Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για τις «Υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας στην εσωτερική αγορά της ενέργειας»
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 056 της 24/02/1997 σ. 0083
Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για τις «Υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας στην εσωτερική αγορά της ενέργειας» (97/C 56/16) Στις 25 Απριλίου 1996, και σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 3 του Εσωτερικού της Κανονισμού, η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση για τις «Υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας στην εσωτερική αγορά της ενέργειας». Το τμήμα ενέργειας, πυρηνικών θεμάτων και έρευνας, στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 13 Σεπτεμβρίου 1996 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. Hernandez Bataller. Κατά την 339η σύνοδο ολομέλειάς της (συνεδρίαση της 31ης Οκτωβρίου 1996) η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 45 ψήφους υπέρ, 10 κατά και 5 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση. 1. Εισαγωγή 1.1. Ορισμένες ανάγκες δημοσίου συμφέροντος επιβάλλουν ειδικές διατάξεις λόγω των ιδιαιτεροτήτων τους και των φυσικών ορίων της αποτελεσματικότητας της αγοράς. Κάθε ευρωπαϊκό κράτος, ανάλογα με την ιστορία, τη γεωγραφία και τις παραδόσεις του, επινόησε διάφορες λύσεις, οι οποίες, στην πραγματικότητα, πέρα από τα φαινόμενα, κρύβουν μέσα τους κοινές ή παρόμοιες ανησυχίες. 1.1.1. Ειδικότερα στον τομέα του ηλεκτρισμού, είναι αναγκαία η παρουσία, μέσω ρυθμίσεων, των δημοσίων αρχών, για τους ακόλουθους, μεταξύ άλλων, λόγους: α) Διότι η ηλεκτρική ενέργεια αποτελεί βασική και θεμελιώδη υπηρεσία και αγαθό πρώτης ανάγκης, η παροχή του οποίου πρέπει να διασφαλίζεται ανά πάσα στιγμή. β) Διότι ορισμένοι από τους τομείς του ηλεκτρικού συστήματος αποτελούν φυσικό μονοπώλιο. 1.1.2. Οι βασικές υπηρεσίες, όπως η ενέργεια, απαιτούν συχνά δαπανηρές επενδύσεις, οι οποίες είναι αποδοτικές μόνο μεσοπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα και παρουσιάζουν συνέπειες κλίμακος. Οι παράγοντες αυτοί, χαρακτηριστικοί των υποδομών με μορφή δικτύου, δικαιολογούν, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, την εκχώρηση ειδικών ή αποκλειστικών δικαιωμάτων, που καθίστανται αναγκαία ως αντιστάθμισμα στην έλλειψη ελεύθερου ανταγωνισμού και στην ανάληψη συγκεκριμένων υποχρεώσεων από πλευράς των επιχειρήσεων. 1.2. Η ίδρυση της εσωτερικής αγοράς της ενέργειας αποτελεί το θεμελιώδη στόχο της Κοινότητας. Η εγκαθίδρυση αυτής της εσωτερικής αγοράς στον τομέα του ηλεκτρισμού είναι ιδιαίτερα σημαντική προκειμένου να υπάρξει ορθολογική παραγωγή, μετάδοση και διανομή, με ενίσχυση της ασφάλειας εφοδιασμού της Κοινότητας, καθώς επίσης και για να εξασφαλισθούν ίσοι όροι αγοράς για όλους τους χρήστες και να αποφευχθούν κατ'αυτόν τον τρόπο στρεβλώσεις ανταγωνισμού μεταξύ των καταναλωτριών βιομηχανιών. 1.2.1. Από την άλλη πλευρά, η θερμότητα και το φως αποτελούν βασικές ανθρώπινες ανάγκες και, συνεπώς, οι δυνάμεις της αγοράς πρέπει να εξασφαλίζουν τη διαθέσιμότητά τους επί συνεχούς βάσεως και σε τιμές λογικές για όλη την κοινωνία. 1.3. Ο τομέας του ηλεκτρισμού αποτελεί παράδειγμα κατάστασης κατά την οποία η αγορά δεν είναι ικανή να εκχωρεί πόρους κατά τρόπο αποτελεσματικό. Σημειωτέον, σχετικά, ότι ορισμένες από τις δραστηριότητες που συνδέονται με την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας (διανομή και μεταφορά) αποτελούν φυσικά μονοπώλια διότι υπάρχουν αυξανόμενες αποδόσεις κλίμακος για σημανικά επίπεδα ζήτησης. 1.3.1. Για τούτο, θα ήταν σκόπιμο να σημειωθεί η διαφορά μεταξύ των τομέων του ηλεκτρικού συστήματος που μπορούν να υπόκεινται στον ανταγωνισμό και εκείνων που δεν μπορούν. Συνεπώς, με τελικό στόχο την παροχή υπηρεσιών από τις επιχειρήσεις στους καταναλωτές κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο, είναι δυνατόν να εξευρεθούν λύσεις που βασίζονται στην αγορά, με εισαγωγή του ανταγωνισμού στην παραγωγή και την πώληση ενέργειας μέσω ρύθμισης της πρόσβασης στο ηλεκτρικό δίκτυο με όρους που δεν δημιουργούν διακρίσεις, ενώ η μεταφορά και η διανομή θα ελέγχονται υπό καθεστώς φυσικού μονοπωλίου. 