ΚΟΙΝΗ ΘΕΣΗ (ΕΚ) αριθ. 41/97 που καθορίστηκε από το Συμβούλιο στις 7 Οκτωβρίου 1997 για την έκδοση της οδηγίας 97/...ΕΚ του Συμβουλίου, της ..., για την προστασία της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων κατά την εργασία από κινδύνους οφειλόμενους σε χημικούς παράγοντες (δέκατη τέταρτη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 375 της 10/12/1997 σ. 0001
ΚΟΙΝΗ ΘΕΣΗ (ΕΚ) αριθ. 41/97 που καθορίστηκε από το Συμβούλιο στις 7 Οκτωβρίου 1997 για την έκδοση της οδηγίας 97/. . .ΕΚ του Συμβουλίου, της . . ., για την προστασία της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων κατά την εργασία από κινδύνους οφειλόμενους σε χημικούς παράγοντες (δέκατη τέταρτη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ) (97/C 375/01) ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 118 Α, την πρόταση της Επιτροπής (1), που καταρτίστηκε ύστερα από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή για την ασφάλεια, την υγιεινή και την προστασία της υγείας στον τόπο εργασίας, τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2), Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 189 Γ της συνθήκης (3), Εκτιμώντας: (1) ότι στο άρθρο 118 Α της συνθήκης προβλέπεται ότι το Συμβούλιο θεσπίζει, με οδηγίες, τις ελάχιστες προδιαγραφές για την προώθηση της καλυτέρευσης, ιδίως του χώρου εργασίας, με στόχο την εξασφάλιση υψηλότερου επιπέδου προστασίας της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων 7 (2) ότι, σύμφωνα με το άρθρο αυτό, στις οδηγίες αυτές πρέπει να αποφεύγεται η επιβολή διοικητικών, οικονομικών και νομικών εξαναγκασμών οι οποίοι θα εμπόδιζαν τη δημιουργία και την ανάπτυξη των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων 7 (3) ότι η βελτίωση της ασφάλειας, της υγιεινής και της υγείας των εργαζομένων στο χώρο εργασίας αποτελεί στόχο που δεν πρέπει να εξαρτάται από καθαρά οικονομικά κριτήρια 7 (4) ότι η τήρηση στοιχειωδών προδιαγραφών για την προστασία της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων από τους κινδύνους που οφείλονται σε χημικούς παράγοντες αποσκοπεί στην εξασφάλιση όχι μόνο της προστασίας της υγείας και ασφάλειας κάθε εργαζομένου, αλλά και στην παροχή ενός επιπέδου στοιχειώδους προστασίας σε όλους τους εργαζομένους της Κοινότητας, με το οποίο αποφεύγονται πιθανές στρεβλώσεις στον τομέα της ανταγωνιστικότητας 7 (5) ότι πρέπει να θεσπιστεί για το σύνολο της Κοινότητας ένα ενιαίο επίπεδο προστασίας από τους κινδύνους που οφείλονται σε χημικούς παράγοντες και ότι αυτό το επίπεδο προστασίας πρέπει να καθοριστεί όχι με αναλυτικές προδιαγραφές, αλλά με ένα πλαίσιο γενικών αρχών ώστε να δοθεί η δυνατότητα στα κράτη μέλη να εφαρμόσουν ομοιόμορφα τις στοιχειώδεις προδιαγραφές 7 (6) ότι οι εργασιακές δραστηριότητες στις οποίες υπεισέρχονται χημικοί παράγοντες ενδέχεται να εκθέσουν τους εργαζομένους σε κίνδυνο 7 (7) ότι η οδηγία 80/1107/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 1980, περί προστασίας των εργαζομένων από τους κινδύνους που παρουσιάζονται συνεπεία εκθέσεώς τους, κατά τη διάρκεια της εργασίας, σε χημικά, φυσικά ή βιολογικά μέσα (4), η οδηγία 82/605/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουλίου 1982, για την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους που παρουσιάζονται συνεπεία της εκθέσεώς τους στο μεταλλικό μόλυβδο και στις ενώσεις ιόντων του κατά τη διάρκεια της εργασίας (πρώτη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 8 της οδηγίας 80/1107/ΕΟΚ) (5) και η οδηγία 88/364/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 9ης Ιουνίου 1988, για την προστασία των εργαζομένων με την απαγόρευση ορισμένων ειδικών παραγόντων ή/και ορισμένων δραστηριοτήτων (τέταρτη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 8 της οδηγίας 80/1107/ΕΟΚ) (6) θα πρέπει, για λόγους ομοιογένειας και σαφήνειας καθώς και για τεχνικούς λόγους, να αναθεωρηθούν και να περιληφθούν σε μια ενιαία οδηγία που να θεσπίζει στοιχειώδεις προδιαγραφές για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των απασχολουμένων σε εργασιακές δραστηριότητες όπου υπεισέρχονται χημικοί παράγοντες 7 ότι οι οδηγίες αυτές μπορούν να καταργηθούν 7 (8) ότι η παρούσα οδηγία είναι ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 1989, σχετικά με την εφαρμογή μέτρων για την προώθηση της βελτίωσης της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία (7) 7 (9) ότι, επομένως, οι διατάξεις της εν λόγω οδηγίας εφαρμόζονται πλήρως στους εργαζομένους που εκτίθενται σε χημικούς παράγοντες, με την επιφύλαξη αυστηρότερων ή/και ειδικών διατάξεων που περιέχονται στην παρούσα οδηγία 7 (10) ότι αυστηρότερες ή/και ειδικές διατάξεις για τη μεταφορά επικίνδυνων χημικών παραγόντων περιέχονται σε δεσμευτικές διεθνείς συμφωνίες και συμβάσεις οι οποίες έχουν ενσωματωθεί σε διατάξεις της νομοθεσίας της Κοινότητας σχετικά με τις οδικές, σιδηροδρομικές, πλωτές και αεροπορικές μεταφορές εμπορευμάτων 7 (11) ότι στην οδηγία 67/548/ΕΟΚ (8) και στην οδηγία 88/379/ΕΟΚ (9) περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικινδύνων ουσιών και παρασκευασμάτων αντίστοιχα το Συμβούλιο καθόρισε σύστημα κριτηρίων για την ταξινόμηση των επικινδύνων ουσιών και παρασκευασμάτων 7 (12) ότι ο ορισμός των επικινδύνων παραγόντων θα πρέπει να περιλαμβάνει όλες τις χημικές ουσίες που ανταποκρίνονται στα κριτήρια αυτά καθώς επίσης και κάθε χημική ουσία η οποία, αν και δεν ανταποκρίνεται στα κριτήρια αυτά, ενδέχεται, λόγω των φυσικοχημικών, χημικών ή τοξικολογικών ιδιοτήτων της και του τρόπου κατά τον οποίο χρησιμοποιείται ή υπάρχει στο χώρο εργασίας, να παρουσιάζει κίνδυνο για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων 7 (13) ότι στην οδηγία 90/492/ΕΟΚ (10), η Επιτροπή καθόρισε και θέσπισε σύστημα ειδικής ενημέρωσης για τις επικίνδυνες ουσίες και παρασκευάσματα, υπό τη μορφή δελτίων με στοιχεία ασφαλείας, που απευθύνεται κυρίως σε βιομηχανικούς χρήστες για να τους δώσει τη δυνατότητα να λάβουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίζεται η προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων, και ότι η οδηγία 92/58/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Ιουνίου 1992, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές για τη σήμανση ασφάλειας ή/και υγείας στην εργασία (ένατη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ) (11) καθορίζει ένα σύστημα για την επισήμανση των δοχείων και σωληνώσεων που χρησιμοποιούνται για επικίνδυνες ουσίες ή παρασκευάσματα κατά την εργασία 7 (14) ότι ο εργοδότης θα πρέπει να αξιολογεί όλους τους κινδύνους για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων που συνδέονται με την παρουσία επικινδύνων χημικών παραγόντων στο χώρο εργασίας, προκειμένου να λαμβάνει τα απαραίτητα προληπτικά και προστατευτικά μέτρα που προβλέπει η παρούσα οδηγία 7 (15) ότι τα προληπτικά μέτρα που εντοπίζονται από την αξιολόγηση του κινδύνου και τα οποία λαμβάνονται από τον εργοδότη πρέπει να είναι συμβατά προς την ανάγκη προστασίας της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος 7 (16) ότι, για να συμπληρωθεί η ενημέρωση που παρέχεται στους εργαζομένους ώστε να εξασφαλίζεται βελτιωμένο επίπεδο προστασίας, οι εργαζόμενοι και οι εκπρόσωποί τους πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με τους κινδύνους που μπορούν να συνιστούν οι χημικοί παράγοντες για την ασφάλεια και την υγεία τους, καθώς και σχετικά με τα αναγκαία μέτρα για τη μείωση ή την εξάλειψη αυτών των κινδύνων, και να είναι σε θέση να ελέγχουν ότι έχουν ληφθεί τα αναγκαία μέτρα προστασίας 7 (17) ότι η παρακολούθηση της υγείας των εργαζομένων, για τους οποίους τα αποτελέσματα της προαναφερόμενης αξιολόγησης αποκαλύπτουν κίνδυνο για την υγεία τους, μπορεί να συμβάλει στα προληπτικά και προστατευτικά μέτρα που πρέπει να λαμβάνει ο εργοδότης 7 (18) ότι ο εργοδότης πρέπει να προβαίνει τακτικά σε αξιολογήσεις και σε μέτρα και να παρακολουθεί τις νέες τεχνολογικές εξελίξεις για τη βελτίωση της προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων 7 (19) ότι τα πλέον πρόσφατα επιστημονικά στοιχεία πρέπει να αξιολογούνται από ανεξάρτητους επιστήμονες προκειμένου η Επιτροπή να βοηθείται στον καθορισμό των οριακών τιμών έκθεσης 7 (20) ότι, μολονότι σε ορισμένες περιπτώσεις οι επιστημονικές γνώσεις δεν επιτρέπουν να οριστεί, για ένα χημικό παράγοντα, επίπεδο έκθεσης κάτω από το οποίο παύουν να υπάρχουν οι κίνδυνοι για την υγεία, ωστόσο, οι κίνδυνοι αυτοί θα μειωθούν εφόσον περιοριστεί η έκθεση στους εν λόγω χημικούς παράγοντες 7 (21) ότι στις οδηγίες 91/322/ΕΟΚ (12) και 96/94/ΕΚ (13) η Επιτροπή θέσπισε ενδεικτικές οριακές τιμές, όπως προβλέπεται από την οδηγία 80/1107/ΕΟΚ 7 ότι οι οδηγίες αυτές θα πρέπει να διατηρηθούν ως μέρος του ισχύοντος πλαισίου 7 (22) ότι ο απαραίτητες τεχνικές προσαρμογές της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να καταρτισθούν από την Επιτροπή σε συνεργασία με την επιτροπή η οποία συστήθηκε από την οδηγία 89/391/ΕΟΚ για να επικουρεί την Επιτροπή στην εκτέλεση των τεχνικών προσαρμογών των ειδικών οδηγιών που θεσπίζονται στα πλαίσια της εν λόγω οδηγίας 7 ότι η Επιτροπή, αφού πρώτα ζητήσει τη γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής για την ασφάλεια, την υγεινή και την προστασία της υγείας στον τόπο εργασίας σύμφωνα με την απόφαση 74/325/ΕΟΚ (14), θα πρέπει επίσης να καταρτίσει πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας 7 (23) ότι η κατάργηση της οδηγίας 80/1107/ΕΟΚ δεν πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των ισχυουσών προδιαγραφών προστασίας της υγείας των εργαζομένων από τους χημικούς, φυσικούς και βιολογικούς παράγοντες 7 ότι οι προδιαγραφές που απορρέουν από τις υπάρχουσες οδηγίες για τους βιολογικούς παράγοντες, την προτεινόμενη οδηγία για τους φυσικούς παράγοντες, την παρούσα οδηγία καθώς και κάθε τροποποίησή τους θα πρέπει να αντανακλούν και, τουλάχιστον, να διατηρούν τις προδιαγραφές της εν λόγω οδηγίας 7 (24) ότι η παρούσα οδηγία αποτελεί ουσιαστική συμβολή για τη δημιουργία της κοινωνικής διάστασης της εσωτερικής αγοράς, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ: ΤΜΗΜΑ I ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 1 Στόχος και πεδίο εφαρμογής 1. Η παρούσα οδηγία, η οποία αποτελεί την 14η ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ, καθορίζει στοιχειώδεις προδιαγραφές για την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους για την υγεία και την ασφάλειά τους που προέρχονται ή ενδέχεται να προέλθουν από την επίδραση χημικών παραγόντων οι οποίοι υπάρχουν στο χώρο εργασίας ή ως αποτέλεσμα οιασδήποτε εργασιακής δραστηριότητας όπου υπεισέρχονται χημικοί παράγοντες. 2. Οι απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας εφαρμόζονται όταν στο χώρο εργασίας υπάρχουν ή ενδέχεται να υπάρξουν επικίνδυνοι χημικοί παράγοντες, με την επιφύλαξη των διατάξεων περί χημικών παραγόντων για τους οποίους εφαρμόζονται μέτρα ακτινοπροστασίας που προβλέπονται σε οδηγίες εκδοθείσες δυνάμει της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας. 3. Για την έκθεση σε καρκινογόνους παράγοντες κατά την εργασία, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας με την επιφύλαξη αυστηροτέρων ή/και ειδικότερων διατάξεων της οδηγίας 90/394/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1990, σχετικά με την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους που συνδέονται με την έκθεση σε καρκινογόνους παράγοντες κατά την εργασία (έκτη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ) (15). 4. Οι διατάξεις της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ εφαρμόζονται πλήρως στο σύνολο του τομέα που αναφέρεται στο παρόν άρθρο, με την επιφύλαξη αυστηρότερων ή/και ειδικότερων διατάξεων της παρούσας οδηγίας. 5. Όσον αφορά τη μεταφορά επικίνδυνων αγαθών, οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των αυστηρότερων ή/και ειδικότερων διατάξεων που περιέχονται στην οδηγία 94/55/ΕΚ (16), στην οδηγία 96/49/ΕΚ (17), στις διατάξεις του Διεθνούς Ναυτιλιακού Κώδικα Επικίνδυνων Αγαθών (IMDG), του κώδικα IBC και του κώδικα IGC όπως ορίζονται στο άρθρο 2 της οδηγίας 93/75/ΕΟΚ (18), στις διατάξεις της ευρωπαϊκής συμφωνίας για τη διεθνή μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων μέσω εσωτερικών πλωτών οδών και του κανονισμού για τη μεταφορά επικίνδυνων ουσιών στο Ρήνο όπως έχουν ενσωματωθεί στο κοινοτικό δίκαιο και στις τεχνικές εντολές για την ασφαλή μεταφορά επικίνδυνων αγαθών που έχουν εκδοθεί, κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας, από την Οργάνωση Διεθνούς Πολιτικής Αεροπορίας. Άρθρο 2 Ορισμοί Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως: α) «χημικός παράγοντας»: κάθε χημικό στοιχείο ή ένωση, ελεύθερο ή σε πρόσμειξη, όπως υφίσταται σε φυσική κατάσταση ή όπως παράγεται, χρησιμοποιείται ή απελευθερώνεται, συν τοις άλλοις υπό μορφή αποβλήτων, μέσω οιασδήποτε εργασιακής δραστηριότητας είτε παράγεται σκοπίμως είτε όχι και είτε διατίθεται στο εμπόριο είτε όχι 7 β) «επιβλαβής χημικός παράγοντας»: i) κάθε χημικός παράγοντας που πληροί τα κριτήρια κατάταξης ως επικίνδυνης ουσίας σύμφωνα με τα κριτήρια του παραρτήματος VI της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ, είτε η ουσία αυτή έχει καταταγεί δυνάμει της εν λόγω οδηγίας είτε όχι, εκτός από τις ουσίες οι οποίες πληρούν μόνο τα κριτήρια κατάταξης ως επικινδύνων για το περιβάλλον, ii) κάθε χημικός παράγοντας ο οποίος πληροί τα κριτήρια κατάταξης ως επικινδύνου παρασκευάσματος κατά την έννοια της οδηγίας 88/379/ΕΟΚ, είτε το παρασκεύασμα αυτό έχει καταταγεί δυνάμει της εν λόγω οδηγίας είτε όχι, εκτός από τα παρασκευάσματα τα οποία πληρούν μόνον τα κριτήρια κατάταξης ως επικινδύνων για το περιβάλλον, iii) κάθε χημικός παράγοντας που δεν πληροί μεν τα κριτήρια κατάταξης ως επικινδύνου, σύμφωνα με τα σημεία i) και ii), ενδέχεται όμως να συνιστά κίνδυνο για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων λόγω των φυσικοχημικών, χημικών ή τοξικολογικών ιδιοτήτων του και του τρόπου με τον οποίο χρησιμοποιείται ή υπάρχει στο χώρο εργασίας, συμπεριλαμβανομένου κάθε χημικού παράγοντα για τον οποίο έχει καθοριστεί οριακή τιμή επαγγελματικής έκθεσης δυνάμει του άρθρου 3 7 γ) «δραστηριότητα όπου υπεισέρχονται χημικοί παράγοντες»: κάθε εργασία στην οποία χρησιμοποιούνται ή πρόκειται να χρησιμοποιηθούν χημικοί παράγοντες σε οποιαδήποτε διαδικασία, συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής, του χειρισμού, της αποθήκευσης, της μεταφοράς ή της εξάλειψης και της επεξεργασίας, ή που προκύπτουν από τέτοια εργασία 7 δ) «οριακή τιμή επαγγελματικής έκθεσης»: εκτός αν ορίζεται άλλως, το όριο της μέσης χρονικώς σταθμισμένης συγκέντρωσης ενός χημικού παράγοντα στον αέρα της ζώνης αναπνοής ενός εργαζομένου σε σχέση προς μια συγκεκριμένη περίοδο αναφοράς 7 ε) «βιολογική οριακή τιμή»: το όριο της συγκέντρωσης, εντός του συγκεκριμένου βιολογικού μέσου, του εκάστοτε χημικού παράγοντα, του μεταβολίτη του, ή ενός δείκτη επίδρασης 7 στ) «επίβλεψη της υγείας»: η εξέταση ενός εργαζομένου προκειμένου να καθοριστεί η κατάσταση της υγείας του σε συσχετισμό προς την έκθεσή του σε συγκεκριμένους χημικούς παράγοντες κατά την εργασία 7 ζ) «εγγενής κίνδυνος»: η εγγενής ιδιότητα ενός χημικού παράγοντα που μπορεί να προξενήσει βλάβη 7 η) «κίνδυνος»: η πιθανότητα ενεργοποίησης της δυνατότητας βλάβης υπό τις προϋποθέσεις χρησιμοποίησης ή/και έκθεσης. Άρθρο 3 Οριακές τιμές επαγγελματικής έκθεσης και βιολογικές οριακές τιμές 1. Η Επιτροπή προβαίνει σε αξιολόγηση της σχέσης ανάμεσα στις επιπτώσεις που έχουν στην υγεία οι επιβλαβείς χημικοί παράγοντες και το επίπεδο επαγγελματικής έκθεσης μέσω ανεξάρτητης επιστημονικής αξιολόγησης των πλέον πρόσφατων επιστημονικών δεδομένων. 2. Σύμφωνα με την αξιολόγηση που περιγράφεται στην παράγραφο 1 η Επιτροπή προτείνει, μετά από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή για την ασφάλεια, την υγιεινή και την προστασία της υγείας στον τόπο εργασίας, ευρωπαϊκούς στόχους προστασίας των εργαζομένων από το χημικό κίνδυνο υπό μορφή ενδεικτικών οριακών τιμών επαγγελματικής έκθεσης που θεσπίζονται σε κοινοτικό επίπεδο. Οι οριακές αυτές τιμές εισάγονται ή αναθεωρούνται λαμβάνοντας υπόψη τις διαθέσιμες τεχνικές μέτρησης, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 17 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν τις οργανώσεις των εργαζομένων και των εργοδοτών σχετικά με τις οριακές τιμές επαγγελματικής έκθεσης που θεσπίζονται σε κοινοτικό επίπεδο. 3. Για τους χημικούς παράγοντες για τους οποίους θεσπίζεται ενδεικτική οριακή τιμή επαγγελματικής έκθεσης σε κοινοτικό επίπεδο, τα κράτη μέλη θεσπίζουν εθνική οριακή τιμή επαγγελματικής έκθεσης, λαμβάνοντας υπόψη την κοινοτική οριακή τιμή, και καθορίζουν το χαρακτήρα της σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και πρακτική. 4. Είναι δυνατό να καθορίζονται σε κοινοτικό επίπεδο δεσμευτικές οριακές τιμές επαγγελματικής έκθεσης οι οποίες, εκτός από τους παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη κατά τη θέσπιση των ενδεικτικών οριακών τιμών επαγγελματικής έκθεσης, αντανακλούν τους παράγοντες εφικτότητας και διατηρούν ταυτόχρονα το στόχο της διασφάλισης της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία. Οι οριακές αυτές τιμές θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 118 Α της συνθήκης και περιλαμβάνονται στο παράρτημα II της παρούσας οδηγίας. 5. Για κάθε χημικό παράγοντα για τον οποίο θεσπίζεται δεσμευτική οριακή τιμή επαγγελματικής έκθεσης, τα κράτη μέλη θεσπίζουν αντίστοιχη εθνική δεσμευτική οριακή τιμή επαγγελματικής έκθεσης, η οποία βασίζεται στην κοινοτική οριακή τιμή, χωρίς όμως να την υπερβαίνει. 6. Δεσμευτικές βιολογικές οριακές τιμές μπορεί να καθορίζονται σε κοινοτικό επίπεδο, με βάση την αξιολόγηση που περιγράφεται στην παράγραφο 1 και τις διαθέσιμες τεχνικές μέτρησης, οι οποίες πρέπει να αντανακλούν τον παράγοντα του εφικτού διατηρώντας το στόχο της διασφάλισης της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία. Οι οριακές αυτές τιμές θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 118 Α της συνθήκης και περιλαμβάνονται στο παράρτημα II της παρούσας οδηγίας, μαζί με άλλες συναφείς πληροφορίες για την επίβλεψη της υγείας. 