1.9.2022   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 334/162


ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 12ης Ιουλίου 2022

σχετικά με το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων 2022 της Αυστρίας και τη διατύπωση γνώμης του Συμβουλίου σχετικά με το πρόγραμμα σταθερότητας 2022 της Αυστρίας

(2022/C 334/20)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 121 παράγραφος 2 και το άρθρο 148 παράγραφος 4,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και τον συντονισμό των οικονομικών πολιτικών (1), και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη τα ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

Έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής Απασχόλησης,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Οικονομικής και Δημοσιονομικής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής Κοινωνικής Προστασίας,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής Οικονομικής Πολιτικής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2021/241 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2), με τον οποίο θεσπίστηκε ο μηχανισμός ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, άρχισε να ισχύει στις 19 Φεβρουαρίου 2021. Ο μηχανισμός ανάκαμψης και ανθεκτικότητας παρέχει χρηματοδοτική στήριξη για την πραγματοποίηση μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων, που συνεπάγεται δημοσιονομική ώθηση χρηματοδοτούμενη από την Ένωση. Συμβάλλει στην οικονομική ανάκαμψη και στην υλοποίηση βιώσιμων μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη, ιδίως για την προώθηση της πράσινης και της ψηφιακής μετάβασης, ενισχύοντας παράλληλα την ανθεκτικότητα και τη δυνητική ανάπτυξη των οικονομιών των κρατών μελών. Συμβάλλει επίσης στην ενίσχυση της βιωσιμότητας των δημόσιων οικονομικών και στην τόνωση της ανάπτυξης και της δημιουργίας θέσεων εργασίας μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Η μέγιστη χρηματοδοτική συνεισφορά ανά κράτος μέλος στο πλαίσιο του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας θα επικαιροποιηθεί τον Ιούνιο του 2022, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2021/241.

(2)

Στις 24 Νοεμβρίου 2021, η Επιτροπή ενέκρινε την ετήσια έρευνα για τη βιώσιμη ανάπτυξη, η οποία σηματοδότησε την έναρξη του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου για τον συντονισμό των οικονομικών πολιτικών για το 2022. Ελήφθη δεόντως υπόψη η κοινωνική δέσμευση του Πόρτο, που υπογράφηκε στις 7 Μαΐου 2021, για την περαιτέρω υλοποίηση του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων που διακηρύχθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή στις 17 Νοεμβρίου 2017. Στις 25 Μαρτίου 2022, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ενέκρινε τις προτεραιότητες της ετήσιας έρευνας για τη βιώσιμη ανάπτυξη 2022. Στις 24 Νοεμβρίου 2021, βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1176/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), η Επιτροπή ενέκρινε επίσης την έκθεση του μηχανισμού επαγρύπνησης, στην οποία η Αυστρία δεν συγκαταλέγεται μεταξύ των κρατών μελών για τα οποία απαιτείται εμπεριστατωμένη επισκόπηση. Την ίδια ημερομηνία, η Επιτροπή ενέκρινε επίσης σύσταση για σύσταση του Συμβουλίου σχετικά με την οικονομική πολιτική της ζώνης του ευρώ και πρόταση σχετικά με την κοινή έκθεση του 2022 για την απασχόληση, η οποία αναλύει την εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών για την απασχόληση και των αρχών του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων. Το Συμβούλιο εξέδωσε τη σύσταση σχετικά με την οικονομική πολιτική της ζώνης του ευρώ (4) («σύσταση του 2022 για τη ζώνη του ευρώ») στις 5 Απριλίου 2022 και την κοινή έκθεση για την απασχόληση στις 14 Μαρτίου 2022.

(3)

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, μετά την παγκόσμια πανδημία, μετέβαλε σημαντικά το γεωπολιτικό και οικονομικό πλαίσιο. Ο αντίκτυπος της εισβολής στις οικονομίες των κρατών μελών έγινε αισθητός, μεταξύ άλλων με την αύξηση των τιμών της ενέργειας, των τροφίμων και των πρώτων υλών και τις προοπτικές ασθενέστερης ανάπτυξης. Οι υψηλότερες τιμές της ενέργειας επιβαρύνουν σε ιδιαίτερα μεγάλο βαθμό τα πλέον ευάλωτα νοικοκυριά που δοκιμάζονται ή κινδυνεύουν από την ενεργειακή φτώχεια καθώς και εταιρείες που είναι ιδιαίτερα ευάλωτες στις αυξήσεις των τιμών της ενέργειας. Η Ένωση διαπιστώνει επίσης μια άνευ προηγουμένου εισροή ανθρώπων που εγκαταλείπουν την Ουκρανία. Οι οικονομικές επιπτώσεις του επιθετικού πολέμου της Ρωσίας έχουν επηρεάσει ασύμμετρα τα κράτη μέλη. Στο πλαίσιο αυτό, στις 4 Μαρτίου 2022, η οδηγία 2001/55/ΕΚ (5) του Συμβουλίου ενεργοποιήθηκε για πρώτη φορά με την εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2022/382 (6) του Συμβουλίου, η οποία παρέχει στους εκτοπισθέντες από την Ουκρανία το δικαίωμα νόμιμης διαμονής στην Ένωση, καθώς και πρόσβαση στην εκπαίδευση και την κατάρτιση, στην αγορά εργασίας, στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, στη στέγαση και στην κοινωνική πρόνοια.

(4)

Λαμβανομένης υπόψη της ταχέως μεταβαλλόμενης οικονομικής και γεωπολιτικής κατάστασης, το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο συνεχίζει τον εκτεταμένο συντονισμό των οικονομικών πολιτικών και των πολιτικών απασχόλησης το 2022, ενώ παράλληλα εξελίσσεται σύμφωνα με τις απαιτήσεις εφαρμογής του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, όπως περιγράφεται στην ετήσια έρευνα του 2022 για τη βιώσιμη ανάπτυξη. Η εφαρμογή των εγκριθέντων σχεδίων ανάκαμψης και ανθεκτικότητας είναι απαραίτητη για την υλοποίηση των προτεραιοτήτων πολιτικής στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, δεδομένου ότι τα σχέδια καλύπτουν όλες τις ειδικές ανά χώρα συστάσεις που εκδόθηκαν στους κύκλους των Ευρωπαϊκών Εξαμήνων του 2019 και του 2020 ή ένα σημαντικό υποσύνολό τους. Οι ειδικές ανά χώρα συστάσεις του 2019 και του 2020 παραμένουν εξίσου συναφείς και για τα σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας που αναθεωρούνται, επικαιροποιούνται ή τροποποιούνται σύμφωνα με τα άρθρα 14, 18 και 21 του κανονισμού (ΕΕ) 2021/241, επιπλέον των άλλων ειδικών ανά χώρα συστάσεων που έχουν εκδοθεί έως την ημερομηνία υποβολής αυτών των αναθεωρημένων, επικαιροποιημένων ή τροποποιημένων σχεδίων ανάκαμψης και ανθεκτικότητας.

(5)

Η γενική ρήτρα διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης εφαρμόζεται από τον Μάρτιο του 2020. Στην ανακοίνωσή της της 3ης Μαρτίου 2021, με τίτλο «Ένας χρόνος από την έξαρση της πανδημίας COVID-19: απόκριση σε επίπεδο δημοσιονομικής πολιτικής», η Επιτροπή εξέφρασε την άποψη ότι η απόφαση όσον αφορά την απενεργοποίηση ή τη συνέχιση της εφαρμογής της γενικής ρήτρας διαφυγής θα πρέπει να ληφθεί στο πλαίσιο συνολικής αξιολόγησης της κατάστασης της οικονομίας, με βασικό ποσοτικό κριτήριο το επίπεδο της οικονομικής δραστηριότητας στην Ένωση ή στη ζώνη του ευρώ σε σύγκριση με τα προ κρίσης επίπεδα (τέλη του 2019). Η αυξημένη αβεβαιότητα και οι έντονοι κίνδυνοι δυσμενέστερων εξελίξεων για τις οικονομικές προοπτικές λόγω του πολέμου στην Ευρώπη, οι άνευ προηγουμένου αυξήσεις των τιμών της ενέργειας και οι συνεχιζόμενες διαταραχές στην αλυσίδα εφοδιασμού δικαιολογούν την παράταση της εφαρμογής της γενικής ρήτρας διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης έως το 2023.