1.4. Έτσι, η επεξεργασία της παρούσας γνωμοδότησης γίνεται με σκοπό τον καθορισμό ορισμένων ελάχιστων κατευθυντήριων γραμμών, οι οποίες να διασφαλίζουν, στο μέτρο του δυνατού, την ισορροπία μεταξύ: - ενός μεγαλύτερου ανοίγματος του ενεργειακού τομέα στον ανταγωνισμό, στα στάδια που είναι δυνατό το άνοιγμα αυτό 7 - της τήρησης των υποχρώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας σε ορισμένα κράτη μέλη, οι οποίες περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την καθολική παροχή των βασικών υπηρεσιών, την εξασφάλιση του σεβασμού των κοινωνικών δικαιωμάτων και τη διατήρηση των στόχων της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής που συνεπάγεται η παροχή αυτών των υποχρεώσεων 7 για τούτο, σε τελική ανάλυση, η παροχή των δημόσιων υπηρεσιών στους χρήστες αποτελεί τμήμα των δικαιωμάτων του πολίτη. 1.4.1. Σε ορισμένες περιστάσεις, η παροχή των υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας θα περιλαμβάνει την άσκηση ειδικών ή αποκλειστικών δικαιωμάτων, με εφαρμογή στις επιχειρήσεις παροχής των κανόνων του ανταγωνισμού, στο βαθμό που αυτό δεν παρακωλύει την de facto ή de jure τήρηση της ειδικής αποστολής που τους έχει ανατεθεί, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 90 της Συνθήκης. 1.5. Ήδη στη γνωμοδότησή της για την «Κοινοτική ενεργειακή πολιτική» (), η ΟΚΕ αναγνώριζε ότι: «Ο κοινός ορισμός των υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας στους τομείς της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου περιλαμβάνει τη γενική υποχρέωση εφοδιασμού, στο μέτρο του δυνατού και του δέοντος, και ένα σύστημα εξίσωσης των τιμών, με την έκταση που προσδιορίζεται από τις ομάδες καταναλωτών που δεν έχουν απαρνηθεί το δικαίωμα αυτό.» Επεσήμαινε, εξάλλου, ότι: «Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή δηλώνει ότι τάσσεται υπέρ της καθιέρωσης αυτών των υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας σε όλα τα κράτη μέλη.» 1.6. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο των Καννών δήλωσε ότι: «Η Ένωση πρέπει να διασφαλίζει, ιδιαίτερα, την εκτέλεση των καθηκόντων γενικού οικονομικού συμφέροντος στην Ευρώπη, προκειμένου να διασφαλίσει την ίση μεταχείριση όλων των πολιτών της Ευρώπης (περιλαμβανομένης της ισότητας δικαιωμάτων και της ισότητας ευκαιριών μεταξύ ανδρών και γυναικών), την ισόρροπη χωροταξία, την ποιότητα, τη συνέχεια και την προσαρμοστικότητα της παρεχόμενης υπηρεσίας, καθώς και την προστασία των μακροπρόθεσμων στρατηγικών συμφερόντων.» 1.7. Θα πρέπει, επίσης, να σημειωθεί η αναφορά στις υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας που περιλαμβάνεται στην «Τροποποιημένη πρόταση οδηγίας σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας» και για την οποία το Συμβούλιο επέτυχε ομόφωνα έναν πολιτικό συμβιβασμό, που αντικατοπτρίζεται στην κοινή θέση την οποία υιοθέτησε προσφάτως. 1.7.1. Η πρόταση αυτή περιλαμβάνει στις διατάξεις της (άρθρο 3) τη δυνατότητα των κρατών μελών να επιβάλλουν στις εταιρείες ηλεκτρισμού, στα πλαίσια τήρησης των διατάξεων της Συνθήκης και ιδιαίτερα του άρθρου 90, υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας γενικού συμφέροντος, οι οποίες θα μπορούν να αφορούν την ασφάλεια, περιλαμβανομένης της ασφάλειας εφοδιασμού, την κανονικότητα, την ποιότητα και την τιμή των παροχών, καθώς και την προστασία του περιβάλλοντος. Οι υποχρεώσεις αυτές, καθώς και η αναθεώρησή τους, θα πρέπει να είναι διαφανείς, να μην εισάγουν διακρίσεις, να μπορούν να ελέγχονται και να κοινοποιούνται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. 1.7.2. Θεσπίζεται, επίσης, η δυνατότητα των κρατών μελών να εξαιρούν (σύμφωνα με το άρθρο 90 της Συνθήκης) την εφαρμογή των άρθρων 5, 6, 17, 18 και 20 αυτής της οδηγίας (που αφορούν την οργάνωση της παραγωγής, την πρόσβαση στα δίκτυα και την κατασκευή ανοιχτών γραμμών), όταν αυτή ενδέχεται να εμποδίσει, de facto ή de jure, την εκπλήρωση της ιδιαίτερης αποστολής που έχει ανατεθεί στις εταιρείες ηλεκτρισμού προς όφελος του γενικού συμφέροντος και όταν δεν επηρεάζεται η ανάπτυξη των συναλλαγών σε βαθμό ο οποίος θα αντέκειτο στο συμφέρον της Κοινότητας. 1.7.3. Επίσης παρέχεται στα κράτη μέλη το δικαίωμα να επιβάλλουν στις επιχειρήσεις διανομής την υποχρέωση παροχής ηλεκτρικής ενέργειας σε πελάτες που βρίσκονται σε ορισμένες περιοχές τα τιμολόγια των οποίων θα μπορούν να είναι συνδεδεμένα ώστε να υπάρχει ίση μεταχείριση των πελατών αυτών. 