτικών, π.χ. στους εξής τομείς: βελτίωσης των επαγγελματικών συνθηκών των ΜΜΕ, π.χ. με την παροχή συμβουλών, την υλοποίηση των έργων υποδομής και των άλλων συνθηκών πλαισίου και της παραγωγής που θα είναι φιλική προς το περιβάλλον. Ανάπτυξη, διάδοση και εκμετάλλευση των «άϋλων» συνθηκών της ανάπτυξης και απασχόλησης, δηλ. καινοτόμο εκπαίδευση και επαγγελματική κατάρτιση. Εκσυγχρονισμός της αγοράς εργασίας και της πολιτικής για την απασχόληση στις οποίες η σύμπραξη μεταξύ τοπικών και περιφερειακών αρχών, του ιδιωτικού τομέα, και των εταίρων της αγοράς εργασίας μπορούν να αναπτύξουν και να εφαρμόσουν νέες στρατηγικές ανάπτυξης. 7.3. Όσον αφορά τις δαπάνες για τις εξωτερικές πολιτικές, η ΕΤΠ αναγνωρίζει ότι πρέπει να διατεθούν οι πόροι που απαιτούνται για τη χρηματοδότηση των δράσεων, δεδομένου ότι η Συνθήκη του Άμστερνταμ προσδίδει μεγαλύτερη βαρύτητα στην κοινή εξωτερική πολιτική και την πολιτική ασφάλειας και, ακόμη, δίνει τη δυνατότητα στην ΕΕ να ανταπεξέλθει στις διεθνείς υποχρεώσεις της πιο αποτελεσματικά. Η πρόταση της Επιτροπής προβλέπει δαπάνες ύψους 49,9 δισεκατομμυρίων Ecu για το σκοπό αυτό. Το ποσό αυτό αντιστοιχεί στο 7,1 % των συνολικών δαπανών και περιλαμβάνει αύξηση δαπανών ανάλογη περίπου με την προβλεπόμενη αύξηση του ΑΕΠ της ΕΕ. Η ΕΤΠ εκφράζει την ικανοποίησή της για την εξέλιξη αυτή, κυρίως διότι δίνει τη δυνατότητα στην ΕΕ να συνεχίσει σε εντατικότερο ρυθμό τη διεθνή συνεργασία, ιδίως με τους άμεσους γείτονές της (πρώην Σοβιετική Ένωση, πρώην Γιουγκοσλαβία, Αλβανία, χώρες της Μεσογείου, Τουρκία) καθώς και να συνεχίσει τις προσπάθειές της για την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας. 7.4. Ωστόσο, η ΕΤΠ διαπιστώνει ότι, όσον αφορά την εσωτερική και την εξωτερική πολιτική, το έγγραφο της Επιτροπής δυστυχώς δεν αναφέρεται επαρκώς στην εκτέλεση των προτεινόμενων χρηματοδοτικών σχεδίων. Για το λόγο αυτό, η ΕΤΠ καλεί την Επιτροπή να αιτιολογήσει λεπτομερέστερα και σε χωριστές ανακοινώσεις, τα χρηματοδοτικά σχέδια τόσο για την εσωτερική όσο και την εξωτερική πολιτική και να διαβουλευθεί με την ΕΤΠ, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της. 8. Τελικά συμπεράσματα 8.1. Η ΕΤΠ εκφράζει την ικανοποίησή της για το έγγραφο της Επιτροπής, το οποίο, αφενός, περιλαμβάνει περίπλοκη ανάλυση της χρηματοδότησης του έργου που θα αναλάβει η ΕΕ με τη διεύρυνση προς Ανατολάς, τη διασφάλιση της δυνατότητας της ΕΕ να αναλαμβάνει δράσει για θέματα τόσο εσωτερικής όσο και εξωτερικής πολιτικής, τη διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας και τη δημιουργία περισσότερων θέσεων απασχόλησης και, αφετέρου, δημιουργεί το απαραίτητο σύστημα για την ολοκλήρωση. 8.2. Η ΕΤΠ εκφράζει την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι η Επιτροπή προτείνει ένα χρηματοδοτικό πλαίσιο, το οποίο περιορίζει το ανώτατο όριο δαπανών στο 1,27 % του ΑΕΠ της ΕΕ, όπως ορίζει η εν ισχύι απόφαση για τους ίδιους πόρους. Ακόμη, η ΕΤΠ εκφράζει την ικανοποίησή της διότι η Επιτροπή σχεδιάζει να χρησιμοποιήσει τους ίδιους πόρους σε ποσοστό έως και 1,22 ή 1,24 %, προκειμένου να συνεκτιμηθεί και η αβεβαιότητα που περικλείουν οι αναπτυξιακές προβλέψεις. 