51995PC0729

Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για τον καθορισμό των όρων με τους οποίους γίνονται δεκτοί στις εθνικές οδικές μεταφορές επιβατών σε ένα κράτος μέλος μεταφορείς μη εγκατεστημένοι σε αυτό /* COM/95/0729 ΤΕΛΙΚΟ - SYN 96/0002 */

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 060 της 29/02/1996 σ. 0010


Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για τον καθορισμό των όρων με τους οποίους γίνονται δεκτοί στις εθνικές οδικές μεταφορές επιβατών σε ένα κράτος μέλος μεταφορείς μη εγκατεστημένοι σε αυτό

(96/C 60/08)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

COM(95) 729 τελικό - 96/0002(SYN)

(Υποβλήθηκε από την Επιτροπή στις 5 Ιανουαρίου 1996)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 75,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,

Σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

Εκτιμώντας:

ότι ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2454/92 του Συμβουλίου για τον καθορισμό των όρων με τους οποίους γίνονται δεκτοί στις εθνικές οδικές μεταφορές επιβατών σε ένα κράτος μέλος μεταφορείς μη εγκατεστημένοι σε αυτό ακυρώθηκε από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με την απόφασή του της 1ης Ιουνίου 1994 (1) λόγω παράλειψης στη νομοθετική διαδικασία που προβλέπεται για την έκδοσή του 7

ότι η καθιέρωση κοινής πολιτικής μεταφορών συνεπάγεται, μεταξύ άλλων, και σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 75 παράγραφος 1 στοιχείο β) της συνθήκης, τη θέσπιση των όρων υπό τους οποίους γίνονται δεκτοί στις εθνικές μεταφορές ενός κράτους μέλους μεταφορείς μη εγκατεστημένοι σε αυτό 7

ότι ο στόχος που έχει καθορισθεί από το άρθρο 59 της συνθήκης συνίσταται στην εξάλειψη των περιορισμών στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στο εσωτερικό της Κοινότητας και ότι, σύμφωνα με το άρθρο 61 παράγραφος 1 της συνθήκης, ο στόχος αυτός πρέπει να επιτευχθεί στο πλαίσιο της κοινής πολιτικής μεταφορών 7

ότι, όπως απεφάνθη το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (2), οι υποχρεώσεις που επιβλήθηκαν στο Συμβούλιο από το άρθρο 75 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β), περιλαμβάνουν την υποχρέωση εγκαθίδρυσης της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών στον τομέα των μεταφορών και ότι η έκταση της εν λόγω υποχρέωσης καθορίζεται σαφώς από τη συνθήκη 7

ότι η εν λόγω διάταξη συνεπάγεται την κατάργηση όλων των περιορισμών που τυχόν επιβάλλονται στον παρέχοντα τις υπηρεσίες λόγω της ιθαγένειάς του ή του γεγονότος ότι είναι εγκατεστημένος σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο όπου πρέπει να παρέχεται η υπηρεσία 7

ότι, καθώς η εγκαθίδρυση της εσωτερικής αγοράς περιλαμβάνει την εξαφάνιση των ελέγχων στα σύνορα και κατά συνέπεια αύξηση των ενδοκοινοτικών μεταφορών 7

ότι είναι αναγκαίο να θεσπισθεί το καθεστώς που θα ισχύει για τις ενδομετοφορές με όλες τις μορφές γραμμών με πούλμαν και λεωφορείο 7

ότι χρειάζεται να καθοριστούν οι διατάξεις του κράτους μέλους υποδοχής που θα ισχύουν για τις ενδομεταφορές 7

ότι είναι σκόπιμο να θεσπισθούν διατάξεις που θα επιτρέπουν παρέμβαση στην αγορά των συγκεκριμένων μεταφορών σε περίπτωση σοβαρής διαταραχής 7

ότι είναι σκόπιμο τα κράτη μέλη να αλληλαβοηθούνται με σκοπό την καλή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ιδίως όσον αφορά τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παραβάσεων 7