1.7.4. Η πρόταση οδηγίας, στο πλαίσιο της τήρησης της αρχής της επικουρικότητας, παρέχει στα κράτη μέλη το δικαίωμα να προβαίνουν στην εφαρμογή μακροπρόθεσμων προγραμματισμών ως μέσον για να πληρούν τις υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας. 1.7.5. Η κοινή θέση που επιτεύχθηκε για την πρόταση οδηγίας, αποτελεί σημαντικό βήμα για την εγκαθίδρυση της εσωτερικής αγοράς του ηλεκτρισμού διότι περιλαμβάνει κανόνες βάσει των οποίων θα γίνει προοδευτικό άνοιγμα του τομέα. Οι κανόνες αυτοί αφορούν τις ακόλουθες πτυχές: άνοιγμα στον ανταγωνισμό της παραγωγής, καθιέρωση διευθύνοντος του ανεξάρτητου δικτύου, συνύπαρξη ενός συστήματος μοναδικού αγοραστή και ενός συστήματος πρόσβασης τρίτων στο δίκτυο που θα αποτελεί αντικείμενο διαπραγματεύσεων, ομοιογενές και προοδευτικό άνοιγμα της αγοράς στους τελικούς καταναλωτές με βάση ένα ορισμένο επίπεδο κατανάλωσης, ενδεχόμενο άνοιγμα στους διανομείς και λογιστικό διαχωρισμό των δραστηριοτήτων παραγωγής, μεταφοράς και διανομής του ηλεκτρισμού από πλευράς των επιχειρήσεων ηλεκτρισμού. 2. Το δημόσιο συμφέρον ως αντικείμενο προστασίας 2.1. Σε όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπάρχουν κανονιστικές ρυθμίσεις των υπηρεσιών κοινής ωφελείας με τις οποίες επιδιώκεται, λιγότερο ή περισσότερο έντονα, η ρύθμιση των δραστηριοτήτων με τις οποίες οι δημόσιες αρχές θέτουν υπό τον έλεγχό τους μία ή περισσότερες επιχειρήσεις σε στρατηγικούς τομείς ή επιχειρήσεις που παρέχουν ένα από τα αποκαλούμενα θεμελιώδη αγαθά, στις περισσότερες περιπτώσεις. Η παρέμβαση αυτή στόχο έχει την προστασία του δημοσίου συμφέροντος και ειδικότερα την προστασία των χρηστών της υπηρεσίας (εξ ου η έννοια «Daseinsvorsorge» στους κανονισμούς γερμανικής προέλευσης, η έννοια «public utility» στους κανονισμούς αγγλοσαξωνικής προέλευσης και η έννοια «servicio publico» στους κανονισμούς λατινογενούς προέλευσης). 2.1.1. Τόσο στο εθνικό όσο και στο κοινοτικό επίπεδο, δεν γίνεται διάκριση μεταξύ υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος, δημόσιων υπηρεσιών και καθολικών υπηρεσιών, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται, κατά καιρούς, συγχύσεις. Για τούτο και θα ήταν σκόπιμο, στο κοινοτικό επίπεδο, να ενεργήσει η Επιτροπή ώστε να διασαφηνισθούν και να οριοθετηθούν οι τρεις αυτοί όροι. 2.2. Εν πάση περιπτώσει, οι υπηρεσίες κοινής ωφελείας των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης χαρακτηρίζονται, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, από: α) Τις ανάγκες στις οποίες ανταποκρίνονται. Προέρχονται από μια ανάγκη που αναγνωρίζεται από το κοινωνικό σύνολο και την οποία δεν μπορεί πάντοτε να καλύψει η ιδιωτική πρωτοβουλία. Η ανάγκη αυτή μπορεί να συνδέεται με τις θεμελιώδεις ελευθερίες ή με την ύπαρξη αιτιών που βασίζονται στην αλληλεγγύη. β) Τις προνομίες των χρηστών ή των πελατών τους. Ο χρήστης είναι φορέας δικαιωμάτων και, με αυτήν την έννοια, μπορεί να αξιώσει ικανοποιήσεις τις οποίες δεν παρέχει αυτομάτως η αγορά. γ) Τους στόχους που καθορίζονται γι'αυτές οι οποίοι συνίστανται στην ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών όλων των μελών του εκάστοτε κοινωνικού συνόλου. Κανείς δεν πρέπει να αποκλεισθεί για φυσικούς, οικονομικούς ή άλλους λόγους 7 πρέπει να προαχθεί η αποτελεσματική και ισόρροπη χρήση του εδάφους και των φυσικών πόρων 7 το δημόσιο συμφέρον ενδέχεται να έχει ανάγκη μια υπηρεσία την οποία δεν μπορεί να παράσχει η λειτουργία της αγοράς. δ) Τις αρχές που τις οργανώνουν, οι οποίες, στις περιπτώσεις όπου είναι απαραίτητο, εξασφαλίζουν τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες πρέπει να διασφαλίζεται η υπηρεσία. 2.3. Υπάρχουν ορισμένες κοινές γενικές αρχές λειτουργίας που ισχύουν για το σύνολο των υπηρεσιών κοινής ωφελείας και οι οποίες είναι: η αρχή της αναλογικότητας, η αρχή της συνέχειας, η αρχή της ισότητας στην πρόσβαση (ισότητας), η αρχή της προσαρμογής (ή ευελιξίας), η αρχή της παγκοσμιότητας, η αρχή της συμμετοχής των χρηστών ή πελατών και η αρχή του καθορισμού ελάχιστων προτύπων ποιότητας της υπηρεσίας. 