8.3. Ακόμη, η ΕΤΠ επισημαίνει ότι οι πόροι που θα διατεθούν για το νέο χρηματοδοτικό πλαίσιο έχουν υπερεκτιμηθεί ως τιμές αναφοράς και ότι η Επιτροπή με τα διάφορα σχέδια προϋπολογισμού - όπως και για το τρέχον χρηματοδοτικό πλαίσιο - θα προβεί σε αναθεωρήσεις προς τα κάτω. Τούτο αφορά ιδιαίτερα την περίοδο μέχρι την ένταξη των πρώτων νέων μελών. 8.4. Η ΕΤΠ εκφράζει τη λύπη της διότι η Επιτροπή με αυτό το συμπέρασμα αφήνει να διαφανεί το περιεχόμενο της έκθεσης για τη λειτουργία του χρηματοδοτικού συστήματος, την οποία είναι υποχρεωμένη να καταρτίσει σύμφωνα με το άρθρο 10 της απόφασης για τους ίδιους πόρους της 31ης Οκτωβρίου 1994. 8.5. Ωστόσο, η ΕΤΠ επισημαίνει ότι η υπερβολική μονομερής προσήλωση στο καθαρό όφελος, δεν συμβαδίζει με τον πολύπλοκο χαρακτήρα της διεργασίας της ολοκλήρωσης. Αν και οι συνεισφορές των κρατών μελών στον προϋπολογισμό της Κοινότητας βασίζονται στην οικονομική και χρηματοπιστωτική ισχύ τους, είναι απαραίτητο, όσον αφορά τις δαπάνες και, συγκεκριμένα τη χρηματοδότηση προς τα κράτη μέλη, να δίνεται προτεραιότητα στη σύγκλιση. Παράλληλα, είναι αποδεκτό να έχουν τα κράτη μέλη, οι περιφερειακές και οι τοπικές αρχές το δικαίωμα να αναλύουν τις δημοσιονομικές επιπτώσεις των αποφάσεων που λαμβάνονται σε κοινοτικό επίπεδο. Σε περίπτωση που οι εισφορές στον προϋπολογισμό υπερβαίνουν τα όρια της οικονομικής και χρηματοπιστωτικής ισχύος ενός κράτους μέλους, το σύστημα χρηματοδότησης της ΕΕ πρέπει να συμπληρώνεται από ένα μηχανισμό διόρθωσης. 8.6. Η πρόταση όσον αφορά τη χρηματοδότηση των διαρθρωτικών μέτρων διασαφηνίζει ότι η διεύρυνση της ΕΕ δεν πρόκειται να πραγματοποιηθεί με δαπάνες των ασθενέστερων και προβληματικών περιοχών της Ένωσης. Παράλληλα, θα είναι δυνατόν να συμπεριληφθούν προοδευτικά τα νέα κράτη μέλη στην κοινοτική πολιτική οικονομικής και κοινωνικής συνοχής και, συνεπώς, να συμμετάσχουν στην ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Η ΕΤΠ υποστηρίζει τη νέα ρύθμιση των περιοχών στόχων, η οποία θα επιτρέψει τη συγκέντρωση σε περιοχές και σε προβληματικές ομάδες αυτών, που έχουν τις μεγαλύτερες ανάγκες, λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ μπορούν να εμφανισθούν διαρθρωτικά προβλήματα στις περιοχές τους, και αναγνωρίζουν ότι όλες οι περιοχές πρέπει να προσαρμοσθούν στις νέες συνθήκες. Η ΕΤΠ υποστηρίζει την πρόταση για ένα πολυετές πρόγραμμα για κάθε περιοχή και τονίζει ότι αυτά θα πρέπει να καταρτισθούν και να επιβλεφθούν από περιφερειακές συμπράξεις. Ακόμη, η ΕΤΠ υπογραμμίζει το αίτημα να έχουν οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης και περιφερειακής διοίκησης μεγαλύτερη ευθύνη σε σχέση με τις εθνικές αρχές. Εντούτοις, η ΕΤΠ εκφράζει τη λύπη της που το πρόγραμμα δράσης 2000 δεν προχωρεί στη μεγαλύτερη ενίσχυση των συμπράξεων. 8.7. Η ΕΤΠ επισημαίνει ότι οι προτάσεις της Επιτροπής προκαλούν σημαντικές απώλειες εισοδήματος στους γεωργούς, και ειδικότερα στις οικογενειακές εκμεταλλεύσεις και τους μικροπαραγωγούς. Ζητείται από την Επιτροπή, για τη διασφάλιση της ίσης μεταχείρισης όλων των παραγωγών της Ένωσης, η πρόβλεψη της πλήρους αντιστάθμισης του συνόλου της πτώσης των τιμών και η επαρκής μεταφορά της αρχής της επικουρικότητας στον τομέα της γεωργικής πολιτικής. Η ΕΤΠ υποστηρίζει τις προσπάθειες της Επιτροπής για μία συνεκτική, οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντικά βιώσιμη αναπτυξιακή πολιτική στις διάφορες περιφέρειες και καλεί την Επιτροπή, βάσει