2.8.2021   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 277/18


ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2021/1257 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 21ης Απριλίου 2021

για την τροποποίηση του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/2358 και του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/2359 όσον αφορά την ενσωμάτωση παραγόντων, κινδύνων και προτιμήσεων βιωσιμότητας στις απαιτήσεις εποπτείας και διακυβέρνησης των προϊόντων για ασφαλιστικές επιχειρήσεις και διανομείς ασφαλιστικών προϊόντων, αφενός, και στους κανόνες περί παροχής επιχειρηματικών και επενδυτικών συμβουλών για επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, αφετέρου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία (ΕΕ) 2016/97 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2016, σχετικά με τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων (1), και ιδίως το άρθρο 25 παράγραφος 2, το άρθρο 28 παράγραφος 4 και το άρθρο 30 παράγραφος 6,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η μετάβαση σε μια πιο βιώσιμη, αποδοτική ως προς τη χρήση των πόρων και κυκλική οικονομία χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, σύμφωνα με τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης, είναι καίριας σημασίας ώστε να διασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της Ένωσης. Το 2016 η Ένωση συνήψε τη συμφωνία του Παρισιού (2). Το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της Συμφωνίας του Παρισιού θέτει ως στόχο την ενίσχυση της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, μεταξύ άλλων, με το να καταστούν οι χρηματοδοτικές ροές συμβατές με την πορεία προς την επίτευξη χαμηλών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και την ανθεκτική στις κλιματικές μεταβολές ανάπτυξη.

(2)

Αναγνωρίζοντας την πρόκληση αυτή, η Επιτροπή παρουσίασε την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία (3) τον Δεκέμβριο του 2019. Η Πράσινη Συμφωνία συνιστά μια νέα αναπτυξιακή στρατηγική που αποσκοπεί στον μετασχηματισμό της Ένωσης σε μια δίκαιη και ευημερούσα κοινωνία με οικονομία σύγχρονη, ανταγωνιστική και αποδοτική ως προς τη χρήση των πόρων, στην οποία από το 2050 και μετά, θα έχουν μηδενιστεί οι καθαρές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και στην οποία η οικονομική ανάπτυξη θα έχει αποσυνδεθεί από τη χρήση των πόρων. Ο στόχος αυτός απαιτεί να δίδονται σαφή μηνύματα στους επενδυτές όσον αφορά τις επενδύσεις τους, προς αποφυγή μη αξιοποιήσιμων στοιχείων ενεργητικού και αύξηση της βιώσιμης χρηματοδότησης.

(3)

Τον Μάρτιο του 2018, η Επιτροπή δημοσίευσε σχέδιο δράσης με τίτλο «Χρηματοδότηση της αειφόρου ανάπτυξης» (4) για τη χάραξη μιας φιλόδοξης και ολοκληρωμένης στρατηγικής για τη βιώσιμη χρηματοδότηση. Ένας από τους στόχους που καθορίζονται στο σχέδιο δράσης είναι ο αναπροσανατολισμός των ροών κεφαλαίων προς αειφόρες επενδύσεις προκειμένου να επιτευχθεί βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη.

(4)

Η ορθή εφαρμογή του σχεδίου δράσης ενθαρρύνει τη ζήτηση των επενδυτών για αειφόρες επενδύσεις. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί ότι θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη παράγοντες και στόχοι βιωσιμότητας στο πλαίσιο των απαιτήσεων διακυβέρνησης των προϊόντων που ορίζονται στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2017/2358 της Επιτροπής (5).

(5)

Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές που παράγουν ασφαλιστικά προϊόντα θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη παράγοντες βιωσιμότητας κατά τη διαδικασία έγκρισης κάθε ασφαλιστικού προϊόντος και στις λοιπές ρυθμίσεις διακυβέρνησης και εποπτείας για κάθε ασφαλιστικό προϊόν που προορίζεται να διανεμηθεί σε πελάτες που ζητούν ασφαλιστικά προϊόντα με προφίλ βιωσιμότητας.

(6)

Δεδομένου ότι η αγορά-στόχος θα πρέπει να οριστεί σε επαρκώς αναλυτικό επίπεδο, δεν θα πρέπει να αρκεί η γενική δήλωση ότι το ασφαλιστικό προϊόν διαθέτει προφίλ βιωσιμότητας. Αντί αυτής, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις ή οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές που παράγουν το ασφαλιστικό προϊόν θα πρέπει να προσδιορίζουν σε ποια ομάδα πελατών, με συγκεκριμένους στόχους όσον αφορά τη βιωσιμότητα, προορίζεται να διανεμηθεί το ασφαλιστικό προϊόν.