(6)

Σύμφωνα με την προσέγγιση που καθορίζεται στη σύσταση του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 2021 (7), για τη διατύπωση γνώμης του Συμβουλίου σχετικά με το πρόγραμμα σταθερότητας 2021 της Αυστρίας, ο συνολικός δημοσιονομικός προσανατολισμός μετράται επί του παρόντος καλύτερα με βάση τη μεταβολή των πρωτογενών δαπανών (εκτός των μέτρων διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος των εσόδων και εξαιρουμένων των προσωρινών μέτρων έκτακτης ανάγκης που συνδέονται με την κρίση της νόσου COVID-19) αλλά συμπεριλαμβανομένων των δαπανών που χρηματοδοτούνται με μη επιστρεπτέα στήριξη (επιχορηγήσεις) από τον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας και άλλα ταμεία της Ένωσης, ως προς τη μεσοπρόθεσμη δυνητική ανάπτυξη (8). Πέραν του συνολικού δημοσιονομικού προσανατολισμού, προκειμένου να αξιολογηθεί αν η εθνική δημοσιονομική πολιτική είναι συνετή και αν η σύνθεσή της συμβάλλει σε μια βιώσιμη ανάκαμψη που συνάδει με την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση, δίνεται επίσης προσοχή στην εξέλιξη των εθνικά χρηματοδοτούμενων (9) πρωτογενών τρεχουσών δαπανών (εκτός των μέτρων διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος των εσόδων και εξαιρουμένων των προσωρινών μέτρων έκτακτης ανάγκης που συνδέονται με την κρίση της νόσου COVID-19) και των επενδύσεων.

(7)

Στις 2 Μαρτίου 2022, η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία παρέχει ευρείες κατευθύνσεις για τη δημοσιονομική πολιτική το 2023 («δημοσιονομικές κατευθύνσεις»), με στόχο να στηρίξει την κατάρτιση των προγραμμάτων σταθερότητας και σύγκλισης των κρατών μελών και, ως εκ τούτου, να ενισχύσει τον συντονισμό των πολιτικών. Η Επιτροπή επισήμανε ότι, με βάση τις μακροοικονομικές προοπτικές των χειμερινών προβλέψεων του 2022, η μετάβαση από έναν συνολικό υποστηρικτικό δημοσιονομικό προσανατολισμό την περίοδο 2020-2022 σε έναν γενικά ουδέτερο συνολικό δημοσιονομικό προσανατολισμό φαίνεται πρόσφορη το 2023, ενώ βρίσκεται σε ετοιμότητα ώστε να αντιδρά ανάλογα με την εξελισσόμενη οικονομική κατάσταση. Η Επιτροπή ανακοίνωσε ότι οι δημοσιονομικές συστάσεις για το 2023 θα πρέπει να συνεχίσουν να διαφοροποιούνται μεταξύ των κρατών μελών και να λαμβάνουν υπόψη πιθανές δευτερογενείς συνέπειες μεταξύ των χωρών. Η Επιτροπή κάλεσε τα κράτη μέλη να αποτυπώσουν τις κατευθύνσεις στα οικεία προγράμματα σταθερότητας και σύγκλισης. Η Επιτροπή δεσμεύτηκε να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τις οικονομικές εξελίξεις και να προσαρμόζει αναλόγως τις κατευθύνσεις πολιτικής της, το αργότερο στο πλαίσιο της εαρινής δέσμης του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου στα τέλη Μαΐου 2022.

(8)

Όσον αφορά τις δημοσιονομικές κατευθύνσεις, οι δημοσιονομικές συστάσεις για το 2023 λαμβάνουν υπόψη την επιδείνωση των οικονομικών προοπτικών, την αυξημένη αβεβαιότητα και περαιτέρω κινδύνους δυσμενέστερων εξελίξεων, καθώς και τον υψηλότερο πληθωρισμό σε σύγκριση με τις χειμερινές προβλέψεις του 2022 της Επιτροπής. Σε αυτό το πλαίσιο, η δημοσιονομική απόκριση πρέπει να επεκτείνει τις δημόσιες επενδύσεις για την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση και την ενεργειακή ασφάλεια και να διατηρήσει την αγοραστική δύναμη των πλέον ευάλωτων νοικοκυριών, ώστε να μετριαστεί ο αντίκτυπος της αύξησης των τιμών της ενέργειας και να περιοριστούν κατά το δυνατόν οι πληθωριστικές πιέσεις από τις έμμεσες επιπτώσεις μέσω στοχευμένων και προσωρινών μέτρων. Η δημοσιονομική πολιτική πρέπει να παραμείνει ευέλικτη ώστε να προσαρμόζεται στις ταχέως εξελισσόμενες συνθήκες, συμπεριλαμβανομένων των προκλήσεων που ανακύπτουν από τον επιθετικό πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας όσον αφορά την άμυνα και την ασφάλεια, και πρέπει να είναι διαφοροποιημένη μεταξύ των κρατών μελών ανάλογα με τη δημοσιονομική και οικονομική τους κατάσταση, μεταξύ άλλων όσον αφορά την έκθεσή τους στην κρίση και την εισροή εκτοπισθέντων από την Ουκρανία.

(9)

Στις 30 Απριλίου 2021, η Αυστρία υπέβαλε στην Επιτροπή το εθνικό σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2021/241. Δυνάμει του άρθρου 19 του κανονισμού (ΕΕ) 2021/241, η Επιτροπή αξιολόγησε τη συνάφεια, την αποτελεσματικότητα, την αποδοτικότητα και τη συνοχή του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές αξιολόγησης που ορίζονται στο παράρτημα V του εν λόγω κανονισμού. Στις 13 Ιουλίου 2021, το Συμβούλιο εξέδωσε την εκτελεστική απόφασή του σχετικά με την έγκριση της αξιολόγησης του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Αυστρίας (10). Η αποδέσμευση των δόσεων εξαρτάται από την έκδοση απόφασης της Επιτροπής, σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2021/241, που αναφέρει ότι η Αυστρία έχει εκπληρώσει ικανοποιητικά τα σχετικά ορόσημα και τους στόχους που έχουν καθοριστεί στην εκτελεστική απόφαση του Συμβουλίου. Η ικανοποιητική εκπλήρωση προϋποθέτει ότι η επίτευξη των προηγούμενων οροσήμων και στόχων δεν έχει αναιρεθεί.

(10)

Στις 27 Απριλίου 2022, η Αυστρία υπέβαλε το οικείο εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων 2022 και το οικείο πρόγραμμα σταθερότητας 2022, σύμφωνα με την προθεσμία που ορίζεται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97. Τα δύο προγράμματα αξιολογήθηκαν από κοινού για να ληφθεί υπόψη η διασύνδεσή τους. Σύμφωνα με το άρθρο 27 του κανονισμού (ΕΕ) 2021/241, το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων του 2022 αποτυπώνει επίσης την εξαμηνιαία έκθεση της Αυστρίας σχετικά με την πρόοδο που έχει σημειωθεί όσον αφορά την υλοποίηση του οικείου σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας.

(11)

Στις 23 Μαΐου 2022, η Επιτροπή δημοσίευσε την έκθεση χώρας του 2022 για την Αυστρία. Αξιολόγησε την πρόοδο της Αυστρίας όσον αφορά την εφαρμογή των σχετικών ειδικών ανά χώρα συστάσεων που εκδόθηκαν από το Συμβούλιο το 2019, το 2020 και το 2021 και προέβη σε απολογισμό της εφαρμογής του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Αυστρίας, με βάση τον πίνακα αποτελεσμάτων για την ανάκαμψη και την ανθεκτικότητα. Με βάση την εν λόγω ανάλυση, η έκθεση χώρας εντόπισε κενά σε σχέση με τις προκλήσεις που δεν περιλαμβάνονται, ή περιλαμβάνονται μόνο εν μέρει, στο σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, καθώς και τις νέες και αναδυόμενες προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προκύπτουν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Αξιολόγησε επίσης την πρόοδο της Αυστρίας όσον αφορά την υλοποίηση του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων και την επίτευξη των πρωταρχικών στόχων της Ένωσης για την απασχόληση, τις δεξιότητες και τη μείωση της φτώχειας, καθώς και την πρόοδο όσον αφορά την επίτευξη των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών.

(12)

Στις 23 Μαΐου 2022, η Επιτροπή δημοσίευσε έκθεση βάσει του άρθρου 126 παράγραφος 3 της Συνθήκης. Στην εν λόγω έκθεση εξετάστηκε η δημοσιονομική κατάσταση της Αυστρίας, καθώς το έλλειμμα γενικής κυβέρνησης της χώρας το 2021 υπερέβαινε την τιμή αναφοράς του 3 % του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) που ορίζει η Συνθήκη. Η έκθεση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το κριτήριο του ελλείμματος δεν πληρούνταν. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της 2ας Μαρτίου 2022, η Επιτροπή δεν πρότεινε την κίνηση νέων διαδικασιών υπερβολικού ελλείμματος την άνοιξη του 2022 και θα αξιολογήσει εκ νέου την πιθανή κίνηση τέτοιων διαδικασιών το φθινόπωρο του 2022.