2.4. Η αγορά είναι γενικά αδιάφορη για τους στόχους της αλληλεγγύης, της συνοχής ή της ισότητας, οι οποίοι όμως μπορούν να επιτευχθούν με τη συμβολή μερικών αντισταθμίσεων τιμολόγησης. Η περιθωριοποίηση ή ο αποκλεισμός ορισμένων κοινωνικών ομάδων από συγκεκριμένες, ουσιαστικές για την καθημερινή ζωή, υπηρεσίες ενδέχεται να δημιουργήσει προβλήματα. Η επαρκής παροχή υπηρεσιών κοινής ωφελείας σε λογικές τιμές συμβάλλει στη διευκόλυνση της ενσωμάτωσης των πολιτών που βρίσκονται σε μειονεκτική θέση. 2.4.1. Συγκεκριμένα, στους τομείς του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας οι δημόσιες αρχές πρέπει να συμβιβάσουν, στο μέτρο του δυνατού, τους στόχους του ανταγωνισμού με την ασφάλεια του εφοδιασμού και τους κοινωνικούς στόχους. Οι δημόσιες αρχές μπορούν να παρεμβαίνουν, ρυθμίζοντας, σε συγκεκριμένες πτυχές, τη λειτουργία των επιχειρήσεων που αναπτύσσουν δραστηριότητα στους τομείς αυτούς, ώστε να παρέχονται ορισμένα εχέγγυα σχετικά με την προστασία του δημοσίου συμφέροντος και ιδιαίτερα εκείνα που απαιτούνται κατά τον εφοδιασμό ή αυτά που σχετίζονται με την εκμετάλλευση του δικτύου μεταφοράς ή του δικτύου διανομής. Εντούτοις, σύμφωνα με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας, πρέπει να εφαρμοστούν οι αρχές της διαφάνειας και του λογιστικού διαχωρισμού. 2.5. Το οικονομικό σύστημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντιστοιχεί σε ένα πρότυπο ελεύθερης αγοράς που δεν διέπεται τελείως από την ελεύθερη λειτουργία των αυτοσχέδιων μηχανισμών της, δεδομένου ότι είναι ένα οικονομικό σύστημα που έχει θεσπισθεί διά νόμου και που ρυθμίζεται σε μεγάλο βαθμό από ένα παράγωγο δίκαιο, το οποίο διαχειρίζονται, σε πολλές περιπτώσεις, οι ίδιες οι κοινοτικές αρχές. 2.6. Η παραδοσιακή αντίληψη για τη δημόσια υπηρεσία, που συνδέεται με το μονοπώλιο και την υποχρεωτική ανάληψη από πλευράς των δημόσιων αρχών της κυριότητας ορισμένων υπηρεσιών, καθώς και της διαχείρισης και διεύθυνσής τους, φαίνεται πως χρειάζεται σήμερα αναπροσαρμογή σύμφωνα με τους κανόνες του κοινοτικού δικαίου, ιδίως όσον αφορά τη συμβατότητά της, στο μέτρο του δυνατού, με τους κανόνες ανταγωνισμού. 2.7. Αυτή η έννοια της δημόσιας υπηρεσίας δεν πρέπει να επηρεάζει σε καμία περίπτωση το συγκεκριμένο νομικό καθεστώς των επιχειρήσεων που παρέχουν υπηρεσίες σε κάθε κράτος μέλος, πράγμα που θα αντέκειτο στο άρθρο 222 της Συνθήκης. Κάθε κράτος μέλος είναι αρμόδιο να αποφασίσει τη μορφή οργάνωσης αυτών των υπηρεσιών, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας και στα πλαίσια τήρησης των κανόνων της Συνθήκης. 3. Υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας στους τομείς του ηλεκτρισμού και του φυσικού αερίου 3.1. Θα χρησιμοποιείται εφεξής ο όρος «υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας» διότι συμφωνεί περισσότερο με τις έννοιες που χρησιμοποιούνται στην πρόταση οδηγίας κοινών κανόνων για την εσωτερική αγορά του ηλεκτρισμού. 3.2. Λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορές ρύθμισης, στα διάφορα κράτη μέλη, των υπηρεσιών παροχής φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού και τα ποικίλα κίνητρα που ενδέχεται να παρωθούν τις κυβερνήσεις να χρησιμοποιήσουν το ένα ή το άλλο στοιχείο της έννοιας της δημόσιας υπηρεσίας από τη σκοπιά της οργάνωσής της, η ΟΚΕ θεωρεί σκόπιμο να θεσπισθούν ορισμένα ελάχιστα κριτήρια σε κοινοτικό επίπεδο με βάση τα οποία τα κράτη μέλη θα επιβάλλουν, κατά περίπτωση, συγκεκριμένες υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας στις επιχειρήσεις που παρέχουν τις υπηρεσίες εφοδιασμού με φυσικό αέριο και ηλεκτρική ενέργεια. 3.3. Αυτή η ανάγκη εναρμόνισης προκύπτει ως συνέπεια της καθιέρωσης μιας εσωτερικής αγοράς σ' αυτούς τους ενεργειακούς τομείς, ούτως ώστε να δημιουργηθεί το κατάλληλο πλαίσιο για την ένταξη των επιχιερήσεων που παρέχουν τις εν λόγω υπηρεσίες στη λειτουργία της αγοράς, χωρίς να στρεβλωθούν οι θεμιτές αποστολές που κάθε κράτος μέλος έχει επιβάλει στους τομείς αυτούς, για την επίτευξη και την ικανοποίηση του δημόσιου συμφέροντος. 3.3.1. Ο στόχος - που θα μπορούσε να επιτευχθεί με την ενίσχυση του υποχρεωτικού χαρακτήρα του άρθρου 3 της οδηγίας για την εσωτερική αγορά - πρέπει να αφορά τη μη εισαγωγή, μέσω της ελαστικής ερμηνείας ορισμένων αρχών, δεσμεύσεων και εμποδίων που θέτουν υπό αμφισβήτηση τα «ανοίγματα» που εξασφαλίζει η εν λόγω οδηγία. 3.4. Η κυριότερη υποχρέωση των επιχειρήσεων ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, καθώς και ο λόγος ύπαρξής τους, είναι η παροχή της υπηρεσίας εφοδιασμού με ηλεκτρική ενέργεια και φυσικό αέριο, αντιστοίχως, υποχρέωση από την οποία απορρέει ένα σύνολο υποχρεώσεων, οι οποίες ορίζουν τον τρόπο λειτουργίας των επιχειρήσεων: 3.4.1. Με τη διατήρηση της κανονικότητας και της αξιοπιστίας του εφοδιασμού, πράγμα που καθιστά αναγκαία τη διατήρηση των δικτύων διανομής στις κατάλληλες συνθήκες συντήρησης και τεχνικής αρτιότητας, καθώς και τη διασφάλιση συνεχούς ισορροπίας μεταξύ προσφοράς και ζήτησης. 