(7)

Για να διασφαλίζεται η εύκολη πρόσβαση σε ασφαλιστικά προϊόντα με παράγοντες βιωσιμότητας επίσης για πελάτες που δεν έχουν προτιμήσεις βιωσιμότητας, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές που παράγουν ασφαλιστικά προϊόντα δεν θα πρέπει να προσδιορίζουν ομάδες πελατών με τις ανάγκες, τα χαρακτηριστικά και τους στόχους των οποίων δεν είναι συμβατό ένα ασφαλιστικό προϊόν με παράγοντες βιωσιμότητας.

(8)

Οι παράγοντες βιωσιμότητας ενός ασφαλιστικού προϊόντος θα πρέπει να παρουσιάζονται με διαφάνεια ώστε οι διανομείς ασφαλιστικών προϊόντων να είναι σε θέση να παρέχουν στους πελάτες ή στους δυνητικούς πελάτες τους τις σχετικές πληροφορίες.

(9)

Η εκτίμηση επιπτώσεων στην οποία στηρίζονται οι μεταγενέστερες νομοθετικές πρωτοβουλίες που δημοσιοποιήθηκαν τον Μάιο του 2018 (6) κατέδειξε την ανάγκη να διευκρινιστεί ότι οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, στο πλαίσιο των υποχρεώσεών τους έναντι των πελατών και των δυνητικών πελατών τους, θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη παράγοντες βιωσιμότητας.

(10)

Προκειμένου να διατηρηθεί υψηλό επίπεδο προστασίας των επενδυτών, οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση θα πρέπει, κατά τον εντοπισμό των μορφών σύγκρουσης συμφερόντων των οποίων η ύπαρξη ενδέχεται να βλάψει τα συμφέροντα ενός πελάτη ή δυνητικού πελάτη, να περιλαμβάνουν και τις μορφές σύγκρουσης συμφερόντων που απορρέουν από την ενσωμάτωση των προτιμήσεων βιωσιμότητας του πελάτη. Για υφιστάμενους πελάτες για τους οποίους έχει ήδη διεξαχθεί αξιολόγηση καταλληλότητας, οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να προσδιορίζουν τις ατομικές προτιμήσεις βιωσιμότητας του πελάτη στην επόμενη τακτική επικαιροποίηση της εν λόγω αξιολόγησης.

(11)

Οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που παρέχουν συμβουλές σχετικά με επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση θα πρέπει να είναι σε θέση να συνιστούν κατάλληλα επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση στους πελάτες ή δυνητικούς πελάτες τους και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να είναι σε θέση να θέτουν ερωτήσεις για τον προσδιορισμό των ατομικών προτιμήσεων βιωσιμότητας του πελάτη. Σύμφωνα με την υποχρέωση άσκησης δραστηριοτήτων διανομής με βάση το βέλτιστο συμφέρον των πελατών, οι συστάσεις προς τους πελάτες ή δυνητικούς πελάτες θα πρέπει να αντικατοπτρίζουν τόσο τους οικονομικούς στόχους όσο και τυχόν προτιμήσεις βιωσιμότητας που εκφράζονται από τους εν λόγω πελάτες. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί ότι η ενσωμάτωση παραγόντων βιωσιμότητας στη συμβουλευτική διαδικασία δεν πρέπει να οδηγεί σε πρακτικές καταχρηστικής πώλησης ή σε ανακριβείς ισχυρισμούς ότι συγκεκριμένα επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση ανταποκρίνονται σε προτιμήσεις βιωσιμότητας. Για να αποφεύγονται παρόμοιες πρακτικές ή ανακριβείς ισχυρισμοί, οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που παρέχουν συμβουλές σχετικά με επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση θα πρέπει πρώτα να αξιολογούν τους επενδυτικούς στόχους και την ατομική κατάσταση ενός πελάτη ή δυνητικού πελάτη, προτού ρωτήσουν τους πελάτες τους για τις ενδεχόμενες προτιμήσεις τους όσον αφορά τη βιωσιμότητα.