(13)

Στη σύστασή του της 20ής Ιουλίου 2020 (11), το Συμβούλιο συνέστησε στην Αυστρία να λάβει, το 2020 και το 2021, όλα τα αναγκαία μέτρα, σύμφωνα με τη γενική ρήτρα διαφυγής, για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας COVID-19, την ενίσχυση της οικονομίας και τη στήριξη της επακόλουθης ανάκαμψης. Επίσης, συνέστησε στην Αυστρία να επιδιώξει, όταν το επιτρέψουν οι οικονομικές συνθήκες, την εφαρμογή δημοσιονομικών πολιτικών που αποσκοπούν στην επίτευξη συνετών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών θέσεων και στη διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους, με παράλληλη ενίσχυση των επενδύσεων. Το 2021, σύμφωνα με στοιχεία επικυρωμένα από την Eurostat, το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης της Αυστρίας μειώθηκε σε 5,9 % από 8,0 % το 2020. Η απόκριση της Αυστρίας σε επίπεδο δημοσιονομικής πολιτικής στήριξε την οικονομική ανάκαμψη το 2021, ενώ τα προσωρινά μέτρα έκτακτης ανάγκης μειώθηκαν από 4,8 % του ΑΕΠ το 2020 σε 4,3 % το 2021. Τα μέτρα που ελήφθησαν από την Αυστρία το 2021 ευθυγραμμίζονταν με τη σύσταση του Συμβουλίου της 20ής Ιουλίου 2020. Τα δημοσιονομικά μέτρα διακριτικής ευχέρειας που εγκρίθηκαν από την κυβέρνηση το 2020 και το 2021 ήταν ως επί το πλείστον προσωρινά ή συνοδεύονταν από αντισταθμιστικά μέτρα. Ταυτόχρονα, ορισμένα από τα μέτρα διακριτικής ευχέρειας που εγκρίθηκαν από την κυβέρνηση κατά την περίοδο 2020-2021 δεν ήταν προσωρινά ούτε συνοδεύονταν από αντισταθμιστικά μέτρα, τα οποία συνίσταντο κυρίως σε σημαντικές φορολογικές ελαφρύνσεις που παρασχέθηκαν σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις μέσω της οικολογικής και κοινωνικής φορολογικής μεταρρύθμισης. Σύμφωνα με στοιχεία επικυρωμένα από την Eurostat, το χρέος της γενικής κυβέρνησης μειώθηκε σε 82,8 % του ΑΕΠ το 2021 από 83,3 % του ΑΕΠ το 2020.

(14)

Το μακροοικονομικό σενάριο στο οποίο στηρίζονται οι δημοσιονομικές προβολές στο πρόγραμμα σταθερότητας 2022 είναι ρεαλιστικό. Η κυβέρνηση προβλέπει αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 3,9 % το 2022 και κατά 2,0 % το 2023. Συγκριτικά, στις εαρινές προβλέψεις του 2022 της Επιτροπής προβλέπεται αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 3,9 % το 2022 και κατά 1,9 % το 2023. Στο πρόγραμμα σταθερότητας 2022, η κυβέρνηση αναμένει ότι το ονομαστικό έλλειμμα θα μειωθεί στο 3,1 % του ΑΕΠ το 2022 και στο 1,5 % το 2023. Η μείωση το 2022 αντικατοπτρίζει κυρίως την ισχυρή ανάπτυξη της οικονομικής δραστηριότητας και την άρση των περισσότερων έκτακτων μέτρων. Εάν δεν υπήρχαν άλλα μέτρα, όπως εκείνα που σχετίζονται με τις αυξημένες τιμές της ενέργειας, το έλλειμμα θα είχε μειωθεί ακόμη περισσότερο. Σύμφωνα με το πρόγραμμα σταθερότητας 2022, ο δείκτης χρέους της γενικής κυβέρνησης ως προς το ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί στο 80,0 % το 2022 και στη συνέχεια στο 77,1 % το 2023. Με βάση τα μέτρα πολιτικής που ήταν γνωστά κατά την καταληκτική ημερομηνία των προβλέψεων, οι εαρινές προβλέψεις του 2022 της Επιτροπής προβλέπουν δημόσιο έλλειμμα ίσο με 3,1 % και 1,5 % του ΑΕΠ αντίστοιχα για το 2022 και το 2023. Οι τιμές αυτές συνάδουν με το έλλειμμα που προβλέπεται στο πρόγραμμα σταθερότητας του 2022. Οι εαρινές προβλέψεις του 2022 της Επιτροπής προβλέπουν παρόμοιο δείκτη χρέους της γενικής κυβέρνησης ως προς το ΑΕΠ σε ποσοστό 80,0 % το 2022 και 77,5 % το 2023. Σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις του 2022 της Επιτροπής, η εκτίμηση της μεσοπρόθεσμης (μέσος όρος δεκαετίας) αύξησης του δυνητικού προϊόντος είναι 1,2 %. Ωστόσο, η εκτίμηση αυτή δεν περιλαμβάνει τις επιπτώσεις των μεταρρυθμίσεων του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας οι οποίες μπορούν να τονώσουν τη δυνητική ανάπτυξη της Αυστρίας.

(15)

Το 2022, η κυβέρνηση κατήργησε σταδιακά την πλειονότητα των μέτρων που ελήφθησαν για την αντιμετώπιση της κρίσης της νόσου COVID-19, με αποτέλεσμα τα προσωρινά μέτρα έκτακτης ανάγκης να προβλέπεται ότι θα μειωθούν από 4,3 % του ΑΕΠ το 2021 σε 1,1 % το 2022. Το δημόσιο έλλειμμα επηρεάζεται από τα μέτρα που θεσπίστηκαν για την αντιμετώπιση των οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων της αύξησης των τιμών της ενέργειας, τα οποία, σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις του 2022 της Επιτροπής, εκτιμώνται σε 0,4 % του ΑΕΠ το 2022 και 0,2 % του ΑΕΠ το 2023 (12). Τα μέτρα αυτά συνίστανται κυρίως σε κοινωνικές μεταβιβάσεις προς τα φτωχότερα νοικοκυριά, περικοπές στους έμμεσους φόρους κατανάλωσης ενέργειας και προσωρινά μέτρα ελάφρυνσης για τους εργαζόμενους που μετακινούνται καθημερινά στο πλαίσιο των φόρων εισοδήματος φυσικών προσώπων. Σύμφωνα με όσα έχουν ανακοινωθεί, τα εν λόγω μέτρα είναι προσωρινά. Ωστόσο, σε περίπτωση που οι τιμές της ενέργειας παραμείνουν υψηλές το 2023, ορισμένα από τα εν λόγω μέτρα θα μπορούσαν να διατηρηθούν. Το δημόσιο έλλειμμα επηρεάζεται επίσης από το κόστος παροχής προσωρινής προστασίας σε εκτοπισθέντες από την Ουκρανία, το οποίο, στις εαρινές προβλέψεις του 2022 της Επιτροπής, προβλέπεται να ανέλθει σε 0,3 % του ΑΕΠ το 2022 και 0,4 % το 2023 (13).

(16)

Στη σύστασή του της 18ης Ιουνίου 2021, το Συμβούλιο συνέστησε στην Αυστρία να διατηρήσει το 2022 υποστηρικτικό δημοσιονομικό προσανατολισμό, μεταξύ άλλων χάρη στην ώθηση που παρέχει ο μηχανισμός ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, και να διατηρήσει τις εθνικά χρηματοδοτούμενες επενδύσεις. Επίσης, το Συμβούλιο συνέστησε στην Αυστρία να επιδιώξει, όταν το επιτρέψουν οι οικονομικές συνθήκες, την εφαρμογή δημοσιονομικής πολιτικής που θα αποσκοπεί στην επίτευξη συνετών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών θέσεων και στη διασφάλιση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας μεσοπρόθεσμα, ενώ ταυτόχρονα να αυξήσει τις επενδύσεις για να ενισχυθεί το αναπτυξιακό δυναμικό.

