51995IE0594

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ για το σχέδιο Κανονισμού (Ευρατόμ, ΕΚ) του Συμβουλίου για τις στατιστικές διάρθρωσης των επιχειρήσεων

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 236 της 11/09/1995 σ. 0061


Γνωμοδότηση για το σχέδιο Κανονισμού (Ευρατόμ, ΕΚ) του Συμβουλίου για τις στατιστικές διάρθρωσης των επιχειρήσεων (95/C 236/22)

Στις 31 Μαΐου 1995, και σύμφωνα με το άρθρο 23, παράγραφος 3 του Εσωτερικού Κανονισμού, η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει, γνωμοδότηση για το ανωτέρω σχέδιο.

Το τμήμα οικονομικών, δημοσιονομικών και νομισματικών υποθέσεων στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών υιοθέτησε τη γνωμοδότηση του στις 16 Μαΐου 1995 (μόνος εισηγητής : ο κ. Vasco Cal).

Κατά την 326η σύνοδο ολομέλειας, 31η Μαΐου και 1η Ιουνίου 1995 (συνεδρίαση της 31ης Μαΐου 1995), η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, υιοθέτησε ομόφωνα την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1. Γενικές παρατηρήσεις

1.1. Η ανάγκη εναρμονισμένων στατιστικών για τις επιχειρήσεις αυξάνεται με την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς. Οι νέες απαιτήσεις που απορρέουν από τις πολιτικές για τον ανταγωνισμό, τις επιχειρήσεις καθώς και τον κοινωνικό και περιβαλλοντικό τομέα καθιστούν την ανάγκη αυτή ακόμη επιτακτικότερη. Τέλος, η εναρμόνιση του καθορισμού του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος σε τιμές αγοράς απαιτεί την συγκέντρωση συγκρίσιμων αποτελεσμάτων μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

1.2. Η πρόταση Κανονισμού δεν αποσκοπεί στην εναρμόνιση των συστημάτων συλλογής δεδομένων αλλά στη δημιουργία ενός νομικού πλαισίου κοινού για όλες τις επιχειρηματικές δραστηριότητες και τους τομείς στατιστικών των επιχειρήσεων ώστε να είναι δυνατό να συγκρίνονται, με βάση δεδομένα που συγκεντρώνουν τα αντίστοιχα εθνικά συστήματα.

1.3. Η βασική φιλοσοφία της πρότασης Κανονισμού, με την οποία συμφωνεί η ΟΚΕ, είναι η καλύτερη δυνατή εκμετάλλευση των υφισταμένων συστημάτων και η μείωση του αριθμού μεταβλητών που απαιτούν άμεση συλλογή δεδομένων στις επιχειρήσεις ώστε έτσι να μειώνεται το σχετικό διοικητικό κόστος τους. Γι`αυτό, θα πρέπει να δοθεί υποστήριξη και κίνητρα στη χρήση δειγματοληπτικών μεθόδων, στον άμεσο, επαγωγικό υπολογισμό ορισμένων μεταβλητών, και στη χρήση άλλων διοικητικών πηγών (υπηρεσίες ΦΠΑ, εισφορές για την κοινωνική ασφάλιση, κλπ.) καθώς και στη γενίκευση των νέων ηλεκτρονικών μεθόδων διαβίβασης δεδομένων.

1.4. Δεδομένης της αυξημένης ανταγωνιστικότητας που αποτελεί επακόλουθο της ενοποίησης των εθνικών αγορών και της συγκέντρωσης των παγκόσμιων αγορών, η ανάγκη διάθεσης στατιστικών δεδομένων (για τη διάρθρωση των μισθών, το κόστος εργασίας και την κατάρτιση) είναι αυξανόμενης σημασίας για τις επιχειρήσεις, τους εκπροσώπους των εργοδοτών και των εργαζομένων και ιδιαίτερα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

1.4.1. Επιπλέον, μόνον οι αξιόπιστες και συγκρίσιμες στατιστικές μεταξύ κρατών μελών για τις επιχειρήσεις, και κυρίως σε θέματα εισοδημάτων και απασχόλησης, μπορούν να αποτελέσουν το κατάλληλο υπόβαθρο για την αξιολόγηση της εξέλιξης της πραγματικής σύγκλισης μεταξύ των οικονομιών των κρατών μελών.