(12)

Μέχρι σήμερα έχουν αναπτυχθεί επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση με διαφορετικό βαθμό φιλοδοξίας όσον αφορά τη βιωσιμότητα. Για να μπορέσουν οι πελάτες ή οι δυνητικοί πελάτες να κατανοήσουν τους διαφορετικούς βαθμούς βιωσιμότητας και να λάβουν ενημερωμένες επενδυτικές αποφάσεις όσον αφορά τη βιωσιμότητα, οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση θα πρέπει να εξηγούν τη διάκριση μεταξύ, αφενός, των επενδυτικών προϊόντων βασιζόμενων σε ασφάλιση που έχουν ως στόχο, εξολοκλήρου ή εν μέρει, αειφόρες επενδύσεις σε οικονομικές δραστηριότητες που χαρακτηρίζονται ως περιβαλλοντικά βιώσιμες σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2020/852 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7), αειφόρες επενδύσεις όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 17) του κανονισμού (ΕΕ) 2019/2088 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) και των επενδυτικών προϊόντων βασιζόμενων σε ασφάλιση που λαμβάνουν υπόψη τις κύριες δυσμενείς επιπτώσεις στους παράγοντες βιωσιμότητας, τα οποία είναι πιθανό να είναι επιλέξιμα για σύσταση, καθώς πληρούν τις ατομικές προτιμήσεις βιωσιμότητας των πελατών και, αφετέρου, άλλων επενδυτικών προϊόντων βασιζόμενων σε ασφάλιση που δεν διαθέτουν αυτά τα ειδικά χαρακτηριστικά, τα οποία δεν θα πρέπει να είναι επιλέξιμα για σύσταση σε πελάτες ή δυνητικούς πελάτες που έχουν ατομικές προτιμήσεις βιωσιμότητας.

(13)

Είναι αναγκαίο να αντιμετωπιστούν οι προβληματισμοί όσον αφορά την προβολή ψευδοοικολογικής ταυτότητας, δηλαδή, ειδικότερα, την πρακτική της απόκτησης αθέμιτου ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος με τη σύσταση επενδυτικού προϊόντος βασιζόμενου σε ασφάλιση ως φιλικού προς το περιβάλλον ή βιώσιμου, ενώ στην πραγματικότητα το εν λόγω επενδυτικό προϊόν δεν πληροί βασικά περιβαλλοντικά πρότυπα ή άλλα πρότυπα βιωσιμότητας. Για να αποτρέπεται η καταχρηστική πώληση και η προβολή ψευδοοικολογικής ταυτότητας, οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση δεν θα πρέπει να προτείνουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση που δεν πληρούν τις ατομικές προτιμήσεις βιωσιμότητας ως προϊόντα που πληρούν τις εν λόγω προτιμήσεις. Οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση θα πρέπει να εξηγούν στους πελάτες ή στους δυνητικούς πελάτες τους λόγους για τους οποίους δεν ακολουθούν μια τέτοια πρακτική και να τηρούν αρχείο της εν λόγω αιτιολόγησης.

(14)

Είναι απαραίτητο να διευκρινιστεί ότι τα επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση που δεν είναι επιλέξιμα για ατομικές προτιμήσεις βιωσιμότητας μπορούν παρ’ όλα αυτά να συνιστώνται από ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και ασφαλιστικές επιχειρήσεις που διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, αλλά όχι ως προϊόντα που πληρούν τις ατομικές προτιμήσεις βιωσιμότητας. Για να επιτρέπονται περαιτέρω συστάσεις σε πελάτες ή δυνητικούς πελάτες, όταν τα επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση δεν πληρούν τις προτιμήσεις βιωσιμότητας του πελάτη, ο πελάτης θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να προσαρμόζει τις πληροφορίες σχετικά με τις προτιμήσεις βιωσιμότητας. Για να αποτρέπεται η καταχρηστική πώληση και η προβολή ψευδοοικολογικής ταυτότητας, οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση θα πρέπει να τηρούν αρχεία της απόφασης του πελάτη μαζί με την επεξήγηση του πελάτη που τεκμηριώνει την προσαρμογή.

(15)

Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού συνδέονται στενά μεταξύ τους και με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) 2019/2088, δεδομένου ότι θεσπίζουν ένα ολοκληρωμένο σύστημα γνωστοποίησης των πτυχών της αειφορίας. Για να καταστεί δυνατή η συνεκτική ερμηνεία και εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων και να εξασφαλιστεί ότι οι συμμετέχοντες στην αγορά και οι αρμόδιες αρχές, καθώς και οι επενδυτές, τις κατανοούν στο σύνολό τους και έχουν εύκολη πρόσβαση σε αυτές, είναι σκόπιμο να συμπεριληφθούν σε μία ενιαία νομοθετική πράξη.