3.4.2. Με τη διατήρηση των επιπέδων ποιότητας που θα ορισθούν σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να προσδιορίσει τους ιδιαίτερους εθνικούς στόχους του που θα πρέπει να εποπτεύονται προς εξασφάλιση της διαφάνειας. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους πρέπει να έχει τη δυνατότητα να προβαίνει στη λήψη των κατάλληλων μέτρων, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών κυρώσεων, για τη διατήρηση των στόχων αυτών. Το κάθε κράτος μέλος θα πρέπει επίσης να δημοσιεύει τα αποτελέσματα της λειτουργίας της υπηρεσίας και της εκπλήρωσης αυτών των στόχων ποιότητας. Μολονότι κατ'αυτόν τον τρόπο υπάρχει διαφάνεια, αυτή θα έχει αποτελέσματα μόνον εάν η εκπλήρωση ή μη των στόχων αποτελεί αντικείμενο ελέγχου και εποπτείας και, εάν συντρέχει περίπτωση, επιβολής κυρώσεων από πλευράς της αρμόδιας αρχής κάθε κράτους μέλους. 3.4.3. Με την καθολική παροχή της υπηρεσίας στον τομέα του ηλεκτρισμού: Τούτο θα απαιτήσει την επέκταση των εγκαταστάσεων διανομής, όποτε είναι απαραίτητο, για να καλυφθούν οι νέες ανάγκες εφοδιασμού που προκύπτουν από την υποχρέωση παροχής της υπηρεσίας ακόμη και όταν δεν είναι οικονομικά σε επιμέρους βάση αποδοτική. 3.4.3.1. Όσον αφορά την παροχή υπηρεσίας σε περιοχές λιγότερο ανεπτυγμένες και πιο αραιοκατοικημένες, η ανάπτυξη των εθνικών δικτύων θα πρέπει να γίνει σύμφωνα με τις περιφερειακές πολιτικές και μέσω των διαρθρωτικών ταμείων. 3.4.4. Με τη θέσπιση λογικών και συγκρίσιμων τιμολογίων για τους χρήστες αναλόγως της κατηγορίας τους: Θα μπορούν να διατηρούνται ενιαία τιμολόγια στους τομείς που δεν έχουν ανοιχτεί στον ανταγωνισμό. Στο μέτρο που αναπτύσσεται ανταγωνισμός, οι τιμές θα καθορίζονται με βάση την εξέλιξη της αγοράς 7 ωστόσο, αυτό δεν θα εμποδίσει τη θέσπιση εκ μέρους των κρατών μελών που το αποφασίζουν μιας ανώτατης τιμής ή τη δυνατότητα καθιέρωσης ενός κοινωνικού τιμολογίου, σύμφωνα με τον έλεγχο των εθνικών δημόσιων αρχών. 3.4.5. Με μέριμνα για την προστασία του περιβάλλοντος: Η εγκαθίδρυση ανταγωνιστικών αγορών δεν πρέπει να σημάνει την εξαφάνιση των κρατικών πολιτικών για την προστασία του περιβάλλοντος, για την ενεργειακή αποτελεσματικότητα, για τον ορθολογικό προγραμματισμό των πόρων, για την ύπαρξη ευρέος φάσματος πόρων και για την τεχνολογική καινοτομία. Η διασφάλιση της προστασίας του περιβάλλοντος και η ενεργειακή αποτελεσματικότητα πρέπει να αποτελέσουν θεμελιώδη στοιχεία αυτού του ρυθμιστικού πλαισίου. 3.5. Τα κράτη μέλη θα ορίζουν, στο πλαίσιο των ανωτέρω κριτηρίων, τις υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας που αποφασίζουν να επιβάλουν στις επιχειρήσεις που παρέχουν τις εν λόγω υπηρεσίες και χωρίς να θίγεται ο μακροπρόθεσμος σχεδιασμός. Τα μέτρα αυτά πρέπει σε κάθε περίπτωση να είναι αναλογικά και να μην συνεπάγονται αυθαίρετες διακρίσεις ούτε, στο μέτρο του δυνατού, περιορισμό του ανταγωνισμού. 3.5.1. Επίσης, για να εξασφαλίζουν τη διαφάνεια και τη νομική ασφάλεια, τα κράτη μέλη θα κοινοποιούν αυτές τις υποχρεώσεις στην Επιτροπή, η οποία θα δύναται να εξετάσει τη συμμόρφωση των εθνικών κανόνων με τους κανόνες της Συνθήκης. 3.5.2. Η ΟΚΕ έχει επίγνωση της ύπαρξης και άλλων απαιτήσεων σε ορισμένα κράτη μέλη που επιβάλλονται στις επιχειρήσεις που ασκούν δραστηριότητα στους τομείς αυτούς, απαιτήσεις οι οποίες επηρεάζουν άλλα στάδια της διαδικασίας παραγωγής ενέργειας που προηγούνται της παροχής της υπηρεσίας εφοδιασμού με ηλεκτρική ενέργεια και φυσικό αέριο και οι οποίες μπορούν να στρεβλώσουν τον ελεύθερο ανταγωνισμό, όπως οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τον εθνικό ενεργειακό σχεδιασμό και σχετίζονται με τη χρήση εθνικών πηγών ενέργειας, με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, με τις επενδύσεις σε Ε& ΤΑ, την οικονομική και κοινωνική συνοχή κ.ά. 4. Δημιουργία ενός βασικού νομικού πλαισίου 4.1. Στην προσεχή έγκριση της τροποποιημένης πρότασης οδηγίας κοινών κανόνων για την εσωτερική αγορά του ηλεκτρισμού θα περιλαμβάνεται η ανάγκη ισόρροπου συνδυασμού των κανόνων του ελεύθερου ανταγωνισμού με την τήρηση των υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας και θα καθίσταται σκόπιμη η θέσπιση ενός βασικού νομικού ή κανονιστικού πλαισίου στο οποίο θα μπορεί, στο μέτρο του δυνατού, να συμμετέχει οιοσδήποτε οικονομικός παράγοντας, πλαίσιο για το οποίο είναι αρμόδια, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, τα κράτη μέλη. 4.1.1. Οι κανόνες αυτοί πρέπει να αποβλέπουν στην εξασφάλιση της λειτουργίας της αγοράς, μέσω του ελεύθερου ανταγωνισμού, της τεχνικής αποτελεσματικότητας του συστήματος και της προστασίας των καταναλωτών, διατηρώντας, τουλάχιστον, το σημερινό επίπεδο θεμελιωδών κοινωνικών δικαιωμάτων και την οικονομική και κοινωνική συνοχή. 