ότι τα κράτη μέλη πρέπει να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για την εκτέλεση του παρόντος κανονισμού 7

ότι η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού πρέπει να παρακολουθείται με βάση έκθεση που θα υποβάλλει η Επιτροπή,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Κάθε μεταφορέας ο οποίος εκτελεί οδικές μεταφορές επιβατών για λογαριασμό τρίτων και ο οποίος:

- είναι εγκατεστημένος σε ένα κράτος μέλος, στο εξής αποκαλούμενο «κράτος μέλος εγκατάστασης», σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού

και

- έχει άδεια στο κράτος αυτό, σύμφωνα με τη σχετική κοινοτική νομοθεσία, να ασκεί το επάγγελμα του μεταφορέα επιβατών στον τομέα των διεθνών οδικών μεταφορών,

γίνεται δεκτός, υπό τους όρους που καθορίζονται από τον παρόντα κανονισμό και χωρίς διάκριση όσον αφορά την ιθαγένειά του ή τον τόπο εγκατάστασής του, να εκτελεί, προσωρινά, εθνικές οδικές μεταφορές επιβατών για λογαριασμό τρίτων σε άλλο κράτος μέλος, αποκαλούμενο στο εξής «κράτος μέλος υποδοχής», χωρίς να διαθέτει εκεί έδρα ή άλλη εγκατάσταση.

Αυτές οι εθνικές μεταφορές αποκαλούνται στο εξής «ενδομεταφορές» (cabotage).

Άρθρο 2

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

1. «Τακτικές γραμμές»: οι γραμμές με τις οποίες μεταφέρονται επιβάτες με καθορισμένη συχνότητα και διαδρομή, και στις οποίες οι επιβάτες μπορούν να επιβιβάζονται και να αποβιβάζονται σε πρακαθορισμένες στάσεις. Οι τακτικές γραμμές είναι ανοικτές σε όλους, μολονότι υπάρχει ενδεχομένως η υποχρέωση κράτησης θέσεως 7

2. «Τακτικές διεθνείς γραμμές»: οι τακτικές γραμμές που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 684/92 του Συμβουλίου (1).

3. «Ειδικές τακτικές γραμμές» οι τακτικές γραμμές με τις οποίες μεταφέρονται συγκεκριμένες κατηγορίες επιβατών, εξαιρέσει των υπολοίπων επιβατών, με προκαθορισμένη συχνότητα και διαδρομή, διότι οι επιβάτες μπορούν να επιβιβάζονται και να αποβιβάζονται σε προκαθορισμένες στάσεις.

Οι ειδικές τακτικές γραμμές περιλαμβάνουν ιδίως:

α) τη μεταφορά εργαζομένων από τον τόπο κατοικίας τους στον τόπο εργασίας τους και αντίστροφα 7

β) τη μεταφορά σπουδαστών από τον τόπο κατοικίας τους στον τόπο του εκπαιδευτικού τους ιδρύματος και αντίστροφα 7

γ) τη μεταφορά στρατιωτικών και των οικογενειών τους από τον τόπο προέλευσής τους στον τόπο στρατοπέδευσής τους και αντιστρόφως

Το στοιχείο της τακτικότητας των ειδικών γραμμών δεν θίγεται από το γεγονός ότι η οργάνωση των μεταφορών προσαρμόζεται στις ποικιλλόμενες ανάγκες των χρηστών.

4. «Έκτακτες γραμμές»: είναι οι γραμμές οι οποίες δεν ανταποκρίνονται ούτε στον ορισμό των τακτικών γραμμών ούτε στον ορισμό των ειδικών τακτικών γραμμών. Οι γραμμές αυτές δεν χάνουν τον ευκαιριακό τους χαρακτήρα από το γεγονός ότι πραγματοποιούνται με κάποια συχνότητα.