(16)

Επομένως, οι κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμοί (ΕΕ) 2017/2358 και (ΕΕ) 2017/2359 της Επιτροπής (9) θα πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως.

(17)

Οι αρμόδιες αρχές, οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις θα πρέπει να έχουν επαρκή χρόνο για να προσαρμοστούν στις νέες απαιτήσεις που περιέχει ο παρών κανονισμός. Ως εκ τούτου, η ημερομηνία εφαρμογής του θα πρέπει να μετατεθεί,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/2358

Ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/2358 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 4 παράγραφος 3 στοιχείο α), το σημείο i) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«i)

λαμβάνει υπόψη τους στόχους, τα συμφέροντα και τα χαρακτηριστικά των πελατών, συμπεριλαμβανομένων τυχόν στόχων που αφορούν τη βιωσιμότητα·»·

2)

Τα άρθρα 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 5

Αγορά-στόχος

1.   Η διαδικασία έγκρισης προϊόντων καθορίζει την αγορά-στόχο και την ομάδα των συμβατών πελατών για κάθε ασφαλιστικό προϊόν. Η αγορά-στόχος προσδιορίζεται σε επαρκώς αναλυτικό επίπεδο, λαμβανομένων υπόψη των χαρακτηριστικών, του προφίλ κινδύνου, της πολυπλοκότητας και της φύσης, καθώς και των παραγόντων αειφορίας του ασφαλιστικού προϊόντος, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 24) του κανονισμού (ΕΕ) 2019/2088 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1).

2.   Οι παραγωγοί δύνανται, ιδίως όσον αφορά επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, να προσδιορίζουν ομάδες πελατών των οποίων οι ανάγκες, τα χαρακτηριστικά και οι στόχοι δεν είναι εν γένει συμβατά με το ασφαλιστικό προϊόν, με εξαίρεση τις περιπτώσεις στις οποίες τα ασφαλιστικά προϊόντα λαμβάνουν υπόψη παράγοντες αειφορίας όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1.

3.   Οι παραγωγοί σχεδιάζουν και διαθέτουν στην αγορά μόνο ασφαλιστικά προϊόντα που είναι συμβατά με τις ανάγκες, τα χαρακτηριστικά και τους στόχους, συμπεριλαμβανομένων τυχόν στόχων που αφορούν τη βιωσιμότητα, των πελατών που ανήκουν στην αγορά-στόχο. Κατά την αξιολόγηση της συμβατότητας του ασφαλιστικού προϊόντος με μια αγορά-στόχο οι παραγωγοί λαμβάνουν υπόψη το επίπεδο ενημέρωσης που διαθέτουν οι πελάτες που ανήκουν στη συγκεκριμένη αγορά-στόχο, καθώς και τις χρηματοοικονομικές γνώσεις τους.

4.   Οι παραγωγοί διασφαλίζουν ότι το προσωπικό που συμμετέχει στον σχεδιασμό και στην παραγωγή ασφαλιστικών προϊόντων διαθέτει τις αναγκαίες δεξιότητες, γνώσεις και εμπειρογνωσία για να κατανοεί ορθά τα ασφαλιστικά προϊόντα που πωλούνται, καθώς και τα συμφέροντα, τους στόχους, συμπεριλαμβανομένων τυχόν στόχων που αφορούν τη βιωσιμότητα, και τα χαρακτηριστικά των πελατών που ανήκουν στην αγορά-στόχο.

Άρθρο 6

Δοκιμή προϊόντων

1.   Οι παραγωγοί υποβάλλουν τα ασφαλιστικά προϊόντα τους σε κατάλληλες δοκιμές, οι οποίες περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, αναλύσεις σεναρίων, πριν διαθέσουν το συγκεκριμένο προϊόν στην αγορά ή επιφέρουν σε αυτό σημαντικές προσαρμογές ή σε περίπτωση που έχουν σημειωθεί σημαντικές αλλαγές στην αγορά-στόχο. Με τις εν λόγω δοκιμές προϊόντων αξιολογείται αν το ασφαλιστικό προϊόν πληροί καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής του τις προσδιορισμένες ανάγκες, τους στόχους, συμπεριλαμβανομένων τυχόν στόχων που αφορούν τη βιωσιμότητα, και τα χαρακτηριστικά των πελατών που ανήκουν στην αγορά-στόχο. Οι παραγωγοί διενεργούν ποιοτικό και, ανάλογα με τον τύπο και τη φύση του ασφαλιστικού προϊόντος, καθώς και τον συναφή κίνδυνο ζημίας για τους πελάτες, ποσοτικό έλεγχο των ασφαλιστικών προϊόντων τους.

