51997AC1189

Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση κανονισμού (ΕΚ) του Συμβουλίου για τη θέσπιση των γενικών συμπληρωματικών κανόνων της κοινής οργάνωσης αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων όσον αφορά το γάλα κατανάλωσης»

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 019 της 21/01/1998 σ. 0070


Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση κανονισμού (ΕΚ) του Συμβουλίου για τη θέσπιση των γενικών συμπληρωματικών κανόνων της κοινής οργάνωσης αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων όσον αφορά το γάλα κατανάλωσης» () (98/C 19/20)

Στις 11 Σεπτεμβρίου 1997 και σύμφωνα με τα άρθρα 43 και 198 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την ανωτέρω πρόταση.

Η ΟΚΕ όρισε τον κ. Nilsson ως γενικό εισηγητή.

Κατά την 349η σύνοδο ολομέλειας της 29ης και 30ής Οκτωβρίου 1997 (συνεδρίαση της 29ης Οκτωβρίου 1997), η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την παρούσα γνωμοδότηση, με 81 ψήφους υπέρ, 2 κατά και 5 αποχές.

1. Κύρια σημεία της πρότασης της Επιτροπής

1.1. Η Επιτροπή προτείνει την αντικατάσταση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1411/71 με νέο. Η πρόταση έχει δύο στόχους: αφενός, την κωδικοποίηση του υπάρχοντος κανονισμού με τροποποιήσεις που έχει υποστεί και την επαλήθευση της εγκυρότητας των ισχυουσών διατάξεων, και, αφετέρου, την επανεξέταση της ταξινόμησης του γάλακτος όπως ορίζεται στην πράξη προσχώρησης της Φινλανδίας και της Σουηδίας.

1.2. Η πρόταση συνεπάγεται τη μετατροπή του κανονισμού σε οριζόντιο, στον οποίο θα επανεξετάζονται οι ρυθμίσεις για την παραγωγή του γάλακτος κατανάλωσης. Από την 1η Ιανουαρίου 1994 τα θέματα υγιεινής, και ποιότητας εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 92/46/ΕΟΚ η οποία περιλαμβάνει όλα τα γαλακτοκομικά προϊόντα, και ως εκ τούτου τα άρθρα 4 και 5 της πρότασης έχουν προσαρμοσθεί σε αυτήν.

1.3. Στην πρόταση περιέχονται περιορισμένες αλλαγές των κανόνων για το γάλα κατανάλωσης. Συγκεκριμένα, προτείνεται να παραταθεί η παρέκκλιση για τη Φινλανδία και τη Σουηδία για ακόμη 2 χρόνια, δηλαδή έως τις 31 Δεκεμβρίου 1999, όσον αφορά την περιεκτικότητα σε λιπαρές ουσίες για ορισμένα γάλατα κατανάλωσης.

1.4. Προτείνεται ακόμη να συνεχισθεί η απαγόρευση για τη μείωση της περιεκτικότητας σε πρωτεϊνικές ουσίες (τυποποίησης) του γάλακτος κατανάλωσης. Παραμένει όμως η δυνατότητα εμπλουτισμού του με πρωτεϊνικές ουσίες. Με την πρόταση αυτή εισάγονται κοινοί κανόνες για τα ελάχιστα όρια.

2. Γενικές παρατηρήσεις για την πρόταση της Επιτροπής

2.1. Η ΟΚΕ επικροτεί την πρωτοβουλία της Επιτροπής για τη μεταρρύθμιση του κανονισμού όσον αφορά τον έλεγχο των προϊόντων και την ένταξη των υγειονομικών πτυχών και της δημόσιας υγείας στη γενική οδηγία που ρυθμίζει τα εν λόγω ζητήματα ώστε να υπάρξει ενοποίηση.

2.2. Για να αξιολογηθούν οι κανόνες όσον αφορά τη σύνθεση του γάλακτος πρέπει να ληφθεί ως βάση η ικανοποίηση των αναγκών της ζήτησης των καταναλωτών για μία ποικιλία προσφοράς του γάλακτος κατανάλωσης το οποίο θα είναι καλής ποιότητας και θα πληροί του όρους υγιεινής.

2.3. Στις αιτιολογικές σκέψεις της πρότασης η Επιτροπή αναφέρεται στη σημασία που έχει το γάλα κατανάλωσης για την αγορά του γάλακτος. Στην ΕΕ αποτελεί σήμερα το 26 % της συνολικής κατανάλωσης γάλακτος. Επισημαίνεται ότι στη Φινλανδία και στη Σουηδία αποτελεί, αντίστοιχα, το 33 % και 32 % της κατανάλωσης.

2.4. Η ΟΚΕ επιδοκιμάζει επίσης την πρόταση της Επιτροπής, ότι δηλαδή θα πρέπει να συνεχισθεί η φυσική περιεκτικότητα του γάλακτος σε πρωτεϊνικές ουσίες και ότι η τυποποίηση δεν πρέπει να αποτελέσει στόχο αλλά αντίθετα, ο εμπλουτισμός του γάλακτος θα πρέπει να επιτρέπεται. Άλλοτε αυτό ερρυθμίζετο από την εθνική νομοθεσία.