5. «Οχήματα»: τα αυτοκίνητα οχήματα τα οποία, λόγω του τύπου κατασκευής τους και του εξοπλισμού τους, μπορούν να μεταφέρουν άνω των 9 ατόμων - συμπεριλαμβανομένου του οδηγού - και προορίζονται προς το σκοπό αυτό.

Άρθρο 3

Από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού γίνονται δεκτές οι ενδομεταφορές (cabotage) για τις ακόλουθες γραμμές:

1. Τις ειδικές τακτικές γραμμές και τις έκτακτες γραμμές.

2. Τις τακτικές γραμμές που ορίζει το άρθρο 2 παράγραφος 1 υπό τον όρο ότι αυτές θα εκτελούνται από μία επιχείρηση μη εγκατεστημένη στο κράτος μέλος υποδοχής επ' ευκαιρία μιας διεθνούς τακτικής γραμμής σύμφωνα προς τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΟΚ) 684/92 του Συμβουλίου.

3. Τις άλλες τακτικές γραμμές.

Άρθρο 4

1. Οι ενδομεταφορές που εκτελούνται σύμφωνα προς τις διατάξεις του άρθρου 3 παράγραφος 2 υπόκεινται στην έκδοση αδείας από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής.

2. Η αίτηση αδείας μπορεί να απορριφθεί:

α) εφόσον οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής αποδείξουν ότι η τακτική γραμμή η οποία αποτελεί το αντικείμενο της αίτησης ενδομεταφοράς ζημιώνει άμεσα τις τακτικές γραμμές που ήδη επιτρέπονται, εκτός από την περίπτωση κατά την οποία αυτές οι τακτικές γραμμές εκτελούνται μόνον από ένα μεταφορέα ή μία ομάδα μεταφορέων 7

β) εφόσον οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής αποδείξουν ότι η τακτική γραμμή η οποία αποτελεί το αντικείμενο της αίτησης ενδομεταφοράς αφορά μόνον τις πλέον κερδοφόρους γραμμές από τις υπάρχουσες τακτικές γραμμές στις συγκεκριμένες συνδέσεις.

Το γεγονός ότι ένας μεταφορέας προσφέρει τιμές κατώτερες από εκείνες που προσφέρουν άλλοι οδικοί μεταφορείς, ή ότι η συγκεκριμένη σύνδεση εξασφαλίζεται ήδη από άλλους οδικούς μεταφορείς, δεν μπορεί αφεαυτού να αποτελέσει αιτιολόγηση απόρριψης της αίτησης.

Η παράγραφος 4 στοιχείο α) του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 684/92 ισχύει τηρουμένων των αναλογιών για τις αιτήσεις αδείας ενδομεταφορών υπό τη μορφή των τακτικών γραμμών που προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2.

Η απόρριψη της αίτησης πρέπει να αιτιολογείται:

Η αρμόδια αρχή μπορεί να απορρίψει τις αιτήσεις μόνον για λόγους σύμφωνους προς τον παρόντα κανονισμό.

3. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν στους μεταφορείς τη δυνατότητα να υπερασπίσουν τα συμφέροντά τους σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης αδείας τους.

4. Η άδεια εκδίδεται στο όνομα του μεταφορέα: δεν μπορεί να μεταφερθεί από αυτόν σε τρίτους. Ωστόσο, ο μεταφορέας ο οποίος έχει λάβει άδεια, μπορεί, με τη σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους υποδοχής, να αναθέσει την εκτέλεση της γραμμής στο μοναδικό υπεργολάβο, ο οποίος έχει την άδεια να εκτελεί τη διεθνή γραμμή, όπως προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 684/92. Στην περίπτωση αυτή, η άδεια αναφέρει το ονοματεπώνυμο και το ρόλο του υπεργολάβου. Ο υπεργολάβος πρέπει να πληροί τους όρους που αναφέρει το άρθρο 1.