4.1.2. Οι στόχοι αυτού του βασικού νομικού πλαισίου πρέπει να είναι: 4.1.2.1. Η ανάπτυξη μιας ανταγωνιστικής βιομηχανικής διάρθρωσης που θα συνεπάγεται μείωση των τιμών για τους καταναλωτές και θα καλύπτει τις ανάγκες τους σε υπηρεσίες ενέργειας με ενδεδειγμένο, χωρίς διακρίσεις, κόστος, ενώ παράλληλα θα διατηρεί την ασφάλεια και την αξιοπιστία της παροχής της υπηρεσίας με τις ελάχιστες δυνατές επιπτώσεις στο περιβάλλον. 4.1.2.2. Η προαγωγή της απασχόλησης, η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας, η επαρκής κοινωνική προστασία, ο κοινωνικός διάλογος με τη συμμετοχή όλων των εταίρων, η ανάπτυξη των ανθρώπινων πόρων για την επίτευξη ενός υψηλού και σταθερού επιπέδου απασχόλησης και η καταπολέμηση των διάφορων τύπων αποκλεισμού. 4.1.3. Επιπλέον, εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών να καθιερώσουν πρόσθετες υποχρεώσεις παροχής υπηρεσιών και να θέσουν εθνικούς ευρείς στόχους στο βαθμό που οι τελευταίοι είναι κατάλληλοι και δεν εισάγουν διακρίσεις και διαμορφώνονται με τρόπο διαφανή και σύμφωνα με τη συνθήκη. 4.2. Αυτό το «βασικό νομικό πλαίσιο» θα πρέπει να βασίζεται στις ακόλουθες αρχές: 4.2.1. Κατ'αρχάς, θα πρέπει να τηρεί τους κανόνες των κοινοτικών Συνθηκών, πράγμα που συνεπάγεται, μεταξύ άλλων, ότι δεν θα υπάρχει απόκλιση από - την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων, - τους κανόνες του ανταγωνισμού, - την πραγματοποίηση της εσωτερικής αγοράς, - την αρχή της διαφάνειας, - την ενίσχυση της εδαφικής και κοινωνικής συνοχής, - ένα υψηλό επίπεδο απασχόλησης και κοινωνικής προστασίας και, τέλος, - την άνοδο του βιοτικού επιπέδου και της ποιότητας ζωής όλων των πολιτών. 4.2.2. Θα πρέπει, επίσης, να αναγνωρισθούν και ορισμένες βασικές ελευθερίες: α) Η ελεύθερη κυκλοφορία των ενεργειακών προϊόντων, με κατάργηση, στο μέτρο του δυνατού, των αποκλειστικών δικαιωμάτων εισαγωγής και εξαγωγής. β) Η ελευθερία πρόσβασης στη δραστηριότητα: ο τομέας θα πρέπει να είναι ανοικτός στην ιδιωτική πρωτοβουλία και να καταργηθούν, στο μέτρο του δυνατού, τα αποκλειστικά δικαιώματα, ώστε να υπάρχει πολλαπλή προσφορά στην παροχή των υπηρεσιών. Η είσοδος επιχειρηματιών θα μπορεί να υπόκειται σε συστήματα δημοπρασιών ή εγκρίσεων ρυθμιζόμενου χαρακτήρα, που θα εξαρτώνται από την πλήρωση μιας σειράς διαφανών προϋποθέσεων και στόχων, μεταξύ των οποίων θα μπορεί να συμπεριληφθεί η εκπλήρωση των υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας. γ) Η ελεύθερη πρόσβαση στα δίκτυα: ο καθορισμός των δικαιωμάτων πρόσβασης και των προϋποθέσεών τους θα πρέπει να γίνει σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας από τα κράτη μέλη, είτε με τον τρόπο της πρόσβασης στο δίκτυο που θα αποτελεί αντικείμενο διαπραγματεύσεων, είτε με τον τρόπο του μοναδικού αγοραστή. δ) Η ελευθερία σύναψης συμβάσεων στο βαθμό που ανοίγει η αγορά και επικρατεί ανταγωνιστική διαμόρφωση των τιμών, χωρίς να θίγεται η άσκηση της διοικητικής δικαιοδοσίας διαμόρφωσης και ελέγχου των τιμών σύμφωνα με το κάθε κράτος μέλος, προκειμένου να ρυθμισθεί η αγορά και να επιβληθεί μία οικονομική πολιτική. ε) Η ελευθερία επενδύσεων: οι αποφάσεις των επιχειρήσεων για επενδύσεις σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον θα πρέπει να λαμβάνονται από τις ίδιες, οι οποίες θα αναλαμβάνουν έτσι και τους εμπορικούς κινδύνους που συνδέονται με αυτές τις επενδύσεις. Τα κράτη μέλη θα μπορούν να επιλέξουν μεταξύ ενός συστήματος χορήγησης αδειών και ενός συστήματος υποβολής προσφορών, τα οποία θα πρέπει να ακολουθούν κριτήρια αντικειμενικά και διαφανή που να μην εισάγουν διακρίσεις. 4.2.3. Θα πρέπει να εκπληρώνονται οι υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας που επισημαίνονται στην προηγούμενη παράγραφο. 4.2.4. Προστασία των δικαιωμάτων των καταναλωτών 4.2.4.1. Το νομικό πλαίσιο θα πρέπει να προστατεύει τα δικαιώματα των καταναλωτών, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται το δικαίωμα για διαφανή και επαρκή ενημέρωση όσον αφορά την παρεχόμενη υπηρεσία και τις συνθήκες εφοδιασμού, πιο συμφέροντα τιμολόγια και τεχνικά χαρακτηριστικά, καθώς και το δικαίωμα για μία ποιοτική υπηρεσία εξυπηρέτησης του πελάτη. 