(17)

Το 2022, με βάση τις εαρινές προβλέψεις του 2022 της Επιτροπής και συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που ενσωματώνονται στο πρόγραμμα σταθερότητας 2022 της Αυστρίας, ο δημοσιονομικός προσανατολισμός προβλέπεται να είναι υποστηρικτικός στο – 1,2 % του ΑΕΠ, σύμφωνα με τις συστάσεις του Συμβουλίου (14). Η Αυστρία σχεδιάζει να συνεχίσει να στηρίζει την ανάκαμψη χρησιμοποιώντας τον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας για τη χρηματοδότηση πρόσθετων επενδύσεων, σύμφωνα με τη σύσταση του Συμβουλίου. Η θετική συμβολή των δαπανών που χρηματοδοτούνται με επιχορηγήσεις από τον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας και άλλα ταμεία της Ένωσης στην οικονομική δραστηριότητα προβλέπεται να αυξηθεί κατά 0,1 εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ το 2022 σε σύγκριση με το 2021. Οι εθνικά χρηματοδοτούμενες επενδύσεις προβλέπεται να έχουν επεκτατική συμβολή στον δημοσιονομικό προσανατολισμό, ύψους 0,3 εκατοστιαίων μονάδων το 2022 (15). Επομένως, η Αυστρία σχεδιάζει να διατηρήσει τις εθνικά χρηματοδοτούμενες επενδύσεις, σύμφωνα με τη σύσταση του Συμβουλίου. Ταυτόχρονα, η αύξηση των εθνικά χρηματοδοτούμενων πρωτογενών τρεχουσών δαπανών (εκτός των νέων μέτρων στο σκέλος των εσόδων) προβλέπεται να έχει επεκτατική συμβολή ύψους 0,5 εκατοστιαίων μονάδων στον συνολικό δημοσιονομικό προσανατολισμό το 2022. Αυτό περιλαμβάνει τον πρόσθετο αντίκτυπο των μέτρων για την αντιμετώπιση των οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων της αύξησης των τιμών της ενέργειας (0,4 % του ΑΕΠ), καθώς και το κόστος παροχής προσωρινής προστασίας σε εκτοπισθέντες από την Ουκρανία (0,3 % του ΑΕΠ).

(18)

Το 2023, σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις του 2022 της Επιτροπής, ο δημοσιονομικός προσανατολισμός θα ανέλθει σε 0,4 % του ΑΕΠ με βάση την παραδοχή αμετάβλητης πολιτικής (16). Η Αυστρία προβλέπεται ότι θα συνεχίσει να χρησιμοποιεί τις επιχορηγήσεις του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας το 2023 για να χρηματοδοτήσει πρόσθετες επενδύσεις για τη στήριξη της ανάκαμψης. Η θετική συμβολή των δαπανών που χρηματοδοτούνται με επιχορηγήσεις από τον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας και άλλα ταμεία της Ένωσης στην οικονομική δραστηριότητα προβλέπεται να παραμείνει σταθερή σε σύγκριση με το 2022. Οι εθνικά χρηματοδοτούμενες επενδύσεις προβλέπεται να έχουν συσταλτική συμβολή στον δημοσιονομικό προσανατολισμό, ύψους 0,4 εκατοστιαίων μονάδων το 2023 (17). Ταυτόχρονα, η αύξηση των εθνικά χρηματοδοτούμενων πρωτογενών τρεχουσών δαπανών (εκτός των νέων μέτρων στο σκέλος των εσόδων) προβλέπεται να έχει γενικά ουδέτερη συμβολή ύψους 0,0 εκατοστιαίων μονάδων στον συνολικό δημοσιονομικό προσανατολισμό το 2023. Αυτό περιλαμβάνει τον αντίκτυπο από τη σταδιακή κατάργηση των μέτρων για την αντιμετώπιση των αυξημένων τιμών ενέργειας (0,2 % του ΑΕΠ) και το πρόσθετο κόστος για την παροχή προσωρινής προστασίας σε εκτοπισθέντες από την Ουκρανία (0,1 % του ΑΕΠ).

(19)

Στο πρόγραμμα σταθερότητας 2022, το έλλειμμα γενικής κυβέρνησης αναμένεται να μειωθεί σταδιακά σε 0,7 % του ΑΕΠ το 2024 και σε 0,3 % το 2025. Ως εκ τούτου, το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης προβλέπεται να παραμείνει σε επίπεδο κάτω του 3 % του ΑΕΠ από το 2023 και μετά έως το τέλος της περιόδου του προγράμματος. Οι προβολές αυτές προϋποθέτουν μείωση των δημόσιων δαπανών γι’ αυτόν τον χρονικό ορίζοντα (από 50,4 % του ΑΕΠ το 2023 σε 49,6 % το 2024 και 49,4 % το 2025). Σύμφωνα με το πρόγραμμα σταθερότητας 2022, ο δείκτης χρέους γενικής κυβέρνησης προς το ΑΕΠ αναμένεται να υποχωρήσει έως το 2025, συγκεκριμένα με μείωση σε 74,5 % το 2024 και υποχώρηση σε 72,1 % το 2025. Σύμφωνα με την ανάλυση της Επιτροπής, οι κίνδυνοι για τη βιωσιμότητα του χρέους φαίνονται μέτριοι μεσοπρόθεσμα.

(20)

Η Αυστρία αντιμετωπίζει μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτριους κινδύνους για τη δημοσιονομική βιωσιμότητα, οι οποίοι οφείλονται κυρίως στις δημοσιονομικές πιέσεις που απορρέουν από τη γήρανση του πληθυσμού. Η αναλογία του ενεργού πληθυσμού (άτομα ηλικίας 20 ως 64) προς τους υπόλοιπους ενηλίκους αναμένεται να μειωθεί από τρεις εργαζόμενους σε περίπου δύο εργαζόμενους ανά άτομο άνω των 65 τα επόμενα 50 έτη. Συνολικά, σύμφωνα με το σενάριο κινδύνου της έκθεσης του 2021 για τη γήρανση του πληθυσμού της ομάδας εργασίας για τη δημογραφική γήρανση που δημοσίευσε η Επιτροπή, οι δημόσιες δαπάνες για μακροχρόνια περίθαλψη αναμένεται να εκτιναχθούν από το 1,8 % του ΑΕΠ το 2019 στο 2,3 % του ΑΕΠ το 2030. Εκτός από τις δημογραφικές εξελίξεις, η ανάγκη για εντατικότερη περίθαλψη λόγω ασθενειών που σχετίζονται με το γήρας αναμένεται επίσης να διαδραματίσει ρόλο στην αύξηση του κόστους της μακροχρόνιας περίθαλψης. Ανακοινώθηκε μια συνολική μεταρρύθμιση του συστήματος μακροχρόνιας περίθαλψης, η οποία όμως δεν έχει ακόμη πραγματοποιηθεί. Μέχρι στιγμής, μια ειδική ομάδα εργασίας έχει συνοψίσει τα βασικά συμπεράσματα της δημόσιας διαβούλευσης. Σύμφωνα με την έκθεση της ειδικής ομάδας, μία από τις προτεραιότητες της μεταρρύθμισης θα είναι η θέσπιση συντονισμένου ελέγχου του συστήματος. Αυτό περιλαμβάνει σαφή ανάθεση αρμοδιοτήτων σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης και διαφάνεια όσον αφορά την προέλευση και τη χρήση των κονδυλίων.

(21)

Ο δημοσιονομικός φεντεραλισμός της Αυστρίας χαρακτηρίζεται από σημαντική αναντιστοιχία μεταξύ των αρμοδιοτήτων για τις δαπάνες και την είσπραξη εσόδων σε υποεθνικό επίπεδο. Οι υποεθνικοί προϋπολογισμοί, αντί να βασίζονται στη φορολογική αυτονομία, τροφοδοτούνται από ένα πολύπλοκο σύστημα επιμερισμού των φόρων και διακυβερνητικών μεταβιβάσεων. Το γεγονός αυτό αποτελεί εμπόδιο για τη δημοσιονομική διαφάνεια και την πολιτική λογοδοσία, και παρέχει λίγα κίνητρα για αποδοτικές δημόσιες δαπάνες. Δεδομένου ότι η ανάγκη για μεταρρύθμιση εξακολουθεί να υφίσταται, θα πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για τον επόμενο νόμο για τις διακυβερνητικές φορολογικές σχέσεις, οι οποίες αναμένεται να ξεκινήσουν τον Δεκέμβριο του 2022. Εκτός από τη μεταρρύθμιση του εθνικού δημοσιονομικού πλαισίου, η καλύτερη αξιοποίηση των επανεξετάσεων των δαπανών μπορεί να βελτιώσει την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα των δημόσιων δαπανών, καθώς αυτές συμβάλλουν στον έλεγχο των χρηματοδοτικών κονδυλίων σε σχέση με τις πολιτικές προτεραιότητες.