7. Για κάθε χημικό παράγοντα για τον οποίο θεσπίζεται δεσμευτική βιολογική οριακή τιμή, τα κράτη μέλη καθορίζουν αντίστοιχη εθνική δεσμευτική βιολογική οριακή τιμή, η οποία βασίζεται στην κοινοτική οριακή τιμή, χωρίς όμως να την υπερβαίνει. 8. Όταν ένα κράτος μέλος εισάγει ή αναθεωρεί εθνική οριακή τιμή επαγγελματικής έκθεσης ή εθνική βιολογική οριακή τιμή για χημικό παράγοντα βάσει νέων δεδομένων, ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη και παρέχει τα σχετικά επιστημονικά και τεχνικά δεδομένα. Η Επιτροπή προβαίνει στις δέουσες ενέργειες. 9. Τυποποιημένες μέθοδοι μέτρησης και αξιολόγησης της ποιότητας του αέρα στο χώρο εργασίας σε σχέση με τις οριακές τιμές επαγγελματικής έκθεσης θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2. ΤΜΗΜΑ II ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΔΟΤΗ Άρθρο 4 Καθορισμός και αξιολόγηση κινδύνου των επιβλαβών χημικών παραγόντων 1. Κατά την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του που ορίζονται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 και το άρθρο 9 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ, ο εργοδότης οφείλει κατ' αρχήν να αξιολογήσει αν στο χώρο εργασίας υφίστανται επιβλαβείς χημικοί παράγοντες. Εάν αυτό συμβαίνει, τότε αξιολογεί κάθε κίνδυνο για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων ο οποίος οφείλεται στην παρουσία των εν λόγω χημικών παραγόντων, λαμβάνοντας υπόψη τα εξής: - τις εγγενώς επικίνδυνες ιδιότητές τους, - τις πληροφορίες περί ασφάλειας και υγείας που παρέχονται από τον προμηθευτή, (π.χ. στο οικείο δελτίο στοιχείων περί ασφαλείας σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ ή της οδηγίας 88/379/ΕΟΚ), - το επίπεδο, τον τύπο και τη διάρκεια της έκθεσης, - τις περιστάσεις της εργασίας όπου υπεισέρχονται τέτοιοι παράγοντες, περιλαμβανομένης της ποσότητάς τους, - τις τυχόν οριακές τιμές επαγγελματικής έκθεσης ή βιολογικές οριακές τιμές, που έχουν θεσπιστεί στο έδαφος του συγκεκριμένου κράτους μέλους, - τα αποτελέσματα των ληφθέντων ή ληπτέων προληπτικών μέτρων, - εφόσον υπάρχουν, τα πορίσματα της τυχόν επίβλεψης της υγείας που έχει ήδη πραγματοποιηθεί. Ο εργοδότης οφείλει να λαμβάνει συμπληρωματικές πληροφορίες που απαιτούνται για την αξιολόγηση του κινδύνου, είτε από τον προμηθευτή είτε από άλλες εύκολα διαθέσιμες πηγές. Εάν χρειάζεται, οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν την ειδική αξιολόγηση του κινδύνου για τους χρήστες με βάση την κοινοτική νομοθεσία περί χημικών παραγόντων. 2. Ο εργοδότης πρέπει να έχει στην κατοχή του αξιολόγηση του κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 9 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ και ανακοινώνει τα μέτρα που έχουν ληφθεί σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6 της παρούσας οδηγίας. Η αξιολόγηση του κινδύνου πρέπει να τεκμηριώνεται με τη δέουσα μορφή, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και πρακτική, και μπορεί να περιλαμβάνει απόδειξη από τον εργοδότη ότι η φύση και η έκταση των κινδύνων που σχετίζονται με τους χημικούς παράγοντες καθιστά περιττή περαιτέρω λεπτομερή αξιολόγηση των κινδύνων. Η αξιολόγηση κινδύνου πρέπει να ενημερώνεται, ιδίως εάν έχουν σημειωθεί σημαντικές αλλαγές οι οποίες την καθιστούν ξεπερασμένη ή όταν τα αποτελέσματα της επίβλεψης της υγείας το καθιστούν αναγκαίο. 3. Στην αξιολόγηση του κινδύνου πρέπει να περιλαμβάνονται ορισμένες δραστηριότητες μέσα στην επιχείρηση ή την εγκατάσταση, όπως η συντήρηση, σχετικά με τις οποίες μπορεί να προβλεφθεί ότι υπάρχει ενδεχόμενο σημαντικής έκθεσης ή οι οποίες ενδέχεται να έχουν επιβλαβή αποτελέσματα για την ασφάλεια και την υγεία για άλλους λόγους, ακόμη και μετά τη λήψη όλων των τεχνικών μέτρων. 4. Στην περίπτωση δραστηριοτήτων που συνεπάγονται την έκθεση σε πολλούς επιβλαβείς χημικούς παράγοντες, ο κίνδυνος αξιολογείται βάσει του κινδύνου που παρουσιάζει ο συνδυασμός όλων αυτών των χημικών παραγόντων. 5. Στην περίπτωση νέας δραστηριότητας όπου υπεισέρχονται επιβλαβείς χημικοί παράγοντες, η εργασία αρχίζει μόνον όταν έχει γίνει η αξιολόγηση του κινδύνου που ενέχει η δραστηριότητα αυτή και έχουν εφαρμοστεί όλα τα προβλεπόμενα προληπτικά μέτρα. 6. Πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές για τον καθορισμό και την αξιολόγηση του κινδύνου και για την αναθεώρηση και, εφόσον απαιτείται, την προσαρμογή τους, καταρτίζονται σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2. Άρθρο 5 Γενικές αρχές για την πρόληψη των κινδύνων που συνδέονται με επιβλαβείς χημικούς παράγοντες και εφαρμογή της οδηγίας όσον αφορά την αξιολόγηση κινδύνων 1. Κατά την εκπλήρωση της υποχρέωσής του να διασφαλίζει την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων κατά την άσκηση οιασδήποτε δραστηριότητας στην οποία υπεισέρχονται επιβλαβείς χημικοί παράγοντες, ο εργοδότης λαμβάνει τα αναγκαία προληπτικά μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 6 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ, καθώς και τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία. 2. Οι κίνδυνοι για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων κατά την εργασία όπου υπεισέρχονται επιβλαβείς χημικοί παράγοντες πρέπει να εξαλείφονται ή να περιορίζονται στο ελάχιστο με: - το σχεδιασμό και την οργάνωση συστημάτων εργασίας στο χώρο εργασίας, - την πρόβλεψη κατάλληλου εξοπλισμού για την εργασία με χημικούς παράγοντες και διαδικασιών συντήρησης που διασφαλίζουν την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων κατά την εργασία, - μείωση στο ελάχιστο του αριθμού των εργαζομένων που υφίστανται ή είναι πιθανόν να υποστούν έκθεση, - περιορισμό στο ελάχιστο της διάρκειας και της έντασης της έκθεσης, - κατάλληλα μέτρα υγιεινής, - περιορισμό της ποσότητας χημικών παραγόντων που υπάρχουν στο χώρο εργασίας στο ελάχιστο που απαιτείται για το συγκεκριμένο τύπο εργασίας, - κατάλληλες διαδικασίες εργασίας που περιλαμβάνουν ρυθμίσεις για τον ασφαλή χειρισμό, αποθήκευση και μεταφορά, εντός του χώρου εργασίας, επιβλαβών χημικών παραγόντων και αποβλήτων που περιέχουν τέτοιους χημικούς παράγοντες. Πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με προληπτικά μέτρα για τον έλεγχο του κινδύνου καταρτίζονται σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2. 3. Όταν τα αποτελέσματα της αξιολόγησης που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 αποκαλύπτουν ότι υπάρχει κίνδυνος για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων, εφαρμόζονται τα ειδικά μέτρα προστασίας, πρόληψης, παρακολούθησης και ενημέρωσης που προβλέπονται στα άρθρα 6, 7, 8 και 10. 4. Οι διατάξεις των άρθρων 6, 7 και 10 δεν εφαρμόζονται εάν τα αποτελέσματα της αξιολόγησης κινδύνου κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 αποδεικνύουν ότι οι ποσότητες επιβλαβούς χημικού παράγοντα που υπάρχουν στο χώρο εργασίας παρουσιάζουν μικρό μόνον κίνδυνο για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων και ότι τα μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου είναι επαρκή για τη μείωση του κινδύνου αυτού. Άρθρο 6 Ειδικά προστατευτικά και προληπτικά μέτρα 1. Ο εργοδότης διασφαλίζει ότι ο κίνδυνος από επιβλαβή χημικό παράγοντα για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων κατά την εργασία εξαλείφεται ή μειώνεται στο ελάχιστο. 2. Για την εφαρμογή της παραγράφου 1, προτιμάται η αντικατάσταση δηλαδή ο εργοδότης αποφεύγει τη χρησιμοποίηση ενός επιβλαβούς χημικού παράγοντα αντικαθιστώντας τον με χημικό παράγοντα ή διεργασία που, υπό τις συνθήκες χρήσης, δεν είναι επιβλαβής ή, κατά περίπτωση, είναι λιγότερο επιβλαβής για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων. Όταν η φύση της δραστηριότητας δεν επιτρέπει την εξάλειψη του κινδύνου μέσω αντικατάστασης, λαμβανομένων υπόψη των δραστηριοτήτων και της αξιολόγησης του δυνητικού κινδύνου που προβλέπεται στο άρθρο 4, ο εργοδότης διασφαλίζει ότι ο κίνδυνος περιορίζεται στο ελάχιστο, μέσω της εφαρμογής προστατευτικών και προληπτικών μέτρων, τα οποία συνάδουν με την αξιολόγηση του κινδύνου που γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 4. Στα εν λόγω μέτρα συγκαταλέγονται, κατά σειρά προτεραιότητας, τα εξής: α) σχεδιασμός των κατάλληλων εργασιακών διαδικασιών και μηχανικών ελέγχων και χρησιμοποίηση κατάλληλου εξοπλισμού και υλικών, ούτως ώστε να αποφεύγεται ή να ελαχιστοποιείται η έκλυση επιβλαβών χημικών παραγόντων οι οποίοι ενδέχεται να παρουσιάζουν κίνδυνο για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων στο χώρο εργασίας 7 β) εφαρμογή μέτρων συλλογικής προστασίας στην πηγή του κινδύνου, όπως επαρκούς αερισμού και κατάλληλων οργανωτικών μέτρων 7 γ) όταν η έκθεση δεν είναι δυνατόν να αποφευχθεί με άλλα μέσα, εφαρμογή μέτρων ατομικής προστασίας, συμπεριλαμβανομένου προσωπικού προστατευτικού εξοπλισμού. Πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με προληπτικά μέτρα για τον έλεγχο του κινδύνου καταρτίζονται σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2. 3. Τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου συνοδεύονται από επίβλεψη της υγείας σύμφωνα με το άρθρο 10 εφόσον είναι σκόπιμο λόγω της φύσης του κινδύνου. 