51995AC0574

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ για την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (φορολογία γεωργικών προϊόντων)

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 236 της 11/09/1995 σ. 0010


Γνωμοδότηση για την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (φορολογία γεωργικών προϊόντων) (95/C 236/02)

Στις 4 Απριλίου 1995, και σύμφωνα με το άρθρο 99 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, η Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την ανωτέρω πρόταση.

Το τμήμα οικονομικών, δημοσιονομικών και νομισματικών υποθέσεων, στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 16 Mαΐου 1995 με βάση την έκθεση του κ. Giacomelli, μόνου εισηγητή.

Κατά την 326η σύνοδο ολομέλειας της 31ης Μαΐου και 1ης Ιουνίου 1995 (συνεδρίαση της 31ης Μαΐου 1995) η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε ομόφωνα την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1. Η ΟΚΕ διαπιστώνει ότι, σύμφωνα με την έκθεση της Επιτροπής που συνοδεύει την υπό εξέταση πρόταση οδηγίας, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι, « καθώς δεν υπάρχει σαφής απόδειξη ότι οι διαφορές του ΦΠΑ προκαλούν σημαντικές στρεβλώσεις στην ανταγωνιστική θέση των υποκειμένων στο φόρο προσώπων που πραγματοποιούν ενδοκοινοτικές συναλλαγές, δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή κανένας λόγος να υποτεθεί ότι η εσωτερική αγορά δεν λειτουργεί ικανοποιητικά ».

1.1. Είναι εξίσου ορθό ότι, όσον αφορά το ΦΠΑ, δεν πρέπει να παραβλέπεται ο στόχος της εναρμόνισης, όπως ορίζεται στο άρθρο 99 της Συνθήκης, προς όφελος της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς.

1.2. Για να μην υπάρχουν κενά, πρέπει να προστεθεί ότι στη μελέτη της οποίας την διενέργεια ζήτησε η Επιτροπή, και η οποία καταλήγει σε συμπέρασμα ανάλογο με αυτό που προαναφέρθηκε, δεν μπόρεσαν να συμπεριληφθούν (καταρτίσθηκε τον Αύγουστο 1994) στοιχεία που να προκύπτουν από την εμπειρία των νέων κρατών μελών (Αυστρίας, Φινλανδίας, Σουηδίας).

2. Παρά το συνολικά θετικό συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει η έκθεση της Επιτροπής, στο γεωργικό τομέα παρουσιάζονται προβλήματα για ορισμένα ειδικά προϊόντα (δηλ. τα άνθη, τα φυτά, κ.λ.π. καθώς και το μαλλί, το ξύλο για βιομηχανική χρήση και τα καυσόξυλα) των οποίων οι συναλλαγές επλήγησαν από την εφαρμογή μειωμένων συντελεστών ή μηδενικού συντελεστή από ορισμένα κράτη μέλη, στην οποία τα λοιπά κράτη μέλη δεν μπορούν να αντιταχθούν δεδομένου ότι, ύστερα από την υιοθέτηση της οδηγίας 92/77/ΕΟΚ της 19ης Οκτωβρίου 1992 (), δεν έχουν πλέον το δικαίωμα να μειώσουν εκ των υστέρων τους συντελεστές τους (άρθρο 12, παράγραφος 3δ της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ). Η υπό εξέταση πρόταση οδηγίας αποσκοπεί στην κατάργηση της απαγόρευσης του άρθρου 12, παράγραφος 3δ, και στην επί διετία παράταση της δυνατότητας όλων των κρατών μελών να εφαρμόσουν τους συντελεστές για τα ως άνω γεωργικά προϊόντα ή να καθιερώσουν μειωμένους συντελεστές.

3. Κατά συνέπεια, η ΟΚΕ συμφωνεί με την πρόταση οδηγίας, η οποία εντάσσεται στο πλαίσιο των απαραίτητων μέτρων για την ομαλή λειτουργία της ενιαίας αγοράς.

Βρυξέλλες, 31 Μαΐου 1995.

Ο Πρόεδρος της

Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Carlos FERRER

() Γνωμοδότηση ΟΚΕ, ΕΕ αριθ. C 322 της 31. 12. 1990, σ. 121 7 Οδηγία 92/77/ΕΟΚ, ΕΕ αριθ. L 366 της 31. 10. 1991, σ. 1.