(22)

Το φορολογικό σύστημα της Αυστρίας εξακολουθεί να έχει περιθώρια βελτίωσης σε ό,τι αφορά τη δικαιοσύνη και τον φιλικό προς την ανάπτυξη χαρακτήρα. Το φορολογικό σύστημα χαρακτηρίζεται από υψηλή επιβάρυνση της εργασίας λόγω των φόρων μισθωτών υπηρεσιών και των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, με τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης να βαρύνουν τόσο τους εργαζομένους όσο και τους εργοδότες. Αυτό εμποδίζει τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Ταυτόχρονα, οι υψηλοί οριακοί φορολογικοί συντελεστές λειτουργούν ως αντικίνητρο για τα άτομα να εργαστούν, ιδίως στο κατώτερο τμήμα της κατανομής του εισοδήματος και για τα δεύτερα εργαζόμενα μέλη της οικογένειας. Η πρόσφατα εγκριθείσα οικολογική και κοινωνική φορολογική μεταρρύθμιση αποτελεί βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση και η καθιέρωση τιμής CO2 για τομείς που δεν καλύπτονται από το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής (ΣΕΔΕ) αποτελεί σημαντικό έργο στο πλαίσιο του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Αυστρίας. Ωστόσο, εξακολουθούν να υφίστανται διαρθρωτικές προκλήσεις. Υπάρχει περιθώριο για περαιτέρω μείωση του μη μισθολογικού κόστους εργασίας για την τόνωση της δημιουργίας θέσεων εργασίας και της προσφοράς εργασίας, ιδίως για τα άτομα με χαμηλά εισοδήματα. Η καλύτερη αξιοποίηση φόρων φιλικότερων προς την ανάπτυξη θα μπορούσε να συμβάλει στη δημιουργία του αναγκαίου δημοσιονομικού χώρου και στη βελτίωση της δικαιοσύνης του φορολογικού συστήματος.

(23)

Σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 3 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) 2021/241 και το κριτήριο 2.2 του παραρτήματος V του εν λόγω κανονισμού, το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας περιλαμβάνει εκτεταμένο σύνολο αλληλοενισχυόμενων μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων με ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα για την ολοκλήρωση της υλοποίησης έως τις 31 Αυγούστου 2026. Τα μέτρα αυτά συμβάλλουν στην αντιμετώπιση του συνόλου ή σημαντικού υποσυνόλου των οικονομικών και κοινωνικών προκλήσεων που περιγράφονται στις ειδικές ανά χώρα συστάσεις τις οποίες απηύθυνε το Συμβούλιο στην Αυστρία στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου το 2019 και το 2020, επιπλέον των ειδικών ανά χώρα συστάσεων που έχουν εκδοθεί έως την ημερομηνία έγκρισης του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας. Ειδικότερα, τα μέτρα του σχεδίου συμβάλλουν στην αντιμετώπιση σημαντικού υποσυνόλου των ειδικών ανά χώρα συστάσεων που προσδιορίστηκαν τα τελευταία χρόνια στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου. Οι σχεδιαζόμενες αλλαγές στο φορολογικό σύστημα θα συνεισφέρουν στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, συμβάλλοντας ταυτόχρονα στη μετατόπιση της φορολογικής επιβάρυνσης από την εργασία και λαμβάνοντας υπόψη τις οικολογικές και κοινωνικές πτυχές. Η βελτίωση της διαθεσιμότητας ποιοτικών εγκαταστάσεων βρεφονηπιακής φροντίδας μπορεί να ενισχύσει τη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας. Επιπρόσθετα, αντιμετωπίζεται μερικώς η από καιρού αναγνωρισμένη πρόκληση που συνδέεται με το συνταξιοδοτικό χάσμα μεταξύ των φύλων. Η πράσινη μετάβαση θα προαχθεί με επενδύσεις i) στην ενεργειακή απόδοση, ii) στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, iii) στην απανθρακοποίηση της βιομηχανίας, iv) στη βιοποικιλότητα και v) στην κυκλική οικονομία, σε συνδυασμό με σχετικές μεταρρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένης της αναμόρφωσης του πλαισίου στήριξης για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και της σταδιακής κατάργησης των συστημάτων θέρμανσης πετρελαίου. Το σχέδιο θα συμβάλει επίσης ουσιαστικά στην ενίσχυσης της ψηφιακής ικανότητας των επιχειρήσεων. Η διοικητική επιβάρυνση για τις επιχειρήσεις θα μειωθεί μέσω «ενιαίων ψηφιακών σημείων πρόσβασης».

(24)

Η εφαρμογή του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Αυστρίας αναμένεται να συμβάλει στην επίτευξη περαιτέρω προόδου όσον αφορά την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση. Τα μέτρα για τη στήριξη των κλιματικών στόχων στην Αυστρία αντιπροσωπεύουν το 58,7 % των συνολικών χρηματοδοτικών κατανομών του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, ενώ τα μέτρα για τη στήριξη των ψηφιακών στόχων αντιπροσωπεύουν το 52,8 % των συνολικών χρηματοδοτικών κατανομών του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας. Η πλήρης εφαρμογή του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, σύμφωνα με τα σχετικά ορόσημα και τους στόχους, θα βοηθήσει την Αυστρία να ανακάμψει γρήγορα από τις επιπτώσεις της κρίσης COVID-19, ενισχύοντας παράλληλα την ανθεκτικότητά της. Η συστηματική συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων και άλλων σχετικών ενδιαφερόμενων μερών παραμένει σημαντική για την επιτυχή εφαρμογή του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, καθώς και άλλων οικονομικών πολιτικών και πολιτικών απασχόλησης που υπερβαίνουν το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, ώστε να διασφαλιστεί η ευρεία οικειοποίηση του συνολικού θεματολογίου πολιτικής.

(25)

Η Επιτροπή ενέκρινε την αυστριακή συμφωνία εταιρικής σχέσης, η οποία προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2021/1060 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (18), στις 2 Μαΐου 2022. Η Αυστρία υπέβαλε στις 21 Οκτωβρίου 2021 τα προγράμματά της για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) και το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης (ΤΔΜ) που προβλέπονται στον εν λόγω κανονισμό, τα οποία οι υπηρεσίες της Επιτροπής επέστρεψαν με παρατηρήσεις στις 4 Ιανουαρίου 2022. Η Αυστρία δεν έχει ακόμη υποβάλει το πρόγραμμά της για το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο+. Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2021/1060, η Αυστρία πρέπει να λάβει υπόψη τις σχετικές ειδικές ανά χώρα συστάσεις κατά τον προγραμματισμό των ταμείων της πολιτικής συνοχής για την περίοδο 2021-2027. Αυτό αποτελεί προϋπόθεση για να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα και να μεγιστοποιηθεί η προστιθέμενη αξία της χρηματοδοτικής στήριξης που θα ληφθεί από τα ταμεία της πολιτικής συνοχής, ενώ παράλληλα θα προωθηθεί ο συντονισμός, η συμπληρωματικότητα και η συνοχή μεταξύ των εν λόγω ταμείων της πολιτικής συνοχής και άλλων μέσων και ταμείων της Ένωσης. Η επιτυχής εφαρμογή του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας και των προγραμμάτων της πολιτικής συνοχής εξαρτάται επίσης από την άρση των εμποδίων στις επενδύσεις, ώστε να στηριχτούν η πράσινη και η ψηφιακή μετάβαση και η ισόρροπη εδαφική ανάπτυξη.

(26)

Πέρα από τις οικονομικές και κοινωνικές προκλήσεις που πραγματεύεται το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, η Αυστρία αντιμετωπίζει ορισμένες πρόσθετες προκλήσεις που σχετίζονται με την αγορά εργασίας της χώρας. Το ισχυρό σύστημα κοινωνικής προστασίας της Αυστρίας και τα εκτεταμένα μέτρα πολιτικής έχουν περιορίσει τον κοινωνικό αντίκτυπο της πανδημίας COVID-19. Η Αυστρία παρουσιάζει καλές επιδόσεις όσον αφορά τις περισσότερες διαστάσεις του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν ορισμένες προκλήσεις. Ειδικότερα, οι προκλήσεις αυτές περιλαμβάνουν το αναξιοποίητο δυναμικό των γυναικών, των εργαζομένων με χαμηλό επίπεδο προσόντων, των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας και των ατόμων που προέρχονται από οικογένειες μεταναστών. Αυτό είναι ιδιαίτερα προβληματικό λόγω της έλλειψης εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού. Η απελευθέρωση του αναξιοποίητου δυναμικού αυτών των ομάδων θα μπορούσε να μειώσει την πίεση στην αυστριακή αγορά εργασίας.