4. Ο εργοδότης πραγματοποιεί τακτικά και όποτε επέρχεται οιαδήποτε μεταβολή στις συνθήκες που ενδέχεται να επηρεάσει την έκθεση των εργαζομένων σε χημικούς παράγοντες, τις αναγκαίες μετρήσεις των χημικών παραγόντων που ενδέχεται να παρουσιάζουν κίνδυνο για την υγεία των εργαζομένων στο χώρο εργασίας, ιδίως σε σχέση με τις οριακές τιμές επαγγελματικής έκθεσης, εκτός εάν ο εργοδότης αποδεικνύει σαφώς με άλλα μέσα, σύμφωνα με την παράγραφο 2, ότι έχει επιτευχθεί κατάλληλη πρόληψη και προστασία. 5. Κατά τη διεκπεραίωση των υποχρεώσεων που θεσπίζονται στο άρθρο 4 ή απορρέουν από αυτό, ο εργοδότης λαμβάνει υπόψη τα αποτελέσματα των διαδικασιών που προβλέπονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου. Οπωσδήποτε, όποτε σημειώνεται υπέρβαση μιας οριακής τιμής επαγγελματικής έκθεσης η οποία ισχύει πραγματικά στο έδαφος κράτους μέλους, ο εργοδότης λαμβάνει αμέσως μέτρα, λαμβάνοντας υπόψη το χαρακτήρα του ορίου αυτού, για να διορθώσει την κατάσταση λαμβάνοντας προληπτικά και προστατευτικά μέτρα. 6. Επί τη βάσει της συνολικής αξιολόγησης και των γενικών αρχών πρόληψης των κινδύνων που προβλέπονται στα άρθρα 4 και 5, ο εργοδότης λαμβάνει τεχνικά ή/και οργανωτικά μέτρα, ανάλογα με το χαρακτήρα της ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της αποθήκευσης και του χειρισμού, για την προστασία των εργαζομένων από τους εγγενείς κινδύνους που προέρχονται από τις φυσικοχημικές ιδιότητες των χημικών παραγόντων. Ειδικότερα λαμβάνει μέτρα, κατά σειρά προτεραιότητας, για: α) την πρόληψη της παρουσίας, στο χώρο εργασίας, επικινδύνων συγκεντρώσεων εύφλεκτων ουσιών ή επικινδύνων ποσοτήτων χημικά ασταθών ουσιών ή, στην περίπτωση που το είδος της εργασίας δεν το επιτρέπει 7 β) την αποφυγή της παρουσίας πηγών ανάφλεξης που μπορούν να προκαλέσουν πυρκαϊές και εκρήξεις ή της ύπαρξης αντίξοων συνθηκών που μπορούν να ενεργοποιήσουν χημικά ασταθείς ουσίες ή μείγματα ουσιών με επιβλαβή φυσικά αποτελέσματα και γ) το μετριασμό των αρνητικών επιπτώσεων στην υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων σε περίπτωση πυρκαϊάς ή έκρηξης οφειλόμενης στην ανάφλεξη εύφλεκτων ουσιών ή των επιβλαβών φυσικών αποτελεσμάτων που οφείλονται σε χημικά ασταθείς ουσίες ή μείγματα ουσιών. Ο εργασιακός εξοπλισμός και τα προστατευτικά συστήματα που παρέχονται από τον εργοδότη για την προστασία των εργαζομένων πρέπει να συμμορφώνονται με τις σχετικές κοινοτικές διατάξεις ως προς το σχεδιασμό, την κατασκευή και την προμήθεια όσον αφορά την υγεία και την ασφάλεια. Τα τεχνικά ή/και οργανωτικά μέτρα που λαμβάνονται από τον εργοδότη πρέπει να λαμβάνουν υπόψη και να συμμορφώνονται με την ταξινόμηση του εξοπλισμού σε κατηγορίες που προβλέπεται στο παράρτημα I της οδηγίας 94/9/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1994, σχετικά με την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών για τις συσκευές και τα συστήματα προστασίας που προορίζονται για χρήση σε εκρήξιμες ατμόσφαιρες (19). Ο εργοδότης λαμβάνει μέτρα για την εξασφάλιση επαρκούς ελέγχου των εγκαταστάσεων, του εξοπλισμού και των μηχανημάτων ή παρέχει εξοπλισμό αποτροπής των εκρήξεων ή συστήματα εκτόνωσης των εκρηκτικών πιέσεων. Άρθρο 7 Ρυθμίσεις για την αντιμετώπιση ατυχημάτων, συμβάντων και καταστάσεων έκτακτης ανάγκης 1. Με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που ορίζει το άρθρο 8 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ, ο εργοδότης, για να προστατεύεται η ασφάλεια και η υγεία των εργαζομένων από ατυχήματα, συμβάν ή κατάσταση έκτακτης ανάγκης η οποία συνδέεται με την παρουσία επιβλαβών χημικών παραγόντων στο χώρο εργασίας, καθορίζει διαδικασίες (σχέδια δράσης) οι οποίες μπορούν να εφαρμόζονται όταν συμβεί ένα τέτοιο γεγονός, προκειμένου να γίνουν οι κατάλληλες ενέργειες. Οι ρυθμίσεις αυτές περιλαμβάνουν σχετικές ασκήσεις ασφάλειας, οι οποίες πρέπει να πραγματοποιούνται τακτικά, και κατάλληλες εγκαταστάσεις πρώτων βοηθειών. 2. Σε περίπτωση κατάστασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ο εργοδότης λαμβάνει αμέσως μέτρα για να μετριάσει τις επιπτώσεις και για να ενημερώσει σχετικά τους ενδιαφερόμενους εργαζόμενους. Για την αποκατάσταση της ομαλότητας: - ο εργοδότης εφαρμόζει τα κατάλληλα μέτρα για την αντιμετώπιση της κατάστασης το συντομότερο δυνατό, - μόνον οι εργαζόμενοι που είναι απαραίτητοι για τη διενέργεια των επισκευών και άλλων αναγκαίων εργασιών επιτρέπεται να εργάζονται στην προσβεβλημένη ζώνη. 3. Οι εργαζόμενοι οι οποίοι επιτρέπεται να εργάζονται στην προσβεβλημένη ζώνη εφοδιάζονται με κατάλληλο προστατευτικό ιματισμό, εξοπλισμό ατομικής προστασίας, ειδικό εξοπλισμό και εγκαταστάσεις ασφαλείας που πρέπει να χρησιμοποιούν ενόσω διαρκεί η κατάσταση αυτή 7 η κατάσταση αυτή δεν πρέπει να είναι μόνιμη. Τα μη προστατευόμενα πρόσωπα δεν επιτρέπεται να παραμένουν στην προσβεβλημένη ζώνη. 4. Με την επιφύλαξη του άρθρου 8 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ, ο εργοδότης λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει τα συστήματα προειδοποίησης και άλλα συστήματα επικοινωνίας που απαιτούνται για την επισήμανση αυξημένου κινδύνου για την ασφάλεια και την υγεία, προκειμένου να καταστεί δυνατή η δέουσα αντίδραση και να αναληφθούν ενέργειες αντιμετώπισης, παροχής βοήθειας, διαφυγής και διάσωσης, αμέσως μόλις παραστεί ανάγκη. 5. Ο εργοδότης μεριμνά ώστε να είναι διαθέσιμες οι πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα για την αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης στις οποίες υπεισέρχονται επιβλαβείς χημικοί παράγοντες. Οι αρμόδιες εσωτερικές και εξωτερικές υπηρεσίες αντιμετώπισης ατυχημάτων και καταστάσεων έκτακτης ανάγκης έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές. Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν τα ακόλουθα: - προειδοποιητικό σημείωμα για τους σχετικούς εργασιακούς εγγενείς κινδύνους, τα μέτρα εντοπισμού των εγγενών κινδύνων, τις προφυλάξεις και τις διαδικασίες προκειμένου να μπορούν οι υπηρεσίες αντιμετώπισης καταστάσεων έκτακτης ανάγκης να ετοιμάσουν τις δικές τους διαδικασίες αντιμετώπισης και τα δικά τους προληπτικά μέτρα και - τυχόν διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με συγκεκριμένους εγγενείς κινδύνους που προκύπτουν ή ενδέχεται να προκύπτουν κατά τη στιγμή ατυχήματος ή κατάστασης έκτακτης ανάγκης, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με τις διαδικασίες που καταρτίζονται δυνάμει του παρόντος άρθρου. Άρθρο 8 Ενημέρωση των εργαζομένων 1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 10 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ, ο εργοδότης διασφαλίζει ότι στους εργαζομένους ή/και τους εκπροσώπους τους παρέχονται: - τα δεδομένα που λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 4 της παρούσας οδηγίας και περαιτέρω πληροφορίες για κάθε σημαντική μεταβολή στο χώρο εργασίας που οδηγεί σε αλλαγή των δεδομένων αυτών, - πληροφορίες σχετικά με τους επιβλαβείς χημικούς παράγοντες, όπως η ταυτότητα αυτών των παραγόντων, οι κίνδυνοι για την ασφάλεια και την υγεία, οι σχετικές οριακές τιμές επαγγελματικής έκθεσης και άλλες νομοθετικές διατάξεις, - πληροφορίες σχετικά με τις κατάλληλες προφυλάξεις και τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνουν ώστε να προστατεύουν τον εαυτό τους και τους άλλους εργαζομένους στο χώρο εργασίας, - πρόσβαση σε οιοδήποτε δελτίο στοιχείων ασφαλείας που χορηγείται από τον προμηθευτή σύμφωνα με το άρθρο 10 της οδηγίας 88/379/ΕΟΚ και το άρθρο 27 της οδηγίας 92/32/ΕΟΚ (20), και ότι οι πληροφορίες: - παρέχονται κατά τρόπο ανάλογο προς το αποτέλεσμα της αξιολόγησης του κινδύνου που γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 4 της παρούσας οδηγίας. Ο τρόπος αυτός μπορεί να ποικίλλει από προφορική κοινοποίηση έως ατομική οδηγία και εκπαίδευση μαζί με έγγραφη ενημέρωση, αναλόγως της φύσεως και του βαθμού του κινδύνου που προκύπτει από την αξιολόγηση δυνάμει του εν λόγω άρθρου, - ενημερώνονται προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι αλλαγές των συνθηκών. 2. Όταν τα δοχεία και οι σωληνώσεις για επιβλαβείς χημικούς παράγοντες που χρησιμοποιούνται κατά την εργασία δεν διαθέτουν σήμανση σύμφωνη με τη σχετική κοινοτική νομοθεσία περί επισήμανσης των χημικών παραγόντων και περί ενδείξεων ασφαλείας στο χώρο εργασίας, ο εργοδότης, με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στην προαναφερόμενη νομοθεσία, διασφαλίζει ότι είναι δυνατή η σαφής αναγνώριση των περιεχομένων των δοχείων και των σωληνώσεων, όπως και η φύση των εν λόγω περιεχομένων και οι τυχόν συναφείς εγγενείς κίνδυνοι. 3. Τα κράτη μέλη δύνανται να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε να διασφαλίσουν ότι οι εργοδότες δύνανται, κατόπιν αιτήσεως, να λάβουν, κατά προτίμηση από τον παραγωγό ή τον προμηθευτή, όλες τις πληροφορίες για τους επιβλαβείς χημικούς παράγοντες που είναι απαραίτητες για την εφαρμογή του άρθρου 4 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας, στο βαθμό που οι οδηγίες 67/548/ΕΟΚ και 80/379/ΕΟΚ δεν προβλέπουν υποχρέωση παροχής πληροφοριών. ΤΜΗΜΑ III ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 9 Απαγορεύσεις 1. Για την πρόληψη της έκθεσης των εργαζομένων σε κινδύνους για την υγεία τους από ορισμένους χημικούς παράγοντες ή/και ορισμένες δραστηριότητες όπου υπεισέρχονται χημικοί παράγοντες, η παραγωγή, η παρασκευή ή η χρήση κατά την εργασία των χημικών παραγόντων και των δραστηριοτήτων που προβλέπονται στο παράρτημα III απαγορεύονται στο βαθμό που ορίζεται στο εν λόγω παράρτημα. 2. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν παρεκκλίσεις από τις απαιτήσεις της παραγράφου 1 στις ακόλουθες περιπτώσεις: - αποκλειστικά για σκοπούς επιστημονικής έρευνας και δοκιμών, συμπεριλαμβανομένης της ανάλυσης, - για δραστηριότητες που αποσκοπούν στην εξάλειψη των χημικών παραγόντων που υπάρχουν υπό μορφή υποπροϊόντων ή απορριμμάτων, - για την παραγωγή των χημικών παραγόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 προκειμένου να χρησιμοποιηθούν ως ενδιάμεσες ουσίες, και για τη χρήση αυτή. Η έκθεση των εργαζομένων στους χημικούς παράγοντες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρέπει να προλαμβάνεται, ιδίως με την υποχρέωση να πραγματοποιούνται, τόσο η παραγωγή όσο και η σε όσο το δυνατόν πρωιμότερο στάδιο χρήση αυτών των χημικών παραγόντων ως ενδιάμεσων, σε ένα μόνον κλειστό σύστημα, από το οποίο οι προαναφερόμενοι χημικοί παράγοντες μπορούν να αφαιρούνται μόνο στο μέτρο που είναι απαραίτητο για την παρακολούθηση της διεργασίας ή για τη συντήρηση του συστήματος. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν συστήματα ατομικών αδειών. 3. Όταν επιτρέπονται παρεκκλίσεις δυνάμει της παραγράφου 2, η αρμόδια αρχή ζητά από τον εργοδότη να υποβάλλει τις ακόλουθες πληροφορίες: - το λόγο της αίτησης για παρέκκλιση, - την ποσότητα του χημικού παράγοντα που θα χρησιμοποιείται ετησίως, - τις σχετικές δραστηριότητες ή/και αντιδράσεις ή διαδικασίες, - τον αριθμό των εργαζομένων τους οποίους ενδέχεται να αφορά η δραστηριότητα, - τις προβλεπόμενες προφυλάξεις για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των ενδιαφερόμενων εργαζομένων, - τα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα που λαμβάνονται για την πρόληψη της έκθεσης των εργαζομένων. 4. Το Συμβούλιο, με τη διαδικασία του άρθρου 118 Α της συνθήκης, μπορεί να τροποποιεί τον κατάλογο των απαγορεύσεων που μνημονεύεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, προκειμένου να συμπεριλάβει και άλλους χημικούς παράγοντες ή εργασιακές δραστηριότητες. Άρθρο 10 Επίβλεψη της υγείας 1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 14 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ, τα κράτη μέλη εισάγουν ρυθμίσεις για την ενδεδειγμένη επίβλεψη της υγείας των εργαζομένων, των οποίων η υγεία διατρέχει κίνδυνο βάσει των αποτελεσμάτων της αξιολόγησης που προβλέπεται στο άρθρο 4 της παρούσας οδηγίας. Οι ρυθμίσεις αυτές συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων τήρησης φακέλων υγείας και έκθεσης καθώς και διαθεσιμότητας των φακέλων αυτών εισάγονται σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία ή/και πρακτική. Η επίβλεψη της υγείας, τα αποτελέσματα της οποίας πρέπει να συνεκτιμώνται κατά την εφαρμογή προληπτικών μέτρων στους συγκεκριμένους χώρους εργασίας, ενδείκνυται όταν: - η έκθεση του εργαζομένου σε επιβλαβή χημικό παράγοντα είναι τέτοια, ώστε μια διαγνώσιμη ασθένεια ή δυσμενής επίπτωση επί της υγείας μπορεί να συνδεθεί με την έκθεση αυτή και - υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες εργασίας του εργαζομένου, υπάρχει πιθανότητα να επέλθει η εν λόγω ασθένεια ή επίπτωση και - η τεχνική έρευνας παρουσιάζει μικρό κίνδυνο για τους εργαζομένους. Επιπλέον, πρέπει να υπάρχουν έγκυρες τεχνικές ανίχνευσης της ασθένειας ή της επίπτωσης. Όταν έχει καθοριστεί δεσμευτική βιολογική οριακή τιμή, όπως προβλέπεται στο παράρτημα II, η επίβλεψη της υγείας είναι υποχρεωτική απαίτηση για την εργασία με το συγκεκριμένο παράγοντα, σύμφωνα με τις διαδικασίες του παραρτήματος αυτού. Οι εργαζόμενοι ενημερώνονται σχετικά με την απαίτηση αυτή πριν τους ανατεθεί η εργασία που συνεπάγεται κίνδυνο έκθεσης στον αναφερόμενο επιβλαβή χημικό παράγοντα. 2. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν ρυθμίσεις προκειμένου να διασφαλίσουν ότι, για κάθε εργαζόμενο ο οποίος υποβάλλεται σε επίβλεψη της υγείας σύμφωνα με τις απαιτήσεις της παραγράφου 1, τηρούνται ατομικοί φάκελοι υγείας και έκθεσης, οι οποίοι και ενημερώνονται. 3. Οι φάκελοι υγείας και έκθεσης περιλαμβάνουν σύνοψη των αποτελεσμάτων της διενεργούμενης επίβλεψης της υγείας καθώς και των τυχόν δεδομένων παρακολούθησης που είναι αντιπροσωπευτικά της έκθεσης του συγκεκριμένου ατόμου. Η βιολογική παρακολούθηση και οι συναφείς απαιτήσεις δύνανται να αποτελούν μέρος της επίβλεψης της υγείας. Οι φάκελοι υγείας και έκθεσης τηρούνται υπό κατάλληλη μορφή, η οποία επιτρέπει τη μεταγενέστερη αναδρομή σε αυτούς, λαμβάνοντας υπόψη τον τυχόν απόρρητο χαρακτήρα τους. Αντίγραφα των ενδεδειγμένων φακέλων παρέχονται στην αρμόδια αρχή κατόπιν σχετικής αιτήσεως. Κάθε εργαζόμενος, κατόπιν σχετικής αιτήσεως, έχει πρόσβαση στον φάκελο υγείας και έκθεσης που τον αφορά προσωπικά. Σε περίπτωση κατά την οποία μια επιχείρηση παύει τις δραστηριότητές της, οι φάκελοι υγείας και έκθεσης διατίθενται στην αρμόδια αρχή. 4. Όταν, ως αποτέλεσμα της επίβλεψης της υγείας: - διαπιστώνεται ότι ένας εργαζόμενος πάσχει από διαγνώσιμη ασθένεια ή δυσμενή επίπτωση για την υγεία του που θεωρούνται, από γιατρό ή ειδικό του τομέα της επαγγελματικής υγείας, ότι οφείλονται στην έκθεση σε επιβλαβή χημικό παράγοντα, στον τόπο εργασίας, ή - διαπιστώνεται υπέρβαση δεσμευτικής βιολογικής οριακής τιμής, ο εργαζόμενος ενημερώνεται για το αποτέλεσμα που τον αφορά προσωπικά 7 του παρέχονται ιδίως πληροφορίες και συμβουλές σχετικά με τυχόν επίβλεψη της υγείας στην οποία θα πρέπει να υποβληθεί μετά την έκθεση και ο εργοδότης: - αναθεωρεί την αξιολόγηση του κινδύνου που έχει γίνει σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1, - αναθεωρεί τα μέτρα που έχουν ληφθεί για την εξάλειψη ή τη μείωση των κινδύνων σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6, - λαμβάνει υπόψη τη συμβουλή του ειδικού στον τομέα της επαγγελματικής υγείας ή οποιουδήποτε άλλου ατόμου με τις ενδεδειγμένες γνώσεις ή της αρμόδιας αρχής, προκειμένου να εφαρμόσει τα μέτρα τα οποία απαιτούνται για την εξάλειψη ή τη μείωση του κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 6, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας ανάθεσης στον εργαζόμενο εναλλακτικής εργασίας στην οποία δεν υπάρχει κίνδυνος περαιτέρω έκθεσης και - μεριμνά για τη συνεχή επίβλεψη της υγείας και λαμβάνει μέτρα για την επανεξέταση της κατάστασης της υγείας κάθε άλλου εργαζομένου ο οποίος έχει υποστεί παρόμοια έκθεση. Στις περιπτώσεις αυτές, ο αρμόδιος γιατρός ή ειδικός στον τομέα της επαγγελματικής υγείας ή η αρμόδια αρχή μπορεί να προτείνει την ιατρική εξέταση των εκτιθεμένων ατόμων. Άρθρο 11 Διαβουλεύσεις και συμμετοχή των εργαζομένων Οι διαβουλεύσεις και η συμμετοχή των εργαζομένων ή/και των εκπροσώπων τους πραγματοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 11 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ όσον αφορά τα θέματα που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, συμπεριλαμβανομένων των παραρτημάτων της. Άρθρο 12 Προσαρμογή των παραρτημάτων, εκπόνηση και θέσπιση τεχνικών οδηγιών 1. Προσαρμογές αυστηρά τεχνικής φύσης στα παραρτήματα κατόπιν: - της έκδοσης οδηγιών στον τομέα της τεχνικής εναρμόνισης και τυποποίησης όσον αφορά τους χημικούς παράγοντες, ή/και - της τεχνικής προόδου, των αλλαγών στα διεθνή πρότυπα ή προδιαγραφές και των νέων γνώσεων όσον αφορά τους χημικούς παράγοντες, θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 17 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ. 2. Η Επιτροπή καταρτίζει πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές μη δεσμευτικού χαρακτήρα. Οι κατευθυντήριες αυτές γραμμές αφορούν τα ζητήματα που αναφέρονται στα άρθρα 3, 4, 5 και 6 και το παράρτημα II σημείο 1. Η Επιτροπή λαμβάνει προηγουμένως τη γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής για την ασφάλεια, την υγιεινή και την προστασία της υγείας στον τόπο εργασίας σύμφωνα με την απόφαση 74/325/ΕΟΚ. Στα πλαίσια της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη λαμβάνουν όσο το δυνατόν υπόψη τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές κατά τη χάραξη των εθνικών πολιτικών τους για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων. Άρθρο 13 Κατάργηση και τροποποίηση προηγούμενων οδηγιών 1. Οι οδηγίες 80/1107/ΕΟΚ, 82/605/ΕΟΚ και 88/364/ΕΟΚ καταργούνται από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1. 2. Η οδηγία 83/477/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Σεπτεμβρίου 1983, για την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους που οφείλονται στην έκθεσή τους στον αμίαντο κατά τη διάρκεια της εργασίας (δεύτερη ειδική οδηγία του Συμβουλίου κατά την έννοια του άρθρου 8 της οδηγίας 80/1107/ΕΟΚ) (21) τροποποιείται ως εξής: α) στην πρώτη φράση του άρθρου 1 παράγραφος 1, διαγράφονται οι ακόλουθες λέξεις: «η οποία αποτελεί τη δεύτερη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 8 της οδηγίας 80/1107/ΕΟΚ» 7 β) στο άρθρο 9, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «2. Οι τροποποιήσεις που είναι αναγκαίες για την προσαρμογή των παραρτημάτων της παρούσας οδηγίας στην τεχνική πρόοδο εγκρίνονται με τη διαδικασία του άρθρου 17 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 1989, σχετικά με την εφαρμογή μέτρων για την προώθηση της βελτίωσης της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία (*). (*) ΕΕ L 183 της 29. 