Στην περίπτωση ενός ομίλου επιχειρήσεων που εκμεταλλεύται μια ενδομεταφορά υπό μορφή τακτικών γραμμών, η άδεια της ενδομεταφοράς εκδίδεται στο όνομα όλων των επιχειρήσεων. Η άδεια χορηγείται στην επιχείρηση διαχείρισης, με αντίγραφο προς τις υπόλοιπες επιχειρήσεις. Η άδεια της ενδομεταφοράς αναφέρει τα ονόματα όλων των επιχειρήσεων.

5. Η μέγιστη διάρκεια ισχύος της άδειας είναι 5 έτη. Εξάλλου, η διάρκεια της άδειας δεν μπορεί να υπερβαίνει τη διάρκεια ισχύος της αδείας που αφορά τη διεθνή υπηρεσία στο πλαίσιο της οποίας εκτελείται η ενδομεταφορά.

6. Σε περίπτωση ανωτέρας βίας, η επιχείρηση που εκτελεί ενδομεταφορά υπό μορφή τακτικής γραμμής υποχρεούται να λάβει, μέχρι τη λήξη της αδείας, όλα τα μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσει μία γραμμή μεταφοράς ανταποκρινόμενη προς τα πρότυπα συνέχειας, τακτικότητας και ικανότητας, καθώς και προς τους όρους που έχει καθορίσει η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής σχετικά με τη διαδρομή της γραμμής, της στάσης και τα ωράρια και τη διάρκεια ισχύος της αδείας. Οι όροι αυτοί δεν μπορούν να είναι λιγότερο ευνοϊκοί από εκείνους που ισχύουν για τις τακτικές γραμμές μεταφοράς που εκτελούνται από εγκατεστημένους στο κράτος αυτό μεταφορείς.

7. Επί του οχήματος πρέπει να υπάρχει πάντοτε η άδεια ή επικυρωμένο αντίγραφό της.

8. Η Επιτροπή αποφασίζει, κατόπιν διαβουλεύσεων με τα κράτη μέλη, το υπόδειγμα της αίτησης αδείας των ενδομεταφορών υπό μορφή τακτικών γραμμών, καθώς και το υπόδειγμα αδείας και τους τρόπους χρήσης του.

Άρθρο 5

1. Η εκτέλεση ενδομεταφορών (cabotage) που προβλέπονται στο άρθρο 3 υπόκειται, με την επιφύλαξη της εφαρμογής των κοινοτικών κανόνων, στις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που ισχύουν στο κράτος μέλος υποδοχής, όσον αφορά τους παρακάτω τομείς:

α) την τιμή και τους όρους που διέπουν τη σύμβαση μεταφοράς 7

β) το βάρος και τις διαστάσεις των οδικών οχημάτων: οι τιμές του βάρους και των διαστάσεων μπορούν ενδεχομένως να υπερβαίνουν εκείνες που ισχύουν στο κράτος μέλος εγκατάστασης του μεταφορέα, σε καμία όμως περίπτωση δεν μπορούν να υπερβαίνουν τις τεχνικές τιμές που αναγράφονται στο πιστοποιητικό συμμόφωσης 7

γ) τις προϋποθέσεις σχετικά με τις μεταφορές ορισμένων κατηγοριών επιβατών, ήτοι μαθητών, παιδιών και ατόμων με μειωμένη κινητική ικανότητα 7

δ) το χρόνο οδήγησης και ανάπαυσης 7

ε) το φόρο προστιθεμένης αξίας (ΦΠΑ) επί των υπηρεσιών μεταφοράς. Στον τομέα αυτό, στις παροχές υπηρεσιών που αναφέρονται στο άρθρο 1 του παρόντος κανονισμού ισχύει το άρθρο 21 παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 17ης Μαΐου 1977 για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τον φόρο κύκλου εργασιών - κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας (1).

