51996PC0253

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με κοινή δράση που θεσπίζεται από το Συμβούλιο στη βάση του άρθρου Κ.3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση σχετικά με ένα πρόγραμμα ενθάρρυνσης και ανταλλαγών απευθυνόμενο στα συναφή προς τη δικαιοσύνη επαγγέλματα /* COM/96/0253 ΤΕΛΙΚΟ - CNS 96/0146 */

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 236 της 14/08/1996 σ. 0013


Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με κοινή δράση που θεσπίζεται από το Συμβούλιο στη βάση του άρθρου Κ.3 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση σχετικά με ένα πρόγραμμα ενθάρρυνσης και ανταλλαγών απευθυνόμενο στα συναφή προς τη δικαιοσύνη επαγγέλματα

(96/C 236/06)

COM(96) 253 τελικό - 96/0146(CNS)

(Υποβλήθηκε από την Επιτροπή στις 31 Μαΐου 1996)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και κυρίως το άρθρο Κ.3 παράγραφος 2 στοιχείο β) και το άρθρο Κ.8 παράγραφος 2,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

Εκτιμώντας:

ότι τα κράτη μέλη θεωρούν την ενίσχυση της δικαστικής συνεργασίας ως θέμα κοινού ενδιαφέροντος 7

ότι η θέσπιση ενός πλαισίου για τις ενέργειες κατάρτισης, πληροφόρησης, μελετών και ανταλλαγών προς όφελος των συναφών προς τη δικαιοσύνη επαγγελμάτων είναι σε θέση να βελτιώσει την αμοιβαία κατανόηση των δικαστικών και νομικών συστημάτων των κρατών μελών, να καταστήσει σαφείς τις μεταξύ τους διαφορές και κατ' αυτόν τον τρόπο να μειώσει τα εμπόδια που προκύπτουν όσον αφορά τη δικαστική συνεργασία μεταξύ κρατών μελών 7

ότι αυτοί οι στόχοι μπορούν να υλοποιηθούν πιο αποτελεσματικά στο επίπεδο της Ένωσης απ' ό,τι σε κάθε κράτος μέλος χωριστά, λόγω των αναμενόμενων οικονομιών και των σωρευτικών αποτελεσμάτων των προβλεπομένων δράσεων 7

ότι η παρούσα κοινή δράση δεν επηρεάζει τις αρμοδιότητες της Κοινότητας στον τομέα της επαγγελματικής κατάρτισης και δεν θίγει ως εκ τούτου τα κοινοτικά μέτρα που λαμβάνονται για την εφαρμογή αυτής της πολιτικής και κυρίως του προγράμματος Leonardo da Vinci 7

ότι η παρούσα δράση δεν επηρεάζει τους κανόνες διαδικασίας που ισχύουν στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας,

ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ:

Άρθρο 1

1. Καταρτίζεται για την περίοδο 1996-2000 ένα πρόγραμμα ενθάρρυνσης και ανταλλαγών απευθυνόμενο στα συναφή προς τη δικαιοσύνη επαγγέλματα, επονομαζόμενο «GROTIUS» με σκοπό να τονώσει την αμοιβαία γνώση των νομικών και δικαστικών συστημάτων και να διευκολύνει τη δικαστική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών.

2. Για τους σκοπούς της παρούσας κοινής δράσης, νοούνται ως συναφή προς τη δικαιοσύνη επαγγέλματα: δικαστές, δικαστικοί σύνδεσμοι, στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, δικηγόροι, κλητήρες, συμβολαιογράφοι, ερευνητές, ανακριτικές υπηρεσίες, υπουργικοί υπάλληλοι, δικαστικοί διερμηνείς και άλλοι βοηθητικοί υπάλληλοι της δικαιοσύνης 7

3. Αυτό το πρόγραμμα περιλαμβάνει τις ακόλουθες κατηγορίες ενεργειών:

- κατάρτιση,

- προγράμματα ανταλλαγών και πρακτικών ασκήσεων,

- διοργάνωση συναντήσεων,

- μελέτες και έρευνες,

- κυκλοφορία πληροφοριών.