4.2.4.2. Θα πρέπει να προβλεφθεί η εκπροσώπηση των καταναλωτών ενώπιον της αρμόδιας αρχής, η συμμετοχή τους στη λήψη των αποφάσεων που τους αφορούν μέσω των εκπροσώπων τους και η ύπαρξη γρήγορων και ολιγοδάπανων διαδικασιών επίλυσης των διαφορών. 4.2.4.3. Εντός του γενικού στόχου της διασφάλισης της γενικά προσιτών υπηρεσιών, θα ήταν σκόπιμο να εφαρμοσθούν «συστήματα ειδικών τιμολογίων ή τιμολογίων προοριζόμενων για ειδικούς χρήστες» τα οποία θα καθιστούν πιο προσιτή την καθολική υπηρεσία για ορισμένους χρήστες ή ομάδες χρηστών με ειδικές ανάγκες. Πρέπει να εξασφαλισθούν κοινωνικά συστήματα κατάλληλα για τα άτομα περιορισμένου εισοδήματος, όπως επίσης για τους ηλικιωμένους και τα άτομα με ειδικές ανάγκες, με την απαραίτητη έκτακτη χρηματική συνεισφορά του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, ή του φορολογικού συστήματος κάθε κράτους μέλους. 4.3. Για την εφαρμογή των προαναφερόμενων αρχών, επισημαίνεται η χρήση των ακόλουθων μέσων: 4.3.1. Ο λογιστικός διαχωρισμός. Προς τούτο θα είναι απαραίτητος ο διαχωρισμός των δραστηριοτήτων παραγωγής, μεταφοράς, διανομής και παροχής στον τελικό πελάτη. 4.3.2. Σύστημα τιμών. Είναι αναγκαία, σε κάθε περίπτωση, η διαφάνεια στον καθορισμό των τιμών καθώς είναι σκόπιμο, υπό την έννοια αυτή, να καθιερωθεί ένα επίσημο πρότυπο τιμολογίου για την κατανάλωση ενέργειας. 4.3.3. Διαχωρισμός των ρυθμιστικών και λειτουργικών καθηκόντων. Στο πλαίσιο της αρχής της επικουρικότητας και σύμφωνα με τους ιδιαίτερους συνταγματικούς του κανόνες, κάθε κράτος μέλος θα μπορεί να θεσπίσει έλεγχο των δραστηριοτήτων του προκείμενου τομέα, ο οποίος θα πρέπει να ασκείται με αντικειμενικότητα και διαφάνεια και θα μπορεί να ασκείται, μεταξύ άλλων, με: την εποπτεία, ώστε οι φορείς να συμπεριφέρονται σύμφωνα με τους κανόνες του ανταγωνισμού, τη θέσπιση ειδικών κανόνων που θα αφορούν τους παράγοντες της αγοράς, τον έλεγχο της τήρησης των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας που επιβάλλονται στις επιχειρήσεις, τη διασφάλιση της προστασίας των χρηστών της υπηρεσίας, ιδίως από άποψη τιμολόγησης και ποιότητας της υπηρεσίας και την ανάπτυξη επαφών με εκπροσώπους των καταναλωτών σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο και με τις αντιπροσωπευτικές κοινωνικοεπαγγελματικές οργανώσεις που δίνουν τη δυνατότητα να συγκεντρωθούν τα αιτήματα των χρηστών σε σχέση με τις υπηρεσίες, την τιμολόγηση, τις υποχρεώσεις υπηρεσίας, καθώς και την επίλυση των ενδεχόμενων διαφορών. 5. Συμπεράσματα 5.1. Η ΟΚΕ επαναλαμβάνει την ανάγκη δημιουργίας μιας Εσωτερικής Αγοράς της Ενέργειας, ως ενός από τους βασικούς στυλοβάτες στους οποίους θα πρέπει να στηριχθεί η κοινοτική ενεργειακή πολιτική. 5.2. Η ΟΚΕ αναγνωρίζει την ουσιώδη σημασία που έχει ο εφοδιασμός με φυσικό αέριο και ηλεκτρική ενέργεια για όλους τους πολίτες - για τούτο και η οικονομική αποτελεσματικότητα πρέπει να υπόκειται στην ικανοποίηση ενός δημόσιου συμφέροντος όπως η κανονική και συνεχής παροχή των προϊόντων αυτών, που αποτελεί αναμφισβήτητο στόχο από κοινωνική σκοπιά. 5.3. Για τούτο, η ΟΚΕ επισημαίνει την ανάγκη θέσπισης ελάχιστων κριτηρίων σε κοινοτικό επίπεδο, το οποίο θα αποτελεί αναφορά για όλες τις επιχειρήσεις που παρέχουν τις υπηρεσίες αυτές, ούτως ώστε να επιτευχθεί καλύτερος και μεγαλύτερος ανταγωνισμός, ο οποίος θα δώσει τη δυνατότητα να επιτευχθούν οι οικονομικοί και κοινωνικοί στόχοι της εσωτερικής αγοράς του ηλεκτρισμού και του φυσικού αερίου. 5.4. Η ΟΚΕ επαναλαμβάνει επίσης την ανάγκη, όσον αφορά το ρυθμιστικό αυτό πλαίσιο, να δοθεί έμφαση στην αναζήτηση της ισορροπίας, στο μέτρο του δυνατού, μεταξύ των κανόνων του ανταγωνισμού και της τήρησης και εκπλήρωσης των υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας. 5.5. Η εκπλήρωση αυτή των υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον απαιτεί τη νομοθετική θέσπιση, από πλευράς των κρατών μελών, ορισμένων ελάχιστων κριτηρίων για τον ορισμό των εν λόγω υποχρεώσεων στον τομέα της ενέργειας, προκειμένου να παρασχεθεί στους επιχειρηματίες ένα βασικό νομικό πλαίσιο. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιβάλλουν αυτές τις υποχρεώσεις κατά τρόπο διαφανή, αμερόληπτο, σύμφωνο με το κοινοτικό δίκαιο, και να τις κοινοποιούν στην Επιτροπή. 