2. Η εκτέλεση των ενδομεταφορών (cabotage) για τις γραμμές που προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 υπόκειται, με την επιφύλαξη της εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας, στις ισχύουσες νομικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις στο κράτος μέλος υποδοχής όσον αφορά τις γραμμές που πρέπει να εξυπηρετούνται, την κανονική εξυπηρέτηση, τη συνέχεια, τη συχνότητα καθώς και τις διαδρομές.

Κάθε αντισταθμιστικό πλεονέκτημα που θα πρέπει, ενδεχομένως, να παραχωρηθεί ως αντάλλαγμα για την ανάληψη υποχρεώσεων εκτέλεσης δημόσιας υπηρεσίας οφείλει να καταβάλλεται σε όλους τους κοινοτικούς μεταφορείς τους οποίους αφορά.

3. Οι τεχνικές προδιαγραφές που αφορούν την κατασκευή και τον εξοπλισμό των οχημάτων, τις οποίες πρέπει να πληρούν τα οχήματα που χρησιμοποιούνται για την εκτέλεση ενδομεταφορών (cabotage), είναι οι ίδιες με εκείνες που επιβάλλονται στα οχήματα τα οποία γίνονται δεκτά στις διεθνείς μεταφορές.

4. Οι εθνικές διατάξεις που αναφέρουν οι παράγραφοι 1 και 2 πρέπει να εφαρμόζονται από τα κράτη μέλη στους μη εγκατεστημένους μεταφορείς υπό τους ιδίους όρους με αυτούς που εφαρμόζονται και για τους δικούς τους υπηκόους, ώστε πράγματι να αποφεύγεται κάθε εμφανής ή συγκεκαλυμμένη διάκριση λόγω ιθαγένειας ή τόπου εγκατάστασης.

5. Εάν διαπιστωθεί ότι πρέπει να τροποποιηθεί, βάσει της πείρας η οποία θα έχει αποκτηθεί, ο κατάλογος των τομέων των διατάξεων του κράτους μέλους υποδοχής που αναφέρονται στην παράγραφο 1, το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, βάσει πρότασης της Επιτροπής.

Άρθρο 6

Στους μεταφορείς που υποβάλλουν σχετική αίτηση και πληρούν τους όρους που ορίζονται στο άρθρο 1, το κράτος μέλος εγκατάστασης χορηγεί βεβαίωση σύμφωνα με το υπόδειγμα που θα αποφασίσει η Επιτροπή αφού συμβουλευθεί τα κράτη μέλη.

Η αρχή ή ο οργανισμός που είναι αρμόδιο στο κράτος αυτό να χορηγούν τη βεβαίωση είναι επίσης αρμόδιοι να την αφαιρούν, προσωρινά ή οριστικά, ιδίως για τις κυρώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 4.

Η βεβαίωση αυτή ή επικυρωμένο αντίγραφό της πρέπει να βρίσκεται εντός του οχήματος και να επιδεικνύεται οποτεδήποτε ζητηθεί από τους επιφορτισμένους με τον έλεγχο υπαλλήλους.

Άρθρο 7

1. Οι ενδομεταφορές (cabotage) υπό μορφή έκτακτων γραμμών διενεργούνται με την κάλυψη παραστατικού ελέγχου, το φύλλο πορείας, το οποίο πρέπει να βρίσκεται εντός του οχήματος και να επιδεικνύεται οποτεδήποτε ζητηθεί από τους επιφορτισμένους με τον έλεγχο υπαλλήλους.

2. Το φύλλο πορείας, του οποίου το υπόδειγμα θα αποφασίσει η Επιτροπή αφού συμβουλευθεί τα κράτη μέλη, πρέπει να περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες:

α) τα σημεία αναχώρησης και προορισμού της γραμμής 7

β) τις ημερομηνίες αναχώρησης και τέλους της γραμμής 7

3. Τα φύλλα πορείας χορηγούνται σε βιβλιάρια επικυρωμένα από την αρμόδια αρχή ή τον αρμόδιο οργανισμό του κράτους μέλους εγκατάστασης. Το υπόδειγμα του βιβλιαρίου φύλλων πορείας θα αποφασισθεί από την Επιτροπή αφού συμβουλευθεί τα κράτη μέλη.