(27)

Μολονότι το ποσοστό απασχόλησης των γυναικών βρίσκεται πολύ πάνω από τον ενωσιακό μέσο όρο, η Αυστρία κατατάσσεται στη δεύτερη θέση στην Ένωση όσον αφορά τη μερική απασχόληση των γυναικών. Το 2021, το 49,9 % των Αυστριακών γυναικών εργάζονταν υπό καθεστώς μερικής απασχόλησης, σε σύγκριση με τον ενωσιακό μέσο όρο που είναι 28,3 %. Αυτό αφήνει σημαντικά περιθώρια για την ενίσχυση της πλήρους συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας. Η περιορισμένη προσφορά οικονομικά προσιτής και υψηλής ποιότητας παιδικής φροντίδας δυσχεραίνει την ενεργότερη συμμετοχή των μητέρων στην αγορά εργασίας. Μόνο το 21,1 % των παιδιών ηλικίας κάτω των τριών ετών βρίσκονται σε επίσημες δομές παιδικής φροντίδας, ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά στην Ένωση και μακριά από τον στόχο της Βαρκελώνης, που έθεσε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το 2002, για το 33 % των παιδιών ηλικίας κάτω των τριών ετών να βρίσκεται σε επίσημες δομές παιδικής φροντίδας. Το υψηλό ποσοστό μερικής απασχόλησης, σε συνδυασμό με την υπερεκπροσώπηση των γυναικών σε τομείς χαμηλών αμοιβών, είναι οι κύριοι παράγοντες που συμβάλλουν στο υψηλό μισθολογικό χάσμα μεταξύ των φύλων και στο σχετικά υψηλό συνταξιοδοτικό χάσμα μεταξύ των φύλων στην Αυστρία. Η πανδημία COVID-19 έχει εντείνει περαιτέρω αυτές τις ανισότητες που σχετίζονται με το φύλο, με σημαντικό ποσοστό των γυναικών να συνδυάζει υποχρεώσεις εργασίας και φροντίδας. Η αύξηση της προσφοράς ποιοτικής παιδικής φροντίδας με τη βελτίωση των προτύπων ποιότητας, την παροχή διευρυμένου ωραρίου λειτουργίας για την παιδική φροντίδα και την αντιμετώπιση των αντικινήτρων για την αύξηση του ωραρίου εργασίας (π.χ. με τη βελτίωση των φορολογικών κινήτρων) είναι καίριας σημασίας για τη διασφάλιση της καλύτερης αξιοποίησης του δυναμικού των γυναικών στην αγορά εργασίας.

(28)

Πολλές μειονεκτούσες ομάδες θα μπορούσαν να ενσωματωθούν καλύτερα στην αγορά εργασίας, ιδίως οι εργαζόμενοι χαμηλής ειδίκευσης και μεγαλύτερης ηλικίας, καθώς και οι εργαζόμενοι που προέρχονται από οικογένειες μεταναστών. Σχεδόν οι μισοί μακροχρόνια άνεργοι στην Αυστρία έχουν ολοκληρώσει, στην καλύτερη περίπτωση, την κατώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (Pflichtschule). Το επίπεδο συμμετοχής στην αγορά εργασίας των ατόμων που προέρχονται από οικογένειες μεταναστών παραμένει χαμηλό, με ποσοστό απασχόλησης 12,7 εκατοστιαίες μονάδες χαμηλότερα απ’ ό,τι οι γηγενείς κάτοικοι το 2020. Αυτό είναι ιδιαίτερα προβληματικό, δεδομένου ότι τα εκπαιδευτικά αποτελέσματα, οι ευκαιρίες απασχόλησης και τα μελλοντικά επίπεδα εισοδήματος των παιδιών στην Αυστρία τείνουν να καθορίζονται ιδιαίτερα από εκείνα των γονέων τους. Τα μέτρα του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Αυστρίας για την προώθηση της επανειδίκευσης και της αναβάθμισης των δεξιοτήτων θα αντιμετωπίσουν αυτές τις προκλήσεις με τη στήριξη της κατάρτισης των εργαζομένων χαμηλής ειδίκευσης και των μακροχρόνια ανέργων. Ταυτόχρονα, τα σχεδιαζόμενα μέτρα δεν αντιμετωπίζουν πλήρως το υποκείμενο πρόβλημα της συμμετοχής ατόμων που προέρχονται από οικογένειες μεταναστών και εργαζομένων χαμηλής ειδίκευσης. Επιπλέον, τα εκπαιδευτικά αποτελέσματα για τις ομάδες αυτές πρέπει να βελτιωθούν πολύ νωρίτερα στη ζωή των ατόμων αυτών. Εξακολουθεί να υπάρχει ανάγκη για πρόσθετες ευκαιρίες επανεκπαίδευσης και διά βίου μάθησης για εργαζομένους όλων των ηλικιών.

(29)

Η αυξανόμενη έλλειψη δεξιοτήτων (Fachkräftemangel) καθίσταται ολοένα και μεγαλύτερη πρόκληση για τις εταιρείες που βασίζονται σε επαγγελματίες υψηλής ειδίκευσης, όπως οι εμπειρογνώμονες στον τομέα της τεχνολογίας πληροφοριών (ΤΠ) καθώς και σε ειδικευμένους επαγγελματίες στον ταχύτατα αναπτυσσόμενο τομέα της ανάπτυξης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Οι λόγοι για τις ελλείψεις εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού είναι πολλαπλοί και η πανδημία COVID-19 τις έχει αυξήσει. Η διεύρυνση των ευκαιριών για ταλέντα υψηλής ειδίκευσης από το εξωτερικό για θέσεις που δεν μπορούν να καλυφθούν από το εργατικό δυναμικό της Αυστρίας ή της Ένωσης θα μπορούσε να περιορίσει αυτές τις ελλείψεις. Επί του παρόντος, οι ισχύουσες διαδικασίες συνεπάγονται σημαντική διοικητική επιβάρυνση για τις εταιρείες που επιθυμούν να προσλάβουν εργαζομένους από χώρες εκτός της ΕΕ, γεγονός που δυσχεραίνει την προσέλκυση των απαραίτητων ταλαντούχων ατόμων από το εξωτερικό. Αυτό εμποδίζει την αύξηση της παραγωγικότητας, ιδίως στον τομέα των υπηρεσιών και κυρίως στον τομέα της ΤΠ. Οι μεταρρυθμίσεις του 2019 και του 2020 του αυστριακού συστήματος «ταχείας διαδικασίας» για εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό από τρίτες χώρες (Rot-Weiß-Rot-Karte) δεν έχουν αποδειχτεί αποτελεσματικές στην αντιμετώπιση της συνολικής πρόκλησης. Ως εκ τούτου, θα μπορούσαν να ληφθούν περαιτέρω μέτρα για να δοθεί στις εταιρείες η δυνατότητα να προσλαμβάνουν εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό από το εξωτερικό. Αυτό περιλαμβάνει να καταστούν οι διαδικασίες ταχύτερες και περισσότερο στοχευμένες προς τις επιμέρους ανάγκες των εταιρειών.

(30)

Κατόπιν εντολής των αρχηγών κρατών ή κυβερνήσεων της Ένωσης η οποία περιλαμβάνεται στη διακήρυξη των Βερσαλλιών, η πρόταση της Επιτροπής για το σχέδιο REPowerEU αποσκοπεί στη σταδιακή κατάργηση της εξάρτησης της Ένωσης από τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων από τη Ρωσία το συντομότερο δυνατόν. Για τον σκοπό αυτόν, η Επιτροπή προτίθεται να προσδιορίσει τα έργα, τις επενδύσεις και τις μεταρρυθμίσεις που είναι πλέον κατάλληλα σε εθνικό, περιφερειακό και ενωσιακό επίπεδο, μέσω διαλόγου με τα κράτη μέλη. Τα μέτρα αυτά αποσκοπούν στη μείωση της συνολικής εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα και στην παύση των εισαγωγών ορυκτών καυσίμων από τη Ρωσία.