1.5. Η παρούσα πρόταση κανονισμού έχει στόχο :

α) την εξασφάλιση ενός κοινού πλαισίου για τη συλλογή διαβίβαση και ανάπτυξη στατιστικών διάρθρωσης των επιχειρήσεων ώστε να προκύπτουν δεδομένα συγκρίσιμα μεταξύ των διαφόρων κρατών μελών, προκειμένου να υποστηριχθεί η ανάγκη για στατιστική πληροφόρηση της Επιτροπής, των κρατών μελών, των επιχειρήσεων και άλλων χρηστών 7

β) την ενίσχυση του στατιστικού συστήματος με την ενσωμάτωση των προσφάτως αναπτυχθέντων κοινοτικών στατιστικών μεθόδων 7

γ) την προσαρμογή του καταλόγου των δεδομένων που πρέπει να συλλέγονται 7

δ) τη δημιουργία ενός νομικού πλαισίου για τη συλλογή στατιστικών.

1.6. Η πρόταση Κανονισμού περιέχει μία κοινή ενότητα, με τις μεταβλητές που πρέπει να περιληφθούν στις στατιστικές διάρθρωσης των επιχειρήσεων σε όλους τους τομείς και δύο ακόμη ενότητες που αφορούν τις στατιστικές της διάρθρωσης της βιομηχανίας (ορυχεία και λατομεία, μεταποίηση, παροχή ηλεκτρικού ρεύματος, φυσικού αερίου και νερού και κατασκευές) και τις στατιστικές διάρθρωσης του διανεμητικού εμπορίου.

1.6.1. Η ΟΚΕ επιθυμεί να προταθεί το συντομότερο δυνατόν η ενότητα σχετικά με τις χρηματοδοτικές υπηρεσίες (τραπεζικό σύστημα, ασφάλειες και άλλες οικονομικές δραστηριότητες), αφού ληφθεί υπόψη η αυξανόμενη σημασία του τομέα αυτού, ακόμη και αν σε μία πρώτη φάση δεν είναι δυνατόν να συμπεριληφθούν σ`αυτήν τα συνταξιοδοτικά ταμεία.

1.7. Η ΟΚΕ θεωρεί ότι η χρήση των κονδυλίων που προβλέπει το δημοσιονομικό δελτίο του παραρτήματος μπορεί να αποτελέσει σημαντικό κίνητρο ώστε οι στατιστικές υπηρεσίες των κρατών μελών να επιταχύνουν την προσαρμογή των αντίστοιχων συστημάτων συλλογής δεδομένων, ιδίως όσον αφορά τη δραστηριότητα του διανεμητικού εμπορίου.

2. Ειδικές παρατηρήσεις

2.1. Η ΟΚΕ υποστηρίζει τον καθορισμό μιας προθεσμίας 10 μηνών κατ`ανώτατο όριο για την ταχεία διαβίβαση των αποτελεσμάτων που αφορούν τις στατιστικές των επιχειρήσεων και ελπίζει ότι και η διάδοσή τους στους χρήστες θα γίνεται αμέσως.

2.1.1. Ωστόσο, όσον αφορά τα χαρακτηριστικά που παρουσιάζονται στην ενότητα του διανεμητικού εμπορίου (τμήμα 7 αριθ. 2) θα πρέπει να προστεθούν, όπως προβλέπεται για τις βιομηχανίες, ο αριθμός επιχειρήσεων, οι μισθοί και ημερομίσθια και οι ακαθάριστες επενδύσεις.

2.1.2. Επίσης όσον αφορά τα ειδικά δημογραφικά στοιχεία του διανεμητικού εμπορίου, θα πρέπει να προστεθούν στις ετήσιες στατιστικές που καταρτίζονται, όπως συμβαίνει και στην περίπτωση των βιομηχανιών, δεδομένα όσον αφορά τη σύσταση και το κλείσιμο επιχειρήσεων.

2.2. Όσον αφορά το άρθρο 11 (Αναθεώρηση), η προβλεπόμενη έκθεση θα πρέπει να υποβάλλεται και στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή.

3. Τελική παρατήρηση

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει υποστηρίξει ότι η EUROSTAT πρέπει να γίνει αυτόνομος οργανισμός, αν και με ειδικές τεχνικές σχέσεις με την Επιτροπή, με νομική προσωπικότητα, οικονομική αυτονομία και δικό του προϋπολογισμό, όπως και το προσφάτως ιδρυθέν Κέντρο Μετάφρασης των Κοινοτικών Οργάνων. Η ΟΚΕ θεωρεί ότι η θέση αυτή μπορεί να συμβάλει θετικά στον σαφέστερο διαχωρισμό αρμοδιοτήτων μεταξύ της EUROSTAT και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και ότι θα πρέπει να εξετασθεί στη Διακυβερνητική Συνδιάσκεψη.

Βρυξέλλες, 31 Μαΐου 1995.

Ο Πρόεδρος της

Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Carlos FERRER