4. Στην περίπτωση των ειδικών τακτικών γραμμών, η σύμβαση που έχει συναφθεί μεταξύ του μεταφορέα και του διοργανωτή των μεταφορών ή επικυρωμένο αντίγραφό της επέχει θέσεως εγγράφου ελέγχου.

Ωστόσο, το φύλλο πορείας συμπληρώνεται υπό τύπον μηνιαίου ανακεφαλαιωτικού πίνακα.

5. Τα χρησιμοποιηθέντα φύλλα πορείας αποστέλλονται στην αρμόδια αρχή ή τον αρμόδιο οργανισμό του κράτους μέλους εγκατάστασης, σύμφωνα με τους τρόπους που καθορίζει η εν λόγω αρχή ή οργανισμός.

Άρθρο 8

1. Στο τέλος κάθε τριμήνου και εντός προθεσμίας τριών μηνών, την οποία η Επιτροπή μπορεί να περιορίσει σε ένα μήνα στην περίπτωση που αναφέρει το άρθρο 8, η αρμόδια αρχή ή ο αρμόδιος οργανισμός κάθε κράτους μέλους κοινοποιούν στην Επιτροπή τα στοιχεία σχετικά με τις ενδομεταφορές (cabotabe) υπό μορφή ειδικών τακτικών και έκτακτων γραμμών, τις οποίες εκτέλεσαν κατά το τρίμηνο αυτό οι μεταφορείς που είναι εγκατεστημένοι στην επικράτειά του.

Η κοινοποίηση γίνεται μέσω πίνακα, οποίος καταρτίζεται σύμφωνα με το υπόδειγμα που θα έχει αποφασίσει η Επιτροπή αφού συμβουλευθεί τα κράτη μέλη.

2. Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής διαβιβάζουν στην Επιτροπή μία φορά ανά έτος στατιστική κατάσταση με τον αριθμό αδειών ενδομεταφορών, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν υπό μορφή τακτικών γραμμών, όπως ορίζει το άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 3.

3. Η Επιτροπή κοινοποιεί το συντομώτερο δυνατό στα κράτη μέλη ανακεφαλαιωτικούς πίνακες που καταρτίζονται βάσει των στοιχείων που της διαβιβάζονται βάσει της παραγράφου 1.

Άρθρο 9

1. Σε περίπτωση σοβαρής διαταραχής ή επιδείνωσης της κατάστασης στην αγορά εθνικών μεταφορών μιας συγκεκριμένης γεωγραφικής περιοχής, οφειλόμενης στις δραστηριότητες ενδομεταφορών (cabotage), οποιοδήποτε κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή να θεσπίσει μέτρα διασφάλισης, γνωστοποιώντας της συγχρόνως τις αναγκαίες πληροφορίες και τα μέτρα που προτίθεται να λάβει έναντι των εγκατεστημένων μεταφορέων.

2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, νοούνται ως:

- «σοβαρή διαταραχή της αγοράς εθνικών μεταφορών σε μια συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή»: η εμφάνιση, στην αγορά αυτή, προβλημάτων που αφορούν μόνον αυτήν, τα οποία μπορούν να συνεπάγονται σοβαρό και, ενδεχομένως, διαρκές πλεόνασμα προσφοράς ως προς τη ζήτηση και συνιστούν σοβαρή απειλή για την οικονομική ισορροπία και την επιβίωση πολλών επιχειρήσεων οδικών μεταφορών επιβατών,

- «γεωγραφική περιοχή»: μία περιοχή η οποία περιλαμβάνει μέρος ή το σύνολο του εδάφους ενός κράτους μέλους ή εκτείνεται σε μέρος ή στο σύνολο του εδάφους άλλων κρατών μελών.