(31)

Οι γεωπολιτικές εξελίξεις που προκλήθηκαν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχουν αποκαλύψει κινδύνους για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της Αυστρίας. Η Αυστρία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές αερίου από τη Ρωσία. Το 2020 η Αυστρία εισήγαγε περίπου το 80 % των συνολικών εισαγωγών αερίου από τη Ρωσία, σε σύγκριση με τον ενωσιακό μέσο όρο που ανήλθε σε 44 %. Το αέριο αντιπροσωπεύει επίσης σημαντικό μερίδιο της ζήτησης ενέργειας της Αυστρίας (22,7 %, ελαφρώς χαμηλότερο από τον ενωσιακό μέσο όρο που είναι 24,4 %), κυρίως για βιομηχανική κατανάλωση και θέρμανση. Ωστόσο, η Αυστρία εξαρτάται λιγότερο από τη Ρωσία για το πετρέλαιο (10 % του αργού πετρελαίου της προέρχεται από τη Ρωσία, ποσοστό σημαντικά χαμηλότερο από τον ενωσιακό μέσο όρο που είναι 26 %) (19). Η διαφοροποίηση του ενεργειακού εφοδιασμού και η αύξηση της ευελιξίας και της ικανότητας αντίστροφης ροής για την ήδη εκτεταμένη διασυνδεσιμότητα με άλλα κράτη μέλη θα είναι καίριας σημασίας για τη μείωση της εξάρτησης από το ρωσικό αέριο. Ωστόσο, συνιστάται οι νέες επενδύσεις σε υποδομές και δίκτυα που σχετίζονται με το αέριο να είναι ανθεκτικές, όπου είναι δυνατόν, σε μελλοντικές εξελίξεις, ώστε να διευκολυνθεί η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά τους μέσω της μελλοντικής αναπροσαρμογής της χρήσης βιώσιμων καυσίμων. Η μείωση της εξάρτησης από το ρωσικό αέριο περιλαμβάνει επίσης επενδύσεις στην παραγωγή ανανεώσιμων αερίων (π.χ. ανανεώσιμο υδρογόνο και βιώσιμο βιομεθάνιο), ώστε να καταστεί δυνατή η αντικατάσταση του φυσικού αερίου, ιδίως σε τομείς και περιοχές που είναι περισσότερο ευάλωτες σε διαταραχές του εφοδιασμού. Επιπλέον, οι πρόσθετες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως η γεωθερμική ενέργεια, παραμένουν αναξιοποίητες και θα μπορούσαν να διερευνηθούν περαιτέρω.

(32)

Το 2020 το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην τελική κατανάλωση ενέργειας της Αυστρίας ανήλθε σε 37 %, υπερβαίνοντας τον στόχο του 34 % για το ίδιο έτος. Η μεταρρύθμιση του 2021 για τη στήριξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που περιλαμβάνεται στο σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας έχει δημιουργήσει το αναγκαίο πλαίσιο για την αύξηση του μεριδίου της ανανεώσιμης ενέργειας στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας. Η μεταρρύθμιση θα καταστήσει δυνατή την προσθήκη 27 TWh ετήσιας δυναμικότητας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές έως το 2030 και, ως εκ τούτου, θα συμβάλει στην επίτευξη του στόχου του 100 % έως το 2030 (από 81 % που είναι επί του παρόντος το 2020). Ωστόσο, οι επενδύσεις στην ανανεώσιμη ενέργεια παρεμποδίζονται από τις χρονοβόρες διαδικασίες χωροταξικού σχεδιασμού και αδειοδότησης, πρόβλημα που οφείλεται επίσης εν μέρει στην πολύπλοκη κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ ομοσπονδιακού και περιφερειακού επιπέδου διακυβέρνησης, καθώς και σε προβλήματα στελέχωσης της διοίκησης. Για να ανταποκριθεί στη σχεδιαζόμενη επέκταση της παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, η Αυστρία θα μπορούσε να εξετάσει το ενδεχόμενο να αυξήσει σημαντικά τις επενδύσεις σε υποδομές δικτύου (όπως αποθήκευση, διανομή και μεταφορά) και να διασφαλίσει την έγκαιρη ανάπτυξη των εν λόγω υποδομών. Η ενίσχυση του επιπέδου φιλοδοξίας όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση στους τομείς των κτιρίων και της βιομηχανίας θα μειώσει την εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα. Η μακροπρόθεσμη στρατηγική ανακαίνισης της Αυστρίας θέτει σαφή ορόσημα για το 2050 και επιδιώκει την κατά 80 % απανθρακοποίηση του κτιριακού αποθέματός της. Το οικείο σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας θα επιταχύνει τη σταδιακή κατάργηση των λεβήτων ορυκτών καυσίμων στον τομέα των κτιρίων και θα τους αντικαταστήσει με τεχνολογία θέρμανσης με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ή με τηλεθέρμανση. Ωστόσο, οι στόχοι ενεργειακής απόδοσης της Αυστρίας για το 2030 είναι χαμηλού επιπέδου φιλοδοξίας και η χώρα θα μπορούσε να επιταχύνει τις επενδύσεις για τη ριζική ανακαίνιση των κτιρίων, την αντικατάσταση των ορυκτών καυσίμων με θέρμανση με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την καλύτερη διαχείριση της κατανάλωσης ενέργειας μέσω της ψηφιοποίησης των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας (όπως οι έξυπνοι μετρητές και οι θερμοστάτες). Ταυτόχρονα, περαιτέρω προσπάθειες για την απανθρακοποίηση των βιομηχανικών διαδικασιών, μεταξύ άλλων μέσω ανανεώσιμων αερίων, θα συμβάλουν στη μείωση της ζήτησης αερίου και στην προστασία των επιχειρήσεων από την αστάθεια των τιμών. Θα χρειαστεί ακόμα μεγαλύτερη φιλοδοξία όσον αφορά τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και την αύξηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της ενεργειακής απόδοσης ώστε η Αυστρία να ευθυγραμμιστεί με τους στόχους της δέσμης μέτρων «Fit for 55».

(33)

Μολονότι η επιτάχυνση της μετάβασης προς την κλιματική ουδετερότητα και την απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα σε ορισμένους τομείς θα επιφέρει σημαντικό κόστος αναδιάρθρωσης σε αρκετούς τομείς, η Αυστρία μπορεί να κάνει χρήση του Μηχανισμού Δίκαιης Μετάβασης στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής για την άμβλυνση των κοινωνικοοικονομικών επιπτώσεων της μετάβασης στις περιφέρειες που πλήττονται περισσότερο. Επιπλέον, η Αυστρία μπορεί να κάνει χρήση του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου+, που ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2021/1057 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (20), για τη βελτίωση των ευκαιριών απασχόλησης και την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής.

(34)

Υπό το πρίσμα της αξιολόγησης της Επιτροπής, το Συμβούλιο εξέτασε το πρόγραμμα σταθερότητας 2022 και η γνώμη του (21) αποτυπώνεται στη σύσταση 1.

(35)

Δεδομένης της στενής διασύνδεσης των οικονομιών των κρατών μελών της ζώνης του ευρώ και της συλλογικής συνεισφοράς τους στη λειτουργία της οικονομικής και νομισματικής ένωσης, το Συμβούλιο συνέστησε στα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ να λάβουν μέτρα, μεταξύ άλλων μέσω των οικείων σχεδίων ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, για να εφαρμόσουν τις συστάσεις που ορίζονται στη σύσταση του 2022 σχετικά με τη ζώνη του ευρώ. Για την Αυστρία, αυτό αντικατοπτρίζεται ιδίως στις συστάσεις 1, 2 και 3.

ΣΥΝΙΣΤΑ στην Αυστρία να λάβει μέτρα το 2022 και το 2023 προκειμένου:

1.   

Το 2023, να διασφαλίσει ότι η αύξηση των εθνικά χρηματοδοτούμενων πρωτογενών τρεχουσών δαπανών συνάδει με έναν συνολικά ουδέτερο προσανατολισμό πολιτικής, λαμβάνοντας υπόψη τη συνεχιζόμενη προσωρινή και στοχευμένη στήριξη των πλέον ευάλωτων στις αυξήσεις των τιμών της ενέργειας νοικοκυριών και επιχειρήσεων και των ατόμων που εγκαταλείπουν την Ουκρανία. Να είναι έτοιμη να προσαρμόσει τις τρέχουσες δαπάνες στην εξελισσόμενη κατάσταση. Να επεκτείνει τις δημόσιες επενδύσεις για την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση και για την ενεργειακή ασφάλεια, λαμβάνοντας υπόψη την πρωτοβουλία REPowerEU, μεταξύ άλλων κάνοντας χρήση του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας και άλλων ταμείων της Ένωσης. Για την περίοδο μετά το 2023, να επιδιώξει την εφαρμογή δημοσιονομικής πολιτικής που θα αποσκοπεί στην επίτευξη συνετών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών θέσεων. Να διασφαλίσει την επάρκεια και τη δημοσιονομική βιωσιμότητα του συστήματος μακροχρόνιας περίθαλψης. Να απλουστεύσει και να εξορθολογίσει τις δημοσιονομικές σχέσεις και αρμοδιότητες μεταξύ των επιπέδων διακυβέρνησης και να ευθυγραμμίσει τις αρμοδιότητες για τη χρηματοδότηση και τις δαπάνες. Να βελτιώσει το φορολογικό μείγμα για τη στήριξη της βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης.