2.   Οι παραγωγοί δεν διαθέτουν τα ασφαλιστικά προϊόντα στην αγορά εάν τα αποτελέσματα των δοκιμών των προϊόντων δείχνουν ότι αυτά δεν πληρούν τις προσδιορισμένες ανάγκες, τους στόχους, συμπεριλαμβανομένων τυχόν στόχων που αφορούν τη βιωσιμότητα, και τα χαρακτηριστικά της αγοράς-στόχου.

(*1)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/2088 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2019, περί γνωστοποιήσεων αειφορίας στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών (ΕΕ L 317 της 9.12.2019, σ. 1).»·"

3)

Στο άρθρο 7, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Οι παραγωγοί παρακολουθούν συνεχώς και επανεξετάζουν τακτικά τα ασφαλιστικά προϊόντα που έχουν διαθέσει στην αγορά προκειμένου να εντοπίσουν γεγονότα που θα μπορούσαν να επηρεάσουν σοβαρά τα βασικά χαρακτηριστικά, την κάλυψη κινδύνου ή τις εγγυήσεις των συγκεκριμένων προϊόντων. Αξιολογούν κατά πόσον τα ασφαλιστικά προϊόντα συνεχίζουν να είναι συνεπή με τις ανάγκες, τα χαρακτηριστικά και τους στόχους, συμπεριλαμβανομένων τυχόν στόχων που αφορούν τη βιωσιμότητα, της προσδιορισμένης αγοράς-στόχου και κατά πόσον τα εν λόγω προϊόντα διανέμονται στην αγορά-στόχο ή φθάνουν σε πελάτες εκτός της αγοράς-στόχου.»·

4)

Στο άρθρο 8, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 δίνουν στους διανομείς ασφαλιστικών προϊόντων τις ακόλουθες δυνατότητες:

α)

να κατανοούν τα ασφαλιστικά προϊόντα·

β)

να αντιλαμβάνονται την προσδιορισμένη αγορά-στόχο για τα ασφαλιστικά προϊόντα·

γ)

να εντοπίζουν πελάτες των οποίων οι ανάγκες, τα χαρακτηριστικά και οι στόχοι, συμπεριλαμβανομένων τυχόν στόχων που αφορούν τη βιωσιμότητα, δεν είναι συμβατά με το ασφαλιστικό προϊόν·

δ)

να διεξάγουν δραστηριότητες διανομής για τα σχετικά ασφαλιστικά προϊόντα με γνώμονα την καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση των συμφερόντων των πελατών τους, όπως ορίζεται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/97.»·

5)

Στο άρθρο 10, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Οι ρυθμίσεις διανομής προϊόντων:

α)

αποσκοπούν στην πρόληψη και στον μετριασμό της ζημίας για τον πελάτη·

β)

στηρίζουν την ορθή διαχείριση της σύγκρουσης συμφερόντων·

γ)

διασφαλίζουν ότι λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι στόχοι, τα συμφέροντα και τα χαρακτηριστικά των πελατών, συμπεριλαμβανομένων τυχόν στόχων που αφορούν τη βιωσιμότητα.»·

6)

Το άρθρο 11 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 11

Ενημέρωση του παραγωγού

Οι διανομείς ασφαλιστικών προϊόντων που αντιλαμβάνονται ότι ένα ασφαλιστικό προϊόν δεν ευθυγραμμίζεται με τα συμφέροντα, τους στόχους και τα χαρακτηριστικά των πελατών που ανήκουν στην προσδιορισμένη αγορά-στόχο, συμπεριλαμβανομένων τυχόν στόχων που αφορούν τη βιωσιμότητα, ή αντιλαμβάνονται άλλες σχετικές με τα προϊόντα περιστάσεις που μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά τον πελάτη ενημερώνουν άμεσα τον παραγωγό και, εφόσον ενδείκνυται, τροποποιούν την οικεία στρατηγική διανομής για το συγκεκριμένο ασφαλιστικό προϊόν.».