Άρθρο 2

Μπορούν να ληφθούν υπόψη ως κατάρτιση τα σχέδια που επιδιώκουν τους ακόλουθους στόχους:

- την ενθάρρυνση της γνώσης γλωσσών, ιδιαίτερα της δυνατότητας χρησιμοποίησης μια άλλης νομικής γλώσσας πέραν της εθνικής γλώσσας,

- τη γνώση των δικαστικών θεσμών και διαδικασιών των άλλων κρατών μελών και της λειτουργίας τους,

- την ανταλλαγή εμπειρίας μεταξύ υπευθύνων για την κατάρτιση των συναφών προς τη δικαιοσύνη επαγγελμάτων, και μεταξύ οργάνων επιφορτισμένων με τη βασική κατάρτιση και υπευθύνων για τη συνεχή κατάρτιση,

- την προετοιμασία παιδαγωγικών προγραμμάτων για ενέργειες κατάρτισης, ανταλλαγών και πρακτικών ασκήσεων, διαλέξεων και σεμιναρίων που διοργανώνονται κατ' εφαρμογήν του παρόντος προγράμματος.

Άρθρο 3

Μπορούν να ληφθούν υπόψη ως προγράμματα ανταλλαγών και πρακτικών ασκήσεων τα σχέδια που επιδιώκουν τους ακόλουθους στόχους:

- τη διοργάνωση πρακτικών ασκήσεων περιορισμένης διάρκειας σε δικαστικά όργανα ή σε συναφή προς τη δικαιοσύνη επαγγέλματα στα άλλα κράτη μέλη πλην του κράτους προέλευσης,

- τη διοργάνωση επισκέψεων σε δικαστικά όργανα ή σε συναφή προς τη δικαιοσύνη επαγγέλματα σε πολλά άλλα κράτη μέλη σχετικά με ειδικά θέματα.

Άρθρο 4

Μπορούν να ληφθούν υπόψη ως διοργάνωση συναντήσεων τα σχέδια που επιδιώκουν τους ακόλουθους στόχους:

- τη διοργάνωση διμερών ή ευρωπαϊκών συσκέψεων σχετικά με νομικά θέματα γενικού ενδιαφέροντος,

- τη διεξαγωγή πολυθεματικών διαλέξεων σχετικά με νομικά θέματα επικαιρότητας ή νέα θέματα που αφορούν τη δικαστική συνεργασία,

- τη διοργάνωση σεμιναρίων κατά τη διάρκεια των οποίων πραγματοποιούνται εικονικές δίκες στις οποίες οι δικαστές διαφόρων κρατών μελών αποφασίζουν για ταυτόσημες υποθέσεις («sentencing»).

Άρθρο 5

Μπορούν να ληφθούν υπόψη ως μελέτες και έρευνες τα σχέδια που επιδιώκουν τους ακόλουθους στόχους:

- την προπαρασκευαστική ανάλυση θεμάτων που επιλέγονται για την κατάρτιση σχεδίων που διοργανώνονται κατ' εφαρμογήν του παρόντος προγράμματος,

- την ανάλυση εκθέσεων σχετικά με πρακτικές ασκήσεις ή συναντήσεις που διοργανώνονται κατ' εφαρμογήν του παρόντος προγράμματος,

- το συντονισμό ερευνών σχετικά με θέματα που αφορούν τη δικαστική συνεργασία.

Άρθρο 6

Μπορούν να ληφθούν υπόψη ως κυκλοφορία πληροφοριών τα σχέδια που επιδιώκουν τους ακόλουθους στόχους:

- τη γραπτή ή τηλεματική κυκλοφορία, στο πρωτότυπο ή σε μετάφραση, ενημερωτικών σημειώσεων σχετικά με τις νομοθετικές τροποποιήσεις ή τα σχέδια αναθεώρησης,

- τη διάδοση πληροφοριών σχετικά με τις ενέργειες που προβλέπονται στα άρθρα 2, 3 και 4, των αποτελεσμάτων συναντήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 4 ή των συμπερασμάτων ερευνών που διεξάγονται κατ' εφαρμογή του άρθρου 5 και με την εφαρμογή τους,

- τη δημιουργία τραπεζών δεδομένων ή/και δικτύων τεκμηρίωσης που περιλαμβάνουν τον κατάλογο άρθρων, δημοσιεύσεων, μελετών ή ρυθμίσεων στους τομείς που αφορούν τη δικαστική συνεργασία.

Άρθρο 7

1. Τα σχέδια που υποβάλλονται για κοινοτική χρηματοδότηση οφείλουν να παρουσιάζουν ευρωπαϊκό ενδιαφέρον και να υπάρχει συμμετοχή περισσοτέρων του ενός κρατών μελών.