5.6. Με την επιφύλαξη των ανωτέρω και λόγω του ότι οι δημόσιες υπηρεσίες αποτελούν την εγγύηση της άσκησης των θεμελιωδών κοινωνικών δικαιωμάτων και της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής, η ΟΚΕ καλεί την Επιτροπή, στηρίζοντας τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, με την ευκαιρία της διαδικασίας για την αναθεώρηση των Συνθηκών που πραγματοποιείται ενόψει της Διακυβερνητικής Διάσκεψης, είτε να εισαγάγει στη Συνθήκη την έννοια της δημόσιας υπηρεσίας και τις αρχές στις οποίες στηρίζεται, είτε να υιοθετήσει και να προσθέσει στη Συνθήκη ως παράρτημα έναν «Χάρτη των Δημόσιων Υπηρεσιών» ο οποίος, με την ερμηνευτική του αξία, θα προσδώσει μεγαλύτερη διαφάνεια και ασφάλεια στην κοινοτική έννομη τάξη. Βρυξέλλες, 31 Οκτωβρίου 1996. Ο Πρόεδρος της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής Tom JENKINS () ΕΕ αριθ. C 393 της 31ης Δεκεμβρίου 1994, σ. 95. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ στη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής Οι ακόλουθες τροπολογίες στη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής απορρίφθηκαν κατά τη διάρκεια των συζητήσεων: Τροπολογίες που κατέθεσαν οι κ. Beale και Walker Σημείο 2.4.1 Να διαγραφούν οι λέξεις «του φυσικού αερίου και της» στην πρώτη σειρά και στην πέμπτη σειρά, οι λέξεις «στους τομείς αυτούς» να αντικατασταθούν από τις λέξεις «στον τομέα αυτό». Σημείο 3 Να διαγραφούν οι λέξεις «τους τομείς» και να αντικατασταθούν από τις λέξεις «στον τομέα». Να διαγραφούν οι λέξεις «και του φυσικού αερίου». Σημείο 3.2 Να διαγραφούν οι λέξεις «φυσικόν αέριον και» στη δεύτερη σειρά «φυσικό αέριο και» στην έβδομη σειρά. Σημείο 3.4 Να διαγραφούν οι λέξεις «και φυσικόν αέριον και» και «και φυσικό αέριο, αντιστοίχως,». Σημείο 5.2 Να διαγραφούν οι λέξεις «φυσικό αέριο και». Αιτιολογία Η γνωμοδότηση και το παράρτημα αναφέρονται μόνο στην ηλεκτρική ενέργεια, όπως επίσης η Οδηγία για την οποία γίνεται λόγος στο σημείο 1.7 της γνωμοδότησης. Η δημόσια προμήθεια αερίου χρειάζεται ειδική αντιμετώπιση, για λόγους πρακτικούς και νομικούς. Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας Ψήφοι υπέρ: 14, ψήφοι κατά: 34, αποχές: 3. Τροπολογίες που κατέθεσε ο κ. Aspinall Σημείο 5.6 Να διαγραφεί όλο το σημείο. Αιτιολογία Η προσέγγιση αυτή δεν συνδέεται διόλου με την έννοια της παροχής δημοσίων υπηρεσιών στην εσωτερική αγορά ηλεκτρισμού. Σαφώς δεν αποτελεί θέμα για συζήτηση στο πλαίσιο της παρούσας γνωμοδότησης. Υπερβαίνει την εντολή που δόθηκε για την κατάρτιση της γνωμοδότησης πρωτοβουλίας και πρέπει να συζητηθεί σε μεγαλύτερο βάθος προκειμένου να κατανοηθούν πλήρως οι συνέπειες της πολιτικής αυτής όχι μόνο αναφορικά με τον τομέα του ηλεκτρικού ρεύματος αλλά, επίσης, και αναφορικά με το φυσικό αέριο, το πετρέλαιο, τον άνθρακα, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τις τηλεπικοινωνίες, τις σιδηροδρομικές και αεροπορικές μεταφορές κ.λπ. Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας Ψήφοι υπέρ: 21, ψήφοι κατά: 41, αποχές: 2. Τροπολογίες που κατέθεσε ο κ. Panero Flσrez Σημείο 5.6 Διαγράφεται. Αιτιολογία Η Επιτροπή μόλις παρουσίασε μια ανακοίνωση για τις υπηρεσίες γενικού συμφέροντος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, για την οποία η ΟΚΕ θα εκδώσει, πιθανώς, γνωμοδότηση. Ενόψει αυτού φαίνεται καλύτερο να αναμένεται όπως η υποεπιτροπή που θα συσταθεί, ενδεχομένως, για να εξετάσει αυτή τη σημαντική ανακοίνωση, τερματίσει τις εργασίες της, που αφορούν όχι μόνον τον τομέα της ενέργειας αλλά θίγουν και άλλους όπως τα ταχυδρομεία, οι μεταφορές και οι τηλεπικοινωνίες, προτού αποφασισθεί ο νομικός τύπος που θα περιβληθούν οι υπηρεσίες γενικού συμφέροντος στη Συνθήκη. Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας Ψήφοι υπέρ: 21, ψήφοι κατά: 41, αποχές: 2. Τροπολογίες που κατέθεσε η κ. Sirkeinen Σημείο 5.6 Να αντικατασταθεί από το ακόλουθο κείμενο. «Ο τομέας της ενέργειας συγκαταλέγεται στους τομείς που αποτελούν αντικείμενο ευρείας συζήτησης σχετικά με την τήρηση των όρων που διέπουν τις υπηρεσίες κοινής ωφελείας στο πλαίσιο μιας ανοιχτής οικονομίας της αγοράς. Η ΟΚΕ θα εξετάσει αργότερα τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για το θέμα αυτό στο πλαίσιο της ΔΔ, όταν θα αποφανθεί για την ανακοίνωση της Επιτροπής με θέμα "Οι υπηρεσίες κοινής ωφελείας στην Ευρώπη"». Αιτιολογία Το σημείο 5.6 υπερβαίνει το στενό πλαίσιο του τομέα της ενέργειας και για το λόγο αυτό η ΟΚΕ δεν πρέπει να αρκεστεί σε έναν μόνο τομέα των δημόσιων υπηρεσιών. Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας Ψήφοι υπέρ: 27, ψήφοι κατά: 35, αποχές: 3.