3. Η Επιτροπή εξετάζει την κατάσταση και, αφού συμβουλευθεί τη συμβουλευτική επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 10, αποφασίζει, εντός μηνός αφότου λάβει την αίτηση του κράτους μέλους, εάν χρειάζεται να ληφθούν μέτρα διασφάλισης και, εάν ναι, τα θεσπίζει.

Τα μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο παρεμένουν σε ισχύ για μία περίοδο η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τους έξι μήνες και μπορεί να ανανεωθεί μία φορά με τα ίδια όρια ισχύος.

Η Επιτροπή κοινοποιεί αμελητί στα κράτη μέλη και το Συμβούλιο κάθε απόφαση που λαμβάνει δυνάμει της παρούσας παραγράφου.

4. Εάν η Επιτροπή αποφασίσει να λάβει μέτρα διασφάλισης που αφορούν ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, οι αρμόδιες αρχές των ενδιαφερομένων κρατών μελών οφείλουν να λάβουν μέτρα αντίστοιχης εμβέλειας έναντι των εγκατεστημένων μεταφορέων και ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή.

Τα τελευταία αυτά μέτρα εφαρμόζονται το αργότερο από την ίδια ημερομηνία με την ημερομηνία εφαρμογής των μέτρων διασφάλισης που αποφασίζει η Επιτροπή.

5. Κάθε κράτος μέλος μπορεί να φέρει ενώπιον του Συμβουλίου την απόφαση της Επιτροπής, που αναφέρεται στην παράγραφο 3, εντός τριάντα ημερών από την κοινοποίησή της.

Το Συμβούλιο αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία μπορεί να λάβει διαφορετική απόφαση εντός τριάντα ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης ενός κράτους μέλους ή, εάν η αίτηση υποβλήθηκε από περισσότερα κράτη μέλη, εντός τριάντα ημερών από την ημερομηνία της πρώτης υποβολής.

Τα όρια ισχύος που προβλέπονται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 εφαρμόζονται στην απόφαση του Συμβουλίου.

Οι αρμόδιες αρχές των ενδιαφερομένων κρατών μελών οφείλουν να λάβουν μέτρα αντίστοιχης εμβέλειας έναντι των εγκατεστημένων μεταφορέων και ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά.

Εάν το Συμβούλιο δεν αποφασίσει εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο, η απόφαση της Επιτροπής καθίσταται οριστική.

6. Εάν η Επιτροπή εάν ότι τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 πρέπει να ανανεωθούν, υποβάλλει πρόταση στο Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

Άρθρο 10

Η Επιτροπή επικουρείται στο έργο της από συμβουλευτική επιτροπή απαρτιζόμενη από αντιπροσώπους των κρατών μελών, της οποίας προεδρεύει ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής.

Καθήκον της συμβουλευτικής επιτροπής είναι να συμβουλεύει την Επιτροπή σχετικά με:

- κάθε αίτηση την οποία υποβάλλει κράτος μέλος δυνάμει του άρθρου 9 παράγραφος 1,

- τα μέτρα που στόχο έχουν την αντιμετώπιση της σοβαρής διαταραχής της αγοράς που αναφέρεται στο άρθρο 9, και ιδίως σχετικά με την πρακτική εφαρμογή των εν λόγω μέτρων.

Η συμβουλευτική επιτροπή καταρτίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

Άρθρο 11

1. Τα κράτη μέλη παρέχουν αμοιβαία συνδρομή για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

2. Με την επιφύλαξη ποινικών διώξεων, το κράτος μέλος υποδοχής δύναται να επιβάλει κυρώσεις κατά μη εγκατεστημένου μεταφορέα εφόσον διαπράξει στο έδαφός του κατά την εκτέλεση ενδομεταφορών παράβαση του παρόντος κανονισμού ή των κοινοτικών και εθνικών διατάξεων περί μεταφορών.