2.5. Η ΟΚΕ φρονεί ότι στην πρόταση δεν εξετάζεται ικανοποιητικά η πτυχή της ευελιξίας η οποία χρειάζεται για να αποκτήσουν οι καταναλωτές την ελευθερία επιλογής όταν γίνονται προσφορές για το γάλα κατανάλωσης και για την περιεκτικότητα σε λιπαρά που μπορεί να έχει το γάλα.

2.6. Η Επιτροπή αντιφάσκει όταν ισχυρίζεται, αποτελεί δικαιολογία για να μην επιτρέψει για περισσότερο χρόνο την παρέκκλιση για τη Φινλανδία και τη Σουηδία, ότι οι καταναλωτές δεν ζήτησαν ποτέ την αλλαγή της ταξινόμησης, εφόσον εξετάζοντας τα στοιχεία διαπιστώνεται ότι έχει αυξηθεί σημαντικά η ζήτηση του ημιακορυφωμένου γάλακτος (από 28,6 % το 1986 σε 44,3 % το 1995) εις βάρος του πλήρους γάλακτος (από 65,4 % το 1986 σε 47,8 % το 1995). Οι καταναλωτές επιδεικνύουν στην περίπτωση αυτή ένα σαφές ενδιαφέρον για εναλλακτικά γάλατα με χαμηλότερη περιεκτικότητα σε λιπαρές ουσίες. Η ζήτηση των καταναλωτών μπορεί να διαπιστωθεί από τις προτιμήσεις τους στις αγορές. Αυτό προϋποθέτει βέβαια, ότι οι καταναλωτές μπορούν να ενημερωθούν σωστά και με σαφήνεια για τις ιδιότητες το προϊόντος.

2.7. Η ΟΚΕ επισημαίνει ότι η Επιτροπή αξίζει να εξετάσει την κατάσταση που επικρατεί στην αγορά γάλακτος της Φινλανδίας και της Σουηδίας. Η πρόταση για μία μακρά μεταβατική περίοδο είναι αναγκαία λόγω της σημασίας που έχει για τις αγορές αυτές το γάλα κατανάλωσης και λόγω της προτίμησης των καταναλωτών. Επισημαίνεται ότι στις αγορές αυτές πωλείται κυρίως μόνο φρέσκο παστεριωμένο γάλα, δηλαδή όχι γάλα που έχει υποστεί επεξεργασία σε υπερψηλή θερμοκρασία (γάλα UHT), ως εκ τούτου η προσφορά δεν έχει σχεδόν καθόλου επιπτώσεις στις άλλες αγορές εκτός της Φινλανδίας και της Σουηδίας. Με τον τρόπο που έχει διατυπωθεί η πρόταση δεν εμποδίζεται κανένα κράτος μέλος να διαθέσει στην αγορά των χωρών αυτών γάλα κατανάλωσης που πληροί τους όρους της κοινοτικής νομοθεσίας.

3. Ειδικές παρατηρήσεις

3.1. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 3 καθορίζονται τα κριτήρια που πρέπει να πληροί το γάλα κατανάλωσης, μεταξύ άλλων, όσον αφορά την περιεκτικότητα σε λιπαρές ουσίες. Η περιεκτικότητα σε λιπαρές ουσίες του αποκορυφωμένου γάλακτος μπορεί να ανέρχεται, το πολύ, σε 0,3 %. Μια δυνατότητα που θα μπορούσε να αυξήσει τις επιλογές των καταναλωτών, χωρίς να αλλάξουν οι αρχές των ισχυόντων κανόνων, είναι να επιτραπεί στο αποκορυφωμένο γάλα να κυμαίνεται η περιεκτικότητά του σε λιπαρές ουσίες, έως το πολύ 0,5 %. Π.χ. στη σουηδική αγορά τουλάχιστον το 17 % του γάλακτος κατανάλωσης που αγοράζεται, έχει περιεκτικότητα σε λιπαρές ουσίες 0,3 % κατ'ανώτατο όριο όχι όμως άνω του 0,5 %. Οι δυνατότητες ικανοποίησης της εν λόγω ζήτησης έχουν πολύ θετικές συνέπειες για την αγορά γάλακτος.

3.2. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 3, διατυπώνεται η παρέκκλιση από την παράγραφο 1, και η οποία παρατείνεται για τη Φινλανδία και τη Σουηδία για ακόμη δύο χρόνια. Σχετικά με τους μεταβατικούς κανόνες που είχαν άλλες χώρες για τον ίδιο λόγο, η ΟΚΕ φρονεί ότι μια μεγαλύτερη μεταβατική περίοδος, για πέντε χρόνια, θα ανταποκρινόταν καλύτερα στις ανάγκες προσαρμογής των εν λόγω χωρών. Μέτρο σύγκρισης αποτελεί η μεταβατική περίοδος προσαρμογής που είχε δοθεί σε άλλα κράτη μέλη, η οποία υπερβαίνει κατά πολύ, στην περίπτωση αυτή, τα δύο χρόνια.

Βρυξέλλες, 29 Οκτωβρίου 1997.

Ο Πρόεδρος της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Tom JENKINS

() ΕΕ C 267 της 3. 9. 1997, σ. 93.