2.   

Να προχωρήσει στην εφαρμογή του οικείου σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, σύμφωνα με τα ορόσημα και τους στόχους που καθορίζονται στην εκτελεστική απόφαση του Συμβουλίου της 13ης Ιουλίου 2021. Να ολοκληρώσει ταχέως τις διαπραγματεύσεις με την Επιτροπή σχετικά με τα έγγραφα προγραμματισμού της πολιτικής συνοχής για την περίοδο 2021-2027, ώστε να αρχίσει η εφαρμογή τους.

3.   

Να ενισχύσει τη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας, μεταξύ άλλων με την ενίσχυση ποιοτικών υπηρεσιών παιδικής φροντίδας, και να βελτιώσει τα αποτελέσματα της αγοράς εργασίας για τις μειονεκτούσες ομάδες.

4.   

Να μειώσει τη συνολική εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα και να διαφοροποιήσει τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων, επιταχύνοντας την ανάπτυξη της ανανεώσιμης ενέργειας και των απαραίτητων υποδομών, ιδίως με την απλούστευση του σχεδιασμού και τον περαιτέρω εξορθολογισμό των διαδικασιών αδειοδότησης, και ενισχύοντας την ενεργειακή απόδοση, ιδίως στους τομείς της βιομηχανίας και των κτιρίων, και τη διαφοροποίηση του ενεργειακού εφοδιασμού, καθώς και την αύξηση της ευελιξίας και της ικανότητας αντίστροφης ροής των διασυνδέσεων.

Βρυξέλλες, 12 Ιουλίου 2022.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Z. STANJURA


(1)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 1.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/241 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Φεβρουαρίου 2021, για τη θέσπιση του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (ΕΕ L 57 της 18.2.2021, σ. 17).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1176/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2011, σχετικά με την πρόληψη και τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών (ΕΕ L 306 της 23.11.2011, σ. 25).

(4)  Σύσταση του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2022, σχετικά με την οικονομική πολιτική της ζώνης του ευρώ (ΕΕ C 153 της 7.4.2022, σ. 1).

(5)  Οδηγία 2001/55/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 2001, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές παροχής προσωρινής προστασίας σε περίπτωση μαζικής εισροής εκτοπισθέντων και μέτρα για τη δίκαιη κατανομή των βαρών μεταξύ κρατών μελών όσον αφορά την υποδοχή και την αντιμετώπιση των συνεπειών της υποδοχής αυτών των ατόμων (ΕΕ L 212 της 7.8.2001, σ. 12).

(6)  Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2022/382 του Συμβουλίου, της 4ης Μαρτίου 2022, που διαπιστώνει την ύπαρξη μαζικής εισροής εκτοπισθέντων από την Ουκρανία κατά την έννοια του άθρου 5 της οδηγίας 2001/55/ΕΚ και έχει ως αποτέλεσμα την εφαρμογή προσωρινής προστασίας (ΕΕ L 71 της 4.3.2022, σ. 1).

(7)  Σύσταση του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 2021, για τη διατύπωση γνώμης του Συμβουλίου σχετικά με το πρόγραμμα σταθερότητας 2021 της Αυστρίας (ΕΕ C 304 της 29.7.2021, σ. 93).

(8)  Οι εκτιμήσεις σχετικά με τον δημοσιονομικό προσανατολισμό και τις συνιστώσες του στην παρούσα σύσταση είναι εκτιμήσεις της Επιτροπής βάσει των παραδοχών στις οποίες βασίζονται οι εαρινές προβλέψεις του 2022 της Επιτροπής. Οι εκτιμήσεις της Επιτροπής για τη μεσοπρόθεσμη δυνητική ανάπτυξη δεν περιλαμβάνουν τον θετικό αντίκτυπο των μεταρρυθμίσεων που αποτελούν μέρος του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας και μπορούν να τονώσουν τη δυνητική ανάπτυξη.

(9)  Που δεν χρηματοδοτούνται με επιχορηγήσεις από τον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας ή άλλα ταμεία της Ένωσης.

(10)  ST 10159/2021, ST 10159/2021 ADD 1, ST 10159/2021 COR 1.

(11)  Σύσταση του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 2020, σχετικά με το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων της Αυστρίας του 2020 και τη διατύπωση γνώμης του Συμβουλίου σχετικά με το πρόγραμμα σταθερότητας της Αυστρίας του 2020 (ΕΕ C 282 της 26.8.2020, σ. 129).

(12)  Τα αριθμητικά στοιχεία αντιπροσωπεύουν το επίπεδο του ετήσιου δημοσιονομικού κόστους των εν λόγω μέτρων που έχουν ληφθεί από το φθινόπωρο του 2021, συμπεριλαμβανομένων των τρεχόντων εσόδων και δαπανών, καθώς και - κατά περίπτωση - των μέτρων σε επίπεδο κεφαλαιουχικών δαπανών.

(13)  Ο συνολικός αριθμός των εκτοπισθέντων από την Ουκρανία στην Ένωση αναμένεται να ανέλθει σταδιακά στα 6 εκατομμύρια έως το τέλος του 2022, και η γεωγραφική κατανομή τους εκτιμάται με βάση το μέγεθος της υπάρχουσας διασποράς, τον σχετικό πληθυσμό του κράτους μέλους υποδοχής και την πραγματική κατανομή των εκτοπισθέντων από την Ουκρανία σε ολόκληρη την Ένωση ως είχε τον Μάρτιο του 2022. Για το δημοσιονομικό κόστος ανά άτομο, οι εκτιμήσεις βασίζονται στο μοντέλο μικροπροσομοίωσης Euromod του Κοινού Κέντρου Ερευνών της Επιτροπής και λαμβάνουν υπόψη τόσο τις μεταβιβάσεις σε μετρητά όσο και τις παροχές σε είδος, όπως η εκπαίδευση και η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.

(14)  Το αρνητικό (θετικό) πρόσημο του δείκτη αντιστοιχεί σε υπέρβαση (έλλειμμα) της αύξησης των πρωτογενών δαπανών σε σύγκριση με τη μεσοπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη, το οποίο υποδηλώνει επεκτατική (συσταλτική) δημοσιονομική πολιτική.

(15)  Άλλες εθνικά χρηματοδοτούμενες κεφαλαιουχικές δαπάνες προβλέπεται να έχουν επεκτατική συμβολή ύψους 0,4 εκατοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ. Αυτό οφείλεται κυρίως στη δημιουργία ενός στρατηγικού αποθέματος αερίου, όπως ορίζεται επίσης στο πρόγραμμα σταθερότητας 2022.

(16)  Το αρνητικό (θετικό) πρόσημο του δείκτη αντιστοιχεί σε υπέρβαση (έλλειμμα) της αύξησης των πρωτογενών δαπανών σε σύγκριση με τη μεσοπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη, το οποίο υποδηλώνει επεκτατική (συσταλτική) δημοσιονομική πολιτική.

(17)  Άλλες εθνικά χρηματοδοτούμενες κεφαλαιουχικές δαπάνες προβλέπεται να έχουν ουδέτερη συμβολή.

(18)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1060 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Ιουνίου 2021, για τον καθορισμό κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο+, το Ταμείο Συνοχής, το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας, Αλιείας και Υδατοκαλλιέργειας, και δημοσιονομικών κανόνων για τα εν λόγω Ταμεία και για το Ταμείο Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης, το Ταμείο Εσωτερικής Ασφάλειας και το Μέσο για τη Χρηματοδοτική Στήριξη της Διαχείρισης των Συνόρων και την Πολιτική των Θεωρήσεων (ΕΕ L 231 της 30.6.2021, σ. 159).

(19)  Eurostat (2020), μερίδιο των ρωσικών εισαγωγών επί των συνολικών εισαγωγών φυσικού αερίου και αργού πετρελαίου. Ο μέσος όρος της ΕΕ-27 βασίζεται σε εισαγωγές από χώρες εκτός της ΕΕ-27. Από τον Μάρτιο του 2022 η Αυστρία σταμάτησε τις εισαγωγές αργού πετρελαίου από τη Ρωσία.

(20)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1057 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Ιουνίου 2021, περί ιδρύσεως του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου+ (EKT+) και καταργήσεως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1296/2013 (ΕΕ L 231 της 30.6.2021, σ. 21).

(21)  Δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97.