Άρθρο 2

Τροποποιήσεις του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/2359

Ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/2359 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 2 προστίθενται τα ακόλουθα σημεία 4) και 5):

«4)

“προτιμήσεις βιωσιμότητας”: η επιλογή ενός πελάτη ή δυνητικού πελάτη σχετικά με το αν και κατά πόσον ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα χρηματοπιστωτικά προϊόντα θα πρέπει να περιληφθούν στην επένδυσή του:

α)

επενδυτικό προϊόν βασιζόμενο σε ασφάλιση για το οποίο ο πελάτης ή ο δυνητικός πελάτης καθορίζει ότι μια ελάχιστη αναλογία επενδύεται σε περιβαλλοντικά βιώσιμες επενδύσεις όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/852 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2)·

β)

επενδυτικό προϊόν βασιζόμενο σε ασφάλιση για το οποίο ο πελάτης ή ο δυνητικός πελάτης καθορίζει ότι μια ελάχιστη αναλογία επενδύεται σε αειφόρες επενδύσεις όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 17) του κανονισμού (ΕΕ) 2019/2088 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3)·

γ)

επενδυτικό προϊόν βασιζόμενο σε ασφάλιση που λαμβάνει υπόψη τις κύριες δυσμενείς επιπτώσεις στους παράγοντες βιωσιμότητας, στο οποίο τα ποιοτικά ή ποσοτικά στοιχεία που αποδεικνύουν την εν λόγω συνεκτίμηση καθορίζονται από τον πελάτη ή τον δυνητικό πελάτη·

5)

“παράγοντες βιωσιμότητας”: οι παράγοντες αειφορίας κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 σημείο 24) του κανονισμού (ΕΕ) 2019/2088·

(*2)  Κανονισμός (ΕΕ) 2020/852 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 2020, σχετικά με τη θέσπιση πλαισίου για τη διευκόλυνση των βιώσιμων επενδύσεων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2019/2088 (ΕΕ L 198 της 22.6.2020, σ. 13)."

(*3)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/2088 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2019, περί γνωστοποιήσεων αειφορίας στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών (ΕΕ L 317 της 9.12.2019, σ. 1).»·"

2)

Στο άρθρο 3, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Για τον εντοπισμό, σύμφωνα με το άρθρο 28 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/97, των μορφών σύγκρουσης συμφερόντων που προκύπτουν κατά την άσκηση δραστηριοτήτων διανομής ασφαλιστικών προϊόντων σε σχέση με επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση και που ενέχουν κίνδυνο πρόκλησης ζημίας στα συμφέροντα ενός πελάτη, συμπεριλαμβανομένων των προτιμήσεων βιωσιμότητας του πελάτη, οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις αξιολογούν αν αυτοί οι ίδιοι, σχετικό πρόσωπο ή οποιοδήποτε πρόσωπο συνδέεται μαζί τους άμεσα ή έμμεσα με σχέση ελέγχου έχουν συμφέρον όσον αφορά το αποτέλεσμα των δραστηριοτήτων διανομής ασφαλιστικών προϊόντων, το οποίο πληροί τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

διακρίνεται από το συμφέρον του πελάτη ή του δυνητικού πελάτη όσον αφορά το αποτέλεσμα των δραστηριοτήτων διανομής ασφαλιστικών προϊόντων·

β)

είναι δυνατόν να επηρεάσει το αποτέλεσμα των δραστηριοτήτων διανομής ασφαλιστικών προϊόντων εις βάρος του πελάτη.

Οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις ακολουθούν την ίδια διαδικασία για τον εντοπισμό των συγκρούσεων συμφερόντων μεταξύ δύο πελατών.»·

3)

Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 2, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

ανταποκρίνεται στους επενδυτικούς στόχους του εν λόγω πελάτη ή δυνητικού πελάτη, συμπεριλαμβανομένου του επιπέδου ανοχής κινδύνου και τυχόν προτιμήσεων βιωσιμότητας του εν λόγω προσώπου·»·

β)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Στις πληροφορίες σχετικά με τους επενδυτικούς στόχους του πελάτη ή δυνητικού πελάτη, περιλαμβάνονται, κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με την επιθυμητή για τον πελάτη ή δυνητικό πελάτη χρονική διάρκεια της επένδυσης, τις προτιμήσεις του σε σχέση με την ανάληψη κινδύνων, το προφίλ κινδύνου, τους σκοπούς της επένδυσης και, επιπλέον, τις προτιμήσεις του όσον αφορά τη βιωσιμότητα. Το επίπεδο των συλλεγόμενων πληροφοριών είναι ενδεδειγμένο για τον συγκεκριμένο εξεταζόμενο τύπο προϊόντος ή υπηρεσίας.»·