6. 1989, σ. 1.» 7 γ) στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 15 παράγραφος 1, οι λέξεις «σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 10 της οδηγίας 80/1107/ΕΟΚ» αντικαθίστανται από τις λέξεις «σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 17 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ». 3. Η οδηγία 86/188/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Μαΐου 1986, σχετικά με την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους που διατρέχουν λόγω της έκθεσής τους στο θόρυβο κατά την εργασία (22) τροποποιείται ως εξής: α) στο άρθρο 1 παράγραφος 1, οι λέξεις «που είναι η τρίτη ειδική οδηγία κατά την έννοια της οδηγίας 80/1107/ΕΟΚ» διαγράφονται. β) στο άρθρο 12 παράγραφος 2, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Τα παραρτήματα I και II προσαρμόζονται στην τεχνική πρόοδο με τη διαδικασία του άρθρου 17 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 1989, σχετικά με την εφαρμογή μέτρων για την προώθηση της βελτίωσης της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία (*). (*) ΕΕ L 183 της 29. 6. 1989, σ. 1.» 4. Κάθε άλλη παραπομπή της οδηγίας 83/477/ΕΟΚ, και της οδηγίας 86/188/ΕΟΚ στην οδηγία 80/1107/ΕΟΚ, είναι άνευ αντικειμένου από την ημερομηνία κατάργησης της εν λόγω οδηγίας. 5. Οι οδηγίες 91/322/ΕΟΚ και 96/94/ΕΚ συνεχίζουν να ισχύουν. ΤΜΗΜΑ IV ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 14 1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το αργότερο στις . . . (23*). Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά. Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή εκδίδονται από τα κράτη μέλη. 2. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες έχουν ήδη θεσπίσει ή θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία. Άρθρο 15 Ανά πενταετία, τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με την πρακτική εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, αναφέροντας τις απόψεις των εργοδοτών και των εργαζομένων. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή. Άρθρο 16 Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Άρθρο 17 Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη. . . . Για το Συμβούλιο Ο Πρόεδρος (1) ΕΕ C 165 της 16. 6. 1993, σ. 4. (2) ΕΕ C 34 της 2. 2. 1994, σ. 42. (3) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 20ής Απριλίου 1994 (ΕΕ C 128 της 9. 5. 1994, σ. 167), κοινή θέση του Συμβουλίου της 7ης Οκτωβρίου 1997 και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της . . . (δεν δημοσιεύθηκε ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα). (4) ΕΕ L 327 της 3. 12. 1980, σ. 8 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 88/642/ΕΟΚ (ΕΕ L 356 της 24. 12. 1988, σ. 74). (5) ΕΕ L 247 της 23. 8. 1982, σ. 12. (6) ΕΕ L 179 της 9. 7. 1988, σ. 44. (7) ΕΕ L 183 της 29. 6. 1989, σ. 1. (8) ΕΕ 196 της 16. 8. 1967, σ. 1 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 96/56/ΕΚ (ΕΕ L 236 της 18. 9. 1966, σ. 35). (9) ΕΕ L 187 της 16. 7. 1988, σ. 14 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 96/65/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 265 της 18. 10. 1996, σ. 15). (10) ΕΕ L 275 της 5. 10. 1990, σ. 35. (11) ΕΕ L 245 της 26. 8. 1992, σ. 23. (12) ΕΕ L 177 της 5. 7. 1991, σ. 22. (13) ΕΕ L 338 της 28. 12. 1996, σ. 86. (14) ΕΕ L 185 της 9. 7. 1974, σ. 15 7 απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 1994. (15) ΕΕ L 196 της 26. 7. 1990, σ. 1. (16) Οδηγία 94/55/ΕΚ του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 1994, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τις οδικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων (ΕΕ L 319 της 12. 12. 1994, σ. 7) 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 96/86/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 335 της 24. 12. 1996, σ. 43). (17) Οδηγία 96/49/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1996, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τις σιδηροδρομικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων (ΕΕ L 235 της 17. 9. 1996, σ. 25) 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 96/87/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 335 της 24. 12. 1996, σ. 45). (18) Οδηγία 93/75/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Σεπτεμβρίου 1993, για τις ελάχιστες προδιαγραφές που απαιτούνται για τα πλοία τα οποία κατευθύνονται σε ή αποπλέουν από κοινοτικούς λιμένες μεταφέροντας επικίνδυνα ή ρυπογόνα εμπορεύματα (ΕΕ L 247 της 5. 10. 1993, σ. 19) 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 97/34/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 158 της 17. 6. 1997, σ. 40). (19) ΕΕ L 100 της 19. 4. 1994, σ. 1. (20) ΕΕ L 154 της 5. 6. 1992, σ. 1. (21) ΕΕ L 263 της 24. 9. 1983 σ. 25 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 91/382/ΕΟΚ (ΕΕ L 206 της 29. 7. 1991, σ. 16). (22) ΕΕ L 137 της 24. 5. 1986, σ. 28. (23*) Τρία έτη μετά τη δημοσίευση της παρούσας οδηγίας στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ> ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II ΔΕΣΜΕΥΤΙΚΕΣ ΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΟΡΙΑΚΕΣ ΤΙΜΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ ΕΠΙΒΛΕΨΗΣ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ 1. Μόλυβδος και οι ιονικές του ενώσεις 1.1. Η βιολογική παρακολούθηση περιλαμβάνει τη μέτρηση της συγκεντρώσεως του μολύβδου στο αίμα (PbB) με τη χρησιμοποίηση φασματοσκοπίας απορρόφησης ή μεθόδου με ισοδύναμα αποτελέσματα. Η δεσμευτική βιολογική οριακή τιμή είναι: 70 ϴg Pb/100 ml αίματος. 1.2. Διενεργείται επίβλεψη της υγείας εφόσον: - η έκθεση, υπολογιζόμενη ως σταθμισμένος μέσος όρος της συγκέντρωσης μολύβδου στον αέρα επί 40 ώρες ανά εβδομάδα, υπερβαίνει τα 0,075 mg/m³, ή - μετριέται σε συγκεκριμένους εργαζομένους στάθμη μολύβδου στο αίμα άνω των 40 ϴgPb ανά 100 ml. 1.3. Πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές για τη βιολογική παρακολούθηση και την επίβλεψη της υγείας καταρτίζονται σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2 και περιλαμβάνουν συστάσεις για βιολογικούς δείκτες (π.χ. ALAU, ZPP, ALAD) και στρατηγικές βιολογικής παρακολούθησης. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΕΙΣ Η παραγωγή, η παρασκευή ή η χρήση κατά την εργασία των χημικών παραγόντων και οι δραστηριότητες όπου υπεισέρχονται χημικοί παράγοντες που μνημονεύονται παρακάτω απαγορεύονται. Η απαγόρευση δεν ισχύει αν ο χημικός παράγοντας περιέχεται σε άλλο χημικό παράγοντα, ή ως συστατικό καταλοίπου, εφόσον η εκεί συγκέντρωση δεν υπερβαίνει το καθοριζόμενο όριο. >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ> β) Εργασιακές δραστηριότητες Καμία. ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ I. ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. Η Επιτροπή υπέβαλε στις 17 Μαΐου 1993 στο Συμβούλιο την προαναφερόμενη πρόταση οδηγίας, που έχει ως βάση το άρθρο 118 Α της συνθήκης ΕΚ. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή εξέδωσαν τις γνώμες τους στις 20 Απριλίου 1994 και 24 Νοεμβρίου 1993, αντίστοιχα. Μετά την έκδοση των γνωμών, η Επιτροπή υπέβαλε τροποποιημένη πρόταση στις 9 Ιουνίου 1994. 2. Το Συμβούλιο καθόρισε την κοινή του γνώμη στις 7 Οκτωβρίου 1997 δυνάμει του άρθρου 189 Γ της συνθήκης. II. ΣΤΟΧΟΣ Σκοπός του σχεδίου οδηγίας, που αποτελεί ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ (1), είναι να συμπληρώσει την οδηγία αυτή, θεσπίζοντας ελάχιστες προδιαγραφές προστασίας των εργαζομένων από την έκθεση σε ένα ευρύ φάσμα επιβλαβών χημικών παραγόντων που βρίσκονται στους σημερινούς χώρους εργασίας. Η πρόταση, σύμφωνα και με τη νομική της βάση, είναι συνταγμένη ως πλαίσιο με γενικές αρχές που καλύπτουν όλους τους χημικούς παράγοντες, καθότι η Επιτροπή θεωρεί ότι αυτή είναι η πλέον αποτελεσματική προσέγγιση, η παροχή δηλαδή ενός γενικού πλαισίου ώστε να αποφευχθεί η ανάγκη έκδοσης μεγάλου αριθμού ειδικών κοινοτικών διατάξεων. Για το σκοπό αυτόν, η οδηγία: - καθορίζει μηχανισμούς για τη θέσπιση σε κοινοτικό επίπεδο ορίων έκθεσης με τη μορφή, αφενός, ενδεικτικών και υποχρεωτικών οριακών τιμών επαγγελματικής έκθεσης (συγκέντρωση ενός χημικού παράγοντα στον αέρα που αναπνέει ένας εργαζόμενος επί μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο) και, αφετέρου, υποχρεωτικών βιολογικών οριακών τιμών (συγκέντρωση του εν λόγω παράγοντα στο ανθρώπινο σώμα), - επιβάλλει καθήκοντα στους εργοδότες όσον αφορά την αξιολόγηση των κινδύνων που προέρχονται από επιβλαβείς χημικούς παράγοντες, την πρόληψη των εν λόγω κινδύνων, ρυθμίσεις για την αντιμετώπιση των ατυχημάτων, συμβάντων και καταστάσεων έκτακτης ανάγκης, ενημέρωση των εργαζομένων και - απαγορεύει, με περιορισμένο αριθμό παρεκκλίσεων, τη χρήση ορισμένων χημικών παραγόντων. III. ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΘΕΣΗΣ 1. Γενικές παρατηρήσεις Λόγω σημαντικών αποκλίσεων στις θέσεις των αντιπροσωπειών, οι εργασίες για την τροποποιημένη πρόταση διακόπησαν προσωρινά το 1994 και επαναλήφθηκαν μόλις τον Οκτώβριο του 1996 με βάση συμβιβαστικό κείμενο που υπέβαλε η ιρλανδική προεδρία. Τέσσερις βασικά σκέψεις υπαγόρευσαν τη διατύπωση του αναθεωρημένου εκείνου κειμένου, επί του οποίου βασίζεται η κοινή θέση: - η αποσαφήνιση του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας, με την προσθήκη ενός ορισμού του «επιβλαβούς χημικού παράγοντα», - η θέσπιση σαφών διακρίσεων, ιδίως μεταξύ των παραγόντων που πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά την αξιολόγηση των κινδύνων, της τεκμηρίωσης των αποτελεσμάτων της αξιολόγησης των κινδύνων, και των διαφόρων προληπτικών μέτρων και μέτρων προστασίας που πρέπει να λαμβάνονται για να ελαχιστοποιηθούν οι κίνδυνοι, - η διαγραφή των διατάξεων που περιέχονται ήδη στην οδηγία 89/391/ΕΟΚ (εφεξής: «οδηγία-πλαίσιο») (2), - η αποφυγή των υπερβολικών λεπτομερειών, σαν αυτές που περιελάμβανε το αρχικό κείμενο του παραρτήματος. Επιπλέον, έχει τονιστεί η σημασία των ουσιωδών διατάξεων που αφορούν τη θέσπιση οριακών τιμών επαγγελματικής έκθεσης και βιολογικών οριακών τιμών, με την τοποθέτησή τους στην αρχή του κειμένου (άρθρο 3). Η ανάγκη αποσαφήνισης του κειμένου οδήγησε σε αλλαγή της αρίθμησης πολλών άρθρων 7 επισυνάπτεται πίνακας αντιστοιχίας μεταξύ των άρθρων της κοινής θέσης και αυτών της αρχικής και της τροποποιημένης πρότασης. Πρέπει εξάλλου να σημειωθεί ότι ορισμένα βασικά σημεία που περιέχονταν προηγουμένως στο παράρτημα έχουν ενσωματωθεί στο κείμενο των άρθρων. Η διάρθρωση που προέκυψε έχει ως εξής: Τμήμα I: Γενικές διατάξεις (άρθρα 1 έως 3) Περιλαμβάνουν τους στόχους και το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, ορισμούς και το μηχανισμό καθορισμού των οριακών τιμών. Τμήμα II: Υποχρεώσεις των εργοδοτών (άρθρα 4 έως 8) Καλύπτουν τον προσδιορισμό και την αξιολόγηση των κινδύνων που προκύπτουν από επιβλαβείς χημικούς παράγοντες, γενικές αρχές για την πρόληψη κινδύνων του είδους αυτού, ειδικά προστατευτικά και προληπτικά μέτρα, ρυθμίσεις για την αντιμετώπιση ατυχημάτων, συμβάντων και καταστάσεων έκτακτης ανάγκης και ενημέρωση των εργαζομένων. Τμήμα III: Διάφορες διατάξεις (άρθρα 9 έως 13) Καλύπτουν τους απαγορευμένους χημικούς παράγοντες, την παρακολούθηση της υγείας, διαβουλεύσεις με τους εργαζομένους, και λεπτομερείς διατάξεις σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας. Τμήμα IV: Τελικές διατάξεις (άρθρα 14 έως 17) Παραρτήματα Οριακές τιμές για το μόλυβδο (παραρτήματα I και II), και απαγορευμένοι χημικοί παράγοντες (παράρτημα III). 2. Ανάλυση των άρθρων - Άρθρο 1 (πεδίο εφαρμογής) Το κείμενο του άρθρου 1 αντιστοιχεί σε μεγάλο βαθμό στο κείμενο της τροποποιημένης πρότασης της Επιτροπής. Ωστόσο, έχει διαγραφεί η παλαιά πέμπτη παράγραφος εφόσον ούτως ή άλλως αποτελεί ευθύνη των κρατών μελών να μεριμνούν για την τήρηση των νομοθετικών διατάξεων που απορρέουν από τις κοινοτικές οδηγίες. Η νέα παράγραφος 5 καθιστά σαφές ότι η οδηγία εφαρμόζεται κατ' αρχήν και στον τομέα των μεταφορών. - Άρθρο 2 (ορισμοί) Οι ορισμοί αντιστοιχούν σε μεγάλο βαθμό με αυτούς της τροποποιημένης πρότασης. Κρίθηκε ωστόσο αναγκαίο να περιληφθεί νέος ορισμός του «επιβλαβούς χημικού παράγοντα» [βλέπε άρθρο 2 στοχείο β)] προκειμένου να αποσαφηνιστεί το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, κάνοντας τη διάκριση μεταξύ των χημικών παραγόντων που είναι αυτοί καθ' εαυτούς επιβλαβείς ή που παρουσιάζονται σε επικίνδυνη μορφή (λ.χ. ατμός υπό πίεση) από άλλους αβλαβείς παράγοντες. Στο άρθρο 2 στοιχείο δ) προτιμήθηκε η χρησιμοποίηση του όρου «οριακή τιμή επαγγελματικής έκθεσης» από τον όρο «επίπεδο επαγγελματικής έκθεσης», ο οποίος αντιστοιχεί κατ' ουσίαν στην προταθείσα από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τροπολογία αριθ. 3. Δεν κρίθηκε αναγκαίο να περιληφθεί η φράση «στην παρούσα οδηγία». Οι ορισμοί που περιέχονται στα στοιχεία ζ) και η) της αρχικής πρότασης διαγράφονται εφόσον οι όροι που ορίζουν δεν χρησιμοποιούνται στο κείμενο της κοινής θέσης. - Άρθρο 3 (παλαιό άρθρο 8) (οριακές τιμές) Το κεντρικής σημασίας αυτό άρθρο καθορίζει τις διαδικασίες για τον προσδιορισμό της οριακής τιμής επαγγελματικής έκθεσης και των βιολογικών οριακών τιμών. Στο μεγαλύτερο μέρος, το κείμενο του άρθρου 3 ακολουθεί το κείμενο του άρθρου 8 της τροποποιημένης πρότασης και τηρεί επομένως το πνεύμα της τροπολογίας αριθ. 23 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Υιοθετήθηκε επίσης και η τροπολογία αριθ. 22, με αλλαγή μόνο της ορολογίας. Στη νέα παράγραφο 1 καθίσταται σαφές ότι πρέπει να πραγματοποιηθεί ανεξάρτητη αξιολόγηση των τελευταίων επιστημονικών δεδομένων. Οι όροι «ενδεικτικές» και «δεσμευτικές» έχουν εισαχθεί προκειμένου να αποδώσουν ακριβέστερα τις έννοιες «τιμές προσανατολισμού» και «οριακές τιμές». Η νέα παράγραφος 7 αντιστοιχεί, όσον αφορά τις δεσμευτικές βιολογικές οριακές τιμές, στην παράγραφο 5 σχετικά με τις δεσμευτικές οριακές τιμές επαγγελματικής έκθεσης. Η τελική πρόταση της παραγράφου 4 της τροπολογίας αριθ. 23 δεν υιοθετήθηκε από το Συμβούλιο, καθώς θα έχει ως τελικό αποτέλεσμα, έστω και ετεροχρονισμένα, το μετασχηματισμό των ενδεικτικών σε υποχρεωτικές ορικές τιμές. Επίσης, λαμβάνοντας υπόψη την πιθανή χρονική κλίμακα έκδοσης των κοινοτικών ενδεικτικών οριακών τιμών έκθεσης, κρίθηκε πρόωρο να προβλεφθεί η πενταετής επισκόπηση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 στοιχείο α) της τροπολογίας αριθ. 23. Το νέο άρθρο 3 παράγραφος 9 προβλέπει τυποποιημένες μεθόδους μέτρησης που θα αναπτυχθούν σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2 7 οι διαδικασίες που προβλέπονται στο παράρτημα, σημείο 12 της τροποποιημένης πρότασης (τροπολογία αριθ. 38 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου) δεν υιοθετήθηκαν, καθώς κρίθηκαν υπέρ το δέον λεπτομερείς ώστε να περιληφθούν στο κείμενο της οδηγίας. - Άρθρο 4 (αξιολόγηση του κινδύνου) - παράγραφος 1 Το άρθρο 4 παράγραφος 1, περιλαμβάνει διατάξεις σχετικά με την αξιολόγηση του κινδύνου που προηγουμένως περιέχονταν στο άρθρο 3 παράγραφος 2 και στο άρθρο 6 παράγραφος 2 δεύτερη πρόταση. Η τροπολογία αριθ. 9 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου λαμβάνεται υπόψη στο πρώτο, δεύτερο και τέταρτο εδάφιο, η δε τροπολογία αριθ. 10 έχει ληφθεί υπόψη στο έκτο εδάφιο. - παράγραφος 2 Η παράγραφος αυτή, η οποία αφορά την τεκμηρίωση της αξιολόγησης του κινδύνου, αντανακλά, στην αναθεωρημένη της διατύπωση, την τροπολογία αριθ. 8 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. - παράγραφος 4 Η παράγραφος αυτή περιλαμβάνει το παλαιό σημείο 3.4 του παραρτήματος, είναι όμως ευρύτερη στη διατύπωσή της. Είναι επίσης ευρύτερη και από το κείμενο που περιέχεται στην τροπολογία αριθ. 29 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά το ότι καλύπτει όλους τους επιβλαβείς χημικούς παράγοντες 7 η αναφορά στον κίνδυνο που προκύπτει από το συνδυασμό διαφόρων παραγόντων βασίζεται στο τμήμα της τροπολογίας αριθ. 9 το οποίο δεν καλύπτεται από το κείμενο του άρθρου 4 παράγραφος 1. - παράγραφος 5 Η παράγραφος αυτή, η οποία αναφέρεται σε νέες εργασιακές δραστηριότητες στις οποίες υπεισέρχονται επιβλαβείς χημικοί παράγοντες, καλύπτει το ίδιο θέμα με την παλαιά παράγραφο 1 του άρθρου 11, η οποία έχει διαγραφεί. Η αρχική παράγραφος 2 του άρθρου 11 έχει επίσης διαγραφεί δεδομένου ότι οι υφιστάμενες δραστηριότητες στις οποίες υπεισέρχονται χημικοί παράγοντες εμπίπτουν αυτομάτως στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας. - παράγραφος 6 Η νέα αυτή παράγραφος προβλέπει την κατάρτιση πρακτικών οδηγιών για την αξιολόγηση του κινδύνου, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 12. - Άρθρο 5 (πρόληψη των κινδύνων) - παράγραφος 1 Η παράγραφος αυτή, η οποία καθορίζει τις βασικές υποχρεώσεις του εργοδότη σχετικά με την υγεία και ασφάλεια, προβλέπει μια βασική παραπομπή στην οδηγία-πλαίσιο (89/391/ΕΟΚ). Κατά τον τρόπο αυτόν, ακολουθεί στενά την τροπολογία αριθ. 4 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. - παράγραφος 2 Η παράγραφος αυτή περιλαμβάνει τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται προκειμένου να μειωθούν οι κίνδυνοι για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων, ενσωματώνει δε, εν όλω ή εν μέρει, τις ακόλουθες τροπολογίες που υποβλήθηκαν από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ> - παράγραφος 3 Η παράγραφος αυτή παραπέμπει σε παρακάτω άρθρα όταν αποκαλύπτεται η ύπαρξη κινδύνου (βλέπε μεταξύ άλλων την τροπολογία αριθ. 33 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου). - Άρθρο 6 (ειδικά προστατευτικά και προληπτικά μέτρα) - παράγραφος 1 Το κείμενο της παραγράφου αυτής απηχεί την τροπολογία αριθ. 14 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. - παράγραφος 2 Η παράγραφος αυτή αντιστοιχεί ουσιαστικά στην παράγραφο 3 του άρθρου 3, στο άρθρο 4 και στο σημείο 3.2 του παραρτήματος της τροποποιημένης πρότασης. Ακολουθεί τις τροπολογίες αριθ. 11 και 16 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και, εμμέσως, την