2. Τα προς χρηματοδότηση σχέδια αποτελούν το αντικείμενο επιλογής η οποία λαμβάνει κυρίως υπόψη:

- τη συμφωνία των εξεταζομένων θεμάτων με τις εργασίες που έχουν ξεκινήσει ή εγγράφονται στα προγράμματα δράσης του Συμβουλίου στους τομείς που υπάγονται στη δικαστική συνεργασία,

- τη συμβολή για την επεξεργασία ή την εφαρμογή μέσων του τίτλου VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση,

- την αμοιβαία συμπληρωματικότητα μεταξύ των διαφόρων σχεδίων,

- την ποικιλία επαγγελμάτων προς τα οποία απευθύνονται,

- τη συμμετοχή οργάνων όπως ιδρύματα κατάρτισης δικαστών, ιδρύματα έρευνας,

- το λειτουργικό και πρακτικό χαρακτήρα των ενεργειών,

- το βαθμό προετοιμασίας των συμμετεχόντων,

- τη δυνατότητα χρησιμοποίησης των επιτευχθέντων αποτελεσμάτων με σκοπό να παρέχεται η δυνατότητα νέων εξελίξεων της δικαστικής συνεργασίας.

3. Σε αυτά τα σχέδια μπορούν να συμμετέχουν συναφή προς τη δικαιοσύνη επαγγέλματα των υποψηφίων για προσχώρηση κρατών προκειμένου να προετοιμασθεί η προσχώρησή τους ή άλλων τρίτων χωρών εφόσον αυτό κρίνεται χρήσιμο για τους σκοπούς των προγραμμάτων.

Άρθρο 8

Οι αποφάσεις χρηματοδότησης καθώς και οι συμβάσεις που προκύπτουν προβλέπουν κυρίως παρακολούθηση και δημοσιονομικό έλεγχο της Επιτροπής και λογιστικούς ελέγχους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

Άρθρο 9

1. Επιλέγονται όλα τα είδη δαπανών που απορρέουν απευθείας από την εφαρμογή της δράσης, τα οποία προκύπτουν κατά τη διάρκεια ορισμένης περιόδου καθοριζόμενης συμβατικά.

2. Το ποσοστό χρηματοδοτικής ενίσχυσης του κοινοτικού προϋπολογισμού δεν μπορεί να υπερβαίνει το 80 % του κόστους της δράσης.

3. Τα έξοδα μετάφρασης και διερμηνείας, τα έξοδα μηχανοργάνωσης, οι δαπάνες πάγιου ή καταναλώσιμου υλικού δεν θα λαμβάνονται υπόψη παρά μόνον στο μέτρο που αντιπροσωπεύουν απαραίτητη υποστήριξη για την υλοποίηση της δράσης και δεν μπορούν να χρηματοδοτούνται παρά μόνον μέχρι ενός ανώτατου ποσού 50 % της επιδότησης ή 80 % στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο ίδιος ο χαρακτήρας της δράσης το καθιστά απαραίτητο.

4. Οι δαπάνες που αφορούν τις δημόσιες εγκαταστάσεις και εξοπλισμούς, καθώς και τους μισθούς των υπαλλήλων του κράτους και των δημοσίων οργανισμών δεν θα μπορούν να λαμβάνονται υπόψη παρά μόνο στο μέτρο που αντιστοιχούν σε διορισμούς και σε καθήκοντα μη εθνικού χαρακτήρα αλλά ειδικά συνδεόμενα με την εφαρμογή της κοινής δράσης.

Άρθρο 10

1. Η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για την εκτέλεση των ενεργειών που προβλέπονται από την παρούσα απόφαση και εγκρίνει τις λεπτομέρειες εφαρμογής της παρούσας κοινής δράσης κυρίως στη βάση των κριτηρίων επιλεξιμότητας των δαπανών.

2. Επεξεργάζεται κάθε έτος με τη βοήθεια εμπειρογνωμόνων, προερχομένων από τους σχετικούς επαγγελματικούς κύκλους, τις κατευθυντήριες γραμμές του ετησίου προγράμματος εφαρμογής της παρούσας κοινής δράσης όσον αφορά τις θεματικές προτεραιότητες και την κατανομή των διαθέσιμων πιστώσεων μεταξύ των τομέων δράσης.

3. Προβαίνει κάθε έτος σε αξιολόγηση των ενεργειών εφαρμογής του προγράμματος για το προηγούμενο έτος.

Άρθρο 11

1. Η Επιτροπή επικουρείται από μία επιτροπή απαρτιζόμενη από έναν αντιπρόσωπο ανά κράτος μέλος της Ένωσης και προεδρευόμενη από έναν αντιπρόσωπο της Επιτροπής.

2. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην επιτροπή τις προτάσεις όσον αφορά τις λεπτομέρειες εφαρμογής, τις κατευθυντήριες του ετήσιου προγράμματος και την αξιολόγηση των ενεργειών. Η επιτροπή εκδίδει τη γνώμη της εντός προθεσμίας την οποία μπορεί να ορίσει ο πρόεδρος σε συνάρτηση με το επείγον του θέματος. Η γνώμη εκδίδεται με την πλειοψηφία που προβλέπεται στο άρθρο Κ.4 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο της συνθήκης για την έγκριση των αποφάσεων τις οποίες καλείται να λάβει το Συμβούλιο με βάση τις προτάσεις της Επιτροπής. Κατά τις ψηφοφορίες στο πλαίσιο της επιτροπής, οι ψήφοι των αντιπροσώπων της επιτροπής, οι ψήφοι των αντιπροσώπων των κρατών μελών σταθμίζονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο προαναφερόμενο άρθρο. Ο πρόεδρος δεν λαμβάνει μέρος στην ψηφοφορία.

Η Επιτροπή θεσπίζει μέτρα αμέσως εφαρμοζόμενα. Πάντως, εάν αυτά δεν συμφωνούν με την εκδιδόμενη από την επιτροπή γνώμη, ανακοινώνονται αμέσως από την Επιτροπή στο Συμβούλιο. Σε αυτήν την περίπτωση η Επιτροπή μπορεί να αναβάλει για περίοδο ενός μηνός το πολύ, από την ημερομηνία αυτής της ανακοίνωσης, την εφαρμογή των αποφασισθέντων από αυτήν μέτρων.

Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία, μπορεί να λάβει διαφορετική απόφαση εντός της προβλεπόμενης στο προηγούμενο εδάφιο προθεσμίας.

Άρθρο 12

1. Από το δεύτερο οικονομικό έτος, τα σχέδια για τα οποία ζητείται χρηματοδότηση υποβάλλονται προς εξέταση στην Επιτροπή πριν από τις 31 Μαρτίου του οικονομικού έτους στο οποίο πρέπει να καταλογισθούν.

2. Η Επιτροπή εξετάζει τα σχέδια που της υποβάλλονται με τη βοήθεια των εμπειρογνωμόνων που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 2.

3. Οι χωριστές αποφάσεις χρηματοδότησης λαμβάνονται από την Επιτροπή, η οποία ενημερώνει την επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 1.

4. Όσον αφορά τις χρηματοδοτήσεις που υπερβαίνουν τις 100 000 Ecu, ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει σχέδιο στην αναφερόμενη στο άρθρο 11 παράγραφος 1 επιτροπή. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της σχετικά με το συγκεκριμένο σχέδιο, εντός προθεσμίας την οποία μπορεί να ορίσει ο πρόεδρος σε συνάρτηση με το επείγον του θέματος, προβαίνοντας ενδεχομένως σε ψηφοφορία στην οποία δε λαμβάνει μέρος ο πρόεδρος.

Η γνώμη εγγράφεται στα πρακτικά 7 εξάλλου, κάθε κράτος μέλος δικαιούται να ζητήσει να συμπεριληφθεί η θέση του σε αυτά τα πρακτικά.

Η Επιτροπή λαμβάνει σε μέγιστο βαθμό υπόψη τη διατυπωθείσα από την επιτροπή γνώμη. Ενημερώνει την επιτροπή για τον τρόπο με τον οποίο έλαβε υπόψη αυτή τη γνώμη.

Άρθρο 13

1. Οι ενέργειες που προβλέπονται από το πρόγραμμα και χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό των Κοινοτήτων αποτελούν το αντικείμενο διαχείρισης της Επιτροπής σύμφωνα με το δημοσιονομικό κανονισμό, της 21ης Δεκεμβρίου 1977, που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 2335/95.

2. Κατά την υποβολή των προτάσεων χρηματοδότησης που αναφέρονται στο άρθρο 12 καθώς και των αξιολογήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 10, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις αρχές της καλής δημοσιονομικής διαχείρισης και κυρίως οικονομίας και σχέσης κόστους/αποτελεσματικότητας που αναφέρονται στο άρθρο 2 του δημοσιονομικού κανονισμού.

Άρθρο 14

Η Επιτροπή υποβάλλει ετήσια έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του προγράμματος. Η πρώτη έκθεση θα διαβιβασθεί κατά τη λήξη του οικονομικού έτους 1996.

Άρθρο 15

Η παρούσα κοινή δράση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της έγκρισής της.

Ισχύει για περίοδο πέντε ετών, μετά τη λήξη της οποίας μπορεί ενδεχομένως να παραταθεί.