Οι κυρώσεις επιβάλλονται χωρίς διακρίσεις και σύμφωνα με την παράγραφο 3.

3. Οι κυρώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 είναι δυνατόν να συνίστανται ιδίως σε προειδοποίηση ή, σε περίπτωση σοβαρών ή επανειλημμένων παραβάσεων, σε προσωρινή απαγόρευση εκτέλεσης ενδομεταφορών (cabotage) στο έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής όπου διαπράχθηκε η παράβαση.

Σε περίπτωση υποβολής πλαστογραφημένης βεβαίωσης, αδείας, ή επικυρωμένου αντιγράφου, το πλαστογραφημένο έγγραφο αφαιρείται αμέσως και, ενδεχομένως, διαβιβάζεται, μόλις αυτό είναι δυνατόν, στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασης του μεταφορέα.

4. Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής γνωστοποιούν στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης τις παραβάσεις που διέπραξε ο μεταφορέας και τις επιβληθείσες σε αυτόν κυρώσεις. Δύνανται δε, σε περίπτωση σοβαρών ή επανειλημμένων παραβάσεων, να συνοδεύουν τη γνωστοποίηση με αίτηση κύρωσης.

Σε περίπτωση σοβαρής ή κατ' επανάληψη παράβασης, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης εξετάζουν εάν πρέπει να επιβληθεί κατάλληλη κύρωση κατά του συγκεκριμένου μεταφορέα 7 οι εν λόγω αρμόδιες αρχές λαμβάνουν υπόψη την κύρωση που ενδεχομένως έχει επιβληθεί από το κράτος μέλος υποδοχής και βεβαιώνονται ότι οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν κατά του μεταφορέα είναι, συνολικά, ανάλογες με την ή τις παραβάσεις που τις προκάλεσαν.

Η κύρωση που επιβάλλουν οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης, μετά από διαβούλευση των αρμοδίων αρχών του κράτους μέλους υποδοχής, μπορεί να φθάσει μέχρι την αφαίρεση της αδείας άσκησης επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα επιβατών.

Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης μπορούν επίσης, σύμφωνα με το εσωτερικό δίκαιο, να παραπέμψουν το συγκεκριμένο μεταφορέα ενώπιον αρμόδιου εθνικού δικαστηρίου.

Οι αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής για αποφάσεις που ελήφθησαν σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο.

Άρθρο 12

Τα κράτη μέλη εγγυώνται ότι οι μεταφορείς μπορούν να προσφύγουν ενώπιον δικαστηρίου για οποιαδήποτε διοικητική κύρωση τους έχει επιβληθεί.

Άρθρο 13

Η Επιτροπή υποβάλλει στο Συμβούλιο, πριν τις 31 Δεκεμβρίου 1999, έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και ιδίως σχετικά με τις επιπτώσεις των ενδομεταφορών (cabotage) στην αγορά εθνικών μεταφορών.

Άρθρο 14

Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ εγκαίρως τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις σχετικά με την εκτέλεση του παρόντος κανονισμού και τις κοινοποιούν στην Επιτροπή.

Άρθρο 15

Ο παρών κανονισμός τίθεται σε ισχύ την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός τίθεται σε εφαρμογή από την 1η Ιανουαρίου 1996.

Ο παρών κανονισμός είναι υποχρεωτικός ως προς όλα τα μέρη του και εφαρμόζεται άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

(1) Απόφαση της 11ης Ιουνίου 1994, υπόθεση C-388/92, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου.

(2) Απόφαση της 22ας Μαΐου 1994, υπόθεση 13/83, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου.

(1) ΕΕ αριθ. L 74 της 20. 3. 1992, σ 1.

(1) ΕΕ αριθ. L 145 της 13. 6. 1977, σ. 1. Πρόταση όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 91/680/ΕΟΚ (ΕΕ αριθ. L 376 της 31. 12. 1991, σ. 1).