γ)

η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Κατά την παροχή συμβουλών σχετικά με επενδυτικό προϊόν βασιζόμενο σε ασφάλιση δυνάμει του άρθρου 30 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/97, ένας ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή ασφαλιστική επιχείρηση δεν διατυπώνει προσωπική σύσταση όταν κανένα από τα προϊόντα δεν είναι κατάλληλο για τον πελάτη ή δυνητικό πελάτη.

Ένας ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή ασφαλιστική επιχείρηση δεν συνιστά επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση ως προϊόντα που πληρούν τις προτιμήσεις βιωσιμότητας του πελάτη ή δυνητικού πελάτη όταν τα εν λόγω επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση δεν πληρούν αυτές τις προτιμήσεις. Ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση εξηγούν στους πελάτες ή δυνητικούς τους πελάτες τους λόγους για τους οποίους δεν ακολουθούν αυτήν την πρακτική και τηρούν αρχείο των λόγων αυτών.

Όταν κανένα επενδυτικό προϊόν βασιζόμενο σε ασφάλιση δεν πληροί τις προτιμήσεις βιωσιμότητας του πελάτη ή του δυνητικού πελάτη και ο πελάτης αποφασίσει να προσαρμόσει τις προτιμήσεις του όσον αφορά τη βιωσιμότητα, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση τηρεί αρχείο της απόφασης του πελάτη, συμπεριλαμβανομένων των λόγων της απόφασης αυτής»·

4)

Το άρθρο 14 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1 στοιχείο β), το σημείο i) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«i)

τους επενδυτικούς στόχους του πελάτη, συμπεριλαμβανομένου του επιπέδου ανοχής κινδύνου του εν λόγω προσώπου, και το αν οι επενδυτικοί στόχοι του πελάτη επιτυγχάνονται λαμβάνοντας υπόψη τις προτιμήσεις του όσον αφορά τη βιωσιμότητα·»·

β)

στην παράγραφο 4 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Οι απαιτήσεις να πληρούνται οι προτιμήσεις βιωσιμότητας των πελατών ή δυνητικών πελατών, κατά περίπτωση, δεν τροποποιούν τους όρους του πρώτου εδαφίου.».

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 2 Αυγούστου 2022.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 21 Απριλίου 2021.

Για την Επιτροπή

Η Πρόεδρος

Ursula VON DER LEYEN


(1)  ΕΕ L 26 της 2.2.2016, σ. 19.

(2)  Απόφαση (ΕΕ) 2016/1841 του Συμβουλίου, της 5ης Οκτωβρίου 2016, για τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της συμφωνίας του Παρισιού που εγκρίθηκε στο πλαίσιο της σύμβασης-πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή (ΕΕ L 282 της 19.10.2016, σ. 1).

(3)  COM(2019) 640 final.

(4)  COM(2018) 97 final.

(5)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/2358 της Επιτροπής, της 21ης Σεπτεμβρίου 2017, για τη συμπλήρωση της οδηγίας (ΕΕ) 2016/97 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις απαιτήσεις εποπτείας και διακυβέρνησης προϊόντων για ασφαλιστικές επιχειρήσεις και διανομείς ασφαλιστικών προϊόντων (ΕΕ L 341 της 20.12.2017, σ. 1).

(6)  SWD(2018) 264 final.

(7)  Κανονισμός (ΕΕ) 2020/852 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 2020, σχετικά με τη θέσπιση πλαισίου για τη διευκόλυνση των βιώσιμων επενδύσεων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2019/2088 (ΕΕ L 198 της 22.6.2020, σ. 13).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/2088 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2019, περί γνωστοποιήσεων αειφορίας στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών (ΕΕ L 317 της 9.12.2019, σ. 1).

(9)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/2359 της Επιτροπής, της 21ης Σεπτεμβρίου 2017, για τη συμπλήρωση της οδηγίας (ΕΕ) 2016/97 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών και τους κανόνες επαγγελματικής δεοντολογίας που εφαρμόζονται στη διανομή των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων (ΕΕ L 341 της 20.12.2017, σ. 8).