μιας συνεκτικής πολιτικής για τις αγροτικές περιοχές και τις περιοχές που εξαρτώνται από την αλιεία, να διασαφηνίσει σύντομα τα σχεδιαζόμενα οριζόντια και συνοδευτικά μέτρα και να παράσχει επαρκή μέσα διότι, σε αντίθετη περίπτωση, υπάρχει ο φόβος να προκύψουν αρνητικές οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες από τις προτεινόμενες προοπτικές της ΚΓΠ. Η ΕΤΠ επισημαίνει τη δυνατότητα η γεωργική διαρθρωτική και η εισοδηματική πολιτική να εφαρμοσθούν αποκεντρωτικά και σε ενδεδειγμένο επίπεδο. Στη δράση αυτή πρέπει να υπάρξει συνοχή μέσω μίας ευρύτερης αναπτυξιακής στρατηγικής για κάθε περιφέρεια, η οποία θα πρέπει να χαραχθεί και να επιβλεφθεί από την περιφερειακή αυτοδιοίκηση κατόπιν ακροάσεων με τους ενδιαφερόμενους κλάδους. Η ΕΤΠ δίνει έμφαση στις υφιστάμενες προθέσεις, ότι δηλ. παρόμοια μέτρα πρέπει να εφαρμοσθούν κατόπιν πρωτοβουλίας των κρατών μελών, αποκεντρωτικά και σε ενδεδειγμένο επίπεδο. Στη δράση αυτή πρέπει να υπάρξει συνοχή μέσω μίας ευρύτερης αναπτυξιακής στρατηγικής για κάθε περιφέρεια, η οποία θα πρέπει να χαραχθεί και να επιβλεφθεί από την περιφερειακή σύμπραξη με τη συμμετοχή του σχετικού επαγγέλματος. 8.8. Η ΕΤΠ λαμβάνει γνώση των πόρων που προβλέπεται να διατεθούν για την στρατηγική προετοιμασίας και την ένταξη νέων κρατών και θεωρεί ότι με την προβλεπόμενη χρηματοδότηση, θα ενταθούν οι προετοιμασίες για την ένταξη, ιδίως όσον αφορά το διαρθρωτικό και τον αγροτικό τομέα, και ότι τα νέα μέλη εξαρχής θα επωφεληθούν ισότιμα από την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Η ΕΤΠ αναφέρει ότι η διαπεριφερειακή συνεργασία με την Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη συμβάλλει στην ανάπτυξη των οικονομικών και κοινωνικών δυνατοτήτων σε αποκεντρωτικό επίπεδο και ως εκ τούτου στην προενταξιακή και ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. 8.9. Λόγω των αρνητικών συνεπειών που αναμένεται με ανησυχία ότι θα προκύψουν στις μειονεκτούσες από διαρθρωτική άποψη περιφέρειες της ΕΕ, στα εξωτερικά σύνορα της τελευταίας, ως αποτέλεσμα της διεύρυνσης, πρέπει να εξετασθεί το ενδεχόμενο της εφαρμογής μέτρων διαρθρωτικού χαρακτήρα με στόχο την προσαρμογή των εν λόγω περιφερειών. 8.10. Η ΕΤΠ θεωρεί ότι η πολιτική της διεύρυνσης πρέπει να συνοδεύεται από μία ιδιαίτερη δέσμευση έναντι της περιοχής της Μεσογείου, η οποία θα καλείται ολοένα να διαδραματίζει στρατηγικό ρόλο στην πορεία ανάπτυξης και ειρήνευσης ολόκληρης της λεκάνης. Η πορεία αυτή αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση και για την ευρωπαϊκή σταθερότητα 8.11. Ωστόσο, η ΕΤΠ διαπιστώνει ότι, όσον αφορά την εσωτερική και την εξωτερική πολιτική, το έγγραφο της Επιτροπής δυστυχώς δεν αναφέρεται επαρκώς στην εκτέλεση των προτεινόμενων χρηματοδοτικών σχεδίων. Για το λόγο αυτό, η ΕΤΠ καλεί την Επιτροπή να αιτιολογήσει λεπτομερέστερα και σε χωριστές ανακοινώσεις, τα χρηματοδοτικά σχέδια τόσο για την εσωτερική όσο και την εξωτερική πολιτική και να διαβουλευθεί με την ΕΤΠ, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της. Βρυξέλλες, 20 Νοεμβρίου 1997. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής των Περιφερειών Pasqual MARAGALL i MIRA () ΕΕ C 379 της 15.12.1997, σ. 34. () CdR 131/97 fin, 19.11.1997. () ΕΕ C 100 της 2.4.1996, σ. 72. () CdR 280/97 fin, 20.11.1997.