τροπολογία αριθ. 13. Πρέπει να συνταχθούν πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές για την προστασία και πρόληψη σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 12. - παράγραφος 3 Η παράγραφος αυτή, μαζί με το άρθρο 5 παράγραφος 3, ακολουθεί την τροπολογία αριθ. 33 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. - παράγραφος 4 Η παράγραφος αυτή, η οποία ορίζει τις ευθύνες του εργοδότη όσον αφορά τις μετρήσεις, αντιστοιχεί ουσιαστικά στο σημείο 3.5 του παραρτήματος της τροποποιημένης πρότασης. Οι μετρήσεις της έκθεσης (βλέπε τροπολογία αριθ. 28 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου) εντάσσονται στο πλαίσιο των απαιτήσεων επίβλεψης της υγείας (άρθρο 6 παράγραφος 3 και άρθρο 10 παράγραφοι 1 και 2). - παράγραφος 5 Η βασική αυτή διάταξη αντιστοιχεί στο σημείο 3.3 του παραρτήματος της τροποποιημένης πρότασης. Λαμβάνει υπόψη της τη φύση της οριακής τιμής έκθεσης στο οικείο κράτος μέλος. - παράγραφος 6 Η παράγραφος αυτή η οποία αφορά εύφλεκτες, ασταθείς και εκρηκτικές ουσίες, αντιστοιχεί στις τελικές διατάξεις του άρθρου 4 της τροποποιημένης πρότασης. Περιλαμβάνει το τμήμα της τροπολογίας αριθ. 17 το οποίο δεν καλύπτεται από το άρθρο 5 παράγραφος 2 και το ουσιαστικό περιεχόμενο των τροπολογιών αριθ. 18 και 28 (δεύτερο εδάφιο). - Άρθρο 7 (ατυχήματα, συμβάντα και καταστάσεις έκτακτης ανάγκης) Η αναδιατυπωμένη αυτή διάταξη, που αντιστοιχεί στο άρθρο 5 και στο σημείο 4 του παραρτήματος της αρχικής πρότασης, λαμβάνει υπόψη της τις τροπολογίες αριθ. 6 (στην παράγραφο 1), αριθ. 19 (στην παράγραφο 4) και αριθ. 30 (στις παραγράφους 1, 4 και 5) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. - Άρθρο 8 (ενημέρωση των εργαζομένων) - παράγραφος 1 Η παράγραφος αυτή συνενώνει τις διατάξεις σχετικά με την ενημέρωση των εργαζομένων που βρισκόταν προηγουμένως στο άρθρο 3 παράγραφος 2 (τελευταίο εδάφιο) και στο άρθρο 6. Αντιστοιχεί εν μέρει στην τροπολογία αριθ. 12 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η τροπολογία αριθ. 20 καλύπτεται εν μέρει από το πέμπτο εδάφιο και εν μέρει από το άρθρο 10 της οδηγίας-πλαίσιο. Το Συμβούλιο δεν αποδέχθηκε την τροπολογία αριθ. 35 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η οποία θεωρήθηκε υπερβολικά λεπτομερής. - παράγραφος 2 Η παράγραφος αυτή, η οποία φορά την επισήμανση των δοχείων και των σωληνώσεων, σέβεται το πνεύμα της τροπολογίας αριθ. 21 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Δεδομένου ότι δεν υπάρχει αναφορά στο μέγεθος των δοχείων, καλύπτονται και τα μικρότερα δοχεία (βλέπε τροπολογία αριθ. 36 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου). - παράγραφος 3 Η παράγραφος αυτή περιλαμβάνει το περιεχόμενο του σημείου 9.5 του παραρτήματος της τροποποιημένης πρότασης. - Άρθρο 9 (απαγορεύσεις) Το άρθρο αυτό αντιστοιχεί σε μεγάλο βαθμό με το άρθρο 7 της τροποποιημένης πρότασης, μαζί με το σημείο 5.1 του παραρτήματος. Λαμβάνεται υπόψη η τροπολογία αριθ. 31 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. - Άρθρο 10 (επίβλεψη της υγείας) Οι διατάξεις σχετικά με την επίβλεψη της υγείας, οι οποίες βρίσκονταν προηγουμένως στο άρθρο 9 και στα σημεία 7 και 8.2 του παραρτήματος, έχουν συγκεντρωθεί τώρα στο άρθρο 10. Θεωρήθηκε προτιμότερο να συνταχθούν οι διατάξεις αυτές περιγραφικά και να αποφευχθούν οι κατάλογοι που βρίσκονταν προηγουμένως στο σημείο 7 του παραρτήματος οι οποίοι, επειδή δεν μπορούν να είναι εξαντλητικοί, επιδέχονται παρανοήσεις. - παράγραφος 1 Η παράγραφος αυτή καθορίζει τις περιστάσεις υπό τις οποίες αναλαμβάνεται η διεξαγωγή επίβλεψης υγείας, και πρέπει να συσχετισθεί με το άρθρο 6 παράγραφος 3. Το τελευταίο εδάφιο προβλέπει ότι η επίβλεψη υγείας θα πρέπει να είναι δεσμευτική όταν υφίσταται βιολογική οριακή τιμή για τον εν λόγω παράγοντα (βλέπε τροπολογία αριθ. 33 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου). - παράγραφοι 2 και 3 Οι ανωτέρω παράγραφοι ακολουθούν την τροπολογία αριθ. 34 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την υγεία και τις μετρήσεις έκθεσης. - παράγραφος 4 Η παράγραφος αυτή καθορίζει τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν βάσει των αποτελεσμάτων της επίβλεψης υγείας. - Άρθρο 11 (διαβουλεύσεις και συμμετοχή των εργαζομένων) Το άρθρο αυτό αντιστοιχεί στο άρθρο 10 της τροποποιημένης πρότασης. Δεν κρίθηκε αναγκαίο να διευρυνθούν οι διατάξεις της οδηγίας-πλαίσιο σχετικά με τις διαβουλεύσεις και τη συμμετοχή των εργαζομένων, διατάξεις οι οποίες, μαζί με το άρθρο 8 παράγραφος 1 του παρόντος κειμένου θεωρούνται ότι απηχούν την τροπολογία αριθ. 12 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. - Άρθρο 12 (προσαρμογή των παραρτημάτων και τεχνικές οδηγίες) - τίτλος Ο αναδιατυπωμένος τίτλος αντανακλά την ουσία της τροπολογίας αριθ. 25 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. - παράγραφος 2 Υπήρξαν δυσχέρειες κατά τη σύνταξη της παραγράφου αυτής λόγω της εγγενούς αντίφασης στο αρχικό κείμενο μεταξύ της έννοιας των «κατευθυντήριων γραμμών», που θεωρήθηκε ως μη δεσμευτική, και της έννοιας των «κανόνων», οι οποίοι είναι εξ ορισμού δεσμευτικοί. Εφόσον η εφαρμογή της οδηγίας αποτελεί ουσιαστικά ευθύνη των κρατών μελών, θεωρήθηκε ότι απαιτείται ένα περιθώριο ευελιξίας και κατά συνέπεια το καταλληλότερο μέσο είναι οι μη δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές. Δεν κρίθηκε σκόπιμο να υποβληθεί η έγκριση των κατευθυντήριων αυτών γραμμών στην διαδικασία της επιτροπολογίας. Εν πάση περιπτώσει, οι κοινοτικοί εταίροι εκπροσωπούνται στη συμβουλευτική επιτροπή για την ασφάλεια, την υγιεινή και την προστασία της υγείας κατά την εργασία (βλέπε τροπολογία αριθ. 26 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου). Υπενθυμίζεται ότι προβλέπεται ότι η κατάρτιση λεπτομερών κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις μεθόδους μέτρησης θα αναληφθεί επίσης στο πλαίσιο της παραγράφου αυτής (βλέπε άρθρο 3 παράγραφος 9 και τροπολογία αριθ. 38 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου). - Άρθρο 13 (κατάργηση και τροποποίηση υφιστάμενων διατάξεων) Εκτός από τις διαφορές στην παρουσίαση, το άρθρο αυτό είναι ουσιαστικά ίδιο με το άρθρο 14 της τροποποιημένης πρότασης. Στην παράγραφο 1, κρίθηκε σκοπιμότερο να γίνει αναφορά στην προσθεσμία μεταγραφής της οδηγίας (τρία έτη μετά την ημερομηνία δημοσίευσης), παρά στην ημερομηνία επίσημης έναρξης εφαρμογής της (βλέπε άρθρο 16). Στην παράγραφο 5 γίνεται σαφές ότι, παρά την κατάργηση της οδηγίας 80/1107/ΕΟΚ, οι δύο επόμενες εκτελεστικές οδηγίες (91/322/ΕΟΚ και 96/94/ΕΚ) παραμένουν σε ισχύ. - Άρθρα 14 και 15 (εφαρμογή και υποβολή αναφορών) Τα άρθρα αυτά αντικαθιστούν το αρχικό άρθρο 15. Καθορίζεται ένα χρονικό όριο τριών ετών μετά την ημερομηνία δημοσίευσης της οδηγίας, προκειμένου να δοθεί μια επαρκής χρονική περίοδος εντός της οποίας να συμμορφωθούν με τις διατάξεις ενός σχετικά περίπλοκου κειμένου. - Άρθρα 16 και 17 Τυποποιημένες διατάξεις. - Παράρτημα I Το παράρτημα αυτό αντιστοιχεί στο σημείο 10.1 του αρχικού παραρτήματος. - Παράρτημα II Το παράρτημα αυτό αντιστοιχεί στα σημεία 10.2 και 11 του αρχικού παραρτήματος. Οι πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές πρέπει να συνταχθούν σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2. - Παράρτημα III Το παράρτημα αυτό αντιστοιχεί στο άρθρο 7 παράγραφος 1 της πρότασης της Επιτροπής. Παρά το γεγονός ότι επί του παρόντος δεν έχουν περιληφθεί εργασιακές δραστηριότητες, η δυνατότητα απαγόρευσης τέτοιων δραστηριοτήτων καλύπτεται από το άρθρο 9 παράγραφος 1 και γι' αυτό έχει τεθεί και αντίστοιχος τίτλος. 3. Προοίμιο Το προοίμιο έχει προσαρμοσθεί σύμφωνα με τις μεταβολές που έχουν γίνει στο κείμενο της τροποποιημένης πρότασης της Επιτροπής. Η τροπολογία αριθ. 1 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έχει περιληφθεί ως αιτιολογική σκέψη αριθ. 6. 4. Άλλες τροπολογίες που έχουν προταθεί από το Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίο >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ> IV. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Το Συμβούλιο θεωρεί ότι το κείμενο της κοινής θέσης, αν και διαφέρει στην εμφάνιση και στη δομή του από την τροποποιημένη πρόταση της Επιτροπής, πληροί τους θεμελιώδεις σκοπούς της πρότασης. Επιπλέον, το κείμενο έχει απλοποιηθεί χωρίς ουσιαστική θυσία του περιεχομένου του και ταυτόχρονα αποφεύχθηκε η επικάλυψη των διατάξεων που έχουν ήδη περιληφθεί στην οδηγία 89/391/ΕΟΚ. (1) Οδηγία 89/391/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 1989, σχετικά με την εφαρμογή μέτρων για την προώθηση της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία. (2) Σημειωτέον ιδίως ότι οι διατάξεις σχετικά με την ανάγκη ικανού και εκπαιδευμένου προσωπικού μνημονεύονται στα άρθρα 6 και 8 της οδηγίας πλαίσιο. (3) Οδηγία 92/85/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992, σχετικά με την εφαρμογή μέτρων που αποβλέπουν στη βελτίωση της υγείας και της ασφάλειας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων (δέκατη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ) (ΕΕ L 348 της 28. 11. 1992, σ. 1). ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>